ἀνευρύνουσι τὰ τραύματα . Τινὲς δὲ οἴονται , τοὺς μεμασσημένους ἀντιπαθές τι ἔχειν ἀπὸ τῆς τῶν μεμασσηκότων νηστείας : οὐ
μὴ πεφυκὸς ἡνώθη . τὸ δὲ ἐν κώλοις ἀσυνάρτητον τοῦτο ἀντιπαθές , ἐναντίοις ποσὶν ἡνωμένον . Τὸ βʹ προσοδιακὸν ἀπὸ
5714751 ἐμβαμμα
οἱ δ ' Ἀττικοί , ὦ Συραττικὲ Οὐλπιανέ , καὶ ἔμβαμμα λέγουσιν , ὡς Θεόπομπος ἐν Εἰρήνῃ : ὁ μὲν
. ὁ μὲν ἄρτος ἡδύ , τὸ δὲ φενακίζειν προσὸν ἔμβαμμα τοῖς ἄρτοις πονηρὸν γίγνεται . ἄχθομαι δ ' ἀπολωλεκὼς
5371061 ὑπεροπτικον
καὶ ἐν τοῖς ἰδίοις μου πολίταις ὁρῶ οὐχ ὑπέρλαμπρον καὶ ὑπεροπτικόν , ἀλλὰ μέτριός τις καὶ χρηστὸς τυγχάνω . ἡ
καὶ ἐν τοῖς ἰδίοις μου πολίταις ὁρῶ οὐχ ὑπέρλαμπρον καὶ ὑπεροπτικόν , ἀλλὰ μέτριός τις καὶ χρηστὸς τυγχάνω . ἡ
5208829 δυσιατον
διεφθαρμένον , ἢ συστὰν ἐπὶ πλεῖον τίκτει πάθος ἢ νόσον δυσίατον , συνδιαφθείρουσαν καὶ τὴν κατὰ φύσιν τροφὴν ἢ καὶ
' ἐν δόμοισι τοῖσδε μήδεται κακόν , ἄφερτον φίλοισιν , δυσίατον : ἀλκὰ δ ' ἑκὰς ἀποστατεῖ . τούτων ἄιδρίς
5165678 γελοιαζειν
σκῶμμα , τωθασμός . ῥήματα δὲ παίζειν , γελᾶν , γελοιάζειν , κομψεύεσθαι , χαριεντίζεσθαι , στωμύλλεσθαι , σκώπτειν ,
ἀπὸ πάσης εὐθυμίας καὶ πληρώσεως τὸ καυχᾶσθαι καὶ σκώπτειν καὶ γελοιάζειν , ἀπὸ δὲ τῆς ἀλλοι - ούσης τὴν γνώμην
5107359 ἡδυσμα
μᾶλλον ἐσπούδασαν ἢ περὶ τὴν τροπικήν , ταύτην δὲ ὥςπερ ἥδυσμα παρελάμβανον , σύνθεσίν τε ὀνομάτων ὁμοίαν ἅπαντες ἐπετήδευσαν τὴν
Ἡ χρῆσις δ ' ὄξους πλείστη κατὰ τὰς διαίτας : ἥδυσμα γὰρ τὸ κάλλιστον τοῖς ὄψοις , καὶ πολλὰ οὐκ
5046638 Ἰδιον
ὅρος βίαιος , ἑτέρα μετάληψις : ποιότης καὶ γνώμη . Ἴδιον δὲ ἀντινομίας κεφάλαιον παρὰ τὴν ἐν τῷ ῥητῷ καὶ
μὲν εὐφώνους , τοὺς δὲ τελείως ἰσχνοφώνους ὁμολογεῖται γίγνεσθαι . Ἴδιον δὲ καὶ τὸ περὶ τὰ ἔντερα τῶν προβάτων :
5014696 γελωτοποιειν
καὶ ἐνέδρας σημαίνουσιν . [ τὸ δ ' αὐτὸ ποιεῖν γελωτοποιεῖν μιμολογεῖν ὑποκρίνεσθαι καὶ ἐξαπατῆσαί τινας σημαίνει . ] ᾄσματα
ὡς ἀμυδρὸν βλέπειν : ἀποκαθῆσθαι δὲ ἐν τοῖς κουρείοις καὶ γελωτοποιεῖν . . . : περὶ δὲ τὴν Μολοσσίδα οἱ
5002442 καμπυλης
ἄξονα . ὁριστέον δὲ κατὰ Ἀπολλώνιον καὶ τάδε : πάσης καμπύλης γραμμῆς ἐν ἑνὶ ἐπιπέδῳ οὔσης διάμετρος καλείσθω εὐθεῖά τις
ὀλίγας ἡμέρας . Πτωχικοῦ βακτηρίου . Βακτηρία δὲ Περσὶς ἀντὶ καμπύλης . Κοπίδι τῶν μαγειρικῶν . Ἐγὼ δ ' ἀπολοπίζειν
5002435 ἀηδες
στρούθεον ἔμιξα , κνῆκόν τε σχιστὴν , ἐπί τε ψύλλιον ἀηδὲς , ἄγχουσάν τ ' ἐρυθρὴν , ἰδὲ χάλκιμον :
καὶ θεῶν ἆρ ' ἐστὶν ἀγαθὸν μὲν καὶ καλόν , ἀηδὲς δέ , δύσκλεια δὲ τἀναντία ; ἥκιστα , ὦ
4976388 ὠφελιμον
πατήρ : τὸν βόσκοντα γὰρ εὐλογῶ , τὸν δ ' ὠφέλιμον ἐμοὶ πατέρος ὄνομα λέγω Φοῖβον τὸν κατὰ ναόν .
ἀπεκρίνατο , ἄλλος δὲ τὸ δέον , ἕτερος δὲ τὸ ὠφέλιμον , ὁ δὲ τὸ λυσιτελοῦν . ἐπανῄειν δὴ ἐγὼ
4969404 γογγυλης
ταῖς ὁπλαῖς , καὶ καταδεσμευομένη . τὸ δὲ σπέρμα τῆς γογγύλης μετὰ ἔτη τρία κράμβην φέρει , καὶ ἀνάπαλιν .
τὸ βοήθημα ὄξους , βαλανείου , ὀσπρίων , λαχάνων , γογγύλης καὶ τῶν ἄλλων , ὅσα πνεύματα τίκτειν δύνανται .
4959905 οἰνουσθαι
τοίνυν τὸ μεθύειν διττόν , ἓν μὲν ἴσον τι τῷ οἰνοῦσθαι , ἕτερον δὲ ἴσον τῷ ληρεῖν ἐν οἴνῳ .
ὅπερ ἐστὶ ἁμάρτημα καὶ φαύλου ἴδιον , ἕτερον δὲ τὸ οἰνοῦσθαι , ὅπερ καὶ εἰς σοφὸν πίπτει . : [
4910886 μαγιδας
μάγειρον , ὃς οὕτω , φησί , λέγεται παρὰ τὸ μαγίδας αἴρειν ἤγουν προςφέρειν . Ἔτι λέγει καὶ δοκόν τὴν
πρὸς θυσίαν φερούσης , ὡς παρὰ Σοφοκλεῖ εἴρηται τὰς Ἑκαταίας μαγίδας δόρπων . Κρατῖνος δ ' ἐν Βουσίριδι εἴρηκεν ὁ
4904952 ἐπιεικειας
διά τινος ἐπιπλάστου [ καὶ ] ἀγαθοῦ ἤθους καὶ ὑποκρίσει ἐπιεικείας πιστευθέντα οὕτω κλέψαι , ἐὰν δὲ Ἄρης δυνάμει καὶ
ἐκ τῶν πρεσβυτέρων τε καὶ τῶν πεῖραν ἤδη δεδωκότων τῆς ἐπιεικείας τοὺς προνοησομένους τοῦ κοινῇ συμφέροντος ὀνομάζων ἠξίου ποιεῖν ὑπάτους
4855426 μεταφυτευειν
. τὸ δὲ σεῦτλον ἰδίως , καὶ τὸ μολόχιν ἰδίως μεταφυτεύειν . Μηνὶ Αὐγούστῳ σπείρεται ἔντυβον , καὶ σευτλομόλοχον ,
: ἐωμένη γὰρ ἐξαύξεται καὶ ἀπολοχμοῦται . δεῖ δὲ καὶ μεταφυτεύειν πολλάκις : καὶ γὰρ οὕτω φασὶ κάλλιον γίνεσθαι τὸ
4853289 ἀμαθες
οἴονταί τινες , οὐδὲ μεγαλόφρον , ἀλλ ' ἀνόητον καὶ ἀμαθές . οὐχ ὁρᾶτε τοῦ ξύμπαντος οὐρανοῦ καὶ τῶν ἐν
. εἶθ ' οὑμός , ἱερόσυλε , νῦν τρόπος ποεῖ ἀμαθές τι ; συντρίβει σε . τῆς παρρησίας . ἀλλ
4826679 δικανικης
, παρόσον τῆς ἐγκωμιαστικῆς τέλος ἐστὶ τὸ καλὸν τῆς δὲ δικανικῆς τὸ δίκαιον , οὐκ ἔσται δίκαιον τὸ καλὸν μὲν
θελήσαιμεν . κυρίως μὲν γὰρ τὸ τῶν ἀγώνων ὄνομα ὑπὸ δικανικῆς ὑποθέσεως τέτακται , ἐπειδὴ πρὸς ἀλλήλους ἀγωνίζονται περὶ τῆς
4819789 ἐγγενομενα
τῆς προκειμένης τηρήσεως : ἀμφιβαλλομένων γάρ τινων τὰ τοῦ λόγου ἐγγενόμενα μετά τινος φυσικῆς παρακολουθήσεως ἀποστήσει τὸ οὐ δέον τῆς
γίνεται δὲ τοῦτο καὶ φύσει ἐνίῃσι , καὶ ἢν ἕλκεα ἐγγενόμενα μεγάλας οὐλὰς ἐγκαταλίπῃ , καὶ ἢν λεῖαι ἔωσιν ,
4801170 χαρακτηρικα
πικραίνειν ὡς ἐπὶ τὸ πολύ : ταῦτα γάρ ἐστιν ἐκείνου χαρακτηρικὰ τοῦ πλάσματος παρ ' αὐτῷ καὶ τὰ παραπλήσια τούτοις
σχημάτων καινότης καὶ τὸ τῆς ἀκολουθίας ὑπεροπτικὸν καὶ τἆλλα ὅσα χαρακτηρικὰ τῆς ἀκομψεύτου τε καὶ αὐστηρᾶς ἐπελογισάμην ὄντα ἁρμονίας .
4793021 παλαιουμενον
χολωδεϲτέρου . διαφορεῖ δὲ τὸ γλυκύτατον ἔλαιον θερμὸν καὶ μᾶλλον παλαιούμενον τοῦτο καὶ τὸ Ϲικυώνιον . εἰ δὲ παχύτερον εἴη
εἶναι ὥσπερ τὸ θεῖον , ἀλλὰ τῷ τὸ ἀπιὸν καὶ παλαιούμενον ἕτερον νέον ἐγκαταλείπειν οἷον αὐτὸ ἦν . ταύτῃ τῇ
4789908 βωμολοχια
καὶ ὁ ἔχων αὐτὴν εὐτράπελος , ἡ δ ' ὑπερβολὴ βωμολοχία , ὑπερβαλλόντως τινὸς χρωμένου τῷ γελοίῳ καὶ οὔτε ὡς
ἡ εὐτραπελία καὶ ἐπιδεξιότης , ἧς παρ ' ἑκάτερα ἡ βωμολοχία καὶ ἡ σκληρότης καὶ ἡ ἀγριότης ἐστίν : ἄμφω
4778840 εὐτελειας
καὶ ἔτι ἐν ἄλλοις . Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας : πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον
ἢ ὡς βούλει χρῶ , μηδὲν εὐλαβούμενος μηδὲ καταφρονῶν τῆς εὐτελείας : δίδου δὲ ἑπτὰ τὸν ἀριθμόν . Εἰ δὲ
4775619 πεπτικον
ϲτέατι . καὶ τὸ ἀνήθινον δὲ ἔλαιον διαφορητικόν ἐϲτιν καὶ πεπτικὸν ὠμῶν χυμῶν καὶ ἀπέπτων ὄγκων : καὶ πίττα ϲυμπέττει
τὰ κέρατα ῥυπτικὰ μέν ἐϲτιν , οὔτε δὲ ἀνώδυνον οὔτε πεπτικὸν ἔχει τι , ψυχρὰ καὶ ξηρὰ ταῖϲ κράϲεϲιν ὑπάρχοντα
4773996 μαργαινειν
γὰρ τὸ πλατὺ σκαφεῖον . μακεδνῆς μηκεδανῆς , μακρᾶς . μαργαίνειν ἐνθουσιᾶν καὶ οἱονεὶ μαίνεσθαι . μαρμαρυγάς τὰς συνεχεῖς τῶν
ῥάπτεις . . . ; . , : Τὸ δὲ μαργαίνειν , ὅ ἐστι μαίνεσθαι , καὶ ὁ πρωτότυπος αὐτοῦ
4773282 πραοτητος
: τοῦτο δὲ οὐκ ἀναισθήτου . Μετὰ τὴν μεγαλοψυχίαν περὶ πραότητος διαλέγεται , ὡς καὶ αὐτῆς περὶ τιμὴν οὔσης .
λαμβάνειν γὰρ πάντες ἡσσῶνται βροτοί οὐκ ἔστιν ἐπιτήδευμα χρησιμώτερον τῆς πραότητος εἴθ ' ὤφελεν τὸ κάλλος ὅ με διώλεσεν κακῶς
4771313 ἐπικερδες
ὁ κίνδυνος , νικῶσι δὲ οὐ μέγα τὸ ἔργον οὐδὲ ἐπικερδές . ” εἶναι δ ' ἄλογον κινδυνεύειν ἐπὶ ὀλίγοις
λέγοντες . ὅμοιοι . τὸ λάθρα κατά τινος φέρεσθαι . ἐπικερδές . ὑπάρχει τῷ ποιοῦντι . Τί μάλα τοῦτο ]
4759520 ἀγχινοιας
, καὶ ἐν ὑπολήψει παρὰ τοῖς ὄχλοις φρενῶν τε καὶ ἀγχινοίας καὶ βίου σώφρονος , ὁ δὲ Βαλβῖνος γενόμενος μὲν
τέχναι , συνεργὸν πρὸς τὴν ἀπόδειξιν τῆς φυσικῆς τῶν ἀνθρώπων ἀγχινοίας γενόμενον ὥσπερ κεκρυμμένην αὐτὴν εἰς φῶς προήγαγε : τοὺς
4756203 περιπετειας
μὲν δὴ περὶ τὴν Ὁρατίων οἰκίαν γενόμενα θαυμαστὰς καὶ παραδόξους περιπετείας λαβόντα τοιούτου τέλους ἔτυχεν . Ὁ δὲ Ῥωμαίων βασιλεὺς
ἑαυτοὺς ἀπηλλάχθαι . διὸ καὶ τοῖς ἐπιγινομένοις παραδοσίμου γεγενημένης τῆς περιπετείας , ἀεὶ τοὺς χειμαζομένους τῶν πλεόντων εὐχὰς μὲν τίθεσθαι
4752990 Ὁμηρικη
ἁπλῶς ὅτι ἑξάμετρον δακτυλικὸν καταληκτικόν , οὐδὲ ὅτι ἥδε ἡ Ὁμηρικὴ ἀνάπαυσις ἢ ὅδε ὁ ῥυθμὸς ἢ ἥδε ἡ συνθήκη
ἣν καὶ μεταλαμβάνομεν τὰς προκειμένας συντάξεις . ἐντεῦθεν γοῦν ἡ Ὁμηρικὴ ποίησις ἀπροσδεής ἐστι τῆς συνθέτου χρήσεως , καθὸ γινώσκει
4748202 ῥοδη
ἀμυγδάλῳ : τὸ μέντοι δένδρον θέλει περισπᾶν , ἀμυγδαλῆ καὶ ῥοδῆ . καὶ Ἀρχίλοχος : ῥοδῆς τε καλὸν ἄνθος .
ἀμυγδάλῳ : τὸ μέντοι δένδρον θέλει περισπᾶν , ἀμυγδαλῆ καὶ ῥοδῆ . καὶ Ἀρχίλοχος „ ῥοδῆς τε καλὸν ἄνθος „
4738048 ὑφαντικη
' αὐτὸ παραδώσει , προστάττουσα καὶ ἐπιστατοῦσα αὐτή , καθάπερ ὑφαντικὴ τοῖς τε ξαίνουσι καὶ τοῖς τἆλλα προπαρασκευάζουσιν ὅσα πρὸς
ὑγιαίνειν ποιήσει , ἡ δὲ σκυτικὴ ὑποδεδέσθαι , ἡ δὲ ὑφαντικὴ ἠμφιέσθαι , ἡ δὲ κυβερνητικὴ κωλύσει ἐν τῇ θαλάττῃ
4735661 καταπυγοσυνης
ἐπὶ πορνείᾳ καὶ ἀσελγείᾳ . τελευταῖον τῶν διμέτρων ἀναπαιστικῶν . καταπυγοσύνης ] βδελυρίας . , πορνικῆς διαθέσεως , ἀναισχυντίας .
παρατέλευτον λέγεται . Ἀντιμάχου ] οὗτος λίαν πόρνος ἦν . καταπυγοσύνης ] πορνείας . ⌈ ἀναπλήσει / [ καταπλήσει ]
4734896 δικαιουμεν
ὀφείλοντας χρέα καὶ μὴ δυναμένους διαλύσασθαι πάντας ἀφεῖσθαι τῶν ὀφλημάτων δικαιοῦμεν : καὶ εἴ τινων ἤδη τὰ σώματα ὑπερημέρων ὄντων
τῶν ὑποσχέσεων , αὐτοί γέ τοι λαβεῖν τοῦτ ' οὐ δικαιοῦμεν , ἀλλ ' ἐπειδὴ παρὰ δόξαν ἡμῖν ἀπήντηται πρᾶγμα
4734881 τετριφθαι
ἐδιχοτόμουν . οἰμωγὴ ] θρῆνος . ὁμοῦ ] σὺν τῷ τετρίφθαι . πελασγίαν ] Ἑλληνικήν . ἅλα ] θάλασσαν .
οὐκ ἔστιν . ἡταιρηκότος : ἐπειδὴ ἐκείνων δοκεῖ ἡ κόπρος τετρίφθαι ὡς ἡταιρηκότων . ἡταιρηκότος : ἴσως ἵνα τοῦ τρίβειν
4734257 συνευχεσθαι
ἀλλήλοις τῶν τις βουλευτῶν ἐπισπάσας , Ποπίλιος Λαίνας , ἔφη συνεύχεσθαι περὶ ὧν ἔχουσι κατὰ νοῦν , καὶ παρῄνει ἐπιταχύνειν
δὲ αὐτός τε καὶ ὃν ἂν ἐθέλῃ μετ ' αὐτοῦ συνεύχεσθαι . ταῦτα δὲ γιγνόμενα τῶν τοιῶνδε χάριν ἔστω .
4730191 τραγοριγανου
ἢ ἀβρότονον ἢ ἀψίνθιον ἢ Συριακῆς νάρδου ἀπόβρεγμα ἢ Κρητικῆς τραγοριγάνου : παχέος δὲ καὶ γλίσχρου , | ῥαφανῖδας μετ
δ ' ἶσον ἀποτμήξειας ὀποῖο : πολλάκι δ ' ἀγροτέρης τραγοριγάνου ἠὲ γάλακτος πηγνυμένου κορέοιτο νεημέλκτῃ ἐνὶ πέλλῃ . Ἢν
4714004 μαρτυσι
καὶ διότι πιστότερόν ἐστι βάσανος μαρτύρων : τοῖς μὲν γὰρ μάρτυσι συμφέρει πολλάκις ψεύσασθαι , τοῖς δὲ βασανιζομένοις λυσιτελεῖ τἀληθῆ
παρακεκλημένους ἢ ἔργον τὸ καταψευδομαρτυρεῖν ποιουμένους . ἀντιτάξομεν δὲ τοῖς μάρτυσι καὶ τὰ εἰκότα λέγοντες , ὅτι ταῦτα μὲν οὐδέποτε
4707705 θυμελικοις
Ἀφροδίτη ἡ μὲν πάνδημος ἀγύρταις καὶ καπήλοις καὶ ζυγοστάταις καὶ θυμελικοῖς καὶ † ἰατροῖς † καὶ σκηνικοῖς πᾶσι καὶ ἑταίραις
μὴ οὐχὶ πολλὰ ἔχοντα . ἀγαθὸν δὲ καὶ σκηνικοῖς καὶ θυμελικοῖς καὶ πᾶσι τοῖς εἰς ὄχλον καθιεῖσιν ἑαυτούς : τιμὴν
4695983 ὑπνοποιος
ὑστέρας , Φιλουμένου πʹ . Πεσσὸς ἀνώδυνος παʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς ἀνώδυνος , σκληρίας πάσης μαλακτικὸς πβʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς
Πεσσὸς ὑπνοποιὸς ἀνώδυνος , σκληρίας πάσης μαλακτικὸς πβʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς πρὸς φλεγμονὰς πγʹ . Πεσσὸς πρὸς φλεγμονὰς καὶ παρεγκλίσεις
4691703 κεχαρισμενον
ἡ διά : διὰ τὴν σὴν χάριν καὶ τὸ σοὶ κεχαρισμένον : σοὶ καὶ ξυνήρων : συνεβαλλόμην σοι εἰς ἔρωτα
ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τοὺς προγόνους ὑμῶν λόγον εἰπεῖν μοι δοκοῦσι κεχαρισμένον , οὐ μὴν συμφέροντά γε ἐκείνοις οὓς ἐγκωμιάζουσι ποιεῖν
4687608 κακοηθειας
Δελφὸς ἐν τοῖς Ὑπομνήμασι περὶ τῆς πρὸς πάντας τοῦ Πλάτωνος κακοηθείας λέγων γράφει καὶ ταῦτα : μετὰ τὴν Σωκράτους τελευτὴν
ἀτίμως ἐξέωσται , ὁ δὲ κολακευτικώτερος καὶ πρὸς τὰς τοιαύτας κακοηθείας πιθανώτερος εὐδοκιμεῖ : καὶ ὅλως ὁ φθάσας κρατεῖ :
4679897 προστακτικης
τῆς ψυχῆς ἐστιν ἐμφανές , οἷον ἐπὶ τῆς ὁριστικῆς καὶ προστακτικῆς καὶ εὐκτικῆς καὶ ὑποτακτικῆς , ἐπ ' ἐκείνων μόνον
προτάττειν ἠξιωκότων τὴν εὐκτικήν : ἐν οἷς καὶ τὰ τῆς προστακτικῆς , ἡ εὐκτικὴ ἔγκλισις αὐτόθεν πρόδηλον Ἤδη προείρηται ἐν
4673448 μαζης
δὲ παροψίδας , ἡ μὲν πλείστη χρῆσις ἐλέγχει τοὔνομα ἐπὶ μάζης ἢ ζωμοῦ τινὸς ἢ ἐδέσματος εὐτελοῦς , ὃ ἔστι
ἄλλως : ὡς ἐπὶ ἀγάλματος εἶπε διὰ τὸ μέγεθος τῆς μάζης . τῆς θεοῦ ] ἤγουν τῆς Ἀθηνᾶς . Γ
4671261 πληκτικον
ἀγωνιστικόν ἀψύχων ζωοθηρικόν πεζοθηρικόν ὑγροθηρικόν◄ ►τὸ ὑγροθηρευτικόν ἔνυδρον πτηνόν ἑρκοθηρικόν πληκτικόν πυρευτικόν ἀγκιστρευτικόν τριοδοντιακόν ἀσπαλιευτικόν◄ : , : . ἄττα
δύσθραυστον , πλῆρες , μεμυκός καὶ τὸ τῇ ὀσμῇ δὲ πληκτικόν , γεύσει δὲ δριμὺ καὶ ὑπόπικρον . Κασίας ἐστὶ
4671005 εἰρωνειας
βούλεται νομίσαι μανίαν εἴτε καὶ φιλοτιμίαν : διὰ γὰρ τῆς εἰρωνείας μᾶλλον , ἢ εἰ ἐξ εὐθείας ἐλέγετο , ηὔξηται
. Γ ψυχήν γ ' ἄριστος Γ : τοῦτο μετὰ εἰρωνείας , ὡς δηλοῖ καὶ τὸ ἑξῆς . Γ ὅτι
4669346 προσεξευρων
, περιττότερόν τι νῦν ἢ ἐν τῷ δευτέρῳ τῶν Ὀλυνθιακῶν προσεξευρὼν καὶ διδοὺς χρῆσιν ἀμφοτέρων τῶν μεθόδων . ἐκεῖ μὲν
εὐεπῄβολον τῆς πγαγματείας ἑωρακώς , προσθείη δ ' ἂν ὁ προσεξευρὼν τὸ ἐπὶ πᾶσι κάμνουσί τε καὶ ὑγιαίνουσι τῆς πραγματείας
4668687 παριστησιν
τρόποι εἰσὶ πόσεων κατὰ πόλεις ἴδιοι , ὡς Κ . παρίστησιν ἐν τῆι Λακεδαιμονίων Πολιτείαι διὰ τούτων : ὁ μὲν
ἔκφρασιν τῆς νύμφης , ἔνθα καὶ ποιητικὴν ὥραν ὁ λόγος παρίστησιν , ἐκ τῆς ὑποθέσεως τὸν μέτρον λαμβάνων . Ἀπόλλωνά
4660732 παρακελευεσθαι
δᾷδας ἢ ξύλα περσικῆς τοῦ δένδρου ἢ σχοινίον διεξασμένον καὶ παρακελεύεσθαι τῷ ἀνθρώπῳ διὰ τοῦ στόματος τὸν καπνὸν ἕλκειν προθύμως
. ἄμεινον οὖν , οἶμαι , τῇ χειρὶ σημαίνειν καὶ παρακελεύεσθαι σιωπᾶν . Οὕτω ποίει . Εὖ γε , ἀφωνότεροι
4657075 στωμυλιας
ἐλευθερίων καὶ τοῖς Ἕλλησιν ἐπιχωριαζόντων ἐκδιδαχθῆναι , δεινότητός τε καὶ στωμυλίας Ἀττικῆς ὅλως ἀπηλλάχθαι , καὶ τῷ τρόπῳ πολὺ τὸ
ξένους ὑπεξίστησιν , ἵνα ᾖ ὅτι ὁ Διογένης διὰ τῆς στωμυλίας ἐποίει ἀποχωρεῖν τοὺς τὴν σκιὰν αὐτῷ ἐμποιοῦντας . ἢ
4639485 σκευασιας
καὶ περὶ ἀποτροπῆς τῶν λυμαινομένων ταύτας θηρίων , καὶ περὶ σκευασίας οἰνάνθης , καὶ σταφιδοποιΐας , καὶ περὶ φυτείας καλάμων
τὰς γὰρ ἀπηλπισμένας ὀφθαλμικὰς διαθέσεις ἀπολύει ἐπὶ τῇ ποιότητι τῆς σκευασίας . πρὸς μὲν οὖν ὀφθαλμίας καὶ οἰδήματα καὶ ἐμφυσήματα
4639422 μειονεκτει
ἐμπίπτει τῆς ἐδωδῆς : ὥστε καὶ τῷ χρόνῳ τῆς ἡδονῆς μειονεκτεῖ ὁ παρατιθέμενος πολλὰ τῶν μετρίως διαιτωμένων . Ἀλλὰ ναὶ
ἐμπίπτει τῆς ἐδωδῆς . ὥστε καὶ τῷ χρόνῳ τῆς ἡδονῆς μειονεκτεῖ ὁ παρατιθέμενος πολλὰ τῶν μετρίως διαιτωμένων . ἀλλὰ ναὶ
4626929 βομβου
ἐγὼ δὲ ἔχων ἔτι πολλὰ λέγειν περὶ μουσικῆς αὐλῶν ἀκούων βόμβου καταπαύσω τὸ πολυλογεῖν , τὰ ἐκ Φιλαύλου Φιλεταίρου ἐπειπών
: καὶ εἴπερ τῷ δακτύλῳ τὸ οὖς ἐπιπωμάσαντες αἰσθανοίμεθά τινος βόμβου , ὑγιαίνειν αὐτὸ φήσομεν . ἡ γὰρ τοῦ δακτύλου
4624722 Πωλῳ
ἐδίδαξεν : ἐγκαλεῖ γοῦν ὁ ἐν τῷ Γοργίᾳ Σωκράτης τῷ Πώλῳ ἐρομένῳ αὐτὸν εἰ μὴ δοκοῦσιν αὐτῷ οἱ ῥήτορες ὥσπερ
ἄρα κυνῶν καὶ ἐκεῖνα , εὐνοίας ὑπερβολὴν πᾶσαν ἐκνενικηκότα . Πώλῳ μὲν τῶν τῆς τραγῳδίας ὑποκριτῶν ὁ κύων ὁ τρόφιμος
4609624 βλαβερον
ἀϲιτία γὰρ ἐπὶ τῶν τοιούτων κράϲεων πυρεττόντων μάλιϲτα οὐχ ἁπλῶϲ βλαβερόν , ἀλλ ' εἴπερ τι καὶ ἄλλο τῶν ἄλλων
ὄνομα μόνον ψιλὸν λέγωμεν , οἷον τὸ ὠφέλιμον ἢ καὶ βλαβερόν . ἑκάστῃ . ἐπιρρηματικῶς ἀκουστέον ἀντὶ τοῦ ἑκασταχοῦ .
4592173 ἀπτωτον
ας εὐθειῶν ἐστιν ὁ λόγος τῷ τεχνικῷ , τοῦτο δὲ ἄπτωτόν ἐστιν : τὰ γὰρ ῥήματα πτώσεις οὐκ ἐπιδέχονται :
ας εὐθειῶν ἐστιν ὁ λόγος τῷ τεχνικῷ , τοῦτο δὲ ἄπτωτόν ἐστιν : τὰ γὰρ ῥήματα πτώσεις οὐκ ἐπιδέχονται :
4589920 σησαμοειδες
Ἰσχυρότατον δὲ πάντων ἐστὶν ὁ λευκὸς ἐλλέβορος , δεύτερον τὸ σησαμοειδές , τρίτον ἡ σταφίς , τέταρτον τοῦ σπάρτου τὸ
αὐτοῦ ἐστι μὲν οἷον κνίκος : καλεῖται δὲ καὶ τοῦτο σησαμοειδές : ἄγει δ ' ὅμοια ταῖς ῥίζαις , ἀλλ
4584607 καλαμινθης
τῆς προφυλακῆς καιρῷ τῷ διοσπολιτικῷ φαρμάκῳ , καὶ τῷ διὰ καλαμίνθης , καὶ τῷ διὰ τριῶν πεπέρεων , καὶ μιγνύειν
βʹ γλήχωνος . . . . . οὐγγ . βʹ καλαμίνθης . . . . οὐγγ . βʹ γλυκυρρίζης .
4574062 ἀνταμοιβην
Τοῦτο εἶπεν , ἅμα καὶ τὸν ἀδελφὸν προτρέπων ἀγαθοεργεῖν , ἀνταμοιβὴν τοιαύτην ἐλπίζοντα : καὶ τοὺς δικαστὰς ἀποτρέπων δωροληπτεῖν ,
ἐπιστησάμενος ἀνέγνω αὐτοῖς τὰ τοῦ βασιλέως γράμματα , δείξας αὐτοῖς ἀνταμοιβὴν τῆς παρ ' αὐτῶν γενομένης εἰς αὐτὸν ἐλευθερίας .
4567343 διψωδες
ἐπὶ τῶν τοιούτων φύσεων δίδοσθαι τὸ μελίκρατον , ὅπως μήτε διψῶδες εἴη μήτε χολοποιόν . ὥσπερ δὲ τοῖς πικροχόλοις ,
: καθ ' ὅσον δ ' οὔτε κακοστόμαχόν ἐστιν οὔτε διψῶδες , ἀποκεχώρηκεν αὐτοῦ . Μελισσόφυλλον πρασίῳ μὲν παραπλήσιόν ἐστι
4560784 περιττοτερον
ἱερὸν δ ' ἁγιώτατον ἵδρυται , τιμώμενον ὑπὸ πάντων Ἀράβων περιττότερον . ἑξῆς δὲ τῇ προειρημένῃ παραλίᾳ νῆσοι τρεῖς ἐπίκεινται
ὑπερηφανίαςεὖ γὰρ ἴστε μὰ θεούς , μὰ θεάς , οὐδὲν περιττότερον καταδεδαρθηκὼς ἀνέστην μετὰ Σωκράτους , ἢ εἰ μετὰ πατρὸς
4550436 ταρακτικον
ψυχροτέρας ἔχουσι τὰς κοιλίας ἁρμόζει : τοῖς δ ' ἄλλοις ταρακτικὸν ἰσχυρῶς καὶ διψῶδές ἐστιν . μίσγειν δὲ πετροσελίνου καὶ
, διὰ τὸ πᾶν τὸ ὑπὲρ τὸ μέσον λευκόν , ταρακτικὸν καὶ συγχυτικὸν εἶναι . οὕτω γὰρ καὶ ἠρεμίαν προστάσσοντες
4550005 ἀσκημα
πίτυν , ἄλλο δὲ οὐδὲν προὔργου αὐτοῖς οὔτε δίδαγμα οὔτε ἄσκημα ἢ ὅσα φέρει εἰς τὸν στέφανον καὶ τὸ κήρυγμα
καῦμα , φλέγμα , σχῆμα , ζῶσμα , ζεῦγμα , ἄσκημα , βλέμμα , ὄμμα , ἆσθμα , πνεῦμα ,
4545337 ὠφελιμους
ἀπὸ τῆς γλώττης δρόσον γλυκεῖαν , καὶ λόγους ἐγκάρπους καὶ ὠφελίμους λέγων τὴν δρόσον αὐτοῖς συνέσεσθαι καὶ τὴν θέμιν καὶ
ποιεῖ τὰς συμβιώσεις , προσόντος δὲ τοῦ τοῦ Ἑρμοῦ καὶ ὠφελίμους , συμπροσγενομένου δὲ καὶ τοῦ τοῦ Ἄρεως ἀστάτους καὶ
4544525 ἀσχημοσυνης
τὸ δὲ κάλλος καὶ τὸ τῶν εἰδῶν σύμμετρον ἀσυμμετρίας καὶ ἀσχημοσύνης ἐμπίμπλησι , τὸ δ ' ἕνεκα τῆς ἑνώσεως συμφυόμενον
πεπονθότας ἠλεοῦμεν , ὁ δὲ γέλως ἐκ τῆς τοῦ δρῶντος ἀσχημοσύνης . σοὶ δὲ ὅτι πολεμήσει μάλα ἠπιστάμην : εἷς
4541837 κυδωνιον
Σωσίβιος τὸ κυδώνιον μῆλον ἀκούουσιν . Ὅτι δὲ διαφέρει τὸ κυδώνιον μῆλον τοῦ στρουθίου , σαφῶς εἴρηκεν ὁ Θεόφραστος ἐν
κέχρησο καὶ στύφειν ἠρέμα δυναμένοις , οἷόνπερ ἐστὶ καὶ τὸ κυδώνιον μῆλον αὐτὸ καθ ' ἑαυτὸ ἐσθιόμενον ὀπτὸν περιπλασθὲν ζύμῃ
4538353 ἀντιπαρατιθησι
δυσχείμερος εἴη καὶ τραχεῖα : τὴν γὰρ τοῦ κολυμβητοῦ ἐντρέχειαν ἀντιπαρατίθησι τῷ ἀπὸ τοῦ δίφρου κεκυβιστηκότι . καὶ Ἡσίοδος δὲ
προγόνων πολιτείαν τῇ τότε καθεστώσῃ καὶ τὰς πράξεις τὰς παλαιὰς ἀντιπαρατίθησι ταῖς νέαις , τὰς μὲν ἀρχαίας ἐπαινῶν τὰς δ
4537765 ἀστειον
: ὕπτιον δὲ κεῖσθαι , τὰ σκέλεα ἐκτεταμένον , οὐκ ἀστεῖον : εἰ δὲ καὶ καταῤῥέοι προπετὴς ἐπὶ πόδας ,
. πλέον ἢ ἐνιαυτῷ πρεσβύτερος ὑπὸ τῆς ἀηδίας γίνομαι : ἀστεῖον . τὸ γὰρ ὑπὸ τῆς ἀηδίας οὕτω διατίθεσθαι ,
4536319 κολαζουσης
τὴν ἀμετρίαν τῆς κράσεως [ ἐξελέγχεται ] τῆς ἐναντίας ἀμετρίας κολαζούσης , καὶ ὁ γινώσκων τοῦτο τὴν ὑγείαν φυλάξει τοῖς
δὲ ψυχὴ ἐκ ψυχροῦ , διὰ τοῦτο δεῖ τῆς ἀναπνοῆς κολαζούσης τῆι ψύξει τὸ περικάρδιον θερμὸν καὶ οὐκ ἐώσης τῆς
4535769 φιλοτησιας
δὲ πλείους ἐπάρδοιεν , ἀφθονίαν τοῦ ῥεύματος ὁρῶν , ὡς φιλοτησίας τινὸς ἐξ αὐτῶν μεταλαμβάνει , καὶ πίνει ἡδέως .
γινομένας ἐν τοῖς συμποσίοις Λακεδαιμονίοις οὐκ ἦν ἔθος ποιεῖν οὐδὲ φιλοτησίας διὰ τούτων πρὸς ἀλλήλους ποιεῖσθαι . δηλοῖ δὲ ταῦτα
4531878 ἐπουλωτικον
ὀνομάζουϲιν Ἡφαιϲτιάδα καὶ μάγον διὰ τούτου ϲκευαζομένην , κάλλιϲτόν ἐϲτιν ἐπουλωτικὸν φάρμακον . Λίθοι οἱ ἐν τοῖϲ ϲπόγγοιϲ . Εἰϲὶ
ὀστράκων , ὃν ἡφαιστιάδα καὶ γάγον ὀνομάζουσι : κάλλιστόν ἐστιν ἐπουλωτικὸν φάρμακον . Λίθος πυρίτης , ἀφ ' οὗ ὁ
4531588 εὐμηκεστερον
μὲν ἄρρεν βραχύτερόν τε καὶ σκληροφυλλότερον , τὸ δὲ θῆλυ εὐμηκέστερον , καὶ τὰ φύλλα λιπαρὰ καὶ ἁπαλὰ καὶ κεκλιμένα
ἔχουσα : τῷ δὲ μεγέθει μέγα καὶ πολὺ τῆς πεύκης εὐμηκέστερον . Διαφέρει δὲ καὶ κατὰ τὸ ξύλον οὐ μικρόν
4524338 συνυφαινειν
δώδεκα τῇ ἱερᾷ ἐσθῆτι τοῦ ποδήρους ἐνδύματος ἐπὶ τῷ λογίῳ συνυφαίνειν | κελεύων . ὑμνεῖ μέντοι καὶ τὴν δεκάδι πολυπλασιαζομένην
τοῦτον δὲ δεῖ τὸν τρόπον ἄλλο ἄλλῳ συνάπτειν μέρει καὶ συνυφαίνειν τὸν λόγον . ὅταν δὲ πάντα διέλθῃς , ἐξ
4522175 ἐμμελειας
Πτολεμαῖον οὗτος γράφει πεποιηκέναι τοῖς καθέλκουσιν . τὸν Ὀρφέα τῆς ἐμμελείας μεμυθεῦσθαι καὶ τοὺς καὶ θέλγειν , ὡς καὶ νῦν
ἀλλὰ ὡς μὴ κωλύοντα . Οὐδὲ γὰρ ἡ ἐκμέλεια τῆς ἐμμελείας αἰτία : ἐπειδὴ οὐκ ἂν γένοιτο ἐμμέλεια εἰ μὴ
4512116 εὐποιιας
ἂν φιλοτιμοῖσθε . καὶ γὰρ εἰ θατέρου τὸ πλέον τῆς εὐποιίας , ἀλλ ' οὐδαμοῦ τὸ πλέον ἐκείνῳ κεχαρισμένον .
τὰς χάριτας ἄλλοις μὲν ἄλλας ἀποδοτέον κατὰ τὴν ἀξίαν τῆς εὐποιίας , τοῖς δὲ εἰς τὰ μέγιστα ἡμᾶς εὖ πεποιηκόσιν
4512047 προεγνωκεναι
πιθανόν ἐστι . ταῦτα μὲν οὖν περὶ τῶν καιρῶν ἐχρῆν προεγνωκέναι . Κεφ . λθʹ . Ἐνδείκνυσθαι δὲ τοὺς καιροὺς
καταλαμβάνεται . ἵνα γὰρ εἰδῶμεν , ὅτι στεγνὸν , δεῖ προεγνωκέναι , ὅτι τὰ ἐπεχόμενα βλάπτει . τῇ δὲ τῶν
4511345 χροιας
καὶ μερῶν καὶ πάντων εὐωνύμων . Καὶ πάλιν διακρίνονται εἰς χροίας τε καὶ γεύσεις : ὁ Κρόνος μαῦρος , μόλυβδος
τῆς βαθυτάτης κατὰ τοῦ δάσους ἢ τῆς ὑπὸ τῶν ἴων χροίας μελαινομένης . ὑπὸ τὸ δάσος τῶν ἴων . *
4505308 ἐπιθυμεις
πράττειν , οὐκ ἂν θαυμάσαιμι εἰ πάνυ ῥᾳδίως τύχοις ὧν ἐπιθυμεῖς . Χαρμίδην δὲ τὸν Γλαύκωνος ὁρῶν ἀξιόλογον μὲν ἄνδρα
μὲν ἔρια ἐπιζητεῖς , ἀνωτέρω τέμνε , εἰ δὲ κρεῶν ἐπιθυμεῖς , ἅπαξ με καταθύσας τοῦ κατὰ μικρὸν βασανίζειν ἀπάλλαξον
4501498 ἐπιτη
! ! ! ! ! ! ] ως ? καὶ ἐπιτη [ ! ! ! ! ! ! ] σενεγ
ἀγρίων καὶ ἄρκτων , καὶ Ὑμηττὸς ὃς φύει νομὰς μελίσσαις ἐπιτη - δειοτάτας πλὴν τῆς Ἀλαζώνων . Ἀλαζῶσι γὰρ συνήθεις
4501458 ἀμυγδαλης
, εἶτα ἀπεθίζουσιν ἐκ προσαγωγῆς . Περιχρίουσι δὲ τοὺς σκύλακας ἀμυγδάλης πικρᾶς μετὰ ὕδατος τετριμμένης περὶ τὰ ὦτα , καὶ
, ἀμύγδαλα . ὅτι περὶ τῆς προφορᾶς τοῦ τόνου τῆς ἀμυγδάλης Πάμφιλος μὲν ἀξιοῖ ἐπὶ τοῦ καρποῦ βαρύνειν ὁμοίως τῷ
4489814 μικροτερου
καὶ ᾔσθετο συλλογισμὸς καὶ ὁμοίου καὶ ἀναλόγου ἢ μείζονος ἢ μικροτέρου παράθεσις . ἃ γὰρ αἱ αἰσθήσεις προὔλαβον καὶ ἡ
ἠδυνάμην , μὴ μέντοι μείζονος κρίνοντας λέγειν ὅτι καὶ τοῦ μικροτέρου ἠδυνάμην : ἄτεχνον γὰρ τὸ τοιοῦτον . Ἐν δὲ
4484798 κἀγαθοις
οὐδὲ συγγενοῦς τι διαφέρει . ξένοις μεταδίδου καὶ σοφοῖς ἀνδράσι κἀγαθοῖς : ὁ γὰρ μὴ μεταδιδοὺς ἀγαθοῖς δεομένοις οὐ λήψεται
ὅσον ἐπὶ τοῖς ὀλιγαρχικοῖς μᾶλλον ἢ ὅσον ἐπὶ τοῖς καλοῖς κἀγαθοῖς λεγομένοις οἱ ἄλλοι ἂν καὶ ἄκριτοι καὶ πρὸς βίαν
4483831 ἀσυμφορου
ἄδοξον , μέρη τοῦ συμφέροντος , εἰ δὲ βούλει τοῦ ἀσυμφόρου : καίτοι τί γένοιτ ' ἂν νεώτερον ἢ Μακεδὼν
δὲ ὠφελίμου , ἀπὸ τοῦ τοῖς ἐχθροῖς ἡδέος ἡμῖν δὲ ἀσυμφόρου , ἀπὸ τοῦ σφόδρα δεῖν ἐκείνων ἀντέχεσθαι ὑπὲρ ὧν
4483732 σταθμας
κῦδος . ἀλλ ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν : στάθμας δέ τινες ἑλκόμενοι περισσᾶς ἐνέπαξαν ἕλκος ὀδυναρὸν ἑᾷ πρόσθε
τοῦ θερμαίνει καὶ προσπαθῆ ποιεῖ τὸν νοῦν . τὸ δὲ στάθμας φροντίδος . σταθμώμενοι , φησὶ , πολλὰ καὶ περιγράφοντες
4481227 ἀλλοτριοτητος
φθεγξάμενον εἰπεῖν φιλήματι τοίνυν ἔλασσον ἔχων ἄπειμι . τοιαύτης ὑπογενομένης ἀλλοτριότητος πρῶτον μὲν Ἡφαιστίων ἐπιστεύετο λέγων ὅτι συνθέμενος πρὸς αὐτὸν
ἑτέρῳ τὸν ? ? | [ ἕτερον ] [ τῆς ἀλλοτριότητος ] οἶξαι ? τὰς ? [ εἰς ] τὸ
4480045 ἀξιωματικον
τοιοῦτον εἶναι τὸν ἄριστον τῶν συμβουλευτικῶν , ὁποῖον ἐχαρακτηρίζομεν , ἀξιωματικὸν λέγω καὶ οἷς εἴπομεν πλεονάζοντα : ἐκεῖνος γὰρ οὐκέτ
συζεῦξαι τῇ Δωριστί , ἐπεὶ ἡ μὲν τὸ μεγαλοπρεπὲς καὶ ἀξιωματικὸν ἀποδίδωσιν , ἡ δὲ τὸ παθητικόν , μέμικται δὲ
4479033 ἀκυροις
ὁ μὴ τῷ πλάνῳ συνενεχθεὶς μηδὲ τὸ κῦρος ἐπιφημίσας τοῖς ἀκύροις ; πᾶς ὁ τοιοῦτος ἐμοὶ προσίτω „ . μιᾶς
χείροσι νόμοις ἀκινήτοις χρωμένη πόλις κρείσσων ἐστὶν ἢ καλῶς ἔχουσιν ἀκύροις , ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης ὠφελιμώτερον ἢ δεξιότης μετὰ
4475689 στυγεις
τὸν Ἥφαιστον εἰς θυμόν . ἔχθιστον ] ἐχθρότατον . οὐ στυγεῖς ] οὐ μισεῖς . . ἔχθιστον ] ἀπὸ τοῦ
σύμβουλον δέχῃ , ἐάν τε νουθετῇ τις εὐνοίᾳ λέγων , στυγεῖς πολέμιον δυσμενῆ θ ' ἡγούμενος . Ὅμως δὲ λέξω
4475118 ἀδηκτοτατον
οὐ πάνυ τι λεπτομερής ἐστιν , ἀλλὰ παχυμερὴς μᾶλλον : ἀδηκτότατον γὰρ ἀεὶ τῶν τὴν αὐτὴν δύναμιν ἐχόντων ἐστὶ τὸ
μὲν μελίκρατον ἢ ὀξύμελι : καὶ τὸ ὕδωρ δ ' ἀδηκτότατον τῷ πυρέσσοντι . τὰ δ ' ἀποβρέγματα στύψιν ἔχοντα
4472546 δασυτερον
: ὅρος δὲ τῆς σφοδρότητος ἡ τῆς ἀναπνοῆς ἐπὶ τὸ δασύτερον ἀλλοίωσις . τὰ δὲ γυμνάσια δυσπαθῆ τε παρασκευάζει τὰ
: τὸ δὲ χειρώνειον ὅμοιον ἀμαράκῳ , μεῖζον δὲ καὶ δασύτερον , ἄνθος δὲ χρυσοειδές , ῥίζαν μικράν , φιλεῖ
4464299 ροις
γὰρ ἐμπορίᾳ τε καὶ ναυμαχίᾳ τῆς Ἀθηνᾶς οὖσιν ἀμφοτέ - ροις , ἐνεῖδον γεωργίᾳ τε καὶ ἐμπορίᾳ τῆς Ἀθηνᾶς οὖσιν
Ἀγάθην τοῖς περὶ τὸν ποταμὸν οἰκοῦσι τὸν Ῥοδανὸν βαρβά - ροις , τὸ δὲ Ταυροέντιον καὶ τὴν Ὀλβίαν καὶ Ἀντίπολιν
4463980 παραστησω
καταβολῆς . Ἐξ ἑνὸς δέ του πρὸς πίστιν τῶν λοιπῶν παραστήσω . Βοτάνη γὰρ ἔστιν , ἡ λεγομένη κώνειον :
λημμάτων μόνον : οὐθέτερον δὲ τούτων ἐστὶν ἀπόδειξις , ὡς παραστήσω : οὐκ ἄρα ἔστιν εἰδικὴ ἀπόδειξις . τὸ μὲν
4460707 ἐπισημαινεσθαι
, τὸ ψιλὰ καὶ καθαρῶς τὰ πράγματα προϊέναι καὶ μὴ ἐπισημαίνεσθαι τὰς δυνάμεις καθ ' ἕκαστον : τοῦτο γὰρ πολιτικοῦ
δὲ τὸ ἐν ἀνέσει καὶ ἀναπαύλῃ τῶν ἔργων γενέσθαι . ἐπισημαίνεσθαι δὲ καὶ τὰ συμβεβηκότα ἐνίοτε τοῖς καιροῖς : οἷον
4460322 Παμφιλῃ
ὢν τῶν Ἀρεοπαγιτῶν , ὡς καὶ Σάτυρος ὁ Ὀλύνθιος ὑποκριτὴς Παμφίλῃ . Ἀριστογείτων δὲ ἐν τῷ κατὰ Φρύνης τὸ κύριόν
καὶ τὸν στόμαχον ἵστησιν . ἐμφανίζει δὲ καὶ Ἄλεξις ἐν Παμφίλῃ τοῦ πολύποδος τὸ χρήσιμον λέγων ὧδε : ἐρῶντι δέ
4458365 ὑποβινητιωντα
ἁλίσκεται . Ἰωνικὸς πλούταξ ; ὑποστάσεις ποῶ , κάνδαυλον , ὑποβινητιῶντα βρώματα . τοῦτον εὐτυχέστατον λέγω ὅστις θεωρήσας ἀλύπως ,
Τροφωνίῳ : Ἰωνικὸς πλούταξ : ὑποστάσεις ποιῶν , κάνδαυλον , ὑποβινητιῶντα βρώματα . καὶ εἰς τοὺς πολέμους δὲ ἐξιόντες οἱ
4457253 μαγειᾳ
εὐμεγέθης τεθεῖσα , ὥστε θαυμάσαντάς τινας τὸ τάχος τῆς θεραπείας μαγείᾳ τινὶ καὶ οὐ λόγῳ τέχνης ἐπινοῆσαι τὴν ἀνωδυνίαν αὐτοῖς
οὗτος μαλακὸς ἦν τὴν φύσιν , πάντων δὲ ἀνθρώπων ἐν μαγείᾳ διενήνοχεν , ὥστε ἐκ τῶν ἐπαοιδῶν αὐτοῦ καὶ δεῖπνα
4454063 ῥητορειας
καὶ τῶν ἀναγινωσκόντων τὰς τοιαύτας πραγματείας οἱ μὲν ὑπερβαίνουσι τὰς ῥητορείας , κἂν ὅλως ἐπιτετεῦχθαι δόξωσιν , οἱ δὲ διὰ
πράττοντα : τὸ δὲ τοιοῦτον ἀπολογίαν καλοῦσι . πέμπτον εἶδος ῥητορείας : ὅταν τις εὖ λέγῃ καὶ ἀποφαίνῃ καλὸν κἀγαθόν
4450151 δωτε
συναγαγεῖν , ἐάν μοι μὴ φιλονίκως , ἀλλ ' ἀνθρωπίνως δῶτε τὸ πρὸς τούτοις ἀσφαλῶς εἶναι . οὐ μὴν οὐδὲ
τῶν ἴσων μετέχειν ; οὐδενί . μὴ τοίνυν μηδὲ τούτῳ δῶτε νῦν , ἀλλὰ τιμωρήσασθε καὶ παράδειγμα ποιήσατε τοῖς ἄλλοις
4449495 διακρατουμενον
μετὰ γλήχωνος , ἢ νᾶπυ λελειωμένον μετ ' ὀξυμέλιτος καὶ διακρατούμενον ἐπὶ πλέον καὶ ἀναγαργαριζόμενον . ἰδίως μὲν οὖν ἕκαστον
διὰ φλεγμονὴν ὀδυνωμένων , ἄριστόν ἐστι σχίνινον εὔκρατον κατὰ θερμότητα διακρατούμενον . ἔστω δὲ νέον καὶ ἐν διπλώματι θερμαινέσθω :
4449425 ὀνθυλευσεις
, ἀλλ ' οὕτως παρέργως ἅπτεται , τὰς δ ' ὀνθυλεύσεις καὶ τὰ κεκαρυκευμένα μᾶλλον προσεδέξατ ' . Ἀρκαδικὸς τοὐναντίον
, ἀλλ ' οὕτως παρέργως ἅπτεται : τὰς δ ' ὀνθυλεύσεις καὶ τὰ κεκαρυκευμένα μᾶλλον προσεδέξατ ' . Ἀρκαδικὸς τοὐναντίον
4449044 εὐπορουσιν
ἀγαθόν : εἰ δὲ ἐν ἀλλοτρίοις τόποις εἶεν , ἧττον εὐποροῦσιν , οὐκ ἀποροῦσι μέντοι . εἰ δὲ Ἑρμῆς ἐπιπαρῇ
τοῦτο πείθομαι οὔθ ' ὡς πένης ἄνθρωπος ἐνοχλῶν πολλάκις τοῖς εὐποροῦσιν οὐ λαβεῖν τι βούλεται . Ἄλεξις Ἑλένῃ : ὡς

Back