ἀσφαλει ' ἰεναι και προσταγμα παρ ' ὑμων σπευδειν , τηνικαυτ ' οὐτ ' ἐπειγεσθαι βαδιζουσιν οὐτε πλειν αὐτοις ἐπῃει
οὐ προὐδωκ ' οὐθ ' ὑμας οὐτ ' ἐμαυτον , τηνικαυτ ' ἀποψηφιεισθ ' ὑμεις . μηδαμως : παντα γαρ
9999961 μεμαρτυρηκεν
ἀποφευγειν αὐτῳ προσηκει , ἀλλ ' ἀν αὐτος ὡς ἀληθη μεμαρτυρηκεν ἀποφηνῃ . Ἐφ ' ᾡ τοινυν , ὠ ἀνδρες
προσαποτισαι χρηματα . Διος μεν οὑτω περι των προειρημενων ἡμιν μεμαρτυρηκεν . . . οἱ μεν μεθεξιν λεγουσι και αἰτιον
9999960 διεξοδικως
ἠ οὐ ἀποκρινασθαι . Πυσμα δε ἐστι , προς ὁ διεξοδικως ἀπαντησαι δει και δια πλειονων , ὡς ἐχει το
των μεσων , ἁ καλειται διανοητα , ἐπειδη διανυστικως και διεξοδικως αὐτα γιγνωσκομεν δια των συλλογισμων , οἱον τα μαθηματα
9999957 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999956 γεγραμμενα
της γραφης λεγειν , μη κωλυειν τον νομον ἠ αὐτον γεγραμμενα λεγειν ἠ ἐκεινον ἀγραφα : τον γαρ νομον οὐκ
ἐστι καταγεγραμμενα : κενα μαλλον ἠ ὁτ ' ἠν οὐδεπω γεγραμμενα οὐδ ' ἐστιν εἰπειν περι μαγειρικης : ἐπει εἰπ
9999955 ἐκινειτο
ἀν εἰχε τα σωματα ὁπου ἠν οὐδε δι ' οὑ ἐκινειτο , καθαπερ φαινεται κινουμενα . παρα δε ταυτα οὐθεν
αὐτων . φλεγων ] θερμως κινουμενος . . ἐπνει ] ἐκινειτο . . Ἀρην ] καθα τον σιδηρον βλεποντων .
9999955 μονοσυλλαβως
οἱ γαρ Ἰωνες δισυλλαβως λεγουσιν ὀϊς , οἱ δε Ἀττικοι μονοσυλλαβως και τας οἰς και πολλα του αὐτου γενους .
πατταλου λαβειν : ἐπιμεληθηναι . παυ : το παυσαι λεγουσι μονοσυλλαβως . παυσικαπη : μηχανημα τροχῳ ἐμφερες , δι '
9999955 δικαστικη
κρισεως και ὁ ἀδικειν νομισθεις μη εἰσπραχθειη πλεον ἠπερ ἡ δικαστικη βουλεται ψηφος . εἰ γαρ μη ὑπηρχον οἱ ταυτα
ταις πολεσιν ἀκολασταινοντας και παρανομουντας ὀρθως κολαζει ; οὐχ ἡ δικαστικη ; Ναι . Ἠ ἀλλην οὐν τινα καλεις και
9999955 ἀδελφου
Μυκηνας εἰχον „ . ἀπο Μυκηνεως του Σπαρτωνος του Φορωνεως ἀδελφου : ἠ ἀπο μυκητος του ξιφους ὁ ἐφορει Περσευς
ὀμοσον μοι κατα του [ ὀνοματος ] ? του σου ἀδελφου Ἀρεσνουφιος [ : ] ἐαν ἐλθηις μετ ' ἐμου
9999955 διεχρησατο
Κρονου . Κρονος δε υἱον ἐχων Σαδιδον ἰδιῳ αὐτον σιδηρῳ διεχρησατο , δι ' ὑπονοιας αὐτον ἐσχηκως , και της
πολεμιοις ἐγενοντο . Τοτε τοινυν ποικιλως αὐτους προτερον αἰκισαμενος ἁπαντας διεχρησατο , τρεις τε μεδιμνους δακτυλιδιων εἰς ἀποδειξιν των ἀνῃρημενων
9999954 φαυλοτατοι
οὐδεν τιτρωσκει , πεισομεθα δε και ἐρουμεν ἁπερ οἱ παντων φαυλοτατοι τε και περι λογους ἁμα νεοι . Τα ποια
συμπλεκοντες δυο κακιας , ἀκολασιαν και ἀσωτιαν , διο και φαυλοτατοι δοκουσιν εἰναι οἱ οὑτω λεγομενοι ἀσωτοι : πολλας γαρ
9999954 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999954 τρισμυριοι
δε πασα δυναμις ἠν των περι τον Εὐμενη πεζοι μεν τρισμυριοι πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε
πληθος ἠν τοδε : της μεν Σπαρτιητικης ταξιος πεντακισχιλιοι και τρισμυριοι ἀνδρες ὡς ἐοντων ἑπτα περι ἑκαστον ἀνδρα , και
9999953 κυριευσας
σιτον οὐκ εἰχον , συκα ἐλαβε . διο και Μυουντος κυριευσας , τοις Μαγνησιν ἐχαρισατο το χωριον ἀντι των συκων
συνεφυγον εἰς την ἀκροπολιν , ὁ δε Δημητριος της πολεως κυριευσας τον μεταξυ τοπον των οἰκιων και της ἀκρας κατειχε
9999953 δικαιῳ
οὐκ ἐστιν , ἠ τῳ δικαιῳ προσκεισεται ἠ τῳ οὐ δικαιῳ , καθαπερ το ἐστι : διοπερ το μεν ποιησει
' ἀνθρωπων τῳ ἀδικῳ παρεσκευασθαι τον βιον ἀμεινον ἠ τῳ δικαιῳ . Ταυτ ' εἰποντος του Γλαυκωνος ἐγω μεν αὐ
9999953 βουλευμασι
χρηστον στρατηγον , ἀλλα μαλιστα μεν ἡκιστα κινδυνευειν και τοις βουλευμασι μαλλον ἠ ταις χερσι πολεμειν , ὡσπερ και Λακεδαιμονιοις
λαβροσσυτος και ταχεια και ἀγαν ὁρμητικη , δαμασθεισα μηδεσι και βουλευμασι της Ἡρας , ἐπικοτοις και ὀργιλοις και μανικοις .
9999953 γεγενημενῳ
οὐκ ἀν ἠγνοειτο . συγχαιρω δε σοι κρειττονι του καιρου γεγενημενῳ : παρα μεν γαρ ἡμων πολυ το πετομενον ,
ἀν ἱκανον το τεταρτημοριον της χοινικος και τῳ ἠδη ἀπεφθῳ γεγενημενῳ δυο κοτυλαι μιχθεισαι ὑδατος και ἐλαιου . χρησαιο δ
9999953 λαβουσης
ἡ προς την διπλην ἀνωμαλιαν της σεληνης ὑποθεσις , διορθωσιν λαβουσης της πρωτης : και κατα την μιξιν ἀμφοτερων των
καινον ἐπικειται σχημα . κωνον ἡμισεα τουτο καλουσης γεωμετριας ἀκηκοα λαβουσης ἐντευθε της προσηγοριας την ἀφορμην . τεθεαται τις τυχον
9999953 ἐτολμησας
και παρα το δεον παθων ὀρθῃ τασει προσχρηται , ἐμε ἐτολμησας λοιδορησαι , ἐμφαινων ὡς ἀλλον ἐχρην ἠπερ αὐτον .
, φησι , τις , ὁς δουλεκδουλος ὠν Ῥωμαιων βασιλευειν ἐτολμησας και της του πατρος ἡγεμονιας ἡμιν προσηκουσης παρα νομους
9999953 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999953 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999953 φαλαγγιου
την των ὀδοντων ἀντιτυπιαν ἐγχριμψαντος δε , ὁ ἐστι του φαλαγγιου πληξαντος , ἀνουτητον και ἀτρωτον το σωμα μενει του
ἀρχομενου του ἐαρος ἐν τοις ὁδοις , και αὐτου του φαλαγγιου τα ὠα , ἐαν λαβῃς εἰς ὀνομα του πασχοντος
9999953 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999953 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999953 διδασκουσα
χρησεται , ἡ παρθενος δε ἑπεται κοσμιως το θηλυ χορευειν διδασκουσα , ὡς εἰναι τον ὁρμον ἐκ σωφροσυνης και ἀνδρειας
λεγεται . λεγεται γαρ το ὀργανον και ἡ μεθοδος ἡ διδασκουσα ἡμας το πως δει ἀποτελειν και ἐργαζεσθαι τα ἐν
9999953 προσεταξε
ἡ ὀρεξις και ἡττατο της φυσεως , τηνικαυτα οὐκ ἐνεγκων προσεταξε τον παιδα πριασθαι την λοπαδα . ἐπει δε ἐφατο
ἐπενοησε τι τοιουτο . την μεν ἀλλην δυναμιν παραδους Πιθωνι προσεταξε κατα σχολην ἀκολουθειν , αὐτος δε τους ἱππεις ἀναλαβων
9999953 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999953 τελευτη
ἠν του προς Φραγγους πολεμου προφασις ἡ του σφων βασιλεως τελευτη και ἡ της ἀρχης των ἐκεινου παιδων διαφορα ,
ἀνθρωπων ἀποφαινειν εὐδαιμονα . ἐπει και αὐτῳ Ἀλεξανδρῳ ἡ Ἡφαιστιωνος τελευτη οὐ σμικρα ξυμφορα γεγενητο , ἡς και αὐτος Ἀλεξανδρος
9999953 ἐβιασαντο
πολλους μεν αὐτων διεφθειραν , τους δε λοιπους φευγειν αἰσχρως ἐβιασαντο . Ἀλυαττης Κολοφωνιους πολλην δυναμιν ἱππικην ἐχοντας ἀφελεσθαι βουλομενος
διαφερειν , οἱ και ὁτε ἀπεδοσαν πολλα την ἐμφυτον ἀπιστιαν ἐβιασαντο , ὑφ ' ἡς μηποτε παυσαιντο κατακεντουμενοι ; θεραπειαν
9999952 μεγαλοπρεπες
τους δε Λιβυας θαυμαζοντας την εὐταξιαν και το της ψυχης μεγαλοπρεπες , τροφας τε παρεχεσθαι τοις ἀνθρωποις δαψιλεις και συστρατευειν
εἰς λογον ἀει τελευταν ποιεις . Ἀλλα νη Δια το μεγαλοπρεπες τε και ἐλευθεριον ἀμυδρως ἀν τις ἐμφαινεσθαι φαιη τῳ
9999952 τρισυλλαβως
ἀνευ του ι . οἱ γαρ Ἰωνες την ἀηδιαν συναλειφοντες τρισυλλαβως γραφουσιν , διο και ἐξεταθη . ἀκυλος : ὁ
τον Ὀλυμπον Ἑστιαιας . το ἐθνικον Ἑστιαιευς . λεγεται και τρισυλλαβως . ἐστι και ἀλλη Ἀκαρνανιας . ὁ πολιτης Ἑστιαιωτης
9999952 Αἰνησιδαμου
τοις ἀνω συναπτεον ὡς προειρηκα , και το πρεπει τον Αἰνησιδαμου ἀπο ἀλλης ἀρχης : ὁ δε Θηρων του σπερματος
. . . . , : Θηρων , υἱος ἠν Αἰνησιδαμου : εἰχε δε συγγενη Καπυν και Ἱπποκρατην , οἱτινες
9999952 φατρια
. . Ἀφρητωρ : φατριαν και συγγενειαν μη ἐχων . φατρια δε ἐστι κυριως το τριτον μερος της φυλης ,
παλιν εἰς τρια διῃρητο , ὡν ἑκαστον μερος τριττυς και φατρια ὠνομαζετο . παλιν δε των φατριων ἑκαστη εἰς γενη
9999952 κατηντησε
του φοβουμενος . . [ ἀπεπτατο : Εἰς το αὐτο κατηντησε του γελοιου χαριν . ] [ ὡς ἀνδρειος εἰ
τον αὐτον δε τοπον και το πεζον στρατοπεδον των Πελοποννησιων κατηντησε και πλησιον του στολου κατεστρατοπεδευσε . Φορμιων δε τῃ
9999952 δικαιοσυνῃ
Περσης και πλεονεκτης , δια τουτων ὡσπερ ἀναστελλεται και παιδαγωγειται δικαιοσυνῃ προσεχειν τον νουν , ἱνα μη της του Διος
ὑψος ἐπαιρουσιν , οἱονει δικαιως ἀρχοντες ἐπαιρουσι τους νομους τῃ δικαιοσυνῃ . ἐν δ ' ἀγαθοισι κεινται : ἐνθα ,
9999952 τετελευτηκοτα
πατριδα : ἐν ἡι 〚 καταλαβοντα προσφατως Ἀκαστον τον Πελιου τετελευτηκοτα 〛 παραλαβειν κατα γενος προσηκουσαν την βασιλειαν και τους
παροιμια . λεγεται δε ἐπι των βαρεως φορολογουντων . Τον τετελευτηκοτα μη κακολογει , ἀλλα μακαριζε : . Χιλωνος .
9999952 τἀλλοτρια
γ ' ἐκεινου εἰναι Ἀμφιπολιν : ἐστι γαρ ἐχειν και τἀλλοτρια , και οὐχ ἁπαντες οἱ ἐχοντες τα αὑτων ἐχουσιν
ταλας , ἀποδυομαι μεθ ' ἡμεραν . Συ γαρ ἀξιοις τἀλλοτρια πραττων ἐσθιειν ; Ὁρᾳς ἁ ποιει ; Ταυτ '
9999952 ἐκλειπουσης
, τοις δε παραθαλασσιοις τοποις λοιμον . της δε Σεληνης ἐκλειπουσης ἐν τῃ αʹ τριωρῳ Αἰγυπτιοις νοσους , φονους ,
ἠ και ὑλης ἀει ἐπιτηδειας ἐχομενως ἐμπιπραμενης της δ ' ἐκλειπουσης : ἠ και ἐξ ἀρχης τοιαυτην δινην κατειληθηναι τοις
9999952 ἐναρα
ἡ διπλη , ὁτι κυριως το ἐξεναριξε νυν , τα ἐναρα περιειλεν . . . . αὐταρ ἐπει Λυκοοργος ἐνι
Τρωεσσιν ἐκεκλετο μακρον ἀϋσας νηυσιν ἐπισσευεσθαι , ἐαν δ ' ἐναρα βροτοεντα : ὁν δ ' ἀν ἐγων ἀπανευθε νεων
9999952 κατεφρονησε
ἰσχυον . ὁ δε γε παις ὁ ἐμος και τειχων κατεφρονησε , και την πολιν ἐχειν εἰς τροπαιον . ἀνῃρεθην
ἀλλως παρα Ῥωμαιοις . και δια τουτο των μεν ὀνοματων κατεφρονησε , των δε πραγματων και αὐτων των σημειων φροντιδα
9999952 Ὀλυμπιου
κιθαρας μεσον Ἀσκληπιου και της Ὑγιειας δεικνυσινἀναθημα τουτ ' ἠν Ὀλυμπιου του πατρος . Ὀλυμπιου δια χρονου παλιν οἰκαδε εἰσελθον
πολιν εἰς το λοιπον . ἑτερωθι δε ἐτι λαμπροτερον Προς Ὀλυμπιου Διος σε χρυσεα κλυτομαντι Πυθοι λισσομαι Χαριτεσσι τε και
9999952 ὀκτακισχιλιων
τοις Ῥωμαιων διελελυμαστο σωμασι , διαφθαρεντων ἐν μεν τῃ ναυμαχιᾳ ὀκτακισχιλιων , τετρακισχιλιων δε και πεντακοσιων ἑαλωκοτων : του δε
χρονων ἐσχε κωμας ἀξιολογους και πολεις πλειους των μυριων και ὀκτακισχιλιων , ὡς ἐν ταις ἱεραις ἀναγραφαις ὁραν ἐστι κατακεχωρισμενον
9999952 κτητικης
καθως φησι Τρυφων , την αὐτην ἐχει ἀκολουθιαν , ἐκ κτητικης συντεθεισα και πρωτοτυπου . την γαρ ἀπαραδεκτον του ἀρθρου
τῃ ἁμος . τῃ μεντοι διαιρεσει ἡ πρωτοτυπος διαλλασσει της κτητικης , οὐκετι το αὐτο ἀναδεχομενης . Ἀλκμαν : ὁσαι
9999951 ἐχρησατο
, παρα το στομα και τον ὀμφακα . συνθετῳ λεξει ἐχρησατο ἀπο του στοματος και του ὀμφακος , ἱν '
ἰασιν . Και ὁ Πλατων ἐν τῳ Συμποσιῳ οὑτως αὐτῃ ἐχρησατο . Ἁλων δε φορτος ἐνθεν ἠλθεν ἐνθ ' ἐβη
9999951 ἐναλλαγης
των χρονων ἐναλλαγη . Εἰ βουλει ποιησαι την σχηματογραφιαν της ἐναλλαγης του ἐτους μετα και των ταυτῃ ἐγγραφομενων και ἐργασασθαι
ζῳδιου ἐνθα κατηντησεν ὁ χρονος δʹ Και του ὡροσκοπου της ἐναλλαγης ὁτε τυχοι εἰναι τις των κατα πηξιν οἰκων εʹ
9999951 ἑνδεκατης
: ὑπο ποιαν γαρ κατηγοριαν ταυτα ἀναξομεν ; ἠ δεηθωμεν ἑνδεκατης ; ὁπερ ἀτοπον . Ὁπερ ἐμελλε τῳ Ἀριστοτελει τις
ἑως των αὐτων ἡμερινης . Τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ , ἀπο ὡρας ἑνδεκατης και τριων μοριων ὡρας νυκτερινης , ἑως των αὐτων
9999951 πουλλη
, και των ὀφθαλμων μαρμαρυγας παρακολουθειν . Και ἡ ὑποχωρησις πουλλη , και πολλακις , και ὁμοιη χειμωνος ξυνεβη .
ἡσυχιην μετεβαλεν : περι δε τον πρωτον ὑπνον , διψα πουλλη , και μανιη , και ἀνεκαθιζε , και τοισι
9999951 κινδυνευσας
ἐσται δε θεοσεβης , εὐχρηματιστος , και περι τον τραχηλον κινδυνευσας θανατον ὑποστηναι ἐκφευξεται , τινες δε των τοιουτων και
πολεμιων μεν ἐλαττους ἀνελων , τῳ δ ' ἰδιῳ σωματι κινδυνευσας ἡττον , προκριθησεται του πρωτευοντος ἐν ἀμφοτεροις . ἀλλα
9999951 Φιλιππικοις
και Βιτιαν και Βουχετα . . . Πανδοσια : Δημοσθενης Φιλιππικοις . περι της ἁλωσεως των ἐν Κασσωπιαι πολεων ,
λεγεται και τραπεζικος , οὑ μεμνηται και Δημοσθενης ἐν τοις Φιλιππικοις : τον μεν των χρηματων λογον παρα παντων λαμβανειν
9999950 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999950 ἐλευθερουν
ἁλωσις ὑπο Συρακοσιων . θʹ . Ὡς Ἀκραγαντινοι τους Σικελιωτας ἐλευθερουν ἐπεχειρησαν . ιʹ . Ὡς των Συρακοσιων εἰκοσι ναυς
Λεωτυχιδην συνεδρευσαντες μετα των ἡγεμονων και διακουσαντες των Σαμιων ἐκριναν ἐλευθερουν τας πολεις , και κατα ταχος ἐξεπλευσαν ἐκ Δηλου
9999950 δραστικωτερα
ἀλλων τα φυλλα . ἐπι τοινυν του ἀψινθιου ἡ κομη δραστικωτερα , ὡς ἀν λεπτομερεστερα των ῥιζων ὑπαρχουσα . χρη
θερμαινοντων τε και ξηραινοντων ὁμοιως αὐτῳ : τα γαρ λεπτομερη δραστικωτερα των παχυμερων ἐστι , κἀν ἰσην ἐχῃ την δυναμιν
9999950 ἐνδεχομενῳ
ἀδυνατον ἀπαγωγης ἐνδεικνυσθαι τι : του γαρ ἀντικειμενου ἠ τῳ ἐνδεχομενῳ συμπερασματι ἠ τῳ ὑπαρχοντι , εἰ τις ὑπαρχον λεγοι
εἰναι οὐδε ἀναγκαιον μη εἰναι . οὐκ ὀντι ἀρα τῳ ἐνδεχομενῳ ἀναγκαιῳ , ἀλλα μηδε ὑπαρχοντι , ὑποτεθεντι δε ὑπαρχειν
9999950 λειποιτο
, και παρυφισταμενοις συμμετροις . εἰ γαρ ἀλλως πολλῳ ταυτα λειποιτο , μονοις χρωμασιν οὐ δει πιστευειν . και δη
και τοις ἐσθημασι των ἀρχομενων κρειττων ὠν ἐν τῳ καλλιονι λειποιτο . Ἐγιγνοντο τοινυν ἀρχαι τουτῳ του μανθανειν , ὁτε
9999950 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999950 συγγνωμης
και δια παντος ἠγωνισατο : και το μεν ἀπρεπες της συγγνωμης ἐξεφυγε : την δε ἀπο του κεφαλαιου ὠφελειαν τῳ
της πολεως και δημοσιας ἑνεκα χρειας ἀπιων : και ἐπι συγγνωμης , ὁτι ἐχρην σε οὐκ αὐτα εἰπειν τα ἀποῤῥητα
9999950 Πελοπιδων
δομος ἀσυστατοισι δεσποτων κεχρημενος τυχαις , ἀλαστωρ τ ' εἰσπεπαικε Πελοπιδων . ἀστυτος οἰκος , κοὐτε βυσαυχην θεας Δηους συνοικος
την Τροιαν ἀφικομενης . πρωτον μεν γαρ τους Ἡρακλειδας των Πελοπιδων ἀμεινους ἡγουντο ἀρχοντων ἀρχοντας ἐχειν , ἐπειτ ' αὐ
9999950 κτητικην
ἠ ὁτι τα ἐπιμεριζομενα , μερη ὀντα ὁλου ἀθροισματος , κτητικην συνταξιν ἀπῃτει , δι ' ἀλλης δε πτωσεως οὐκ
. γαρ πρωτω γαρ και δαιτος ἀκουαζεσθον ἐμειο συνηρπασται εἰς κτητικην συνταξιν : ἀμεινον γαρ τῳ ῥηματι συντασσειν Ὁμηρικωτερον λειπουσης
9999950 τραχεια
τεσσαρεσκαιδεκατῃ ” Κιλικιας δε της ἐξω Ταυρου ἡ μεν λεγεται τραχεια ἡ δε πεδιας . το τοπικον Τραχεωτης . ἀρχη
, εἰπερ μεταδιδωσι μηδενι . [ , ] λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και ἐφ ' ἑαυτης σκληρα τετραμμενη μεν
9999950 φιλοτεχνως
ἐπιμιξιαν ἐξημερωμενοι τας ἀγωγας . οὑτοι τον κασσιτερον κατασκευαζουσι , φιλοτεχνως ἐργαζομενοι την φερουσαν αὐτον γην . αὑτη δε πετρωδης
ποταμου γεφυραν σταδιων πεντε το μηκος κατεσκευασεν , εἰς βυθον φιλοτεχνως καθεισα τους κιονας , οἱ διεστηκεσαν ἀπ ' ἀλληλων
9999950 ἀμφενεμοντο
πλευρῃς ἀραρυιαι : ἰσθμον δ ' αὐ πεδιον τε Δολιονες ἀμφενεμοντο ἀνερες : ἐν δ ' ἡρως Αἰνηιος υἱος ἀνασσε
αὐται , τῃσιν τοτε κοιρανεεσκεν Ἱππολυτη , νοσφιν δε Λυκαστιαι ἀμφενεμοντο , νοσφι δ ' ἀκοντοβολοι Χαδησιαι . ἠματι δ
9999950 διωρισεν
ζωονδιασκοπειν φαινεται το της ὀψεως ἀηθες . ταυτα μεν οὑτω διωρισεν ὁ γραφευς , τοις δε νομευσιν ἡγειται της πορειας
το πρωτον . και ὁτι ὁ νομος οὐ προς ἑν διωρισεν , τινι δοτεον , και τινι μη : εἰ
9999950 ἀπαγγελιαν
ἐτι δε προς τουτοις ἀνασκευαζομεν και κατασκευαζομεν . την μεν ἀπαγγελιαν ἡτις ἐστι , και ἐν τῳ περι της χρειας
γεροντος πιθηκου . Και ταυτα μεν ταυτῃ . Την δε ἀπαγγελιαν βουλονται περιοδων ἀλλοτριαν εἰναι γλυκυτητος ἐγγυς . Ὁ δε
9999950 ἀμφισβητουσι
του , „ τους ἡγεμονας ἀνειλεν ὁ θεος φυλαττεσθαι και ἀμφισβητουσι προς ἑαυτους οἱ ῥητορες και οἱ στρατηγοι , ”
οἱ τον Εὐξεινον οἰκουντες το ἀγαλμα εἰναι παρα σφισιν , ἀμφισβητουσι δε και Λυδων οἱς ἐστιν Ἀρτεμιδος ἱερον Ἀναιιτιδος .
9999950 Μεγαρεως
λεοντα ἐν ἱερῳ τοπῳ συνελθων αὐτῃ ἐγκρατης ἐγενετο Ἱππομενης ὁ Μεγαρεως της Ἀταλαντης μηλα χρυσα λαβων παρ ' Ἀφροδιτης ἐκ
ἀποθανειν μεν λεοντα ἐν τῳ Κιθαιρωνι ὑπο Ἀλκαθου πειθομαι , Μεγαρεως δε Τιμαλκον παιδα τις μεν ἐς Ἀφιδναν ἐλθειν μετα
9999950 Θετταλιας
. το ἐθνικον Μελιευς ὡς Ὑριευς . Μελιβοια , πολις Θετταλιας . Στραβων ἐνατῳ . το ἐθνικον Μελιβοευς , ὡς
των Λακεδαιμονιων συμμαχιαν : αὐτος δε μετα της δυναμεως δια Θετταλιας την πορειαν ποιησαμενος ἡκεν εἰς Διον της Μακεδονιας .
9999950 ἐμπειρια
Ἐμοιγε , εἰ μη τι συ ἀλλο λεγεις . Τινος ἐμπειρια ; Χαριτος τινος και ἡδονης ἀπεργασιας . Οὐκουν καλον
, καταπλαγεις το ἀξιωμα των ἀνδρων : μεγαλη γαρ τις ἐμπειρια περι τουτους εἰναι δοκει και παρατηρησις των ἀστρων ἀκριβεστατη
9999949 ἀφειλοντο
τον Ἰωαννην , τεχνικον δη τινα ἱερακοτροφον , τον Φραβιθον ἀφειλοντο της ψυχης . [ . . . . ,
μεγαλας ἐχουσαι προσοδους , ἁς οἱ βασιλεις μεν ἱερας οὐσας ἀφειλοντο την θεον , Ῥωμαιοι δ ' ἀπεδοσαν : παλιν
9999949 ἀπηντηκεν
. , . διπλην προς το σχημα , ὁτι πληθυντικως ἀπηντηκεν . . . . . . ἠλυθε διος Ὀρεστης
την οἰκιαν λυπει , μη δυσχερες τι περι τους παιδας ἀπηντηκεν : εἰτα ταυτην ἠθοποιϊαν ἐκτεινας προσθες μετα βαρυτητος ἁμα
9999949 Συρακοσιων
προς τον κρημνον αὐτοις ἐξειργαστο , ἐπιχειρουσιν αὐθις τῳ των Συρακοσιων σταυρωματι και ταφρῳ , τας μεν ναυς κελευσαντες περιπλευσαι
ἀν Ἀττικων μεν νεων ἀπολομενων ἑξηκοντα , παρα δε των Συρακοσιων ὀκτω μεν τελεως διεφθαρμενων , ἑκκαιδεκα δε συντετριμμενων .
9999949 ἀπετιθεντο
ἀλλα και ἑκαστου των μοναδικων ἀριθμων των ἀχρι δεκαδος ἰδεαν ἀπετιθεντο : ἁπλουστατοι γαρ οὑτοι και εἰδικην ἐχοντες προς ἀλληλους
χρηματα φυλασσοντες , ἁ προτερον κοινῃ οἱ Ἑλληνες ἐν ἀδηλῳ ἀπετιθεντο . „ πληρη μασχαλισματων „ . εἰρηκε τον μασχαλισμον
9999949 Μακεδονικοις
και των γιγαντων μαχη ἐνταυθα μυθευεται γενεσθαι . Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις . : Παρθενοπολις , Μακεδονιας πολις , ἀπο των
την Ὁμολην ἀποδοτεον αὐτοις : εἰρηται δ ' ἐν τοις Μακεδονικοις ὁτι ἐστι προς τῃ Ὀσσῃ κατα την ἀρχην της
9999949 ἐστρατευσεν
Πανηγυρικῳ . Κυρειον στρατευμα το μετα Κυρου συναναβεβηκος , ὁτε ἐστρατευσεν ἐπι τον ἀδελφον Ἀρταξερξην : οὑ μετειχε και Ξενοφων
, ἀλλα και ἐκ των πλησιον πολεων , ἀξιολογῳ δυναμει ἐστρατευσεν ἐπι τας Θηβας . ἀντιταχθεντων δε των Θηβαιων ἐγενετο
9999949 εἰληφασι
ἠ θυγατερων ἐζησαν μητερες , και τῳ χρονῳ του παθους εἰληφασι ληθην της λυπης μεμαρασμενης . δελφις δε ἀρα θηλυς
και ἐλεγχοντος ἀει τουτους και λεγοντος ἀντικρυς ὁτι χρηματ ' εἰληφασι και παντα πεπρακασι τα πραγματα της πολεως . και
9999949 καθαιρω
πλεοναζοντα τεκμαιρομενος . ἐγω δ ' ἀει δια της ἱερας καθαιρω , προσβαλλων ἐνιοτε μεν ἐλλεβορου μελανος , εἰ μελαγχολικωτερον
ὑπο της εὐτυχιας ὑπειληφε . . . Τι οὐν οὐ καθαιρω τα τροπαια ; τι οὐκ ἀνατρεπω τας στηλας ;
9999949 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999949 θερμα
τα χρωματα , οἱ χυλοι , οἱ ἀτμοι , τα θερμα , τα ψυχρα , τα λεια , τα τραχεα
σιτοφορος χωρα . ὑπερκειται δε της των Ἀμασεων τα τε θερμα ὑδατα των Φαζημωνιτων ὑγιεινα σφοδρα , και το Σαγυλιον
9999949 Στρατοκλης
σε φασιν , Ἀπολλωνιε , τουτι γαρ ἀπηγγειλεν ἐνταυθα και Στρατοκλης ὁ Φαριος ἐντετυχηκεναι σοι φασκων ἐκει , και την
γαρ και Ἁγνιας , ὠ ἀνδρες , και Εὐβουλιδης και Στρατοκλης και Στρατιος ὁ της Ἁγνιου μητρος ἀδελφος ἐξ ἀνεψιων
9999949 ὑπεδεξαντο
πολεις τε και οἰκιας οὐ καλως οὐδ ' ἐν δικῃ ὑπεδεξαντο , ἀλλ ' ὡστε θανατους τε και σφαγας και
νοητων ἡ δε των αἰσθητων ἀυλως και γνωστικως ἐν αὐτοις ὑπεδεξαντο . ὡστε ἐσται αἰσθησις ψυχης δυναμις μερικη γνωστικη ,
9999949 κλητικην
και συνῃρημενη κατα την τελευταιαν συλλαβην ἐχει την αἰτιατικην και κλητικην ὁμοφωνον αὐτῃ , . , . . . ,
κατα τας ἑξης πτωσεις , τουτου χαριν οὐτε κατα την κλητικην φυλαττει αὐτην ἀλλ ' ἀποβολῃ του ς ποιει την
9999949 ἡλισκοντο
οἱ δε πειρωμενοι τουτο ποιειν , πλαγιους ἐχοντες τους ἱππους ἡλισκοντο . Πολυχαρμος μεντοι ὁ Φαρσαλιος ἱππαρχων ἀνεστρεψε τε και
ἐκελευον παλιν ἀναγιγνωσκειν τους νομους και το ψηφισμα , και ἡλισκοντο οἱ τα παρανομα γραφοντες , οὐκ εἰ παντας παραπηδησειαν
9999949 εὐσχημοσυνην
ἐπεγνωσθαι προκειται . Τοιουτεων οὐν ἐοντων των προς εὐδοξιην και εὐσχημοσυνην των ἐν τῃ σοφιῃ και ἰητρικῃ και ἐν τῃσιν
μεν τικτειν και τοις ἐριοις την σκεπην ἁμα και την εὐσχημοσυνην περιποιειν , τωι δε γαλακτι και τωι τυρωι τροφας
9999949 Κολοφωνιων
, ὁπου ποτε ἐν τοις δυσκαταλυτοις πολεμοις το ἱππικον των Κολοφωνιων ἐπικουρησειε , λυεσθαι τον πολεμον : ἀφ ' οὑ
ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω τειχεος ποιευμενους
9999949 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999949 Κελτικης
κυπαρισσου σπερματος # γ , βραθυος # δ , ναρδου Κελτικης # γ , κοστου # β , σμυρνης #
ἐπι τον δια Βορυσθενους παραλληλον , ὁς γε δια της Κελτικης παρωκεανιτιδος ἀν εἰη : τοσουτους γαρ πως διελθοντες συναπτουσι
9999949 χρησαιτο
δε μεγιστον , ἐπιδειξις ἐσται το πραγμα ὁστις ἀν ἀριστα χρησαιτο τῳ πλουτῳ και τῃ εὐχῃ , δηλωσει γαρ οἱος
' ὀλιγων ἱσταμενῳ , μηδε τοις πλειοσιν ἐχειν ὁ τι χρησαιτο . σκεψαι γαρ : πολλους ἀνθρωπους οὐτε χαιρειν τοις
9999949 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999949 ἀποτελευτᾳ
των εὐπλοουντων και εὐτυχουντων . Και το ἀμεινον εἰς τοὐναντιον ἀποτελευτᾳ . Κατ ' αἰγας ἀγριας : ὁμοια τῃ ,
δυσπνοιας ἀπεργαζεται , αἱς ἐπιταθεισαις , εἰς ὀρθοπνοιαν το παθος ἀποτελευτᾳ , ἀπο του σχηματος του πασχοντος την ἐπωνυμιαν του
9999949 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999949 ἀναιδες
και τυχοντος . παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια ἐστιν . ἀναιδες και θρασυ βλεπει . . ἀσπαλαθος : ἀκανθωδες φυτον
. , παρειας . μιαρε ] μεμιασμενε . Ὀρεστα , ἀναιδες . φημ ' ] ναι . λεγω . .
9999949 κεκοινωνηκεν
ἑκαστα , ἁ το περιεχον εἰδος και αὐτο του αὐτου κεκοινωνηκεν ὀνοματος , οὑ δη και το περιεχον εἰδος τα
και χυμῳ το ὁρατον και ἀκουστον και γευστον ἀφοριζεται , κεκοινωνηκεν . ἡνωται γαρ γευσις ἁφῃ μεν τῳ ἀμεσως ποιεισθαι
9999949 προμηθειᾳ
κατηνεχθη και τους παιδας αὐτῳ διδασκαλῳ κατελαβε , θειᾳ δε προμηθειᾳ ὁ Γελων περιῃει μονος , και το γε παραδοξον
ἠδη μελλων ἀνηνυτον και ἀτελη πονον διαθλειν ἐπικουφιζεται ἐλεῳ και προμηθειᾳ του παντων σωτηρος θεου , ὁς ἐχρησεν ἐκ των
9999949 συμπληρουν
οἰκου τε και πολεως και , το μεγιστον , κοσμου συμπληρουν ὀφειλει το ἀπογινομενον τουτων ἑκαστον , ἐαν μελλῃ μητε
και διαβαλλει την πολιν ἐν οἱς λεγει : καθολου δε συμπληρουν δει το παραγραφικον , ἐπαναγοντα ἐπι την διαβολην της
9999949 δεισασα
αὐτον λαγωου δικην ὑποπτηξαντα μη ἀντιστηναι τοις πολεμουσιν αὐτῳ . δεισασα γαρ ] τα δεινα δεισασα ἐξεπεμψε με του μαντειου
ἠλγουν , και ἐπι την ἀρκτον ἱεντο : ἡ δε δεισασα εἰς τι δενδρον ᾑ ποδων εἰχεν ἀνεθει , και
9999948 δωδεκαωρου
τα μεσα της Ὑδρας και τα ὀπισθια του Ὀνου της δωδεκαωρου . και ὁ μεν αʹ δεκανος φερει προσωπον Κρονου
το ὑπολοιπον του Δελτωτου και ἡ οὐρα του Αἰλουρου της δωδεκαωρου . και ὁ μεν αʹ δεκανος φερει προσωπον Ἀρεως
9999948 Θεσσαλονικην
Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την Θεσσαλονικην την ὁμοπατριον ἀδελφην του μεγαλου Ἀλεξανδρου . ἡτις Θεσσαλονικη
, ὡς ἀν γνωριμωτερον εἰη το ἀμυδρως πως παραδηλουμενον ; Θεσσαλονικην γαρ , ὁποια τυγχανει , τῳ λογῳ διαγραψαι καθ
9999948 προαιρετικα
ἐφ ' ἡμιν μεν προαι - ρεσις και παντα τα προαιρετικα ἐργα , οὐκ ἐφ ' ἡμιν δε το σωμα
ἐν ἑαυτοις πορωδεις τε και λιθωδεις συστασεις πηγνυσθαι τε τα προαιρετικα νευρα και τους συνδεσμους και τους τενοντας , ἐπιτηδειως
9999948 Εἰρηνην
κραυγῃ ἐπειθον μη ποιησαι εἰρηνην . Γ ξυλοις ἀπωθουν την Εἰρηνην και ἐξεβαλλον . Γ κατασκευαζεται δε τα τοιαυτα ξυλα
Γ τῳ δε “ ἐστυκοτες ” ἐχρησατο δια το την Εἰρηνην ὡσπερ γεγαμηκεναι αὐτας , την μεν τῳ Τρυγαιῳ ,
9999948 ἀπεδωκεν
ἡ δικαια τυχη της ἀδικου κρατησασα δις περι των αὐτων ἀπεδωκεν ὑμιν βουλευσασθαι τῳ μηδεν ἀνηκεστον ἐψηφισθαι περι ἐμου ,
ὑπερ αὐτου ταπεινως . ὁ δ ' ἀναγνους την ἐπιστολην ἀπεδωκεν μοι αὐτην και ἐφη ὁτι Ἐγω βοηθηθηναι τι ὑπο
9999948 τοιχῳ
ἠν ἐγω ζητουμενος τε ἀει και καλουμενος και προς τῳ τοιχῳ λογων ἀκουων ὡν οὐκ ἀλλοι . το οὐν ἐκ
των ἰσχιων : και ἡ ἐντομη , ἡ ἐν τῳ τοιχῳ τῃ σανιδι , μη εὐθεια ἐστω , ἀλλ '
9999948 Αἰγινης
. . . , : Θεογενης δε ἐν τῳ Περι Αἰγινης οὑτω γραφει : Ἀλλοι δε τινες πιθανωτερον ἐξηγουνται περι
λεγεις . Ταυτα ἐλεγε παρελθων ὁ Ἀριστειδης , φαμενος ἐξ Αἰγινης τε ἡκειν και μογις διεκπλωσαι λαθων τους ἐπορμεοντας :

Back