αὐτῳ : τουτον δε φησι την ψυχην ποιειν ἐν τῳ κρατηρι ἐκεινῳ . Του αἰτιου δε νου ὀντος πατερα φησι
πασσε , τα δε ποτα , ὁπου ἡ Ἑλενη τῳ κρατηρι μισγει φαρμακον νηπενθες τ ' ἀχολον τε , κακων
9999967 κρατηρ
ἐν δαιτι θεων , κισσοφοροις δ ' ἐν θαλιαις ἀνδρασι κρατηρ ὑπνον ἀμφιβαλληι . ἀχαλινων στοματων ἀνομου τ ' ἀφροσυνας
ὡστε κατα λογον τριτον τῳ Διι σπενδεται τε και ὁ κρατηρ τριτος τιθεται . Σοφοκλης Ναυπλιῳ και Διος σωτηρος σπονδη
9999954 βουλευτηριῳ
, και κρυβδην διαψηφισαμενων των βουλευτων , ἑαλω ἐν τῳ βουλευτηριῳ και ἐδοξεν ἀδικειν . και ἐπειδη ἐν τῳ διαχειροτονειν
πολεμειν δε μη προς ὁμοιαν ἀντιπαρασκευην ἀδυνατοι , ὁταν μητε βουλευτηριῳ ἑνι χρωμενοι παραχρημα τι ὀξεως ἐπιτελωσι παντες τε ἰσοψηφοι
9999943 φιλονεικιᾳ
πιστιν ἐχωρησεν , ἱνα μη παντα αὐτος ἐνθυμουμενος και ἀποδεικνυς φιλονεικιᾳ τῃ προς Φιλιππον μαλλον δοκῃ λεγειν ἠ ὡς αὐτην
ἀγωνοθετων οὐκ ἐπ ' ἀνδραγαθιᾳ , ὑβρεως δε και στασεως φιλονεικιᾳ , και τον μαλλον πληκτην στεφανουμενον . και ταυτα
9999942 Μακεδονες
μετα δε οὐ πολυν χρονον του ἐργου του προς Ἠλιδι Μακεδονες και Δημητριος ὁ Φιλιππου του Δημητριου Μεσσηνην καταλαμβανουσι .
αὐτονομος ἠν ἡ πολις : εἰτα οἱ την Αἰγυπτον κατασχοντες Μακεδονες αὐξηθεντες ἐπεθεντο αὐτοις , ἀρξαντων των περι Θιβρωνα των
9999940 Λευκιππου
Λευκτρα , οὐκ οἰδα : εἰ δ ' ἀρα ἀπο Λευκιππου του Περιηρους , ὡς οἱ Μεσσηνιοι φασι , τουτου
. . . Λευκιππος τε και Ἀλκμαιων . . . Λευκιππου του μαθητου Μελισσου . . . Α . Λ
9999940 τρισκαιδεκατῳ
και ὀνομα αὐτῳ θεσθαι Ἰσσαχαρ . Και παλιν Λειαν τῳ τρισκαιδεκατῳ ἐτει , μηνι δεκατῳ υἱον ἀλλον τεκειν ᾡ ὀνομα
διχα του ι . Λαμπετεια , πολις Βρεττιας . Πολυβιος τρισκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Λαμπετειατης ἠ και Λαμπετειανος τῳ ἐπιχωριῳ
9999940 εὑρισκετο
ἀλλ ' ἀλλοτε μεν πλειον ἀλλοτε δε ἐλαττον το ὑπεργειον εὑρισκετο του οὐρανου και των προς τουτον ἀπο γης εὐθειων
το παραληγον φωνηεν εἰς ε μεταβαλλειν , και οὐκετι λοιπον εὑρισκετο ἀλλεπαλληλον το ω . Κρειττον οὐν ἐστιν εἰπειν την
9999939 ἐτυγχανεν
ὡστ ' ἀν δακρυσαι γ ' , εἰ φρονουντ ' ἐτυγχανεν . οἰμοι ξυμφορας βαρυποτμωτατας , οἰμοι κακων δυστηνος ,
τειχων και τοξευμασι και ἀλλῳ ὁτῳ τις μετα χειρας ἐχων ἐτυγχανεν ἠ ὁτῳ τις ἐν τῳ τοτε ἐλαβεν ἐξηκοντιζον ἐς
9999939 θυγατρες
ἐμην καταπαυσω ἀοιδην : ἀστερες εὐφεγγεις , Διος αἰγιοχου τε θυγατρες , ἱλατε και κλεος αἰεν ἐμῃ πορσυνετ ' ἀοιδῃ
ἐμβεβαυια δι ' αἰθερος : αἱ δε οἱ ἀγχι Ἠελιοιο θυγατρες ἐθαμβεον ἑστηυιαι θεσπεσιον περι κυκλον , ὁν Ἠελιῳ ἀκαμαντι
9999938 ἐφυλαξεν
Λυκοθοας Λυκοθοαντος ὠ Λυκοθοαν , του γαρ Θοας την κλισιν ἐφυλαξεν , και παλιν παμμελας παμμελανος ὠ παμμελαν , τριταλας
δικαιοσυνην , ἐλεγχου δε ποιησας κυριους ὁμως αὑτῳ το λοιπον ἐφυλαξεν , ὁπως ὁποσον ἀφησει , ἁπασιν εἰη καταφανες .
9999937 εὑρισκοιτο
, ποτνιωμενος και ἱκετευων , ἱν ' , εἰ μη εὑρισκοιτο ἐν γενεσει ἡ παντελης εἰς ἐλευθεριαν ἀφεσις , ἡς
περι αὐτης , οὑτως εἰ τι τῳ περι κινησεως ὁρισμῳ εὑρισκοιτο ἐμφαινομενον , ἐφεξης και περι τουτου διαλεκτεον . ἐμφαινεται
9999937 χρυσοειδες
οἰκηματα . ἑλιχρυσοιο : εἰδος φυτου , οὑ το ἀνθος χρυσοειδες . ὡς ἀπο γυμνασιοιο καλον : ὑγιεινον γαρ ἐστιν
γομφοις ] ἐν καρφιοις . . ἡλοις . λαμπρον ] χρυσοειδες . ἐκκρουστον ] καταπληκτον τῃ αἰγλῃ . . φερει
9999937 χαιρετε
ἑστια πατρῳα και δαιμονες οἱ κατεχοντες τουτον τον τοπον , χαιρετε . ὡς δε ταυτ ' εἰπεν , ἡμεις μεν
λικμητου δεκατευεται : ἀλλα και οὑτως , ἡρῳσσαι , Λιβυων χαιρετε δεσποτιδες . Ἠριον εἰμι Βιτωνος , ὁδοιπορε : εἰ
9999936 Προμηθευς
. : Εὐφυως ἀπο του ὀνοματος ἐλαβε το διανοημα : Προμηθευς γαρ ἐστιν ὁ προορων τα μηδεα : και τροπῃ
ὁτι ἐξ αὐτου ποριζεται το πυρ , ἑως οὑ ὁ Προμηθευς μετα δολου τουτο ἐκλεψεν . . Βριαρεῳ δ '
9999936 Πηνελοπης
πετρας . το ἐν τῃ τʹ της Ὀδυσσειας Ὁμηρου ὑπο Πηνελοπης ῥηθεν Ὀδυσσει ἀναγνωριζομενῳ αὐτῃ ἐνταυθα ἐπι των πολιτειων παρῳδειται
πυρ ἀνηψε κατα της Τροιας ἀλλο πυρ : ὁ δε Πηνελοπης γαμος της σωφρονος ποσους νυμφιους ἀπωλεσεν ; ἀπεκτεινεν Ἱππολυτον
9999935 Αἰγυπτια
. το ἐθνικον Σαργανθινος . Σαργαντις , πολις και φυλακη Αἰγυπτια . ὁ πολιτης Σαργαντιτης , ὡς Ναυκρατιτης . Σαρδαιον
κεραμιον δηλοι , κρμ . Ἡ μνα ἡ Ἀττικη και Αἰγυπτια ἐχει # ιϚ , ἡ μνα ἡ Ῥωμαϊκη #
9999935 φλεγματωδες
Και ἐπην θηλαζῃ γαλα μη καθαρον , ἀλλα γεωδες και φλεγματωδες , και ἐχῃ το παιδιον τας φλεβας τας ἀπο
το ὑποχωρητικον σιτιον προσφερομενον ὑποχωρητικον εἰναι , και το φλεγματωδες φλεγματωδες . Ἠν κρατεῃ οὐν το σωμα των σιτιων ,
9999934 δακρυουσα
περι λυσεως , ἡ γυνη συνεχως ἐντυγχανουσα τοις γραμμασι και δακρυουσα των ὀψεων ἐστερηθη , καταλιπων ὁ παις παρα τῃ
ὁσῳ θαλερωτερον , τοσουτῳ και γοητοτερον . ἐαν δε ἡ δακρυουσα ᾐ και καλη και ὁ θεατης ἐραστης , οὐδ
9999934 κινητικα
πως . Ἐστι και των κινουντων τα μεν κατα φυσιν κινητικα την ἑαυτων τα δε παρα φυσιν : παρα φυσιν
οἱον χιων , κρυσταλλος , τῳ στηθεϊ πολεμια , βηχεων κινητικα , αἱμοῤῥοϊκα , καταῤῥοϊκα . Τα ἐν ἀρθροισιν οἰδηματα
9999934 Λακαινα
και ἡ την ἀσπιδα τῳ παιδι ἐπι πολεμον ἐξιοντι διδουσα Λακαινα συ ἐφη , τεκνον , ἠ ταυταν ἠ ἐπι
– ˘ – × – ] ἐχεις Ὠ Τυνδαρεια παι Λακαινα [ – ˘ – συ δ ' ὠ το
9999934 ἀφεψηματοϲ
χρηϲτεον φαρμακοιϲ , οἱον ἐϲτι το ϲιτινον ἀλευρον μετα ἰϲχαδων ἀφεψηματοϲ και ἐλαιου το τε δια γυρεωϲ και το δια
, ἐπαλειπτεον τῳ ναρδινῳ , πυριᾳ δε χρηϲθαι δι ' ἀφεψηματοϲ μελιλωτου τε και τηλεωϲ . παχεοϲ δε ὀντοϲ του
9999933 ἐρωτικη
τα μετρα ἀπονεμει , ὡς ἀν εἰποις , ἡ ἐσχατη ἐρωτικη φιλια αὑτη ἐστιν ἡ δια των σωματων . Το
δυνανται εἰναι : ἰσως οὐν και δια τουτο θειοτερα ἡ ἐρωτικη . Το δ ' ὑπερβατον τουτο ἐστιν : ἐστι
9999933 τριαδα
και μαντευεσθαι τον Ἀπολλωνα ἐκ τριποδος δια το κατα την τριαδα πρωτον φυναι τον ἀριθμον . Ἀφροδιτῃ δε τι θυσιαζειν
, ὡς ὁ γ το ιε ἠ ἡ μονας την τριαδα ἠ τινα ἀλλον , τοτε μερος ἐστι , εἰ
9999933 σφοδροτητι
το λεπτον και την χαριν τῳ διηρμενῳ προς μεγεθος , σφοδροτητι δε την ἀφελειαν και τῃ τραχυτητι το μεθ '
διαχεομενον ῥᾳδιως , ὁ δε ἀνθραξ ἐπαναλισκει πολυ ὑπερτηκων τῃ σφοδροτητι και ἐξαιρων . ἐν δε τοις ῥειθροις συρεται και
9999933 δακρυσι
χειμαινομενῳ , και ὡς τα βραχυπαραληκτα , Ι δευοντο δε δακρυσι κολποι , τῳ λογῳ της παραληγουσης κοινης οὐσης :
τῳ Ὀρεστῃ , τις , ὠ Ζευ , ᾡ δακρυα δακρυσι συμβαλλεται τις ἀλαστωρ , πορευων εἰς δομους , ἀντι
9999933 ἐφυλαττετο
ὁτε και ἐκνικαται ἐμπεσειν ἐς την ταφρον , ἡν τεως ἐφυλαττετο . Ἡγημων ἐν τοις Δαρδανικοις μετροις περι Ἀλευα του
. ταυτα δε προτερον μεν εἰς τας του πολεμου χρειας ἐφυλαττετο , και ἐκαλειτο στρατιωτικα , ὑστερον δε κατετιθετο εἰς
9999933 πτερυγια
συν χολῃ βοειᾳ ἐπιτιθετι . [ εʹ . Προς τα πτερυγια . ] Το πτερυγιον νευρωδης ἐστι του ἐπιπεφυκοτος ὑμενος
. ὠτος : ὀρνεον , ὁ περι τα ὠτα ἐχει πτερυγια . τουτο ἐπαινουμενον και ἀντορχουμενον ὡσπερ ὁ νυκτικοραξ ἁλισκεται
9999933 ἡγεμονικα
οὐτε το φρονειν ἐν μονῳ τῳ δικαιοπραγειν τιθεμενος . Τα ἡγεμονικα αὐτων διαβλεπε και τους φρονιμους , οἱα μεν φευγουσιν
γαρ εἰ ὁτι μαλιστα ἀλληλων ἑνεκεν γεγοναμεν , ὁμως τα ἡγεμονικα ἡμων ἑκαστον την ἰδιαν κυριαν ἐχει : ἐπει τοι
9999931 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999931 κοινωϲ
ὁ χιτων και παχοϲ ἑτερον ἐπικτητον λαμβανει . βοηθηματα δε κοινωϲ και τοιϲ ἀμβλυωττουϲι ϲυντιθεται ἐκ τηϲ αὐτηϲ ὑληϲ ,
ὑδριαϲ ε ἠ Ϛ δια μελικρατου κυαθων γ ποτιζε : κοινωϲ δε και των προϲ δυϲπνοϊκουϲ ἀναγεγραμμενων αὐτοιϲ ἁρμοϲει τινα
9999931 ἐδακρυσεν
ἀν εὐνους και δικαιος πολιτης ἐσχε την γνωμην οὐδ ' ἐδακρυσεν , οὐδ ' ἐπαθεν τοιουτον οὐδεν τῃ ψυχῃ ,
μητερα και ἀδελφους και την ἑαυτου γυναικα αἰχμαλωτους γεγενημενους , ἐδακρυσεν , ὡσπερ εἰκος . ὁ δε Κυρος ἰδων αὐτον
9999931 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999931 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999930 ἐτηρησα
, ὑπερ παιδων , ὑπερ γυναικων : και μαλιστα πολλους ἐτηρησα : και ὁτι οὐδεποτε του οἰκειου ἐγενομην , και
και οἰκετων σημαινει και χρηματων ὁ ὀνειρος , ὡς πολλακις ἐτηρησα : κακουργοις δε δεσμα και οὑτως περι ἑν σωμα
9999930 ἐξηγειτο
' εὑρηκως ἐν παλαιοις ἀντιγραφοις το ἡ , κατα συζυγιαν ἐξηγειτο , ἱνα εἰη προγνωστικος ὁ λογος : ἐαν εἰη
, και αὐτικα παρα τον Ἐπαμινωνδαν κομισας το τε ἐνυπνιον ἐξηγειτο και αὐτον ἐκεινον το πωμα ἀφελοντα ἐκελευεν ὁ τι
9999929 ἐμελλετε
, τα ἐσχατα παθειν , ἁτε δη και αὐτοι πραττειν ἐμελλετε , εἰ κατωρθωσατε ἁς πολλακις ἠλθετε ἐπ ' †
ὁτι ἐγγυτατα . . . : εἰς ἐννοιαν ἐλθοντες ὡν ἐμελλετε πασχειν ὑπο Λεσβιων μη μαλακισθεντες . . . :
9999929 ἠριστευσε
φασι τελευτησαι κατιοντα εἰς Πελοποννησον . Ἐχεμος : προσυπακουστεον το ἠριστευσε : την δε παλην ἐνικησεν Ἐχεμος Ἀρκας το γενος
ὁ δε παλᾳ κυδαινων Ἐχεμος Τεγεαν : ὁ δε Ἐχεμος ἠριστευσε παλῃ κυδαινων , ὁ ἐστι δοξαζων την πολιν αὐτου
9999928 ἐντοϲ
ἠ ᾠου τῳ λευκῳ καταχριε , ἠ ἀρτου θερμου το ἐντοϲ ϲυν μελιτι ὁλμοκοπηϲαϲ καταπλαϲϲε . ἠ τουτο : ἀϲφαλτου
α ἑψε ἁμα μεχρι ϲυϲταϲεωϲ , εἰτα ἐπιβαλλε κνηκου το ἐντοϲ κεκαθαρμενου και λελειωμενου # α και ἐα ἡμεραϲ ε
9999928 ἑτερωσε
ἐξαπατωνται δε : οὐ γαρ ἀναλισκεται ἡσσον , ἀλλ ' ἑτερωσε μεθισταται , και εἰ μη δια ταχεων παλιν ἐπι
ἐπιφερειν ἑξης τον λογον , ἀλλως τ ' οὐδ ' ἑτερωσε των λογων γινομενων , ἀλλ ' ἐνταυθα και της
9999928 φιλοτιμιᾳ
μηδε ἀντειπειν αὐτον ἐχειν , ὁτι την στρατειαν φευγων οὐ φιλοτιμιᾳ τουτο ἐποιησεν : και παλιν αἰσθομενος ὁτι ξυλα δια
το παραδοξον , σωφροσυνην οἰδε κομιζειν ὁ γαμος κἀν τῃ φιλοτιμιᾳ των ἡδονων το σωφρονειν ἀναμεμικται : δι ' ὡν
9999928 ἐθαρρησεν
βασιλεων εἰπειν : ὁ δ ' ἀποφαινεσθαι και προς θεον ἐθαρρησεν . τουτο δ ' ἀρα περας ἠν οὐ τολμης
ἀπο Θαψακου εἰς Αἰγυπτον . το δε θαυμαζειν , πως ἐθαρρησεν εἰπειν ἑξακισχιλιων σταδιων το ἀπο Πηλουσιου εἰς Θαψακον ,
9999928 μαντικῃ
το ἀν ἐχῃ φερομενος ἐξ οἰκου . Ὁρκιοισι δε και μαντικῃ χρεωνται τοιῃδε . Ὀμνυουσι μεν τους παρα σφισι ἀνδρας
προσορμισαμενος τῃ Λεσβῳ . φασι δε ἐνταυθα ποτε τον Ὀρφεα μαντικῃ χαιρειν , ἐστε τον Ἀπολλω ἐπιμεμελησθαι αὐτον . ἐπειδη
9999928 ἐξειργασατο
και χρωματα και μεγεθη , ὡν ἡ θεα περιττην φρονησιν ἐξειργασατο και πολυν ἱμερον ἐπιστημης ἐγεννησε . παρεχεται δε και
, ἡν ἐν τῳ Ζ των Νικομαχειων Ἠθικων ὁ φιλοσοφος ἐξειργασατο . προεθετο μεν γαρ ἐν αὐτῳ περι των διανοητικων
9999928 δωματιῳ
ἐν δικτυῳ . κατακλεισας γαρ αὐτην ὁ ὑβριστης ἐκεινος ἐν δωματιῳ και φησας δειν προσκυνειν την Τυχην , εἰ τον
πατρι εἰπειν , ὁτι ἡ μητηρ ἠδη καθευδει ἐν τῳ δωματιῳ . και ἀπαγορευοντος του ἰατρου , ὁπως μη δωσει
9999928 σκολια
πολλαι γινομεναι δια πολλου την ἀκολουθιαν κομιζονται : τα τε σκολια και πολυπλοκα και δυσεξελικτα και τα ἀλλα τα συγγενη
προαγει . οἱ τομιαι βοες , Δ . λεγει , σκολια και λεπτα και μακρα φυεται τα κερατα αὐτοις ,
9999928 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999927 Πελοποννησιοι
την νησον δηλονοτι . οἱ δ ' ἐν τῃ ἠπειρῳ Πελοποννησιοι . . . : ἠγουν οἱ τε ἐκ της
δ ' ἐν χερσιν ἠδη ὀντες περιεσχον τῳ κερᾳ οἱ Πελοποννησιοι και ἐκυκλουντο το δεξιον των ἐναντιων , οἱ ἐκ
9999927 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999927 μεθοριῳ
μεσον χωρον λαχουσαν , ὑδατος τε και ἀερος χυσεις ἐν μεθοριῳ τεταγμενας , ἐτι δε ζῳα θνητα τε αὐ και
ʹʹ Ἀρχεται δε ὁ μεν Στρυμων ποταμος ἀπο των ἐν μεθοριῳ Θρᾳκης και Μακεδονιας ὀρεων κατα θεσιν ἐπεχων μοιρας μηʹ
9999927 τεσσαρακοστῃ
ὡς Φαινιας τε φησιν ὁ Ἐρεσιος και Θεοπομπος ἐν τῃ τεσσαρακοστῃ των Φιλιππικων . ἱστορουσι γαρ οὑτοι κοσμηθηναι το Πυθικον
λεγεται τυχειν Ἡραιευς , οἰμαι , ὠν . ἑκατοστῃ και τεσσαρακοστῃ και πεμπτῃ Ὀλυμπιαδι παιδα παγκρατιαστην ἐνεγραψαν οὐκ οἰδα ἐξ
9999927 πνευματοϲ
ὀργανων των τηϲ ἀναπνοηϲ ἐϲτι φλεγμονη , ἠ μουνον του πνευματοϲ [ ἠ ] παθοϲ , ἐφ ' ωὑτεου την
εἰϲ την νυν διαιταν : ὑγραινει γαρ και αἱματοϲ και πνευματοϲ ἐμπιπληϲι το ϲωμα . τον δε μελλοντα ἀφροδιϲιοιϲ χρηϲθαι
9999927 σωφρονι
Παναιτιος , πολιτην αὐτον Ἀθηναιων ποιεισθαι σπευδοντων , εἰπε τῳ σωφρονι μιαν πολιν ἀρκειν . και ὁ των Σπαρτιατων βασιλευς
παρα τον λογον οὐδεν ποιουσιν ἀμφοτεροι , εἰ και τῳ σωφρονι μεν αἱ ἐπιθυμιαι οὐ πολεμουσι , τῳ ἐγκρατει δε
9999927 συμποσιῳ
παραλαμβανουσιν εἰς τας ἀρετας , την μεν περι το ἐν συμποσιῳ καθηκον ἀναστρεφομενην ἐπιστημην οὐσαν του πως δει ἐξαγεσθαι τα
Μηδειῳ τῳ Θεσσαλῳ δειπνων ὁ Ἀλεξανδρος εἰκοσιν οὐσιν ἐν τῳ συμποσιῳ πασι προὐπιε , παρα παντων τα ἰσα λαμβανων ,
9999927 εὐφροσυνη
κατα την ἀνατολην του Κυνος ἀναβασις ἐσται κατα λογον και εὐφροσυνη τοις δημοις , και ὁ βασιλευς ἐπικρατησει , ἐν
Ἀφροδιτη κατα την ἐναλλαγην ἐν ἀποκλιματι , δηλοι ὡς ἡ εὐφροσυνη του την ἐναλλαγην ἐχοντος συγχυθησεται και βλαβησεται δια βρωματων
9999927 ἀπαγγελια
δε ἀμφοτερα δοκουντα ἐνδοξα , πλειον το ἠθος και ἡ ἀπαγγελια ἐνταυθα ἐπιμελεστερα . και αἱ παραιτησεις χρησιμοι γινονται .
παραστατικη . διαφερει δε μελοποιια μελῳδιας : ἡ μεν γαρ ἀπαγγελια μελους ἐστιν , ἡ δε ἑξις ποιητικη . τροποι
9999927 Παφλαγονες
στρατοπεδευσεις . ἐπει δε τα ληφθεντα χρηματα ἀπηγαγον οἱ τε Παφλαγονες και ὁ Σπιθριδατης , ὑποστησας Ἡριππιδας ταξιαρχους και λοχαγους
αἱμα μελαν ῥεε , δευε δε γαιαν . τον μεν Παφλαγονες μεγαλητορες ἀμφεπενοντο , ἐς διφρον δ ' ἀνεσαντες ἀγον
9999926 ἀπεδεικνυε
δια την ἀρχην παρεκαλει τα πληθη της ἐλευθεριας ἀντεχεσθαι : ἀπεδεικνυε δε την χωραν αὐτοις πολλα συνεργησειν οὐσαν δυσεισβολον και
τας παρουσας τριακοσιας . τους δε Λακεδαιμονιους χρηματων τε σπανιζειν ἀπεδεικνυε και ταις ναυτικαις δυναμεσι πολυ λειπεσθαι των Ἀθηναιων .
9999926 αἱματοϲ
το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια των πεπονθοτων μερων ἀφαιρουϲα του αἱματοϲ , ἀλλα και ϲικυα : και φλεβοτομια μεν ἡττον
τα ἀντικειμενα παραγουϲα δια τηϲ φορβεαϲ προϲαγορευομενηϲ ἁρμοϲει και ἀφαιρεϲιϲ αἱματοϲ ἀπο των ὑπο την γλωτταν ἀγγειων και ϲικυαι κατα
9999926 ἐκομιζετο
εἰ τερπομενος οἱς ἐπραξας και οὐδε παυσομενος . οὑτω τις ἐκομιζετο δια των γραμματων του πεποιηκοτος ἡδονη . πως οὐν
ἀνεθετο ὡς αὐθις βασανισων . μετα τρεις ἡμερας την Ἐπιχαριν ἐκομιζετο ἐν φορειῳ , ἡ δε λυσαμενη την ζωνην ἀπεβροχισεν
9999926 ὁμοειδες
και οὑτως παλιν μερος του ποιητικου μερει του γινομενου γινεται ὁμοειδες . ἠ γαρ ὁλον γινεται ἠ μερος ὁμοειδες το
' ἐγχυματιζομενον εἰς τε τον κολπον εἰς τε την μητραν ὁμοειδες ἐστιν . δυναται δ ' ὁ ἐγχυματισμος μαλασσειν ,
9999926 φαρμακιδες
μετωπου των τικτομενων πωλων στεργουσιν αὐτους . τουτῳ δε και φαρμακιδες χρωνται προς ἐρωτα . ὁτι οἱ ἱπποι ὀστουν ἐχουσιν
ἐρως και ὀρνεον τι το λεγομενον σεισοπυγις ᾡ χρωνται αἱ φαρμακιδες εἰς φιλτρα × . ὁμοιως το ἐν βροχοις μαρψας
9999926 μικροτητι
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
9999926 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999925 βουληθῃ
εἰσιν , ὡσπερ γραφευς μηδεν ἐοικοτα γραφων οἱς ἀν ὁμοια βουληθῃ γραψαι . Και γαρ , ἐφη , ὀρθως ἐχει
, ἐαν δε ὀρθον ἐκει ἀπελευσεται ὁπου δ ' ἀν βουληθῃ . ἡ Σεληνη ἐν δισωμῳ οὐσα ζῳδιῳ ἑως των
9999925 αἰσθητικα
, νου και λογου οὐσα ἀποτεγμα . ἐτι τα ὁπωσουν αἰσθητικα πρωτην την ἁφην ἐχειν ἀναγκη : τρεφεσθαι γαρ ἀναγκη
ὠτα αἰσθητικα νευρα . τῃ οὐν ἀκρᾳ ψυξει σπωμενα τα αἰσθητικα νευρα προς ἑαυτα ἐφελκονται τους λοβους των ὠτων ,
9999925 βλαβερα
δ ' οὐδεν ἡττον ὁτι γνωριζειν ποιει και πορρωθεν τα βλαβερα και ὠφελιμα , ὡς τα μεν φευγειν , ἐστι
και σχολαιοι περιπατοι και συμμετρα γυμνασια : ἡ γαρ ἀργια βλαβερα . Την δε γαστερα εὐλυτον ἀει ἐχειν δει :
9999925 χαρακτηρες
Μεθθας , Σκαρθας , Χαγραμ . Εἰσιν δε και οἱ χαρακτηρες οὑτοι οὑς ὁρᾳς . Ὁς ἐγραψε και ἐδιδαξε Σουστουμον
ῥᾳδιως , ποτερος Δημοσθενους ἐστιν ἠ Λυσιου : τοσαυτην οἱ χαρακτηρες ὁμοιοτητα προς ἀλληλους ἐχουσι . τοιουτος ἐστι και ὁ
9999924 ἀπεδειξε
τους ἀγωνιστας δει πολλων εὐπορειν δικαιωματων : και δια τουτων ἀπεδειξε την ῥητορικην ὡς ἐκ ταν θεαν κατελθουσαν . Δει
μετα μεγαλης δυναμεως πλησιον εἰναι της Μακεδονιας , Ἀριστονουν μεν ἀπεδειξε στρατηγον , κελευσασα διαπολεμειν τοις περι Κασανδρον , αὐτη
9999924 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999924 μητηρ
' ἡδε μ ' ἐξεσῳσεν , ἡδε μοι τροφος , μητηρ , ἀδελφη , δμωις , ἀγκυρα στεγης . ἀλλ
, πριν και τινα ἐρεσθαι , εὐθυς ἐλεγον ὁτι Καλλιππη μητηρ , αὑτη δ ' εἰη Πιστοξενου θυγατηρ , ὡς
9999924 ἐβοηθησεν
ἡ περισσως ἀγαπησασα οὐτε των ἀλλων θεων τις ἠ δαιμονων ἐβοηθησεν αὐτῳ . κατα τον αὐτον οὐν ποιητην : ὁστις
Τορωνην μεν και Ποτιδαιαν πολιορκησας εἱλε , Κυζικηνοις δε πολιορκουμενοις ἐβοηθησεν . Του δ ' ἐτους τουτου διεληλυθοτος Ἀθηνησι μεν
9999924 ἐδιωκετο
Φορμιων περι Ναυπακτον ἐν τῃ Παραλῳ πλεων ὑπο δυο τριηρων ἐδιωκετο . ὁρμουσης δε ἐπι σαλου νεως ὁλκαδος , ἠδη
Δαφνη την σωφροσυνην ἐφιλει . διωκειν οὐν ἐδει , και ἐδιωκετο . πριν δε ἀπειπειν ἐν τῃ φυγῃ , παρακαλει
9999924 φαραγγες
οὐτε συναγκη οὐτε ὀρων κορυφαι ἠλιβατων οὐτε κρημνοι ἀπορρωγες οὐτε φαραγγες ἀφεγγεις , ἀλλα τα μεν ὑποδραμουσαι , τα δε
σεμνον τι πρασσειν , Δαναϊδων ἀρχηγετα . κἀμε τοι νεκρον φαραγγες γυμναδ ' ἐκβεβλημενην ὑδατι χειμαρρωι ῥεουσαι νυμφιου πελας ταφου
9999924 ἐγραψατο
ἐπιτομην ] λεγεται γαρ ὡς Δημοσθενης ἐπιτεμνων την κεφαλην ἑαυτου ἐγραψατο τραυματος ἐκ προνοιας Δημομελην τον Παιανιεα ἀνεψιον ἑαυτου ὡς
γαρ τον τροπον της καθυφεσεως , ἀκουσιου φονου του ἀνδροφονου ἐγραψατο : εἰθ ' ὁτι ὁρων το γιγνομενον ἐστενον ,
9999924 ἑφθημιμερες
ιηʹ διμετρα ἀκαταληκτα , το δε ιθʹ διμετρον καταληκτικον ἠτοι ἑφθημιμερες παροιμιακον . ἐπι τῳ τελει δυο διπλαι ἐξω νενευκυιαι
το Ϛʹ δακτυλικον ἠ ἀναπαιστικον πενθημιμερες : το ζʹ ὁμοιον ἑφθημιμερες : το ηʹ προσοδιακον διμετρον ἀκαταληκτον , ἐκ χοριαμβου
9999923 σφαλμα
Δημοκριτον και διχα ἰησιος : εἰ δ ' ἀρα τι σφαλμα φυσιος ἠ καιρου ἠ ἀλλη τις αἰτιη γενοιτο ,
δε του ἐξελκυσμου , ἡ ἐντασις ἀνιεσθω , το δε σφαλμα ὡς ὁτι ταχιστα συντελεισθω προς την του ἀρθρου ἐμβολην
9999923 ἐκινησε
αὐτου πληρωσωμεν . “ ἐπιτιθεασιν οὐν αὐτῳ τον γοργαθον και ἐκινησε διακλονουμενος . ὁ δε ἐμπορος ἰδων αὐτον ἐθαυμασε και
τοσουτον φειδονται των θηριων χρονον , ὁσον ἐτι παρασκευαζονται . ἐκινησε δε ἡμας οὐδεν , οὐδε ἀντιλαβεσθαι των πραγματων ἠναγκασεν
9999923 ἐκληρωσατο
της ἑπταζωνου ἐχουσα οὑτως : ὁ μεν του Κρονου ἀστηρ ἐκληρωσατο την πρωτην και ἀνω - τατην ζωνην , καταψυχρον
ὁ σοφος διαλεγεται παντων , ὁ και την τοιαυτην ἐπωνυμιαν ἐκληρωσατο . χρη δε εἰδεναι , ὡς οἱ “ Περι
9999923 Μακαρευς
του Βουκολιωνος παιδος Φιαλου . Τραπεζευς δε και Δασεατας και Μακαρευς και Ἑλισσων και Ἀκακος τε και Θωκνος Θωκνιαν πολιν
ὀνοματα εἰσι ταυτα : Κερκαφος , Ὀχιμος , Ἀκτις , Μακαρευς , Τεναγης , Τριοπης , Φαεθων . * *
9999923 δηλωτικη
ἀκαταληπτω δε και ἡ οὐ καταλαμβανω φωνη παθους οἰκειου ἐστι δηλωτικη , καθ ' ὁ ἀφισταται ὁ σκεπτικος ὡς προς
εἰ δε παχεια και ὠχρα , χειμωνων τε και ὀμβρων δηλωτικη σημαντικη των τοιουτων ὑπαρχει : εἰ δε γε γυροθεν
9999923 ἠβουληθη
συνταττομενος αἰωνια και διδους ἑαυτον ὑπευθυνον τῳ παντα βασανιζοντι χρονῳ ἠβουληθη μηδεν εἰκῃ μητε πραγμα παραλαμβανειν μητ ' ὀνομα ,
κατα το Ἀλγιδον ὀρος προς Λατινους ἐτυγχανεν ἀνδρειοτατα μεμαχημενος , ἠβουληθη διαφθειραι προς βιαν : ἀλλ ' ὁ πατηρ αὐτην
9999923 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999923 ἀκροτατῳ
ὠπτων δ ' ἀκροπορους ὀβελους ἐν χερσιν ἐχοντες . ” ἀκροτατῳ ἀκρῳ : “ τυμβῳ ἐπ ' ἀκροτατῳ Αἰσυηταο γεροντος
ἐκ του ἀγγειου εἰς ἑαυτον , ἐνσιφωνιζειν τοις χειλεσι τῳ ἀκροτατῳ , το δε μεθυ ἀνατρεχει τῃ ἀναπνοῃ ἠως τῃ
9999922 ξυνθημα
Πλατωνος στρατιωτην ἠ ἰστοριογραφος ἠ ποιητης ; τι γαρ ἀσπιδι ξυνθημα και βακτηριᾳ ; ποιας δε μαχης ἀριστεια Σωκρατης λαβων
ὀλωλαμεν . ἐπει γαρ ἡμας ηὐνας ' Ἑκτορεια χειρ , ξυνθημα λεξας , ηὑδομεν πεδοστιβει κοπωι δαμεντε , οὐδ '
9999922 κεκοινωνηκε
και ἀρρυθμος ἀναρμοστος τε σφοδρα και πανθ ' ὁσα κακου κεκοινωνηκε τινος , ὁστις λελειπται παντος ἀριθμου . ἐν δε
κἀν ἀτελες ᾐ : τα γαρ καλουμενα ζωφυτα δια ταυτα κεκοινωνηκε του ζωα πως εἰναι , αἱ δε ἀλλαι του
9999922 τρομωδεες
: ἀνεπηδα , ἀνεκεκραγει , ἐμαινετο : πνευμα πουλυ : τρομωδεες αἱ χειρες ἐγενοντο , ὑπο δε τον θανατον ἐλθουσῃ
Κωφωσις ἐν ὀξεσι και ταραχωδεσι παρακολουθουσα , κακον . Αἱ τρομωδεες , ἀσαφεες , ψηλαφωδεες παρακρουσιες , πανυ φρενιτικαι ,
9999922 σπαργανα
λουουσαν παιδιον ἐν σκαφῃ , και πρωτον μεν ὑπολυουσαν τα σπαργανα , εἰτα ἐκ του λουτρου κατειλουσαν αὐτο , παραφυλαξας
γενετας και σος † ἀμαθης † οἰωνοις ἐρρει συλαθεις , σπαργανα ματερος ἐξαλλαξας . μισει ς ' ἁ Δαλος και
9999922 ναυμαχια
γαρ ψευδης ἐστιν ἡ καταφασις ἡ λεγουσα ὁτι αὐριον ἐσται ναυμαχια * * * ψευδους γαρ οὐσης της καταφασεως συμβαινει
Ἀθηναιοι . πολεμου δε κατασταντος προς Αἰγινητας Ἀθηναιοις μετα ταυτα ναυμαχια γιγνεται ἐπ ' Αἰγινῃ μεγαλη Ἀθηναιων και Αἰγινητων ,
9999922 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999922 κληθεισα
, μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων δε παλι Βορυσθενης κληθεισα . ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την Μηδικην
. Κτισμα δε Καρος ἠν , ἀπο του παιδος αὐτου κληθεισα του γεννηθεντος ἀπο Καλλιρροης της Μαιανδρου , μετα νικην
9999921 στυπτηρια
ἐπιχρισθεις γλυκει , ἀνηθου σπερματος κεκαυμενου ἡ τεφρα καταπλασσομενη , στυπτηρια σχιστη λεια συν ὀξει , στυπτηρια ἡ ὑγρα μετ
το τεταρτον μερος , διακλυζομενων των πεπονθοτων , ὑγρα τε στυπτηρια . πεπερι δ ' ἐντιθεμενον τῳ διακενῳ του ὀδοντος
9999921 Φιλια
το μεν ἁπλως ἠν ἀγαθον , θατερον δε κακον . Φιλια δε ἡ μαλιστα και κυριως λεγομενη οὐκ ἀλλη τις
διεξιμεν . Του Ποντικου γαρ στοματος ἐστι πλησιον Βυζαντιων χωρα Φιλια καλουμενη . Εἰτ ' αἰγιαλος τις Σαλμυδησσος λεγομενος ἐφ
9999921 φρεσι
: τον δε τρομος ἐλλαβε γυια : θαρσει Δαρδανιδη Πριαμε φρεσι , μη δε τι ταρβει : οὐ μεν γαρ
αὐ Τρωεσσι μενοινεον εὐχος ὀρεξαι , κεινοι μιν κυδαινον ἐνι φρεσι καγχαλοωντες κρυβδ ' Ἡρης : παντες γαρ ἐναντιον Οὐρανιωνες
9999921 Ἡνικα
ἱνα μη οἱ καρποι ὑπο παγων και ἀνεμων βλαβωσιν . Ἡνικα ὁ Ζευς ἐν τῳ ὑδροχοῳ γενηται τῳ οἰκῳ του
μετα τον σπαραγμον ἐκβρασθηναι ἐκει και ὡς θεον νομισθηναι . Ἡνικα γαρ Ὀδυσσευς παρεπλευσεν αὐτας και οὐκ ἐθελχθη ὑπο της
9999921 δηλωτικα
φωτα και ἀδορυφορητα , ταπεινοτητος και ἀδοξιας τοις γονευσιν ἐστι δηλωτικα , και μαλιστα ὁταν και ὁ της Ἀφροδιτης και
τουτον τα μεν εὐθειων εἰσι τα δε † γενικων † δηλωτικα , το δε τοδε ὁτε μεν εὐθειας ὁτε δε
9999921 ἀπαιδα
δε συμβολικως χρη την τυφλωσιν νοειν του Φοινικος δια το ἀπαιδα γενεσθαι και οὐχ ὡς οἱ πολλοι φασι πραγματικως ,
χωριον το περιλειφθεν αὐτῳ περιειλετο , τελευτησαντα δ ' αὐτον ἀπαιδα και ἀνωνυμον βουλεται καταστησαι . Τοιουτος ἐστιν οὑτος .
9999921 καππαρεωϲ
ἀντι λωτου ϲπερματοϲ ϲπερμα τευτλου . ἀντι λεπιδιου ῥιζηϲ φυλλα καππαρεωϲ . ἀντι λαγωου θαλαϲϲιου λαγωοϲ ποταμιοϲ . ἀντι λινοϲπερμου
ὀποϲ Περϲικοϲ . ἀντι κικεωϲ γλοιοϲ ἀπο παλαιϲτραϲ . ἀντι καππαρεωϲ ῥιζηϲ ἐρεικηϲ ῥιζα ἠ μυρικηϲ . ἀντι κοπρου τρυγονοϲ
9999920 ἀσεβες
ἐς τους λιμενας τε και τας ἀγορας ἀγων οὐδεν οἰει ἀσεβες πραττειν ; και μην και σπερμολογουσιν ἐνιοι των ἀνθρωπων
ἐγκληματος τα πρεσβυτερα ζητουντες ἀδικηματα προδιηγησομεθα , και εἰ τι ἀσεβες φθανοι ἀλλο προειργασμενος . κἀν μεν ἱστοριαν ἐχωμεν ,
9999920 λαμβανω
τουτο αὐτο ἐπιδειξιν ἡγησαντο . ὁμως δε και αὐτος ἑτεραν λαμβανω ὁδον . ὁταν μεν γαρ εἰς ἐμαυτον ἀπιδω και
οὐτε ψευδος . εἰ δε τις λεγει ὁτι συμπεπλεγμενα αὐτα λαμβανω και λεγω ὁτι Σωκρατης υἱος ἐστι , Σωκρατης μελας
9999920 θαυμαστη
ἡ πηρα ἀργυρη . . . ΘΑΥΜΑ ΙΔΕΣΘΑΙ . Ἠγουν θαυμαστη εἰς το ἰδεσθαι και θεασασθαι αὐτην τινα . .
οὐδε προς αὐτην την προσοψιν ἀντισχειν , οὑτω μοι δοκει θαυμαστη τις εἰναι και κρειττων ἠ κατ ' ἀνθρωπον .

Back