ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999958 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999958 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999955 τεσσαρακοστῃ
ὡς Φαινιας τε φησιν ὁ Ἐρεσιος και Θεοπομπος ἐν τῃ τεσσαρακοστῃ των Φιλιππικων . ἱστορουσι γαρ οὑτοι κοσμηθηναι το Πυθικον
λεγεται τυχειν Ἡραιευς , οἰμαι , ὠν . ἑκατοστῃ και τεσσαρακοστῃ και πεμπτῃ Ὀλυμπιαδι παιδα παγκρατιαστην ἐνεγραψαν οὐκ οἰδα ἐξ
9999955 μικροτητι
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
ἀναλογιᾳ νομιστεον και το ἐν τῃ ἀτομῳ ἐλαχιστον κεχρησθαι : μικροτητι γαρ ἐκεινο δηλον ὡς διαφερει του κατα την αἰσθησιν
9999954 ἐξεθετο
ὠδυνατο . Ἐν τουτῳ τῳ τμηματι ὁ Ἱπποκρατης και φυσικους ἐξεθετο λογους και θεραπευτικους ὀδυνων . τοιγαρουν ὑποτιθεται νοσημα ,
συνεπισχυσει . Ταυτα παντα και ὁ Ὠριων ἐν τῳ βιβλιῳ ἐξεθετο . Ἐπει δε τινες φθονῳ φερομενοι ἠ ἀπειριᾳ μονομερως
9999954 αἰτιαϲ
τα ἐντοϲ τραπηϲεται μερη . εἰ δε οὐλη ἐκ τινοϲ αἰτιαϲ ἐξωθεν του βλεφαρου γενομενη ἐκτρεψῃ το βλεφαρον , ἀφαιρειν
. γιγνεται δε τουτο ἠ ἐξ ἀδηλου ἠ ἐκ προδηλου αἰτιαϲ : ἐξ ἀδηλου μεν ἐκ του αὐτοματου ἀραιουμενων των
9999954 φλεγματωδη
μεγα οὑτω καθαιρειν . ἡ δ ' ἰρις ἀγει μεν φλεγματωδη και ὑπομυξα και χολωδη : εἰ δε πλειον του
δε οὐκ ἀκριβηϲ ἠτοι τον χολωδη πλειονα κεκτηται ἠ τον φλεγματωδη : ὁϲ δη και μαλλον ἐϲτιν εὐιατοϲ ἑτοιμωϲ δυναμενου
9999953 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999953 θυμια
ὡς πλειστον ἐπι ἀνθρακιην , και περικαθισας αὐτην και περιστειλας θυμια , φυλασσομενος μη κατακαυσῃς . Ἠν δε γυνη μη
ὁ φιαλας ἐξ ἱερων ὑφαιρουμενος , ὁ στεφανους , ὁ θυμια - τηρια και ὁσα τοιαυτα [ εἰδικα ὀνομαζων ἀπολογησεται
9999953 ἐφυλαττετο
ὁτε και ἐκνικαται ἐμπεσειν ἐς την ταφρον , ἡν τεως ἐφυλαττετο . Ἡγημων ἐν τοις Δαρδανικοις μετροις περι Ἀλευα του
. ταυτα δε προτερον μεν εἰς τας του πολεμου χρειας ἐφυλαττετο , και ἐκαλειτο στρατιωτικα , ὑστερον δε κατετιθετο εἰς
9999953 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999951 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999951 Ὀλυμπιοι
διθυραμβος τις οὑ ἐστιν ἀρχη : Δευτ ' ἐν χορον Ὀλυμπιοι ἐπι τε κλυταν πεμπετε χαριν θεοι , πολυβατον οἱ
μεταστησαι , ὡς και Ὁμηρος μνημονευει : ὁπποτε μιν ξυνδησαι Ὀλυμπιοι ἠθελον ἀλλοι , Ἡρη τ ' ἠδε Ποσειδαων και
9999951 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999949 σημειωδες
οὐν ἐπι τῳ στοματι νησιδια ἐχοντα το εὐπεριγραφον τε και σημειωδες οὐ φαυλως στηλαις ἀπεικαζοι τις ἀν : ὡς δ
. το μεν γαρ παντας ἠ πολλους ὑπολαμβανειν ἐχειν τι σημειωδες και των μελλοντων προμαντευμα τα ἐνυπνια παρεχεται πιστιν ὡς
9999949 πλασμα
ἡ Νεα κωμη και Ἀργυρια . „ και τουτο παλιν πλασμα προς την αὐτην ὑποθεσιν , ὁπως σωθειη το „
εἰ μη την ἐπιθετον ἐσκηψαμην μωριαν . τουτο με το πλασμα πιστευθεν ὑπο του τυραννου μη ταὐτα παθειν ἐκεινοις ἐρρυσατο
9999949 ἐκρατησε
μετα πολλης δυναμεως , ἐπειδηπερ ἀφεστωτας αὐτους ἐπυθετο , παντων ἐκρατησε , και τον ναον ἐνεπρησε τον ἐν Ἱεροσολυμοις ,
τε Ὠρειτων και των πλησιον τουτων ᾠκισμενων τῃ τε μαχῃ ἐκρατησε και τα ἀλλα καλως ἐδοξε τα ἐν Ὠροις κοσμησαι
9999949 μελιτοϲ
δε Κρητικου ἠ δι ' ἑψηματοϲ καλλιον αὐτο ἀντι του μελιτοϲ ϲκευαζεϲθαι , ὁταν ᾐ το ῥευμα πανυ λεπτον :
, ὀροβινου ἀλευρου ⋖ ι : ξηρῳ χρω και μετα μελιτοϲ . ἐτι δε προϲ τα ῥυπαρα των ἑλκων ἡ
9999949 να
τροπικον , ἡ δε ΖΕ περιφερεια των ἀποδεδειγμενων μοιρων κγ να ἐγγιστα . και ὁλη μεν ἀρα ἡ ΖΕΔ περιφερεια
. . . . . . . Ζυγου ι νο να Ϛʹ βʹ ὁ ἐν τῳ σφυρῳ του αὐτου ποδος
9999948 ὀγδοης
Ἀθηνησιν Ἰσαγορου παρειληφεναι την ἀρχην κατα το πρωτον ἐτος της ὀγδοης και ἑξηκοστης ὀλυμπιαδος . Και μην ἀπο γε της
οὑς δ ' ὑπακουσαντας ἀπελυσαν . ταυτα μεν οὐν της ὀγδοης . . . . : ἐν δε τηι ἐνατηι
9999947 γραμματεα
πεντακοσιοις , εἰτ ' ἐν δικαστηριῳ . προσαιρουνται δε και γραμματεα , ὁς ἐννομῳ δικαστηριῳ κρινεται . εἰσαγωγης : ἀρχης
δοξαν καταλιπειν : ψευσθεις δε της ἐλπιδος ἀντι σου τον γραμματεα , ὁν οὐθεν ἐδεομην , ἀνῃρηκα τῃ τε πορφυρᾳ
9999947 ἐπανηλθε
πολιν ὁλην ἐκακωσεν . ἐκλιποντος δ ' ἐκεινου την Ἀσιαν ἐπανηλθε και ἀνελαβεν ἑαυτον τε και την πολιν . περι
ἑλων , ἑξ δε και εἰκοσι πολιορκιᾳ , οὑτως οἰκαδε ἐπανηλθε : και τοτε πασης ἐγενοντο Ῥωμαιοι της Σικελιας δεσποται
9999947 ἐκωλυετο
ὑπερ εἰρηνης . Προτερον μεν γαρ και αὐτο τουτ ' ἐκωλυετο ὑπο τινων , οἱς ἠν τουτ ' ἐπιμελες ,
ἀποδρασασα ἐκ της του οἰκοδεσποτου δουλειας ᾡ ἐδουλευεν , ἐπει ἐκωλυετο ἐξελθειν ἱνα μη ἰδοντες οἱ συμβασιλεις ἁρπασωσιν αὐτην :
9999947 μελανοϲ
, πεπερεωϲ λευκου ἰϲα : μελιτι . Πεπερεωϲ λευκου και μελανοϲ , δαυκου Κρητικου , ϲικυου ἡμερου ϲπερματοϲ , μαραθρου
. χαλκανθου # β , ἀρϲενικου # α , ἐλλεβορου μελανοϲ , κανθαριδων θωρακων ἀνα ⋖ α ∠ ʹ ,
9999946 Ἀρισταρχῳ
του Φιλαδελφου παρα του Ζηνοδοτου ὠρθωθησαν . μετα δε Ζηνοδοτον Ἀρισταρχῳ παλιν ὠρθωθησαν τεταρτῳ ἠ πεμπτῳ ἀπο Ζηνοδοτου τελουντι ,
τῳ γαρ ἀθλιῳ και ταλαιπωρῳ κακης και χαλεπης συμβασης αἰτιας Ἀρισταρχῳ τῳ Μοσχου : και παλιν φανερως ἠδη δι '
9999946 Κολοφωνιοι
ὀχθας : οὐ γαρ πιαινει ταυτα μυχους πολεως . . Κολοφωνιοι δ ' , ὡς φησι Φυλαρχος [ . ]
ἀφεντος τον τοπον ἀτελη παλιν ηὐξηθη . . . : Κολοφωνιοι δ ' , ὡς φησι Φυλαρχος , την ἀρχην
9999946 μεμνημεθα
τῃ σαυτου δοξῃ περιθεις . ἀει μεν οὐν σου και μεμνημεθα και συν ἐπαινοις , το γραφειν δε ἡμιν ὑπο
ὑπο σεισμου , ὁς αὐτοις ἐτυχε μεγιστος γε δη ὡν μεμνημεθα γενομενος , ξυμπεπτωκυιαν ἐκπορθει , των ἀνθρωπων ἐς τα
9999946 ἀπαλλαγεισα
οἰκων ἀναφωνει και ἀνυμνει , των πολεμικων καματων ἐξ ἀπροσδοκητου ἀπαλλαγεισα και δια την σην δυναμιν ἐλευθερον βλεπουσα . ἀλλως
ἀνδρος ἀπο των του σωματος ἡδονων και παθηματων , ὁταν ἀπαλλαγεισα του περι ἐκεινο ταραχου , και ἐπιστρεψασα εἰς ἑαυτην
9999946 ὠνομαζετο
προς μητρος Ἐμισηνος ἐγεγονει . ὁ πατηρ δε αὐτῳ Βασιλιδης ὠνομαζετο , Θεοκλεια δε ἡ μητηρ . εὐφυης δε ἐπι
μυριοις ἐτεσι προτερον ἠ Μενελαον ἐκεισε προσχειν το χωριον οὑτως ὠνομαζετο . και οὐκ ἀντικρυς μεν ἐλεγε τοὐνομα τουτ '
9999946 γενωμεθα
του χαριν σοι δοκουμεν γυμνασιοις ὁμιλησαι και πονοις ; ἱνα γενωμεθα πολεμειν ἀγαθοι . ποιαν της ἀρετης ὀνησιν φερουσης τοις
αὐτοι δια των ἰδιων ἀποῤῥητων κακως ὑπομειναντες αἰχμαλωτοι τοις δυσμενεσι γενωμεθα : δια ταυτα ἐξειπες ἑκουσα και οὐχ ὑπ '
9999946 κινηθεισα
τις αὐτον οὐτε πυρφορος θεου κεραυνος ἐξεπραξεν οὐτε ποντια θυελλα κινηθεισα τῳ τοτ ' ἐν χρονῳ , ἀλλ ' ἠ
μερους μερει γενομενου , ὡσπερ ἐν μιᾳ νευρᾳ τεταμενῃ : κινηθεισα γαρ ἐκ του κατω και ἀνω ἐχει την κινησιν
9999946 ᾐσχυνετο
ἀντρον δι ' ἐνατου πορευομενος ἐτους ὡν ἐτεθεικει νομων οὐκ ᾐσχυνετο κινων ὁν κρειττον ἠν κινεισθαι . Ἐγω σου μελλων
βασιλεα πρεσβευσας και πολλα δωρα παρ ' ἐκεινου λαβων οὐκ ᾐσχυνετο κολακευων οὑτω φανερως και τολμηρως τον βασιλεα ὡς λεγειν
9999946 ἐλαιωδες
ἐπιδηλον ὡς ἠδη την χροιαν ἐπιτειναντος : ὁ δ ' ἐλαιωδες ὁ λογος ὡρισε , τῃ του ἐλαιου μαλιστα προσεοικε
πλευριτικοισι και περιπλευμονικοισιν . Πονηρον δε και το προ ῥιγους ἐλαιωδες οὐρουμενον . Πονηρον δ ' ἐν τοισιν ὀξεσι και
9999945 ὑγροτητι
του ἀφανης ἠν . . Βρεχετο ] τα γαρ ἐν ὑγροτητι και ἀσθενεστερα . ὁσῳ δε μαλλον ἐξικμαζονται , τοσουτῳ
θερμοτητι ὡς ἐπι το πλειστον κεκραται , ἡ δε ἀρκτος ὑγροτητι και ψυχροτητι : τα δε ἀλλα χωρια , καθοσον
9999944 Ἀργοναυτικα
οἱ δε μεσσαβα καλουσιν . οὑτως σχολιον εὑρον εἰς τα Ἀργοναυτικα , . , . . . . Αὐτως :
σημαινει τεταραγμενους , ὁλκους τας ἐκχυσεις . Ἀπολλωνιος ὁ τα Ἀργοναυτικα , . , . . . Ἀνταξιον : ἰσοτιμον
9999944 Λακεδαιμονιῳ
ἁς παρεσκευαζοντο , ἑτοιμαι ἠδη οὐσαι : και Θηριμενει τῳ Λακεδαιμονιῳ ξυναμφοτεραι ὡς Ἀστυοχον τον ναυαρχον προσταχθεισαι κομισαι , κατεπλευσαν
, ἑνι δε των ὁλων την ἡγεμονιαν ἀπεδωκαν Χειρισοφῳ τῳ Λακεδαιμονιῳ . οὑτοι δε διαταξαντες το στρατοπεδον εἰς την ὁδοιποριαν
9999944 μαλακιᾳ
τι μεν ὠλιγωρηθη ; τι δε ἐπεβουλευθη ; τι μεν μαλακιᾳ προειθη ; τι δε πονηριᾳ διεφθαρη ; βασιλευς μεν
μαλλον , ἐπει ὁρω σε ἐρωντα οὐχ ἁβροτητι χλιδαινομενου οὐδε μαλακιᾳ θρυπτομενου , ἀλλα πασιν ἐπιδεικνυμενου ῥωμην τε και καρτεριαν
9999944 ἐξεπιτηδες
ὁ χορος οὐχ ὁτι ἀληθως ἐγινετο , ἀλλ ' Αἰσχυλος ἐξεπιτηδες τουτο ποιει την των γυναικων παριστων φυσιν , ἡνικα
το συμφερον ἡμιν παντος μαλλον εἰδοτες , ἡμεις δ ' ἐξεπιτηδες δρωμεν ἁ παντος ἡμας μαλλον ἐκτριψει ; Ὁλως δε
9999944 εὐνηθεισα
τεκε δι ' Ἀφροδιτη , Ἰδης ἐν κνημοισι θεα βροτῳ εὐνηθεισα . οὐκ ἐρωσιν , οὐ πασχουσιν : ἠ γαρ
[ ] ιος ? ἱληκοιτε [ ] Φλεγυηισι συν ἀνδρασιν εὐνηθεισα [ ] : [ ] ! οι και ἐπειτα
9999944 κρατηρ
ἐν δαιτι θεων , κισσοφοροις δ ' ἐν θαλιαις ἀνδρασι κρατηρ ὑπνον ἀμφιβαλληι . ἀχαλινων στοματων ἀνομου τ ' ἀφροσυνας
ὡστε κατα λογον τριτον τῳ Διι σπενδεται τε και ὁ κρατηρ τριτος τιθεται . Σοφοκλης Ναυπλιῳ και Διος σωτηρος σπονδη
9999944 λογιζομεθα
Ὡστε οὐτε ἡμεις ἡμεις οὐτε τι ἡμετερον ἐργον : οὐδε λογιζομεθα αὐτοι , ἀλλ ' ἑτερου λογισμοι τα ἡμετερα βουλευματα
οἱ πλειονες ἐννοιαν τινα του το δε τι οὑτως ἐχειν λογιζομεθα . Τριτην τα διαβεβλημενα : διαβεβλημενα τα μεμισημενα ,
9999944 δρομημα
: ἐγενηθη δε τις ὡρᾳ νυκτερινῃ τριτῃ . το δε δρομημα της Σεληνης ἐστι μοιρων ιβʹ ∠ ʹ ιεʹ .
μοιρᾳ ζʹ , Σεληνη Παρθενου μοιρᾳ λʹ : ἑως ὀψε δρομημα μοιρων ιδʹ ιεʹ . το δ ' ἐκ της
9999944 γλυκυτητα
του φοινικοϲ καρποϲ και των οἰνων ὁ ϲουρεντινοϲ και ὁϲοι γλυκυτητα τῃ ϲτυψει ϲυμμεμιγμενην ἐχοντεϲ . γλυκυϲ δε μονον ἐϲτιν
ὀλιγην δε τροφην διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και
9999943 ὑφειλετο
προς αὐτοτελειαν του ὀνοματος : οἱον ἐξ ἱερου ἰδιωτικα τις ὑφειλετο χρηματα , νομου κελευοντος τον μεν ἱεροσυλον τεθναναι ,
εἰναι . και παιζων δε ποτε ἰχθυν παρα τινων ἁλιεων ὑφειλετο και λαβων ἐδωκε τινι των παρεστωτων . ὁρκιζοντος δε
9999943 βραχυτητι
οὐχ ὁμοιως ἰσχυροι : και ἐκ των προσειλων ἁμα τῃ βραχυτητι πυκνοτεροι τε ἐκεινων και ἰσχυροτεροι γινονται . Χαιρει δε
οἱ των θεων . εἰ δ ' ὁ χρονος τῃ βραχυτητι λυπει , φερετω παραμυθιαν ὑμιν Ἀλεξανδρος ὁ Διος .
9999943 κολακειᾳ
τἀλλα οὐ καρτα φρενηρης τις ὠν , ἀλλ ' ἐν κολακειᾳ δεσποτικῃ τεθραμμενος , οὑτως ἐξεκαυθη και συνεταραχθη προς της
δε κολαξ Σωσιπατρος ἀνθρωπος γοης . διαβοητος δε γεγονεν ἐπι κολακειᾳ και ὁ Ἀθηναιων δημος . Δημοχαρης οὐν ὁ Δημοσθενους
9999943 χρυσοειδες
οἰκηματα . ἑλιχρυσοιο : εἰδος φυτου , οὑ το ἀνθος χρυσοειδες . ὡς ἀπο γυμνασιοιο καλον : ὑγιεινον γαρ ἐστιν
γομφοις ] ἐν καρφιοις . . ἡλοις . λαμπρον ] χρυσοειδες . ἐκκρουστον ] καταπληκτον τῃ αἰγλῃ . . φερει
9999943 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999943 μαντικῃ
το ἀν ἐχῃ φερομενος ἐξ οἰκου . Ὁρκιοισι δε και μαντικῃ χρεωνται τοιῃδε . Ὀμνυουσι μεν τους παρα σφισι ἀνδρας
προσορμισαμενος τῃ Λεσβῳ . φασι δε ἐνταυθα ποτε τον Ὀρφεα μαντικῃ χαιρειν , ἐστε τον Ἀπολλω ἐπιμεμελησθαι αὐτον . ἐπειδη
9999943 στυπτηρια
ἐπιχρισθεις γλυκει , ἀνηθου σπερματος κεκαυμενου ἡ τεφρα καταπλασσομενη , στυπτηρια σχιστη λεια συν ὀξει , στυπτηρια ἡ ὑγρα μετ
το τεταρτον μερος , διακλυζομενων των πεπονθοτων , ὑγρα τε στυπτηρια . πεπερι δ ' ἐντιθεμενον τῳ διακενῳ του ὀδοντος
9999942 φλεγμα
συναναμεμιχθαι φλεγμα , εἰ μελλει ἀγαθον εἰναι , ἱνα το φλεγμα τῃ οἰκειᾳ ὑγροτητι ἐπιτεγξῃ και κολασῃ το δηκτικον και
μετα μελιτος και ἐνιεμενος προς ῥινας κατασπᾳ ἐκ της κεφαλης φλεγμα και ἐκ του θωρακος : ὁμοιως δε και τα
9999942 ἀνηνεχθη
, εἰτε διατεταμενον εἰτε στρογγυλον περι οὑ νυν διαλεγεται . ἀνηνεχθη τοιγαρουν πτυελον περιφερες , στρογγυλον . γινωσκει ἡ τεχνη
μεθυουσιν : ὑγροτης γαρ ἐπ ' ἀμφοιν ἐπι τα ἀνω ἀνηνεχθη πολλη . εὐλογον δε τουτο το παθος αἰτιον εἰναι
9999942 βουλοιμεθα
πολιταις δι ' ἡμων ἐγενετο , ταυτα και ὑμιν ἀν βουλοιμεθα , οἰμαι δε και πολυ μειζονως , ὁσῳ τιμιωτερον
, τῃ γουν προαιρεσει φιλους εἰναι , ἡξειν τε ὁποτε βουλοιμεθα , ὡς παρα φιλους ἀφικεσθαι βουλομενοις ἐσεσθαι : βουλομενοις
9999942 Ἐμπεδοκλης
τα δε φυτα αὐτοματως πως κεκινησθαι οὐ δια ψυχης . Ἐμπεδοκλης πρωτα τα δενδρα των ζῳων ἐκ γης ἀναδυναι φησι
ἑκαστον , ἀλλα λογῳ τινι και συνθεσει , καθαπερ φησιν Ἐμπεδοκλης το ὀστουν : ἡ δε χθων ἐπιηρος ἐν εὐστερνοις
9999942 ἰσχυν
, οἱς δε ἐπαμυνειτε χαριν , ὑμιν δ ' αὐτοις ἰσχυν : ἁ ἐν τῳ παντι χρονῳ ὀλιγοις δη ἁμα
τοις ἠδη γεγενημενοις λυπης . και ὁ οἰκτος δε μεγαλην ἰσχυν ἐχει προς παραμυθιαν , μαλιστα ὁταν τις ἐπι κηδειᾳ
9999942 βακτηρια
Συκινη μαχαιρα : ἐπι των ἀσθενεστατων και εὐτελων . Συκινη βακτηρια : και : Συκινη ἐπικουρια : ἐπι των ἀσθενως
αἱ δε δη Λακωνικαι ᾠχοντο μετα σου κατα τι χἠ βακτηρια ; ἱνα θοἰματιον σωσαιμι , μεθυπεδησαμην μιμουμενη σε και
9999942 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999942 τεταρτηϲ
ἀπυρεξιαν ὁμογενηϲ ἐϲτιν αὐτοιϲ . κατα ταυτα δε ὁ δια τεταρτηϲ παροξυνομενοϲ , εἰϲ ἀπυρεξιαν δε μη παυομενοϲ ὁμογενηϲ ἐϲτι
δυναμιν , μετριωτεραν δε . Πηγανον το μεν ἀγριον τηϲ τεταρτηϲ ἐϲτι ταξεωϲ των θερμαινοντων τε και ξηραινοντων , το
9999941 κοινῃ
τεχνης το δεινον : προσελθων τοινυν ἐμοι μετα ταυτα συνεταττετο κοινῃ πρεσβευειν , και ὁπως τον μιαρον και λιαν ἀναιδη
στηθυνια , τιλλειν τε φαττας και κιχλας ὁμου σπινοις , κοινῃ τε χναυειν τευθισιν σηπιδια , πιλειν τε πολλας πλεκτανας
9999941 αἰτιατικῃ
ἰσοσυλλαβως κλινομενον ἡνικα ποιει οὐδετερον ὁμοφωνον αὐτο ποιει τῃ ἰδιᾳ αἰτιατικῃ , καλος καλου τον καλον και το καλον ,
μεν τα της ἐνεργειας οὐ προσδιετεθη , τῃ μεντοι ἐγκειμενῃ αἰτιατικῃ , ἡς και μονης ἀν εἰη το παθητικον ,
9999941 ἐξειλετο
πορρω των παιδικων προορωντος , ὁτι και συμβασιλευειν αὑτῳ ἀνδρα ἐξειλετο , ὁντινα αὐτῳ και συνεραν της καλλιπολεως ἀναγκαιον ;
σιγῃ : ἀντι του ἡσυχως . σιγῃ : ἀκαταγνωστως . ἐξειλετο : ἀπηρε Διος νοον ἐξαλεασθαι : οὐ δυνατον ἐστι
9999941 ἀκριβες
ἀποτισαι και ἁπαντα τα κλεινα και πατρια ἐργα ἐς το ἀκριβες ἀναγραψαι . νυν δε ἡ μεν εὐμενης και ἱλαος
διαθηκας ἀμφισβητουντες ὁμολογουμενως Νικοστρατῳ ἐπιτηδειοι ὀντες ἐτυγχανον , το μεν ἀκριβες οὐδ ' ἀν οὑτως , ὁμως μεντοι μαλλον εἰκος
9999941 ἐνειη
το νευρον μη δεκτικον ὑγροτητος οὐκ ἀν ἐνταυθα ὁ κοπος ἐνειη κατα φυσιν : εἰ δε ὁ κοπος ἐξαλλαγη τις
και περιπατων και θεατρων οὐδεν ὀφελος , εἰ μη νους ἐνειη και νομος . νους δε και νομος περι τουτων
9999941 λαμβανω
τουτο αὐτο ἐπιδειξιν ἡγησαντο . ὁμως δε και αὐτος ἑτεραν λαμβανω ὁδον . ὁταν μεν γαρ εἰς ἐμαυτον ἀπιδω και
οὐτε ψευδος . εἰ δε τις λεγει ὁτι συμπεπλεγμενα αὐτα λαμβανω και λεγω ὁτι Σωκρατης υἱος ἐστι , Σωκρατης μελας
9999940 Λακωνικα
περι του υἱεος συμβουλευεσθαι ὁπη τε και ὁπως σωζων τα Λακωνικα ἠθη και ξενικων παιδευματων κοινωνησει . καμνω δε οὐ
αὐτο ἐκ παθους , το παληος ἀρχηος Ἀχηος Βοιωτια εἰσι Λακωνικα . προσκειται ἁπλα δια το Πολυνηος Εὐνηος Ἐχενηος θερμον
9999940 συμμαχιᾳ
και παρασκευων ἀντεφωρμησαν ἁμα και τῃ ἀκαθαιρετῳ του δικαιου χρωμενοι συμμαχιᾳ , δι ' ἡν εὐτολμοτεροι τε ἠσαν και ἀγωνισται
τῳ Ἐφιαλτου πλεοντι μετα δεκα τριηρων Ἀθηνηθεν εἰς Κυπρον ἐπι συμμαχιᾳ τῃ Εὐαγορου , και λαμβανει πασας , ὑπεναντιωτατα δη
9999940 ἑνεκα
ἀπνευστι . το δ ' ὀξυμελι θερους ὡρᾳ διδοται ψυχρον ἑνεκα του μη παροξυναι την διψαν του καμνοντος : δια
κτημα οὐδεν , ἀλλα φιλειτε ἀλληλους και χρηματων γ ' ἑνεκα και βασιλευσιν ἐριζετε . Πολλην μεν γαρ ἐγω ὑμιν
9999940 πλανη
Συρακουσιος ἐστι . δοκει δε τισιν , ὁτι και ἡ πλανη του Ὀδυσσεως περι Σικελιαν που γεγονε . διαγ '
ῥηματικα ἀλλα παρωνυμα , ἀπο γαρ του πεδη πεδητης και πλανη πλανητης και κομη κομητης , οὑτως και παρα το
9999940 γεγενημεθα
, ἀλλ ' ἐν ταξει γε πατερων και παιδων ἀλληλοις γεγενημεθα . ἀρα σοι δοκω και αὐτος τρυφαν τας ἀφορμας
εὐθυς συναψαι το Δημοσθενικον , ὁτι οὐ μονον τοις γονευσι γεγενημεθα , ἀλλα και τῃ πολει : προς δε τουτοις
9999940 πεδιαδα
διελθων δε τας Ἀλπεις και της νυν καλουμενης Γαλατιας την πεδιαδα διεξιων ἐποιησατο την πορειαν δια της Λιγυστικης . Οἱ
παλαιαν ἐγγυς κειμενην Καλυδωνος οἱ οἰκητορες , εὐκαρπον οὐσαν και πεδιαδα , πορθουντος την χωραν Δημητριου του ἐπικληθεντος Αἰτωλικου :
9999940 πεντεκαιδεκα
δρεπανηφορα διακοσια , ἐλεφαντες δε οὐ πολλοι , ἀλλα ἐς πεντεκαιδεκα μαλιστα Ἰνδοις τοις ἐπι ταδε του Ἰνδου ἠσαν .
, και σελινου σπερμα το ἰσον , και σηπιης ὠα πεντεκαιδεκα ἐπ ' οἰνῳ γλυκει κεκρημενῳ προσθειναι , και ἐπην
9999940 ἐστεφανωσε
ἀνεσειεν ἐπιδεικνυς . ὁ δε ἡσθη μαλιστα και τον λοχαγον ἐστεφανωσε και πλεοσι των ἀθλων ἐδωρησατο πεντε και εἰκοσι μυριασιν
τον πατερα ἀναζητειν χρη . Ὁτι Ἀλεξανδρος τον Ἀχιλλεως ταφον ἐστεφανωσε και Ἡφαιστιων τον του Πατροκλου , αἰνιττομενος ὁτι και
9999940 τυραννῳ
ἐγραφεν Ἠγησιλαῳ , μικρα δε διασκευασας ὑστερον ἐπωλει τῳ Σικελιας τυραννῳ Διονυσιῳ , το δε τριτον τα μεν ἀφελων τα
ὁ Θηρων ἀνεκαθεν ἀπο Οἰδιποδος . ἐκηδευσε δε Γελωνι τῳ τυραννῳ ἐπιδους αὐτῳ την θυγατερα Δημαρετην , ἀφ ' ἡς
9999940 αἱματοϲ
το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια των πεπονθοτων μερων ἀφαιρουϲα του αἱματοϲ , ἀλλα και ϲικυα : και φλεβοτομια μεν ἡττον
τα ἀντικειμενα παραγουϲα δια τηϲ φορβεαϲ προϲαγορευομενηϲ ἁρμοϲει και ἀφαιρεϲιϲ αἱματοϲ ἀπο των ὑπο την γλωτταν ἀγγειων και ϲικυαι κατα
9999940 γνωρισμα
μεσον ὁ δικαιος και ἡ δικαιοσυνη , ὁ ἐστιν ἀρετης γνωρισμα . εἰ γαρ ὁ ἀδικος παρανομος και πλεονεκτης ,
Γ : οἱ ἱερεις και οἱ μαντεις δαφνῃ ἐστεφανουντο εἰς γνωρισμα της τεχνης . Γ ὡς ἀλαζων Γ : ὡς
9999940 δεκατῃ
προσταξει δεκατῃ μηνος ἀει . δια τι δε ἐν τῃ δεκατῃ ; ὡς ἐν τοις περι αὐτης λογοις ἠκριβωσαμεν ,
Συριᾳ και Φοινικῃ και Λιβυῃ και Αἰγυπτῳ ἀνεσιν ποιησαι , δεκατῃ δε ὡρᾳ και ἑνδεκατῃ ἐκλειπουσαν τοις παραθαλασσιοις τοποις θορυβον
9999939 ἀμητορα
της Πυθαγορου περι θεων ὑφηγησεως . . . ὀρθως οὐν ἀμητορα τον ἑπτα ἀριθμον ὁ Φ . προσηγορευσε : μονος
την ὑπερβαλλουσαν ἁγνειαν ἀπιδοντες αὐτης , οἱ δε αὐτοι και ἀμητορα , σπαρεισαν ἐκ μονου του πατρος των ὁλων ,
9999939 ἱερακα
. Και μην κἀκεινο ἐστι χαριεστατον , ἐαν ἐπαγηται τις ἱερακα , περι πρεμνον φυτου κατατιθῃ τε και οἱ στρουθοι
και τας ἀκριδας και τας καμπας , τον δ ' ἱερακα προς τους σκορπιους και κεραστας και τα μικρα των
9999939 κελευσε
νομευσι . Τοὐνεκ ' ἀρ ' ᾑσιν ἑκαστος ἐνι κλισιῃσι κελευσε νηας ἀμοιβαιῃσι φυλασσεμεν ἀχρις ἐς ἠω , μη σφεας
ἐσημειωσατο : ἡγεμονες δε μαλιστα δαημονες ἐστιχοωντο νωλεμεως πολεμονδε , κελευσε δε οἱσιν ἑκαστος ἡγεμονων , οἱ δ ' ἀλλοι
9999939 ἀμυνουμεθα
και ἁθροοι και κατα ἐθνη και ἑκαστον ἀστυ μιᾳ γνωμῃ ἀμυνουμεθα αὐτους , διχα γε ὀντας ἡμας ἀπονως χειρωσονται .
τους δε ἀλλοφυλους ἐπελθοντας ἁθροοι αἰει , ἠν σωφρονωμεν , ἀμυνουμεθα , εἰπερ και καθ ' ἑκαστους βλαπτομενοι ξυμπαντες κινδυνευομεν
9999939 ὠλετο
βασιλευεν . ἀλλ ' ὁ μεν ὠλεσε λαον ἀτασθαλον , ὠλετο δ ' αὐτος : τῃ δε Ποσειδαων ἐμιγη και
δυσσεβει . Οὐ γαρ τι δουλος . ἀλλ ' ἀδελφος ὠλετο . Πορθων δε τηνδε γην : ὁ δ '
9999939 ἐφυλαξατο
τε γαρ συμφερον λογισμῳ ἐπεγνω , και το ἐναντιον προμαθουσα ἐφυλαξατο . Αἱ δε ὀξειαι και ἀπερισκεπτοι ἐγχειρησεις ταχειας και
Ἀλευατο : και ἀλευατο πολυν ὁμιλον : το ἀλευατο , ἐφυλαξατο : εἰρηται ἀπο του χευω χευατο και τροπῃ και
9999939 λεχθεισα
. Πολλα μεταξυ πελει κυλικος και χειλεος ἀκρου : παροιμια λεχθεισα ἐξ αἰτιας τοιαυτης : Ἀγκαιος παις Ποσειδωνος φυτευων ἀμπελωνα
: και ἐντευθεν μεθοδευομενη ἀπρακτος εὑρισκεται . Ἀρκει τοινυν ἡ λεχθεισα γυμνασια , ἁπλη οὐσα και πασῃ ταξει ἁρμοζομενη ,
9999939 ὑστερῳ
ἀπο τε Ἀθηναιων μη αὐτοι διαφθαρηναι ὑπ ' ἐκεινων ἐν ὑστερῳ ἀλλα προποιησαι . ἡ μεντοι ἀποστασις ἡμων θασσον γεγενηται
δε ἐκ στιχων τροχαϊκων τετραμετρων καταληκτικων κʹ . ὡν τελευταιος ὑστερῳ χρονῳ ποτ ' αὐθις εὐ φρονειν οὐ δοξομεν .
9999939 θυγατρες
ἐμην καταπαυσω ἀοιδην : ἀστερες εὐφεγγεις , Διος αἰγιοχου τε θυγατρες , ἱλατε και κλεος αἰεν ἐμῃ πορσυνετ ' ἀοιδῃ
ἐμβεβαυια δι ' αἰθερος : αἱ δε οἱ ἀγχι Ἠελιοιο θυγατρες ἐθαμβεον ἑστηυιαι θεσπεσιον περι κυκλον , ὁν Ἠελιῳ ἀκαμαντι
9999939 ταραχωδες
ἐστι [ ] και προσετι ψευδεσθαι [ - ] , ταραχωδες δε [ ἑκατερον - ] . τα δ '
ὡν συγκεινται ῥυθμους ἐν ἀνισοτητι θεωρεισθαι , και πολυ το ταραχωδες ἐπιφαινοντες , τῳ μηδε τον ἀριθμον ἐξ οὑ συνεστασι
9999939 αἰσθητηρια
ταυτα συμβαινει , ὡς λεγομεν . Ὁτι δε ταχυ τα αἰσθητηρια και μικρας διαφορας αἰσθανεται , σημειον το ἐπι των
δυναμις ἡ αἰσθησις , ἀλλ ' ἐν τῃ προς τα αἰσθητηρια οὐσιωμενη νευσει και του ζῳου οὐσα συμπληρωτικη οὐδε ἐνεργειν
9999939 ἀπανευθε
ᾐδεε Πατροκλον τεθνηοτα διος Ἀχιλλευς : πολλον γαρ ῥ ' ἀπανευθε νεων μαρναντο θοαων τειχει ὑπο Τρωων : το μιν
ἐν δε μιν αὐτον εὑρ ' , ἑταροι δ ' ἀπανευθε καθηατο : τω δε δυ ' οἰω ἡρως Αὐτομεδων
9999939 δουλα
καθεστηκ ' οὐς ' ἐλευθερων ἀπο : τα βαρβαρων γαρ δουλα παντα πλην ἑνος . ἀγκυρα δ ' ἡ μου
κρειττω και ἀμεινω δεσποζοντα , τα δε ἡττω και χειρω δουλα : των οὐν αὑτου τα δεσποζοντα ἀει προτιμητεον των
9999938 κριτικη
και μονῃ τῃ λογικῃ ψυχῃ προσεστι δυναμις ὠν ἐπιστατικη και κριτικη των ἀλογων αὐτης μερων ἠ δυναμεων : ὡστε οὐδε
πραττειν ἐπιταττει , του δε ἀπεχεσθαι . ἡ δε ξυνεσις κριτικη μονον , ἠτοι καταλαμβανουσα και κρινουσα το σκοπηθεν και
9999938 οἰομεθα
ἀποδιδωσιν ὁ λεγων , τοιουτον δη τινα τον ὁλως πεπαιδευμενον οἰομεθα εἰναι , και το πεπαιδευσθαι το δυνασθαι ποιειν το
ἀμεινον ὀν χειρονος . ” Ὀρθοτατα γε . Ποτερον οὐν οἰομεθα περι βασιλεας τουτ ' ἐγγιγνομενον ἑκαστοτε διαφθειρειν προτερον ,
9999938 Ἀρταξερξου
και μονον ἀντι σεμνοτητος ἐξηρκεσε και προσηπται τῳ ὀνοματι τῳ Ἀρταξερξου ὁ Μνημων ὡσπερ ἀλλο τι ἐγκαλλωπισμα , ἐγω δε
ὁ τι σε προσηκει καλειν , Δαρειος ὁ Κυρου και Ἀρταξερξου πατηρ τα βασιλεια ταυτα κατασχων ἑξηκοντα , οἰμαι ,
9999938 δημιουργημα
του θηριου ἐδει το τειχος ἀναλωτον εἰναι , το δε δημιουργημα τεχνης ἐστιν , οὐ μυθολογημα συγγραφης . οὑτω τοινυν
ἀπῃ των ὀργανων , οἱς ἀν προσῃ το προτεθεν ἀποτελεσθηναι δημιουργημα . ἐκειθεν ἀποδειξιν τε μανθανει και σοφιστας ἑλειν και
9999937 ἐτρεψατο
Ξενοκρατης ὀφθεις μονον ἐν τῃ διατριβῃ και ἀποβλεψας προς αὐτον ἐτρεψατο και μετεθηκεν . Πολεμων Φιλοστρατου μεν ἠν υἱος ,
Μακεδονας ἀναγαγων ὑπερεκερασεν : ἡ δε φαλαγξ προσπεσουσα τους πολεμιους ἐτρεψατο . Ἀλεξανδρος ἐν Ἀρβηλοις παρετασσετο . Δαρειος το μεταιχμιον
9999937 ἁρμονικη
κιθαριζει , ὁ δε πολιτευεται . ἡ δε γεωμετρικη και ἁρμονικη και ἀστρολογικη θεωρητικαι : οὐτε γαρ πραττουσιν οὐτε ποιουσιν
οὐκετι δε και τῃ γεωμετρικῃ . ἰδιον δε ἐχει ἡ ἁρμονικη το ὑπο μεσου και συναμφω των ἀκρων εἰναι διπλασιον
9999937 χελιδονες
ἀκροπολιν το προτερον Διονυσιος , συνανηχθησαν οἱ και αἱ νεοττευουσαι χελιδονες ἐκειθι , και ἐμαντευοντο την ἐπανοδον ⋮ Ἐτι φασι
οὑτω δε αὐτο φησι βαρβαρως και δυσφραστως , ὡσπερ αἱ χελιδονες . και Αἰσχυλος το βαρβαριζειν χελιδονιζειν και Ἰων ἐν
9999937 γραμματειῳ
] ἐμου . Γ τουτι περι : ⌈ ἐν τῳ γραμματειῳ ὁ Βδελυκλεων ἀπογραφεται , ⌈ ὡς ὁτι ἀντιβολουνται οἱ
μεμαρτυρηκεν ἀντιγραφα εἰναι των διαθηκων των Πασιωνος τα ἐν τῳ γραμματειῳ γεγραμμενα , τας δε διαθηκας μη ἐχει ἐπιδειξαι μηθ
9999937 ἁρπαγην
. και οἱ μεν πελτασται , ὡσπερ εἰκος , εἰς ἁρπαγην ἐτραποντο : ὁ δ ' Ἀγησιλαος κυκλῳ παντα και
πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης : μεγιστη [ ] γαρ τυγχανει
9999937 μανη
λειμωνια και ἐφαμμος ἀμπελοφορος ἀγαθη και ὁλως ἡτις ἀν ᾐ μανη και κουφη και λεπτη και ἐφυδρος οὑτως ὡστε το
ἀναιμος και θιγγανομενος του ἀνθρωπου ζωντος ψυχρος . γλωττα σαρξ μανη , ἡς το ἀκρον αἰσθητικωτερον του μεσου : εἰτα
9999937 ἐφυλαττε
ἀκουουσιν ἐλεφαντες . ὁ δε και ἐφιλει το παιδιον και ἐφυλαττε , και κειμενου πλησιον ἡδετο , και κνυζωμενου παρεβλεπε
ἀλοκα δαιμονων βιᾳ . λαβων δε τον χρησμον και ἀπελθων ἐφυλαττε μη συνευνασθαι τῃ ἰδιᾳ γυναικι . ἐν μιᾳ δε

Back