! ! ! ! ! ! ] ως ? καὶ ἐπιτη [ ! ! ! ! ! ! ] σενεγ
ἀγρίων καὶ ἄρκτων , καὶ Ὑμηττὸς ὃς φύει νομὰς μελίσσαις ἐπιτη - δειοτάτας πλὴν τῆς Ἀλαζώνων . Ἀλαζῶσι γὰρ συνήθεις
5638394 εὐωδων
τούτων συναιρεθεῖσαι περισπῶνται , εὐγενῶν Δημοσθενῶν , πλὴν τοῦ δυσώδων εὐώδων τριήρων καὶ τῶν παρὰ τὸ ἔθος καὶ ἦθος ,
τούτων συναιρεθεῖσαι περισπῶνται , εὐγενῶν Δημοσθενῶν , πλὴν τοῦ δυσώδων εὐώδων τριήρων καὶ τῶν παρὰ τὸ ἔθος καὶ ἦθος ,
5174754 ἀμβλυνειν
ποδῶν ἐκτὸς ἐλαίου ἑψηθέντων καὶ πᾶσι τοῖς ἁπλῶς παχύνειν καὶ ἀμβλύνειν τὸ δριμὺ δυναμένοις τοῦ ἐπιρρέοντος εἰς τὸν θώρακα καὶ
τὸν γλυκὺν Βιθυνὸν καὶ τῶν ἄλλων , ὅσοι παχύνειν καὶ ἀμβλύνειν δύνανται . εἰ δὲ ἀπειθεῖς τύχοι εἶναι τοὺς κάμνοντας
5114669 πλεονεκτειν
: ἣν γὰρ ἔφη πρότερον εἴδει καὶ μεγέθει πάσας γυναῖκας πλεονεκτεῖν , πῶς νῦν ταύτην κοσμεῖσθαι ἢ καλλύνεσθαι τῷ χρυσῷ
ὕστερον δὲ βουλεύσεσθαι πῶς χρηστέον ἐστὶν τῶν φίλων τοῖς βουλομένοις πλεονεκτεῖν . [ Οὐ μὴν πολύν γε χρόνον συνέβη μεῖναι
5008756 μελειν
, ἄβροτον εἰς ἐρημίαν . Ἥφαιστε , σοὶ δὲ χρὴ μέλειν ἐπιστολὰς , ἅς σοι πατὴρ ἐφεῖτο , τόνδε πρὸς
ἐν μεγάλῳ ἀδύτῳ ῥωννύμενον : τοῦ γε μὴν ὅλως αὐτῇ μέλειν ἀνθρώπων καὶ τόδε μέγα τεκμήριον . θυόντων γὰρ αὐτῇ
5004564 πετροσελινον
γεντιανῆς ῥίζης , σελίνου ἀρωματικοῦ ῥίζα , ὑπάρχει δὲ τὸ πετροσέλινον ἢ ῥαίδον , ἔστι δὲ τὸ ἑλένιον . ἀντὶ
καὶ τήλεως : καί τι σπερμάτιον συνεψέσθω τῶν εὐωδῶν οἷον πετροσέλινον , δαῦκον , ἄνισον παρακαλοῦντας οὐρεῖν ἐν τῷ ὕδατι
4930948 φιλολογους
ἐγὼ πρῶτος αὐτὸ μηχανῶμαι καὶ ἐξευρίσκω , ὥστε προσαναγκάζειν τοὺς φιλολόγους μὴ οἴκοι φθέγγεσθαι μόνον μηδὲ ὑπὸ θυρωροῖς καὶ βαλανάγραις
μελήσει . ποιοῦμαι δὲ τῆς ἐμαυτοῦ δόξης κοινοὺς κριτὰς τοὺς φιλολόγους ἅπαντας , ὑπεξαιρούμενος , εἴ τινές εἰσι φιλότιμοι καὶ
4905984 πενεσθαι
κρατεῖν ? [ ] ὡς Κλέων ; τίς δὲ οὐ πένεσθαι | μᾶλλον ὡς Ἀριστείδης ἢ πλουτεῖν ὡς Καλλίας |
διασαφεῖ , τοῦ δὲ ἐπιφερομένου ἀναίρεσιν , βούλομαι πλουτεῖν ἢ πένεσθαι , βούλομαι φιλολογεῖν ἢ σχολάζειν . ποιεῖται καὶ μετὰ
4857686 ἐφιεσθαι
μέθοδος , ὁμοίως δὲ πρᾶξίς τε καὶ προαίρεσις ἀγαθοῦ τινος ἐφίεσθαι δοκεῖ ” , ὡς εἶπεν ἀρχόμενος τῶν Νικομαχείων :
ἀγαθῶν ὄντες . οὐ μήν εἰσιν οὗτοι μεγαλόψυχοι οὔτε τῷ ἐφίεσθαι τιμῶν οὔτε τῷ τυγχάνειν . κατ ' ἀλήθειαν γὰρ
4856893 ἀδηκτοτατον
οὐ πάνυ τι λεπτομερής ἐστιν , ἀλλὰ παχυμερὴς μᾶλλον : ἀδηκτότατον γὰρ ἀεὶ τῶν τὴν αὐτὴν δύναμιν ἐχόντων ἐστὶ τὸ
μὲν μελίκρατον ἢ ὀξύμελι : καὶ τὸ ὕδωρ δ ' ἀδηκτότατον τῷ πυρέσσοντι . τὰ δ ' ἀποβρέγματα στύψιν ἔχοντα
4852748 σμυρνιον
ὁ ὄμβρος πέφυκεν . . Ἀλλὰ γάρ τοι καὶ τὸ σμύρνιον ἀνθοῦν διηνεκῶς οἰκείως ἔχον εὕροις ἂν εἰς τὴν τούτων
, πάπυρος καυθεῖσα , πενταφύλλου ἡ ῥίζα , πετροσέλινον , σμύρνιον , πευκεδάνου ἡ ῥίζα , ὁ δ ' ὀπὸς
4818315 δικαιοπραγειν
. καὶ τὸ μὲν ἀδικεῖν καθ ' αὑτὸ καὶ τὸ δικαιοπραγεῖν καθ ' αὑτὸ ἑκούσια , τὰ δὲ κατὰ συμβεβηκός
εἰ δὲ εὑρίσκεις παρὰ πολλοῖς ἀνθρώποις τὸ εὖ φρονεῖν καὶ δικαιοπραγεῖν , δῆλον ὅτι οὐ φύσει πρόσεστιν ἡμῖν τὸ φαῦλον
4803268 ιϚκις
# Μο ιϚκε / : ταῦτα ἴσα ⃞ῳ : πάντα ιϚκις καὶ τὸ κεον . πλάσσω τὸν ⃞ον ἀπὸ ʂ
τῇ τῶν ἀπὸ ΜΖ . ΖΗ ὑπεροχῇ : καὶ τὸ ιϚκις ἄρα ὑπὸ ΑΒ . ΒΘ ἴσ . τῇ τῶν
4767825 μεγαλοψυχους
ἀξιοῦνται τιμῆς . τοὺς χαύνους δέ φησι μιμεῖσθαι βούλεσθαι τοὺς μεγαλοψύχους , ἐκπίπτειν γε μήν , μηδὲν ἔχοντας τῶν ὧν
τὰ αἰσθητὰ ταύτης τῆς φύσεως , τοὺς καθ ' ἕκαστον μεγαλοψύχους , τὸν Ἀλκιβιάδην , τὸν Αἴαντα , τὸν Ἀχιλλέα
4762646 σησαμοειδους
ἐστι καὶ γεώδη πάντα , κυκλάμινος , ἀνεμῶναι πᾶσαι , σησαμοειδοῦς τοῦ λευκοῦ τὸ σπέρμα , σκόροδον , κρόμμυον ,
μᾶλλον τὸ σπέρμα , ἱπποσέλινον , ὀρεοσέλινον , σέσελι , σησαμοειδοῦς τοῦ λευκοῦ τὸ σπέρμα , σίον , σίνων ,
4753970 ἀπεχομενους
ἐς αὐτοὺς ἔργα ἐπιδεικνύντες , ἐφ ' ᾧ τῶν φαύλων ἀπεχομένους μετιέναι ἅπερ αὐτοῖς καλὰ νενόμισται , σωφρονίζουσι σφᾶς ἐπὶ
οἱ φρόνιμοι δέχονται , ὅταν ἴδωσιν αὐτοὺς μηδὲ τῶν οἰκείων ἀπεχομένους . ἀλεκτρυόνας τις ἐν τῇ οἰκίᾳ ἔχων περιτυχὼν πέρδικι
4748093 ὀνινησιν
παχύτητα γινομένας πνεύματος ἢ διὰ ψῦξιν , οἶνος ἀκρατέστερος πινόμενος ὀνίνησιν , ὕπνος δὲ ἐπιγενόμενος καὶ τελέως αὐτὰς ἀπαλλάττει .
γλοιώδη σύστασιν λαβών : καὶ θάλασσα δὲ καὶ ἅλμη πολλάκις ὀνίνησιν : τὸ δὲ πλεῖον τῆς θεραπείας ἐν ταῖς δυνάμεσιν
4745311 συνοικειωθεις
καὶ εὐλαβέστερον καὶ ἀνεπιφανέστερον : συμβάλλεται δὲ καὶ ὁ ἥλιος συνοικειωθείς πως τῷ τῆς ψυχικῆς κράσεως οἰκοδεσποτήσαντι κατὰ μὲν τὸ
διατιθέναι γυναῖκας . ὁ μέντοι τοῦ Κρόνου τοῖς προκειμένοις σχήμασι συνοικειωθείς , ἐὰν μὲν καὶ αὐτὸς ᾖ τεθηλυσμένος , ἀσελγειῶν
4731662 ἀπεχου
Ἰωνικῆς τῆς τὰ σώματα προηγουμένως ἐπισκοπουμένης . Τὸ δὲ κυάμων ἀπέχου συμβουλεύει φυλάττεσθαι πᾶν ὅσον ἐστὶ φθαρτικὸν τῆς πρὸς θεοὺς
τῆς ἀγαθῆς . οὕτως οὖν συμβαίνει πᾶσι τοῖς ὀξυχόλοις . ἀπέχου οὖν ἀπὸ τῆς ὀξυχολίας , τοῦ πονηροτάτου πνεύματος :
4730975 ὠφελουσα
μὲν ἀμείνων , ἡ δὲ χείρων , ἀμείνων μὲν ἡ ὠφελοῦσα , χείρων δὲ κατὰ τὸ ἀναγκαῖον ἡ βλάπτουσα .
δρᾶν ς ' ἀπεννέπω τάδε , ἀπεννέπω δὲ καὶ σὲ ὠφελοῦσα καὶ τοῖς νόμοις βοηθοῦσα : τουτέστι : συγγινώσκω σοι
4728320 ἀμυγδαλης
, εἶτα ἀπεθίζουσιν ἐκ προσαγωγῆς . Περιχρίουσι δὲ τοὺς σκύλακας ἀμυγδάλης πικρᾶς μετὰ ὕδατος τετριμμένης περὶ τὰ ὦτα , καὶ
, ἀμύγδαλα . ὅτι περὶ τῆς προφορᾶς τοῦ τόνου τῆς ἀμυγδάλης Πάμφιλος μὲν ἀξιοῖ ἐπὶ τοῦ καρποῦ βαρύνειν ὁμοίως τῷ
4697916 σιον
, χαμαίμηλον , ἀσταφὶς λιπαρά , μελίλωτον , μελισσόφυλλον , σίον , κιτρίου ὁ ἔξωθεν φλοιὸς καὶ τὰ παραπλήσια ,
τῶν ἐχθρῶν . Ἀλβανοὶ μὲν γὰρ ἡμῖν τὸ πλη - σίον ὄρος τοῦτο κατειλήφασιν , ὥσπερ ὁρᾶτε , κατὰ τὰς
4689695 λελεπιϲμενα
κνίδηϲ ϲπέρματοϲ λινοϲπέρμου ϲτροβίλων ἀμύλου ἀνὰ κύαθον α ἀμύγδαλα πικρὰ λελεπιϲμένα κε πεπέρεωϲ κόκκουϲ λ : φρύξαϲ ἐπ ' ὀλίγον
δίδου ἐκλείχειν . ἄλλο : ϲτροβίλια πεφωγμένα ἀριθμῷ λ ἀμύγδαλα λελεπιϲμένα λ λινοϲπέρμου πεφωγμένου ⋖ β γλυκυρίζηϲ χυλοῦ ⋖ β
4687497 συνετους
δείκνυσιν ἐκ τῶν μετεχόντων αὐτῆς , οὓς ἐξ αὐτῶν παρωνύμως συνετοὺς καὶ ἀσυνέτους καλοῦμεν . ποιοὶ γὰρ ὁ συνετὸς καὶ
τοῖς τετραγώνοις . ὁ Ἄρης σὺν Ἑρμῇ ψεύστας μέν , συνετοὺς δὲ καὶ πολυπείρους , ἀεὶ ἐν κρίσεσιν ὄντας ,
4685465 εἰθισμενῳ
ἀμύζειν ] ἕλκειν , σπαράττειν . . συμμαθόντι ] τῷ εἰθισμένῳ καὶ μαθόντι πίνειν αὐτό . . ὥσπερ βοῦν ]
τῇ κοιλίῃ παρέχει παρὰ τὸ ἔθος βρωθεῖσα τῷ μὴ μαζοφαγέειν εἰθισμένῳ , ἢ ὁκοῖον ἄρτος βάρος καὶ τάσιν κοιλίης τῷ
4668403 προτιμαν
, ὅτι καὶ ἐπὶ τούτου τὴν θερμοτέραν προσήκει ἔτι μᾶλλον προτιμᾶν δίαιταν . Τοὺς δὲ δι ' ἔμφραξιν σκληρᾶς κόπρου
ἄλικα μηδὲ χῖδρον ἢ τίφην , ἀλλὰ πάντων τῶν ἐδεσμάτων προτιμᾶν τὴν πτισάνην καὶ τὸν ἄρτον καὶ τὰ προειρημένα λάχανα
4663741 ῥητινων
ὁ τῶν ῥάβδων χυλὸς γενναίως , τερμινθίνη μᾶλλον τῶν ἄλλων ῥητινῶν , θεῖον : καὶ καλαμίνθη ἐπισπᾶται καταπλασσομένη , καὶ
πιτυΐνη τε καὶ ἡ ἐλατίνη : τῶν δ ' ὑγρῶν ῥητινῶν τὸ καπνέλαιον μᾶλλον : δριμείας δ ' ἐστὶν ἡ
4661549 δασυτερον
: ὅρος δὲ τῆς σφοδρότητος ἡ τῆς ἀναπνοῆς ἐπὶ τὸ δασύτερον ἀλλοίωσις . τὰ δὲ γυμνάσια δυσπαθῆ τε παρασκευάζει τὰ
: τὸ δὲ χειρώνειον ὅμοιον ἀμαράκῳ , μεῖζον δὲ καὶ δασύτερον , ἄνθος δὲ χρυσοειδές , ῥίζαν μικράν , φιλεῖ
4643483 ἀνδραχνη
, σταφίς , ὀπός , χαλκοῦ λεπίς , ὤχρα , ἀνδράχνη , μήκωνος ὀπός , μανδραγόρας . τὰ δ '
ἡ τοῦ συμφέροντος τήρησις γίγνεται , ὡς ἐπὶ αἱμωδίας ἡ ἀνδράχνη . οὔτε γὰρ τὸ συνεκτικὸν αἴτιον ἐνταῦθά γε δηλοῖ
4642191 φθονειτε
θεαῖς γέρας , καὶ διδασκάλοις πολίταις τε χρῆσθε καὶ οὐ φθονεῖτε ξένοις . καὶ τῇ φιλανθρωπίᾳ τὸ τῆς ἀκριβείας ἐπὶ
τοὺς ἑκατὸν φέρω : ὥστε τί με ἀπόλλυτε καὶ ἑαυτοῖς φθονεῖτε κέρδους ; ” ἐγὼ δὲ ὡς ἤκουσα Θερσάνδρου καὶ
4639915 φιλοθεους
ἔτεμεν ἀπὸ τῶν ἑαυτοῦ δυνάμεων , ἐξ ἧς ποτίζει τὰς φιλοθέους ψυχάς : ποτισθεῖσαι δὲ καὶ τοῦ μάννα ἐμπίπλανται τοῦ
φιλοτρόφους , εὐήθεις , εὐεργετικούς , ἐλεητικούς , ἀκάκους , φιλοθέους , ἀσκητάς , φιλαγωνιστάς , φρονίμους , φιλητικούς ,
4623069 ὀρεγεσθαι
τοῖς δεομένοις ἐπαρκῶν καὶ πάσης περιουσίας καταφρονῶν , τοσούτου δέων ὀρέγεσθαι τῶν οὐδὲν προσηκόντων , ὥστε μηδὲ τῶν ἑαυτοῦ φθειρομένων
τοῦ περὶ τὸν δεύτερον μῆνα παρὰ τὸ ἔθος αὐτὰς ὀξέων ὀρέγεσθαι καὶ ἁλικῶν , ἐνίαις δὲ καὶ ὁ στόμαχος πλαδοῖ
4617527 ἀπεχεσθαι
ἵνα μή τι χαλεπώτερον συμπέσῃ . σιτίων δ ' οὖν ἀπέχεσθαι καὶ ἡσυχίαν ἄγειν ἁρμόττει καὶ τὴν αὐγὴν ἐκκλίνειν καὶ
διαφορεῖσθαι . ὀλίγος δὲ διδόσθω οἶνος : καὶ γὰρ τὸ ἀπέχεσθαι αὐτὸν οἴνου πολέμιον καὶ τὸ πολλῷ δὲ κεχρῆσθαι .
4613743 κοσμησεις
τινες , πορεύουσι δὲ καθάρσεις πρὸς αὐτὸ καὶ ἀρεταὶ καὶ κοσμήσεις καὶ τοῦ νοητοῦ ἐπιβάσεις καὶ ἐπ ' αὐτοῦ ἱδρύσεις
περὶ τοιούτων τρόπων τοιούτους ἐπαίνους ἐργάζῃ , τὸν μὲν ὅπως κοσμήσεις ζητεῖς , ἐμοῦ δὲ οὐ σφόδρα κήδῃ . πειρωμένου
4609147 ἀπαλλαττειν
τὰ κατὰ κείνους τοὺς χρόνους Θεσμοφόρια λελυμένα , φασὶν αὑτὸν ἀπαλλάττειν κελεῦσαι , καθίζειν δὲ πρὸς τοὺς ἄρτους , καὶ
ἰσχὺν βεβαίαν ἡ δόξα ἔλαβεν , ἐδόκει θ ' ἅπασιν ἀπαλλάττειν τοὺς ἄνδρας ἐκ τῆς πόλεως πρὶν ἥλιον δῦναι ,
4603172 ὠφελειν
περισῶσαι ἡμᾶς , ὅπως ὀλίγοι γενόμενοι μηδὲν δυναίμεθ ' αὐτοὺς ὠφελεῖν : ἐξῆν γὰρ αὐτοῖς , εἰ τούτου γε δέοιντο
οὗ ἦν κακοῦ ἡ πόλις , ἐν ᾧ οὐδὲν ἔτι ὠφελεῖν ἐδύνασθε : νῦν δ ' εἰς τὴν βουλὴν αὐτοὺς
4600863 ἐπιθυμηματων
ἀμαθία ἤδη ἐστὶ μεγάλη καὶ συνήθεια πονηρῶν λόγων τε καὶ ἐπιθυμημάτων , ταύτην περιποιεῖν ἐπὶ δυσκλείᾳ , ἀλλὰ μὴ ἀθάνατον
τε εἶναι καὶ πολυμερῆ καὶ πολυπαθῆ , καὶ μεστὴν παντοδαπῶν ἐπιθυμημάτων , ἀκόλαστον μὲν ἐν ἡδοναῖς , ἀκατάσχετον δὲ ἐν
4598003 γεμουσα
. . εὐανθὴς γλῶσσα ἡ ἄκρως ἠττικισμένη ὁμιλία καὶ πολλῶν γέμουσα χαρίτων καὶ μουσικῶν ἀπηχημάτων ἀπόζουσα . , . .
ὁ ὄρχις ὠφελεῖ , φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα
4596440 Σελινου
τε τοὺς τὴν τροφὴν ἀπορρίπτοντας , κοιλιακούς , δυσεντερικούς . Σελίνου σπέρματος , ὑοσκυάμου λευκοῦ σπέρματος ἀνὰ ⋖ η ,
καὶ ἐμβροχαὶ καὶ καταπλάσματα καὶ μαλάγματα . Ποτὰ ἁπλᾶ . Σελίνου ἀπόζεμα πότιζε τοὺς ἰκτερικοὺς ἢ ἀδιάντου ἢ ἀψινθίου ἀφέψημα
4584842 φρονιμους
; Ναί . Οὐκοῦν φῂς παραπλησίως χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι τοὺς φρονίμους καὶ τοὺς ἄφρονας καὶ τοὺς δειλοὺς καὶ τοὺς ἀνδρείους
ἐνέχεε . συνέβη δὲ τοὺς μὲν μικροφυεῖς πληρωθέντας τοῦ μέτρου φρονίμους γενέσθαι , τοὺς δὲ μακροὺς ἅτε [ μὴ ]
4576314 ὀλυρα
οὐκ εὔχυμος : ἐρέβινθος οὐκ εὔχυμος : ἡ δ ' ὄλυρα τοσούτῳ πυρῶν χείρων ἐστὶν ὅσῳ τίφης καὶ βρόμου κρείττων
, βρόμος : ἐρέβινθος οὐκ εὔχυμος : ἡ δ ' ὄλυρα τοσούτῳ πυροῦ χείρων ἐστίν , ὅσῳ τίφης καὶ βρόμου
4570052 ὀνινησι
ὁ χυλὸς αὐτῆς ἐνιέμενός τε καὶ πινόμενος ἀναιρεῖν πέφυκεν . ὀνίνησι δὲ καὶ τοὺς ἀσθματικοὺς καὶ τοὺς ἰκτεριώδεις τῷ ῥύπτειν
καππάρεως τῆς ῥίζης ὁ φλοιὸς τὰς κατ ' ἰσχίον ὀδύνας ὀνίνησι πινόμενός τε καὶ ἔξωθεν τοῖς ἐπιτηδείοις καταπλάσμασι μιγνύμενος .
4566983 μαστιχη
, λάπαθον μετρίως , λιβανωτίδες αἱ τρεῖς , λινοζῶστις , μαστίχη Χία , μέλι , περσικῆς οἱ βλαστοὶ καὶ τὰ
ξηρόν , βραχὺ ἔλαιον πρόσμιξον . καλὸν δὲ καὶ ξηρὰ μαστίχη μασωμένη . τοὺς δὲ τριβομένους ὀδόντας , ὡς ἂν
4559715 φιλοστοργους
κουφίσῃ . Ἀφροδίτη δὲ τοῖς φωσὶ μαρτυροῦσα ἱλαροὺς φιλομούσους φιλευφροσύνους φιλοστόργους θρησκώδεις τοὺς γονεῖς δείκνυσιν . Ἑρμῆς δὲ κοινωνικούς τε
τοὺς δὲ ἐπιμελεῖς τὸ πράγματα διοικεῖν : τούς γε μὴν φιλοστόργους ἡ συνήθεια . τίς οὖν δύναται μᾶλλον ἄρχοντας ἀποδεικνύειν
4557794 κτημ
κοὐδενὶ συνήντα τῶν βαδιζόντων χαμαί , εἶθ ' ὅτι τοιοῦτο κτῆμ ' ἐκέκτηθ ' ὧι λίθους ἅπαντας ἐπόει τοὺς ἐνοχλοῦντας
μο [ μᾶλλον δετ ? [ τέχνην α ! [ κτῆμ ' ἐστι ς [ ἄπληστος ε ? [ πάντ
4557272 βλαπτομενους
πλείω τὰ ὄντα ποιῆσαι δυνήσονται , καὶ τοῖς ἀρχαίοις ἑκόντας βλαπτομένους , ἀλλ ' ἐπιχειροῦντας μὲν ἐάν τι περιῇ ,
ὅτι βλαβήσονται ὑπ ' αὐτῶν ; Ἀνάγκη . Ἀλλὰ τοὺς βλαπτομένους οὗτοι οὐκ οἴονται ἀθλίους εἶναι καθ ' ὅσον βλάπτονται
4540983 οἰκονομικους
μοίρας τοῦ Ταύρου παραβάλλουσα ἡ Σελήνη τῷ πλάτει πλουσίους , οἰκονομικοὺς ποιεῖ καὶ μεγιστᾶνας , καὶ ἐπὶ τῆς κζʹ δ
τοὺς εἰρημένους ὑπολαμβάνειν προσήκει , καὶ τοὺς πολιτικοὺς δὲ καὶ οἰκονομικοὺς καὶ νομοθετικοὺς ἐν τοῖς αὐτοῖς ὑποτίθεσθαι χρή . Καθόλου
4536337 εὐζωμον
ἐπαινεῖν καὶ λαχάνων τὸ ὅρμινον καὶ τὸ ἐρύσιμον καὶ τὸ εὔζωμον , καὶ εἴ τι ἄλλο προτρέπει μίσγεσθαι : πήγανον
, ἢ ὡς κυανὸς ἔχων χρυσὰς ἶνας . Τὸ οὖν εὔζωμον θερμαίνει . ἐπεὶ πλάνη ἐστὶ παρὰ πολλοῖς μὴ εἰδόσι
4536052 κακοδαιμονειν
ἄν τις , πῶς εὐδαιμονεῖν μὲν λέγουσιν , οὐκέτι δὲ κακοδαιμονεῖν . Κόρημα χρὴ λέγειν , οὐχὶ σάρον , καὶ
ἐκ τῆς ἐποχῆς , εἰ ταράττεσθαι πάντως δεῖ καὶ ταραττομένους κακοδαιμονεῖν ; μέγα , φήσομεν , ὄφελος . καὶ γὰρ
4534542 θερμοτεραιϲ
ἁρμόδια ἢ ταῖϲ μέϲωϲ θερμαῖϲ ἐν χειμῶνι , ταῖϲ γὰρ θερμοτέραιϲ οὐκ ἐπιτήδεια . εἰ δέ τιϲ διὰ τὸ εὐῶδεϲ
ἢ ὀριγάνου ἢ θύμου ἢ ϲιλφίου ἐνεψηθεῖϲιν μελικράτῳ καὶ ἐμβροχαῖϲ θερμοτέραιϲ . εἴτε δὲ χυμὸϲ παχὺϲ εἴτε λίθοϲ εἴτε θρόμβοϲ
4529966 ἀνοητων
τοῖς ἀβελτέρως καὶ [ ] κενῶς ? [ ὑπὸ ] ἀνοήτων λεγομένοις ? ? ? [ ] ηπα [ !
. . φέρουσι τοῦτον ἐν ταῖς χερσὶ . . . ἀνοήτων . . εὐεργετεῖν : Εὐεργεσίαν παρέχειν . . κέπφε
4525660 δαυκος
φλόμου τῆς βοτάνης , αἰγιλοπός τε μετὰ τούτων καὶ χελιδόνιον δαῦκός τε ὁμοίως , εἶτα πρὸς ταῖσδε δὴ βρυωνίας ῥίζα
φλόμου τῆς βοτάνης , αἰγιλοπός τε μετὰ τούτων καὶ χελιδόνιον δαῦκός τε ὁμοίως , εἶτα πρὸς ταῖσδε δὴ βρυωνίας ῥίζα
4522336 σησαμοειδες
Ἰσχυρότατον δὲ πάντων ἐστὶν ὁ λευκὸς ἐλλέβορος , δεύτερον τὸ σησαμοειδές , τρίτον ἡ σταφίς , τέταρτον τοῦ σπάρτου τὸ
αὐτοῦ ἐστι μὲν οἷον κνίκος : καλεῖται δὲ καὶ τοῦτο σησαμοειδές : ἄγει δ ' ὅμοια ταῖς ῥίζαις , ἀλλ
4519131 κακοποιειν
πταίουσιν οἱ τοὺς κακοὺς καὶ βαρεῖς δυνάστας ἐπεγείροντες εἰς τὸ κακοποιεῖν . ἀνὴρ δειλὸς ἐπὶ πόλεμον ἐξῄει . φθεγξαμένων δὲ
. Αἰσχύλος ἐν Κήρυξι σατύροις . . , . : κακοποιεῖν . Αἰσχύλος Κήρυξιν . . Ὀνομαστ . : .
4518028 προαιρεισθαι
τῷ ἑαυτοῦ ἐκδοῦναι : ἐπειδὴ δὲ ὁ Ἀρχιάδης οὐκ ἔφη προαιρεῖσθαι γαμεῖν , ἀλλὰ καὶ τὴν οὐσίαν ἀνέμητον διὰ ταῦτα
καὶ χάριν πρὸς τούτοις εἰδέναι . τούτων τινὰς εἰκὸς ἦν προαιρεῖσθαι καὶ τὸν ὑόν σου καὶ αὐτὸν σέ , ἐμὲ
4516323 μετειναι
τρίμετρα φιλοσόφως ἐκεῖνά φασιν εἰρῆσθαι : | ” οὐ γὰρ μετεῖναι τῶν νόμων δούλοις ἔφυ . ” καὶ πάλιν :
ἄλλῳ ἰσότητος χρόνου καὶ ὁμοιότητος μεθέξει , ὧν ἐλέγομεν οὐ μετεῖναι τῷ ἑνί , οὔτε ὁμοιότητος οὔτε ἰσότητος . Ἐλέγομεν
4516019 παρασκευαζον
τὸ καὶ τὰς ἄλλας τροφὰς καὶ πέττεσθαι καὶ ἀναδίδοσθαι ταχύτερον παρασκευάζον . καὶ τοῦτ ' ἔστιν , ὃ λέγει ,
λεγόμενον σιφούκιον ξηρὸν λειωθὲν καὶ διδόμενον λάθρα φιλτροπόσιμόν ἐστιν ἡδονικὸν παρασκευάζον εἰς ἔρωτα τὴν πίνουσαν αὐτὸ κόρην . Λίθος δὲ
4513679 εὐλαβεια
μὲν οὖν ἐστιν εὐλάβεια ὀρθοῦ ψόγου . βʹ Ἁγνεία δὲ εὐλάβεια τῶν περὶ θεοὺς ἁμαρτημάτων . Ἐπαινετὰ μέν ἐστι τὰ
ᾧ τὸ καθαρὸν χρυσίον δοκιμάζεται . ὄκνος . ἀνάδυσις , εὐλάβεια , ἀναβολή . δυνατή ἡ τῶν ἀρχόντων φύσις .
4502646 ῥεουϲαϲ
ὑγρότηταϲ καὶ διὰ τοῦτο μελαίνειν τὰϲ τρίχαϲ , καὶ τὰϲ ῥεούϲαϲ ἐπανορθοῦται καὶ τὰϲ μὴ ῥεούϲαϲ εὐαυξεϲτέραϲ ἐργάζεται . τὸ
. ἔχει δέ τι καὶ ϲτυπτικόν : ὅθεν καὶ τὰϲ ῥεούϲαϲ κρατύνει τρίχαϲ . Λαθυρίϲ . εἶδοϲ αὕτη τιθυμάλλου ,
4501499 ἀντιπαθες
ἀνευρύνουσι τὰ τραύματα . Τινὲς δὲ οἴονται , τοὺς μεμασσημένους ἀντιπαθές τι ἔχειν ἀπὸ τῆς τῶν μεμασσηκότων νηστείας : οὐ
μὴ πεφυκὸς ἡνώθη . τὸ δὲ ἐν κώλοις ἀσυνάρτητον τοῦτο ἀντιπαθές , ἐναντίοις ποσὶν ἡνωμένον . Τὸ βʹ προσοδιακὸν ἀπὸ
4489470 μετηλλαχοτων
τιμῆς ; κοσμεῖν ἐψηφίσασθε δημο - σίᾳ τοὺς τάφους τῶν μετηλλαχότων : καὶ τίνα καλλίονα κόσμον εὑρήσετε τοῦ κολάσαι τοὺς
οἰκειώμεθα , ὡς ἐοικέναι τὸ παράγγελμα τοῦτο τῇ περὶ τῶν μετηλλαχότων τὸν βίον σπουδαίων ἀνδρῶν ὑποθήκῃ . ὡς γὰρ ἐκεῖ
4486074 ζεμα
χαμαιδάφνια καὶ βρυώνια ἐσθίειν μετ ' ἐλαιογάρου : τὸ δὲ ζέμα αὐτῶν πίνειν καρυκευτόν . τὴν δὲ κράμβην ἕψειν μετ
Ζέλεια : Ζέφυρος : ζέω τὸ ῥῆμα : ζέσις : ζέμα . Τὰ ἀπὸ τῆς θε συλλαβῆς ἀρχόμενα , διὰ
4474732 εὐγενες
ἐπιστασίας καὶ στρατηγίας . ἐνορῶν οὖν ὁ πατὴρ αὐτῷ φρόνημα εὐγενὲς καὶ μεῖζον ἢ κατ ' ἰδιώτην ἐθαύμαζε καὶ περιεῖπε
ἀπώλεσαν . ἀγόμεθα λεία σὺν τέκνωι : τὸ δ ' εὐγενὲς ἐς δοῦλον ἥκει , μεταβολὰς τοσάσδ ' ἔχον .
4474106 γο
' ὑποθεμένου τινὸς τῶν φίλων εἴτ ' αὐτοὶ συμφρονήσαντες τοῖς γό - νασι τοῦ θείου προσπίπτουσιν ὡς δι ' ἐκείνου
οὕτως : Ἄνευ Χαρίτων τέκεν ὁ Ἰξίων οἱ καὶ αὐτῇ γό - νον ὑπερφίαλον , μόνῃ αὐτῇ μόνον : οὔτε
4473974 ψεγειν
. οἶσθα γάρ , ὡς οἱ τὴν ῥώμην οὐ τολμῶντες ψέγειν ἐκεῖνο πειρῶνται δάκνειν , ἀλλὰ σύ γε αὐτοὺς ἀφώνους
τοῖς οὖσι . τοῦ αὐτοῦ τοίνυν ἂν εἴη τὸ μηδὲ ψέγειν ἃ δίκαιον ἐπαινεῖν , ἵνα μή σε τὸ πρᾶγμα
4464356 ἀμισθι
ποριζόμενος . φησὶ δὲ , ὅτι τῶν λυρικῶν οἱ παλαιοὶ ἀμισθὶ πρὸς τὰ καλὰ τὴν σπουδὴν εἶχον , ἐπὶ δὲ
' ὑπερβολὴν ἀπολογήσασθαι , καὶ δὴ φημί σοι μηδένα μηδὲν ἀμισθὶ ποιεῖν , οὐδ ' ἂν τοὺς τὰ μέγιστα πράττοντας
4463525 φειδωλους
μέγα τι συμβάλλεται τοῖς κεκτημένοις , ἀλλὰ τοὐναντίον γλίσχρους καὶ φειδωλοὺς ὡς τὸ πολὺ μᾶλλον τῆς πενίας ἀποτελεῖν πέφυκεν .
' ἄν τε μή . φησί που Εὔβουλος : τὰς φειδωλοὺς κερμάτων παλευτρίας , πώλους Κύπριδος ἐξησκημένας γυμνὰς ἐφεξῆς ἐπικαίρους
4459985 προϲεοικοϲ
πινομένη . τὸ δ ' ἄλλο τὸ τούτου μικρότερον ϲκολοπενδρίῳ προϲεοικὸϲ φύεται μὲν πολλαχόθι , ϲτυπτικὸν δὲ ἱκανῶϲ ἐϲτιν :
ἕλεϲι γίνεται λαπάθῳ παραπλήϲιον ὑπάρχον . Ἱππομάραθρον τὸ μὲν κάχρυι προϲεοικὸϲ ξηραντικώτερόν ἐϲτι τοῦ μαράθρου : δι ' ὃ καὶ
4458730 βασκαινειν
. τὸ δὲ ἀνάλογον ἐπὶ πάντων ἐστὶ τῶν ὁμοίων . βασκαίνειν οὐχὶ τὸ φθονεῖν δηλοῖ , ἀλλὰ τὸ λυπεῖν καὶ
οἱ ποιηταί , πείθω εἰς τὸ ἐμφανὲς προϊέναι καὶ μὴ βασκαίνειν τοῦ κάλλους τοῖς πολλοῖς ἀνθρώποις , καὶ συνεθίζων μὴ
4458024 ἀμεως
ἐζυμωμένη , εὔοπτος , καθαρά , μῖγμα ἔχουσα μαράθρου καὶ ἄμεως . λαχάνων δὲ κράμβη , ἀσπάραγος , πράσα ,
# α # , σεσέλεως , καρώου , γλήχωνος , ἄμεως , ζιγγιβέρεως , σταφυλίνου σπέρματος , σίνωνος ἀνὰ #
4456544 ὀπωδες
δὲ ὁ καπνὸς συκῆς καὶ ἐρινεοῦ καὶ εἴ τι ἄλλο ὀπῶδες : αἰτία δὲ ἡ ὑγρότης : φλοϊσθέντα δὲ καὶ
ἡ δριμύτης καὶ ἡ ξηρότης καὶ εἰ ἔν τινι τὸ ὀπῶδες τούτων : ἁπαλὰ δὲ καὶ εὐτραφῆ γίνεται διὰ τὸ
4452266 σταφυλινος
γεννητική . Δαμασώνιον ῥυπτικὴν ἔχει δύναμιν . Δαῦκος ὁ καὶ σταφυλῖνος ὁ μὲν ἄγριος τοῦ ἡμέρου σφοδρότερος ἐν πᾶσι ,
, ὤκιμον , γογγυλὶς ἡ ὠμοτέρα , βολβοὶ ὠμότεροι , σταφυλῖνος , δαῦκος , κάρω καὶ πᾶσαι αἱ ῥίζαι τῶν
4450089 σωφρονας
ταύτας ἀναφέρειν τὸ γένος . ὑπάρξαι δ ' αὐτὰς καὶ σώφρονας διαφερόντως , καὶ μετὰ τὴν τελευτὴν τυχεῖν ἀθανάτου τιμῆς
αἰδουμένους τὰ ἐν τῷ φανερῷ αἰσχρὰ φεύγοντας , τοὺς δὲ σώφρονας καὶ τὰ ἐν τῷ ἀφανεῖ . ] καὶ ἐγκράτειαν
4446704 ἀποδακρυτικα
ῥύπτουϲιν ἐπὶ ἀμβλυωττόντων καὶ ἀρχὴν ὑποχύϲεωϲ εἰληφότων . ἐϲτὶ δὲ ἀποδακρυτικὰ καὶ ϲμηκτικὰ ταῦτα : μέλι ἔλαιον νέον καὶ τὸ
τε χαλκίτεωϲ καὶ ἰοῦ καὶ μίϲυοϲ ϲυντιθέμενα , τὰ δὲ ἀποδακρυτικὰ ἐμφράξεϲί τε καὶ ἀμβλυωπίαιϲ ἁρμόττοντα διά τε τούτων καὶ
4443244 βλαπτειν
ὄντα εὖ ποιεῖν , τὸν δ ' ἐχθρὸν κακὸν ὄντα βλάπτειν ; Πάνυ μὲν οὖν , ἔφη , οὕτως ἄν
τινὰ δύνασθαι ἀδικεῖσθαι . ἐπεὶ γὰρ ἑκουσίως ἐστὶν ἀδικεῖν τὸ βλάπτειν ἀδίκως τινά , εἰδότα καὶ τὴν βλάβην καὶ τὸν
4442266 κηκινου
γοβʹ . ἤτοι οὐγ . βʹ . ἐλαίου ῥοδίνου ἢ κηκίνου γοηʹ . ἤτοι οὐγ . ηʹ . ἀναλαβὼν χρῶ
ἢ πυρέθρου ἢ πεπέρεως λειοτάτου , καὶ δαφνίνου ἐλαίου ἢ κηκίνου καὶ τῶν παραπλησίων , ἵνα παχύτερον τὸ ἄλειμμα γένηται
4439893 ἀποτρεπε
. . ὀτοτοτοτοῖ , μᾶ Γᾶ μᾶ Γᾶ βοὰν φοβερὸν ἀπότρεπε , ὦ βᾶ Γᾶς παῖ Ζεῦ . εἰ μή
κευθμῶσιν ἐλαυνομένας ἀποκλείηις : ἀλλά , μάκαρ , σεισμοὺς μὲν ἀπότρεπε , πέμπε δὲ μύσταις ὄλβον τ ' εἰρήνην τε
4438875 ὑποδικους
' οἱ εἰσιόντες εἰς ὑμᾶς ἀδικῶνται , διὰ ταῦτα αὐτοὺς ὑποδίκους ἐποίησεν ὁ νομοθέτης . δέομαι δὲ ὑμῶν καὶ ἐγὼ
οὖν δίκαιόν ἐστιν , ἐὰν μὲν μηδὲν καταλίπωσιν , ἡμᾶς ὑποδίκους εἶναι τῆς κακώσεως , ἐὰν μὴ τρέφωμεν , εἰ
4434143 ναυτιας
καὶ φόβους καὶ μελαγχολίας καὶ ἀλλοκότους ὀρέξεις καὶ ἀνορεξίας καὶ ναυτίας καὶ ἐμέτους καὶ φθορὰς καὶ ὀδύνας ἐντέρων καὶ μήτρας
, ἀλλὰ βασιλὶς ἢ βασίλεια . Συγχαίνομαι : τῷ ὄντι ναυτίας ἄξιον τοὔνομα : σὺ δὲ βδελύττομαι ἐρεῖς . Ἀλεκτορίς
4433230 ὁρμινον
κόστος , πέπερι μετὰ οἰνομέλιτος , σατύριον , σήσαμον , ὅρμινον , ἀμύγδαλα μετρίως , ἄνισον , πολύποδες , καὶ
. οἴνους τε οὖν πρὸ ὑδροποσίας ἐπαινεῖν καὶ λαχάνων τὸ ὅρμινον καὶ τὸ ἐρύσιμον καὶ τὸ εὔζωμον , καὶ εἴ
4431463 νηϲτιϲ
# β τοῦ ἄρτου ἐϲθίειν , ὡϲ ἂν βούλοιντο . νῆϲτιϲ μέντοι γε χρῶ . ἐϲτὶ γὰρ ἀλυπότατον : κενοῖ
καὶ ἀναζέϲαϲ ἐν χυτριδίῳ μετὰ γλυκέοϲ ἢ ἑψήματοϲ ἡμικοτυλίου τοῦτο νῆϲτιϲ ἀπορροφῶν διακλύζου τὸ ϲτόμα καὶ ἀναγαργαρίζων ἀποφλεγμάτιζε : ταύτηϲ
4429396 ὀσπριων
δὲ καρυκεύειν , καὶ μὴ ἀπλήστως . ἐκ δὲ τῶν ὀσπρίων παντοίων ἀπέχεσθαι τῶν ξηρῶν . τὰ δὲ χλωρὰ ἐσθίειν
ἄχυρα γοῦν τὰ τῶν κυάμων , καὶ τὰ τῶν ἄλλων ὀσπρίων ἀντὶ κόπρου ἀρκέσει . ταῦτα γὰρ καὶ πρὸς τοὺς
4424748 βελτιονας
οὐδ ' ἐγὼ τοῦτο λέγω ὡς τὸ γνῶναι μόνον τοὺς βελτίονας σωφρονίζει ἄνευ τοῦ δίκην διδόναι ὑπὸ τῶν βελτιόνων ,
μαλάξαι σκληρὰ ἤθη καὶ τρόπον τινὰ παιδαγωγῆσαι καὶ διαπλάσαι πρὸς βελτίονας τύπους : τύποι δ ' ἀμείνους εἰσίν , οὓς
4424601 φθονερον
' ἀλλοτρίας διαὶ γυναικός : τάδε σῖγά τις βαΰζει : φθονερὸν δ ' ὑπ ' ἄλγος ἕρπει προδίκοις Ἀτρείδαις .
μέγα ἀγαθόν . , Βίων ὁ σοφιστὴς , ἰδών τινα φθονερὸν σφόδρα κεκυφότα , εἶπεν ἢ τούτῳ μέγα κακὸν συμβέβηκεν
4424207 ζηλω
καὶ τοῖς ἀνδράσι τὸν πώγωνα προσέθηκεν . ἐκείνους οὖν ἐγὼ ζηλῶ τοὺς παλαιοὺς καὶ ἐκείνους μιμεῖσθαι βούλομαι , τοὺς δὲ
ΟΥ δίφθογγον ἢ τὸ Ε ἐν δισυλλάβῳ : καλῶ χαλῶ ζηλῶ δηλῶ αὐλῶ πολῶ πωλῶ ἀπειλῶ βουκολῶ ἀμελῶ ὠφελῶ .
4419121 ἐμπειρους
βραδύγαμοι μέντοι γίνονται . ὁ Κρόνος Ἑρμῆν τριγωνίζων συνετοὺς καὶ ἐμπείρους καὶ τὴν γνώμην βεβαίους , αἱ δὲ τούτων πράξεις
πληθυντικῶν , ἴεντο . ἴδριας : σοφούς : ἐπιστήμονας : ἐμπείρους : ἀπὸ τοῦ εἴδω ὁ μέλλων , εἴσω :
4415661 βρομου
, τὸ ἀπὸ τῶν ὀλυρῶν , καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ βρόμου γινόμενον πόμα . μεθύσκει δὲ καὶ τὸ ἀπὸ τοῦ
λειωθὲν ὄξει ἢ καϲτόριον καυθέν . τρεφέϲθωϲαν δὲ πτιϲάνηϲ ἢ βρόμου χυλῷ ἢ ἄλικοϲ ϲὺν ὀξυμέλιτι ἢ ἁλϲὶν ἢ γλήχωνι
4415609 βρυωνιας
ἐρεθισμῷ πρὸς ἔκκρισιν τὰς δυνάμεις σκόροδον , χαμαιδάφνης ἀσπάραγοι , βρυωνίας ἀσπάραγος , σκίλλης τὸ τρίτον ἀφέψημα , προαποχυθέντος τοῦ
ἱππομαράθρου ἡ ῥίζα καὶ τὸ σπέρμα πινόμενον ἐν ὕδατι καὶ βρυωνίας ῥίζης ⋖ α μεθ ' ὕδατος καθ ' ἡμέραν
4412867 μανδραγορας
χαλκοῦ λεπίς , ὤχρα , ἀνδράχνη , μήκωνος ὀπός , μανδραγόρας . τὰ δ ' αὐτὰ ταῦτα καὶ τὰς ἐφ
: τὸ γὰρ κώνειον κατὰ ψῦξιν ἀναιρεῖ , ὥσπερ ὁ μανδραγόρας κατὰ καρηβαρίαν : διακέκριται δὲ ταῦτα μέτρῳ καὶ ἀμετρίᾳ
4412008 ἀνανδρια
γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ
ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις
4409119 κρομμυων
διδόναι , ὥσπερ καὶ πόματα . ἀφεκτέον δὲ πράσων καὶ κρομμύων καὶ σκορόδων καὶ ταρίχων καὶ τῶν δυσωδῶν πάντων καὶ
καὶ μέλιτι μίξας συνέψησον καὶ τούτῳ χρῶ . ἄλλο . κρομμύων χυλίσματι μετὰ μέλιτος χρῶ . ἄλλο . κάρδαμον τρίψας
4404009 ἐπιθυμεις
πράττειν , οὐκ ἂν θαυμάσαιμι εἰ πάνυ ῥᾳδίως τύχοις ὧν ἐπιθυμεῖς . Χαρμίδην δὲ τὸν Γλαύκωνος ὁρῶν ἀξιόλογον μὲν ἄνδρα
μὲν ἔρια ἐπιζητεῖς , ἀνωτέρω τέμνε , εἰ δὲ κρεῶν ἐπιθυμεῖς , ἅπαξ με καταθύσας τοῦ κατὰ μικρὸν βασανίζειν ἀπάλλαξον
4403078 ὠφελει
χαραδριὸν μιμούμενος ἀξιοῖ δέχεσθαι ἀποκεκρυμμένος . ἐπεὶ γὰρ τοὺς ἰκτερικοὺς ὠφελεῖ ὁ χαραδριὸς ὀφθεὶς , οἱ πωλοῦντες αὐτὸν , φασὶ
τε καὶ πτερύγια λεπτύνει : ὁ δὲ χλωρὸϲ ἴαϲπιϲ ϲτόμαχον ὠφελεῖ περιαπτόμενόϲ τε καὶ ἐν δακτυλίῳ φορούμενοϲ . ὁ δὲ
4392911 κοκκυμηλεας
κότινον καὶ τὸ ἐσθιόμενον δάκρυον ] τὸν ὀπόν ἀταλύμνου ] κοκκυμηλέας : ἀτάλυμνον γὰρ τὸ κοκκύμηλον λέγεται ἀταλύμνου ] ἤτοι
: ὅπερ ἐρέβινθοι ποιοῦσι πρὸς λειχῆνας , ἐλλέβορος ἑκάτερος , κοκκυμηλέας τὸ κόμμι ἐπὶ παιδίων , λειχὴν ὁ ἐπὶ τῶν
4388625 ἐπιθυμειν
τῶν δύναμιν ἐχόντων γράμματα σοὶ παρ ' ἡμῶν ἐνεγκεῖν ἔφησεν ἐπιθυμεῖν : τὴν γὰρ οὖσαν αὑτῷ πρὸς σὲ φιλίαν οὕτως
τὴν ἀπιστίαν τό τε παράδοξον καὶ τὸ λίαν οὕτως ἔχειν ἐπιθυμεῖν . φυλαττόμενοι γάρ , μὴ τύχωσι μάτην τοσαύτης ἀπολαύσαντες
4387528 ῥαφανιδεϲ
καθαίρει , ὅλη δὲ βρωθεῖϲα ἄνω τε καὶ κάτω . ῥαφανῖδεϲ δὲ τῶν προειρημένων ἔλαττον μὲν καθαίρουϲιν , ὠφελιμώτερον δέ
τάδε πρήϲϲουϲι , ἄλλοτε μὲν οἱ νήϲτιεϲ , ἄλλοτε δὲ ῥαφανῖδεϲ . φράϲω δὲ τόν τε τρόπον καὶ τὴν ὕλην
4384487 τιμιωτερον
τε τὴν παρὰ τοὺς πόνους ἀσκεῖν καὶ μηδὲν ὑπολαμβάνειν χρῆμα τιμιώτερον ἀρετῆς οὐ λόγων διδαχῇ παραγίνεσθαι τοῖς πολιτικοῖς πλήθεσι πέφυκεν
Πλάτωνι . καὶ τὸ Οὐδέν ἐστι πρεσβύτερον ἀντὶ τοῦ οὐδὲν τιμιώτερον . Πρόβασις . ἡ τῶν βοσκημάτων κτῆσις . Προβολή
4379255 γλαυκιον
ὄγκον ἔρχεται πλείονα . Πρὸς τοὺς ἀρχομένους αἰγίλωπας καλῶς ποιεῖ γλαύκιον καὶ κρόκος ἅμα χυλῷ περδικιάδος ἐπιχριόμενα . ἀλλάσσειν δὲ
ἴβεως . ἀντὶ ἀλόης Ἰνδικῆς , ἀλόης χλωρᾶς φύλλα , γλαύκιον , λύκιον ἢ κενταύριον . ἀντὶ ἀλώπεκος στέατος ,
4379030 ἀνεμωναι
, ἐρέβινθοι , αἰγεία κόπρος . τὰς δὲ λέπρας ἀφιστᾶσιν ἀνεμῶναι προστιθέμεναι , ἐλλέβορος , ἀμπέλου λευκῆς ῥίζαι . Μιχθέντων
ἔλαιον παλαιόν , ἀβρότονον κεκαυμένον . Τὰ δριμέα πάντα , ἀνεμῶναι πᾶσαι , σκόροδον , κρόμμυον , ταύρου χολή ,
4377971 χειρονας
Ἑλλάδος καὶ Ἀσίας . ἆρα κρείττονας σαυτοῦ ἢ ἴσους ἢ χείρονας ; κρείττονας . κρείττονας λέγεις τοὺς ἡττηθέντας ὑπὸ σοῦ
οἰνοχοΐας καὶ τῆς ἄλλης ἁπάσης διακονίας , ἅ φησι τοὺς χείρονας τοῖς ἀγαθοῖς διακονεῖσθαι . ταῦτα μὲν οὖν ἴσως Ἱππίας
4374002 ἡδιον
κἄν μοι δῷς αὐτῶν μίαν , στρατεύεσθαι ἄν μοι δοκῶ ἥδιον ἢ οἴκοι μένειν . ὁ δὲ Κῦρος εἶπεν :
' : ὄψον δὲ ἐὰν λέγῃς , κάλει ὀψάριον . ἥδιον γὰρ ἀπολοῦμαι πολύ . ὅτι Φοῖνιξ ὁ Κολοφώνιος μνημονεύει

Back