πορρω των παιδικων προορωντος , ὁτι και συμβασιλευειν αὑτῳ ἀνδρα ἐξειλετο , ὁντινα αὐτῳ και συνεραν της καλλιπολεως ἀναγκαιον ;
σιγῃ : ἀντι του ἡσυχως . σιγῃ : ἀκαταγνωστως . ἐξειλετο : ἀπηρε Διος νοον ἐξαλεασθαι : οὐ δυνατον ἐστι
9999978 ἀφειλετο
προφασεως , και Λεπιδον κοινωνον ὀντα της ἀρχης το μερος ἀφειλετο και οὐδετερα αὐτων ἐνειματο σοι . ” Λοιπος δ
Παυσανιαν τον Κλεομβροτου Πλαταιασιν ἡγησαμενους , τον μεν τα ὑστερον ἀφειλετο ἀδικηματα εὐεργετην μη ὀνομασθηναι της Ἑλλαδος , Ἀριστειδην δε
9999962 εὑρετο
μετανοια ἐσχεν οἱα Ἀττην ἐδρασε , και οἱ παρα Διος εὑρετο μητε σηπεσθαι τι Ἀττῃ του σωματος μητε τηκεσθαι .
ἰδιων ἁπτομενος παθεων . Μιμνερμος δε , τον ἡδυν ὁς εὑρετο πολλον ἀνατλας ἠχον και μαλακου πνευμα το πενταμετρου ,
9999958 ὑφειλετο
προς αὐτοτελειαν του ὀνοματος : οἱον ἐξ ἱερου ἰδιωτικα τις ὑφειλετο χρηματα , νομου κελευοντος τον μεν ἱεροσυλον τεθναναι ,
εἰναι . και παιζων δε ποτε ἰχθυν παρα τινων ἁλιεων ὑφειλετο και λαβων ἐδωκε τινι των παρεστωτων . ὁρκιζοντος δε
9999958 κρατερῳ
θεοειδης μαρναμενος Περσων πολιας και τειχεα μακρα ἀγχεμαχων διεπερσε πυρι κρατερῳ τε σιδηρῳ , νωλεμεως δ ' ἐδαμασσε πολεις τε
ἀρα οἱ φρονεοντι παριστατο Φοιβος Ἀπολλων ἀνερι εἰσαμενος αἰζηῳ τε κρατερῳ τε Ἀσιῳ , ὁς μητρως ἠν Ἑκτορος ἱπποδαμοιο αὐτοκασιγνητος
9999955 ἐτραπετο
νεου συν ἑτερῳ στρατῳ φθασαντος ἐδεισε και ἐς την Κελτικην ἐτραπετο ὡς εὐκαιρον ἐφ ' ἡμιν ὁρμητηριον , ὁτι και
πασι , και οὐκ ἐξεπυησεν , ἀλλ ' ἐπι κυστιν ἐτραπετο : Κρατιστωνακτι , ὁς παρα Ἡρακλειῳ ᾠκει , και
9999955 ὠνομαζετο
προς μητρος Ἐμισηνος ἐγεγονει . ὁ πατηρ δε αὐτῳ Βασιλιδης ὠνομαζετο , Θεοκλεια δε ἡ μητηρ . εὐφυης δε ἐπι
μυριοις ἐτεσι προτερον ἠ Μενελαον ἐκεισε προσχειν το χωριον οὑτως ὠνομαζετο . και οὐκ ἀντικρυς μεν ἐλεγε τοὐνομα τουτ '
9999955 τετταρα
τρεις προς τοις πεντηκοντα πηχεις . Πηδαλια δ ' εἰχε τετταρα τριακονταπηχη , κωπας δε θρανιτικας , ὀκτω και τριακοντα
και ἐνδιαιτημα ἑτερας ἐστι χρειας . Τιμηματα δ ' ἠν τετταρα , πεντακοσιομεδιμνων ἱππεων ζευγιτων θητων . οἱ μεν ἐκ
9999954 ᾐσχυνετο
ἀντρον δι ' ἐνατου πορευομενος ἐτους ὡν ἐτεθεικει νομων οὐκ ᾐσχυνετο κινων ὁν κρειττον ἠν κινεισθαι . Ἐγω σου μελλων
βασιλεα πρεσβευσας και πολλα δωρα παρ ' ἐκεινου λαβων οὐκ ᾐσχυνετο κολακευων οὑτω φανερως και τολμηρως τον βασιλεα ὡς λεγειν
9999952 πεντεκαιδεκα
δρεπανηφορα διακοσια , ἐλεφαντες δε οὐ πολλοι , ἀλλα ἐς πεντεκαιδεκα μαλιστα Ἰνδοις τοις ἐπι ταδε του Ἰνδου ἠσαν .
, και σελινου σπερμα το ἰσον , και σηπιης ὠα πεντεκαιδεκα ἐπ ' οἰνῳ γλυκει κεκρημενῳ προσθειναι , και ἐπην
9999952 γεγενημεθα
, ἀλλ ' ἐν ταξει γε πατερων και παιδων ἀλληλοις γεγενημεθα . ἀρα σοι δοκω και αὐτος τρυφαν τας ἀφορμας
εὐθυς συναψαι το Δημοσθενικον , ὁτι οὐ μονον τοις γονευσι γεγενημεθα , ἀλλα και τῃ πολει : προς δε τουτοις
9999951 χρειωδες
ἐθεσαν , τον δε λογον ὡς παρεπομενον προς μονον το χρειωδες . κατα δη τουτους εἰκοτως οὐ πανταχῃ αἱ λογικαι
παν ὁτιουν ἱκανωτατος , ἐτι δ ' ἀνυσαι και το χρειωδες και το λυσιτελες αὑτῳ : ὁπερ και ὑστερον ἐργῳ
9999949 ἀκολουθιᾳ
μεν ἐτι , τῃ δε μεχρι νυν ἀπο των προγονων ἀκολουθιᾳ καλως οἰωνιζεται . Τι προς ταυτα λεγεις , θεσπεσια
Ἀμαληκ ἐμπαλιν του ἀσκητου ” την οὐραγιαν κοπτειν ” , ἀκολουθιᾳ φυσεως : ἐχθρα γαρ | τα ἐναντια και τον
9999949 Ἐμπεδοκλης
τα δε φυτα αὐτοματως πως κεκινησθαι οὐ δια ψυχης . Ἐμπεδοκλης πρωτα τα δενδρα των ζῳων ἐκ γης ἀναδυναι φησι
ἑκαστον , ἀλλα λογῳ τινι και συνθεσει , καθαπερ φησιν Ἐμπεδοκλης το ὀστουν : ἡ δε χθων ἐπιηρος ἐν εὐστερνοις
9999949 γραμματειῳ
] ἐμου . Γ τουτι περι : ⌈ ἐν τῳ γραμματειῳ ὁ Βδελυκλεων ἀπογραφεται , ⌈ ὡς ὁτι ἀντιβολουνται οἱ
μεμαρτυρηκεν ἀντιγραφα εἰναι των διαθηκων των Πασιωνος τα ἐν τῳ γραμματειῳ γεγραμμενα , τας δε διαθηκας μη ἐχει ἐπιδειξαι μηθ
9999949 ἐξικετο
δε ἀχρι της Βουπρασιδος , και περιβλεψαμενον , ὡς οὐδεις ἐξικετο των πολεμιων , ἀναψυξαι τε , και ἐκ του
τουτου Κρητες Δικτυνναν και ἱερα προσηνεγκαν . ἐκφυγουσα δε Μινωα ἐξικετο ἡ Βριτομαρτις εἰς Αἰγιναν ἐν πλοιῳ συν ἀνδρι ἁλιει
9999949 ὡροσκοπουν
περι την ὡροσκοπουσαν μοιραν , πολλακις και περι αὐτο το ὡροσκοπουν ζῳδιον και αὐτην την ἡμεραν . και ἐπειδη περι
προγεγονυια συνοδος ὁποταν ἐπικεντρος τυχῃ , και μαλιστα κατα το ὡροσκοπουν ἠ το μεσουρανημα . προς δε τας θηλειας μιξεις
9999947 ἐτελευτησε
οὑς ἠν κρυφα Παρυσατις , καθ ' ὁν καιρον ἐκεινος ἐτελευτησε , δια εὐνουχων καταχωσασα . . . : ἐπει
καταντησει ἐκεισε ὁ περιπατος . Μη ἀποφηνον περι ἀποδημουντος ὁτι ἐτελευτησε , πριν ἀν σκοπησῃς , ὁτι οὐ μεθυει ,
9999947 γραμματεα
πεντακοσιοις , εἰτ ' ἐν δικαστηριῳ . προσαιρουνται δε και γραμματεα , ὁς ἐννομῳ δικαστηριῳ κρινεται . εἰσαγωγης : ἀρχης
δοξαν καταλιπειν : ψευσθεις δε της ἐλπιδος ἀντι σου τον γραμματεα , ὁν οὐθεν ἐδεομην , ἀνῃρηκα τῃ τε πορφυρᾳ
9999947 ὠλετο
βασιλευεν . ἀλλ ' ὁ μεν ὠλεσε λαον ἀτασθαλον , ὠλετο δ ' αὐτος : τῃ δε Ποσειδαων ἐμιγη και
δυσσεβει . Οὐ γαρ τι δουλος . ἀλλ ' ἀδελφος ὠλετο . Πορθων δε τηνδε γην : ὁ δ '
9999947 πλατειᾳ
ἐκ τουτου διαδιδομενης δυσφοριας τινος εἰς ὁλον το σωμα , πλατειᾳ χειρι καταληπτεον το στομα της κοιλιας ἠ παιδιον συγκατακλινειν
. μηρους γε μην τους ὑπο τῃ οὐρᾳ ἠν ἁμα πλατειᾳ τῃ γραμμῃ διωρισμενους ἐχῃ , οὑτω και τα ὀπισθεν
9999946 δυνησεσθε
, και ζητησατε ὑψωθηναι ὑπερ αὐτους , ἀλλ ' οὐ δυνησεσθε . Ὁ γαρ Θεος ποιησει την ἐκδικησιν αὐτων ,
χρηται δια τελους . ὀλιγου δεω λεγειν οὐδε φιλανθρωποι φανηναι δυνησεσθε , εἰ μη και προτερον χαλεποι γιγνεσθε . ἀν
9999946 ἀπλανη
αἰσθησις φυσικως παρα του λογου της ἐπιστημονικης μεταλαμβανει τριβης προς ἀπλανη των ὑποκειμενων διαγνωσιν . Ξενοκρατης δε τρεις φησιν οὐσιας
εἰσι παντες οἱ ὑποβεβηκοτες νοες του ἑνος του κινουντος την ἀπλανη . εἰ δε ἐρεις και δια τι τον νουν
9999946 δαπανημα
κωλυει το μεν ἐργον αὐτο μεγα εἰναι , το δε δαπανημα μικρον , οἱον σφαιρα ἠ ληκυθος ἡ καλλιστη ἐχει
τοις ἐν τελει βεβωσι πεισομαι . δηλοι δε και το δαπανημα , ὡς Εὐριπιδης : ματην εἰκοστον τοδ ' ἐκβαινῃ
9999945 ἐνδειᾳ
φερεσθαι ἐπι το μεσον . ἀποσυληθεντα γαρ ἐκεινα και ἐν ἐνδειᾳ της ὑλης γενομενα , την περιψυξιν ὑπομενει . Ἡ
τις ἐχει την αὑτου φυσιν και ἑξιν λοιπαζομενην ἠτοι ἐν ἐνδειᾳ οὐσαν βρωματων , ἐπιθυμει πληρωσαι αὐτην . ἐστιν οὐν
9999945 γλυκυτητα
του φοινικοϲ καρποϲ και των οἰνων ὁ ϲουρεντινοϲ και ὁϲοι γλυκυτητα τῃ ϲτυψει ϲυμμεμιγμενην ἐχοντεϲ . γλυκυϲ δε μονον ἐϲτιν
ὀλιγην δε τροφην διδωσι τῳ σωματι . Ἀρκευθιδες βραχειαν ἐχουσι γλυκυτητα και ἐτι βραχυτεραν στυψιν , ἀρωματιζουσι δε , και
9999945 λαγονα
κλειδων και ἐπ ' ἀκρωμιον και λοξη κατα μεταφρενου ἐπι λαγονα : εἰτ ' ἐγκυκλιος ἐπιπλεκεται αὐτῃ , ἠτοι διπλῃ
και τηϲ ὑπερῳαϲ τριψιϲ ϲπουδαια , ἐρυγη , ἐνταϲιϲ εἰϲ λαγονα , μετεωριϲμοϲ τηϲ κεφαληϲ , ἐπιϲτροφη ἐπι πλευραν ,
9999945 βοες
τα αὐλια . Ὁμηρος δε ἀρα ᾐδει και τουτο λεγων βοες ὡς ἁς τε λεων ἐφοβησε μολων ἐν νυκτος ἀμολγῳ
Κυπριος εἰ : ἠτοι κοπροφαγος . Τοιουτοι γαρ οἱ ἐκεισε βοες . Βους ἑβδομος : ἐπι των ἀναισθητων . Ἑβδομος
9999944 ῥητορες
ἐδικασε : και εἰ ἁλῳ , ἀτιμος ἐγινετο . Ἐθαδες ῥητορες . Οἱ ἐξ ἐθους παρενοχλουντες . Ἐπιστατης . Οὑτος
' ἐαν τις ἐξαμαρτανῃ , κολαζουσιν : οἱ δε ὑμετεροι ῥητορες τρυφωσι . Παλιν την βουλην τους πεντακοσιους ὑπευθυνον πεποιηκεν
9999944 ἐξεθετο
ὠδυνατο . Ἐν τουτῳ τῳ τμηματι ὁ Ἱπποκρατης και φυσικους ἐξεθετο λογους και θεραπευτικους ὀδυνων . τοιγαρουν ὑποτιθεται νοσημα ,
συνεπισχυσει . Ταυτα παντα και ὁ Ὠριων ἐν τῳ βιβλιῳ ἐξεθετο . Ἐπει δε τινες φθονῳ φερομενοι ἠ ἀπειριᾳ μονομερως
9999944 ὑπελαβες
ἐφη : „ ἀλλα πεπλανησαι , ὠ αὑτη , εἰ ὑπελαβες με καταβησεσθαι . ἐγω γαρ ἀπ ' ἐκεινου ἀλωπεκας
ξενε , φαινῃ προς σαυτον ὀντως ἠπορηκως λεγειν ; Ὀρθως ὑπελαβες , ὠ Κλεινια . προς δε δη κοινωνους ὑμας
9999944 φωνημα
Ἑλληνες ἐσμεν : τουτο γαρ βουλει μαθειν . Ὠ φιλτατον φωνημα : φευ το και λαβειν προσφθεγμα τοιουδ ' ἀνδρος
. . Φασμα ὁ δε ἑτερος ταυρος ἐμυκησατο , κακον φωνημα Γαρμῳ : και ἐδοξε τραγος εἰναι , μη ταυρος
9999944 ἐδιδαξατο
ἐπιφθεγμα θαυμαστικον . εὐφημει . σιωπα , μη ἀκαιρολογει . ἐδιδαξατο . ἐδιδαξατο και ἐπαιδευσατο δι ' ἑτερου : αὐτος
ὁ διδους , ἐγγυαται δε ὁ λαμβανων . ἐδιδαξε και ἐδιδαξατο διαφερει . ἐδιδαξε μεν γαρ ὁ καθηγητης , ἐδιδαξατο
9999944 συμμαχιᾳ
και παρασκευων ἀντεφωρμησαν ἁμα και τῃ ἀκαθαιρετῳ του δικαιου χρωμενοι συμμαχιᾳ , δι ' ἡν εὐτολμοτεροι τε ἠσαν και ἀγωνισται
τῳ Ἐφιαλτου πλεοντι μετα δεκα τριηρων Ἀθηνηθεν εἰς Κυπρον ἐπι συμμαχιᾳ τῃ Εὐαγορου , και λαμβανει πασας , ὑπεναντιωτατα δη
9999944 μελιτοϲ
δε Κρητικου ἠ δι ' ἑψηματοϲ καλλιον αὐτο ἀντι του μελιτοϲ ϲκευαζεϲθαι , ὁταν ᾐ το ῥευμα πανυ λεπτον :
, ὀροβινου ἀλευρου ⋖ ι : ξηρῳ χρω και μετα μελιτοϲ . ἐτι δε προϲ τα ῥυπαρα των ἑλκων ἡ
9999944 τεταχθω
και κοκκου κνιδιου και των τοιουτων . τριτα δε τουτοις τεταχθω και τα προς ἑλμινθας πλατειας , οἱα ἐστι το
Οὑτος γαρ , ἐφη , ἐστιν . Τι οὐν ; τεταχθω ἡμιν κατα δημοκρατιαν ὁ τοιουτος ἀνηρ , ὡς δημοκρατικος
9999944 Ἀρισταρχῳ
του Φιλαδελφου παρα του Ζηνοδοτου ὠρθωθησαν . μετα δε Ζηνοδοτον Ἀρισταρχῳ παλιν ὠρθωθησαν τεταρτῳ ἠ πεμπτῳ ἀπο Ζηνοδοτου τελουντι ,
τῳ γαρ ἀθλιῳ και ταλαιπωρῳ κακης και χαλεπης συμβασης αἰτιας Ἀρισταρχῳ τῳ Μοσχου : και παλιν φανερως ἠδη δι '
9999943 ἠρχετο
τυχειν ἠ βασιλεα πεισας , εἰ δυναιτο , και ἁμα ἠρχετο λεγειν τας ἀποριας . ὁ μεντοι Ξενοφων μεταξυ ὑπολαβων
Θ . τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων . Ὁ δημιουργος ἠρχετο της συστασεως του κοσμου ἐκ πυρος και γης :
9999943 μαλακτικηϲ
ὁθεν και το ἐξ αὐτου ἐλαιον ἀδηκτου διαφορητικηϲ ἐϲτι και μαλακτικηϲ δυναμεωϲ και ταιϲ τηϲ ὑϲτεραϲ ϲκληροτηϲιν ἐπιτηδειον . και
ἀποϲταϲιν , ϲυνθετου δε δυναμεωϲ ἐϲτι ϲτυπτικηϲ τε ἁμα και μαλακτικηϲ : ὁθεν και ϲτομαχου και κοιλιαϲ και ἐντερων και
9999943 τελικα
ἀπολογια εὐ ἐχει : οἱ δε λεγοντες , ὁτι τα τελικα κεφαλαια ἐν πασαις στασεσιν εὑρεθησονται , ἠγνοησαν , ὁτι
και το ς , των ἀρσενικων και των θηλυκων εἰσι τελικα , οἱον φιλοι Ἑκτορες , Μουσαι μητερες : το
9999943 φλεγματωδη
μεγα οὑτω καθαιρειν . ἡ δ ' ἰρις ἀγει μεν φλεγματωδη και ὑπομυξα και χολωδη : εἰ δε πλειον του
δε οὐκ ἀκριβηϲ ἠτοι τον χολωδη πλειονα κεκτηται ἠ τον φλεγματωδη : ὁϲ δη και μαλλον ἐϲτιν εὐιατοϲ ἑτοιμωϲ δυναμενου
9999943 χελιδονες
ἀκροπολιν το προτερον Διονυσιος , συνανηχθησαν οἱ και αἱ νεοττευουσαι χελιδονες ἐκειθι , και ἐμαντευοντο την ἐπανοδον ⋮ Ἐτι φασι
οὑτω δε αὐτο φησι βαρβαρως και δυσφραστως , ὡσπερ αἱ χελιδονες . και Αἰσχυλος το βαρβαριζειν χελιδονιζειν και Ἰων ἐν
9999943 ἀπεπλευσε
των περι Κυρηνην στασιαζοντων Πτολεμαιος ἐπελθων και παντα καταστησαμενος ὀπισω ἀπεπλευσε . Περδικκας δε Ἀντιγονωι ἐπιβουλευων εἰς δικαστηριον ἐκαλει :
διεταφρευε , μεχρι καταπλευσαντος αὐτῳ του στολου περι δειλην ἑσπεραν ἀπεπλευσε , τους εὐτολμοτατους ἐπι των τειχων ὑπολιπων : οἱ
9999943 λογιστικῳ
ἐν ἀλλῳ μερει της ψυχης συνισταται ἠ ἐν μονῳ τῳ λογιστικῳ , αἱ μεν περι το παθητικον ἀρεται οὐχ ὑπαρχουσι
ψυχῃ τριτον τουτο ἐστι το θυμοειδες , ἐπικουρον ὀν τῳ λογιστικῳ φυσει , ἐαν μη ὑπο κακης τροφης διαφθαρῃ ;
9999942 Ἀλεξανδρειᾳ
γνωμονος σκιας ἐπι την βασιν αὐτην του γνωμονος του ἐν Ἀλεξανδρειᾳ ὡρολογιου , αὑτη ἡ περιφερεια τμημα γενησεται του μεγιστου
της Ἀλεξανδρου τελευτης κατ ' Αἰγυπτιους Θωθ αʹ της ἐν Ἀλεξανδρειᾳ μεσημβριας το μεν ἀπογειοτατον της ἐκκεντροτητος ἀπειχεν της ἐαρινης
9999942 ἐλευθεριῳ
ἡμιν ἐγενετο , θυσας ἐν τῃ Πλαταιων ἀγορᾳ ἱερα Διι ἐλευθεριῳ και ξυγκαλεσας παντας τους ξυμμαχους ἀπεδιδου Πλαταιευσι γην και
και ἑπου . ” και ἰδοντες αὐτον οἱ ἐν τῳ ἐλευθεριῳ δεσμωτηριῳ περιεβαλλον παντες , ὡς οὐδ ' οἰηθεισιν αὐτοις
9999942 Λακεδαιμονιῳ
ἁς παρεσκευαζοντο , ἑτοιμαι ἠδη οὐσαι : και Θηριμενει τῳ Λακεδαιμονιῳ ξυναμφοτεραι ὡς Ἀστυοχον τον ναυαρχον προσταχθεισαι κομισαι , κατεπλευσαν
, ἑνι δε των ὁλων την ἡγεμονιαν ἀπεδωκαν Χειρισοφῳ τῳ Λακεδαιμονιῳ . οὑτοι δε διαταξαντες το στρατοπεδον εἰς την ὁδοιποριαν
9999942 ἐνεθυμηθην
αὐτου του ποιησαντος ; ἐτι δε ἐπι τουτοις και τοδε ἐνεθυμηθην , ὠ ἀνδρες , και ἐλογιζομην προς ἐμαυτον τους
οὑτως εἰπον , δεκα σταδιους θειν τῳ ποταμῳ συμπαραθεοντα . ἐνεθυμηθην δ ' αὐτο δια το εἰναι ἐν μεσογειᾳ ,
9999942 κενωτικα
βετονικη ϲαρξιφαγοϲ λιθοι οἱ ἐν τοιϲ ϲπογγοιϲ ἠλεκτρον . Ὑϲτεραϲ κενωτικα . Αἱμα ἀπο ὑϲτεραϲ ἀγει ἐγκολπιζομενα και προϲτιθεμενα ταυτα
δυϲκραϲια μονη ἐγκαταμεινῃ μετ ' ὀδυνηϲ εἰτε ἐμφραξιϲ . Ϲπληνοϲ κενωτικα . Ἐλλεβοροϲ μελαϲ ἐπιθυμον πολυποδιον ϲκολοπενδριον παιωνιαϲ ῥιζα χαμαιδρυοϲ
9999942 ῥητορα
ἀστοχει . Μιμειται που και φαρμακοπωλης ἰατρον , και συκοφαντης ῥητορα , και σοφιστης φιλοσοφον . Και πανταχου εὑροις ἀν
γαρ , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , το αὐτο φθεγγεσθαι τον ῥητορα και τον νομον : ὁταν δε ἑτεραν μεν φωνην
9999941 ἀριθμητικη
ἡ τῳ αὐτῳ λογῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και ὑπερεχομενη : ἀριθμητικη δε ἡ τῳ αὐτῳ ἀριθμῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και
ῥητορικη ἀπο του ῥειν τον λογον ἀφθονως . Ἡ δε ἀριθμητικη διδασκει ἡμας την των ἀριθμων μεθοδον και ποσα τα
9999941 χρησωμεθα
ἐνθαδε ἐπι την ΑΕ ἡ ΓΘ : ὁποθεν γαρ ἀν χρησωμεθα τῃ της καταγραφης ἀγωγῃ , τους αὐτους εὑρησομεν ἐκβαινοντας
δε και πληθος εἰη και ποιοτης , τοτε τοις ἀμφοτεροις χρησωμεθα , προτερον μεν τῃ φλεβοτομιᾳ , ἱνα διαπνοιαν χαρισωμεθα
9999941 διδασκομεθα
προ των Κατηγοριων ἀναλεγεσθαι , εἰ γε ἐνταυθα τας φωνας διδασκομεθα , ἐκει δε τα πραγματα , προηγειται δε ἀει
εἰς πασαν φιλοσοφιαν , εἰ γε πασαν φιλοσοφον φωνην ἐνταυθα διδασκομεθα . ἀλλα και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους : τεσσαρες
9999941 λαμπαδες
οἱ ἀστερες περιπολευονται , ἀστερες κομηται πωγωνιαι , δοκιδες , λαμπαδες , βοθυνοι , γαλαξιας κυκλος , ἰρις , νεφη
κομηται , οἱ δε ἀνω το φως νενευκος ἐχοντες καλουνται λαμπαδες . ὁποτε δε ἐπιμηκες ἐχουσι το φως , καλουνται
9999941 Φιλιππιδης
λαμπαδι ἱλασκονται . Τοτε δε πεμφθεις ὑπο των στρατηγων ὁ Φιλιππιδης οὑτος , ὁτε περ οἱ ἐφη και τον Πανα
του ἐπι θατερα ὁ ἑτερος των Περικλεους Ξανθιππος , και Φιλιππιδης ὁ Φιλομηλου και Ἀντιμοιρος ὁ Μενδαιος , ὁσπερ εὐδοκιμει
9999941 τριακαδα
περι του Ἱππεως κληρου δηλοι , ἑνικως τε και πληθυντικως τριακαδα και τριακαδας την ἡμεραν καλων . Τριβωνευομενοι : Ἀντιφων
την λʹ την ἀρχην και τελος του μηνος , την τριακαδα , την νουμηνιαν . ὁτι . . . εὑρηται
9999941 τεταρτηϲ
ἀπυρεξιαν ὁμογενηϲ ἐϲτιν αὐτοιϲ . κατα ταυτα δε ὁ δια τεταρτηϲ παροξυνομενοϲ , εἰϲ ἀπυρεξιαν δε μη παυομενοϲ ὁμογενηϲ ἐϲτι
δυναμιν , μετριωτεραν δε . Πηγανον το μεν ἀγριον τηϲ τεταρτηϲ ἐϲτι ταξεωϲ των θερμαινοντων τε και ξηραινοντων , το
9999941 βουλοιμεθα
πολιταις δι ' ἡμων ἐγενετο , ταυτα και ὑμιν ἀν βουλοιμεθα , οἰμαι δε και πολυ μειζονως , ὁσῳ τιμιωτερον
, τῃ γουν προαιρεσει φιλους εἰναι , ἡξειν τε ὁποτε βουλοιμεθα , ὡς παρα φιλους ἀφικεσθαι βουλομενοις ἐσεσθαι : βουλομενοις
9999941 Συρακοσιοι
ἐθνων και των πολεων των συμμαχησαντων Συρακουσιοις κατα Ἀθηναιων : Συρακοσιοι , Καμαριναιοι , Γελῳοι , Σελινουντιοι , Ἱμεραιοι ,
τουτους διηνεγκαν οἱ Ῥοδιακοι . τριτοι δ ' εἰσιν οἱ Συρακοσιοι . καλειται δ ' ὑπο Ἠπειρωτων λυρτος , ὑπο
9999941 φυλαττετε
σοφωτατοι , ἀμεινω ταυτα και νομιμωτερα . τους μεντοι λιθους φυλαττετε , ὡς ἐφην : δεησει γαρ αὐτων μικρον ὑστερον
ὑμας ἡ τουτου κραυγη και ἀναιδει ' ἐξαπατησῃ , ἀλλα φυλαττετε και μεμνησθ ' ὁς ' ἡμων ἀκηκοατε . κἀν
9999940 ἐρρυσατο
, τωι ποθωι τωι ἐκεινου . και θεριστην τις ἀετος ἐρρυσατο θανατου , ἀνθ ' ὡν αὐτος ἐξεσωσεν ἐκ δρακοντος
και συνηγορησε μοι : ἐν λογοις Αἰγυπτιων πικροις , και ἐρρυσατο με : ἐν φθονοις συν δολοις , και ὑψωσε
9999940 ἐξεπεμψαν
. εἰτα ἠλθον εἰς Ἰτυκην . οἱ δε παλιν πρεσβευτας ἐξεπεμψαν τους πευσομενους εἰ τι ἑτερον αὐτοις οἱ Ῥωμαιοι ποιειν
ἐταττοντο . ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Ἀθηναιοι θαλαττοκρατουντες εἰς Ἀμφιπολιν ἐξεπεμψαν οἰκητορας μυριους , οὑς μεν ἐκ των πολιτων ,
9999940 σημειωδες
οὐν ἐπι τῳ στοματι νησιδια ἐχοντα το εὐπεριγραφον τε και σημειωδες οὐ φαυλως στηλαις ἀπεικαζοι τις ἀν : ὡς δ
. το μεν γαρ παντας ἠ πολλους ὑπολαμβανειν ἐχειν τι σημειωδες και των μελλοντων προμαντευμα τα ἐνυπνια παρεχεται πιστιν ὡς
9999940 ἐφυλαττεν
Διονυσιος δε ἐφθονησε Χαιρεᾳ της γειτνιασεως και τον τοπον τουτον ἐφυλαττεν ἑαυτῳ . θελων οὐν ἁμα και τριβην ἐγγενεσθαι τῃ
Μινως δε ἐν τῳ λαβυρινθῳ κατα τινας χρησμους κατακλεισας αὐτον ἐφυλαττεν . ἠν δε ὁ λαβυρινθος , ὁν Δαιδαλος κατεσκευασεν
9999940 ὑπηγαγετο
τε ἐν Ἐλατειᾳ δημον προς το ἐσχατον δεους ἠγαγε και ὑπηγαγετο ἁμα τους δυνατωτερους δωρεᾳ . Τιτος μεν δη ὁ
. ὡς δε ὁ Μελανιππος ἐς το ἰσον του ἐρωτος ὑπηγαγετο την παρθενον , ἐμνατο αὐτην παρα του πατρος .
9999940 καριδα
δ ' ἐσεδρακεν , αἰψα δ ' ὀρινθεις ὡρμηθη , καριδα δομων ἐντοσθεν ἱκανειν ἐλπομενος λεχεεσσιν ἀναρσιον ἠδ ' ἀλοχοισιν
, ὡς δ ' ὁ Ἡρακλειδης ἐν Ὀψαρτυτικῳ , την καριδα . Ἀριστο - τελης δ ' ἐν πεμπτῳ ζῳων
9999940 ἐξελιπεν
Τῳ δ ' ἐπιοντι ἐτει , ᾡ ἡ τε σεληνη ἐξελιπεν ἑσπερας και ὁ παλαιος της Ἀθηνας νεως ἐν Ἀθηναις
. : μετα δε τας σπονδας και τας νενομισμενας κατευχας ἐξελιπεν ἡ σεληνη . και τοις μεν περι τον Διωνα
9999940 Ἑλληνιδες
πολις Ἑλωρον και Παχυνος ἀκρωτηριον . Ἀπο Παχυνου δε πολεις Ἑλληνιδες αἱδε : Καμαρινα , Γελα , Ἀκραγας , Σελινους
το πελαγος ἀνατεινουσα , και πολεις αἱδε ἐν τῃ Παλληνῃ Ἑλληνιδες : Ποτιδαια ἐν τῳ μεσῳ τον ἰσθμον ἐμφραττουσα ,
9999940 λογιζομεθα
Ὡστε οὐτε ἡμεις ἡμεις οὐτε τι ἡμετερον ἐργον : οὐδε λογιζομεθα αὐτοι , ἀλλ ' ἑτερου λογισμοι τα ἡμετερα βουλευματα
οἱ πλειονες ἐννοιαν τινα του το δε τι οὑτως ἐχειν λογιζομεθα . Τριτην τα διαβεβλημενα : διαβεβλημενα τα μεμισημενα ,
9999940 Ἐπιζεφυριοι
μεν οὐν ἀποικοι των Ἐπικνημιδιων εἰσιν , οἱ δ ' Ἐπιζεφυριοι τουτων . Τοις δε Λοκροις τοις μεν ἑσπεριοις συνεχεις
. ὀρχησεις δε ἐθνικαι αἱδε : Λακωνικαι , Τροιζηνιαι , Ἐπιζεφυριοι , | Κρητικαι , Ἰωνικαι , Μαντινικαι , ἁς
9999940 ἐσχετο
ὁν ῥα καθεισεν Αἰγισθος δολομητις ἀγων , ὑπο δ ' ἐσχετο μισθον χρυσου δοια ταλαντα : φυλασσε δ ' ὁ
ἱμερος ὀτρυνεσκεν . τρις μεν ἐπειρηθη , τρις δ ' ἐσχετο : τετρατον αὐτις λεκτροισι πρηνης ἐνικαππεσεν εἱλιχθεισα . ὡς
9999939 Ἀρταξερξου
και μονον ἀντι σεμνοτητος ἐξηρκεσε και προσηπται τῳ ὀνοματι τῳ Ἀρταξερξου ὁ Μνημων ὡσπερ ἀλλο τι ἐγκαλλωπισμα , ἐγω δε
ὁ τι σε προσηκει καλειν , Δαρειος ὁ Κυρου και Ἀρταξερξου πατηρ τα βασιλεια ταυτα κατασχων ἑξηκοντα , οἰμαι ,
9999939 συνδεσμῳ
παρακεισεται ἐγκλιτικον ἀοριστον το που . Χαριν . Δοκει ἰσοδυναμειν συνδεσμῳ τῳ ἑνεκα , χαριν Ἀπολλωνιου ἑνεκα Ἀπολλωνιου . φησι
, συμπεριελαμβανεν ἀν και την τοιαυτην προτασιν . Ἠ ὁ συνδεσμῳ εἱς : λεγει ὁ Ἰαμβλιχος ὁτι ἀνω το συνδεσμῳ
9999939 μαθησομεθα
των εἰς υξ ἐν τῳ Ὀνοματικῳ Ἡρωδιανου εἰ θεῳ φιλον μαθησομεθα . Ἰστεον δε ὁτι το κηρυξ παρα τῳ ποιητῃ
εὑρεσιν : τουτων δε μη ὀντων οὐδεν μαθησομεθα ἠ ἐκεινα μαθησομεθα , ἁ γινωσκομεν . ὁ γαρ Πλατων βουλομενος δειξαι
9999939 Πολυνεικες
ἁγεμονευμα νεκροισι πολυστονον . αἰαι , ἰω μοι . ὠ Πολυνεικες , ἐφυς ἀρ ' ἐπωνυμος . ὠμοι Θηβαι .
την μοιραν ὁσον δυναται διαβας αὐτην . συ ] ὠ Πολυνεικες . θ συ ] προς τον Πολυνεικην . νιν
9999939 ἐβουλευετο
κατα στεινον , ὡστε και ὀλιγους σφεας ἀνθρωπους ἰσχειν : ἐβουλευετο ὠν ἐπαναχωρησας ἐς τας Θηβας συμβαλειν προς πολι τε
ἡ των ὁρωμενων περιπαθησις . ἐπεξαναστας δε μετα των συνεδρων ἐβουλευετο τα πρακτεα και ἑωρα τους μεν προ μικρου πανταπασιν
9999939 οἰκοδομημα
, οἰκητορος λαχειν του πανηγεμονος , ὁς το βραχυ τουτο οἰκοδομημα , τον νουν , ἐξαιρων εἰς ὑψος ἀπο γης
. . . θολος και θολιος διαφερει . θολος το οἰκοδομημα ὁ νυν καμαραν καλουσι : θολιος το μελαν της
9999939 βουλευεσθε
ἐμου πολεμον ἐχητε χρησθαι . ἀλλ ' εἰ τα κρατιστα βουλευεσθε πραττειν και το κοινῃ συμφερον ἀμφοτεροις ἡμιν σκοπειτε ,
ἰδιωται τῳ νομῳ γεγονατε ; ταυτ ' εἰς τον δημον βουλευεσθε ἐξενεγκειν . τι γαρ δη και το κωλυον ἐσται
9999939 ἐτυχες
ὑπερ σου διηνεγκεν , οὐτε ἀρχαιρεσιαις νομιμοις της ἐξουσιας ταυτης ἐτυχες , ὡς ὁ παππος τε οὑμος και παντες οἱ
, ὠ Τυλλιε , παρ ' ᾡ τροφης και παιδειας ἐτυχες , ἁπαντων μαλιστα σε τιμησας φιλων και συγγενων ἀνοσια
9999939 ᾠχετο
παιδι τῳ σαυτης : ἐπει παρεστι μαστηρ πατρος ὁς πριν ᾠχετο . Ὠ μητερ , ὡς ἀν ἐκ τριων ς
ἀλλης πλησιοχωρου πολεως ἐλευθερας οὐδεμιας , εἰς την Καμπανιδα Κυμην ᾠχετο προς Ἀριστοδημον τον ἐπικληθεντα Μαλακον τυραννουντα τοτε Κυμαιων :
9999939 ὀγδοης
Ἀθηνησιν Ἰσαγορου παρειληφεναι την ἀρχην κατα το πρωτον ἐτος της ὀγδοης και ἑξηκοστης ὀλυμπιαδος . Και μην ἀπο γε της
οὑς δ ' ὑπακουσαντας ἀπελυσαν . ταυτα μεν οὐν της ὀγδοης . . . . : ἐν δε τηι ἐνατηι
9999938 εἰκοϲ
παθουϲ εὑροιμεν . εἰ δε το οὐρον αὐτοιϲ , ὡϲ εἰκοϲ , δια την παρανοιαν ἐπεχοιτο , ποιηϲαντεϲ ἀλεαν καταντληϲωμεν
ἐχει κλειϲ . εἰ δε ϲυμβῃ κατα παλαιϲτραν , ὡϲ εἰκοϲ , ταυτην παραρθρηϲαι , τῃ τε δια τηϲ χειροϲ
9999938 αἰτιατικῃ
ἰσοσυλλαβως κλινομενον ἡνικα ποιει οὐδετερον ὁμοφωνον αὐτο ποιει τῃ ἰδιᾳ αἰτιατικῃ , καλος καλου τον καλον και το καλον ,
μεν τα της ἐνεργειας οὐ προσδιετεθη , τῃ μεντοι ἐγκειμενῃ αἰτιατικῃ , ἡς και μονης ἀν εἰη το παθητικον ,
9999938 κουφοτητι
οὐ μενει ἐν τοις ἀγγειοις ἡ χολη , ἀλλα τῃ κουφοτητι εἰς τον ἐγκεφαλον ἀνεδρασεν , εἰ μεν οὐ παρεστι
' ἀμφοιν το γυμνητικον ὁμοιοτητα προς τους ἀκρους ἐν πεζῃ κουφοτητι κεκληρωμενον , παλιν δ ' αὐ το πληρωμα το
9999937 σεληνη
ὁ ὀλυμπιος κοσμος ὑπο τοσωνδε ἀκινητα ἐστιν : ἡ δε σεληνη μεση οὐσα συναρμοζει αὐτη ταλλα ‖ παντα ἐν [
το βροτος : ὁ σημαινει το αἱμα . ἀρτεμις ἡ σεληνη ἀρατεμις τις οὐσα , ἡ τον ἀερα τεμνουσα .
9999937 τευθιδες
τευθιδα . Ἐπιχαρμος : πωλυποι τε σηπιαι τε και ποταναι τευθιδες . Ἀρχεστρατος δε φησι : πωλυποι ἐν τε Θασῳ
ὀνοματα αὐτων ἀκουω κεκρυφαλον ἐχινον ἠνυστρον . σηπιαι δε και τευθιδες δυο νεμονται προβοσκισιν : οὐ γαρ τοι χειρον οὑτως
9999937 θυμα
θυσιων το μελλον κοων ἠτοι νοων . θυος γαρ το θυμα . ἀστυνομων ] των μεμερισμενων κατα το ἀστυ .
δυο διπλαι . 〛 εἰ και ἑνι μονῳ ἀρκεσει το θυμα . . μακαρας ἑνα τινα : Εἰπων πληθυντικως ἐλαβε
9999937 ἐλιπες
. τε ] και . τ ' ] και . ἐλιπες κατελιπες ἐκει . ὠ ] φευ . δαϊων ]
ἐε , κἀν κακοις ] ? ? μονην μ ' ἐλιπες . τι στεφανους ] ? ? ῥοδινους πυκαζεις ;
9999937 Κολοφωνιοι
ὀχθας : οὐ γαρ πιαινει ταυτα μυχους πολεως . . Κολοφωνιοι δ ' , ὡς φησι Φυλαρχος [ . ]
ἀφεντος τον τοπον ἀτελη παλιν ηὐξηθη . . . : Κολοφωνιοι δ ' , ὡς φησι Φυλαρχος , την ἀρχην
9999937 εὐωνυμα
ὁσα γαρ ὑπολαμβανεις εἰναι δεξια , ταυτ ' οἰεται ἐκεινος εὐωνυμα , και ὁσα τοὐναντιον σκαια , ταυτα παρ '
, και ὁμοιως τα δεξια ἐν τοις εὐωνυμοις και τα εὐωνυμα ἐν τοις : δεξιοις . οἱ δε φυλασσομενοι κατα
9999937 Αἰγυπτιοισι
Αἰγυπτιοι ἠ του Ἡρακλεος . Ἀλλα τις ἀρχαιος ἐστι θεος Αἰγυπτιοισι Ἡρακλεης : ὡς δε αὐτοι λεγουσι , ἐτεα ἐστι
ἐργεσθαι , ἐπεμψαν ἐς Ἀμμωνος φαμενοι οὐδεν σφισι τε και Αἰγυπτιοισι κοινον εἰναι : οἰκεειν τε γαρ ἐξω του Δελτα
9999937 Πριηνευς
Ἀμφιμενης ὁ Κῳος : Θαλητι δε Φερεκυδης και Βιαντι Σαλαρος Πριηνευς : Πιττακῳ Ἀντιμενιδας και Ἀλκαιος , Ἀναξαγορᾳ Σωσιβιος ,
ἐς ἀξιωμα προηγαγε , τουτον τον ἀνδρα ἐπεισηγαγε μεν ὁ Πριηνευς ἐς την συγγραφην , Ῥιανωι δε ἐν τοις ἐπεσιν
9999937 ἐνεργητικα
ὁριστικοις ὡμοφωνησεν . ] ἐαν τυπτῃ : καθολου τα τριτα ἐνεργητικα των ὑποτακτικων δευτερα εἰσι των παθητικων , ἐαν λεγω
τυπειϲθαι Μετ ' ὀλιγον μελλοντοϲ του και ἀττικου τετυψεϲθαι Προϲτακτικα ἐνεργητικα χρονου ἐνεϲτωτοϲ και παρατατικου Ἑν . τυπτε τυπτετω Δυ
9999937 ανα
] τωι [ γενομενωι ] πε ] ιλτισεν [ ] ανα [ ] ωι ἀφ [ ] ηξεν [ ]
απ . . . . . . . . . ανα ? . . . . . . . .
9999937 πικρα
μεγαλην : πευκεδανον το πικρον ἀπο μεταφοφας της πευκης : πικρα γαρ αὑτη . ἀνεηκε : ἀναβλυσαι ἐποιησεν , ἀνεδωκεν
τις φαγειν θελησαι κεχορτασμενος ὠν : ἁτινα , ἠτοι τα πικρα και τα ὀξινα , οὐτε φυσει ἡδεα οὐτε ἁπλως
9999936 μελανοϲ
, πεπερεωϲ λευκου ἰϲα : μελιτι . Πεπερεωϲ λευκου και μελανοϲ , δαυκου Κρητικου , ϲικυου ἡμερου ϲπερματοϲ , μαραθρου
. χαλκανθου # β , ἀρϲενικου # α , ἐλλεβορου μελανοϲ , κανθαριδων θωρακων ἀνα ⋖ α ∠ ʹ ,
9999936 θαυμα
μυρμηκων λογον . σιττακους δε Νεαρχος μεν ὡς δη τι θαυμα ἀπηγεεται ὁτι γινονται ἐν τῃ Ἰνδων γῃ , και
ἀντι του αυ διφθογγου κεχρηνται , οἱον θωυμα ἀντι του θαυμα . Αἱ τμησεις των Ἰωνων εἰσι : Πελοπος νησος
9999936 βουλεσθε
, και διδωμι ὑμιν συν τοις ἀλλοις Χαλδαιοις βουλευσασθαι εἰτε βουλεσθε πολεμειν ἡμιν εἰτε φιλοι εἰναι . και ἠν μεν
και του λοιπου της πολεως ἐδαφους , εἰ τι χαριζεσθαι βουλεσθε αὐτοις , μη περιιδειν το της Ῥοδου καθαπαξ ὀνομα
9999936 μυστηρια
ἐξω της πολεως ἱερον Δημητρος , ἐν ᾡ τα μικρα μυστηρια ἀγεται . ὀνομασθηναι δε αὐτο οἱ μεν ἀπο της
βοαν . μυστικος δε ὁ λογος ὁ περι τα ἀπορρητα μυστηρια . λιαν . . . ἐσπουδαζετο . εὐκελαδων τε
9999936 Ὀλυμπιοι
διθυραμβος τις οὑ ἐστιν ἀρχη : Δευτ ' ἐν χορον Ὀλυμπιοι ἐπι τε κλυταν πεμπετε χαριν θεοι , πολυβατον οἱ
μεταστησαι , ὡς και Ὁμηρος μνημονευει : ὁπποτε μιν ξυνδησαι Ὀλυμπιοι ἠθελον ἀλλοι , Ἡρη τ ' ἠδε Ποσειδαων και
9999936 ἀτενες
τῃ αὐτῃ αἰτιᾳ . το μειρακιον δε ἐς γην μεν ἀτενες ὁρᾳ , πολλη δε ἡ των ὀφθαλμων ἐννοια ,
' οὑτως αὐτον τοις παισιν ἐπιθυσαι . ἱσταμενον οὐν ὁραν ἀτενες σφαττομενους τους παιδας ἀτρεπτῳ τῳ ὀμματι και ἀπτοητῳ τῃ

Back