τῆς Τροίας εἰς τὴν πατρικὴν γῆν τυχόντας πρευμενοῦς , ἤτοι ἀλύπου , νόστου , ἀπὸ τοῦ πράου καὶ εὐμενοῦς :
ἐκ γὰρ τῶν δύο σύγκειται ἡ λέξις : ἀντὶ τοῦ ἀλύπου , ἀπὸ τοῦ πράου καὶ εὐμενοῦς : τὰς ἀγκύρας
7152021 πραου
σύγκειται ἡ λέξις : ἀντὶ τοῦ ἀλύπου , ἀπὸ τοῦ πράου καὶ εὐμενοῦς : τὰς ἀγκύρας : † δὸς δ
τῆς ψυχῆς ἡμᾶς ἀφαιρῶνταί τινες , ὧν ἐκεῖ κομιούμεθα τοῦ πράου καὶ φιλανθρώπου καὶ ἐπιεικοῦς βίου παρὰ τοῦ μεγάλου δικαστοῦ
5523381 κελευσεως
. ἀνηκουστεῖν ] τὸ δὲ ἀνηκουστεῖν τῆς τοῦ πατρὸς Διὸς κελεύσεως δυνατόν ἐστι πῶς ; ἐρώτησις ἔχουσα τὸ ἄλυτον ,
ἀναφορὰν ἔπεμψαν , δεόμενοι ὥστε παρασχεθῆναι αὐτοῖς ἀπὸ θείας αὐτοῦ κελεύσεως ἀγορασθῆναι τὰ Ὀλύμπια ἀπὸ τῶν Πισαίων τῆς Ἑλλάδος χώρας
5406421 συντριβης
τοῦ οἴκτου . . ὀλολυγμὸν ἱερὸν εὐμενῆ παιώνισον ] μετὰ συντριβῆς εὐχὴν ἐξιλαστικὴν ᾆσον . . Ἑλληνικὸν νόμισμα ] ἤτοι
. ὀλολυγμὸν ] ὕμνον . ὀλολυγμὸν ] μετὰ θρήνου καὶ συντριβῆς εὐχήν . θ ὀλολυγμὸν ] ἤτοι μετὰ θρήνου ὕμνον
5398258 εὐμενους
ἅπαξ ἐκτέκωσιν εὐθὺς οἱ καρποὶ μαλακοῦ τινος ἀέρος δέονται καὶ εὐμενοῦς εἰς τὴν ἐκτροφὴν καὶ μάλιστ ' ἐν ταῖς ἀρχαῖς
παραλαβὼν ὁ περὶ τὴν μοῦσαν ἄρχων αἱρεθεὶς ἐπιμελείσθω μετὰ τύχης εὐμενοῦς , ἡμεῖς δὲ ὀρχήσεώς τε πέρι καὶ ὅλης τῆς
5369038 μεταβλητικον
πρόοδον κτητικὴ διὰ τὴν τοῦ νοῦ ἐπιστροφήν τὸ κτητικόν χειρωτικόν μεταβλητικόν θηρευτικόν ἀγωνιστικόν ἀψύχων ζωοθηρικόν πεζοθηρικόν ὑγροθηρικόν◄ ►τὸ ὑγροθηρευτικόν ἔνυδρον
Τί δ ' οὐ μέλλω ; Καὶ τὸ κτητικῆς ἄρα μεταβλητικόν , ἀγοραστικόν , καπηλικὸν εἴτε αὐτοπωλικόν , ἀμφοτέρως ,
5306690 συντυχιας
κακῶν ἄριστα παιδευθεῖσα , ὄρνις εὔχεται εἶναι πρὸς τὸ μηδὲ συντυχίας ἢ θέας ἀπολαύειν ἀνθρώπων . τοῦτο γὰρ τὸ ζῷον
κακοπαθῇ μηδὲ νύκτα καὶ σκότος καὶ πραγμάτων ἀδήλων καὶ ἀτεκμάρτων συντυχίας ὀνειροπολῇ , περιαναστὰς δὲ ἐκ τοῦ βαθέος ὕπνου διατελῇ
5281591 μητροπατορος
μητρὸς ἐν τῇ κιβωτῷ ἐμβληθὲν εἰς τὴν θάλασσαν ὑπὸ τοῦ μητροπάτορος ἐσώσατε οἰκτείρασαι αὐτούς . Οἶδα ὃν λέγεις : εἰκὸς
αἰῶνα τυγχάνειν . Τοιαῦτα μὲν ὁ Ῥωμύλος ἐκ διδαχῆς τοῦ μητροπάτορος , ὥσπερ ἔφην , ἀπομνημονεύσας ἐν τοῖς πλήθεσιν ἔλεξεν
5276628 τοκου
μυρίνης : μυρίκης . Λάχνη : δασυτάτη . Γενεῆς : τόκου . Ἥμεναι : καθήμεναι . Αὐτοῦ : ἐκεῖ .
τῶν γονέων αὐτοὺς ὡραΐσαι , οὕτως οἶμαι προσήκειν ἐκ τοῦ τόκου τὴν μητέρα σεμνῦναι . καὶ δικαιότερος ἐπαινέτης ὁ τὴν
5220778 προσταγματος
τὰ τετρακόσια τάλαντα τὴν δόσιν ἀπέφαινον εἶναι . Καὶ τοῦ προστάγματος δὲ τὸ ἀντίγραφον οὐκ ἄχρηστον οἴομαι κατακεχωρίσθαι . Πολλῷ
ὑπακοῦσαι , ἀναγαγόντος δ ' αὐτοὺς ἐς τὴν δημοκρατίαν ἐκ προστάγματος Ἀλεξάνδρου πάλιν δουλεῦσαι τοῖς Ποντικοῖς . ἐφ ' οἷς
5198389 παραδοξου
ὃ μὴ συνελογίσατο , συνεπέρανε . Σοφιστικὸν καὶ τὸ κειμένου παραδόξου τὸ φαινόμενον ἀξιοῦν ἀποκρίνεσθαι προσκειμένου τοῦ δόξαντος ἐξ ἀρχῆς
τὸν ἄριστον τῶν ἰατρῶν συντεταχέναι , τῆς ὑγιείας στοχαζόμενον . παραδόξου δ ' εἶναι δοκοῦντος τοῦ μὴ πᾶσαν ἔχειν ἐξουσίαν
5184863 ἐκτομης
δυσκράτητον ἐμποιεῖ : ἅμα δὲ καὶ διὰ τὸ βάθος τῆς ἐκτομῆς δυσχερὲς συσσάρκωσιν γενέσθαι . ὅταν δ ' ᾖ κεχωρισμένη
εἶπε πώεα μήλωνἐμπρέπουσαν , ὡς τὸ γόνιμον καὶ τούτων τῆς ἐκτομῆς ἀφαιρούσης . μήποτε δὲ καὶ αὕτη φυσικῶς ἡ ἑξὰς
5164768 διαφορητικωτερον
ϲτέαρ θερμότερον αὑτοῦ γίγνεται καὶ λεπτομερέϲτερον καὶ διὰ τοῦτο καὶ διαφορητικώτερον : ὑπάρχει δὲ τοῦτο ἅπαϲι τοῖϲ χρονίζουϲιν , ὅϲα
καὶ δρακοντίου ῥίζης τῷ εἰρημένῳ καταπλάσματι συμμίξας ἔτι κάλλιον καὶ διαφορητικώτερον ἐργάσῃ τὸ βοήθημα , ὥσπερ δὴ τὸ ἀμμωνιακόν .
5143019 ὑπομονης
ζῇ καὶ οὐχ ὥσπερ ἐκεῖνα διεσχισμένα : τῆς δ ' ὑπομονῆς αἴτιον ἡ ὑγρότης καὶ ἡ φύσει μανότης : τροφήν
τέλος μαρτυρικὸν ἀπενέγκωνται , ὡς ἂν ἐπιδαψιλεύσηται τούτοις τὰ τῆς ὑπομονῆς γέρα καὶ τῶν ἀρρήτων ἐκείνων ἀγαθῶν τὴν ἀντίδοσιν :
5125738 παρακολουθουντος
ἑζόμενοι λεύκαινον ὕδωρ . † ) ἔτυπτον : ἀπὸ τοῦ παρακολουθοῦντος . . . Β . † . δεῦρ '
οὕτως ὀπαδοὶ γενήσονται τοῦ πανηγεμόνος θεοῦ μηδενὸς ἔτι τῶν ἑτεροδόξων παρακολουθοῦντος , ἀλλὰ καὶ τοῦ Λώτ , ὃς ἔκλινε τὴν
5092296 Καπιτωλιου
γενομένης ἠφανίσθαι . Κατὰ τοῦτον τὸν ἐνιαυτὸν ὁ νεὼς τοῦ Καπιτωλίου Διὸς εἰς συντέλειαν ἐξειργάσθη , περὶ οὗ τὰ κατὰ
πρὶν ἀνατεῖλαι τὸν ἥλιον μεταξὺ τοῦ τε Κυρινίου καὶ τοῦ Καπιτωλίου τίθησιν ἐν τῷ πεδίῳ τὸν χάρακα . ὁρῶν δὲ
5067126 Σαρπηδονι
Ποσειδώνιος ὁ Στωικὸς κροτηθῆναι μὲν μάχην Τρύφωνι τῷ Ἀπαμεῖ καὶ Σαρπηδόνι τῷ Δημητρίου στρατηγῷ περὶ Πτολεμαίδα λίμνην , ἐπεὶ δὲ
διηνεκεῖ τῆς παραδόσεως ᾖ γνωριμωτέρα . Τά γε μὴν ἐπὶ Σαρπηδόνι δάκρυα λύπην μὲν οὐ καταψεύδεται θεοῦ , ὃ καὶ
5056763 γεννηθεισα
δηλονότι . Λητογένεια ] ὦ Ἄρτεμις ἡ ἀπὸ τῆς Λητοῦς γεννηθεῖσα : Λητοῦς γὰρ καὶ Διὸς θυγάτηρ ἡ Ἄρτεμις .
; ἀπὸ ποίας δὲ φύσεως καὶ γέννης ἀποσπασθεῖσα [ καὶ γεννηθεῖσα ] τῶν συμφύτων ὀρῶν τοὺς κευθμῶνας ἔχει , ἀντὶ
5051218 Νηριτου
νῆσος ἐπωνομάσθη Ἰθάκη , τὸ δὲ παρακείμενον ὄρος ἐκ τοῦ Νηρίτου Νήριτον . ἡ δὲ ἱστορία παρὰ Ἀκουσιλάωι . .
ὅπλοις ἀπέθανε μαχόμενος τῷ Τηλεγόνῳ . * Νηρίτων τῶν τοῦ Νηρίτου δρυμῶν ἐγγύς . * * στόνυξ πᾶν τὸ εἰς
5023857 παρατριψεως
, οἳ δὲ ἐκ νεφῶν περιπεφωτισμένων , ἄλλοι δὲ ἐκ παρατρίψεως αὐτοὺς φωτίζεσθαι λέγουσιν . οὐ φαίνονται δὲ ἀεί ,
συναντῶσι δὲ καὶ βῆχες τούτοις , διὰ τὴν ἐκ τῆς παρατρίψεως θερμασίαν , πλειόνων συνδιδομένων ὄγκων εἰς τὰς τῶν βρόγχων
5014324 ἀναζευξαντος
ἐπὶ τοῦ Ἀρχιδάμου τοῦ διὰ τὸν χειμῶνα καὶ τοὺς σκηπτοὺς ἀναζεύξαντος ἐκ Πλαταιῶν : φέρει γὰρ συγγνώμη ἐπὶ πρόσωπον ,
μεταστάσει εὑρίσκομεν εὐεργέτημα ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀδικήματος ὡς ἐπὶ τοῦ ἀναζεύξαντος Ἀρχιδάμου ἐν τῇ νόσῳ , ἀπὸ γὰρ τῆς ἀναχωρήσεως
4996365 πατρωνυμιον
. προσήκει ] προσῆλθε . . τὸ πατρωνύμιον ] τὸ πατρωνύμιον γένος , ἤτοι ὁ κατὰ πατέρα συγγενὴς ἡμῖν ,
. ἡ χρεία γὰρ προσῆκον ποιεῖ τὸ βουλεύεσθαι . τὸ πατρωνύμιον γένος : ἤτοι ὁ κατὰ πατέρα συγγενὴς ἡμῖν :
4969661 Φυλακης
ἅρμασι κολλητοῖσι Φῶκος ] ? ἐυμμελίης [ Ἀστερόδειαν ἐκ ] Φυλάκης κούρην [ μεγαθύμου Δηϊονῆος : ἣ ? τέκετο Κρῖσον
ἐθέλει πολλάκις καὶ αὖθις ἀναφαίνεσθαι . προελθὼν μέν γε ἐκ Φυλάκης καὶ τῶν καλουμένων Συμβόλων ἐς τὸ πεδίον κατέδυ τὸ
4956932 ΑΘΒ
ἀπὸ ΔΘ , οὕτως τὸ ὑπὸ ΑΗΒ πρὸς τὸ ὑπὸ ΑΘΒ διὰ τὴν τομήν , τὸ ἄρα ἀπὸ ΗΓ πρὸς
: ὅπερ ἄτοπον : ἔπιπτε γὰρ καὶ εἰς τὴν ὑπὸ ΑΘΒ . οὐκ ἄρα ἡ ΕΖ μιᾷ τῶν Α ,
4930156 ἀνδροκτασιης
εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερόνδ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ , ὅτε παῖδα κατέκτανον
με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερον δ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ ὅτε παῖδα κατέκτανον Ἀμφιδάμαντος
4921445 διεφθορυιας
αὐτῷ τῷ βαλανείῳ θερμὸν ὕδωρ οὖν ἀπεμέσειεν τοὺς ἐκ τῆς διεφθορυίας τροφῆς ἠθροισμένους χυμούς . μαλάσσει δὲ θερμὸν λουτρὸν καὶ
λέγοντος καὶ ἄρτι ἀναμιμνήσκομαι . ταῦτα ἐκ τῶν Διδύμου περὶ διεφθορυίας λέξεως . . ἀπηρτισμένως , τελείως . Θ .
4917965 νιπτεσθαι
. , : περὶ δὲ τοῦ ἀπονίζεσθαι , ὃ καὶ νίπτεσθαι λέγεται , ὡς δηλοῖ τὸ „ νίψεν ἀπὸ χρωτός
μειζόνως κολάζοντες , παραβαίνειν μείζονα κωλύσωσιν : ὁ δὲ Ἡσίοδος νίπτεσθαι τὰς χεῖρας παραινῶν πρὸ τοῦ σπένδειν ἐνδείκνυται τὸν περὶ
4903123 σακκου
μηδαμόθεν εἶχε κοσμῆσαι , ὅλος γὰρ ἦν ἁμάρτημα , ἐσθῆτα σάκκου τούτῳ περικαθάψας , μέσον ἀμφοῖν ἔστησεν , ὡς καὶ
Περίζωσαι ὠμόλινον καὶ διακόνει μοι . περιεζωσάμην ἐγὼ ὠμόλινον ἐκ σάκκου γεγονὸς καθαρόν . ἰδών με περιεζωσμένον καὶ ἕτοιμον ὄντα
4901893 ὀνομαζεν
. τρὶς δὲ περιστείχουσα καὶ Ἀργείους ἐρέθουσα πάσας ἠυκόμους ἀλόχους ὀνόμαζεν Ἀχαιῶν φωνῇ λεπταλέῃ : τοὶ δ ' ἔνδοθι θυμὸν
αὐτῆς προπάροιθεν ἔπος τ ' ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν : Ἥρη πῇ μεμαυῖα κατ ' Οὐλύμπου τόδ '
4894490 φιλτρου
τῆς ἀνθρώπου καθαίρειν . δέλεαρ δὲ ἄρα ἐκείνη καθίει τοῦ φίλτρου αὐτῷ στέφανον ἀεὶ τὸν ἐκ τῆς τέχνης , τὸν
γὰρ οἱ τρεῖς προσπλακέντες εἰς μίαν ἕνωσιν πόθου ἀρραγοῦς στερεμνίου φίλτρου τε οἰκήσουσιν ἐν μίξει μιᾷ σῶμα , ψυχὴ καὶ
4889187 λαου
τῶν ἀδελφῶν εἷς . εἵποντο δὲ αὐτοῖς τοῦ τε οἰκείου λαοῦ συχνοί , πολυάνθρωπον γὰρ δὴ τὸ ἔθνος τοῦτο λέγεται
Ἑλλήνων οἰκούντων τὰς Θήβας . . λαΐδος ] ληΐδος , λαοῦ . μιξοθρόου ] τῶν μεμιγμένων θρόων ἀποτυχούσης , ἅτε
4886068 Ὀννης
Χρονιζομένης δὲ τῆς πολιορκίας , ἀφικνοῦνται νεανίσκοι , Τόττης καὶ Ὄννης , ἐκ Φρυγίας , ἱερὰ ἔχοντες Καβείρων ἐν κίστει
ἐπισκεψόμενος τὰ βασιλικὰ κτήνη : οὗτος δ ' ἐκαλεῖτο μὲν Ὄννης , πρῶτος δ ' ἦν τῶν ἐκ τοῦ βασιλικοῦ
4878331 μεταμελειας
καὶ μελαγχολικῶν νόσων καὶ φροντίδων καὶ κατηφείας καὶ στυγνότητος καὶ μεταμελείας καὶ συγχύσεως καὶ βίας καὶ ἐκεχειρίας τῶν ὠφελίμων πράξεων
, οἷον ἀνεμοφόρητα : οὕτως Ἀπίων . οἱ δὲ τὰ μεταμελείας ἄξια . μηκάδες Λ . . . . μ
4877331 βαλανειου
ὕδωρ δὲ ψυχρὸν ποθὲν ἢ οἶνος ἄκρατος ἢ γλυκὺς ἀπὸ βαλανείου ἢ δρόμου ἢ συντόνων γυμνασίων δηγμοὺς καὶ ἀλγήματα ἐπιφέρει
τὸ ὄναρ , μὴ εὑρεῖν ὃ ἐζήτει , σημαίνοντος τοῦ βαλανείου τὸ θέατρον . λούεσθαι δὲ θερμοῖς ὕδασι , λέγω
4863945 Βυβλου
] ἀπὸ Κύπρου τῆς θυγατρὸς Κινύρου , [ ἢ τῆς Βύβλου καὶ Ἀφροδίτης , ὡς Φιλοστέφανος ἐν τῷ περὶ νήσων
πόλεως , ἐξ οὗ καὶ Βύβλινος οἶνος , ἀπὸ τῆς Βύβλου πόλεως , . , , . , . *
4854743 χαρας
” ταῦτ ' εἰπόντος καὶ ὑποσχομένου , πληρωθέντες εὐθυμίας καὶ χαρᾶς τοὺς μὲν οἰκείους μετὰ τῶν θρεμμάτων ἀσφαλῶς ἐν ἐρύμασι
εἰδότες ἀληθεύοντα μηδὲν ἐνδοιάσαντες ἐπινεύουσι . πληρωθεὶς δὲ τὴν ψυχὴν χαρᾶς πάντ ' ἐσπούδαζεν εἰς τὸ ἀνυπέρθετον τῆς ὑποδοχῆς καὶ
4854093 δουλης
ποιεῖν περὶ κτήσεως οἰκετῶν ; οὐ γὰρ ὑγιὲς οὐδὲν ψυχῆς δούλης : οὐ δεῖ γὰρ οὐδὲν [ ὑγιὲς ] πιστεύειν
δύο νεκροὺς τῶν παίδων : τὸ ἑξῆς : φανήσομαι γὰρ δούλης ποδῶν πάροιθεν ὅπως ἂν τάφου τύχω : † φανήσομαι
4848590 ἐσοραν
ἀφανισμούς . . ἔμαθον δ ' εὐρυπόροιο ] ἔμαθον δὲ ἐσορᾶν καὶ βλέπειν πόντιον ἄλσος τῆς εὐρυπόροιο θαλάσσης , ἤτοι
λυπούμεθα . τῶν εὐτυχούντων ἀνταγωνιστὴς θεός . ἐκ τοῦ γὰρ ἐσορᾶν γίνετ ' ἀνθρώποις ἐρᾶν . ἀπτῆνα , τυτθόν ,
4840966 διαδοχης
ῥαγδαῖος , ἄμαχος , πρᾶγμα μεῖζον ἢ δοκεῖς . ἐκ διαδοχῆς καθαρὸς δοῦλος μεῖζον μεῖζον , μικρὸν μικρόν ἐπίδημος ἀνακάμψει
: οἱ δὲ νῦν εὐδοκιμοῦντες παραλαβόντες παρὰ πολλῶν οἷον ἐκ διαδοχῆς κατὰ μέρος προσαγόντων οὕτως ηὐξήκασι , Τισίας μὲν μετὰ
4840821 φασματι
, Πτολεμαῖος Ἀλεξάνδρῳ ἔφρασεν . Ἀλέξανδρος δὲ ἔθυεν ἐπὶ τῷ φάσματι ὅσα οἱ μάντεις ἐξηγοῦντο . Ἀρίστανδρος δὲ πόνων εἶναι
ἀνθρώπου εἴη . Τὴν δὲ Πυθίην σφέας κελεύειν πείθεσθαι τῷ φάσματι , πειθομένοισι δὲ ἄμεινον συνοίσεσθαι : καὶ σφέας δεξαμένους
4836951 Μελχισεδεκ
ὅσα ἐν κόσμῳ καὶ αὐτὸς ὁ κόσμος ἐστί . καὶ Μελχισεδὲκ βασιλέα τε τῆς εἰρήνηςΣαλὴμ τοῦτο γὰρ ἑρμηνεύεταικαὶ ἱερέα ἑαυτοῦ
ἐξιοῦσιν ἐκ τῶν παθῶν Αἰγύπτου . ἀλλ ' ὁ μὲν Μελχισεδὲκ ἀντὶ ὕδατος οἶνον προσφερέτω καὶ ποτιζέτω καὶ ἀκρατιζέτω ψυχάς
4835303 λαθραιας
μήτηρ Ῥέα ἡ ἔμπειρος τῆς πάλης ἐξέλυσε τὰς ὠδῖνας τῆς λαθραίας γονῆς τὴν πρόσθ ' ἄνασσαν Εὐρυνόμην ταρταρώσασα . τὸ
περὶ πίστεως ἢ ἀποβολῆς ἢ ἀπαιτήσεως , τὸ εʹ περὶ λαθραίας ἀποθέσεως ἢ θησαυροῦ ἢ παρακαταθηκῶν , τὸ Ϛʹ περὶ
4825359 προηγησαμενον
, καὶ μάλιστ ' εἰ καὶ πλῆθος αἵματος εἴη τὸ προηγησάμενον αἴτιον ἢ πνεύματος πολλοῦ καὶ φυσώδους ἔνστασις . εἰ
τριῶν τούτων μάλιστα σημείων . πρῶτον μὲν ἐκ τοῦ τὸν προηγησάμενον ἐφήμερον πυρετὸν μὴ εἰς καθαρὸν τελευτᾶν διάλειμμα : δεύτερον
4816447 κηδειας
πάνυ χρόνου συνενεγκάμενοι ἔθη καὶ νόμους καὶ θεῶν ἱερά , κηδείας τε συνάψαντες ἀλλήλοις καὶ κοινωνίαις πολέμων ἀνακερασθέντες , οἱ
γὰρ καὶ τοῖς ἧττον ἀγαθοῖς προσεκτέον διὰ τὴν ἀνάγκην τῆς κηδείας , ὁδὶ δὲ ὑμᾶς , ἵνα μηδὲν εἴπω μέγα
4801756 παμμιαρον
. ἄπελθε οὖν ἐκ τοῦ περὶ σεαυτὸν γεώδους , τὸ παμμίαρον , ὦ οὗτος , ἐκφυγὼν δεσμωτήριον , τὸ σῶμα
, τὸ δὲ σαρκῶν ἀνθρώπων ἀνθρώπους μετασχεῖν ἔχθιστόν τι καὶ παμμίαρον καὶ πάσης ἐκθέσμου καὶ παρὰ φύσιν βρώσεως ἢ πράξεως
4797746 γυμνασιου
, σοὶ τόνδ ' ἱδρύσατο βωμὸν Χάρμος ἐπὶ σκιεροῖς τέρμασι γυμνασίου . . : Προοικίαι . Παρὰ Κλειτοδήμῳ , ἐν
μετὰ ταῦτα ἀναλαβὼν ἐλλεβορίσαι . Εἶτα γυμναζέσθω καὶ ἀφιδρούτω : γυμνασίου δὲ τρίψις , πάλη ἀπὸ ὄρθρου : δρόμου δὲ
4795251 χυτροποδων
πρᾴως πλημμέλειαν : . τοῦ αὐτοῦ . Μηδ ' ἀπὸ χυτροπόδων ἀνεπιῤῥίπτειν ἀνελόντα ἐσθίειν : . Ἡσιόδου . Μηδὲ δίκην
καὶ οὕτω τὸ λοιπὸν εἰς τὴν ἀναγκαίαν χρείαν παραλαμβάνειν . χυτροπόδων : τῶν ἐσχαρῶν τῶν μαγείρων : περιφραστικῶς δὲ χύτραν
4791929 διαδρας
πλεονεξίας ὑπερβολήν . καταγνωσθεὶς δὲ ὑπὸ τῆς πατρίδος θανάτῳ καὶ διαδρὰς τὴν παραυτίκα τιμωρίαν ἠλᾶτο κατὰ τὴν χώραν μόνος φεύγων
καὶ φοβηθεὶς τὸ μέγεθος τοῦ κινδύνου , μετὰ τῶν συνδιαβεβλημένων διαδρὰς ἐκποδὼν ἐχωρίσθη . οἱ δ ' ἐν τῇ Σαλαμινίᾳ
4788692 διεφθαρμενου
ἔτι τῷ πλήθει κρατοῦντες : οὐχ ἧττον γὰρ ἦν τοῦ διεφθαρμένου τὸ λειπόμενον : τὰ σφέτερα αὐτῶν ἀφέντες περιῆλθον ἐπὶ
μεταφορικῶς οὖν φησιν ἐνταῦθα ῥάκη , ἤγουν τὰς ῥυτίδας τοῦ διεφθαρμένου αὐτῆς προσώπου ὑπὸ τοῦ γήρως . . ὑγιαίνειν :
4786359 λιπαρωτατου
Μαύρων ἐθνῶν , ἤγουν Αἰθιόπων . Ἀπεκεῖθεν τοῦ εὐτραφεστάτου καὶ λιπαρωτάτου Νείλου τὰ ὕδατα κατέρχεται : ὅστις δὴ ἀπὸ τῆς
τραχήλῳ τρώϲειϲ ἄχρι καὶ τῶν ϲφαγιτίδων , λαμβάνον λιβανωτοῦ τοῦ λιπαρωτάτου μέροϲ α , ἀλόηϲ ἐπὶ μὲν τῶν μαλακωτέρων ϲωμάτων
4784349 νεου
ἡ τύχη με κατέστησεν ἐπίτροπον τοῦ σώματος τοῦ σοῦ , νέου παντελῶς ὄντος , καὶ τῆς ὅλης βασιλείας , ἀπ
δυνατὸν εἶναι παντὶ τρόπῳ πότερον εἴδωλον καὶ ψεῦδος ἀποτίκτει τοῦ νέου ἡ διάνοια ἢ γόνιμόν τε καὶ ἀληθές . ἐπεὶ
4770460 φρεατος
τοῦ ρος , ἥπατος οὔθατος ἔαρος κέαρος : σεσημείωται τὸ φρέατος στέατος . τῷ ἥπατι , τὸ ἧπαρ , ὦ
λόγῳ καὶ περὶ ποταμῶν καὶ πηγῶν εἰπεῖν καὶ λίμνης καὶ φρέατος . Ποταμοὶ καθαρὸν καὶ διειδὲς ἔχοντες ὕδωρ καὶ ἠρέμα
4768866 χρυσογονου
χρυσονόμου γενεᾶς : νῦν τῆς πλουσίας . τινὲς δὲ ἀνέγνωσαν χρυσογόνου διὰ τὸ τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγενῆσθαι : ὃ
χρυσονόμου γενεᾶς : νῦν τῆς πλουσίας . τινὲς γὰρ ἀνέγνωσαν χρυσογόνου διὰ τὸ τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγεννῆσθαι : ὃ
4767120 ἀφονιτρον
ὕδατι ἐνδιειμένον ἢ πρὸ τοῦ ἀποσπογγισμοῦ χριόμενον † τὸ νίτρον ἀφόνιτρόν τινι τοιούτῳ , καταχρίομεν . πυρεσσόντων δέ , ἐπὶ
ὕδατι ἐνδιειμένον ἢ πρὸ τοῦ ἀποσπογγισμοῦ χριόμενον † τὸ νίτρον ἀφόνιτρόν τινι τοιούτῳ , καταχρίομεν . πυρεσσόντων δέ , ἐπὶ
4766780 Δελφων
Ἐλευσῖνος ἡ Δημήτηρ καὶ ὁ Ἴακ - χος : ἐκ Δελφῶν ὁ Πύθιος , καὶ τοῖς τοιούτοις . ἐρεῖς καὶ
τῆς δὲ ἐπὶ τοὺς Πισαίους στρατείας αὐτὸν χρησμὸς ἐπέσχεν ἐκ Δελφῶν ἔχων οὕτω : πατρὶ μέλει Πίσης , Πυθοῦς δέ
4757177 πιομεν
τῆς τροφῆς ὀνίνησι τὰ θρέμματα τὸ πιεῖν . Ὅμηρος : πιόμεν ' ἐκ βοτάνης . καὶ τὸν ἐνόρχαν : ἢ
ἐπιόντος . . ὡς εἴ τε μετὰ κτίλον ἕσπετο μῆλα πιόμεν ' ἐκ βοτάνης : ἡ διπλῆ ὅτι ἐκ βοτάνης
4756067 φιλοφροσυνης
νυκτὸς ἀοιδή , ὀρχείσθω τις : ἑκὼν δ ' ἄρχε φιλοφροσύνης . ὅντινα δ ' εὐειδὴς μίμνει θήλεια πάρευνος ,
Ἴσιδος πάλιν τῆς ὁδοῦ λαβοῦσα καὶ μνησθεῖσα τῆς τοῦ Αἰσώπου φιλοφροσύνης , ἐπάρασα τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν “
4735908 Σιγειου
ἐκ τοῦ ἄστεος ἐᾷς προσελαύνειν , αὐτὸς δὲ ἀπὸ τοῦ Σιγείου προσβαλὼν ἐν μέσῳ σαυτοῦ τε κἀκείνων ποιεῖς ; ὅτι
καταφθατουμένην ] καταφθάνουσα . Μιτυληναῖοι ἐμάχοντο πρὸς Ἀθηναίους περὶ πόλεως Σιγείου : ἔδοξεν οὖν μονομαχίωι λῦσαι τὸν πόλεμον , καὶ
4735662 Τειρεσιου
Μόψιον δ ' ὠνόμασται οὐκ ἀπὸ Μόψου τοῦ Μαντοῦς τῆς Τειρεσίου , ἀλλ ' ἀπὸ τοῦ Λαπίθου τοῦ συμπλεύσαντος τοῖς
ὁ δὲ τοῦ Ἀπόλλωνος υἱὸς Μόψος καὶ Μαντοῦς τῆς θυγατρὸς Τειρεσίου ἐν Κολοφῶνι τῆς Ἀσίας τινὲς δέ φασιν ἐν Κιλικίᾳ
4734367 προφανους
ἄφαρκτον , ἥδιον διὰ τὴν πίστιν ἐτιμωρεῖτο ἢ ἀπὸ τοῦ προφανοῦς , καὶ τό τε ἀσφαλὲς ἐλογίζετο καὶ ὅτι ἀπάτῃ
; τρόπῳ : τίνα τρόπον , λαθὼν ἢ ἐκ τοῦ προφανοῦς βιασάμενος ἢ ἀπατήσας ; τόπῳ , ἐν ἄστει :
4734050 καθαρμου
' ἑξακοσίων , τῆς γενεᾶς ἀριθμουμένης τριακονταετοῦς : τοῦ δὲ καθαρμοῦ γινομένου δυσὶν ἀνθρώποις ἦν αὐτοῖς πλοιάριον κατεσκευασμένον τῷ μεγέθει
Διὸς καὶ Σεμέλης παῖς ἐν Φρυγίᾳ ὑπὸ τῆς Ῥέας τυχὼν καθαρμοῦ καὶ λαβὼν πᾶσαν παρὰ τῆς θεᾶς τὴν διασκευὴν ἀνὰ
4731334 δυσκολιας
μᾶλλον τῶν γραψαμένων , κἀπιδακρύειν ἀντιβολούντων , καὶ παυσάμενον τῆς δυσκολίας ἀπὸ τῆς ὀργῆς τὴν ἀκαλήφην ἀφελέσθαι . ξυνευχόμεσθα ταῦτά
ὑπάρχειν τῷ τόπῳ φυλάξει καὶ τὸ αἴτιον τῆς περὶ αὐτὸν δυσκολίας ἐμφανιεῖ . πρῶτον μὲν οὖν δεῖ κατανοῆσαι , ὅτι
4729710 γαμου
ἀμφοτέρων γάμοις . ὅπερ Ὅμηρος : πάντες δ ' ἀντιάασθε γάμου θεοί , ἐπὶ τοῦ Πηλέως . καὶ Κρόνου παῖδας
ἡ κτῆσις . οὐχ ὁρᾷς ὁποῖον θυγατέρες εἰσὶν ἡλικίαν ἔχουσαι γάμου ; εἰ μέγαν αὐταῖς ἡ Τύχη ῥεύσειε πλοῦτον ,
4729044 Μυκηνων
ποτ ' ηὔχει χεῖρας ἵξεσθαι σέθεν , ὅτ ' ἐκ Μυκηνῶν πολυπόνωι σὺν ἀσπίδι ἔστειχε μείζω τῆς δίκης φρονῶν ,
' ἥκω καὶ παρ ' οὗ λέγειν θέλω . πέμπει Μυκηνῶν δεῦρό μ ' Εὐρυσθεὺς ἄναξ ἄξοντα τούσδε : πολλὰ
4728445 βωμῳ
καὶ Ἥβην παῖδα Ἥρας . πρὸς δὲ τῆς Ἥρας τῷ βωμῷ καὶ Ἀρκάδος τάφος τοῦ Καλλιστοῦς ἐστι : τὰ δὲ
ἐχόμενος τοῦ βωμοῦ : κεῖται δὲ καὶ θώραξ ἐπὶ τῷ βωμῷ χαλκοῦς . κατὰ δὴ ἐμὲ σπάνιον τῶν θωράκων τὸ
4711203 πορφυρου
δὲ μοῖραν ἔχειν τοῦ μέλανος : τὸ δὲ πράσινον ἐκ πορφυροῦ καὶ τῆς ἰσάτιδος , ἢ ἐκ χλωροῦ καὶ πορφυροειδοῦς
, ὧν ἕν περ καὶ τὸ ἐκ τοῦ ὄφεως τοῦ πορφυροῦ γινόμενον εἴη ἄν . ἔστι δ ' ἄρα οὗτος
4709769 καθαρσιων
λευκὸν ἑλλέβορον ἔτρεχον , ἡνίκα μηδὲν ἀξιόλογον ὑπὸ τῶν ἄλλων καθαρσίων ἐθεώρουν τὸ πάθος μειούμενον , ἀλλ ' ἔγωγε τοῦ
: τὸ γὰρ ὅμοιον χαίρει τῷ ὁμοίῳ . εὐχέσθω δὲ καθαρσίων μεταλαχὼν ἰαθῆναι τὰ ὦτα , δι ' ὧν αἱ
4694905 μαντειου
ἐν γὰρ τῷ Παρνασῷ οἱ Δελφοί . * * τοῦ μαντείου . τῷ αὐτοῦ . . Μὴ λάβῃς εἰς τὸ
θάνατον αὑτοῦ τιμήν . θανὼν γὰρ αὐτὸς ἐμαντεύετο ἐκ τοῦ μαντείου : ὅθεν καὶ ἐτιμήθη ὡς θεὸς παρὰ τοῖς Θηβαίοις
4681709 παλαιου
ξηραίνειν ἢ ἔριον ἀπὸ στυπτηρίας ἐντιθεῖσαν ἢ οἴνου ἢ μελικράτου παλαιοῦ ἐνστάζουσαν ἢ κρόκον μετ ' οἴνου τρίψασαν . Σειρίασίς
εἰϲὶ καὶ βαθεῖαι , περιτιθεὶϲ ἔξωθεν αὐτὸ μετὰ ϲτέατοϲ ὑείου παλαιοῦ : καὶ εἴϲ γε τὸν κόλπον αὐτὸν ἐμβάλλω τι
4681226 Ἰασιωνος
τοὺς πλουτοῦντας ὁρῶμεν πηροῦσθαι τὴν διάνοιαν . Δήμητρος δὲ καὶ Ἰασίωνος αὐτόν φασιν , ἐπεὶ τῇ τῶν καρπῶν εὐφορίᾳ ἰᾶται
Ἀθηνᾶς τὸ Παλλάδιον ἀράμενος ἀφίκετο εἰς Σαμοθρᾴκην μετὰ Ἁρμονίας καὶ Ἰασίωνος , τῶν ἀδελφῶν : κἀκεῖ διάγοντα Κάδμος ὁ Ἀγήνορος
4679919 παρθενου
τυχὼν οὔτε πορθήσας τὴν πόλιν , νέος δέ τις τῆς παρθένου πολίτης ἐκτόπως ταύτης ἐρῶν οὐ φέρων τὸ πάθος ἑαυτὸν
γονῇ : καὶ τριχοῦται ἡ ἥβη τοῦ παιδὸς καὶ τῆς παρθένου , ἀραιῆς τῆς ἐπιδερμίδος γενομένης : καὶ ἅμα ἡ
4676539 Τηλεβοων
Φυλεῖ . Αἱ δὲ τῶν Ταφίων νῆσοι , πρότερον δὲ Τηλεβοῶν , ὧν ἦν καὶ ἡ Τάφος νῦν δὲ Ταφιὰς
ἀποίσειν τῷ Κεφάλῳ τὴν μοῖραν , ἣν ἂν ἐκ τῶν Τηλεβοῶν λάβῃ . ἐφάνη γὰρ ἐν χρόνῳ τούτῳ Καδμείοις ἀλώπηξ
4666937 εὐκλειας
γυμνὸν φανέντα τῶν ἀριστείων ἄτερ , ὧν αὐτὸς ἔσχε στέφανον εὐκλείας μέγαν ; Οὐκ ἔστι τοὔργον τλητόν . Ἀλλὰ δῆτ
τε Ἄργει εὐκλεῆ ἀπαγγελίαν δοῦναι . ἢ ἀντὶ τοῦ : εὐκλείας λόγον καὶ φήμην καταλεῖψαι τῇ πατρίδι : στῆσαι τὸ
4657968 συμποσιου
πλείους . ὁ γοῦν ἑξήκοντα ἀριθμὸς εἰς ἓξ συμπληρωθέντος τοῦ συμποσίου ἄρξεται οὕτως . εἰσῆλθεν εἰς τὸ συμπόσιον ὁ πρῶτος
καινὸς Ζεὺς μετὰ τῶν ὑπηκόων γελώμενος θεῶν ἔφυγεν ἐκ τοῦ συμποσίου , ὡς Ἡγήσανδρος ἱστορεῖ : μνημονεύει δὲ τοῦ Μενεκράτους
4643922 προμηθειας
, ἀλλ ' εἰς τόσον ἄρα προὔβη ἡ γνώμη τῆς προμηθείας ὥστε καὶ σοφίας ὑμῖν δημόσιον πλοῦτον ἐμηχανήσατο . ἔτι
Προμηθέα υἱὸν τῆς Θέμιδος , δέον ἀντιστρόφως λέγειν ; ἐκ προμηθείας γὰρ καὶ σκέψεως τὸ δίκαιον εὕρηται . καί φαμεν
4642515 Ἀγαθου
μ ' , ὁρᾷς . Ἔριφος Μελιβοίᾳ : ἐκπεπήδηκας πρὶν Ἀγαθοῦ πρῶτον Δαίμονος λαβεῖν , πρὶν Διὸς σωτῆρος . Θεόφραστος
Διονύσου τὰς Νύμφας ὀνομασθῆναι . ὅτι δὲ δοθείσης τῆς τοῦ Ἀγαθοῦ Δαίμονος κράσεως ἔθος ἦν βαστάζεσθαι τὰς τραπέζας ἔδειξεν διὰ
4640220 Τροιζηνος
τὴν τοῦ Καλυδωνίου κάπρου θήραν , καὶ Θησέα παραγενόμενον ἐκ Τροιζῆνος εἰς Ἰσθμὸν καθᾶραι . : Οὐκ εὖ δὲ Νεοκλῆς
τὸν Ἄθων . τὸ ἐθνικὸν Σαρταῖος . Σάρων , τόπος Τροιζῆνος . Σαρώνιος οὖν καὶ Σαρωνία καὶ Σαρωνικός καὶ Σαρωνική
4639690 νεωριου
χρόνῳ πολλὰς τριηραρχίας τετριηραρχηκὼς ὑμῖν οὐδεπώποτε ἔλαβον σκεύη ἐκ τοῦ νεωρίου , ἀλλ ' αὐτὸς ἰδίᾳ παρεσκεύαζον , ὁπότε δέοι
, δείσαντες οἱ ὀλίγοι μὴ αὐτοβοεὶ ὁ δῆμος τοῦ τε νεωρίου κρατήσειεν ἐπελθὼν καὶ σφᾶς διαφθείρειεν , ἐμπιπρᾶσι τὰς οἰκίας
4639608 στησασθε
' , ὅντιν ' ἄρα κραδίη θυμὸς τε μενοινᾷ ἡγεμόνα στήσασθε : καὶ ᾧ περὶ πάντα μελήσει σημανέειν ὅ τι
. τῶ καί μοι τὸν ἄριστον ἀποκριδὸν οἶον ὁμίλου πυγμαχίῃ στήσασθε καταυτόθι δηρινθῆναι . εἰ δ ' αὖ ἀπηλεγέοντες ἐμὰς
4635078 σφαγων
: ἡ ἀνδρεία μαστίγων καὶ πληγῶν , κατακοπῆς τε καὶ σφαγῶν καὶ μυρίων ἄλλων κακῶν αἰτία ἐστί : τὸ κακῶν
' αὖ πρός τι , ὅτι καὶ μεῖζον τὸ ἄνευ σφαγῶν καὶ θορύβου καὶ ταραχῆς παῦσαι τὴν τυραννίδα τοῦ μετὰ
4626939 Γρυπος
ποτὲ ἔδωκεν , ἄξιος δὲ ἄρα τῆς μητρὸς ἦν καὶ Γρυπός : ἐπεβούλευε γὰρ τῷ Κυζικηνῷ καίπερ ὄντι ὁμομητρίῳ .
τὸ γαυριῶ , ἢ παρὰ τὸ ἀπὸ γῆς αἴρεσθαι . Γρυπός , γρυβόνες παρὰ τοῖς Αἰολεῦσι τὸ ἐπικαμπές , ἤτοι
4625984 νυμφης
Ἰοῦς , Ἰὼ δὲ Ἰνάχου τοῦ ἐν Ἄργει ποταμοῦ καὶ νύμφης : οὗτος οὖν ὁ Ἔπαφος ἐβασίλευσεν Αἰγύπτου , Ἀργεῖος
τὸ ὄνομα ἀπὸ Ἀσπληδόνος τῇ πόλει : τοῦτον δὲ εἶναι νύμφης τε Μιδείας καὶ Ποσειδῶνος : ὁμολογεῖ δὲ καὶ ἔπη
4624199 ἀσαμινθου
μιν χλαῖναν καλὴν βάλον ἠδὲ χιτῶνα , ἔκ ῥ ' ἀσαμίνθου βὰς ἄνδρας μέτα οἰνοποτῆρας ἤϊε : Ναυσικάα δὲ θεῶν
Μενέλεῳ δύ ' ἀσαμίνθους , καὶ Κρατῖνος ἐν Χείρωσιν ἐξ ἀσαμίνθου κύλικος λείβων . κυλίσκιον δ ' ἡ σμικρὰ κύλιξ
4623297 λαμπτηρος
ἀμερῶς μεριζόμενον πνεῦμα κυρίου εἰς τοὺς διὰ πίστεως ἡγιασμένους , λαμπτῆρος ἐπέχον τάξιν εἰς τὴν τῶν ὄντων ἐπίγνωσιν . ἀκολουθοῦντες
ἤδη δὲ βαθείας ἑσπέρας εὐπορήσας ὑπηρετῶν , αὐτόθι λουσάμενος ὑπὸ λαμπτῆρος ἀπὸ μικρᾶς πάνυ τροφῆς ἀνεπαυόμην . καὶ μὴν τά
4617250 σφαγιασαι
τὸ λόγιον καὶ ἀναγκασθεὶς μεταπέμπεται ἐκ τῶν ἀγρῶν τὸν Φρύξον σφαγιάσαι βουλόμενος , προφάσεως δὲ χάριν ἐκέλευσεν αὐτὸν ἄγειν ὅτι
δ ' οὕτως ἐξαπιναίως θεσπίζεται λόγιον οὔποτ ' ἐλπισθέν , σφαγιάσαι τὸν υἱὸν ἐπί τινος ὑψηλοτάτου κολωνοῦ πορρωτάτω πόλεως ἀποστάντα
4614976 Κυαξαρου
, ἔφη ὁ ἄγγελος , καὶ στολὴν τὴν καλλίστην παρὰ Κυαξάρου : ἐβούλετο γάρ σε ὡς λαμπρότατα καὶ εὐκοσμότατα προσάγειν
Βύζης οὗτος κατὰ Ἀλυάττην ἦν τὸν Λυδὸν καὶ Ἀστυάγην τὸν Κυαξάρου βασιλεύοντα ἐν Μήδοις . ἐν δὲ Ὀλυμπίᾳ λέβης ἐπίχρυσος
4610381 Ταιναρου
] πέλαγος . Ἑξῆς δὲ μετὰ Μαλέαν Λακωνικὸς κόλπος ἕως Ταινάρου ἐκ δεξιῶν , ὅπερ ὁρίζει ἐξ εὐωνύμων τὸν Μεσσηνιακὸν
Ἔγημε θαυμαστὴν γυναῖχ ' ὡς σώφρονα . Πύλη τίς ἐστι Ταινάρου πρὸς ἐσχάτοις . Οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι τῷ γένει
4608829 προηλθε
Νὺξ δὲ ἔτεκεν , ὅτι ἀπὸ τοῦ ἀφανοῦς εἰς φῶς προῆλθε τὰ πάντα . * θῆκε δέ μιν ⌊ Κρονίδης
τοῦ μάντεως θάρσει γενομένων καὶ σημείων ὧν προεῖπον ἑτέρων ὑπεριδὼν προῆλθε καὶ ἐτελεύτησεν , ἔτος ἄγων ἕκτον ἐπὶ πεντήκοντα ,
4607424 Λαρισσης
, ἢ τῆς Ἄκτορος ὡς Φίλων . ἔστι δὲ μεταξὺ Λαρίσσης τῆς Κρεμαστῆς καὶ Ἐχίνου . δευτέρα ἐστὶ καὶ τῆς
, τινὲς ἑκατὸν ἐννέα . τέθαπται δὲ μεταξὺ Γυρτῶνος καὶ Λαρίσσης , καὶ δείκνυται ἄχρι δεῦρο τὸ μνῆμα , ἐν
4602848 πορνης
λαμπρύνειν τοὺς αὐτὴν κεκτημένους . * λίπτοντα ἐπιθυμοῦντα * τῆς πόρνης ἢ τῆς νεοττείας καὶ τῆς τεκνογονίας χωρίσας σε περιστερᾶς
παρ ' αὐτοῖς πόρνη Πελλήνη τοὔνομα . ἐπιθυμοῦσιν οὖν τῆς πόρνης , ἤγουν τῆς πόλεως Πελλήνης . ἀντεποιοῦντο γὰρ αὐτῆς
4590922 κηπου
ὧν καὶ Ὑπερείδης . . ἄνδηρα : μέρος τι τοῦ κήπου , ὥσπερ ἡ πρασιὰ καὶ ὁ ὀχετός : Δίδυμός
καὶ τερπνὸν ἔχοντας οὐδέν . ἡμῖν δὲ καὶ τοῦ Ἀλκίνου κήπου καὶ τοῦ χρυσᾶ μῆλα φέροντος , ἐφ ' ἃ
4586728 Ταρνης
τοῦ Λυδοῦ Βώρου , ὅστις ἐκ τῆς μεγαλοβώλου καὶ εὐγείου Τάρνης παρεγένετο , ἀνεῖλεν καὶ ἐφόνευσεν , . . †
' ἄρα Φαῖστον ἐνήρατο Μῄονος υἱὸν Βώρου , ὃς ἐκ Τάρνης ἐριβώλακος εἰληλούθει . τὸν μὲν ἄρ ' Ἰδομενεὺς δουρικλυτὸς
4586162 ἀστρολαβῳ
περὶ τὰς κγ μοίρας ὄντος τοῦ Τοξότου ἐμεσουράνει ἐν τῷ ἀστρολάβῳ Παρθένου μοῖρα βʹ , καθ ' ὃν χρόνον ὁ
Καρκίνου μοίρας ιϚ ια , ἐμεσουράνει δ ' ἐν τῷ ἀστρολάβῳ ἡ βʹ μοῖρα τοῦ Κριοῦ : τότε δὲ πρὸς
4584094 μεθης
τοὺς ἔμπροσθεν τούτων γενομένους ἡμῖν λόγους περί τε μουσικῆς καὶ μέθης καὶ τὰ τούτων ἔτι πρότερα . ταῦτα γὰρ πάντα
φόβοις καὶ ὀδύναις ἀνακέκραται . . . ἐκ τοῦ περὶ μέθης αʹ : Τί γὰρ ἄπεστι τοῖς μεθύουσι κακόν ;
4580354 θοντες
] ! ! οις ? ? ? [ ] ! θοντες ? [ ] ! πηναις [ ] α ?
] ! ! οις ? ? ? [ ] ! θοντες ? [ ] ! πηναις [ ] α ?
4577565 ἱε
βασιλέων τὸ ἔθος , ἐπιὼν μεθ ' ὅπλων ἐπὶ τὸ ἱε - ρόν , ὅπου ὁ χρυσοῦς νεώς ἐστι ,
σοφίζει . Καὶ φανῶ σε τοῖς πρυτάνεσιν ἀδεκατεύτους τῶν θεῶν ἱε - ρὰς ἔχοντα κοιλίας . Ὦ μιαρὲ καὶ βδελυρὲ
4574201 ὁμωνυμιας
γὰρ πρὸς τοὔνομα ἐκείνους φαμὲν συλλογίζεσθαι , τοὺς περὶ τὰς ὁμωνυμίας διατρίβοντας , ἐν οἷς μή εἰσιν ὁμώνυμα τὰ τιθέμενα
τὴν ἐκ θατέρου ῥηθεῖσαν ἐπαγγελίαν ἀπῄτεις τὸν οὐδὲν εἰρηκότα τῆς ὁμωνυμίας αὐτῷ δίκην λαχών ; οὐχ οὕτω Λακεδαιμονίους φασίτί γὰρ
4571571 κρεμησεται
μὴ δεῖσθαι ἀσπίδος εἰρήνης γενομένης , ἔφη “ ἐν φεψάλῳ κρεμήσεται ἡ ἀσπίς ” , παρὰ τὸ Ἡσιόδειον “ αἶψά
, ὅμως οὐκ ἐπέτυχεν αὐτός , Ἀστέρα Φίλιππος ἢν λάβῃ κρεμήσεται . Φίλιππος ἀσθενῶν ] τὴν αἰτίαν λέγει δι '
4568509 ἱδρυσας
κατασκευάσας τῷ θεῷ , βωμούς τε πλείστους περὶ τὸν νεὼν ἱδρύσας , ἑκάστοτε προϊὼν ἕωθεν ἑκατόμβας τε ταύρων καὶ προβάτων
, ἔργματ ' οὐχὶ θνητὰ δρῶν . Πενθέα δ ' ἱδρύσας ἐλατίνων ὄζων ἔπι ὀρθὸν μεθίει διὰ χερῶν βλάστημ '
4564783 Λακεδαιμονος
ἐκ Μεσσήνης , Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης Διὸς καὶ Λήδας ἐκ Λακεδαίμονος , Θησεὺς Αἰγέως ἐξ Ἀθηνῶν , Ἄδμητος Φέρητος ἐκ
δὲ μετ ' αὐτὸν διάδοχοι φιλοσοφίας Ἐπίγονός τε ὁ ἐκ Λακεδαίμονος , καὶ Βερονικιανὸς ὁ ἐκ Σάρδεων , ἄνδρες ἄξιοι
4559252 ἱκετῃ
εἰμ ' ἱκέταο διοτρεφὲς αἰδοίοιο ” ἀντὶ τοῦ ἴσος εἰμὶ ἱκέτῃ σοῦ , καὶ “ ἀντιθέῳ Ὀδυσσῆϊ ” τῷ ἰσοθέῳ
καὶ ἀφελόντες τὴν ὀροφὴν τοῦ οἴκου ὑπὸ ἐνδείας αὐτῷ παρέσχον ἱκέτῃ μένοντι ἀπολέσθαι , καὶ ἐπεὶ ἀποψύχοντα ἔγνωσαν , ἐξεκόμισαν

Back