' , ὅντιν ' ἄρα κραδίη θυμὸς τε μενοινᾷ ἡγεμόνα στήσασθε : καὶ ᾧ περὶ πάντα μελήσει σημανέειν ὅ τι
. τῶ καί μοι τὸν ἄριστον ἀποκριδὸν οἶον ὁμίλου πυγμαχίῃ στήσασθε καταυτόθι δηρινθῆναι . εἰ δ ' αὖ ἀπηλεγέοντες ἐμὰς
5958881 κηδειας
πάνυ χρόνου συνενεγκάμενοι ἔθη καὶ νόμους καὶ θεῶν ἱερά , κηδείας τε συνάψαντες ἀλλήλοις καὶ κοινωνίαις πολέμων ἀνακερασθέντες , οἱ
γὰρ καὶ τοῖς ἧττον ἀγαθοῖς προσεκτέον διὰ τὴν ἀνάγκην τῆς κηδείας , ὁδὶ δὲ ὑμᾶς , ἵνα μηδὲν εἴπω μέγα
5806901 δεξαι
, τοιοῦτό τι : φιλοτησίαν δὲ τήνδε σοι προπίομαι : δέξαι , πιοῦσα δ ' ὁπόσον ἄν σοι θυμὸς ᾖ
ἄλλα τε παιδιᾶς καὶ γέλωτος ἐχόμενα καὶ εὐφημοῦντας ἐπιλέγειν : δέξαι τὰν ἀγαθὰν τύχαν , δέξαι τὰν ὑγίειαν , ἃν
5723398 Πορθαονος
? ' οἷαι ? ? ? ? [ κοῦραι ] Πορθάονος ἐξεγένοντο [ τρεῖς ? [ , οἷαί ] ?
] θεινον [ [ ] μενκα ? ? [ [ Πορθάονος ] ? υἱο [ [ ] Ἀλκαθο [ [
5673495 οἰνοχοευειν
τῇ Ἀφροδίτῃ . Ὅμηρος : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο , ἵν ' ἀθανάτοισι μετείη .
κάλλιστος γένετο θνητῶν ἀνθρώπων : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο , ἵν ' ἀθανάτοισι μετείη .
5583091 τυμβον
. ” Αἰπύτιον τὸν τοῦ Αἰπύτου : “ Αἰπύτιον παρὰ τύμβον . ” ἔστι δὲ οὗτος τῶν Ἀρκαδικῶν ἡρώων ,
μέτρον ἐστὶν ἄριστον . γαῖαν ἐπιμοιρᾶσθαι ἀταρχύτοις νεκύεσσιν . μὴ τύμβον φθιμένων ἀνορύξηις μηδ ' ἀθέατα δείξηις ἠελίωι καὶ δαιμόνιον
5536337 συγγονων
μέρος κὰν νόμον ἐρδομένων : κατακρύπτει δ ' οὐ κόνις συγγόνων κεδˈνὰν χάριν . Ἑρμᾶ δὲ θυγατˈρὸς ἀκούσαις Ἰφίων Ἀγγελίας
τῆς νίκης τούτου ὁ προθανὼν Ἰφίων μετέχει καὶ συνήδεται . συγγόνων κεδνὰν χάριν : τὴν τῶν συγγόνων ἀγαθὴν χάριν οὐ
5535077 οἱο
τοιαῦτα , ὃν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο : ἔστι γὰρ ἕνεκα τοῦ αὐτοῦ κάλλους , καθὸ
πού τις ἀνώγοι . ὅς ῥ ' ἐλθὼν Ὀδυσῆα διώκετο οἷο δόμοιο , καί μιν νεικείων ἔπεα πτερόεντα προσηύδα :
5534887 Θετιδος
Ἄδωνις Ἀδώνιδος , Θέογνις Θεόγνιδος , Ἄθηνις Ἀθήνιδος , Θέτις Θέτιδος , Μέμφις Μέμφιδος , Κύπρις Κύπριδος : κύρια προσέθηκε
τῶν Νηρεΐδων Φῶκος καὶ Ἀχιλλεύς : Ἀχιλλεὺς μὲν γὰρ παῖς Θέτιδος ἔκγονος ὢν Αἰακοῦ , Φῶκος δὲ Ψαμάθης Νηρεΐδος καὶ
5465323 ἐπισκηπτω
τ ' Ἄργος μόληις , πρὸς δεξιᾶς σε τῆσδ ' ἐπισκήπτω τάδε : τύμβον τε χῶσον κἀπίθες μνημεῖά μου ,
τύραννον . ἔστι δὲ ἐντελλομένους ποιεῖν καὶ τοὺς κρινομένους : ἐπισκήπτω δὲ ὑμῖν , εἰ καταψηφιεῖσθέ μου ὡς προδεδωκότος μετὰ
5460385 φιλοφροσυνης
νυκτὸς ἀοιδή , ὀρχείσθω τις : ἑκὼν δ ' ἄρχε φιλοφροσύνης . ὅντινα δ ' εὐειδὴς μίμνει θήλεια πάρευνος ,
Ἴσιδος πάλιν τῆς ὁδοῦ λαβοῦσα καὶ μνησθεῖσα τῆς τοῦ Αἰσώπου φιλοφροσύνης , ἐπάρασα τὰς χεῖρας εἰς τὸν οὐρανὸν εἶπεν “
5459546 Εἰρηνης
δὲ οὐχ ἧσσον τὸ Κηφισοδότου : καὶ γὰρ οὗτος τῆς Εἰρήνης τὸ ἄγαλμα Ἀθηναίοις Πλοῦτον ἔχουσαν πεποίηκεν . Ἀφροδίτης δὲ
Ἄρηος πλήγματα [ ] ? καὶ σακέων ἐστόρεσεν πάταγον , Εἰρήνης μόχθους εὐώπιδος ἔνθα κλαδεύσας γῆν ἐπὶ Νειλῶτιν νίσετο γηθαλέος
5441793 Αἰγισθον
εὐσεβῶς διεπράξατο φονεύσας αὐτήν , ἔφη τὸ ἔθυσα : τὸν Αἴγισθον μὲν ἔκτεινα , ἐπὶ τούτῳ δὲ τὴν μητέρα ἔθυσα
πρὸς ἄνδρα νήπιον . στένω ] εὐγνωμόνως ἐλεοῦσι τοὺς περὶ Αἴγισθον . ἐπήκρισεν ] ἐπ ' ἄκρον ἦλθεν . διπλοῦς
5412070 Γανυμηδη
' ἀκράτειαν ἡδονῆς . πάντες δὲ δὴ Κρητῶν τὸν περὶ Γανυμήδη μῦθον κατηγοροῦμεν ὡς λογοποιησάντων τούτων : ἐπειδὴ παρὰ Διὸς
συντείνει ἐπὶ τὴν εὐθεῖαν τοῦ θεοί , ἀνήρπασαν οἱ θεοὶ Γανυμήδη τοῦ αὐτοῦ ἕνεκα κάλλους . εἰ γοῦν μεταληφθείη ἡ
5411574 ξυμπασιν
λέγει ; ταῦτα δὲ νομοθέτῃ προσήκει μᾶλλον εἰδέναι ἢ ποιηταῖς ξύμπασιν . οὐκοῦν ἄντικρυς δοκεῖ σοι συμπάντων τῶν ποιητῶν πρῶτον
μέτεστι τῶν κινδύνων , τὰ δὲ ἆθλα ἐν μέσῳ κεῖται ξύμπασιν . ἥ τε χώρα ὑμετέρα καὶ ὑμεῖς αὐτῆς σατραπεύετε
5408167 ὑμνου
ψιλοῦ γράφονται τῇ παραληγούσῃ : σεσημείωται τὸ αἶνος ἐπὶ τοῦ ὕμνου , ἐπί τε τῆς πόλεως , διὰ τῆς διφθόγγου
ἢ τὸν Διαγόραν : οὗτος γὰρ νόμος ἐγένετο νικήσας τοῦ ὕμνου . βέλτιον δὲ τὸ πρότερον : ἐπιφέρει γάρ :
5392180 ὑμνον
, τῇ περ πρυμνήσι ' ἀνῆπτο , Ὀρφείῃ φόρμιγγι συνοίμιον ὕμνον ἄειδον ἐμμελέως , περὶ δέ σφιν ἰαίνετο νήνεμος ἀκτή
Ἤγουν μέμψις καὶ ὁ ψόγος . Ἐπίνικον ] Ἤγουν ἐπινίκιον ὕμνον . Λιπαρὸν ] Ἤγουν λαμπρὸν καὶ ἐπίδοξον . Κόσμον
5391536 εὐχης
, ὁ δὲ ἀστερίσκος , ὅτι ἐκ τῆς τοῦ Χρύσου εὐχῆς μετενήνεκται . . . . Ο . μενέω νηῶν
θέσιν ἔσχον τοῦ ὀνόματος . προῦπτον γὰρ ὅτι τὸ γράψαιμι εὐχῆς ἐστιν παραστατικὸν καὶ τὸ περιπατῶ ὁρισμοῦ : ὅθεν εἰ
5388465 ὠνητος
[ ! ! ! ] λεω ? φαρμακὸν ἀγινεῖ Ἀβδήροις ὠνητὸς ἄνθρωπος καθάρσιον τῆς πόλεως , ἐπὶ πλίνθου ἑστὼς φαιᾶς
τὴν αἰθαλωτὸν καὶ κεκαυ - μένην πάτραν ὑφ ' Ἡρακλέος ὠνητὸς δὲ παρὰ τῆς καλύπτρας τῆς αὐτοῦ ἀδελφῆς Ἡσιόνης ἀιστώσας
5382401 Κλυταιμνηστρας
Ὀρέστην φονευομένου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Ἀρσινόη ἡ τροφὸς ἐκ τῶν Κλυταιμνήστρας χειρῶν καὶ τοῦ κατ ' αὐτοῦ δόλου σκευωρουμένου ὑπεξέκλεψεν
μεταξὺ Οἴακος τοῦ μετὰ τοῦ Τυνδαρίου ἐλθόντος καὶ Ἠριγόνης τῆς Κλυταιμνήστρας καὶ τοῦ Ὀρέστου . ὅστις Μενεσθεὺς ἐξεῖπε ψῆφον δικαίως
5367126 Ἀναξω
. φησὶ δὲ οὕτως : ἦλθεν ἡ τοῦ Εὐβούλου θυγάτηρ Ἀναξὼ κανηφοροῦσα τῇ Ἀρτέμιδι καὶ πομπὴν ἐπαγομένη τῇ θεῷ .
παρὰ τριόδῳ . Αἱ νόμιμοι δύο γρῆες ὁμήλικες ἦμεν , Ἀναξὼ καὶ Κληνώ , δίδυμοι παῖδες Ἐπικράτεος , Κληνὼ μὲν
5363369 Ἰωαννην
, καὶ τούς τε ἄλλους ἀνδραποδίσας , ἔτι δὲ καὶ Ἰωάννην τὸν Τιμοστράτου παῖδα , δυνάμει τε καὶ ἀξιώσει προὔχοντα
τῆς κοινῆς σωτηρίας ἀμελήσαντες , καὶ προστησάμενοι σφῶν αὐτῶν τὸν Ἰωάννην , τεχνικὸν δή τινα ἱερακοτρόφον , τὸν Φράβιθον ἀφείλοντο
5361937 ἰνιν
τόνδ ' ἄνευ βρόχων × – ˘˘˘ – – νέον ἶνιν , ὡς ὁρᾶν πάρα . πόθεν ἐρημίας ; Κιθαιρών
δέλτους , ὦ Λήδας ἔρνος , μὴ στέλλειν τὰν σὰν ἶνιν πρὸς τὰν κολπώδη πτέρυγ ' Εὐβοίας Αὖλιν ἀκλύσταν .
5360835 ὀπτηρια
τῇ κεκαυμένῃ , τῇ μελαίνῃ . μορμύσσεται : ἐκφοβεῖ . ὀπτήρια : τὰ ὑπὲρ τοῦ ἰδεῖν δῶρα . ὤλοψας :
δὲ κατόπτας , Ξενοφῶν δὲ ὀπτῆρας . εἴρηται δὲ καὶ ὀπτήρια τὰ δῶρα τὰ παρὰ τοῦ πρῶτον ἰδόντος τὴν νύμφην
5356468 τεο
φανεροῦ αἰτίου οὐδενός : φασὶ δὲ αὐτοὶ Ἠλεῖοι ἐκ κατάρης τέο οὐ γίνεσθαι σφίσι ἡμιόνους . Ἀλλ ' ἐπεὰν προσίῃ
Ἐπιγενόμενα δὲ ταῦτα τῷ Δαρείῳ ἐτελέωσέ μιν ὥσπερ ἐκ συνθέτου τέο γενόμενα : οἱ δὲ καταθορόντες ἀπὸ τῶν ἵππων προσεκύνεον
5350590 κεκριμενον
πρὸς ὕβριν ἀνθρώπων ἀδίκοις ' ἔργμασι πειθομένων ; οὐδέ τι κεκριμένον πρὸς δαίμονός ἐστι βροτοῖσιν , οὐδ ' ὁδὸν ἥντιν
διὰ λόγων παραλογιζόμενος . Εἰλικρινής . παρὰ τὸ ἐν ἕλῃ κεκριμένον . ἕλη δὲ ἡ λαμπηδὼν τοῦ ἡλίου . Ἔλεγος
5314811 Ὀλυμπιονικην
ἀγάγετέ μοι τὸν υἱὸν τοῦ Ἀρχεστράτου , τὸν Ἀγησίδαμον τὸν Ὀλυμπιονίκην , ἐν ποίῳ μέρει τῆς ἐμῆς μνήμης ἐστὶ γεγραμμένος
. δέξαι : τοῦτον τὸν κῶμον καὶ ὕμνον δέξαι ὄντα Ὀλυμπιονίκην : ἐπειδὴ εἰς τὸν νικήσαντα λέγεται . δέξαι δὲ
5283520 ἱε
βασιλέων τὸ ἔθος , ἐπιὼν μεθ ' ὅπλων ἐπὶ τὸ ἱε - ρόν , ὅπου ὁ χρυσοῦς νεώς ἐστι ,
σοφίζει . Καὶ φανῶ σε τοῖς πρυτάνεσιν ἀδεκατεύτους τῶν θεῶν ἱε - ρὰς ἔχοντα κοιλίας . Ὦ μιαρὲ καὶ βδελυρὲ
5281691 ἀκαμαντοποδος
οὔ νιν διώξω : κεινὸς εἴην . Ἐλατὴρ ὑπέρτατε βροντᾶς ἀκαμαντόποδος Ζεῦ : τεαὶ γὰρ Ὧραι ὑπὸ ποικιλοφόρμιγγος ἀοιδᾶς ἑλισσόμεναί
λόγος : ὑπέρτατε βροντᾶς ἐλατὴρ Ζεῦ : οἷον ἡνίοχε . ἀκαμαντόποδος δὲ , μὴ καμνούσης τοὺς πόδας . ἀκοπιάστου καὶ
5271842 δυσσεβειας
γὰρ ἀφορμαὶ κινοῦσιν ἀνθρώπους εἰς θεῶν ἐπιμέλειαν , τιμωρίαι τε δυσσεβείας καὶ γνώμης εὐσεβοῦς ἀμοιβαί . ὧν ἀμφοτέρων ἐκεῖνος φαίνεται
. ἔσθ ' ὅπη δέους . ξύμμετρον ] σύντομον . δυσσεβείας ] ὕβριν γεννῶσα : οἱ γὰρ ἀρξάμενοι τοῦ θείου
5252086 Πολυνεικους
] εἰπούσης τῆς Ἀντιγόνης ὅτι τὰ περὶ τῆς τιμῆς τοῦ Πολυνείκους κακῶς κέκριται παρὰ τοῖς θεοῖς , φησὶν ὁ κῆρυξ
Θηβαίους , τοὺς καὶ νικήσαντας , καὶ θάνατος Ἐτεοκλέους καὶ Πολυνείκους . ἐδιδάχθη ἐπὶ Θεαγενίδου ὀλυμπιάδι οηʹ . ἐνίκα Αἰσχύλος
5250024 Πρωτογενειας
τοιαῦτα κεχώρισται τῶν θεῶν καὶ πόρρω ἐστίν . φέροις δὲ Πρωτογενείας : ὑμνοῖς τὸ τῆς Πρωτογενείας ἄστυ τὴν Ὀποῦντα .
Λοκρὸς ἄπαις γεγενῆσθαι καὶ τὸν ἐκ Διὸς συλληφθέντα ὑπὸ τῆς Πρωτογενείας ἴδιον νενομικέναι παῖδα . προεῖχε μέντοι ἡ γυνὴ ἡ
5243891 Τυνδαρεῳ
, Ἡρακλέα δὲ ἔφασαν ἀποκτείναντα Ἱπποκόωντα καὶ τοὺς παῖδας παρακαταθέσθαι Τυνδάρεῳ τὴν χώραν : τοιαῦτα δὲ καὶ περὶ τῆς Μεσσηνίας
, Ἀλκυονέα δ ' ἐν Παλλήνῃ , καὶ Σπάρτην μὲν Τυνδάρεῳ , Ποτείδαιαν δὲ καὶ τὴν ἄλλην Παλλήνην Σιθῶνι τῷ
5222154 Ὀρεστην
' ἐπιών νιν βίοτος εὐδαίμων μένει . Ἄργους δ ' Ὀρέστην , Μενέλεως , ἔα κρατεῖν , ἐλθὼν δ '
ὁ χρήσας αὐτὸς ἦν ὁ μαρτυρῶν , ὡς ταῦτ ' Ὀρέστην δρῶντα μὴ βλάβας ἔχειν . ὑμεῖς δ ' ἐμεῖτε
5213302 παιανα
κοινῇ μηδὲν ἀτυχούντων , συνῇδον μετὰ τῶν ἄλλων πρέσβεων τὸν παιᾶνα , ἡνίκα ὁ θεὸς μὲν ἐτιμᾶτο , Ἀθηναῖοι δὲ
ἀλλὰ γένος τι ὕμνου τὸν λίνον , ὥσπερ εἰ ἔλεγε παιᾶνα ᾖδεν ἤ τι τοιοῦτον . διὸ ἡ διπλῆ .
5202371 ἀνηρειψαντο
δὲ Ζεὺς Ἕκτορι δῶκεν ᾗ κεφαλῇ φορέειν : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο : πάλιν ἐπὶ
: ἀνεμώνιος : καὶ τροπῆ τοῦ ἀμεταβόλου εἰς ἀμετάβολον . ἀνηρείψαντο : σημείωσαι ἀνήρπασσ : παρὰ τὸ ἐρανανερέψαντο πλεονασμῶ τοῦ
5190191 κηδειν
μή μοι ἀπέχθηαι φιλέοντι . καλόν τοι σὺν ἐμοὶ τὸν κήδειν ὅς κ ' ἐμὲ κήδῃ : ἶσον ἐμοὶ βασίλευε
τοῦ ἀνέμου πνοή . κεράσαι : μῖξαι . προχέαι . κήδειν καὶ κήδεσθαι : λυπεῖν . καὶ φροντίζειν . καὶ
5185546 ἀποιχομενον
' ἁμετέρας ἀπὸ γλώσσας κοινὸν εὔξασθαι ἔπος , ζώειν τὸν ἀποιχόμενον , Οὐρανίδα γόνον εὐρυμέδοντα Κρόνου , βάσσαισί τ '
. . Ἀγάπιος Ἀγάπιος : Ἀθηναῖος φιλόσοφος , μετὰ Πρόκλον ἀποιχόμενον , ὑπὸ Μαρίνῳ . ὃς ἐθαυμάζετο ἐπὶ φιλομαθείᾳ καὶ
5184922 Θερσανδρου
, λέγειν , φθάσας ῥήτωρ ἕτερος , ὄνομα Σώπατρος , Θερσάνδρου συνήγορος , “ Ἀλλ ' ἐμός , ” εἶπεν
εἰς τὴν εἱρκτὴν ἐβέβλητο , δώσων δίκην , τοῦ δὲ Θερσάνδρου φυγὴν ἀπόντος κατέγνωσαν . ἡμᾶς δὲ ὁ ἱερεὺς ὑπεδέχετο
5180605 Οἰνωνης
Πηλέα φησίν : ἡ γὰρ Αἴγινα πρῶτον Οἰνώνη ἐλέγετο ἀπὸ Οἰνώνης τῆς Βουδίωνος θυγατρός , καθά φησι Πυθαίνετος ἐν τῷ
τῆς Ἑλένης ἐπεισάκτους γάμους . * κοῦρον δὲ λέγει τὸν Οἰνώνης καὶ Ἀλεχάνδρου υἱόν * . ἐπεισάκτων τῶν ἀθεμίτων .
5177655 Στρατονικης
Συνέβη γάρ . ὡς ἔοικε . τὸν Ἀντίοχον ἐρασθέντα τῆς Στρατονίκης νέας οὔσης . ἤδη δὲ παιδίον ἐχούσης ἐκ τοῦ
Δημητρίου τοῦ Πολιορκητοῦ καὶ γυναῖκα εἶχε Φίλαν τὴν Σελεύκου καὶ Στρατονίκης θυγατέρα . ἦν δὲ φιλόλο - γος γενόμενος ,
5171139 Ἑλενης
. φῦλον ἀντὶ τοῦ γένος : “ ὡς ὄφελ ' Ἑλένης ἀπὸ φύλων ὀλέσθαι . ” φωριαμοῖς κιβωτοῖς . ὁ
μυίας , ὥσπερ ἡ ἐμπίς . τὸν γράψαντα περὶ τῆς Ἑλένης ] Πολυκράτην λέγει τὸν σοφιστήν . Θεράπναις ] κωμύδριον
5170187 τεκνου
ἀνδρὸς θάνατον τεκνόποινος , ἤτοι ποινὴν καὶ τιμωρίαν εἰσπράττουσα τοῦ τέκνου αὐτῆς , τουτέστι τῆς Ἰφιγενείας . οὐ δεισήνορα ]
θ ' ὑπειδόμην τὴν σὴν ἃ πείσηι τ ' ἐκπεπνευκότος τέκνου , ἥκω δ ' ἀρήξων συμφοραῖσι ταῖσι σαῖς ,
5163132 θεσμον
ὡς ὑδογενὴς διέταξεν , ἐκ θεόθεν γνώμῃσι λαβὼν κατὰ δίπλακα θεσμόν . ἄλλως οὐ θεμιτὸν δὲ λέγειν : τρομέω δέ
ἐκ τῶν κοινῶν εὐεργεσιῶν τὴν ἡγεμονίαν ἐκτήσατο καὶ μετέθηκε τὸν θεσμόν : οὐ γὰρ ἐξ ὧν κατεδουλώσατο τὰς πόλεις ἔσχε
5154290 Ἀργειης
! ! ! ] ρεη [ μάλα δ ' ἤθελε Ἀργείης Ἑλένης πόσις ἔμμεναι [ ἠυκόμοιο . ἐκ δ '
ἐδίδου : μάλα δ ' ἤθελε ? ὃν κατὰ θυμὸν Ἀργείης Ἑλένης ? πόσις ἔμμεναι ἠυκόμοιο ? . Αἴας δ
5141181 Ἑρμεω
ἐς Καταίην , νῆσον ἐρήμην , ἁλιτενέα : αὕτη ἱερὴ Ἑρμέω καὶ Ἀφροδίτης ἐλέγετο : στάδιοι τοῦ πλόου τριηκόσιοι .
Μετὰ δὲ τὸν Ἀπόλλωνα ξόανόν ἐστιν Ἄτλαντος , μετὰ δὲ Ἑρμέω καὶ Εἰλειθυίης . Τὰ μὲν ὦν ἐντὸς τοῦ νηοῦ
5136049 ἐτραπετ
ἵππον . θάμβησεν δ ' Ἀχιλεύς , μετὰ δ ' ἐτράπετ ' , αὐτίκα δ ' ἔγνω Παλλάδ ' Ἀθηναίην
οἳ δ ' αὐτοὶ δηριαάσθων . Ὣς ἄρα φωνήσας πάλιν ἐτράπετ ' : αἴδετο γάρ ῥα πατροκασιγνήτοιο μιγήμεναι ἐν παλάμῃσι
5135375 Τυχης
τῇ εὐτυχίᾳ αὑτοῦ , ἔφη μᾶλλον αὑτοῦ εἶναι ἢ τῆς Τύχης τὰ πραττόμενα . διὸ καὶ ἠτύχησεν ὕστερον , νεμεσησάσης
, καὶ ἐμὲ μὲν αἱ θύραι ῥύονται τοῦ νεὼ τῆς Τύχης , οὗπερ καὶ ἐκαθήμην . τὸν ἄρχοντα δὲ καὶ
5133414 ἱκετις
μέγεθος , ἴθι ἀμεταστρεπτὶ πρὸς τὰς δυνάμεις αὐτοῦ καὶ τούτων ἱκέτις γενοῦ , μέχρις ἂν ἀποδεξάμεναι τὸ συνεχὲς καὶ γνήσιον
προστίθημι τῆι φύσει . [ ] ὦ πρός σε γονάτων ἱκέτις Ἀμφιάρεω πίτνω καὶ πρὸς γενείου τῆς τ ' Ἀπόλλωνος
5131035 Οἰδιπου
. ὁ δὲ νοῦς : ἣν μάχην φέρων τοῖς παισὶν Οἰδίπου ὁ Ἄρης ταχέως πορευθήσεται . ἄμεινον δὲ τὸ εἴσεται
, ὅστις ἡμᾶς τῆς ἀπορίας ἀπαλλάξει . ἀλλὰ γὰρ οὐδὲν Οἰδίπου δεῖ τοῖς παροῦσιν οὐδέ γε Τειρεσίου . ἀλλ '
5125956 Δηιονεως
τοῦ φόνου , ὃν Ἰξίων ἐποίησεν . Ἰξίων Διάντην τὴν Δηιονέως θυγατέρα γήμας , ἐπειδὴ ἀπῃτεῖτο παρ ' αὐτοῦ τὰ
δῶνι περὶ Ἁλιρροθίου δίκην : μετὰ δὲ τὴν Κεφάλου τοῦ Δηιονέως , ὅστις τὴν Πρόκριν τὴν Ἐρεχθέως ἔχων γυναῖκα καὶ
5125924 Οἰδιποδα
, κακόμαντιν , πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινὺν τελέσαι τὰς περιθύμους κατάρας Οἰδιπόδα βλαψίφρονος : παιδολέτωρ δ ' ἔρις ἅδ ' ὀτρύνει
, τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα , βροτῶν οὐδὲν μακαρίζω : ὅστις καθ ' ὑπερβολὰν
5118259 τακ
] ή ! [ [ ] κα [ [ ] τακ ? [ [ ] τα ? [ . .
] [ [ ] ! ευξα ? [ [ ] τακ ? [ . . . . . . [
5116625 νυμφιον
ἐς ἄνδρας ὕβρισε τοῦ δήμου καὶ παρθένον κομιζομένην παρὰ τὸν νυμφίον ᾔσχυνεν ἀφελόμενος τοὺς ἄγοντας . ἐπιλαβούσης δὲ τῆς νυκτὸς
, αἷς ἔτρεφον καὶ διετύπουν τῇ φαντασίᾳ παστάδα , πολίτην νυμφίον , ὑμέναιον , τὴν θυγατέρα κύουσαν , ὠδίνουσαν ,
5114167 ἀγητον
ποιμένες ἐν τοῖς ὄρεσι . τουτὶ τὸ νεανικόν ἐστι καὶ ἀγητόν ; οὐ δήπου . ἀλλὰ νῦν δείξεις οἷοι καὶ
τάφον καλοῦσι . καὶ Ὅμηρος : Αἰπύτιον παρὰ τύμβον . ἀγητόν : ἔκπληξιν ἔχον διὰ τὰ ἐν αὐτῷ γινόμενα περὶ
5102447 μιασμ
φόνου εἰς σπλάγχν ' ἐχίδνης αὐτόχειρ βάψει ξίφος , κακὸν μίασμ ' ἔμφυλον ἀλθαίνων κακῷ . Ἐμὸς δ ' ἀκοίτης
τῆς ἀποθανούσης : δεῖξον δ ' ἐπειδή γ ' εἰς μίασμ ' ἐλήλυθας : ἐπειδὴ εἰς μίασμα ἐλήλυθας , δεῦρό
5102344 Πολυδωρον
βληθέντι ἐς τὸν Σεμέλης θάλαμον πέσοι ξύλον ἐξ οὐρανοῦ : Πολύδωρον δὲ τὸ ξύλον τοῦτο χαλκῷ λέγουσιν ἐπικοσμήσαντα Διόνυσον καλέσαι
εἰς τὴν πυρκαϊὰν , ταῦτά φησιν : τῶν κατὰ τὸν Πολύδωρον : † νέων δὲ πημάτων οὐχ ἅπτεται : τῆς
5101997 Ἀντιλοχον
Πατροκλείᾳ , εἰκάζων τὸν Μενέλεων τῷ ὄρνιθι , ὅτε ἀνεζήτει Ἀντίλοχον , ἵνα ἄγγελον ἀποστείλῃ τῷ Ἀχιλλεῖ , πικρὸν μέν
ἤδη τοῦ πολέμου ἐλθεῖν . νέον μὲν γὰρ εἶναι τὸν Ἀντίλοχον καὶ οὐκ ἐν ὥρᾳ τῶν πολεμικῶν , ὁπότε ξυνελέγοντο
5099142 καλλεος
ἔχει τὰ τοιαῦτα , ὃν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο : ἔστι γὰρ ἕνεκα τοῦ αὐτοῦ κάλλους
γένετο θνητῶν ἀνθρώπων : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο , ἵν ' ἀθανάτοισι μετείη . ἡ
5098234 κωμαζοντα
Πυθαγορείου αἱρέσεως , μέσων νυκτῶν ἀστρονομούμενος νεανίαν τινὰ σὺν αὐλητῇ κωμάζοντα μετὰ λαμπάδων κατὰ αὐλητρίδος τόν τε οἶκον αὐτῆς ἐμπρῆσαι
πῶς ; „ εἶπε ” πρὸς ἐραστὴν γὰρ ὁ λόγος κωμάζοντα μετὰ ξίφους ἐπὶ τὴν σὴν ὥραν . ” „
5097297 ἀναιρησας
. παλαιγενεῖς ] ἡμᾶς δηλονότι , ὅσον τὸ ἐπὶ σοὶ ἀναιρήσας καὶ φονεύσας . ὑπαί τε γᾶν ] ὑπὸ γῆν
τιμῶν . . ἡμᾶς δηλονότι , ὅσον τὸ ἐπὶ σοὶ ἀναιρήσας καὶ φονεύσας . . . . ἀντιστροφὴ κώλων εʹ
5096948 ἀναγε
πλακοῦντας , δενδαλίδας , ταγηνίας . Γέννα ὁ οὗτος ὀλίγον ἄναγε ἀπὸ τῆς διφροφόρου : χρηστὸς εἶ καὶ κόσμιος .
Ὑμέναι ' Ὑμήν . χόρευε , μᾶτερ , χόρευμ ' ἄναγε , πόδα σὸν ἕλισσε τᾶιδ ' ἐκεῖσε μετ '
5096027 ἐπῃνεον
τραφερήν τε καὶ ὑγρήν . Καὶ τότε δὴ μάλα πάντες ἐπῄνεον , ὡς ἐκέλευεν Ἡρακλέης , καὶ θῆκαν Ἰήσονα κοίρανον
” ὣς ἔφαθ ' , οἱ δ ' ἄρα πάντες ἐπῄνεον . αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ζώσατο μὲν ῥάκεσιν περὶ μήδεα ,
5081504 κοιτης
ὅσια καὶ ὅσιόν ἐστι προσενεγκεῖν αὐτῇ χεῖρα καὶ ἐκ τῆς κοίτης αὐτῆς ἡδεῖαν βοτάνην ἀποκεῖραι , ἀντὶ τοῦ δρέψασθαι τὴν
, ἐπαΐσσεσθαι ὁδοῖο . Καὶ μύες ἡμέριοι ποσσὶ στιβάδα στρωφῶντες κοίτης ἱμείρονται , ὅτ ' ὄμβρου σήματα φαίνῃ . ]
5079178 ἀδελφης
: ἤρας ἐκείνης , ὦ πλούσιε ; ἔασον ὑπὸ τῆς ἀδελφῆς τυχεῖν τῶν νομιζομένων κειμένην : ἀλλήλοις ἐπὶ τοῦ τάφου
δι ' ἃ οἱ πολλοὶ ᾠήθησαν , διὰ τὴν τῆς ἀδελφῆς ἀτιμίαν τῆς κανηφορίαςἐπεὶ τοῦτό γε εὔηθεςἀλλὰ τὸν μὲν Ἁρμόδιον
5075747 φονεα
ἐκ τῆς Ἀπόλλωνος ἀπολογίας κατακρίνουσιν Ὀρέστην . εἰ γὰρ τὸν φονέα οὐχ οἷόν τε τὸν φόνον ἀνακαλέσασθαι , πῶς Ὀρέστης
ἔτυχε τοῖς πρωτουργοῖς αἰτίοις . οἷον φέρε ὁ δικαστὴς τὸν φονέα κολάζειν βούλεται καὶ οὐ τόνδε τὸν ἄνθρωπον , κολάζει
5072667 ἐξελθ
παῖ παῖ ” , Πολυξένη δηλονότι , “ ἔξελθ ' ἔξελθ ' οἴκων ” . παίζει ⌈ ὁ Ἀριστοφάνης ἐνταῦθα
νυν τὰ πλείον ' ἱστορεῖν , ἐκ τῆσδ ' ἕδρας ἔξελθ ' : ἔχεις γὰρ χῶρον οὐχ ἁγνὸν πατεῖν .
5072343 ἐπιηρα
ἐνάριζε θαρσαλέως : μάλα γάρ οἱ ἀάσπετον ὤπασε κάρτος Ζεὺς ἐπίηρα φέρων ἐρικυδέι Ἡρακλῆι . Ἔνθ ' ὅ γε καὶ
ἐφίσταται ἀμπλακίηισι , / Ζηνὶ θεῶν κρείοντι Δίκηι τ ' ἐπίηρα φέρουσα . Καθολικὴ προσωιδία , . . . .
5071949 Πολυνεικη
. δράτω πόλις : ὃ βούλεται ποιείτω εἰς τοὺς κλαίοντας Πολυνείκη . δράτω ] ὃ βούλεται ἡ πόλις ποιείτω εἰς
Χὠ μὲν νεάζων καὶ χρόνῳ μείων γεγὼς τὸν πρόσθε γεννηθέντα Πολυνείκη θρόνων ἀποστερίσκει κἀξελήλακεν πάτρας . Ὁ δ ' ,
5061661 φιλομουσιας
ὕμνον δὲ χαριστήριον τῷ Ποσειδῶνι , μάρτυρα τῆς τῶν δελφίνων φιλομουσίας , οἱονεὶ καὶ τούτοις ζωάγρια ἐκτίνων ὁ Ἀρίων ἔγραψε
ἀναθέμενος αὐτὸν ἐξενηξάμην ἔχων εἰς Ταίναρον . Ἐπαινῶ σε τῆς φιλομουσίας : ἄξιον γὰρ τὸν μισθὸν ἀπέδωκας αὐτῷ τῆς ἀκροάσεως
5058916 φημης
ἰδίαν ὠμότητα καταδεῖξαι θύειν τοὺς ξένους , ἵνα διαδοθείσης τῆς φήμης εἰς ἅπαντα τόπον περὶ τῆς Κόλχων ἀγριότητος μηδεὶς τῶν
τὸ γνήσιον αὐτῆς ἐναυγασάμενοι κάλλος , τῆς παρὰ τοῖς πολλοῖς φήμης οὐ φροντίσαντες ἐπεβουλεύθησαν , κακοὶ νομισθέντες οἱ πρὸς ἀλήθειαν
5055080 ὀλολυγμον
. ὀλολυγμὸς λέγεται ἡ εὐχὴ μετὰ τοῦ οἴκτου . . ὀλολυγμὸν ἱερὸν εὐμενῆ παιώνισον ] μετὰ συντριβῆς εὐχὴν ἐξιλαστικὴν ᾆσον
ἡμῖν . . τούτοις ] οἷς νῦν προὔκρινας . . ὀλολυγμὸν ] καὶ πρῶτον ἐμοῦ εὐξαμένου , εἶτα σὺ ὕμνησον
5049628 Αἰγλα
Κλεοφήμα δ ' ὀνομάσθη . Ἐγ δὲ Φλεγύα γένετο , Αἴγλα δ ' ὀνομάσθη : τόδ ' ἐπώνυμον : τὸ
Ποδαλείριος [ ] ἠδ ' Ἰασώ , ἰὲ Παιάν , Αἴγλα [ τ ' ] ἐοῶπις Πανάκειά τε Ἠπιόνας παῖδες
5046990 ὀρσο
ὅτου χάριν αὐτὸν ἐπεβοήσατο . τὸ δὲ ἀντεφθέγξατο πρὸς τὸ ὄρσο ἔχει τὴν δύναμιν καὶ πάγκοινον τὸν χῶρον καλεῖ διὰ
ἀκολούθει εἰς τὴν ἐσομένην πάγκοινον χώραν , τὴν Ὀλυμπίαν . ὄρσο τέκνον δεῦρο : ταῦτα παρὰ Ἀπόλλωνος πρὸς Ἴαμον :
5045943 εὐδοκιμησεως
εἰ ἄρα μετριότητος ἤθους κέχρηται , μὴ βουλόμενος ἑαυτῷ τῆς εὐδοκιμήσεως καὶ τῆς παρὰ τῶν πολλῶν ἐπαίνου εἶναι μαρτυρία .
ἐλέγχων , ὅσοι λόγου χάριν καὶ τῆς παρὰ τοῖς πολλοῖς εὐδοκιμήσεως προΐστανται ταύτης τῆς θέσεως , πρὸς οὓς καὶ ἤδη
5045743 μητροπατορος
μητρὸς ἐν τῇ κιβωτῷ ἐμβληθὲν εἰς τὴν θάλασσαν ὑπὸ τοῦ μητροπάτορος ἐσώσατε οἰκτείρασαι αὐτούς . Οἶδα ὃν λέγεις : εἰκὸς
αἰῶνα τυγχάνειν . Τοιαῦτα μὲν ὁ Ῥωμύλος ἐκ διδαχῆς τοῦ μητροπάτορος , ὥσπερ ἔφην , ἀπομνημονεύσας ἐν τοῖς πλήθεσιν ἔλεξεν
5033237 δεσποινης
τούτῳ μὲν αὐτὸ τοῦτ ' ἀγαπητὸν ἦν , τὸ τῆς δεσποίνης ἀξιωθῆναι : τῷ πατρὶ δ ' οὐδὲ λαμβάνοντι τοσαῦτα
τὴν ἀναίρεσιν τῶν παίδων . Ἔδοξέ τις δοῦλος παρὰ τῆς δεσποίνης ᾠὸν λαβεῖν ἑφθὸν καὶ τὸ μὲν λεπύριον ἀπορρῖψαι ,
5029402 καθαρμον
κελεύσας ἔθυσε τῷ κατέχοντι τὸ πεδίον Ἄρει . τοῦτον τὸν καθαρμὸν ἕως τῶν κατ ' ἐμὲ χρόνων Ῥωμαῖοι καθαίρονται μετὰ
πολλοῦ θ ' ἅμα τάφου , οἰκεῖον τελέειν κέλομαι λήροιο καθαρμὸν εὐαγέοντες , ὅπως σοφίαν καταναιετάητε , ὄλβον μὴ πατρίοισι
5024405 Ἀνδρομαχης
, ἀλλ ' οὐδὲ τὸν νεώτερον τὸν Βυζάντιον , τὸν Ἀνδρομάχης υἱὸν , ἀποπεφασμένως εἴποιμι ὡς νενίκηκεν . Ὅμηρον δὲ
τοὺς χρόνους : ὕστερον γὰρ ἀπὸ Μολοσσοῦ τοῦ Νεοπτολέμου καὶ Ἀνδρομάχης τοὔνομα ἔλαβεν ἡ Μολοσσία . παρεκβαίνει δὲ εἰς τὰ
5020581 καταβησεσθαι
ἀλλ ' ἀπὸ τῆς πρώτης βοῆς : οἶμαι δὲ οὐδὲ καταβήσεσθαι πολλῶν ἐτῶν κεφαλὴν ἀξιόχρεω πρὸς τοῦτον ἀγωνίσασθαι , ἀλλ
„ ἀλλὰ πεπλάνησαι , ὦ αὕτη , εἰ ὑπέλαβές με καταβήσεσθαι . ἐγὼ γὰρ ἀπ ' ἐκείνου ἀλώπεκας φυλάττομαι ,
5019852 μειλιχιῃ
αὐτὸν ὁρῶσιν : Ὁ δ ' ἀσφαλέως ἀγορεύει , αἰδοῖ μειλιχίῃ , μετὰ δὲ πρέπει ἀγρομένοισιν . εἰς γὰρ ἕτερα
ἐρχόμενον δ ' ἀν ' ἀγῶνα θεὸν ὣς ἱλάσκονται αἰδοῖ μειλιχίῃ , μετὰ δὲ πρέπει ἀγρομένοισι . τοίη Μουσάων ἱερὴ
5013570 νακος
εἵματα καλὰ μιαίνεις . ἀλλ ' ὑπὸ σοὺς πέπλους ἁπαλὸν νάκος ἠνίδε βάλλω . φεῦ φεῦ , καὶ τὰν μίτραν
. ἀμφότερα δὲ παρώνυμα : τὸ γὰρ θηλυκὸν παρὰ τὸ νάκος νάκη , ὡς βλάβος βλάβη : τὸ δὲ ἀρσενικὸν
5004356 Αἰγισθοιο
ἀνδρῶν τε θεῶν τε : μνήσατο γὰρ κατὰ θυμὸν ἀμύμονος Αἰγίσθοιο , τόν ῥ ' Ἀγαμεμνονίδης τηλεκλυτὸς ἔκταν ' Ὀρέστης
τὸν κτείνας δαίνυ τάφον Ἀργείοισιν μητρός τε στυγερῆς καὶ ἀνάλκιδος Αἰγίσθοιο . ἂψ ἀπὸ Φωκήων . . ἂψ ἀπ '
5003581 ἑταιρον
πολλαῖς ἡμέραις μικρὸν ἀνύσῃ μέτρον . πέρασον οὖν ἡμῖν τὸν ἑταῖρον οὐ τὸν Δαιδάλου τρόπον , ἀλλ ' οἶσθα ὃ
καὶ γὰρ καὶ ταῦτα αὐτῷ ὑπάρχει . Ἑρέννιον τὸν ἐμὸν ἑταῖρον φθάνεις μὲν ἐπιστάμενος , οὔπω δὲ ἱκανῶς , ὅσον
5003564 προπεμπων
τὴν προπεμπτικὴν οὑτωσί πως : ὑποκείσθω δὲ ἡμῖν νέος συνήθης προπέμπων φίλον . οὐκοῦν ὁ τοιοῦτος ἐνταῦθα ὥσπερ τι πεπονθὼς
τῆς ἑωυτοῦ παῖδας . Ἐπείτε δέ σφεας ἀπεπέμπετο , εἶπε προπέμπων αὐτούς : Ἆρα ἴστε , ὦ παῖδες , ὃς
4997820 Δαναης
παρὰ , καὶ Ἀκρίσιος , ὁ ἄκριτος καὶ ὠμός : Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης . ἐκ τοῦ ἀκρίζω δὲ καὶ Εὐριπίδης
τούτοις δὲ ἦν ἐζωγραφημένος καὶ ὁ Περσεὺς τὸ γέννημα τῆς Δανάης , οὔτε ἁπτόμενος τῆς ἀσπίδος , οὔτε ἐκτὸς τῆς
4991964 κελευσεως
. ἀνηκουστεῖν ] τὸ δὲ ἀνηκουστεῖν τῆς τοῦ πατρὸς Διὸς κελεύσεως δυνατόν ἐστι πῶς ; ἐρώτησις ἔχουσα τὸ ἄλυτον ,
ἀναφορὰν ἔπεμψαν , δεόμενοι ὥστε παρασχεθῆναι αὐτοῖς ἀπὸ θείας αὐτοῦ κελεύσεως ἀγορασθῆναι τὰ Ὀλύμπια ἀπὸ τῶν Πισαίων τῆς Ἑλλάδος χώρας
4989940 δεξηι
κάρα , φίλους νομίζους ' οὕσπερ ἂν πόσις σέθεν , δέξηι δὲ δῶρα καὶ παραιτήσηι πατρὸς φυγὰς ἀφεῖναι παισὶ τοῖσδ
κρατεῖ : ἔχω δὲ κἀγὼ πρὸς τάδ ' , εἰ δέξηι , λέγειν . ἔθρεψά ς ' εὔνους τ '
4989718 ὀρθοβουλου
διανοίᾳ ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀνάπαυσις τῆς ] ἀποστροφὴ τὸ σχῆμα ὀρθοβούλου ] τῆς ὀρθὰ καὶ ἀληθῆ βουλευομένης αἰπυμῆτα ] μεγαλόβουλε
Δικαιοσύνης τῆς ὀρθὰ καὶ δίκαια βουλευομένης . . : τῆς ὀρθοβούλου Θέμιδος ] Ἀποστροφὴ πρὸς τὸν Προμηθέα . Θέμιδος δὲ
4988917 θυμοιο
ἑὸν πτολίεθρον , ὑπὲρ ξείνοιο δ ' ἄνακτος μάρναται ἐκ θυμοῖο καὶ οὐκ ἐμπάζεται ἀνδρῶν ἐνθεμένη φρεσὶ θάρσος ἀταρτηρόν τε
κρατερῆς χερὸς ἀλκῇ ἐγχείη στονόεσσα ποτὶ χθονὸς οὖδας ἔρεισε δευόμενον θυμοῖο . Βάλεν δ ' Εὐήνορα δῖον τυτθὸν ὑπὲρ λαπάρην
4983281 προνοιης
, ἐκ δὲ πλήθους ἐκχέουσα γαστρὸς φύσιος , ἐκ τόκου προνοίης . Ἐκ δὲ σώματος κρεμαστοὶ ἐκτὸς οἰκίην νέμονται ἔκγονοι
Εἰ μὲν περίεστί τε καὶ ἐβασίλευσε ὁ παῖς μὴ ἐκ προνοίης τινός , θάρσεέ τε τούτου εἵνεκα καὶ θυμὸν ἔχε
4981152 μελησει
καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε ἔργον ἐποίχεσθαι : μῦθος δ ' ἄνδρεσσι μελήσει πᾶσι , μάλιστα δ ' ἐμοί : τοῦ γὰρ
ἐπιγελάσας εἶπεν : Ἀλλὰ περὶ μὲν τῶν ἐξ ἐναντίας ἡμῖν μελήσει , τοὺς δ ' ἐκ πλαγίου σὺ ἄλλοις πρόσταξον
4980807 πατρας
χρόνῳ μείων γεγὼς τὸν πρόσθε γεννηθέντα Πολυνείκη θρόνων ἀποστερίσκει κἀξελήλακεν πάτρας . Ὁ δ ' , ὡς καθ ' ἡμᾶς
λέγεις . Ἐλθεῖν μὲν εἰς γῆν ἔσθ ' ὅτῳ μετῇ πάτρας : χωρὶς γὰρ ἄλλης συμφορᾶς ἐλήλυθεν : φεύγων δ
4980647 Ἀγαμεμνον
ἀναβιβάζει τὸν τόνον , πλὴν τῶν παρὰ τὸ φρήν , Ἀγάμεμνον κακόδαιμον χαμαίλεον : δαΐφρον δὲ καὶ περίφρον παροξυτόνως :
: κρῖν ' ἄνδρας κατὰ φῦλα , κατὰ φρήτρας , Ἀγάμεμνον : ὣς φρήτρη φρήτρῃφιν ἀρήγει , φῦλα δὲ φύλοις
4976925 ἐσορω
οἷσι δὲ τέκνων ἔστιν ἐν οἴκοις γλυκερὸν βλάστημ ' , ἐσορῶ μελέτηι κατατρυχομένους τὸν ἅπαντα χρόνον , πρῶτον μὲν ὅπως
δ ' εὐθὺ λύχνον ἅψας ἀνέωιξα , καὶ βρέφος μέν ἐσορῶ φέροντα τόξον πτέρυγάς τε καὶ φαρέτρην : παρὰ δ
4976715 Λογον
ἄλλο ζῷον ἴῃ ἡ ψυχή , πῶς οὐκ ἄνθρωπος ; Λόγον τοίνυν δεῖ τὸν ἄνθρωπον ἄλλον παρὰ τὴν ψυχὴν εἶναι
. Λίσπαι , οἱ μέσοι διαπεπρισμένοι ἀστράγαλοι καὶ ἐκτετριμμένοι . Λόγον λαμβάνειν Πλάτων Πολιτείας πρώτῳ . Λύγη . σκιά ,
4972047 ποιναν
ὡς ὁσιώτατα διαβιῶναι τὸν βίον : οἷσιν γὰρ ἂν Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται , εἰς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων
ἐν εἰρήνᾳ τὸν ἅπαντα χρόνον̄ ἐν σχερῷ ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ ' ἐξαίρετον ὀλβίοις ἐν δώμασι , δεξάμενον θαλερὰν
4966288 Ὑπνον
ὑπέβαινε . καταλαβόντες δέ ποτε αὐτὴν καὶ εἰσπλεύσαντες εἰς τὸν Ὕπνον λιμένα προσαγορευόμενον πλησίον τῶν πυλῶν τῶν ἐλεφαντίνων , ᾗ
' ὅσον τὸ ἔπος Ὁμήρου συστῆσαι κοινὸν ἁπάντων δεσπότην τὸν Ὕπνον ἀποκαλοῦντος περιέθεις λαμπαδίῳ προηγουμένῳ πάντα περισκοπῶν , πᾶσιν ἐφεστηκώς
4966115 ἀφικανεν
Ὃ δ ' ἐκ δόρποιο κορεσσάμενος κρατερὸν κῆρ ἐς κλισίην ἀφίκανεν ἑοῦ πατρός , ἔνθά οἱ ὕπνος ἀμφεχύθη . Δαναοὶ
ἰχθυόεντα φέρεν βαρέα στενάχοντα : ἠδ ' ὡς Τηλέπυλον Λαιστρυγονίην ἀφίκανεν , οἳ νῆάς τ ' ὄλεσαν καὶ ἐϋκνήμιδας ἑταίρους
4958841 πενθερον
φυγάδων τινὲς καταμαθόντες ἀγοράζοντα κτείνουσι , πρὸς δὲ καὶ τὸν πενθερὸν αὐτοῦ Ἀλάζειρα . Ἀρκεσίλεως μέν νυν εἴτε ἑκὼν εἴτε
Λατῖνον τὸν Τηλεγόνου μὲν ἀδελφόν , Κίρκης δὲ παῖδα , πενθερὸν δὲ Αἰνείου , κτίζοντα τὴν ἀκρόπολιν πρὸ τῆς Αἰνείου
4958059 μολοντα
: οὐ γὰρ ἐῴκει ἄμβροτον ἰὸν ὀλέσθαι ἀπ ' ἀθανάτοιο μολόντα . Δεξάμενος δ ' ὅ γε κραιπνὸς ἀφίκετο μακρὸν
Παιὰν δὲ μήποτε λείποι . ἀλλά ] μιν ποταμῷ σχεδὸν μολόντα φύρσει βαιοῖς σὺν ἔντεσιν ποτὶ πολὺν στρατόν : ἐν

Back