ἂν ὥσπερ ἡ ἐν Δωδώνῃ φηγὸς ἐκ τῶν ὀροδάμνων ἱερὰν ἀπορρήξασα φωνὴν τοὺς παιδικοὺς εὐφήμησεν ἔρωτας ἔτι τοῦ καλοῦ μεμνημένη | ||
ἄκατος οὐδὲ μικρὸν πείθεται ἑνὶ πηδαλίῳ , τὸ πεῖσμ ' ἀπορρήξασα δὲ ἐκ νυκτὸς ἕτερον λιμέν ' ἔχους ' ἐξευρέθη |
σύμφορόν ἐστιν ἀνδρὶ γεραιῷ : οὐ γὰρ πηδαλίῳ πείθεται ὡς ἄκατος , οὐδ ' ἄγκυραν ἔχουσιν , ἀποῤῥήξασα δὲ δεσμὰ | ||
' ἐπὶ πάσης ὁλκάδος : ὁλκὰς εἶδος φορτηγοῦ πλοίου , ἄκατος δὲ πλοίου βραχυτάτου . ὁ δὲ λόγος : διὰ |
λίνον ἐπιφερόμενος , ἕτερος δ ' ἐπὶ τῆς πρῴρας τῷ πηδαλίῳ κατὰ μικρὸν προάγων τὸ σκάφος καὶ λύχνον ἐν κεράμῳ | ||
αὐτὸν β συνεχεῖς καὶ ὁ ἐν ἀρχῇ τοῦ πρὸς τῷ πηδαλίῳ καταστρώματος λαμπρὸς καὶ τῶν ἐν τῇ τρόπει γ ὁ |
δ ' εὔμορφος γυνὴ ἐρῶσα φοιτᾷ τηγάνων τε σύντροφα τριβαλλοπανόθρεπτα μειρακύλλια : ὁμοῦ δὲ τευθὶς καὶ Φαληρικὴ κόρη σπλάγχνοισιν ἀρνείοισι | ||
δράματι [ Βατράχοις ] ποιεῖ λέγων οὐκοῦν ἕτερ ' ἐστὶ μειρακύλλια . ὡς ] ὅτι . ἐκίνει ] συνῆν ἀθέσμως |
, χωρὶς εἰ διὰ τοῦ ιτος . . . . ἀδευκέος : ἀπεοικυίας , Πολυδεύκης ἐκλήθη . . . . | ||
τε καὶ Ἀντιόπη , ὁπότε στρατόωντο ἔνθα γὰρ ὔμμιν ὄνειαρ ἀδευκέος ἐξ ἁλὸς εἶσιν ἄρητον : τῶ καί τε φίλα |
δὲ πυριῆται καὶ ἀναστῇ ἀπὸ τῆς πυρίης , κηρωτὴ ἔστω πεποιημένη ἀπὸ τῆς πρώτης ἡμέρης ὡς καλλίστη , καὶ ξυμμίξαι | ||
: χαριεστέρη γὰρ ἡ πρὸς ἕτερον μέν τι ἐς τέχνην πεποιημένη , τέχνην δὲ τὴν πρὸς εὐσχημοσύνην καὶ δόξαν . |
τριβαλλοποπανόθρεπτα μειρακύλλια : ὁμοῦ δὲ τευθὶς καὶ Φαληρικὴ κόρη σπλάγχνοισιν ἀρνείοισι συμμεμιγμένη πηδᾷ χορεύει , πῶλος ὣς ἀπὸ ζυγοῦ . | ||
Εὔβουλος : ὁμοῦ δὲ τευθὶς καὶ φαληρὶς ἡ κόρη σπλάγχνοισιν ἀρνείοισι συμμεμιγμένη πηδᾷ , χορεύει , πῶλος ὣς ὑπὸ ζυγοῦ |
. ὣς μὲν καὶ Πηλῆϊ θεοὶ δόσαν ἀγλαὰ δῶρα ἐκ γενετῆς : πάντας γὰρ ἐπ ' ἀνθρώπους ἐκέκαστο ὄλβῳ τε | ||
καὶ σωφρονικοὶ καὶ ἀνδρεῖοι : καὶ τἄλλα ἔχομεν εὐθὺς ἐκ γενετῆς τῆς μὲν φρονήσεως καὶ δεινότητος , ὥσπερ ἐν τοῖς |
ἥξω φέρων δεῦρο τὸν Πάρνηθ ' ὅλον . Ἔστι φύσις θήλεια βρέφη σώζους ' ὑπὸ κόλποις αὑτῆς , ὄντα δ | ||
νεμόμενοι δ ' ἐν ταῖς ὕλαις ἀγεληδόν , εἰ φανείῃ θήλεια , διίστανται καὶ πολεμοῦσιν ἀλλήλοις , καὶ γίνεται τοῦ |
διαχαλάσῃ : ἀλλ ' ἔτι χαλεπώτερον φράσασθαι τὴν ἀπὸ τῆς φλάσιος ῥωγμήν . Ξυγκλέπτουσι γὰρ τὴν γνώμην καὶ τὴν ὄψιν | ||
αὐτέων γινόμεναι ἐν τῷ ὀστέῳ , ἄνευ ῥωγμῆς τε καὶ φλάσιος , ἢ ἔσω ἐσφλάσιος , ἐκ τουτέων ὁ θάνατος |
Σκῦρόνδε θύελλα , ἔνθ ' ὅ γ ' ἐς ἀργαλέον λιμέν ' ἵκετο νυκτὸς ἐκείνης . ἔνθ ' ἄλλοι μὲν | ||
πηδαλίῳ , τὸ πεῖσμ ' ἀπορρήξασα δὲ ἐκ νυκτὸς ἕτερον λιμέν ' ἔχους ' ἐξευρέθη . οὐδένα δὲ ὑμῶν ἀγνοεῖν |
λαμπρύνειν τοὺς αὐτὴν κεκτημένους . * λίπτοντα ἐπιθυμοῦντα * τῆς πόρνης ἢ τῆς νεοττείας καὶ τῆς τεκνογονίας χωρίσας σε περιστερᾶς | ||
παρ ' αὐτοῖς πόρνη Πελλήνη τοὔνομα . ἐπιθυμοῦσιν οὖν τῆς πόρνης , ἤγουν τῆς πόλεως Πελλήνης . ἀντεποιοῦντο γὰρ αὐτῆς |
. Εὐχῆς δικαίας οὐκ ἀνήκοος θεός . Ἐκ τῶν γυναικῶν ὄλλυται κόσμος μέγας . Ἐν τοῖς κακοῖς δὲ τοὺς φίλους | ||
ἐρωτικῷ . ὄλλυτ ' : φθείρεται , διὰ τὴν μίξιν ὄλλυται . Ὡς δ ' αὕτως : ὁμοίως , ἐκ |
αὐτόχθονας πηγὰς ἐχόντων , ἃς ἀνίησιν ἡ κακία πολύχυτος καὶ δαψιλὴς οὖσα τοῖς πάθεσιν . . . , . οὕτω | ||
παρ ' αὐτοῖς . Κτήνη τε πολλὰ παμμιγῆ , καὶ δαψιλὴς ἡ τούτων νομή . Διὸ καλῶς ἔβλεψαν , ὅτι |
συμβίοτοι συνεχῶς Τραγεαί τρασιά τροπαῖον χοιροτροφεῖον κρήμνη σεαυτὴν ἐκ μέσης ἀντηρίδος . Κλέων Προμηθεύς ἐστι μετὰ τὰ πράγματα . ἡρῷον | ||
ἀσπίς ἀσπίδος καὶ σανίς σανίδος , οὕτως οὖν καὶ ἀντήρεις ἀντηρίδος , ὡς παρ ' Εὐριπίδῃ : κρήμνη σεαυτὴν ἐκ |
ἔχιδναν Ὀρφεύς : ἂν δὲ Φάνης ἄλλην γενεὴν τεκνώσατο δεινήν νηδύος ἐξ ἱερῆς , προσιδεῖν φοβερωπὸν Ἔχιδναν , ἧς χαῖται | ||
οὐδ ' ἐνὶ νώτῳ , ἀλλά κεν ἢ στέρνων ἢ νηδύος ἀντιάσειε πρόσσω ἱεμένοιο μετὰ προμάχων ὀαριστύν . ἀλλ ' |
τρόπον ἄγριος καὶ σκληρὸς καὶ ἀνήμερος . ἄγροικος ὀργήν ] ἀκράτητος τὸν τρόπον . ὀργήν ] τὸν τρόπον . Γ | ||
ἄσεμνα : ἀπρεπῆ . ἀτρεκέστατος : ἀληθέστατος . ἄληπτος : ἀκράτητος . ἅλις : ἀρκούντως . ἄνασσα : βασίλισσα . |
ὀφθαλμὸν μέρη κοῖλα . καὶ παρὰ Θεοκρίτῳ [ , ] δηθὰ κυλοιδιόωντες . τὴν ὄψιν οἰδεῖν . . ὥσπερ σφηκιά | ||
ἤδη γὰρ φάος οἴχεθ ' ὑπὸ ζόφον , οὐδὲ ἔοικε δηθὰ θεῶν ἐν δαιτὶ θαασσέμεν , ἀλλὰ νέεσθαι . ” |
] , σιγᾶν . γυνὴ γὰρ τἄλλα μὲν φόβου πλέα κακή τ ' ἐς ἀλκὴν καὶ σίδηρον εἰσορᾶν : ὅταν | ||
. Ξ φίλου ] ἐνταῦθα τὸ πατρός . ἐχθρά ] κακή . ἐχθρά ] ἡ μισητή . Ξ γράφεται τελεῖ |
εὐθὺς φέρει τὸν καρπὸν ἡλίκον φακὸν ἄπεπτον , ἡ δὲ χλοερὸν ἐνέγκασα μετὰ ταῦτα ἐρυθραίνει , καὶ ἅμα τῇ ἀμπέλῳ | ||
ἀκοῦσαί τε καὶ ἰδεῖν ἄνθος ἀπέδειξε καὶ τρυφερώτατόν τι καὶ χλοερὸν ἔαρ ὁ βέλτιστος ἐξ Ἀλεξανδρείας Ἱέραξ , οὕτω πάντα |
μυρίνης : μυρίκης . Λάχνη : δασυτάτη . Γενεῆς : τόκου . Ἥμεναι : καθήμεναι . Αὐτοῦ : ἐκεῖ . | ||
τῶν γονέων αὐτοὺς ὡραΐσαι , οὕτως οἶμαι προσήκειν ἐκ τοῦ τόκου τὴν μητέρα σεμνῦναι . καὶ δικαιότερος ἐπαινέτης ὁ τὴν |
αὐτὸν τρόπον καὶ ἡ συλλαβὴ ἡ ἐκ φωνήεντος καὶ συμφώνου συνεστηκυῖα δίφθογγος καλεῖται . Καὶ λέγομεν , ὅτι διὰ τοῦτο | ||
ψυχρὸν ἀθροίζει : συνηθροισμένον δὲ πᾶν ἰσχυρόν . ὅλως δὲ συνεστηκυῖα καὶ ἀθρόος ἡ δύναμις ἅπαντος ἰσχυροτέρα καθάπερ τοῦ βάρους |
ἀπὸ πύργου εἰς πύργον ἕτερον ἤθελεν ἀπελθεῖν φ νοτερός : δίυγρος καὶ ὑετὸν ἔχων . ἔστι γὰρ καὶ ἕτερος μὴ | ||
ἀφ ' οὗ καὶ ἡ κατὰ Πάριν μαχλοσύνη ] ὁ δίυγρος ὑπὸ καταφερείας , ὅθεν , φασί , καὶ Αἰσχύλος |
' ἀνθρώποισιν ὀπάζει . ἀλλὰ πέπον , μέτρον γὰρ ἔχεις γλυκεροῖο ποτοῖο , στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ | ||
κακὰ δ ' ἀνθρώποισιν ὀπάζει . ἀλλὰ πέπονμέτρον γὰρ ἔχεις γλυκεροῖο ποτοῖο στεῖχε παρὰ μνηστὴν ἄλοχον , κοίμιζε δ ' |
ἐν τῷ ξυστῷ περιπατοίην . εἴρηται δὲ καὶ ἐν τῷ Ἀριστίου Ὀρφεῖ ἦν μοι παλαίστρα καὶ δρόμος ξυστὸς πέλας . | ||
τιμῶσι καὶ χρυσῷ τὸ ἄγαλμα ἐπικοσμοῦντες . ἐνταῦθά ἐστι καὶ Ἀριστίου μνῆμα τοῦ Πρατίνου : τούτῳ τῷ Ἀριστίᾳ σάτυροι καὶ |
ἠδὲ μεταλλᾷς . Κρήτη τις γαῖ ' ἔστι μέσῳ ἐνὶ οἴνοπι πόντῳ , καλὴ καὶ πίειρα , περίρρυτος : ἐν | ||
ἀμείνων ἠὲ βίηφιν , μήτι δ ' αὖτε κυβερνήτης ἐνὶ οἴνοπι πόντω νῆα θοὴν ἰθύνει σπερχομένην ἀνέμοισιν , μήτι δ |
, σὺν δὲ δύω μάρψας ὥς τε σκύλακας ποτὶ γαίῃ κόπτ ' : ἐκ δ ' ἐγκέφαλος χαμάδις ῥέε , | ||
πρὸς θεῶν ἔθυσας . . . τὸν ἔριφον : μὴ κόπτ ' ἔμ ' , ἀλλὰ τὰ κρέα . παῖδες |
τὰ ἐν τῷ νοητῷ τὰ αὐτά , πότερον ὁμώνυμος ἢ συνώνυμος ἡ κοινωνία τῶν τῇδε πρὸς τὰ ἐκεῖ ; [ | ||
, ὁμώνυμός τε εἴη πρὸς τὸν τὸ ἦθος ἄγριον καὶ συνώνυμος . τούτοις δὲ κἀκεῖνα παρόμοια , ὅσα ἀπὸ τῶν |
τε καθορῶν φαιδρὸς ἅμα καὶ κατηφής , καὶ Ζέφυρος ἐκ περιωπῆς ἄγριον ὑποφαίνων τὸ ὄμμα αἰνίττεται ὁ ζωγράφος τὴν ἀπώλειαν | ||
ἐνδιαιτῶνται . Τῆς δὲ τοιαύτης τοῦ βασιλικοῦ νοῦ προμηθείας καὶ περιωπῆς οὐ τὰ μὲν μείζω μέρη αἰσθάνεται , τὰ δὲ |
: τῶν ζωγράφων μὲν ἡ καλὴ χειρουργία ἐν τοῖς πίναξι κρεμαμένη θαυμάζεται : αὐτὴ δὲ σεμνῶς ἐκ λοπάδος ἁρπάζεται ἀπὸ | ||
κάτω . εἰ γὰρ ἄνω εἴη ἢ κάτω , ὡς κρεμαμένη φαίνεται ἡ χεὶρ καὶ ὀδύναι παρακολουθοῦσιν . , , |
κατὰ πέλλας . παρ ' Ἱππώνακτι δὲ πελλίς : ἐκ πελλίδος πίνοντες . οὐ γὰρ ἦν αὐτοῖς κύλιξ , ὁ | ||
κατὰ πέλλας . τοῦτο δὲ Ἱππῶναξ λέγει πελλίδα : ἐκ πελλίδος πίνοντες : οὐ γὰρ ἦν αὐτῇ κύλιξ , ὁ |
τε Μοῖσαι . . . . ἔμεθεν δ ' ἔχηισθα λάθαν . . . ἤ τιν ' ἄλλον ἀνθρώπων ἔμεθεν | ||
κρίσιν : Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις δὶς ἔσχεν Θεαῖος εὐφόρων λάθαν πόνων . ἐκράτησε δὲ καί ποθ ' Ἕλλανα στρατὸν |
αὐτὸς μὲν ἀποθνῄσκει , οἱ δ ' ἄλλοι ἐκ τῆς Θάψου ἀναστάντες Ὕβλωνος βασιλέως Σικελοῦ προδόντος τὴν χώραν καὶ καθηγησαμένου | ||
περὶ τὴν θάλασσαν , κατὰ γῆν δ ' ἐκ τῆς Θάψου οἱ Ἀθηναῖοι τὰ ἐπιτήδεια ἐπήγοντο . ἐπειδὴ δὲ τοῖς |
ἐννυχία , δαιδοῦχε , κόρη , εὐάστερε , Μήνη , αὐξομένη καὶ λειπομένη , θῆλύς τε καὶ ἄρσην , αὐγάστειρα | ||
ἀνωδύνωϲ ϲήπει : ἐκ τῆϲ γὰρ ἐν τοῖϲ ϲώμαϲι θερμότητοϲ αὐξομένη ἡ ἐν αὐτῇ θερμαϲία . ἐπὶ δὲ τῶν ϲκληρῶν |
σατράπης κατέστη . ἦν δὲ ὁμοπατρία αὐτῶι ἀδελφὴ Ῥωξάνη , καλὴ τῶι εἴδει καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν ἐμπειροτάτη : ἐρῶν | ||
περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι “ τὴν δὲ τράπεζαν ἡ καλὴ Αὐλὶς . . . ἀργύρων . . . δυσχερές |
ἀμηχανεῖν τοὺς Πέρσας ὅποι φύγοιεν . πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν : πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν ἠράσσαντο πέτροισιν ἤγουν | ||
ἐπωτίδων ἄγκυραν ἐξανῆπτον , οἱ δὲ κλίμακας σπεύδοντες ἦγον διὰ χερῶν πρύμνης τ ' ἄπο πόντωι διδόντες τῆι ξένηι καθίεσαν |
τὰ μὲν φυλάγματά εἰσιν , ὡς θώραξ περικείμενος καὶ ἀσπὶς κρατουμένη , τὰ δὲ καὶ ἀμυντήρια , ὡς ξίφος περικείμενον | ||
παρὰ σοῦ : ὄρνις γὰρ ὥς τις : ὥσπερ ὄρνις κρατουμένη ὑπό τινος ἀφανὴς γίνεται , οὕτω καὶ σύ : |
! ] ναδ [ ! ! ] ὦδε . τὦναρ ὦδ ' ἰ [ ! ! ! ! ! ! | ||
] . ἄκουσον δή ἄ σοι χρεΐζους [ ] ' ὦδ ' ἔβην ἀπαγγεῖλαι : ὀ Ματαλίνης [ ] τῆς |
δ ' ἰάχησαν θεσπέσιον μεμαῶτες . ὁ δὲ ξίφος ἐκ κολεοῖο σπασσάμενος , πρυμναῖα νεὼς ἀπὸ πείσματ ' ἔκοψεν : | ||
σκεπτέον ὑπὲρ τῆς ἐφισταμένης Ἀθηνᾶς Ἀχιλλεῖ : Ἕλκετο γὰρ ἐκ κολεοῖο μέγα ξίφος , ἦλθε δ ' Ἀθήνη οὐρανόθεν : |
τῆς τροφῆς ὀνίνησι τὰ θρέμματα τὸ πιεῖν . Ὅμηρος : πιόμεν ' ἐκ βοτάνης . καὶ τὸν ἐνόρχαν : ἢ | ||
ἐπιόντος . . ὡς εἴ τε μετὰ κτίλον ἕσπετο μῆλα πιόμεν ' ἐκ βοτάνης : ἡ διπλῆ ὅτι ἐκ βοτάνης |
τηγάνων τε σύντροφα τριβαλλοπανόθρεπτα μειρακύλλια : ὁμοῦ δὲ τευθὶς καὶ Φαληρικὴ κόρη σπλάγχνοισιν ἀρνείοισι συμμεμιγμένη πηδᾷ , χορεύει , πῶλος | ||
δ ' ἐκ κεφαλῆς προθελύμνους εἷλκον ἀκάνθας . ἡ δὲ Φαληρικὴ ἦλθ ' ἀφύη , Τρίτωνος ἑταίρη , ἄντα παρειάων |
πρὸς τοὺς περιγράφοντας τούτους τοὺς στίχους . . νῆάς τε προπάσας : ὅτι περισσὴ ἡ πρό πρόθεσις . . . | ||
πλεονάζει : καὶ ἀρχοὺς αὖ νηῶν ἐρέω , νῆάς τε προπάσας , πλεονάζει ἡ πρό . Ἔλλειψίς ἐστι λέξις οὐ |
τὸν Προαιρέσιον . ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκεσεν ἡ Μιλησίου μοῦσα , τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας , καὶ πολλὰ παραπεσοῦσα | ||
, ἤτοι χαλεποί : Ἄρχε δ ' οὐρανῶ . ὦ μοῦσα , φησί , θύγατερ τοῦ κρέοντος καὶ βασιλεύοντος τοῦ |
! ! ! [ [ ] φορον ? [ [ φεύγοντ ] ? [ [ ] υτα [ [ ] | ||
ληίδι θυμόν . Ἂν δὲ Φιλοκτήτης ὀλοῷ βάλε Πύρασον ἰῷ φεύγοντ ' ἐκ πολέμοιο : διέθρισε δ ' ἀγκύλα νεῦρα |
χαλικραίῃ νύχιος ] χαλώσῃ κάρα ἑωθινός νύχιος ] ὁ νυκτερινός δεδαμασμένος ] νενικημένος οἴνῃ ] ὑπὸ τοῦ ἀκράτου οἴνου ὡς | ||
ἀκλινής , οἷος καὶ πρόσθεν ἦν : ἔρωτι δὲ θείῳ δεδαμασμένος ἀνὰ κράτος ἐνίκα πάντα ὅσα συγγενείας ὀνόματα καὶ φίλτρα |
πως ἀγαθὸν καὶ καλόν . Ὡς οὖν ἀπὸ τῆς ἀρετῆς ἀναβαίνοντι τὸ καλὸν καὶ τὸ ἀγαθόν , οὕτω καὶ ἀπὸ | ||
, ὥστε προϊόντι μὲν εἵπετο , ἐπὶ τὸ βῆμα δὲ ἀναβαίνοντι συνανέβαινεν καὶ δικάζοντι τὸ στόμα προσέφερεν . ἔπεισε δὴ |
τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε | ||
δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν |
τὴν κλαδείαν δρέπανα ὀξύτατα καὶ τομώτατα εἶναι . Εὐφορήσει ἡ ἄμπελος , τοῦ κλαδεύοντος αὐτὴν κισσῷ στεφομένου . εἰ δὲ | ||
: ” ἐκ γὰρ ἀμπέλου ” φησί „ Σοδόμων ἡ ἄμπελος αὐτῶν , καὶ ἡ κληματὶς αὐτῶν ἐκ Γομόρρας : |
ταχέως , καὶ ἀπέφθειρεν . Ἑτέρη λευκοῖς θυγατέρα ἔτεκεν : ἑτέρη ἐρυθροῖς , ὡς ἔδει . Φρικώδεες , ἀσώδεες , | ||
πλούτῳ καὶ γενεῇ κατ ' ἐμέ : ἡ δ ' ἑτέρη προβέβηκε . τί λώϊον ; εἰ δ ' ἄγε |
ἑσπερίῳ τεύξασα κακῶν ἀπότευξιν ἔδωκεν . μέσσοις δ ' ἐν ζῴοισιν ἀφ ' ὕψεος οὐρανίοιο εἵως δυομένου ἵνα τε κλίσις | ||
: πηγάνου ἐξ ἀγρίοιο δέμας ποίει , ἠδ ' ἐπικόσμει ζῴοισιν λεπτοῖσι , κατοικιδίοις σκαλαβώταις , σμύρνης καὶ στύρακος λιβάνοιό |
μὲν μετριάζῃ , σώζεται : ἢν δὲ μὴ , ὑπὸ ῥόου ἁλοῦσα ἀπόλλυται . Τὸ μὲν νούσημα τοιοῦτόν ἐστι : | ||
λίθον ἄλλῳ κάλῳ ὄπισθε : ἡ μὲν δὴ θύρη τοῦ ῥόου ἐμπίπτοντος χωρέει ταχέως καὶ ἕλκει τὴν βᾶριν , ὁ |
, λέκτροις δέ τε δῶκε γυναικῶν εὐόλβων ἐν ἑῇσιν ἔμεν πολίεσσιν ἀρίστοις , κτήματά θ ' ἕξουσιν κλεινὸν βίοτόν τε | ||
ὅν τινα πότμον ἐπ ' ἀνδράσι γεινομένοισιν , ἀνδράσιν ἢ πολίεσσιν , ἐπικλώσηται ἀφύκτῳ νήματι : τῇ δ ' ὑπὸ |
τῆς ἐκβολῆς τοῦ Πηνειοῦ καὶ τῶν ἄκρων τοῦ Πηλίου παραλία βλέπουσα πρὸς ἕω καὶ πρὸς τὰ ἄκρα τῆς Εὐβοίας τὰ | ||
πρὸς ἕω καὶ τῷ Σι - κελικῷ κλυζομένη πελάγει , βλέπουσα πρὸς τὴν Πελοπόννησον καὶ τὸν ἐπὶ Κρήτης πόρον : |
. τρὶς δὲ περιστείχουσα καὶ Ἀργείους ἐρέθουσα πάσας ἠυκόμους ἀλόχους ὀνόμαζεν Ἀχαιῶν φωνῇ λεπταλέῃ : τοὶ δ ' ἔνδοθι θυμὸν | ||
αὐτῆς προπάροιθεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν : Ἥρη πῇ μεμαυῖα κατ ' Οὐλύμπου τόδ ' |
τὸ μέγεθος , ἰδεῖν δὲ ὡραιότατος , καὶ ἐν θαλάττῃ τίκτεται τῇ καθαρωτάτῃ καὶ ἐν ταῖς ὑφάλοις πέτραις καὶ ἐν | ||
ἐὰν δὲ ἄρσην ᾖ , ἡ δὲ κύων θήλεια , τίκτεται Λακωνικὸς κύων , ὥσπερ συγγινομένων κυνὸς καὶ τίγριδος τίκτεται |
πρὸς ὀφθαλμίας καὶ ὥστε γάλα γυναιξὶν ἐμποιεῖν . Ἡ δὲ ἄκαρπος ἔχει τὸ φύλλον ὅμοιον θριδακίνης τῆς πικρᾶς τραχύτερον δὲ | ||
βαθεῖα καὶ γῆ διακεκαυμένη , ἔρημος ἐπὶ πολύ , ἀκριβῶς ἄκαρπος , πεδινὴ ἅπασα , οὐ χλόην οὐ πόαν οὐ |
? ? [ ! ] ? ? [ ! ] πυθμεν [ [ ] ονῆσμα [ ! ] ? ! | ||
? ? [ ! ] ? ? [ ! ] πυθμεν [ [ ] ονῆσμα [ ! ] ? ! |
ἑὸν πτολίεθρον , ὑπὲρ ξείνοιο δ ' ἄνακτος μάρναται ἐκ θυμοῖο καὶ οὐκ ἐμπάζεται ἀνδρῶν ἐνθεμένη φρεσὶ θάρσος ἀταρτηρόν τε | ||
κρατερῆς χερὸς ἀλκῇ ἐγχείη στονόεσσα ποτὶ χθονὸς οὖδας ἔρεισε δευόμενον θυμοῖο . Βάλεν δ ' Εὐήνορα δῖον τυτθὸν ὑπὲρ λαπάρην |
τὴν εὐαπάτητον παιδείαν . ὑγρῶς γὰρ κραδαινομένη καὶ τοῖς ποσὶ χαμαιτυπής , εὔστολος γινομένη , ἐνίκα πάντας τοὺς τῶν θαυματοποιῶν | ||
τὴν εὐαπάτητον παιδείαν . ὑγρῶς γὰρ κραδαινομένη καὶ τοῖς ποσὶ χαμαιτυπής , εὔστολος γινομένη , ἐνίκα πάντας τοὺς τῶν θαυματοποιῶν |
πακτόν , ὁκόσον χιών τε καὶ πάχνα χάλαζά τε καὶ κρύσταλλος . ὑγρῶν τε τὸ μὲν ῥυτόν , ὡς μέλι | ||
ἀλλοίωσιν καὶ ἀθρόαν μετα - βολήν : γίνεται γὰρ καὶ κρύσταλλος καὶ τυρός , οὐ μὴν ἔστι λαβεῖν ἀρχὴν τοῦ |
´ν ? ! ] ? ! ! μηδάμα μηδ ' ἔνα τὼν ἐταίρων ἀλλ ' ἢ θάνοντες γᾶν ἐπιέμμενοι κείσεσθ | ||
ἀριθμοὺς καὶ διακρίνειν αὐτούς , ὥσπερ Πλάτωνα , τοὺς δὲ ἔνα τὸν μαθηματικόν , ὡς τινας τῶν Πυθαγορείων , τοὺς |
ἂν ἴδῃς δεδοικότα . Μηδέποτε δοῦλον ἡδονῆς σαυτὸν ποίει : λάγνης γυναικός ἐστιν οὐκ ἀνδρὸς τόδε . Ἔρως σοφιστοῦ γίγνεται | ||
Τέννου ὦ Τέννη . Σημειούμεθα ἐν τούτῳ τῷ κανόνι τὸ λάγνης λάγνου ὦ λάγνα παρ ' Εὐβούλῳ ἐν Κορυδαλλῷ , |
νεφέων ἀναφαίνεται οὔλιος ἀστήρ : ἡ διπλῆ ὅτι τινὲς γράφουσιν αὔλιος , ὅ ἐστιν ἑσπέριος , πρὸς ὃν αὐλίζεται τὰ | ||
αὔλια , καὶ οἱ ἀπόκοιτοι τούτων θύραυλοι . λέγεται καὶ αὔλιος ὁ ἑσπέριος ἀστὴρ παρὰ τὸ ποιεῖν ἡμᾶς αὐλίζεσθαι . |
ἄγωσιν ἀνέρες ἐγρομένῳ ὑπὸ χείματι , ταὶ δ ' ἀλεγεινὸν μίγδα περιτρίζουσι διηνεκὲς ἀλλήλῃσιν : ὣς Τρῳαὶ Δαναοῖσιν ἐπεστενάχοντο δαμεῖσαι | ||
νοσφίσατ ' ἐσσυμένως μηδ ' εἰς ἑὰ δώματ ' ἄγεσθε μίγδα δορυκτήτοισιν , ἐπεί νύ μοι οὐκέτι θυμῷ εὔαδεν ἀνθρώποισι |
Ὀδυσῆος : “ νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ κακὸς κακὸν ἡγηλάζει , ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν | ||
ζωῆς ὡς νῦν καὶ ἐπὶ τοῦ πλούτου . τὸ δὲ ἡγηλάζει καὶ ἠλάσκει κατὰ τοῦ αὐτοῦ πράγματος κεῖται : δηλοῖ |
σκάφην λέγω . σὺ δ ' ἐκ ποίου τελεῖς τοῦ δαπέδου ; σοὶ γὰρ σοφίσματ ' ἐστίν : ἐγὼ κτησάμην | ||
ὁ δεῖνα ἄνθρωπος ἀλλοδαπός ἐστιν , ποδαπὸν τὸ ἀπὸ ποίου δαπέδου , παντοδαπὸν δὲ τὸ ἀπὸ παντοίων δαπέδων ἀναδιδόμενον . |
ἡ δ ' οὔτι τόση , μάλα δ ' ἐστὶν ἑτοίμη εὑρέσθαι : περὶ γὰρ πολέων εὐάστερός ἐστιν . Τῶν | ||
περόωσι θάλασσαν . Ἀλλ ' ἡ μὲν καθαρὴ καὶ ἐπιφράσσασθαι ἑτοίμη πολλὴ φαινομένη Ἑλίκη πρώτης ἀπὸ νυκτός : ἡ δ |
πρᾶος , εὐπειθής , εὐάγωγος , εὐήνιος , χειροήθης , τιθασός : φιλῶν τὸν ἀναβάτην , εὔνους τῷ ἱππεῖ , | ||
. οὐχ ἡμεροῦται δὲ κατὰ τὸν ἄλλον , οὐδὲ γίνεται τιθασός , ἀλλ ' ἄγριος ἐς τὸ ἀεὶ διαμένει . |
ἐπικληρῖτις : ἐπίκληρος μέν ἐστιν ἡ ἐπὶ παντὶ τῷ κλήρῳ ὀρφανὴ καταλελειμμένη , μὴ ὄντος αὐτῇ ἀδελφοῦ : ἐπίπροικος δὲ | ||
ἀπὸ τοῦ ὀρφανὴ εἶναι φωτός . ὄρφνη ἡ νὺξ ἡ ὀρφανὴ φωτὸς , ἢ καὶ ὀροφή τις οὖσα καὶ ἀποσκίασις |
: τοὺς δὲ ἑταίρους ἀγνώμονας ὄντας καὶ ἀπερισκέπτους ἀπεθηρίωσεν ὁ κυκεών . συώδεις γὰρ ἦσαν καὶ ἀμαθεῖς καὶ ὑπὸ τῆς | ||
χυμοὶ , ἐφ ' ὧν τὴν δύναμιν ἔχουσι , καὶ κυκεών : κακούργων , γάλα , σκόροδον , οἶνος ἀπεζεσμένος |
. οὐδεμία δὲ τούτων οὔτε συναμφότερος μέση , ἡ δὲ συγκειμένη ἐξ αὐτῶν ἐκ δύο ὀνομάτων καλεῖται . ἀμφοτέρων τοίνυν | ||
καὶ ταῦτα σύμμετρα ἀλλήλοις . ἐπεὶ γοῦν ἡ ΒΓ ὅλη συγκειμένη ὡς ἐκ δύο οἷον τῆς ΖΔ καὶ τῆς ΒΖ |
δούρατα μακρὰ διεσκέδας ' . αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἀμφ ' ἑνὶ δούρατι βαῖνε , κέληθ ' ὡς ἵππον ἐλαύνων , εἵματα | ||
καρπαλίμως σφετέρων ἐν χερσὶν ἑταίρων . Ἰδομενεὺς δὲ Βρέμουσαν ἐνήρατο δούρατι μακρῷ δεξιτερὸν παρὰ μαζόν , ἄφαρ δέ οἱ ἦτορ |
, ἀπολεῖς με . τῶν γὰρ ἐκ τῆς ποικίλης στοᾶς λογαρίων ἀναπεπλησμένος νοσεῖς : ἀλλότριόν ἐσθ ' ὁ πλοῦτος ἀνθρώπῳ | ||
, ἀπολεῖς με : τῶν γὰρ ἐκ τῆς ποικίλης στοᾶς λογαρίων ἀναπεπλησμένος νοσεῖς : „ ἀλλότριόν ἐσθ ' ὁ πλοῦτος |
καὶ ἀνενδεῶν γενομένων καὶ μηκέτι δεομένων τῆς τούτων χρείας , ἐλευθερωθέντα δὲ πάσης δουλείας , οὐκ ἀδικηθήσεται . οὐδὲ γὰρ | ||
ἐν τῷ δυτικῷ τύχῃ εὐθέως μετὰ τὸ ἐλευθερωθῆναι διαφέρει τὸν ἐλευθερωθέντα . Σεληνιακῆς ἐκλείψεως γινομένης ἐν τῷ Κριῷ ἀφορίαν πάντων |
εἶχε αὐτὴ τοῦ παιδὸς τὰ γέρεα ἐν Κυρήνῃ καὶ τἆλλα νεμομένη καὶ ἐν βουλῇ παρίζουσα : ἐπείτε δὲ ἔμαθε ἐν | ||
πεδίον . ὅθεν λεῖα , ἡ τῶν τετραπόδων κτῆσις ἡ νεμομένη τὰ λήϊα . Λαγὼς καὶ λαγωὸς , παρὰ τὸ |
γὰρ σφαῖραν ἐφέστηκε δύναμις ἡ κινοῦσα : οὔτε γὰρ ἀπὸ ταὐτομάτου ἐφήκει ἡ κίνησις οὔτε δὲ πάλιν δεῖ λέγειν , | ||
μαρτυρεῖν , τοὺς δὲ τὰς προκλήσεις μαρτυροῦντας , τοὺς ἀπὸ ταὐτομάτου προσστάντας , ἐν μάλθῃ γεγραμμένην τὴν μαρτυρίαν , ἵνα |
νικῆσαί τινας ἐπιθυμίας , ἀπελθεῖν ἀπὸ τῶν οἰκείων , ὑπὸ παιδαρίου καταφρονηθῆναι , ὑπὸ τῶν ἀπαντώντων καταγελασθῆναι , ἐν παντὶ | ||
κεχαρισμένον τούτῳ συνήθης ἦν γεωργός , ἁπλοῦς ἀνὴρ καὶ ἑνὸς παιδαρίου πατήρ . Οὗτος μετὰ τοῦ παιδὸς θαμὰ παρὰ τὸν |
τοῦ χρειώδους πυρὸς τὸ φέγγος τὸ μὲν ὑπὸ τῆς κατεχούσης ζάλης ἐσβέννυτο , τὸ δὲ τῷ βάθει τοῦ σκότους ἀμαυρούμενον | ||
ἀνήρ : ὁ βέβαιος φίλος κρείσσων ἐστὶ τῆς ὁρωμένης ἐκ ζάλης τοῖς ναυτίλοις γαλήνης : θᾶσσον ἤ μ ' ἐχρῆν |
ἔνθα Λατοῦς ἱπποσόα θυγάτηρ δέξατ ' ἐλθόντ ' Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν καὶ πολυγˈνάμπτων μυχῶν , εὖτέ νιν ἀγγελίαις Εὐρυσθέος ἔντυ | ||
ἔνθα Λατοῦς ἱπποσόα θυγάτηρ δέξατ ' ἐλθόντ ' Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν καὶ πολυγˈνάμπτων μυχῶν , εὖτέ νιν ἀγγελίαις Εὐρυσθέος ἔντυ |
Μενέλαον ἡμᾶς μὴ θανόντας εἰσιδεῖν . ἄγ ' , ὦ τραφεῖσα μητρὸς ἐν χεροῖν ἐμῆς , οἴκτιρον ἡμᾶς κἀπικούφισον κακῶν | ||
τοῦ Ἀλαλκομενηΐου ὄρους τῆς Ἀττικῆς : ἢ ἀπὸ † Ἀλαλκομενηΐου τραφεῖσα Βοιωτοῦ . . . . ἀλαλύκτημαι : τὸ ἀδημονῶ |
χέρνιβα δέ σφ ' Ἄρητος ἐν ἀνθεμόεντι λέβητι ἤλυθεν ἐκ θαλάμοιο φέρων , ἑτέρῃ δ ' ἔχεν οὐλὰς ἐν κανέῳ | ||
δ ' ἀμφιπόλοις , αἵ οἱ δυοκαίδεκα πᾶσαι ἐν προδόμῳ θαλάμοιο θυώδεος ηὐλίζοντο ἥλικες , οὔπω λέκτρα σὺν ἀνδράσι πορσύνουσαι |
δοκάζων πόντιον . ναὶ γὰρ ἤδη τοῖς ταλίκοις ἀρτέαι ταὶ ἄγκυραι : ὅσα τε ἐπὶ τῶν γυναικῶν ἀλληγορεῖ , οἷον | ||
: οὐ γὰρ πηδαλίῳ πείθεται ὡς ἄκατος , οὐδ ' ἄγκυραι ἔχουσιν : ἀπορρήξασα δὲ δεσμὰ πολλάκις ἐκ νυκτῶν ἄλλον |
δυσχερής τε καὶ ἐπικίνδυνος καὶ μάλιστα πολεμίων παρόντων ἡ τούτων συγκομιδή . Καὶ λόφον δέ τινα παρακείμενον προκαταλαμβάνειν καλόν , | ||
. θαλύσια : ἡ τῶν καρπῶν τῶν ἐπὶ τῆς γῆς συγκομιδή . καὶ Ὅμηρος : ὃν οὔτι θαλύσια . . |
' αὐτὸν κτείνειν μήτε μνάασθαι ἄκοιτιν : ἐκ γὰρ Ὀρέσταο τίσις ἔσσεται Ἀτρείδαο * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ] | ||
' Ἑλένης ὁρμήματά τε στοναχάς τε , ἐκ γὰρ Ὀρέσταο τίσις ἔσσεται Ἀτρείδαο , Κύκλωπος κεχόλωται , καὶ ἄλλα πλεῖστα |
, εὐτελὴς ὑπερβολῇ , ὁ δ ' ἄσωτός ἐστι , πολυτελής , θρασὺς σφόδρα . εὐώνυμον λέγουσιν , οὐ μόνον | ||
καὶ ἀηδίαν ἐμποιοῦντας τοῖς δαιτυμόσιν . Ἄβρωνος βίος : ὁ πολυτελής . Ἄβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος . ὅθεν καὶ |
ἢ κατὰ πυθμένα τρήσειεν , ἐξελεύσεται τὸ πνεῦμα ἐκ τοῦ ἄγγεος : ἐξιόντος δὲ τοῦ πνεύματος , χωρέει καὶ τὸ | ||
τοῦτο ποιέει . Ὄρθρου δὲ γενομένου λοῦνται καὶ ἀμφότεροι : ἄγγεος γὰρ οὐδενὸς ἅψονται πρὶν ἂν λούσωνται . Ταὐτὰ δὲ |
: καὶ ὅπλα δὲ κάει καὶ ἀνθρώπους μαχομένους , καὶ ἄπλητόν ἐστι τὴν ἰσχύν . κοιμίζεται δὲ καὶ ἀφανίζεται πολλῶι | ||
: καὶ ὅπλα δὲ κάει καὶ ἀνθρώπους μαχομένους , καὶ ἄπλητόν ἐστι τὴν ἰσχύν . κοιμίζεται δὲ καὶ ἀφανίζεται πολλῶι |
δηλονότι . Λητογένεια ] ὦ Ἄρτεμις ἡ ἀπὸ τῆς Λητοῦς γεννηθεῖσα : Λητοῦς γὰρ καὶ Διὸς θυγάτηρ ἡ Ἄρτεμις . | ||
; ἀπὸ ποίας δὲ φύσεως καὶ γέννης ἀποσπασθεῖσα [ καὶ γεννηθεῖσα ] τῶν συμφύτων ὀρῶν τοὺς κευθμῶνας ἔχει , ἀντὶ |
καὶ διαφωνίας . Ἐπειδὰν γὰρ ἀπαλλαγῇ ψυχὴ ἐνθένδε ἐκεῖσε , ἀποδυσαμένη τὸ σῶμα , καὶ καταλιποῦσα αὐτὸ τῇ γῆ φθαρησόμενον | ||
καὶ ὑγρῶς τὰ παλαίσματα καὶ εὐτόνως ἔσται . ἡ δὲ ἀποδυσαμένη τὴν ἐσθῆτα καὶ στᾶσα ὅλη γυμνὴ ἔνθεν ἤρξατο ἐπιτάττειν |
μάχαιρα : γράφεται καὶ θείνετε : τὰ δύο : ἐκ χερὸς ἱέμενοι : ἀντὶ τοῦ ἱέντες . ἁπλούστερον δὲ ὡς | ||
πέπλοις Ἐρινύων τὸν ἄνδρα τόνδε κείμενον , φίλως ἐμοί , χερὸς πατρῴας ἐκτίνοντα μηχανάς . Ἀτρεὺς γὰρ ἄρχων τῆσδε γῆς |
Καιροῦ πλοκάμων ἐλεύθερα μόνην τὴν ἐκ γενέσεως βλάστην ἐπιφαίνοντα τῆς τριχός . ἡμεῖς μὲν οὖν ἀφασίᾳ πληγέντες πρὸς τὴν θέαν | ||
ἀνιστάντα δεῖ τὴν τρίχα σοβεῖν τὴν κόνιν κατὰ φύσιν τῆς τριχός : τῶν δ ' ἐν τῇ ῥάχει τριχῶν ἄλλῳ |
ἐρατεινήν : Μειλιχίη δέ τοι αἰὲν ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε γαλήνη παίδεσιν ἠδὲ τοκεῦσιν , ἐπὶ φρεσὶν ἠδὲ νόοιο , | ||
στησόμεθα : δώσω δὲ ἐγὼ τοῦ χοροῦ τὸ σύνθημα . γαλήνη μὲν ἔχει τοὺς ἀρχομένους ἅπαντας , καθάπερ ἐκ τρικυμίας |
ὃς εὐθέως Διογένους ἦν . παρηκολούθησε δὲ καὶ Κράτητι τῷ κυνικῷ συχνὰ καὶ τῶν ὁμοίων εἴχετο , ὅτε καὶ μᾶλλον | ||
γὰρ τρίβων ' ἔχους ' ἐμοί , ὥσπερ Κράτητι τῷ κυνικῷ ποθ ' ἡ γυνή . . . . . |
διὰ τοῦτο ἐπὶ τὴν Εὐρώπην ἔρχεται , διώκει Σκύθας , ἀνίστησιν Παίονας , Ἐρετρίαν λαμβάνει , Μαραθῶνι ἐπιπλεῖ , καὶ | ||
τε καὶ στρατιᾷ ὡς πλείστῃ ἐπὶ τοὺς Χαλκιδέας παραγενέσθαι . ἀνίστησιν οὖν ἐκ τῶν Ὀδρυσῶν ὁρμώμενος πρῶτον μὲν τοὺς ἐντὸς |
δέ τις μέτρια λέγουσα * * * τοῖς δεομένοις τινῶν ὑπουργῇ πρὸς χάριν , ἐκ τῆς ἑταιρίας ἑταίρα τοὔνομα προσηγορεύθη | ||
καιρῷ ὑπάρχοι , μέμνησο , ὅτι μὴ κάμνων ὑπὸ καμνόντων ὑπουργῇ , ἐσθίων ὑπὸ μὴ ἐσθιόντων , πίνων ὑπὸ μὴ |
Μούσας τέκνως ' ἱεράς , ὁσίας , λιγυφώνους , ἐκτὸς ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί , πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν | ||
μὲν τῆς καρδίης ἐπί τι χωρίον ἐν τοῖσιν ἀριστεροῖσι μᾶλλον ἐοῦσα , ἔπειτα ὑποκάτω τῆς ἀρτηρίης , ἔστ ' ἂν |
, καὶ τοῖς ἄλλοις . Πατρὶς μέν , καὶ οὐχὶ μητρίς , μητρόπολις δέ , καὶ οὐχὶ πατρόπολις . Νόνναι | ||
διὸ καὶ πατρὶς εἴρηται ὡς ἀπὸ τοῦ τιμιωτέρου καὶ οὐχὶ μητρίς . ἔστι καὶ τρίτον σημαινόμενον τοῦ γένους , ᾧ |
ἱστορεῖ γράφων , εἰς τὴν Σινώπην τὴν προσωτέρω πόλιν . κεκραμένη δ ' ἄριστα τῆς Ἀσίας σχεδὸν χωρία γένη τε | ||
λευκὸν οὔτε πορφύρα , ἀλλ ' ὥσπερ αὐγὴ τῆς κρόκης κεκραμένη . αὐλὰς θεραπεύειν καὶ σατράπας μακρὰς τίθημι συμβολὰς ἀκροώμενος |
ὀλόαν ἔχων ἐς ναῦον ] ἄγνας Πάλλαδος , ἀ θέων θνάτοισι ] θεοσύλαισι πάντων αἰνοτάτα ] μακάρων πέφυκε : χέρρεσσι | ||
ὀλόαν ἔχων ἐς ναῦον ] ἄγνας Πάλλαδος , ἀ θέων θνάτοισι ] θεοσύλαισι πάντων αἰνοτάτα ] μακάρων πέφυκε : χέρρεσσι |
οὐδὲ μυουρίζοντα : λευκὰ δὲ ϲφόδρα ἔνδοθεν , ἐκτὸϲ δὲ ὠχρότερα ὑπάρχει βαρέα ἐντεριώνην ἔχοντα εὔθρυπτα , οὐ καμπτόμενα διὰ | ||
ἔσεσθαι ἐν τοῖσι πυρετοῖσι . ἢν μὲν γὰρ παχύτερα καὶ ὠχρότερα , ἦν βελτίω : ἢν δὲ λεπτότερα καὶ μελάντερα |
ἐγγύθεν βλέπει . ὅστις λέγει κάκ ' εὖ φρονῶν σιγῇ στένει . ἄγει τὸ θεῖον τοὺς κακοὺς πρὸς τὴν δίκην | ||
. στένει πόλισμα ] στενάζει , θρηνεῖ ἡ πόλις . στένει ] στενάζει . πόλισμα ] οἱ πολῖται : ἐκ |