Μέμνηται δὲ οὐδεὶς πώποτε ψῆφον ὑπὲρ ἀναθήματος παρ ' ἡμῖν ἀναδοθεῖσαν οὐδὲ κωλυθέντα τινὰ θύειν ἢ ἀνατιθέναι . καὶ διὰ
σπουδῆς τῶν ἀνθρώπων οὐκ ἐκ γῆς , ὡς ἔθος , ἀναδοθεῖσαν , ἀπ ' οὐρανοῦ δέ , τεράστιον ἔργον ,
4907518 ἀπεραντον
ποικιλίαν : ἀπέραντον μὲν γάρ τι πλῆθος εἶναι καρπῶν , ἀπέραντον δὲ ῥιζῶν , ὧι χρῆται τὸ ἀνθρώπινον γένος :
Βόλβη τὴν ἀπόπυριν Ὀλύνθῳ , καὶ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον ἀπέραντον πλῆθος ἰχθύων ἐκ τῆς λίμνης εἰς τὸν Ὀλυνθιακὸν ἀναβαίνειν
4840810 εὐθυωριαν
ἁρμονίαν ἔχῃ καὶ τὸ πᾶν φέρηται συμφώνους φοράς , τὴν εὐθυωρίαν σχίσας εἰς δύο κύκλους κατέκαμψε καὶ διελὼν ἐκ τοῦ
ἐκτὸς ἐνεργεῖν , οὐ κύκλῳ πρὸς ἑαυτό , κατ ' εὐθυωρίαν δὲ ἀτεχνῶς : τοῦτο γὰρ ἦν τὸ τῆς ζωῆς
4822985 ἐπηκοον
ἀτελεῖς εἰώθασι ποιεῖσθαι , γέρας αὐτοῖς παρέχοντος τοῦ πατρὸς τὸ ἐπήκοον ἐν εὐχαῖς , τρίτῳ δὲ δι ' ὃ μάλιστα
, καί οἱ κατά τινα οὐκ ἀγαθὸν δαίμονα ἐσῆλθεν ἐς ἐπήκοον τῶν ἐφόρων εἰπεῖν ὡς οὐχ αὑτοῦ νομίζοι Λεωτυχίδην .
4746994 ἐμελλησα
: οἷον : μικροῦ μὲν οὖν καὶ πρὸς τὴν ἀπολογίαν ἐμέλλησα , τὰ πρόσθεν ὑπὲρ τῶν πολιτῶν ἐξειργασμένα μοι διαλῦσαι
δὲ σὴν εἰς ἐμὲ γνώμην εἰδὼς κελεύει γράφειν καὶ οὐκ ἐμέλλησα . σὸν τοίνυν ἂν εἴη τοὐμὸν ζηλῶσαι τάχος καὶ
4745496 ἐγρηγορος
οὐ κινεῖται ὑπὸ τῶν εἰδώλων ὡς αἰσθανόμενον καὶ τρόπον τινὰ ἐγρηγορός , ἀλλ ' ὡς ἀναίσθητον , καὶ τοσαύτη τοῦ
, φασί , κίνησις ἐνδέχηται παντὶ ζῴῳ , οὐκ ἔστιν ἐγρηγορός τι , ἵνα καὶ κινῆται . ὥστε οὐ καλῶς
4722628 τοὐσχατον
τῶν πραγμάτων τέμνειν ἄνωθεν ἀρξάμενον μέχρι τῶν λεπτοτάτων , εἰς τοὔσχατον δὲ αὐτὸ μηκέτι γίνεσθαι μηδὲ ἔχειν διαιρετὰ τὰ μέρη
' ἐκεῖνο ὁρᾶν ὅτι ὥσπερ ἐκ τῆς μεγίστης εὐτυχίας εἰς τοὔσχατον ἦλθεν , οὕτως οὐδὲν ἀπεικὸς καὶ οὕτως πεπραγυῖαν ἀναστῆναι
4669843 συρρεον
βουλόμεθα : καὶ γὰρ ἐμψῦξαι καὶ τονῶσαι καὶ ἀποκροῦσαι τὸ συρρέον ἐν τῷ στομάχῳ ἐπισχεῖν τε τὴν κάτω γαστέρα καὶ
ἀναγκαῖον προσέχοντας τὸν νοῦν φυλάττειν ὅπως ὅτι καθαρώτατον ἔσται τὸ συρρέον ὕδωρ , τὰ μὲν ἐξαντλοῦντας , τὰ δ '
4623529 ἐκχεαι
εἰς ὑδρεῖαν ἔδωκε τῷ Λάρκᾳ καὶ ἐκέλευσε φέροντα τὸ ὕδωρ ἐκχέαι εἰς τὸν κρατῆρα ὅθεν τῷ Φαλάνθῳ ᾠνοχοεῖτο . καὶ
ὁ πατὴρ δὲ ὑπὸ ἰδιωτείας ἐκέλευεν ἰᾶσθαι καὶ τὸ ὅμοιον ἐκχέαι φάρμακον : οἴεται γὰρ ἓν εἶναι μανίας εἶδος καὶ
4598536 λαμπηδονα
καὶ περιφερόμενα . ἐπεὶ οὖν καὶ τῶν ζῴων τινὰ φύσει λαμπηδόνα ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἔχει καὶ φῶς λεπτομερές τε καὶ
: καὶ ὁ Ὅμηρος μὴ ἐνεγκὼν τὴν θέαν καὶ τὴν λαμπηδόνα τῶν ὅπλων ἐτυφλώθη . Οἳ δὲ ὅτι , ἐπειδὴ
4579201 καταραν
ὑμῶν , ὅτι ἀδίκως πάντα κέκτησθε : καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε . καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις
ἐπιστομηθεὶς παρὰ τῆς Πενίας , καὶ μὴ δυνάμενος ἀντιλέγειν εἰς κατάραν τὸν λόγον ἔτρεψε . . τοῦτο παίζων ὁ Χρεμύλος
4548699 ἀφορητα
εἰς τὸ θανεῖν . θ βαρέα ] χαλεπὰ μὲν καὶ ἀφόρητα θέλεις εἰπεῖν : ὅμως δ ' οὖν εἰπέ .
ἐπάθομεν . παράμουσος ] ἐκτὸς τοῦ καθήκοντος . ἄφερτα ] ἀφόρητα . ἔμμοτον ] ἔνουλον ἢ βαθύτατον . ἔριν ]
4509587 φλογα
. τελευταῖον διά τινος μηχανῆς πῦρ μετά τινος ἐνθουσιασμοῦ καὶ φλόγα διὰ τοῦ στόματος ἠφίει , καὶ οὕτω τὰ μέλλοντα
δοκεῖν ἐρυθρὸν εἶναι : καὶ τὴν ἀπὸ τῶν χλωρῶν ξύλων φλόγα πεφοινιγμένην διὰ τὸ πολὺν αὐτῇ καταμεμῖχθαι καπνόν . κατὰ
4428796 ἐπισπασασθαι
μὲν γὰρ καὶ ἡ θάλαττα ἱκανὴ προκαλέσασθαι καὶ εἰς ἐπιθυμίαν ἐπισπάσασθαι ἐν γαλήνῃ φανεῖσα , ἴστε , κἂν μὴ εἴπω
: εὐμαρῶς παρὰ γινομένων ὥστε μὴ κονίσασθαι : τοῦτέστι κόνιν ἐπισπάσασθαι : τῆς γὰρ παλαίουσιν ἐκ τῆς βίας ἱδρῶτα γίνεσθαι
4426442 ἀλεαν
ὁ ἐργάτης ἀμύνηται τὰς ἐκ τοῦ ὑε - τοῦ προσβολὰς ἀλέαν ἔχων καὶ τὴν ἀπ ' ἐκείνου ψῦξιν διαφεύγων .
ἀλδήσκω . ἀλεωρὴ , ἡ φυλακή : παρὰ τὸ τὴν ἀλέαν : ὃ σημαίνει τὴν θερμασίαν καὶ τὸ ὠρεῖν ὁ
4409815 καθελκεσθαι
βαπτίζεσθαι , ἀνατρέπεσθαι , περιτρέπεσθαι , ὀκεῖλαι , ἐξοκεῖλαι , καθέλκεσθαι , κατασπᾶσθαι , ναυαγεῖν , περιρρῆξαί που τὴν ναῦν
δὲ νῆες ὑπαλείφονται , ἐπειδὰν μέλλωσι καθέλκεσθαι . τὸ δὲ καθέλκεσθαι λέγεται κατ ' ἐναντίον τοῦ νεωλκεῖσθαι . ἀξιοπενθής :
4364169 τοὐπισω
ποιέεσθαι , ὥσπερ καὶ πρόσθεν γέγραπται . Ἢν δὲ ἐς τοὐπίσω βραχίων ἐκπέσῃ , οἱ τοιοῦτοι ἐκτανύειν οὐ δύνανται .
πολεμικά . . ἐκτρέποντες ] ἀπορρίπτοντες , ἀποβάλλοντες , εἰς τοὐπίσω τρέποντες . . ἐκτοπίζοντες , ἀποφέροντες . . γᾶς
4357576 διχοστασιαν
Δελφῶν ἀποχώρησιν καὶ σκεδασθέντας ἄλλους ἐπ ' ἄλλα μέρη κατὰ διχοστασίαν . ἀλλ ' , ὥσπερ ἐκεῖνός τε εἴρηκε καὶ
, Γάϊος Ῥαβολήιος , ἀνὴρ οὐκ ἄφρων , τήν τε διχοστασίαν τῶν ὑπάτων ὑπέσχετο παύσειν οὐκ εἰς μακράν , καὶ
4352994 ἀλλοθροους
ἁλιέες , οἵ ῥά τε νηῶν πομπῆες γίνονται . ” ἀλλοθρόους βαρβάρους : “ εἰς ἀλλοθρόους ἀνθρώπους , ἐς Τεμέσην
νηῶν πομπῆες γίνονται . ” ἀλλοθρόους βαρβάρους : “ εἰς ἀλλοθρόους ἀνθρώπους , ἐς Τεμέσην μετὰ χαλκόν . ” ἁλέντες
4342331 πειρασμων
τὴν ἔνδον τῆς καρδίας διάθεσιν , ὡς ἅπασα καταπίμπραται τῶν πειρασμῶν ταῖς φλογώσεσιν . ὡς γὰρ βιαίως οὕτως ἐξ ἀλλήλων
ἡλιακὰς ἀκτῖνας τοῦ κατὰ φύσιν παρατραπείσας καὶ τῷ καύσωνι τῶν πειρασμῶν συνεκταθεῖσαν καὶ τοῦ καιροῦ τὴν ἐπίτασιν , ὡς ἐν
4320661 ἀπροοπτον
τηνικαῦτα ἐπέλθῃ αὐτοῖς ὁ θάνατος , ἐγὼ δὲ αὐτὸν ποιήσας ἀπρόοπτον καὶ ἐλπίδας αὐτοῖς ἐνθεὶς τοῦ ζῆν , καὶ μὴ
, μὴ τηνικαῦτα ὑπέλθοι αὐτοῖς : ἐγὼ δὲ αὐτὸν ποιήσας ἀπρόοπτον , καὶ ἐλπίδας αὐτοῖς ἐνθεὶς τοῦ ζῆν , καὶ
4313213 Ἁιδην
. ὅτι σοφιστὴν καλεῖ Πλάτων καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἅιδην καὶ τὸν Δία , καὶ παγκάλην λέγει εἶναι τὴν
δ ' ὑγρὰν οὐσίαν Ποσειδῶνι προσέθηκε , τρίτον δ ' Ἅιδην τὸν ἀφώτιστον ἀέρα δηλοῖ , κοινὸν δὲ πάντων καὶ
4291268 σκοτον
? ? : ἐὰν μὲν ἐν ἰλίῳ ἔσται τὸ ὑπὸ σκότον καλυφθέντες τῷ πλήθει τῶν βελῶν ἐφεύγομεν : ἐὰν δὲ
μικρῶς τοῖς πολλοῖς . ὃ δέ φησιν Ἀριστοφάνης περὶ Αἰσχύλου σκότον εἶναι τεθνηκότος , τοῦτ ' ἄξιον καὶ περὶ τούτου
4281777 παυσιν
τῆς τῶν ὀδόντων . μεθιᾶσιν : ἐνδίδουσιν , ἐνδιδόασι , παῦσιν ποιοῦσιν . μεθιέντες : ἐνδιδόντες . ὁμῶς : ὁμοίως
. οὗτος γὰρ πάντα γεννᾷ καὶ πάντ ' ἀναλίσκει . παῦσιν καὶ ἀφανισμόν . τούτων . τύχη . ἀγαθῶν .
4263305 ἀνελπιστον
, ἀλλὰ καὶ πάσης . τοῦτο δ ' οὐ παντάπασιν ἀνέλπιστον ἦν αὐτῷ , διὰ πλῆθος τῶν ἤδη δεδουλωμένων ἐθνῶν
τὰ γινόμενα ὑπ ' αὐτῶν ἦν ἐκ πολυχρονίου δουλείας εἰς ἀνέλπιστον ἀφιγμένοις ἐλευθερίαν , εὑρέθησαν δέ τινες ἐξ αὐτῶν ὅμως
4250153 προὐπτον
τις ὑμῶν αἰτιάσασθαί με , ὅτι προβαλὼν τοὺς ἄλλους εἰς προὖπτον ὄλεθρον , αὐτὸς ἔξω τοῦ κινδύνου τὸ σῶμα εἶχον
Εἰς ἠκονημένας μαχαίρας ἡ αἴξ . Ἐπὶ τῶν εἰς κίνδυνον προὖπτον ἡκόντων . Εἰς μελίττας ἐκώμασας : παροιμία ἐπὶ τῶν
4247495 φοιτησειν
, ὥσπερ πρὸς Ἱππόμαχον τὸν παιδοτρίβην μνᾶν δοὺς οἴει ἀεὶ φοιτήσειν ; τῶν δὲ πινόντων παρ ' αὐτῇ βαλλομένων εἰς
: τὴν εἰς τὸ δωμάτιον εἴσοδον , δι ' ἧς φοιτήσειν ἔμελλεν ὡς αὐτόν , ἐκέλευσε στορεσθῆναι σανίσιν , ἵνα
4225554 φως
τρῆμα τῆς κόρης , δι ' οὗ τὸ ὀπτικὸν ἔξεισι φῶς : συμβάλλεται δὲ καὶ ἄλλως περιθάλπων τὸ κρυσταλοειδὲς ὑγρόν
ἐπακτὸν ἄταν . ἐγὼ δ ' οὔτι σοι πυρὸς ἀνῆψα φῶς νόμιμον [ ἐν γάμοις ] ὡς πρέπει ματέρι μακαρίαι
4221506 ἀνταυγειαν
ὀφθαλμοὺς ἐτυφλώθη - σαν διά τε τὸ ψῦχος καὶ τὴν ἀνταύγειαν τῆς χιόνος . καὶ τελείως ἂν ἅπαντες διεφθάρησαν ,
ἥλιον , δεχόμενον μὲν τοῦ ἐν τῶι κόσμωι πυρὸς τὴν ἀνταύγειαν , διηθοῦντα δὲ πρὸς ἡμᾶς τό τε φῶς καὶ
4214174 Ἐκελευσεν
ἐχώρουν κατὰ τῆς παρατάξεως , ἀλλ ' ἵσταντο πόρρωθεν . Ἐκέλευσεν οὖν ἐκεῖνος ἀπιέναι τὸ ὁπλιτικὸν καὶ στρατοπεδεύειν : αὐτὸς
Τὸν δὲ Ἴφικλον διὰ τὸ δέος μηκέτι παῖδας ποιῆσαι . Ἐκέλευσεν οὖν ὁ αἰγυπιὸς τὴν μάχαιραν τὴν ἐν τῷ ἀχέρδῳ
4210520 Τἀναντια
, εὐιητοτέρη ἐστίν : ἢν δὲ παραμηκέως , δυσιητοτέρη . Τἀναντία δὲ τούτοισίν ἐστιν , ἢ ὡς ἄν τις οἴοιτο
Καὶ πῶς ; Ἀλλ ' εἰς τοὐναντίον ; Ναί . Τἀναντία ἄρα τούτοις εἰς τοὐναντίον ; Τοὐναντίον . Τί οὖν
4210043 ἐπικυπτοντες
πτοουμένη . . : εἴδωλον Ἄργου : Ὥσπερ οἱ λυσσόδηκτοι ἐπικύπτοντες ὕδατι ἐοίκασι βλέπειν τὴν σκιὰν τοῦ δήξαντος κυνός ,
ἀρτοπώλισι καὶ ὀπωροκαπήλοις ἔθος ἀναστρέφεσθαι . ἐνταυθὶ γὰρ εἰς τοὔδαφος ἐπικύπτοντες ὁ μὲν φλοιοὺς θέρμων ἀνῃρεῖτο , ὁ δὲ τὰ
4202481 ἐπεμβασιν
, ἤτοι ὅπου ἔκειτο κατὰ γένεσιν ἢ ὅπου κατὰ τὴν ἐπέμβασιν , περὶ ἐκεῖνα ἐροῦμεν τὰ ἀποτελέσματα . καὶ οἱ
ζῳδίῳ ἢ χρηματιστικῷ ἢ ἀποστρόφῳ , τούς τε κατ ' ἐπέμβασιν ἀστέρας , πῶς πρὸς τὴν ἡμέραν ἢ τὸν κύριον
4199126 ὀναρ
περὶ τῶν σωθέντων προνοίᾳ θεῶν . Καὶ κοινώσαντες ἀλλήλοις τὸ ὄναρ καὶ θύσαντες τῷ τὰ πτερὰ ἔχοντι παιδίῳ παρὰ ταῖς
τυφλὸς ἦν . ] νοσοῦσι δὲ θάνατον πάντοτε προαγορεύει τὸ ὄναρ τοῦτο διὰ τὸ τοῦ φωτὸς ἀπεστερῆσθαι . οἶδα δέ
4195762 ἀναπτηναι
καὶ οἰκοδόμων τοῖς παισὶ μετὰ χεῖρας δοὺς ἐργαλεῖα , ἐκέλευσεν ἀναπτῆναι . οἳ δὲ πρὸς ὕψος γενόμενοι ” δότε ἡμῖν
τραχήλῳ ταθέντα ἀνασπάσει τὸν βρόχον , εἶτα αἰσθομένη τοῦ δόλου ἀναπτῆναι μὲν πειράσεται πολλάκις , πρὸς δὲ τὸ ἄχθος τοῦ
4189832 ἐμπεπτωκεναι
καὶ ἡδέως διατεθεῖσθαι ἐκ τῶν συλῶν διὰ τὸ τοὺς κακοποιοὺς ἐμπεπτωκέναι . Ἄλλη . Ἥλιος Κρόνος Ἑρμῆς Τοξότῃ , Σελήνη
μοίρᾳ κεʹ . ἀνοικοδεσπότητος ἡ γένεσις διὰ τὸ ὑπὸ δύσιν ἐμπεπτωκέναι Ἀφροδίτην τὴν κυρίαν τῶν ὁρίων τῆς Σελήνης : ἀφέτης
4185734 παρακομισαι
ταῦτα Διονύσιος μὲν καὶ Λεπτίνης μετὰ μακρῶν νεῶν ἀγορὰν βουλόμενοι παρακομίσαι , οἱ Συρακόσιοι καθ ' αὑτούς τε γενόμενοι καὶ
. . . : νομίσας πάντα ἐν δευτέρῳ εἶναι τοῦ παρακομίσαι τὰς ναῦς , ὑπὲρ τοῦ θαλαττοκρατεῖν τὴν Καῦνον :
4153746 τοκετον
τὸ τρῶσαι καὶ ἐκτρῶσαι , ὃ δηλοῖ τὸ διακόψαι τὸν τοκετόν . . . , : τηλία : ἡ περιφέρεια
ἕως ἐαρινῆς ἰσημερίας , ὥστε γίνεσθαι κατὰ τὸ θέρος τὸν τοκετόν : κυοφορεῖ γὰρ τὸ ζῶον τετράμηνον . ἡνίκα δὲ
4153119 εἱρκτην
τοῦτο ἡ Ἀριάδνη , προεισπέμπει ξίφος τῷ Θησεῖ εἰς τὴν εἱρκτὴν , δι ' οὗ ἀναιρεῖ τὸν Μινώταυρον . Οὐκ
Παυσανίαν τὸν Κλεομβρότου τὸν νικήσαντα Πλαταιᾶσιν ἐβούλοντο μὲν εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐμβαλεῖν , καταφυγόντα δὲ εἰς τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἱερὸν
4146205 ἀπολωλος
Ζυγῷ ἢ ἐν τῷ μεσουρανήματι , τίμιον οὐκ ἔσται τὸ ἀπολωλὸς ἀλλὰ παλαιὸν ἢ ῥυπαρόν , τοῦ δὲ Κρόνου ὄντος
Ζυγῷ ἢ ἐν τῷ μεσουρανήματι , τίμιον οὐκ ἔσται τὸ ἀπολωλὸς ἀλλὰ παλαιὸν ἢ ῥυπαρόν , τοῦ δὲ Κρόνου ὄντος
4144492 ἐμψυξαι
χολώδης εἴη ὁ περιεχόμενος χυμὸς , πρόσφερέ τι τῶν δυναμένων ἐμψῦξαί τε καὶ ὑγρᾶναι , ὥσπερ καὶ , εἰ φλεγματώδης
ἐπιμιξίαν ἢ πράσου ἢ ἁλῶν πλειόνων : ἐκτὸς γὰρ ἁλῶν ἐμψῦξαί τε τὸ θερμὸν καὶ ἀπορρῖψαι τὸ χολῶδες , εἴπερ
4143281 καταβησομαι
Τὴν τοῦ Γανυμήδους ἀμβροσίαν σιτήσεται . Πῶς δῆτ ' ἐγὼ καταβήσομαι ; Θάρρει , καλῶς : τῃδὶ παρ ' αὐτὴν
γενέσεως ἔρχηται , ὀρθότατα ἐρεῖ : ” ἐγὼ μετὰ σοῦ καταβήσομαι ” : σοὶ γὰρ ἡ τόπων ἐνάλλαξις ἁρμόζει :
4137085 πυρ
γε τοῦτο καὶ ὕδατι : εἰ δὲ μή , τὸ πῦρ τό γε τῆς φλογὸς καὶ τοῦ ἄνθρακος ἐν ὑποκειμένῳ
θείου παρεχομένη τύφεται μὲν καὶ παρ ' ἑαυτῆς φύσει , πῦρ δ ' οὔπω ἐκδίδωσιν , εἰ δὲ σηραγγώδης τύχοι
4133522 ἀποσεισαμενος
χάζω τὸ ὑποχωρῶ , ἤτοι ἀφείς , καταλείψας ) , ἀποσεισάμενος . τὸ σχάζειν κυρίως ἐπὶ τῶν κωπηλατούντων λέγεται ,
ὦ Κρόνου καὶ Ῥέας υἱέ , τὸν βαθὺν τοῦτον ὕπνον ἀποσεισάμενος καὶ νήδυμονὑπὲρ τὸν Ἐπιμενίδην γὰρ κεκοίμησαικαὶ ἀναρριπίσας τὸν κεραυνὸν
4132640 οὐρανον
. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται πιτνάντες θοὰν κλίμακ ' οὐρανὸν ἐς αἰπύν * * * ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ
' ὅλης γὰρ τῆς νυκτὸς προηγεῖτο λαμπὰς καιομένη κατὰ τὸν οὐρανὸν μέχρι οὗ συνέβη τὸν στόλον εἰς τὴν Ἰταλίαν καταπλεῦσαι
4127725 ἐξωλειας
, ἐὰν πυρέξῃ , φαγὼν πίθηκον ὑγιαίνει . Ἄνθρωπον ἀπὸ ἐξωλείας τῆς πρώην ὕστερον σωφρονισθέντα βουλόμενοι δηλῶσαι , ταῦρον ζωγραφοῦσι
αἴτιος , καὶ αἱ προρρήσεις μεγάλαι καὶ ἀραὶ κατά τε ἐξωλείας , καὶ ὁ θεὸς αὐτὸς ἐπόπτης τῶν τοιούτων καὶ
4116461 νικωμενον
ἴσον βαδίζει τὸν ἐνιαύσιον κύκλον , κοὐδέτερον αὐτῶν φθόνον ἔχει νικώμενον . εἶθ ' ἥλιος μὲν νύξ τε δουλεύει μέτροις
τοῦ Τυφῶνος . νικώμενον ] + πάντοτε γὰρ νικᾷ . νικώμενον ] νικηθέντα . Ξ τοιάδε μέντοι : ἤτοι τοιαύτη
4114816 ἐπεστρεφετο
οὐδ ' ὅσσον ὀπίζετο : οὐδὲ ἐλάχιστον τοῦ Διὸς αὐτοῦ ἐπεστρέφετο , τὰ θεῖα ἐνθυμήματα πᾶσιν ἐμφαίνων . λέγων γὰρ
καταπίπτοντι πληγεὶς ἠγριώθη τε καὶ ἐκβοήσας μέγιστον ἐς τοὺς φίλους ἐπεστρέφετο καὶ ἀνῄρει τὸν ἐν ποσίν , οὐ διακρίνων ἔτι
4110167 οἰχομενον
τὴν τελευτὴν παντὸς χρήματος ὁρᾶν ἐκέλευε . Μετὰ δὲ Σόλωνα οἰχόμενον ἔλαβε ἐκ θεοῦ νέμεσις μεγάλη Κροῖσον , ὡς εἰκάσαι
: καλῶς δὲ ἐποίησας ἀφελὼν τῆς λύπης , ἣ τὸν οἰχόμενον οὐκ ὠφελοῦσα τὸν ζῶντα ἔκοπτεν . ἰατρὸν μὲν οὖν
4106662 ἐμβασιν
θερμοῦ : ὑπαλείφειν μέντοι δεῖ ἱκανῶς καὶ ἀνατρίβειν μετὰ τὴν ἔμβασιν αὐτούς : καθόλου δὲ , ὡς πρὸς σπασμὸν ,
. εἶδες δ ' ἂν ἢ πλεύρ ' ἢ δίχηλον ἔμβασιν ῥιπτόμεν ' ἄνω τε καὶ κάτω : κρεμαστὰ δὲ
4102407 Κεβαλινον
τὴν ταχίστην ἀπαγγεῖλαι τῷ βασιλεῖ . ὁ δὲ τὸν μὲν Κεβαλῖνον εἰς τὴν ὁπλοθήκην εἰσαγαγὼν ἀπέκρυψεν , αὐτὸς δὲ τῷ
βασιλεῖ μεταξὺ λουομένῳ προσελθὼν ἀπήγγειλε τὰ ῥηθέντα καὶ διότι τὸν Κεβαλῖνον παρ ' ἑαυτῷ φυλάττει . ὁ δὲ βασιλεὺς καταπλαγεὶς
4097308 ἐμετον
διὰ τῶν αὐτῶν ὑποστροφαὶ , περὶ κρίσιν ἐμετώδεες , μελάνων ἔμετον ποιέουσιν : γίνονται δὲ καὶ τρομώδεες . Τὰ ἐν
τὴν δύναμιν . εἰ δὲ διακαίοιντο τὴν γαστέρα μετὰ τὸν ἔμετον , ὑδροροδίνῳ ποτίσας αὖθις ἐμεῖν κέλευε . δίδου δὲ
4095455 λωβαται
δεδεμένην φυλάττων , τά τε ἄλλα ὁπόσα δεσπότης χρώμενος δούλῳ λωβᾶται . Ταῦτ ' εἰπὼν καὶ πολὺν θρῆνον ἅμα τοῖς
λωβησάμενος αὐτομολήσειε ἐς αὐτούς . Ἐνθαῦτα ἐν ἐλαφρῷ ποιησάμενος ἑωυτὸν λωβᾶται λώβην ἀνήκεστον : ἀποταμὼν γὰρ ἑωυτοῦ τὴν ῥῖνα καὶ
4091434 καπνον
ὀρόβων ξήριον μετὰ μέλιτοϲ . Ἄλλο . χολὴν χοίρου ὑπὲρ καπνὸν ξηράναϲ λείου καὶ ἐπιτίθει τῷ ἡλκωμένῳ αἰγίλωπι . Ἄλλο
καὶ Δημοσθένην μετὰ τὴν ὁδὸν τὸ Θηβαίων ὄρος ἐδέχετο , καπνὸν ἀπὸ τῆς πόλεως ἐταραττόμην θεώμενος . εἶτα αὔξησον ὡς
4072790 σκοτος
: τὸ δὲ ὄνομα τῷ χωρίῳ Σκοτίταν [ τὸ δὲ σκότος ] οὐ τὸ συνεχὲς τῶν δένδρων ἐποίησεν , ἀλλὰ
ἀπλανὲς κύκλευμα , ἡλίου φῶς , ἡμέρα , ἄστρα , σκότος , νύξ , γῆ , ἀήρ , ὕδωρ .
4063451 παρευθυ
αὐτὸς ὅρμημα ποιησάμενος γηθόσυνος ἐφήλατο τῷ θηρίῳ : κἂν τύχῃ παρευθὺ τοῦ θηράματος , ὄνυξι μὲν ἐδαμᾶτο πρότερον , ἔπειτα
καὶ ἁγιάσῃ αὐτὸ καὶ ἀλείψῃ ἀπ ' αὐτὸ ἀσθενῆ ἀγρυπνοῦντα παρευθὺ τῆς νόσου ἀπαλλαγήσεται . ὥρα ηʹ * ἐν ᾗ
4062821 σπινθηριζειν
: ἀχρεῖος γὰρ ὅλως ὁ ἄνθραξ διὰ τὸ πηδᾶν καὶ σπινθηρίζειν πλὴν τοῖς χαλκεῦσι . τούτοις δὲ χρησιμώτερος τῶν ἄλλων
τὴν εἰς τὰ νέφη τοῦ ἡλίου ἔμπτωσιν ὡς βέλος πολλάκις σπινθηρίζειν . Ξενοφάνης τὰ τοιαῦτα νεφῶν πεπυρωμένων σύστημα ἢ κίνημα
4062524 βλεψας
ἐκ τοῦ οὐρανοῦ , λέγουσαν : Ἑρμᾶ , χαῖρε . βλέψας δὲ εἰς αὐτὴν λέγω αὐτῇ : Κυρία , τί
τὰ σίνη διὰ τομῶν καὶ καύσεων , τὴν δὲ Ἀφροδίτην βλέψας τούς τε θανάτους πυρεκτικοὺς ἀπεργάζεται καὶ πάθη τὰ δι
4061825 ἀναρροφει
συναίρεσιν ἀναδούμενος . . . . ἀναρροιβδεῖ : ἀντὶ τοῦ ἀναρροφεῖ εἰς τὸ ψιλὸν † δ , . . .
〛 Ἀναρροιβδεῖ : ἀναρροιβδεῖ † μέγαν ὕδωρ : ἀντὶ τοῦ ἀναρροφεῖ : ἔστι γὰρ ἀναρροφεῖ , πλεονασμῷ τοῦ ι ἀναρροιφεῖ
4061633 ἐξαψας
, ὅσαπερ θεατὰ καὶ ἀθέατα : τὸν γὰρ κόσμον ἅπαντα ἐξάψας ἑαυτοῦ καὶ ἀναρτήσας τὴν τοσαύτην ἡνιοχεῖ φύσιν . μηδεὶς
, ἐπηγγέλλετο διείρειν , καὶ Δαιδάλῳ δίδωσιν : ὁ δὲ ἐξάψας μύρμηκος λίνον , καὶ τρήσας τὸν κοχλίαν , εἴασε
4052872 ἀπιδων
θεῖον ἐν ἑαυτῷ ” ; συνεπαινούντων δὲ καὶ συνευφημούντων , ἀπιδὼν εἰς τὸν παρεστῶτα „ ἐγγὺς „ εἶπεν ” ἐστὶν
δὲ πᾶσιν ἀρέσκειν ἀλλ ' ἐνίοις , εἰς τὴν ἀγοραίων ἀπιδὼν ἀπληστίαν . οἱ γὰρ τοιοῦτοι πολλαπλασίως ἐπιζητοῦσιν εὖ παθεῖν
4052155 ἀναφερομενον
ἑκατέρωθεν χωλός : ἢ μᾶλλον , τὸ ἕτερον μέλος : ἀναφερόμενον γὰρ τὸ ἐν χρήσει πῦρ ὥσπερ ὑποχωλεύει , καὶ
ὀπτωμένου ἐγχρίουϲιν . οἱ δὲ ἕψοντεϲ τὸ ἧπαρ ὑπὲρ τὸν ἀναφερόμενον ἀτμὸν τὴν ἕξιν προϲάγοντεϲ πυριῶϲι τοὺϲ ὀφθαλμούϲ : βοηθεῖ
4043785 δεξαμενην
δῶρα κομίσαι τῇ νύμφῃ φαρμάκοις κεχριμένα , τὴν δὲ Γλαύκην δεξαμένην καὶ τῷ σώματι περιθεμένην αὐτήν τε συμφορᾷ περιπεσεῖν καὶ
. . . . στόμιον μαλεραῖς . . . ταν δεξαμένην ὅ τι κα διδῷ τις . ἃ Ζανὸς καλέοντι
4038586 κατατιθεμενος
ταύτην με καταλεῖψαι , εἰπεῖν δ ' ὅσα τὰς βίβλους κατατιθέμενος ἐξεῖπεν Ἑρμῆς . ἐξεῖπε γὰρ οὕτως : Ὦ ἱεραὶ
, παρὰ μὲν τῶν πολιτῶν οὐδὲν , ὥσπερ γέρας τοῦτο κατατιθέμενος καὶ τροφεῖα καταβάλλων τῇ πατρίδι , παρὰ δὲ τῶν
4034170 ἰσχυσε
τοῦ ἀδελφοῦ θύων . Κασάνδρῳ δὲ γενόμενος φίλος , μέγα ἴσχυσε . Καὶ κατ ' ἀρχὰς μὲν ἦν αὐτοῦ τὸ
, καὶ μηκέτι ἰσχύσαντος περαιτέρω ἀπελθεῖν , οὔτε γὰρ περάσαι ἴσχυσε τὸν Ὠκεανόν : τὰ γὰρ Γάδειρά ἐστιν ὥσπερ εἴσοδος
4033697 ὁμοφυλον
ἄνθρωπον τῶν λοιπῶν ζῴων πόρρωθεν ἡμᾶς πρὸς ἅπαν συνδέουσα τὸ ὁμόφυλον ἐκ τῶν ἐγγύθεν καὶ ἀφ ' ἑστίας καταβέβληται τὰ
καὶ ἀπέδοσαν καὶ εἰρήνην ἐποιήσαντο , ἡγούμενοι πρὸς μὲν τὸ ὁμόφυλον μέχρι νίκης δεῖν πολεμεῖν , καὶ μὴ δι '
4029289 ἀτερπες
δυσχερές , ὡς ἰατρικῆς , ἢ διὰ τὸ τοῖς πολλοῖς ἀτερπές , ὡς γεωμετρίας , ἠμελημένων κατ ' οὐδέτερον τούτων
καὶ γὰρ σκυτεὺς πῶς μὲν μανθάνει τις παρεῖναι καὶ παρακολουθεῖν ἀτερπές , τὸ δ ' ὑπόδημα χρήσιμον καὶ ἰδεῖν ἄλλως
4024998 ἀναπεφανται
κινεῖται ; τὸ δὲ ὂν ἡμῖν νῦν ἐκτὸς τούτων ἀμφοτέρων ἀναπέφανται . ἦ δυνατὸν οὖν τοῦτο ; Πάντων μὲν οὖν
ψευδῆ καὶ πολύτροπον ; Ναί . Νῦν οὖν αἰσθάνῃ ὅτι ἀναπέφανται ὁ αὐτὸς ὢν ψευδής τε καὶ ἀληθής , ὥστε
4021470 φαντασθηναι
φαντασίαν , ἥτις τῶν μερικῶν ἀντιλαμβάνεται : τὰ γὰρ καθόλου φαντασθῆναι τῶν ἀδυνάτων ἐστίν . ὥσπερ οὖν ἡ ψυχὴ μεταξύ
οὐκ ἀναπέμπονται τύποι ἐπὶ τὴν φαντασίαν , ἐν ᾗ ὤφειλον φαντασθῆναι , καὶ ἐντεῦθεν ἠρεμεῖ : καὶ ἰδοὺ κατὰ μὲν
4013995 ἰοντα
οἱ δῶκεν ἀπειρεσίην Ἀγελείη , φῦλα φυλασσέμεναι κρυερὴν ἐς δῆριν ἰόντα , ἢ δολιχὴν ἕρπων ἐς ἀταρπιτὸν εἴ μιν ἔχει
τώ τ ' ἐν ὄρεσσιν ἀνδρῶν ἠδὲ κυνῶν δέχαται κολοσυρτὸν ἰόντα , δοχμώ τ ' ἀΐσσοντε περὶ σφίσιν ἄγνυτον ὕλην
4009003 Ἀδυνατα
δ ' ἀμφότερα ἀδύνατα , εἴπερ μὴ ἔστιν ἕν . Ἀδύνατα . Ἐπειδὴ δὲ οὐκ ἔστι τοῖς ἄλλοις ἴσον ,
ῥᾷστα δὲ καὶ παρ ' ἐλπίδα τὰ πράγματα κατορθούντων . Ἀδύνατα θηρᾷς : ἐπὶ τοῦ ἐγχειροῦντος μείζοσιν ἢ καθ '
4008915 εὐχην
εἶναι φίλων : πυθομένου δέ τινος διὰ ποίαν αἰτίαν τοιαύτην εὐχὴν ποιεῖται , „ ὅτι „ , ἔφη , ”
τοῦ γένους , φιλοτιμησομένων πατρίδι , διαθησόντων ἀγῶνας . εἶτα εὐχὴν ἐπιθήσεις τοῖς εἰρημέ - νοις , αὐτὸς αἰτῶν αὐτοῖς
4000464 Ἀνθρωποις
' Αἰσχύλον , Ὄρνιθος ὄρνις πῶς ἂν ἁγνεύοι φαγών ; Ἀνθρώποις τε , ὡς ἔπος εἰπεῖν , ἀβλαβέστατός ἐστιν ,
Ἡ πρότασις ἐμφαίνει μεταμέλειαν , ἀνοίκειον πάθος θείας δυνάμεως . Ἀνθρώποις μὲν γὰρ ἀσθενεῖς αἱ γνῶμαι καὶ ἀβέβαιοι ὡς τὰ
3998516 ἀγρυπνως
ἀνάγκη ὀξύνεσθαι : ἀλλ ' ἡσυχῇ περιπατῆσαι ἄμεινον καὶ μεταξὺ ἀγρύπνως ἀναπαύεσθαι , διαχωρήσαντος δ ' ἄλλο πίνειν , καὶ
ἀνδρείως ἀνδρωδῶς ἀνδρικῶς , ἐθελουργῶς , ἐνεργῶς , ἑτοίμως , ἀγρύπνως , πεφροντισμένως , ἐγρηγορότως , ἀπροφασίστως , προθύμως .
3998295 βαραθρον
ἐκ πάσης με χώρας ἐκβαλεῖν ; Οὔκουν ὑπόλοιπόν σοι τὸ βάραθρον γίγνεται ; Ἀλλ ' ἥτις εἶ λέγειν ς '
ἀμπεχόνην , τρύφημα , παρυφές , ξυστίδα , χιτῶνα , βάραθρον , ἔγκυκλον , κομμώτριον , ἕτερα θ ' ὅς
3996306 ἠναγκαζετο
πλῆθος τῶν βαρβάρων , ἀλλ ' ἅπαν τὸ ἀντιτεταγμένον ὑπείκειν ἠναγκάζετο : ἡμιλλῶντο γὰρ πρὸς ἀλλήλους οἱ τῆς Ἑλλάδος ἡγούμενοι
ὅλη ἀφωμοιώθην . ” καὶ δὴ ἐν μιᾷ ἀνάγκης ἐπελθούσης ἠναγκάζετο ἡ ἡμίονος τοῦ τρέχειν . ὡς δὲ τοῦ δρόμου
3992934 εἰσεληλυθεναι
μείζονι σφύρᾳ καὶ εἰσώθει τοὺς σφῆνας : ὅταν δὲ ἱκανῶς εἰσεληλυθέναι σοι δοκῶσιν , ἐπιθεὶς ἐπὶ τὴν σύριγγα καὶ ἐνδήσας
θεοῦ τινα ἐπιφάνειαν ἡγουμένων τὸ πρᾶγμα καί τινα ἀγαθὸν δαίμονα εἰσεληλυθέναι αὐτοῖς εἰς τὴν οἰκίαν . παριόντα δὲ αἱ ἀρτοπώλιδες
3991494 ἐνεργες
καὶ παραλύσεις . ἔστι δέ , φησὶν Ἀσκληπιάδης , λίαν ἐνεργές . Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ
οἴνῳ ἢ ἧπαρ φρύνου λιμναίου δίδου φαγεῖν : ἔστι γὰρ ἐνεργές . Πίθον δὲ πυρώσας ἢ κλίβανον ἢ φοῦρνον ,
3988336 καταβας
κυβιστήσας ἕλκεται καὶ ὑπὸ τοῦ μολύβδου πρὸς τὸν βυθόν , καταβάς τε καὶ τὸ ἔλαιον ἀποπτύσας ὁρᾷ διὰ τοσαύτης αὐγῆς
ἀνδρῶν τε θεῶν τε Ἴδης ἐν κορυφῇσι καθέζετο πιδηέσσης οὐρανόθεν καταβάς : ἔχε δ ' ἀστεροπὴν μετὰ χερσίν . Ἶριν
3985183 ἀγρον
τοὺϲ νενυγμένουϲ . δύναιτο δ ' ἄν τιϲ κατ ' ἀγρὸν μηδενὸϲ εὐπορῶν πρόπολιν πρόϲφατον καὶ λιπαρὰν ἐντιθέναι κατὰ τοῦ
τῷ πατρί . Ἡμέρας δὲ γενομένης συνθέμενοι πάλιν εἰς τὸν ἀγρὸν ἤλαυνον : ἐδεήθησαν γὰρ τοῦτο Δάφνις καὶ Χλόη ,
3975059 ὀκνον
ἀπειροκάλως ἡμᾶς καὶ μειρακιωδῶς ὅπλοις ἐπιχειρεῖν . εἰ γὰρ λογισμὸς ὄκνον εἴωθε φέρειν , ἀνδρῶν ἐστιν ἀπείρων θρασύνεσθαι καὶ πολέμοις
κορήσεις τὰ ἀγγεῖα . τῆς τε γὰρ κόπρου τὸ δυσῶδες ὄκνον αὐταῖς προσφέρει , καὶ τὰ ἀράχνια ἐμποδίζει . εἰ
3971032 ὁρην
δυϲελπιϲτίη ἀπογνώϲει τοῦ βίου . τίϲ γὰρ οὕτωϲ εὐϲταθὴϲ ὡϲ ὁρῆν μὲν ἑωυτὸν ϲφαγῇ ἴκελον πεπονθότα , μὴ ὀρρωδέῃ δὲ
καὶ τὸ μήπω βλέπον κυνίδιον μεταξὺ ἦμεν τῶ τετυφλῶσθαι καὶ ὁρῆν . οὕτω δὲ λέγων κατὰ συμβεβηκὸς ἀποδώσει τὰν μεσότατα
3969498 ὑποστρεψαι
' ἐλθόντες λεξείδιά σου ἐξηγουμένου ἀκούσωσιν ; οὐ δεῖ αὐτοὺς ὑποστρέψαι ἀνεκτικούς , συνεργητικούς , ἀπαθεῖς , ἀταράχους , ἔχοντάς
ὑποθεῖναι τὸν ὦμον τὸν ἑωυτοῦ ὑπὸ τὴν μασχάλην ὀξὺν κἄπειτα ὑποστρέψαι , ὡς περιίζηται ἕδρῃ , οὕτως στοχασάμενον . ὅπως
3965562 τἀπιτηδεια
εἰς οἶκον , καὶ τὸν οἰκέτην ἀπέστειλεν ἀπαγγελοῦντα τῇ γυναικὶ τἀπιτήδεια παρασκευάζειν , ὡς ἄγοντος αὐτοῦ ξένους . Ἐλθὼν δ
, πονουμένων ἐκ νυκτὸς εἰς νύκτα , καὶ μόλις ποριζομένων τἀπιτήδεια , κατοδυρομένων τε αὑτῶν καὶ πᾶσαν ἀγρυπνίαν ἀναπιμπλάντων ὀλοφυρμοῦ
3960596 ἐπανερχεται
καὶ ταύτῃ μὲν τῶν λυπούντων ἢ ἐγχωρῇ καθαιρομένων ἡ αἴσθησις ἐπανέρχεται . Ὥσπερ δὲ τῷ πλήθει καὶ τῇ ποιότητι τῶν
διὰ ταχέων ἀποκρουσθείς , ἐπὶ τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα καὶ πόλιν ἐπανέρχεται , κἀκεῖ τὸν πάντα ἐβίω χρόνον , μακρὸν καὶ
3959905 σεισμον
μετοπωρίζοντος ἢ μετοπώρου ἐαρίζοντος : ἤδη δὲ καὶ κλόνον καὶ σεισμὸν γῆς ἐκ τῶν κατ ' οὐρανὸν κινήσεων στοχασμῷ προεσήμηνάν
τὰ ὄμματα τύχης φερόντων τὴν παραμυθίαν . κακὸν δὲ ἕτερον σεισμὸν ἐπενεγκὸν τῇ τέχνῃ , φυγὴ μὲν ἀπὸ τῆς τῶν
3956531 κρουομενον
ἀσθενείας τὸ σῶμα θορυβούμενον καὶ ῥέον τε αὐτὸ καὶ πληγαῖς κρουόμενον ταῖς ἔξω , πρῶτον αὐτὸ εἰς τὸ κοινὸν τοῦ
ἐφαρμόττει , ἐπεὶ καὶ μόνος ὄργανον θεοῦ ἐστιν ἠχεῖον , κρουόμενον καὶ πληττόμενον ἀοράτως ὑπ ' αὐτοῦ . πάντας γοῦν
3953784 κραταιον
ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας . ἀδύνατα δ ' ἔπος ἐκβαλεῖν κραταιὸν ἐν ἀγαθοῖς δόλιον ἀστόν : ὅμως μὰν σαίνων ποτὶ
βαστάζει ἐν τοῖς νώτοις ὑπείροχον καὶ μέγα βάρος , τὸν κραταιὸν οὐράνιόν τε κύκλον . βοᾷ δὲ καὶ στενάζει διὰ
3951346 χειριζομενον
θεραπεύοντα , ἀλλὰ καὶ τὸν ἰατρικῶς τὸν νοσοῦντα μετα - χειριζόμενον καὶ κατὰ τὸ τῆς τέχνης ἐνεργοῦντα ἐπάγγελμακαὶ γὰρ ἔστιν
ὅταν κελεύῃς . Οἱ δὲ περὶ τὸν ἀσθενέοντα τὸ μὲν χειριζόμενον παρεχόντων , ὡς ἂν δοκῇ : τὸ δὲ ἄλλο
3942844 βυθον
ἀγκυρῶν διεσάλευεν : ἀσθενέστερον δὲ ἔχων τὸ κῦμα διὰ τὸν βυθόν , εἰρεσίᾳ ὅμως καὶ πρὸς τόδε ἐνίστατο καρτερᾷ μὴ
οὐδὲ οὗτός ἐστιν . ὅτε γοῦν καθεύδει , ὠθεῖται ἐς βυθόν , ἕως ἂν ψαύσῃ τῆς κάτω γῆς . ὅταν
3938871 εὐφρονην
τάδε σὸν πόσιν Δαρεῖον , ὅνπερ φῂς ἰδεῖν κατ ' εὐφρόνην , ἐσθλά σοι πέμπειν τέκνῳ τε γῆς ἔνερθεν ἐς
ἀπεξεσμένον πρὸς τὸ στόμα τῶν ὑστερέων ἐῇν προσκεῖσθαι ἡμέρην καὶ εὐφρόνην : λουσαμένη δὲ καὶ ἀφαιρεομένη , διανιζέσθω ὕδατι εὐώδει
3938554 καθεις
τῷ μαγείρῳ σταυροῦ ἂν τιμήσαιτο , εἰ τὰ κρέα ἕψων καθεὶς τὸν δάκτυλον τοῦ ζωμοῦ τι περιελιχμήσατο ἢ ὀπτωμένων ἀποσπάσας
τὸ αἰδοῖον ἄκρον ἐπιτεμὼν συνέτρησεν εἰς τὸν οὐρητῆρα , καὶ καθεὶς ἀργυροῦν καυλίσκον ταύτῃ τὰ περιττώματα τῶν ὑγρῶν ἐξεκόμιζε ,
3933465 πυρος
. σῖτος : πᾶς ὁ σιτικὸς καρπός , οὐχ ὁ πυρὸς μόνον . καὶ αὐτὰ τὰ σιτία . Θουκυδίδης τετάρτῃ
' ἐπὶ πλεῖον κρατηθείη ἡ τοῦ ὕδατος δύναμις ὑπὸ τοῦ πυρὸς , ὀξυτέρην μὲν τοσούτῳ ἀνάγκη εἶναι τὴν ψυχὴν ὅσῳ
3927613 ἀρυσαμενος
λειμώνων , ὅσα χωρεῖν ἠδυνάμην . ἀπὸ τοιούτων οὖν πηγῶν ἀρυσάμενος πολλὴν ναμάτων φορὰν ἤδη πρὸς ἀκρόασιν θείων ὤδινες ἀκουσμάτων
οὗτος ; „ οἱ δὲ ἔφασαν ” Πανιώνιος . ” ἀρυσάμενος οὖν καὶ σπείσας , „ ὦ θεοί , „
3926723 δυνηθεντα
' ἄλλο μὲν οὐδέν , φόνου δὲ ἄγος ἐκνίψασθαι μὴ δυνηθέντα . ὡς γὰρ δὴ διέτριβε περὶ Ἑλλήσποντον ναυσὶ τῶν
τινα οἶδα ἄνθρωπον ἐς τὸ τέρμα αὐτῆς οὐδεμιᾷ μηχανῇ καθικέσθαι δυνηθέντα , ὅπου καὶ Νέρων σταδίων πολλῶν κάλους ποιησάμενος καὶ
3925233 ἀμβλυναι
πάλιν ὕδωρ θερμὸν καθαρὸν διδόναι , πρὸς τὸ τὴν δῆξιν ἀμβλῦναι : εἰ δὲ μηδὲν τῶν σιτίων ἄπεπτον ἐν τῇ
παροξύνουσα ; Δεινὴ μὲν γὰρ ἐπελαφρῦναι οἶκτον , δεινὴ δὲ ἀμβλῦναι ὀργήν , δεινὴ δὲ ἐπισχεῖν θυμόν , ἀγαθὴ ἐπιθυμίαν
3921477 πεσειν
περιρρηδὴς δὲ τραπέζῃ κάππεσεν . Ἀντίμαχος δὲ τὸ κατὰ κύκλον πεσεῖν οὕτω λέγει . νῦν δὲ ἀντὶ τοῦ ἐπενεχθεὶς εἰς
γαῖαν ξηρανθεῖσαν , ἐρᾶν δὲ σεμνὸν οὐρανὸν πληρούμενον ὄμβρου , πεσεῖν εἰς γαῖαν , Ἡράκλειτος δὲ λέγων τὸ ἀντίξουν συμφέρον
3916209 δυϲιατον
ϲύρεϲθαι κατὰ τῶν ὑποϲτρωμάτων . οὐ μόνον δὲ διὰ τὸ δυϲίατον χαλεπὰϲ ϲυμβέβηκεν εἶναι τὰϲ ἑλκώϲειϲ : πλατυνόμεναι γὰρ καὶ
ἐϲτὶν ἀποϲτηματώδηϲ μεταξὺ τοῦ μεγάλου κανθοῦ καὶ τῆϲ ῥινόϲ : δυϲίατον δὲ τὸ πάθοϲ διά τε τῶν ϲωμάτων τὴν λεπτότητα
3909788 ἑλισσομενην
δαΐδας : τοὶ δὲ τρείουσιν ἰδόντες ἔλλοπες , οὐδὲ μένουσιν ἑλισσομένην ἀμαρυγήν : ὣς καὶ θῆρες ἄνακτες ἐπιμύουσιν ὀπωπάς .
Νεῖλός σε . ἀντίστροφον ] τὴν ἐξ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν ἑλισσομένην , ὅ ἐστιν ἀμφιέλισσαν . βροτιοσα ροσαται ] ἡ
3909038 γελωντα
' αὐτός φησι καὶ Χειρίσοφον τὸν Διονυσίου κόλακα ἰδόντα Διονύσιον γελῶντα μετά τινων γνωρίμων συγγελᾶν . ἐπεὶ δ ' ὁ
τε γὰρ τοῖς ὕπνοισιν ἐοῦσιν , εὐθέως ἐπὴν γένωνται , γελῶντα φαίνεται τὰ παιδία καὶ κλαίοντα : ἐγρηγορότα τε αὐτόματα
3908561 σταζων
ἀκήκοεν , ἄλλοτε ἄλλην ἤλλαττε χρόαν κύπτων εἰς γῆν καὶ στάζων ἱδρῶτα καὶ δεινῇ κρατούμενος ἀφωνίᾳ . ἐνταῦθα μόνον ἄπορος
οὐ πόρρω τῆς κόρης ἐν ἡδείᾳ καὶ λιβανώδει πόᾳ κεῖται στάζων ἐς τὴν γῆν ἱδρῶτα καὶ τὸ δεῖγμα τῆς Γοργοῦς

Back