σαυτην . ἀναβαινε μαζα . την χυτραν χρην ἐξεραν τα τευτλα . ἰχθυ βαδιζ ' . ἀλλ ' οὐδεπω '
ἐριφου , ἠ σκυλακος , ἠ ὀρνιθος ἑφθα , και τευτλα ἠ βλητα ἠ λαπαθα ἠ κολοκυντην , ἠν ἡ
9999904 εἰσομεθα
σαφως των ἀντικρυς ἠδη ταις αἰσθησεσιν ὡμολογημενων , ὡς αὐτικα εἰσομεθα ἐκ της κατ ' αὐτον των τετραχορδων διαιρεσεως .
παρα το ὀν , οὐδεν ἀληθες οὐτε νοησομεν οὐτ ' εἰσομεθα . Ἐστιν οὐν , πατερ , ἀληθεια και ἐν
9999903 ἀπεικονισμα
αὐτη τε και τα μερη . ὁλη μεν δη γεγονεν ἀπεικονισμα και μιμημα του κοσμου , τα δε μερη των
περιγειοις ἐξαιρετον ἀπονενεμησθαι τοπον ἱερον τῳ ἀορατῳ θεῳ μηδεν ὁρατον ἀπεικονισμα περιεξοντα προς μετουσιαν ἐλπιδων χρηστων και ἀπολαυσιν ἀγαθων τελειων
9999902 ἀνθη
, παχυτερον δε και λευκοτερον και ἀχυρωδεστερον , βαρυοσμον : ἀνθη λευκα : ῥιζαν λευκην , ὁμοιαν ῥαφανῳ . φυεται
ἀγονευειν , ἠ χωρις γονης μενειν ἀνθεμοεσσαν ] την πολλα ἀνθη ἐχουσαν δηποτε δ ' ἠ ῥοδεοιο : ἡ συνταξις
9999902 χαλεπως
νεοι των νεβρων οὑτως ἁλισκονται : οἱ δε ἠδη μεγαλοι χαλεπως : νεμονται γαρ μετα των μητερων και ἑτερων ἐλαφων
φορτικωτερος φαινεσθαι , χρωμενος ἀγροικῳ σοφιᾳ , προσηρμοσα ἀν οὐ χαλεπως ἑκαστον ὡν κατελεξα παθηματων ἑκαστῳ ὡν ὁ μυθος λεγει
9999902 κατεμεμφετο
οὐν αἰτιωμενος και ταις σφαγαις ὁρων ηὐξημενα τἀκεινων ἐφυγεν ἁ κατεμεμφετο και τους μεν δυναμενους γενεσθαι βελτιους εἰσηγεν εἰς τἀληθες
ὁτι οἱ προς χαριν ἁπαντα πολιτευομενοι τοιαυτα πασχουσιν . λεων κατεμεμφετο Προμηθεα πολλακις , ὁτι μεγαν αὐτον ἐπλασεν και καλον
9999900 συνεκτικα
τουτων δε των αἰτιων οἱ μεν πλειους ἡγουνται τα μεν συνεκτικα εἰναι , τα δε συναιτια , τα δε συνεργα
ὀστων ἐκφυομενα εἰσιν τα ἐξ ὀστων εἰς ὀστα συνδετικα και συνεκτικα των ἀρθρων και των μελων του σωματος . οθʹ
9999900 ἐξηγησαντο
ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999899 ἀποσπασμα
Πινδῳ ᾠκουν Ταλαρες Μολοττικον φυλον , των περι τον Τομαρον ἀποσπασμα , και Αἰθικες , [ εἰς ] οὑς ἐξελαθηναι
γαρ ὁ ποιητης μυθου [ τε ] παλαιου παραφερειν τουτο ἀποσπασμα , καθ ' ὁν ὁ Ζευς ἐμυθευετο κεκρεμακεναι τε
9999899 κυριωτατα
, τον τε Δια και τον Διονυσον , τους τα κυριωτατα προς το ζην παρεχοντας , τριτον ὑπολαβειν ἑαυτον τιμησεσθαι
] βραχεα σοφωι τυχη παρεμπιπτει , τα δε μεγιστα και κυριωτατα ὁ λογισμος διωικηκε και κατα τον συνεχη χρονον του
9999899 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999899 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999898 τοσαυτῃ
, ὠ Σωκρατες , οὐδ ' ἀν αὐτος ἠθελον ἐν τοσαυτῃ τε ἀγρυπνιᾳ και λυπῃ εἰναι , ἀλλα και σου
. και θαυμαστον οὐδεν εἰναι τοιουτον ἀνδρα περι το θειον τοσαυτῃ χρωμενον θεραπειᾳ τε και τιμῃ δεικνυσιν ὁ νεως οὑτος
9999898 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999898 δοκιμαζει
δια Βορυσθενους , ὁπερ και αὐτο δοκιμαζει ὁ Ἱππαρχος , δοκιμαζει δε και το ἀπο Βυζαντιου διαστημα ἐπι τον Βορυσθενη
ἐξεταζομενων ἐν λογοις , παροσον ἡ Λυδια λιθος τον χρυσον δοκιμαζει . Βοιωτια αἰνιγματα : ἐπι των ἀσυνετων : Βοιωτη
9999897 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999897 σφοδροτητα
την κεφαλην ἠ , εἰπερ ἀδυνατον εἰη τουτο δια την σφοδροτητα της φυσικης δυσκρασιας , προνοεισθαι γουν αὐτης δια παντος
φλεγμαινον εἰη τι μοριον , ἀλλα προαιρῃ κἀνταυθα την μεν σφοδροτητα του πυρετου παυσασθαι , πλειονων δ ' ἡμερων δεησεσθαι
9999897 κατεστρατοπεδευσε
: καταντησασα δε προς ὀρος το καλουμενον Βαγιστανον πλησιον αὐτου κατεστρατοπεδευσε , και κατεσκευασε παραδεισον , ὁς την μεν περιμετρον
της Φρυγιας ] και της Παφλαγονιας ἐκει [ το στρατευμα κατεστρατοπεδευσε ] , τον δε Σπιθριδατην [ προς Γυην ἐπεμψεν
9999897 ῥιζης
, κοστου , ἀμμωνιακου θυμιαματος , βδελλιου Σκυθικου , μανδραγορου ῥιζης , ὀπου μηκωνος ἰσα . θυμια ἐπι των κυπαρισσινων
και διαρροιαν παρεχει . ἐαν δε τις του φλοιου της ῥιζης βραχυ διαμασησαμενος τον σιελον καταπιῃ αὐτο δε ῥιψῃ ,
9999897 ἀκμαζει
και τα μελη παρειμενα τωι χρονωι κεκτημεθα . ἡβαι ] ἀκμαζει . τοις γερουσιν ] ἐπιθυμουσι γαρ μανθανειν ὡν οὐκ
ἰωνια των ἰων . ἐπι φυτων και δενδρων καρποφορων ἐρεις ἀκμαζει , ὀργᾳ , σπαργᾳ , βρυειμαλιστα δε τουτο ἐπ
9999896 χαλβανης
ἀλοης Γοʹ αʹ ʹʹ , κροκου πυρεθρου , ὀποπανακος , χαλβανης , λιβανου ἀνα , Γοʹ αʹ , ἀμμωνιακου θυμιαματος
Ἀρχιγενης , κοινωσομαι προς ἑκαστον . Σαγαπηνου , πεπερεως , χαλβανης , πυρεθρου , κροκου , σπονδυλιου , σμυρνης ἀνα
9999896 Πελλαν
μοι τα βρωμαθ ' ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους
πατρωνυμικως Βερενικιαδαι . ἐστι και ἀλλη περι Συριαν , ἡν Πελλαν καλουσι . Βερενικιδαι , δημος της Πτολεμαϊδος φυλης .
9999896 παρελιπε
ἑκηβολως εἰς αὐτην , ὡς ἐν τῳ ἐπιταφιῳ δηλουται . παρελιπε δε την χρησιν των λαχανων και ἰχθυων και των
δια την αὐτου την ταυτην ἀσωτιαν και κιναιδιαν τοὐνομα αὐτου παρελιπε Δημοσθενης ἐν τῳ περι ἀτελειων . ὁ δ '
9999896 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999895 οὐσιωδες
μαλλον ἱππου ἠπερ ἀνθρωπου οὐτε το λογικον , ὁ λεγεται οὐσιωδες , μαλλον ἐστι Σωκρατους ἠπερ Πλατωνος . δια τουτο
πλεον λογικευεσθαι οὐσιωδες ἀνθρωπῳ ὑποφαινεται . εἰ οὐν το γελαστικον οὐσιωδες , ὀφειλει τελειωτικον ἡμων εἰναι , εἰ δε οὐκ
9999895 ἐφιλησεν
, ἐαν λυπουμενος τυχῃ τις ὑμων , ἐκολακευσεν ἡδεως : ἐφιλησεν οὐχι συμπιεσασα το στομα ὡσπερ πολεμιον , ἀλλα τοισι
και των θεατων ἐπιφωνησαντων μετα κροτου οὐκ ἀπειθησας παλιν ἀνακλασας ἐφιλησεν . . . : Κηφισοδωρους δε και Εὐβουλιδας και
9999894 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999894 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999894 αἰσχυνην
μεν χωραν ἀνεσωσε τῃ πολει , την δ ' ὑπαρχουσαν αἰσχυνην ἀπηλλαξεν : οὑτος δ ' , ἡν βασιλευς και
, την δε , ὁπως μη φωραθεις ὑπο των ἐναντιων αἰσχυνην ἀνοιας ὀφλησω : τα γαρ τοιαυτα του πολεμου κλεμματα
9999894 ἐκβεβλησθωσαν
, το δε Λ μεταξυ των Δ Θ , και ἐκβεβλησθωσαν αἱ ΒΗ ΕΘ ἐπι τα Μ Ν σημεια ,
ὀρθας ἀγομενη τῃ ΑΒ ἐκτος πεσειται ἡ ΘΒ δηλονοτι . ἐκβεβλησθωσαν ἡ ΘΒ και ΚΓ ἐπι την περιφερειαν , και
9999894 χαλεποι
δι ' ὀργης εἰχε τους πατρικιους , πολλοι τε και χαλεποι κατ ' αὐτων ἐγινοντο λογοι των μεν ὀλιγωριαν ἐγκαλουντων
βαρυκομποι : ἐκεινον δε , τον Βαττον , και οἱ χαλεποι λεοντες της Λιβυης εὐλαβηθεντες ἐφυγον . κεινον γε και
9999894 Φιλωνιδης
πορνιδιον . πορνευτριαν δε ἐν τοις Γεωργοις Ἀριστοφανης ἐφη , Φιλωνιδης δε ἐν τοις Κοθορνοις πορνοτελωνας . Ἑρμιππος δε ἐν
και Ἀλκιδαμας ὁ Γοργιου μαθητης Ναιδος . ταυτης δε και Φιλωνιδης ἠρα . μηποτε οὐν και ἐν τῳ Ἀριστοφανους Πλουτῳ
9999894 ἐπηγγειλαντο
λεγοντες δεικνυναι τα ὁμωνυμα συνωνυμα : οὐδε γαρ ἐδειξαν ὁ ἐπηγγειλαντο , ἐπειδη ἡ συνωνυμος κατηγορια και κοινῃ μετεχεται ὑπο
ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους οὑς ἐχουσι περι του δημου
9999894 λαμβανετε
οὑς δακρυσειεν ἀν τις ἰδων ὡσπερ ἀνευ νομεως ἀγελην , λαμβανετε κατα νουν , ὡς ἐν παισι μεν ὀξυς ,
ὑμιν δοκωσι μαλιστα συνισχυριειν τε ὑμας και συγκοσμησειν , τουτους λαμβανετε . μαρτυρει δε μοι και τοδε προς το ἀγαθον
9999894 ἐφοβηθην
, φησιν , ἀνακοινωσασθαι τῳ πατρι . Ἡ Λυσις ὁτι ἐφοβηθην ἀποτυχειν , και τας των παρακαλουμενων εἰδον ἀνατασεις ,
φευ . μοιρα ] τυχη . . πεφρικ ' ] ἐφοβηθην . . προ γε στεναζεις ] ἠτοι πριν ἠ
9999893 τεθνηκεν
Ἀνακυνδαραξεω Ἀγχιαλην ἐδειμε και Ταρσον μιῃ ἡμερῃ , ἀλλα νυν τεθνηκεν . ἐπιγεγραπται δε και ἐν λιθινῃ στηλῃ Χαλδαικοις γραμμασιν
: τοτε γαρ ἐζη ὁ Κλεων , ἐπι δε τουτων τεθνηκεν . και γαρ Εὐπολις μετα θανατον Κλεωνος τον Μαρικαν
9999893 τελειῳ
των παλαι , του παντος ἡμισυ μερος , τῳ δε τελειῳ μηκετι πονειν , τα δ ' ὁσα ἐκ μελετης
οὐκ ἐχει , τοις δε ἀλλοις διαιρειται πασιν ὁμοιως τῳ τελειῳ . Ἀτελης δε ἐκ μονων προσωπων ἁπλους οὐ γινεται
9999893 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999893 πειθομεθα
φιλων καταφρονουμεν , τοις δε ἐκ διαστηματος ἐλθουσι φιλοις μαλλον πειθομεθα : μαλλον πεισαι δυναμενοι : ἐοικας , φησιν ,
, σωζει ναυν , σωζει στρατοπεδον . Εἰ δε Πυθαγορᾳ πειθομεθα , ὡσπερ και ἀξιον , και μελῳδει ὁ οὐρανος
9999893 ὀλιγοτητα
ὁμου , ἱνα μη διαρκεσειαν αὐτοις οἱ Ῥωμαιοι δια την ὀλιγοτητα . ὡν ἠδη νυκτος οὐσης ὁ Μασσανασσης παρα τινων
τε ἀνδρας ὑπεξιοντας λαθραιως τους τε ὀντας ἀσθενως δι ' ὀλιγοτητα μαχομενους και γνους ἐκ τουτων τον τε δρασμον των
9999893 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999893 ἀπηγγειλαν
ἀνελαμβανον : ὀλιγοι δε των διανηξαμενων ἀνοπλοι φυγοντες εἰς Ῥωμην ἀπηγγειλαν παντας ἀπολωλεναι . τηλικουτων δ ' ἀτυχηματων ἠγγελμενων τοις
διεκπεπλευκοτος ᾐσθοντο τινες των Κορινθιων τον δρασμον , και ταχεως ἀπηγγειλαν τῳ Διονυσιῳ . του δε τους στρατιωτας τε καλουντος
9999893 μηδενι
λουσασθω , και σμηξασθω την κεφαλην : μη ἀλειψασθω δε μηδενι : ἐπειτα ὀθονιον ἀνοδμον περιθεισα περι αὐτας τας τριχας
τους ξυμμαχους μη ἰεναι ἐπι χωραν την βασιλεως ἐπι κακῳ μηδενι , μηδε βασιλεα ἐπι την Λακεδαιμονιων χωραν μηδε των
9999893 φιλοτιμια
μεν την φιλοτιμιαν ἀφιλοτιμια φαινεται , προς δε την ἀφιλοτιμιαν φιλοτιμια , προς ἀμφοτερα δε ἀμφοτερα πως . τουτο δε
παθος λαβων . και τουτο ἀρα σε μονον ἡ τοτε φιλοτιμια λυπει , ὁτι τῃ μνημῃ της δωρεας ἡ συμφορα
9999893 πεποιησθω
ΓΘΔ , και ὁ ἡλιος προ μεσου ἡμερας την τροπην πεποιησθω . Λεγω , ὁτι μεσου ἡμερας ἐσται ἐν τῳ
ἰσημερια . Ὁ γαρ ἡλιος ἐν τινι ἡμερᾳ ἀνατολην μεν πεποιησθω κατα το Θ , δυσιν δε κατα το Κ
9999892 εὐφροσυνην
γυναικειοισιν ἐπ ' ἐργοις , ἐξ ὡν χρηματα πολλα και εὐφροσυνην πορεν ἐσθλην : δηθακι δ ' αὐθ ' ὑποτασσει
, θαυματι μεν κατεχον τους ὁρωντας , θεσπεσιαν δ ' εὐφροσυνην παρεχομενον , ἀρρητῳ δε τῃ συμμετριᾳ ἀναφαινομενον , ἐξῃρημενον
9999892 ἀναλαβε
, του τε ταφου ἐπιμεληθητι και το ἀγαλμα του Παλαμηδους ἀναλαβε φαυλως ἐρριμμενον : κειται δε ἐν τῃ Αἰολιδι κατα
ὁσον ἀν ὑπελθῃ : ταχυ γαρ πηγνυται . εἰτα παλιν ἀναλαβε εἰς την κακαβον και παλιν διηθησον και οὑτω ποιει
9999892 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999892 δακρυουσι
κυκλῳ την ψυχην περιερχεται . τουτο τοι και ἡδονται και δακρυουσι μεταξυ ἀκουοντες , ὁπερ και αὐτος ἐπασχον , ἡσυχῃ
, ὡστ ' εἰναι βραχυ τοις σιτοποιοις το ἐργον . δακρυουσι δε οἱ μεν οὐπω την πολιν ἀφεντες τῳ μηπω
9999891 πληθυντικα
λεγει εὐαγγελεις . Ἐκαθεσθη , καθεσθεις , καθεσθησομαι και τα πληθυντικα καθεσθησονται ἐκφυλα . λεγε οὐν καθεζομαι , καθεδουμαι ,
φαγων ἐλαβα λεγοντες και ἐφαγα , και τριτα δε τουτων πληθυντικα εἰς αν ληγοντα λεγουσιν . ὁ οὐν ἀπο της
9999891 ἐποιουμεθα
, εἰ και μη ἐξεφευγομεν , ὁπῃ ποτ ' ἀν ἐποιουμεθα αὐτης την φυγην . εἰρησθω δη νυν ὁτι δια
ἐν τῳ δι ' Ἀλεξανδρειας παραλληλῳ , καθ ' ὁν ἐποιουμεθα τας τηρησεις , την αὐτην ἐγγιστα ποιειν την φαινομενην
9999891 ἐπηγγειλατο
διεδραμεν , ὁτι ὁ μεν ἐφη ἀνῃρηκεναι , ὁ δε ἐπηγγειλατο τον μοιχον κομιειν . και ὁτι καθαπερ τι τερας
ὁτι συνειδως ὡς οὐχ οἱος τ ' ἠν διαπραξασθαι ὁπερ ἐπηγγειλατο , τον θανατον προὐκρινε . φησι γουν και οὑτος
9999891 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999891 παραβεβλησθω
, και τῳ ἀπο της ΑΓ ἰσον παρα την ΔΕ παραβεβλησθω το ΔΖ πλατος ποιουν την ΔΗ . και ἐπει
μεν ἀπο της ΑΒ ἰσον παρα την ΕΖ παραλληλογραμμον ὀρθογωνιον παραβεβλησθω το ΕΚ , τοις δε ἀπο των ΑΓ ,
9999891 γιγνωσκουσι
τι ὑμας διαφεροντως δει γιγνωσκειν περι αὐτου ἠ οἱ οἰκειοι γιγνωσκουσι : τοιαυτα γαρ ἐστιν , ὡστ ' εἰ και
και ἀλλο παθημα , ὠ Σιμωνιδη , των τυραννων . γιγνωσκουσι μεν γαρ οὐδεν ἡττον των ἰδιωτων τους ἀλκιμους τε
9999891 κηρυττει
τον τροπον . αὐτα μεν οὐν τα της σιωπης ἀγαθα κηρυττει προ παντων τα της Ἐλευσινος μυστηρια , φωνης ἁμα
προς τον βασιλεα , και ὁ βασιλευς δια του κηρυκος κηρυττει και ἀπαγορευει τονδε τον ἀνελοντα τον δεινα μη ἐπιβαινειν
9999891 εὐμηχανως
ταις ἐκεινου διδασκαλιαις τον εἰς παρορμησιν ἐπι φιλοσοφιαν λογον , εὐμηχανως ἐπιρρωννυντες και πιστουμενοι ἀποδειξεσιν ἐπιστημονικωταταις μηδεν ἀνακολουθον συναγαγουσαις .
και πλειστα των προβατων , ὡς δυνατον , διασπαραττοντα τουτον εὐμηχανως θηρευει και τους κυνας αὐτῳ ἐπαφιησι φθεγξαμενος [ δε
9999891 αἰσθητως
ἐστι σεληνης , ἀφ ' οὑ ἠρξατο σχηματος λαμβανειν αὐξησιν αἰσθητως , εἰς ἐκεινο κατα μειωσιν ἀνακαμπτουσης : αὐξεται μεν
: οὐχ ὁτι κἀκεινα ἐχουσι τα οὐρανια ἀλλ ' ὁτι αἰσθητως ἡμεις οὐ δυναμεθα αὐτα ἑρμηνευσαι . Φησιν ὁτι ὑπαρχουσι
9999891 ϲτυπτηριαν
ϲαρκωματα ἐν μυκτηρϲι . λεπιδα ϲιδηρου και λεπιδα χαλκου και ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην ἰϲα λεαναϲ ἐμφυϲα ἠ τῃ μηλῃ παραπτου και
και λεπιδοϲ ἰου τε και τιτανου μετριωϲ πλυθειϲηϲ : ἠ ϲτυπτηριαν ϲχιϲτην λειαν ἐπιπαϲϲε . ὑϲϲωπου ⋖ δ , ϲταφιδοϲ
9999891 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999891 κυνα
και διαγωνισασθαι οὐκ ἀσφαλες . και ὁ κινδυνος οὐ σμικρος κυνα ἀγαθην ἐλαφου ἑνεκα διαφθαρηναι . ἀλλα τας ἐλαφους ,
προς το τα σκευη αὑτου διακομισασθαι μεχρι Μεγαρεων . ὑπο κυνα δε της ὡρας ὑπαρχουσης , κατα το μεσον της
9999891 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999891 ἀναμφισβητητως
ἐτι πλεον οὐδεν , ἀποδεδωκοτι τας μισθωσεις ἐχειν ἐμοι προσηκον ἀναμφισβητητως , οὑτοι τηλικαυτην δικην λαχοντες και σφετερα αὐτων εἰναι
πασι , περι τε της ἐν τῃ ψυχῃ αὐτεξουσιου δυναμεως ἀναμφισβητητως ἀπεδειξε , και προϊων περι της του λογου και
9999891 δακρυει
και ἐμετοι και διαρροιαι και ἀγρυπνιαι και ἀποσιτιαι , και δακρυει και πτυει ὑφαιμον . οὐ μην ἰσον ἐπ '
προ του βιῳ της ὡρας του νεου διαμαρτων ἀπεπνιγη και δακρυει ὁτι μη αὐτῳ προτερον ἐχαρισατο . Οὐκουν γελοιον εἰ
9999890 συμβουλῃ
ἐπακουσαι αὐτων της συμβουλευτικης ἰδεας ἐστιν : κυριωτατον γαρ ἐν συμβουλῃ κεφαλαιον το συμφερον . και διδασκαλιαν ποιουμενος μη περι
' αὐτων σκευωρουμενον αὐτοις ὑπεδηλωσε . φυγῃ γουν , τῃ συμβουλῃ τουτου , ἐχρησαντο αὐτῳ ἐποχουμενοι και τον πλουν διαπεραιουμενοι
9999890 ἐξεπλαγησαν
του ἱερου ἐγιγνομεθα ἐξω . ὁν μεν οὐν τροπον ἁπαντες ἐξεπλαγησαν ἐν τῃ Σμυρνῃ , ὡς εἰδον φανεντα παρ '
ἐτρεψαν , ἀλλ ' εἰς προθυμιαν κατεχρησαντο , οὐδ ' ἐξεπλαγησαν των ὁρωμενων την ἀηθειαν , ἀλλ ' ἡσθησαν ὁρωντες
9999890 δειγμα
και μονους ὀντας εἰς ἐλπιδα τοις πραγμασι . καιτοι τοσουτον δειγμα σωφροσυνης και καρτεριας τις πωποτε ἐξηνεγκε των ἐν τοις
ἐπιδειξωμεν ἑαυτοις και τῳ λογῳ κοσμησωμεν . ἑν μεν οὐν δειγμα αὐτης ἐκεινο ἐστω , οὑ και προτερον ἐμνημονευσαμεν ,
9999890 ἀνεστησε
τε πολλοις ἐχρησατο , και χαλκους ἐλεφαντας ἀντι των σφαγεντων ἀνεστησε τεσσαρας . . . : Ἡ δε των ἐλεφαντων
ἐνεδρευων και ἀει τι ἐνοχλων ἀπο τε Περγαμου τον Σελευκον ἀνεστησε και ἀπο της ἀλλης Εὐμενους χωρας ἐξηλασε . Πολυξενιδᾳ
9999890 ἐπιφωνημα
των ἐργων ἐθελησαντι προσλαβειν . οἱς ἐπιτιθησιν οὐδε μειρακιῳ προσηκον ἐπιφωνημα : λογῳ μεν γαρ την ἡμετεραν δυναμιν σῳζοι ἀν
σ βαρυνεται : σεσημειωται το πρωϊ ὀξυνομενον : το γιγγρι ἐπιφωνημα τι ὀν ἐν καταμωκησει λεγομενον , εἰ ὀξυνετο ,
9999890 ἐνεθηκεν
τοις δε ἀνθρωποις δικαιοσυνην συμφυτον ἐνεσπειρε , και το κοινωνικον ἐνεθηκεν αὐτων τῃ φυσει . Διοπερ οἱ ἀδικοι τοις ἀλογοις
. . . . . . . . . κρυψας ἐνεθηκεν φαρμακοεν λυσεις . ἀταρ οὐτι γε Καρκινος αἰθων οὐτε
9999890 ἐκυριευσαν
ὑπο τινων δικην θανατου οὐ παρων ὠφλεν . οὐ μην ἐκυριευσαν του σωματος αὐτου , ἀλλα τον ἰον ἀπηρυγον εἰς
Βοιωτους τε και Χαλκιδεις , εὐθυς ἀπο της μαχης Χαλκιδος ἐκυριευσαν . ἐκ της ὠφελειας της των Βοιωτων δεκατην ἁρμα
9999890 ἀκουσομεθα
, των νυν εἰρημενων λογων οὐ χειρους οὐδ ' ἐλαττους ἀκουσομεθα , μακραν ἀν ἐλθοιμι ἐγωγε . “ δηλονοτι εἰκασμῳ
ἡ ὀψις σημειολυτου ; ἐκ του σαπρου τουτου τι ἀγαθον ἀκουσομεθα ; ” και ἠρξαντο γελαν . ὁ δε Αἰσωπος
9999890 ὀχυροτητα
ἐτι δε την χωραν ἐχουσαν πολλους τοπους ἀπροσιτους δια την ὀχυροτητα , κατελεξεν ἐξ ἁπαντων των ὑπ ' αὐτον ἐθνων
προτερημασιν ἐπαρθεντες προσεκειντο μεν τηι πολιορκιαι , δια δε την ὀχυροτητα των τειχων οὐδεν ἠδυναντο βλαψαι τους ἐν τηι πολει
9999890 χαλβανην
δραχ . γ . οἰνον στυφοντα εὐωδη λειου λιβανον , χαλβανην , ὀποπανακα , και μισγε τῳ οἰσυπῳ και τῳ
και τον λιβανον λειοτατον , και ἑνωθεντων αὐτων ἐπιβαλλομεν την χαλβανην μεμαλαγμενην , και αἰροντες ἀπο του πυρος ἐπιπασσομεν το
9999890 κατεγνωσθη
. Ἐπειδη τοινυν , ὠ ἀνδρες δικασται , θανατος αὐτων κατεγνωσθη και ἐδει αὐτους ἀποθνῃσκειν , μεταπεμπονται εἰς το δεσμωτηριον
τε δεοι και ἁ μη δεοι ποιειν ὑπο των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον
9999890 λιπαρα
ἀφωρισμενον ἐχουσιν ἑαυτοις . ἀλση γαρ και παραδεισους και πεδια λιπαρα οἱ πολιται ἐκτεμνοντες των ἰδιων κτηματων , ταυτα τοις
χλωρον , κνιδης φυλλα , ἀλθαιας , χαμαιμηλον , ἀσταφις λιπαρα , μελιλωτον , μελισσοφυλλον , σιον , κιτριου ὁ
9999890 βαδιζει
μη δυνασθαι κωλυει . Οὑτως ἐπι τα μεγιστα των πραγματων βαδιζει τα δια την τουτων ἀσελγειαν κατα των ἀγρων τολμωμενα
και ἀλλα μυρια . Ἀπο δε τουτων ἐπι τους συγγραφεας βαδιζει Ῥιπαια ὀρη λεγοντας , και το Ὠγυγιον ὀρος ,
9999889 τριγενη
συστελλεται . Ὁ ἡδυς του ἡδεος : τα εἰς υς τριγενη και ἑξης . Τριγενη ἐστιν ὁσα ποιει θηλυκον και
δε ἐστι ζητησαι , ὁτι μη γενομενα τα εἰς υς τριγενη δια του ε και ω ἀττικως κατα την γενικην
9999889 πρεσβεσι
φιλιας και συμμαχιας ἰδιας και πατρῳας και ἐπι τοις Ῥωμαιων πρεσβεσι και προβουλοις και στρατηγοις κατηγορια ὡν ἐς αὐτον ἐπεπραχεσαν
λυσις , ὁτι ἀναγκαιον ἠν μοι δια τα τετολμημενα τοις πρεσβεσι και δια το μη δοξαι κοινωνειν αὐτοις : εἰτα
9999889 γνωμονα
μετρουντας ἀριθμους : ἀμελει ἑως της νυν παν το μετρουν γνωμονα προσαγορευομεν . ἐναντιοπαθεις δε λεγονται ὁτι , φησιν ,
: ὁ τουτο , ἐχει τον κανονα αὐτου και τον γνωμονα : ὁ τουτο , ἐχει ᾡ ὀρθως την κρισιν
9999889 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999889 ἐκομισαν
καταπεισασα . . κραιπνοφοροι δε μ ' ἐπεμψαν αὐραι ] ἐκομισαν δε ἐμε ἐνταυθα αἱ ταχυταται πνοαι των ἀνεμων .
συμβολῃ το ἱππικον ἐτρεψαντο το ἐκ Θεσσαλιας . Φλιασιοι δε ἐκομισαν ἐς Δελφους Δια τε χαλκουν και ὁμου τῳ Διι
9999889 τεσσαρσι
τῳ ἀριθμῳ ἐν τοις ἐφεξης μετα το των ἡλιακων παραλλαξεων τεσσαρσι σελιδιοις , τουτεστιν τῳ τε γʹ και τῳ δʹ
ᾐ , κολοκυνθιδας δυο ἀποβρεξαι ἐν γαλακτι ὀνειῳ ἑφθῳ ὁσον τεσσαρσι κοτυλῃσι , και ἀπηθησαντα κλυσαι , ξυμμιξαι δε ἐλαιον
9999889 ἐδωρησαντο
τε ἀλλα ὑπερ ὡν ἡκεν οὐκ ἀπρακτον ἀπεπεμψαντο και ταλαντῳ ἐδωρησαντο και την εἰκονα του σωματος ἐστησαντο * * *
δε και δεξιοτητος Θεμιστοκλεϊ , και τουτῳ στεφανον ἐλαιης : ἐδωρησαντο τε μιν ὀχῳ τῳ ἐν Σπαρτῃ καλλιστευοντι : αἰνεσαντες
9999889 κατηνεχθη
παροιμια δηπου και τουτο και λογος ἐχων ἀξιωμα της ὁθεν κατηνεχθη φιλοσοφιας την ἀρχαιοτητα , ὡστε βοειον ἐπιβλεπειν αὐτῃ :
. Νικιας τις των συγκυνηγετουντων ἀπροοπτως παραφερομενος ἐς ἀνθρακευτων καμινον κατηνεχθη , οἱ δε κυνες οἱ συν αὐτῳ τουτο ἰδοντες
9999888 τετυχηκεν
, τον ἀμυνουντα ἑξει . Ὁ μεν Ἀντιοχος ὡν ἐβουλετο τετυχηκεν , οὐχ ὁτι ταις ἐπιστολαις ἰσχυεπολλοι γαρ μεθ '
λογος ἐστι μην Διοδωρου του Κρονου , πολλων δε ἀντιρρησεων τετυχηκεν , ὡν τας πληκτικωτερας δια τον τροπον της συγγραφης
9999888 Αἰθιοπικου
μετ ' οἰνου : ὁμοιωϲ πηγανου ἀγριου ϲπερματοϲ , κυμινου Αἰθιοπικου , χαλβανηϲ , μελανθιου , ἀριϲτολοχιαϲ , ταυτα παντα
ῥινηματοϲ ⋖ ∠ ʹ μετα οἰνου κυαθων β ἠ κυμινου Αἰθιοπικου ⋖ γ μετα μελιτοϲ ὡϲ ἐλλειγμα . τουτων δε
9999888 φαιδροι
λουτροις , τα δε νομων και παιδειας ὀρθης ῥευμασι , φαιδροι και γεγηθοτες προς ἀνειμενην διαιταν ἐτρεποντο , μηδε οἰκαδε
δια της πολεως ἐρχεται , οἱ δε ταυτα αὐτῳ καταπραξαντες φαιδροι φαιδρον ὁρωσιν . Οἰμαι τοινυν τους αὐτους ἀνθρωπους ἀφ
9999888 Ἀναξαρχου
τιμωμενῳ . Λεχθεντων δε τουτων τε και τοιουτων λογων προς Ἀναξαρχου τους μεν μετεσχηκοτας της βουλης ἐπαινειν τον λογον και
μαλλον εἰναι ψυχρα και δυσχειμερα των Ἑλληνικων , ἐναντιουμενου του Ἀναξαρχου και φιλονικουντος εἰπειν : ἀλλα μην ἀναγκη σοι ταυτα
9999888 ἀπεσεισατο
βοσκηματων * χλοαζουσι : γραφεται και πληθουσι * ἀπεχευατο : ἀπεσεισατο * τοσσον : τοσον * ἐκνεμεται : βοσκεται *
ὀσφυν αὐτης , και μιαν ἐπι το στηθος , και ἀπεσεισατο την τεφραν ἐκ της κεφαλης αὐτης και ἐνιψατο το
9999888 χαλκανθου
εἰπε χαλκανθον ξανθην , ὡδε ἀπροσδιοριστως , μετα της κυανου χαλκανθου , ἐπηγαγεν ; Ἀλλα ταυτα , ὠ Διοσκορε ,
κεκαυμενος ἠ χαλκανθος ἁμα χορειᾳ χολῃ . ἀλλο δραστικωτερον . χαλκανθου μερος αʹ . κομμεως Ἀραβικου μερος ʹʹ . οἰνῳ
9999888 ἑβδομηκοστης
τριτον , και Οὐοπισκος Ἰουλιος , ἐπι της ἑβδομης και ἑβδομηκοστης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα σταδιον Δανδης Ἀργειος , Ἀθηνησι
παραλαμβανουσι την ὑπατειαν Γαιος Ὁρατιος και Τιτος Μενηνιος ἐπι της ἑβδομηκοστης και ἑκτης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα σταδιον Σκαμανδρος Μιτυληναιος
9999888 ἐργαστηρια
σμηνη μη φαρμακουσθαι μηδε ἀγρους μηδε οἰκιας μηδε κτηνοτροφεια μηδε ἐργαστηρια . θʹ . προς το ἀνελειν κηφηνας . ιʹ
τεχναις ἀποβαινουσιν . αὐτοις δε και ταις τεχναις ὁμοιως τα ἐργαστηρια αὐτων ὁρωμενα ἀποβαινει χωρις ἑταιρας και πορνειου : αὐτη
9999888 ἀναγκασθῃ
ἀπαντων , ἀφ ' οὑ προς Φιλιππον ἀφικται , κἀν ἀναγκασθῃ που συντυχειν , ἀπεπηδησεν εὐθεως , μη τις αὐτον
αἰσθητα φας διατριβειν την γεωμετριαν χειρονα της αἰσθησεως αὐτην ὁμολογειν ἀναγκασθῃ , οὐ περι αἰσθητα φησι διατριβειν αὐτην ἀλλ '
9999888 κομιδης
, παραινεε τε προειπειν τοισι ἑωυτων ἑκαστους πυρα ἀνακαιειν : κομιδης δε περι την ὡρην αὐτῳ μελησειν ὡστε ἀσινεας ἀπικεσθαι
θαλατταν , αἰσθοισθε δ ' ἀν αὐτοι της ῥᾳονος αὐτων κομιδης . εἰ μεντοι βραδυτερον ἠ δει ἡμιν ἐλθοι ,
9999888 κολοιοι
φαυλα ὠνια ἐωνημενων . Τοτ ' ᾀσονται κυκνοι , ὁταν κολοιοι σιωπησωσι . Το σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον :
. Ἐνταυθα οἱ κωμηται ταραχθεντες ἐπιπηδωσιν αὐτοις ὡσει ψαρες ἠ κολοιοι : και ταχυ μεν ἀφαιρουνται τον Δαφνιν ἠδη και
9999888 εὐσχημονα
αὐτα των στρατιωτων και ὁσοι μετ ' αὐτων κακουργοι τα εὐσχημονα μαλιστα ὡς οἰκεια ἐφερον . ἀλλα ταυτα μεν ἐπαυετο
, αὐτη μεν ἐστι διαθεσις ψυχης τελεια και βελτιστη , εὐσχημονα και συμφωνον και βεβαιον παρεχουσα τον ἀνθρωπον ἐν τῳ
9999888 Πρωταγοραν
, τοσουτον ἐξαρκει προς την ἀποδειξιν ἡν ἐμε δει και Πρωταγοραν ἀποδειξαι περι ὡν ἠρεσθ ' ἡμας . ἠρεσθε δε
Εἰπε μοι , ἐφην ἐγω , ὠ Ἱπποκρατες , παρα Πρωταγοραν νυν ἐπιχειρεις ἰεναι , ἀργυριον τελων ἐκεινῳ μισθον ὑπερ
9999888 συγγενες
πανυ γυναικες εἰς τας ἀλληλων πολεις ἐκδεδομεναι και δια το συγγενες και δια φιλιαν , αἱ τυχουσαι της ἐκ του
στερξομεν . εἰ γαρ Κορατιοις ἐλαττον κρινεται του καλου το συγγενες , οὐδε Ὁρατιοις τιμιωτερον φανησεται το γενος της ἀρετης
9999888 ὁμολογια
. και τα πραγματα ὁμοφροσυνη , ὁμονοια , ὁμογνωμοσυνη , ὁμολογια , συμφωνια ὁμοφωνια , ἀνακρασις , συνδεσμος . ταυτα
προς ἑαυτο , ἡ δε γνωσις οἱον συγκαταθεσις ἐστι και ὁμολογια του ἑκαστον εἰναι ὁ ἐστιν . Ἐπισυνακτεον δε τῳ
9999888 τοσονδε
νεανικης και μαλα σφοδρας γενομενης , των ἀλλων ἁπαντων ἐς τοσονδε ἰσχυσεν ἡ συστασις , ὡστε τον ἀνδρα ἐξοριστον των
δε προς Ἀρβηλοις χρη οἰεσθαι γενεσθαι το ἐργον ἐκεινο ἐς τοσονδε Ἀρβηλων ἀπεχον , και την ἐν Σαλαμινι γενομενην ναυμαχιαν

Back