: τὰ περὶ τοῦ θανάτου τοῦ Δάφνιδός μοι λέγε . ἀεῖδες γράφεται ἄειδε ἀντὶ τοῦ λέγε . ἐπὶ τὸ πλέον
: τὰ περὶ τοῦ θανάτου τοῦ Δάφνιδός μοι λέγε . ἀεῖδες γράφεται ἄειδε ἀντὶ τοῦ λέγε . ἐπὶ τὸ πλέον
5434398 ἀποκρουσηται
' αὐτοῦ τὸν ἄδικον μάθῃ λόγον καὶ οὕτω τοὺς δανειστὰς ἀποκρούσηται . Φειδιππίδης μὲν οὖν , πολλὰ δεηθέντος τοῦ πατρὸς
τῶν ἀτμῶν θερμὴν δυσκρασίαν , καὶ ἵνα τονώσας τὴν κεφαλὴν ἀποκρούσηται τὰ μέλλοντα πρὸς αὐτὴν φέρεσθαι περιττώματα . Τῆς δὲ
4983442 ἐγκωμιαζομενους
γίνεσθαι . εἰ δὲ μὴ , τοὐναντίον δόξομεν κατηγορεῖν τοὺς ἐγκωμιαζομένους ἢ ἐπαινεῖν , ἐλεγχόμενοι παρὰ τοῖς ἀκροαταῖς ψευδόμενοι φανερῶς
ὁ λόγος . σκοπῷ τόξον : μεθέλκων ἑαυτὸν ἐπὶ τοὺς ἐγκωμιαζομένους φησίν : ἐπὶ τὸν σκοπὸν ἐπίτεινον τὸ τόξον .
4897396 παρθενωνας
, ὅταν δόμους μὲν τούσδε προσίδω κενούς , κενοὺς δὲ παρθενῶνας ; καὶ τὰ ἑξῆς ἐπὶ τούτοις . καὶ πένητα
ὅταν θρόνους τῆσδ ' εἰσίδω πάντας κενούς , κενοὺς δὲ παρθενῶνας , ἐπὶ δὲ δακρύοις μόνη κάθωμαι , τήνδε θρηνωιδοῦς
4823208 δανειστας
ὅτι , εἰ μετρεῖν μαθήσεται , καὶ διὰ τούτου τοὺς δανειστὰς ἀποκρούσεται . ἐμπαίζει τοὺς φιλοσόφους περὶ τῶν μέτρων βούλεσθαι
ἀφεωρακὼς μόνον ἐκεῖνο , ἐὰν ἄρα οἷός τε γένηται τοὺς δανειστὰς διὰ πειθοῦς ἀποστερῆσαι τὰ χρήματα , αὐτὸς πρόσεισι τῷ
4812159 τεκοντας
ὦ ξέν ' , εἰς Ἄργος κίεις , πρὸς τοὺς τεκόντας πανδίκως μεμνημένος τεθνεῶτ ' Ὀρέστην εἰπέ , μηδαμῶς λάθῃ
πολλῷ γε μᾶλλον : σαυτὸν ἐμελέτησας μᾶλλον σέβειν ὑπὲρ τοὺς τεκόντας [ ἢ καλῶς ποιεῖν ] . ὢν δίκαιος ,
4782412 ἀϊστωσαι
ἢ δοῦναι τοὺς πολιήτας , Χάρυβδίν τινα ἢ θάλασσαν εἰσδεξαμένην ἀϊστῶσαι πρόρριζον ἤ μιν ἄλλας ὁδοὺς στραφέντα φέρεσθαι διὰ τῆς
. ἐπεὶ τοῖς γε παντάπασιν αὐτὰ πειρωμένοις ἀφανίσαι τε καὶ ἀϊστῶσαι λέγει Αἴσωπος ὁ μυθοποιὸς ταὐτὸν ξυμβήσεσθαι ῥᾳδίως , ὅπερ
4750760 βαινοντας
ψυχὴ δὲ ἄνευ ὀργάνων ὁρᾷ καὶ λέγει , ἀνα - βαίνοντας δεῖ θεάσασθαι καταλιπόντας τὴν αἴσθησιν κάτω περιμένειν . Ὥσπερ
ἰδέαν , τοὺς μὲν δρόμῳ χωροῦντας , τοὺς δὲ σχολῇ βαίνοντας , ἐπιστολάς , διαλεκτικούς , κάλλος ἐπῶν : ὧν
4741523 ἀμον
ἐν ἐκθέσει δὲ στίχοι ἰαμβικοὶ τρίμετροι ἀκατάληκτοι ἕξ . τὸν ἀμόν νυν ἀντίπαλον ] ἀντισπαστικὰ κῶλα εʹ . τὰ δʹ
Μὴ τάσσε : χώρει δ ' ἔνθαπερ κατέκτανες πατέρα τὸν ἀμόν , ὡς ἂν ἐν ταὐτῷ θάνῃς . Ἦ πᾶς
4724221 παρεστωτας
διδάσκοντας , ἀλλ ' ὅποι ποτ ' ἂν διατρίβῃς , παρεστῶτας ἔχεις καὶ ἀγαπῶντας , καὶ μάλιστα δὴ τοὺς τῆς
ὅπως τοῦ καταρρέοντος ἐπιρροφᾶν ἐσπούδαζεν : ἅμα δὲ καὶ τοὺς παρεστῶτας ἀπερράντιζεν , ὥστε καὶ γέλωτα κινεῖσθαι δι ' αὐτὸ
4714354 Ἐλπιδα
διανοίᾳ παραθολωθείη , ἔξω ἡμᾶς τῆς αἰωνίου τιθέντος ζωῆς . Ἐλπίδα οὖν ζωῆς αἰωνίου ἔχοντες , τῶν ἐν τούτῳ τῷ
τις ζώει καὶ ὁρᾶι φῶς ἠελίοιο , εὐσεβέων περὶ θεοὺς Ἐλπίδα προσμενέτω : εὐχέσθω δὲ θεοῖσι , καὶ ἀγλαὰ μηρία
4692527 ὀφθαλμους
καὶ ἡ Ῥοδῶπις . καὶ ἔστησαν μὲν τὸ πρῶτον τοὺς ὀφθαλμοὺς ἑκάτεροι , μηδέτερος ἐκκλῖναι θέλων ἐπὶ θάτερα : κατὰ
καὶ ὀσφὺν ἀλγῆσαι καὶ ἐπιγάστριον καὶ κενεῶνας καὶ βρέγμα καὶ ὀφθαλμοὺς καὶ τένοντας . εἰκὸς δὲ καὶ εἰλιγγιάσαι , καὶ
4673265 στυγνον
φεύγεις μακρόν , Ἄδωνι , καὶ ἔρχεαι εἰς Ἀχέροντα πὰρ στυγνὸν βασιλῆα καὶ ἄγριον : ἁ δὲ τάλαινα ζώω καὶ
σχολαστικοὶ ὡς εἶδον αὐτὸν ἐξαίφνης γελάσαντα καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ στυγνὸν καὶ σκυθρωπὸν γεγονός , μόνον δὲ τοὺς ὀδόντας φανεροὺς
4651526 ἀπολλυντα
ὧν ὤμοσε , τὸν δ ' εὐορκήσαντα φανερῶς τὸ ἴδιον ἀπολλύντα . τούτων γὰρ ἑκάτερος οὐ καθάπερ Πυθαγόρας ὑπεστήσατο τὸν
, αὐτῆς ὥρας καὶ γίνεται καὶ ἀπόλλυται . Πολλὰ δὲ ἀπολλύντα , καὶ πάντα ἐκ τῆς τύχης . Καὶ γὰρ
4645896 ἐντυγχανοντας
' αὐτοῖς ἡμῖν ἰδίᾳ κἀν ταῖς ὁμιλίαις ταῖς πρὸς τοὺς ἐντυγχάνοντας τὴν δυνατὴν ἔχοντες χάριν οὐ παυσόμεθα , ἕως ἄν
καὶ μυθώδης κατεσκεύασται ὑπὲρ τοῦ πληροῦν ἀγωνίας καὶ θαύματος τοὺς ἐντυγχάνοντας καὶ ἐκπληκτικὴν τὴν ἀκρόασιν καθιστάναι . διὸ καὶ οὐ
4640153 ἐμβλεποντας
οὐκ Ἰβηρίς . κανδύτανες τυφλὸν ὁ πλοῦτος καὶ τυφλοὺς τοὺς ἐμβλέποντας εἰς ἑαυτὸν δεικνύει . στεφανοῦν ἀλλ ' ὅταν ἐρῶντα
δίκην διδόασιν . Τυφλὸν ὁ πλοῦτος , καὶ τυφλοὺς τοὺς ἐμβλέποντας εἰς ἑαυτὸν δεικνύει . Ἀλλ ' ὅταν ἐρῶντα νοῦν
4595439 φρονεοντας
Σθένελός τε ὁ ποιητὴς οὐ κακῶς εἴρηκεν : οἶνος καὶ φρονέοντας ἐς ἀφροσύνας ἀναβάλλει . ὁ δὲ Φωκυλίδης ἔφη :
παραφρονέοντας μέχρις ἂν ἐπέγρωνται , ἔπειτα δὲ ὑγιέας ἐόντας καὶ φρονέοντας ὥσπερ καὶ πρότερον , ἐόντας τ ' αὐτέους ὠχρούς
4579549 ἰοντας
τῶν ἀνθρώπων : ὅταν γὰρ δέωνται τὸ σπέρμα ἀποβαλεῖν , ἰόντας ἔξω προσκνᾶσθαι πρὸς τὸ τραχύ . θαυμάζειν δὲ τῶν
λεγόμενον εἰς [ τὸν ] τάχει μὲν ἰσόδρομον ἡλίῳ κύκλον ἰόντας , τὴν δὲ ἐναντίαν εἰληχότας αὐτῷ δύναμιν : ὅθεν
4565933 προσειρησθαι
Σαλαμῖνι , διὸ δὴ καὶ θείαν αὐτὴν ὑπὸ τοῦ θεοῦ προσειρῆσθαι : ἐπεὶ κακοῦ γέ του μέλλοντος καταλήψεσθαι τοὺς Ἕλληνας
, “ οἱ πολλοὶ μέν μοι δοκοῦσιν ὑπολαμβάνειν τὸ ἀιδὲς προσειρῆσθαι τῷ ὀνόματι τούτῳ , καὶ φοβούμενοι τὸ ὄνομα ”
4524223 αἰτουμενους
εἰ δὲ μή , τοῦ παντὸς ἁμαρτάνειν ἀνάγκη . Τοὺς αἰτουμένους παρὰ τῶν θεῶν φρένας ἀγαθάς , καὶ μὴ ἑαυτοὺς
, ὡς εἶδεν εἰρωνευομένους τοὺς Αἰκανοὺς καὶ εἰς βουλὴν χρόνον αἰτουμένους ξενισμοῦ τε χάριν ἐπικατέχοντας αὐτόν , ὑπέμεινέ τε κατοπτεῦσαι
4518783 διασπαρηναι
διαβολὴν ὑπὸ τοῦ Ξανθίππου φησὶν ὁ Στησίμβροτος εἰς τοὺς πολλοὺς διασπαρῆναι καὶ ὅλως ἀνήκεστον ἄχρι τῆς τελευτῆς τῷ νεανίσκῳ πρὸς
ἀλλὰ καὶ προορωμένους ὄλεθρον : φασὶ γάρ : ” πρὶν διασπαρῆναι ” , φροντίσωμεν ὀνόματός τε καὶ δόξης . οὐκοῦν
4509721 ἀπερυκειν
τὰ δ ' ὑπὲρ αὐτὸ προύχοντα , ὡς τὸν ὄμβρον ἀπερύκειν , προτεγίσματα . εἶτα ὑπερῷα οἰκήματα , τὰ δ
: κυρίως γὰρ ἄλη , ἡ ἐν θαλάση ταραχή . ἀπερύκειν κωλύειν : κατέχειν : κρατεῖν : ἀπὸ τοῦ ἔραν
4500660 σωφρονιστας
ἵσταται αὐλητής . . . . ἀρχὴ ] δηλοῖ τοὺς σωφρονιστάς . . παιδαγωγῶν ] οἱ καλούμενοι παιδονόμοι . .
θνητὰ δὲ ἀντ ' ἀθανάτων ᾕρηται καὶ νουθετητὰς μὲν καὶ σωφρονιστάς , ἔτι δὲ ἔλεγχον καὶ παιδείαν ἀποδιδράσκει , κόλακας
4491146 σαρδανιον
ἱππικῆς . εὐηθίζεσθε . μωραίνετε , ἀνοηταίνετε , εὐφήμως . σαρδάνιον . παροιμία ἐπὶ τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ σφῶν αὐτῶν
] εἰς τὸν κρίβανον παρολίσθῃ . τὸν οὖν σεσηρότα γέλωτα σαρδάνιον ἐντεῦθεν λέγεσθαι , ἐπεὶ γελῶντες ἀποθνῄσκουσιν : σαίρειν δέ
4479039 πυνθανομενους
λιγὺν Ἀράβων ἀγορητήν . Ἀλλὰ γὰρ τῶν παρόντων ἐνίους αἰσθάνομαι πυνθανομένους ἀλλήλων : πότε τοῦ στρατηγοῦντος ἀνυμνήσει τὸν ἀδελφόν ;
ἑαυτῶν σαρξὶ τὸν αὐτὸν ἔχουσι λόγον . πρὸς δὲ τοὺς πυνθανομένους περὶ ὀνείρου καὶ ἐνυπνίου διαφορᾶς ἐπιμελῶς προεῖπον ὅτι ἕτερόν
4467907 ποικιλμα
. ὅθεν Εὐριπίδης εἶπεν : ἀστέρες δ ' ἐν οὐρανῷ ποίκιλμα τέκτονος σοφοῦ . ἐλάβομεν δὲ ἔννοιαν ἐκ τοῦ τὸν
ἐν τοῖς ἱεροφαντηθεῖσι χρησμοῖς ἀνείρηται καὶ τὸ τοῦ θεοῦ καλὸν ποίκιλμα , ὅδε ὁ κόσμος , ἐπιστήμῃ πανσόφῳ τετελεσιούργηται ,
4462470 κολαζομενους
ὄφεις περὶ αὐτὴν ἀνθ ' ὧν εἶπον περὶ θεῶν , κολαζομένους δὲ καὶ τοὺς μὴ θέλοντας συνεῖναι ταῖς ἑαυτῶν γυναιξί
ὁ Ἀθηναῖος . παρελθόντες δὲ ὅμως τοῦ Ναυπλίου καθηγουμένου ἑωρῶμεν κολαζομένους πολλοὺς μὲν βασιλέας , πολλοὺς δὲ καὶ ἰδιώτας ,
4444352 ὀνειρου
καʹ κοιναί , ἡ δὲ κβʹ παραχρῆμα ἐπιτελεῖ τὰ τοῦ ὀνείρου , ἡ δὲ κγʹ ἐν ἡμέραις η , ἡ
κατήγορος τῷ τοῦ φεύγοντος ὅρῳ ἀνατρέπων τὸ μεμυῆσθαι διὰ τοῦ ὀνείρου τὸν ἄνθρωπον : ζητητέον δὲ , τίς ἡ διαφορὰ
4437864 βλεπειν
κεκράτηκε τοὔνομα ὅταν ἃ λέγεις ὑπ ' ἐνθουσιασμοῦ καὶ πάθους βλέπειν δοκῇς καὶ ὑπ ' ὄψιν τιθῇς τοῖς ἀκούουσιν .
μέλανος καὶ ἐγχρισθέντες ποιοῦσιν τὰ ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνεσθαι καὶ βλέπειν . Ἐὰν δὲ προσμίξῃς βραχὺ μαγνήτου ζῶντος καὶ ὀλίγον
4429568 σειρια
τόν γ ' ἐλθοῦσα , θεά , ὑπελύσαο δεσμῶν ἀκτὶς σειρία ἡ ἡλιακὴ ἢ τοῦ ἡλίου καταχρηστικῶς . σείριος δὲ
τόν γ ' ἐλθοῦσα , θεά , ὑπελύσαο δεσμῶν ἀκτὶς σειρία ἡ ἡλιακὴ ἢ τοῦ ἡλίου καταχρηστικῶς . σείριος δὲ
4421372 διαυλους
χ . τὸ χ πρὸς τὴν μεταφοράν . κυρίως γὰρ διαύλους δρόμους ἀπελθεῖν καὶ ἐλθεῖν . οἷον παλινδρομίαις πολλαῖς ἐν
οὗ πολλάκις κρείττων ἐγένου λωτοῦ , τοῦτον νῦν μετὰ πολλοὺς διαύλους ἐθαύμασας , καίτοι πάντα ἃ πείθειν πέφυκε σοφιστὴν τοὺς
4417581 οὐρανους
τε καὶ φθορᾶς , ἐξ οὗ δή φησι τούς τε οὐρανοὺς ἀποκεκρίσθαι καὶ καθόλου τοὺς ἅπαντας ἀπείρους ὄντας κόσμους .
ἐκκλησίαν αὐτοῦ , ἣν καὶ ηὐλόγησεν , ἰδοὺ μεθιστάνει τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὰ ὄρη καὶ τοὺς βουνοὺς καὶ τὰς θαλάσσας
4405404 ἀναβασμους
τῆς προθύσεως ἐς τὸ ἄνω τοῦ βωμοῦ τέφρας παρέχεται καὶ ἀναβασμούς . ἄχρι μὲν δὴ τῆς προθύσεως ἔστιν ἀναβῆναι καὶ
ἀνέλκειν ἢ τοιοῦτόν τι πρόσωπον , τὸ δὲ περὶ τοὺς ἀναβασμούς , ἀφ ' ὧν ἀνέβαινον Ἐρινύες . ἀλλὰ μὴν
4403123 δακρυοις
τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον . ἀγένητα : στοιχεῖα . παρ
τὸν Ὀρέστην πῶς ἔχει , καὶ ἐθεάσατο αὐτὰς : † δακρύοις ἀδελφόν : προσεκτικῶς μετὰ ἤθους προενεκτέον τὸν λόγον :
4401190 προπιπτοντας
σιδηρᾶ φορεῖν αὐτάς φησιν ἔχοντα κόρακας καμπτομένους ὑπὲρ κορυφῆς καὶ προπίπτοντας πρὸ τοῦ μετώπου πολύ , κατὰ τούτων δὲ τῶν
ὀχυρότητα ῥᾳδίως ἠμύνετο τοὺς διὰ τὴν προπέτειαν εἰς ἀβοηθήτους κινδύνους προπίπτοντας : μετὰ δὲ ταῦτα τῶν περὶ Κρατερὸν στεγνὰ κατασκευασάντων
4399995 κεντουμενος
καὶ [ τὠφθαλμὼ ] ” δίμετρον : τὸ οαʹ “ κεντούμενος ὥσπερ ὑπ ' ἀνθρήνων ” δίμετρον : τὸ οβʹ
περιέχουσα . Γ τὸ ” στιζόμενος “ ἀντὶ τοῦ ” κεντούμενος “ . ἐνίοι ” στιζόμενος “ γράφουσιν , οἷον
4399878 καμπτομενους
. Αἴσωπος δὲ μηδενὶ τῶν ὑπ ' αὐτοῦ λεγομένων ὁρῶν καμπτομένους , πάλιν φησίν : ” ἄνδρες ἀνήμεροι καὶ φονῶντες
γενέσθαι τοὺς ἀνθρώπους οὕτω πίνοντας , πρότερον ὑπὸ τοῦ ἀκράτου καμπτομένους : καὶ διὰ τοῦτο ἱδρύσασθαι βωμὸν ὀρθοῦ Διονύσου ἐν
4397046 αἰθερος
, φερβόμενοι κλεινοτάταν σοφίαν , αἰεὶ διὰ λαμπροτάτου βαίνοντες ἁβρῶς αἰθέρος , ἔνθα ποθ ' ἁγνὰς ἐννέα Πιερίδας Μούσας λέγουσι
. Ζεὺς δὲ ὁ αἰθήρ . τὸ δὲ θερμὸν τοῦ αἰθέρος , μιγνύμενον τῷ ἀέρι , ζωογονεῖ ὅθεν μυθεύονται τὰ
4396080 βροτους
δεσμεύων αὐτοῦ τὰς φρένας . αὐονὰ ] ὁ ξηραίνων τοὺς βροτούς . διανταία ] ἡ διαμπὰξ τιμωρουμένη . αὐτουργίαις ]
' : εὔηθες δέ τοι τὸ καὶ δοκεῖν ὄρνιθας ὠφελεῖν βροτούς . ] Κάλχας γὰρ οὐκ εἶπ ' οὐδ '
4394694 τιμησαντα
τὸν Δαμάγητον τὸν ἀρεστὸν γεγονότα τῇ δίκῃ , ἤτοι τὸν τιμήσαντα τὴν δίκην , τοὺς ναίοντας , ἀντὶ τοῦ τοὺς
χειροκμήτοις : θέμις γὰρ μὴ μετέχειν ψυχῆς τὸν τὰ ἄψυχα τιμήσαντα , καὶ μάλιστα φοιτητὴν γενόμενον Μωυσέως , οὗ πολλάκις
4389908 ἐφερπει
σὸν τέλος ἀμπλακίης . ἄνθρωπον κατέλεξας , ὃς ἡνίκα γαῖαν ἐφέρπει πρῶτον ἔφυ τετράπους νήπιος ἐκ λαγόνων , γηραλέος δὲ
. Φιλέοντι : ἐρῶντι . Λωφήσῃ : καταπαύσῃ , . ἐφέρπει : πορεύεται . Πλησάμενος : κορεσθείς . ἐλαιηροῦ τε
4378191 δημιους
τοὺς καλούς , καὶ τοὺς συνεραστὰς ἔφθανεν , καὶ τοὺς δημίους ὑπετέμνετο . Καὶ γὰρ ἦν αὐτῶν καὶ πονεῖν ἱκανώτερος
ὁ δεῖνα γὰρ καταψευσθεὶς ἄπεισι „ . καὶ πρὸς τοὺς δημίους , ὑφ ' ὧν ἤγοντο , ὑφεῖναι ” ἔφη
4375574 προσωνομασαν
ἐκεῖνοι μὲν τραγικῶς μᾶλλον ἢ φιλοσόφως τὴν διαφορὰν τῶν διαλόγων προσωνόμασαν . εἰσὶ δὲ τοῦ μὲν φυσικοῦ οἷον ὁ Τίμαιος
αὐτῷ προσῆψαν καὶ εὑρεθέντος τοῦ ἐν Δελφοῖς μαντείου τὸν Ἀπόλλωνα προσωνόμασαν Πύθιον ἀπὸ τοῦ δεῦρο ἐρχομένους τοὺς ἀνθρώπους πυνθάνεσθαι τὰ
4362019 Αἰνεα
Πίνδαρος πρὸς τὸν Αἰνέαν λέγων : παρόρμησον νῦν , ὦ Αἰνέα , τοὺς ἑταίρους τοὺς ἐν τῷ χορῷ , ὥστε
ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον . ὄτρυνον νῦν ἑταίρους , Αἰνέα , πρῶτον μὲν Ἥραν Παρθενίαν κελαδῆσαι , γνῶναί τ
4357768 ἑστιωμενους
τούτου παισὶ καὶ θεοῖς πᾶσι καὶ Μούσαις , ἀπέλυσε τοὺς ἑστιωμένους . αʹ . Τί ἐστιν ἡ φύσις βʹ .
ὄψου , ἔφη , ὡς ἔοικας , ποιεῖς τοὺς ἄνδρας ἑστιωμένους . ἀληθῆ , ἦν δ ' ἐγώ , λέγεις
4356138 ἀλληγορειται
κυρίως τις βούλεται ἐπὶ τῶν κηπευμάτων ἐκδέχεσθαι τὸν λόγον . ἀλληγορεῖται οὖν τὰ προκείμενα . οἱ γὰρ ποιηταὶ ἐπιεικῶς τὰς
θεῶν τὸ πῦρ καὶ ἐδωρήσατο τοῖς ἀνθρώποις : τοῦτο γὰρ ἀλληγορεῖται : ἐπειδὴ γὰρ ὁ Προμηθεὺς πρῶτος ἐφεῦρε τὴν διαιρετικὴν
4353937 ἀγανακτουντας
πλουσίοις τῶν τε κινδύνων καὶ τῶν ἀναλωμάτων , ὡς εἶδεν ἀγανακτοῦντας αὐτούς , δι ' ἑτέρου τρόπου τήν τ '
σοι , τοὺς δ ' εἰ μὴ τῶν ἀρχόντων ἄρχοιεν ἀγανακτοῦντας διὰ τῶν τὰ παρ ' ἐκείνων ἐν παραβύστῳ πραττόμενα
4339479 ἀναβιουν
μὲν δὴ τοῦτο ἀκούσας ἀναπτεροῦμαι καὶ τὰ ὄμματα ἀνεγείρω καὶ ἀναβιοῦν ἠρχόμην : ὁ δὲ Κλεινίας πρὸς τὸν Σώστρατον ,
ὑπέχουσιν ἐν τῷ ζῆν τοῖς Ὀλυμπίοις θεοῖς . οἴεται γὰρ ἀναβιοῦν τὰς ψυχὰς Πυθαγορικῇ δόξῃ χρώμενος . Διὸς ἀρχὴν τοὺς
4322552 πειρωμενα
γῆν ἐῤῥιμμένα τῶν βεβρωμένων ἄθλια λείψανα ἀσπαίροντα μὲν καὶ ἀνορθοῦσθαι πειρώμενα , πίπτοντα δ ' αὖτις εἰς τοὔδαφος δι '
καὶ ἀνόητον αὐτὴν ἡγοῦντο καὶ μαίνεσθαι ἔφασκον : ὕστερον δὲ πειρώμενα ἐθαύμαζε καὶ τῷ ὄντι σοφωτάτην ἐνόμιζεν . καὶ διὰ
4310768 ὀφλοι
φίλος : βροτοῖς δ ' ἂν ἐλθὼν ἐς λόγον δίκην ὄφλοι . πῶς δῆτ ' ἔγωγ ' ἂν θνητὸς ἐκ
τοὺς ἱππεῖς διακρίνων τῶν πεζῶν : ἦ γὰρ ἂν γέλωτα ὄφλοι τὰ σοφὰ ταῦτα τοῖς νῦν τακτικοῖς καὶ ἰατροῖς καὶ
4310567 ἐγειρομενος
ὡς οἰκείῳ τῷ αἰσθητικῷ συναρμοζόμενος εἴδει καὶ πρὸς οἰκεῖον συμμέτρως ἐγειρόμενος , οὕτω καὶ ὁ τῶν αἰσθητῶν ποιοτήτων κριτικὸς λόγος
τῆς καταφορᾶς . ἐνίοτε γὰρ τὰ φαινόμενα εἴδωλα καθεύδοντι φωράσει ἐγειρόμενος κινήσεις οὔσας ἐν τοῖς αἰσθητηρίοις : ἂν γὰρ ὑπνώττων
4299177 κατεπινε
κριθὰς παρέθηκεν : ἀλλ ' ἐκεῖνος μὲν σπουδῇ τὰς κριθὰς κατέπινε δεδιώς , οἷα εἰκός , ἐμὲ τὸν συνάριστον .
ἄρ ' οὐκ ἀλαοσκοπιὴν ἔχεν , ἀλλὰ δοκεύων παῖδας ἑοὺς κατέπινε : Ῥέην δ ' ἔχε πένθος ἄλαστον . ἀλλ
4298275 θεασθαι
εἰδέναι , αὐτοὶ δὲ αὑτοὺς ἐξ ἡμῶν αὐτῶν οὐ δυνάμεθα θεᾶσθαι , εἰ δὴ ἡδὺ τὸ γινώσκειν καὶ βλέπειν ἑαυτούς
, ἔστε γ ' ἂν ποιήσω καὶ σὲ ἐμὲ ἡδέως θεᾶσθαι . τότε δὴ καὶ ἐκπεμφθεὶς ὑπὸ τοῦ Κυαξάρου τά
4293912 ἁπαξαπαντα
καὶ λοιδορίας καὶ ἄλλα ὅσα εἰς κωμῳδίαν συντελεῖ , ἐνταῦθα ἁπαξάπαντα τοῦτο τὸ δρᾶμα περιειληφέναι . ἀγνοοῦσιν : ὅσα γὰρ
. πολλὰ γίνεται ὅμοια . τί ποτ ' ἔσθ ' ἁπαξάπαντα διαπεπρισμένα ἡμίσε ' ἀκριβῶς ὡσπερεὶ τὰ σύμβολα ; ὁ
4288566 στομαχους
κυάμου τὸ μέγεθος Αἰγυπτίου . ὁμοίως καὶ πρὸς τοὺς ἐμπνευματουμένους στομάχους ἢ στροφουμένους , ἔντερον ἢ κῶλον ὀδυνωμένους , ἐπὶ
ἧός κε τέλος πολέμοιο κιχείω . Ἦ , καὶ ἀπὸ στομάχους ἀρνῶν τάμε νηλέϊ χαλκῷ : καὶ τοὺς μὲν κατέθηκεν
4288039 οἰωνους
. αὐτὸς δὲ οὐκέτι κατὰ τὸ εἰκὸς ἐπὶ κληδόνας καὶ οἰωνοὺς ἵετο πολλὰ τὴν αὑτοῦ τέχνην κακίσας ὡς χρόνῳ καθάπερ
ὦ παῖ , τὰ μέγιστα : παρὰ γὰρ ἱερὰ καὶ οἰωνοὺς μήτε σαυτῷ μηδέποτε μήτε στρατιᾷ κινδυνεύσῃς , κατανοῶν ὡς
4283731 ἀθλους
καρτερίας καὶ ἀνδρείας καὶ ὑπομονῆς ἐπὶ κτήσει τοῦ ἀρίστου διαθλοῦσαν ἄθλους , ἑβδομάδι τὴν ἰσότιμον μονάδα τίκτειν εἰκὸς ἦν :
ἐκ τῆς Ἥρας : ἡ γὰρ Ἥρα ἐπιτάξασα αὐτῷ διαφόρους ἄθλους ἔνδοξον αὐτὸν ἀπετέλεσεν . Ἀλλ ' ἔστιν εἰπεῖν πρὸς
4280604 ἀπεστρεψεν
ἐνῆν καὶ κατὰ τὸν Ξενοφῶντα τοὺς τούτων ὅτι πορρωτάτω ὀχετοὺς ἀπέστρεψεν , οὐδαμῆ καταισχύνασα τὸ τοῦ ὅλου ζῴου κάλλος .
, ἐπειδὴ ἱκανῶς τοῦ φαρμάκου τὸ ὕδωρ ᾔσθετο ἔχον , ἀπέστρεψεν αὖθις ἐς τὸν ὀχετόν . καὶἐνεφορήσαντο γὰρ ἀνέδην οἱ
4271061 ἀναβλεψας
σε ὁ Ἁβραὰμ ποιῆσαι αὐτῷ , ποίησον . καὶ πάλιν ἀναβλέψας Ἁβραὰμ , εἶδεν ἄλλους ἀνθρώπους καταλαλοῦντας ἑταίρους , καὶ
εἰς τὸν τόπον ὃν εἶπεν αὐτῷ ὁ θεός : καὶ ἀναβλέψας τοῖς ὀφθαλμοῖς εἶδε τὸν τόπον μακρόθεν „ . ὁ
4263072 θανοντας
ἐπὶ τῶν τόπων ὁ Ὀρόβιος καὶ βωμὸν ἐπέγραψε : τούσδε θανόντας ἔχει ξείνους τάφος , οἳ περὶ Δήλου μαρνάμενοι ψυχὰς
ὁ μέγας μαραίνει . θύρσον κισσύβιον ὄρτυκος οἴει σὺ τοὺς θανόντας , ὦ Νικήρατε , τρυφῆς ἁπάσης μεταλαβόντας ἐν βίῳ
4262721 Γυμνους
τι ἀναβαίη ἐνταῦθα , σοφίαν οὐ χρηστὴν ἑαυτοῦ διηγεῖτο τοὺς Γυμνοὺς τούτους ὑποψίας ἐμπεπληκέναι φάσκων πρὸς τὸν Ἀπολλώνιον , ὡς
ὑπὲρ μεγάλων αὐτοῦ ἐκοιμήθησαν , ἅμα δὲ τῇ ἡμέρᾳ τοὺς Γυμνοὺς προσειπόντες ἐπορεύοντο τὴν ἐς τὰ ὄρη τείνουσαν ἀριστεροὶ τοῦ
4259587 εἰδωλου
πατρὶ αἰτῶν θυγατέρα πρὸς γάμον , οὐκ ἔδωκεν , ἐρᾷ εἰδώλου ἡ κόρη , καὶ κρίνεται ὁ μάγος φαρμάκων .
εἴδωλον , τοῦτ ' ἔστι τὸ σῶμα , μὴ καὶ εἰδώλου εἴδωλον ἔχειν . εἰδώλου δὲ εἴδωλον τὴν εἰκόνα ἔφη
4249872 ὑψωσας
. ἄωτον δὲ ἀντὶ τοῦ κόσμον αὐτοῦ καὶ στέφανον . ὑψώσας καὶ αὐξήσας ἐπινίκιον ὕμνον . ἀντὶ τοῦ κόσμησιν .
μετενεγκὼν ἀπὸ τιθεμένων ἀνδριάντων ἢ ἀγαλμάτων . ἣ ὀρθώσας καὶ ὑψώσας καὶ αὐξήσας τὸν ὕμνον . ἄωτον δὲ ἀντὶ τοῦ
4249639 τεθνεος
τὴν τελευτὴν φρικτότατον θέαμα . Δείσειε γὰρ ἄν τις καὶ τεθνεὸς καὶ πρὸς τὴν ἀηδῆ τοῦ κήτους ὄψιν ἐκταραχθείη ,
ἀπολύσιος . Τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ ἐξέπεσεν ἐκ τῆς γαστρὸς τὸ παιδίον τεθνεὸς , ἔχον τὸν δεξιὸν βραχίονα προσπεφυκότα τῇ πλευρῇ :
4244618 ἐπασκων
ἀρχῇ , ἡ δὲ κατὰ τὸ τέλος . ※ . ἐπασκῶν ] μετερχόμενος . ὡς ] ὄντως , λίαν .
τούτοις τῆς Ἀντιμάχου καταπυγοσύνης ἀναπλήσει . ὦ καλλίπυργον σοφίαν κλεινοτάτην ἐπασκῶν , ὡς ἡδύ σου τοῖσι λόγοις σῶφρον ἔπεστιν ἄνθος
4242926 ὁρωντας
πάλαι δοκεῖ : παῖδας φυτεύειν οὔποτ ' ἀνθρώπους ἐχρῆν πόνους ὁρῶντας εἰς ὅσους φυτεύομεν . ὦ δυστυχεῖν φὺς καὶ κακῶς
! ! ! ! θάμβος ] δ ' ἔχε πάντας ὁρῶντας [ ! ! ! ! ! ! ! !
4237404 δυσωπειν
καὶ ὅλα τὰ σώματα . ταῦτα δὲ καὶ δίχα λόγου δυσωπεῖν ἱκανὴ καθέστηκεν ἡ ἀπὸ τῶν φαινομένων μαρτύρησις : ἐν
' ἣν αἰτίαν καὶ οἱ δογματικοὶ φιλόσοφοι οὐκ ἄλλοθεν εἰώθασι δυσωπεῖν τοὺς ἀπορητικοὺς ἢ ἀπὸ ταύτης . πῶς γάρ ,
4233849 ἀποσφαττει
ὀρθῷ τῷ θυρεῷ πατάξας εἰς τὸ πρόσωπον ἀνατρέπει καὶ κείμενον ἀποσφάττει , ἔπειτα τοὺς ἄλλους τεταραγμένους ἤδη ἐλαύνων ὑπὸ πόδας
μετὰ τῶν μονομαχούντων ζῇ , μονομαχεῖ δὲ καὶ αὐτὸς καὶ ἀποσφάττει . „ ὑπολαβὼν οὖν ὁ Ἀπολλώνιος ” εἶτα ”
4226143 οἰακας
ἐν πρύμνῃ πλοίου καθήμενον , κἂν τύχῃ κακῶς περιστρέφων τοὺς οἴακας . ὁ δέ γε νοῦν ἔχων ἀνὴρ οὔτε τοιοῦτόν
καὶ ἔτι ? ἐν χερσὶν ? ἔχοντι τοὺς τῆς πολιτείας οἴακας ? ? ? ὑπεισελευσόμενος ? συνέσοιτο ? βοηθός ?
4224958 Κωρυκις
καθ ' αὑτοὺς καλῶς . τιμαλφεῖ ] ἣν τιμᾷ . Κωρυκὶς πέτρα ] πέτραν φησὶ κοίλην τὸν Παρνασσόν . διὰ
ὁ ποιητής : ταῦτα εἰποῦσα εἰς θρόνον ἐκαθέζετο . Ἔνθα Κωρυκὶς πέτρα : πέτραν φησὶ κοίλην τὸν Παρνασσόν . διὰ
4220569 ἀναπεμψει
] ὁ Ἀϊδωνεὺς δὲ ὁ ἀναπομπὸς τῶν νεκρῶν ἀνίει καὶ ἀναπέμψει καὶ ἀναδώσει τῆς γῆς τὸν Δαρεῖον βασιλέα οἶον ,
ἐρωτωμένη διὰ τί τέσσαρα καὶ οὐδὲ πλείονα οὐδὲ ἐλάττονα , ἀναπέμψει ἡμᾶς εἰς τὸν φυσικὸν φιλόσοφον : τῷ δὲ Ἀριστοτέλει
4217272 μεσημβρινους
πρός τε τὸν πλέοντα ἐν τῇ σχεδίᾳ καὶ τοὺς ἐκεῖ μεσημβρινούς , ὡς ἂν Αἰθίοπας , ὡς οἱ Πισιδικοὶ πρός
ὑγρῶν γινομένων . φέρονται γοῦν ἐπὶ τοὺς ἐναντίους τόπους τοὺς μεσημβρινούς . ἐκεῖ δὲ ταῦτα ἐκφερόμενα προσπίπτει τοῖς ὑψηλοτάτοις ὄρεσι
4216827 ἀναιρουμενους
' αὐτοῦ δυνάμενος ἢ τοὺς ὑπολοίπους εὐμενεστέρους ἕξων διὰ τοὺς ἀναιρουμένους ; ἀλλὰ Ῥέννιος μὲν ἐψεύσατο τοῖς ἐπιτρίβουσιν ἐς τὸν
, τοῖς δ ' ἑτέροις εἶπεν ὅτι βάλλειν δεήσοι † ἀναιρουμένους † ταῖς βώλοις . ἐπεὶ δὲ παρεσκευασμένοι οὕτως ἔστησαν
4215929 βλεπουσα
τῆς ἐκβολῆς τοῦ Πηνειοῦ καὶ τῶν ἄκρων τοῦ Πηλίου παραλία βλέπουσα πρὸς ἕω καὶ πρὸς τὰ ἄκρα τῆς Εὐβοίας τὰ
πρὸς ἕω καὶ τῷ Σι - κελικῷ κλυζομένη πελάγει , βλέπουσα πρὸς τὴν Πελοπόννησον καὶ τὸν ἐπὶ Κρήτης πόρον :
4214128 γυπα
τὸ ὄρνεον οὐκέτι εἶναι τὸν διιπετῆ καὶ μέγαν ἀετόν , γῦπα δὲ πικρὸν ὀδωδότα , ἐμὲ δὲ τοῦτον ὅς εἰμι
οὐγ . γʹ . Εἰς δὲ τὸν λύγγουρον λίθον γλύψον γῦπα , καὶ ὑπόθες ὀλίγον λίβανον καὶ ἀκρόπτερον τοῦ πτηνοῦ
4212080 στρεφοντα
χλόῃ , τυρῷ , σιλφίῳ , ἁλί , ἐλαίῳ : στρέφοντα δὲ ἀλείφειν καὶ ὑποπάσσειν ἁλὶ ὀλίγῳ , ἀφελόντα δὲ
δεξιὰν χεῖρα κρύπτοντα ὑπὸ τὰ ἱμάτια , τὸ δὲ πρόσωπον στρέφοντα , ἵνα μὴ ἱκετεύω σε . θάρρει δὲ ,
4210800 πρευμενεις
μέμφομαι : τελευτὰς δ ' ἐν χρόνῳ πατὴρ ὁ παντόπτας πρευμενεῖς κτίσειεν . σπέρμα σεμνᾶς μέγα ματρός , εὐνὰς ἀνδρῶν
' ὡς πάρος δέσποινα Δήμητρος κόρη Ἥφαιστέ τ ' ἔστε πρευμενεῖς δόμοις ἐμοῖς . τάλαιν ' ἐγώ , τάλαινα ,
4204363 καθημενους
. ἐπὶ τοῦ μὴ χρῆναι ἐπὶ ταῖς τῶν θεῶν ἐλπίσι καθημένους ἀργεῖν . Βαλανεὺς εἶ : ἐπὶ τοῦ πολυπράγμονος :
οὕτως ἀνιχνεῦσαι τὸ πρᾶγμα πολλάς τε ἡμέρας ἐπ ' αὐτῷ καθημένους καὶ οὐκ ἀνιέντας καὶ τοὺς ἔχοντας μὲν ἐλέγχειν ,
4195721 Εὐφρανορα
τοῦ Μίκρου μητέρα καὶ Νοήμονα καὶ Δίωνα καὶ Θέωνα καὶ Εὐφράνορα καὶ Ἑρμείαν . καὶ Ἀγάθωνα δύο ἔτη παραμείναντα ἀφεῖσθαι
' ὑπὸ τῶν μετὰ ταῦτα νεωτέρων περί τε Μυωνίδην καὶ Εὐφράνορα τοὺς Πυθαγορικοὺς προφιλοτεχνηθείσας τέσσαρας οὔτε παραλείπειν ἄξιον κτλ .
4194636 οὐρανιον
πρὸς ἄλληλα καὶ ὁμοιότητα ἔχειν πρὸς ἑαυτὰ , ὥστε τὸ οὐράνιον σῶμα ψυχὴν εἶναι ὠγκωμένην καὶ ζωὴν ἐπὶ πᾶν διεστῶσαν
πρὸς τὴν ὕλην , ἀναγωγός τε ἐπὶ τὸ θεῖον καὶ οὐράνιον πῦρ καὶ ἄυλον ἀλλ ' οὐχὶ κάτω βρίθουσα περὶ
4194461 παγεντας
ἐπικρατούσης καὶ διὰ βεβαιότητα τῶν ἅπαξ γνωσθέντων τοὺς ἐξ ἀρχῆς παγέντας ὅρους ἀκινήτους διαφυλαττούσης . εἴπερ οὖν ἁρμόττον ἐνόμιζεν ἀποτίκτεσθαι
οὕτω συνεστῶτας λίθους οὐ καθ ' ἑαυτοὺς ἢ ἐξ ὑγροῦ παγέντας μεταβαλεῖν , [ ἢ ] ἐκ πετρῶν μεγάλων ῥήγματα
4193907 φυντας
. οὐ γὰρ ἐκ τῶν αὐτῶν ἔτι τότε τοιούτους ἀλλήλοις φύντας οἰκείους αὑτοῖς εἶναι κρίνομεν , εἰ μὴ ἄρα τινὲς
ἀλλ ' οἵους ἄν τις ἀξιώσειε τοὺς ἐκ βασιλείου τε φύντας γένους , καὶ ἀπὸ δαιμόνων σπορᾶς γενέσθαι νομιζομένους ,
4190655 ἐκφεροντας
ὑμῖν εὖ τιθεμένους , τοὺς δ ' αὐτὸ τοῦτο δεῖγμα ἐκφέροντας φιλοκαλίας καὶ μεγαλοπρεπείας τὸ ὑμῖν εἰς τὰ παρόντα συνεισενεγκεῖν
ἐπεστράτευον ; ἀλλὰ μὴν καὶ πρὸς Ὀλυνθίους εἰδότες ὑμᾶς πόλεμον ἐκφέροντας συμμαχίαν ἐποιοῦντο , καὶ ὑμεῖς γε τότε μὲν ἀεὶ
4186210 Ἡρακλειτειους
τῶν μὴ τοιούτων διακρίνομεν . Ὁμηρείων . Ὁμηρίδας φησὶ τοὺς Ἡρακλειτείους διὰ τὸ τῆς ἀεικινησίας δόγμα , ἐπεὶ καὶ Ὅμηρος
ἀξιοῦντας εἶναι τὴν οὐσίαν τοῦ χρόνου , φημὶ δὲ τοὺς Ἡρακλειτείους , κινοῖτο προχειρότατον , ὅτι εἰ χρόνος σῶμά ἐστι
4186022 θεριζοντας
καὶ ψιλὴν καὶ γεωργοὺς ἀρότρῳ χρωμένους , ἑτέρους τρυγῶντας , θερίζοντας ἄλλους . εἶχε μὲν ἡ ἀσπὶς ὅσην κατέλεξα τέρψιν
ἀρετῆς ἐστιν . ὁ γοῦν ἱερὸς λόγος τοὺς ὁρῶντας εἰσάγει θερίζοντας καί , τὸ παραδοξότατον , οὐ κριθὰς ἢ πυρούς
4183693 Ἀνθεως
τε καὶ Χιμαιρέως τάφους χρησμοῖσι κυδαίνοντας οὐκ αἰδούμενος οὐδ ' Ἀνθέως ἔρωτας οὐδὲ τὸν ξένοις σύνδορπον Αἰγαίωνος ἁγνίτην πάγον ἔτλης
δὲ μετὰ τὴν ἑορτὴν Ἡρακλέους ἔντομα θύουσιν ἄχρι νῦν . Ἀνθέως τοῦ Νομίονος ἐγένετο παῖς Αἰγυπιός : ᾤκει δὲ παρὰ
4181430 ἐπανιωμεν
' ἧς δεῖ δήπου τὸν ποιητὴν φθέγγεσθαι . ἀλλ ' ἐπανίωμεν ἐπὶ τὴν νῆσον : ῥεῦμα γὰρ δὴ ὑπολαβὸν ἡμᾶς
, ἤ τινα ἄλλον λωβητῆρα καὶ ἐπεσβόλον . Πάλιν αὖ ἐπανίωμεν ἐπὶ τὸν Ὅμηρον , καὶ τοὺς παρ ' αὐτῷ
4174015 ἐνθουσιαν
ἑνὸς περιειλημμένοι δαίμονος εὖ καὶ καλῶς ἀγωνίζονται τοσοῦτον , ὅσον ἐνθουσιᾶν αὐτοὺς ἅπαξ : οἱ δὲ Ἔρωτος βάκχοι πολεμοῦντες καὶ
: ὁ δὲ Σωκράτης παραιτεῖται τὸ περὶ τὸ αἰσθητὸν κάλλος ἐνθουσιᾶν καὶ αὐτοῦ ἔχεσθαι μόνου καὶ ἀφίστασθαι τῶν ἄλλων :
4168807 γεγραφοτας
. ὀλίγα δέ τινα πρότερον εἰπεῖν πρὸς τοὺς τὰ τοιαῦτα γεγραφότας ἀναγκαῖον . οἱ πολλοὶ τὴν τῶν χρόνων διαίρεσιν ποικίλως
: οἶδα δὲ οὐδὲν τούτων . ἄλλους μέν τινας οἶδα γεγραφότας περὶ τῶν αὐτῶν τούτων , οἵτινες δέ , οὐδ
4163488 ἁμαρτωλους
μεγαλοπρέπεια τῆς δόξης σου καὶ ἀνυπόστατος ἡ ὀργὴ τῆς ἐπὶ ἁμαρτωλοὺς ἀπειλῆς σου , ἀμέτρητόν τε καὶ ἀνεξιχνίαστον τὸ ἔλεος
τῶν αἰώνων . μὴ φοβεῖσθε οἱ δίκαιοι ὅταν ἴδητε τοὺς ἁμαρτωλοὺς κατισχύοντας καὶ εὐοδουμένους , καὶ μὴ μέτοχοι αὐτῶν γίνεσθε
4153222 θαλλους
ὄμπην , πελάνους , στεφάνους , πέμματα , στέμματα , θαλλούς , μυρρίνας , ἄνθη . παιανίσαι , παιᾶνα ᾆσαι
[ . ] : νῦν οὖν ἡμεῖς ἱκέται * * θαλλούς τε θεῶν † τε σέβας τίθεμεν πρὸ ποδῶν τῶν
4144443 ἐμους
' Εὐμάθει τούτῳ , μεταπεμψάμενος τοὺς οἰκείους καὶ φίλους τοὺς ἐμοὺς Εὐμάθης ἐνεφάνισε τὰ χρήματα , ἃ ἦν μοι παρ
ὅτι δεῦρο ἀνιὼν οὐχὶ τὼ ὀφθαλμὼ τοῦ ἀετοῦ ἐνεθέμην τοὺς ἐμοὺς ἐξελών : ὡς νῦν γε ἡμιτελὴς ἀφῖγμαι καὶ οὐ
4140625 σεσωσμενους
δὲ πάντας εἶδεν ἐκ τῶν ὑδάτων καὶ τῶν μεγίστων κυμάτων σεσωσμένους , μέσον σταθεὶς ἤνοιξε πρὸς θεὸν στόμα : Ἰδοὺ
ἂν εἴποις πόλιν , ἣ τοὺς ὑπὸ σοῦ κεκοσμημένους ἢ σεσωσμένους γε οὐκ ἔχει , ἀλλ ' ἔνθα ἀνθρώπων γένος
4129399 τικτομενους
ἄνωθεν καὶ δυσειδεῖς , μάλιστα τοὺς ἐν ταῖς πρώταις μοίραις τικτομένους , ποιεῖ δὲ ὅλως καὶ παχυρρίνους καὶ λεοντοπροσώπους ,
, ἐὰν δὲ ἐναντίως εὑρεθῇ ἡ Σελήνη δηλώσει καὶ τοὺς τικτομένους τὴν ἀρχὴν δυστυχοῦντας , τὰ δὲ τέλη εὐτυχεῖς .
4123316 ἐκπονειν
οὓς ἀπώλεσεν θεός . ἃ δ ' εἰς ἀδελφὴν καιρὸς ἐκπονεῖν ἐμέ , ἅπανθ ' ὑπισχνοῦ νερτέρων δωρήματα . ἴθ
μὴ πτύειν μηδὲ ἀπομύττεσθαι ἔτι διαμένει , τὸ δ ' ἐκπονεῖν οὐδαμοῦ ἐπιτηδεύεται . καὶ μὴν πρόσθεν μὲν ἦν αὐτοῖς
4122498 ζοφωδους
, πρὸς τοὺς νεωτέρους ποιητάς : καὶ ὅτι καταιγίδων καὶ ζοφώδους καταστάσεως παρασκευαστική ἐστιν . . ἐπισσείῃσιν δὲ ἀντὶ τοῦ
εὐδίνητον : εὔστροφον . ἐκπεράνας : εἰς πέρας εἰσαγαγών . ζοφώδους : σκοτεινοῦ . ζέσει : θέρμῃ . ἠγκιστρωμένοι :
4118004 Παιε
φασὶν οὖν τοὺς Μεγαρεῖς ἐκβάλλοντας αὐτοὺς παίειν καὶ λέγειν : Παῖε τὸν Διὸς Κόρινθον . Διπλόον . ἐπὶ σιδήρου εἴρηται
ὁ Νέβιος ὑπὸ τοῦ τωθασμοῦ τε καὶ τοῦ θορύβου , Παῖε θαρρῶν , ἔφη , Ταρκύνιε , τὴν ἀκόνην ,
4109277 παραγαγοντος
μισθοὺς αὐτὴν ἀπαιτοῦντος ὡς καθαρῶς βλέπουσαν ἤδη καὶ τοὺς μάρτυρας παραγαγόντος : ” μᾶλλον μὲν οὖν ” , εἶπεν ἐκείνη
τοῦ προελθόντος ὅρον ἐπιτελεῖται , ἐκείνη δὲ κατὰ τὸν τοῦ παραγαγόντος . Ὄγδοον τί τέλος ἐστὶ τῆς γνώσεως , καὶ
4100427 κλειειν
χρόνον χορηγῇ τὰς ὕλας , ἐν δὲ τῷ λοιπῷ παντὶ κλείειν ἀκριβῶς τὰ στόματα μηδενὶ τῶν ἐκπεμφθέντων ἐπανέρχεσθαι συγχωροῦντας .
ὠθεῖν ἑκατέρωθεν ὅλην τὴν γένυν ἅμα τῷ κελεῦσαι τῷ κάμνοντι κλείειν τὸ στόμα . οὐκ ἀκίνδυνος μὲν οὖν οὐδὲ ἡ
4095231 κωφους
σύνολον μὴ πνεῖν , τοὺς δὲ παντελῶς εἶναι βληχροὺς καὶ κωφούς : ὑπάρχειν δὲ καὶ περὶ τὸν ἀέρα πολλάκις ἠρεμίαν
τοιούτων ποριστικούς , μόνος δὲ ὁ τοῦ Ἑρμοῦ νωδοὺς καὶ κωφούς , εὐφυεῖς μέντοι καὶ πανούργους ἄλλως ἀπεργάζεται . Λοιποῦ
4090099 διανοηθηναι
τῶν ἑξῆς ῥηθησομένων . καθάπερ γὰρ εἴπομεν Φίλιππον τὸν Ἀμύντου διανοηθῆναι καὶ προθέσθαι συντελεῖν τὸν πρὸς τοὺς Πέρσας πόλεμον ,
καὶ πάρεδρος , οὗ χωρὶς οὐδὲν ἐκείναις πρᾶξαι θέμις οὐδὲ διανοηθῆναι . ταῦτα μὲν οὖν ἀκούων καὶ ὁρῶν ἐτέρπετο καὶ

Back