: ὁ δε Δαφνις και ἐκαλεσε τινας αὐτων ὀνομαστι και φυλλαδα χλωραν ἐδωκε και κρατησας ἐκ των κερατων κατεφιλησε .
ἀλευρα ἐκ κριθων , ἠτοι ἀλφιτα νεοθηλεα ] νεωστι βλαστησαντα φυλλαδα ] εἰδος βοτανης φυλλαδα ] βοτανην τινα ἰσχνην ]
9999930 Ἑλλαδα
μεταξυ ὁ Ἀραιθος και το Δωτιον , ἐχουσι δε την Ἑλλαδα πασαν , καθο το μεν Δωτιον ἐν Μακεδονιᾳ ,
κατεστρεφετο και Χερρονησον ὠχυρου και Λυσιμαχειαν ἠγειρεν ἐς τε την Ἑλλαδα διελθων ἐδου - λουτο τους Ἑλληνας ὑπο Ῥωμαιων ἀρτι
9999924 κρυσταλλοειδες
ὑγρον , ἐμφυομεναι δε τῳ κρυσταλλοειδει . τουτο δε το κρυσταλλοειδες ὑγρον το πρωτον ἐστι της ὀψεως ὀργανον , λευκον
και κυκλος εἱς ὁ προειρημενος ὁ μεγιστος των κατα το κρυσταλλοειδες , ὁρος τε κοινος ἀμφοτεροις ἐστι και συνδεσμος αὐτοις
9999922 κλειδα
ἑκουσαι θυματα γινονται , ἐπαταξαν ἑαυτας τῃ κερκιδι παρα την κλειδα και ἀνερρηξαν την σφαγην . και αὐται μεν ἀμφοτεραι
του ποντου κληιδα : λεγει δε το στενον ὁθεν και κλειδα το στενον - ἐκεινο ὠνομασε : ἀπο γαρ του
9999918 εὐποριᾳ
ὀλιγον ᾐ , σφοδρα δε ἁτερος θατερου ὑπερεχῃ ἀρετῃ ἠ εὐποριᾳ ἠ τινι ἀλλῳ , οὐκ εἰσι φιλοι : οὐτε
ἐραν δι ' ὑγιειας ποιησας , ὑγιειαν δε ἡδιω συν εὐποριᾳ καταστησας , τῳ δε μεσῳ τα ἀκρα οἱον γομφῳ
9999912 Ἀλεξανδρῳ
τις κακη : και οὐν και τουτο αἰτιον γενεσθαι ἀποσωθηναι Ἀλεξανδρῳ τον στρατον : οὐ γαρ ἀν σωθηναι πλευσαντας ὑπερ
των ἀει βασιλεων πραγματα , κατ ' οὐδεν ἀξιουν συμβαλλειν Ἀλεξανδρῳ τε και τοις Ἀλεξανδρου ἐργοις τον Πολυδευκην και τον
9999906 γνωμη
οὐχ ἁπλως στοχαστικη , ἀλλα και ἀπο γνωμης : ἡ γνωμη γαρ ζητειται του ἐπιτροπου : ποτερον ἑκων καθυφηκεν ,
ἠσαν Ἑλληνων τινες ναυτιλοι , ὡς ἐλπομαι τε και ἐμη γνωμη αἱρεει : ὡστε τουτων ἀν και μαλλον των θεων
9999903 συγγνωμῃ
' ἡμας τους Ἑλληνας παλιν ἐξ ἀρχης φιλιας χυλῳ και συγγνωμῃ τινι πρᾳοτερᾳ κερασον τον νουν : και την ἀγοραν
την αἰτιαν παρεσχετο : εὑροις δ ' ἀν και ἐν συγγνωμῃ ἀντιστατικον κεφαλαιον , οἱον μητηρ ἐξηλθε χοας ἐπισπεισουσα τῳ
9999902 Ὀλυμπια
μουνος ἐδαισατο νιν . Ἀστυαναξ δ ' ὁ Μιλησιος τρις Ὀλυμπια νικησας κατα το ἑξης παγκρατιον , κληθεις ποτε ἐπι
[ ] αλδτρεχειν ? ? ! ! ! ! ! Ὀλυμπια : ἐαν διαφυγηιϲ [ ] , εὐτυχηϲ ἀνθρωποϲ εἰ
9999900 ἰδιωτικα
: και ποτερον κλεπτης οὑτος ἠ ἱεροσυλος ὁ ὑφελομενος τα ἰδιωτικα κτηματα ἐκ του ἱερου . Ἀξιον δε εἰπειν τον
ἐπαυλεις δε και οἰκιαι και τειχη και ὁσα ἐν οἰκοδομαις ἰδιωτικα και δημοσια παντα συγκατεπιμπραντο και ἡμερᾳ μιᾳ αἱ μεν
9999900 χολωδες
ζεουσαν εἰναι την φλεγμονην περι τον πνευμονα . εἰ δε χολωδες ἀναπτυοιτο , μη πανυ δε βαρους ἠ στενοχωριας συναισθησις
οἱον ὑπο ἰκτερου ἐχομενου φαινεται , και οὐρεει παχυ και χολωδες . Τουτον ἠν μεν ἑβδομαιον ὀντα ῥιγος λαβῃ και
9999899 ἐμετοϲ
, ὁθεν και οὑτωϲ προϲηγορευθη . ϲυμβαινει δε τοιϲ πεπληγμενοιϲ ἐμετοϲ και ἰχωροϲ ἐκκριϲιϲ ἀπο τηϲ τρωϲεωϲ , και οἰδημα
, ἐκλυϲιϲ , φρικωδηϲ διαδρομη , ποτε δε και χοληϲ ἐμετοϲ , ϲτροφοϲ , βαροϲ κεφαληϲ και ὀϲφυοϲ , ϲκοτοδινια
9999899 νευρωδες
παρυγρον , δισωμον , πολυγονον , λιχηνωδες , λεπιδωτον , νευρωδες , κυρτωτον , ἀλφωδες , διμορφον , ἀφωνον ,
την σαρκωδη φυσιν : ἐπικρατει δ ' ἐν αὐτοις το νευρωδες και το δερματωδες , οἱον το καθ ' ὁλον
9999898 γλοιωδες
τοτηνικαυτα ἐπιβαλλειν δει το των πιτυρων ἀποζεμα : ἐστι γαρ γλοιωδες και χαλαστικον , ἐτι γε μην και συγγενειαν ἐχον
Λιθαργυρον , θειον ἀπυρον ἰσα μετ ' ὀξους και οἰνου γλοιωδες ἐπιχριε : ἐγω ἐλαιον οὐ μιγνυμι και ἀντ '
9999897 ἐκοσμησε
πως διωκει Προδικος την ὑπ ' Ἀρετης Ἡρακλεους παιδευσιν : ἐκοσμησε μεντοι τας γνωμας ἐτι μεγαλειοτεροις ῥημασιν ἠ ἐγω νυν
ἱερα παντα τα κατ ' Αἰγυπτον ἀναθημασιν ἀξιολογοις και σκυλοις ἐκοσμησε , των δε στρατιωτων τους ἀνδραγαθησαντας δωρεαις κατα την
9999897 ἀφροσυνῃ
που γαρ ἐχει καιρον ἀψευδους εὐφροσυνης κακοβουλοτατος ὠν και συζων ἀφροσυνῃ και περι παντα ἀκαιρευομενος , γλωτταν , γαστερα ,
' ἀρχειν εἰδοτες . και ὁσον μεν ἐπι τῃ τουτων ἀφροσυνῃ τε και ἀπειριᾳ πολλακις ἀν ὑμιν τοδε το σκαφος
9999897 Καλυδωνα
Παρνασσιος και δρακοντες της Ἑλλαδος πολλαχου και ὑς περι τε Καλυδωνα και Ἐρυμανθον και της Κορινθιας ἐν Κρομμυωνι [ ]
ἀστυ λιπων ἀφνειον ὀρειονομους τε Κολωνας . Ἐκ δε λιπων Καλυδωνα θοος Μελεαγρος ἐβαινεν . Οἰνευς τον ῥ ' ἐλοχευσε
9999896 ναυτικῃ
ἑπτα ἠ δεκατεσσαρας και πεζῃ μεν ἐν Πλαταιαις νικηθεις , ναυτικῃ δε ἐν Σαλαμινι , δια Θεσσαλιας φευγων διεπεραιωθη εἰς
' ἱππεων ἁμα τῃ κατα τον ἡλιον ἀνατολῃ προσιππευσαντων τῃ ναυτικῃ των Καρχηδονιων στρατοπεδειᾳ , και προσδεχθεντων ὑπο των φυλακων
9999893 βραχιονοϲ
τῃ μαϲχαλῃ του καμνοντοϲ ἐφαρμοζειν δυναμενον και την κεφαλην του βραχιονοϲ ὠθειν . εἰ δε δια παλαιοτητα του παθουϲ ἠ
δια βροχων ποιειϲθαι την καταταϲιν , ὡϲ ἐν τῳ περι βραχιονοϲ εἰρηται . και παϲαν δε την ἐπιδεϲιν τε και
9999893 Ποσειδαωνι
! Ὀϊκληα μεγαθυμον [ [ ] ε ? ! [ Ποσειδαωνι ] ἀνακτι [ [ ] υ ? ! [
, παντᾳ τοι χρυσῳ πεπυκασμενον : εἱλε με δειμα μητι Ποσειδαωνι πελοι πεφιλημενος ἰχθυς , ἠ ταχα τας γλαυκας κειμηλιον
9999892 δριμυτητι
ἑως οὑ ἀπολεπτυναν τα βλεφαρα ἐκπλυνῃ , και σμηξῃ τῃ δριμυτητι . Τον ὑπο νευρων ὀχλουμενον καταντλητεον αὐτα τε τα
ἐαν μεν ἀμικτος ἡ χολη συρρεουσα τυχῃ , τῃ σφοδρᾳ δριμυτητι τον ἐσθιομενον ἑρπητα συνιστησι μετ ' ἀναβρωσεως το συνεχες
9999891 ἡμισφαιριῳ
. ὁ Ἡλιος ὁρων την Σεληνην ἐν τῳ ὑπερ γην ἡμισφαιριῳ ταχεως την μηνυσιν ποιειται δια των συνιστορουντων , ὁ
ζʹ : ἐπει ἡ Σεληνη εὑρεθη ἐν τῳ ὑπο γην ἡμισφαιριῳ , λαμβανω ἀπο της ὡροσκοπουσης μοιρας ἑως της σεληνιακης
9999891 ἡγεισθε
της Ῥωμης παρ ' αὐτον τον ἀρχοντα και τους νομους ἡγεισθε μεταβεβλησθαι ; ἀλλα τουτο γε παραπλησιον ἐστιν , ὡσπερ
οἱς ἐδει νομοθετειν , τουτων ἐφολκια γιγνεσθε και μεγαλην ἀναγκην ἡγεισθε του κακως δια τελους φρονειν το παλαι φρονειν κακως
9999890 εὐπρεπειᾳ
δι ' ἀλλο τι ἠ ὁσον αὐτοις ἐς την ἀρχην εὐπρεπειᾳ τε λογου και γνωμης μαλλον ἐφοδῳ ἠ ἰσχυος τα
ἐγεννησε τον ἐπιφανεστατον των Τρωων . Γανυμηδης δε των ἁπαντων εὐπρεπειᾳ διαφερων ὑπο των θεων ἀνηρπαγη τῳ Διι οἰνοχοειν .
9999890 ἐξηγγελλετο
ὡς ἐς Σκυθας , ὁτι ἐς Σκυθας καταπεφευγεναι Σπιταμενης αὐτῳ ἐξηγγελλετο , αὐτος δε ξυν τῃ λοιπῃ στρατιᾳ ἐπιων της
ὁτι και ταυτα ἐθνη των προσχωρων τῃ Περσιδι μαχιμωτατα εἰναι ἐξηγγελλετο . ἡκε δε αὐτῳ και Φιλοξενος στρατιαν ἀγων ἀπο
9999889 κοπροϲ
νοϲημαϲι : τιϲι δε αὐτων και οὐρον ἀκουϲιωϲ ἐκκρινεται και κοπροϲ , ἐϲτι δε οἱϲ και γονοϲ . ἐπι τινων
και των ϲκιρρωδων ὀγκων ἁπαντων ϲυν ὀξει καταπλαττων . Προβατεια κοπροϲ . Ὁ δ ' αὐτοϲ οὑτοϲ και τῃ των
9999888 ἀτρυγετοιο
βητην , ὡς ἐκελευς ' , ἐπι θιν ' ἁλος ἀτρυγετοιο . αὐταρ ἐπει ῥ ' ἐπι νηα κατηλυθον ἠδε
Ἡσιοδος [ . ] : μοιραν ἐχει γαιης τε και ἀτρυγετοιο θαλασσης . ἠ ἐπει Λιμνατις ἡ Ἀρτεμις τιμαται :
9999888 κυριωτατη
τετραδος θεωρεισθαι . ἡ μεν γαρ μονας ἀρχη παντων και κυριωτατη πα - σων . . . . . .
, του νομου εἰποντος ἀναιρειν , φρουρειν : ἡ δε κυριωτατη λυσις ἐστι συγγνωμονικη : ὁτι ὠργισθη , παρωξυνθη ,
9999888 Φοινικη
Παφλαγονες παρεχουσι : τα γαρ τ ' ἀναθηματα δαιτος . Φοινικη καρπον φοινικος και σεμιδαλιν : Καρχηδων δαπιδας και ποικιλα
τον Πτολεμαιον Ἰταλια , Γαλλια , Σικελια , Ἀπουλια , Φοινικη , Χαλδαϊκη , Ὀρχηνια . κατα μερος δε ὡς
9999888 τερεβινθινῃ
εἰσιν εἰς την των μαλαγματων μιξιν : χρηστεον δε τῃ τερεβινθινῃ και τῃ λαρικι : και πιττα δε ἡ βρυτια
ἑν δε του ἐλαιου . τηλεωϲ δε χυλοϲ βουτυρῳ και τερεβινθινῃ μιγνυμενοϲ , ὡϲ εἰναι το τεταρτον του χυλου ἑκατερων
9999888 σκωληκες
πυκνον , νευοντες εἰς την γην , μολις ὡσπερ οἱ σκωληκες ἐν τοις κυτταροις κινουμενοι . ἐς τε την ἀλλην
ἀφιησιν , ὁσην και οἱ περι τα δερματα των ἱππων σκωληκες ἁφιασι τεμνομενοι . * οἱον : καθα , ὡσπερ
9999888 ἠπορησε
διενειματο . τουτο δε εἰ και περι των ἰδιων αἰσθητων ἠπορησε τις , δια τι τοσας αἰσθησεις ἐχομεν , και
ἀγαθος περ ἐων ὑπεροπλον ἐειπες , ” εἰ Πλατων εὐηθως ἠπορησε , και μαλιστα τας ἐν τῳ Σοφιστῃ μετιων ὑποθεσεις
9999887 μυρμηκες
πολλακις ἐντυχοντες ἀλληλοις μαχονται και λοιδορηθεντες ἀπιασιν : οἱ δε μυρμηκες οὑτω πυκνοι βαδιζοντες οὐδεποτε ἠνωχλησαν ἀλληλους , ἀλλα πανυ
ὀρθριον ἐῤῥιψεν , ἀντιψυχον νοσσιων προθεμενος τον λιθον . Προγινωσκοντες μυρμηκες ἐφοδον ὀμβρων τας ἰδιας ἀποκλειουσι μανδρας . Ἐγκεκλεισμενοι δε
9999887 θερμοϲ
ῥυποϲ παρωνυχιαϲ ἰαϲθαι λεγεται . Ϲαγαπηνον ὀποϲ ἐϲτιν οἱον ναρθηκοϲ θερμοϲ και λεπτομερηϲ , ἐχει δε τι και ῥυπτικον ,
αὐτου λεπτομερεϲτεραϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , οὐ μην εἰϲ τοϲουτον γε θερμοϲ , εἰϲ ὁϲον οἰονται τινεϲ , ὑπο τηϲ λεπτομερειαϲ
9999887 ἀθροισμα
περ διαμενῃ , σῳζει την αἰσθησιν . το δε λοιπον ἀθροισμα διαμενον και ὁλον και κατα μερος οὐκ ἐχει την
: ἀτομον ἐστιν το ἐξ ἰδιοτητων συσταν , ὡν το ἀθροισμα οὐκ ἀν ἐπ ' ἀλλου ποτε το αὐτο γενοιτο
9999887 κοιλῳ
ἀνυδρος , ἠ δασεια και ἐφυδρος , και εἰτε ἐν κοιλῳ ἐστι και πνιγηρη , εἰτε μετεωρος και ψυχρη :
δε αὐτης ἐπαγγελμα ἐστι τα ἐν κατακαλυψει ἀποστηματα και ἐν κοιλῳ περιτοναιου μη ἐαν γινεσθαι , ὁταν μη φθασῃ πυοποιηθηναι
9999886 ἀπηλλαγη
προς τον κινδυνον , και ἐπειδη ἐν τῃ φυγῃ νοσησας ἀπηλλαγη του σωματος , εὐ τε περιστειλας και τα νομιζομενα
δε ἐς την πολιν το πρωτον καταφυγων ἐμπρησας την πολιν ἀπηλλαγη παρα Γλαυκιαν ἐς Ταυλαντιους . Ἐν τουτῳ δε των
9999886 εὐρυχωριᾳ
ἐν ταις πλευραις ὑμενας ὑπεζωκοτας : τῃ δε του θωρακος εὐρυχωριᾳ , ἡ καλειται κενα θωρακος , ὁ πνευμων χρηται
κοτυληδονας ἠ πλεκταινας και κεραιας λεγομενας εἰναι φησιν ἐν τῃ εὐρυχωριᾳ της ὑστερας , αἱτινες μαστοειδεις ἐκφυσεις ὑπαρχουσι , πλατειαι
9999885 ἀφεισθω
ἀλλ ' οὐν δια το μη ἐν πολλῃ εἰναι χρησει ἀφεισθω ὁ περι τουτου λογος . δει γαρ το εὐχρηστον
και ἀλλοτε ἀν τυχῃς μαθων , ὡσθ ' οὑτος μεν ἀφεισθω , μη πανυ χρεων ὀν αὐτον εἰρησθαι : ἡμεις
9999885 ἐξαπεστειλε
υἱος Φαραω , ὡς ἠκουσε των ῥηματων τουτων , και ἐξαπεστειλε μετ ' αὐτους δυο χιλιαδας πολεμιστων . Και ἠλθον
Ἑλληνας αἰτειν ὑδωρ και γην . την δε στρατιαν διελομενος ἐξαπεστειλε τους ἱκανους ζευξαι μεν τον Ἑλλησποντον , διασκαψαι δε
9999885 ἀκριδα
το των τεττιγων φυλον , και κιτταν λαλον και βομβουσαν ἀκριδα και παρνοπα ὑποκριζοντα και μη σιωπωσαν τρωξαλλιδα , ἁλκυονας
; τις τους ἀθλιους ἀρνας ἀναθρεψει ; τις την λαλον ἀκριδα θεραπευσει , ἡν πολλα καμουσα ἐθηρασα , ἱνα με
9999885 βαλανῳ
τα μεν δια στοματος λαμβανεται ποτιμα . τα δε τῃ βαλανῳ προσαγεται : χρωμεθα δε μαλιστα τουτοις , ἐπειδαν ὑπερπληθεισα
την γεγονυιαν ὑποδοραν ὑπερ του μη ϲυμφυηναι την ποϲθην τῃ βαλανῳ . τουτον μαλλον Ἀντυλλοϲ ἀποδεχεται τον τροπον πλατυκωτερον αὐτον
9999884 Ἀρταξερξην
ὑπηρχε τῳ Κυρῳ , φιλουσα αὐτον μαλλον ἠ τον βασιλευοντα Ἀρταξερξην . ὁστις δ ' ἀφικνειτο των παρα βασιλεως προς
την βασιλειαν ἐποιειτο . μετα δε ταυτα διαβληθεντος αὐτου προς Ἀρταξερξην και του βασιλεως βοηθουντος τῳ Πρωταγορᾳ ὁ μεν Εὐαγορας
9999884 φοβηθεισα
, αὐτος γαρ ταυτα λεγει , ματην φασκων γεγονεναι , φοβηθεισα γαρ δηλαδη , μη πως ἐπιλαθηται της τεχνης ,
ἡ δε Λουκρητια δια το παραδοξον ἐκπλαγης γενομενη , και φοβηθεισα μηποτε ταις ἀληθειαις δοξῃ δια την μοιχειαν ἀνῃρησθαι ,
9999884 εὐφημιᾳ
κατα εὐφημιαν δε οὐκετι , ἀλλα κατα το ἐναντιον τῃ εὐφημιᾳ , δυσφημιαν . κατα δυσφημιαν ψογος γινεται , ὁταν
τειχισμον μεγαλα ὑποδειξαι βουλομενος των Θεμιστοκλεους αὐτα βελτιω φησιν . εὐφημιᾳ δε ὁταν τα δυσχερη μη παραλειποντες ἐπι το εὐφημοτερον
9999883 ἀγανακτω
φευγω τοις ἐργοις , και οὐκ εἰμι μεν κολαξ , ἀγανακτω δε ἀκουων , ὁπερ οὐκ εἰμι , κατα τον
ἀτακτος ἀτακτω , ὑλακη ὑλακτω . τουτοις ἠκολουθησε και το ἀγανακτω . Τα εἰς ΧΩ δισυλλαβα ἀρχομενα ἀπο συμφωνου ,
9999882 λαμπαδα
συμφαινομενος μεθ ' ἡμεραν και συναπτων ὑπερ της νεως την λαμπαδα τῳ πατρι . ἐφανης τοινυν οὑτος ἐκεινος ἀστερων παντων
ἀθροισθειεν και ἐνδειξαιμην το ὀν . κἀκ τουτου αὐτος τε λαμπαδα λαμβανω και παντες ἐλαμπαδηφορουν οἱ ἐν τῃ ἀγορᾳ ,
9999882 Ἑλληνιδα
ὀξυτερον , εἰ δε βουλει , μακροτερον , ποιαν πολιν Ἑλληνιδα ἠ βαρβαρον ἐν τῳ παντι χρονῳ κατελαβε τοιουτον ;
Θεοδοτος , Ὑψικρατης , Μωχος . Τουτων τας βιβλους εἰς Ἑλληνιδα κατεταξε φωνην Λαιτος , ὁ και τους βιους των
9999882 ἐμβραχυ
φονεα ὀντα , και κακως ποιειν καθ ' ὁσον ἀν ἐμβραχυ ἑκαστος δυνηται . εἰ τοινυν τι ἐκεινοι ἀγαθον την
κατ ' ἐξουσιαν ἁνηρ λεγοι , ἀλλ ' ὡσπερ παις ἐμβραχυ τουτ ' ἀρκειν ὑπολαμβανων ὁ τι φαιη Πλατων ;
9999882 νοεισθω
μοιραις . το αὐτο δε και ἐπι των λοιπων ἀποκλιματων νοεισθω . Ἀπο δε ὑψωματος εἰς ὑψωμα παραδοσις γινομενη ἀγαθοποιων
ἀναιρειν : το δ ' ὁμοιον και ἐπι των ἀγαθων νοεισθω . Τουτων οὑτως ἐχοντων δει και τους ἀνεμους ὑποταξαι
9999881 νεωτερῳ
, ἐναλλαττει τας χειρας και την μεν δεξιαν ἐπιτιθησι τῳ νεωτερῳ Ἐφραϊμ , την δ ' εὐωνυμον τῳ πρεσβυτερῳ Μανασσῃ
ἀπραγμονως δε διαγενου την ἡμεραν . ὁ δε παρα τῳ νεωτερῳ Φιλημονι μαγειρος διδασκαλικος τις εἰναι θελει τοιαυτα τινα λαλων
9999881 φθαρτικη
ἱνα του ὀντως ἀγαθου τελους ἐπιτευξωμεθα . ἡ γαρ κακια φθαρτικη του τελους , ἠτοι κρυπτικη τις , ποιουσα μηδε
γενος οὐκ ἀκαταληπτα εἰσιν : ὁτι μεν γαρ δυναμις ὑπαρχει φθαρτικη και των ὑποκειμενων ἀλλοιωτικη ὡστε ἀναιρειν [ και ]
9999881 ἐβουλεσθε
φιλοσοφειν και τοις σοις ἑταιροις ἐγενετο και πλειν ἐλευθερως ὁποι ἐβουλεσθε και ἐχειν ἡμων μνησθηναι , και ἐπειτα , εὐγνωμον
δεησει δε μεγαλῃ καταλυσαμενοι τον πολεμον και τυχοντες εἰρηνης οἱας ἐβουλεσθε : τα δε τελευταια φιλοι γενεσθαι της πολεως ἡμων
9999881 ἀξιολογῳ
ἐναντιων οὐκ ὀλιγους κατεβαλον . το δε τελευταιον των Λακεδαιμονιων ἀξιολογῳ μαχῃ νικησαντων , αἱ δυναμεις ἀμφοτερων εἰς τας οἰκειας
φυσικως τῳ Ἀραβιῳ κολπῳ , ὡς ἀν μεσημβρινου κυκλου τμηματι ἀξιολογῳ , ποταμου δικην ἐν μηκει σχεδον τι και πεντακισχιλιων
9999881 δυνηθῃ
κινουμενην , ἐξ ἐναντιας φερομενον ἀπωσαι μεν εἰς τοὐπισω μη δυνηθῃ δια τον προωθουντα ἀνεμον αὐτην , ἱστᾳ δε και
κινειται . δε : δη . ἐξονομηναι : ἐχοι , δυνηθῃ , κατ ' ὀνομα εἰπῃ , ὀνομαστικως εἰποι ,
9999881 ῥοωδες
. προς ῥοδα : ῥοδον παρα το θαττον ἀπορρειν : ῥοωδες γαρ ἐστιν ἠτοι συντομως φθειρομενον . ἠ ἀπο του
το δακρυον . χρονιζειν δε εἰωθε το παθος τῳ γενει ῥοωδες ὑπαρχον . διο προσφατου μεν αὐτου τυγχανοντος ὡσπερ ἐν
9999880 βραχυ
ἁλσι και ἐλαιῳ ἠ μαραθρα πεφρυγμενα ἁμα ταριχῳ ἠ σκιλλης βραχυ μεμαρασμενης . Ἀρρυτιδωτον δε ποιει σωμα και ἀλευρα ὀροβων
το ἐξ ὑπνου . ἐπαινος ἐγκωμιου διαφερει . ἐπαινος το βραχυ , ἐγκωμιον το πολυ . ποτε και πηνικα διαφερει
9999880 ἐσω
κνημαις και περι των μηρων λεγε . Οἱ τα γονατα ἐσω νευοντες ὡστε συγκρουειν , γυναικειοι και θηλυδριαι . Ἰσχια
δηλοι δε ἡ θριξ των ζωων . Ἡσιν | οὐδεν ἐσω του τεταγμενου χρονου , ἑκαστῃσι τα τικτομενα ἀπογονα γινεται
9999877 κτισθεισα
, και οὐδετερως Μυριναιον . Μυρκινος , τοπος και πολις κτισθεισα παρα τῳ Στρυμονι ποταμῳ . το ἐθνικον Μυρκινιος και
, . . . . Αὐλωνια : πολις ὑπο Κροτωνιατων κτισθεισα και ἀπο των προκειμενων αὐλων ἐχουσα το ὀνομα :
9999877 χαρακτηρι
πληθυντικος . Εἰρηται ὁτι παντα τα μετα τα δυϊκα ἑνι χαρακτηρι παραλαμβανεται τῳ πληθυντικῳ , ὡς μη τα του λογου
δε των Ἰλλυριων μοιρα . το ἐθνικον Βηγιτης τῳ κοινῳ χαρακτηρι . Βηθλεμα , πολις Παλαιστινης προς τοις Ἱεροσολυμοις ,
9999876 ἐξωτατω
πολυν αὐτῃ καταμεμιχθαι καπνον . κατα τουτο δη και την ἐξωτατω και μειζονα περιφερειαν της ἰριδος ἐμφαινειν το φοινικουν :
οὐρανου . και γαρ ἐν τουτῳ λογος ἐχει την μεν ἐξωτατω και ἀπλανη σφαιραν ἀτμητον φυλαχθηναι , την δ '
9999876 ἀδικιᾳ
ποτερχομεναν εἰμεν ἁγναν και θεοφιλαταν : ἐπι γαρ ταυτᾳ τᾳ ἀδικιᾳ μαλιστα και το δαιμονιον ἀσυγγνωμονητον γινεται . καλλιστος δε
ἀστερες φανεντες ἡμερας πολεμον ἐν Αἰγυπτῳ και ἀθροισεις ἐπ ' ἀδικιᾳ προλεγει . ἐαν δε ἐν Ἰχθυσιν ἀστρον τι ὀφθῃ
9999875 ὑδατωδες
αὐτα ψυχρα και ὑγρα την κρασιν τυγχανοντα , λεπτον και ὑδατωδες αἱμα ἀπογεννωσι καλως πεφθεντα . πεφυκασι δε και ταυτα
τοιουτου καιρου των οὐρων ἡ χροα : το μεν οὐν ὑδατωδες ἀπεπτον ἐτι σημαινει τον ἐκ της γαστρος ἀναδοθεντα χυμον
9999875 δαψιλες
καταπλασματα δια τηλεως , λινοσπερμου , κριθινου ἀλευρου , μελι δαψιλες και ἐλαιον ἐχοντα : περιλαμβανετω δε και αὐχενας και
μελιτι και προσλαμβανει βραχυ κυμινου και νιτρου , και χριεται δαψιλες καθ ' ἑκατερων των τοπων . και εἰς αὐτην
9999874 ὠνησε
τονοι . και ψυχρον δε ὑδωρ τους διακαιομενους τον στομαχον ὠνησε πολλακις ἐν καιρῳ δοθεν , μεγαλως δε βλαπτει παρα
ἐνθεν τε οὐκ ἀπεληλυθε κἀκειθι γενο - μενα τον μεν ὠνησε τον δ ' οὐκ ἐβλαψε και προσωνησε τῃ περι
9999874 ἐλαθε
την δυναμιν , και περιελθων ἐπι το της Κυανης ἱερον ἐλαθε τους πολεμιους ἁμ ' ἡμερᾳ προσιων τῃ παρεμβολῃ .
γαρ τις το δορυ ἐπι τον πλησιον ὡς ἐσφαιρωμενον , ἐλαθε δ ' αὐτον λελογχωμενον : και ἐβαλε μεν τις
9999874 πιθανα
ἀποβασεσιν ἀκολουθον ὀντα εὑρον αὐτον : εἰ δε τῳ μη πιθανα δοκω λεγειν , οἱς ἀρεσκεται χρησθω . σημαινειν γαρ
και τῳ ψευδει και τῃ ἀληθειᾳ και καταγινεται περι τα πιθανα , τουτεστι περι τα πειθοντα και μη πειθοντα .
9999874 ἐκοιμηθη
καλην οὐκ εἰπον αὐτος ἐμαυτῳ ὁτι ὠφελον τις μετα ταυτης ἐκοιμηθη και μακαριος ὁ ἀνηρ αὐτης : ὁ γαρ τουτ
παραθεσει του ἀρθρου , εἰγε ἀοριστωδες μεν το παις δειπνησας ἐκοιμηθη , οὐ μην το ὁ παις δειπνησας ἐκοιμηθη .
9999874 Μενωνι
ἀμνιων και κωδιων : Λυκωνι δε δικων και συκοφαντηματων , Μενωνι δε τῳ Θετταλῳ περι ἐραστων και ἐρωμενων . [
οὐκ ὀρθως : τας δε των ξενων πως ; ἐκεινοι Μενωνι τῳ Φαρσαλιῳ δωδεκα μεν ταλαντ ' ἀργυριου δοντι προς
9999873 νομισῃ
λευκον ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον , ἱνα μη τις νομισῃ , ὁτι δια το μη προσκεισθαι [ ἠ ]
, [ ἐαν δε τις ἐξαναβῃ και ἐπι περας ἀφιχθαι νομισῃ ] , αἱ δε καταντεις πασιν εἰσιν ἀπρακτοι πλην
9999873 κλιμακτηρα
και ἀλγησει τους ὀφθαλμους ἠ συμπτωμα περι τουτους γενησεται και κλιμακτηρα ὑποστησεται μεγαν ὁ πατηρ αὐτου ἠ φθαρησεται , και
Ἀρης ὡροσκοπος Παρθενῳ , κλιμα ζʹ . τῳ λεʹ ἐτει κλιμακτηρα ἐσχεν : ἐχρηματισε γαρ Ἀρεως ἡ περιοδος ἐτη ιεʹ
9999873 δημοσιῳ
το δημοσιον : διο τους ἐπιδιδοντας ἠ ὑπηρετουντας τι τῳ δημοσιῳ λειτουργειν λεγουσιν . Λογισται και Συνηγοροι . Ἀριστοτελης ἐν
μισησαιτε , και δικαιως . φησι γαρ πολλους ὀφειλειν τῳ δημοσιῳ , τουτους δ ' ἁπαντας ὁμοιους ὑπαρχειν ἑαυτῳ .
9999872 μυρσινῳ
ἀπορρευσαντος δ ' ὑδατωδους ἀποσπογγισας και ἀπομαξας ἐπαλειφε μηλινῳ ἠ μυρσινῳ ἠ σχινινῳ ἐλαιῳ . Ἀλλο κατα τα μεσα καταπλασσομενον
και ψιμυθιου το ἰσον τριψας και διαλυσας κωδυων ἀφεψηματι ἀναλαμβανε μυρσινῳ ἐλαιῳ , ὡς γλοιου ἐχειν παχος , και χρω
9999872 πληγῃ
μαλακον αἰτιωμαι . τραχειαν γαρ ἐδει και πικραν εἰναι και πληγῃ τι παραπλησιον ποιειν : ἡ δ ' ἐστιν ὑγρα
ὁμοιως τειναι μακρον . διπλασιαζων δε την ὠμοτητα και μιᾳ πληγῃ καθ ' ἑκατερου χρησαμενος ἐν ἀμφοτεροις εὐστοχησε , παιανι
9999872 Κυκλαδες
και ὁ Ἑλλησποντος ἐσεισθη , και Ἰωνια και αἱ καλουμεναι Κυκλαδες νησοι , ὡς Κνιδου και της Κρητων νησου τα
Κρητῃ : λεγεται δε εἰναι ἑκατομπολις . ΚΥΚΛΑΔΕΣ ΝΗΣΟΙ . Κυκλαδες δε αἱδε εἰσι κατα την Λακεδαιμονιαν χωραν οἰκουμεναι :
9999871 ἐξεβαλε
ἐν τῳ πλησιον ὀρει καταστρατοπεδευσαμενος , ὁθεν την Ῥωμαιων φρουραν ἐξεβαλε , της ἐπεκεινα του Τεβεριος ποταμου χωρας ἁπασης ἐκρατει
. ” ὁ δε εὐθεως δια τον ἐρωτα ἑκατερα ῥᾳδιως ἐξεβαλε και ἀπελθων κατα το συνηθες ἐζητει την κορην .
9999871 μυρμηκια
ἡλιον . Δια μεν των σφοδρως ἑλκοντων φαρμακων ἡ τε μυρμηκια και ἀκροχορδων ἀποσπασθησεται , δια δε των σηποντων νεκρωθησεται
, περιφερηϲ κατα το πλειϲτον : ἀλλ ' ἡ μεν μυρμηκια πλατειαν ἐχει την βαϲιν και προϲ ταϲ ἀποϲφιγξειϲ ὁμοιαν
9999871 κρατησῃ
γυναικος θηλυ , το δε ἀπο του ἀνδρος ἀρσεν , κρατησῃ δε το θηλυ , αὐξεται τον αὐτον τροπον ,
τῳ χειρονι : τουτο δε συμβαινει , ὁταν ὁ ψυχης κρατησῃ πολεμος : ἀναγκη γαρ δορυαλωτον γινεσθαι τον μη μαχιμον
9999871 ἀρτηριηϲ
τηϲ μεν γαρ φλεβοϲ ῥιζωϲιϲ ἡπαρ , τηϲ δ ' ἀρτηριηϲ ἀρχη κραδιη . δοκεοιϲ ἀν ὠν μεν τα ἀνω
μελικρητον ἠ χυλον ἐγχεαντα μυϲτιλῃ μακρῃ , ὑπεραιροντα ὑπερ τηϲ ἀρτηριηϲ , ἐϲ τον ϲτομαχον ἐγχεειν : τοδε γαρ ἐτι
9999871 ἐμπλαστρῳ
πασι . Αὑτη ληφθεισα εἰς ὀνομα του πασχοντος και συμμαλαχθεισα ἐμπλαστρῳ μετα ἐλαιου και ἐπιτεθεισα μετωπῳ και κροταφοις τριταιον ῥιγοπυρετον
δ ' ἑψομενον το φαρμακον ἀμολυντον γενηται , αὐτῳ μεν ἐμπλαστρῳ χρησῃ κατα τε των ἐναιμων τραυματων και των δυσεπουλωτων
9999869 κριτηριῳ
, πολυ δε ὡραιοτερος ἀποφθεγματων λογοις , μεγαλως εὐδοκιμησεν ἐν κριτηριῳ λεξας : ἐοικεν , ἀνδρες δικασται , Δρακων ὁ
' ἐστιν αὐτοις ἡ ἐπιλαμψις ἀμαρτυρος πιστις ὀφθαλμοις ὠτων ἐναργεστερῳ κριτηριῳ βεβαιουμενη . το δε δοκουν των παρ ' ἐμοι
9999869 ἀπαγωγη
Ἀληθειας αʹ . Ἀπαγε : ἀντι του ἀπαγωγῃ χρω : ἀπαγωγη δε εἰδος ἐστι δικης : Δημοσθενης ἐν τῳ κατα
το ἀδυνατον ἀδυνατῳ ἑπεσθαι οὐδ ' ἀν ἡ εἰς ἀδυνατον ἀπαγωγη ἰσχυν ἐχειν φαινοιτο τῳ μη παντως ἀναιρεθησεσθαι την ὑποθεσιν
9999869 ὀστωδες
ἐπει οὐκ ἀν ἐβιβρωσκετο ] : οἱς δε δια το ὀστωδες μικρας τας ἐργασιας παρεχει . ἀριστα δε πασι τα
: ἡ ῥις ὀστουν χονδρωδες ἐστι : το μεν ἐντος ὀστωδες ἐστι , το δε ἐμπροσθεν χονδρος : μονα δε
9999869 βουτυρῳ
ἐπ ' ὀστρακου και τριψας προεπαλειψας τε τον ψωριωντα τοπον βουτυρῳ ἐπιπασσε τουτο και καταδει , χρω τε τῳ φαρμακῳ
ἀνθη συν κηρωτῃ και μυελῳ και στεατι , ὑσσωπον συν βουτυρῳ και μελικρατῳ . Προς τας ἑλκωσεις της μητρας ἁρμοζει
9999869 Παλληνῃ
σπεισαμενον Λακεδαιμονιοις , ὡσπερ παλαι προς Πεισιστρατον τον τυραννον ἐν Παλληνῃ συνεκροτησαμεν μαχην . ἐμπλειμην λιθοις : κορεσθειην . εὐκτικης
ὡς παλαι προς Πεισιστρατον τον τυραννον , ἡνικα συνεστησαμεν ἐν Παλληνῃ την μαχην . μεμνηται δε τουτου και Ἀνδροτιων και
9999869 χρῳ
! ! ! ! ! ] ν ? ὑποσμος ἐν χρῳ ! [ . ] οὑτως ἐρευναν και π [
ὡς ξυραμενοις μεν παχυτερον χρη προσφερειν το φαρμακον , ἐν χρῳ δε κειραμενοις ὑγροτερον . πολλης δ ' οὐσης της
9999868 ἐθαυμαζετο
ποιησας , ἐτι δε τας χειρας διατεταμενας ποιων , εἰκοτως ἐθαυμαζετο παρα τοις ἀνθρωποις : οἱ γαρ προ τουτου τεχνιται
. . Κ ἡ παλαι μουσικη και μεχρι των Πυθαγορειων ἐθαυμαζετο καλουμενη καθαρσις . . . . βουλομαι δε ἀνωθεν
9999867 χαλκειῳ
. τρις μεν ἐπειτ ' ἐπορουσε ποδαρκης διος Ἀχιλλευς ἐγχεϊ χαλκειῳ , τρις δ ' ἠερα τυψε βαθειαν . ἀλλ
αἰρομενης της δεξιας στεγαστεον ἐγγυς του θωρακος ἠ μοσχειῳ ἠ χαλκειῳ : εἰ δε μη , ἐν τῳ ἐπικαιροτατῳ ἀφυλακτον
9999866 ἠρεμα
διεφθειρε , νυν μεν ἀθροον ἐπιων , νυν δε ἀντωπος ἠρεμα ἐς τα ὀπισω ὑποχαζομενος . ἐξον δε αὐτῳ και
; Ἀλλα τι οἰει , ὠ Σωκρατες ; Ἐχε δη ἠρεμα , ὠ φιλε ἑταιρε : ὡς φοβουμαι τι ποτ
9999866 εἰληφθω
ἀπο δε του Β παρα την ΑΕ ἡ ΒΝ , εἰληφθω δε τι σημειον ἐπι της ΓΔ τομης το Γ
και περιγεγραφθω περι αὐτο κυκλος ὁ ΑΒΓ ΔΕ , και εἰληφθω αὐτου το κεντρον το Ζ , και ἐπεζευχθωσαν αἱ
9999866 ἀπελθε
, καταλειψας , αὐτο , ἐκεινο , τα ἀπορηθεντα . ἀπελθε ] μεταβηθι εἰς ἑτερον , ἠγουν εὑρε ἑτερον ,
πατρος τον λογον αἰνιττεται , δεδηλωκαμεν . το δε ” ἀπελθε ἐκ τουτων ” οὐκ ἐσθ ' ὁμοιον τῳ διαζευχθητι
9999866 εὐχεσθε
τῳ μετα την ἀντιστροφην συστηματι οὑ ἡ ἀρχη πυργον στεγειν εὐχεσθε , στιχων τριμετρων ἀκαταληκτων ἰαμβικων τριων . ἐπι τῳ
τοις πολλοις ἡδιστον γινεται : ὁσῳ γαρ ὑμεις ἐκεινους ἀποθανειν εὐχεσθε , τοσουτῳ ἁπασιν ἡδυ προαποθανειν ὑμας αὐτων . καινην
9999866 ἠλευθερωσε
Σικελιαν ἁμα λογασιν ὀλιγοις θαττον ἠπερ τις ἠλπισε παντος αὐτην ἠλευθερωσε λῃστηριου . Ὁτι ὁ των ἀποστατων βασιλευς Εὐνους ἑαυτον
κολπον ἡ Ὀφιωδης καλουμενη νησος ἀπο του συμβεβηκοτος , ἡν ἠλευθερωσε των ἑρπετων ὁ βασιλευς , ἁμα και δια τας
9999866 λευκοϲ
λευκοϲ και αὐϲτηροϲ ἡκιϲτα ὡϲ οἰνοϲ θερμαινει , ὁ δε λευκοϲ ἁμα και αὐϲτηροϲ και παχυϲ και νεοϲ αἰϲθητωϲ ψυχει
ἐξω φοραϲ και ταυταϲ ϲυνεκβαλλοντεϲ . πταρμον δε κινει ἐλλεβοροϲ λευκοϲ ϲτρουθιον πεπερι καϲτοριον κυκλαμινον εὐφορβιον νιτρον ἡ πταρμικη ποα
9999865 ἰλυωδες
ἀφυλισαι , . , . * . Ἀφυσγετον : το ἰλυωδες και συρφετον : παρα το ἀφυω , ἀφ '
ὡδε κἀκεισε διαφερων τον ἐνδεσμον : οὑτω γαρ το μεν ἰλυωδες και νοστιμον αὐτης ὑπορρυησεται , το δε σκυβαλον ἁπαν
9999865 Παυσανιᾳ
μη λειπεσθαι : τον Παυσανιαν δηλονοτι . αὐτῳ : τῳ Παυσανιᾳ . την διαβολην : την κατηγοριαν . ʃ την
ποιει . ἐχθρος μεν ἐστι τοις γονευσι , φιλος δε Παυσανιᾳ τῳ πορνῳ : και θρασυνεται μεν ὡς ἀνηρ ,
9999865 αἰσχυνεσθε
' ὑμων τινες ἐνθαδε ποιουσιν ; κἀκει παλιν εἰτα οὐκ αἰσχυνεσθε , εἰ μηδ ' ἁ παθοιτ ' ἀν ,
δια το ἀπαρασκευοι ἐγχειρειν . ὑποστικτεον οὐν εἰς το μη αἰσχυνεσθε ὁ μεμφονται : οἱ Κορινθιοι μεμφονται πολιν : την
9999865 δυοκαιδεκα
Σεληνης ἀνωμαλους δρομους των τε λοιπων ἀστερων δυναμεις και κυκλον δυοκαιδεκα ζῳδιων ἐν ἀποκρυφοις ταυτα ἐχειν και τοις ἀπαιδευτοις ἠ
ἐπανω της χειρος , ὁς Ῥοπαλον καλειται , τους παντας δυοκαιδεκα φερει τοδε το ζῳδιον . Τους δε Διδυμους διεισιν
9999865 Μακεδονικη
δορασιν : ἀσπις μεν οὐν ἐστιν ἡ ἀριστη χαλκη , Μακεδονικη , οὐ λιαν κοιλη , ὀκταπαλαιστος : δορυ δε
Ὁτι ὑπο Γαλατων Πτολεμαιος ὁ βασιλευς ἐσφαγη και πασα ἡ Μακεδονικη δυναμις κατεκοπη και διεφθαρη . Κατα δε τους χρονους
9999865 ἐβουληθη
ἀντιτυπον : ἐπι δε των σχηματισμων , ἐν οἱς μαλιστα ἐβουληθη διενεγκαι των προ αὐτου , πλειστην εἰσενεγκαμενος σπουδην .
μαλιστα ἐπιτυγχανηται , λυπει την ἀκοην τῳ κορῳ , ποικιλην ἐβουληθη ποιησαι την γραφην Ὁμηρου ζηλωτης γενομενος : και γαρ
9999864 ἁρμονικῃ
ἐκαλεσαν , δια το και αὐτην ὑπεναντιον τι πασχειν τῃ ἁρμονικῃ , ὡς δειχθησεται : τας δε λοιπας δυο ἁπλως
ἡ μεν οὐν τεταρτη μετα τας ἠδη εἰρημενας ἀντιπεπονθε τῃ ἁρμονικῃ : ἐπι γαρ της ἁρμονικης ὡς ὁ μεγιστος προς

Back