τῆς οὐκέτ ' οὔσης οἵδε προσσαίνουσί με . φέρ ' ἐξελίξας περιβολὰς σφραγισμάτων ἴδω τί λέξαι δέλτος ἥδε μοι θέλει
ὡς ἐξ εὐθείας οὖν μαχούμενος ἑαυτὸν ὑποφαίνει , εἶτα , ἐξελίξας , εἰς τὰ νῶτα ἀνέθορε , καὶ ἐγκρατῶς ἔχεται
5081547 ὁρᾳ
διὰ δυοῖν ττ λέγουσιν . κυνοφθαλμίζεται : ἀναιδῶς καὶ ἰταμῶς ὁρᾷ , τρόπον ματρύλλου . κέρκῳ σαίνειν : ἐπὶ τῶν
ἀπέκτειναν ; . αὐτόδηλα ] αὐτὰ δὲ ταῦτα φανερά . ὁρᾷ γὰρ αὐτὰ τὰ σώματα βασταζόμενα ὁ χορός . .
4928562 περιπατειν
τῆς ἐνθάδε στοᾶς ; ὥσπερ οὐκ ἔχοντά με ὅποι βούλομαι περιπατεῖν , τὴν Ποικίλην Ἀθήνησι , τὴν Περσικὴν ἐν Λακεδαίμονι
ἢ ὥστε πλήρη εἶναι , καὶ ταῦτα ἐκπονέειν , καὶ περιπατεῖν , καὶ κοιμᾶσθαι ὡς ἐλάχιστα . Ὁκόσοισι δ '
4747345 τρεχει
ἐθέλοντες ὤμνυον ὀρθῶς δικάσειν , ἀλλ ' οὐ σκολιῶς . τρέχει γὰρ ὁ Ὅρκος ἅμα ταῖς σκολιαῖς δίκαις , ὁμοῦ
ἅπαντα γὰρ χωρεῖ . τάχιστον νοῦς : διὰ παντὸς γὰρ τρέχει . ἰσχυρότατον ἀνάγκη : κρατεῖ γὰρ πάντων . σοφώτατον
4697274 βαδιζειν
ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ συναληθεύουσιν , ἥ τε ἁπλῆ ἡ δύναται βαδίζειν καὶ ἡ ἐκ μεταθέσεως ἡ δύναται μὴ βαδίζειν ,
δῆλον ὅτι πρὸς τὸ αὐτὸ χωρίον , καὶ προσέθηκα τὸ βαδίζειν ἐπὶ συνουσίᾳ νέων , ὁ μέν , καὶ γὰρ
4586865 Ἱπποκενταυρος
καὶ πρὸς νεφέλην παρεικασθείσῃ προσδραμεῖν καὶ μιγῆναι , ὅθεν καὶ Ἱπποκένταυρος γέγονε : Σίσυφος δὲ πέτρον μέγιστον εἰς ἀνάντη τόπον
. Ὅσα τεράστια ἐστὶ καὶ οὐδαμῶς ἐνδεχόμενα γενέσθαι , ὡς Ἱπποκένταυρος καὶ Σκύλλα , ψευδεῖς τὰς προσδοκίας ἔσεσθαι σημαίνει ,
4467485 προσωπον
ὡς οὐδὲ ἡ κλητικὴ ὄνομα εἴη , ἐπειδὴ πρὸς δεύτερον πρόσωπον , τῶν ἄλλων πτώσεων τὴν ἐν τρίτοις προσώποις σύνταξιν
τυφθῆναι , ἐτύπη τυπῆναι . Καθόλου παντὸς προστακτικοῦ τὸ πρῶτον πρόσωπον ἐπὶ παντὸς ἀριθμοῦ ἐπιλέλοιπεν , ἐπεὶ πρῶτόν ἐστι πρόσωπον
4384912 βλεπων
ἐς γῆν δ ' Ἀτρεῖδαι πᾶς στρατός τ ' ἔστη βλέπων . ἱερεὺς δὲ φάσγανον λαβὼν ἐπεύξατο λαιμόν τ '
πηγὴν οὐκ ἀγνοοῦμεν : ἣν ἐλεεῖν ἄμεινον ἢ μισεῖν . βλέπων δὲ εἴς τε τὴν φύσιν τοῦ σοῦ παιδὸς καὶ
4354861 ἐνδακων
ἐπειδὴ ἐγγὺς ἦσαν , ἐγκύψας καὶ ἐκτείνας τὴν κέρκον , ἐνδακὼν τὸν χαλινόν , μετ ' ἀναιδείας ἕλκει : ὁ
ἑάλω . καὶ ἐρωτώμενος ὑπ ' αὐτοῦ τὴν γλῶτταν αὑτοῦ ἐνδακὼν καὶ ἀποτεμὼν προσέπτυσε τῶι τυράννωι καὶ ἐν ὅλμωι βληθεὶς
4338441 γυμνον
διπλοῦν . . . . στολίσματος ἀντὶ τοῦ διπλῆς χλαμύδος γυμνόν με ἐποίησαν : διπτύχου στολίσματος : γράφεται καὶ στοχίσματος
πτωχοὺς ἀστέγους εἰσάγαγε εἰς τὸν οἶκόν σου : ἐὰν ἴδῃς γυμνόν , περίβαλλε , καὶ ἀπὸ τῶν οἰκείων τοῦ σπέρματός
4335740 μοχλευειν
, ἢ τοιουτοτρόπως : τὴν δὲ μόχλευσιν πλάτος ἔχοντι μοχλῷ μοχλεύειν χρή , ἅμα τῇ κατατάσει ἐκ τοῦ ἔξω μέρους
τρόπος παρὰ πολὺ κράτιστος ἐμβολῆς ὤμου : δικαιότατα μὲν γὰρ μοχλεύειν [ ] , ἢν μόνον ἐσωτέρω ᾖν [ ]
4334951 ἱππος
πυκνὸν , καὶ ἰδίει , καὶ τοὺς μυκτῆρας ἀναπετάννυσιν ὥσπερ ἵππος ἐκ δρόμου , καὶ τὴν γλῶσσαν θαμινὰ ἐκβάλλει ,
. Ὅμηρος δέ φησι ἵππους Ἡμέρας Λάμποντα καὶ Φαέθοντα . ἵππος δέ ἐστιν Ἡμέρας ἡ περιφέρουσα αὐτὴν ὀξεῖα τοῦ οὐρανοῦ
4279422 στραφηναι
, ἔφθασαν τῶν κυνηγῶν τινες προσιπτάμενοι , καὶ πρὸ τοῦ στραφῆναι τὸν ὄφιν ἐπὶ τὴν ἔξοδον κατελάβοντο δεσμοῖς τὸ στόμιον
, διπλοῦν προσλήψῃ καταγέλωτα . Ἐάν ποτέ σοι γένηται ἔξω στραφῆναι πρὸς τὸ βούλεσθαι ἀρέσαι τινί , ἴσθι ὅτι ἀπώλεσας
4277791 βλεπει
ἐκ τοῦ ϲτόματοϲ καὶ τῶν ῥινῶν προβάλλει , καὶ πονηρὸν βλέπει καὶ ϲτυγνότερόϲ ἐϲτι τοῦ ϲυνήθουϲ : ἐφορμᾷ δὲ καὶ
δυνάμεσι διοικεῖται , καὶ κάτω πρὸς τὰ τῆς φύσεως ἔργα βλέπει , συμπληροῖ τε τῆς εἱμαρμένης τὴν διοίκησιν , καὶ
4262339 κινουμενος
ἐσθίει κινούμενος . ὡδὶ περιάγων : οὕτω , φησί , κινούμενος , ὥσπερ οἱ τὰ μεγάλα σχοινία ἐργαζόμενοι τῶν πλοίων
' ἀπὸ τῆς γεωδεστέρας ὕλης , καὶ μένων δὲ καὶ κινούμενος ὁ αὐτός ἐστιν ἐφιέμενός τε τῶν αὐτῶν . διὸ
4256142 φερεσθαι
κίνησις ὅλου τοῦ σώματος ἄτακτος , ὡς κατὰ κοιλίαν τινὰ φέρεσθαι ἀνοικείως : ὁ δὲ θάνατος μέχρι τριῶν ἡμερῶν .
ὄντες ἀπόμαχοι ἦσαν , διπλάσιά τε ἐπιτήδεια ἔδει πορίζεσθαι καὶ φέρεσθαι πολλῶν τῶν ἀνθρώπων ὄντων . δόξαν δὲ ταῦτα ἐκήρυξαν
4247683 σκελη
ποικίλοισιν ἠδὲ χρώμασι . στῆθος μὲν αὐτοῦ πορφυροῦν ἐφαίνετο , σκέλη δὲ μιλτόχρωτα , καὶ κατ ' αὐχένων κροκωτίνοις μαλλοῖσιν
εὐκαμπείας τῆς περὶ τὸ σῶμα , μάλιστα δὲ τῆς περὶ σκέλη ποιητικὸν μετὰ τοῦ καὶ ἰσχὺν περιποιεῖν τοῖς κινουμένοις μέρεσιν
4210848 ἀναβλεψας
σε ὁ Ἁβραὰμ ποιῆσαι αὐτῷ , ποίησον . καὶ πάλιν ἀναβλέψας Ἁβραὰμ , εἶδεν ἄλλους ἀνθρώπους καταλαλοῦντας ἑταίρους , καὶ
εἰς τὸν τόπον ὃν εἶπεν αὐτῷ ὁ θεός : καὶ ἀναβλέψας τοῖς ὀφθαλμοῖς εἶδε τὸν τόπον μακρόθεν „ . ὁ
4185117 στρεφειν
Ἡ ἀνὰ πρόθεσις περιττεύει , οὕτω γὰρ κέκληται παρὰ τὸ στρέφειν τὸ σημεῖον εἰς τὸ ἐναντίον : ἃ γὰρ ὁ
' , ὅτε γράφοι τοὺς λόγους , ἄνω καὶ κάτω στρέφειν τὰ μόρια τῆς λέξεως καὶ τὰ ἐκ τούτων συντιθέμενα
4175597 ἐλλοχωσα
Εὐκλείδου δέεται οὐδέν : κάθηται δὲ ἐν τῷ κέντρῳ μέσῳ ἐλλοχῶσα τὴν ἑαυτῆς ἄγραν : ἔστι δὲ ὡς ἰδόντι εἰπεῖν
δὴ ἦν ἡ ἀπόπειρα , σπουδή τις εἶναι προσποιουμένη καὶ ἐλλοχῶσα τὰς νεοπρεπῶς ᾀττούσας κινήσεις . ἐμὲ γοῦν διεκώλυεν ὡς
4162440 σχηματιζειν
καὶ περισπᾶται . ὡς τοῦ χοροῦ τοῦτο λέγοντος . οὐ σχηματίζειν βούλομ ' : οὐ κατὰ τὴν ἐμὴν προαίρεσιν ,
ὅταν δὲ κατὰ τὴν κορυφὴν γένηται , τότε δεῖ καθέδριον σχηματίζειν , καὶ τὸ κεφάλιον στηρίζειν ἐπὶ τῶν τοῦ ἐνεργοῦντος
4162383 ἀτενιζων
ζωγραφοῦσιν , ἐπειδὴ ἐπ ' ἀνατολὴν ἐρχομένης τῆς σελήνης , ἀτενίζων εἰς τὴν θεόν , κραυγὴν ποιεῖται , οὐκ εὐλογῶν
ἰσοκάρδιον καὶ δυοειδές . Ἐὰν οὖν τις σταθεὶς πρὸς πόδα ἀτενίζων πρὸς λίβα , δυσὶ δὲ δακτύλοις τῆς εὐωνύμου χειρὸς
4157751 ἀπεστραμμενον
, τότε τὸ ἡμισφαίριον τὸ βλέπον πρὸς τὸν ἥλιον , ἀπεστραμμένον δὲ ἀπὸ τῆς ἡμετέρας ὁράσεως , φωτίζεται : ὑποκάτω
τοισίδε ἅσσα ἐναντία τῇ προφάσει . Ὅσῃσι δὲ τὸ στόμα ἀπεστραμμένον ἐστὶ καὶ προσπεπτωκὸς πρὸς τὸ ἰσχίον , γίνεται γὰρ
4145069 ῥυσαιτο
ἰδὼν φονευόμενον ἄνθρωπον ἢ τὸ καθόλου βίαιόν τι πάσχοντα μὴ ῥύσαιτο δυνατὸς ὤν , θανάτῳ περιπεσεῖν ὤφειλεν : εἰ δὲ
. δι҅ο ? σημειούμεθα [ ] τὸ ἐρῳδιός ὀξυνόμενον . ῥύσαιτο δ ' ἄν τις εἰπὼν ? ? ? πάντα
4136596 εὐθυ
. Καὶ πότερον οἴει τὸν ἔμπειρον τῆς τεκτονικῆς τέχνης , εὐθύ τι ἐργάσασθαι βουλόμενον , ἑνὶ προσαρμόσαντα κανόνι καὶ μιᾷ
ἡ μὲν ἐν κύκλῳ , ἡ δ ' ἐπ ' εὐθύ . καὶ τῆς μὲν ἐν κύκλῳ ἡ μὲν εἰς
4119471 ἐναλλαττων
μεταβατικῶςἀδελφὸν γὰρ καὶ συγγενὲς αὐτοῖς μετάβασιςἐγὼ καταβήσομαι τοπικῶς οὐ χωρία ἐναλλάττων , ὃς τὸ πᾶν ἐμαυτοῦ πεπλήρωκα . καὶ τοῦτο
ἡμῶν λέγεσθαι . ” ᾤκει μὲν δὴ ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐναλλάττων αὐτὰ καὶ μεθιστάμενος ἐξ ἄλλου ἐς ἄλλο , αἰτίαν
4109191 πορευσηται
ἐὰν ἐν ταῖς ἐντολαῖς ταύταις πορευθῶ , καὶ ὃς ἐὰν πορεύσηται ἐν αὐταῖς μακάριος ἔσται . ἕως ταῦτα ἐν ἐμαυτῷ
, ἔνθα ἂν ] ἀλώπηξ ? [ οὐρήσῃ ] ἢ πορεύσηται [ , ἄγονος γίγνεται . ] Κυδώνιον : Κρητικόν
4099733 τυφλῳ
οὐκ ἄξια λέγειν . Δῆλα γάρ , ἔφη , καὶ τυφλῷ . Πάντων τε δὴ τούτων ἀπαλλάξονται , ζήσουσί τε
Ἀλλὰ τὸν τέχνῃ μετιόντα τὰ πράγματα καὶ ἐπιστήμῃ οὐκ ἀπεικαστέον τυφλῷ , ἀλλὰ φωτεινῷ καὶ νοερῷ ἀνθρώπῳ . σκαʹ Ἀλλὰ
4099432 ἐμβεβλημενον
. οὕτω φαίνεται [ τὸ ] πρὸς λόγον τὸ μέν ἐμβεβλημένον καὶ τὸ ἀλαθέως ὀρθῶς ἐπ ' ἐσχάτῳ κείμενον :
σῦριγξ καὶ χνόη τὸ εἰς τὴν ὀπὴν ἔνθα ὁ τροχὸς ἐμβεβλημένον ξύλον . τὸ δὲ χνόαι βαρύτονον : τὰ εἰς
4089418 ἐπιφερομενον
ἂν αὐτῷ ἕποιτο : καὶ τούτῳ ἀκόλουθόν ἐστι τὸ ἑξῆς ἐπιφερόμενον τὸ ὥστε ἐπεὶ τῷ ἐν μέρει τὸ καθόλου ἕπεται
, καὶ τοῦτο ἐξ ἀνάγκης : οὐδὲ γὰρ ἔχουσι φωνῆεν ἐπιφερόμενον τὸ ὀφεῖλον τοῦ ἑνὸς συμφώνου τὴν σύνταξιν ἀναδέξασθαι .
4068085 κατισχυει
γυρώσασα τὸν ἑαυτῆς τράχηλον ἐπειλημμένη αὐτοῦ , βλάψαι αὐτὸν οὐ κατισχύει τραχὺν ὄντα , τῶν ὀδόντων αὐτῆς ἀμβλυνομένων , ἡ
ἄλλος τοιοῦτος τόπος . ταῦτα μὲν οὖν κοινὰ πλειόνων ὄντα κατισχύει μᾶλλον ἐν τοῖς εἰρημένοις διὰ τὴν ἀσθένειαν . Τὸ
4052545 φερομενον
* † ὑμνήσομεν . τὸ ἐν τῇ παλάμῃ τοῦ Διὸς φερόμενον πῦρ . τοῦ κτύπους ἐγείροντος ταῖς βρονταῖς . ἐν
καὶ αὔριον καὶ τὰς μετὰ τὴν αὔριον ἡμέρας , τοιοῦτον φερόμενον : ὅσα δὲ οὖρα κατά τι τῶν εἰρημένων τεσσάρων
4044638 κλειομεν
, ἐπειδὰν κάμνωμεν ἐν λαμπραῖς αὐγαῖς , αὐτίκα τὰ βλέφαρα κλείομεν , ἐπὶ τὸ σύμφυτον ἴαμα σπεύδοντες . ἐγὼ μὲν
τε ὑπὸ τὸν αὐχένα τοῦ ζῴου καὶ ᾗ τὰς θύρας κλείομεν : ἐνταῦθα γὰρ διὰ τὸ πολλὴν εἶναι τῶν πραγμάτων
4041968 καθηται
τῷ τοῦδε παρὰ τοῦ τότε ἐν ᾧπερ νῦν ὁ σὸς κάθηται καθημένου . τουτὶ δὲ ἦν πόροι καὶ χρήματα ,
ἅμιλλαν τοῦ ἀκινητὶ μένειν εἶχεν . ἡ δὲ σχοινοφιλίνδα , κάθηται κύκλος , εἷς δὲ σχοινίον ἔχων λαθὼν παρά τῳ
4041924 ἑστως
κατὰ τὸν βασιλέα πάθους ὁ τοῦ πολέμου φόβος παρὰ πόδας ἑστὼς καταμαραίνων ἀπήμβλυνεν . τὸ μὲν γὰρ γεγενημένον ἦν φανερόν
τῇ αὑτοῦ οὐσίᾳ οὐδαμῇ ἀποκλίνων οὐδὲ περὶ αὑτὸν στρεφόμενος , ἑστὼς πάντη καὶ οἷον στάσις γενόμενος . Οὐδὲ τῶν καλῶν
4037807 βιαιοτερον
τὸ γὰρ γελοίως ἐφ ' ἑτέρου , καὶ τὸ γελωτοποιικῶς βιαιότερον . ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ φαίη τις ἂν πρᾶγμα ,
δὲ μύθους τούτους πλάττει Ὀρφεὺς καὶ ἀσχημονέστερον καὶ ἀσελγέστερον καὶ βιαιότερον . Δωδώνη πόλις ἐστὶν ἐν τῇ Ἠπείρῳ κειμένη ,
3973918 ἀποδεξῃ
τῶν κατὰ τὸ σῶμα ἐντεταμένων συγκεῖσθαι : οὐ γάρ που ἀποδέξῃ γε σαυτοῦ λέγοντος ὡς πρότερον ἦν ἁρμονία συγκειμένη ,
ὁ Πολυκλείτου ἀνδριὰς καὶ ἐμψυχίαν προσλάβῃ , οὐ πολὺ μᾶλλον ἀποδέξῃ τὸν τεχνίτην ; καὶ μάλα . ἆρ ' οὖν
3971151 ἐκφευγον
: τετήρηται γὰρ ἕκαστον τῶν ἀπλανῶν ἄστρων διὰ δεκαπέντε περιφορῶν ἐκφεῦγον τοῦ ἡλίου τὰς αὐγάς , ὁ δὲ ἐνιαυτὸς γίγνεται
προσφυέστερον οὖν ἐστι τὸ τοῦ Στράτωνος παράδειγμα ταύτας τὰς ὑπονοίας ἐκφεῦγον : ἐὰν γὰρ εἰς ἀγγεῖόν τις πεπληρωμένον ὕδατος ψηφῖδα
3954577 κυων
κατάδυσιν γιγνώσκοιεν . καὶ τοῦτο τεκμήριον ποιητέον ὅτι ἐκράτησεν ἡ κύων τοῦ λαγώ : οὐ γάρ τοι ἐπὶ τῷ ἁλῶναι
ἁ ἄσφαλτος ; πῦς , Θεστυλί , σκοπῆι τύ ; κύων πρὸ μεγαρέων μέγα ὑλακτέων . φέρ ' ὦ τὸν
3951408 χωρει
γὰρ τὴν ἐξαίφνης ἔφοδον τῶν ἀκουσθέντων ἢ θεαθέντων εἰς βάθος χωρεῖ τὸ λογιστικόν . τὸ δὲ ἄχθος ἐστὶ λύπη βαροῦσα
τῶν ἄλλων τοῦ σώματος πόρων καὶ τῷ λόγῳ θεωρητῶν εἴσω χωρεῖ , θερμανθεὶς δὲ εἰς τὰ ἔξω πρὸς τὸ συγγενὲς
3906370 προβαλλει
, ὦ κόρη , παυστὴρ πόνων . Εὔβουλος δὲ τοιοῦτον προβάλλει : ἔστι λαλῶν ἄγλωσσος , ὁμώνυμος ἄρρενι θῆλυς ,
θεωρημάτων : καθὸ μὲν γὰρ ζητῆσαι προτείνει , ποιῆσαί πως προβάλλει , καθὸ δὲ οὐκ εἰς ποίησιν , ἀλλ '
3890422 ἀκουσις
δοκεῖ οὖν ἡ ὅρασις ἐν τῷ ὁρῶντι εἶναι καὶ ἡ ἄκουσις ἐν τῷ ἀκούοντι : ὁμοίως καὶ αἱ γεύσεις καὶ
, ἀπὸ δὲ τῆς αἰσθήσεως ἐπὶ τὸ αἰσθητὸν ὅρασις καὶ ἄκουσις καὶ τὰ τοιαῦτα . εἰ δὲ ἔστιν ἡ κίνησις
3882860 ὁρωμενα
ξενοκτόνος καὶ ὁ ψευδόμαντις , οἶδα , ὅπως λυπεῖ σε ὁρώμενα ἐν τοῖς θεοῖς , καὶ μάλιστα ὁπόταν ἡ μὲν
θερίζειν δὲ καὶ τρυγᾶν καὶ κλαδεύειν παρὰ μὲν τὸν καιρὸν ὁρώμενα τὰς πράξεις [ τὰς τοιαύτας ] καὶ τὰς ἐγχειρήσεις
3882831 ὀστουν
ἀθεράπευτός ἐστιν . εἰ δὲ χωρὶς τῆς διαστάσεως ἐξογκωθείη τὸ ὀστοῦν , καὶ ὣς ἀνωφελὴς ἡ χειρουργία : ἀνατρήσαντες γὰρ
τρίπουν . πρόσκειται ἀπαθές διὰ τὸ ποιοῦν καὶ χρυσοῦν καὶ ὀστοῦν καὶ χαλκοῦν , ταῦτα γὰρ ἀπὸ κράσεως γέγονε ,
3880526 αὐθωρον
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον :
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον :
3880273 συνταραχθεις
μηδὲν τούτων διανοηθείς , ἡσυχίαν ἄγειν οὐ δύναται , ἀλλὰ συνταραχθεὶς εἰκῇ φέρεται καὶ οἷον ἐν σκότῳ προσπταίων λοιδορεῖται ,
: παῖς νιν ὃν ἔτεκ ' αὐτὸς ὤλεσεν . ὦ συνταραχθεὶς οἶκος . ὡς τί δὴ θέλων ; πατρὸς θανόντος
3874756 ἰδων
τοῦ ψελλίζεσθαι . Σὲ δ ' οἰωνίσατ ' ἄν τις ἰδών : ἐπὶ τῶν εἰδεχθῶν : παρόσον οἱ παλαιοὶ οἰωνίζοντο
ἡδονήν . ὁ μὲν οὖν κατέχων τὰ τοιαῦτα τὴν ὥραν ἰδών τούτων ἑκάστοις ὡς προσῆκε χρήσεται : ὁ δ '
3870608 οὐρανισκος
, ὀδόντες , [ καὶ ] χείλη , ῥίς , οὐρανίσκος καὶ ὁ γαργαρεών . φωνή ἐστι πλῆξις ἀέρος ἢ
, ὅ ἐστι τοὺς ὀφθαλμοὺς πελιώματα . Ὑπερώα . ὁ οὐρανίσκος . Ὅμηρος : χείλεα μέν τ ' ἐδίῃν '
3869390 ἡνιων
διὰ τῶν πτερῶν . : στομίων ἄτερ ] Οἷον χωρὶς ἡνίων , αὐθαίρετον , οὐ βίᾳ . ταῖς σαῖς δὲ
τὸν φύλακα : “ αὐτοῦ . ” ῥυτῆρες οἱ τῶν ἡνίων ἱμάντες . ῥῶγας τὰς θυρίδας : “ ἀνὰ ῥῶγας
3866009 δεξια
' ἀριστερὰ ἔσωθεν , τὸν δὲ κατὰ πλευρὰν ἐπὶ τὰ δεξιά . διὸ καὶ κρατεῖν αὐτὸν ἕνα ὄντα : τὸν
δεύτερον μίλιον ὑποστρέφειν ἄχρι τοῦ ἡμίσεως διαστήματος καὶ ἐκκλίνοντας ὅτε δεξιά , ὅτε ἀριστερὰ τρέχειν . Καὶ τρίτον τέταρτον οὕτως
3864309 πυροειδες
κρυόεντος : πυρώδους , καυστικοῦ , διὰ τὸ πυρωπὸν δὲ πυροειδές : καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ γὰρ τοῦ θυμουμένου ὑπέρυθροι ,
, εἴποτε φοιτῴη δι ' ἡλίου , τοσοῦτον ἐκλάμπειν αὐτῷ πυροειδές τι , ὡς τοὺς μὲν οἴεσθαι ῥίνημα χρυσοῦ προιόντι
3859237 ἐφθεγξατο
ὃς οὐκέτι ἐπεπήρωτο τὴν φωνὴν , ἐξ ὅτου τὸ πρῶτον ἐφθέγξατο : ἦν δὲ καὶ τἄλλα ἔμφρων . Καὶ ὁ
οἰόμεναι περιστερὰν αὐτὸν εἶναι προσίεντο . ἐπεὶ δέ ποτε ἐκλαθόμενος ἐφθέγξατο , τηνικαῦτα τὴν αὐτοῦ γνοῦσαι φύσιν ἐξήλασαν παίουσαι .
3858234 ὁρωμενον
Ἀντὶ τοῦ εἰς ὄψιν : ἀπὸ τοῦ ὁρῶντος ὀφθαλμοῦ τὸ ὁρώμενον . . ΠΑΡΘΕΝΙΚΗΣ ΚΑΛΟΝ ΕΙΔΟΣ . Καὶ τοῦτο τὸ
φωτίζηται τὰ ὁρώμενα . ἀλλὰ καὶ ὅταν λαμπρὸν ᾖ τὸ ὁρώμενον , μέσου δεῖ τοῦ διαφανοῦς , ᾗ καὶ τότε
3840977 βραχιων
πλείων ἢ κάτω . Ὁ δὲ ὦμος , καὶ ὁ βραχίων , καὶ τὰ προσηρτημένα τούτοισιν εὐαπόλυτά ἐστιν ἀπὸ τῶν
τοῦ βραχίονος ἐς τὸ ἔξω καμπύλον . Ὁμιλέει δὲ ὁ βραχίων τῷ κοίλῳ τῆς ὠμοπλάτης πλάγιος , ὅταν παρὰ τὰς
3839204 ὁρμᾳ
κάμνονταϲ ” “ καὶ ὅϲα ἐϲ φλεγμονὴν καὶ ἐϲ ἀκαθαρϲίην ὁρμᾷ καὶ ὅϲα εἰϲ πυρετούϲ . ” καί φηϲιν ,
θαρροῦσα ἔχειν τὸ ἀντιφάρμακον , τρώγει τὸ ἀκόνιτον , εἶτα ὁρμᾷ ἐπὶ τῷ χρήσασθαι τῷ ἀντιφαρμάκῳ , καὶ οὐκ ἐφίκετο
3838928 διακορησεις
τῆς ὑστέρας τὴν ἀπόφυσιν εἰληφότων , ἅπερ καὶ κατὰ τὰς διακορήσεις ἁπλουμένων τῶν στολίδων ῥήγνυται καὶ ὀδύνην ἐπιφέρει καὶ ἀποκρίνεται
τὴν ἀπόφυσιν εἰληφότων , ἅπερ [ καὶ ] κατὰ τὰς διακορήσεις καὶ ὀδύνην ἐπιφέρει , ἁπλουμένων τῶν στολίδων : ῥήγνυται
3831066 ἐκτεινειν
' ἀβλαβοῦς τῆς τοῦ βραχίονος πρὸς τὸν πῆχυν διαρθρώσεως , ἐκτείνειν καὶ κάμπτειν δύνανται , κἂν τελέως ἐνήργουν ἑκάτεροι ,
τὸν λόγον , ἀλλὰ περὶ τῶν χρόνων , τοὺς μὲν ἐκτείνειν κελεύων , τοὺς δὲ συνάγειν , τοὺς δὲ ἴσους
3827051 σκοτος
: τὸ δὲ ὄνομα τῷ χωρίῳ Σκοτίταν [ τὸ δὲ σκότος ] οὐ τὸ συνεχὲς τῶν δένδρων ἐποίησεν , ἀλλὰ
ἀπλανὲς κύκλευμα , ἡλίου φῶς , ἡμέρα , ἄστρα , σκότος , νύξ , γῆ , ἀήρ , ὕδωρ .
3822099 ἑστωτα
δὲ τὰ στρογγύλα , τά τε κινούμενα ἑστῶτα καὶ τὰ ἑστῶτα πολλάκις κινούμενα φαίνεται . πλείστη δὲ κἀν τοῖς μεγέθεσι
καὶ συνεληλυθότων κατὰ τὸν θεὸν , ἐν δ ' αὐτοῖς ἑστῶτα ἐμὲ δημηγορεῖν τε καὶ ὑμνεῖν τὸν θεὸν , ἄλλα
3821722 ὀρεστης
ἀνδρῶν φεύγων ἀπ ' οἴκων : μυκηναῖος γὰρ ὢν ὁ ὀρέστης καὶ γαμῶν συγγενῆ σπαρτιάτιδα ἐδύνατο τὴν πατρίδα φεύγων διὰ
* ἀπὸ τοῦ ὑποδήματος τὸν πόδα δηλοῖ : ὁ δὲ ὀρέστης φησὶ παραχρῆμα προσβὰς τὸν πόδα ἐξέτεινε τὴν χεῖρα :
3815628 φωτοειδες
φωτὸς οὔτε τὸ ὁρῶν ἐνεργήσειεν ἂν περὶ τὸ ὁρατόν . φωτοειδὲς γὰρ ὂν καὶ τὸ ὁρατικὸν ἡμῶν , ὡς περιφανῶς
διὸ καὶ τοῦ ἔξωθεν δεῖται φωτὸς καὶ τὸ ὁρατικὸν ὡς φωτοειδὲς καὶ τὰ χρώματα ὡς φῶτά τινα ὄντα , ὡς
3809091 ἁλλοιτο
καὶ ἐφ ' ἑνὶ ποδὶ τῷ κατὰ τὸ πάϲχον οὖϲ ἅλλοιτο , παρεγκλίνων πωϲ ἑαυτόν , ἐκκρίνεται ῥᾳδίωϲ τὸ ὕδωρ
, ὡς καὶ τὸ ἀκούσαι ἀντὶ τοῦ ἤκουσεν . ⌈ ἅλλοιτο . [ ἅλοιτο ] ] πηδήσειε . , πηδᾷ
3797431 μεσονυκτια
τοῦ μεσημβρινοῦ . Ὁμοίως δὴ δείξομεν , ὅτι οὐδὲ τὰ μεσονύκτια ποιήσεται ἐπὶ τοῦ μεσημβρινοῦ , ἀλλ ' ἐν τῷ
τοῦ μεσημβρινοῦ . Ὁμοίως δὴ δείξομεν , ὅτι καὶ τὰ μεσονύκτια ποιήσεται ἐν τῷ μεταξὺ τόπῳ τοῦ τε ἐπὶ δυσμαῖς
3797356 ἀντιστρεφειν
ὡρισμένην , ἐν ᾗ δὲ τὰ κακὰ ἀόριστον , καὶ ἀντιστρέφειν ἔλεγον τὰ καλὰ καὶ ὡρισμένα . εἴ τι γὰρ
καὶ ἡγούμενον καὶ ἀντιστρέψῃ , δοκεῖ ἐλέγχειν διὰ τὸ οἴεσθαι ἀντιστρέφειν τὴν ἀκολούθησιν . ὅταν γὰρ τοῦδε ὄντος ἐξ ἀνάγκης
3795688 βελος
θαρσαλέος , βέβαιος ὤν . τινάσσων ] κινῶν . πυρπνόον βέλος ] τὸν κεραυνόν . . ταῦτ ' ] αἱ
τὸ δέρμα δὲ ὅταν ᾖ περικείμενον τὸ ἀπ ' οὐρανοῦ βέλος παρεκτρέπει . ὅτι εἰ πυκνὰ διατρήσας τὸ δέρμα τῆς
3791154 κινησαι
διδάσκαλος ] ? νέος προσελεύσεται [ ] ? ὡς καὶ κινῆσαι ἡμῶν τὸ πᾶν δόγμα , ὃν τρόπον οἱ πρόγονοι
θεὸν καὶ καταλαμβάνοντα τὸ Σμίνθιον μαντεῖον ἐγκαταστῆσαι τῷ τόπῳ καὶ κινῆσαι τρίποδας . Ἐπειδὴ δὲ τὰ κατὰ τὸν τόπον τῆς
3789261 προσνευειν
χελώνης , μακρότερον τῶν ζυγῶν καθ ' ὃ μέρος θέλομεν προσνεύειν τὴν χελώνην . κατὰ μέσους τοὺς ὀρθοστάτας τούτοις ἄλλα
πᾶν τὸ προσλαμπόμενον αὐτῆς ἡμισφαίριον ἅμα καὶ ἡμῖν τότε πᾶν προσνεύειν , ὅταν δὲ οὕτως διαμετρηθῇ ὥστε εἰς τὸν τῆς
3786149 λιθινου
ἐκ τούτων ἔρως . ἀλλ ' ἐν Σάμῳ μὲν τοῦ λιθίνου ζῴου ποτὲ ἄνθρωπος ἠράσθη τις , εἶτ ' εἰς
τοῦ τεθνεῶτος δάκτυλος ὁμωνύμως ἐστὶ δάκτυλος μηδὲν ἔτι διαφέρων τοῦ λιθίνου : οὐδὲ γὰρ ποιεῖ τὰ τοῦ δακτύλου . ἔνια
3785236 καθημενος
εἰς τοὐπτάνιον οὐκ εἰσέρχομαι . ἀλλὰ τί ; θεωρῶ πλησίον καθήμενος , πονοῦσιν ἕτεροι δ ' , οἷς λέγω τὰς
ἐξηγητὴς [ ἐν μέσῳ ] τῆς γῆς ἐπὶ τοῦ ὀμφαλοῦ καθήμενος ἐξηγεῖται . Καὶ καλῶς γ ' , ἔφη ,
3775534 πιεζομενη
ἐς ἐμπολὴν κερδαλέον ἑαυτῷ ἅρπαγμα . ἣ δὲ ἄρα ἤλγησε πιεζομένη , καὶ παίει τῷ κέντρῳ πείρασα , καὶ ἐξέχεε
ἡ κάθαρσις ἄρχηται , ἡ κοιλίη πλήρης ἐστὶ καὶ θερμὴ πιεζομένη . Μάλιστα δὲ ἀναπνέει πυκινὸν , ἐπὴν τόκου πελάζῃ
3763275 ἐξιῃ
ἕλκειν διὰ τῶν αὐλίσκων καὶ διὰ τῶν ῥινῶν , ὡς ἐξίῃ φλέγμα , καὶ τὴν φάρυγγα καὶ τὴν γλῶσσαν ἀνατρίβειν
ἂν μένῃ , οὐδεμία ἐντεῦθεν ἀπέρχεται : ἐὰν δέ ποι ἐξίῃ , οὐδεμία αὐτοῦ ἀπολείπεται : οὕτω δεινός τις ἔρως
3753520 ἱππον
, οὐδ ' ἵππον : ἀλλ ' οὐχὶ εἰ μὴ ἵππον , οὐδὲ ζῶον . ἁπλῶς γὰρ τὸ ἐνδεχομένως ἀκολουθοῦν
καὶ ταῦτα ἐγίγνετο . ἔτι μὲν προσιὼν τῷ ποταμῷ τὸν ἵππον ὁρῶ λούμενον . λουμένου δέ μου παρῆν ὁ νεωκόρος
3751893 βαδιζοντι
τὸν ἄνδρα , ἀλλὰ τοῦτόν γε Πλάτωνι τῷ Ἀρίστωνος περιτυχόντα βαδίζοντι ἔξω τοῦ τείχους μετά τινων γνωρίμων καὶ ἰδόντα σεμνὸν
, λευκὸν τινὶ βαδίζοντι ὑπαρχόντως , καὶ συνάγεται κίνησις παντὶ βαδίζοντι ἐξ ἀνάγκης . καὶ τὸ οὐδενὶ οὕτως : κίνησις
3747127 τοξευουσιν
αὐτῷ ἐν τοῖς ἰδίοις τόποις ἀπελαύνοντες , ὡς δύνανται , τοξεύουσιν . ἀλλὰ τοῦτο , κἂν μείζονα κίνησιν καὶ γυμνασίαν
τὴν δεξιὰν μεταλαβεῖν . οὕτως ἐγένετο ἀχρεῖα τὰ βέλη τοῖς τοξεύουσιν ἐκ τῆς θαλάττης . Καῖσαρ καὶ Πομπήϊος ἐν Θεσσαλίᾳ
3742323 ἀετος
: ὁ Προμηθεὺς ἐδέδετο ἐν τῷ Καυκάσῳ , καὶ ὁ ἀετὸς τὸ ἧπαρ αὐτοῦ κατήσθιεν . Ἀγροίτας δὲ ἐν τῇ
. Ἑλένης δέ ποτε κληρωθείσης , καὶ προαχθείσης κεκοσμημένης , ἀετὸς καταπτὰς ἥρπασε τὸ ξίφος , καὶ ἐς τὰ βουκόλια
3741282 πλανητος
, εἰ καί σου καταφρονεῖν τινες μέλλοιεν ὡς ἀδολέσχου καὶ πλάνητος . οἱ γὰρ ἀνθρώπων λόγοι καὶ τὰ πάντα σοφίσματα
μένοντος παρά τινι τῶν ἀπλανῶν . ἀναποδισμὸς δέ ἐστι φαντασία πλάνητος ὑποστροφῆς ἀπὸ στηριγμοῦ ὡς ἐπὶ τὰ ἐναντία τῇ πρόσθεν
3740872 κεχρισμενον
ἐχρίοντ ' ἐξέτινον ζημίαν ” . Γ εἰώθασι δύο ὑπηρέται κεχρισμένον σχοινίον μίλτῳ ἤγουν βάμματι κοκκίνῳ ἐκτείνειν διὰ τῆς ἀγορᾶς
, ” τοῦ θυμοῦ τὰ ἴχνη : “ πρὸς τὸν κεχρισμένον τῷ μύρῳ , ” τίς ἐστιν , “ ἔφη
3733604 ἀτρεμει
ἐμποιεῖ οὐδὲ ἔρχεται ἐφ ' ἡμᾶς , ἀλλὰ τὰ μὲν ἀτρεμεῖ , ἡμεῖς δέ ἐσμεν οἱ τὰς περὶ αὐτῶν κρίσεις
πάσχεις ; ἔφη : καὶ τί δή ποτε οὐδὲ μικρὸν ἀτρεμεῖ σου τὸ οὖς ; καὶ ὁ ἐλέφας , κατὰ
3722810 μεταστραφεις
τὴν ψυχὴν ὥσπερ ὑπὸ μύωπος παταχθεὶς ἐγείρω καὶ πρὸς αὐτὸν μεταστραφεὶς λέγω : “ Τίς ἡ Μελίτη ; ” ὁ
” ποῖαι γάρ τινές εἰσι “ , λέγει , ἵνα μεταστραφεὶς ἀλλοίας αὐτὰς ἴδῃ καὶ θαυμάσῃ τὴν τούτων μεταβολήν .
3717247 καθιεναι
Καὶ εἰ μὲν διεστὼς εὑρεθῇ τὸ στόμιον τῆς μήτρας , καθιέναι τὴν χεῖραν καὶ ὡς προείρηται πειρᾶσθαι ἐξέλκειν , εἰ
, ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ πρόϲωπον εἰϲ θάλαϲϲαν χλιαρὰν ὅλον καθιέναι . ταῦτα μὲν κοινὰ πάϲηϲ ἀμαυρώϲεωϲ . ἰδίωϲ δὲ
3710373 ἱππου
τὸ τοῦ ζῴου εἶδος , ἔπειτα τὸ τοῦ ἀνθρώπου ἢ ἵππου . ἔτι ἐπὶ μὲν τῶν ἀριθμῶν ἐκ πάντων τῶν
γὰρ ἀνθρώπου μέν , εἰ οὕτως ἔτυχεν , ὄντος λευκοῦ ἵππου δὲ μὴ λευκοῦ , ἀμφοτέρας τε ἀληθεύειν τὰς προτάσεις
3705041 κατωτερω
ἐπιφάνειαν ἐπὶ τῶν ἐν βάθει ὁμόχρουν , οἷα δὴ πολὺ κατωτέρω τοῦ δέρματος συνισταμένων τῶν ἀποστημάτων : τὰ δ '
ἵνα μὴ πλανηθέντες ἀνωτέρω τὴν διαίρεσιν ποιησώμεθα , ἔπειτα διέλωμεν κατωτέρω τοῦ σημαινομένου τόπου διὰ τοῦ καθετῆρος : ἐπιτήδειον δὲ
3703190 μετασχηματιζεσθαι
ὅτε εἰ ὀνόματα ἦν τὸ οἶκονδέ , οὐκ ἂν ἐνεποδίζετο μετασχηματίζεσθαι εἰς πτώσεις καὶ ἀριθμούς , ὅπερ παρείπετο ὀνόμασιν .
σχημάτων φαίνονται οἱ λόγοι . εἴρηται δὲ σχῆμα διὰ τὸ μετασχηματίζεσθαι , ὡς ἐπὶ τῶν ὀρχουμένων ἀνθρώπων ἢ ὡς ἐπὶ
3691174 ὀμματα
λιπαραῖς ταῖς χερσὶν ἀπευθύνειν μετὰ συμμέτρου συντονίας μαλάσσοντας τά τε ὄμματα αὐτῶν ἡσυχῆ καὶ καταψύχοντας , ἔτι τε φλεβοτομεῖν αὐτοὺς
τε καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐξεκάλυψεν αὐτόν , καὶ ὃς τὰ ὄμματα ἔστησεν : ἰδὼν δὲ ὁ Κρίτων συνέλαβε τὸ στόμα
3682552 κινηθησεται
δή , εἶπον , ὦ Γλαύκων , ἡ πόλις ἡμῖν κινηθήσεται , καὶ πῇ στασιάσουσιν οἱ ἐπίκουροι καὶ οἱ ἄρχοντες
ὁρίζοντι ἐπιπέδῳ ὑπὸ τῶν μ ἀνδρῶν , τὸ αὐτὸ βάρος κινηθήσεται ὑπὸ συναμφοτέρων τῶν προειρημένων ἀνθρώπων , τουτέστιν ὑπὸ τʹ
3682518 ἰδουσα
, ὡς καταμανθάνειν μή πη ἄρα ἐξετράπην τῆς ὁδοῦ : ἰδοῦσα δὲ καὶ ἐπιμειδιάσασα αὖθις αὖ πρόεισιν . εἰ δὲ
πρόεισιν ἐπίκλησιν ὡς ἔθος τῶν θεῶν ποιησαμένη : ἀπροόπτως δὲ ἰδοῦσα τὰς Ἐριννύας κύκλωι τοῦ Ὀρέστου καθευδούσας πάντα μηνύει τοῖς
3680433 διατρησαι
ἐξικμασθῆναι περιγράφειν μαχαιρίῳ τὸν ἀστερίσκον ὡς μὴ εἰς τὸ ἐντὸς διατρῆσαι , καὶ ἐκ πλαγίων δὲ τὰς κωδύας εὐθείας ἐκτέμνειν
καὶ πύον ἤδη τό γε μὴ πολύ , χωρὶς τοῦ διατρῆσαι τὸ δέρμα , διαφορεῖν δύνασθαι : μαλάττει δὲ τὰ
3678637 βαδιζει
ἑσμὸς ὑποφθέγγεται , μᾶλλον δὲ καθ ' αὑτὸν ὁ λόγος βαδίζει καὶ οὐκ ἐπερείδεται βασιλεῖ τοῦ προελθεῖν ἀσφαλέστερον . †
τὸν ὑποκείμενον δ καταφάσεις οὐ Σωκράτης βαδίζει , οὐκ ἄνθρωπος βαδίζει , τὶς οὐκ ἄνθρωπος βαδίζει , πᾶς οὐκ ἄνθρωπος
3674140 πλαναται
πολυσπερεῖ μέν , ὦ γέρον , καθ ' Ἑλλάδα φήμῃ πλανᾶται καὶ διέγνωσται πάλαι τὸ μὴ βεβαίους τὰς βροτῶν εἶναι
: οὐ γὰρ ὥσπερ ἐν γῇ . . . ἀλλὰ πλανᾶται διὰ τὸ ἀφ ' ὑγροῦ βεβηκέναι ἐφ ' ὁμαλῆ
3669924 τυφλουμενος
. προσήκοι δ ' ἂν τούτῳ τῷ μέρει τυφλός , τυφλούμενος , πεπηρωμένος τοὺς ὀφθαλμούς : ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ
ὀλέθριον κακόν : ἀνάνδρῳ , γυναικείῳ : ἔνδοθεν ὁ Πολυμήστωρ τυφλούμενος ταῦτα βοᾷ : θρῆνον : λείπει τὸ ἕνεκεν :
3667819 ἐξενεχθεις
, καὶ ἐκεῖ νεανικὸν ποιήσας ἔλαθες πολλάκις ἐν τοῖς οἰκείοις ἐξενεχθεὶς ὥστε κωμῳδοποιὸς γενέσθαι . Καὶ μάλα , ἔφη .
. τοῦτο μὲν γὰρ ἐπί τῳ φέρεται οὗτος ὁ χρησμὸς ἐξενεχθεὶς ὑπὸ τῆς Πυθίας : ἐμοὶ μελήσει ταῦτα καὶ λευκαῖς
3664474 ἐκθλιβει
ἔξωθεν μὲν τῶν μυῶν , ἔσωθεν δὲ τῶν φρενῶν , ἐκθλίβει τὰ ταῖς κοιλότησιν αὐτῶν περιεχόμενα . προστιμωρεῖ δ '
δὲ οὐκέτι προσδεήσεται λίπους , ἀλλὰ καὶ τοῦ συμπεπομένου πρότερον ἐκθλίβει τὸ πλεῖστον . ἐκλύσω δὲ τὸ ὄργανον οὐ πλείονι
3663328 κινεισθαι
αὐτὰς τοῖς κατὰ μέρος ζῴοις σχέσεις καὶ κινήσεις ἴσχεσθαι καὶ κινεῖσθαι τὸ θεῖον ὑπολαμβάνειν ὑπερωκεάνιος καὶ μετακόσμιος , ὡς ἔπος
. αἴγειρος δὲ παρὰ τὸ ἐκ τῆς ἔρας ἀίσσειν καὶ κινεῖσθαι , ἢ παρὰ τὸ κατάγνυσθαι ὑπὸ τῶν ἀνέμων .
3663182 βλεπετω
ὁπλαῖς , τοὺς μὲν πρόσθεν πόδας ψήχων , κατόπιν παρελθὼν βλεπέτω ἵνα περ καὶ ὁ ἵππος , ὡς μηδὲ βουλόμενος
ἐς βορέαν ἄνεμον τᾶς κόρθυος ἁ τομὰ ὔμμιν ἢ ζέφυρον βλεπέτω : πιαίνεται ὁ στάχυς οὕτως . σῖτον ἀλοιῶντας φεύγειν
3659681 ἐμφωλευοντα
τὸ δὲ ἔτος κατ ' Αἰγυπτίους τεσσάρων ἐνιαυτῶν . Ἄνθρωπον ἐμφωλεύοντα ἑαυτῷ κακίαν , καὶ ἀποκρύπτοντα ἑαυτὸν ὥστε μὴ γνωσθῆναι
τιμηθήσεται , πάντα ὑπισχνεῖτο . μέχρι μὲν οὖν τινος τὸν ἐμφωλεύοντα ἔνδον πολέμιον ἀγνοοῦντες ἐφυλαττόμεθα τοὺς ἔξω μόνους : ἐπεὶ
3655650 τυπτων
ὡς ὁπότε ζέφυρος νέφεα στυφελίξῃ , ἀργεστᾶο νότοιο βαθείῃ λαίλαπι τύπτων . ” τὸν γὰρ δυσαῆ ζέφυρον νῦν λέγει ,
ἔστω φόνου , πλεονέκτημα εἰς ἀπολογίαν πεπορισμένος τὸ μήτε παραχρῆμα τύπτων ἀνελεῖν μήθ ' ὕστερον , ἔχων κατὰ τὴν οἰκίαν
3652187 ὀψεως
φοβεροὶ μὲν εἰς τὸ θεαθῆναι τουτέστιν ἱκανοὶ φοβεῖν ἐκ τῆς ὄψεως , δεινοὶ δὲ καὶ ἐπιτήδειοι καὶ δεξιοὶ πρὸς πόλεμον
ὅλον οἶκον . ὅτι διὰ τὰς τρίχας τὰς κατὰ τῆς ὄψεως αὐτοῦ ὀρθῶς οὐχ ὁρᾷ ἀλλὰ πλαγίως . ὅτι ἡ
3646123 ἐνοπτρου
καί ἐστιν ἔλασσον τὸ ΘΛ τοῦ ΕΚ καὶ ἔγγιον τοῦ ἐνόπτρου . Δυνατόν ἐστιν ἔνοπτρον κατασκευασθῆναι ὥστε ἐν τῷ αὐτῷ
ἡ ὄψις ἡ μέλλουσα ἰδεῖν τὸ Ε ἀπὸ τοῦ ἐπιπέδου ἐνόπτρου οὐκ ἔστιν ἡ ΒΑΕ : οὐ γὰρ ποιεῖ γωνίας
3641430 ἱεραξ
χεῖρα καὶ πρόσωπον καὶ ἕτερα τοιαῦτα . ὁ μὲν οὖν ἱέραξ αὐτοῖς σημαίνει πάντα τὰ ὀξέως γινόμενα , διὰ τὸ
καὶ αἱ ταύταις παραπλήσιαι : ἀπὸ δὲ ζώων καρκίνος , ἱέραξ , κριὸς , λαγωὸς , χελώνη : ἀπὸ δὲ
3639634 ὑπεφευγε
τι τοῖς ὀνείροις παραπλήσιον : ὑπεχώρει γὰρ προσιόντων ἡμῶν καὶ ὑπέφευγε καὶ πορρωτέρω ὑπέβαινε . καταλαβόντες δέ ποτε αὐτὴν καὶ
, οἷον ὄχλος φιλεῖ ποιεῖν , ὅσῳ μᾶλλον ὁ Κλέων ὑπέφευγε τὸν πλοῦν καὶ ἐξανεχώρει τὰ εἰρημένα , τόσῳ ἐπεκελεύοντο
3639323 ῥαγοειδης
ἔνδον πάντων ἀποκείμενος , δεύτερος δὲ μετ ' αὐτὸν ὁ ῥαγοειδὴς καὶ τρίτος ὁ κερατοειδὴς καὶ μετὰ τοῦτον ὁ ἐπιπεφυκὼς
δὲ ὠοειδὲς , τοῖς δὲ χιτῶσιν ὀνόματα κεῖνται ἀμφιβληστροειδὴς , ῥαγοειδὴς , κερατοειδὴς , ἐπιπεφυκώς , ὅν τινες οὐδὲ χιτῶνα

Back