. τρὶς δὲ περιστείχουσα καὶ Ἀργείους ἐρέθουσα πάσας ἠυκόμους ἀλόχους ὀνόμαζεν Ἀχαιῶν φωνῇ λεπταλέῃ : τοὶ δ ' ἔνδοθι θυμὸν
αὐτῆς προπάροιθεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν : Ἥρη πῇ μεμαυῖα κατ ' Οὐλύμπου τόδ '
7143289 ὀνομαζε
ἵππων προπάροιθεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζε : τῆ σπεῖσον Διὶ πατρί , καὶ εὔχεο οἴκαδ
ὡς τὸ ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζε , καὶ ἐν ἀντωνυμίαις κὰδ δέ μιν αὐτόν ,
6947527 κλισιης
τὴν ἀντίαν θύραν : “ στῆ δὲ παρ ' ἀντίθυρον κλισίης Ὀδυσσῆϊ φανεῖσα . ” ἀναβησάμενοι ἀναβιβάσαντες . ἀνενήκατο ἀνεστέναξεν
περὶ φρένας ἤλυθ ' ἰωή , ἐκ δ ' ἦλθε κλισίης καί σφεας πρὸς μῦθον ἔειπε : τίφθ ' οὕτω
6928011 ἀνδροκτασιης
εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερόνδ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ , ὅτε παῖδα κατέκτανον
με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερον δ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ ὅτε παῖδα κατέκτανον Ἀμφιδάμαντος
6916317 θυμοιο
ἑὸν πτολίεθρον , ὑπὲρ ξείνοιο δ ' ἄνακτος μάρναται ἐκ θυμοῖο καὶ οὐκ ἐμπάζεται ἀνδρῶν ἐνθεμένη φρεσὶ θάρσος ἀταρτηρόν τε
κρατερῆς χερὸς ἀλκῇ ἐγχείη στονόεσσα ποτὶ χθονὸς οὖδας ἔρεισε δευόμενον θυμοῖο . Βάλεν δ ' Εὐήνορα δῖον τυτθὸν ὑπὲρ λαπάρην
6686088 κατερεξεν
δ ' ἀγκὰς ἐλάζετο θυγατέρα ἥν , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἐκ τ ' ὀνόμαζε
μείδησεν δὲ Καλυψώ , δῖα θεάων , χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν
6680434 ἐνενιπεν
δὲ πάντες ἔμιμνον ἀναινόμενοι τὸν ἄεθλον , εἰ μή σφεας ἐνένιπεν ἀγαυοῦ Νηλέος υἱός : Ὦ φίλοι , οὔ τι
τοῦ δ ' ἤκουσε περίφρων Πηνελόπεια , ἀμφίπολον δ ' ἐνένιπεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζε
6606284 πορνης
λαμπρύνειν τοὺς αὐτὴν κεκτημένους . * λίπτοντα ἐπιθυμοῦντα * τῆς πόρνης ἢ τῆς νεοττείας καὶ τῆς τεκνογονίας χωρίσας σε περιστερᾶς
παρ ' αὐτοῖς πόρνη Πελλήνη τοὔνομα . ἐπιθυμοῦσιν οὖν τῆς πόρνης , ἤγουν τῆς πόλεως Πελλήνης . ἀντεποιοῦντο γὰρ αὐτῆς
6450612 ἀποιχομενον
' ἁμετέρας ἀπὸ γλώσσας κοινὸν εὔξασθαι ἔπος , ζώειν τὸν ἀποιχόμενον , Οὐρανίδα γόνον εὐρυμέδοντα Κρόνου , βάσσαισί τ '
. . Ἀγάπιος Ἀγάπιος : Ἀθηναῖος φιλόσοφος , μετὰ Πρόκλον ἀποιχόμενον , ὑπὸ Μαρίνῳ . ὃς ἐθαυμάζετο ἐπὶ φιλομαθείᾳ καὶ
6397213 Τηλεμαχε
εὖ φρονεῖν , ὃν περὶ πολλοῦ ποιῇ . Ἦλθες , Τηλέμαχε , γλυκερὸν φάος . μέχρι τούτου μοι τῷ ἔπει
λέγε , Ἀντίλοχε : γλυκερώτερον Νέστορος ἐρεῖς : λέγε , Τηλέμαχε : σφοδρότερον Ὀδυσσέως ἐρεῖς : λέγε , Ἀλκιβιάδη :
6296984 Φυλακης
ἅρμασι κολλητοῖσι Φῶκος ] ? ἐυμμελίης [ Ἀστερόδειαν ἐκ ] Φυλάκης κούρην [ μεγαθύμου Δηϊονῆος : ἣ ? τέκετο Κρῖσον
ἐθέλει πολλάκις καὶ αὖθις ἀναφαίνεσθαι . προελθὼν μέν γε ἐκ Φυλάκης καὶ τῶν καλουμένων Συμβόλων ἐς τὸ πεδίον κατέδυ τὸ
6227535 Ταρνης
τοῦ Λυδοῦ Βώρου , ὅστις ἐκ τῆς μεγαλοβώλου καὶ εὐγείου Τάρνης παρεγένετο , ἀνεῖλεν καὶ ἐφόνευσεν , . . †
' ἄρα Φαῖστον ἐνήρατο Μῄονος υἱὸν Βώρου , ὃς ἐκ Τάρνης ἐριβώλακος εἰληλούθει . τὸν μὲν ἄρ ' Ἰδομενεὺς δουρικλυτὸς
6216091 Ἡλιοδωρου
εἰ τυγχάνοιμι χρώμενος αὐτοῖς . ἥκει δέ μοι καὶ παρὰ Ἡλιοδώρου τοῦ τῆς Αἰγύπτου ὑπάρχου γενομένου γράμματα ἅμα τοῖς βασιλικοῖς
' ἃ κορωνὶς τοῦ δράματος . # κεκώλισται πρὸς τὰ Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται ἐκ Φαείνου καὶ Συμμάχου . Δύο εἰσὶν
6208349 κολεοιο
δ ' ἰάχησαν θεσπέσιον μεμαῶτες . ὁ δὲ ξίφος ἐκ κολεοῖο σπασσάμενος , πρυμναῖα νεὼς ἀπὸ πείσματ ' ἔκοψεν :
σκεπτέον ὑπὲρ τῆς ἐφισταμένης Ἀθηνᾶς Ἀχιλλεῖ : Ἕλκετο γὰρ ἐκ κολεοῖο μέγα ξίφος , ἦλθε δ ' Ἀθήνη οὐρανόθεν :
6162565 θαλαμης
δέ μιν ἔμβαλε πόντῳ . ὡς δ ' ὅτε πουλύποδος θαλάμης ἐξελκομένοιο πρὸς κοτυληδονόφιν πυκιναὶ λάϊγγες ἔχονται , ὣς τοῦ
αὖ πέρι δή τι καὶ οὐ φατὸν οἷον ἔρωτα οἰκείης θαλάμης κεύθει φρεσίν , οὐδέ ποτ ' αὐτῆς λείπεθ '
6157867 πελλιδος
κατὰ πέλλας . παρ ' Ἱππώνακτι δὲ πελλίς : ἐκ πελλίδος πίνοντες . οὐ γὰρ ἦν αὐτοῖς κύλιξ , ὁ
κατὰ πέλλας . τοῦτο δὲ Ἱππῶναξ λέγει πελλίδα : ἐκ πελλίδος πίνοντες : οὐ γὰρ ἦν αὐτῇ κύλιξ , ὁ
6154951 κραδιης
Βλέπε , Παλλάς , Ἀφροδίτης τὸ ῥόδον τὸ μικρὸν ἄνθος κραδίης τεῆς κρατῆσαν δροσερὸν βέλος κομίζον . Κραδίην θεῶν ἰαίνει
Πραξιτέλης ὃν ἔπασχε διηκρίβωσεν Ἔρωτα , ἐξ ἰδίης ἕλκων ἀρχέτυπον κραδίης , Φρύνῃ μισθὸν ἐμεῖο διδοὺς ἐμέ . φίλτρα δὲ
6125591 ἐφατ
τις Αἰγίσθου , ἀλλ ' ἔκταθεν ἐν μεγάροισιν . ὣς ἔφατ ' , αὐτὰρ ἐμοί γε κατεκλάσθη φίλον ἦτορ ,
ἴδοι , μὴ δὴ σχεδὸν ὦσι κιόντες . ” ὣς ἔφατ ' : ἐκ δ ' υἱὸς Δολίου κίεν ,
6120265 Εὐγενης
. Γλαὺξ οὐκ ἂν νοσσοποιήσειε ἑτέρας προλαβούσης τὸ δῶμα . Εὐγενὴς ἵππος σκύβαλον ἑτέρου ἵππου οὐκ ἂν προσενέγκοιτο . Γῦπες
Εὐρυκλῆς πᾶς ἐγγαστρίμυθος : ἀπὸ Εὐρυκλέους τοιούτου τινὸς μάντεως . Εὐγενὴς ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι
6102798 διηγηματικου
δ ' , ὦ γῆς Ἑλλάδος στρατηλάται : ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ τὸ μιμητικὸν μετέβη . λείπει οὖν τῷ λόγῳ
ἑτέρωσε νοήσω αὐτοῦ οἱ θάνατον μητίσομαι : ἀπὸ γὰρ τοῦ διηγηματικοῦ μετέβαλεν εἰς τὸ μιμητικόν . καὶ ἐν αὐτῷ δὲ
6092593 θυεν
ἄκριτον [ ἤλασα ] μοῖραν ; καὶ ? ? ? θυεν ? ? οισ ! ! ! ! ! !
ἄκριτον [ ἤλασα ] μοῖραν ; καὶ ? ? ? θυεν ? ? οισ ! ! ! ! ! !
6089798 ἐγγυτητος
αὐτῶν θιγγάνειν καὶ μηδὲν εἶναι μέσον διὰ τὸ πολὺ τῆς ἐγγύτητος . πλὴν διαφέρει τοῖς μέσοις τὰ ἁπτὰ τῶν ὁρατῶν
δυναμένη καλῶς καταστοχάζεσθαι τῆς ἀκινήτου καὶ χωριστῆς ἐνεργείας ἀπὸ τῆς ἐγγύτητος τῶν περὶ τὰς αἰσθητὰς μὲν καὶ κινούσας τε καὶ
6086163 ὀρχηστριδος
[ ἀναπλάσειν / ] ] τυπώσειν , ἐργάσεσθαι . εἰς ὀρχηστρίδος ] οἶκον . εἰσάγειν ] ⌈ σεαυτόν . /
ἔφορος ὁ Ἑρμῆς . τὴν τοξοθήκην καὶ τὰ ὄργανα τῆς ὀρχηστρίδος . δραμῇ . ἐξηπάτησε . παρὰ τοῖς Ἴωσιν .
6083742 πεπλασθω
ὑπὸ αου καὶ βου , λύσομεν ἓν τῶν ἐπιταγμάτων . πεπλάσθω ὁ ⃞ος ἀπὸ ʂ α Μο γ : αὐτὸς
⃞ος , καὶ τὰ λοιπὰ Ϛκις γενόμενα ποιῇ ⃞ον . πεπλάσθω πάλιν τὸ τρίγωνον ἀπὸ ʂ α καὶ ʂא α
6032137 προφανους
ἄφαρκτον , ἥδιον διὰ τὴν πίστιν ἐτιμωρεῖτο ἢ ἀπὸ τοῦ προφανοῦς , καὶ τό τε ἀσφαλὲς ἐλογίζετο καὶ ὅτι ἀπάτῃ
; τρόπῳ : τίνα τρόπον , λαθὼν ἢ ἐκ τοῦ προφανοῦς βιασάμενος ἢ ἀπατήσας ; τόπῳ , ἐν ἄστει :
6021460 ἀνεγειρε
ὁ Διομήδης : ἐκτὸς ἀπὸ κλισίης . . τὸν παρστὰς ἀνέγειρε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ , λὰξ ποδὶ κινήσας , ὤτρυνέ
ἀγοραῖς ταῖς ἀμφοτέρωθεν ἐχούσαις τὴν οἰκοδομὴν , τὴν πάρδαλιν μάστιγι ἀνέγειρε μανιωθεῖσαν . ἀγορῇσι : συνελεύσεσι , στοαῖς , τόποις
6015986 μεγαροιο
δ ' αὖτε δυώδεκα δῶκεν ἕπεσθαι Μηδείῃ δμωὰς Φαιηκίδας ἐκ μεγάροιο . Ἤματι δ ' ἑβδομάτῳ Δρεπάνην λίπον : ἤλυθε
] : [ ] [ [ ] ε διὲκ ? μεγάροιο [ ] θύραζε συν ? [ [ μελάμπυγον ]
5968993 χερων
ἀμηχανεῖν τοὺς Πέρσας ὅποι φύγοιεν . πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν : πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν ἠράσσαντο πέτροισιν ἤγουν
ἐπωτίδων ἄγκυραν ἐξανῆπτον , οἱ δὲ κλίμακας σπεύδοντες ἦγον διὰ χερῶν πρύμνης τ ' ἄπο πόντωι διδόντες τῆι ξένηι καθίεσαν
5964895 γυαλων
τόπους , ὢν ἰὲ Παιάν . Ἀλλ ' ὦ Παρνασσοῦ γυάλων εὐδρόσοισι Κασταλίας νασμοῖς [ ] σὸν δέμας ἐξαβρύνων ,
νῦν δ ' οὔτε μ ' ἐκ Δωδῶνος οὔτε Πυθικῶν γυάλων [ ] τις ἂν πείσειεν καὶ τὸν ἐν Δωδῶνι
5960061 δαμασαι
Ξενοφῶν ἀντιτίθησι τὸν ἤδη ἱππαζόμενονἀπαίδευτον , ἄγριον . πωλεῦσαι , δαμάσαι , πωλοδαμεῖν , ἐκπαιδεῦσαι , ἡμερῶσαι , ἀσκῆσαι ,
δὲ Αἴσωπος λαβὼν ἕψει . ὁ Ξάνθος οὖν θέλων εὐλόγως δαμάσαι αὐτόν , τοῦ Αἰσώπου διά τινα χρείαν εἰς τὸ
5957783 ποιπνυοντα
παιδός . . . . . ἄσβεστος : Π . ποιπνύοντα : Ξ . . . . πρόπαν ἦμαρ :
ὀρῶν ἐπιθεωροῦσιν . . . . ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ποιπνύοντα ἐνεργοῦντά ἐστιν , οὐχ ὡς οἱ γλωσσογράφοι ποιοῦσι τὸ
5952080 ἀοσσητηρ
καὶ κληδόνος αὐτομάτως βοηθῶν : παρὰ τὴν ὄσσαν ὀσσητήρ καὶ ἀοσσητήρ , . , , . . α , .
Κόλχοις ἦρα φέροιεν ὑπὲρ σέο , νόσφιν ἄνακτος ὅς τοι ἀοσσητήρ τε κασίγνητός τε τέτυκται , οὐδ ' ἂν ἐγὼ
5938310 συγκειμενου
ἄνευ γνώμης γεγονέναι . ἀλλ ' ἑνὸς τοῦ μεταξὺ κώλου συγκειμένου λεκτικῶς τοῦ ἥκειν Ἀριστοκράτους κατηγορήσοντα τουτουί τὸ συμπλεκόμενον τούτῳ
α , ποιῶν ⃞ον . καὶ ἐπεὶ ὁ ἀπὸ τοῦ συγκειμένου ἐκ τῶν τριῶν πλευρὰν δηλονότι ἔχει τὸν συγκείμενον ἐκ
5917581 γναθμοιο
: ἡ δ ' ἀντίη ἵστατο παιδός καί μιν ἄφαρ γναθμοῖο κατασχομένη προσέειπεν : “ Τίπτ ' ἐπιμειδιάᾳς , ἄφατον
δ ' ἐπὶ Νῖρον ὄλεσσε βαλὼν ἀνὰ δηιοτῆτα δουρὶ διὰ γναθμοῖο , πέρησε δ ' ἀνὰ στόμα χαλκὸς γλῶσσαν ἔτ
5914843 προκλησεως
τυχόντων πρὸς τὴν διὰ τῶν λόγων ἅμιλλαν καταστάντες , ἐκ προκλήσεως μονομαχεῖν πρὸς ἀλλήλους , παρ ' οὐδὲν τιθέμενοι τὴν
, ἀντικαθιστάντες δὲ τῶν σφετέρων τοὺς θορυβηθέντας , χωροῦσιν ἐκ προκλήσεως ὁμόσε , καὶ συρράξαντες πληγὰς κατ ' ἀλλήλων φέρουσιν
5892876 Βρισηϊδα
δώρων κατέγνω πικροτέρων φανέντων σοι τῆς ἀτιμίας καὶ δυσμενέστερος ὤφθη Βρισηΐδα διδοὺς ἤπερ ἀποστερῶν , ἀπεῖπε πρὸς τοὺς μεθ '
μή ποτε μικρὸν ὕστερον ἀποστραφῇ σου τὴν παῖδα μηδὲ τὴν Βρισηΐδα στέρξας βεβαίως , οὐ γὰρ ἂν Πολυξένης ἠράσθη .
5888824 περιφρασεως
ἄπο πασᾶν : ἕκαστον γὰρ τούτων πολλῆς τῆς τροπῆς καὶ περιφράσεως γέμει . τοῦτο δὲ τραγικοῖς μὲν καὶ διθυραμβοποιοῖς ἐργάζεσθαι
ἀπὸ Φυλάκου τοῦ Δηιόνος . τὸ ἐθνικὸν δύναται μὲν διὰ περιφράσεως ἐκ Φυλάκης , εἴρηται δ ' ὅμως Φυλακήσιος ,
5880859 ἠϊον
ἕκαστος . Ἀνστάντες δ ' ἅμα πάντες ἀπὸ ψαμάθοιο βαθείης ἤϊον , ἔνθά τ ' ἔμιμνεν ὑπὲρ ψαμάθου ἁλίη ναῦς
δὲ χαλκῷ , ὤϊξαν δὲ θύρας , ἐκ δ ' ἤϊον : ἦρχε δ ' Ὀδυσσεύς . ἤδη μὲν φάος
5876545 παρατυχοντος
κατέσχεν ὑπὸ σκότου τὸν φθόνον : ὡς δὲ πάλιν λέοντος παρατυχόντος ὁ μὲν αὖ ἥμαρτεν , οὐδὲν οἶμαι θαυμαστὸν παθών
, Νεάπολις , Ἐπιπολαὶ , Τύχη . οὐκ ἐκ τοῦ παρατυχόντος οὖν μεγαλοπόλεις εἴρηκε τὰς Συρακούσας . . . ἄλλως
5865208 μυχατου
καὶ ἀμήχανος ἀμφαλάληται , ἄλλοτε μὲν ποτὶ τέρματ ' ἰὼν μυχάτου ποταμοῖο , ἄλλοτε δ ' αὖ ψαμάθοισι κυλινδόμενος ποτὶ
τόθ ' ὑπὲρ πρώρης ὀλοὸν περιέζεεν ὕδωρ νειόθεν , ἐκ μυχάτου δὲ βυθοῦ ῥοίβδησε Χάρυβδις κύματι καχλάζοντι , καὶ ἱστίον
5858923 ἀναφυομενον
ἐπειδή , ὡς εἴρηται , γινώσκοντες τὸ ἐκ τοῦ συγγράμματος ἀναφυόμενον χρήσιμον προθυμότερον ἀναγινώσκομεν τὸ σύγγραμμα . ἄλλως τε δὲ
ὀδυρμῶν καὶ κνυζημάτων ἀνάπλεων ; προϊὸν δὲ καὶ εἰς ὥραν ἀναφυόμενον , ἔμπληκτον καὶ ἀκρατές ; κἂν εἰς ἥβην προέλθῃ
5851301 δερματιων
. κοσκυλματίοις ] ἤτοι κολακεύμασιν . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν δερματίων . κοσκυλμάτια γάρ εἰσι τὰ περιτεμνόμενα περιττὰ τμήματα ἀπὸ
” δερματικὸν ἂν εἴη λέγων ὁ ῥήτωρ τὸ ἐκ τῶν δερματίων τῶν πιπρασκομένων περιγινόμενον ἀργύριον . Δερμηστής : Λυσίας ἐν
5838177 προνοιης
, ἐκ δὲ πλήθους ἐκχέουσα γαστρὸς φύσιος , ἐκ τόκου προνοίης . Ἐκ δὲ σώματος κρεμαστοὶ ἐκτὸς οἰκίην νέμονται ἔκγονοι
Εἰ μὲν περίεστί τε καὶ ἐβασίλευσε ὁ παῖς μὴ ἐκ προνοίης τινός , θάρσεέ τε τούτου εἵνεκα καὶ θυμὸν ἔχε
5828749 ἐλακεν
τότε ἐδίκασεν , ὅτε ἐπὶ τρίποδι Θέμιδος τὸν ἀπόφονον φόνον ἔλακεν ἐμῆς μητρός : ἔλακεν : καὶ Ἀριστοφάνης [ .
. φεῦ μόχθων . ἄδικος ἄδικα τότ ' ἄρ ' ἔλακεν ἔλακεν , ἀπόφονον ὅτ ' ἐπὶ τρίποδι Θέμιδος ἄρ
5806843 παρεπομενου
ἐκ παρεπομένου : οἱ γὰρ κτώμενοι κακοπαθοῦσιν . . ἐκ παρεπομένου , κακοπαθεῖν , . . σπεύδειν σπουδῇ . .
. ἐν μέρει , σημαίνει . . Ι . ἐκ παρεπομένου ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος . . . πυρῆς ἐπέβησε ἀνεῖλεν
5805221 τραφον
Ὀλύμπιος ἄλγε ' ἔδωκεν ἐκ πασέων , ὅσσαι μοι ὁμοῦ τράφον ἠδ ' ἐγένοντο , ἣ πρὶν μὲν πόσιν ἐσθλὸν
καὶ μὴ πίπτειν εἰς γῆν . τάφρον ] τὸν κοινῶς τράφον . παλίνορρον : παλινόρμητον . διπλοῦν ἐποίησε τὸ ἀνάπαλιν
5789007 Δυσπαρι
μάχεσθαι , ἀγχοῦ δ ' ἱστάμενος προσέφη αἰσχροῖς ἐπέεσσι : Δύσπαρι εἶδος ἄριστε γυναιμανὲς ἠπεροπευτὰ ποῦ τοι Δηΐφοβός τε βίη
ἁρπαγῆς , ὥς φησιν Ὅμηρος : λέγει γὰρ οὕτως : Δύσπαρι , εἶδος ἄριστε , γυναιμανές , ἠπεροπευτά , αἴθ
5772551 βελεων
ἔπος ; Ξίφος , εἴ ποθεν , ἢ γένυν ἢ βελέων τι προπέμψατε . Ὡς τίνα δὴ ῥέξῃς παλάμαν ποτέ
Ἑλλήσποντον ἵκοντο . οὐδέ κε Πάτροκλόν περ ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ ἐκ βελέων ἐρύσαντο νέκυν θεράποντ ' Ἀχιλῆος : αὖτις γὰρ δὴ
5761213 κτιλον
αὐτὰρ ἔπειτα λαοὶ ἕπονθ ' , ὡς εἴ τε μετὰ κτίλον ἕσπετο μῆλα πιόμεν ' ἐκ βοτάνης : γάνυται δ
ἐπὶ δῆριν ἀναιδέα τλήμονι κούρῃ ἰλαδόν , ἠύτε μῆλα μετὰ κτίλον , ὅς θ ' ἅμα πάντων νισομένων προθέῃσι δαημοσύνῃσι
5731826 ὀϲμηϲ
ἢ τῆϲ λεπτομερείαϲ ἢ τῆϲ θερμότητοϲ οὐκέτ ' ἐκ τῆϲ ὀϲμῆϲ ἐνδείκνυται , ἀλλ ' ἐκ τῆϲ γεύϲεωϲ . τοῦ
θηρίον καθολικῶϲ : τὸ ἑκάϲτου ϲτέαρ ϲυναλειφόμενον φυγαδεύει ἀπὸ τῆϲ ὀϲμῆϲ τὸ ϲυγγενέϲ , ὡϲ καὶ κύων ὀϲφρανθεὶϲ τοῦ ἰδίου
5715678 ὀληται
κατὰ κόσμον , ἔννεφ ' ὅπως ψηφῖδι κακῇ κακὸν οἶτον ὄληται , βουλῇ δημοσίῃ παρὰ θῖν ' ἁλὸς ἀτρυγέτοιο .
ἐστ ' ἀλέασθαι , ὄφρα μὴ ἄσπερμος γενεὴ καὶ ἄφαντος ὄληται Δαρδάνου , ὃν Κρονίδης περὶ πάντων φίλατο παίδων οἳ
5711240 περιωπης
τε καθορῶν φαιδρὸς ἅμα καὶ κατηφής , καὶ Ζέφυρος ἐκ περιωπῆς ἄγριον ὑποφαίνων τὸ ὄμμα αἰνίττεται ὁ ζωγράφος τὴν ἀπώλειαν
ἐνδιαιτῶνται . Τῆς δὲ τοιαύτης τοῦ βασιλικοῦ νοῦ προμηθείας καὶ περιωπῆς οὐ τὰ μὲν μείζω μέρη αἰσθάνεται , τὰ δὲ
5710656 Μεγακλεος
ἐγένοντο καὶ κάρτα λαμπροί . Τοῦτο μὲν γὰρ Ἀλκμέων ὁ Μεγακλέος τοῖσι ἐκ Σαρδίων Λυδοῖσι παρὰ Κροίσου ἀπικνεομένοισι ἐπὶ τὸ
τὴν ἐμὴν Ἀγαρίστην νόμοισι τοῖσι Ἀθηναίων . Φαμένου δὲ ἐγγυᾶσθαι Μεγακλέος ἐκεκύρωτο ὁ γάμος Κλεισθένεϊ . Ἀμφὶ μὲν κρίσι τῶν
5687256 προχοιδιου
ἔσθ ' ὁ τῆς χορδῆς τόμος . Τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . Ὄψει γὰρ
κάδον , Κρατῖνος δ ' ἐν Πυτίνῃ τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . ἀλλὰ μὴν
5683564 ἀσαμινθου
μιν χλαῖναν καλὴν βάλον ἠδὲ χιτῶνα , ἔκ ῥ ' ἀσαμίνθου βὰς ἄνδρας μέτα οἰνοποτῆρας ἤϊε : Ναυσικάα δὲ θεῶν
Μενέλεῳ δύ ' ἀσαμίνθους , καὶ Κρατῖνος ἐν Χείρωσιν ἐξ ἀσαμίνθου κύλικος λείβων . κυλίσκιον δ ' ἡ σμικρὰ κύλιξ
5676910 κελευσεως
. ἀνηκουστεῖν ] τὸ δὲ ἀνηκουστεῖν τῆς τοῦ πατρὸς Διὸς κελεύσεως δυνατόν ἐστι πῶς ; ἐρώτησις ἔχουσα τὸ ἄλυτον ,
ἀναφορὰν ἔπεμψαν , δεόμενοι ὥστε παρασχεθῆναι αὐτοῖς ἀπὸ θείας αὐτοῦ κελεύσεως ἀγορασθῆναι τὰ Ὀλύμπια ἀπὸ τῶν Πισαίων τῆς Ἑλλάδος χώρας
5673903 φιλομαχον
προσίστανται πάλῳ λαχόντες . σύ τ ' , ὦ Διογενὲς φιλόμαχον κράτος , ῥυσίπολις γενοῦ , Παλλάς , ὅ θ
οὖν πρὸς τὴν Ἀθηνᾶν : σὺ δὲ ὦ διογενὲς κράτος φιλόμαχον , ἤτοι ὦ Ἀθηνᾶ θεὰ φιλοπόλεμεἔστι δὲ τοῦτο περίφρασιςἡ
5672737 καμμονιην
ἐπίθετον κήρυκος τοῦ Ἰδαίου , ἀπὸ τοῦ καλεῖν πεμπόμενον . καμμονίην τὴν ἐκ καταμονῆς νίκην . δὶς δὲ κέχρηται τῇ
ς ' ἔκπαγλον ἀεικιῶ , αἴ κεν ἐμοὶ Ζεὺς δώῃ καμμονίην , σὴν δὲ ψυχὴν ἀφέλωμαι : ἀλλ ' ἐπεὶ
5666984 διαβρωϲιοϲ
ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ ' ἀραιώϲει
τῇ ἀρτηρίῃ λάβρωϲ τὸ αἷμα ἐκχέεται . ἢν δὲ ἀπὸ διαβρώϲιοϲ , χρὴ ἐπανερωτῆν , εἴ κοτε πρόϲθεν ἔβηξε ὥνθρωποϲ
5653689 ΒΕΑ
παραλληλόγραμμον γὰρ ἰσόπλευρον καὶ τὸ ΖΕ . καὶ ἡ ὑπὸ ΒΕΑ ἄρα ἐλάττων ἐστὶ τῆς ὑπὸ ΖΕΔ . ὥστε καὶ
. καί ἐστι τῆς μὲν ὑπὸ ΓΕΑ ἡμίσεια ἡ ὑπὸ ΒΕΑ : παραλληλόγραμμον γὰρ ἰσόπλευρον τὸ ΒΕ : τῆς δὲ
5651229 ἀντεχω
καὶ ἐπιγράφονται ἅπαντες προστάτιν ἑαυτῶν ; ἀλλ ' ἐγὼ μὲν ἀντέχω τοσούτων μνηστευόντων , καὶ κόπτουσιν αὐτοῖς τὴν θύραν καὶ
ἐπὶ σφαγὴν δίδοται . μέχρι τίνος ὁ σιδηροῦς πρὸς τοσαύτας ἀντέχω συμφοράς ; οἶδ ' ὅτι μαλακίζομαι πρὸς θάνατον ,
5649075 πταμενη
κατ ' ἀσπίδα : τῆς δὲ διὰ πρὸ αἰχμὴ χαλκείη πταμένη θώρηκι πελάσθη : τῷ δ ' ἐπὶ μακρὸν ἄϋσε
οὔ τι θεοὺς λίσσεσθαι ἐρύκω . εἰ δέ κεν ἀντικρὺ πταμένη μεσσηγὺς ὄληται , ἄψορροι στέλλεσθαι , ἐπεὶ πολὺ βέλτερον
5645926 ῥεθεων
μιν εἰπόντα τέλος θανάτοιο κάλυψε , ψυχὴ δ ' ἐκ ῥεθέων πταμένη Ἄϊδος δὲ βεβήκει ὃν πότμον γοόωσα λιποῦς '
ἐρύουσιν , ἐπεί κέ τις ὀξέι χαλκῷ τύψας ἠὲ βαλὼν ῥεθέων ἐκ θυμὸν ἕληται . ἡ διπλῆ ὅτι πρώτῃσι ἀντὶ
5642318 ἐναριθμος
χρυσοβαφεῖς δ ' ἐστυφέλιξ ' ἐκ θεμέθλων ἄνακτας , οὐκ ἐνάριθμος γεγαὼς ἐν προμάχοις Ἀχαιῶν , ἀλλ ' ἀπὸ κρανᾶν
χρυσοβαφεῖς τ ' ἐστυφέλιξ ' ἐκ θεμέθλων ἄνακτας , οὐκ ἐνάριθμος γεγαὼς ἐν προμάχοις Ἀχαιῶν , ἀλλ ' ἀπὸ κρανᾶν
5639962 διφροιο
καὶ πάλιν : οἱ δεξιτερὴ μὲν ἐπὶ κλισμὸν τετάνυσται πενθερίου δίφροιο . καὶ ὡς ἐπὶ τοῦ Ὄρνιθός φησι : δεξιὰ
. , . . Ἀϊχθῆναι : ὁρμηθῆναι : ὦσεν ὑπὲκ δίφροιο ἐτώσιον ἀϊχθῆναι , . . . Ἀΐω : [
5628208 κορυθ
' ἐμοί , τοὶ Ἰλίῳ ἐγγεγάασιν . Ὣς ἄρα φωνήσας κόρυθ ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ ἵππουριν : ἄλοχος δὲ φίλη
τε φίλος καὶ πότνια μήτηρ : αὐτίκ ' ἀπὸ κρατὸς κόρυθ ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ , καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν
5626809 προγινωσκομενων
εἶναι . ἀλλ ' εἰ πᾶσα μάθησις καὶ διδασκαλία ἐκ προγινωσκομένων ἐστί , δεῖ καὶ τοῦτο σώζεσθαι ἐν τῇ ἀποδείξει
δυνατὸν γνωρίζειν , ὡς εἰρήκαμεν . καίτοι πᾶσα μάθησις διὰ προγινωσκομένων πάντων ἢ τινῶν ἐστιν ἢ δι ' ἀποδείξεως ἤγουν
5617824 γενετης
. ὣς μὲν καὶ Πηλῆϊ θεοὶ δόσαν ἀγλαὰ δῶρα ἐκ γενετῆς : πάντας γὰρ ἐπ ' ἀνθρώπους ἐκέκαστο ὄλβῳ τε
καὶ σωφρονικοὶ καὶ ἀνδρεῖοι : καὶ τἄλλα ἔχομεν εὐθὺς ἐκ γενετῆς τῆς μὲν φρονήσεως καὶ δεινότητος , ὥσπερ ἐν τοῖς
5617625 παραινεσεως
εὐτυχῶν ἔσο περιχαρὴς μήτε πράττων ἑτέρως περίλυπος ; ἢ τῆς παραινέσεως τὸ μὲν ὑμῖν εὖ ἔχειν δοκεῖ , μετριάζετε γὰρ
δὲ αὐτὸν καὶ αἶνον ἐκάλεσαν ἀπὸ τῆς δι ' αὐτοῦ παραινέσεως . Τῶν δὲ μύθων οἳ μὲν ὀνομαζέσθωσαν Αἰσώπειοι ,
5612377 καθαρσιων
λευκὸν ἑλλέβορον ἔτρεχον , ἡνίκα μηδὲν ἀξιόλογον ὑπὸ τῶν ἄλλων καθαρσίων ἐθεώρουν τὸ πάθος μειούμενον , ἀλλ ' ἔγωγε τοῦ
: τὸ γὰρ ὅμοιον χαίρει τῷ ὁμοίῳ . εὐχέσθω δὲ καθαρσίων μεταλαχὼν ἰαθῆναι τὰ ὦτα , δι ' ὧν αἱ
5607400 κηρι
καὶ βρέφεσιν εὔληπτα . . ΜΑΚΑΡΩΝ . Μάκαρες οἱ μὴ κηρὶ καὶ θανατηφόρῳ μοίρᾳ ὑποπίπτοντες . . Ἡι ΘΕΜΙΣ .
πάντες , ἐπεὶ κακὰ μηχανόωνται : Ἀντίνοος δὲ μάλιστα μελαίνῃ κηρὶ ἔοικε . ξεῖνός τις δύστηνος ἀλητεύει κατὰ δῶμα ἀνέρας
5604147 ἀποπειρω
τὴν διάνοιαν . γνώμης ] γνώσεως , διανοίας . . ἀποπειρῶ ] εἴτε εὐφυής ἐστιν εἴτε οὐχί εἴτε ἀφυής ,
: ἀπατεών κέντρων : τὸ ἐκ πολλῶν * * * ἀποπειρῶ : ἀπόπειραν λαβέ πυθέσθαι : μαθεῖν σχέτλιος : ἄδικος
5603869 λαθαν
τε Μοῖσαι . . . . ἔμεθεν δ ' ἔχηισθα λάθαν . . . ἤ τιν ' ἄλλον ἀνθρώπων ἔμεθεν
κρίσιν : Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις δὶς ἔσχεν Θεαῖος εὐφόρων λάθαν πόνων . ἐκράτησε δὲ καί ποθ ' Ἕλλανα στρατὸν
5601893 ὁμηρειας
. καὶ τὸν ἀδελφὸν ὅδε Ἀντίοχον ἐξέλυσε τῆς ὑπὸ Ῥωμαίοις ὁμηρείας , ἀντιδοὺς τὸν ἑαυτοῦ παῖδα Δημήτριον . Ἀντιόχου δὲ
βῆμα προαχθῆναι κελεύσας ἀποδίδωσι τῷ ὑπάτῳ εἰπών , ὅτι πάσης ὁμηρείας κρείττονα ἡγεῖται τὴν πίστιν τῆς πόλεως . μίαν δὲ
5599717 ἰαχουσα
' ἀναίμονές εἰσι καὶ ἀθάνατοι καλέονται . ἣ δὲ μέγα ἰάχουσα ἀπὸ ἕο κάββαλεν υἱόν : καὶ τὸν μὲν μετὰ
, ἀλλ ' ὁπότ ' ἂν δὴ φθέγξομ ' ἐγὼν ἰάχουσα , τότε σχεῖν ἀκάματον πῦρ . Ὣς ἔφαθ '
5599151 τλω
. . , : τάλας : παρὰ τὸ τάλλω καὶ τλῶ κατὰ συγκοπὴν ῥῆμα . . . . . .
ὁμοίως πεποίηται . οὕτως Ἀπολλώνιος . Ὄτλος . παρὰ τὸ τλῶ τὸ κακοπαθῶ καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο . ἢ παρὰ
5598377 διιαμβων
“ σὺ δ ' ἀνδρὸς ἐκπεπληγμένου ” δίμετρον ἀκατάληκτον ἐκ διιάμβων δύο : τὸ Ϙʹ “ καὶ φανερῶς ἐπηρμένου ”
βʹ καὶ μιᾶς συλλαβῆς : τὸ δʹ τετράμετρον ἐκ δύο διιάμβων , χοριάμβου , καὶ πάλιν διιάμβου : τὸ εʹ
5596447 βεβλησθαι
ἡδυπάθειαν ταύτην τέλος εἶναι ἔφη καὶ ἐν αὐτῇ τὴν εὐδαιμονίαν βεβλῆσθαι : καὶ μονόχρονον αὐτὴν εἶναι , παραπλησίως τοῖς ἀσώτοις
βλητοὺς αὐτοὺς ὀνομάζουσι παρὰ τὸ κατὰ θείαν μῆνιν ὑπὸ ἐναντίας βεβλῆσθαι δυνάμεως . Καὶ τὸ τῶν ἐπιλήπτων δὲ πάθος οὐκ
5596054 ἀγητον
ποιμένες ἐν τοῖς ὄρεσι . τουτὶ τὸ νεανικόν ἐστι καὶ ἀγητόν ; οὐ δήπου . ἀλλὰ νῦν δείξεις οἷοι καὶ
τάφον καλοῦσι . καὶ Ὅμηρος : Αἰπύτιον παρὰ τύμβον . ἀγητόν : ἔκπληξιν ἔχον διὰ τὰ ἐν αὐτῷ γινόμενα περὶ
5594097 ἐπιφανουϲ
ἐμψύχει καὶ ἀποκρούεται . ἡ δὲ τοῦ ῥυπτικοῦ μετέχουϲα χωρὶϲ ἐπιφανοῦϲ θερμότητοϲ ξηραίνει ἀδήκτωϲ , ἡ δὲ ἐπὶ πλέον τὸ
τὸ μέγεθοϲ τῆϲ ὀδύνηϲ καὶ ὅτι μετὰ θερμότητοϲ τῶν φλεγμαινόντων ἐπιφανοῦϲ ϲυνίϲταται , ϲυνεξαίρων εἰϲ ὄγκον τοὺϲ μῦϲ , οὐδ
5593218 καταληψεων
ἁρμόζειν : ἔστι δὲ ὁ ὁρισμὸς τῆς τέχνης σύστημα ἐκ καταλήψεων ἐγγεγυμνασμένων πρός τι τέλος εὔχρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ
. ἀρτιότης μὲν γὰρ συμπλήρωσίς ἐστι τῶν τῆς ψυχῆς ὀρθῶν καταλήψεων ὥσπερ καὶ τῶν μελῶν . οὕτω δὲ καὶ ἡ
5590572 βελεμνῳ
τοῖς πόθοις κρατοῦσα ὑπὸ τῶν ῥόδων κρατύνῃ . Χθονίῳ βραχεῖ βελέμνῳ Παφίην Ἔρως δαμάζει , γλυκερὸν βέλος φυτεύει ῥόδον ,
, εὖτ ' ἀπὸ πέτρης ἄγριον αἶγα βάλῃσιν ἀνὴρ στονόεντι βελέμνῳ : ὣς ὃ πεσὼν τετάνυστο , λίπεν δέ μιν
5590519 Αἱματος
ὑγιεινὸν ἔθος κατὰ βραχὺ , τῷ ἀναληπτικῷ κεχρημένους τρόπῳ . Αἵματος δ ' ἀφαίρεσις διά τε τὸ μέγεθος τοῦ νοσήματος
τούτων βλάβας ἐξείπωμεν , ὡς ἂν ἔχοις διαγινώσκειν ἕκαστα . Αἵματος τοίνυν χρηστοῦ καὶ συμμέτρου τῷ πάχει ῥυέντος εἴς τι
5585425 θεμεθλων
ζωογόνωι σπινθῆρι περίρρυτα πάντα φυλάσσει . ἔνθεν πρωτογόνοιο νόου κρατέουσα θεμέθλων σύνδρομος ὑψιμέδοντος , ὅλου κόσμοιο τιθήνη , μουσοτόκος Σοφίη
λάβρος , ἄφαρ δέ τε πάντα κατὰ χθονὸς ἀμφιχέηται ἐκ θεμέθλων , μάλα γάρ ῥα περιτρομέει βαθὺ γαῖα : ὣς
5583109 φορμιγγος
[ Οὔτ ' ἐν ] βαρυπενθέσιν ἁρμόζει [ μάχαις ] φόρμιγγος ὀμφὰ [ καὶ λιγυκλαγγεῖς ] χοροί , [ οὔτ
ἤγουν ἐπανακυκλούμεναι , ἔπεμψάν με μετ ' ᾠδῆς ποικίλων μελῶν φόρμιγγος , μάρτυρα , ἤγουν ἀγγελέα , ὑμνητὴν ὑψηλοτάτων ἀγώνων
5581650 ἀγαννιφον
] ασσε ? δ ' ἀναγκαί [ [ Ὄλυμπον ] ἀγάννιφον ε [ ναίει ἀπήμαντος ] καὶ ἀκηδὴς ἤματα [
χιονισμός . διὰ τοῦτο καὶ Ὄλυμπον , ὄρος ὄντα , ἀγάννιφον λέγει , τὸ ἄγαν χιονιζόμενον . νόστος ἡ εἰς
5579153 συγγεγυμνασμενων
ὑπὸ λόγου παρεχομένη . ηʹ . Τέχνη ἐστὶ σύστημα ἐγκαταλήψεων συγγεγυμνασμένων πρός τι τέλος εὔχρηστον τῶν ἐν τῷ βίῳ .
τῷ βίῳ . ἢ οὕτως . τέχνη ἐστὶ σύστημα ἐγκαταλήψεων συγγεγυμνασμένων ἐφ ' ἓν τέλος τὴν ἀναφορὰν ἐχόντων . θʹ
5576668 ἐντροπης
εὔνοιαν αὐτοῖς εἰργασμένα . χωρὶς δὲ τῆς περὶ τὴν πόλιν ἐντροπῆς καὶ κατ ' ἰδίαν ἄν τις τοὺς αἰχμαλώτους ἐξετάζων
σεμνότατος σωφρονέστατός τε ηὐξάνετο , κομιδῇ τε νέος ἔτι ὑπάρχων ἐντροπῆς πάσης καὶ αἰδοῦς ἠξιοῦτο ἤδη καὶ ὑπὸ τῶν πρεσβυτάτων
5575620 λεοντ
[ ] τὰς ? ' ὀτρύνν [ [ ] εσιν λεοντ ? [ [ ] οππα [ [ ] ´
λτ ? [ ! ] ! [ ! ] [ λεοντ ? [ χειρεστ ? ? ? ? [ απασ
5574174 φοινικης
τῶνδε χαυνούμενον , καὶ τὴν συνήθη τοῖς αὐτοκράτορσι χλαμύδα ἐκ φοινικῆς ἐς κυανῆν μεταλλάξαι , εἰσποιούμενον ἄρα ἑαυτὸν τῷ Ποσειδῶνι
σιδήριον πριονῶδες ὠδοντωμένον ψήκτρα . τὸ δὲ πλεκόμενον ἐκ τῆς φοινικῆς ἀμπεχόνης κοῖλον καὶ διάκενον περιχείριον , ὃ καταστέλλει τὴν
5571428 κορυνης
γὰρ Περιφήτην τὸν Ἡφαίστου καὶ Ἀντικλείας , ὃς ἀπὸ τῆς κορύνης ἣν ἐφόρει κορυνήτης ἐπεκαλεῖτο , ἔκτεινεν ἐν Ἐπιδαύρῳ .
λέγ ? ' α ! ! ! ἐκ ? ? κορύνης ? ? [ οἴζομαι ? ? ? ? λαριμ
5570854 γενετηϲ
τινα τὴν διὰ τῆϲ χειρουργίαϲ αἱρεῖϲθαι βάϲανον . Πολλοῖϲ ἐκ γενετῆϲ ἡ βάλανοϲ οὐ τέτρηται , ἀλλ ' ὑπὸ τῷ
ἐμπλάϲϲουϲι χρηϲόμεθα . Περὶ μυωπίαϲ . μύωπεϲ λέγονται οἱ ἐκ γενετῆϲ τὰ μὲν ϲμικρὰ καὶ ϲύνεγγυϲ βλέποντεϲ , τὰ δὲ
5563162 πειρησατο
ἱερῆς ἐπεβήσετο νήσου : οἰόθι δ ' ἀντικρὺ μετιών , πειρήσατο μύθοις εἷο κασιγνήτης , ἀταλὸς πάις οἷα χαράδρης χειμερίης
μέγα τόξον Ὀδυσσεύς . δεξιτερῇ δ ' ἄρα χειρὶ λαβὼν πειρήσατο νευρῆς : ἡ δ ' ὑπὸ καλὸν ἄεισε ,
5556266 πεπρωμενης
συνεχῶς ἅπαντα τὸν αἰῶνα , τὸ ἐπιβάλλον ἑκάστοις ἐκ τῆς πεπρωμένης μερίζουσα , οἵ τε τὰς κοινὰς τῆς οἰκουμένης πράξεις
μεμορμένον καί τινας παραλόγους ἀνάγκας : εἰ γὰρ τὰ τῆς πεπρωμένης ἐν πᾶσι νικῴη , ἀφαιρεθείη δὲ τῶν ἀνθρώπων τὸ
5552696 κινησιος
καὶ ἀνυπερθέτω κυβερνώμενος . ἔχει δὲ καὶ τὰν ἀρχὰν τᾶς κινήσιός τε καὶ μεταβολᾶς ὁ κόσμος εἷς ἐὼν καὶ συνεχὴς
καὶ ἀνυπερθέτω κυβερνώμενος . ἔχει δὲ καὶ τὰν ἀρχὰν τᾶς κινήσιός τε καὶ μεταβολᾶς ὁ κόσμος εἷς ἐὼν καὶ συνεχὴς
5548263 ἐρχεαι
δύσμορε , φεύγεις . φεύγεις μακρόν , Ἄδωνι , καὶ ἔρχεαι εἰς Ἀχέροντα πὰρ στυγνὸν βασιλῆα καὶ ἄγριον : ἁ
ἀτρεκέως κατάλεξον : πῇ δὴ οὕτως ἐπὶ νῆας ἀπὸ στρατοῦ ἔρχεαι οἷος νύκτα δι ' ὀρφναίην , ὅτε θ '
5547550 γλεφαρων
: ἐκ δ ' ἄρ ' αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκˈρυα γηραλέων γλεφάρων , ἃν περὶ ψυχὰν ἐπεὶ γάθησεν , ἐξαίρετον γόνον
συναπτέον ἢ πρὸς τὸ κρατί , ἵν ' ᾖ τὸ γλεφάρων πρὸς τὸ κλαῖστρον . ὁ γὰρ ὕπνος ὥσπερ τι
5546614 ἀγαμεμνονος
ἡ ψῆφος εἰπὲ ὅτι φοβοῦμαι : . ἀναξιβίαν ? τοῦ ἀγαμέμνονος - ἀδελφὴν στρόφιος ἔγημεν : ἐξ ἦς ἔφυσε τὸν
, ἤγουν τὸ βαρύτατον ἐπιχείρημα ἄρασθαι καὶ τολμῆσαι κατὰ τοῦ ἀγαμέμνονος ; ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομένην , ἤγουν ἑτέρῳ ἀνδρὶ
5546134 Ἀντυλλου
ἐνθρόμβωϲιϲ ἐξ ἀνάγκηϲ γίγνεται . Περὶ ϲχήματοϲ διαιρέϲεωϲ ἐκ τῶν Ἀντύλλου . Ϲχήματα δὲ τρία διαιρέϲεωϲ : τὸ μὲν ἐπικάρϲιον
χρὴ διὰ τῆϲ τοπικῆϲ ἐγχαράξεωϲ . Περὶ βδελλῶν ἐκ τῶν Ἀντύλλου . Τὰϲ βδέλλαϲ λαβόνταϲ χρὴ φυλάττειν ἡμέραν μίαν ,
5537518 σκωπτομενος
τε ξυνιέναι ὀξύτερος ᾖ καὶ ἀμείνων μνημονεύς . Ὁ αὐτὸς σκωπτόμενος ὑπό τινος ὅτι διὰ σμικρολογίας τοῦτο ποιεῖ εἶπεν :
νόμοις τῆς πατρίδος . Βίας ἔν τινι πότῳ σιωπῶν καὶ σκωπτόμενος εἰς ἀβελτερίαν ὑπό τινος ἀδολέσχου : Καί τίς ἂν
5536033 προϲαγωγηϲ
ὀφθαλμοὺϲ καὶ γάλα χλιαρὸν ἐγχυματίζονταϲ , ἀπεχομένουϲ δὲ παντὸϲ κολλυρίου προϲαγωγῆϲ . τροφὰϲ δὲ διδόναι πολυτρόφουϲ καὶ εὐχυμοτάταϲ καὶ οἶνον
κοιλίαν ἐγχυματίζειν τῷ Νείλου διαρρόδῳ ὑδαρεϲτέρῳ μεταξὺ τῆϲ τοῦ κολλυρίου προϲαγωγῆϲ καὶ ἐγχυματίζονταϲ γάλακτι . κατὰ βραχὺ δέ , διαβαινουϲῶν

Back