ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999974 ἐδωρησαντο
τε ἀλλα ὑπερ ὡν ἡκεν οὐκ ἀπρακτον ἀπεπεμψαντο και ταλαντῳ ἐδωρησαντο και την εἰκονα του σωματος ἐστησαντο * * *
δε και δεξιοτητος Θεμιστοκλεϊ , και τουτῳ στεφανον ἐλαιης : ἐδωρησαντο τε μιν ὀχῳ τῳ ἐν Σπαρτῃ καλλιστευοντι : αἰνεσαντες
9999974 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999974 ἐπηγγειλαντο
λεγοντες δεικνυναι τα ὁμωνυμα συνωνυμα : οὐδε γαρ ἐδειξαν ὁ ἐπηγγειλαντο , ἐπειδη ἡ συνωνυμος κατηγορια και κοινῃ μετεχεται ὑπο
ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους οὑς ἐχουσι περι του δημου
9999972 γιγνωσκουσι
τι ὑμας διαφεροντως δει γιγνωσκειν περι αὐτου ἠ οἱ οἰκειοι γιγνωσκουσι : τοιαυτα γαρ ἐστιν , ὡστ ' εἰ και
και ἀλλο παθημα , ὠ Σιμωνιδη , των τυραννων . γιγνωσκουσι μεν γαρ οὐδεν ἡττον των ἰδιωτων τους ἀλκιμους τε
9999972 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999972 ἐβουλευσαντο
: ἐπει δε συνηλθον οἱς ἐμελε περι του φρουριου , ἐβουλευσαντο κοινῃ φυλαττειν οἱσπερ ἀγαθον ἠν φιλιον ὀν , ὁπως
συσταντες ἀνδρες ἐκ της συγκλητου τε και των ἱππεων ἑξηκοντα ἐβουλευσαντο αὐτῳ φονον . Ἠσαν δε ἡγεμονες της των ἀνδρων
9999971 Αἰθιοπικου
μετ ' οἰνου : ὁμοιωϲ πηγανου ἀγριου ϲπερματοϲ , κυμινου Αἰθιοπικου , χαλβανηϲ , μελανθιου , ἀριϲτολοχιαϲ , ταυτα παντα
ῥινηματοϲ ⋖ ∠ ʹ μετα οἰνου κυαθων β ἠ κυμινου Αἰθιοπικου ⋖ γ μετα μελιτοϲ ὡϲ ἐλλειγμα . τουτων δε
9999971 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999971 ἐρυσαντο
οὐδε συνεργος της των ἀλλων Λημνιων ἀσελγειας . ἐς Οἰνοιην ἐρυσαντο : εἰληφε την ἱστοριαν παρα Θεολυτου . Σικινος δε
παρ ' Ἀριστοφανει . . . . ὠπτησαν δε περιφραδεως ἐρυσαντο τε παντα : σημειουνται τινες ὁτι Ἡσιοδος ἐποιησεν ὠπτησαν
9999971 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999970 σημαντικη
συνθετον διειλεν . Ἐστι δε ἡ μεν ἁπλη ἀποφανσις φωνη σημαντικη . οἱ βουλομενοι ὡς φωνην ὁμωνυμον διαιρεισθαι την ἀποφανσιν
ταξαι , λεγοντες ὁτι ἡ μεν κλητικη δευτερου προσωπου ἐστι σημαντικη , οἱον ὠ Ἀρισταρχε , αἱ δε ἀλλαι πτωσεις
9999970 ἐβουλοντο
καταλυσαι , μικραν και εὐτελη προφασιν τοις στρατιωταις ἐς ἁ ἐβουλοντο της τυχης παρασχουσης . Μαισα ἠν τις ὀνομα ,
γεγονεναι , συνετους δε τινας και νομοθετικους . : οὐκ ἐβουλοντο οἱ παλαιοι Ῥωμαιων , ὠ Σηβωσε ἀνδρων ἀριστε ,
9999970 ἀκανθου
και αὐτος ἱστατο και οἱ ἐπακολουθουντες . μνημονευει δε του ἀκανθου και Θεοφραστος ἐν τῳ περι φυτων . ἐχει δε
αὐτο , ἀμπελοπρασον , ἀδιαντον , ἀρου αἱ ῥιζαι , ἀκανθου ἠτοι μελαμφυλλου ἠ παιδερωτος ῥιζα , γληχων , δρακοντιον
9999970 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999970 ἐθεασαντο
τους ἐμους ἐγεννησε γεννητορας , οἱτινες δυσχερειας και βλαβας πολλας ἐθεασαντο . και λεγει τινες αἱ βλαβαι ἁς εἰδον οἱ
δη πορευθεντες προς την Θεοδοτην και καταλαβοντες ζωγραφῳ τινι παρεστηκυιαν ἐθεασαντο . παυσαμενου δε του ζωγραφου , Ὠ ἀνδρες ,
9999970 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999970 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999970 γραμματευς
κατειθισμενην ἐπιμελειαν το σωμα παραδιδοασι . και πρωτος μεν ὁ γραμματευς λεγομενος τεθεντος χαμαι του σωματος ἐπι την λαγονα περιγραφει
, ἐνθυμιον ποιουμαι την του ἐνυπνιου φωνην , ὡς ὁ γραμματευς ὑπισχνειτο μοι συμπραξειν . και το τε ὀναρ αὐτο
9999970 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999970 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999970 μεσοτητι
δει οἰκονομουμενη . ἀλλως : ἠθικη ἀρετη ἐστιν ἑξις ἐν μεσοτητι οὐσα παθων τε και πραξεων ὡρισμενη τῳ ὀρθῳ λογῳ
μητε την νεμεσιν ἀρετας εἰναι ἀλλα παθη ἐπαινετα τῳ ἐν μεσοτητι εἰναι . ἐστι δε ἡ νεμεσις λυπη ἐπι ταις
9999970 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999970 ποιητικη
και προς πιστιν ἀγουσιν . . Ἡ χαρις , ἡ ποιητικη δυναμις : το αἰτιατον ἀντι του αἰτιου : τῃ
και ἀναλογον και ἡ δικαιοσυνη μεσοτητος και ἰσοτητος και ἀναλογιας ποιητικη . και μεσον μεν ἐστι το δικαιον , ὁτι
9999969 ἀποδεικτικη
ἐσται των καθ ' αὑτα ὑπαρχοντων ταις πασαις οὐσιαις και ἀποδεικτικη , εἰτε και ἡ αὐτη εἰη τῃ περι τας
πασων ἡ διαιρετικη , δευτερα ἡ ὁριστικη , τριτη ἡ ἀποδεικτικη , τεταρτη ἡ ἀναλυτικη . των δε τριων μονων
9999969 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999969 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999969 γιγνωσκων
αὐτον ἡ γη ἑως ἑσπερας . Λεγει ὁτι ὡς και γιγνωσκων την μορφην του ἡλιου ὁποια ἠν . Και ἐξωρισεν
' αὐτο ἐφαμεν τοιουτον εἰναι , ὁτι ἐνιοτ ' ἐγω γιγνωσκων Σωκρατη , πορρωθεν δε ὁρων ἀλλον ὁν οὐ γιγνωσκω
9999968 Αἰθιοπιαν
διαφεροντως . οἱον ὁ ἡλιος καιει μεν τα περι την Αἰθιοπιαν μερη , θαλπει δε τα προς ἡμας , καταυγαζει
τον παλαι προτετελευτηκοτα . Ὁτι Καμβυσης μελλων στρατευειν ἐπ ' Αἰθιοπιαν ἐπεμψε μερος της δυναμεως ἐπ ' Ἀμμωνιους , προσταξας
9999968 δακρυουσι
κυκλῳ την ψυχην περιερχεται . τουτο τοι και ἡδονται και δακρυουσι μεταξυ ἀκουοντες , ὁπερ και αὐτος ἐπασχον , ἡσυχῃ
, ὡστ ' εἰναι βραχυ τοις σιτοποιοις το ἐργον . δακρυουσι δε οἱ μεν οὐπω την πολιν ἀφεντες τῳ μηπω
9999968 ἐπικρατησῃ
, μεγεθει τε μεγιστον και πολυτελειᾳ ἐκπρεπεστατον , και ὁπως ἐπικρατησῃ ἐπικαλεισθαι ἀπο Ἡφαιστιωνος , και τοις συμβολαιοις καθ '
το θερμον : ὁταν οὐν το ἐν τῳ ὑδατι ψυχρον ἐπικρατησῃ του ἐν τῳ ἀερι θερμου , γινεται ἐξ ἀερος
9999968 κολοιοι
φαυλα ὠνια ἐωνημενων . Τοτ ' ᾀσονται κυκνοι , ὁταν κολοιοι σιωπησωσι . Το σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον :
. Ἐνταυθα οἱ κωμηται ταραχθεντες ἐπιπηδωσιν αὐτοις ὡσει ψαρες ἠ κολοιοι : και ταχυ μεν ἀφαιρουνται τον Δαφνιν ἠδη και
9999968 ἐμνησθην
ἀλλα τι φησομεν περι της ἐξω του Κασιου ταυτης ἡς ἐμνησθην ἀρτιως ; οὐ γαρ δη που και ταυτην ἐργον
τῳ ἀνδρι Θουκυδιδης ἐπιβαλων και τοις ἀλλοις , ὡν προτερον ἐμνησθην , και συνιδων ἁς ἑκαστος αὐτων ἐσχεν ἀρετας ,
9999968 λαμβανετε
οὑς δακρυσειεν ἀν τις ἰδων ὡσπερ ἀνευ νομεως ἀγελην , λαμβανετε κατα νουν , ὡς ἐν παισι μεν ὀξυς ,
ὑμιν δοκωσι μαλιστα συνισχυριειν τε ὑμας και συγκοσμησειν , τουτους λαμβανετε . μαρτυρει δε μοι και τοδε προς το ἀγαθον
9999968 Ἐμπεδοκλεους
σκιεροις ἠσκημενα γυιοις . . . , εἰποντος δε του Ἐμπεδοκλεους ἐν τωι δευτερωι των Φυσικων προ της των ἀνδρειων
ἐπι των πονηρευομενων : εἱς γαρ των Κερκωπων Εὐρυβατος . Ἐμπεδοκλεους ἐχθρα : * * Ὠμην δε , φησιν [
9999968 κατεστρατοπεδευσε
: καταντησασα δε προς ὀρος το καλουμενον Βαγιστανον πλησιον αὐτου κατεστρατοπεδευσε , και κατεσκευασε παραδεισον , ὁς την μεν περιμετρον
της Φρυγιας ] και της Παφλαγονιας ἐκει [ το στρατευμα κατεστρατοπεδευσε ] , τον δε Σπιθριδατην [ προς Γυην ἐπεμψεν
9999968 ἐξεδεξαντο
εἱμαρτο ἁλωναι : ἡ διπλη ὁτι ἐκ τουτου οἱ νεωτεροι ἐξεδεξαντο λευγαλεον τον διυγρον : ἐστι δε κατα κοινωνιαν στοιχειων
, πυρ και δικελλας αἰτων . τινες ἐκ του Τυφωνος ἐξεδεξαντο ἑνος των γιγαντων : τυφων : τεραστιος δαιμων .
9999967 παρελιπε
ἑκηβολως εἰς αὐτην , ὡς ἐν τῳ ἐπιταφιῳ δηλουται . παρελιπε δε την χρησιν των λαχανων και ἰχθυων και των
δια την αὐτου την ταυτην ἀσωτιαν και κιναιδιαν τοὐνομα αὐτου παρελιπε Δημοσθενης ἐν τῳ περι ἀτελειων . ὁ δ '
9999967 συνεβαλλετο
ἐλεγε τα περ ὀπωπεε , ὁ δε ἐννωσας τα λεγομενα συνεβαλλετο τον Ὀρεστην κατα το θεοπροπιον τουτον εἰναι , τῃδε
ποιησωμεθα της εἰς τα πολιτικα ἀγαθα ὠφελειας αὐτου , ἡν συνεβαλλετο τοις ἀνθρωποις . Το δη μετα τουτο μηκεθ '
9999967 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999967 ἐφωνησεν
νεασοιδις ? ! ! ! ! ? ἐπος δ ' ἐφωνησεν τοδε : σον ? το κρατος , βασιλευ :
ἐπει σφιν ἀπενεικεν ὑπερποντιαν , οὑτως ἀποδιδοασιν , ὁτι τοσουτον ἐφωνησεν , ὡστε την προτερον ἐνδεδωκυιαν αὐτῳ ὑπερποντιαν γενεσθαι .
9999967 ἀγνωμοσυνης
, μηδεν του πλησιον διαφερων . ἐνιοι δε ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἐπειδαν ἀπαιτῃ τον κοσμον ἐπιστασα ἡ Τυχη ,
ἱμερος τας Ἀθηνας δευτερα ἑλειν , ἁμα μεν ὑπ ' ἀγνωμοσυνης , ἁμα δε πυρσοισι δια νησων ἐδοκεε βασιλεϊ δηλωσειν
9999967 Ὀλυμπιακος
διχομηνις : ἡ σεληνη , ἐπει ἐν τῃ πανσεληνῳ ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων ἀγεται , και τῃ ἑκκαιδεκατῃ γινεται ἡ κρισις
: τηλοθεν δεδορκε : τουτεστι πανταχη βλεπεται και βοαται ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων . το γαρ δεδορκεν , ἀντι παθητικου του
9999967 Κυκλωπων
. ὁς ὀψεται : Ὀδυσσευς πλανωμενος ἐπι την γαιαν των Κυκλωπων εἰσελθων εἰς το του Πολυφημου ἀντρον υἱου Ποσειδωνος ἑνα
ὑπεραχθεες αἰει . συρισδεν δ ' ὡς οὐτις ἐπισταμαι ὡδε Κυκλωπων , τιν , το φιλον γλυκυμαλον , ἁμᾳ κἠμαυτον
9999967 κομιδης
, παραινεε τε προειπειν τοισι ἑωυτων ἑκαστους πυρα ἀνακαιειν : κομιδης δε περι την ὡρην αὐτῳ μελησειν ὡστε ἀσινεας ἀπικεσθαι
θαλατταν , αἰσθοισθε δ ' ἀν αὐτοι της ῥᾳονος αὐτων κομιδης . εἰ μεντοι βραδυτερον ἠ δει ἡμιν ἐλθοι ,
9999967 κρατημα
ἀγονται κατω , και προσδεονται κλιμακιῳ τινι της κλιμακος προς κρατημα . τουτων γενομενων , ὡς εἰρηται , στρεφεται ὁ
ἀρχαι ἀγονται κατω και ἀποδιδονται κατω κλιμακιῳ ἀκινητῳ προς το κρατημα γινεσθαι και ἀνατασιν εὐθυπορον . δυναται δε και κατω
9999967 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999967 Καλλιμαχου
ὀνοματα . ὁ δε ἐλεας μηποτε ἐλειας ἐστιν ἐν τοις Καλλιμαχου ἀναγραφομενος . φησι γαρ ἐλεια μικρον , φωνῃ ἀγαθον
πατερα και ἀμφισβητουσι περι τουτου ὁ τε Κυνεγειρου και ὁ Καλλιμαχου πατηρ : κατα ἀποκηρυξιν δε ἐπεστη νυκτωρ ὁ παις
9999967 ἐξεπλαγησαν
του ἱερου ἐγιγνομεθα ἐξω . ὁν μεν οὐν τροπον ἁπαντες ἐξεπλαγησαν ἐν τῃ Σμυρνῃ , ὡς εἰδον φανεντα παρ '
ἐτρεψαν , ἀλλ ' εἰς προθυμιαν κατεχρησαντο , οὐδ ' ἐξεπλαγησαν των ὁρωμενων την ἀηθειαν , ἀλλ ' ἡσθησαν ὁρωντες
9999966 παρεσκευασε
Ἀλεξανδρου στρατιας εἰς Βακτρα και Ἰνδους πολλα τε ἀλλα νεωτερισθηναι παρεσκευασε , και δη και τουθ ' ἑν των νεωτερισθεντων
, Αἰγιαλειαν δε Σθενελῳ και ἐν Ἰθακῃ δε τους μνηστηρας παρεσκευασε συναχθηναι και ἐν Κρητῃ τα ὁμοια ἐπραξεν . ἐχινον
9999966 σεμνοτητα
το δε ἀναστρεψαι και το παρακολουθουν προθεσιν εἰναι του προσωπου σεμνοτητα μετα γλυκυτητος εἰργασατο , ὡσπερ ἀν ἡ σωφρονεστατη παρθενος
, ἐξ ἰσου γιγνομενοι στερξομεν ; εἰ δ ' ἐπωνυμιας σεμνοτητα σκοπουσιν , ἠ προς δοξαν ὀνοματος τα τοιαυτα κρινουσιν
9999966 Καππαδοκιαν
μεν Ἀμισσου την πολιορκιαν και τους ὑπο Κασανδρου πεμφθεντας εἰς Καππαδοκιαν ἐκβαλῃ παντας , προς δε τουτοις ὁπως παραγενομενος εἰς
' ἑνος τελους ἀπελιπε , τους δε ἱππεας προυπεμψεν ἐς Καππαδοκιαν , οἱ Ἀριοβαρζανην τε ἀφνω κατεκανον ὡς ἐπιβουλευοντα Κασσιῳ
9999966 λεγοιτο
οὐ φυσει νυν λεγει . οὐδε γαρ κυριως ἀν ταυτα λεγοιτο φυσει , εἰ και ποτε και ἐπι τουτων χρωμεθα
ἐκεινο ἡ πρωτη καλλονη , τα αὐτα ἀν και παραπλησια λεγοιτο τοις ἐπι του ἀγαθου λογοις : και εἰ το
9999966 σφοδροτητα
την κεφαλην ἠ , εἰπερ ἀδυνατον εἰη τουτο δια την σφοδροτητα της φυσικης δυσκρασιας , προνοεισθαι γουν αὐτης δια παντος
φλεγμαινον εἰη τι μοριον , ἀλλα προαιρῃ κἀνταυθα την μεν σφοδροτητα του πυρετου παυσασθαι , πλειονων δ ' ἡμερων δεησεσθαι
9999966 ἐκαθεζοντο
λεσχας ἐλεγον δημοσιους τινας τοπους , ἐν οἱς σχολην ἀγοντες ἐκαθεζοντο πολλοι . . παραβυστον . οὑτως ἐκαλειτο τι των
ἐξοχην , μεγαλως . σπερχομενη : ὀργιζομενη . εἱατο : ἐκαθεζοντο . Αἱμου : ὀρος Θρᾳκης ὁ Αἱμος . ἑπταμυχον
9999966 εὐδαιμονες
ἀρχωμεθα και τουτου ἐντευθεν . ὀρθως λεγονται οἱ μηδενος δεομενοι εὐδαιμονες εἰναι , και ὡς των ἀπεραντους ἐχοντων τας ἐπιθυμιας
ἐπιμισγεται , ἀλλοτε δ ' ἐσθλῳ . δοκουσι γαρ οἱ εὐδαιμονες συγκεκραμενον ἐχειν τοις ἀγαθοις και φαυλον : οἱ δε
9999966 μαθηματικα
. εἰ τοινυν μη ἐστι παρα τα αἰσθητα και τα μαθηματικα ἑτερα τινα ἑν ὑπαρχοντα τῳ ἀριθμῳ , οἱα περ
και τοις φυσικοις . διαφερουσι δε ἀλληλων ὁτι τα μεν μαθηματικα ἀκινητα ὑπαρχουσι , τα δε φυσικα παντα ἐν κινησει
9999966 τερεβινθινην
ἐπιβαλλε τους ὀνισκους ζωντας : και συλλεανας ἱκανως ἑψε την τερεβινθινην ἐπι θερμοσποδιας ἐπ ' ὀλιγον , ἱνα μη μολυνῃ
εἰτ ' ἐπιβαλλε κηρον , τακεντος δ ' αὐτου την τερεβινθινην , εἰτα χαλβανην , προπολιν προολμοκοπηθεντα , και εὐθεως
9999966 ἐξηπατησεν
Ἀθηναιοι γινονται μαχιμωτεροι . ὠ δεσποτα Δαρειε , τις σε ἐξηπατησεν ; ἐπ ' ἀθανατους ἡμας ἀνθρωπους ἐπεμψας πεσειν οὐκ
Καιτοι πως ἀξιον θαυμαζειν , ὠ ἀνδρες , εἰ ἐμε ἐξηπατησεν ἑνα ὀντα , ὁς ὑμας ἁπαντας ἁμα συνειλεγμενους ἐν
9999966 Λακεδαιμονα
εἰκος ἐστιν , Ἀντισθενην Ἀττικον γε ὀντα παραγενομενον Ἀθηνηθεν εἰς Λακεδαιμονα ἐκ της γυναικωνιτιδος λεγειν εἰς την ἀνδρωνιτιν ἐπιεναι .
ἀπο των εἰς τουτο ἀξιουσων πολεων βοηθον αὐτον γενεσθαι . Λακεδαιμονα γουν παρειληφαμεν μετα τον ὑπ ' ἐκεινου γενομενον αὐτῃ
9999966 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999966 χαρα
αἱ παρεπονται ταις αἰσθησεσι και τοις παθεσι , λυπη και χαρα : χωρις τουτων ζῳον ἐμψυχον και μαλιστα λογικον αἰσθεσθαι
πυλαι ὁ Ἰσθμος . ἐπειτα χαρμα : νυν ἀντι του χαρα : Ὁμηρος δε ἐπι της μαχης : οἱ δε
9999966 ἀκριβουν
λογισμου δια την ἀγωνιαν συγκεχυμενου και τας των πραγματων ἀντιληψεις ἀκριβουν ἀδυνατουντος : τοτε γαρ εὐλαβειαν μεν την δειλιαν ,
συνηθειαν διασῳζειν των ὀνοματων ἐπι παντων οἱ πολλοι ἠ το ἀκριβουν την ἑλληνικην φωνην και την ὀρθοτητα την ἐν τῃ
9999965 οἰνανθης
σαμψυχου , ῥευματιζομενῳ δ ' ἠ πυρουμενῳ τα δι ' οἰνανθης , τα δια στυπτηριας , τα δι ' ὀμφακιου
προς την φερομενην κοιλιαν τουτῳ . Ἀκακιας , μαστιχης , οἰνανθης ἰσα : κατ ' ἰδιαν ἑκαστον λειωσας και μιξας
9999965 οὐσιωδες
μαλλον ἱππου ἠπερ ἀνθρωπου οὐτε το λογικον , ὁ λεγεται οὐσιωδες , μαλλον ἐστι Σωκρατους ἠπερ Πλατωνος . δια τουτο
πλεον λογικευεσθαι οὐσιωδες ἀνθρωπῳ ὑποφαινεται . εἰ οὐν το γελαστικον οὐσιωδες , ὀφειλει τελειωτικον ἡμων εἰναι , εἰ δε οὐκ
9999965 Ἀρτεμιδωρου
! ! ! | δ ' αὐτου γεγονασιν Διογενης | Ἀρτεμιδωρου | Σελευκευς Τιγριος , | ὁ την | Δι
. . . | δ ' αὐτου γεγονασιν Διογενης | Ἀρτεμιδωρου | Σελευκευς Τιγριος ὁ την | . . .
9999965 ἀπεδεξαντο
τρισμυριους , ἱππεας δε τρισχιλιους , ἱππαρχους δε χιλιους . ἀπεδεξαντο δε και την Πυθαγορειον φιλοσοφιαν , διαφεροντως δ '
ἐκ του ποταμου ἐπιεν : οἱ Μακεδονες το στρατηγημα ἀποθαυμασαντες ἀπεδεξαντο . Ὁτι Φιλιππος Βυζαντιους πολιορκων συμμαχους ἐχοντας πλειστους δι
9999965 ἀναμφισβητητως
ἐτι πλεον οὐδεν , ἀποδεδωκοτι τας μισθωσεις ἐχειν ἐμοι προσηκον ἀναμφισβητητως , οὑτοι τηλικαυτην δικην λαχοντες και σφετερα αὐτων εἰναι
πασι , περι τε της ἐν τῃ ψυχῃ αὐτεξουσιου δυναμεως ἀναμφισβητητως ἀπεδειξε , και προϊων περι της του λογου και
9999965 θαυμαστως
καιπερ ὀντων ποτιμων . ἐστι δε και προς βαφην ἐριων θαυμαστως συμμετρον το κατα την Ἱεραν πολιν ὑδωρ , ὡστε
συμπλεοντων τῳ Ὀδυσσει και τῳ Νεοπτολεμῳ . τα τε ἠθη θαυμαστως σεμνα και ἐλευθερια , το τε του Ὀδυσσεως πολυ
9999965 μαθηματικη
, ῥᾳδιον ἐντευθεν καταμαθειν . οὐκ ἐστιν ἡ των Πυθαγορειων μαθηματικη τοιαυτη , ὁποιαν οἱ πολλοι ἐπιτηδευουσιν . ἐκεινη μεν
τοιαυτα , οὑτω , φησι , και περι μεγεθων ἡ μαθηματικη διαλεγομενη περι αἰσθητων μεν διαλεγεται , οὐχ ᾑ δε
9999965 πελοιτο
] ἑουὡς δη ? ῥ ? ' ἀταφος ταφος εἱο πελοιτο εἰ μη ληϊδιηισι ? γυας ἐταμοντο βοεσσι Τηλεβοαι ?
ἠματα δ ' αὐτε ἀμβροσιῃ χριεσκε τερεν δεμας , ὀφρα πελοιτο ἀθανατος και οἱ στυγερον χροϊ γηρας ἀλαλκοι : αὐταρ
9999965 συγγενες
πανυ γυναικες εἰς τας ἀλληλων πολεις ἐκδεδομεναι και δια το συγγενες και δια φιλιαν , αἱ τυχουσαι της ἐκ του
στερξομεν . εἰ γαρ Κορατιοις ἐλαττον κρινεται του καλου το συγγενες , οὐδε Ὁρατιοις τιμιωτερον φανησεται το γενος της ἀρετης
9999965 εὐφροσυνην
γυναικειοισιν ἐπ ' ἐργοις , ἐξ ὡν χρηματα πολλα και εὐφροσυνην πορεν ἐσθλην : δηθακι δ ' αὐθ ' ὑποτασσει
, θαυματι μεν κατεχον τους ὁρωντας , θεσπεσιαν δ ' εὐφροσυνην παρεχομενον , ἀρρητῳ δε τῃ συμμετριᾳ ἀναφαινομενον , ἐξῃρημενον
9999965 ὑπερμεγεθη
ὀντα σε εὐτυχως πως δοκεις συναρπασαι , και ταδε τα ὑπερμεγεθη και πληθος ἀπειρα δι ' ἀφροσυνην τινα , ὡς
τοις πολεμιοις ὑποχειριος γενηται , πυραν ἐν τοις βασιλειοις κατεσκευασεν ὑπερμεγεθη , και τον τε χρυσον και τον ἀργυρον ἁπαντα
9999965 ἐκεκτηντο
χαρας . . οὐσιαν τ ' εἰχον συχνην : Πλουτον ἐκεκτηντο πολυν . . οὐσιαν : Περιουσιαν . συχνην :
Οἰδιποδας ἰδοι τις ἀν πασας τας τραγῳδιας , οἱ πλειστα ἐκεκτηντο χρηματα χρυσου και ἀργυρου και γης και βοσκηματων :
9999964 μιγνυμενα
δε ΓΔ ἑξ . ἑξακις δε τα Ϛ λϚ . μιγνυμενα οὐν τα ιϚ μετα των λϚ γινονται νβ ,
ὁσα πυρουται λαμβανει τινα χυμον τα μεν ἁπλα τα δε μιγνυμενα τοις ὑγροις . Ἡ μεν οὐν φυσις ὁτι τοιαυτη
9999964 δουπησεν
οἱον σχεδην ἐκ του συνεγγυς . . . , . δουπησεν δε πεσων : ἡ διπλη ὁτι ἐκ του παρακολουθουντος
οὐτασε δουρι στρεφθεις ἐξαπινης , ὁτε μιν κατεμαρπτε διωκων : δουπησεν δε πεσων : πυκινον δ ' ἀχος ἐλλαβ '
9999964 ἀπειργασατο
νους οὑτως : ἀλλ ' Ὁμηρος τῃ ἑαυτου ποιησει τιμιωτατον ἀπειργασατο τον Αἰαντα , ὁστις αὐτου πασαν ἀρετην τοις ἐγκωμιοις
εὐθυς ἀπηχθετο τοις ἀκουου - σιν , ἐπειτα διαβολην ἀν ἀπειργασατο κατα της πολεως οὐ την τυχουσαν . και γαρ
9999964 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999964 κατηλθε
μεν ἐπι Προυσιαδος ἠγεν , ἐντευθεν δε ἐπι την Ποντικην κατηλθε θαλασσαν , και παρελθων την παραλιαν τοις κατα κορυφην
ἐκεινος , ἀλλ ' ἐκυσε μεν Αἰσχυλον , ὁτε δη κατηλθε , κἀνεβαλε την δεξιαν κἀνεικος ὑπεχωρησεν αὐτῳ του θρονου
9999964 ἀνθη
, παχυτερον δε και λευκοτερον και ἀχυρωδεστερον , βαρυοσμον : ἀνθη λευκα : ῥιζαν λευκην , ὁμοιαν ῥαφανῳ . φυεται
ἀγονευειν , ἠ χωρις γονης μενειν ἀνθεμοεσσαν ] την πολλα ἀνθη ἐχουσαν δηποτε δ ' ἠ ῥοδεοιο : ἡ συνταξις
9999964 παρεσκευαζετο
περι αὐτον στρατιας ἐπανελθων εἰς Μεμφιν τα προς την πολιορκιαν παρεσκευαζετο . Ὁ δε της πρωτης μεριδος ἀφηγουμενος Λακρατης ὁ
λοφου ὀντος μεταξυ οὐκ ἐθεωρουν ἀλληλους , ἐτασσε τε και παρεσκευαζετο ὡς ἐς μαχην . τῳ δε Ἱπποκρατει ὀντι περι
9999964 ἐγεννησεν
δε ἐπιῤῥηματικως , τουτεστι , την δε ἑτεραν προτερον μεν ἐγεννησεν ἡ νυξ ἡ ἐρεβεννη , ἡν ὁ Προκλος θεον
ἡ μεν οὐχ ὁρᾳ ἁ ἐχει : οὐδε γαρ αὐτη ἐγεννησεν , ἀλλ ' ἐστι και αὑτη εἰδωλον και οἱ
9999964 λιπαρα
ἀφωρισμενον ἐχουσιν ἑαυτοις . ἀλση γαρ και παραδεισους και πεδια λιπαρα οἱ πολιται ἐκτεμνοντες των ἰδιων κτηματων , ταυτα τοις
χλωρον , κνιδης φυλλα , ἀλθαιας , χαμαιμηλον , ἀσταφις λιπαρα , μελιλωτον , μελισσοφυλλον , σιον , κιτριου ὁ
9999964 ἀνεστησε
τε πολλοις ἐχρησατο , και χαλκους ἐλεφαντας ἀντι των σφαγεντων ἀνεστησε τεσσαρας . . . : Ἡ δε των ἐλεφαντων
ἐνεδρευων και ἀει τι ἐνοχλων ἀπο τε Περγαμου τον Σελευκον ἀνεστησε και ἀπο της ἀλλης Εὐμενους χωρας ἐξηλασε . Πολυξενιδᾳ
9999964 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999964 ἐναλλαγην
ζῳδιῳ ἐν ᾡ ἐχει λογον , ποιει τον ἐχοντα την ἐναλλαγην ἐνδυναμον την ψυχην και ἀποτρεπει παντα ὀκνον και ῥαθυμιαν
ἐπιμονῃ ἡ προσεπαναδοσις , τῃ ἀντιληψει ἡ ἐφοδος κατ ' ἐναλλαγην και ἡ ἐπιτομη και ἡ παροδος και τα καλουμενα
9999964 ἐγραφεν
οὐ γαρ ἀμεινω μεν ἐν ταις ὑπο των σων κομιζομεναις ἐγραφεν , οὐ τοιαυτα δε ἐν ταις ὑπο των αὑτου
ὑπο τουτων οἱς νυν ὑπηρετων τους κατ ' ἐμου λογους ἐγραφεν , ἐπειδη δ ' ἁ κατηγορει τοτε των ἀλλων
9999964 διαφορητικη
βωλοϲ παραπληϲιαϲ ἐϲτι τῃ Ἀρμενιᾳ δυναμεωϲ . ἡ δε ὠχρα διαφορητικη τε και ϲηπτικη την δυναμιν : καταϲτελλει γουν τα
φαρμακων ἡ ἑλκτικη δυναμις , κατα δε τα διαφορητικα ἡ διαφορητικη . ἐστι δ ' ἡ ὑλη και των διαφορουντων
9999964 ἀπεικονισμα
αὐτη τε και τα μερη . ὁλη μεν δη γεγονεν ἀπεικονισμα και μιμημα του κοσμου , τα δε μερη των
περιγειοις ἐξαιρετον ἀπονενεμησθαι τοπον ἱερον τῳ ἀορατῳ θεῳ μηδεν ὁρατον ἀπεικονισμα περιεξοντα προς μετουσιαν ἐλπιδων χρηστων και ἀπολαυσιν ἀγαθων τελειων
9999964 Λακεδαιμονιοισι
την Ἀσιην Δημαρητος και τοιαυτῃ χρησαμενος τυχῃ , ἀλλα τε Λακεδαιμονιοισι συχνα ἐργοισι τε και γνωμῃσι ἀπολαμπρυνθεις , ἐν δε
Σπαρτης προ δυντος ἡλιου : οὐδενα γαρ λογον εὐεπεα λεγεις Λακεδαιμονιοισι , ἐθελων σφεας ἀπο θαλασσης τριων μηνων ὁδον ἀγαγειν
9999964 ἀπεφηνεν
τους ἐν αὐτῃ συνοικισας εἰς το τειχος μιαν των πολεων ἀπεφηνεν ὡν διεταξε μετα την Μιθριδατου καταλυσιν . Οἱ μεν
ὁταν δε συντελεσῃ τας θεραπειας , τοτε ὑγιη τον ἀνθρωπον ἀπεφηνεν . Κεφ . στʹ . [ Τι ἐστιν ἰατρικη
9999964 Παιονες
χρονον ἐγινετο μαχομενων ἀμφοτερων γενναιως . ἐπειτα ἐπεκρατουν πολλῳ οἱ Παιονες , και οἱ ὁπλιται πιεζομενοι σφοδρα ἐκακοπαθουν πιπτοντες αὐτου
Ὁμηρος δε χωριζει „ προς ” μεν ἁλος Καρες και Παιονες ἀγκυλοτοξοι και Λελεγες „ και Καυκωνες . ” ἑτεροι
9999964 ληφθεισαν
φυλαττοντα της τροφης τεταγμενην , ἀλλα και πριν την πρωτην ληφθεισαν πεφθηναι ἑτεραν προσφερονται : κινουμενων δε αὐτων σφοδροτερον μετα
την δ ' ὡς και προ χρονων παρα των Τουρκων ληφθεισαν και εἰς συναγωγας αὐτων τουτους μετημειψε και ὁτι περιφανες
9999964 ζητημα
προσηκει το ὁλον εἰδος εἰναι του λογου κατα τοδε το ζητημα , ἐπι τωνδε των ἀνδρων , περι τουδε του
ἐχει . εἰπον οὐν ὁπερ ἐμοι ἐδοξεν , ὁτι Το ζητημα ᾡ ἐπιχειρουμεν οὐ φαυλον ἀλλ ' ὀξυ βλεποντος ,
9999964 κομιδην
ὑμας μεμαθηκεναι . ὁτι δ ' ὑστερον οὐκ ἐνι την κομιδην γεγενησθαι τουτων των χρηματων , τουτο βουλομαι δειξαι .
μην και φερειν ὀλιγωριαν δεσποτου εἰσιν . οὐτε γουν αὐτοις κομιδην προσφερουσιν οἱ δεσποται , οὐ καταψωντες , οὐ καλινδηθραν
9999964 ἱδρυσαντο
μεν ἐξελιπον , ἐν δε τῃ Θρᾳκιᾳ νησῳ τους βιους ἱδρυσαντο , κατασκευασαι τον Δαρδανον ἐνταυθα των θεων τουτων ἱερον
χωρει . και Διος Ἀσκληπιου νεων οὐκ ἀλλως οἱ τῃδε ἱδρυσαντο . ἀλλ ' εἰπερ ἐμοι σαφης ὁ διδασκαλος ,
9999963 ἐπιφωνημα
των ἐργων ἐθελησαντι προσλαβειν . οἱς ἐπιτιθησιν οὐδε μειρακιῳ προσηκον ἐπιφωνημα : λογῳ μεν γαρ την ἡμετεραν δυναμιν σῳζοι ἀν
σ βαρυνεται : σεσημειωται το πρωϊ ὀξυνομενον : το γιγγρι ἐπιφωνημα τι ὀν ἐν καταμωκησει λεγομενον , εἰ ὀξυνετο ,
9999963 ἐκρινα
κωμῳδια . ἠξιως ' ] ἀξιον ἐκρινα . , ἀξιους ἐκρινα . ⌈ ἀναγευς ' [ ἀναγευσαι ] ] φαγειν
ἐκεινου : ἐνταυθα γαρ , ἐπει μωρον ἐστι το λεγειν ἐκρινα ἀν σε , εἰ και ἐδακρυες συνεχως , ἐρεις
9999963 ἐποιουμεθα
, εἰ και μη ἐξεφευγομεν , ὁπῃ ποτ ' ἀν ἐποιουμεθα αὐτης την φυγην . εἰρησθω δη νυν ὁτι δια
ἐν τῳ δι ' Ἀλεξανδρειας παραλληλῳ , καθ ' ὁν ἐποιουμεθα τας τηρησεις , την αὐτην ἐγγιστα ποιειν την φαινομενην
9999963 ὠνομαζοντο
θαλαττῃ * . Αὑτη ἡ πολις το πριν και Ἐπιλευκαδιοι ὠνομαζοντο . Ἀκαρνανες δε στασιασαντες ἐλαβον ἐκ Κορινθου ἐποικους χιλιους
' ἐπιπρασκετο τα σκευη , της ἀγορας το μερος τουτο ὠνομαζοντο κυκλοι , ὡς Ἀλεξις ὑποδηλουν ἐοικεν ἐν Καλασιριδι ποι

Back