ἀγχιστεία γένους , ἀλλ ' ἀρετῆς ὑπεροχή , οὐδὲ οἰκειότητος ἐγγύτης , ἀλλὰ ῥώμης ἀπόδειξις καὶ ἀνδρείας . καὶ σοφῶς
μόνον ὁμοιότης ἐπὶ τῶν ὀφθαλμῶν ὑπάρχει , ἀλλὰ καὶ πολλὴ ἐγγύτης : ἐπὶ δὲ τῶν ὤτων , πολύ ἐστι τὸ
3976521 ἀδοξος
ἀνεπιτήδειος , μάταιος εἰς τὸ ἀνεπιτήδειος διαλέγεσθαι , ἄκαιρος , ἄδοξος . καταπύγων ] πορνευόμενος , φλύαρος , μιαρός .
νικητήρια φέροντες ; Σωκράτης πένης , Σωκράτης αἰσχρός , Σωκράτης ἄδοξος , Σωκράτης δυσγενής , Σωκράτης ἄτιμος . Πῶς γὰρ
3823511 γεροντικη
ἡ δὲ ἀκμαστικὴ , ἡ δὲ παρακμαστικὴ , ἡ δὲ γεροντική . καὶ τῶν ὡρῶν ἡ μὲν ἐαρινὴ , ἡ
ὑπερκείμενος προσεχῶς τοῦ Ἄρεως : καὶ ἔστιν ἡ τοιαύτη ἡλικία γεροντική . διὰ τοῦτο γὰρ οἱ ἄνθρωποι τηνικαῦτα καταλιμπάνουσι τοὺς
3812221 πραεια
ἡ διὰ τῶν χειρῶν τρῖψις συμβάλλεται ἥσυχος καὶ θερμὴ καὶ πραεῖα , προσέτι καὶ ἡ ἐπίδεσις τῶν ἄκρων . καὶ
Ὑδροχόῳ : ὁ γήμας ὠφεληθήσεται : ἔσται γὰρ ἡ γυνὴ πραεῖα καὶ φρονίμη . Σελήνης Κριῷ : ὁ γήμας βλαβήσεται
3804328 Ἰος
. μητρὶς δέ τοι , οὐ πατρίς ἐστιν . ἔστιν Ἴος νῆσος μητρὸς πατρίς , ἥ σε θανόντα δέξεται .
γονέων καὶ πόθεν . ὁ δὲ ἀνεῖλεν οὕτως : ἔστιν Ἴος νῆσος μητρὸς πατρίς , ἥ σε θανόντα δέξεται :
3710909 πυκνοτερος
διέζωσται ταῖς κατατομαῖς τὸν αὐτὸν τρόπον τῇ μήκωνι : πλὴν πυκνότερος ἐν ταύταις ὁ καρπός . ἔστι δὲ παρόμοιος τῷ
τε ἡδίων τοῦ ἑτέρου , καὶ τὴν σάρκα πως δοκεῖ πυκνότερος . Ἐκ τῶν γειτόνων ἔχουσι τὸ παράδειγμα : ἐπὶ
3690807 φορα
Ἐμπορίαν αἰτεῖς ; ἣν δίδωσιν ναῦς καὶ θάλαττα καὶ πνευμάτων φορά : ἀγορὰ πρόκειται : ὤνιον τὸ χρῆμα . Τί
πάλιν ἠρεμεῖν : οὐ ταὐτὸν δέ ἐστιν περιφορά τε καὶ φορά . δοκεῖ δέ τι μέγα εἶναι καὶ χαλεπὸν γνωσθῆναι
3656651 ἀνατολη
ἀνώτερον ἡ Ζ , ἡ ἄρα πρὸ τῆς Ζ δύσεως ἀνατολὴ ἀνώτερόν ἐστι τῆς πρὸ τῆς Κ δύσεως ἀνατολῆς .
ἀνατολὴν ἡμέρᾳ . ζʹ Ἐὰν γένηται τῷ ἡλίῳ δύσις καὶ ἀνατολὴ κατὰ διάμετρον , ἡ δι ' ἡμίσεως ἐνιαυτοῦ νὺξ
3652147 ἐγκυμων
ὑπ ' αὐτοῦ πάθῃ κατὰ τὸ τῆς μητρυιᾶς ὄνομα , ἐγκύμων οὖσα δίδωσιν ἑαυτὴν Τυρρηνῷ τινι συοφορβίων ἐπιμελητῇ βασιλικῶν ,
. δεῖ δὲ τὴν πόαν χυλίζειν ὅταν ἀκμαιοτάτη ἐϲτὶ καὶ ἐγκύμων τοῦ ἄνθουϲ . δίδοται δὲ τοῦ χυλοῦ ϲὺν #
3622804 πολυπληθεια
Ἱστὸς δὲ , ἡ συμμιγὴς καὶ πολυμερὴς πασῶν τῶν τεχνῶν πολυπλήθεια . , ΑΜΦΙΧΕΑΙ ΚΕΦΑΛΗι . Σαφῶς ταῦτα προσήκει τῷ
εἰσὶν ἑκάστης τῶν ἰδεῶν οἱ τόποι , ἀλλ ' ἡ πολυπλήθεια τῶν εἰς αὐτοὺς συντελούντων ἐπιχειρημάτων ἀόριστος καὶ κατὰ ἄνδρα
3595713 στοργη
ἐσπούδακα περὶ αὐτόν , χρῶμαι αὐτῷ . καὶ φιλία , στοργή , οἰκειότης οἰκείωσις , ἐπιτηδειότης , ἑταιρεία , εὔνοια
καὶ τοῦ συννόμου μὴ ἐπιλάθῃ . ἤδη γὰρ ἡ μεγάλη στοργή , ἣν πρὸς ἀλλήλους ἐθέμεθα τῇ κοινωνίᾳ τῆς φύσεως
3572691 ἐνδεια
σκῆπτον παρ ' Αἰολεῦσιν . Ἀποκοπὴ δέ ἐστι μιᾶς συλλαβῆς ἔνδεια κατὰ τὸ τέλος , οἷον δῶμα δῶ , κρίμνον
δίκη : καὶ γὰρ εἰ χαλεπὰ ῥῖγος , δίψος , ἔνδεια τροφῆς , ἀλλ ' εὐκταιότατα γένοιτ ' ἂν ἐπὶ
3571386 ἀμυδρος
αἱ ἀποκρίσεις , διψῶσι γλῶσσα τραχεῖα , σφυγμὸς μικρὸς καὶ ἀμυδρός : ἅτε ἔστω νενευκότος τοῦ θερμοῦ . ρϞαʹ .
μετὰ παλμῶν καὶ ἐξαναστάσεων ἀλόγων , καὶ σφυγμὸς ἀνώμαλος , ἀμυδρός , ἐκλείπων καὶ παλινδρομῶν , ἐνίοις δὲ καὶ ἀνορεξία
3546308 ἐνιαυσιαια
νεαρᾷ : θηρίων γάρ ἐστι γεννητική , ἀλλ ' ἔστω ἐνιαυσιαία , πολλάκις μεταβληθεῖσα δικέλλαις . Ἐπιλεξάμενος ὅσον θέλεις διάστημα
δι ' ἑαυτήν : ἢ γὰρ ἡμερησία ἢ μηνιαία ἢ ἐνιαυσιαία . ταῦτα ἔχει ἡ παροῦσα θεωρία . Ἐπειδὴ ᾔσθετο
3543819 συμμετρος
ΕΜΠΕΠΤΑΣ , ὁ αὐτός φησι , πύρινος ἄρτος κοῖλος καὶ σύμμετρος , ὅμοιος ταῖς λεγομέναις κρηπῖσιν , εἰς ἃς ἐντίθεται
ΗΘ , ῥητή ἐστι καὶ ἡ ΑΒ ἡ τρίπηχυς καὶ σύμμετρος μήκει τῇ προτεθείσῃ πηχυαίᾳ τῇ ΗΘ : ὁ γὰρ
3535069 ἀναιρεσις
, καιροῦ . ρογʹ . Θεραπεία ἐστὶν ἡ τῶν νοσημάτων ἀναίρεσις ἤδη γεγενημένη , οὐ γινομένη ἔτι . ἢ θεραπεία
' εἰκότως ἂν περὶ νίκης μόνης γίγνοιντο , ἡ δὲ ἀναίρεσις τοῖς φύσει πολεμίοις ἂν ὀφείλοιτο , τοῖς βαρβάροις ,
3532984 ὑποσαρκιδιος
' αὐτῶν ἀπόλλυσθαι , ὅταν γένωνται : φθίσις , ὕδρωψ ὑποσαρκίδιος , καὶ γυναῖκα ὁκόταν ἔμβρυον ἔχουσαν περιπλευμονίη ἢ καῦσος
ὁ μὲν ἀσκίτης , ὁ δὲ τυμπανίτης , ὁ δὲ ὑποσαρκίδιος . κατὰ δὲ Ἱπποκράτην δύο φύσεις . ὁ γὰρ
3530225 σχεσις
ἐπειδὴ λόγος μέν ἐστι δύο μεγεθῶν ἡ πρὸς ἄλληλα ποιὰ σχέσις : γίνεται δ ' αὕτη καὶ ἐν διαφόροις καὶ
ἔστιν , ἐὰν δὲ προστεθῇ ἕτερος ὅρος , γίνεται μία σχέσις , ἐπειδὴ εἷς ἦν ὅρος ὁ προκείμενος . πάλιν
3519473 δοκις
Πάχετός τε μεγίστη : παχεῖα . Στιβαρή : στερεά . δοκίς : ξύλον . ἄκρῃ : τῆς δοκίδος . Πολλὴ
νύκτας λαμπὰς μεγάλη καομένη , ἀπὸ τοῦ σχήματος ὀνομασθεῖσα πυρίνη δοκίς : μικρὸν δ ' ὕστερον ἡττηθέντες οἱ Σπαρτιᾶται παραδόξως
3515614 ἀσθενης
' ἴσον . γεγραμμένων δὲ τῶν νόμων ὅ τ ' ἀσθενὴς ὁ πλούσιός τε τὴν δίκην ἴσην ἔχει , ἔστιν
σφαλερώτερος : καὶ ὁ μὲν θρασὺς ἰταμώτερος , ὁ δὲ ἀσθενὴς θρασύτερος , ὁ δὲ φιλήδονος ἀκολαστότερος . Γεωργῶν ἀνήρ
3510849 χιμαιραν
. . ὁ Βελλεροφόντης ἐστὶν ἀπὸ τοῦ Πηγάσου τὴν πύρπνοον χίμαιραν εἰσηκοντικώς . εἶεν : δέχου καὶ τοῦτο . Ἐπ
, ὦ ἄριστε , ὥς φασιν οἱ ποιηταὶ , τὴν χίμαιραν ἐχειρώσατο οὐκ εἰς τὴν θάλατταν ἐμβὰς , ἀλλ '
3507403 μεγαλη
πατρίδα καλῇ . ἐρεῖς δὲ ἐν τούτῳ ὅτι λαμπρὰ καὶ μεγάλη ἡ πατρὶς καὶ ἀξία ποθεῖσθαι , ἀλλ ' ὅμως
ἐνύδρων ὁ κροκόδειλος , τῶν δὲ ὑποπτέρων ἡ στρουθὸς ἡ μεγάλη , τῶν γε μὴν τετραπόδων ὁ ἐλέφας . Περὶ
3506112 πευκων
Ῥόδου , Πεύκη δὲ λέγεται διὰ τὸ πλῆθος ὧν ἔχει πευκῶν : ἐπ ' εὐθείας κατ ' αὐτὴν πελαγία Ἀχιλλέως
, Πεύκη δὲ λέγεται αὕτη διὰ τὸ πλῆθος ὧν ἔχει πευκῶν . Εἶθ ' οὕτως : Μετ ' αὐτὴν πελαγία
3504518 ἀμεσος
φησὶ γοῦν τοὺς μὲν προσμιγνύναι τῶν ὅρων ἀλλήλοις , ὧν ἄμεσος ἡ ἀντίθεσις , οἷον τὸ θερμὸν καὶ οὐ θερμόν
εἴη ; ἢ ἐπειδὴ μετὰ τὸ ὂν ἡ ζωὴ καὶ ἄμεσος ἡ πρὸς τὸ ὂν τῆς ζωῆς συναφή , τὸ
3504432 τηνεσμος
χορδαψός , ὃν δή φησι συναμματιζομένου ἐντέρου , ὁτὲ προηγεῖται τηνεσμός , ὁτὲ δυσεντερία τηνεσμῷ , περὶ τὸ δυσεντέριον τάσις
χορδαψός , ὃν δή φησι συναμματιζομένου ἐντέρου , ὁτὲ προηγεῖται τηνεσμός , ὁτὲ δυσεντερία τηνεσμῷ , περὶ τὸ δυσεντέριον τάσις
3502364 γεωργει
ἀνδρόμηκες ἔχοντι πᾶς ὁ καρπὸς αὐτῇ περιγράφεται , ἕτερον δὲ γεωργεῖ οὐδέν . Διὸ πολλαὶ μὲν ἐν αὐτῇ ἄγριαι κάμηλοι
ἀμήχανον τὴν σὴν ὑπερβῆναι πειθώ , δι ' ἣν πλείω γεωργεῖ καὶ γεγένηται μείζων , ἀλλ ' , οἶμαι ,
3501526 ζυγοστατης
καὶ ἡ τοῦ ζυγοῦ θέσις , τούτων δὲ ὁ μὲν ζυγοστάτης κριτήριον ἦν τὸ ὑφ ' οὗ , ὁ δὲ
βαρέων καὶ κούφων ἐξετάσει τρία ἐστὶ κριτήρια , ὅ τε ζυγοστάτης καὶ ὁ ζυγὸς καὶ ἡ τοῦ ζυγοῦ θέσις ,
3476533 ἐκκρισις
περιπίπτουσι τῷ τῆς γονορροίας πάθει : γονόρροια δὲ σπέρματος ἐστὶν ἔκκρισις χωρὶς προθυμίας καὶ ἐντάσεως , χαλᾶται γὰρ ἡ μήτρα
ἀπευθυσμένον . παραλυθέντων οὖν ἐκείνων τῶν μυῶν , ἀκούσιος ἐγένετο ἔκκρισις : ἀλλ ' οὐ μόνον τοῦτο , ἀλλ '
3460521 δεομενη
οὑτωσὶ καὶ ἥδε πασῶν αἰσθήσεων , οὐ τῆς τῶν σωμάτων δεομένη πλησιότητος ὥσπερ αἱ λοιπαὶ ἀλλ ' αὐτὴ παρ '
τοῦ ἀγαθοῦ ἀκριβῆ , οὗ καὶ αὐτόθεν ὀρέγεται , μὴ δεομένη βουλεύσεως , διὰ τὸ ὅλως τὰ θεῖα μὴ λείπεσθαι
3457792 προσαγορευομενη
. ‚ τῇ δὲ λαγών ἡ διὰ τοῦ ω παραπλησίως προσαγορευομένη λαγῴ παρ ' Εὐπόλιδι ἐν Κόλαξιν ἵνα πάρα μὲν
ἀστέρων παραδοῦναι ἐνεργείας καὶ διαθέσεις . Πρώτη βοτάνη ἡλίου ἡ προσαγορευομένη ἡλιοτρόπιον : εἰσὶ δὲ πλείονα εἴδη ἡλιοτροπίων , ἀλλὰ
3450833 φυσικη
ὕπνος σύνοδός τις τοῦ θερμοῦ εἴσω τῆς καρδίας καὶ ἀντιπερίστασις φυσικὴ διὰ τὴν εἰρημένην αἰτίαν . ὅθεν δ ' ἐκλείπει
οἱ σταγόνες μᾶλλον τοῦ αἵματος καὶ τῶν ἐντέρων ἐπιφέρεται ἡ φυσικὴ πιμελή . προσέτι δὲ καὶ σαρκώδη τὰ ἐκκρινόμενα φαίνεται
3441865 συμφυης
ὄγκος , ἂν μὲν οἰκεῖος ᾖ τῷ λοιπῷ σώματι καὶ συμφυής , εὐεξίαν ποιεῖ καὶ μέγεθος : εἰ δὲ μή
. . Εὐμαθὴς ἔστω ψυχή , ταχεῖα σύνεσιν , μνήμῃ συμφυής , ἕτοιμος πρὸς λόγους , δεινὴ μὲν κρύπτειν ,
3429821 παντελης
λόγος εὑρέθη , καθ ' ὃν ἄφεσις ψυχῇ δουλείας καὶ παντελὴς ἐλευθερία προκηρύττεται , ἤ τις τῶν μετ ' αὐτὸν
ὁρίζεται δὲ αὐτὸν Μινουκιανὸς μὲν οὕτως : στοχασμός ἐστιν ἄρνησις παντελὴς τοῦ ἐπιφερομένου ἐγκλήματος , οὐκ εὖ δὲ ἔχει ὁ
3416773 νομιζομενη
ἰσχὺς πολλή τ ' ἤδη γεγονυῖα καὶ ἔτι πλείων γενήσεσθαι νομιζομένη , εἰ Λευκανῶν τε χειρωθέντων καὶ δι ' αὐτοὺς
ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ : τοὐντεῦθεν
3416428 ὁμαλη
ἱκετηρίας τῷ θεῷ προσαγομένην , ὡς τὸ . ἐπίπεδος ἡ ὁμαλή , ἐπιφάνεια ἡ ὁμαλὴ καὶ τραχεῖα καὶ βουνοειδής .
διάγραμμα ἔχει , ὡς ὑποτέτακται : αʹ νεφέλη λευκὴ λείη ὁμαλή , βʹ νεφέλη λευκὴ ἀνώμαλος . Καὶ περὶ μὲν
3412133 ψευδης
δὲ ὅτι τούτων τῶν προτάσεων ἡ μὲν ἐλάττων πρότασις παντελῶς ψευδὴς ὑπάρχει : οὔτε γὰρ ἡ φαντασία ἡ αὐτή ἐστι
ζητεῖν οὔσης τῆς φύσεως μιᾶς ; Ἥδε μὲν γὰρ ἡ ψευδὴς οὐσία δεῖται ἐπακτοῦ εἰδώλου καλοῦ , ἵνα καὶ καλὸν
3403914 ἐντομη
μέρος ἢ ἐς τὸ ἄνω τῶν ἰσχίων . καὶ ἡ ἐντομὴ ἐν τῷ τοίχῳ τῇ σανίδι μὴ εὐθεῖα ἔστω ,
, ἢ ἐς τὸ ἄνω τῶν ἰσχίων : καὶ ἡ ἐντομὴ , ἡ ἐν τῷ τοίχῳ τῇ σανίδι , μὴ
3396236 κοινωνια
κρεῖττον ψυχὴ μεταβαίνει , εἰς δὲ τὸ ἔλαττον ἀδύνατον : κοινωνία δέ ἐστι ψυχῶν , καὶ κοινωνοῦσι μὲν αἱ τῶν
ἐξετάζεται μετὰ πάσης ἀκριβείας , εἰ ἀνεπίληπτον , καὶ ἡ κοινωνία τῶν τοῦ σώματος μερῶν , εἰ σύμπασα ὁλόκληρος .
3383785 μεστη
δ ' ὁ θάμνος καὶ ἡ ῥίζα ὀποῦ λευκοῦ πολλοῦ μεστή . χρῆσις δὲ καὶ ἀπόθεσις τούτου ὁμοία τοῖς προειρημένοις
ἡ νῆσος κοίλη κατὰ γῆς ἐστι , ποταμῶν καὶ πυρὸς μεστή , καθάπερ τὸ Τυρρηνικὸν πέλαγος , ὡς εἰρήκαμεν ,
3361655 φαυλη
ἡ ἐγκράτεια , τὸ ἐμμένειν πάσῃ δόξῃ , ἔσται καὶ φαύλη ἐγκράτεια , ὅταν ἐμμένῃ τις ψευδεῖ δόξῃ : ἀλλὰ
ἡ καλλίστη ἀλόη καὶ μόνη ῥῶσαι δύναται , οὕτως ἡ φαύλη ποιότητος φαρμακώδους ἀναπίμπλησι τὴν κοιλίαν : τὰς δὲ παρεμπιπτούσας
3360501 πιτυα
δὲ λαμβάνεταί τινα ὠφελίμως , ἐγκέφαλοι μὲν ἀλεκτρυόνων ἐσθιόμενοι , πιτύα δὲ λαγωοῦ σὺν οἴνῳ πινομένη , καὶ καστορίου ⋖
δὲ καὶ εἰς γάλα ἐμβληθῇ , καὶ μετὰ ταῦτα ἡ πιτύα ἐπιβληθῇ , οὐ παγήσεται τὸ γάλα . ἀνεπιτήδειον δέ
3359334 ἐλλειψις
δείκνυται : μᾶλλον μὲν οὖν ἐν τούτῳ ἐστι καὶ ἡ ἔλλειψις . Γνώσῃ δὲ τοῦτο σαφῶς ἐκ τῆς ἀναλογίας :
ὡς ἐπιτατικὸν μᾶλλον ἀνεδέξατο , ὅπερ οὐκ ἦν , ἀλλὰ ἔλλειψις τοῦ πράγματος , ὃ καὶ δέον ἦν ποιεῖν :
3358601 ἀλογος
κατὰ μέν τινας τὸ αὐτό : κατὰ δέ τινας ἡ ἄλογος καὶ καθ ' ὑπερβολὴν δαπάνη . ἔστι γὰρ λάπτω
οὕτως τὸ μεῖζον πρὸς τὸ ἔλαττον . αὕτη δέ ἐστιν ἄλογος : οὐχ ὑποπίπτει γὰρ ἀριθμῷ . Τοῦτό ἐστι τὸ
3357747 ἐμφασις
. Ἀλλά , φήσει τις , πῶς τοῦ ἑνὸς ἐγκειμένου ἔμφασις δευτέρου πληθυντικοῦ γίνεται ; πρόσκειται ὅτι τάξεως ὀνόματά ἐστινἄλλως
οὐκ ἀδίκημα μόνον τούτῳ πεπρᾶχθαι δοκεῖ . Κατὰ δὲ σχῆμα ἔμφασις γίνεται , ὅταν τις δεικτικοῖς χρῆται , οἷον οὗτος
3351676 φασις
ψεῦδος : οὕτω γὰρ ἂν κατάφασις ὑπῆρχεν ἢ ἀπό - φασις , ἀλλ ' ἐὰν προστεθῇ τι , δῆλον ὅτι
δίκαιος οὐκ ἔστιν . ἡ μὲν γὰρ ἁπλῆ ἀπό - φασις , ὡς εἴρηται , ἁρμόζει καὶ ἐπὶ τῶν λίθων
3349640 ἀποκλειοντα
ὀλίγοις σὺν ἀσφαλείᾳ . τὰ κλεῖθρα δὲ τὰ ἀναπεταννύντα καὶ ἀποκλείοντα σαφηνείας ἐστὶ καὶ ἀσαφείας , αἷς ἐπιτέτραπται πρὸς τοὺς
μὲν τῶν ϲωμάτων , πύκνωϲιν δὲ τῶν πόρων ποιεῖται καὶ ἀποκλείοντα τὰϲ ὕλαϲ φλεγμονὰϲ μεγίϲταϲ καὶ ὀδύναϲ χαλεπὰϲ ἐπιφέρει ,
3348310 φιλια
καὶ μίσους αἴτια γιγνόμενα . αὐτίκα ἡ πρώτη καὶ μεγίστη φιλία γονεῦσι πρὸς παῖδας * . Ὅτι μὲν ὑμεῖς ,
καὶ ἐπὶ τῷ ἀριθμῷ τῆς μονάδος . μένει τοίνυν ἡ φιλία καὶ τούτων , ὅταν τὸ ἀνάλογον γένηται καὶ ἴση
3342279 παμπολυ
ξύλον αὕτη . ἐπὶ μὲν οὖν τῶν ἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν πάμπολυ διέστηκε τὸ ὃ τοῦ αὕτη ἢ οὗτος , ὁμοίως
ἄν , εἴ γε τὸ ὂν καὶ τὸ θάτερον μὴ πάμπολυ διεφερέτην : ἀλλ ' εἴπερ θάτερον ἀμφοῖν μετεῖχε τοῖν
3342070 νοτιας
ἐσθίειν πλείονα , μάλιστα ὅταν ἡ κατάστασις ᾖ βορεία : νοτίας γὰρ οὔσης , πονεῖν μὲν ὁμοίως , ἐλάττονα δὲ
τοῖς ὀρθοῖς ζῳδίοις καὶ τῷ ὡροσκόπῳ τοῖς φωσὶ ληγούσης καὶ νοτίας τῷ πλάτει , ἐφοράτω δὲ Ἀφροδίτη καὶ Ἄρης ἢ
3341004 προαιρετικης
φυσικῆς ἐστιν ἀπώλεια . τὸ γὰρ ἐκρεῖν ἀκουσίως τὰ οὖρα προαιρετικῆς ἐνεργείας βλάβη : ὁμοίως καὶ ἐπὶ τῶν διαχωρημάτων ἡ
μελλόντων συμβαίνειν . Αἱ δὲ ἐπὶ τούτοις γνῶμαι ἀπὸ τῆς προαιρετικῆς ἐν ἡμῖν ζωῆς ποιοῦνται τὴν παράκλησιν , οἷον γνώσῃ
3340020 θεατη
ἀσχημάτιστος καὶ ἀναφὴς οὐσία ὄντως οὖσα , ψυχῆς κυβερνήτῃ μόνῳ θεατὴ νῷ , περὶ ἣν τὸ τῆς ἀληθοῦς ἐπιστήμης γένος
τοῖσι : τούτοις , τῶν . ὑπόψιος : φανερὰ , θεατὴ , φανερὰ ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς . Κνώσσοντας : κοιμωμένους
3326981 δηλωτικη
σφίν ἀντωνυμίαν † : αὕτη γὰρ οὐδεμιᾶς πτώσεως ἢ δοτικῆς δηλωτική . καὶ Ὅμηρος ” Ζεύς με πατὴρ προέηκε τεῒν
βουλεύσεται . Ἤδη δὲ καὶ τοῦ ἀναγκαίου ἡ γνώμη μαντικῇ δηλωτική . Πῶς καὶ τίνα τρόπον ἑκατέρα ; Αὐχμοὺς μέν
3323124 ἀνισος
τίνες ἂν ἰσοκρατῶς ἀπομάχεσθαι δυνηθεῖεν , ὁπότε καὶ παρεσκευασμένοις ἀγὼν ἄνισος ; ὁ τοίνυν Ἄβελ τέχνας μὲν λόγων οὐκ ἔμαθε
διὰ τοῦτο δοκεῖ πλεονέκτης εἶναι . ἔστι δὲ ὁ ἄδικος ἄνισος : τοῦτο γὰρ περιεκτικὸν ὄνομα καὶ κοινόν ἐστι πᾶσι
3321816 ξηροτης
δ ' ἐκ τεττάρων πέφυκεν . ἄλλη μὲν γὰρ ἐντόμων ξηρότης , τῇ τῶν ἐντέρων τῆς γῆς παραβαλλομένη , ἑτέρα
ὁμοίως δὲ καὶ μαλάχης , καὶ μάλιστα ἐφ ' ὧν ξηρότης ἐστίν : ἐφ ' ὧν δὲ καὶ δήξεις εἰσί
3320497 Νουσος
αὐτὸς κίνδυνος . Βασιλεὺς βασιλέων μέγας Ἀρταξέρξης Παίτῳ χαίρειν . Νοῦσος προσεπέλασεν ἡ καλεομένη λοιμικὴ τοῖς στρατεύμασιν ἡμῶν , καὶ
τῶν δακτύλων , καὶ ἀπεναντίον τὸν μέγαν τῷ λιχανῷ . Νοῦσος δὲ δι ' ἣν καὶ βλάπτονται , οἷσιν ἐκ
3300786 παραδοξοτατον
τὴν πρόσω εὐρυχωρίαν ἑκάστῃ , θεαμάτων ἁπάντων ὁπόσα ἐν γῇ παραδοξότατόν τε ὁμοῦ καὶ ἥδιστον , εἰσπλεῖν τε καὶ ἐκπλεῖν
τὰ κατὰ γαστρὸς βρέφη μησὶν ἑπτὰ τελειογονεῖσθαι πέφυκεν , ὡς παραδοξότατόν τι συμβαίνειν . γίνεται γὰρ τὰ ἑπτάμηνα γόνιμα ,
3296987 πλειων
, ἀλλ ' ἐπὶ μὲν τῶν λυπουμένων ἡ μὲν ξηρότης πλείων , ἡ δὲ θερμότης ἐλάττων , ἐπὶ δὲ τῶν
οἰκείων μῖσός τε καὶ ὀργή , παρὰ δὲ τῶν ἀντιπάλων πλείων ἡ καταφρόνησις . συνέβαινε δὲ τοῖς Ἀκυλησίοις πάντα ὑπάρχειν
3291983 περιεχουσα
ἐν θεοῖς ὁλοτελής ἐστι , πάντα ἐν ἑαυτῇ καὶ αὐτὴ περιέχουσα κατὰ τὸ ἑαυτῆς ἰδίωμα . Ἡ μὲν γὰρ ἐν
ἀριθμόν : ἡ γὰρ ὑστάτη τελειότης αὐτὸς ἦν ἡ πᾶν περιέχουσα ἐν ἑαυτῇ . τοῦ δὲ κενοῦ παράδειγμα μὲν ἐν
3291542 προσλαβουσα
τριφθεῖσα μέχρι πλείονος διαχωρεῖ μᾶλλον κάτω , καὶ μάλιστα μέλιτος προσλαβοῦσα . ζύθος , ὀποὶ πάντες , καὶ μᾶλλον ὁ
ἑαυτῆς στομώματι βάρος καὶ σήκωμα τὸν τοῦ ἐπικειμένου σιδήρου ὄγκον προσλαβοῦσα τὴν αὐτῆς δύναμιν παρέχει , τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ
3289575 πληρης
ἥδιον ἀμφοῖν ἐμὲ τὸν συνάγοντα εἶναι . Μάλχος μὲν οὖν πλήρης ὢν τῶν περὶ σοῦ λόγων ἔρχεται τοὺς μὲν παρ
τῶν σύνεγγυς ἀγρῶν τὸ δημοτικὸν πλῆθος καὶ ἦν ἐξ ἑωθινοῦ πλήρης ἡ ἀγορά . τῆς δὲ βουλῆς συναχθείσης , ἵνα
3287351 μεγιστη
εὐδαιμονεῖν . Θυμῷ χαρίζου μηδὲν ἄνπερ νοῦν ἔχῃς . Θυσία μεγίστη τῷ θεῷ τό γ ' εὐσεβεῖν . Θεῷ μάχεσθαι
ἀκούσαντες ἐπεχείρουν ταράττειν τὸ πλῆθος καὶ θόρυβος καὶ κραυγὴ ἦν μεγίστη , τῶν μὲν ἀσήμως βοώντων , τῶν δὲ βουλομένων
3284216 ξυνουσια
οὔτε θέομεν οὔτ ' ἐλαύνομεν . καὶ πῶς γυναικῶν θηλύφρων ξυνουσία δημηγορήσει ; πολὺ μὲν οὖν ἄριστά που . λέγουσι
. αὕτη , ξένε , ἡ Ὀδυσσέως τε καὶ Ὁμήρου ξυνουσία , καὶ οὕτως Ὅμηρος τὰ ἀληθῆ μὲν ἔμαθε ,
3266657 δυτικην
τι μέρος , ὀξυτέρα δὲ πρὸς ἑκατέραν ὁδὸν ἡλίου , δυτικήν τε καὶ τὴν ἀντικειμένην ἑῴαν . Ἢ συνάπτεται τῷ
κατά τι μέρος , ὀξυτέρα δὲ πρὸς ἑκατέραν ὁδόν , δυτικήν τε καὶ ἀνατολικήν . . οἱ δὲ γράφουσιν εὐρυτέρη
3241596 ἀξιοθεατος
καὶ μηδενὸς πράγματος χάριν , θεωρίας ἕνεκα τοῦ παιδός : ἀξιοθέατος γὰρ πᾶσιν ἦν , καὶ μάλιστα ἐν τῷ τότε
πέτραν ] ὄρος . ἐν Ἐφέσῳ ἦν ναὸς τῆς Ἀρτέμιδος ἀξιοθέατος , ὃν ⌈ οἱ Ἐφέσιοι κατελάμβανον ἑορτάζοντες πανδημεί .
3240788 ἐπιτηδειοτης
: ταῦτα γὰρ τοῦ διαφανοῦς πέρατα : τὸ δὲ διαφανὲς ἐπιτηδειότης ἐστὶν εἰς ὑποδοχὴν φωτὸς ἢ ἴχνος τι φωτὸς ἀμυδρὸν
ἐποχῆς : τὰ πολλὰ δὲ εἰς καχεξίαν καὶ ὕδρωπα ἐντεῦθεν ἐπιτηδειότης γίνεται . Δήλη δὲ γίνεται ἡ ἐκ τῶν νεφρῶν
3239005 διακρισις
χερουβὶμ τὸν θεὸν ὑπὲρ ἀνθρώπων . ἕκτῃ ἀγγέλων παράστασις καὶ διάκρισις πάσης κτίσεως . ὥρα ζʹ * ἐν ᾗ αἰνοῦσιν
καὶ τὸ ἐκ ταύτης ὠφελούμενον . μόνη γὰρ ἡ τούτων διάκρισις προθυμίαν εἰς ἀρετῆς ἄσκησιν ἂν παράσχοι καὶ πρὸς τὴν
3237104 ἐπηγγελλου
πόλις , ἀναμνῆσαι σεαυτὸν ὧν ὅτε ἐξῄεις παρ ' ἡμῶν ἐπηγγέλλου . ἐπηγγέλλου δὲ τῆς Μεγάλης ἀπολαύσας πόλεως δώσειν πάλιν
τῷ Θέωνος χρόνον ἔκ τε ὧν ἐδεήθημεν ἔκ τε ὧν ἐπηγγέλλου , ὁ δ ' ἴσως ἐπαινεῖ τὸν πρότερον :
3234559 ὑποληψις
τὸ καθόλου βουλήν . τὸ δὲ οὗ ἡ φρόνησις ἀληθὴς ὑπόληψίς ἐστιν ὥσπερ ἐσχάτη τίς ἐστιν ἐν τῷ ὅρῳ τῆς
Χρύσιππος ἐν τῷ Περὶ παθῶν : ἥ τε γὰρ φιλαργυρία ὑπόληψίς ἐστι τοῦ τὸ ἀργύριον καλὸν εἶναι , καὶ ἡ
3233162 Λωτος
. τοῦ δ ' Αἰγυπτίου τὸ σπέρμα καὶ ἀρτοποιοῦνται . Λωτὸς τὸ δένδρον στυπτικῆς μὲν ὀλίγης μετέχει ποιότητος : ἔστι
ξηραντικῆς ἐστιν : οὐδὲν οὖν θαυμαστὸν ἀφλέγμαντον ὑπάρχειν αὐτόν . Λωτὸς ἥμερος , ὃν καὶ τρίφυλλον ὀνομάζουσι , στυπτικῆς μετρίως
3216567 θηριωδης
ὁ ἐσθίων ἀνθράκων καὶ γῆς : ἐξ ἔθους δὲ γίνεται θηριώδης ὁ ταῖς παρὰ φύσιν ἡδοναῖς ἐκ προοιμίων τοῦ βίου
, φαύλως ἠγμένος , ἀπρόθυμος , ἀπαίδευτος , ἄτακτος , θηριώδης , δύσφορος , ἀκάθεκτος , ἀκόλαστος τὴν γνάθον ,
3209793 ἐξαγουσα
ἔστι δὲ τὸ πάθος προθυμία πρὸς ἔκδοσιν ἀπαραίτητος , οὐδὲν ἐξάγουσα , εἰ μὴ ἄρα ὀλίγα αἱμωπὰ καὶ μετὰ ταῦτα
, ἔστι δ ' οὗτος προθυμία πρὸς ἔκδοσιν ἀπαραίτητος οὐδὲν ἐξάγουσα εἰ μὴ ἄρα ὀλίγα οἰνωπά , καὶ μετὰ ταῦτα
3206600 μεση
τὸ τοῦ ἀστέρος λόγον ἔχειν , ὃν ἡ τοῦ ἡλίου μέση πάροδος , τουτέστιν ἥ τε κατὰ μῆκος καὶ ἡ
Ἶρόν φησι Μερμέρου παῖδα . . . : Χαονία , μέση τῆς Ἠπείρου . Οἱ οἰκήτορες Χάονες . Ἑλλάνικος Ἱερειῶν
3205150 φαινομενη
πρὸς τῷ Β νοείσθω κατὰ τὸν τῆς διοπτείας χρόνον , φαινομένη πρὸς τῷ Κ σημείῳ . καὶ διὰ τῶν Ε
πρὸς τῷ εʹ , τοῦ βʹ ἄστρου ἐστὶν ἡ ἑῴα φαινομένη δύσις . Καὶ ἐπεὶ πρότερον ὁ ἥλιος ἐπὶ τὸ
3199433 ἐπιγνουσα
καὶ θυγατέρες Ἀντιγόνη καὶ Ἰσμήνη . Ὕστερον δὲ ἡ Ἰοκάστη ἐπιγνοῦσα , ὅτι τῷ παιδὶ παρεμίγη , ἑαυτὴν ἀνήρτησεν .
. κακία δὲ ψυχῆς ἀγνωσία . ψυχὴ γάρ , μηδὲν ἐπιγνοῦσα τῶν ὄντων μηδὲ τὴν τούτων φύσιν , μηδὲ τὸ
3191588 ἐλαττων
ἄκρου . ὅτι ἐν τοῖς Σαμίοις ἐφάνη λευκὴ χελιδὼν οὐκ ἐλάττων πέρδικος . Φερεκύδης ὁ Σύριος ὑπὸ φθειρῶν καταβρωθεὶς ἐν
ἔσται . εἰ γὰρ μή , ἔσται ἢ ἴσος ἢ ἐλάττων . ἔστω πρῶτον ἴσος . καὶ ἐπεὶ ὑπόκειται ἡ
3189338 ᾠκειωται
ἀνοίκειον τὸ σχῆμα : ἡ μὲν γὰρ γενικὴ τῇ δοτικῇ ᾠκείωται , ἡ δὲ αἰτιατικὴ τῇ εὐθείᾳ οὕτως , ὥστε
αὐταί , τὰ δ ' ἄρρενα κομίζουσιν ἐκείνοις ἐκτρέφειν : ᾠκείωται δ ' ἕκαστος πρὸς ἕκαστον νομίζων υἱὸν διὰ τὴν
3169454 διεξερχηται
σύμπτωμα τοῦ φλεβώδους γένους ὑπάρχει : ὅταν δὲ καὶ ταχέως διεξέρχηται , ὁ καλούμενος διαβήτης γίνεται . ἀλλὰ τοῦτο μὲν
ὃς ἂν τὰς τοῦ ἑνὸς ἀρετὰς καὶ μόνου θεοῦ καλῶς διεξέρχηται , δέκα δὲ χρυσῶν τὰ ἐγχειρήματα : πράξεις γὰρ
3169362 αὐξησις
καὶ ἕδρᾳ γινομένη . υγʹ . Γυναικόμασθόν ἐστι παρὰ φύσιν αὔξησις τῆς ὑποκειμένης τοῖς μασθοῖς πιμελῆς . υδʹ . Ἐξόμφαλός
: ἄλλοι δ ' οὕτως ὁρίζονται : κοινὸς τόπος ἐστὶν αὔξησις ὁμολογουμένου ἀδικήματος ἢ ἀνδραγαθήματος . Πρῶτον οὖν λεκτέον ,
3168203 σφυγμος
ἣν ἥψατό τις διαστολήν , σῴζει τὴν αὐτὴν διάστασιν ὁ σφυγμὸς ἢ μεταβέβληκε , καὶ μάλιστα τῶν ἀνωμάλων καὶ ἀτάκτων
ἐντὸς αὐτῆς μεστότερόν τε καὶ σωματωδέστερον καταλαμβάνεσθαι . Κενός ἐστι σφυγμὸς καθ ' ὃν αὐτῆς τε τῆς ἀρτηρίας ἡ περιοχὴ
3155750 ἐβοσκεν
ἀντὶ τῶν βοῶν : μισθωτὸς γὰρ ὢν Ἀδμήτου ὁ Ἀπόλλων ἔβοσκεν αὐτοῦ τοὺς βοάς , οὓς ἔκλεψεν ὁ Ἑρμῆς ,
παρὰ ταῖς Νηρῇσι διέτριβεν , αὐτὸς δὲ τὰς τοῦ Ποσειδῶνος ἔβοσκεν ἵππους : καί ποτε [ καὶ ] κύματος ἐπιφερομένου
3147865 μειωσις
τῶν αὐτῶν δὲ τόπων ληφθήσεται ἥ τε αὔξησις καὶ ἡ μείωσις . μάλιστα δὲ τὰ πάθη ταῖς αὐξήσεσι συναγωνίζεται καὶ
γινόμενον γὰρ αὔξην ἔχει : παντὶ δὲ τῷ αὐξανομένῳ ἐπακολουθεῖ μείωσις , μειώσει φθορά : μετειληφὸς δὲ εἴδους ζωῆς ζῇ
3143964 τρυγη
ἀλέγω ὀρέγω . πρόσκειται ” μὴ παρώνυμα ” διὰ τὸ τρύγη τρυγῶ , στύξ στυγῶ , ἄλγος ἀλγῶ , σιγή
: εἰ μὲν παρὰ τὴν τρύγην , οὐ πλεονάζει : τρύγη δέ ἐστιν ὁ Δημητριακὸς καρπός : † Λυκόφρων :
3136672 ἀρσις
οὐδὲν ὑστερεῖ , πλὴν τῆς νεφέλης καὶ τοῦ ὕδατος ἡ ἄρσις , ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶ τὸ προσδοκώμενον
εἰσφερομένων ἀντιγράφεται . . . ἀνταρσία : ἡ ἐξ ἐναντίας ἄρσις . . . ἀντιλαχεῖν : τὸ δίκην ἐπὶ διαιτητοῦ
3134519 στοιχειωδης
. ἡ μὲν γάρ τίς ἐστι ξανθὴ , ἥτις καὶ στοιχειώδης λέγεται , ἡ δὲ ὠχρὰ , ἡ δ '
πρῶτοι καλοῦνται ὡσανεὶ ἀρχαὶ ἐκείνων προυποκείμενοι : ἀρχὴ δὲ πᾶσα στοιχειώδης καὶ ἀσύνθετος , εἰς ἣν πάντα ἀναλύεται καὶ ἐξ
3129413 ἀτροφος
εἰ σύ γε πολλῶν εὐπορεῖς εὐπροσώπων ἀπολογιῶν , ἔγωγε μέντοι ἄτροφος οὐ μενῶ ” τοῦτον κατεθοινήσατο . ὁ μῦθος δηλοῖ
βρέφος , ἐπὶ πλεῖον δ ' ὁ ὀμφαλὸς βασανισθῇ : ἄτροφος γὰρ γίνεται † ὡς τοῦ τρέφοντος αἴτιος † .
3129229 ἐπεκρυπτεν
ἀγαθὸς εἶναι , καίτοι γε οὐκ ἧν , ἀλλ ' ἐπέκρυπτεν αὐτὸν ἡ τοῦ βασιλέως ἀρετή . Μόνος τοίνυν ἔμεινεν
. τούτων γὰρ οὐδὲν εἴχομεν ἀναγράφειν , ὅτι τὸ μὲν ἐπέκρυπτεν ἴσως Αἰδέσιος αὐτὸς διὰ τοὺς χρόνους , τὰ δὲ
3126405 ὑψουσι
τὰ γὰρ Πύθια ἐνίκησε καὶ τὰ Ὀλύμπια . ἐπαείροντι : ὑψοῦσι . μετεωροῦσιν . ὑμνοῦσιν . ματέρ ' ἀγλαόδενδρον :
. τῆς Ὀλυμπίας καὶ τῆς Πυθῶνος . ἤτοι στέφανοι . ὑψοῦσι , σεμνύνουσιν : οἱ γὰρ τοῦ πολίτου στέφανοι καὶ
3126023 ἀκαρπος
πρὸς ὀφθαλμίας καὶ ὥστε γάλα γυναιξὶν ἐμποιεῖν . Ἡ δὲ ἄκαρπος ἔχει τὸ φύλλον ὅμοιον θριδακίνης τῆς πικρᾶς τραχύτερον δὲ
βαθεῖα καὶ γῆ διακεκαυμένη , ἔρημος ἐπὶ πολύ , ἀκριβῶς ἄκαρπος , πεδινὴ ἅπασα , οὐ χλόην οὐ πόαν οὐ
3125987 κρειττων
μέσον φέρω . προφέρω δὲ τῶν πολλῶν , ἀντὶ τοῦ κρείττων εἰμί , ὥσπερ καὶ ὑπερφέρω . Κομίζω τὸ φέρω
ἀποτίθεται δὲ καὶ τῆς στύψεως οὐκ ὀλίγον , ὥστε πάντῃ κρείττων ἐστὶν ἡ κεκαυμένη χαλκῖτις τῆς ἀκαύστου , λεπτομερεστέρα μὲν
3124474 ἀδηλος
πλανᾶσθαι . Ἐπεὶ δὲ ἡ ὡροσκόπησις τῆς καταρχῆς τοῦ φυγόντος ἄδηλός ἐστι δεῖ τιθέναι ἐκεῖνον ὡροσκόπον ὁπότε ἤκουσεν ὁ τοῦ
ἡμερῶν ἐν αἷς ἐγεύσατο τῶν Ἀκακίου μυστηρίων . οὐ γὰρ ἄδηλός ἐστι μετασχὼν ἱερῶν . Τοιαύτας ἔδει σε παρ '
3122475 παραλογος
χωρίς τινος φαρμακείας ἐκτιτρωσκούσαις προηγεῖται , καθὼς Ἱπποκράτης φησί , παράλογος μαστῶν ἴσχνωσις , μηρῶν ψύξις , βάρος ἐγκαθήμενον ὀσφύϊ
. καὶ φερομένων αὐτῶν ἡ μὲν ὄψις ἦν λαμπρὰ καὶ παράλογος , ἁμαξῶν τοσῶνδε ὑπ ' αὐτῶν τῶν πολεμίων ἀγομένων
3120752 πυκνη
περιπέτασον . Σπόγγος , λεκάνη , πτερόν , λεπαστὴ πάνυ πυκνή , ἣν ἐκπιοῦς ' ἄκρατον ἀγαθοῦ δαίμονος τέττιξ κελαδεῖ
. καὶ προηγεῖται ἡ μεγάλη ἀναπνοή , ἕπεται δὲ ἡ πυκνή . Τρίτη διαφορὰ δυσπνοίας μεγάλη καὶ ἀραιά , ἥτις
3118952 δυναμενη
τῆς σήψεως ἐπιτεινομένης ἥ τε δύναμις ἀσθενεστέρα γίνεται οὐκ ἔτι δυναμένη φέρειν τὸ μέγεθος τῶν πυρετῶν οὔτε [ ἔτι δύνασθαί
τοῦ Κυπρίων βασιλέως , καὶ ὅμως οὐκ ἠγανάκτησεν ἡ θεὸς δυναμένη λίθον αὐτὴν ὥσπερ τὴν Νιόβην ἀπεργάσασθαι . ἐῶ γὰρ
3117378 λιθιωντες
τουτέων ὅσοι ἐκ γενεῆς καὶ στρεβλοὶ , ἀσύνετοι , ἢ λιθιῶντες , ἢ μαινόμενοι : οἷσι δὲ μὴ ἑτέρου κακοῦ
ὅτι οὕτως ἔχει : τὸ γὰρ οὖρον λαμπρότατον οὐρέουσιν οἱ λιθιῶντες , ὅτι τὸ παχύτατον καὶ θολωδέστατον αὐτέου μένει καὶ
3116676 συγκομιδῃ
ἔαρ ἐπὶ τελειώσει τῶν σπειρομένων , τὴν δὲ μετοπωρινὴν ἐπὶ συγκομιδῇ καρπῶν ἁπάντων , οὓς καὶ τὰ δένδρα ἤνεγκεν :
ἡ ἀπειρία ποιεῖ τὸν φόβον . ὁ καρπὸς δὲ ἐν συγκομιδῇ , κἂν μὴ φανῶσιν ἐκεῖνοι , πάντα Εὐστοχίῳ διέφθαρται
3116622 τραχεια
ἐφεξῆς δ ' ἐστὶν αἰγιαλὸς λιθώδης , καὶ μετὰ τοῦτον τραχεῖα καὶ δυσπαράπλευστος ὅσον χιλίων σταδίων παραλία σπάνει λιμένων καὶ
καὶ ὄργανον μὲν τῆς φυσικῆς δυνάμεως ὁ πνεύμων , ἡ τραχεῖα ἀρτηρία , ὑπερῴα , ὄργανα δὲ τῆς διαλέκτου χείλη
3115357 πολυπραγμοσυνη
τῶν προγεγονότων συγγραφέων ἀγνοίας ἄνευ πάσης κακοπαθείας . ἡ δὲ πολυπραγμοσύνη πολλῆς μὲν προσδεῖται ταλαιπωρίας καὶ δαπάνης , μέγα δέ
ἀναγέγραπται . καὶ ἡ περὶ τὰ μετάρσια δὲ ἐν αὐτῷ πολυπραγμοσύνη τὸν Εὐριπίδην ὁμολογεῖ . πρόλογοι δὲ διττοὶ φέρονται .
3113527 ἐκεινη
ὕμνους τινὰς ᾄδουσιν . ἔστι δὲ τοῖς ὕμνοις ἡ ὑποθήκη ἐκείνη . ἀγαθοὺς ἄνδρας εἶναι λέγει τοὺς ἀντιπάλους γενομένους θηρίῳ
ταύτῃ δὲ περὶ ἀνθρώπου ἤδη τελειωθέντος . ὅθεν εὐλόγως ἂν ἐκείνη μὲν ὀνομάζοιτο σπέρματος ἀνθρωπίνου γένεσις , αὕτη δὲ ἀνθρώπου
3112091 δυσωδης
καὶ τὰς ἠϊόνας . ἐκκυμαινομένων γὰρ τῶν σωμάτων βαρεῖα καὶ δυσώδης προσπίπτουσα καὶ τοῖς ἔτι ἐρρωμένοις ἡ τοῦ πνεύματος ἀποφορὰ
τὸ δὲ ἆσθμα αὐτοῦ ἀθρόον συνάγεται , καὶ ἡ ἀναπνοὴ δυσώδης ἐστίν ἐκφέρεται ] ἐξέρχεται ἐχθρὸν ὄδωδεν ] κακῶς ,
3109900 αὑτη
μετέχειν . ὡς δὲ δὴ καὶ ἀναγκαία καὶ προσήκουσα ὑμῖν αὕτη ἡ ἐπιμέλεια ἐκ τῶνδε ἐνθυμήθητε . Λακεδαιμόνιοι ὑμῖν ἐπολέμουν
Λακεδαιμονίου ἐξελασθεὶς ἐκ τῆς Σπάρτης ἀπίκετο ἐς τὰς Ἀθήνας : αὕτη γὰρ ἡ πόλις τῶν λοιπέων ἐδυνάστευε μέγιστον . Ἐπελθὼν
3107743 ἀπορροη
τοι λέγω , “ ἔφη Πίνδαρος . ἔστιν γὰρ χρόα ἀπορροὴ σχημάτων ὄψει σύμμετρος καὶ αἰσθητός . Ἄριστά μοι δοκεῖς
κατόπτρῳ καὶ ἀναπλάττει τὴν μορφήν : ἡ δὲ τοῦ κάλλους ἀπορροὴ δι ' ἀφανῶν ἀκτίνων ἐπὶ τὴν ἐρωτικὴν ἑλκομένη καρδίαν

Back