οὐδ ' ἐγὼ τοῦτο λέγω ὡς τὸ γνῶναι μόνον τοὺς βελτίονας σωφρονίζει ἄνευ τοῦ δίκην διδόναι ὑπὸ τῶν βελτιόνων ,
μαλάξαι σκληρὰ ἤθη καὶ τρόπον τινὰ παιδαγωγῆσαι καὶ διαπλάσαι πρὸς βελτίονας τύπους : τύποι δ ' ἀμείνους εἰσίν , οὓς
6755366 ἁλμυρους
κρίνειν χυμοὺς ὀξεῖς , δριμεῖς , ὀδαξητικούς , πικρούς , ἁλμυρούς , ἁλυκούς Πλάτων γὰρ καὶ τῷ ἁλυκῷ ὀνόματι ἐν
συντήκειν πικρούς , τοὺς δὲ ἠρέμα καθαίροντάς τε καὶ ῥύπτοντας ἁλμυρούς , τῶν δὲ συναγόντων τοὺς πόρους καὶ συγκρινόντων τοὺς
6749397 περιοδικου
Ναβονασσάρου κατ ' Αἰγυπτίους Θὼθ αʹ τῆς μεσημβρίας τὴν τοῦ περιοδικοῦ πλάτους ἐποχὴν ἀπὸ τοῦ βορείου πέρατος μοίρας τνδ ιε
Ἑρμοῦ προσθέντες αὐταῖς , ἕξομεν τὰς ταῖς λ μοίραις τοῦ περιοδικοῦ μήκους παρατιθεμένας ἐν τοῖς τῶν πρώτων στηριγμῶν σελιδίοις τῆς
6698152 ἀνυποστατους
. κεδαιόμενος : διακοπτόμενος , μεριζόμενος . ἀτλήτους μελεδῶνας : ἀνυποστάτους μερίμνας ἔχω , ἀνυπομονήτους καὶ μεγάλας . στυγέων δὲ
γένοιτο : οὐκ ἔστι τοίνυν αἴτιον . ᾧ συνεισάγεται τὸ ἀνυποστάτους εἶναι τὰς τῶν ὅλων ἀρχάς : δεῖ γὰρ εἶναί
6609115 πειθηνιους
πίνειν διδόασι . τάχα δ ' ἂν καὶ ὑμεῖς ἑαυτοὺς πειθηνίους μᾶλλον παράσχοιτε μεθ ' ἡδονῆς θεραπεύοντι τῷ λόγῳ ,
τούτοις , ὅτι διὰ τὸ ἀλλόκοτον καὶ τὸ ξενοπρεπές καὶ πειθηνίους ἴσχουσιν τοὺς ἀρρώστους . ἵνα οὖν μὴ ὦσιν αὐτοῖς
6607800 ἐνσταζομενον
. Τούτου τὸ ἧπαρ ὀπτόμενον μετὰ τοῦ ἰχῶρος νυκτάλωπας ὠφελεῖ ἐνσταζόμενον . τὸ δὲ αἷμα αὐτοῦ ξηρὸν μετὰ κικίδων καὶ
τὰ φύλλα ἐπιπλασσόμενα . [ Θεραπεία ὠταλγίας . ] Ἀμυγδαλέλαιον ἐνσταζόμενον εἰς τὸ οὖς , ἢ καρέλαιον ἐνσταζόμενον , ἢ
6578810 λεπτυνουσι
: διὸ καὶ ἀμμώδη πολλὰ τῶν νεφρῶν ἐκκρίνει . ἰσχάδες λεπτύνουσι καὶ τέμνουσι καὶ νεφροὺς ἐκκαθαίρουσιν . ἀμύγδαλα ῥύπτει καὶ
προσήκει , τὰ δὲ παχέα καὶ τούτοις μὲν καὶ τοῖς λεπτύνουσι δέ , τὰ δὲ δριμέα τοῖς ἀμαυροῦν τὴν δῆξιν
6576977 γλισχρους
καὶ λεπτύνει τοὺς ἐν αὐτοῖς παχεῖς χυμοὺς καὶ τέμνει τοὺς γλίσχρους . ἑψηθέντα μέντοι δὶς ἢ τρὶς ἀποτίθεται μὲν τὴν
τὸν χολώδη χυμὸν κενοῦν πέφυκεν : ὅσαι δὲ γίνονται διὰ γλίσχρους καὶ παχυτέρους χυμοὺς ἀποσκήψαντας , ὡς ἐπὶ ληθάργων καὶ
6563656 βρωμωδες
αὐτῇ πόας ἐμφεροῦς , ἣν διὰ τὸ περὶ τὴν ὀσμὴν βρωμῶδες τράγον καλοῦσιν . εὐχερὴς δ ' ἡ ἐπίγνωσις :
. παραιτητέον δὲ πᾶν τράγημα , πᾶν κνισόν , πᾶν βρωμῶδες , πᾶν παχὺ χυμὸν καὶ γλίσχρον καὶ δυσδιοίκητον ἐν
6503983 ἐλεγχουσι
Ὅταν οὖν οἱ κροκόδειλοι τέκωσι , τὸν δὲ τὸν τρόπον ἐλέγχουσι τὸ γνήσιον καὶ τὸ νόθον . ἐάν τι παραχρῆμα
λύπης εἰσὶ σημαντικοί . κακούργους δὲ δεσμεύουσι καὶ τὰ κρυπτὰ ἐλέγχουσι : τοῖς γὰρ ἐληλεγμένοις καὶ καταφώροις γεγονόσι προσίασι .
6459419 καρουν
λευκόιον δὲ κινητικὸν ὄντα κεφαλῆς καὶ ἀμαράκινον καὶ ἅπαντας τοὺς καροῦν δυναμένους ἢ βαρύνειν ἄλλως κεφαλὴν παραιτητέον . ὅτι ὁ
λευκόινον δὲ κινητικὸν ὄντα κεφαλῆς καὶ ἀμαράκινον καὶ ἅπαντας τοὺς καροῦν δυναμένους ἢ βαρύνειν ἄλλως κεφαλὴν περιστατέον . τὰ αὐτὰ
6450279 ἐπῳδους
τοὺς ἄρρενας τοῖς ἐχεοδήκτοις ἄκος εἶναι συνεχῶς ἐφαπτομένους ὥσπερ τοὺς ἐπῳδούς , πρῶτον μὲν τὸ πελίωμα εἰς ἑαυτοὺς μεταφέροντας ,
καὶ τῆς Ἀθηναίων πολιτείας ἔπη πεντακισχίλια , καὶ ἰάμβους καὶ ἐπῳδούς . Ἐπὶ δὲ τῆς εἰκόνος αὐτοῦ ἐπιγέγραπται τάδε :
6448393 κολοβους
βοσκῆς : διὸ † εὑρίσκοντες οἱ παλαιοί * * * κολοβοὺς καὶ ὁμαλοὺς τοὺς πόδας . Κλείταρχος δὲ ἐν Γλώσσαις
μὴ ἐκπίπτωσιν ] . ὅσοι δὲ μέλανας ἢ σεσηπότας ἢ κολοβοὺς ἔχοντες ὀδόντας ὄναρ ἔδοξαν ἀποβεβληκέναι , οὗτοι πάσης δυσχερείας
6438948 προσφιλεις
χώραν ἐκείνην ἔλθοιεν βοηθοί . Αἱ δὲ ταῖς φαρμακίσι γυναιξὶ προσφιλεῖς ἴυγγες τροφῆς ὧδε μεταλαμβάνουσι : τὰς μακρὰς γλώσσας ,
δὲ γυναικὶ πρώτως ὁμιλεῖν ἐν Ζυγῷ οὔσης τῆς θεοῦ : προσφιλεῖς γὰρ καὶ ἡνωμέναι γίνονται . τοὐναντίον δὲ ἐν Σκορπίῳ
6419394 ὠφελουσι
φιλικά : δέονταί τε γὰρ ἀλλήλων καὶ ἐλεοῦσι καὶ συνεργοῦντες ὠφελοῦσι καὶ τοῦτο συνιέντες χάριν ἔχουσιν ἀλλήλοις : τὰ δὲ
ἴκτερον ἰῶνται . καὶ ἐπὶ συναγχικῶν διαχρίονται μετὰ μέλιτος καὶ ὠφελοῦσι . πρὸς ὠταλγίαν δὲ σὺν ῥοδίνῳ θερμανθέντα ἔνσταζε .
6410510 Εὑρησεις
, γνώσεσθαι δέ μ ' ἔφη τεκμηρίῳ τῷδε : ” Εὑρήσεις γάρ , ὦ Σώκρατες , ἀνθρώπους ἀνοσιωτάτους μὲν ὄντας
ἡμιόλιος . Ὁ δὲ διὰ πασῶν , ὁ διπλάσιος . Εὑρήσεις δὲ , εἰ σκοπήσεις , ἐνταῦθα τρεῖς ἐπιτρίτους ,
6401849 λυουσι
καὶ τὰ ἐπάρματα οἱ ψόφοι τῶν πνευμάτων καὶ οἱ βορβορυγμοὶ λύουσι . κάλλιόν ἐστι τὰ πνεύματα μετὰ ψόφου ἐκκρινόμενα ,
ὑπάγουσι τὰς κοιλίας , οἱ δ ' ὀξεῖς καὶ δριμεῖς λύουσι τὴν οὔρησιν , οἱ δὲ πικροὶ μᾶλλον μέν εἰσιν
6399351 δακνωδεις
ἧττον τῶν ὀλεθρίων χυμῶν . τοῖς οὖν ἔχουσι μοχθηροὺς καὶ δακνώδεις ἐν τῷ στόματι τῆς γαστρὸς χυμοὺς καὶ διὰ τοῦτο
δ ' ἔτι μᾶλλον ἡ ἡλῖτις . πᾶσαι δὲ λεπίδες δακνώδεις εἰσὶν οὐκ ἀγεννῶς , καὶ δῆλον ὡς ἡ τῆς
6398455 ἐλεεινους
γυναῖκας . Οἱ μὲν πολλοὶ τῶν εἰωθότων τοιαύτας μελετᾶν ὑποθέσεις ἐλεεινοὺς ᾄδουσι λόγους καὶ τοῖς ὀδυρμοῖς οἴονται τῶν ἀκουόντων εὐδοκιμεῖν
τοὺς στρατιώτας μὴ φονευθῆναι , εἰς τὸ πάντας τοὺς ἐχθροὺς ἐλεεινοὺς εἶναι νομίζεσθαι παρὰ τῶν στρατιωτῶν . Χρὴ ἐχθρῶν ἐγγιζόντων
6379002 ἐλεγχουσιν
μετοχὴν αὐτῆς δυάδας νενοῆσθαι , καθῶς καὶ ἐπὶ τῆς μονάδος ἐλέγχουσιν . δύο οὖν τῶν ὄντων αἱ ἀρχαί , ἥ
μακρῶν : τὴν γὰρ ἡμετέραν προαίρεσιν αἱ πρὸ τούτου πράξεις ἐλέγχουσιν . εὑρήσεις δὲ πλεῖστα νοήματα στοχαστικὰ ἀπὸ τῆς διανοίας
6370498 νουνεχεις
μετρίους τῷ βίῳ . ἐπὶ δὲ τοῦ βʹ ἐπιμόχθους , νουνεχεῖς , ἰσχυρογνώμονας , ἐκδημητάς , ἐπὶ μεγάλων τασσομένους ,
πρὸς τὰς ἀφροδισιακὰς ἁμαρτίας , ἐπιτευκτικοὺς δὲ καὶ εὐπεριστόλους καὶ νουνεχεῖς καὶ δυσεξελέγκτους καὶ ἀδιακρίτους , ἔτι δὲ νέων ἐπιθυμητικοὺς
6353540 ἀμυδραι
εἰς ἄπειρον παρεκτείνεται . Αἱ γὰρ ἐν ἀνθρώποις γνώσεις , ἀμυδραί τε καὶ μερικώταται , καὶ οὐχ οἵα ἡ παρὰ
αἵτινες εἴρηνται διὰ τὸ † ἀμαυρὸν καὶ ἀλαμπεῖς εἶναι καὶ ἀμυδραί . ἢ παρὰ τὸ ἀμάραις ἐοικέναι , τουτέστιν ὀχετοῖς
6344041 παιδαγωγους
τὸ σῶμα γυμνάζειν : ἀναγκαῖον δὲ νουνεχεῖς εἶναι τούς τε παιδαγωγοὺς αὐτῶν καὶ τοὺς ἐπιστάτας καὶ μὴ τελείως ἀπείρους ,
παῖδες τὰ λεγόμενα ξυνιῶσιν , εὐθὺς μὲν ἐπ ' αὐτοῖς παιδαγωγοὺς θεράποντας ἐφιστᾶσιν , εὐθὺς δὲ πέμπουσιν εἰς διδασκάλων μαθησομένους
6340239 ἐπιτρεψοντας
σχῆμα ἔχοντας καὶ παρεσκευασμένους οὕτως ὡς ἐπιπλήξοντας αὐτοῖς καὶ οὐκ ἐπιτρέψοντας ἁμαρτάνειν οὐδὲ ῥᾳθυμεῖν . εἰ γάρ τοι καὶ τοῖς
ἐὰν ἀγνωμονῶσί τι πρὸς ἡμᾶς , πολλοὺς ἔσεσθαι τοὺς οὐκ ἐπιτρέψοντας ἡγοῦμαι , μάλιστα δ ' οἷς νῦν χρῶνται τοὺς
6339888 ὀλιγοτροφους
δὲ βασιλικάς . καὶ τὰς μὲν τραχείας καὶ κακοχύλους εἶναι ὀλιγοτρόφους , εὐεκκρίτους , χρῆσθαι δὲ αὐταῖς καὶ δελέασι τοὺς
κρατεῖ ἀποτελῶν τοιούσδε : στομαχικοὺς καὶ καθαροὺς , ἀλλὰ καὶ ὀλιγοτρόφους , γραμματικοὺς καὶ νομικοὺς , μᾶλλον καὶ φιλοσόφους ,
6336476 ποιητικους
καὶ ὡς εἰ κωμῳδῶν ἠκροᾶτο , τάχα δὲ καὶ τοὺς ποιητικοὺς παρατηρῶν τρόπους καὶ χαρακτῆρας : λέγεται γὰρ αὐτὸν καὶ
δεχόμενα : ἐὰν δὲ τὰ κυρίως καθόλου γένη καὶ τοὺς ποιητικοὺς τῶν καθ ' ἕκαστα λόγους φυσικούς τε καὶ δημιουργούς
6336203 αὐτοφυεις
καὶ φήσεις ὥσπερ ποσὶν ἐπιστηρίζεσθαι τῷ λιμένι . καὶ ἢ αὐτοφυεῖς εἰσιν ἢ χειροποίητοι . ἂν μὲν τοίνυν χειροποίητοι ὦσιν
ἐστιν αὐτοτελὴς λόγος τοῦ ἐπουρανίου θεοῦ : δύο δὲ τούτου αὐτοφυεῖς δυνάμεις , ἀνάγκη καὶ εἱμαρμένη . ἡ δὲ εἱμαρμένη
6327917 εὐθενειν
ἐστι κοινὰ πλειόνων , ἀλλὰ διὰ τὸ μάλιστα ἔν τισιν εὐθενεῖν ἴδια τούτων φαίνεται , καθάπερ ἡ ὀροβάγχη τῶν ὀρόβων
ἀνθρώποις ψυχροὺς ὄντας πρὸς ἀναψυχήν . οὐδὲν γὰρ ἀντιλέγω ) εὐθενεῖν . Ἀντὶ τοῦ εὖ πράττειν . Ἐπὶ δ '
6325818 βραχεις
κἀγὼ ῥᾷσθ ' ἃ βούλομαι δυνήσομαι διδάξαι . ἔσονται δὲ βραχεῖς περὶ πάντων οἱ λόγοι : Λαβὲ δὴ τοὺς νόμους
δὲ οὐ τούτους ὑπολαμβάνειν τοῦτο , ἀλλὰ εἰ σῶμα μήτε βραχεῖς μήτε παχεῖς ὦσιν , ἀμέλει [ δὲ ] οὕτως
6323188 ὑποτρεμειν
γὰρ τοσούτου δοτέον μόνου , ἄχρις ἂν ὁ σφυγμὸς καταπαύσηται ὑποτρέμειν καὶ ῥωμαλεώτερος γένηται . Οἱ ὑπὸ μελαίνης χολῆς ἐν
ἤδη νεκρικῶς τὴν χροιὰν ἔχοντι , καὶ νὴ Δία καὶ ὑποτρέμειν , ὥστε κατέπαυσε τὸν λόγον . Ἐγὼ δέ ,
6323013 στροφεις
καὶ ἔμβολα οἱ μὲν τοὺς καθέτας , οἱ δὲ τοὺς στροφεῖς : χαλκόδετά τ ' ἔμβολα : τοὺς μοχλοὺς τοὺς
ἀστραβέστατον τὸ τῆς πτελέας , δι ' ὃ καὶ τοὺς στροφεῖς τῶν θυρῶν ποιοῦσι πτελεΐνους : ἐὰν γὰρ οὗτοι μένωσι
6314810 κυβευοντας
καὶ μὴ εἰκαῖον μηδ ' ἐπισεσυρμένον ; ἂν μιμῆται τοὺς κυβεύοντας . αἱ ψῆφοι ἀδιάφοροι , οἱ κύβοι ἀδιάφοροι :
ἐργάζεσθαί τε ἔφη καὶ ἐργάτας ἀγαθοὺς εἶναι , τοὺς δὲ κυβεύοντας ἤ τι ἄλλο πονηρὸν καὶ ἐπιζήμιον ποιοῦντας ἀργοὺς ἀπεκάλει
6312500 ἁβροδιαιτους
καὶ τῶν παρωκεανιτῶν δέ τινάς φησι Θεόπομπος ἐν ὀγδόηι Φιλιππικῶν ἁβροδιαίτους γενέσθαι . περὶ δὲ Βυζαντίων καὶ Καλχηδονίων ὁ αὐτός
Κινέας εἰσηγήσατο κεκαρμένους εἶναι τοὺς νέους , νόμον γράψας μηκέτι ἁβροδιαίτους εἶναι , ὃν τρόπον τὸ παλαιόν , μηδὲ κομᾶν
6310459 μελανοφθαλμους
δὲ λοιπαὶ τὰ πρὸς νότον . Ἀποτελεῖ δὲ εὐκράτους , μελανοφθάλμους , εὔτριχας , εὐφόρους , δικαίους . τούτων δὲ
μάλιστα δ ' ἐμφαίνεσθαι τὸ ἐναντίον χρῶμα : διὸ τοὺς μελανοφθάλμους μεθ ' ἡμέραν καὶ τὰ λαμπρὰ μᾶλλον ὁρᾶν ,
6309159 τροχαιοι
καὶ τοῦτο ἐγκωμιολογικόν . Τὸ εʹ ἰθυφαλλικόν , γʹ δηλονότι τροχαῖοι . ἐπὶ τῷ τέλει τὰ συνήθη σημεῖα . .
μέτρον ἐπίτριτον οὐ καλῶς λέγουσιν : οὐ γάρ εἰσι δʹ τροχαῖοι , ἵν ' ᾖ ἐπίτριτον . Τὸ βʹ Ἰωνικὸν
6300500 χειρονας
Ἑλλάδος καὶ Ἀσίας . ἆρα κρείττονας σαυτοῦ ἢ ἴσους ἢ χείρονας ; κρείττονας . κρείττονας λέγεις τοὺς ἡττηθέντας ὑπὸ σοῦ
οἰνοχοΐας καὶ τῆς ἄλλης ἁπάσης διακονίας , ἅ φησι τοὺς χείρονας τοῖς ἀγαθοῖς διακονεῖσθαι . ταῦτα μὲν οὖν ἴσως Ἱππίας
6298375 μιμητεον
ἀλλὰ κεκραμένῃ μεσότητι τῆς λέξεως κέχρηται . Τῶν δὲ κωμῳδῶν μιμητέον τὰς λεκτικὰς ἀρετὰς ἁπάσας : εἰσὶ γὰρ καὶ τοῖς
χαίρειν λέγω . ἡμεῖς δέ , τοὺς νέους γὰρ οὐ μιμητέον φρονοῦντας οὕτως , ὡς πρέπει δούλοις λέγειν προσευξόμεσθα τοῖσι
6295511 σφαλερους
, ἀστάτους , ἀπίστους , πλεονέκτας , ἀδίκους καὶ ὅλως σφαλερούς τε τῇ διανοίᾳ καὶ καταφόρους τοῖς ἁμαρτήμασι . τούτων
ἀτρεκεῖς τε εἶναι καὶ πιθανοὺς πιστεύεσθαι : τοὺς δὲ ἑτέρους σφαλερούς , καὶ ἀπατεῶνας , καὶ μηδὲν ὕπαρ ἐπὶ τὴν
6283122 λιθιασεις
: ποιεῖ δὲ διὰ τὸ κέντρον καὶ ἀμαυρώσεις πηρώσεις ἐπισκιασμοὺς λιθιάσεις στραγγουρίας περιοδικὰς νόσους πολυκοιλίας συριγγώματα . Τοξότης μηροὶ βου
. ποιεῖ δὲ διὰ τὸ κέντρον ἀμαυρώσεις , ἐπισκιασμούς , λιθιάσεις , στραγγουρίας , κήλας καὶ βρογχοκήλας , ἀρρητοποιίας ,
6273730 ἀναμιγνυναι
Ἀθήναις . Γῇ οὐρανὸν συνάπτειν , καί , Γῇ θάλασσαν ἀναμιγνύναι : ἐπὶ τῶν σφόδρα ὀργιζομένων ἀμφότερα . Γάλα ὀρνίθων
τέχνης ἔργον : ἐπιτηδεύσει γὰρ ἄνθρωποι τὰ ἡδέα τοῖς ἀναγκαίοις ἀναμιγνύναι σπεύδοντες τὸ αὐστηρὸν τῇ φύσει προσηνὲς τέχνῃ κατεσκεύασαν .
6270786 διαχωρεουσι
καταναλίσκοντες . Οἱ δὲ μαλακοὶ μέλανες ὑγρότεροι καὶ φυσῶσι καὶ διαχωρέουσι μᾶλλον . Οἱ δὲ γλυκέες μέλανες ὑγρότεροι καὶ ἀσθενέστεροι
ὄνειον μᾶλλον διαχωρέει . Πυροὶ ἰσχυρότεροι κριθῶν καὶ τροφιμώτεροι , διαχωρέουσι δὲ ἧσσον καὶ αὐτοὶ καὶ ὁ χυλός . Ἄρτος
6263156 δεικνυεις
εὐδιεινὰ , ευδιαδί . σήματα : γνωρίσματα . φαίνεις : δεικνύεις . Καὶ μὲν δή : σὺν τούτοις . ἀλλὰ
] σεμνὸν καὶ ἔντιμον φαίνη ἔχων τὸ πρόσωπον , σεμνὸν δεικνύεις τὸ πρόσωπον . , μέγα φρονεῖς , καυχᾶσαι .
6262408 σκιρρωδεις
ταῦτα γὰρ πάντα διαφορεῖν καὶ μαλάττειν οἶδε τοὺς σκληροὺς καὶ σκιρρώδεις ὄγκους . δεῖ οὖν καὶ ἐκ τούτων ἐπιλέγεσθαι τὸ
τῇ κεδρίᾳ ἐχρήσαντο . λεπτύνει δὲ ἐπὶ πλέον καὶ τὰς σκιρρώδεις οὐλὰς , ἃς καὶ λευκώματα καλοῦσι . νίτρον μετ
6261613 Πτισανη
μὲν ξηραινόντων , ἀλλ ' ἤτοι μᾶλλον ἢ ἧττον . Πτισάνη , κολοκύντη ἑφθή , πέπονες , μηλοπέπονες , σίκυοι
μὲν ξηραινόντων , ἀλλ ' ἤτοι μᾶλλον ἢ ἧττον . Πτισάνη , κολοκύντη ἑφθή , πέπονες , μηλοπέπονες , σίκυες
6259532 προσταττοντας
ῥαδίως , αὐτὸ τοῦτο μανθάνοντας δουλεύειν . . ἐπισκήπτοντας ] προστάττοντας . . τὸν δαίμονα ] τοῦτο ἐν τοῖς περὶ
πάλιν τοὺς νῦν εἰρημένους μοι φιλοσόφους τε καὶ ἰατροὺς οὐ προστάττοντας ἀλλ ' ἀποδεικνύντας παρέξονται . . . . .
6255923 ἀοριστους
. ἀλλ ' εἰς καθόλου τινὰς ἀνάγει φωνάς , οὐκ ἀορίστους δέ , ἀλλὰ τῷ τῆς δεκάδος ἀριθμῷ περικεκλεισμένας :
. Καὶ ἰακῶς τετύφατο . Ἑνικά . Ἐτύφθην : τέσσαρας ἀορίστους εὑρίσκομεν ἐν τοῖς παθητικοῖς , δύο παθητικούς , πρῶτον
6255365 μελιχροας
. ὁ δὲ τοῦ Ἑρμοῦ ἀνατολικὸς τῇ μὲν μορφῇ ποιεῖ μελίχροας καὶ συμμέτρους τοῖς μεγέθεσι καὶ εὐρύθμους καὶ μικροφθάλμους καὶ
δ ' ἀπὸ τῆς μετοπωρινῆς ἰσημερίας μέχρι τῆς χειμερινῆς τροπῆς μελίχροας , ἰσχνούς , σπινώδεις , παθήνους , μεσότριχας ,
6254746 ὑποψιλους
μὲν μορφῇ μέλανας καὶ σπινώδεις καὶ μικροὺς καὶ ἁπλότριχας καὶ ὑποψίλους καὶ ὑπορρύθμους καὶ μελανοφθάλμους , τῇ δὲ κράσει τὸ
ἐαρινῆς ἰσημερίας μελανόχροας , συμμέτρους τοῖς μεγέθεσι , τετανότριχας , ὑποψίλους , ὑπορρύθμους , τὸ πλεῖον ἔχοντας ἐν τῷ ὑγρῷ
6248427 ἐνοχους
ποιήσεσθε , τούτους παρέντες ἀτιμωρήτους τοὺς ἐναγεῖς καὶ ταῖς ἀραῖς ἐνόχους . Οὐ γὰρ δι ' αἰνιγμῶν , ἀλλ '
τι τῶν τῆς Φέρσεως χρημάτων , ἐὰν μὴ καταθῶσιν , ἐνόχους εἶναι θανάτου . , . . ) Ὅτι μετὰ
6248400 ποθεντες
ξηρανθέντες καὶ τριβέντες καὶ σὺν πεπέρει ἐν μελικράτῳ ἐπιπασθέντες καὶ ποθέντες νεφριτικοὺς ἰῶνται . ἡ δὲ χολὴ αὐτοῦ μετὰ στέατος
κονδίτου , ἐχιοδήκτοις ἀρήγει . οἱ δὲ ὄρχεις σὺν οἴνῳ ποθέντες , ἀφροδισίαν παρορμῶσι καὶ εὐεξίαν παρέχουσι . Τῆς δὲ
6248203 ἀνωμαλῳ
χρόνων τξ καὶ ἔτι τῶν ἤτοι συναναφερομένων ἢ συμμεσουρανούντων τῷ ἀνωμάλῳ τοῦ ἡλίου ἐπικινήματι . τοῦτο δὴ τὸ προσδιερχόμενον τοῦ
διαφθείρειν μηδὲ τάξιν τινὰ τῆϲ ἀνωμαλίαϲ διαφυλάττοι , πρὸϲ τῷ ἀνωμάλῳ καὶ ἄτακτοϲ ὁ τοιοῦτόϲ ἐϲτιν : ὁμοίωϲ δὲ κἀπὶ
6247608 κοπιωντες
νεότητος ἔδωκεν τοῖς ἀνθρώποις Ζεύς ὠφελήθησαν * κάμνοντες : ὀκνοῦντες κοπιῶντες ἀμορβεύοντο : ἀντὶ τοῦ διηκονοῦντο , ἐθεραπεύοντο , ἐφέροντο
Πριόνος : διά . ἐγκονέοντες : σπουδάζοντες , σπεύδοντες , κοπιῶντες . τρόπην : η . Χρειώ : χρείαν .
6244985 διαφορουσι
ὁρμήσαντες , πρῶτον μὲν τὴν δύναμιν ἐκλύουσι καὶ τὴν φυσικὴν διαφοροῦσι θερμότητα : εἶθ ' οὕτως δὲ ἐπιταθέντες καὶ συγκοπὰς
αὐτοῦ παραλειπόμενον παχὺ , τοῦτο κατεσχηκότων , ἀναγκαῖον κεχρῆσθαι τοῖς διαφοροῦσι καὶ τοῖς παράγουσιν , ἵνα καὶ τοῦτο κενώσωμεν .
6238354 προσεχοντως
τοὺς θεούς . εἶθ ' ὅτι ἀσφαλέστατα ἂν οὗτοι καὶ προσεχόντως τὸν βίον διάγοιεν νομίζοντες ἔχειν ἐπισκόπους ἀεὶ πασῶν τῶν
εἰς τὸ κύτος ἀπωθεῖν . χόριον δὲ μὴ ἀναστομούμενον κατιάδι προσεχόντως διαιρεῖν τῷ δακτύλῳ προκοιλαίνοντά τι μέρος : προεκκεκριμένου δὲ
6233130 παχεις
τούτων δ ' ἧττον τρέφουσιν οἱ λευκοί τε ἅμα καὶ παχεῖς καὶ αὐστηροί , πάντων δ ' ἧττον οἱ λευκοὶ
τοῦτο γὰρ καὶ τοῖς κέρατα φοροῦσι ζῴοις συμβαίνει . Ὦμοι παχεῖς καὶ εὔσαρκοι πᾶσιν ἀγαθοὶ πλὴν τῶν ἐν δεσμοῖς ὄντων
6230261 ἐγνωκοσιν
, ἐπιγενομένης ἀφορμῆς σφισιν ἐθελέχθρως μὲν ἔχουσι καὶ πολεμῆσαι πάντως ἐγνωκόσιν οὐ μόνον ἀποχρώσης ἀλλὰ καὶ τὰ μάλιστα εὐπροσώπου ,
τῆς πόλεως ἐξελαθησομένους . ἀλλ ' ὑπὲρ μὲν τούτων ὡς ἐγνωκόσιν ὑμῖν τὰ δέοντα καὶ ποιήσουσιν , ὅσα προσήκει ,
6228644 ῥαφανιδεϲ
καθαίρει , ὅλη δὲ βρωθεῖϲα ἄνω τε καὶ κάτω . ῥαφανῖδεϲ δὲ τῶν προειρημένων ἔλαττον μὲν καθαίρουϲιν , ὠφελιμώτερον δέ
τάδε πρήϲϲουϲι , ἄλλοτε μὲν οἱ νήϲτιεϲ , ἄλλοτε δὲ ῥαφανῖδεϲ . φράϲω δὲ τόν τε τρόπον καὶ τὴν ὕλην
6225349 Ποτημα
αἵ τε ἀντίδοτοι , καὶ πάντων μᾶλλον ἡ θηριακή . Πότημα πρὸς κοιλιακούς . Ῥοιῶν γ συμμέτρων ἕψεται σίδια ,
καὶ καταπεσεῖται εἴπερ ἑάλῳ τῷ πάθει . [ ηʹ . Πότημα πρὸς τὸ γνῶναι εἰ ἀθεράπευτοί εἰσιν οἱ ἐπιληπτικοί .
6222644 ἀθετοι
καὶ ῥοδίνῳ , ἢ οἰνανθίνῳ , ἢ μηλίνῳ : οὐκ ἄθετοι δὲ οὐδὲ σπόγγοι , ὀξυκράτῳ δεδευμένοι : ταῖς δὲ
ὑγιεινῶϲ ἔχοντεϲ τὰ ϲώματα καὶ πολὺ αἷμα καὶ χρηϲτὸν κεκτημένοι ἄθετοι καὶ οἱ δυϲεμεῖϲ καὶ οἱ δειλοὶ τὸ ἦθοϲ τῆϲ
6221375 ναρκωτικοις
μὴ δύνασθαι καρτερεῖν τὸν πάσχοντα , μὴ ὡς πολλοὶ τοῖς ναρκωτικοῖς σκευαζομένοις θαρρήσῃς κολλουρίοις : πολλοὶ γὰρ καὶ αὐτὸ τολμήσαντες
δι ' ὑπερβολὴν πονῶν κινδυνεύει ὁ ἄνθρωπος , ἄμεινον τοῖς ναρκωτικοῖς χρῆσθαι : ἄλλως γὰρ οὐκ ἂν χρήσαιο αὐτοῖς .
6220592 φανερους
ὄχθῳ νεφέλην ἰδεῖν φασιν , ἐν ᾗ τοὺς Ἰνδοὺς οἰκεῖν φανερούς τε καὶ ἀφανεῖς καὶ ὅ τι βούλονται . πύλας
: τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ ἀσήμους , ἀντὶ τοῦ οὐ φανερούς . τὸ δὲ ” δυσκρίτως εἰρημένους “ ἀντὶ τοῦ
6218334 ἀτονοι
καὶ ῥοώδεις καὶ χολερικὰ πάθη καὶ κοιλίας ῥύσεις καὶ σφυγμοὶ ἄτονοι , ἁρμόσει οὖν τούτοις πάντα τὰ ψύχοντα καὶ στεγνοῦντα
φλέβεϲ φαίνωνται , ἐφ ' ᾧ ταχέωϲ ἀϲθενεῖϲ τε καὶ ἄτονοι γίνονται μὴ δυναμένηϲ τῆϲ φύϲεωϲ φέρειν τὸ βάροϲ ὥϲπερ
6214486 εὐηθεις
οἱ ἰδιῶται Τζάννους καλοῦσι , βαρβαρικοὺς ὄντας καὶ ὡς εἰκὸς εὐήθεις δι ' ἀπαιδευσίαν ] . ὁ δὲ τὸν σάνναν
τάφοις , ἔνιοι δὲ καὶ στέφειν τὰς στήλας ἄνθεσιν , εὐήθεις ἔτι καὶ παρὰ τὴν τελευτὴν διαμένοντες . εἰκάζειν οὖν
6213308 διαφωνοι
ἑνοειδῆ τὴν ἐξ αὐτῶν φωνὴν γενέσθαι καὶ οἷον μίαν : διάφωνοι δὲ , ὅταν διεσχισμένη πως καὶ ἀσύγκρατος ἡ ἐξ
βαρεῖς καλοῦνται , καὶ πάλιν τῶν οὐχ ὁμοφώνων οἱ μὲν διάφωνοι προσαγορεύονται οἱ δὲ σύμφωνοι , καὶ διάφωνοι μὲν οἱ
6212671 μαινομενοις
ῥα κελαινώπαν θυμὸν ἐφυβρίζει πολύτλας ἀνήρ , γελᾷ δὲ τοῖσι μαινομένοις ἄχεσιν πολὺν γέλωτα , φεῦ , φεῦ , ξύν
ὑπὸ σοῦ οἷον ἐνθουσιῶν . παραπλησίως γὰρ τοὺς ποιητὰς τοῖς μαινομένοις ἐνθουσιᾶν λέγεται . κέχρηται δὲ ἐπὶ τοῦ ἀρχόμενος παρατατικοῦ
6207979 κωμῳδω
γὰρ δύναται μεγάλα τοῖς σωφροσύνην διώκουσιν . Οὐκ ἐγώ σε κωμῳδῶ , ἀλλὰ Φαίδων , λέγων γεγονέναι σε κρείσσω καὶ
, τέμνω σοι τὸ κρέας , ἀναγινώσκω σοι Ἀλκαῖον , κωμῳδῶ σοι τοὺς Ἐπιτρέποντας : ὧν , ὡς ἔφαμεν ,
6207347 νευρωδεις
ἐστι παρέγχυσις αἵματος . Τί ἐστι πτερύγιον ; Αἱ δὲ νευρώδεις ἐπιφύσεις πτερύγια . γένεσις δὲ αὐτῶν ἐστιν ἐκ τοῦ
καὶ τῶν ἐν αὐταῖς διαφορῶν . μγʹ . Ῥῖνές εἰσι νευρώδεις καὶ χονδρώδεις ἀντιληπτικαὶ ὀσμῶν . μδʹ . Γλῶσσά ἐστι
6198845 εὐστοχους
θεωρητικούς , εὐφυεῖς , ζηλωτικούς , εὐεργετικούς , ἐπιλογιστικούς , εὐστόχους , μαθηματικούς , μυστηριακούς , ἐπιτευκτικούς , ἐπὶ δὲ
, τοὺς τοῖς ἔπεσι βάλλοντας , τῶν γνώσεων μετόχους καὶ εὐστόχους . . μετόχους . . δέδωκ ' ] αὐτοῖς
6196368 παροπτεον
ποθεν τὰς ἐν Λαμίᾳ πάσας . τὸ γὰρ σύνηθες οὐδαμοῦ παροπτέον . μαρτύρομαι τὸν φίλιον , ὦ Κράτων , Δία
ποθεν τὰς ἐν Λαμίᾳ πάσας . τὸ γὰρ σύνηθες οὐδαμοῦ παροπτέον . μαρτύρομαι τὸν φίλιον , ὦ Κράτων , Δία
6195396 σκοτωματικους
τούτοις καὶ ἡ ἀπόσχασις τῶν σκελῶν συνεχῶς γινομένη . Τοὺς σκοτωματικοὺς ἐν ἐπιτάσει μὲν γινομένους διεγερτέον τοῖς τε ἐπιτηδείοις ὀσφραντοῖς
ἐγκέφαλος αὐτοῦ μετ ' ἐλαίου καὶ ὀλίγης κεδρίας ἀλειφόμενος , σκοτωματικοὺς καὶ πᾶσαν κεφαλαλγίαν θεραπεύει . Ὁ δεξιὸς δὲ ὀφθαλμὸς
6195308 δεκτικοι
Πλάτων ἔσται καὶ Ἀλκιβιάδης ὁ Σωκράτης , ἐπειδὴ καὶ οὗτοι δεκτικοί εἰσιν ἐπιστήμης : εἰ γὰρ μὴ εἴη ὁ Σωκράτης
γὰρ φύσει τὰς τέχνας ἔχομεν , καίτοι φύσει ὄντες αὐτῶν δεκτικοί . ὅτι δὲ μὴ φύσει τὸ ἐξ ἔθους ,
6190361 ἀφελεις
δυνάμεως καὶ ῥυθμοῦ . Καὶ τοῖς ὀνόμασι δὲ χαίρουσιν οἱ ἀφελεῖς ἀπὸ ἑτέρου ἐπὶ ἕτερον αὐτὰ μεταφέροντες , ὡς καὶ
καὶ μάλιστά γε τούτῳ πρόσεχε , ὅτι οὐκ ἐπισημαίνονται οἱ ἀφελεῖς ἄνδρες τὰς δυνάμεις , ἀλλ ' αὐτὰς ἐφ '
6183929 χαυνους
τολμῶσι . τὰ δὲ τῶν κολακευομένων ἐμφυσομένων τῇ κολακείᾳ , χαύνους καὶ κενοὺς ποιοῦντα , πάντων ἐν ὑπεροχῇ παρ '
κατὰ τὸ σῶμα ἡδονῶν ἢ τὰς τῆς ψυχῆς ἀραιὰς καὶ χαύνους ἐπάρσεις καθιεροῦν ὡς ἅγια , τὰ φύσει βέβηλα καὶ
6180846 βρομωδεις
ἐμεῖν οἴνου γλυκέος πίνοντας καὶ φεύγειν μὲν τὰς κνισσώδεις καὶ βρομώδεις προσφορὰς καὶ πάσας τὰς εὐφθάρτους , αἱρεῖσθαι δὲ τὰς
καὶ μὴν ἀνορεξίας καὶ πλάδους , ἐρυγάς τε ἀηδεῖς καὶ βρομώδεις παρέχει , εἰλεοῦ τε καὶ χορδάψου γεννητικὸν , πληθώρας
6179351 ἐπιφοιτωντας
πολλοὺς καὶ μεγάλους , ὁμοίως τοῖς Ὑρκανοῖς , καὶ τοὺς ἐπιφοιτῶντας αὐτῶν τῇ χώρᾳ Ἰνδικοὺς βόας δι ' αὐτῶν θηρῶσι
τὰ πολλὰ καταμένει μόλις τὰς κλισιάδας ὑπερβαίνων ἢ διὰ τοὺς ἐπιφοιτῶντας συνεχέστερον ἔξω πόλεως προελθὼν ἐν μοναγρίᾳ ποιεῖται τὰς διατριβὰς
6176745 γυμναστας
ἂν μαχέσαιτο παγκράτιον καθωπλισμένος ; ” ἐπειδὴ νόμος ἦν τοὺς γυμναστὰς γυμνοὺς εἰς τὸν ἀγῶνα εἰσέρχεσθαι . παρ ' ἀνδράσι
γυμναστὴς ἐν Ὀλυμπίᾳ . Λακεδαιμόνιοι δὲ καὶ τακτικὴν ἐβούλοντο τοὺς γυμναστὰς εἰδέναι μελέτην τῶν πολεμικῶν τοὺς ἀγῶνας ἡγούμενοι , καὶ
6172078 μεταδιδοασιν
τὰς ἐκείνης εὐεργεσίας σφετερίζεσθαι τολμῶσι καὶ ὡς αὐτοὶ πάντων αἴτιοι μεταδιδόασιν οὐδενὸς οὐδενί , μισανθρωπίαν ὁμοῦ καὶ ἀσέβειαν ἀσκοῦντες .
κατηγορεῖσθαι , εἴ γε αἱ διαφοραὶ τοῦ οἰκείου ὀνόματος οὐ μεταδιδόασιν : οὐδεὶς γὰρ λέγει ὅτι ἄνθρωπος λογικότης . πρὸς
6169553 περιελαυνειν
. σπονδαρχεῖν τὸ προπίνειν φιλοτησίας . τὰς κύλικας ἐν κύκλῳ περιελαύνειν , πυκνὸν ὑποψεκάζειν . καὶ πότος μεταδόρπιος , καὶ
. ὁ δὲ Κῦρος τοὺς παρ ' ἑαυτῷ ἱππέας καταλειφθέντας περιελαύνειν ἐκέλευε τὸ στρατόπεδον , καὶ εἴ τινας σὺν ὅπλοις
6164736 ἀπεσθιειν
φιλῶ , χαίρω λαγώοις ἐπ ' ἀμύλῳ καθημένοις . ὅτι ἀπεσθίειν τὸ μὴ ἐσθίειν ὁ κωμικός που Θεόπομπός φησιν .
, καλὲ ὀνοματοθήρα , ἀλλὰ μὴ ἐσθίειν : τὸ γὰρ ἀπεσθίειν οὕτως εἴρηκεν ἐν Φινεῖ ὁ κωμῳδιοποιὸς Θεόπομπος : παῦσαι
6164544 προσταττουσιν
, ὅσα οἱ νόμοι προστάττουσιν τοὺς προσήκοντας ποιεῖν , ἡμῖν προστάττουσιν καὶ ἀναγκάζουσιν ποιεῖν , ὦ ἄνδρες δικασταί . Μακαρτάτῳ
τοῖς κεφαλαίοις , ὅτι κατὰ τῶν μὴ ποιησάντων , ἃ προστάττουσιν οἱ νόμοι , νομοθετοῦντες καὶ τὸ πῶς , διδόασιν
6162705 ηὐτυχησαν
ἀξιοῦσι καθιστάναι , τῶν δὲ συμμάχων ἐλευθέρων ὄντων , ἐπεὶ ηὐτύχησαν , δεσπόται ἀναπεφήνασιν . ἀλλὰ μὴν καὶ οὓς ὑμῶν
ἀλλ ' ὅμως , φησὶ , καὶ οὗτοι ἄπταιστον οὐκ ηὐτύχησαν βίον . ὁ μὲν γὰρ Κάδμος εἰς ὄφιν μεταβαλὼν
6159984 ἁρμοττουσι
ὑδατώδους αἵματος , καὶ αἱ μὲν ἄδηκτοι πυρίαι τοῖς δακνώδεσιν ἁρμόττουσι χυμοῖς , αἱ δὲ δακνώδεις , ἐπειδὴ λεπτύνουσι ,
τῶν ἐναντίων τόπων κατασκευάσομεν . οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι ἁρμόττουσι καὶ πρὸς τὰς μυθικὰς διηγήσεις τάς τε ὑπὸ τῶν
6159493 ἀδιδακτως
πάντα κωπήρη στόλον , οἱ Ἕλληνες δὲ οὐκ ἀβούλως καὶ ἀδιδάκτως κύκλοθεν ἔτυπτον τοὺς Πέρσας , ἔπιπτον δὲ αἱ νῆες
σκοπῶμεν δὲ τὸν τρόπον τοῦτον . τὰ αἰσθητὰ ὡς αἰσθητὰ ἀδιδάκτως ἡμῖν λαμβάνεται : οὐθεὶς γὰρ τὸ λευκὸν ἢ τὸ
6159462 ἀπολλυουσιν
ὑπὸ τοῦ πολλὰ ἀκούειν μεταξὺ λεγόμενα καὶ τὴν ἐλπίδα αὐτῶν ἀπολλύουσιν ἀπαγορεύοντες . αἰανὸς δὲ κόρος λέγεται οὐχ ὅτι αὐτὸς
γὰρ τοὺς κεκτημένους , ὥσπερ κἀκεῖναι τοὺς ἐμπιστεύσαντας αὐταῖς ἑαυτοὺς ἀπολλύουσιν : ἡ δ ' ἄχθος οἴκων : τί φὴς
6147877 ἀνειμενους
ἀπὸ τοῦ βραχίονος κατατεταγμένους , τοὺς δὲ ἀπὸ τοῦ πήχεος ἀνειμένους : ἔστωσαν δὲ μὴ παχέες οἱ νάρθηκες : ἀναγκαῖον
καὶ ἑτοιμότεροι πρὸς τὰς ἱερὰς ὑπουργίας ὦσι , σφιγγομένων τοὺς ἀνειμένους κόλπους τῶν χιτώνων , τὰ δ ' , ὅπως
6147143 γογγυζειν
καὶ κύκνους ᾄδειν , καὶ τρυγόνας τρύζειν , καὶ περιστερὰς γογγύζειν , καὶ κορώνας κρώζειν , καὶ κολοιοὺς κλώζειν ἢ
τονθορύζειν καὶ τονθρύζειν : τετρασυλλάβως καὶ τρισυλλάβως . σημαίνει τὸ γογγύζειν . ὑπόξυλος ποιητής , ῥήτωρ , φίλος καὶ τὰ
6144318 ληθαργικους
λῆξαι τὸ ἄλγημα κηρωτῇ ῥοδίνῳ μετὰ ψιμυθίου χρηστέον . τοὺς ληθαργικοὺς καὶ τοὺς ἐν ὀξέσι νοσήμασι λουτέον . ἐλαίου δὲ
καὶ φακοὺς ἐκλεαίνει . τὸ δὲ θεῖον ὀρθόπνοιαν διαλύει καὶ ληθαργικοὺς ὑποθυμιώμενον ἀνίησιν . ἡ δὲ ἄσφαλτος ἐπιληπτικοὺς ἐκταράσσει :
6139716 ἁρμοζουσι
χῶμα ἐπὶ τοὺς ὤμους αὐτῆς ἔκειτο . Ταῦτα δὲ πάντα ἁρμόζουσι τοῖς ἐγγὺς θανάτου οὖσι , καὶ ἀῤῥωστοῦσιν , ἢ
οὖν τῆς Σελήνης τοῖς ἀγαθοποιοῖς ἢ μαρτυρουμένης καὶ ἐν τοῖς ἁρμόζουσι ζῳδίοις κάλλιστον ταῦτα ποιεῖν , καὶ μάλιστα ἐν τοῖς
6137535 Χρησιμον
εὑρίσκεται ἐγγινόμενον , οἷον γλοιός , ἀπὸ τῆς ὕλης . Χρήσιμον δ ' ἐς πολλὰ τῶν μύρων ἐστί , θυμιῶσί
τὰς τέσσαρας χώρας μεταβαίνοντος , πρώτην δευτέραν τρίτην τετάρτην . Χρήσιμον δ ' ἐστὶν ἐνταῦθα γινομένους τὴν Πλατωνικὴν εὐκαίρως διαπτύξαι
6133595 βεβρωμενους
ἅμα γὰρ τῷ καίεσθαι στερεοῦται . [ στʹ . Πρὸς βεβρωμένους ὀδόντας . ] Πρὸς τοὺς δὲ βεβρωμένους ὀδόντας ἔμβαλε
μίξας μετὰ κρόκου ὠοῦ λάβε συχνόν . [ Πρὸς ὀδόντας βεβρωμένους . ] Ἀρσενικὸν , πέπερι , τυρὸν , ἄσβεστον
6129762 ὑπερτελειοι
ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀνδρείους , οἵτινες καλοῦνται τέλειοί τε καὶ ὑπερτέλειοι , καὶ τοὺς κιθαριστηρίους δὲ καὶ τοὺς δακτυλικούς .
αὕτη : τῶν ἀριθμῶν οἱ μέν εἰσι τέλειοι οἱ δὲ ὑπερτέλειοι οἱ δὲ ἐλλιπεῖς , οἵτινες καὶ ἀτελεῖς καλοῦνται .
6127196 βεβουλευνται
δεήσει , ἐν ᾗ ἄμεινον ἂν ἴσως βουλεύσαιντο ἢ νῦν βεβούλευνται , παραδόντες ἑαυτοὺς ἡμῖν ταμιεύεσθαι ὥσθ ' ὁπόσοις ἂν
γὰρ ἐν καλῷ φρονεῖν . Ἦ ταῦτα δή με καὶ βεβούλευνται ποεῖν ; Μάλισθ ' : ὅταν περ οἴκαδ '
6126697 προσηκονθ
μὲν μήτε φοβεῖσθαι μηδὲν μήθ ' ἅν τις λέγοι δεινὰ προσήκονθ ' αὑτοῖς ἡγεῖσθαι , τοὺς δὲ πλησίον ὄντας τῶν
' ὅπως τἀληθῆ . ὑμεῖς δ ' ἀποδυράμενοι καὶ τὰ προσήκονθ ' ὡς χρὴ καὶ νόμιμα ποιήσαντες ἄπιτε . Ἀλλ
6124753 ὑβριζουσι
κατηγοροῦσι . Τοῖς μὲν γάρ φησιν , ὡς οἱ δεῖνες ὑβρίζουσί σε καὶ διαβολὴν τούτων πρὸς αὐτοὺς ποιοῦνται : τοῖς
κατηγοροῦσι . τοῖς μὲν γάρ φασιν , ὡς οἱ δεῖνες ὑβρίζουσί σε καὶ διαβολὴν τούτων πρὸς αὐτοὺς ποιοῦνται . τοῖς
6123177 οἰκοσιτους
τὸ μή συνάγειν γυναῖκας μηδὲ δειπνίζειν ὄχλον , ἀλλ ' οἰκοσίτους τοὺς γάμους πεποιηκέναι . Ἂν ἔτι πιεῖν μοι δῷ
ὦ Λάχης , ἀστεῖον ἐπιτήδευμα κρίνω τῷ βίῳ . Οὐκ οἰκοσίτους τοὺς ἀκροατὰς λαμβάνεις . Φιλόμουσον εἶν ' αὐτὸν πάνυ
6119022 κενοδοξους
ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ
ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ
6109409 φαινομεθα
τὸν πρόσθε . τὸν τὴν αἴσθησιν θέμενον εἶναι ἐπιστήμην . φαινόμεθά μοι κτλ . πάλιν ἐν τούτοις πρόκειται τῷ Σωκράτει
τε καὶ ὑμεῖς , ἢ πῶς ; Τὰ μὲν ἔμοιγε φαινόμεθά πως , τὰ δ ' οὐδαμῶς . Ἆρ '
6108347 προσνεμοντας
τῶν ἐμφερομένων ἀκριβοῦς ἐρεύνης ἑκάστῳ τῶν εὑρεθέντων τὴν οἰκείαν χώραν προσνέμοντας ὡς ἀψευδῆ φιλοσοφίαν μετιόντας ἐπαινετέον . Μωυσῆς γοῦν τοῖς
- τέον τοὺς ταῦτα ὡς ἀναγκαῖα τῷ τοῦ φιλοσόφου λόγῳ προσνέμοντας ; Μή τι οὖν καὶ τὸ ἐν Δελφοῖς παράγγελμα
6101638 ἐπιτρεπωσιν
τί μήν ; ἔφη . Ἂν δὲ δὴ αὐτῷ μὴ ἐπιτρέπωσιν , ἆρ ' οὐ τὸ μὲν πρῶτον ἐπιχειροῖ ἂν
τῇ πάσῃ πόλει μὴ ἐκείνων ἀποχωρησάντων Ἀθηναῖοι ἐλθόντες σφίσιν οὐκ ἐπιτρέπωσιν , ἢ Θηβαῖοι , ὡς ἔνορκοι ὄντες κατὰ τὸ
6101457 ἀνελευθερους
ψυχὰς καὶ θρασείας ποιεῖ , τὰ δὲ ταπεινάς τε καὶ ἀνελευθέρους . ὡς δ ' αὕτως ἡ τῶν χρημάτων καὶ
διὸ δὴ καὶ ταύτας μὲν δουλοπρεπεῖς τε καὶ διακονικὰς καὶ ἀνελευθέρους εἶναι περὶ σώματος πραγματείαν , τὰς ἄλλας τέχνας ,
6095970 νοσωδεις
: εἰσὶ δὲ καὶ κινήσεις καὶ γενέσεις τοιαίδε , ἤτοι νοσώδεις ἢ θηριώδεις , αἳ καὶ παρὰ φύσιν , οἷον
ἀλλὰ μετὰ προσθήκης καὶ προσδιορισμοῦ θηριώδεις φύσεις καὶ ἕξεις καὶ νοσώδεις . ταὐτόν ἐστιν κίνησις καὶ γένεσις . καὶ ἡ

Back