πλευρῃς ἀραρυιαι : ἰσθμον δ ' αὐ πεδιον τε Δολιονες ἀμφενεμοντο ἀνερες : ἐν δ ' ἡρως Αἰνηιος υἱος ἀνασσε
αὐται , τῃσιν τοτε κοιρανεεσκεν Ἱππολυτη , νοσφιν δε Λυκαστιαι ἀμφενεμοντο , νοσφι δ ' ἀκοντοβολοι Χαδησιαι . ἠματι δ
9999977 ἀπελαυσαν
. κευθμωνα : το βαθος . ἠντησαν : ἐτυχον , ἀπελαυσαν . ἐρωτος : ἐπιθυμιας . Ἐνθ ' : τοτε
Ἀμαζονας πολεμου δεξαμενη , και ὑστερον δη τους ὑστερους . ἀπελαυσαν δε της μητροπολεως ἀμφοτερα , ἁβροτητας μεν εἰς το
9999975 ἐναλλαγης
των χρονων ἐναλλαγη . Εἰ βουλει ποιησαι την σχηματογραφιαν της ἐναλλαγης του ἐτους μετα και των ταυτῃ ἐγγραφομενων και ἐργασασθαι
ζῳδιου ἐνθα κατηντησεν ὁ χρονος δʹ Και του ὡροσκοπου της ἐναλλαγης ὁτε τυχοι εἰναι τις των κατα πηξιν οἰκων εʹ
9999975 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999975 ἀναιδες
και τυχοντος . παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια ἐστιν . ἀναιδες και θρασυ βλεπει . . ἀσπαλαθος : ἀκανθωδες φυτον
. , παρειας . μιαρε ] μεμιασμενε . Ὀρεστα , ἀναιδες . φημ ' ] ναι . λεγω . .
9999974 τετρασυλλαβως
λεγε προγραμμα . Ὑπαιθρον μη λεγε , ἀλλ ' ὑπαιθριον τετρασυλλαβως . Κοιτων και προκοιτων ἀδοκιμα : χρη οὐν προδωματιον
Τρυφων δ ' ἐν παρωνυμοις „ Ἁλαιος τρισυλλαβως και Ἁλαιαιος τετρασυλλαβως . . . ὡς Ληναιος Ληναιευς , Κρηταιος Κρηταιευς
9999974 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999973 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999973 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999973 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999972 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999972 ἐτραποντο
. ἐκπλαγεντες δε τῳ πραγματι , παιομενοι τε και τιτρωσκομενοι ἐτραποντο . αὐτος τε Ἀρταβανος ἁρπαγεις ὑπο των περι αὐτον
ἀμφοτεροι και , ὡς ἐμαθον το ποιευμενον , προς ἀλκην ἐτραποντο : ὁ μεν δη αὐτων φθανει τα τοξα κατελομενος
9999972 δραστικωτερα
ἀλλων τα φυλλα . ἐπι τοινυν του ἀψινθιου ἡ κομη δραστικωτερα , ὡς ἀν λεπτομερεστερα των ῥιζων ὑπαρχουσα . χρη
θερμαινοντων τε και ξηραινοντων ὁμοιως αὐτῳ : τα γαρ λεπτομερη δραστικωτερα των παχυμερων ἐστι , κἀν ἰσην ἐχῃ την δυναμιν
9999972 κυουσης
μανειην , ὡς ἐκλαθεσθαι Μυρτιου , και ταυτα ἠδη μοι κυουσης παιδιον . Ἐμανης , ὠ Φιλιννα , ἠ τι
' ἐμποριαν ἐν Δελφοις γενομενῳ μετα της γυναικος ἀδηλως ἐτι κυουσης προειπεν ἡ Πυθια χρωμενῳ περι του εἰς Συριαν πλου
9999972 ἀπεδοντο
μεν αὐτεων ἐς Λιβυην , την δε ἐς την Ἑλλαδα ἀπεδοντο , δοκεει ἐμοι ἡ γυνη αὑτη της νυν Ἑλλαδος
ἐνιοι , δοξαν , ὁτι τριακοσιοις ἐτεσιν ὑστερον της κτισεως ἀπεδοντο του λιμενος τα τελη , προτερον δ ' οὐκ
9999972 Σικελικου
ταυτῃ προς ὀρθας ἀπο της ἑσπερας δια στηλων και του Σικελικου πορθμου μεχρι της Ῥοδιας και του Ἰσσικου κολπου ,
πολλων και ἑκουσιων πειραν λαβειν , ἁτε πολλακις δια του Σικελικου πελαγους κομισθεντα . φερε δη προς αὐτης της ἐν
9999971 Μουσα
: και τῳ μεν αʹ δεκανῳ παρανατελλουσιν ὁ Ἁιδης και Μουσα λυριζουσα και ὁ Πορθμευς και μερος της Ἀχερουσιας λιμνης
την αὐτην ἐχει ὀρθην και κλητικην . Δυϊκα . Τα Μουσα , τα μαια , τα σφαιρα : πασα δοτικη
9999971 ἀντιλαμβανομεθα
αὐτον . Ὁταν γουν εἰς τι σκευος ἐγχεωμεν τι , ἀντιλαμβανομεθα ἐξιοντος του ἐν αὐτῳ πνευματος , και μαλιστα ,
παντα μιξεις πολυπλοκωτατας ἐχοντα και κρασεις . αὐτικα των χρωματων ἀντιλαμβανομεθα πως ; ἀρ ' οὐ συν ἀερι και φωτι
9999971 Λακεδαιμονιοι
σε ἐπιτρεψειν μοι μη ἀποδυεσθαι , και οὐχι ἀναγκασειν καθαπερ Λακεδαιμονιοι : συ δε μοι δοκεις προς τον Σκιρωνα μαλλον
μελετωμεν , ἀλλα καλοις ' ὑποπινοντες ἐν ὑμνοις . και Λακεδαιμονιοι δ ' , ὡς φησιν Ἡροδοτος ἐν τῃ ἑκτῃ
9999971 αἰσθητικης
ἀτμων τας του πνευματος ἐξοδους ἐπιφραττοντων : κἀντευθεν της μεν αἰσθητικης δυναμεως μη ἐξοχετευομενης τῳ προσιστασθαι τους τυχοντας χυμους ,
καθολικωτερας και ζωα κοινωνει και φυτα , και της μεν αἰσθητικης ἀρχης αὑτη χωριζεται , οὐδεν δε ταυτης ἀνευ μετεχει
9999971 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999971 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999971 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999971 φιλοτεχνως
ἐπιμιξιαν ἐξημερωμενοι τας ἀγωγας . οὑτοι τον κασσιτερον κατασκευαζουσι , φιλοτεχνως ἐργαζομενοι την φερουσαν αὐτον γην . αὑτη δε πετρωδης
ποταμου γεφυραν σταδιων πεντε το μηκος κατεσκευασεν , εἰς βυθον φιλοτεχνως καθεισα τους κιονας , οἱ διεστηκεσαν ἀπ ' ἀλληλων
9999971 προσεταξε
ἡ ὀρεξις και ἡττατο της φυσεως , τηνικαυτα οὐκ ἐνεγκων προσεταξε τον παιδα πριασθαι την λοπαδα . ἐπει δε ἐφατο
ἐπενοησε τι τοιουτο . την μεν ἀλλην δυναμιν παραδους Πιθωνι προσεταξε κατα σχολην ἀκολουθειν , αὐτος δε τους ἱππεις ἀναλαβων
9999970 συνεθετο
Φωκαεας συνθηκας ἠξιου ἐμπεδουν , ἁς ὑπερ της ἐκεινων ἐλευθεριας συνεθετο : οἱ δ ' ἐπεισθησαν και της γης ἐδοσαν
. ὡσπερ ὁ Νεοπτολεμος ἐποιησεν : οὐ γαρ ἐνεμεινεν οἱς συνεθετο τῳ Ὀδυσσει και οὐκ ἠπατησε τον Φιλοκτητην ψευσαμενος ,
9999970 ᾐσθοντο
ἀτιμον ἐχων , τοτε γαιαν ἀρωσεις . Οὐδε γαρ Λοκροι ᾐσθοντο θειας διανοιας προτερον , ἠ σε αὐτοις τουτου προξενον
αὐτοις το ἀληθες εἰωθεν . οἱ γε μην πομπιλοι μακροθεν ᾐσθοντο δικην εὐρινου κυνος το θηραμα ἑλουσης ταχιστα , και
9999970 κτητικης
καθως φησι Τρυφων , την αὐτην ἐχει ἀκολουθιαν , ἐκ κτητικης συντεθεισα και πρωτοτυπου . την γαρ ἀπαραδεκτον του ἀρθρου
τῃ ἁμος . τῃ μεντοι διαιρεσει ἡ πρωτοτυπος διαλλασσει της κτητικης , οὐκετι το αὐτο ἀναδεχομενης . Ἀλκμαν : ὁσαι
9999970 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999970 πιουσα
' ὑδαρες οὐτ ' ἀκρατον . οἰδ ' ἐγω ποτε πιουσα . ἐαν δε τοὐργαστηριον ποιητε περιβοητον , κατασκεδω ,
ἐμβαπτουσα ἐς μελι , και μελικρητον χλιερον ὁσον κοτυλας τεσσαρας πιουσα , ἐπειτα , ἐπην φαγῃ , σμικρον ἐπισχουσα ,
9999970 Αἰνησιδαμου
τοις ἀνω συναπτεον ὡς προειρηκα , και το πρεπει τον Αἰνησιδαμου ἀπο ἀλλης ἀρχης : ὁ δε Θηρων του σπερματος
. . . . , : Θηρων , υἱος ἠν Αἰνησιδαμου : εἰχε δε συγγενη Καπυν και Ἱπποκρατην , οἱτινες
9999970 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999970 Αἰσχυλος
ἐπι πλου τιθεασιν , πλην και ἐπι ὁδοιποριας , ὡς Αἰσχυλος και Ἀριστοφανης . . , : ἀκταινωσαι . .
: . . . φοιταις ἐπι δειπνον ἀνηστις , και Αἰσχυλος ἐν Φινει : × – ἀνηστις δ ' οὐκ
9999970 Κορινθιου
Μονιμος Συρακοσιος μαθητης μεν Διογενους , οἰκετης δε τινος τραπεζιτου Κορινθιου , καθα φησι Σωσικρατης . προς τουτον συνεχες ἀφικνουμενος
ὀψοφαγος Ἀπολλων . ὁτι ἐν Πισσατιδι γραφη ἀνακειται Κλεανθους του Κορινθιου ἐν ᾑ Ποσειδων πεποιηται θυννον τῳ Διι προσφερων ὠδινοντι
9999970 ἐπαιδευσεν
δυο ὑεις ἐθρεψεν , Μελησιαν και Στεφανον , και τουτους ἐπαιδευσεν τα τε ἀλλα εὐ και ἐπαλαισαν καλλιστα Ἀθηναιωντον μεν
τῳ στρατηγουντι Σαρακηνων ἀνεμνησε με των ἐν Αἰγυπτῳ , οὑς ἐπαιδευσεν ἡσυχαζειν οὑτος ὁ την Παλαιστινην ἡμιν κυβερνων . μοιρα
9999970 τριακοσιοι
Καναι μαλιστα ἀντικεινται τῃ νησῳ και συναπαρτιζουσι , σταδιοι εἰσι τριακοσιοι τετταρακοντα : ἐντευθεν δ ' ἐπι Σιγριον , ὁπερ
ἐξ Ἐφεσου μεχρι Σμυρνης ὁδος μεν ἐστιν ἐπ ' εὐθειας τριακοσιοι εἰκοσι σταδιοι : εἰς γαρ Μητροπολιν ἑκατον και εἰκοσι
9999970 διπλασιονι
και τετραγωνον : ὁ μεν οὐν ἀπο μοναδος τριτος ἐν διπλασιονι λογῳ , τετταρα , τετραγωνος ἐστιν , ὁ δε
δε ἐστιν ἡ των λογων ὁμοιοτης . τα γαρ ἐν διπλασιονι λογῳ ὀντα ὁποσα ἀν ᾐ , καθο τοιαυτα ἐστι
9999970 μονογενες
. ἐκ παραγωγης . Παν εἰς ΟΝ ὑπερ τρεις συλλαβας μονογενες κυριον ἠ προσηγορικον ἠ ὑποκοριστικον προπαροξυνεται : Περγαντιον Αἰαντιον
πρεσγυς πρεσγυος . Ἰστεον δε ὁτι το πρεσβυς οἱ τεχνικοι μονογενες λεγουσιν εἰναι , και ὁτι ἐπειδη μονογενες ἐστιν ὠφειλε
9999970 συνεστησε
ψυχαγωγησοιτο , τουτῳ δη θεος ἐπιβουλευσας αὐτῳ την ἡπατος ἰδεαν συνεστησε και ἐθηκεν εἰς την ἐκεινου κατοικησιν , πυκνον και
αὐτικα παραλυει της ἀρχης , ἀλλο δε περι αὑτον ἑταιρικον συνεστησε . και ὁ μεν Ἀβλαβιος τα περι Βιθυνιαν χωρια
9999970 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999970 ἀφαιρουσα
ἐαν δε τῳ ♀ ἠ ☿ συσχηματισθη κατα την κατακλισιν ἀφαιρουσα τοις ἀριθμοις ἠ και τῳ φωτι ληγουσα , μειωθησεται
ἐν τοις ἐκλειπτικοις μητε κατα μηκος ἠ πλατος τοις ἀριθμοις ἀφαιρουσα μητε εἰη ἐν τῳ νοτιῳ περατι μητε ἐν ταις
9999970 ὑπηκουσα
οἱου του Πλωτινου μεγαλου εἰ και παλαι διαβεβοημενα ὁλοσχερεστερον γνωναι ὑπηκουσα και νυν ἡκω ἀποδιδους σοι τα ἐπηγγελμενα ἐν τρισιν
γην πλεῃ . ὁ δε ἀπεκρινατο ὁτι μολις ἀν σου ὑπηκουσα , εἰ παρα την θαλασσαν ἐμελλες πεζευειν και μη
9999969 διδασκουσα
χρησεται , ἡ παρθενος δε ἑπεται κοσμιως το θηλυ χορευειν διδασκουσα , ὡς εἰναι τον ὁρμον ἐκ σωφροσυνης και ἀνδρειας
λεγεται . λεγεται γαρ το ὀργανον και ἡ μεθοδος ἡ διδασκουσα ἡμας το πως δει ἀποτελειν και ἐργαζεσθαι τα ἐν
9999969 βουλευμασι
χρηστον στρατηγον , ἀλλα μαλιστα μεν ἡκιστα κινδυνευειν και τοις βουλευμασι μαλλον ἠ ταις χερσι πολεμειν , ὡσπερ και Λακεδαιμονιοις
λαβροσσυτος και ταχεια και ἀγαν ὁρμητικη , δαμασθεισα μηδεσι και βουλευμασι της Ἡρας , ἐπικοτοις και ὀργιλοις και μανικοις .
9999969 παθητικα
τουτο , ὁτι κακον και προοιμιων και ἐπιλογων ἀλλοτριον : παθητικα γαρ ἐστι κατα φυσιν ἀμφοτερα : και γαρ ἀρετη
ἑξις ἀν γενοιτο ἡ θερμοτης , ἀπο δε του ἀλλοιουντος παθητικα ποοτης ἠ παθους δυναμις λεγεται , οἱον ἐπι του
9999969 ἡλισκοντο
οἱ δε πειρωμενοι τουτο ποιειν , πλαγιους ἐχοντες τους ἱππους ἡλισκοντο . Πολυχαρμος μεντοι ὁ Φαρσαλιος ἱππαρχων ἀνεστρεψε τε και
ἐκελευον παλιν ἀναγιγνωσκειν τους νομους και το ψηφισμα , και ἡλισκοντο οἱ τα παρανομα γραφοντες , οὐκ εἰ παντας παραπηδησειαν
9999969 Φιλιππος
τους ἐκ της φυγης ἐπανιοντας . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Φιλιππος ὁ των Μακεδονων βασιλευς Μεθωνην μεν ἐκπολιορκησας και διαρπασας
ἠξιωθησαν , ὁ δε [ τουτῳ ] τῳ μαντειῳ βοηθησας Φιλιππος ἀπο τουτων των χρονων ἀει μαλλον αὐξομενος το τελευταιον
9999969 ἐστρατευσεν
Πανηγυρικῳ . Κυρειον στρατευμα το μετα Κυρου συναναβεβηκος , ὁτε ἐστρατευσεν ἐπι τον ἀδελφον Ἀρταξερξην : οὑ μετειχε και Ξενοφων
, ἀλλα και ἐκ των πλησιον πολεων , ἀξιολογῳ δυναμει ἐστρατευσεν ἐπι τας Θηβας . ἀντιταχθεντων δε των Θηβαιων ἐγενετο
9999969 δημιουργου
ὀντα εἰπε νοητα εἰτε και αἰσθητα κατα ἀριθμον ὑπο του δημιουργου νου και της ἀρρητου τουτου σοφιας και του παναγιου
γοναι της θεου , κεφαλαιον μεν εἰπειν ὁτι του παντων δημιουργου και βασιλεως παις ἐστι μονη δη μονου . οὐ
9999969 γλωσσων
ἁμαξαι ἁμαξων , τραπεζαι τραπεζων , ἀελλαι ἀελλων , γλωσσαι γλωσσων , χωρις του ἀφυαι ἀφυων : παρεσχηματισμενον δε ἀρσενικῳ
, την ἐξηγησιν κατα τους ἐνυπαρχοντας τροπους , την των γλωσσων και ἱστοριων προχειρον ἀποδοσιν , την της ἐτυμολογιας εὑρεσιν
9999969 φιλοφροσυνης
, ἀφ ' ὡν ἐχει τις , ἀμειβεσθαι τους της φιλοφροσυνης ὑπαρξαντας . ὁ γηπονος τιμᾳ τοις δραγμασιν , ὁ
ἐγιγνοντο , οὐ γαρ πινειν πολυν οἰνον Ἀλεξανδρον , ἀλλα φιλοφροσυνης της ἐς τους ἑταιρους . Ὁστις δε κακιζει Ἀλεξανδρον
9999969 ἀπηρχοντο
ἐτραγῳδουν , ἀκολουθουντες τῳ αὐλῳ , ἠ προς την κωμην ἀπηρχοντο συν τῳ αὐλῳ , οἱον ἐστι και το Κωμαζω
Ἀθηνων γυναικες ἐπι των ἀμαξων ὀχουμεναι ἐς τα μεγαλα Ἐλευσινια ἀπηρχοντο . ὡς ἐπι ἀμαξων οὐν ὀχουμενων αὐτων , ἐπαν
9999969 ἐπιζευχθεισα
. ἀχθεισης γαρ παλιν καθετου ἐπι την ΑΘ της ΓΚ ἐπιζευχθεισα ἡ ΒΚ καθετος ἐσται ὁμοιως ἐπι την ΑΘ .
δε του Ν τῃ ΖΛ παραλληλος ἡ ΝΟΞ , και ἐπιζευχθεισα ἡ ΘΛ ἐκβεβλησθω ἐπι το Ξ , και δια
9999969 κτητικην
ἠ ὁτι τα ἐπιμεριζομενα , μερη ὀντα ὁλου ἀθροισματος , κτητικην συνταξιν ἀπῃτει , δι ' ἀλλης δε πτωσεως οὐκ
. γαρ πρωτω γαρ και δαιτος ἀκουαζεσθον ἐμειο συνηρπασται εἰς κτητικην συνταξιν : ἀμεινον γαρ τῳ ῥηματι συντασσειν Ὁμηρικωτερον λειπουσης
9999969 βραχυτερα
τροπων του ἡλιου πορευομενου ἡμερα ἡ προτερον της ὑστερον ἐστι βραχυτερα , ἐλασσων ἀρα ἡ ἡμερα , ἐν ᾑ ὁ
και δυνασταις , και Παρθυαιοις καιπερ οὐσιν ἐχθροις ἐς τα βραχυτερα : ἐπι δε το μειζον ἐργον οὐκ ἀνεμειναν ἐρχομενους
9999969 ἀπεδωκεν
ἡ δικαια τυχη της ἀδικου κρατησασα δις περι των αὐτων ἀπεδωκεν ὑμιν βουλευσασθαι τῳ μηδεν ἀνηκεστον ἐψηφισθαι περι ἐμου ,
ὑπερ αὐτου ταπεινως . ὁ δ ' ἀναγνους την ἐπιστολην ἀπεδωκεν μοι αὐτην και ἐφη ὁτι Ἐγω βοηθηθηναι τι ὑπο
9999969 κατεστρεψατο
, ἠρχε νομιμως των Αἰγυπτιων και μεγαλης ἐτυγχανεν ἀποδοχης . κατεστρεψατο δε και τας ἐν Κυπρῳ πολεις και πολλα των
των ἐθνων ἀκολουθως Κτησιᾳ τῳ Κνιδιῳ πειρασομεθα συντομως ἐπιδραμειν . κατεστρεψατο μεν γαρ της παραθαλαττιου και της συνεχους χωρας την
9999969 διεξοδικως
ἠ οὐ ἀποκρινασθαι . Πυσμα δε ἐστι , προς ὁ διεξοδικως ἀπαντησαι δει και δια πλειονων , ὡς ἐχει το
των μεσων , ἁ καλειται διανοητα , ἐπειδη διανυστικως και διεξοδικως αὐτα γιγνωσκομεν δια των συλλογισμων , οἱον τα μαθηματα
9999968 Ἀφροδιτης
μετεωρῳ μεν ᾠκισται , θεας δε αὐτοθι ἀξια το μεν Ἀφροδιτης ἐστιν ἱερον , το δε Ἀσκληπιου και ἀγαλμα ὀρθον
την Νικοπολιν και το Ζεφυριον , ἀκρα ναϊσκον ἐχουσα Ἀρσινοης Ἀφροδιτης : το δε παλαιον και Θωνιν τινα πολιν ἐνταυθα
9999968 Ἀρεθουσης
Θισβην , εἰκη δε πραγματα ἐχειν τον Ἀλφειον ἐρωντα της Ἀρεθουσης . Και δη ἐγω Νικας μεν και Ἐρωτας ἐπτερωμενους
νησους τας τε Κυκλαδας και την Εὐβοιαν , ὡστε της Ἀρεθουσης τας πηγας ἀποτυφλωθηναι , συχναις δ ' ἡμεραις ὑστερον
9999968 μνημης
Ὀρθως μην ἐχει , διωρισμενων των τετταρων , ἑνος ἑκαστου μνημης ἑνεκα ἐφεξης αὐτα καταριθμησασθαι . Τι μην ; Πρωτον
. ὡς γαρ εἰδε το σταδιον , ἰλιγγιασας ἐξενηνεκτο της μνημης και ἐβοα μηδε τοτε πεπαυσθαι τον γοητα ἐμε :
9999968 ἐνδιαιτημα
τουτοις διακεκοσμημενος ἰτω θαρρων εἰς οἰκειοτατον αὐτῳ τον νεων , ἐνδιαιτημα παντων ἀριστον , ἱερειον ἐπιδειξομενος αὑτον : ὁτῳ δ
ἐπιθυμιας , λογῳ μεν ὡς ἡγεμονι την ἀκραν ἀπενειμαν οἰκειοτατον ἐνδιαιτημα κεφαλην , ἐνθα και | των αἰσθησεων αἱ του
9999968 κυριευσας
σιτον οὐκ εἰχον , συκα ἐλαβε . διο και Μυουντος κυριευσας , τοις Μαγνησιν ἐχαρισατο το χωριον ἀντι των συκων
συνεφυγον εἰς την ἀκροπολιν , ὁ δε Δημητριος της πολεως κυριευσας τον μεταξυ τοπον των οἰκιων και της ἀκρας κατειχε
9999968 ἰδιως
. Ἀνδρομεδᾳ : ” διδου δαφοινον μασθλητα διγονον ” . ἰδιως μεντοι διδασκαλους οἱ Ἀττικοι τους μουσικους βουλονται καλειν .
των ἐν κηπῳ , και γεωργον ὁρωμενον και κηπουρον . ἰδιως δε ὁ κηπος πορνοβοσκοις συμφερει δια τα πολλα σπερματα
9999968 Πελοπιδων
δομος ἀσυστατοισι δεσποτων κεχρημενος τυχαις , ἀλαστωρ τ ' εἰσπεπαικε Πελοπιδων . ἀστυτος οἰκος , κοὐτε βυσαυχην θεας Δηους συνοικος
την Τροιαν ἀφικομενης . πρωτον μεν γαρ τους Ἡρακλειδας των Πελοπιδων ἀμεινους ἡγουντο ἀρχοντων ἀρχοντας ἐχειν , ἐπειτ ' αὐ
9999968 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999968 Μελικερτου
: ἡ ἱστορια εὐγνωστος ἐστι παρα πασι του ἀγωνος του Μελικερτου κουρον ] τον νεον Σισυφιδαι δε , οἱ Κορινθιοι
Εὐρυκλειαν . Οὑτοι ὑπο Ἀθαμαντος μανεντος κατετοξευθησαν . Μετα δε Μελικερτου ἡ Ἰνω ἐρριψεν ἑαυτην εἰς την προς τῳ Μολουριῳ
9999968 δριμυτατου
, μια δε του νιτρου . μετα δ ' ὀξους δριμυτατου καταπλαστεον , και πυρινον δ ' ἀλευρον συν δαφνισι
χρονιους λειχηνας . ] Καππαρεως φυλλα τριψας μετ ' ὀξους δριμυτατου μετα ἰσου μελιτος ἐπιτιθει . ἀλλο . λαπαθου φλοιον
9999968 νοτιωτερα
ἐξ ἀρχης , ὁτι οὐ μεταθετεον την Ἰνδικην ἐπι τα νοτιωτερα , ὡσπερ Ἐρατοσθενης ἀξιοι , σαφες ἀν γενεσθαι τουτο
τον ἡλιον κινουμενη παραλλαττει τῳ πλατει , ἠ βορειοτερα ἠ νοτιωτερα γινομενη . ὁταν μεντοι το πλατος αὐτης κατα τον
9999968 δακτυλιος
ψυχῃ : ὡν γαρ εἰσηγαγεν ἑκαστη των αἰσθησεων , ὡσπερ δακτυλιος τις ἠ σφραγις ἐναπεμαξατο τον οἰκειον χαρακτηρα : κηρῳ
τυχοι , Ἀχιλλεως και κηρια πολλα παρακειμενα , ὁ δε δακτυλιος σφραγιζετω τους κηρους παντας . ὑστερον δε τις εἰσελθων
9999968 ἀκουσμα
. ἀκουσεσθε δε Ἀριστοφανης . , . . , . ἀκουσμα : οὐκ ἀκροαμα φασι τινες λεγειν τους Ἀττικους .
ἀνηκουστειν , ἀνηκουστον ὡς Ξενοφων , ἀνηκοως , ἀνηκουστια , ἀκουσμα : Αἰσχινης δ ' ὁ ῥητωρ και ἀκροαμα εἰπεν
9999968 κατεσκευαζεν
“ τοσουτονι ” : ἐστι δε ἀττικον . ἐγλυφεν ] κατεσκευαζεν , γλυφων ἐποιει . ναυς τ ' ἐγλυφεν ]
προσδεχομενος την πολιορκιαν , τα περι τον εἰσπλουν του λιμενος κατεσκευαζεν : εἰς μεν γαρ τα βραχη του λιμενος πλοια
9999968 λιμενες
πινακες οἱ πτυκτοι : ἀλλαι γαρ ἀλλους ἀκραι σχηματιζουσι : λιμενες δε και ἀναπαυσεις μυριαι . φαιης ἀν αὐτον ἐοικεναι
κολπου . μετα δε Γλυκυν λιμενα ἐφεξης εἰσι δυο ἀλλοι λιμενες , ὁ μεν ἐγγυτερω και ἐλαττων Κομαρος ἰσθμον ποιων
9999968 ἀνατολικα
δε τα νοτια καλουσιν . Ὁμηρος δεξια μεν καλει τα ἀνατολικα , ἀριστερα δε τα δυτικα δια τουτων : εἰτ
ὀψις , ἡ προς τῳ Δ σημειῳ , και ἐστω ἀνατολικα μεν μερη τα Γ , δυτικα δε τα Α
9999968 ἀποδοθειη
τινα ψιλην δυσκρασιαν , οὐκ ἀν ἡ ἐπι το συμμετρον ἀποδοθειη μεταβολη , μη προτερον αὐτοις ἐπιγεγονοτος παχους . Ἐκεινα
. Μετα δε την ἀποτεξιν , εἰ το χοριον μη ἀποδοθειη , οὐ χρη ἀποσπαν βιᾳ ἀλλα πταρμον κινειν ,
9999968 ἐπουσιωδες
. ἑκατερον δε τουτων διττον ἐστιν : και γαρ το ἐπουσιωδες διττον ἐστιν : ἠ γαρ μιᾳ φυσει ἁρμοζει ἠ
. εἰ δε μιᾳ φυσει ἁρμοζει , γινεται το ἰδιον ἐπουσιωδες , ὡς ὁταν εἰπωμεν του μεν ἀνθρωπου ἰδιον εἰναι
9999968 ὑπομνημα
εἰρησθαι . δειγμα δε ἑν ἐξαρκεσει , οὑ και το ὑπομνημα ὀψει . καλουσι γαρ σε ἠρος ὡρᾳ πρωτῃ Διονυσιοις
παρεχοντος θεου την ἀρχαιοτητα των παρ ' ἡμιν γραμματων , ὑπομνημα σοι ποιουμενος δι ' ὀλιγων , ὁπως μη ὀκνησῃς
9999968 γεγενημενῳ
οὐκ ἀν ἠγνοειτο . συγχαιρω δε σοι κρειττονι του καιρου γεγενημενῳ : παρα μεν γαρ ἡμων πολυ το πετομενον ,
ἀν ἱκανον το τεταρτημοριον της χοινικος και τῳ ἠδη ἀπεφθῳ γεγενημενῳ δυο κοτυλαι μιχθεισαι ὑδατος και ἐλαιου . χρησαιο δ
9999967 λαμβανοιεν
δυο αἰτιαϲ , ἠ διψῃ πολλῃ πιεζομενοι , εἰ μη λαμβανοιεν ποτον , ἠ λαμβανοντεϲ ποτον ἀπο πολληϲ πληρωϲεωϲ ἠ
ἐτι του Εὐκτημονος , μισθωται δε αὐτοι γενομενοι τας προσοδους λαμβανοιεν . Και ἐπειδη πρωτον τα δικαστηρια ἐπληρωθη , ὁ
9999967 κληθεισαν
ὁς και την της Νεαιρας θυγατερα Στρυμβηλην την ὑστερον Φανω κληθεισαν ὡς ἰδιαν θυγατερα ἐξεδοτο Φραστορι τῳ Αἰγιαλει , ὡς
Δαρδανον τῳ κατακλυσμῳ φασιν ἐκ Σαμοθρᾳκης εἰς την ὑστερον Τροιαν κληθεισαν διανηξαμενον σωθηναι . Δεει δε τους ἐκ του ὑδατος
9999967 ἐμπειρια
Ἐμοιγε , εἰ μη τι συ ἀλλο λεγεις . Τινος ἐμπειρια ; Χαριτος τινος και ἡδονης ἀπεργασιας . Οὐκουν καλον
, καταπλαγεις το ἀξιωμα των ἀνδρων : μεγαλη γαρ τις ἐμπειρια περι τουτους εἰναι δοκει και παρατηρησις των ἀστρων ἀκριβεστατη
9999967 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999967 συνεβουλευε
. Ταυτα λεγοντα ὁ Χαριδημος ἐδεξατο , και τῳ Ἰσοδημῳ συνεβουλευε , μεταστηναι ἐπ ' ἐνιαυτον . Ὁ δε οἱα
και ὑποθεσις αὐταρκης : ἐκκοπτειν γαρ ἀει και κολουειν αὐτῳ συνεβουλευε τους ὑπερεχοντας , ὡν ἁρπαζων τας οὐσιας ῥᾳστα πλουσιωτατος
9999967 προμηθειᾳ
κατηνεχθη και τους παιδας αὐτῳ διδασκαλῳ κατελαβε , θειᾳ δε προμηθειᾳ ὁ Γελων περιῃει μονος , και το γε παραδοξον
ἠδη μελλων ἀνηνυτον και ἀτελη πονον διαθλειν ἐπικουφιζεται ἐλεῳ και προμηθειᾳ του παντων σωτηρος θεου , ὁς ἐχρησεν ἐκ των
9999967 ἀπολογιᾳ
Μενανδρου Σικυωνιου . Παλληνευς : Ὑπερειδης ἐν τῃ ὑπερ Χαιρεφιλου ἀπολογιᾳ . Παλληνη δημος της Ἀντιοχιδος . το δε ἐκ
πεπραγμενα , ἀλλα τα εἰκοτα , ἐν τε κατηγοριᾳ και ἀπολογιᾳ , και παντως λεγοντα το δη εἰκος διωκτεον εἰναι
9999967 τελειοτατη
κοσμικης ἐστι φυσεως , και ὁπως ἡ νοερα ταυτης ἐπικρατει τελειοτατη ἐνεργεια : ὡστε οὐδ ' ὁπερ ἐκ των Ὁμηρικων
τουτο και ἡδονης . ἐστι μεν οὐν ἡ ἀριστη και τελειοτατη των ἡδονων ἡ αὐτη καθ ' αὑτην της ψυχης
9999967 Σικελιαι
νησος ἡ προσαγορευομενη Σαρδω , τωι μεν μεγεθει παραπλησιος τηι Σικελιαι , κατοικουμενη δ ' ὑπο βαρβαρων των ὀνομαζομενων Ἰολαειων
Σικελιαν μετοικησαντων , ἀλλοι Σαμιον , ἀλλοι Μεγαρων των ἐν Σικελιαι . ἠν δε προ των Περσικων [ ] ἐτη
9999967 ἐτρεποντο
ταυτας ἀκριβως πληρουντες , το δε λοιπον προς την πολιορκιαν ἐτρεποντο . Ἀνηγετο μεν ὁ Ἡρακλεωτικος στολος προς τας ἐπιπλεουσας
παντι θυμῳ τοις πολεμιοις ἐμβαλωμεν : και δη προθυμως ἐμβαλοντες ἐτρεποντο τους βαρβαρους . Λεπτινης , Καρχηδονιων ἐπεκεινα του Παχυνου
9999967 διεταξατο
ὑφηγησεως , μεμηνυται . λεκτεον δε ἁ και τοις ἐπειτα διεταξατο , εἰ και μη πανταοὐ γαρ ῥᾳδιον , τα
. . , : ὁ μεντοι Εὐδημος εὐλαβεστερον περι τουτου διεταξατο ἐν τῳ τεταρτῳ των φυσικων γραφων οὑτως : τα
9999967 ποιησομεθα
ἑκαστην αὐτων , λεγω δη των Ἐμπειρικων και Μεθοδικων , ποιησομεθα . ἐστι δε ἰδια των Ἐμπειρικων ταυτα : ἡ
ἀριθμων ἠ αἰσθητως δι ' ἀκοης ἀναληπτεον . ὁρους τοινυν ποιησομεθα τουτο θεωρειν πειρωμενοι προσλαμβανομενον μεν θ͵σιϚ : μεση δε
9999967 συλλαβουσα
γευσεως ὀργανων , και δια των ἁφης ἁπαν σωμα , συλλαβουσα ἐγκυμων τε γινεται και εὐθυς ὠδινει και τικτει κακων
: και προσηυξατο Κυριῳ μετα νηστειας δωδεκα ἡμερας : και συλλαβουσα ἐτεκε με . Σφοδρα γαρ ὁ πατηρ ἡμων ἠγαπα
9999967 ἀπαγορευσαι
κοψας παραθειναι . και ὀψωνων μηθεν πριαμενος εἰσελθειν . και ἀπαγορευσαι τῃ γυναικι μητε ἁλας χρηννυειν μητε ἐλλυχνιον μητε κυμινον
σον οἰκον ἀπειπειν με , και τουτο ποιησω : τουτεστιν ἀπαγορευσαι ὑπο κηρυκων . ἀπηγορευον οἱον : ὁδε οὐ βουλεται
9999967 ἐφεισαντο
τον θανατον του ζην . τουτο δε φησιν ἐπει πολλοι ἐφεισαντο σφαξαι τινας των Τρῳαδων ἀγαπωντες αὐτας ὡς παλλακισι χρησασθαι
μισουντας Λακεδαιμονιους και δι ' ἡμας , ὁτι ἡμων τοτε ἐφεισαντο . οὐ γαρ ἡμας μαλλον ἐμισουν δι ' ἐκεινους
9999967 μερισμῳ
παραδειγματος ἀκουειν ἀναγκη . δοκει οὐν μοι χρηναι χρησασθαι μεν μερισμῳ το νυν του μη το παν ἀντι του μερους
του Εὐφρατου και τοις ἐντος , το ἐνταυθα μεντοι τοιουτῳ μερισμῳ διασπαν ἐθνος γνωριμωτατον και τα μερη συναπτειν τοις ἀλλοεθνεσιν
9999967 ἐξεγενετο
ὀντων δε την πατριδα σημαινει , ἡς ἐξεφυ τις και ἐξεγενετο , ὡσπερ και του ὀμφαλου . ἐαν οὐν τι
σε περι ὡν ἐβουλομην , ἐπειδη μονῳ προς μονον οὐκ ἐξεγενετο . καιρον δ ' ἐχει παντη λεγεσθαι τα καλα
9999967 κεφαλαλγιαι
, ᾑ πουλυν χρονον τα δασεα ἐχωρει οὐρα , και κεφαλαλγιαι ἐνησαν : φρενιτικη γενομενη ἀπεθανεν ὡσαυτως σπασμοισιν ἰσχυροισι :
ψυξιν ἠ μεθην ἠ πληγην . ϲφοδροταται μεν οὐν αἱ κεφαλαλγιαι κατα ταϲ δραϲτικαϲ γινονται ποιοτηταϲ , και μαλιϲτα την
9999967 γυναικες
' Ἰνους συμφορα χρονον πολυν νυν ὀμμ ' ἐγειρει φιλαι γυναικες , πως ἀν ἐξ ἀρχης δομους Ἀθαμαντος οἰκησαιμι των
. . : δουρι δ ' αὐ Σκυθομητρες ἐπεδραμον εἰτα γυναικες ] οἱ μη τας ἱστοριας ἀκριβως ἐπισταμενοι , ἀλλ
9999967 ἐφυγεν
δε Τεκτοσαγαις τε και Τροκμοις ἐκινδυνευσε μεν ἐξ ἐνεδρας και ἐφυγεν : ἐπανελθων δε ἐς αὐλιζομενους τε και βεβυσμενους ὑπο
! ! ] την ϲωτηριαν : ἐπειθ ' ὁ μεν ἐφυγεν ] λαθων , ὁ δ ' ἐκεινον ἐκκλεψαι δοκων
9999967 φαυλοτατοι
οὐδεν τιτρωσκει , πεισομεθα δε και ἐρουμεν ἁπερ οἱ παντων φαυλοτατοι τε και περι λογους ἁμα νεοι . Τα ποια
συμπλεκοντες δυο κακιας , ἀκολασιαν και ἀσωτιαν , διο και φαυλοτατοι δοκουσιν εἰναι οἱ οὑτω λεγομενοι ἀσωτοι : πολλας γαρ
9999967 ἀναγκαζοιτο
και το καλως ἐχον συμβαινῃ αὐτῳ , οἱον εἰ θεωριας ἀναγκαζοιτο [ ὁ ] ὑπερ πατριδος ἠ μονομαχιας συνισταν ἠ
ἐν προβολῃ τοις πολεμιοις ἐτιθετο , ἱνα μηδ ' ἀκων ἀναγκαζοιτο πολεμειν . Δομιτιος δε , φιλοτιμουμενος τον πολεμον ἐφ
9999967 μακαριως
τον ἐν Θηβαις θεον ὁτι βασιλευειν οὐ δυνησεται της Αἰγυπτου μακαριως οὐδε πολυν χρονον , ἐαν μη τους ἱερεις ἁπαντας
παρατιθεντες , ὡστε ἐμε εὐδαιμονιζειν τους ἀνθρωπους ἐκεινους και οἰεσθαι μακαριως ζην παντων μαλιστα ὡν ἠπισταμην . καιτοι πλουσιων οἰκιας

Back