ἑαυτης ἐστι δεσποτης : ἐαν δ ' εὐ μεν συ χρησῃ τῃ τεχνῃ , τον της τυχης καιρον δ '
ποιησεις , ὁπερ ἐπι των τιμησεων ἐφαμεν : βαρυτητι γαρ χρησῃ και σχετλιασμοις και τοις τοιουτοις . παραλαμβανομεν δε κἀκεινο
9999933 χρησθω
ταυτα μιξας χριειν . Τον δε μετα ταυτα χρονον ἐμετοισι χρησθω τρις του μηνος , και γυμναζεσθω και θερμολουτεετω .
ἀφελεσθω παντα ἠ τα ἡμισεα : τοισι δε σιτιοισιν ἁπασι χρησθω ὑγροτεροισι τε και ψυχρο - τεροισι , και τοισι
9999927 Μακεδονες
μετα δε οὐ πολυν χρονον του ἐργου του προς Ἠλιδι Μακεδονες και Δημητριος ὁ Φιλιππου του Δημητριου Μεσσηνην καταλαμβανουσι .
αὐτονομος ἠν ἡ πολις : εἰτα οἱ την Αἰγυπτον κατασχοντες Μακεδονες αὐξηθεντες ἐπεθεντο αὐτοις , ἀρξαντων των περι Θιβρωνα των
9999924 ἐβοηθησεν
ἡ περισσως ἀγαπησασα οὐτε των ἀλλων θεων τις ἠ δαιμονων ἐβοηθησεν αὐτῳ . κατα τον αὐτον οὐν ποιητην : ὁστις
Τορωνην μεν και Ποτιδαιαν πολιορκησας εἱλε , Κυζικηνοις δε πολιορκουμενοις ἐβοηθησεν . Του δ ' ἐτους τουτου διεληλυθοτος Ἀθηνησι μεν
9999924 τεσσαρακοστῃ
ὡς Φαινιας τε φησιν ὁ Ἐρεσιος και Θεοπομπος ἐν τῃ τεσσαρακοστῃ των Φιλιππικων . ἱστορουσι γαρ οὑτοι κοσμηθηναι το Πυθικον
λεγεται τυχειν Ἡραιευς , οἰμαι , ὠν . ἑκατοστῃ και τεσσαρακοστῃ και πεμπτῃ Ὀλυμπιαδι παιδα παγκρατιαστην ἐνεγραψαν οὐκ οἰδα ἐξ
9999917 ἐτυγχανεν
ὡστ ' ἀν δακρυσαι γ ' , εἰ φρονουντ ' ἐτυγχανεν . οἰμοι ξυμφορας βαρυποτμωτατας , οἰμοι κακων δυστηνος ,
τειχων και τοξευμασι και ἀλλῳ ὁτῳ τις μετα χειρας ἐχων ἐτυγχανεν ἠ ὁτῳ τις ἐν τῳ τοτε ἐλαβεν ἐξηκοντιζον ἐς
9999917 ἐφυλαξεν
Λυκοθοας Λυκοθοαντος ὠ Λυκοθοαν , του γαρ Θοας την κλισιν ἐφυλαξεν , και παλιν παμμελας παμμελανος ὠ παμμελαν , τριταλας
δικαιοσυνην , ἐλεγχου δε ποιησας κυριους ὁμως αὑτῳ το λοιπον ἐφυλαξεν , ὁπως ὁποσον ἀφησει , ἁπασιν εἰη καταφανες .
9999916 ἐγραψατο
ἐπιτομην ] λεγεται γαρ ὡς Δημοσθενης ἐπιτεμνων την κεφαλην ἑαυτου ἐγραψατο τραυματος ἐκ προνοιας Δημομελην τον Παιανιεα ἀνεψιον ἑαυτου ὡς
γαρ τον τροπον της καθυφεσεως , ἀκουσιου φονου του ἀνδροφονου ἐγραψατο : εἰθ ' ὁτι ὁρων το γιγνομενον ἐστενον ,
9999916 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999916 βουλευτηριῳ
, και κρυβδην διαψηφισαμενων των βουλευτων , ἑαλω ἐν τῳ βουλευτηριῳ και ἐδοξεν ἀδικειν . και ἐπειδη ἐν τῳ διαχειροτονειν
πολεμειν δε μη προς ὁμοιαν ἀντιπαρασκευην ἀδυνατοι , ὁταν μητε βουλευτηριῳ ἑνι χρωμενοι παραχρημα τι ὀξεως ἐπιτελωσι παντες τε ἰσοψηφοι
9999913 ἐτρεπετο
πλειστα δρασας πιστος ἠν . ἐληϊζετο Ῥωμαιους , ἐς φυγην ἐτρεπετο , αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε
' ὡς μεταγινωσκων ἐπ ' αὐτοις εἰς οἰκτους και παραιτησεις ἐτρεπετο : ἀρχην δ ' οὐδε δικασταις αὐτοις ἠξιου χρησθαι
9999913 ἐφυλαττετο
ὁτε και ἐκνικαται ἐμπεσειν ἐς την ταφρον , ἡν τεως ἐφυλαττετο . Ἡγημων ἐν τοις Δαρδανικοις μετροις περι Ἀλευα του
. ταυτα δε προτερον μεν εἰς τας του πολεμου χρειας ἐφυλαττετο , και ἐκαλειτο στρατιωτικα , ὑστερον δε κατετιθετο εἰς
9999913 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999911 ἐρρωτο
ἠν , ἐφηβου δε ἀρτι ὑπαπῃει και την ὡραν ἐτι ἐρρωτο . σωφρονουντι δε αὐτῳ μητρυια ἐρωσα ἐνεκειτο και χαλεπον
κυριῳ . και ἡ τροφος εὐθυς ἀνειστηκει και ἀπηντα και ἐρρωτο και ἠν ἁπερ εἰκος ἐν τοις τοιουτοις . ἐπειτα
9999911 φιλονεικιᾳ
πιστιν ἐχωρησεν , ἱνα μη παντα αὐτος ἐνθυμουμενος και ἀποδεικνυς φιλονεικιᾳ τῃ προς Φιλιππον μαλλον δοκῃ λεγειν ἠ ὡς αὐτην
ἀγωνοθετων οὐκ ἐπ ' ἀνδραγαθιᾳ , ὑβρεως δε και στασεως φιλονεικιᾳ , και τον μαλλον πληκτην στεφανουμενον . και ταυτα
9999910 ῥητορσι
και Ὀλυμπιαδος και πολλα χρηματα διαδους τοις ὑπερ αὐτου δημηγορουσι ῥητορσι διεδρα και κατηρεν εἰς Ταιναρον προς τους μισθοφορους .
στρατηγειν ἁμα και ἐπιστατειν ποιημασι και φιλοσοφειν και ψηφηφορειν και ῥητορσι διαιταν και της ἐν πασι μη καθυστερειν ἀκροτητος ,
9999910 ἀπεφυγε
ἀγωνισμα την ἑαυτου συγγραφην . πολλα γαρ των προς ἡδονην ἀπεφυγε , τας παρενθηκας ἁς εἰωθασι ποιειν οἱ πλειονες ἀποκλινας
, ἀλλα μαλλον ἐκοσμησε . τοιουτῳ μεν δη τροπῳ Σφοδριας ἀπεφυγε . Των μεντοι Ἀθηναιων οἱ βοιωτιαζοντες ἐδιδασκον τον δημον
9999910 ταραχη
του ἀρκτουρου βορεαν ἐποιησε πνειν , ὁπως ῥᾳδιως ὀμβρος και ταραχη γενηται . τουτο δε ἐφη , ἐπει κατα την
παρ ' αὐτων παρελαβεν , ἐν δε ταις Συρακουσσαις πολλη ταραχη κατειχε την πολιν Διονυσιου μεν την Νησον ἐχοντος ,
9999910 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999909 ἀκαθαρσια
την Ἀσινην κατοικουντες . . . . ἀσις : ἡ ἀκαθαρσια : ἐστι δε παρωνυμον του ἀση , ὡς γαρ
οὐν και ἀνωτατω καθαροτης ἡ ἐν ψυχῃ γενομενη και ὁμοιως ἀκαθαρσια . ψυχης δ ' ὡς σωματος μεν ἀκαθαρσιαν οὐκ
9999909 τρεψομεθα
και παραμενουσι και ὁπωσουν , ἀλλ ' ἡμεις αὐτους ῥᾳδιως τρεψομεθα ῥωμῃ τε και ἐμπειριᾳ και τολμῃ , ὡστε οὐδε
των πολεμιων ἠδη την χωραν λεηλατουντων τοτε προς την ἐπιμελειαν τρεψομεθα των δεοντων , ὀκνω μη τοις ἐναντιοις προς ἡδονην
9999909 ἀπεδειξε
τους ἀγωνιστας δει πολλων εὐπορειν δικαιωματων : και δια τουτων ἀπεδειξε την ῥητορικην ὡς ἐκ ταν θεαν κατελθουσαν . Δει
μετα μεγαλης δυναμεως πλησιον εἰναι της Μακεδονιας , Ἀριστονουν μεν ἀπεδειξε στρατηγον , κελευσασα διαπολεμειν τοις περι Κασανδρον , αὐτη
9999908 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999908 ἡμερῳ
δε ἡμερων οἱ καρποι . εἰ δε ἐντυχοις ποτε φυτῳ ἡμερῳ παρα την ἀνθην εὐωδει , δρεπου των φυλλων μαλλον
εὐωδες ἐστι και ἡδυ , το δε ἀγριον παραπλησιον τῳ ἡμερῳ , πλατυφυλλοτερον δε και εὐμηκεστερον , και πολλας ἐχον
9999908 σκεμμα
, ἐφη , ὠ Σωκρατες , γελοιον ἐμοιγε φαινεται το σκεμμα γιγνεσθαι ἠδη , εἰ του μεν σωματος της φυσεως
ὁτι εἰ μεν ἑωρων , ὑπερ ἐμαυτου μονου ὀν το σκεμμα , ἐσιωπων ἀν , ἐπει δε και της πολεως
9999907 κινητικα
πως . Ἐστι και των κινουντων τα μεν κατα φυσιν κινητικα την ἑαυτων τα δε παρα φυσιν : παρα φυσιν
οἱον χιων , κρυσταλλος , τῳ στηθεϊ πολεμια , βηχεων κινητικα , αἱμοῤῥοϊκα , καταῤῥοϊκα . Τα ἐν ἀρθροισιν οἰδηματα
9999907 μηνοειδες
Ἑλληνες ἀτρεμας εἰχον προς τῳ Ἀρτεμισιῳ . Οἱ δε βαρβαροι μηνοειδες ποιησαντες των νεων ἐκυκλουντο , ὡς περιλαβοιεν αὐτους :
εὐγενειας περιηρτημενος τῳ ὑποδηματι , τουτο δε ἐστιν ἐπισφυριον ἐλεφαντινον μηνοειδες , και παρελθων ἐς το Ῥωμαιων βουλευτηριον πιθανον μεν
9999906 χρυσοειδες
οἰκηματα . ἑλιχρυσοιο : εἰδος φυτου , οὑ το ἀνθος χρυσοειδες . ὡς ἀπο γυμνασιοιο καλον : ὑγιεινον γαρ ἐστιν
γομφοις ] ἐν καρφιοις . . ἡλοις . λαμπρον ] χρυσοειδες . ἐκκρουστον ] καταπληκτον τῃ αἰγλῃ . . φερει
9999906 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999905 αἰτιαϲ
τα ἐντοϲ τραπηϲεται μερη . εἰ δε οὐλη ἐκ τινοϲ αἰτιαϲ ἐξωθεν του βλεφαρου γενομενη ἐκτρεψῃ το βλεφαρον , ἀφαιρειν
. γιγνεται δε τουτο ἠ ἐξ ἀδηλου ἠ ἐκ προδηλου αἰτιαϲ : ἐξ ἀδηλου μεν ἐκ του αὐτοματου ἀραιουμενων των
9999905 αἱματοϲ
το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια των πεπονθοτων μερων ἀφαιρουϲα του αἱματοϲ , ἀλλα και ϲικυα : και φλεβοτομια μεν ἡττον
τα ἀντικειμενα παραγουϲα δια τηϲ φορβεαϲ προϲαγορευομενηϲ ἁρμοϲει και ἀφαιρεϲιϲ αἱματοϲ ἀπο των ὑπο την γλωτταν ἀγγειων και ϲικυαι κατα
9999905 ἐκινησε
αὐτου πληρωσωμεν . “ ἐπιτιθεασιν οὐν αὐτῳ τον γοργαθον και ἐκινησε διακλονουμενος . ὁ δε ἐμπορος ἰδων αὐτον ἐθαυμασε και
τοσουτον φειδονται των θηριων χρονον , ὁσον ἐτι παρασκευαζονται . ἐκινησε δε ἡμας οὐδεν , οὐδε ἀντιλαβεσθαι των πραγματων ἠναγκασεν
9999905 ἐφυλαξατο
τε γαρ συμφερον λογισμῳ ἐπεγνω , και το ἐναντιον προμαθουσα ἐφυλαξατο . Αἱ δε ὀξειαι και ἀπερισκεπτοι ἐγχειρησεις ταχειας και
Ἀλευατο : και ἀλευατο πολυν ὁμιλον : το ἀλευατο , ἐφυλαξατο : εἰρηται ἀπο του χευω χευατο και τροπῃ και
9999905 κεφαλαιῳ
εὐδαιμονιας ἀναλαβουσιν . εἰρηται τοινυν περι αὐτης ἐν τῳ ιγʹ κεφαλαιῳ του πρωτου βιβλιου , ὁτι οὐκ ἐστιν ἑξις :
ἠ ὀξυ ; Παντα τα τοιαυτα συνεχωρουμεν ἀλληλοις . Ἐν κεφαλαιῳ δ ' , ἐφην , ὠ Κλεινια , κινδυνευει
9999905 ἁρπαγην
. και οἱ μεν πελτασται , ὡσπερ εἰκος , εἰς ἁρπαγην ἐτραποντο : ὁ δ ' Ἀγησιλαος κυκλῳ παντα και
πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης : μεγιστη [ ] γαρ τυγχανει
9999904 ἐρωτικη
τα μετρα ἀπονεμει , ὡς ἀν εἰποις , ἡ ἐσχατη ἐρωτικη φιλια αὑτη ἐστιν ἡ δια των σωματων . Το
δυνανται εἰναι : ἰσως οὐν και δια τουτο θειοτερα ἡ ἐρωτικη . Το δ ' ὑπερβατον τουτο ἐστιν : ἐστι
9999904 να
τροπικον , ἡ δε ΖΕ περιφερεια των ἀποδεδειγμενων μοιρων κγ να ἐγγιστα . και ὁλη μεν ἀρα ἡ ΖΕΔ περιφερεια
. . . . . . . Ζυγου ι νο να Ϛʹ βʹ ὁ ἐν τῳ σφυρῳ του αὐτου ποδος
9999904 ὀρνισι
κηκασμοισιν ὠκριωμενοι , αὐθις δ ' ἐναιχμασουσιν αὐτανεψιοι , ἀνεψιαις ὀρνισι χραισμησαι γαμους βιαιοκλωπας ἁρπαγας τε συγγονων χρῃζοντες ἀλφης της
ἐκει μονον ἀγωνιζομενος ὡς εἰ τις ἀλεκτωρ ἐνοικιδιος τοις ἐνδον ὀρνισι μαχομενος , και μη ἡ γεγενημενη στασις και ὁ
9999904 κλυσμασι
και πικροτητες στοματος , και ἀηδιαι τε και ἀνορεξιαι . κλυσμασι δε ὑπεικουσης ἀνιεται τα λυπουντα . ἀμελει δει και
κεφαλης και των μεσων . ταις δε ἑξης καταπλασμασι και κλυσμασι . τας δε οὐν ἐμβροχας ἀει και τας ἐπι
9999904 ἐδημιουργησεν
θεος ἁπλους τε και εὐνους ἀλληλοις ὑπερ τα λοιπα ζῳα ἐδημιουργησεν , αὐτους δε ἀπανθρωπα και ἀνημερα διανοεισθαι , και
οἰου πυνθανεσθαι εἰ τοιαυτην ἡγει την Ἀθηναν , οἱαν Φειδιας ἐδημιουργησεν , οὐδεν των Ὁμηρου ἐπων φαυλοτεραν , παρθενον καλην
9999904 ἐνεργητικη
Τυπεσθε , τυπεσθωσαν . Ἑνικα . Τυπτοιμι : πασα μετοχη ἐνεργητικη , το τελος της γενικης τρεψασα εἰς μι και
, προσθετεον , το συμβαν μνημης ἐτυχεν . εἰ δε ἐνεργητικη , το πραχθεν μνημης ἐτυχεν , ὁμοιως δε και
9999903 κοινωϲ
ὁ χιτων και παχοϲ ἑτερον ἐπικτητον λαμβανει . βοηθηματα δε κοινωϲ και τοιϲ ἀμβλυωττουϲι ϲυντιθεται ἐκ τηϲ αὐτηϲ ὑληϲ ,
ὑδριαϲ ε ἠ Ϛ δια μελικρατου κυαθων γ ποτιζε : κοινωϲ δε και των προϲ δυϲπνοϊκουϲ ἀναγεγραμμενων αὐτοιϲ ἁρμοϲει τινα
9999903 ἐρχομεθα
και το ἐν χιονι και το ἐν ψιμυθιῳ εἰς ἐννοιαν ἐρχομεθα λευκοτητος , ὁμοιως γευσαμενοι μελιτος και φοινικος και ἰσχαδος
ποιας στασεως ἐστι : τουτων γαρ προνοηθεντων ἐπι την εὑρεσιν ἐρχομεθα : ἡ δε εὑρεσις ἐστιν ἡ των ἐνθυμηματων ποικιλια
9999903 ἠθοποιϊαν
εἰδοτος ἀκουσας τα λεγομενα . Μιγνυσι δε πολλαχου την τε ἠθοποιϊαν και την του προσωπου ὑποβολην , ὁταν ἑτερῳ προσωπῳ
οὐχ ὡς τερπομενον ἐν αὐτῳ . Εἰτα ἐπαγει κατ ' ἠθοποιϊαν , τινας ἀν λογους εἰπεν ὁ Ζευς ὀργιζομενος ,
9999903 ἐθαρρησεν
βασιλεων εἰπειν : ὁ δ ' ἀποφαινεσθαι και προς θεον ἐθαρρησεν . τουτο δ ' ἀρα περας ἠν οὐ τολμης
ἀπο Θαψακου εἰς Αἰγυπτον . το δε θαυμαζειν , πως ἐθαρρησεν εἰπειν ἑξακισχιλιων σταδιων το ἀπο Πηλουσιου εἰς Θαψακον ,
9999903 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999903 ἀπεδειξα
; ἐφη , ἡττον τι ἀπεθανεν , ἐπει ἐγω σοι ἀπεδειξα αὐτον ; Και γαρ ἡμεις , ἐφη ὁ Ξενοφων
μεινας νενικηκα : και πολεμικην οὐ παρασκευασαμενος φαλαγγα κρατουντας Ἀθηναιους ἀπεδειξα : συ δε τον Δωρικον δασμον οὐ σκεψαμενος ,
9999903 κληθεισα
, μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων δε παλι Βορυσθενης κληθεισα . ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την Μηδικην
. Κτισμα δε Καρος ἠν , ἀπο του παιδος αὐτου κληθεισα του γεννηθεντος ἀπο Καλλιρροης της Μαιανδρου , μετα νικην
9999903 οἰομεθα
ἀποδιδωσιν ὁ λεγων , τοιουτον δη τινα τον ὁλως πεπαιδευμενον οἰομεθα εἰναι , και το πεπαιδευσθαι το δυνασθαι ποιειν το
ἀμεινον ὀν χειρονος . ” Ὀρθοτατα γε . Ποτερον οὐν οἰομεθα περι βασιλεας τουτ ' ἐγγιγνομενον ἑκαστοτε διαφθειρειν προτερον ,
9999903 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999903 ἠρεσκετο
παις . Βασιλευων δε Σκυθεων ὁ Σκυλης διαιτῃ μεν οὐδαμως ἠρεσκετο Σκυθικῃ , ἀλλα πολλον προς τα Ἑλληνικα μαλλον τετραμμενος
βλεπειν . οἱσπερ και ὁ Σεβηρος ἀγγελλομενοις οὐ πανυ τι ἠρεσκετο , ἀλλ ' ἐπαχθης ἠδη και βαρυς κἀκεινῳ ἐγενετο
9999903 μικροτητι
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
9999903 τρομωδεες
: ἀνεπηδα , ἀνεκεκραγει , ἐμαινετο : πνευμα πουλυ : τρομωδεες αἱ χειρες ἐγενοντο , ὑπο δε τον θανατον ἐλθουσῃ
Κωφωσις ἐν ὀξεσι και ταραχωδεσι παρακολουθουσα , κακον . Αἱ τρομωδεες , ἀσαφεες , ψηλαφωδεες παρακρουσιες , πανυ φρενιτικαι ,
9999902 ἀφικομεθα
ἐκηληθη ὑπο του μελους . ἐπει δε προς την λιμνην ἀφικομεθα , μικρου μεν οὐδε ἐπεραιωθημεν : ἠν γαρ πληρες
νησος Αἰολου . Ὁμηρος „ Αἰολιην δ ' ἐς νησον ἀφικομεθα „ . οἱ νεωτεροι το ἐθνικον ὁμοιως και ὁμοφωνον
9999902 διδοσθω
δακτυλοις δυνατον ἐστι λαβειν και τουτο ποιειν ἐκ τριτου . διδοσθω δε μετ ' οἰνου καλου μαλιστ ' ἐπι των
ἐστω και ὀλιγη , και μετα πολυν της προσφορας χρονον διδοσθω το πομα : τριψεις τε μετα τα σιτια των
9999902 πτερυγια
συν χολῃ βοειᾳ ἐπιτιθετι . [ εʹ . Προς τα πτερυγια . ] Το πτερυγιον νευρωδης ἐστι του ἐπιπεφυκοτος ὑμενος
. ὠτος : ὀρνεον , ὁ περι τα ὠτα ἐχει πτερυγια . τουτο ἐπαινουμενον και ἀντορχουμενον ὡσπερ ὁ νυκτικοραξ ἁλισκεται
9999902 τριαδα
και μαντευεσθαι τον Ἀπολλωνα ἐκ τριποδος δια το κατα την τριαδα πρωτον φυναι τον ἀριθμον . Ἀφροδιτῃ δε τι θυσιαζειν
, ὡς ὁ γ το ιε ἠ ἡ μονας την τριαδα ἠ τινα ἀλλον , τοτε μερος ἐστι , εἰ
9999902 κολακειᾳ
τἀλλα οὐ καρτα φρενηρης τις ὠν , ἀλλ ' ἐν κολακειᾳ δεσποτικῃ τεθραμμενος , οὑτως ἐξεκαυθη και συνεταραχθη προς της
δε κολαξ Σωσιπατρος ἀνθρωπος γοης . διαβοητος δε γεγονεν ἐπι κολακειᾳ και ὁ Ἀθηναιων δημος . Δημοχαρης οὐν ὁ Δημοσθενους
9999902 σκολια
πολλαι γινομεναι δια πολλου την ἀκολουθιαν κομιζονται : τα τε σκολια και πολυπλοκα και δυσεξελικτα και τα ἀλλα τα συγγενη
προαγει . οἱ τομιαι βοες , Δ . λεγει , σκολια και λεπτα και μακρα φυεται τα κερατα αὐτοις ,
9999901 ἑνεκα
ἀπνευστι . το δ ' ὀξυμελι θερους ὡρᾳ διδοται ψυχρον ἑνεκα του μη παροξυναι την διψαν του καμνοντος : δια
κτημα οὐδεν , ἀλλα φιλειτε ἀλληλους και χρηματων γ ' ἑνεκα και βασιλευσιν ἐριζετε . Πολλην μεν γαρ ἐγω ὑμιν
9999901 ἐτρεψατο
Ξενοκρατης ὀφθεις μονον ἐν τῃ διατριβῃ και ἀποβλεψας προς αὐτον ἐτρεψατο και μετεθηκεν . Πολεμων Φιλοστρατου μεν ἠν υἱος ,
Μακεδονας ἀναγαγων ὑπερεκερασεν : ἡ δε φαλαγξ προσπεσουσα τους πολεμιους ἐτρεψατο . Ἀλεξανδρος ἐν Ἀρβηλοις παρετασσετο . Δαρειος το μεταιχμιον
9999901 Πορισμα
αὐτον ἐχει λογον και το αὐτο προς τα ἰσα . Πορισμα Ἐκ δη τουτου φανερον , ὁτι ἐαν μεγεθη τινα
ΔΖ ἡ Β : μεση ἀρα ἐστιν ἡ Β . Πορισμα Ἐκ δη τουτου φανερον , ὁτι το τῳ μεσῳ
9999900 σταφιδες
Φοινικες οἱ αὐστηροι , μηλα κυδωνια , ἐλαιαι ἁλμαδες , σταφιδες αὐστηραι , ἡ ἐν τοις στεμφυλοις ἀποτιθεμενη σταφυλη ,
τροφιμοι , καστανα , φακη , οἱ γλυκεις φοινικες , σταφιδες αἱ γλυκειαι και λιπαραι , βαλανοι , γογγυλις ,
9999900 ναυαγια
ἐλεγοντο δε ὁμοιως ναυκληροι και οἱ μισθωτοι των συνοικιων . ναυαγια και ναυαγιον διαφερει . ναυαγια μεν ἐστιν αὐτη ἡ
, ἱν ' οἱ μεν τους χειμωνας ὀῤῥωδουντες και τα ναυαγια ἐν τοις προσηκουσι καιροις ναυτιλλωνται , ἡ δε πολις
9999900 θαλαττιῳ
τρια μερη διαιρεθεισας , ἐγχυτεον : και την κοιλιαν ὑδατι θαλαττιῳ ἠ μυρτων ἀφεψηθεντων τῳ ὑδατι θερμαντεον . και πολιου
. και ἀψινθιον , ἠ σικυου ἀγριου ῥιζα βραχεισα ὑδατι θαλαττιῳ , και ῥανθεισα , ταυτας διαφθειρει . Διαφθειρει δε
9999900 Λευκιππου
Λευκτρα , οὐκ οἰδα : εἰ δ ' ἀρα ἀπο Λευκιππου του Περιηρους , ὡς οἱ Μεσσηνιοι φασι , τουτου
. . . Λευκιππος τε και Ἀλκμαιων . . . Λευκιππου του μαθητου Μελισσου . . . Α . Λ
9999899 εὐχομεθα
ζωσι και λυπηρα . παντες εἰς σε δε ἐλθειν ὁμως εὐχομεθα και σπουδαζομεν . ἐνεγκ ' ἀτυχιαν και βλαβην εὐσχημονως
ἐστι παλιν τα τυχηρα ἀγαθα ἐδηλωσε : περι γαρ ὡν εὐχομεθα τοις θεοις : οὐ γαρ περι ἀρετης και των
9999899 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999899 εὑρισκετο
ἀλλ ' ἀλλοτε μεν πλειον ἀλλοτε δε ἐλαττον το ὑπεργειον εὑρισκετο του οὐρανου και των προς τουτον ἀπο γης εὐθειων
το παραληγον φωνηεν εἰς ε μεταβαλλειν , και οὐκετι λοιπον εὑρισκετο ἀλλεπαλληλον το ω . Κρειττον οὐν ἐστιν εἰπειν την
9999899 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999899 χρηϲωμεθα
μετωπῳ τεμνοντεϲ ὀρθιαν φλεβα προϲ ἁπαξ αὐταρκωϲ ἀφελωμεν κλυϲμαϲι τε χρηϲωμεθα και τοιϲ δι ' ὑδρελαιου ἠ ῥοδινου ϲυν τῳ
καταλιποντεϲ το δεδεμενον και ϲπληνιον ἐπιθεντεϲ ἐξ οἰνελαιου τῃ ἐμμοτῳ χρηϲωμεθα θεραπειᾳ . Ὀγκοϲ ἐπι τῳ τραχηλῳ γινεται μεγαϲ και
9999899 πισυρες
* ζαμενες : λιαν ἰσχυρως * κοτεουσα : ὀργιζομενη * πισυρες : τεσσαρες * κοιλοι : ταπεινοι * ὑπενερθεν :
ἡβωωσα , τεθηλει δε σταφυλῃσι . κρηναι δ ' ἑξειης πισυρες ῥεον ὑδατι λευκῳ , πλησιαι ἀλληλων τετραμμεναι ἀλλυδις ἀλλη
9999899 ἐταξεν
στενων ὀρων , ἐν οἱς προσεδοκα τους Βοιωτους ἐπιχειρησειν . ἐταξεν οὐν τους μεν Λακεδαιμονιους προηγεισθαι , τους δε συμμαχους
οἰδ ' ὁτι τους πολλους ὑπομνησαι , τινα ταξιν ἑαυτον ἐταξεν Αἰσχινης ἐν τῃ πολιτειᾳ το πρωτον , και τινας
9999898 σωφρονι
Παναιτιος , πολιτην αὐτον Ἀθηναιων ποιεισθαι σπευδοντων , εἰπε τῳ σωφρονι μιαν πολιν ἀρκειν . και ὁ των Σπαρτιατων βασιλευς
παρα τον λογον οὐδεν ποιουσιν ἀμφοτεροι , εἰ και τῳ σωφρονι μεν αἱ ἐπιθυμιαι οὐ πολεμουσι , τῳ ἐγκρατει δε
9999898 ἀδιαφορῳ
ἐλαχιστον της σεληνης ἀποστημα καταλειπεται ἑξηκοστων μϚ : και ἐστιν ἀδιαφορῳ μειζων ἠ διπλασιων και τοις τρισι πεμπτοις μειζων της
σκιας δια το το ἡμισυ της σεληνιακης διαμετρου ἐκλελοιπεναι , ἀδιαφορῳ δε ἐλαττων ἐστιν ἠ διπλασιων και ἐτι τοις γ
9999898 ἀφεψηματοϲ
χρηϲτεον φαρμακοιϲ , οἱον ἐϲτι το ϲιτινον ἀλευρον μετα ἰϲχαδων ἀφεψηματοϲ και ἐλαιου το τε δια γυρεωϲ και το δια
, ἐπαλειπτεον τῳ ναρδινῳ , πυριᾳ δε χρηϲθαι δι ' ἀφεψηματοϲ μελιλωτου τε και τηλεωϲ . παχεοϲ δε ὀντοϲ του
9999897 ἐλπιδες
τις ἐλπιζῃ , οὐκ εὐθεως ἀποβαινει , οὐδε εὐθυπορουσιν αἱ ἐλπιδες , ἀλλα ποτε μεν εἰς ὑψος φερεται τα προσδοκωμενα
δυναμιν ὑπεστελλοντο : ἐμοι δε ταις ἀδικιαις αὐτου συνηυξανοντο δημοκρατιας ἐλπιδες ἐννοιαν χορηγουσαι δικαιαν , ὡς οὐκ ἐσται τον οὑτως
9999897 ἑτερωσε
ἐξαπατωνται δε : οὐ γαρ ἀναλισκεται ἡσσον , ἀλλ ' ἑτερωσε μεθισταται , και εἰ μη δια ταχεων παλιν ἐπι
ἐπιφερειν ἑξης τον λογον , ἀλλως τ ' οὐδ ' ἑτερωσε των λογων γινομενων , ἀλλ ' ἐνταυθα και της
9999897 ταραχωδες
ἐστι [ ] και προσετι ψευδεσθαι [ - ] , ταραχωδες δε [ ἑκατερον - ] . τα δ '
ὡν συγκεινται ῥυθμους ἐν ἀνισοτητι θεωρεισθαι , και πολυ το ταραχωδες ἐπιφαινοντες , τῳ μηδε τον ἀριθμον ἐξ οὑ συνεστασι
9999897 θυμια
ὡς πλειστον ἐπι ἀνθρακιην , και περικαθισας αὐτην και περιστειλας θυμια , φυλασσομενος μη κατακαυσῃς . Ἠν δε γυνη μη
ὁ φιαλας ἐξ ἱερων ὑφαιρουμενος , ὁ στεφανους , ὁ θυμια - τηρια και ὁσα τοιαυτα [ εἰδικα ὀνομαζων ἀπολογησεται
9999896 Ἀρισταρχῳ
του Φιλαδελφου παρα του Ζηνοδοτου ὠρθωθησαν . μετα δε Ζηνοδοτον Ἀρισταρχῳ παλιν ὠρθωθησαν τεταρτῳ ἠ πεμπτῳ ἀπο Ζηνοδοτου τελουντι ,
τῳ γαρ ἀθλιῳ και ταλαιπωρῳ κακης και χαλεπης συμβασης αἰτιας Ἀρισταρχῳ τῳ Μοσχου : και παλιν φανερως ἠδη δι '
9999896 πηδημα
, ἐκ του ἀλσος . ἐστι και ἁλμα , το πηδημα , δασυνομενον , ὡς ἁπο του ἁλλομαι , το
χιλιων στρατιωτων ἀρχων Δαδακης ἐκ της νηος ἀφηλατο και ἐπηδησε πηδημα κουφον και ἐλαφρον και συντομον και ταχυ , ἐν
9999896 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999896 σφαλμα
Δημοκριτον και διχα ἰησιος : εἰ δ ' ἀρα τι σφαλμα φυσιος ἠ καιρου ἠ ἀλλη τις αἰτιη γενοιτο ,
δε του ἐξελκυσμου , ἡ ἐντασις ἀνιεσθω , το δε σφαλμα ὡς ὁτι ταχιστα συντελεισθω προς την του ἀρθρου ἐμβολην
9999896 ὑφειλετο
προς αὐτοτελειαν του ὀνοματος : οἱον ἐξ ἱερου ἰδιωτικα τις ὑφειλετο χρηματα , νομου κελευοντος τον μεν ἱεροσυλον τεθναναι ,
εἰναι . και παιζων δε ποτε ἰχθυν παρα τινων ἁλιεων ὑφειλετο και λαβων ἐδωκε τινι των παρεστωτων . ὁρκιζοντος δε
9999896 ὑπεστρεψε
. ἱκεθ ' ] ὁ Ἐτεοκλης . ἱκεθ ' ] ὑπεστρεψε ὀπισθεν ὁ Ἐτεοκλης και ἐφονευσε τον ἀδελφον του .
' ἱκεθ ' ὡς κατεκτανεν : οὐδ ' ἱκετο και ὑπεστρεψε και ὀπισθεν παρεγενετο ὁ Ἐτεοκλης ἀφ ' οὑ τον
9999895 ὀλιγοτητι
οὐ μετριως ἐβαρυθυμουν , οὐ τοσουτον ἐπι τῃ των ἰχθυων ὀλιγοτητι , ὁσον ὁτι και τα ἐναντια προσειληφασιν . εἱς
ἀληθες ὑποτιθεμεθα ὡς οὐκ ὀντος του ἀληθους πληθει κρινεσθαι και ὀλιγοτητι , ἀλλα τῳ λογῳ . ἀπειροι γαρ δοξαζουσι ποδιαιον
9999894 τρισκαιδεκατῳ
και ὀνομα αὐτῳ θεσθαι Ἰσσαχαρ . Και παλιν Λειαν τῳ τρισκαιδεκατῳ ἐτει , μηνι δεκατῳ υἱον ἀλλον τεκειν ᾡ ὀνομα
διχα του ι . Λαμπετεια , πολις Βρεττιας . Πολυβιος τρισκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Λαμπετειατης ἠ και Λαμπετειανος τῳ ἐπιχωριῳ
9999894 εὐκτικα
αων ἐκφερουσι : νυμφαι νυμφαων , πυλαι πυλαων . Τα εὐκτικα του πρωτου ἀοριστου δια του εια προφερουσιν , οἱον
τα γαρ της πρωτης συζυγιας και τριτης των περισπωμενων ῥηματων εὐκτικα δια της οι διφθογγου λεγεται , οἰον τελοιη :
9999894 ἐγεννησε
τῳ Κρητων βασιλει : γενομενη δε ἐγκυος ἐκεινη τρεις παιδας ἐγεννησε , Μινωα , Σαρπηδονα και Ῥαδαμανθυν . Ἡ ἱστορια
τα μετα το ζην ἐπιτρεπτεα ταυτῃ : αὐτη γαρ ὡς ἐγεννησε , και διαλυσει . μηδεν δε εὐλαβηθῃς ὁπως ποτε
9999894 σφοδροτητι
το λεπτον και την χαριν τῳ διηρμενῳ προς μεγεθος , σφοδροτητι δε την ἀφελειαν και τῃ τραχυτητι το μεθ '
διαχεομενον ῥᾳδιως , ὁ δε ἀνθραξ ἐπαναλισκει πολυ ὑπερτηκων τῃ σφοδροτητι και ἐξαιρων . ἐν δε τοις ῥειθροις συρεται και
9999894 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999894 ἑξακισχιλιοι
οἱς Ἑλληνες οἱ τον Ἰονιον κολπον διαπερασαντες ἐπι μυριοις ἠσαν ἑξακισχιλιοι : του δε Ῥωμαικου πλειους των ἑπτα μυριαδων :
, σημανεω : σταδιοι γαρ εἰσι εἰκοσι και ἑκατον και ἑξακισχιλιοι : το δε ἀπο Θηβεων ἐς Ἐλεφαντινην καλεομενην πολιν
9999894 διεκοσμησε
. . . . Π . δε την ἑαυτου πατριδα διεκοσμησε νομοις ἀριστοις , ὡστε τας ἀρχας καθ ' ἑκαστον
εἱστηκει κατ ' ἀρχας τα σωματα , νους δε αὐτα διεκοσμησε θεου και τας γενεσεις των ὁλων ἐποιησεν . ,
9999894 δηλωτικα
φωτα και ἀδορυφορητα , ταπεινοτητος και ἀδοξιας τοις γονευσιν ἐστι δηλωτικα , και μαλιστα ὁταν και ὁ της Ἀφροδιτης και
τουτον τα μεν εὐθειων εἰσι τα δε † γενικων † δηλωτικα , το δε τοδε ὁτε μεν εὐθειας ὁτε δε
9999894 μαντικῃ
το ἀν ἐχῃ φερομενος ἐξ οἰκου . Ὁρκιοισι δε και μαντικῃ χρεωνται τοιῃδε . Ὀμνυουσι μεν τους παρα σφισι ἀνδρας
προσορμισαμενος τῃ Λεσβῳ . φασι δε ἐνταυθα ποτε τον Ὀρφεα μαντικῃ χαιρειν , ἐστε τον Ἀπολλω ἐπιμεμελησθαι αὐτον . ἐπειδη
9999894 κεφαληϲ
και ξηραινει και ὑγραινει . τοιϲ τοιουτοιϲ αἱ τριχεϲ τηϲ κεφαληϲ βρεφεϲι μεν οὐϲιν ὑποπυρροι , παιϲι δε ὑποξανθαι ,
δι ' ὑπερῳαϲ ἐνεχθηϲεται . εἰ δε ποτε ἀπο τηϲ κεφαληϲ ἐπιϲταξοι , μετα τινοϲ ἐρεθιϲμου και βηχοϲ ἐκδιδοται καταρρεοντοϲ
9999893 ξηροτητι
ἀφοριστεον οὐτ ' ἰσως θερμοτητι και ψυχροτητι και ὑγροτητι και ξηροτητι μονον , ἀλλα δει τινα συμμετριαν ἑκαστον ἐχειν προς
πυνθανονται , το μεν πρωτον ἠκμαζε και των νεων τῃ ξηροτητι και των πληρωματων τῃ σωτηριᾳ : νυν δε αἱ
9999893 βεβαια
τις μαθειν , φασιν μεν ποιουμενης της Σεληνης ἀληθη και βεβαια ταυτα εὑρεθησεται , και μαλιστα του Ἑρμου συμπαροντος ἠ
ἐπιβουλευουσαν την ἡμετεραν ἀρχην καθαιρησομεν και του λοιπου αὐτοι τε βεβαια ἑξομεν τα παροντα ἀγαθα και ἐν εἰρηνῃ βαθειᾳ και
9999893 συμπεσῃ
σπανιως γε οὑτος και ἐν μακρῳ χρονῳ , ὁταν ἀμφω συμπεσῃ και συνομαρτησῃ τῳ καλλει της ψυχης και ἡ του
προσεκβαλλομενη ἐπι το ἑτερον μερος του κωνου , ἀχρις ἀν συμπεσῃ τῃ ἐπιφανειᾳ αὐτου , διχα τμηθησεται ὑπο του ἐπιπεδου
9999893 ἁνικα
ἱν ' ὠκυθοαι νυμφαι ἱππευουσι δι ' ὀρφναιας † , ἁνικα γαμων των ἐμων πολις Ἀργους ἀοιδαις εὐδαιμονιας ἐπυργωσε και
ζῃ . ἡξει καιρος ἐκεινος ὁπανικα και τυ φιλασεις . ἁνικα ταν κραδιαν ὀπτευμενος ἁλμυρα κλαυσεις . ἀλλα τυ ,

Back