ἑκαστα , ἁ το περιεχον εἰδος και αὐτο του αὐτου κεκοινωνηκεν ὀνοματος , οὑ δη και το περιεχον εἰδος τα
και χυμῳ το ὁρατον και ἀκουστον και γευστον ἀφοριζεται , κεκοινωνηκεν . ἡνωται γαρ γευσις ἁφῃ μεν τῳ ἀμεσως ποιεισθαι
9999974 ἐχρησατο
, παρα το στομα και τον ὀμφακα . συνθετῳ λεξει ἐχρησατο ἀπο του στοματος και του ὀμφακος , ἱν '
ἰασιν . Και ὁ Πλατων ἐν τῳ Συμποσιῳ οὑτως αὐτῃ ἐχρησατο . Ἁλων δε φορτος ἐνθεν ἠλθεν ἐνθ ' ἐβη
9999973 διεχρησατο
Κρονου . Κρονος δε υἱον ἐχων Σαδιδον ἰδιῳ αὐτον σιδηρῳ διεχρησατο , δι ' ὑπονοιας αὐτον ἐσχηκως , και της
πολεμιοις ἐγενοντο . Τοτε τοινυν ποικιλως αὐτους προτερον αἰκισαμενος ἁπαντας διεχρησατο , τρεις τε μεδιμνους δακτυλιδιων εἰς ἀποδειξιν των ἀνῃρημενων
9999973 μονοσυλλαβως
οἱ γαρ Ἰωνες δισυλλαβως λεγουσιν ὀϊς , οἱ δε Ἀττικοι μονοσυλλαβως και τας οἰς και πολλα του αὐτου γενους .
πατταλου λαβειν : ἐπιμεληθηναι . παυ : το παυσαι λεγουσι μονοσυλλαβως . παυσικαπη : μηχανημα τροχῳ ἐμφερες , δι '
9999973 ἀπηντηκεν
. , . διπλην προς το σχημα , ὁτι πληθυντικως ἀπηντηκεν . . . . . . ἠλυθε διος Ὀρεστης
την οἰκιαν λυπει , μη δυσχερες τι περι τους παιδας ἀπηντηκεν : εἰτα ταυτην ἠθοποιϊαν ἐκτεινας προσθες μετα βαρυτητος ἁμα
9999972 τετελευτηκοτα
πατριδα : ἐν ἡι 〚 καταλαβοντα προσφατως Ἀκαστον τον Πελιου τετελευτηκοτα 〛 παραλαβειν κατα γενος προσηκουσαν την βασιλειαν και τους
παροιμια . λεγεται δε ἐπι των βαρεως φορολογουντων . Τον τετελευτηκοτα μη κακολογει , ἀλλα μακαριζε : . Χιλωνος .
9999972 συμπληρουν
οἰκου τε και πολεως και , το μεγιστον , κοσμου συμπληρουν ὀφειλει το ἀπογινομενον τουτων ἑκαστον , ἐαν μελλῃ μητε
και διαβαλλει την πολιν ἐν οἱς λεγει : καθολου δε συμπληρουν δει το παραγραφικον , ἐπαναγοντα ἐπι την διαβολην της
9999972 ἐστρατευσεν
Πανηγυρικῳ . Κυρειον στρατευμα το μετα Κυρου συναναβεβηκος , ὁτε ἐστρατευσεν ἐπι τον ἀδελφον Ἀρταξερξην : οὑ μετειχε και Ξενοφων
, ἀλλα και ἐκ των πλησιον πολεων , ἀξιολογῳ δυναμει ἐστρατευσεν ἐπι τας Θηβας . ἀντιταχθεντων δε των Θηβαιων ἐγενετο
9999972 Φιλιππος
τους ἐκ της φυγης ἐπανιοντας . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Φιλιππος ὁ των Μακεδονων βασιλευς Μεθωνην μεν ἐκπολιορκησας και διαρπασας
ἠξιωθησαν , ὁ δε [ τουτῳ ] τῳ μαντειῳ βοηθησας Φιλιππος ἀπο τουτων των χρονων ἀει μαλλον αὐξομενος το τελευταιον
9999972 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999972 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999972 τετρασυλλαβως
λεγε προγραμμα . Ὑπαιθρον μη λεγε , ἀλλ ' ὑπαιθριον τετρασυλλαβως . Κοιτων και προκοιτων ἀδοκιμα : χρη οὐν προδωματιον
Τρυφων δ ' ἐν παρωνυμοις „ Ἁλαιος τρισυλλαβως και Ἁλαιαιος τετρασυλλαβως . . . ὡς Ληναιος Ληναιευς , Κρηταιος Κρηταιευς
9999972 στευτο
ἑσταοτ ' ἐν λιμνῃ , ἡ δε προσεπλαζε γενειῳ : στευτο δε διψαων , πιεειν δ ' οὐκ εἰχεν ἑλεσθαι
' ἀμφοτερων ἀπολεψεμεν οὐατα χαλκῳ : ἡ διπλη ὁτι το στευτο κατα διανοιαν ὡριζετο , διεβεβαιουτο , προς τα ἐν
9999972 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999972 Μακεδονικοις
και των γιγαντων μαχη ἐνταυθα μυθευεται γενεσθαι . Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις . : Παρθενοπολις , Μακεδονιας πολις , ἀπο των
την Ὁμολην ἀποδοτεον αὐτοις : εἰρηται δ ' ἐν τοις Μακεδονικοις ὁτι ἐστι προς τῃ Ὀσσῃ κατα την ἀρχην της
9999971 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999971 ξυμμαχων
και Λακεδαιμονιοι ξενηλασιας μη ποιωσι μητε ἡμων μητε των ἡμετερων ξυμμαχων , τας δε πολεις ὁτι αὐτονομους ἀφησομεν , εἰ
' ἀλλον μηδενα τειχος ἐχοντα , το δε πλεον των ξυμμαχων ἐξοτρυνοντων και φοβουμενων του τε ναυτικου αὐτων το πληθος
9999971 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999970 ἀντισπαστικα
ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι λʹ . ὀλοιθ ' ὁς πολει ] ἀντισπαστικα κωλα εʹ ἰσομετρα τοις προ αὐτων . ἐοικε δε
τα μεν ἐστι χοριαμβικα , τα δε εἰ βουλει και ἀντισπαστικα πενθημιμερη και ἑφθημιμερη και ἡμιολια και διμετρα ἀκαταληκτα και
9999970 δειλια
ἐξωθεν προσπιπτοντα και δια τουτο περι φοβους ἠν ἡ τε δειλια και ἡ ἀνδρεια , οὐχ οὑτω και ὁ ἀκολαστος
, δυο το ἑν γενοιτ ' ἀν : ἡ γαρ δειλια κακον και ἀγαθον , το μεν τῃ φυσει το
9999970 Θετταλιας
. το ἐθνικον Μελιευς ὡς Ὑριευς . Μελιβοια , πολις Θετταλιας . Στραβων ἐνατῳ . το ἐθνικον Μελιβοευς , ὡς
των Λακεδαιμονιων συμμαχιαν : αὐτος δε μετα της δυναμεως δια Θετταλιας την πορειαν ποιησαμενος ἡκεν εἰς Διον της Μακεδονιας .
9999970 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999970 δικαστικη
κρισεως και ὁ ἀδικειν νομισθεις μη εἰσπραχθειη πλεον ἠπερ ἡ δικαστικη βουλεται ψηφος . εἰ γαρ μη ὑπηρχον οἱ ταυτα
ταις πολεσιν ἀκολασταινοντας και παρανομουντας ὀρθως κολαζει ; οὐχ ἡ δικαστικη ; Ναι . Ἠ ἀλλην οὐν τινα καλεις και
9999970 ἐξεγενετο
ὀντων δε την πατριδα σημαινει , ἡς ἐξεφυ τις και ἐξεγενετο , ὡσπερ και του ὀμφαλου . ἐαν οὐν τι
σε περι ὡν ἐβουλομην , ἐπειδη μονῳ προς μονον οὐκ ἐξεγενετο . καιρον δ ' ἐχει παντη λεγεσθαι τα καλα
9999970 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999969 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999969 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999969 ἀφροσυνης
ἀν εἰη μειζον κακον [ ἠ ] θαλλουσης και εὐφορουσης ἀφροσυνης ; ἀλλα και „ το ποτηριον Φαραω „ ,
περι τον βιον τεχνην , δει θεωρητικον αὐτον εἰναι της ἀφροσυνης καθαπερ και τον τεχνιτην της ἀτεχνιας , δεδεικται δ
9999969 φαλαγγιου
την των ὀδοντων ἀντιτυπιαν ἐγχριμψαντος δε , ὁ ἐστι του φαλαγγιου πληξαντος , ἀνουτητον και ἀτρωτον το σωμα μενει του
ἀρχομενου του ἐαρος ἐν τοις ὁδοις , και αὐτου του φαλαγγιου τα ὠα , ἐαν λαβῃς εἰς ὀνομα του πασχοντος
9999968 Φοινισσας
. ὁ Φρυνιχος τραγῳδιας ἐγενετο ποιητης : ἐγραψε δε δραμα Φοινισσας ὀνομαζομενον , ἐν ᾡ μεμνηται Σιδωνους τινος . ἀπο
οὐδεπω ἐν τῳ αὐτῳ εἰσιν , ἀλλα τας παρα Τισσαφερνους Φοινισσας ναυς μενοντες , ἀλλως ὀνομα και οὐκ ἐργον ,
9999968 ἀγανακτησας
ἀποδημιαν . Ὁ μεν ταυτα ἐλεγεν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἀγανακτησας ἐπι τῳ ἐλεγχῳ και μη φερων του ὀνειδους την
, ἐβλασφημουν τον νεανιαν ὡς ἀνανδρον : ὁ δ ' ἀγανακτησας και ἐπιλαθομενος του πατρος , συνεβαλε και ἐνικησεν :
9999968 θριδακιναι
μεθ ' ὑδατοϲ και τα ῥοφητα ὠα ἀνευ γαρου και θριδακιναι ἀπεζεϲμεναι . ποτῳ δε ὑδατι παντωϲ χρηϲτεον . διδοναι
ἐδεσματων . μαλιστα δε αὐτων ἁρμοζουσιν αἱ ὑγραι και γλυκειαι θριδακιναι . πεπλυσθωσαν δε ἀκραφνει ψυχρῳ ὑδατι , καλλιστα μεν
9999968 ἐνεστωτα
? [ ] [ ῥηματων ] συζυγια ἐκφερεται κατα τον ἐνεστωτα χρονον [ ] , ἐπι δευτερου και τριτου προσωπου
γαρ εἰς αὐτην δια των ὑποκειμενων γραμματων εἰσεται τα τε ἐνεστωτα και τα προγεγονοτα και τα αὐθις ἐσομενα . ὑπεταξα
9999968 μα
οἰχομαι , το δ ' ἐπι σοι σεσωσμαι . οὐ μα τους θεους , ὠ Κυρε , εἰ ἠν οἱος
μολοι . οὐκ ἀρ ' ἐμολε πρατον οὐθεν ; οὐδε μα Δια δευτερον , τωνδε γ ' ὡν ἁμες νυν
9999968 συνεθετο
Φωκαεας συνθηκας ἠξιου ἐμπεδουν , ἁς ὑπερ της ἐκεινων ἐλευθεριας συνεθετο : οἱ δ ' ἐπεισθησαν και της γης ἐδοσαν
. ὡσπερ ὁ Νεοπτολεμος ἐποιησεν : οὐ γαρ ἐνεμεινεν οἱς συνεθετο τῳ Ὀδυσσει και οὐκ ἠπατησε τον Φιλοκτητην ψευσαμενος ,
9999968 Μεγαρεως
λεοντα ἐν ἱερῳ τοπῳ συνελθων αὐτῃ ἐγκρατης ἐγενετο Ἱππομενης ὁ Μεγαρεως της Ἀταλαντης μηλα χρυσα λαβων παρ ' Ἀφροδιτης ἐκ
ἀποθανειν μεν λεοντα ἐν τῳ Κιθαιρωνι ὑπο Ἀλκαθου πειθομαι , Μεγαρεως δε Τιμαλκον παιδα τις μεν ἐς Ἀφιδναν ἐλθειν μετα
9999968 γεγενημενῳ
οὐκ ἀν ἠγνοειτο . συγχαιρω δε σοι κρειττονι του καιρου γεγενημενῳ : παρα μεν γαρ ἡμων πολυ το πετομενον ,
ἀν ἱκανον το τεταρτημοριον της χοινικος και τῳ ἠδη ἀπεφθῳ γεγενημενῳ δυο κοτυλαι μιχθεισαι ὑδατος και ἐλαιου . χρησαιο δ
9999968 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999968 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999968 μεμαρτυρηκεν
ἀποφευγειν αὐτῳ προσηκει , ἀλλ ' ἀν αὐτος ὡς ἀληθη μεμαρτυρηκεν ἀποφηνῃ . Ἐφ ' ᾡ τοινυν , ὠ ἀνδρες
προσαποτισαι χρηματα . Διος μεν οὑτω περι των προειρημενων ἡμιν μεμαρτυρηκεν . . . οἱ μεν μεθεξιν λεγουσι και αἰτιον
9999968 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999968 συμπερασμα
οὐδε ἀναγκαιον συναγεται , δηλον ἐντευθεν : το γαρ ἀναγκαιον συμπερασμα ἠ ἐξ ἀναγκαιων ἀμφοτερων ἠ της ἀποφατικης ἀναγκαιας οὐσης
, τουτεστιν ὁ ἐλαττων τῳ μειζονι . και οὑτως το συμπερασμα ἀντιστρεψαντες εὑρησομεν και το Α τινι των Β ἐνδεχομενως
9999968 ἐκτησαντο
προσηγοριας , οἱ κατοικισθεντες νεμομενοι πολλην και καρποφορον χωραν μεγαλους ἐκτησαντο πλουτους . πολλοις δε μεταδιδοντες της πολιτειας ἐπι τοσουτο
χωρις πονου νικωντες ἀδοξοι . ὀλιγοι τινες εἰσιν οἱ χαραν ἐκτησαντο χωρις πονων . το ὀλιγοι ἀντι του οὐδεις :
9999968 ναρδος
αὐτης και ἀπο των ἀνω τοπων ἡ δια Προκλαϊδος καταφερομενη ναρδος ἡ Καττυβουρινη και ἡ Πατροπαπιγη και ἡ Καβαλιτη και
ἀντι μαλαβαθρου , κασσια σφαιριτης ἠ ναρδοσταχυς ἠ τρακτυλος ἠ ναρδος Ἰνδικη . ἀντι μαλαχης , τηλις . ἀντι μανδραγορου
9999968 κλητικης
, παλιν ἡ παραθεσις του ἀρθρου το σχημα διελεγξει . κλητικης μεν γαρ ἐστι το Θυεστα : ἀλλ ' ὁπηνικα
ἐλλειπον μεν ῥηματι εὐθειαν ὁμολογει , οὐ τῃδε δε ἐχον κλητικης ἐστιν πτωσεως το τοιουτον , οἱον ὠ Ἑλικων [
9999968 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999968 συμποσια
συμποσιῳ καθηκον ἀναστρεφομενην ἐπιστημην οὐσαν του πως δει ἐξαγεσθαι τα συμποσια , και του πως δει συμπινειν : την δ
πολιτειᾳ , φησιν : ὁ καλουμενος κοτταβος παρηλθεν εἰς τα συμποσια και περι Σικελιαν , ὡς φησιν Δικαιαρχος , πρωτον
9999968 θερμοτητα
εἰσι των τοιουτων χυμων : οὐτε γαρ ἐρευθος ἐπιφερει οὐτε θερμοτητα πολλην , εἰ μη τι σπανιως , ἀλλα και
, αἱ ὑπο ἀρκτικον και ἀνταρκτικον , μια δε δια θερμοτητα , ἡ ὑπο τον ἰσημερινον , ἡ καλειται διακεκαυμενη
9999968 λειποιτο
, και παρυφισταμενοις συμμετροις . εἰ γαρ ἀλλως πολλῳ ταυτα λειποιτο , μονοις χρωμασιν οὐ δει πιστευειν . και δη
και τοις ἐσθημασι των ἀρχομενων κρειττων ὠν ἐν τῳ καλλιονι λειποιτο . Ἐγιγνοντο τοινυν ἀρχαι τουτῳ του μανθανειν , ὁτε
9999967 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999967 χρησαιτο
δε μεγιστον , ἐπιδειξις ἐσται το πραγμα ὁστις ἀν ἀριστα χρησαιτο τῳ πλουτῳ και τῃ εὐχῃ , δηλωσει γαρ οἱος
' ὀλιγων ἱσταμενῳ , μηδε τοις πλειοσιν ἐχειν ὁ τι χρησαιτο . σκεψαι γαρ : πολλους ἀνθρωπους οὐτε χαιρειν τοις
9999967 Φιλιππικοις
και Βιτιαν και Βουχετα . . . Πανδοσια : Δημοσθενης Φιλιππικοις . περι της ἁλωσεως των ἐν Κασσωπιαι πολεων ,
λεγεται και τραπεζικος , οὑ μεμνηται και Δημοσθενης ἐν τοις Φιλιππικοις : τον μεν των χρηματων λογον παρα παντων λαμβανειν
9999967 διεξοδικως
ἠ οὐ ἀποκρινασθαι . Πυσμα δε ἐστι , προς ὁ διεξοδικως ἀπαντησαι δει και δια πλειονων , ὡς ἐχει το
των μεσων , ἁ καλειται διανοητα , ἐπειδη διανυστικως και διεξοδικως αὐτα γιγνωσκομεν δια των συλλογισμων , οἱον τα μαθηματα
9999967 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999967 Λακεδαιμονιοι
σε ἐπιτρεψειν μοι μη ἀποδυεσθαι , και οὐχι ἀναγκασειν καθαπερ Λακεδαιμονιοι : συ δε μοι δοκεις προς τον Σκιρωνα μαλλον
μελετωμεν , ἀλλα καλοις ' ὑποπινοντες ἐν ὑμνοις . και Λακεδαιμονιοι δ ' , ὡς φησιν Ἡροδοτος ἐν τῃ ἑκτῃ
9999967 τριπλασιονα
το ΕΟΖΠΗΡΘΣ πολυγωνον , κορυφη δε το Ν σημειον , τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΒΔ προς την ΖΘ .
ἀρα ἡ Λ σφαιρα προς την ΑΒΓ σφαι - ραν τριπλασιονα λογον ἐχει ἠπερ ἡ ΕΖ προς την ΒΓ .
9999967 ἀπαγγελιαν
ἐτι δε προς τουτοις ἀνασκευαζομεν και κατασκευαζομεν . την μεν ἀπαγγελιαν ἡτις ἐστι , και ἐν τῳ περι της χρειας
γεροντος πιθηκου . Και ταυτα μεν ταυτῃ . Την δε ἀπαγγελιαν βουλονται περιοδων ἀλλοτριαν εἰναι γλυκυτητος ἐγγυς . Ὁ δε
9999967 ἐπαιδευσεν
δυο ὑεις ἐθρεψεν , Μελησιαν και Στεφανον , και τουτους ἐπαιδευσεν τα τε ἀλλα εὐ και ἐπαλαισαν καλλιστα Ἀθηναιωντον μεν
τῳ στρατηγουντι Σαρακηνων ἀνεμνησε με των ἐν Αἰγυπτῳ , οὑς ἐπαιδευσεν ἡσυχαζειν οὑτος ὁ την Παλαιστινην ἡμιν κυβερνων . μοιρα
9999967 διπλασιονι
και τετραγωνον : ὁ μεν οὐν ἀπο μοναδος τριτος ἐν διπλασιονι λογῳ , τετταρα , τετραγωνος ἐστιν , ὁ δε
δε ἐστιν ἡ των λογων ὁμοιοτης . τα γαρ ἐν διπλασιονι λογῳ ὀντα ὁποσα ἀν ᾐ , καθο τοιαυτα ἐστι
9999967 ἀδελφοιν
ἀλλ ' ἁμα ἐν τῳ αὐτῳ ἀποτιστεον διπλην ἐκτισιν δυοιν ἀδελφοιν , την μεν προτεραν τε και πρεσβυτεραν και τροπον
πολεων ἀνοιᾳ . τουτο δε ἀρα εἰδε καλως και τοιν ἀδελφοιν τοιν Παιονοιν ὁ νεωτερος . την γαρ αὐ μεγαλην
9999967 κλητικην
και συνῃρημενη κατα την τελευταιαν συλλαβην ἐχει την αἰτιατικην και κλητικην ὁμοφωνον αὐτῃ , . , . . . ,
κατα τας ἑξης πτωσεις , τουτου χαριν οὐτε κατα την κλητικην φυλαττει αὐτην ἀλλ ' ἀποβολῃ του ς ποιει την
9999967 τρισυλλαβως
ἀνευ του ι . οἱ γαρ Ἰωνες την ἀηδιαν συναλειφοντες τρισυλλαβως γραφουσιν , διο και ἐξεταθη . ἀκυλος : ὁ
τον Ὀλυμπον Ἑστιαιας . το ἐθνικον Ἑστιαιευς . λεγεται και τρισυλλαβως . ἐστι και ἀλλη Ἀκαρνανιας . ὁ πολιτης Ἑστιαιωτης
9999967 παρεγενηθη
Λυδιαν και Φρυγιαν , ἐτι δε Καππαδοκιας τα συνοριζοντα , παρεγενηθη προς τους ὁρους της Κιλικιας και την προς ταις
δε ὁ Διονυσιου κηδεστης ἐκ τε Πελοποννησου και της Ἰταλιας παρεγενηθη ναυς μακρας ἀγων τριακοντα παρα των συμμαχων και ναυαρχον
9999967 φιλοφροσυνην
ἐτι δ ' ἐπει προς , και το τελος φαινεσθαι φιλοφροσυνην . εἰ δε ταυτην προς φιλιαν . ἀλλως την
τους προηκοντας , προς δε τους ὁμηλικας ἀπλαστον ὁμοιοτητα και φιλοφροσυνην , συνεπιτασιν τε και παρορμησιν προς τους νεωτερους φθονου
9999967 ἐσημειωσαντο
ἀριθμος : τεταρτον δε , ὁ και οἱ προσθεν παντες ἐσημειωσαντο , οἱ ἐν τοις ἐλαττοσιν ὁροις λογοι συγκρινομενοι προς
της ἐκλειψεως αὐτης θανατον ἀνθρωπων ἁπανταχου σημαινει . Καθολικως δε ἐσημειωσαντο Αἰγοκερωτι , Ὑδροχοῳ , Ἰχθυσι , Κριῳ ἐκλειψεως γενομενης
9999967 θαυμασμου
” , “ Ποσειδον ” και “ Ἀπολλον ” ἐπι θαυμασμου , ἐπιρρηματικως , ἐκπληκτικον , ἐπι θαυμασμου τουτο .
τα ὑπ ' αὐτων κελευομενα παντας βιουν , σπουδαζοντες μειζονος θαυμασμου και σεμνοτητος τυχειν , ἀνεπλασαν περι αὑτους ὑπερβαλλουσαν τινα
9999967 βραχυτερα
τροπων του ἡλιου πορευομενου ἡμερα ἡ προτερον της ὑστερον ἐστι βραχυτερα , ἐλασσων ἀρα ἡ ἡμερα , ἐν ᾑ ὁ
και δυνασταις , και Παρθυαιοις καιπερ οὐσιν ἐχθροις ἐς τα βραχυτερα : ἐπι δε το μειζον ἐργον οὐκ ἀνεμειναν ἐρχομενους
9999967 ἐκινειτο
ἀν εἰχε τα σωματα ὁπου ἠν οὐδε δι ' οὑ ἐκινειτο , καθαπερ φαινεται κινουμενα . παρα δε ταυτα οὐθεν
αὐτων . φλεγων ] θερμως κινουμενος . . ἐπνει ] ἐκινειτο . . Ἀρην ] καθα τον σιδηρον βλεποντων .
9999967 ἀπετιθεντο
ἀλλα και ἑκαστου των μοναδικων ἀριθμων των ἀχρι δεκαδος ἰδεαν ἀπετιθεντο : ἁπλουστατοι γαρ οὑτοι και εἰδικην ἐχοντες προς ἀλληλους
χρηματα φυλασσοντες , ἁ προτερον κοινῃ οἱ Ἑλληνες ἐν ἀδηλῳ ἀπετιθεντο . „ πληρη μασχαλισματων „ . εἰρηκε τον μασχαλισμον
9999967 ἐρημα
τον Ἐρυμανθον τερπομενη καπροισι και ὠκειῃς ἐλαφοισιν . ἐπει δε ἐρημα λεοντων ταδε τα ὀρη , και μαλα γε εἰκοτως
τις πασων των πολεων πυθηται και ἀκουσῃ τα Σουσα ἀνδρων ἐρημα γενομενα , τουτεστι μη γενοιτο ποτε ἀφανισθηναι την των
9999967 παθητικα
τουτο , ὁτι κακον και προοιμιων και ἐπιλογων ἀλλοτριον : παθητικα γαρ ἐστι κατα φυσιν ἀμφοτερα : και γαρ ἀρετη
ἑξις ἀν γενοιτο ἡ θερμοτης , ἀπο δε του ἀλλοιουντος παθητικα ποοτης ἠ παθους δυναμις λεγεται , οἱον ἐπι του
9999967 τερατωδη
ἀκριβεστατοι ἱστορικοι συγγραφεις τε και γεωγραφοι . τετραπνην τον τετραπνοην τερατωδη ἠ τον δικεφαλον : αἱ γαρ βʹ κεφαλαι δʹ
. . ἀπετεινετο δε προς Ἀρκεσιλαον , ὁτε θεασαμενος ταυρον τερατωδη μητραν ἐχοντα ” οἰμοι , ἐφη , δεδοται Ἀρκεσιλαῳ
9999967 ἐπουσιωδες
. ἑκατερον δε τουτων διττον ἐστιν : και γαρ το ἐπουσιωδες διττον ἐστιν : ἠ γαρ μιᾳ φυσει ἁρμοζει ἠ
. εἰ δε μιᾳ φυσει ἁρμοζει , γινεται το ἰδιον ἐπουσιωδες , ὡς ὁταν εἰπωμεν του μεν ἀνθρωπου ἰδιον εἰναι
9999967 ἑπτακισχιλιων
ἀνῃρεθησαν δε των Ἰλλυριων ἐν ταυτῃ τῃ μαχῃ πλειους των ἑπτακισχιλιων . Ἡμεις δ ' ἐπει τα κατα την Μακεδονικην
μηδε μοιραν των τρισχιλιων , μηδε μερος των ἑξακισχιλιων ἠ ἑπτακισχιλιων . Εἰ δε συμβῃ πλεον του λεχθεντος μετρου εἰναι
9999967 πολυσυλλαβα
, και μητ ' ὀλιγοσυλλαβα πολλα ἑξης λαμβανοντα , μητε πολυσυλλαβα πλειω των ἱκανων , μηδε ὁμοιοτονα παρ ' ὁμοιοτονοις
Περσεφονειαν , παραμιγνυς ἁμα βαρβαρικα τινα και ἀσημα ὀνοματα και πολυσυλλαβα . Εὐθυς οὐν ἁπαντα ἐκεινα ἐσαλευετο και ὑπο της
9999967 λαβουσης
ἡ προς την διπλην ἀνωμαλιαν της σεληνης ὑποθεσις , διορθωσιν λαβουσης της πρωτης : και κατα την μιξιν ἀμφοτερων των
καινον ἐπικειται σχημα . κωνον ἡμισεα τουτο καλουσης γεωμετριας ἀκηκοα λαβουσης ἐντευθε της προσηγοριας την ἀφορμην . τεθεαται τις τυχον
9999967 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999967 γυναικες
' Ἰνους συμφορα χρονον πολυν νυν ὀμμ ' ἐγειρει φιλαι γυναικες , πως ἀν ἐξ ἀρχης δομους Ἀθαμαντος οἰκησαιμι των
. . : δουρι δ ' αὐ Σκυθομητρες ἐπεδραμον εἰτα γυναικες ] οἱ μη τας ἱστοριας ἀκριβως ἐπισταμενοι , ἀλλ
9999966 ὀκτακισχιλιων
τοις Ῥωμαιων διελελυμαστο σωμασι , διαφθαρεντων ἐν μεν τῃ ναυμαχιᾳ ὀκτακισχιλιων , τετρακισχιλιων δε και πεντακοσιων ἑαλωκοτων : του δε
χρονων ἐσχε κωμας ἀξιολογους και πολεις πλειους των μυριων και ὀκτακισχιλιων , ὡς ἐν ταις ἱεραις ἀναγραφαις ὁραν ἐστι κατακεχωρισμενον
9999966 ἐμπειρια
Ἐμοιγε , εἰ μη τι συ ἀλλο λεγεις . Τινος ἐμπειρια ; Χαριτος τινος και ἡδονης ἀπεργασιας . Οὐκουν καλον
, καταπλαγεις το ἀξιωμα των ἀνδρων : μεγαλη γαρ τις ἐμπειρια περι τουτους εἰναι δοκει και παρατηρησις των ἀστρων ἀκριβεστατη
9999966 ἀδικημασι
Ῥωμαιων ἀνακαλουμενων πιστιν , δυο των χιλιαρχων μισοπονηρειν ἐπι τοις ἀδικημασι προσεποιηθησαν . τουτο δε ἐπραττον οὐκ ἐπι τοις γινομενοις
τε και ἐχοντων τας πολεις . ἐπειδη τε τοις ἐκεινων ἀδικημασι και τῳ μισει τῳ δια ταυτα εἰς αὐτους παρα
9999966 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999966 προμηθειᾳ
κατηνεχθη και τους παιδας αὐτῳ διδασκαλῳ κατελαβε , θειᾳ δε προμηθειᾳ ὁ Γελων περιῃει μονος , και το γε παραδοξον
ἠδη μελλων ἀνηνυτον και ἀτελη πονον διαθλειν ἐπικουφιζεται ἐλεῳ και προμηθειᾳ του παντων σωτηρος θεου , ὁς ἐχρησεν ἐκ των
9999966 ἐστρατοπεδευσαντο
. Χειρισοφος μεν οὐν και ὁσοι ἐδυνηθησαν του στρατευματος ἐνταυθα ἐστρατοπεδευσαντο , των δ ' ἀλλων στρατιωτων οἱ μη δυναμενοι
ἀπαγουσιν αὐτους ἀπο του λοφου και προελθοντες ἐς το ὁμαλον ἐστρατοπεδευσαντο ὡς ἰοντες ἐπι τους πολεμιους . Τῃ δ '
9999966 στηριζει
ἀναποδιζει οὑτος ταχεως ἐξελευσεται κενος και ἀπρακτος , εἰ δε στηριζει και οὑτω παλιν ἀπρακτος ἐσται , ἁμα δε και
τῃ φυσει , τα μεν ἐξακοντιζεται , τα δε τουτων στηριζει . ὁ γαρ ἐξακοντιζεται , πυρος παρατριφθεντος οὑτως ἐξ
9999966 διειλημμενη
πολις ἐστιν ἐχυρα , τῳ τε ποταμῳ και ταφρῳ μεγιστῃ διειλημμενη , διο και μαλιστα αὐτης ἐχρῃζεν ὁ Καισαρ ,
φυομενων ἐν αὐτηι καλλιστευειν φασι την μαλακοτητα των ἐριων . διειλημμενη δε πεδιοις ἀξιολογοις και γεωλοφοις , πολιν ἐχει την
9999966 ἐκλειπουσης
, τοις δε παραθαλασσιοις τοποις λοιμον . της δε Σεληνης ἐκλειπουσης ἐν τῃ αʹ τριωρῳ Αἰγυπτιοις νοσους , φονους ,
ἠ και ὑλης ἀει ἐπιτηδειας ἐχομενως ἐμπιπραμενης της δ ' ἐκλειπουσης : ἠ και ἐξ ἀρχης τοιαυτην δινην κατειληθηναι τοις
9999966 δοξαζει
ἡ λυσις του ἠπορημενου . ὁτι γαρ το δοξαζον καθο δοξαζει του δοξαζομενου καθο δοξαζεται ἑτερον ἐστι , λεγοιεν ἀν
και ἡ σχεσις . Ἀριστοτελης δε το ἐπι τοις πολλοις δοξαζει , οὐχι δε και το προ πολλων : φησι
9999966 τερμα
, ὀστεα δ ' ἰσχει γη Μακεδων , ᾑπερ δεξατο τερμα βιου , πατρις δ ' Ἑλλαδος Ἑλλας Ἀθηναι ,
αἰκιζεται ] κολαζει . χαλᾳ ] ἐνδιδωσι . . ἀθλου τερμα ] του καματου τελος . . οὐκ ἀλλο γ
9999966 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999966 φιλοτεχνως
ἐπιμιξιαν ἐξημερωμενοι τας ἀγωγας . οὑτοι τον κασσιτερον κατασκευαζουσι , φιλοτεχνως ἐργαζομενοι την φερουσαν αὐτον γην . αὑτη δε πετρωδης
ποταμου γεφυραν σταδιων πεντε το μηκος κατεσκευασεν , εἰς βυθον φιλοτεχνως καθεισα τους κιονας , οἱ διεστηκεσαν ἀπ ' ἀλληλων
9999966 κτητικης
καθως φησι Τρυφων , την αὐτην ἐχει ἀκολουθιαν , ἐκ κτητικης συντεθεισα και πρωτοτυπου . την γαρ ἀπαραδεκτον του ἀρθρου
τῃ ἁμος . τῃ μεντοι διαιρεσει ἡ πρωτοτυπος διαλλασσει της κτητικης , οὐκετι το αὐτο ἀναδεχομενης . Ἀλκμαν : ὁσαι
9999966 Στρατοκλης
σε φασιν , Ἀπολλωνιε , τουτι γαρ ἀπηγγειλεν ἐνταυθα και Στρατοκλης ὁ Φαριος ἐντετυχηκεναι σοι φασκων ἐκει , και την
γαρ και Ἁγνιας , ὠ ἀνδρες , και Εὐβουλιδης και Στρατοκλης και Στρατιος ὁ της Ἁγνιου μητρος ἀδελφος ἐξ ἀνεψιων
9999966 χαλαν
ποιειϲθαι , καταιονουντα τε και καταπλαττοντα τοιϲ μαλαττειν τε και χαλαν δυναμενοιϲ και τα πνευματα διαλυειν , οἱον κριθινου ἀλευρου
μειζονος δε μετα ξηρασιας μεν και φλεγμονης καταπλασσειν τοις | χαλαν δυναμενοις , μετα καθυγρασμου δε τοις στυφειν ὑπισχνουμενοις ,
9999965 γραφευς
, περι θεων τε και ἡρωων οἱοι εἰσιν , ὡσπερ γραφευς μηδεν ἐοικοτα γραφων οἱς ἀν ὁμοια βουληθῃ γραψαι .
μορον οὐ νοεοντες ἐφισταμενον καταντην Βοϊσκος ἁπο Κυζικου , καινου γραφευς ποιηματος , τον ὀκταπουν εὑρων στιχον , Φοιβῳ τιθησι
9999965 Ἀναξαρχος
ἐπι τον οὐρανον ἀνθρωπους φερουσαν ὁδον Ἀθηναιους εἰδεναι μονους . Ἀναξαρχος δε ὁ εὐδαιμονικος φιλοσοφος , ὡς ἱστορει Σατυρος ,
[ και δογματος ] ὡσπερ ἡ Εὐδαιμονικη : ὁ γαρ Ἀναξαρχος τελος της κατ ' αὐτον ἀγωγης την εὐδαιμονιαν ἐλεγεν
9999965 καλλωπισμα
τῳ ἀναπτειν οἱον ἀνθειν , ἐπειτα δε μαραινεσθαι . . καλλωπισμα . . παντεχνου ] δι ' οὑ πασαι γιγνονται
της Κλυταιμνηστρας δηλοι . ἀγαλματα δε ἀντι του ἀγαλμασι : καλλωπισμα γαρ ἐστιν ἡ κηδεια του νεκρου σωματος . ὁ
9999965 τετραποσι
ζῳων χολαι πασαι δριμυτεραι τε και ξηραντικωτεραι των ἐν τοις τετραποσι , των δε πτηνων αὐτων αἱ τε των ἀλεκτοριδων
φαρμακοις τισι τελευτωσιν . εἰ δε το σχημα ἐν τοις τετραποσι ζῳδιοις ἐστιν , ἐκ συμπτωσεως θνησκουσιν ἠ ἐγγυς του
9999965 κυριευσας
σιτον οὐκ εἰχον , συκα ἐλαβε . διο και Μυουντος κυριευσας , τοις Μαγνησιν ἐχαρισατο το χωριον ἀντι των συκων
συνεφυγον εἰς την ἀκροπολιν , ὁ δε Δημητριος της πολεως κυριευσας τον μεταξυ τοπον των οἰκιων και της ἀκρας κατειχε
9999965 ἑνδεκατης
: ὑπο ποιαν γαρ κατηγοριαν ταυτα ἀναξομεν ; ἠ δεηθωμεν ἑνδεκατης ; ὁπερ ἀτοπον . Ὁπερ ἐμελλε τῳ Ἀριστοτελει τις
ἑως των αὐτων ἡμερινης . Τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ , ἀπο ὡρας ἑνδεκατης και τριων μοριων ὡρας νυκτερινης , ἑως των αὐτων
9999965 ἐλευθερουν
ἁλωσις ὑπο Συρακοσιων . θʹ . Ὡς Ἀκραγαντινοι τους Σικελιωτας ἐλευθερουν ἐπεχειρησαν . ιʹ . Ὡς των Συρακοσιων εἰκοσι ναυς
Λεωτυχιδην συνεδρευσαντες μετα των ἡγεμονων και διακουσαντες των Σαμιων ἐκριναν ἐλευθερουν τας πολεις , και κατα ταχος ἐξεπλευσαν ἐκ Δηλου

Back