ἀμαθία ἤδη ἐστὶ μεγάλη καὶ συνήθεια πονηρῶν λόγων τε καὶ ἐπιθυμημάτων , ταύτην περιποιεῖν ἐπὶ δυσκλείᾳ , ἀλλὰ μὴ ἀθάνατον | ||
τε εἶναι καὶ πολυμερῆ καὶ πολυπαθῆ , καὶ μεστὴν παντοδαπῶν ἐπιθυμημάτων , ἀκόλαστον μὲν ἐν ἡδοναῖς , ἀκατάσχετον δὲ ἐν |
ἐπενθείτην μὲν οὖν καὶ τἄλλα ἐλοιδορείσθην βίαιον , πλεονέκτην , ἀκόρεστον , οὐδαμοῦ στῆναι δυνάμενον , τὰ τοιαῦτα ἀναισχυντοῦντες . | ||
Ἀρσάκην ἱππιάνακτας , κἠγδαδάταν καὶ Λυθίμναν Τόλμον τ ' αἰχμᾶς ἀκόρεστον . ἔταφον ἔταφον , οὐκ ἀμφὶ σκηναῖς τροχηλάτοις , |
. ποιηταῖς . Οἶον ἀποιχομένων ] οἶον καὶ μόνον τὸ αὔχημα τῆς δόξης , ἤτοι ἡ ἀρετὴ καὶ ὁ ἔπαινος | ||
πατέρων . . . : μετέρχεται ἐπὶ τὸ δίκαιον κεφάλαιον αὔχημα : τὸ φρόνημα αὔχημα ἐκάλεσεν ἀπὸ ἀμαθίας εὐτυχοῦς : |
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς | ||
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται |
παραδείσου , ὁ δὲ τοῦ πολυμιγοῦς καὶ γεωδεστέρου σώματος , ἀπλάστου καὶ ἁπλῆς φύσεως ἀμέτοχος , ἧς ὁ ἀσκητὴς ἐπίσταται | ||
μεμορφωμένον , ἀοράτου τῆς ἀρχῆς ὑπαρχούσης , τουτέστι τῆς ὕλης ἀπλάστου καὶ ἀμόρφου οὔσης : ἢ ὅτι εἶδος τοῦ γενικοῦ |
ὥστε οὐκ εἰδέναι , ὅτι τὰ Ἀναξαγόρου βιβλία τοῦ Κλαζομενίου γέμει τούτων τῶν λόγων ; καὶ δὴ καὶ οἱ νέοι | ||
αἵματος . πέφυρται : μολύνεται , γίνεται , σμίγεται , γέμει . Φοινίσσαις : γράφεται φοίνιος . φοίνιος : αἱματώδης |
τὰ φύσεως δῶρα , μὴ τὰ τῆς κενῆς δόξης , ὀλιγοδεΐαν καὶ ἐγκράτειαν ἀσκήσαντες , ἕξουσι κατὰ πολλὴν περιουσίαν καὶ | ||
, ἐξ ὑποστροφῆς ἀνίατα ἔδακον . ὥστε τὴν ἀρετῆς φίλην ὀλιγοδεΐαν πρὸ τῶν σώματος οἰκείων ἀσπαζόμενοι τὸν πολὺν καὶ ἀνήνυτον |
γλυκυθυμία τις ἡ διὰ τῶν ἀπὸ τῆς ὕλης ἀτμῶν δελεάζουσα ἀπόλαυσις , ἐχρῆν ἀκέραιον τὴν ὕλην εἶναι : πλείων γὰρ | ||
καὶ διὰ τοῦτ ' εὐθὺς εὐδαιμονῶ . χρῆσις γὰρ καὶ ἀπόλαυσις ἀρετῆς τὸ εὔδαιμον , οὐ ψιλὴ μόνον κτῆσις : |
προσηκούσης φυσικὸν καὶ τοῦτ ' εἶναι . τὸ δὲ ἐπιθυμεῖν περιέργου τροφῆς ἢ περιέργου τε καὶ τρυφερᾶς ἐσθῆτός τε καὶ | ||
, ἀλλ ' ἀπατᾶι τοὺς φίλους προσποιούμενος ὑπὸ ποικίλης καὶ περιέργου γνώσεως ἀληθὴς εἶναι φίλος . ὄμματα δὲ φωτὸς εἶπεν |
πλούτῳ καὶ ἀκολάστῳ συνημμένη καὶ ἴσα , φασί , βαίνουσα πολυτέλεια , καὶ ἅμα ἀνοίγοντος ἐκείνου τῶν πόλεων καὶ οἴκων | ||
τοῖς θεωμένοις . δηλοῖ δὲ τὴν τρυφὴν αὐτῶν καὶ ἡ πολυτέλεια τῶν μνημείων , ἅ τινα μὲν τοῖς ἀθληταῖς ἵπποις |
καὶ τούς γε θρασυσπλάγχνους δουλοῖ , οὕτως ἡ τούτων , εὔκλεια καὶ λαμπρότης ζηλωτοὺς , ἄγαν παρασκευάζει τοὺς ἐξ αὐτῶν | ||
κέρδος ] τὸ χωρὶς αἰσχύνης ἀποθανεῖν τινα . κέρδος ] εὔκλεια . κέρδος ] τὸ ἀποκτεῖναι δῆλον τὸν ἐχθρόν . |
γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ | ||
ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις |
. τῇ γὰρ ἀντιπαραθέσει τοῦ ἥττονος ἡ εὐτέλεια δείκνυται . καταγλωττισμάτων : εἶδος φιλημάτων περιεργότερον τὸ καταγλώττισμα : ἢ κολακευμάτων | ||
: ἢ κολακευμάτων . εἶδος αἰσχροῦ φιλήματος τὸ καταγλώττισμα . καταγλωττισμάτων ] αἰσχρῶν φιλημάτων περιεργοτέρων . λαφυγμοῦ : τῆς περὶ |
θαλλούσας , καὶ κηρυττούσας τὸν πρὶν μὲν οἰκτρόβιον καὶ ἀφανῆ νομέα ποιμνίων , νῦν δὲ ἡμίθεον χρηματίσαντα δι ' ἀρετῆς | ||
καὶ πραΰνειν αὑτοῦ τὸν θυμόν ἐστιν , ὥσπερ κυνὸς γενναίου νομέα , οἵους τοὺς Ἰνδοὺς κύνας φασί . κύων Ἰνδὸς |
ἀορτάς . Ἄριστον ἐπεχόρευσεν ἐκλελεγμένον , εἴ τι νέον ἢ ποθεινόν : ὀστρέων γένη παντοδαπά , λοπάδων παρατεταγμένη φάλαγξ , | ||
ἀστρίχοις . ἠκρόασο ὦ γῆρας , ὡς ἅπασιν ἀνθρώποισιν εἶ ποθεινόν , ὡς εὔδαιμον , εἶθ ' ὅταν παρῇς ἀχθηρόν |
τε καὶ τοῦ λεγομένου τότε εὐνούχου , καταφρονήσαντος τῆς Καμβύσου μωρίας . Λέγεται δὴ ταῦτά γε , καὶ ἔοικεν σχεδὸν | ||
ἤ τι τοιοῦτο . τὸ δ ' ἐμὲ : Οὐ μωρίας πλέων . . 〛 ἀποσποδῆσαι : Ἀντὶ τοῦ ἀφανίσαι |
ἐγγίγνεται ἐν ἀπόρῳ ἤδη οὔσης καὶ φροντίδος πληρουμένης καὶ μᾶλλον ἀσθενούσης : ἐλάττωσις γὰρ νοῦ εἰς αὐτάρκειαν τὸ λογισμοῦ δεῖσθαι | ||
ὁ Ἱέρων , ταῦτα τὰ ἐδέσματα εἶναι ἢ μαλακῆς καὶ ἀσθενούσης ψυχῆς ἐπιθυμήματα ; ἐπεὶ εὖ οἶδ ' ἔγωγε ὅτι |
τῆς ψυχῆς ἢ εἴδη τρία : λογιζόμενον , θυμούμενον , ἐπιθυμοῦν . ἀναγκαῖον οὖν καὶ τριττὴ πολιτεία ἐγένετο , ἔχουσα | ||
' ἂν οὕτως ἀσφαλῶς ἐκπλεῦσαι : οἱ δὲ τὸ μὲν ἐπιθυμοῦν τοῦ πλοῦ οὐκ ἐξῃρέθησαν ὑπὸ τοῦ ὀχλώδους τῆς παρασκευῆς |
τῶν δύναμιν ἐχόντων γράμματα σοὶ παρ ' ἡμῶν ἐνεγκεῖν ἔφησεν ἐπιθυμεῖν : τὴν γὰρ οὖσαν αὑτῷ πρὸς σὲ φιλίαν οὕτως | ||
τὴν ἀπιστίαν τό τε παράδοξον καὶ τὸ λίαν οὕτως ἔχειν ἐπιθυμεῖν . φυλαττόμενοι γάρ , μὴ τύχωσι μάτην τοσαύτης ἀπολαύσαντες |
δελφῖνεϲ καὶ οἱ μεγάλοι θύννοι , ϲκληρὰν καὶ δύϲπεπτον καὶ παχύχυμον ἔχουϲι τὴν ϲάρκα : ταριχευόμενα δὲ τὰ τοιαῦτα μετριώτερα | ||
ἐν αὐτῷ τὸ τυρῶδεϲ . ὅθεν ψυχρόν τέ ἐϲτι καὶ παχύχυμον καὶ ὠμῶν χυμῶν γεννητικὸν ἐπὶ τῶν ψυχροτέρων γαϲτέρων καὶ |
βουλὴ δέ ἐς τὴν οἰκίαν τοῦ Βύβλου συνελθόντες οὐδὲν μὲν ἀντάξιον τῆς Καίσαρος ἰσχύος τε καὶ παρασκευῆς ἐποίουν , ἐπενόουν | ||
. πεπονθέναι ] σχῆμα ἐπικρίσεως . τούτων ] ὧν ἀπωλέσαμεν ἀντάξιον . ἀντίρροπον ] τὸ μὲν ἀντίρροπον πρὸς γενικήν : |
ἀφθονίας , ὃ πολλάκις γίνεσθαι φιλεῖ , πρὸς τὸν τῶν ἀνεφίκτων ἔρωτα ἐξώκειλε καὶ περὶ ἀθανασίας ἐπρεσβεύετο γήρως ἔκλυσιν καὶ | ||
γέγονε θάνατος . Ἄμμον μετρεῖν : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων καὶ ἀνεφίκτων . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις : |
, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ . Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία . Κόλαζε τὸν πονηρόν , ἄνπερ δυνατὸς ᾖ . | ||
' οὖν καὶ ὃ δημοκρατία ὁρίζεται ἀγαθόν , ἡ τούτου ἀπληστία καὶ ταύτην καταλύει ; Λέγεις δ ' αὐτὴν τί |
ποταμίας πρὸς νότον Ἀραβία πᾶσα χωρὶς τῶν ἐν τῇ Μεσοποταμίᾳ σκηνιτῶν . περὶ μὲν οὖν τῆς Μεσοποταμίας καὶ τῶν νεμομένων | ||
φυλακῆς δὲ μόνον δεόμενον : καὶ τἆλλα δὲ τὰ πολλὰ σκηνιτῶν καὶ νομάδων ἐστὶ πόρρω σφόδρα ὄντων . Παρθυαῖοι δὲ |
ἐστι φρόνησις ἀπηλλαγμένη πανουργίας καὶ οἷον ἁπλῆ τις οὖσα , μωρία δὲ ἐρημία φρενῶν . λαμβάνεται δὲ πολλάκις καὶ ἡ | ||
οἱ ἐξ αὐτοῦ γεννώμενοι γνωρίζουσι τὸν πατέρα . τι - μωρία μὲν δὴ καὶ τοῖς ἀλόγοις ἐπ ' ἀνδροφονίᾳ παρὰ |
. ἄλλα ὠφέλιμον . Ὤμου τὸ μέσον ἁλλόμενον πολλῶν ἀγαθῶν κυρίευσιν καὶ δούλῳ δηλοῖ καὶ ἐλευθέρῳ . Ὠμοπλάτης εὐώνυμος ἁλλόμενος | ||
τὸν μέσον κυρίευσιν τινῶν πραγμάτων σημαίνει . Δάκτυλος ὁ μέγας κυρίευσιν χρημάτων δηλοῖ . Περὶ τὴν εὐώνυμον χεῖρα : Δάκτυλος |
οὐχὶ διὰ τοῦτο σφάλλει ; ἀλλὰ θέασαι , εἰ προσηνέστερον μεγαλοψυχία , ἐλευθερία , ἁπλότης , εὐγνωμοσύνη , ὁσιότης . | ||
οὐδ ' ἂν εἷς ἔτ ' ἀξιώσαι τοῦ νόμου κρατοῦντος μεγαλοψυχία πρὸς τὴν πόλιν ἐν τῷ τῶν πραγμάτων ἀπαιτοῦντι . |
ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς | ||
εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ |
τοῖς κρείττοσι τοῦ παρισταμένου τὴν κακίαν ὅσον ἐφ ' ἑαυτῇ περιστέλλουσα , οἷον ὅταν πτωχὸν πλούσιον καλῶμεν καὶ τὴν χολὴν | ||
περιηγόμην : καὶ κλεινὸν αὐτὸν καὶ ἀοίδιμον ἐποίουν κατακοσμοῦσα καὶ περιστέλλουσα . καὶ τὰ μὲν ἐπὶ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς |
, οὐδ ' εἶδεν αὐτοῦ τὴν ἅλωα Δημήτηρ . Χρὴ πρᾶον εἶναι μηδ ' ἄμετρα θυμοῦσθαι . ἔστιν τις ὀργῆς | ||
ἔλεξε τοιάδε ἀνελθών : „ τῆς μὲν ἐμῆς γνώμης τὸ πρᾶον καὶ πρὸς τὰ μεγάλα τῶν τετολμημένων εὐλαβὲς ἴσως ἐστὶν |
κακοί , Ἀλλ ' ἄνδρες νικήσουσιν οἱ μᾶλλον κακοί . Γαστέρα ὄγκον ἔχουσαν Ἡ λεπτὴ χωρεῖν εἴσοδος οὐ δύναται . | ||
τῶν ἀποτευκτικῶν : παρόσον οἱ γαλῆν ἔχοντες οὐκ εὐτυχοῦσι . Γαστέρα μοι προφέρεις , κάλλιστον ὄνειδος ἁπάντων , Ἣ πλήρης |
φησὶν , ἡ φιλονεικία κωλύσῃ ἀπ ' ἔργου εἰς τὸ περιβλέπεσθαι φιλονεικίας καὶ ἀκροᾶσθαι ῥημάτων καὶ φημῶν κινουμένων ἐν ἀγορᾷ | ||
ὅσιον ἢ † κατὰ τὸν ἀγαθὸν : μὴ μέλαν ἦθος περιβλέπεσθαι , ἀλλ ' ἐπὶ τῆς γραμμῆς τρέχειν ὀρθόν , |
, ἣ τοὺς μαστοὺς ἐπεῖχε τοῖς παιδίοις , ὡς δραματικῆς μεστὸν ἀτοπίας διασύρουσιν . Ἀντιδιαλλαττόμενοι δὲ πρὸς ταῦτα λέγουσιν , | ||
πολυτροπίαν τοῦ ἀνδρὸς κατηγορεῖ . χροιὰ δὲ ἀνατετραμμένη ὑπόχλωρος δειλίας μεστὸν δείκνυσι καὶ κακομηχανίας , εἰ μὴ ὑπὸ νόσου γένοιτο |
θεῷ χρὴ τοὺς σοφοὺς ἀναστρέφειν βουλεύματ ' ἀεὶ πρὸς τὸ χρησιμώτερον . ἴστω δ ' ἄφρων ὢν ὅστις ἄτεκνος ὢν | ||
' ἀγγελοῦντα . σώφρονος δ ' ἀπιστίας οὐκ ἔστιν οὐδὲν χρησιμώτερον βροτοῖς . οὐκ ἄν ποτ ' ηὔχουν οὔτε ς |
ὀπίσω τὸν πόρον διεξῄει . [ Βίος ἀβέβαιος παντὸς ἀνδρὸς ἀπλήστου ἐλπίσι ματαίαις πραγμάτων ἀναλοῦται . ] Κάμηλον ἠνάγκαζε δεσπότης | ||
τῶι ὄντι τὸν θάνατον παιᾶνα εἶναι καὶ ἀπαλλακτὴν κακοῦ καὶ ἀπλήστου καὶ νοσεροῦ θρέμματος , ἡγεῖ καλῶς . . . |
βασιλέα . καλέσσαι : ὀνομάσαι , πρέπει . Παλαίφατον : παλαιότατον , ἀρχαιότατον , τὸν ἀρχαῖον , ἢ τὸν ἔκπαλαι | ||
. Ἄλλο πρὸς θύμους ἐν αἰδοίῳ καὶ ἕδρα . Κάσσυμα παλαιότατον καύσας κατ ' ἰδίαν , καὶ κολοκύνθην ξηρὰν κατ |
παρ ' αὐτῶν τιμάς . καὶ ὁ μὲν δικαίως αὐτῶν καταφρονεῖ : δοξάζει γὰρ ἀληθῶς ὅτι κρείττων ἐστὶ τῶν ἄλλων | ||
Κυαξάρῃ : νῦν δὲ ὡς ᾔσθετο τοὺς πολεμίους ἐπιόντας , καταφρονεῖ καὶ οὔτε τὸ στράτευμα πέμπει ἡμῖν οὔτε τὸν δασμὸν |
πολλῇ , ἔχον τὴν εὐθηνίαν ἐν ἑαυτῷ . ἐὰν δὲ ὀξυχολία τις προσέλθῃ , εὐθὺς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον , | ||
πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ ἐκτρίβει αὐτό . εἶτα πάλιν ἡ ὀξυχολία ὅταν κολληθῇ τῷ ἀνθρώπῳ περὶ πράγματός τινος , καὶ |
καὶ ἀνάξιον τῆς τῶν προγόνων δόξης τὸ περιορᾶν τοὺς Ἕλληνας καταδουλουμένους : διὸ δεδόχθαι τῇ βουλῇ καὶ τῷ δήμῳ τῷ | ||
, οἷς ξυνωμόσατε , ἢ Ἀθηναίους μόνους , τοὺς μὲν καταδουλουμένους τὴν Ἑλλάδα , τοὺς δὲ ἐλευθεροῦντας . καὶ οὐκ |
χάρισιν , ἀλλ ' , ὃ μόνον ἦν μοι πάντων παραμύθιον τῶν κακῶν , καὶ τούτου με ἀπεστερήκατε οἱ φίλοι | ||
καὶ ἄφιλον ποιεῖ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ὡσαύτως . παραμύθιον δὲ δὴ πρὸς ταῦτα καὶ τὸ πάμφορος εἶναι κέκτηται |
πολυβλαβές . τὸ ἀβλαβές . τὸ βλαβερόν . καὶ τὸ ἀπλήρωτον . ἀβληχρόν βʹ : τὸ ἀβίαστον . καὶ τὸ | ||
. Φιλῶν ἃ μὴ δεῖ οὐ φιλήσεις ἃ δεῖ : ἀπλήρωτον γὰρ ἡ ἐπιθυμία , διὰ τοῦτο καὶ ἄπορον : |
' ἀλλοτρίας διαὶ γυναικός : τάδε σῖγά τις βαΰζει : φθονερὸν δ ' ὑπ ' ἄλγος ἕρπει προδίκοις Ἀτρείδαις . | ||
μέγα ἀγαθόν . , Βίων ὁ σοφιστὴς , ἰδών τινα φθονερὸν σφόδρα κεκυφότα , εἶπεν ἢ τούτῳ μέγα κακὸν συμβέβηκεν |
αὐτὸ ἄπρακτον καὶ πονηρὸν πᾶσι πλὴν τῶν φοβουμένων ἢ βασάνους προσδοκώντων : πάσης γὰρ ἀπαλλάττει φροντίδος καὶ παντὸς δέους ὁ | ||
. πάντων οὖν ἐν ἀσχέτοις ὄντων ἀνίαις καὶ τὰς ἀνωτάτω προσδοκώντων συμφοράς , ἃς ἐνόμιζον ἐφεδρεύειν καὶ ἐγγυτάτω παρεῖναι , |
ἄφαρ βέβακε , τῷ δ ' ἐπέρχεται χαίρειν τε καὶ στέρεσθαι . Ἃ καὶ σὲ τὰν ἄνασσαν ἐλπίσιν λέγω τάδ | ||
. οὕτω Φιλόξενος : ὁ δὲ Εὐδαίμων , παρὰ τὸ στέρεσθαι τοῦ τίκτειν . Σπείρω , παράγωγον τοῦ σπῶ . |
πᾶσι γνώριμος ἰχθύς . ἐκ δὲ τούτου σκευάζεται ὑγρὸν κολλύριον θειότατον ποιοῦν πρὸς ἀμβλυωπίας πάσας , ὥστε ἐν τρισὶν ἡμέραις | ||
Ἄγασθαι μὲν οὖν καὶ τοῖς ἄλλοις τοῦ νόμου προσήκει τὸν θειότατον αὐτοκράτορα , μάλιστα δὲ οἷς οὐκ ἐφίησι μόνον τὴν |
, τὸ φρονοῦν . συνυπάρχει δὲ τῷ λόγῳ ἡ τῶν τιμίων γνῶσις , τῷ δὲ πνεύματι ἡ δόξα . τὸ | ||
ψυχήν , τῇ δὲ μεθέξει τῆς ἀρετῆς ἄξιον τὸν τῶν τιμίων ἐπιστήμονα τῆς παρὰ τοῦ θείου καὶ ὁμοίου προνοίας ἀπεργαζομένη |
οὐ πάνυ χαλεπὸν , τοῦ δὲ μὴ ἀδικεῖσθαι κτήσασθαι δύναμιν παγχάλεπον : καὶ οὐκ ἔστιν αὐτὸ τελέως ἔχειν ἄλλως ἢ | ||
ἐκ προσώπου μεταναστῆναι βασιλέως θνητοῦ χαλεπόν ἐστι , πῶς οὐ παγχάλεπον τὴν θεοῦ φαντασίαν καταλιπόντα οἴχεσθαι , μηκέτι εἰς ὄψιν |
τᾶς ψυχᾶς , τόκα δὲ γίνεται καρτερία καὶ ἐγκράτεια , καρτερία μὲν ἐν τᾷ κατοχᾷ τῶν πόνων , ἐγκράτεια δὲ | ||
ἔμοιγε φαίνεται : οὔτι πᾶσά γε , ὡς ἐγᾦμαι , καρτερία ἀνδρεία σοι φαίνεται . τεκμαίρομαι δὲ ἐνθένδε : σχεδὸν |
. πολὺ γὰρ ηὔξηται ἐν αὐτοῖς ἡ ἀδικία τε καὶ αἰσχροκέρδεια . ὁ δὲ Οἰδίπους [ δι ' ἐκπώματα ] | ||
μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις ἀπεμπόλησις , φιλοκέρδεια αἰσχροκέρδεια . ὁ δ ' ἐναντίος ἄδωρος , ἀδωροδόκητος , |
τὸ σιωπᾶν ἐν δικαστηρίῳ τετάρτην ἀρετὴν οἶδα . ” „ ἀνόνητόν γε „ εἶπε ” σεαυτῷ καὶ παντὶ τῷ κινδυνεύειν | ||
ὁ υἱὸς τῷ πατρί , ἐφ ' ᾧ ἀγάλλεται . ἀνόνητόν γ ' ἄρα ] καὶ τοῦτο ἐκ Θησέως Εὐριπίδου |
λύρα δέ σφι βˈρέμεται καὶ ἀοιδά : καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις αἰενάοις ἐν τραπέζαις : ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος | ||
: ἐν ᾗ Αἰγίνῃ ἡ Θέμις ἡ τοῦ Διὸς πάρεδρος ἀσκεῖται καὶ θρησκεύεται . ἐπαινεῖ δὲ αὐτοὺς ὡς φιλοξένους , |
μένειν ἄδεια ὁπόσην τις βούλεται ; τί οὖν δεῖ κακῶν ἐπεισάκτων , ἢ μανίας τοῖς πᾶσι περιττῆς ; Ἀλλὰ γὰρ | ||
παραμυθίαν ἀπειρόκαλον ἐπιστέλλειν οὐχ ᾕρημαι . ποῦ γὰρ δεῖται λόγων ἐπεισάκτων ἀνὴρ ἐν περιουσίᾳ τοσαύτῃ τῶν ἀρετῶν ; Οὐδὲ ἐπιλελῆσθαι |
πρὸς τοὺς ἐν ἀξιώματι καὶ εὐτυχίαις δεῖν μέγαν εἶναι τὸν μεγαλόψυχον , οὐκ ἀξιοῖ ἐν βασιλευομένῃ ὄντα πόλει καὶ ἕνα | ||
εἴκειν ἔχει καλῶς . πρὸς τούτοις δὲ φύσει γενναῖον καὶ μεγαλόψυχον καὶ ἐλεύθερον γενόμενον ὁρᾷ , διότι τῶν περὶ αὐτὸ |
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία , | ||
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν |
ταραχώδους , κακοηχοῦς , κακοήχου . οἴδματα : κύματα . Ἔξοχα : ἐξόχως , λίαν . δειμαίνουσι : φοβοῦνται . | ||
: κατὰ ξιφίου . ὁπλίζονται : τεχνῶνται , μηχανῶνται . Ἔξοχα : ἐξαιρέτως . Τυρσηνόν : Σικελόν . ἀγρώσσουσιν : |
' εἰ τὸν τῶν χρημάτων , ἔφησε , πλοῦτον μὴ προτιμᾷς , τό γε πλῆθος τῶν φίλων ὁρᾷς τοσοῦτον ὑπάρχον | ||
ἰδεῖν ” . πείθομαι : οἶδα γὰρ ὅτι καὶ τέκνων προτιμᾷς τὸν Πλοῦτον . χαριέντως δὲ τοῦτό φησιν . ταὐτὸν |
ἤδη τοὺς βίους , φιλαργυρία μὲν νόσημα μικροποιὸν ὄν , φιληδονία δ ' ἀγεννέστατον . οὐ δὴ ἔχω λογιζόμενος εὑρεῖν | ||
τὰ κακά , φιλαργυρία τε καὶ φιλοδοξία καὶ φιλονεικία καὶ φιληδονία καὶ τἆλλα , ὁπόσα τούτοις ἐμφερῆ ἐστιν . ἕκαστος |
, ἐμοὶ δὲ οἰμωκτόν ” . Ὁ αὐτὸς ἐρωτηθεὶς τί δυσκολώτατον ἐν βίῳ εἶπε : „ τὸ πᾶσιν ἀρέσαι „ | ||
τῶν δ ' ἁπάντων ἴσθ ' ὅτι πτωχὸς ἀδικηθείς ἐστι δυσκολώτατον [ . πρῶτον μέν ἐστ ' ἐλεινός , εἶτα |
μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ | ||
: πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ |
εἶναι , ἡμῶν δὲ καὶ τοῦ ἡμᾶς διδάξαι καὶ πεῖσαι ὠλιγώρησαν . ὑποθέμενοί τε γὰρ τὰς ἀρχὰς θεούς τε καὶ | ||
πραγμάτων ὑπολαμβάνοντες τὰ μὲν ἄγαν ἠκρίβωσαν , τῶν δὲ ῥᾳθύμως ὠλιγώρησαν : οὓς μεμψαίμην ἂν ἔγωγε τῆς εὐχερείας : ἔδει |
κινεῖ καὶ πᾶν θήραμα τοὺς θηρῶντας καὶ πᾶν ὀρεκτὸν τὸν ὀρεγόμενον , οὕτω καὶ τὴν ψυχὴν τὰ ἔξωθεν ἂν κινοῖεν | ||
. κἂν φύσει δὲ βορὸν ᾖ τὸ νήπιον καὶ πλείονος ὀρεγόμενον τροφῆς ἧς δύναται κρατεῖν , ἀποπερισπᾶν τὴν διάνοιαν αὐτοῦ |
δεῖ τὸν τεταγμένον χρόνον . } Πενίας περ οὐδέν ἐστιν ἀθλιώτερον . ἄμεινόν ἐστιν ἀποθανεῖν ἢ δυστυχεῖν . } Ἄνθρωπον | ||
φαντάσματα , τὸν δὲ ἀληθέστερον ὄνειρον οὐκ ἐθεασάμην . νῦν ἀθλιώτερον ἀνετμήθης τὴν γαστέρα : αὕτη δυστυχεστέρα τῆς μαχαίρας τομή |
ἕως ἀμολύντου . πρὸς πολλὰ ποιεῖ τὸ φάρμακον . μὴ καταφρονήσῃς τῆς εὐτελείας τῶν εἰδῶν . ποιεῖ δὲ καὶ τὸ | ||
ἡ δὲ Ἑλένη καὶ ποιμέσι καὶ κιθαρῳδοῖς : μηδὲ δούλων καταφρονήσῃς , ἵνα κἂν διὰ σὲ δοκῶσιν ἐλεύθεροι , ἀλλὰ |
πονηρία , μοχθηρία , φαυλότηςφλαυρότης δὲ σκληρόν , σκαιότης , ἀπαιδευσία , πανουργία , ἀμαθία , μισολογία , ἄνοια , | ||
τῦφος καὶ μαλακία καὶ ἡδυπάθεια καὶ ἀσέλγεια καὶ ὕβρις καὶ ἀπαιδευσία . δεῖται δή σου ἐπ ' ἐκεῖνα μὲν οὐδαμῶς |
δὲ ἡ ἀνελευθερία : ἐν δὲ τῷ λαμβάνειν ἡ μὲν ἀνελευθερία ὑπερβολή ἐστιν , ἡ δὲ ἀσωτία ἔλλειψις . νῦν | ||
ἐνεργείας ὑπερβολὴ μέν ἐστιν ἡ ἀσωτία , ἔλλειψις δὲ ἡ ἀνελευθερία . ἁπλῶς μὲν οὖν σκοποῦντι καὶ εἰλικρινῶς τὴν ἑκατέρας |
καὶ Ἕλλην λόγος πρὸς Ἕλληνα ἄνδρα ἐπὶ ὕβριν σαρκῶν ὑπὸ ἀκορέστου ἐπιθυμίας ὁρμηθέντα , ὅταν αὐτὸν ἐπισπάσηται φήμη κάλλους κατορωρυγμένου | ||
χόλον ] μανίαν , ὀργήν θερμῆς ] καυστικῆς ἀπλήστου ] ἀκορέστου Ἀπλήστου ἀκορέστου , ἀκρατήτου : τὸ γὰρ πῦρ εὑρὸν |
ἀναστρέφονται . Ἡβηδόν . μετ ' ἰσχύος , μετ ' ἀκολασίας , ὀρχηδόν . Ἤλυσιν . ἔφοδον , πορείαν . | ||
ὡς οὐδέν ἐστιν αὐτῶν ἀγαθόν , καὶ περὶ τρυφῆς καὶ ἀκολασίας , καὶ ὅτι παιδείας πολλῆς καὶ ἀγαθῆς δέονται , |
τρόπου . . . . ἀπαυθαδιάζω : ἐκ τοῦ αὐθάδης αὐθάδεια αὐθαδιάζω καὶ ἀπαυθαδιάζω . τοῦτο δέ , ὅτι αὐτοαδής | ||
ἐπιστήμης τὸ προειδέναι μετιοῦσιν ἡ τῶν προχείρων τὰς προγνώσεις διαβάλλειν αὐθάδεια . Οἵ τε γὰρ οἱουσδήτινας σχηματισμοὺς ἀστέρων καὶ ποιότητας |
ἐν χειρὶ λόγον , ὡς ἄρα ἡ τῶν κρειττόνων ἐπίπνοια ὑπερφρονεῖν ποιεῖ τῶν πολλῶν . ἢ τοῖς ἐκ τῶν τριόδων | ||
ἐξύβρισαν : πέφυκε γὰρ καὶ ἄλλως ἄνθρωπος τὸ μὲν θεραπεῦον ὑπερφρονεῖν , τὸ δὲ μὴ ὑπεῖκον θαυμάζειν . κολασθέντων δὲ |
ἑτέρων ὁ Ἀννίβας τοῖς χορτολογοῦσιν αὐτῶν ἢ ξυλευομένοις ἐπιτιθέμενος ὑπεκρίνετο ἡττᾶσθαι καὶ περὶ ἐσχάτην ποτὲ φυλακὴν ἐκίνει τὸ πλῆθος ὡς | ||
φημι καὶ ἀπειροκαλίας , φιλοφρονημάτων δὲ καὶ μικρῶν πάνυ ἔγωγε ἡττᾶσθαι ὁμολογῶ . Παρέχει δὲ ἡμῖν καὶ ἄλλα καλλίω , |
εἰμὶ δειλότατος . οὐδαμῶς πάντων ] ἀπὸ Πενία ] ἡ πτωχεία καὶ ἔνδεια παραχρηστικῶς ἐξωλέστερον ] ἐξολοθρευτικώτερον παρὰ πολύ ] | ||
ἐστὶν ἵνα ἔχῃ τὴν ἐφήμερον ζωήν : ὥστε ἄλλο ἐστὶ πτωχεία καὶ ἄλλο πενία . παράξενος γὰρ ἔνι ὁ βίος |
μέν , ἑαυτοῦ δέ . φέρε γὰρ τὸν Εὔμαιον ἑαυτοῦ κήδεσθαι : τί ἂν γένοιτο ἄλλο ἢ τὸ ἐπεὶ ἕο | ||
καὶ τοιούτως ἐνοχλεῖ , ὥστε περὶ πλείονος ἐποιήσατο δοκεῖν ἐμοῦ κήδεσθαι μᾶλλον ἤ μου κατειπεῖν . ἃ δ ' ἔλεγε |
. ἀποσῴζοι δ ' ἂν τὸ ἐκ τούτων κοινὸν ἀγαθὸν εὐαρμοστία τις καὶ τῶν πολλῶν ὁμοφωνία μετὰ πειθοῦς συνῳδοῖσα . | ||
ἐν αὐτῇ κατὰ φύσιν γιγνομένας ἐπιθυμίας τε καὶ ἡδονάς : εὐαρμοστία καὶ εὐταξία ψυχῆς πρὸς τὰς κατὰ φύσιν ἡδονὰς καὶ |
ἄγειν : ἄλυπός ἐστι καὶ ἄφοβος καὶ ἀκοινώνητος κακῶν , ἀνένδοτος , ἀνώδυνος , ἀκμής , εὐδαιμονίας ἀκράτου μεστός : | ||
σιδηρόφρων ] στερεός . σιδηρόφρων ] ἀπηνής . σιδηρόφρων ] ἀνένδοτος . σιδηρόφρων ] ἀνδρεῖος . σιδηρόφρων ] σκληρὸς καὶ |
συμφωνίαν , πραότης μὲν ἐν ταῖς ἀνεκστασίαις ὑπὸ ὀργῆς , ἀφοβία δὲ ἐν ταῖς ἀνεκπληξίαις ὑπὸ τῶν προσδοκωμένων δεινῶν , | ||
αἰδὼς καὶ πίστις καὶ εὐστάθεια , ἀπάθεια , ἀλυπία , ἀφοβία , ἀταραξία , ἁπλῶς ἐλευθερία . τίνων μέλλεις ταῦτα |
. . εὐανθὴς γλῶσσα ἡ ἄκρως ἠττικισμένη ὁμιλία καὶ πολλῶν γέμουσα χαρίτων καὶ μουσικῶν ἀπηχημάτων ἀπόζουσα . , . . | ||
ὁ ὄρχις ὠφελεῖ , φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα |
ἐγέννησας παῖδα παρ ' ἐκείνους ἑτέρῳ τινί : φοβούμενος : πικρότατον τὸν χρυσὸν εἶπε διὰ τὸ αἴτιον αὐτὸν γενέσθαι θανάτου | ||
εἰ ἄρα που δεῖ , τὸ λευκότατον καὶ εὐωδέστατον καὶ πικρότατον : αἱ γὰρ ὀσμαὶ ἡδυσμάτων ἡδονὰς καὶ ἀρετὰς ἔχουσιν |
Πελίου φόνον εἰς Κόρινθον ἀφίκετο : οὐχ ᾧ τρόπῳ σὺ λυπουμένη νομίζεις ὅτι τὸ μὲν σὸν μισῶν λέχος , ἐκείνης | ||
ἡλικίαν κατοδυρομένη τὴν ἑαυτῆς καὶ ὅτι μέλλοι πρὸ ὥρας ἀποθανεῖσθαι λυπουμένη , πολλὰ δὲ Ἁβροκόμην ὡς παρόντα ἀνεκάλει . Ἐν |
μόνην . οἶδεν γὰρ ἄλλην , ἣν σῴζειν τὰς πολιτείας νενόμικεν . ἡ σεμνή . ὡς εὐδοκιμοῦσα μᾶλλον τῶν ἄλλων | ||
κακόν τι ἀπολαῦσαι . οὕτως δὲ πάνυ τὴν φιλίαν ἱερὸν νενόμικεν ὥστε καὶ τοὺς θεοὺς αὑτῷ πειρᾶται ποιεῖν φίλους . |
' οὐκ ἄξιον ἐρασθῆναι τῶν νόμων , οἳ τοσαύτης γέμουσιν ἡμερότητος ; δι ' ἣν οἱ μὲν πλούσιοι διδάσκονται μεταδιδόναι | ||
βασιλέας ἔχει καὶ βίον οὐ παντελῶς ἄγριον οὐδ ' ἀνθρωπίνης ἡμερότητος ἐξηλλαγμένον . τὸ δὲ τρίτον γένος οὔτε βασιλέως ὑπακοῦον |
παλαιὰν συνήθειαν . φιλόσοφον δέ φησι τὸν Ὅμηρον διὰ τὸ παντοδαπὸν τῆς ὠφελείας τῆς ποιήσεως αὐτοῦ . . . . | ||
μὲν ἐπιεικὲς πᾶν βιασθὲν δουλεύῃ , τὸ δὲ ἀνόητον καὶ παντοδαπὸν ἐπιχειρῇ ἄρχειν , ὑπὸ ἐξουσίας ἀδεοῦς θρασυνόμενον : ἀνάγκη |
Ἁγνεῶνα κληθέντα συνάγοντες ὕβριζον . καὶ τέλος τὰς ψυχὰς ἀποθηλυνθέντες ἠλλάξαντο τὸν τῶν γυναικῶν βίον , διὸ καὶ γυναῖκα τύραννον | ||
καὶ Διονύσιος : . κεῖθι γὰρ εἰς ὀφίων σκολιὸν γένος ἠλλάξαντο . * Σιδονίου : τοῦ Φοίνικος * θεμείλιον : |
τότε , ἵνα τὸ τῆς εὐδαιμονίας τε καὶ φιλοσοφίας σωτήριον ἔναυσμα χαρίσηται τῇ θνητῇ φύσει , οὗ μεῖζον ἀγαθὸν οὔτε | ||
κτίσεως ἢ περὶ φύσεως ἀνθρώπου , καὶ οὐδὲ τὸ τυχὸν ἔναυσμα ἄξιόν τι τῆς ἀληθείας ἐξεῖπον . δοκεῖ δὲ τὰ |
Σμύρνα τὸ τῆς Ἀσίας ἄγαλμα , τῆς δὲ ὑμετέρας ἡγεμονίας ἐγκαλλώπισμα , πυρὶ καὶ σεισμοῖς ἐκτριβεῖσα . ὀρέξατε πρὸς θεῶν | ||
' εἰκὸς χαλεπῶς φέρειν αὐτῶν μᾶλλον ἢ οὐ κηπίον καὶ ἐγκαλλώπισμα πλούτου πρὸς ταύτην νομίσαντας ὀλιγωρῆσαι , καὶ γνῶναι ἐλευθερίαν |
' ἄρ ' ἔμελλον σχήσειν λυγρὸν ὄλεθρον , Ἰάσονος εἵνεκα φίλτρων . Πολλὰ δὲ μερμήριζον ἐνὶ φρεσὶ πευκαλίμῃσιν , ἤ | ||
οὖν , ὦ ψυχή , προσκαλῆταί σέ τι τῶν ἡδονῆς φίλτρων , μετάκλινε σεαυτὴν καὶ ἀντιπεριάγουσα τὴν ὄψιν κάτιδε τὸ |
οἷς ἐστι καὶ τὰ ἄψυχα μεταπλάττειν εἰς πρόσωπα ἐξουσία καὶ περιποιεῖν αὐτοῖς ῥήματα . Καὶ περὶ τὴν διαίρεσιν δὲ πολλῆς | ||
παντοδαποῦ ὄντος τοῦ μεγαλοπρεποῦς αὕτη ἡ σύνθεσις μόνη ἢ μάλιστα περιποιεῖν τὸ μέγιστον . Δεῖ μέντοι λογίζεσθαι , ὅτι κἂν |
, τῷ τε νεόζυγι σῷ πώλῳ , τὸν ἐν αἰθέρι κρύπτεις σῶν γάμων γένναν : ἃ τὸν μέγαν τᾶσδε πόλεως | ||
πού τι σεμνόν : Ὄντως σεβάσμιόν ἐστι καὶ μυστηριῶδες ὃ κρύπτεις ἐν ἑαυτῷ , καὶ οὐκ ἐμφαίνεις ἡμῖν . : |
μεγάλη πρὸς τῷ ὠκεανῷ . Γαλῇ χιτώνιον : ἐπὶ τῶν ἀχρήστων . Γαλλιστὶ τεμεῖν : ἐπὶ τῶν ἀφροντίστως ἀπαλλαγὴν πραγμάτων | ||
τὰ χρηστά , οὕτω καὶ τὸ συμβουλευτικὸν ἀπὸ μὲν τῶν ἀχρήστων ἀποτρέπει , προτρέπει δὲ ἐπὶ τὰ χρηστά . τὸ |
ἵππου μάχε - σθαι . Οὗτος ὁρῶν Νάναρον τὸν Βαβυλώνιον διαπρεπεῖ κόσμῳ χρώμενον ἀμφὶ τὸ σῶμα , καὶ ἐλλόβια ἔχοντα | ||
' ἐφ ' ὅσον ἐγχρονίζει καινούμενον καὶ νεάζον , χρώματι διαπρεπεῖ κεκοσμημένον ἀληθείας καὶ ὁμολογίας ἔργων πρὸς λόγους καὶ πρὸς |
, ὥσπερ ἐπὶ τροχοῦ κατατείνεται , σπεύδων μὲν συλλαβεῖν , ἐφικνεῖσθαι δ ' ἀδυνατῶν καὶ ταὐτὸν πεπονθὼς τοῖς τοὺς ἐξαναχωροῦντας | ||
ὑψηλόν , καὶ ἰσχυρόν : μέγα μέν , ὅτι δύναται ἐφικνεῖσθαι τῶν κατὰ προαίρεσιν ὄντων αὐτῷ καὶ προκειμένων : ἁδρὸν |
πλὴν τῶν πραΰνειν τὰϲ ἀλγηδόναϲ δυναμένων , ἅτινα ἐπὶ τῶν κακοήθων ἑλκῶν προείρηται . Χειρουργία ϲταφυλωμάτων . ἐπὶ μὲν οὖν | ||
ἐπὶ μὲν οὖν τῶν ϲτενῇ βάϲει κεχρημένων ϲταφυλωμάτων καὶ μὴ κακοήθων ἔργον εὐθετεῖ τὸ κατὰ ϲφίγξιν , οὗ ὁ τρόποϲ |
οὐκ ὀλίγον ἀποστάντες ἡμεῖς : ἐφερόμεθα γὰρ βιαίῳ τινὶ καὶ χαλεπῷ τῷ ὁρμήματι τοῖς κύμασιν ἐλαυνόμενοι , ὡς οὐ μόνον | ||
δὲ ἀγαθῶν γινομένων Εὐάνθιός ἐστιν ὁ λαμπρότατα ἀριστεύων . καίτοι χαλεπῷ γε συμπεπλέγμεθα πολεμίῳ , χρήμασιν ἰσχυρῷ καὶ μᾶλλον ἢ |
, τὰ δὲ κατὰ στρατηγίας μεγάλων πολέμων ἐγχωρίων τε καὶ ἀλλοεθνῶν , ἀγώνισμα μὲν ἀνθρώποις πρόκειται λέγειν καὶ γράφειν , | ||
κατέλεγε στρατιώτας , μετὰ δὲ ταῦτα καὶ μισθοφόρους ἐκ τῶν ἀλλοεθνῶν ἀθροίζων κατεσκεύαζε δύναμιν ἀξιόχρεων . ἔπεμψε δὲ καὶ πρὸς |
μεμηνότας βοήθειαν καὶ μὴ τῷ θεῷ ; τέχνῃ γὰρ τῆς θεοσεβείας τοὺς ἀνθρώπους παρατρέπουσι , πόαις αὐτοὺς καὶ ῥίζαις πείθεσθαι | ||
καὶ τὸ θεῖον εἴρηκε λόγιον . ὡς οὖν σοφὸς καὶ θεοσεβείας τρόφιμος ὢν φέρε γενναίως τὸ συμβὰν καὶ εὐχαρίστει τῷ |
. Ἄλλης δὲ χρείας δύσκολον , δυσμενές , δύστροπον , δυστράπελον , παλιντράπελον , δυσχερές , δύσπρακτον , δυσκατέργαστον , | ||
τὸ δεῖνα προσλελαληκέναι ; καὶ πρᾶγμά γ ' ἠρώτα με δυστράπελον πάνυ , ἔχον δὲ πολλὰς φροντίδων διεξόδους . λέγ |
[ τὸ μεταβάλλον ] . Δοκεῖ μοι τῶν ἀνδρῶν τὰν δικαιοσύναν ματέρα τε καὶ τιθηνὰν τᾶν ἀλλᾶν ἀρετᾶν προσειπέν : | ||
δὲ ἀνδρειότατα οἷον ποτὶ ῥώμαν καὶ ἰσχύν , ποτὶ δὲ δικαιοσύναν οἷον ποτὶ κάλλος τὸ σῶμα . τουτέων δὲ ἀρχαὶ |
δέ : ἐπειδὴ ἔτυχον ἐκεῖσε , τὸ μὲν κερδαίνειν αὐτὴν εὐκλεὲς ἡγησάμην , τὸ δὲ ἐᾶσαι αἰσχρόν : παρεῖναι : | ||
εὖ πράσσουσιν ἐν ἐξουσίᾳ τὸ φιλάνθρωπόν ἐστιν . οὐδ ' εὐκλεὲς οὐδὲ συμφέρον ἐς τὴν ἀρχὴν ὑμῖν ἐστιν πόλιν τοσήνδε |
καὶ γίγνεται μηδὲν χρηστὸν , ἀλλ ' οὕτως ἄτιμον καὶ ἀνελεύθερον ὥστ ' εἶναι μόριον κολακείας καὶ σκιᾶς , τοῦ | ||
μηδένα Ἑλλήνων διασκευάσασθαι τὴν αὐλητικὴν ὡς οὖσαν βάναυσον καὶ παντελῶς ἀνελεύθερον , ἀλλὰ βαρβάροις αὐληταῖς χρῆσθαι . διὸ καὶ ὁ |
ἄν τις , πῶς εὐδαιμονεῖν μὲν λέγουσιν , οὐκέτι δὲ κακοδαιμονεῖν . Κόρημα χρὴ λέγειν , οὐχὶ σάρον , καὶ | ||
ἐκ τῆς ἐποχῆς , εἰ ταράττεσθαι πάντως δεῖ καὶ ταραττομένους κακοδαιμονεῖν ; μέγα , φήσομεν , ὄφελος . καὶ γὰρ |
, ἅ ἐστι μὲν ἀμφότερα τοῦ ἀνδρείου , καὶ τὸ θαρραλέον καὶ τὸ ἄφοβον , ἀλλὰ μᾶλλον εἰδοποιεῖται ὁ ἀνδρεῖος | ||
παθημάτων προσδόκημα τὸ μὲν πρὸ τῶν ἡδέων ἐλπιζόμενον ἡδὺ καὶ θαρραλέον , τὸ δὲ πρὸ τῶν λυπηρῶν φοβερὸν καὶ ἀλγεινόν |
τῶν κουρέων . μινυρίζειν μὲν λέγουσι τὸ ἠρέμα προσᾴδειν , μινύρεσθαι δὲ τὸ θρηνεῖν : τὸ δ ' αὐτὸ καὶ | ||
ἀλύω . παραστατεῖ ] ἔρχεται . ἀείδειν ] λέγειν . μινύρεσθαι ] κλαίειν . ἀντίμολπον ] τὸ ἐναντιούμενον πρὸς τὸν |