το λεπτον και την χαριν τῳ διηρμενῳ προς μεγεθος , σφοδροτητι δε την ἀφελειαν και τῃ τραχυτητι το μεθ '
διαχεομενον ῥᾳδιως , ὁ δε ἀνθραξ ἐπαναλισκει πολυ ὑπερτηκων τῃ σφοδροτητι και ἐξαιρων . ἐν δε τοις ῥειθροις συρεται και
9999965 μικροτητι
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
9999961 ὑγροτητι
του ἀφανης ἠν . . Βρεχετο ] τα γαρ ἐν ὑγροτητι και ἀσθενεστερα . ὁσῳ δε μαλλον ἐξικμαζονται , τοσουτῳ
θερμοτητι ὡς ἐπι το πλειστον κεκραται , ἡ δε ἀρκτος ὑγροτητι και ψυχροτητι : τα δε ἀλλα χωρια , καθοσον
9999959 ξηροτητι
ἀφοριστεον οὐτ ' ἰσως θερμοτητι και ψυχροτητι και ὑγροτητι και ξηροτητι μονον , ἀλλα δει τινα συμμετριαν ἑκαστον ἐχειν προς
πυνθανονται , το μεν πρωτον ἠκμαζε και των νεων τῃ ξηροτητι και των πληρωματων τῃ σωτηριᾳ : νυν δε αἱ
9999952 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999952 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999949 κινητικα
πως . Ἐστι και των κινουντων τα μεν κατα φυσιν κινητικα την ἑαυτων τα δε παρα φυσιν : παρα φυσιν
οἱον χιων , κρυσταλλος , τῳ στηθεϊ πολεμια , βηχεων κινητικα , αἱμοῤῥοϊκα , καταῤῥοϊκα . Τα ἐν ἀρθροισιν οἰδηματα
9999948 ἐβοηθησεν
ἡ περισσως ἀγαπησασα οὐτε των ἀλλων θεων τις ἠ δαιμονων ἐβοηθησεν αὐτῳ . κατα τον αὐτον οὐν ποιητην : ὁστις
Τορωνην μεν και Ποτιδαιαν πολιορκησας εἱλε , Κυζικηνοις δε πολιορκουμενοις ἐβοηθησεν . Του δ ' ἐτους τουτου διεληλυθοτος Ἀθηνησι μεν
9999947 Λευκιππου
Λευκτρα , οὐκ οἰδα : εἰ δ ' ἀρα ἀπο Λευκιππου του Περιηρους , ὡς οἱ Μεσσηνιοι φασι , τουτου
. . . Λευκιππος τε και Ἀλκμαιων . . . Λευκιππου του μαθητου Μελισσου . . . Α . Λ
9999946 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999944 ἐγραψατο
ἐπιτομην ] λεγεται γαρ ὡς Δημοσθενης ἐπιτεμνων την κεφαλην ἑαυτου ἐγραψατο τραυματος ἐκ προνοιας Δημομελην τον Παιανιεα ἀνεψιον ἑαυτου ὡς
γαρ τον τροπον της καθυφεσεως , ἀκουσιου φονου του ἀνδροφονου ἐγραψατο : εἰθ ' ὁτι ὁρων το γιγνομενον ἐστενον ,
9999943 τρισκαιδεκατῳ
και ὀνομα αὐτῳ θεσθαι Ἰσσαχαρ . Και παλιν Λειαν τῳ τρισκαιδεκατῳ ἐτει , μηνι δεκατῳ υἱον ἀλλον τεκειν ᾡ ὀνομα
διχα του ι . Λαμπετεια , πολις Βρεττιας . Πολυβιος τρισκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Λαμπετειατης ἠ και Λαμπετειανος τῳ ἐπιχωριῳ
9999943 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999943 ἐνεργητικη
Τυπεσθε , τυπεσθωσαν . Ἑνικα . Τυπτοιμι : πασα μετοχη ἐνεργητικη , το τελος της γενικης τρεψασα εἰς μι και
, προσθετεον , το συμβαν μνημης ἐτυχεν . εἰ δε ἐνεργητικη , το πραχθεν μνημης ἐτυχεν , ὁμοιως δε και
9999942 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999942 φλεγματωδες
Και ἐπην θηλαζῃ γαλα μη καθαρον , ἀλλα γεωδες και φλεγματωδες , και ἐχῃ το παιδιον τας φλεβας τας ἀπο
το ὑποχωρητικον σιτιον προσφερομενον ὑποχωρητικον εἰναι , και το φλεγματωδες φλεγματωδες . Ἠν κρατεῃ οὐν το σωμα των σιτιων ,
9999942 ὀλιγοτητι
οὐ μετριως ἐβαρυθυμουν , οὐ τοσουτον ἐπι τῃ των ἰχθυων ὀλιγοτητι , ὁσον ὁτι και τα ἐναντια προσειληφασιν . εἱς
ἀληθες ὑποτιθεμεθα ὡς οὐκ ὀντος του ἀληθους πληθει κρινεσθαι και ὀλιγοτητι , ἀλλα τῳ λογῳ . ἀπειροι γαρ δοξαζουσι ποδιαιον
9999941 ἐτρεπετο
πλειστα δρασας πιστος ἠν . ἐληϊζετο Ῥωμαιους , ἐς φυγην ἐτρεπετο , αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε
' ὡς μεταγινωσκων ἐπ ' αὐτοις εἰς οἰκτους και παραιτησεις ἐτρεπετο : ἀρχην δ ' οὐδε δικασταις αὐτοις ἠξιου χρησθαι
9999941 ἡγεμονικα
οὐτε το φρονειν ἐν μονῳ τῳ δικαιοπραγειν τιθεμενος . Τα ἡγεμονικα αὐτων διαβλεπε και τους φρονιμους , οἱα μεν φευγουσιν
γαρ εἰ ὁτι μαλιστα ἀλληλων ἑνεκεν γεγοναμεν , ὁμως τα ἡγεμονικα ἡμων ἑκαστον την ἰδιαν κυριαν ἐχει : ἐπει τοι
9999941 να
τροπικον , ἡ δε ΖΕ περιφερεια των ἀποδεδειγμενων μοιρων κγ να ἐγγιστα . και ὁλη μεν ἀρα ἡ ΖΕΔ περιφερεια
. . . . . . . Ζυγου ι νο να Ϛʹ βʹ ὁ ἐν τῳ σφυρῳ του αὐτου ποδος
9999941 φιλονεικιᾳ
πιστιν ἐχωρησεν , ἱνα μη παντα αὐτος ἐνθυμουμενος και ἀποδεικνυς φιλονεικιᾳ τῃ προς Φιλιππον μαλλον δοκῃ λεγειν ἠ ὡς αὐτην
ἀγωνοθετων οὐκ ἐπ ' ἀνδραγαθιᾳ , ὑβρεως δε και στασεως φιλονεικιᾳ , και τον μαλλον πληκτην στεφανουμενον . και ταυτα
9999941 συμποσιῳ
παραλαμβανουσιν εἰς τας ἀρετας , την μεν περι το ἐν συμποσιῳ καθηκον ἀναστρεφομενην ἐπιστημην οὐσαν του πως δει ἐξαγεσθαι τα
Μηδειῳ τῳ Θεσσαλῳ δειπνων ὁ Ἀλεξανδρος εἰκοσιν οὐσιν ἐν τῳ συμποσιῳ πασι προὐπιε , παρα παντων τα ἰσα λαμβανων ,
9999940 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999940 χρυσοειδες
οἰκηματα . ἑλιχρυσοιο : εἰδος φυτου , οὑ το ἀνθος χρυσοειδες . ὡς ἀπο γυμνασιοιο καλον : ὑγιεινον γαρ ἐστιν
γομφοις ] ἐν καρφιοις . . ἡλοις . λαμπρον ] χρυσοειδες . ἐκκρουστον ] καταπληκτον τῃ αἰγλῃ . . φερει
9999939 ἀφεψηματοϲ
χρηϲτεον φαρμακοιϲ , οἱον ἐϲτι το ϲιτινον ἀλευρον μετα ἰϲχαδων ἀφεψηματοϲ και ἐλαιου το τε δια γυρεωϲ και το δια
, ἐπαλειπτεον τῳ ναρδινῳ , πυριᾳ δε χρηϲθαι δι ' ἀφεψηματοϲ μελιλωτου τε και τηλεωϲ . παχεοϲ δε ὀντοϲ του
9999939 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999939 μαντικῃ
το ἀν ἐχῃ φερομενος ἐξ οἰκου . Ὁρκιοισι δε και μαντικῃ χρεωνται τοιῃδε . Ὀμνυουσι μεν τους παρα σφισι ἀνδρας
προσορμισαμενος τῃ Λεσβῳ . φασι δε ἐνταυθα ποτε τον Ὀρφεα μαντικῃ χαιρειν , ἐστε τον Ἀπολλω ἐπιμεμελησθαι αὐτον . ἐπειδη
9999939 ἐρωτικη
τα μετρα ἀπονεμει , ὡς ἀν εἰποις , ἡ ἐσχατη ἐρωτικη φιλια αὑτη ἐστιν ἡ δια των σωματων . Το
δυνανται εἰναι : ἰσως οὐν και δια τουτο θειοτερα ἡ ἐρωτικη . Το δ ' ὑπερβατον τουτο ἐστιν : ἐστι
9999939 ἀπεδειξε
τους ἀγωνιστας δει πολλων εὐπορειν δικαιωματων : και δια τουτων ἀπεδειξε την ῥητορικην ὡς ἐκ ταν θεαν κατελθουσαν . Δει
μετα μεγαλης δυναμεως πλησιον εἰναι της Μακεδονιας , Ἀριστονουν μεν ἀπεδειξε στρατηγον , κελευσασα διαπολεμειν τοις περι Κασανδρον , αὐτη
9999938 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999938 τριαδα
και μαντευεσθαι τον Ἀπολλωνα ἐκ τριποδος δια το κατα την τριαδα πρωτον φυναι τον ἀριθμον . Ἀφροδιτῃ δε τι θυσιαζειν
, ὡς ὁ γ το ιε ἠ ἡ μονας την τριαδα ἠ τινα ἀλλον , τοτε μερος ἐστι , εἰ
9999938 ἐφυλαττετο
ὁτε και ἐκνικαται ἐμπεσειν ἐς την ταφρον , ἡν τεως ἐφυλαττετο . Ἡγημων ἐν τοις Δαρδανικοις μετροις περι Ἀλευα του
. ταυτα δε προτερον μεν εἰς τας του πολεμου χρειας ἐφυλαττετο , και ἐκαλειτο στρατιωτικα , ὑστερον δε κατετιθετο εἰς
9999938 λαμβανω
τουτο αὐτο ἐπιδειξιν ἡγησαντο . ὁμως δε και αὐτος ἑτεραν λαμβανω ὁδον . ὁταν μεν γαρ εἰς ἐμαυτον ἀπιδω και
οὐτε ψευδος . εἰ δε τις λεγει ὁτι συμπεπλεγμενα αὐτα λαμβανω και λεγω ὁτι Σωκρατης υἱος ἐστι , Σωκρατης μελας
9999937 χαιρετε
ἑστια πατρῳα και δαιμονες οἱ κατεχοντες τουτον τον τοπον , χαιρετε . ὡς δε ταυτ ' εἰπεν , ἡμεις μεν
λικμητου δεκατευεται : ἀλλα και οὑτως , ἡρῳσσαι , Λιβυων χαιρετε δεσποτιδες . Ἠριον εἰμι Βιτωνος , ὁδοιπορε : εἰ
9999937 θυμια
ὡς πλειστον ἐπι ἀνθρακιην , και περικαθισας αὐτην και περιστειλας θυμια , φυλασσομενος μη κατακαυσῃς . Ἠν δε γυνη μη
ὁ φιαλας ἐξ ἱερων ὑφαιρουμενος , ὁ στεφανους , ὁ θυμια - τηρια και ὁσα τοιαυτα [ εἰδικα ὀνομαζων ἀπολογησεται
9999936 πηλικοτητι
ὁ μεν γαρ κατηγορος ἀει τοις πεπραγμενοις ἰσχυριζομενος ἐν τῃ πηλικοτητι και τα λειποντα ὑπο του πεπραγμενου δειξει περιεχομενα και
: προβολῃ ῥητου , διανοιᾳ , περιεχοντι και περιεχομενῳ , πηλικοτητι , προς τι , γνωμῃ νομοθετου , γνωμης αἰτησει
9999936 ἐτυγχανεν
ὡστ ' ἀν δακρυσαι γ ' , εἰ φρονουντ ' ἐτυγχανεν . οἰμοι ξυμφορας βαρυποτμωτατας , οἰμοι κακων δυστηνος ,
τειχων και τοξευμασι και ἀλλῳ ὁτῳ τις μετα χειρας ἐχων ἐτυγχανεν ἠ ὁτῳ τις ἐν τῳ τοτε ἐλαβεν ἐξηκοντιζον ἐς
9999936 κρατηρ
ἐν δαιτι θεων , κισσοφοροις δ ' ἐν θαλιαις ἀνδρασι κρατηρ ὑπνον ἀμφιβαλληι . ἀχαλινων στοματων ἀνομου τ ' ἀφροσυνας
ὡστε κατα λογον τριτον τῳ Διι σπενδεται τε και ὁ κρατηρ τριτος τιθεται . Σοφοκλης Ναυπλιῳ και Διος σωτηρος σπονδη
9999936 ἀκαθαρσια
την Ἀσινην κατοικουντες . . . . ἀσις : ἡ ἀκαθαρσια : ἐστι δε παρωνυμον του ἀση , ὡς γαρ
οὐν και ἀνωτατω καθαροτης ἡ ἐν ψυχῃ γενομενη και ὁμοιως ἀκαθαρσια . ψυχης δ ' ὡς σωματος μεν ἀκαθαρσιαν οὐκ
9999936 ἠριστευσε
φασι τελευτησαι κατιοντα εἰς Πελοποννησον . Ἐχεμος : προσυπακουστεον το ἠριστευσε : την δε παλην ἐνικησεν Ἐχεμος Ἀρκας το γενος
ὁ δε παλᾳ κυδαινων Ἐχεμος Τεγεαν : ὁ δε Ἐχεμος ἠριστευσε παλῃ κυδαινων , ὁ ἐστι δοξαζων την πολιν αὐτου
9999936 κεραμεα
περανθειεν κοτυλοι και παντα καναστρα : γινεται δ ' οὐ κεραμεα μονον ἀλλα και ἀλλης ὑλης , ὡσπερ οἱ κοτυλοι
Ἀπολλον , ὡσπερει τεθνηκοτι . παραιτητεον δ ' ἡμιν τα κεραμεα ποτηρια . και γαρ Κτησιας παρα Περσαις , φησιν
9999935 νυκτερινῃ
τα δε πατρικα φθειρει , και πλειον το κακον ἐν νυκτερινῃ γενεσει εἰτε ἑῳος εἰτε ἑσπεριος : τοτε γαρ οὐ
εἰναι . Κατα δε τον καιρον , δει ἐν τῃ νυκτερινῃ ὡρᾳ ἐπιτελεισθαι τους ὑπνους : τοτε γαρ ἐπιτηδειοτης ἐστι
9999935 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999935 ἑνεκα
ἀπνευστι . το δ ' ὀξυμελι θερους ὡρᾳ διδοται ψυχρον ἑνεκα του μη παροξυναι την διψαν του καμνοντος : δια
κτημα οὐδεν , ἀλλα φιλειτε ἀλληλους και χρηματων γ ' ἑνεκα και βασιλευσιν ἐριζετε . Πολλην μεν γαρ ἐγω ὑμιν
9999935 ἠξιωσεν
ἐχουσα . ἐνταυθα ὁ μεν ᾐτει πιειν , ἡ δε ἠξιωσεν προπιειν , και αὐτικα γε ἀπολομενης , την μεν
: τυμβου δ ' , εἰ κτανειν ἐβουλετο , οὐκ ἠξιωσεν ἀλλ ' ἀφηκε ποντιον ] . ἡμεις μεν οὐν
9999934 κελευσε
νομευσι . Τοὐνεκ ' ἀρ ' ᾑσιν ἑκαστος ἐνι κλισιῃσι κελευσε νηας ἀμοιβαιῃσι φυλασσεμεν ἀχρις ἐς ἠω , μη σφεας
ἐσημειωσατο : ἡγεμονες δε μαλιστα δαημονες ἐστιχοωντο νωλεμεως πολεμονδε , κελευσε δε οἱσιν ἑκαστος ἡγεμονων , οἱ δ ' ἀλλοι
9999934 θαλαττιῳ
τρια μερη διαιρεθεισας , ἐγχυτεον : και την κοιλιαν ὑδατι θαλαττιῳ ἠ μυρτων ἀφεψηθεντων τῳ ὑδατι θερμαντεον . και πολιου
. και ἀψινθιον , ἠ σικυου ἀγριου ῥιζα βραχεισα ὑδατι θαλαττιῳ , και ῥανθεισα , ταυτας διαφθειρει . Διαφθειρει δε
9999934 ἐμελλετε
, τα ἐσχατα παθειν , ἁτε δη και αὐτοι πραττειν ἐμελλετε , εἰ κατωρθωσατε ἁς πολλακις ἠλθετε ἐπ ' †
ὁτι ἐγγυτατα . . . : εἰς ἐννοιαν ἐλθοντες ὡν ἐμελλετε πασχειν ὑπο Λεσβιων μη μαλακισθεντες . . . :
9999934 κοινωϲ
ὁ χιτων και παχοϲ ἑτερον ἐπικτητον λαμβανει . βοηθηματα δε κοινωϲ και τοιϲ ἀμβλυωττουϲι ϲυντιθεται ἐκ τηϲ αὐτηϲ ὑληϲ ,
ὑδριαϲ ε ἠ Ϛ δια μελικρατου κυαθων γ ποτιζε : κοινωϲ δε και των προϲ δυϲπνοϊκουϲ ἀναγεγραμμενων αὐτοιϲ ἁρμοϲει τινα
9999934 εὐφροσυνη
κατα την ἀνατολην του Κυνος ἀναβασις ἐσται κατα λογον και εὐφροσυνη τοις δημοις , και ὁ βασιλευς ἐπικρατησει , ἐν
Ἀφροδιτη κατα την ἐναλλαγην ἐν ἀποκλιματι , δηλοι ὡς ἡ εὐφροσυνη του την ἐναλλαγην ἐχοντος συγχυθησεται και βλαβησεται δια βρωματων
9999934 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999934 σταφιδες
Φοινικες οἱ αὐστηροι , μηλα κυδωνια , ἐλαιαι ἁλμαδες , σταφιδες αὐστηραι , ἡ ἐν τοις στεμφυλοις ἀποτιθεμενη σταφυλη ,
τροφιμοι , καστανα , φακη , οἱ γλυκεις φοινικες , σταφιδες αἱ γλυκειαι και λιπαραι , βαλανοι , γογγυλις ,
9999933 Ἀργοναυτικα
οἱ δε μεσσαβα καλουσιν . οὑτως σχολιον εὑρον εἰς τα Ἀργοναυτικα , . , . . . . Αὐτως :
σημαινει τεταραγμενους , ὁλκους τας ἐκχυσεις . Ἀπολλωνιος ὁ τα Ἀργοναυτικα , . , . . . Ἀνταξιον : ἰσοτιμον
9999933 οἰομεθα
ἀποδιδωσιν ὁ λεγων , τοιουτον δη τινα τον ὁλως πεπαιδευμενον οἰομεθα εἰναι , και το πεπαιδευσθαι το δυνασθαι ποιειν το
ἀμεινον ὀν χειρονος . ” Ὀρθοτατα γε . Ποτερον οὐν οἰομεθα περι βασιλεας τουτ ' ἐγγιγνομενον ἑκαστοτε διαφθειρειν προτερον ,
9999933 ἐλαιωδες
ἐπιδηλον ὡς ἠδη την χροιαν ἐπιτειναντος : ὁ δ ' ἐλαιωδες ὁ λογος ὡρισε , τῃ του ἐλαιου μαλιστα προσεοικε
πλευριτικοισι και περιπλευμονικοισιν . Πονηρον δε και το προ ῥιγους ἐλαιωδες οὐρουμενον . Πονηρον δ ' ἐν τοισιν ὀξεσι και
9999933 Τανταλῳ
λαβειν παντι τροπῳ τον της Ἱπποδαμειας γαμον . τῳ δε Τανταλῳ και πας ἀν ἡγησαιτο τοὐνομα ὀρθως και κατα φυσιν
της Φρυνης , τις γαρ ἐστιν αἰτια αὑτη , εἰ Τανταλῳ ὑπερ της κεφαλης λιθος κρεμαται . και ὡς Αἰσχινης
9999933 φρεσι
: τον δε τρομος ἐλλαβε γυια : θαρσει Δαρδανιδη Πριαμε φρεσι , μη δε τι ταρβει : οὐ μεν γαρ
αὐ Τρωεσσι μενοινεον εὐχος ὀρεξαι , κεινοι μιν κυδαινον ἐνι φρεσι καγχαλοωντες κρυβδ ' Ἡρης : παντες γαρ ἐναντιον Οὐρανιωνες
9999933 νεοτητι
πρεποι δ ' ἀν τῃ ἐκεινου ἀρετῃ και τῃ ἐμῃ νεοτητι μηδεν μακρον ἀπαιτειν μηδε ἀκριβη μαλλον ἠ γενναιον τον
διο και ἀνωμαλωϲ ὑγιαινουϲιν . αἱ δε αἰϲθηϲειϲ αὐτοιϲ ἐν νεοτητι μεν ἀκριβειϲ εἰϲι και ἀμεμπτοι , προιουϲι δε ἀπομαραινονται
9999933 Πηνελοπης
πετρας . το ἐν τῃ τʹ της Ὀδυσσειας Ὁμηρου ὑπο Πηνελοπης ῥηθεν Ὀδυσσει ἀναγνωριζομενῳ αὐτῃ ἐνταυθα ἐπι των πολιτειων παρῳδειται
πυρ ἀνηψε κατα της Τροιας ἀλλο πυρ : ὁ δε Πηνελοπης γαμος της σωφρονος ποσους νυμφιους ἀπωλεσεν ; ἀπεκτεινεν Ἱππολυτον
9999933 βουλευτηριῳ
, και κρυβδην διαψηφισαμενων των βουλευτων , ἑαλω ἐν τῳ βουλευτηριῳ και ἐδοξεν ἀδικειν . και ἐπειδη ἐν τῳ διαχειροτονειν
πολεμειν δε μη προς ὁμοιαν ἀντιπαρασκευην ἀδυνατοι , ὁταν μητε βουλευτηριῳ ἑνι χρωμενοι παραχρημα τι ὀξεως ἐπιτελωσι παντες τε ἰσοψηφοι
9999933 κρατηρι
αὐτῳ : τουτον δε φησι την ψυχην ποιειν ἐν τῳ κρατηρι ἐκεινῳ . Του αἰτιου δε νου ὀντος πατερα φησι
πασσε , τα δε ποτα , ὁπου ἡ Ἑλενη τῳ κρατηρι μισγει φαρμακον νηπενθες τ ' ἀχολον τε , κακων
9999933 γραμματεα
πεντακοσιοις , εἰτ ' ἐν δικαστηριῳ . προσαιρουνται δε και γραμματεα , ὁς ἐννομῳ δικαστηριῳ κρινεται . εἰσαγωγης : ἀρχης
δοξαν καταλιπειν : ψευσθεις δε της ἐλπιδος ἀντι σου τον γραμματεα , ὁν οὐθεν ἐδεομην , ἀνῃρηκα τῃ τε πορφυρᾳ
9999932 Φιλια
το μεν ἁπλως ἠν ἀγαθον , θατερον δε κακον . Φιλια δε ἡ μαλιστα και κυριως λεγομενη οὐκ ἀλλη τις
διεξιμεν . Του Ποντικου γαρ στοματος ἐστι πλησιον Βυζαντιων χωρα Φιλια καλουμενη . Εἰτ ' αἰγιαλος τις Σαλμυδησσος λεγομενος ἐφ
9999932 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999932 ἐδακρυσεν
ἀν εὐνους και δικαιος πολιτης ἐσχε την γνωμην οὐδ ' ἐδακρυσεν , οὐδ ' ἐπαθεν τοιουτον οὐδεν τῃ ψυχῃ ,
μητερα και ἀδελφους και την ἑαυτου γυναικα αἰχμαλωτους γεγενημενους , ἐδακρυσεν , ὡσπερ εἰκος . ὁ δε Κυρος ἰδων αὐτον
9999931 σκολια
πολλαι γινομεναι δια πολλου την ἀκολουθιαν κομιζονται : τα τε σκολια και πολυπλοκα και δυσεξελικτα και τα ἀλλα τα συγγενη
προαγει . οἱ τομιαι βοες , Δ . λεγει , σκολια και λεπτα και μακρα φυεται τα κερατα αὐτοις ,
9999931 ἀφικομεθα
ἐκηληθη ὑπο του μελους . ἐπει δε προς την λιμνην ἀφικομεθα , μικρου μεν οὐδε ἐπεραιωθημεν : ἠν γαρ πληρες
νησος Αἰολου . Ὁμηρος „ Αἰολιην δ ' ἐς νησον ἀφικομεθα „ . οἱ νεωτεροι το ἐθνικον ὁμοιως και ὁμοφωνον
9999931 τεσσαρακοστῃ
ὡς Φαινιας τε φησιν ὁ Ἐρεσιος και Θεοπομπος ἐν τῃ τεσσαρακοστῃ των Φιλιππικων . ἱστορουσι γαρ οὑτοι κοσμηθηναι το Πυθικον
λεγεται τυχειν Ἡραιευς , οἰμαι , ὠν . ἑκατοστῃ και τεσσαρακοστῃ και πεμπτῃ Ὀλυμπιαδι παιδα παγκρατιαστην ἐνεγραψαν οὐκ οἰδα ἐξ
9999931 ἀπεδεικνυε
δια την ἀρχην παρεκαλει τα πληθη της ἐλευθεριας ἀντεχεσθαι : ἀπεδεικνυε δε την χωραν αὐτοις πολλα συνεργησειν οὐσαν δυσεισβολον και
τας παρουσας τριακοσιας . τους δε Λακεδαιμονιους χρηματων τε σπανιζειν ἀπεδεικνυε και ταις ναυτικαις δυναμεσι πολυ λειπεσθαι των Ἀθηναιων .
9999931 πτερυγια
συν χολῃ βοειᾳ ἐπιτιθετι . [ εʹ . Προς τα πτερυγια . ] Το πτερυγιον νευρωδης ἐστι του ἐπιπεφυκοτος ὑμενος
. ὠτος : ὀρνεον , ὁ περι τα ὠτα ἐχει πτερυγια . τουτο ἐπαινουμενον και ἀντορχουμενον ὡσπερ ὁ νυκτικοραξ ἁλισκεται
9999931 στυπτηρια
ἐπιχρισθεις γλυκει , ἀνηθου σπερματος κεκαυμενου ἡ τεφρα καταπλασσομενη , στυπτηρια σχιστη λεια συν ὀξει , στυπτηρια ἡ ὑγρα μετ
το τεταρτον μερος , διακλυζομενων των πεπονθοτων , ὑγρα τε στυπτηρια . πεπερι δ ' ἐντιθεμενον τῳ διακενῳ του ὀδοντος
9999931 ἐπανηλθε
πολιν ὁλην ἐκακωσεν . ἐκλιποντος δ ' ἐκεινου την Ἀσιαν ἐπανηλθε και ἀνελαβεν ἑαυτον τε και την πολιν . περι
ἑλων , ἑξ δε και εἰκοσι πολιορκιᾳ , οὑτως οἰκαδε ἐπανηλθε : και τοτε πασης ἐγενοντο Ῥωμαιοι της Σικελιας δεσποται
9999930 ὠμοτητι
ἐς παντας , εἰ τις τον Ἀθηναιον φευγοντα δεξοιτο , ὠμοτητι δε και μιαιφονιᾳ τους τριακοντα ὑπερεβαλλετο βουλευματος τε ἀτοπου
λεγοντες , ὁτι και αὐτην την τυραννιδα κατεστησατε οὐκ ἐπι ὠμοτητι και ἀπανθρωπιᾳ , ἀλλ ' ἐπι νουθεσιᾳ μαλλον και
9999930 ἀνηλθε
: δολος οὐκ ἐγενετο ἐν καρδιᾳ μου : ψευδος οὐκ ἀνηλθε δια των χειλεων μου . Παντι ἀνθρωπῳ ὀδυνομενῳ συνεστεναξα
ἀυπνιας ? ? ἐμοι ? ? : ἐπει δ ' ἀνηλθε [ παμφαης ] ? Ἑωσφορος της πρωτοφεγγους [ ἡμερας
9999930 δωματιῳ
ἐν δικτυῳ . κατακλεισας γαρ αὐτην ὁ ὑβριστης ἐκεινος ἐν δωματιῳ και φησας δειν προσκυνειν την Τυχην , εἰ τον
πατρι εἰπειν , ὁτι ἡ μητηρ ἠδη καθευδει ἐν τῳ δωματιῳ . και ἀπαγορευοντος του ἰατρου , ὁπως μη δωσει
9999930 ἐπλανηθη
, ἐν ἀριστερᾳ ἐχων την Βαβυλωνα : ἱνα δη και ἐπλανηθη αὐτῳ μερος του ναυτικου κατα τα στενα ἀποριᾳ ἡγεμονος
μοιχος ζητημα περανθεν : ἐνταυθα ἀληθως την πλανην , ἡν ἐπλανηθη , ἐμηνυσε : λεληθε γαρ ἑαυτον ἀπο του κατηγορου
9999929 ἐφυλαξεν
Λυκοθοας Λυκοθοαντος ὠ Λυκοθοαν , του γαρ Θοας την κλισιν ἐφυλαξεν , και παλιν παμμελας παμμελανος ὠ παμμελαν , τριταλας
δικαιοσυνην , ἐλεγχου δε ποιησας κυριους ὁμως αὑτῳ το λοιπον ἐφυλαξεν , ὁπως ὁποσον ἀφησει , ἁπασιν εἰη καταφανες .
9999929 ἐκινησε
αὐτου πληρωσωμεν . “ ἐπιτιθεασιν οὐν αὐτῳ τον γοργαθον και ἐκινησε διακλονουμενος . ὁ δε ἐμπορος ἰδων αὐτον ἐθαυμασε και
τοσουτον φειδονται των θηριων χρονον , ὁσον ἐτι παρασκευαζονται . ἐκινησε δε ἡμας οὐδεν , οὐδε ἀντιλαβεσθαι των πραγματων ἠναγκασεν
9999929 οἰνομελιτοϲ
των πτερων και των ποδων και οἱ τηκολιθοι δι ' οἰνομελιτοϲ ἐν τῃ του λουτρου θερμῃ δεξαμενῃ διδοϲθωϲαν και τα
με ἰατροϲ και τοιϲ χρονιοιϲ κωλικοιϲ αὐτην ἐδιδου δι ' οἰνομελιτοϲ , τινεϲ δε και τοιϲ ϲυναγχικοιϲ αὐτην διδοαϲι πινειν
9999929 ἐλπιδες
τις ἐλπιζῃ , οὐκ εὐθεως ἀποβαινει , οὐδε εὐθυπορουσιν αἱ ἐλπιδες , ἀλλα ποτε μεν εἰς ὑψος φερεται τα προσδοκωμενα
δυναμιν ὑπεστελλοντο : ἐμοι δε ταις ἀδικιαις αὐτου συνηυξανοντο δημοκρατιας ἐλπιδες ἐννοιαν χορηγουσαι δικαιαν , ὡς οὐκ ἐσται τον οὑτως
9999928 σκεμμα
, ἐφη , ὠ Σωκρατες , γελοιον ἐμοιγε φαινεται το σκεμμα γιγνεσθαι ἠδη , εἰ του μεν σωματος της φυσεως
ὁτι εἰ μεν ἑωρων , ὑπερ ἐμαυτου μονου ὀν το σκεμμα , ἐσιωπων ἀν , ἐπει δε και της πολεως
9999928 δρατω
ἁ λεγουσι . . πιθοιτο ] τοις ἀρχουσι . . δρατω πολις ] λειπει το κακως , ἱν ' ᾐ
† ὀλιγον μηδεν ] οὐδεν μελει ] † φροντις ἐστι δρατω ] † πραττετω ὁ βουλεται κρατειτω ] ἀρχετω τονδε
9999928 ἐντοϲ
ἠ ᾠου τῳ λευκῳ καταχριε , ἠ ἀρτου θερμου το ἐντοϲ ϲυν μελιτι ὁλμοκοπηϲαϲ καταπλαϲϲε . ἠ τουτο : ἀϲφαλτου
α ἑψε ἁμα μεχρι ϲυϲταϲεωϲ , εἰτα ἐπιβαλλε κνηκου το ἐντοϲ κεκαθαρμενου και λελειωμενου # α και ἐα ἡμεραϲ ε
9999928 πισυρες
* ζαμενες : λιαν ἰσχυρως * κοτεουσα : ὀργιζομενη * πισυρες : τεσσαρες * κοιλοι : ταπεινοι * ὑπενερθεν :
ἡβωωσα , τεθηλει δε σταφυλῃσι . κρηναι δ ' ἑξειης πισυρες ῥεον ὑδατι λευκῳ , πλησιαι ἀλληλων τετραμμεναι ἀλλυδις ἀλλη
9999928 ἐδεισα
εἰκονα αὐτου . τοιουτον τι και ἐγω διενοηθην , και ἐδεισα μη πανταπασι την ψυχην τυφλωθειην βλεπων προς τα πραγματα
[ μοι ἀπολειπτεον ] δηπουθεν ἡς ἐρω παλαι . ἀλλως ἐδεισα ] . σοι μεν αὑτη , Χαιρεα . σοι
9999928 ἠρεσκετο
παις . Βασιλευων δε Σκυθεων ὁ Σκυλης διαιτῃ μεν οὐδαμως ἠρεσκετο Σκυθικῃ , ἀλλα πολλον προς τα Ἑλληνικα μαλλον τετραμμενος
βλεπειν . οἱσπερ και ὁ Σεβηρος ἀγγελλομενοις οὐ πανυ τι ἠρεσκετο , ἀλλ ' ἐπαχθης ἠδη και βαρυς κἀκεινῳ ἐγενετο
9999928 κληθεισα
, μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων δε παλι Βορυσθενης κληθεισα . ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την Μηδικην
. Κτισμα δε Καρος ἠν , ἀπο του παιδος αὐτου κληθεισα του γεννηθεντος ἀπο Καλλιρροης της Μαιανδρου , μετα νικην
9999927 αἰτιαϲ
τα ἐντοϲ τραπηϲεται μερη . εἰ δε οὐλη ἐκ τινοϲ αἰτιαϲ ἐξωθεν του βλεφαρου γενομενη ἐκτρεψῃ το βλεφαρον , ἀφαιρειν
. γιγνεται δε τουτο ἠ ἐξ ἀδηλου ἠ ἐκ προδηλου αἰτιαϲ : ἐξ ἀδηλου μεν ἐκ του αὐτοματου ἀραιουμενων των
9999927 ἰσχυν
, οἱς δε ἐπαμυνειτε χαριν , ὑμιν δ ' αὐτοις ἰσχυν : ἁ ἐν τῳ παντι χρονῳ ὀλιγοις δη ἁμα
τοις ἠδη γεγενημενοις λυπης . και ὁ οἰκτος δε μεγαλην ἰσχυν ἐχει προς παραμυθιαν , μαλιστα ὁταν τις ἐπι κηδειᾳ
9999927 ἠβουληθη
συνταττομενος αἰωνια και διδους ἑαυτον ὑπευθυνον τῳ παντα βασανιζοντι χρονῳ ἠβουληθη μηδεν εἰκῃ μητε πραγμα παραλαμβανειν μητ ' ὀνομα ,
κατα το Ἀλγιδον ὀρος προς Λατινους ἐτυγχανεν ἀνδρειοτατα μεμαχημενος , ἠβουληθη διαφθειραι προς βιαν : ἀλλ ' ὁ πατηρ αὐτην
9999927 Ἀττικα
ἐκ λαγονων σπειρας της μητρος εἰχεν , οὐπω την γλωτταν Ἀττικα φθεγγομενην , το σον δε ἀρα ἐκ τινος φυσεως
. ἁπαξαπασαι : ἀντι του πασαι . τα δε τοιαυτα Ἀττικα . μεταπειρωμενας : μεταβαινουσας , μεταβαλλομενας ἀπο πραγματος εἰς
9999927 αἱματοϲ
το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια των πεπονθοτων μερων ἀφαιρουϲα του αἱματοϲ , ἀλλα και ϲικυα : και φλεβοτομια μεν ἡττον
τα ἀντικειμενα παραγουϲα δια τηϲ φορβεαϲ προϲαγορευομενηϲ ἁρμοϲει και ἀφαιρεϲιϲ αἱματοϲ ἀπο των ὑπο την γλωτταν ἀγγειων και ϲικυαι κατα
9999927 αἰωνα
ὠ τεκνον , μετ ' αὐτου ” μη τον ἁπαντα αἰωνα , ἀλλ ' „ ἡμερας τινας „ , τουτο
Πωλος ὁ παρα τῳ Πλατωνι “ ἐμπειρια γαρ ποιει τον αἰωνα ἡμων πορευεσθαι κατα τεχνην , ἀπειρια δε κατα τυχην
9999927 εὑρισκοιτο
, ποτνιωμενος και ἱκετευων , ἱν ' , εἰ μη εὑρισκοιτο ἐν γενεσει ἡ παντελης εἰς ἐλευθεριαν ἀφεσις , ἡς
περι αὐτης , οὑτως εἰ τι τῳ περι κινησεως ὁρισμῳ εὑρισκοιτο ἐμφαινομενον , ἐφεξης και περι τουτου διαλεκτεον . ἐμφαινεται
9999927 Ὑαδες
το αὐτο , και λιψ προσεπιπνεει , τῃ πεμπτῃ προσανισχουσιν Ὑαδες , και βροχη τε , και την ἑβδομην ἁπασαν
, ὡς ἀν και τα της ὡρας αὐτας ἀγῃ , Ὑαδες δ ' ἐπι θατερα . ὁρᾳς και τον Ὠριωνα
9999927 ἁρπαγην
. και οἱ μεν πελτασται , ὡσπερ εἰκος , εἰς ἁρπαγην ἐτραποντο : ὁ δ ' Ἀγησιλαος κυκλῳ παντα και
πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης : μεγιστη [ ] γαρ τυγχανει
9999927 τρομωδεες
: ἀνεπηδα , ἀνεκεκραγει , ἐμαινετο : πνευμα πουλυ : τρομωδεες αἱ χειρες ἐγενοντο , ὑπο δε τον θανατον ἐλθουσῃ
Κωφωσις ἐν ὀξεσι και ταραχωδεσι παρακολουθουσα , κακον . Αἱ τρομωδεες , ἀσαφεες , ψηλαφωδεες παρακρουσιες , πανυ φρενιτικαι ,
9999927 ἐδημιουργησεν
θεος ἁπλους τε και εὐνους ἀλληλοις ὑπερ τα λοιπα ζῳα ἐδημιουργησεν , αὐτους δε ἀπανθρωπα και ἀνημερα διανοεισθαι , και
οἰου πυνθανεσθαι εἰ τοιαυτην ἡγει την Ἀθηναν , οἱαν Φειδιας ἐδημιουργησεν , οὐδεν των Ὁμηρου ἐπων φαυλοτεραν , παρθενον καλην
9999927 βουληθῃ
εἰσιν , ὡσπερ γραφευς μηδεν ἐοικοτα γραφων οἱς ἀν ὁμοια βουληθῃ γραψαι . Και γαρ , ἐφη , ὀρθως ἐχει
, ἐαν δε ὀρθον ἐκει ἀπελευσεται ὁπου δ ' ἀν βουληθῃ . ἡ Σεληνη ἐν δισωμῳ οὐσα ζῳδιῳ ἑως των
9999927 βακτηρια
Συκινη μαχαιρα : ἐπι των ἀσθενεστατων και εὐτελων . Συκινη βακτηρια : και : Συκινη ἐπικουρια : ἐπι των ἀσθενως
αἱ δε δη Λακωνικαι ᾠχοντο μετα σου κατα τι χἠ βακτηρια ; ἱνα θοἰματιον σωσαιμι , μεθυπεδησαμην μιμουμενη σε και
9999926 ὁρωσι
ὀρος μαστοειδες ὀξυτατον ὑψηλοτατον : οὑ οἱ την κορυφην οἰκουντες ὁρωσι τον ἡλιον ἀνατελλοντα προ ὡρων τριων της ἐν τῃ
δε αὐτην ἱστοριας ἑνεκεν : ἐγκυπτοντες γαρ εἰς τον βυθον ὁρωσι τρικλινους πολυτελεις και ἀργυρωματων ἀφθονον πληθος τῳ μεγεθει θαυμασιων

Back