υἱος Φαραω , ὡς ἠκουσε των ῥηματων τουτων , και ἐξαπεστειλε μετ ' αὐτους δυο χιλιαδας πολεμιστων . Και ἠλθον
Ἑλληνας αἰτειν ὑδωρ και γην . την δε στρατιαν διελομενος ἐξαπεστειλε τους ἱκανους ζευξαι μεν τον Ἑλλησποντον , διασκαψαι δε
9999913 ὑδατωδες
αὐτα ψυχρα και ὑγρα την κρασιν τυγχανοντα , λεπτον και ὑδατωδες αἱμα ἀπογεννωσι καλως πεφθεντα . πεφυκασι δε και ταυτα
τοιουτου καιρου των οὐρων ἡ χροα : το μεν οὐν ὑδατωδες ἀπεπτον ἐτι σημαινει τον ἐκ της γαστρος ἀναδοθεντα χυμον
9999907 βραχιονοϲ
τῃ μαϲχαλῃ του καμνοντοϲ ἐφαρμοζειν δυναμενον και την κεφαλην του βραχιονοϲ ὠθειν . εἰ δε δια παλαιοτητα του παθουϲ ἠ
δια βροχων ποιειϲθαι την καταταϲιν , ὡϲ ἐν τῳ περι βραχιονοϲ εἰρηται . και παϲαν δε την ἐπιδεϲιν τε και
9999906 ἐξηγγελλετο
ὡς ἐς Σκυθας , ὁτι ἐς Σκυθας καταπεφευγεναι Σπιταμενης αὐτῳ ἐξηγγελλετο , αὐτος δε ξυν τῃ λοιπῃ στρατιᾳ ἐπιων της
ὁτι και ταυτα ἐθνη των προσχωρων τῃ Περσιδι μαχιμωτατα εἰναι ἐξηγγελλετο . ἡκε δε αὐτῳ και Φιλοξενος στρατιαν ἀγων ἀπο
9999905 Ἑλλαδα
μεταξυ ὁ Ἀραιθος και το Δωτιον , ἐχουσι δε την Ἑλλαδα πασαν , καθο το μεν Δωτιον ἐν Μακεδονιᾳ ,
κατεστρεφετο και Χερρονησον ὠχυρου και Λυσιμαχειαν ἠγειρεν ἐς τε την Ἑλλαδα διελθων ἐδου - λουτο τους Ἑλληνας ὑπο Ῥωμαιων ἀρτι
9999902 Ἑλληνιδα
ὀξυτερον , εἰ δε βουλει , μακροτερον , ποιαν πολιν Ἑλληνιδα ἠ βαρβαρον ἐν τῳ παντι χρονῳ κατελαβε τοιουτον ;
Θεοδοτος , Ὑψικρατης , Μωχος . Τουτων τας βιβλους εἰς Ἑλληνιδα κατεταξε φωνην Λαιτος , ὁ και τους βιους των
9999902 χολωδες
ζεουσαν εἰναι την φλεγμονην περι τον πνευμονα . εἰ δε χολωδες ἀναπτυοιτο , μη πανυ δε βαρους ἠ στενοχωριας συναισθησις
οἱον ὑπο ἰκτερου ἐχομενου φαινεται , και οὐρεει παχυ και χολωδες . Τουτον ἠν μεν ἑβδομαιον ὀντα ῥιγος λαβῃ και
9999902 θυμοειδες
ἠ ὀντων ἠ και μελλοντων , ὡσαυτως δε και το θυμοειδες πραϋνας και μη τισιν εἰς ὀργας ἐλθων κεκινημενῳ τῳ
το δερμα λασιον , το σωμα ἰσχυρον , ἀλλως δε θυμοειδες και ῥωμαλεωτατον . Ἀλλα τουτο μεν , ὡς μοι
9999899 ναυτικῃ
ἑπτα ἠ δεκατεσσαρας και πεζῃ μεν ἐν Πλαταιαις νικηθεις , ναυτικῃ δε ἐν Σαλαμινι , δια Θεσσαλιας φευγων διεπεραιωθη εἰς
' ἱππεων ἁμα τῃ κατα τον ἡλιον ἀνατολῃ προσιππευσαντων τῃ ναυτικῃ των Καρχηδονιων στρατοπεδειᾳ , και προσδεχθεντων ὑπο των φυλακων
9999899 κρατησῃ
γυναικος θηλυ , το δε ἀπο του ἀνδρος ἀρσεν , κρατησῃ δε το θηλυ , αὐξεται τον αὐτον τροπον ,
τῳ χειρονι : τουτο δε συμβαινει , ὁταν ὁ ψυχης κρατησῃ πολεμος : ἀναγκη γαρ δορυαλωτον γινεσθαι τον μη μαχιμον
9999898 ἐθαυμαζετο
ποιησας , ἐτι δε τας χειρας διατεταμενας ποιων , εἰκοτως ἐθαυμαζετο παρα τοις ἀνθρωποις : οἱ γαρ προ τουτου τεχνιται
. . Κ ἡ παλαι μουσικη και μεχρι των Πυθαγορειων ἐθαυμαζετο καλουμενη καθαρσις . . . . βουλομαι δε ἀνωθεν
9999897 δημοσιῳ
το δημοσιον : διο τους ἐπιδιδοντας ἠ ὑπηρετουντας τι τῳ δημοσιῳ λειτουργειν λεγουσιν . Λογισται και Συνηγοροι . Ἀριστοτελης ἐν
μισησαιτε , και δικαιως . φησι γαρ πολλους ὀφειλειν τῳ δημοσιῳ , τουτους δ ' ἁπαντας ὁμοιους ὑπαρχειν ἑαυτῳ .
9999895 ἐμπλαστρῳ
πασι . Αὑτη ληφθεισα εἰς ὀνομα του πασχοντος και συμμαλαχθεισα ἐμπλαστρῳ μετα ἐλαιου και ἐπιτεθεισα μετωπῳ και κροταφοις τριταιον ῥιγοπυρετον
δ ' ἑψομενον το φαρμακον ἀμολυντον γενηται , αὐτῳ μεν ἐμπλαστρῳ χρησῃ κατα τε των ἐναιμων τραυματων και των δυσεπουλωτων
9999894 χαρακτηρι
πληθυντικος . Εἰρηται ὁτι παντα τα μετα τα δυϊκα ἑνι χαρακτηρι παραλαμβανεται τῳ πληθυντικῳ , ὡς μη τα του λογου
δε των Ἰλλυριων μοιρα . το ἐθνικον Βηγιτης τῳ κοινῳ χαρακτηρι . Βηθλεμα , πολις Παλαιστινης προς τοις Ἱεροσολυμοις ,
9999893 θερμοτητοϲ
ἐν θερει και θαλπει ϲφοδρῳ ϲυνθετοϲ ἡ διαθεϲιϲ ἐϲτιν ἐκ θερμοτητοϲ τε και ξηροτητοϲ , ὡϲτε εἰκοτωϲ αὐτοιϲ ϲυνθετον ἐϲτι
ἠ ὀμφακομελιτι ἐπι των ϲφοδρα κενωθεντων . εἰ δε και θερμοτητοϲ αἰϲθηϲιϲ περι τον ϲτομαχον μετα τροφην γενοιτο , θερμῳ
9999892 Παυσανιᾳ
μη λειπεσθαι : τον Παυσανιαν δηλονοτι . αὐτῳ : τῳ Παυσανιᾳ . την διαβολην : την κατηγοριαν . ʃ την
ποιει . ἐχθρος μεν ἐστι τοις γονευσι , φιλος δε Παυσανιᾳ τῳ πορνῳ : και θρασυνεται μεν ὡς ἀνηρ ,
9999891 ἁρμονικῃ
ἐκαλεσαν , δια το και αὐτην ὑπεναντιον τι πασχειν τῃ ἁρμονικῃ , ὡς δειχθησεται : τας δε λοιπας δυο ἁπλως
ἡ μεν οὐν τεταρτη μετα τας ἠδη εἰρημενας ἀντιπεπονθε τῃ ἁρμονικῃ : ἐπι γαρ της ἁρμονικης ὡς ὁ μεγιστος προς
9999891 φοινικα
ἐχθρον , ἀλλ ' αὐτος παρελθων τα βραβεια και τον φοινικα ἀναδος και στεφανωσον , εἰ θελει , και ταις
Ὁτι ἀναθηλαι λογος ἐστι Δηλιος φυτα ἐν Δηλῳ ἐλαιαν και φοινικα , ὡν ἁψαμενην την Λητω εὐθυς ἀποκυησαι , τεως
9999890 δωδεκατη
δε παραπληϲιωϲ ὀγδοη τε και δεκατη , μεθ ' ἁϲ δωδεκατη και ἑξκαιδεκατη και ἐννεακαιδεκατη . μεταξυ δε τουτων ἐϲτιν
ἑκκαιδεκαταια : ἡ γαρ μεση οὐκ ἐστιν ιγʹ , ἀλλα δωδεκατη . ἡ λυσις οὐν ἡδε . δεκατῃ ἐν Ἁλιμουντι
9999889 κρυσταλλοειδες
ὑγρον , ἐμφυομεναι δε τῳ κρυσταλλοειδει . τουτο δε το κρυσταλλοειδες ὑγρον το πρωτον ἐστι της ὀψεως ὀργανον , λευκον
και κυκλος εἱς ὁ προειρημενος ὁ μεγιστος των κατα το κρυσταλλοειδες , ὁρος τε κοινος ἀμφοτεροις ἐστι και συνδεσμος αὐτοις
9999888 πυρετοιϲ
ἐπιρριπτεον τα μετριωϲ ἐμψυχοντα . Ἐνοχλουϲι πταρμοι πλεονακιϲ ἐμπιπτοντεϲ ἐν πυρετοιϲ : και γαρ πληρουϲι την κεφαλην και την δυναμιν
πινειν ὁϲον τοιϲ παρουϲι μετριον . εὐαλωτοι δε τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του ϲωματοϲ οὐκ
9999888 ἀφροσυνῃ
που γαρ ἐχει καιρον ἀψευδους εὐφροσυνης κακοβουλοτατος ὠν και συζων ἀφροσυνῃ και περι παντα ἀκαιρευομενος , γλωτταν , γαστερα ,
' ἀρχειν εἰδοτες . και ὁσον μεν ἐπι τῃ τουτων ἀφροσυνῃ τε και ἀπειριᾳ πολλακις ἀν ὑμιν τοδε το σκαφος
9999888 συγγνωμῃ
' ἡμας τους Ἑλληνας παλιν ἐξ ἀρχης φιλιας χυλῳ και συγγνωμῃ τινι πρᾳοτερᾳ κερασον τον νουν : και την ἀγοραν
την αἰτιαν παρεσχετο : εὑροις δ ' ἀν και ἐν συγγνωμῃ ἀντιστατικον κεφαλαιον , οἱον μητηρ ἐξηλθε χοας ἐπισπεισουσα τῳ
9999887 κτητικη
ἐμαυτου οἰκου δεσποζω . φαινεται δε ὁτι παρηξεν αὐτον ἡ κτητικη συνταξις και ἡ προσθεσις του ἀρθρου , ἁπερ οὐκ
παραδεξασθαι την ἐμειο , καθο κυριωτερα λεξις , λεγω ἡ κτητικη ἀντωνυμια , δυναμενη και ἑνεκα μετρου και ἑνεκα λογου
9999887 Ὀλυμπια
μουνος ἐδαισατο νιν . Ἀστυαναξ δ ' ὁ Μιλησιος τρις Ὀλυμπια νικησας κατα το ἑξης παγκρατιον , κληθεις ποτε ἐπι
[ ] αλδτρεχειν ? ? ! ! ! ! ! Ὀλυμπια : ἐαν διαφυγηιϲ [ ] , εὐτυχηϲ ἀνθρωποϲ εἰ
9999886 εὐπρεπειᾳ
δι ' ἀλλο τι ἠ ὁσον αὐτοις ἐς την ἀρχην εὐπρεπειᾳ τε λογου και γνωμης μαλλον ἐφοδῳ ἠ ἰσχυος τα
ἐγεννησε τον ἐπιφανεστατον των Τρωων . Γανυμηδης δε των ἁπαντων εὐπρεπειᾳ διαφερων ὑπο των θεων ἀνηρπαγη τῳ Διι οἰνοχοειν .
9999885 ἰωδες
. Σπανιως μεν δηγματι χρωμενος : ἀσθμα δε τουτου πεφυκεν ἰωδες ἐμποιουν σφοδρον , ὡστε κἀν μη θιγῃ , τῳ
και εἰς χαλκεον ἠ ἀργυρεον ἀγγος ἐγχεομενον οὐ ποιει το ἰωδες . φησι δε και Ἱπποκρατης : ὑδωρ το ταχεως
9999885 ἐβουληθη
ἀντιτυπον : ἐπι δε των σχηματισμων , ἐν οἱς μαλιστα ἐβουληθη διενεγκαι των προ αὐτου , πλειστην εἰσενεγκαμενος σπουδην .
μαλιστα ἐπιτυγχανηται , λυπει την ἀκοην τῳ κορῳ , ποικιλην ἐβουληθη ποιησαι την γραφην Ὁμηρου ζηλωτης γενομενος : και γαρ
9999885 φυλλαδα
: ὁ δε Δαφνις και ἐκαλεσε τινας αὐτων ὀνομαστι και φυλλαδα χλωραν ἐδωκε και κρατησας ἐκ των κερατων κατεφιλησε .
ἀλευρα ἐκ κριθων , ἠτοι ἀλφιτα νεοθηλεα ] νεωστι βλαστησαντα φυλλαδα ] εἰδος βοτανης φυλλαδα ] βοτανην τινα ἰσχνην ]
9999884 Μακεδονικη
δορασιν : ἀσπις μεν οὐν ἐστιν ἡ ἀριστη χαλκη , Μακεδονικη , οὐ λιαν κοιλη , ὀκταπαλαιστος : δορυ δε
Ὁτι ὑπο Γαλατων Πτολεμαιος ὁ βασιλευς ἐσφαγη και πασα ἡ Μακεδονικη δυναμις κατεκοπη και διεφθαρη . Κατα δε τους χρονους
9999884 δαψιλες
καταπλασματα δια τηλεως , λινοσπερμου , κριθινου ἀλευρου , μελι δαψιλες και ἐλαιον ἐχοντα : περιλαμβανετω δε και αὐχενας και
μελιτι και προσλαμβανει βραχυ κυμινου και νιτρου , και χριεται δαψιλες καθ ' ἑκατερων των τοπων . και εἰς αὐτην
9999884 ἀπελθε
, καταλειψας , αὐτο , ἐκεινο , τα ἀπορηθεντα . ἀπελθε ] μεταβηθι εἰς ἑτερον , ἠγουν εὑρε ἑτερον ,
πατρος τον λογον αἰνιττεται , δεδηλωκαμεν . το δε ” ἀπελθε ἐκ τουτων ” οὐκ ἐσθ ' ὁμοιον τῳ διαζευχθητι
9999884 ἰδιωτικα
: και ποτερον κλεπτης οὑτος ἠ ἱεροσυλος ὁ ὑφελομενος τα ἰδιωτικα κτηματα ἐκ του ἱερου . Ἀξιον δε εἰπειν τον
ἐπαυλεις δε και οἰκιαι και τειχη και ὁσα ἐν οἰκοδομαις ἰδιωτικα και δημοσια παντα συγκατεπιμπραντο και ἡμερᾳ μιᾳ αἱ μεν
9999883 Ἀρταξερξην
ὑπηρχε τῳ Κυρῳ , φιλουσα αὐτον μαλλον ἠ τον βασιλευοντα Ἀρταξερξην . ὁστις δ ' ἀφικνειτο των παρα βασιλεως προς
την βασιλειαν ἐποιειτο . μετα δε ταυτα διαβληθεντος αὐτου προς Ἀρταξερξην και του βασιλεως βοηθουντος τῳ Πρωταγορᾳ ὁ μεν Εὐαγορας
9999882 ἀρτηριαϲ
κατα θωρακα ϲυμπεττει τε και παρηγορει και ταϲ τραχυτηταϲ τηϲ ἀρτηριαϲ καταλεαινει . προκριτεον δε το νεον του παλαιου και
τοιϲι κανθοιϲι : ϲικυην τῃ κορυφῃ προϲβαλλειν , ἐκκοπτειν ταϲ ἀρτηριαϲ , ξυρειν την κεφαλην , φοινιϲϲειν , φλεγμα ἀγειν
9999882 ἡγεμονι
και μενοντας ἐκστρατευσαι βουλεται κατα γενη ἑκαστους ὑπο τῳ οἰκειῳ ἡγεμονι . και ἐστιν αὐτῳ ἡ των λογων ὑποθεσις οὐχ
ἐπιταττομενα , και τα πλειστα αὐτοκελευστος ὑφιστατο κινδυνευματα δοξαν τῳ ἡγεμονι και τιμην πραττουσα : και διεξηλθε πολλην της Αἰκανων
9999881 ἀθροισμα
περ διαμενῃ , σῳζει την αἰσθησιν . το δε λοιπον ἀθροισμα διαμενον και ὁλον και κατα μερος οὐκ ἐχει την
: ἀτομον ἐστιν το ἐξ ἰδιοτητων συσταν , ὡν το ἀθροισμα οὐκ ἀν ἐπ ' ἀλλου ποτε το αὐτο γενοιτο
9999881 Κυκλαδες
και ὁ Ἑλλησποντος ἐσεισθη , και Ἰωνια και αἱ καλουμεναι Κυκλαδες νησοι , ὡς Κνιδου και της Κρητων νησου τα
Κρητῃ : λεγεται δε εἰναι ἑκατομπολις . ΚΥΚΛΑΔΕΣ ΝΗΣΟΙ . Κυκλαδες δε αἱδε εἰσι κατα την Λακεδαιμονιαν χωραν οἰκουμεναι :
9999881 Χειρωνι
ἀνελειν ταυρους . Ἀκουσας δε ταυτα ὁ Ἰασων λεγει τῳ Χειρωνι . Και αὐτῳ ὁ Χειρων συνεκπεμπει τους ἠιθεους .
, ἱνα μη ἐναντιωται Ὁμηρῳ πεπαιδευσθαι λεγοντι τον Ἀχιλλεα παρα Χειρωνι , οὐχι τετραφθαι . Τυραννευσασαν , οὐ μονον τυραννησασαν
9999881 νοεισθω
μοιραις . το αὐτο δε και ἐπι των λοιπων ἀποκλιματων νοεισθω . Ἀπο δε ὑψωματος εἰς ὑψωμα παραδοσις γινομενη ἀγαθοποιων
ἀναιρειν : το δ ' ὁμοιον και ἐπι των ἀγαθων νοεισθω . Τουτων οὑτως ἐχοντων δει και τους ἀνεμους ὑποταξαι
9999881 ἐκοιμηθη
καλην οὐκ εἰπον αὐτος ἐμαυτῳ ὁτι ὠφελον τις μετα ταυτης ἐκοιμηθη και μακαριος ὁ ἀνηρ αὐτης : ὁ γαρ τουτ
παραθεσει του ἀρθρου , εἰγε ἀοριστωδες μεν το παις δειπνησας ἐκοιμηθη , οὐ μην το ὁ παις δειπνησας ἐκοιμηθη .
9999880 μυρμηκες
πολλακις ἐντυχοντες ἀλληλοις μαχονται και λοιδορηθεντες ἀπιασιν : οἱ δε μυρμηκες οὑτω πυκνοι βαδιζοντες οὐδεποτε ἠνωχλησαν ἀλληλους , ἀλλα πανυ
ὀρθριον ἐῤῥιψεν , ἀντιψυχον νοσσιων προθεμενος τον λιθον . Προγινωσκοντες μυρμηκες ἐφοδον ὀμβρων τας ἰδιας ἀποκλειουσι μανδρας . Ἐγκεκλεισμενοι δε
9999880 τιθεμεθα
χωριζομεν , ἀλλα τουτο ἡμων το τιμιωτατον και τον ἀνθρωπον τιθεμεθα και οἱον εἰσδυομεθα εἰς αὐτο . Χρη γαρ τα
δε το ὀν ἐν αἰσθητῳ θεμενοι και το πανταχου ἐκει τιθεμεθα , και μεγα νομιζοντες το αἰσθητον ἀπορουμεν , πως
9999879 ἀφεισθω
ἀλλ ' οὐν δια το μη ἐν πολλῃ εἰναι χρησει ἀφεισθω ὁ περι τουτου λογος . δει γαρ το εὐχρηστον
και ἀλλοτε ἀν τυχῃς μαθων , ὡσθ ' οὑτος μεν ἀφεισθω , μη πανυ χρεων ὀν αὐτον εἰρησθαι : ἡμεις
9999879 τραχεα
ποτιμων ἡμιν ὁ λογος γενεσθω , ἁ πεφυκε τα μεν τραχεα ὁμαλυνειν , τα δε περιττωματα διαφορειν , τας δε
δε τῃ κατα τα ἀγκη πορειᾳ , ὁτι δυσπορα και τραχεα και λασια ὀντα ἰσχει του ἰεναι . ἐντευθεν οὐν
9999878 τετυχηκε
δια τε τον οἰνον και το ἀνθοϲ των κρινων ταυτηϲ τετυχηκε τηϲ ὀνομαϲιαϲ . ἡ δε χρηϲιϲ των οἰνανθαριων παρα
ἡμεραν γινομενα των ὀναρ δοκουντων γινεσθαι : της γαρ αὐτης τετυχηκε προρρησεως , ὡς πολλακις ἡμιν ἐδοξε δια πειρας .
9999877 τερεβινθινῃ
εἰσιν εἰς την των μαλαγματων μιξιν : χρηστεον δε τῃ τερεβινθινῃ και τῃ λαρικι : και πιττα δε ἡ βρυτια
ἑν δε του ἐλαιου . τηλεωϲ δε χυλοϲ βουτυρῳ και τερεβινθινῃ μιγνυμενοϲ , ὡϲ εἰναι το τεταρτον του χυλου ἑκατερων
9999877 ἐσω
κνημαις και περι των μηρων λεγε . Οἱ τα γονατα ἐσω νευοντες ὡστε συγκρουειν , γυναικειοι και θηλυδριαι . Ἰσχια
δηλοι δε ἡ θριξ των ζωων . Ἡσιν | οὐδεν ἐσω του τεταγμενου χρονου , ἑκαστῃσι τα τικτομενα ἀπογονα γινεται
9999877 ὀστωδες
ἐπει οὐκ ἀν ἐβιβρωσκετο ] : οἱς δε δια το ὀστωδες μικρας τας ἐργασιας παρεχει . ἀριστα δε πασι τα
: ἡ ῥις ὀστουν χονδρωδες ἐστι : το μεν ἐντος ὀστωδες ἐστι , το δε ἐμπροσθεν χονδρος : μονα δε
9999877 τοπωι
ὑγειαν οὐτε ἀνδριαν οὐτε ἀλλα μυρια φαιη τις ἀν ἐν τοπωι εἰναι : οὐδε δη ὁ τοπος τοιουτος ὠν οἱος
. : Φυλαρχος δε φησιν : οὐδεποτε προτερον ἐν οὐδενι τοπωι κυαμων Αἰγυπτιων οὐτε σπαρεντων οὐτ ' εἰ σπειρειε τις
9999876 φθαρτικη
ἱνα του ὀντως ἀγαθου τελους ἐπιτευξωμεθα . ἡ γαρ κακια φθαρτικη του τελους , ἠτοι κρυπτικη τις , ποιουσα μηδε
γενος οὐκ ἀκαταληπτα εἰσιν : ὁτι μεν γαρ δυναμις ὑπαρχει φθαρτικη και των ὑποκειμενων ἀλλοιωτικη ὡστε ἀναιρειν [ και ]
9999875 ἀμπελωνα
Παροιμια λεχθεισα ἐξ αἰτιας τοιαυτης : Ἀγκαιος παις Ποσειδωνος φυτευων ἀμπελωνα βαρεως ἐπεκειτο τοις οἰκεταις . εἱς δε των οἰκετων
δουλους πολλους , και εἰς μερος τι του ἀγρου ἐφυτευσεν ἀμπελωνα : ἐκλεξαμενος οὐν δουλον τινα πιστοτατον και εὐαρεστον αὐτῳ
9999875 χαιρε
, Ζευ φυσεως ἀρχηγε , νομου μετα παντα κυβερνων , χαιρε : σε γαρ και πασι θεμις θνητοισι προσαυδαν .
ἰη Παιαν , Ἀσκληπιον δαιμονα κλεινοτατον , ἰε Παιαν . χαιρε μοι , ἱλαος δ ' ἐπινισεο ταν ἀμαν πολιν
9999874 θαυμαζετε
οὐν ἐτι τας των τυραννων τυχας ὡς μακαριων ζηλουτε και θαυμαζετε , δι ' ἁς εὐπετως ἑκαστα ἐπεξιασιν , ὡν
δοκω σπουδαιολογησαι μαλλον ἠ παρα ποτον πρεπει , μηδε τουτο θαυμαζετε . ἀγαθων γαρ φυσει και της ἀρετης φιλοτιμως ἐφιεμενων
9999874 Ἀλεξανδρῳ
τις κακη : και οὐν και τουτο αἰτιον γενεσθαι ἀποσωθηναι Ἀλεξανδρῳ τον στρατον : οὐ γαρ ἀν σωθηναι πλευσαντας ὑπερ
των ἀει βασιλεων πραγματα , κατ ' οὐδεν ἀξιουν συμβαλλειν Ἀλεξανδρῳ τε και τοις Ἀλεξανδρου ἐργοις τον Πολυδευκην και τον
9999874 νεκρωδες
ἀλλα και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιτεταμενη οἰδε διαφορησιν ποιειν και νεκρωδες ἀπεργαζεσθαι το προσωπον . και ὁ λιμος οὐν ,
δε καθ ' ἡπαρ πληγεντι ἀκοντιῳ εὐθυς το χρωμα κατεχυθη νεκρωδες : τα ὀμματα κοιλα : ἀλυσμος : δυσφοριη :
9999871 Πολεμωνι
τοτε . Μαρτυρει τον πατερα τον ἑαυτου Ἀρχιμαχον συγγενη εἰναι Πολεμωνι τῳ πατρι τῳ Ἁγνιου και Χαριδημῳ τῳ πατρι τῳ
παροντι τοτε καιρῳ τους δικαστας , οἱτινες κατεχρωντο ὡς τῳ Πολεμωνι τῳ πατρι τῳ Ἁγνιου το παραπαν οὐδεμια γενοιτο ἀδελφη
9999871 ὀξυμελιτι
ταυτα δ ' ἠτοι φοινιξιν ἀναλαμβανεσθω ἠ συν αἰρινῳ ἀλευρῳ ὀξυμελιτι ἡψησθω . εἰ δ ' ἀνευ νομης φλεγμαινοι ,
αἱ δι ' ἁλων . κατα δε της ἐμπλαστρου σπογγον ὀξυμελιτι ἠ ὀξυκρατῳ ἠ οἰνῳ διαβροχον ἐπιβαλουμεν : ἐπιδησομεν δε
9999870 οἰνῳ
χρη , ἑλλεβορῳ μελανι ὑπαλειφοντα τον δακτυλιον : ἐπειτα τριταιον οἰνῳ κλυζειν αὐστηρῳ . Το δε αἱμα , ὁταν ἀφελῃς
τῳ συνδειπνῳ ἐργασασθαι , δηχθεντα ὑπο κυνος λιθον ἐμβαλων τῳ οἰνῳ λυπει τους συμποτας ἐκμαινων . κανθαροις δε κακοσμοις θηριοις
9999869 θερμοϲ
ῥυποϲ παρωνυχιαϲ ἰαϲθαι λεγεται . Ϲαγαπηνον ὀποϲ ἐϲτιν οἱον ναρθηκοϲ θερμοϲ και λεπτομερηϲ , ἐχει δε τι και ῥυπτικον ,
αὐτου λεπτομερεϲτεραϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , οὐ μην εἰϲ τοϲουτον γε θερμοϲ , εἰϲ ὁϲον οἰονται τινεϲ , ὑπο τηϲ λεπτομερειαϲ
9999869 αἰτιωμεθα
ὁταν το μεν πραγμα συγχωρωμεν , ἑν δε τι τουτων αἰτιωμεθα δηπου μεταλαμβανοντες : οἱον ἐξην ἀποκτιννυναι και τον μοιχον
φυσιν θερμασιας περιφρυττεται ὁ λιθος . τοτε λοιπον την ὑλην αἰτιωμεθα . εἰ γαρ και μη ἐστι πολλη ἡ θερμασια
9999869 χολωδεες
στομα ἐκπικραζοιτο , γλωσσα χλωρη , ὀμματα ἰκτερωδεα , ὀνυχες χολωδεες , οὐρον δριμυ , ἀλλως τε και εἰ πυρεταινοι
φρικωδεες , ἐμετωδεες , και μετα κρισιν ἀποσιτοι , και χολωδεες , και σπληνες μεγαλοι σκληροι , ὀδυνωδεες , και
9999868 ἀπηλθε
των πολλων ἑστηκοτας τα μεν ἀναμνησας , τα δε ἀπειλησας ἀπηλθε . και ἠδη δυναμις συνειλεκτο τις , ἡς οὐ
φωνη , ἐθαρρησε τε αὐτον καιτοι ἐν ἀρχῃ δεισας και ἀπηλθε του ἀντρου ἀνηρ δοξας , ἐμοι δε ἐξελθειν αὐταρκες
9999868 Περσικη
πεζεταιροι Περσαι [ και ἀσθετεροι ἀλλοι ] και ἀργυρασπιδων ταξις Περσικη και ἡ των ἑταιρων ἱππος και ταυτης ἀλλο ἀγημα
Καρδιανος , Ὀλβια Ὀλβιανος , Ἀδρια Ἀδριανος . Ἀρταια , Περσικη χωρα , ἡν ἐπολισε Περσης ὁ Περσεως και Ἀνδρομεδας
9999868 πυριᾳ
εὐφοριας αἰσθανεσθαι , γινωσκε μη εἰναι πληθος και θαρρων τῃ πυριᾳ και τοις τοπικοις κεχρησο βοηθημασι : διαφορησεις γαρ το
οὑ το ἑτερον περας εἰς το γυναικειον ἁρμοζει αἰδοιον και πυριᾳ τους τοπους δι ' ὀλιγου πυρος ἀναθερμαινων τα ἀγγεια
9999868 ἐπηνεγκε
ἐχοντα ὁμοιως ἐκεινοις ἑξει το ἑν . ᾡ ἀτοπον ἑπομενον ἐπηνεγκε το μηδε το αὐτοεν και αὐτοον ἑν κατ '
ϲπαϲμα γενομενον ὀδυνην τινα περι τον θωρακα ἐν τῳ βαθει ἐπηνεγκε , νιτρον ὀξει και ἐλαιῳ κυπρινῳ ἐμβαλλεϲθω και καχρυ
9999868 μυρμηκια
ἡλιον . Δια μεν των σφοδρως ἑλκοντων φαρμακων ἡ τε μυρμηκια και ἀκροχορδων ἀποσπασθησεται , δια δε των σηποντων νεκρωθησεται
, περιφερηϲ κατα το πλειϲτον : ἀλλ ' ἡ μεν μυρμηκια πλατειαν ἐχει την βαϲιν και προϲ ταϲ ἀποϲφιγξειϲ ὁμοιαν
9999867 ῥοωδες
. προς ῥοδα : ῥοδον παρα το θαττον ἀπορρειν : ῥοωδες γαρ ἐστιν ἠτοι συντομως φθειρομενον . ἠ ἀπο του
το δακρυον . χρονιζειν δε εἰωθε το παθος τῳ γενει ῥοωδες ὑπαρχον . διο προσφατου μεν αὐτου τυγχανοντος ὡσπερ ἐν
9999866 σπουδῃ
παραδοξοποιου δυναμεως , λεξων ἐρχομαι . Ἀνηλθομεν ἐν τῳ τειχει σπουδῃ θεοντες κατα τινα προβολον ἀντικρυ του ἐκεισε σεβασμιου σηκου
πατριων Ἰουδαιοις . οὑτοι παρα των ἐπιφοιτωντων ἀκουοντες , ὁσῃ σπουδῃ κεχρηται Γαιος περι την ἰδιαν ἐκθεωσιν και ὡς ἀλλοτριωτατα
9999866 νομισῃς
ᾡ φησιν ὀφθηναι τον των ὁλων κυριον . ἀλλα μη νομισῃς τοις σωματος ὀφθαλμοις γινεσθαι την προσβοληνοἱ μεν γαρ τα
εἰ σε θεον μαντευσομαι ἠε και ἀνδρα . και μη νομισῃς , ἐπειδη εἰπε “ διζω , ” ὁτι ἠγνοει
9999866 πιθανα
ἀποβασεσιν ἀκολουθον ὀντα εὑρον αὐτον : εἰ δε τῳ μη πιθανα δοκω λεγειν , οἱς ἀρεσκεται χρησθω . σημαινειν γαρ
και τῳ ψευδει και τῃ ἀληθειᾳ και καταγινεται περι τα πιθανα , τουτεστι περι τα πειθοντα και μη πειθοντα .
9999866 φυσικῃ
μεταβαλλειν , εἰπερ ὁμοιαν ἠ παραπλησιαν δει την ἐνταυθα τῃ φυσικῃ νομιζειν . ἐστι δε , ὡσπερ και μιλτος ἡ
τας ἐμφραξεις : ἀπεψιαι δε ἐμποιητικα τυγχανουσιν ὡσπερ ἀπομαχομενης τῃ φυσικῃ της νοθου θερμοτητος : ταυτα δ ' ἀν ἰσως
9999866 σπληνι
προς κολλησιν . ἐαν δε ποτε το ἐν ἡπατι και σπληνι ἀποστημα ἀναστομωθῃ , ὡς το ὑγρον προχεομενον ὑποδραμειν το
σπλαγχνων των φλεγμονων οἱα δυνανται , εἰτ ' ἐξ ἡπατος σπληνι , και τἀναντια , και ὁσα τοιαυτα . Ἀντισπᾳν
9999865 δακνωδες
ἠ ἐν ὑγροις θεωρειται , και το ποιον αὐθις ἠ δακνωδες ἐστιν ἠ ἁλμωδες ἠ ὀξωδες ἠ δριμυ ἠ θερμον
και παχυ τυχον : εἰ δε και ὀλιγον εἰη και δακνωδες το ἐπιῤῥεον , οὐδεν βλαψει τα τοιαυτα των κολλουριων
9999865 ἰσχυσε
οὐν ἀν , εἰ και την ἐμην ἠλθεν ὁδον , ἰσχυσε δ ' ἀν , εἰ την του πατρος :
σχετλιαζων εἰ μοιχον τινα λαβοντες ἐδησαμεν , ὑπερτεθαυμακα τι τοσουτον ἰσχυσε πριασθαι προς την τοσαυτην σπουδην . ὑπονοειν γαρ τἀληθες
9999865 ἡδονῃ
ὁθεν φανερον , ὁτι ὡς κακον ἀγαθῳ ἡ λυπη τῃ ἡδονῃ ἀντικειται . ἑτεροι δε λεγουσι μη εἰναι την ἡδονην
ἀλυσιτελες , αἰσχρον , ἀτελες . παλιν τα μεν τῃ ἡδονῃ ἑπομενα ἡ λεια κινησις , ἐνεργεια της κατα φυσιν
9999865 γιγνωσκετε
ἐπλετο ἐργον ἁπασι : και δ ' αὐτοι τοδε που γιγνωσκετε . μη τις ὀπισσω τετραφθω ποτι νηας ὁμοκλητηρος ἀκουσας
τας σκηνας , τους μεν ἀρχοντας ἐπι τας μεγιστας , γιγνωσκετε δε , τους δ ' ἀλλους ὡς ἀν δοκῃ
9999864 ὀρωδες
την δριμυτητα , λεπτυνει δ ' ὁμως ἐτι . το ὀρωδες του γαλακτος λεπτυνει παχος χυμων . συκα ῥυπτει :
φλεγμα προκαλειται , και καππαρεως της ῥιζης ὁ φλοιος . ὀρωδες μεν οὐν περιττωμα δια των τοιουτων κενουται : το
9999863 ἐχωμεθα
. . . . . . ἡμεις δε των προκειμενων ἐχωμεθα . ] Πρωτον και δευτερον ὁ Μουρατης πεπραχως ,
: ὁτι καιρου νικης και εὐφροσυνης παραπεσοντος των παρα ποδας ἐχωμεθα . δολιος γαρ αἰων ἐπ ' ἀνδρασι κρεμαται :
9999863 σατυρικη
εἰσι της σκηνικης ποιησεως ὀρχησεις , τραγικη , κωμικη , σατυρικη . ὁμοιως δε και της λυρικης ποιησεως τρεις ,
Ἡσυχιος ὁ Ἰλουστριος φησιν : ἐμμελεια μεν τραγικη , σικιννις σατυρικη , κορδαξ δε κωμικη , ἡτις αἰσχρως κινει την
9999863 ἐδεησε
εὐοψιας , ὁσον ἰχθυων ἐξειλκυσαμεν : μικρου και τους φελλους ἐδεησε κατασυραι ὑφαλους το δικτυον ἐξωγκωμενον . εὐθυς οὐν ὀψωναι
γαστηρ αὐτης και μαλα ἐξωδηκυια ἠν . Ἐπει δ ' ἐδεησε και οὐρα ὀψεσθαι , λεπτα μεν ταυτα και μετριως
9999863 καυϲεωϲ
καρκινου . μϚʹ . Περι γυναικομαϲθων . μζʹ . Περι καυϲεωϲ ἡπατοϲ . μηʹ . Περι καυϲεωϲ ϲπληνοϲ . μθʹ
. Περι λαγοφθαλμων . ιαʹ . Περι καταρραφηϲ και φαρμακου καυϲεωϲ . ιβʹ . Περι ἐκτροπιων . ιγʹ . Περι
9999863 γλοιωδες
τοτηνικαυτα ἐπιβαλλειν δει το των πιτυρων ἀποζεμα : ἐστι γαρ γλοιωδες και χαλαστικον , ἐτι γε μην και συγγενειαν ἐχον
Λιθαργυρον , θειον ἀπυρον ἰσα μετ ' ὀξους και οἰνου γλοιωδες ἐπιχριε : ἐγω ἐλαιον οὐ μιγνυμι και ἀντ '
9999863 ἀπαγωγη
Ἀληθειας αʹ . Ἀπαγε : ἀντι του ἀπαγωγῃ χρω : ἀπαγωγη δε εἰδος ἐστι δικης : Δημοσθενης ἐν τῳ κατα
το ἀδυνατον ἀδυνατῳ ἑπεσθαι οὐδ ' ἀν ἡ εἰς ἀδυνατον ἀπαγωγη ἰσχυν ἐχειν φαινοιτο τῳ μη παντως ἀναιρεθησεσθαι την ὑποθεσιν
9999862 νικησω
σεαυτου ἀγχινοιας , εὑρειν τινα προφασιν , δι ' ἡς νικησω ἠ τας συνθηκας διαλυσομαι . ” Αἰσωπος : “
προσπεμποντος , ἀν δε και ἁπτομενου και συνεγγιζοντος ἀποσχωμαι και νικησω , τουτο μεν ἠδη το σοφισμα ὑπερ τον Ψευδομενον
9999862 σεισμῳ
, σαλευουσης δε της ἀρχης ὡσπερ ἐν μεγαλῳ χειμωνι ἠ σεισμῳ , κᾀτα ὡσπερ νεως καταδυεσθαι μελλουσης ἀποφερομενης προς ἐσχατα
καλου γινομενον θανατον φυλασσοιτο ἀν οἱον τον ἐν θαλασσῃ ἐμπρησμῳ σεισμῳ ἠ τινι ἀλλῃ τοιαυτῃ περιστασει . Του ἐμπροσθεν εἰρημενου
9999862 ἀξιολογῳ
ἐναντιων οὐκ ὀλιγους κατεβαλον . το δε τελευταιον των Λακεδαιμονιων ἀξιολογῳ μαχῃ νικησαντων , αἱ δυναμεις ἀμφοτερων εἰς τας οἰκειας
φυσικως τῳ Ἀραβιῳ κολπῳ , ὡς ἀν μεσημβρινου κυκλου τμηματι ἀξιολογῳ , ποταμου δικην ἐν μηκει σχεδον τι και πεντακισχιλιων
9999862 βουτυρῳ
ἐπ ' ὀστρακου και τριψας προεπαλειψας τε τον ψωριωντα τοπον βουτυρῳ ἐπιπασσε τουτο και καταδει , χρω τε τῳ φαρμακῳ
ἀνθη συν κηρωτῃ και μυελῳ και στεατι , ὑσσωπον συν βουτυρῳ και μελικρατῳ . Προς τας ἑλκωσεις της μητρας ἁρμοζει
9999862 εὐποριᾳ
ὀλιγον ᾐ , σφοδρα δε ἁτερος θατερου ὑπερεχῃ ἀρετῃ ἠ εὐποριᾳ ἠ τινι ἀλλῳ , οὐκ εἰσι φιλοι : οὐτε
ἐραν δι ' ὑγιειας ποιησας , ὑγιειαν δε ἡδιω συν εὐποριᾳ καταστησας , τῳ δε μεσῳ τα ἀκρα οἱον γομφῳ
9999861 ἡγεισθε
της Ῥωμης παρ ' αὐτον τον ἀρχοντα και τους νομους ἡγεισθε μεταβεβλησθαι ; ἀλλα τουτο γε παραπλησιον ἐστιν , ὡσπερ
οἱς ἐδει νομοθετειν , τουτων ἐφολκια γιγνεσθε και μεγαλην ἀναγκην ἡγεισθε του κακως δια τελους φρονειν το παλαι φρονειν κακως
9999861 ἐκοσμησε
πως διωκει Προδικος την ὑπ ' Ἀρετης Ἡρακλεους παιδευσιν : ἐκοσμησε μεντοι τας γνωμας ἐτι μεγαλειοτεροις ῥημασιν ἠ ἐγω νυν
ἱερα παντα τα κατ ' Αἰγυπτον ἀναθημασιν ἀξιολογοις και σκυλοις ἐκοσμησε , των δε στρατιωτων τους ἀνδραγαθησαντας δωρεαις κατα την
9999860 χαρακτηρ
περι των ἑξης διαλεξομαι , τις ὁ πραγματικος ἐστι Λυσιου χαρακτηρ , ἐπειδη τον ὑπερ της λεξεως λογον ἀποδεδωκα :
Ποθεν ὠνομασται ἡ των μαθηματων ἐπιστημη και τις αὐτης ὁ χαρακτηρ , τισι τε δει προσεχειν ἐν τῳ το εἰδος
9999860 Κλεωνα
ἁρπαγες γαρ και οἱ λυκοι . Κλεωνυμον ] ἠ τον Κλεωνα λεγει ἠ ἑτερον Κλεωνυμον τοὐνομα . ἐλαφοι . .
, ἠ οἱς ἀν ἐπικτησωμεθα πριαμενοι . Παφλαγονα ] τον Κλεωνα λεγει . Παφλαγονα ] τον Κλεωνα . νεωνητον ]
9999860 νεικεα
πολεμοιο κρειων Ἀλκινοος , λελιητο γαρ ἀμφοτεροισιν δηιοτητος ἀνευθεν ὑπερβια νεικεα λυσαι . Κουρη δ ' οὐλομενῳ ὑπο δειματι πολλα
. . τους εἰμ ' ὀψομενη και σφ ' ἀκριτα νεικεα λυσω : ἠδη γαρ δηρον χρονον ἀλληλων ἀπεχονται εὐνης
9999860 νομισῃ
λευκον ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον , ἱνα μη τις νομισῃ , ὁτι δια το μη προσκεισθαι [ ἠ ]
, [ ἐαν δε τις ἐξαναβῃ και ἐπι περας ἀφιχθαι νομισῃ ] , αἱ δε καταντεις πασιν εἰσιν ἀπρακτοι πλην
9999860 ἀπηλλαγη
προς τον κινδυνον , και ἐπειδη ἐν τῃ φυγῃ νοσησας ἀπηλλαγη του σωματος , εὐ τε περιστειλας και τα νομιζομενα
δε ἐς την πολιν το πρωτον καταφυγων ἐμπρησας την πολιν ἀπηλλαγη παρα Γλαυκιαν ἐς Ταυλαντιους . Ἐν τουτῳ δε των
9999860 ἐξωτατω
πολυν αὐτῃ καταμεμιχθαι καπνον . κατα τουτο δη και την ἐξωτατω και μειζονα περιφερειαν της ἰριδος ἐμφαινειν το φοινικουν :
οὐρανου . και γαρ ἐν τουτῳ λογος ἐχει την μεν ἐξωτατω και ἀπλανη σφαιραν ἀτμητον φυλαχθηναι , την δ '
9999859 Ἀρειῳ
ἑν δ ' οὐν ἰδιωτατον παντων και σεμνοτατον το ἐν Ἀρειῳ παγῳ δικαστηριον , περι οὑ τοσαυτα ἐστι καλα παραδεδομενα
. . οὐκ ἐπεξιων ] οὐκ εἰσηλθες εἰς την ἐν Ἀρειῳ παγῳ βουλην . ἐγραψατο γαρ ὁ Δημοσθενης Δημομελην τον
9999859 Ἀποδεικτικῃ
προτασεις , ἀναιρεθησεται γνωσις . ὡς γαρ εἰρηται ἐν τῃ Ἀποδεικτικῃ , μη οὐσης προτασεως ἀναποδεικτου και ἀμεσου οὐδεν ἐσται
γαρ μονας προς το σημειον , ὡς εἰρηται ἐν τῃ Ἀποδεικτικῃ , θεσει και μονῃ διαφερει , αὐτοι δε ταυτας
9999859 ἡγεισθω
τοις καλοις , διδωμι τουτο : ἑπεσθω , ἀλλ ' ἡγεισθω το καλον πανταχου : εἱς κοιρανος ἐστω , εἱς
οὐ γαρ ἐμος ὁ μυθος . Μηδεις δε με ταυτα ἡγεισθω λεγειν ἁπασης κατα - γινωσκοντα της ἐγκατασκευου και ἐξηλλαγμενης
9999858 μαθε
, ἰδιᾳ δε ἡδονῃ . ὀργην πληθους μη παροξυνε . μαθε τοινυν τι δει ποιειν τον εὐδαιμονησοντα . κρειττον ἀποθανειν
ἀεκουσα φιλα Μουσα δωρον δεχεται : τυ δε τεᾳ φρενι μαθε Πινδαρειον ἐπος Ἁνθρωπος ἡμων οὐκ ἀπαλλαχθησεται . Νομαδεσσι γαρ

Back