Ἄδωνις Ἀδώνιδος , Θέογνις Θεόγνιδος , Ἄθηνις Ἀθήνιδος , Θέτις Θέτιδος , Μέμφις Μέμφιδος , Κύπρις Κύπριδος : κύρια προσέθηκε
τῶν Νηρεΐδων Φῶκος καὶ Ἀχιλλεύς : Ἀχιλλεὺς μὲν γὰρ παῖς Θέτιδος ἔκγονος ὢν Αἰακοῦ , Φῶκος δὲ Ψαμάθης Νηρεΐδος καὶ
8311945 Ἑλενης
. φῦλον ἀντὶ τοῦ γένος : “ ὡς ὄφελ ' Ἑλένης ἀπὸ φύλων ὀλέσθαι . ” φωριαμοῖς κιβωτοῖς . ὁ
μυίας , ὥσπερ ἡ ἐμπίς . τὸν γράψαντα περὶ τῆς Ἑλένης ] Πολυκράτην λέγει τὸν σοφιστήν . Θεράπναις ] κωμύδριον
8037637 Ἀνδρομαχης
, ἀλλ ' οὐδὲ τὸν νεώτερον τὸν Βυζάντιον , τὸν Ἀνδρομάχης υἱὸν , ἀποπεφασμένως εἴποιμι ὡς νενίκηκεν . Ὅμηρον δὲ
τοὺς χρόνους : ὕστερον γὰρ ἀπὸ Μολοσσοῦ τοῦ Νεοπτολέμου καὶ Ἀνδρομάχης τοὔνομα ἔλαβεν ἡ Μολοσσία . παρεκβαίνει δὲ εἰς τὰ
8025907 Ἑκαβης
] , οἱ πολλοὶ δὲ Κισσέως . ἔνιοι δὲ γράφουσιν Ἑκάβης παῖς γεγὼς τῆς Κισσίας καὶ στοχάζονται ἀπὸ γένους τινὸς
Καὶ τότε λευγαλέοις ἐπὶ πένθεσι κύντερον ἄλγος τλήμονος ἐς κραδίην Ἑκάβης πέσεν : ἐν δέ οἱ ἦτορ μνήσατ ' ὀιζυροῖο
7996396 Λητους
Ζεὺς δὲ ἐμέλλησε ῥίπτειν αὐτὸν εἰς Τάρταρον , δεηθείσης δὲ Λητοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἐνιαυτὸν ἀνδρὶ θητεῦσαι . ὁ δὲ παραγενόμενος
εὐγενῆ , Σαπφόος Σαπφοῦς τὴν Σαπφόα τὴν Σαπφώ , Λητόος Λητοῦς τὴν Λητόα τὴν Λητώ : πρόσκειται δηλονότι ἐπὶ ἀρσενικῶν
7907464 Κιρκης
καὶ αἱ Φαρμακοῦσσαι , δύο νησία ὧν ἐν τῷ μείζονι Κίρκης τάφος δείκνυται . Ὑπὲρ δὲ τῆς ἀκτῆς ταύτης ὄρος
γάρ πω ἐτέθαπτο ὑπὸ χθονὸς εὐρυοδείης : σῶμα γὰρ ἐν Κίρκης μεγάρῳ κατελείπομεν ἡμεῖς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον , ἐπεὶ πόνος
7889171 Πηνελοπης
ἐπιστήμαις σχολάζοντες τῆς φιλοσοφίας ἀμελοῦσιν , ἐοίκασι τοῖς μνηστῆρσι τῆς Πηνελόπης , οἵτινες αὐτῇ συγγενέσθαι μὴ δυνάμενοι ἠγάπων κἂν ταῖς
παρασιτῶν ἐπ ' οἰκίας ἀδεσπότου : καὶ ἔφη μὲν τῆς Πηνελόπης ἐρᾶν , ἐμίγνυτο δὲ ταῖς δούλαις ταῖς τοῦ Ὀδυσσέως
7804234 Πηλεως
διαφόρου κλίσεως , ὅτι κοινῶς μὲν Πηλέος , ἀττικῶς δὲ Πηλέως , ἰωνικῶς δὲ Πηλῆος , βοιωτικῶς δὲ Πηλεῖος ,
τοῦ λύκου κατὰ τὸν Λυκόφρονα τοῦ φαγόντος τὰ ἄποινα τοῦ Πηλέως ὡς εἴπομεν ἢ τοῦ δόντος αὐτὰ τὰ ἄποινα τοῦ
7704531 νυμφης
Ἰοῦς , Ἰὼ δὲ Ἰνάχου τοῦ ἐν Ἄργει ποταμοῦ καὶ νύμφης : οὗτος οὖν ὁ Ἔπαφος ἐβασίλευσεν Αἰγύπτου , Ἀργεῖος
τὸ ὄνομα ἀπὸ Ἀσπληδόνος τῇ πόλει : τοῦτον δὲ εἶναι νύμφης τε Μιδείας καὶ Ποσειδῶνος : ὁμολογεῖ δὲ καὶ ἔπη
7677737 ἠυκομοιο
οἰχνεύσειεν . εἰ δὲ Λέοντος ἔχῃσι μένος πολυωπέτις αἴγλη Μήνης ἠυκόμοιο , τότ ' οὐ μάλα θαρσαλέος τοι αὐδήσω παλίνορσον
φίλος [ ] ? ἀθανάτοισιν [ ] ς Ἀστρηΐδος ? ἠυκόμοιο : [ ] ! ας ἀργυρότοξος Ἀπόλλων [ ]
7562238 Πριαμος
ὁ τρόπος : οὐδὲ γὰρ αὐτὴ ἐγέννησεν , ὁ δὲ Πρίαμος ἐξ ἄλλων γυναικῶν : † ἡμεῖς δὲ πεντήκοντά γ
βαρβάροις καὶ Ἕλλησιν . ἡ δὲ ὑπόθεσίς ἐστι τοιαύτη : Πρίαμος ὁ Λευκίππης καὶ Λαομέδοντος ἐξ Ἑκάβης τῆς Δύμαντος ἢ
7494761 Μηδειας
ὠνομάσθη δὲ οὕτως διὰ τὸ Ἄψυρτον τὸν Αἰήτου υἱὸν ὑπὸ Μηδείας καὶ Ἰάσονος ἐν τῇ φυγῇ ἐκεῖ κατατμηθῆναι . ἔστι
ἐς γὰρ ταύτην ἔρριψεν αὑτήν , ὡς λέγουσι , τῶν Μηδείας ἔσεσθαι φαρμάκων τὸ ὕδωρ νομίζουσα ἴαμα . ὑπὲρ ταύτην
7485094 Μενοιτιου
δὲ τοῦ μὲν προτέρου τοιόνδε ἐπὶ σχολῇ πάρεστι , παῖ Μενοιτίου . τοῦ δ ' ἑτέρου θυμέ , θύμ '
μέν , τὸ δὲ οὔ , καθάπερ ἡ Πηλιὰς τῷ Μενοιτίου . Καὶ αὐτίκα ἀπῄει τεθαρρηκώς , οὐ φάλαγγος πεζῶν
7482613 Χειρων
ἐπιτρέπειν . [ . ] . . . οὗτος δοκεῖ Χείρων εἶναι ὁ ἐν τῷ Πηλίῳ οἰκήσας δικαιοσύνῃ τε ὑπερενέγκας
γάρ μοι ἑτοιμότερος εἶναι φεύγειν ἢ μένειν . καὶ ὁ Χείρων ὀργισθεὶς αὐτῷ καὶ ὑπὸ τῆς ὀργῆς φρίξας τὴν χαίτην
7480874 Ἀλκμηνης
διαναπαύειν ταῖς παιδιαῖς . ἔπαιζε δὲ ἄρα ὁ Διὸς καὶ Ἀλκμήνης μετὰ παιδίων πάνυ σφόδρα . τοῦτό τοι καὶ ὁ
. ἡ δὲ ἱστορία ἔχει οὕτω . Λικύμνιον νόθον κασίγνητον Ἀλκμήνης ἐκ τῆς πατρίδος αὐτοῦ ἐλθόντα εἰς Τίρυνθα Τληπόλεμος στασιάσας
7471655 Πηλευς
εὔχομαι εἶναι . τίκτέ μ ' ἀνὴρ πολλοῖσιν ἀνάσσων Μυρμιδόνεσσι Πηλεὺς Αἰακίδης : ὃ δ ' ἄρ ' Αἰακὸς ἐκ
καὶ ἐπὶ ] Χείρωνος Κένταυροι , ἀλλ ' ὅ γε Πηλεὺς οὐ παρ ' ἄλλους , ἀλλὰ παρ ' ἐκεῖνον
7446510 Τελαμωνος
] δ ' ἐν Τίρυνθι τέμενος / Ἐνυαλίου μετὰ / Τελαμῶνος τε καὶ Πηλέως / [ καὶ ] Ὀικλέος ἐπὶ
νήφοντες μὲν κακῶς βουλεύονται , μεθύοντες δὲ καλῶς διαπράττονται . Τελαμῶνος : ὁ δὲ νοῦς ὅτι τὰ ἐναντία λέγομεν ἑαυτοῖς
7422569 Θετις
' ἐμὲ νοστήσαντα δέξεται ἐν μεγάροισι γέρων ἱππηλάτα Πηλεύς οὐδὲ Θέτις μήτηρ , ἀλλ ' αὐτοῦ γαῖα καθέξει : ἡ
κρατῆρα τοῦ Διονύσου , ὃν καὶ Ὅμηρος λέγει ὅτι ἡ Θέτις ἔλαβε παρὰ τοῦ Διονύσου , ἀμφιφορέα [ δὲ ]
7419957 Φοινικι
καὶ Πατρόκλῳ ὅ γ ' ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε σιωπῇ Φοίνικι στορέσαι πυκινὸν λέχος , ὄφρα τάχιστα ἐκ κλισίης νόστοιο
ἀντὶ τοῦ διαυγὴς καὶ καθαρός , ὡς καὶ Εὐριπίδης ἐν Φοίνικι λέγων : † δμῶσιν δ ' ἐμοῖσιν εἶπον ὡς
7402412 Ἡρας
Ἀθηνᾶς παρ ' Ὁμήρῳ , παρὰ δὲ τοῖς ἄλλοις καὶ Ἥρας καὶ Διός , οἷον Ἀλαλκομενεὺς Ζεύς : ἡ ἀπαλεξητικὴν
φοβηθεὶς ὁ κιθαρῳδὸς σὺν αὐτῇ στολῇ κατέφυγεν ἐς τὸν τῆς Ἥρας βωμόν : οἳ δὲ οὐδὲ ἐνταῦθα ἐφείσαντο τοῦ κιθαρῳδοῦ
7384413 Ἠους
ἕω μέρη τῆς Ἀσίας καὶ διατείνας ἕως Αἰθιοπίας ἐμυθολογήθη ἐξ Ἠοῦς τεκνῶσαι Μέμνονα τὸν τοῖς Τρωσὶ βοηθήσαντα καὶ ὑπ '
ἔδεισεν ἥκουσαν : ἡ δὲ ἐς θάρσος ἦγε τὸν Πηλέα Ἠοῦς τε μνημονεύουσα , ὡς Τιθωνοῦ ἤρα , καὶ Ἀφροδίτης
7350131 Ἀργειας
δὲ ἔμπροσθεν χρόνον οἱ Λακεδαιμόνιοι μηδὲν ἔξω Πελοποννήσου περιεργαζόμενοι τῆς Ἀργείας ἀεί τι ἀπετέμνοντο , ἢ οἱ Ἀργεῖοι τετραμμένων πρὸς
Ἔχεμον λέγουσιν . Ἡ δὲ Κορινθία χώρα μοῖρα οὖσα τῆς Ἀργείας ἀπὸ Κορίνθου τὸ ὄνομα ἔσχηκε . Διὸς δὲ εἶναι
7334825 Ἑλενη
ἡ παρθένος . καὶ γεωργοῖς παρέχεις σεαυτήν : ἡ δὲ Ἑλένη καὶ ποιμέσι καὶ κιθαρῳδοῖς : μηδὲ δούλων καταφρονήσῃς ,
λαμβάνῃς , μηδὲν ἀδικεῖσθαι νόμιζε . Ἀλλ ' οὐδὲ ἡ Ἑλένη τοῦ Τηλεμάχου τὸν πατέρα εὑροῦσα τῇ τοῦ Τηλεμάχου μορφῇ
7325956 Παλλας
” ὣς ἔφατ ' εὐχόμενος , τοῦ δ ' ἔκλυε Παλλὰς Ἀθήνη : αὐτῷ δ ' οὔ πω φαίνετ '
ἡμῖν ξυμφέρειν . καὶ ξυμφέροι γ ' , ὦ πότνια Παλλὰς καὶ θεοί . ἀλλ ' εἶμι : σὺ δ
7320380 Ἀταλαντης
τοῦ † ἀργήπου τοῦ Κηφέως τοῦ Ποσειδῶνος , μητρὸς δὲ Ἀταλάντης τῆς Ἰάσου : Ἀταλάντης γόνος : ταύτην Μειλανίων ἔγημε
Κηφέως τοῦ Ποσειδῶνος , μητρὸς δὲ Ἀταλάντης τῆς Ἰάσου : Ἀταλάντης γόνος : ταύτην Μειλανίων ἔγημε τῇ τέχνῃ τῶν μήλων
7318010 Τυνδαρεω
τοῖς προτέροις ἐστὶν ἤδη δεδηλωμένα , ὡς οἱ Μεσσήνιοι τοὺς Τυνδάρεω παῖδας ἀμφισβητοῦσιν αὑτοῖς καὶ οὐ Λακεδαιμονίοις προσήκειν . πλεῖστα
γίγνεσθαι , ὅπως ἐς Δία ἀνηνέχθη αὐτοῖν ἡ γένεσις ἀφαιρεθεῖσα Τυνδάρεω . καί τινας τῶν παρόντων κολακείᾳ τῇ Ἀλεξάνδρου ,
7313425 Ἠλεκτρας
φασί , νηπίους δὲ ἔτι ὄντας ἐπικατέσφαξε τοῖς γονεῦσιν Αἴγισθοςκαὶ Ἠλέκτρας : Πυλάδηι γὰρ συνώικησεν Ὀρέστου δόντος . Ἑλλάνικος δὲ
Τροίαν ἔπλει , ἄρσενά τ ' Ὀρέστην θῆλύ τ ' Ἠλέκτρας θάλος , τὸν μὲν πατρὸς γεραιὸς ἐκκλέπτει τροφεὺς μέλλοντ
7294528 Ἀριαδνης
φιλοστοργίαν ἀθανάτων καταξιῶσαι τιμῶν , καταστερίσαντα τὸν ἐν οὐρανῷ στέφανον Ἀριάδνης . τοὺς δὲ περὶ τὸν Θησέα φασὶ διὰ τὴν
τοῦ Θησέως ἐκεῖνο μιμησόμεθα καί τι λίνον παρὰ τῆς τραγικῆς Ἀριάδνης λαβόντες εἴσιμεν ἐς τὸν λαβύρινθον ἕκαστον , ὡς ἔχειν
7292147 Πορθαονος
? ' οἷαι ? ? ? ? [ κοῦραι ] Πορθάονος ἐξεγένοντο [ τρεῖς ? [ , οἷαί ] ?
] θεινον [ [ ] μενκα ? ? [ [ Πορθάονος ] ? υἱο [ [ ] Ἀλκαθο [ [
7289606 Θηβης
λέγει : κατεσκάπτετο γὰρ ὑπ ' Ἀλεξάνδρου . . . Θήβης , ἣν ἤδη κατέσκαψεν Ἀλέξανδρος . . τὸν Φαρσάλιον
μὲν ξυλλαβοῦς ' αὐτὴ τρέφει τοὺς δ ' ἂν τὸ Θήβης ἄστυ ναίοντας μάθοις : ἡμεῖς δ ' ὅσοι πάρεσμεν
7282361 Οἰνεως
ὁ Ἡρακλῆς εἶχε γυναῖκα ὀνόματι Δηϊάνειραν , ἣν ἔλαβεν ἐξ Οἰνέως , ἀντεραστὴς γενόμενος Ἀχελώῳ τῷ ποταμῷ , ἐξ ἧς
γυναῖκα . τελουμένων δὲ τῶν γάμων † ἕνα τῶν συγγενῶν Οἰνέως Ἔννομον τὸν Ἀρχιτέλους πλήξας κονδύλῳ ἀναιρεῖ παροινήσας κατὰ χειρὸς
7266198 Ληδας
τὸ αὐτὸ σημαίνει . τινὲς δὲ τὸ ὀρνιθόγονον ἐπὶ τῆς Λήδας ἐξεδέξαντο . φασὶ γὰρ αὐτὴν εἰς Νέμεσιν μεταβληθεῖσαν οὕτω
οἱ μὲν λέγουσι τῆς Νεμέσεως , οἱ δέ , τῆς Λήδας , βουλόμενος συγγενέσθαι αὐτῇ καὶ μὴ ὁραθῆναι ὑπὸ τῆς
7258365 Αἰακιδην
ὑψόθεν ἐσκοπίαζον ἀπ ' ἄστεος αἰπεινοῖο δέγμενοι Ἀργείους ἠδ ' Αἰακίδην Ἀχιλῆα . Τοῖσι δ ' ἄρ ' οὐ μετὰ
Τρώων ἀλόχοισι λοχεύει ? [ ] ? ? πή ποθεν Αἰακίδην Πολυξείνης κάλλει θάπτειν . καλλικόμων ? ? ? ?
7255735 Καλλιοπης
οὐκ εἶναι τὰ θεῶν δῶρα οἶσθά που ἐξ ἑνὸς τῶν Καλλιόπης θιασωτῶν ἀκούσας . ὁρᾷς γὰρ καὶ τὰς μελίττας ,
. ἔτι δὲ Κρόνου τινές , ἄλλοι δὲ Διὸς καὶ Καλλιόπης φασὶ τοὺς Κορύβαντας τοὺς αὐτοὺς τοῖς Καβείροις ὄντας ,
7242964 Ἱπποδαμειας
ἐνταῦθα μέρη λάβοι γῆς ὁ Ἀλκάθους ἀποθανὼν ὑπὸ Οἰνομάου τῶν Ἱπποδαμείας γάμων ἕνεκα : ἅτε δὲ ἀτυχήσαντα ἐν ἱπποδρόμῳ ,
. πρόχειρον : * * τοιοῦτος γὰρ ἦν ὁ τῆς Ἱπποδαμείας γάμος ἐν κοινῷ προκείμενος ἤτοι προτεθειμένος τῷ βουλομένῳ .
7235678 Εἰρηνης
δὲ οὐχ ἧσσον τὸ Κηφισοδότου : καὶ γὰρ οὗτος τῆς Εἰρήνης τὸ ἄγαλμα Ἀθηναίοις Πλοῦτον ἔχουσαν πεποίηκεν . Ἀφροδίτης δὲ
Ἄρηος πλήγματα [ ] ? καὶ σακέων ἐστόρεσεν πάταγον , Εἰρήνης μόχθους εὐώπιδος ἔνθα κλαδεύσας γῆν ἐπὶ Νειλῶτιν νίσετο γηθαλέος
7230054 θυγατρος
Πόλις τοῦ Πόντου ἡ Σινώπη , ὠνομασμένη ἀπὸ τῆς Ἀσωποῦ θυγατρὸς Σινώπης : ἣν ἁρπάσας ὁ Ἀπόλλων , κατὰ Φιλοστέφανον
πολλοὺς τὰ ὅμοια δεινὰ ἥξει , ἀλλὰ μέχρι τῆς ἐμῆς θυγατρὸς ὁ τυραννικὸς ἔρως προελθὼν στήσεται , καὶ περὶ τὰ
7206879 Σισυφος
ἐστὶν ἡ μῆτις ἡ προκειμένη τῶν προγόνων , ἧς ὑπόδειγμα Σίσυφος . τὸν μὲν Σίσυφον λέγω , φησὶν , οὕτω
αὐτούς . σισυφεὺς ὁ σοφὸς ἀριθμητὴς , ἐπεὶ καὶ ὁ Σίσυφος κέρδιστος καὶ φιλάργυρος . διαφορὰν ὀλύνθων , φηλήκων ,
7200615 Ἰδας
Μελέαγρος Οἰνέως , Δρύας Ἄρεος , ἐκ Καλυδῶνος οὗτοι , Ἴδας καὶ Λυγκεὺς Ἀφαρέως ἐκ Μεσσήνης , Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης
παρθένον ἐφρούρει . [ Ἰδὼν δὲ αὐτὴν χορεύουσαν ? ] Ἴδας ὁ Ἀφάρητος καὶ ἁρπάσας ἐκ χοροῦ ἔφυγεν . Ὁ
7159387 Τευκρος
τοῖσι δ ' ἐπ ' Εὐρύπυλος Εὐαίμονος ἀγλαὸς υἱός : Τεῦκρος δ ' εἴνατος ἦλθε παλίντονα τόξα τιταίνων , στῆ
τοῦ πατρὸς Τελαμῶνος διὰ τὸν Αἴαντα . φασὶ γὰρ ὅτι Τεῦκρος προσπλέων Σαλαμῖνι καὶ διωχθεὶς παρὰ τοῦ πατρὸς Τελαμῶνος ὡς
7149148 Τυνδαρεως
εἴ τις εἴποι Ἀλεξάνδρου παῖδας τοὺς Ἀλεξανδρεῖς . Οἰβάλου δὲ Τυνδάρεως καὶ οἱ λοιποὶ τῶν Λακώνων προὔχοντες . κατὰ δὲ
τιθέμενος τιθήμενος , δότης δώτης , Κόρα Κώρα , Τυνδάρεος Τυνδάρεως , μήστορα μήστωρα , Διόνυσος Διώνυσος . Ἐπέκτασις δέ
7144396 Ἰνω
αὐτοὺς κεκλήκασι καὶ Λευκοθέαν ἀπὸ τοῦ τῆς θαλάσσης ἀφροῦ τὴν Ἰνώ . ἦν δὲ Ἰνοῦς θυγάτηρ Εὐρύκλεια . θρέξεις :
καὶ τὴν μὲν Ἀκταίων ' Ἀρισταίωι ποτὲ τεκοῦσαν εἶδον Αὐτονόην Ἰνώ θ ' ἅμα ἔτ ' ἀμφὶ δρυμοὺς οἰστροπλῆγας ἀθλίας
7141212 Κομητου
Εὐστοχίου γε ? ? [ Σοτῆρος ] ἀτὰρ Κυρίλλου τε Κομήτου , ὧν βασιλεῖς τρομέουσι τὰ μήδεα πυκνὰ σοφίης .
συνίστωρ † αθαμας ? ης , ὁ τοῦ Κυρίλλου καὶ Κομήτου τῶν πάνυ , οἳ καὶ κυβερνῆται μέγιστοι πελαστικῶν .
7137188 Ἱππολυτης
Ἱππόλυτον . οὗτος τὸν Θησέα φησὶν λαβεῖν τὸν ζωστῆρα τῆς Ἱππολύτης καὶ δοῦναι τῷ Ἡρακλεῖ , αὐτὸς δὲ ἔλαβε τὴν
μέγαν ἤγαγεν : ὄγδοον ἵππους / Θρήικης ἐξέλασεν Διομήδεος , Ἱππολύτης τε / ζωστῆρα ἐξεκόμισσεν Ἀμαζονίδος : δέκατον δὲ /
7124110 Πελοπος
ταῦτα ἔρχεται πρὸς Οἰνόμαον ὁ Μυρτίλος , καὶ τὰ παρὰ Πέλοπος διηγήσατο : ὁ δὲ τὸν στρατὸν ἁλίσας καὶ αὐτὸς
τῶν Ἀσωποῦ θυγατέρων καὶ τῶν Αἰακῷ γενομένων υἱῶν . Περὶ Πέλοπος καὶ Ταντάλου καὶ Οἰνομάου καὶ Νιόβης . Περὶ Δαρδάνου
7122864 Ἀπολλων
ὡς Συβαρίτης . Ἑκαταῖος περιηγήσει Αἰγύπτου . Λιθήσιος , ὁ Ἀπόλλων ἐν τῷ Μαλέα λίθῳ προσιδρυμένος ἐκεῖ . Ῥιανὸς Ἠλιακῶν
Κορωνίδα : λοιμὸς γὰρ ἐγένετο , αἴτιοι δὲ τῶν λοιμῶν Ἀπόλλων καὶ Ἄρτεμις . λοιμοῦ οὖν γενομένου συναπήλαυσαν οἱ μηδὲν
7114417 Καλυψω
: εἵματα γάρ ἑ βάρυνε , τά οἱ πόρε δῖα Καλυψώ . ὀψὲ δὲ δή ῥ ' ἀνέδυ , στόματος
τόπῳ . ὁμοίως δὲ καὶ ἐφ ' οὗ φησιν ἡ Καλυψώ ἐνθάδε κ ' αὖθι μένων σὺν ἐμοὶ τόδε δῶμα
7113681 Πριαμῳ
ἵδρωσα μόγῳ , καμέτην δέ μοι ἵπποι λαὸν ἀγειρούσῃ , Πριάμῳ κακὰ τοῖό τε παισίν . ἕρδ ' : ἀτὰρ
βάσκ ' ἴθι Ἶρι ταχεῖα λιποῦς ' ἕδος Οὐλύμποιο ἄγγειλον Πριάμῳ μεγαλήτορι Ἴλιον εἴσω λύσασθαι φίλον υἱὸν ἰόντ ' ἐπὶ
7104217 Πριαμον
μετιὸν εἰς ἁπλῆν μετάπτωσιν ἕνεκα τοῦ τὸ ῥῆμα ἐπὶ τὸν Πρίαμον συντείνειν , αἴτει τὸν αὐτοῦ ἄγγελον . . Ἀλλὰ
τοὺς ἀπὸ Πέλοπος , οἳ συμπράξουσιν αὐτῷ , μισοῦντες τὸν Πρίαμον . ταῦτα δὴ ἀκούοντες , οἱ μέν τινες ὠργίζοντο
7102050 Ἀμφιτρυων
βίοτον βροτοῖς πέρσας δείματα θηρῶν . ἐς καιρὸν οἴκων , Ἀμφιτρύων , ἔξω περᾶις : χρόνος γὰρ ἤδη δαρὸς ἐξ
ἐμπλήσασα γάλακτος , χαλκείαν κατέθηκεν ἐς ἀσπίδα , τὰν Πτερελάου Ἀμφιτρύων καλὸν ὅπλον ἀπεσκύλευσε πεσόντος . ἁπτομένα δὲ γυνὰ κεφαλᾶς
7090415 Ἀθηναιης
ἀπειλήσω τό γε θυμῷ : αἴ κεν ἄνευ ἐμέθεν καὶ Ἀθηναίης ἀγελείης Ἥρης Ἑρμείω τε καὶ Ἡφαίστοιο ἄνακτος Ἰλίου αἰπεινῆς
εἴκων , ξὺν ἐμῇ γενεᾷ θαλλοὺς στέψας , ἐπ ' Ἀθηναίης βωμοῦ ἱκέτης ἵδρυμαι , τίς ἐὼν χρὴ λέγειν τοῖς
7080791 Νηρεως
, αὐταῖς τ ' εἶναι λουτρὸν ῥυτὸν καὶ Νηρηίδας παρὰ Νηρέως δέξασθαι δι ' ὀλίγου . ῥεῖ δὲ ὁ Μέλης
μελανόφθαλμον , γερανόφθαλμον , μελανόμματον . νηρηΐνην : τὴν τοῦ Νηρέως θυγατέρα : τρεῖς τύποι τῶν πατρωνυμικῶν ἀρσενικῶν : ὁ
7078530 ἐγεινατο
, σύγγονος . ἀλλ ' ἡ Λάκαινα Τυνδαρίς ς ' ἐγείνατο ; Πέλοπός γε παιδὶ παιδός , οὗ ' κπέφυκ
μὰ τὴν ἄνασσαν ἱππίαν Ἀμαζόνα , ἣ σοῖς τέκνοισι δεσπότην ἐγείνατο , νόθον φρονοῦντα γνήσι ' , οἶσθά νιν καλῶς
7078338 Φιλομηλας
μναία μνᾶ μνᾶς : καὶ πλὴν τῶν Δωρικῶν , Φιλομήλα Φιλομήλας , Αὐγούστα Αὐγούστας , Λήδα Λήδας : καὶ ὅσα
μέρεσι προστέτακται . ὡς ὤφελε κἀμέ τις ὥσπερ τὴν τῆς Φιλομήλας ἐκτεμεῖν . μακαριώ - τεραι γοῦν μοι αἱ γλῶτται
7074983 Χειρωνος
διπλῆ ὅτι Ὅμηρος δεδιδάχθαι μέν φησιν ἐνταῦθα τὴν ἰατρικὴν ὑπὸ Χείρωνος τὸν Ἀχιλλέα , περὶ μέντοι τῆς παρ ' αὐτῷ
ἔμελλεν ἀπόλλυσθαι καταληφθεὶς ὑπὸ τῶν Κενταύρων : σώζεται δὲ ὑπὸ Χείρωνος , ὃς καὶ τὴν μάχαιραν ἐκζητήσας δίδωσιν αὐτῷ .
7069034 Ἀντιλοχον
Πατροκλείᾳ , εἰκάζων τὸν Μενέλεων τῷ ὄρνιθι , ὅτε ἀνεζήτει Ἀντίλοχον , ἵνα ἄγγελον ἀποστείλῃ τῷ Ἀχιλλεῖ , πικρὸν μέν
ἤδη τοῦ πολέμου ἐλθεῖν . νέον μὲν γὰρ εἶναι τὸν Ἀντίλοχον καὶ οὐκ ἐν ὥρᾳ τῶν πολεμικῶν , ὁπότε ξυνελέγοντο
7065185 Ἀμφιτρυωνος
καὶ εἴκοσι καταλόγῳ προγόνων σεμνυνομένων καὶ ἀναφερόντων εἰς Ἡρακλέα τὸν Ἀμφιτρύωνος ἄτοπα αὐτῷ καταφαίνεται τῆς σμικρολογίας , ὅτι δὲ ὁ
στεργοξυνεύνων νυμφευμάτων ἕνεκα . ἢ ἄλλως ἐκληπτέον περὶ τῶν γάμων Ἀμφιτρύωνος καὶ Ἀλκμήνης : καὶ γὰρ διὰ τὴν αἰτίαν τοῦ
7061205 Παριν
ν ποιεῖ τὴν αἰτιατικήν , οἷον ἰχθύος ἰχθύν , Πάριος Πάριν , πλὴν τοῦ Διός Δία : αἱ μέντοι ἀπὸ
, ἀποθνῄσκων περ , ἀπίστει . Ἔκτανε δ ' ἠπεροπῆα Πάριν Ποιάντιος ἥρως , κεκλομένου Δαναοῖς Ἑλένου Τροίηνδε κομίσσαι λοιγὸν
7040558 Λυσιδικης
Γούνεω , γυναικὸς Φενεάτιδος , καὶ οὐκ ἐκ τῆς Πέλοπος Λυσιδίκης . εἰ δὲ Ἡρακλῆς ἀληθεῖ λόγῳ παρὰ τοὺς Φενεάτας
Ἀγλαΐης Ἀντιάδης , Ὀνήσιππος Χρυσηίδος , Ὀρείης Λαομένης , Τέλης Λυσιδίκης , Ἐντελίδης Μενιππίδος , Ἀνθίππης Ἱπποδρόμος , Τελευταγόρας Εὐρυ
7036882 Νιοβης
: Λάκων εἶπε , μεγαλυνομένου τινὸς ῥήτορος ἐπὶ ῥητορικῇ . Νιόβης πάθη : ἐπὶ τῶν μέγιστα παθόντων κακά ⋮ Αὕτη
ἔχον τὸ κακὸν ἐνεβρόντησέ με . καὶ τάχα ὁ τῆς Νιόβης μῦθος οὐκ ἦν ψευδής , ἀλλὰ κἀκείνη τοιοῦτόν τι
7032661 καλλεος
ἔχει τὰ τοιαῦτα , ὃν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο : ἔστι γὰρ ἕνεκα τοῦ αὐτοῦ κάλλους
γένετο θνητῶν ἀνθρώπων : τὸν καὶ ἀνηρείψαντο θεοὶ Διὶ οἰνοχοεύειν κάλλεος εἵνεκα οἷο , ἵν ' ἀθανάτοισι μετείη . ἡ
7031519 Ἀχιλευς
τοῦ Ἑρκείου Διὸς ναῷ καταφυγὼν ὑπὸ Νεοπτολέμου ἀνῃρέθη ὅτι καὶ Ἀχιλεὺς ὑπ ' Ἀλεξάνδρου ἐν τῷ τοῦ Θυμβραίου Ἀπόλλωνος ναῷ
μελάγχρουν ἐπίσταμαι . οὐκ οἶδα δέ , εἰ ὁ Θετταλὸς Ἀχιλεὺς οὕτως ἐρωτικὸς ἦν ὡς καὶ βαθυγενείων καὶ γεραιτέρων πολὺ
7029743 Ἀθανα
ἥ τ ' ἐπιχώριος ἡμετέρα θεὸς αἰγίδος ἡνίοχος , πολιοῦχος Ἀθάνα : Παρνασσίαν θ ' ὃς κατέχων πέτραν σὺν πεύκαις
παραὶ Δία παμβασιλῆα : ] τόκα δὴ γλαυκῶπις ] ? Ἀθάνα φάτ ' ἐυφραδέως ] ποτὶ ὃν κρατερόφρονα πάτρω '
7028395 Ταλω
. ἐν Κρήτῃ δὲ κατάρας ὑπὸ Λεύκου ἢ Ἀμύκτου τοῦ Τάλω στασιασάντων καὶ δέκα πόλεις πορθησάντων τῆς Κρήτης ἐκβάλλεται .
, ἓξ γενεαῖς ὕστερον . μετὰ δὲ τὴν Δαιδάλου δίκην Τάλω σοφίας πέρι ἀγωνιζόμενον ἀδελφιδοῦν ἀποκτείναντος δολόεντι θανάτωι καὶ φυγόντος
7028069 κουρην
Γαῖα κεκεύθει : τοῖς πίσυνος θνητοῖσι καὶ ἀθανάτοισιν ἀνάσσει . κούρην δ ' Ἰαπετὸς καλλίσφυρον Ὠκεανίνην ἠγάγετο Κλυμένην καὶ ὁμὸν
ἑὸν διὰ κάλλος , ἐπεὶ πόρε μυρία ἕδνα , ὁπλοτάτην κούρην Ἀμφίονος Ἰασίδαο , ὅς ποτ ' ἐν Ὀρχομενῷ Μινυηΐῳ
7025401 ἠρατο
ἀνήγαγεν Ἀρχίας . ὁ δὲ Ἀρχίας οὗτος Θούριος ὢν ἔργον ἤρατο ἀνόσιον : ὅσοι Μακεδόσιν ἔπραξαν ἐναντία πρὶν ἢ τοῖς
ὁ παρ ' ἁμῖν , ὡρχαῖος Πολύφαμος , ὅκ ' ἤρατο τᾶς Γαλατείας , ἄρτι γενειάσδων περὶ τὸ στόμα τὼς
7024216 παρακοιτιν
φαίνεται εἶναι , εἰς ὅ κέ τοι φήνωσι θεοὶ κυδρὴν παράκοιτιν . ἄλλο δέ τοί τι ἔπος ἐρέω , σὺ
νῦν , Μενέλαε , χολούμενος : οὐ γὰρ ἔοικε κουριδίην παράκοιτιν ἐναιρέμεν ἧς πέρι πολλὰ ἄλγε ' ἀνέτλημεν Πριάμῳ κακὰ
7020567 παρακοιτις
ὁ Ἀχιλλεύς . παρέδραμε : γράφεται δαμάσσατο . Δηϊδαμείης : παρακοῖτις , Ἀχιλλεύς . Πιμπληΐδι : πεπληρωμένῃ . Μολπῇ :
ὁ Ἀχιλλεύς . παρέδραμε : γράφεται δαμάσσατο . Δηϊδαμείης : παρακοῖτις , Ἀχιλλεύς . Πιμπληΐδι : πεπληρωμένῃ . Μολπῇ :
7007773 παρθενιας
: οὐδὲ ὑπαιδουμένη τὸ ὑπὸ τοῖς βλεφάροις φοινικοῦν ἐρύθημα τῆς παρθενίας : φέρομαι βάκχα νεκύων : παρόσον αἱ βάκχαι ἀπογυμνούμεναι
εἶπε Λία : Ἱκανούσθω σοι , ὅτι ἔλαβες τὸν ἄνδρα παρθενίας μου : μὴ καὶ ταῦτα λήψῃ ; Ἡ δὲ
7006001 Πριαμου
Ἀγαμέμνων . ἄγει δὲ καὶ Ἑρμῆς παρ ' Ἀλέξανδρον τὸν Πριάμου τὰς θεὰς κριθησομένας ὑπὲρ τοῦ κάλλους , καὶ ἔστιν
Δευ - τέρῃ δὲ λέγουσι γενεῇ μετὰ ταῦτα Ἀλέξανδρον τὸν Πριάμου ἀκηκοότα ταῦτα ἐθελῆσαί οἱ ἐκ τῆς Ἑλλάδος δι '
7003402 Ἀντιοπη
Λύκος βασιλεὺς ἦν θεῖος τῆς Ἀντιόπης . Ἡ δὲ αὐτὴ Ἀντιόπη ἐγέννησε δίδυμα , οὕστινας ἐκάλεσεν Ἀμφίονα καὶ Ζῆθον .
ὦ γύναι , αὐτὴ ταῦτά γ ' ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὅρηαι Ἀντιόπη κρείουσα παλαιοῦ Ναυβολίδαο . Νέστωρ δ ' οἶος ἄλυξεν
7001595 Ἀχιλλευς
, οἳ δ ' ᾤμωξαν ἀολλέες , ἦρχε δ ' Ἀχιλλεύς . οἳ δὲ τρὶς περὶ νεκρὸν ἐΰτριχας ἤλασαν ἵππους
χρεὼ ἐμεῖο ; τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : δῖε Μενοιτιάδη τῷ ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ νῦν ὀΐω
7001139 τεκε
' Αἰνείας Δαναῶν ἕλεν Ἁρπαλίωνα υἱὸν Ἀριζήλοιο , τὸν Ἀμφινόμη τέκε μήτηρ γῇ ἐνὶ Βοιωτῶν , ὃ δ ' ἅμα
? ἠύκομος ? [ ] ? ? [ δὶς ? τέκε [ πρῶτον ? ? ? ? [ μὲν γείνατο
6996034 Τελαμων
παῖς , ὦ Τελαμών : γενήσεταί σοι παῖς , ὦ Τελαμών . καὶ δὴ αὐτὸν τὸ θεῖον παρακελεύεται τοῦδε τοῦ
ὁ δ ' ἀπὸ θρόνου ὤρνυτ ' Ἰήσων , Αὐγείης Τελαμών τε παρασχεδόν : εἵπετο δ ' Ἄργος , οἶος
6995287 Κασανδρας
υἱόν : καὶ διὰ τοῦτο ἕκτον συγγενῆ τοῦτον νομίζουσι τῆς Κασάνδρας , κακῶς . ἐγὼ δὲ ἑνδέκατον γινώσκων ἢ δωδέκατον
εἶναι . τινὲς δὲ νέῳ : ἔλεγον δὲ τὰ τῆς Κασάνδρας λέκτρα οὐκ ὀφείλειν προκριθῆναι τῆς Ἀχιλλέως ἀρετῆς . ὁ
6993161 ἀντιθεον
' ἐν γυίοισιν ἐμοῖς ἔτι κάρτος ἔκειτο οἷον ὅτ ' ἀντίθεον Πελίην κατεθάπτομεν ἡμεῖς , αὐτὸς ἐγὼ καὶ Ἄκαστος ,
ἰσοθέῳ . ἐπὶ δὲ τοῦ Κύκλωπος , ὅτε φησὶν “ ἀντίθεον Πολύφημον , ” θέλουσιν ἀκούειν ἔνιοι τὸν ἐναντιούμενον τοῖς
6986684 Μηδεια
τὴν αἰτιατικήν , οἷον ἡ Μοῦσα τὴν Μοῦσαν , ἡ Μήδεια τὴν Μήδειαν , ἡ τιμή τὴν τιμήν , ἡ
ἀμφότερον δίψῃ τε καὶ ἄλγεσι μοχθίζοντες , εἰ μή σφιν Μήδεια λιαζομένοις ἀγόρευσεν : “ Κέκλυτέ μευ , μούνη γὰρ
6980173 Ἀθηνης
ἀγλαΐην διεμέτρεεν , ἔνθα μὲν αὐτῆς χρύσεον ἐνδαπίης θηεύμενος εἶδος Ἀθήνης , ἔθα δὲ Καρνείοιο φίλον κτέρας Ἀπόλλωνος οἶκον Ἀμυκλαίοιο
πρὸς τὴν ἠλακάτην . καὶ ἔστι τὸ ἑξῆς : γλαυκῆς Ἀθήνης δῶρον ἠλακάτη φιλέριθε , τουτέστι φίλεργε , ταῖς γυναιξίν
6979667 τυμβον
. ” Αἰπύτιον τὸν τοῦ Αἰπύτου : “ Αἰπύτιον παρὰ τύμβον . ” ἔστι δὲ οὗτος τῶν Ἀρκαδικῶν ἡρώων ,
μέτρον ἐστὶν ἄριστον . γαῖαν ἐπιμοιρᾶσθαι ἀταρχύτοις νεκύεσσιν . μὴ τύμβον φθιμένων ἀνορύξηις μηδ ' ἀθέατα δείξηις ἠελίωι καὶ δαιμόνιον
6972970 θυγατρα
ληγούσης . σημείωσαι τὸ γυναικός γυναῖκα καὶ θυγατρός θυγατέρα καὶ θύγατρα , ἀναβιβάζουσιν : ὅτι πᾶσα αἰτιατικὴ ἑνικῶν εἰς Α
ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων λυσόμενός τε θύγατρα φέρων τ ' ἀπερείσι ' ἄποινα , στέμματ '
6967843 τροφου
[ φασίν ] . Μάκριν δὲ ἀπὸ Μάκριδος τῆς Διονύσου τροφοῦ , Κέρκυραν δὲ ἀπὸ Κερκύρας τῆς Ἀσωποῦ θυγατρός .
ἱκανῆς οὐ μεταλαμβάνει τροφῆς , ὥσπερ οὐδὲ δύο βρέφη ὑπὸ τροφοῦ μιᾶς ἐκτρεφόμενα . Τὰ ἔνριζα φυτὰ τῶν ἀμπέλων κατὰ
6961174 ἀμυμονα
χαμάδις βόμβησε πεσοῦσα . γνῶ δ ' Αἴας κατὰ θυμὸν ἀμύμονα ῥίγησέν τε ἔργα θεῶν , ὅ ῥα πάγχυ μάχης
πολὺ πάντων εἶναι ἄριστον τῶν ἄλλων οἴνων , μετ ' ἀμύμονα Χῖον ἄλυπον . ἔστι δέ τις οἶνος , τὸν
6954473 υἱεα
καὶ υἷα : νὺξ δὲ μί ' ἧμιν ἔφηνε καὶ υἱέα πατρὶ γέροντι ἤπιον ἐκπάγλως καὶ ἀμεμφέα παιδὶ τοκῆα .
, οὐ μεῖον ἤ , ὡς λόγος , τὸν Κροίσου υἱέα . καὶ τὴν κύνα δὲ ἀνακαλεῖν ἀγαθόν : χαίρουσιν
6950906 Θετιν
, ἐν ᾧ ἐπικαλεῖται τὰς Νηρεΐδας ἐξελθούσας κρῖναι πρὸς τὴν Θέτιν τις λέγων “ δέσποινα πεντήκοντα Νηρῄδων κορῶν ” .
. Πηλεὺς δ ' ἐπιθυμίαν παρέσχε καὶ θεοῖς δοῦναι τε Θέτιν αὐτῷ καὶ τὸν γάμον παρὰ Χείρωνι ὑμνῆσαι . Τελαμὼν
6949492 Θεμιδος
ἐπὶ θρόνων Ὥρας ἐποίησεν Αἰγινήτης Σμῖλις . παρὰ δὲ αὐτὰς Θέμιδος ἅτε μητρὸς τῶν Ὡρῶν ἄγαλμα ἕστηκε Δορυκλείδου τέχνη ,
ὑπὲρ χθονός ὑπέρ ] ? τ ' ὠκεανοῦ ⌊ ⌋ Θέμιδος ? ? ? [ ! λ ? [ εχε
6946834 Τυνδαρεῳ
, Ἡρακλέα δὲ ἔφασαν ἀποκτείναντα Ἱπποκόωντα καὶ τοὺς παῖδας παρακαταθέσθαι Τυνδάρεῳ τὴν χώραν : τοιαῦτα δὲ καὶ περὶ τῆς Μεσσηνίας
, Ἀλκυονέα δ ' ἐν Παλλήνῃ , καὶ Σπάρτην μὲν Τυνδάρεῳ , Ποτείδαιαν δὲ καὶ τὴν ἄλλην Παλλήνην Σιθῶνι τῷ
6934355 Ἰθακης
' ἐθέλουσιν ἀληθέα μυθήσασθαι . ὃς δέ κ ' ἀλητεύων Ἰθάκης ἐς δῆμον ἵκηται , ἐλθὼν ἐς δέσποιναν ἐμὴν ἀπατήλια
ὑμετέρου δ ' οὐκ ἔστι γένευς βασιλεύτερον ἄλλο ἐν δήμῳ Ἰθάκης , ἀλλ ' ὑμεῖς καρτεροὶ αἰεί . ” τὸν
6929667 Ἀμαζονος
. α , . , . . Ἀντιάνειρα : ἐπίθετον Ἀμαζόνος , οἱονεὶ αἱ ἐναντιούμεναι ἀνδράσιν , ἐξ οὗ πολεμικαί
πρῶνας δυσβάτους Τυλησίους Λίνου θ ' ἁλισμήκτοιο δειραίαν ἄκραν , Ἀμαζόνος σύγκληρον ἄρσονται πέδον , δούλης γυναικὸς ζεῦγλαν ἐνδεδεγμένοι .
6925825 υἱε
Ἀγαμέμνων , καί σφεας φωνήσας ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : ὦ υἱὲ Πετεῶο διοτρεφέος βασιλῆος , καὶ σὺ κακοῖσι δόλοισι κεκασμένε
μέλεσσιν . ” ἀκόρητον ἀπλήρωτον : “ ἀμφὶ σὲ Πηλέως υἱὲ μάχης ἀκόρητον Ἀχαιοί . ” ἀκέονται οἷον ἡσυχίαν ἔχουσιν
6925781 Χειρωνα
πρὸς τὴν Ἱέρωνος νόσον ἐστίν : κατεύχεται γὰρ ἀναβιῶναι τὸν Χείρωνα καὶ ὑγιάσαι τῆς νόσου τῆς λιθουρίας τὸν Ἱέρωνα .
Φθίας τῆς τοῦ πατρὸς παλλακῆς . Πηλεὺς δὲ αὐτὸν πρὸς Χείρωνα κομίσας , ὑπ ' ἐκείνου θεραπευθέντα τὰς ὄψεις βασιλέα
6919143 Πασιφαης
εἶναι παῖδας , ὃς Εὐρύπυλος γήμας Στερόπην τὴν Ἡλίου , Πασιφάης δὲ ἀδελφὴν γεννᾷ Λυκάονα καὶ Λεύκιππον ὃς Εὐρύπυλος καὶ
ἤτοι ἐξάδελφοι . ἀδελφῶν γὰρ , ὡς ἔφην , παῖδες Πασιφάης ὁ Γλαῦκος , Αἰήτου ὁ Ἄψυρτος , Κίρκης δὲ
6915845 Ἀγαμεμνονα
γὰρ καὶ ἔβλαψε τοὺς Ἕλληνας διὰ τὸ λαβεῖν αὐτὴν τὸν Ἀγαμέμνονα , . , . * ? Βρισῇδες : εἴρηται
δῆλον ὅτι ἰσχύος , οὐχ ἡδονῆς ἕνεκεν . τὸν γοῦν Ἀγαμέμνονα τὸν ξυμπάντων βασιλέα καὶ πλουσιώτατον βοῦν ἀεί φησι θύειν
6910782 Ἀστυοχης
ἔσχεν Ἀσκάλαφος καὶ Ἰάλμενος Ἄρεως εἶναι λεγόμενοι , μητρὸς δὲ Ἀστυόχης ἦσαν τῆς Ἄκτορος τοῦ Ἀζέως τοῦ Κλυμένου : καὶ
αὐτὸν ἑταῖροι Κήτειοι κτείνοντο γυναίων εἵνεκα δώρων ] Εὐρύπυλος ὁ Ἀστυόχης καὶ Τηλέφου τοῦ Ἡρακλέους παῖς λαχὼν τὴν πατρώιαν ἀρχὴν
6909901 Διωνης
] φίλης ἁγνὰ λοετρὰ κόρης [ ] ν παιδὶ βαθυζώνοιο Διώνης ? ? ? [ νύμφην ] οὐκ ἐθέλουσα νυόν
ἡ ἐπιθυμητὴ καὶ καλὴ χώρα τῆς Ἀφροδίτης , θυγατρὸς τῆς Διώνης . Ἐγγὺς δὲ τῆς Φοινίκης ἐν μεγάλῳ κόλπῳ ,
6907985 Δικης
ἄλλας πύλας Ἀληθείας , καὶ πλησίον τούτων εἴδωλον ἀκέφαλον ἑστάναι Δίκης . πολλὰ δὲ καὶ τῶν ἄλλων τῶν μεμυθοποιημένων διαμένειν
, θηλυκόν , πτερωτόν , ἀνθρωποειδές , τρυφῆρες : σχήματι Δίκης ἑστώς , δίσωμον , στειρῶδες , δουλελεύθερον , ἄγονον
6905415 Ἀχιλλεα
ἐγώ : κατὰ διαδοχὴν ὁ τάλας δακρύω . μετὰ γὰρ Ἀχιλλέα δακρύει Νεοπτόλεμον : ἐμῷ κάρα : οὕτως ἡ γραφή
Πρίαμος ὑπὸ Νεοπτολέμου δικαίως , ἐπειδὴ καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ Ἀχιλλέα ἐλθόντα ἐπὶ τὸν γάμον τῆς Πολυξένης οἱ περὶ Ἀλέξανδρον
6898613 Μινωος
ὧν προειρήκαμεν . τὸν οὖν Δαίδαλον πυθόμενον τὴν ἀπειλὴν τοῦ Μίνωος διὰ τὴν κατασκευὴν τῆς βοός φασι φοβηθέντα τὴν ὀργὴν
τὴν δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα
6893513 Πατροκλῳ
. ἀντὶ τοῦ ἐκδικήσεις , ἢ ἀντὶ τοῦ εἰ τῷ Πατρόκλῳ ἐκδίκησιν τοῦ φόνου παράσχῃς . τὸ τιμωρῶ δὲ σημειωτέον
καὶ πάθους , οἷον τίνας ἂν εἴποι λόγους Ἀχιλλεὺς ἐπὶ Πατρόκλῳ : καὶ γὰρ τὸ πάθος διὰ τὴν τοῦ Πατρόκλου
6889369 Ἑρμειας
τὸν Κορίνθιον . : Παρὰ δὲ Ναυκρατίταις , ὥς φησιν Ἑρμείας ἐν τῷ δευτέρῳ τῶν Περὶ τοῦ Γρυνείου Ἀπόλλωνος ,
τῆς ἡδονῆς ἐστιν , οὐχὶ τῶν φίλων φίλος . ὅτι Ἑρμείας ὁ Κουριεὺς τοὺς στωικοὺς στώακας καλεῖ , ἐμπόρους λήρου
6884571 Πηνελοπη
] ἡ Ὑψιπύλη , ὡς Πηνελόπεια παρ ' Ὁμήρῳ ἡ Πηνελόπη . * * εἶπεν . τῇ θυγατρὶ Θόαντος .
μνηστῆρες τὸ λοιπὸν εὐωχοῦντο πεπαυμένοι τοῦ φόβου . ἡ δὲ Πηνελόπη οὐκ ἐπίστευεν . ἐπαναλύσαντες δὲ οἱ ἀποσταλέντες εἰς Φαιακίαν
6883063 Καλχαν
: καὶ δὴ καὶ ἡμεῖς ἐμνήσθημεν αὐτῶν ἐν τοῖς περὶ Κάλχαν - τος λόγοις καὶ τῆς ἔριδος ἣν ἤρισαν περὶ
οὐ μὰ γὰρ Ἀπόλλωνα Διῒ φίλον , ᾧ τε σὺ Κάλχαν εὐχόμενος Δαναοῖσι θεοπροπίας ἀναφαίνεις , οὔ τις ἐμεῦ ζῶντος

Back