αὐτη τε και τα μερη . ὁλη μεν δη γεγονεν ἀπεικονισμα και μιμημα του κοσμου , τα δε μερη των
περιγειοις ἐξαιρετον ἀπονενεμησθαι τοπον ἱερον τῳ ἀορατῳ θεῳ μηδεν ὁρατον ἀπεικονισμα περιεξοντα προς μετουσιαν ἐλπιδων χρηστων και ἀπολαυσιν ἀγαθων τελειων
9999977 ἐβουλοντο
καταλυσαι , μικραν και εὐτελη προφασιν τοις στρατιωταις ἐς ἁ ἐβουλοντο της τυχης παρασχουσης . Μαισα ἠν τις ὀνομα ,
γεγονεναι , συνετους δε τινας και νομοθετικους . : οὐκ ἐβουλοντο οἱ παλαιοι Ῥωμαιων , ὠ Σηβωσε ἀνδρων ἀριστε ,
9999973 συνεχωρησε
, οὐκ ἐγενετο ἐλεγχος : ᾑ δε ποσως και ὁλως συνεχωρησε τουτο , ἠλεγχθη . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις
ἐασαι παραφυλαξαι τον χρονον τον ἐπιτηδειον ἐς την πραξιν . συνεχωρησε το μειρακιον . ἐφ ' ἑαυτου τοινυν ὁ Χαριτων
9999972 ἐδωρησαντο
τε ἀλλα ὑπερ ὡν ἡκεν οὐκ ἀπρακτον ἀπεπεμψαντο και ταλαντῳ ἐδωρησαντο και την εἰκονα του σωματος ἐστησαντο * * *
δε και δεξιοτητος Θεμιστοκλεϊ , και τουτῳ στεφανον ἐλαιης : ἐδωρησαντο τε μιν ὀχῳ τῳ ἐν Σπαρτῃ καλλιστευοντι : αἰνεσαντες
9999972 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999972 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999972 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999971 ἐργαστηρια
σμηνη μη φαρμακουσθαι μηδε ἀγρους μηδε οἰκιας μηδε κτηνοτροφεια μηδε ἐργαστηρια . θʹ . προς το ἀνελειν κηφηνας . ιʹ
τεχναις ἀποβαινουσιν . αὐτοις δε και ταις τεχναις ὁμοιως τα ἐργαστηρια αὐτων ὁρωμενα ἀποβαινει χωρις ἑταιρας και πορνειου : αὐτη
9999971 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999971 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999970 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999970 γιγνωσκουσι
τι ὑμας διαφεροντως δει γιγνωσκειν περι αὐτου ἠ οἱ οἰκειοι γιγνωσκουσι : τοιαυτα γαρ ἐστιν , ὡστ ' εἰ και
και ἀλλο παθημα , ὠ Σιμωνιδη , των τυραννων . γιγνωσκουσι μεν γαρ οὐδεν ἡττον των ἰδιωτων τους ἀλκιμους τε
9999970 συνεβαλλετο
ἐλεγε τα περ ὀπωπεε , ὁ δε ἐννωσας τα λεγομενα συνεβαλλετο τον Ὀρεστην κατα το θεοπροπιον τουτον εἰναι , τῃδε
ποιησωμεθα της εἰς τα πολιτικα ἀγαθα ὠφελειας αὐτου , ἡν συνεβαλλετο τοις ἀνθρωποις . Το δη μετα τουτο μηκεθ '
9999968 γραμματευς
κατειθισμενην ἐπιμελειαν το σωμα παραδιδοασι . και πρωτος μεν ὁ γραμματευς λεγομενος τεθεντος χαμαι του σωματος ἐπι την λαγονα περιγραφει
, ἐνθυμιον ποιουμαι την του ἐνυπνιου φωνην , ὡς ὁ γραμματευς ὑπισχνειτο μοι συμπραξειν . και το τε ὀναρ αὐτο
9999968 λιπαρα
ἀφωρισμενον ἐχουσιν ἑαυτοις . ἀλση γαρ και παραδεισους και πεδια λιπαρα οἱ πολιται ἐκτεμνοντες των ἰδιων κτηματων , ταυτα τοις
χλωρον , κνιδης φυλλα , ἀλθαιας , χαμαιμηλον , ἀσταφις λιπαρα , μελιλωτον , μελισσοφυλλον , σιον , κιτριου ὁ
9999968 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999968 σαρκοι
των κοινων ἑλκων θεραπειᾳ : καλλιστα δ ' ἀνακαθαιρει και σαρκοι και ἀσφαλως ἐπουλοι τους τοπους θηριακη ἀναλυθεισα μετα ῥοδινου
ἐστι φαρμακον ἐπιπαττομενη ξηρα : αὑτη γαρ και καθαιρει και σαρκοι και ἐπουλοι . ἀναγαλλιδες αἱ δυο τοις σηπομενοις βοηθουσιν
9999968 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999968 Ἐμπεδοκλεους
σκιεροις ἠσκημενα γυιοις . . . , εἰποντος δε του Ἐμπεδοκλεους ἐν τωι δευτερωι των Φυσικων προ της των ἀνδρειων
ἐπι των πονηρευομενων : εἱς γαρ των Κερκωπων Εὐρυβατος . Ἐμπεδοκλεους ἐχθρα : * * Ὠμην δε , φησιν [
9999967 σεμνοτητα
το δε ἀναστρεψαι και το παρακολουθουν προθεσιν εἰναι του προσωπου σεμνοτητα μετα γλυκυτητος εἰργασατο , ὡσπερ ἀν ἡ σωφρονεστατη παρθενος
, ἐξ ἰσου γιγνομενοι στερξομεν ; εἰ δ ' ἐπωνυμιας σεμνοτητα σκοπουσιν , ἠ προς δοξαν ὀνοματος τα τοιαυτα κρινουσιν
9999967 πληθυντικα
λεγει εὐαγγελεις . Ἐκαθεσθη , καθεσθεις , καθεσθησομαι και τα πληθυντικα καθεσθησονται ἐκφυλα . λεγε οὐν καθεζομαι , καθεδουμαι ,
φαγων ἐλαβα λεγοντες και ἐφαγα , και τριτα δε τουτων πληθυντικα εἰς αν ληγοντα λεγουσιν . ὁ οὐν ἀπο της
9999967 συνεκτικα
τουτων δε των αἰτιων οἱ μεν πλειους ἡγουνται τα μεν συνεκτικα εἰναι , τα δε συναιτια , τα δε συνεργα
ὀστων ἐκφυομενα εἰσιν τα ἐξ ὀστων εἰς ὀστα συνδετικα και συνεκτικα των ἀρθρων και των μελων του σωματος . οθʹ
9999967 Φιλωνιδης
πορνιδιον . πορνευτριαν δε ἐν τοις Γεωργοις Ἀριστοφανης ἐφη , Φιλωνιδης δε ἐν τοις Κοθορνοις πορνοτελωνας . Ἑρμιππος δε ἐν
και Ἀλκιδαμας ὁ Γοργιου μαθητης Ναιδος . ταυτης δε και Φιλωνιδης ἠρα . μηποτε οὐν και ἐν τῳ Ἀριστοφανους Πλουτῳ
9999967 Ὀλυμπου
τῳ αἰγιαλῳ του Θερμαιου κολπου ἐστιν ἐν ταις ὑπωρειαις του Ὀλυμπου , ἀλλ ' ὁσον ἑπτα ἀπεχει σταδιους : ἐχει
ἀλση : νυν δε το μεταξυ της Ὀσσης και του Ὀλυμπου χωριον , ὁ ἐστι περικαλλες και ὡσπερ ὑπο θειας
9999967 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999967 εὐδαιμονες
ἀρχωμεθα και τουτου ἐντευθεν . ὀρθως λεγονται οἱ μηδενος δεομενοι εὐδαιμονες εἰναι , και ὡς των ἀπεραντους ἐχοντων τας ἐπιθυμιας
ἐπιμισγεται , ἀλλοτε δ ' ἐσθλῳ . δοκουσι γαρ οἱ εὐδαιμονες συγκεκραμενον ἐχειν τοις ἀγαθοις και φαυλον : οἱ δε
9999967 ποιητικη
και προς πιστιν ἀγουσιν . . Ἡ χαρις , ἡ ποιητικη δυναμις : το αἰτιατον ἀντι του αἰτιου : τῃ
και ἀναλογον και ἡ δικαιοσυνη μεσοτητος και ἰσοτητος και ἀναλογιας ποιητικη . και μεσον μεν ἐστι το δικαιον , ὁτι
9999966 δακρυουσι
κυκλῳ την ψυχην περιερχεται . τουτο τοι και ἡδονται και δακρυουσι μεταξυ ἀκουοντες , ὁπερ και αὐτος ἐπασχον , ἡσυχῃ
, ὡστ ' εἰναι βραχυ τοις σιτοποιοις το ἐργον . δακρυουσι δε οἱ μεν οὐπω την πολιν ἀφεντες τῳ μηπω
9999966 ἐνεκειτο
ἐς τι ῥευμα καταβαντας ἐχρην ἀναβαινειν ἐπι τον Ἀσρουβαν , ἐνεκειτο δη τοτε και συνεβουλευε στραφηναι ὡς ἀλλου καιρου και
παρανομει , δι ' ἐκεινων και κολαζεται . Ἐπει οὐν ἐνεκειτο τα ἡπατα μου ἀνιλεως κατα του Ἰωσηφ , τῳ
9999966 πιστευσειεν
, : ῥαιον δ ' ἀν τις Ἡσιοδωι και Ὁμηρωι πιστευσειεν ἡρωολογουσι και τοις τραγικοις ποιηταις ἠ Κτησιαι τε και
ὡδε ἐπισκοποιμεν , τῳ ποτερως παιδι φιληθεντι μαλλον ἀν τις πιστευσειεν ἠ χρηματα ἠ τεκνα ἠ χαριτας παρακατατιθεσθαι . ἐγω
9999966 τριγενη
συστελλεται . Ὁ ἡδυς του ἡδεος : τα εἰς υς τριγενη και ἑξης . Τριγενη ἐστιν ὁσα ποιει θηλυκον και
δε ἐστι ζητησαι , ὁτι μη γενομενα τα εἰς υς τριγενη δια του ε και ω ἀττικως κατα την γενικην
9999966 Σικελιωτας
μεγεθους ἐχρησατο τῳ περιρρυτος , ὁ δε Θουκυδιδης ὁμονοειν τους Σικελιωτας καλον οἰεται εἰναι , γης ὀντας μιας και περιρρυτου
των Ἀθηναιων ὑποδεξαμενων την θεον , πρωτοις τουτοις μετα τους Σικελιωτας δωρησασθαι τον των πυρων καρπον : ἀνθ ' ὡν
9999966 ἐπηγγειλαντο
λεγοντες δεικνυναι τα ὁμωνυμα συνωνυμα : οὐδε γαρ ἐδειξαν ὁ ἐπηγγειλαντο , ἐπειδη ἡ συνωνυμος κατηγορια και κοινῃ μετεχεται ὑπο
ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους οὑς ἐχουσι περι του δημου
9999966 συγχωρησειεν
συνηθων , οὐκ ἀν ποτε που το ἀπορηθεν περι αὐτων συγχωρησειεν ἐπιδραμων οὑτως εὐθυς , στας δ ' ἀν ,
του της θαλαττης της μεχρι στηλων , μαλλον ἀν τις συγχωρησειεν ὡς ἐπι μιας γραμμης ἐξεταζεσθαι τας παραλληλους ἐκεινης ἐν
9999966 δοκιμαζει
δια Βορυσθενους , ὁπερ και αὐτο δοκιμαζει ὁ Ἱππαρχος , δοκιμαζει δε και το ἀπο Βυζαντιου διαστημα ἐπι τον Βορυσθενη
ἐξεταζομενων ἐν λογοις , παροσον ἡ Λυδια λιθος τον χρυσον δοκιμαζει . Βοιωτια αἰνιγματα : ἐπι των ἀσυνετων : Βοιωτη
9999966 μαθηματικα
. εἰ τοινυν μη ἐστι παρα τα αἰσθητα και τα μαθηματικα ἑτερα τινα ἑν ὑπαρχοντα τῳ ἀριθμῳ , οἱα περ
και τοις φυσικοις . διαφερουσι δε ἀλληλων ὁτι τα μεν μαθηματικα ἀκινητα ὑπαρχουσι , τα δε φυσικα παντα ἐν κινησει
9999966 ὠνομαζοντο
θαλαττῃ * . Αὑτη ἡ πολις το πριν και Ἐπιλευκαδιοι ὠνομαζοντο . Ἀκαρνανες δε στασιασαντες ἐλαβον ἐκ Κορινθου ἐποικους χιλιους
' ἐπιπρασκετο τα σκευη , της ἀγορας το μερος τουτο ὠνομαζοντο κυκλοι , ὡς Ἀλεξις ὑποδηλουν ἐοικεν ἐν Καλασιριδι ποι
9999966 ἐδημιουργει
ὁ δ ' οὐ σκιας , αὐτας δε τας ἀρχετυπους ἐδημιουργει φυσεις . εἰ δη και τα ἁγια ποικιλτικῃ τεχνῃ
πρωτον μετα την οὐρανου και γης και των μεταξυ γενεσιν ἐδημιουργει | τον ἀνθρωπον ὁ ζῳοπλαστης , φησιν ὁτι „
9999966 χαλκανθου
εἰπε χαλκανθον ξανθην , ὡδε ἀπροσδιοριστως , μετα της κυανου χαλκανθου , ἐπηγαγεν ; Ἀλλα ταυτα , ὠ Διοσκορε ,
κεκαυμενος ἠ χαλκανθος ἁμα χορειᾳ χολῃ . ἀλλο δραστικωτερον . χαλκανθου μερος αʹ . κομμεως Ἀραβικου μερος ʹʹ . οἰνῳ
9999966 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999965 πικροτατα
ἀναθεωρησεως , μισοπονηρος μεν φαινεται δια το παντων των νομοθετων πικροτατα προστιμα θειναι κατα παντων των ἀδικουντων , δικαιος δ
ὑπο δε της προς τους ἀκληρουντας ὀργης ἡττασθαι , και πικροτατα μισουντας τους ὑπερ ἀνθρωπον φρονουντας , ἐν ταις εὐτυχιαις
9999965 κυβερνητου
, ὡσπερ και κυβερνητου μεν ἀρετη , ἀν τα του κυβερνητου ποιῃ και ἀρχῃ των ναυτων , των δε γε
δη . . . : περι του Ἀριστωνος του Κορινθιου κυβερνητου και της συμβουλης αὐτου και οἱ Συρακοσιοι : σημειωσαι
9999965 Ὀλυμπιακος
διχομηνις : ἡ σεληνη , ἐπει ἐν τῃ πανσεληνῳ ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων ἀγεται , και τῃ ἑκκαιδεκατῃ γινεται ἡ κρισις
: τηλοθεν δεδορκε : τουτεστι πανταχη βλεπεται και βοαται ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων . το γαρ δεδορκεν , ἀντι παθητικου του
9999965 κατεστρατοπεδευσε
: καταντησασα δε προς ὀρος το καλουμενον Βαγιστανον πλησιον αὐτου κατεστρατοπεδευσε , και κατεσκευασε παραδεισον , ὁς την μεν περιμετρον
της Φρυγιας ] και της Παφλαγονιας ἐκει [ το στρατευμα κατεστρατοπεδευσε ] , τον δε Σπιθριδατην [ προς Γυην ἐπεμψεν
9999965 ὡροσκοπου
. ἀλλα τουτους μεν ἰσχυειν ὁλοκληρους ὁταν ὠσιν ἐπι του ὡροσκοπου , ἀφεστωτες δ ' ἀπ ' αὐτου κατα την
κυριος μη εὑ - ρεθῃ , τελευταιον παντων τον του ὡροσκοπου λαμβανομεν τῳ αὐτῳ τροπῳ ὡς φησιν : παντως δ
9999965 Ἀναξιμανδρου
, ὁτι Θαλης Ἰων ὠν , Μιλησιος γαρ , καθηγησατο Ἀναξιμανδρου : ἡ δε Ἰταλικη ἀπο Πυθαγορου , ὁτι τα
. τουτον Θεοφραστος ἐν τηι Ἐπιτομηι [ . . ] Ἀναξιμανδρου φησιν ἀκουσαι . . . . [ ] πολυμαθιη
9999965 ἐβουλευσαντο
: ἐπει δε συνηλθον οἱς ἐμελε περι του φρουριου , ἐβουλευσαντο κοινῃ φυλαττειν οἱσπερ ἀγαθον ἠν φιλιον ὀν , ὁπως
συσταντες ἀνδρες ἐκ της συγκλητου τε και των ἱππεων ἑξηκοντα ἐβουλευσαντο αὐτῳ φονον . Ἠσαν δε ἡγεμονες της των ἀνδρων
9999965 Ἀρτεμιδωρου
! ! ! | δ ' αὐτου γεγονασιν Διογενης | Ἀρτεμιδωρου | Σελευκευς Τιγριος , | ὁ την | Δι
. . . | δ ' αὐτου γεγονασιν Διογενης | Ἀρτεμιδωρου | Σελευκευς Τιγριος ὁ την | . . .
9999965 ἀρτηρια
αἰδοιου : μεχρι μεν γαρ ἐντος των λαγονων ἐστιν ἡ ἀρτηρια και ἡ φλεψ , ἁμα τοις γε ἀλλοις ἁπασι
συγκρισιν του ἐν τῃ ἀρτηριᾳ : † και ἡ μεν ἀρτηρια ὑποκατω κειται της φλεβος , ἡ δε φλεψ ἐπανω
9999965 Καππαδοκιαν
μεν Ἀμισσου την πολιορκιαν και τους ὑπο Κασανδρου πεμφθεντας εἰς Καππαδοκιαν ἐκβαλῃ παντας , προς δε τουτοις ὁπως παραγενομενος εἰς
' ἑνος τελους ἀπελιπε , τους δε ἱππεας προυπεμψεν ἐς Καππαδοκιαν , οἱ Ἀριοβαρζανην τε ἀφνω κατεκανον ὡς ἐπιβουλευοντα Κασσιῳ
9999965 ἐναλλαγην
ζῳδιῳ ἐν ᾡ ἐχει λογον , ποιει τον ἐχοντα την ἐναλλαγην ἐνδυναμον την ψυχην και ἀποτρεπει παντα ὀκνον και ῥαθυμιαν
ἐπιμονῃ ἡ προσεπαναδοσις , τῃ ἀντιληψει ἡ ἐφοδος κατ ' ἐναλλαγην και ἡ ἐπιτομη και ἡ παροδος και τα καλουμενα
9999965 μαντειᾳ
Ὀλυμπιᾳ , οὑ ἀρχηγος γεγονεν Ἰαμος τῃ δια των ἐμπυρων μαντειᾳ : ᾑ και μεχρι του νυν οἱ Ἰαμιδαι χρωνται
δε εἰσι των ἐπιγραμματων , πρωτον μεν ἀνατεθηναι τα ἀγαλματα μαντειᾳ του θεου τιμησαντος τα ἐς τους πενταθλους δοξαντα Ἠλειοις
9999965 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999964 μεσοτητι
δει οἰκονομουμενη . ἀλλως : ἠθικη ἀρετη ἐστιν ἑξις ἐν μεσοτητι οὐσα παθων τε και πραξεων ὡρισμενη τῳ ὀρθῳ λογῳ
μητε την νεμεσιν ἀρετας εἰναι ἀλλα παθη ἐπαινετα τῳ ἐν μεσοτητι εἰναι . ἐστι δε ἡ νεμεσις λυπη ἐπι ταις
9999964 ἐπιφωνημα
των ἐργων ἐθελησαντι προσλαβειν . οἱς ἐπιτιθησιν οὐδε μειρακιῳ προσηκον ἐπιφωνημα : λογῳ μεν γαρ την ἡμετεραν δυναμιν σῳζοι ἀν
σ βαρυνεται : σεσημειωται το πρωϊ ὀξυνομενον : το γιγγρι ἐπιφωνημα τι ὀν ἐν καταμωκησει λεγομενον , εἰ ὀξυνετο ,
9999964 ὠνησατο
Δημαρατον παυσειε βασιλευοντα , και την τε ἐν Δελφοις προμαντιν ὠνησατο , Λακεδαιμονιοις αὐτην ὁποσα αὐτος ἐδιδασκεν ἐς Δημαρατον χρησαι
ἐν δευτερῳ Ἀπομνημονευματων ὡς Ἀριστοτελης αὐτου τα βιβλια τριων ταλαντων ὠνησατο . . . φησι δε Φαβωρινος ἐν τῳ δευτερῳ
9999964 Πελοποννησιους
ἡλιαιᾳ λαβειν της Ἀττικης πεντωβολον ἐν τῃ Ἀρκαδιᾳ νικησαντα τους Πελοποννησιους . Γ τουτον ] δημον . Γ δει ]
ἐν τῃ Νισαιᾳ δεισαντες , σιτου τε ἀποριᾳ και τους Πελοποννησιους οὐ νομιζοντες ταχυ ἐπιβοηθησειν , τους τε Μεγαρεας πολεμιους
9999964 ἐβουλευοντο
οὑς αὐτων οὐδε ἀχθομενους τῳ γεγενημενῳ , συλλεξαντες τους ἐπικαιριωτατους ἐβουλευοντο τι χρη ποιειν . ἐπει δε πασιν ἐδοκει ὑποσπονδους
σοι και ἐπι παραδειγματος γενηται φανερον , οἱ πιθηκοι συνελθοντες ἐβουλευοντο περι του χρηναι πολιν οἰκιζειν : και ἐπειδη ἐδοξεν
9999964 ἐξηγησαντο
ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999964 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999964 Εὐθυδημου
: τα μεν γαρ αὐτος , τα δε Δημητριος ὁ Εὐθυδημου υἱος του Βακτριων βασιλεως : οὐ μονον δε την
δε φησι κατα την ἑκτην , και πρωτον ἐφορον γενεσθαιἐπι Εὐθυδημου , ὡς φησι Σωσικρατης . και πρωτος εἰσηγησατο ἐφορους
9999964 κατηλθε
μεν ἐπι Προυσιαδος ἠγεν , ἐντευθεν δε ἐπι την Ποντικην κατηλθε θαλασσαν , και παρελθων την παραλιαν τοις κατα κορυφην
ἐκεινος , ἀλλ ' ἐκυσε μεν Αἰσχυλον , ὁτε δη κατηλθε , κἀνεβαλε την δεξιαν κἀνεικος ὑπεχωρησεν αὐτῳ του θρονου
9999964 Μενεκλης
ὀντα δυο παιδια , την δε νεωτεραν , ἡν εἰχε Μενεκλης , ἀπαιδα . Και ἐκεινος δευτερῳ μηνι ἠ τριτῳ
και κωδωνες ἐξηπτοντο μου μελος μουσικωτατον ἐκφωνουντες . ὁ δε Μενεκλης ὁ δεσποτης ἡμων , ὡσπερ ἐφην , ἐκ της
9999964 διαφορητικηϲ
Λιβανωτιδεϲ τρειϲ εἰϲιν ὁμοιαϲ ἁπαϲαι δυναμεωϲ , μαλακτικηϲ τε και διαφορητικηϲ , ὁ δε χυλοϲ ὁ τε τηϲ ῥιζηϲ και
την τριτην ἀποϲταϲιν , ξηραινει δε κατα την δευτεραν : διαφορητικηϲ δε ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ ὑπωπια χρονιζοντα και τα
9999964 ἀποδεικτικη
ἐσται των καθ ' αὑτα ὑπαρχοντων ταις πασαις οὐσιαις και ἀποδεικτικη , εἰτε και ἡ αὐτη εἰη τῃ περι τας
πασων ἡ διαιρετικη , δευτερα ἡ ὁριστικη , τριτη ἡ ἀποδεικτικη , τεταρτη ἡ ἀναλυτικη . των δε τριων μονων
9999964 παρελιπε
ἑκηβολως εἰς αὐτην , ὡς ἐν τῳ ἐπιταφιῳ δηλουται . παρελιπε δε την χρησιν των λαχανων και ἰχθυων και των
δια την αὐτου την ταυτην ἀσωτιαν και κιναιδιαν τοὐνομα αὐτου παρελιπε Δημοσθενης ἐν τῳ περι ἀτελειων . ὁ δ '
9999964 παρεσκευασε
Ἀλεξανδρου στρατιας εἰς Βακτρα και Ἰνδους πολλα τε ἀλλα νεωτερισθηναι παρεσκευασε , και δη και τουθ ' ἑν των νεωτερισθεντων
, Αἰγιαλειαν δε Σθενελῳ και ἐν Ἰθακῃ δε τους μνηστηρας παρεσκευασε συναχθηναι και ἐν Κρητῃ τα ὁμοια ἐπραξεν . ἐχινον
9999964 ἐκυριευσαν
ὑπο τινων δικην θανατου οὐ παρων ὠφλεν . οὐ μην ἐκυριευσαν του σωματος αὐτου , ἀλλα τον ἰον ἀπηρυγον εἰς
Βοιωτους τε και Χαλκιδεις , εὐθυς ἀπο της μαχης Χαλκιδος ἐκυριευσαν . ἐκ της ὠφελειας της των Βοιωτων δεκατην ἁρμα
9999964 ἐπικρατησῃ
, μεγεθει τε μεγιστον και πολυτελειᾳ ἐκπρεπεστατον , και ὁπως ἐπικρατησῃ ἐπικαλεισθαι ἀπο Ἡφαιστιωνος , και τοις συμβολαιοις καθ '
το θερμον : ὁταν οὐν το ἐν τῳ ὑδατι ψυχρον ἐπικρατησῃ του ἐν τῳ ἀερι θερμου , γινεται ἐξ ἀερος
9999964 ἠδικησεν
, κἀκεινου δοντος τῳ Θεμιστοκλει λογον και μαθοντος ὡς οὐδεν ἠδικησεν , ἀπελυθη της τιμωριας . δοξας δε παραδοξως ὑπ
του Κηφεως θυγατερα την Ἀνδρομεδαν ἐπεμψατε , οὐτε την παιδα ἠδικησεν , ὡς οἰεσθε , και αὐτο ἠδη τεθνηκεν .
9999964 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999964 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999964 γνωμονα
μετρουντας ἀριθμους : ἀμελει ἑως της νυν παν το μετρουν γνωμονα προσαγορευομεν . ἐναντιοπαθεις δε λεγονται ὁτι , φησιν ,
: ὁ τουτο , ἐχει τον κανονα αὐτου και τον γνωμονα : ὁ τουτο , ἐχει ᾡ ὀρθως την κρισιν
9999964 Πελλαν
μοι τα βρωμαθ ' ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους
πατρωνυμικως Βερενικιαδαι . ἐστι και ἀλλη περι Συριαν , ἡν Πελλαν καλουσι . Βερενικιδαι , δημος της Πτολεμαϊδος φυλης .
9999964 πορισμα
του κατ . . . κειται , ὁτι δια το πορισμα του ηʹ του Ϛʹ και του κʹ του Ϛʹ
τετταρας γωνιας εἰναι τετρασιν ὀρθαις ἰσας . ἐστιν οὐν το πορισμα θεωρημα δια ἀλλου προβληματος ἠ θεωρηματος ἀποδειξεως ἀπραγματευτως ἀναφαινομενον
9999964 λεγοιτο
οὐ φυσει νυν λεγει . οὐδε γαρ κυριως ἀν ταυτα λεγοιτο φυσει , εἰ και ποτε και ἐπι τουτων χρωμεθα
ἐκεινο ἡ πρωτη καλλονη , τα αὐτα ἀν και παραπλησια λεγοιτο τοις ἐπι του ἀγαθου λογοις : και εἰ το
9999963 Πελοποννησιακων
προτερου , ὁς ἐπεκληθη Μελικερτης . γεγονε δε προ των Πελοποννησιακων : και γεγραφε Γενεαλογιαν ἐν βιβλιοις τρισιν : Εὑρηματα
, ὡς το σαν . Καλλιστρατος δε Σαμιος ἐπι των Πελοποννησιακων μετηνεγκε την γραμματικην και παρεδωκεν Ἀθηναιοις ἐπι ἀρχοντος Εὐκλειδου
9999963 τεταρτημορια
] ἐαν τοσαυτακις διαιρεθωσι και τα ἰσα τῳ ΒΕ δυο τεταρτημορια διχα , ἰσα εἰσι και τα τμηματα δια λγʹ
παλιν τῃ ταξει χρωμενοι , οἱ δε καθ ' ὁλα τεταρτημορια διαιρουντες και ἑῳα μεν ἡγουμενοι και ἀρρενικα το τε
9999963 κατοπτρῳ
του ὑψους ἠ το ἀκρον δηλαδη το Α ἐμφανησεται τῳ κατοπτρῳ μετακινουμενῳ : οὐ γαρ κατα πρωτην τυχον προσβολην της
στρεβλῳ κανονι βασανιζοντας εὐθειαν φυσιν ἠ προσωπον ὑδατι κλυδαττομενῳ ἠ κατοπτρῳ διεστραμμενῳ . και ἐπι μεν τον ἐκ της ἀγορας
9999963 σφοδροτητα
την κεφαλην ἠ , εἰπερ ἀδυνατον εἰη τουτο δια την σφοδροτητα της φυσικης δυσκρασιας , προνοεισθαι γουν αὐτης δια παντος
φλεγμαινον εἰη τι μοριον , ἀλλα προαιρῃ κἀνταυθα την μεν σφοδροτητα του πυρετου παυσασθαι , πλειονων δ ' ἡμερων δεησεσθαι
9999963 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999963 ἀκοντιῳ
μειρακιον ἐναλλαξαν τω ποδε και την χειρα ἐπεχον πεπηγοτι τῳ ἀκοντιῳ ἐν ἀριστερᾳ , ἡ δεξια δε περιηκται εἰς το
τετραποδων ὁλων . Ὁ δ ' ἀκοντιας ὁμοιος ἐστιν τῳ ἀκοντιῳ , κραδαινεται ὁ σιδηρος : οὑ και φανεντος τοτε
9999963 ἀκανθου
και αὐτος ἱστατο και οἱ ἐπακολουθουντες . μνημονευει δε του ἀκανθου και Θεοφραστος ἐν τῳ περι φυτων . ἐχει δε
αὐτο , ἀμπελοπρασον , ἀδιαντον , ἀρου αἱ ῥιζαι , ἀκανθου ἠτοι μελαμφυλλου ἠ παιδερωτος ῥιζα , γληχων , δρακοντιον
9999963 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999962 ἐρυσαντο
οὐδε συνεργος της των ἀλλων Λημνιων ἀσελγειας . ἐς Οἰνοιην ἐρυσαντο : εἰληφε την ἱστοριαν παρα Θεολυτου . Σικινος δε
παρ ' Ἀριστοφανει . . . . ὠπτησαν δε περιφραδεως ἐρυσαντο τε παντα : σημειουνται τινες ὁτι Ἡσιοδος ἐποιησεν ὠπτησαν
9999962 θαυμαστικως
, ᾡ τα πολεως πραγματα ἐφορμει , μη καταπλαγεις τους θαυμαστικως ἐχοντας αὐτου , και πολλας μεν ἐμφωλευουσας νοσους εὑρησεις
Γης . βουπαις οὐπω πολλος Τιτυον μεγαν : το μεγαν θαυμαστικως εἰρηται , ὁτι βουπαις ὠν μεγαν ἐτοξευσεν . και
9999962 ἀποφατικη
ἡ συζυγια . εἰ μεν οὐν ἡ ἐλαττων εἰη ἐνδεχομενη ἀποφατικη , φανερα ἡ τε μεταληψις και ἡ δειξις .
πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου ἀποφατικη . πρωτον οὐν δι ' αὐτων των προτασεων δεικνυμι
9999962 χειρες
γαρ και ἁ μη βουλομεθα πολλακις ὁραν ἀπελευθεριαζοντες ἀποβιαζονται , χειρες δ ' ἐν τῃ των ὑπηκοων ταξει τεταγμεναι |
γαρ ἐτ ' ἐμπεδα γυια φιλος ποδες , οὐδε τι χειρες ὠμων ἀμφοτερωθεν ἐπαϊσσονται ἐλαφραι . εἰθ ' ὡς ἡβωοιμι
9999962 ἑκατερῳ
ἠσαν τα μερη : στροφικον και ἀντιστροφικον λογια , ἑκατερον ἑκατερῳ ἰσαριθμους ἐχον τους στιχους , και μετρων δε των
' ἠδη πορευσομαι , τας ἀριστα δοκουσας ἐχειν παρ ' ἑκατερῳ των ἀνδρων λεξεις προχειρισαμενος και ἀντιπαραθεις αὐταις τας Δημοσθενους
9999962 Παιονες
χρονον ἐγινετο μαχομενων ἀμφοτερων γενναιως . ἐπειτα ἐπεκρατουν πολλῳ οἱ Παιονες , και οἱ ὁπλιται πιεζομενοι σφοδρα ἐκακοπαθουν πιπτοντες αὐτου
Ὁμηρος δε χωριζει „ προς ” μεν ἁλος Καρες και Παιονες ἀγκυλοτοξοι και Λελεγες „ και Καυκωνες . ” ἑτεροι
9999962 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999962 Λακεδαιμονα
εἰκος ἐστιν , Ἀντισθενην Ἀττικον γε ὀντα παραγενομενον Ἀθηνηθεν εἰς Λακεδαιμονα ἐκ της γυναικωνιτιδος λεγειν εἰς την ἀνδρωνιτιν ἐπιεναι .
ἀπο των εἰς τουτο ἀξιουσων πολεων βοηθον αὐτον γενεσθαι . Λακεδαιμονα γουν παρειληφαμεν μετα τον ὑπ ' ἐκεινου γενομενον αὐτῃ
9999962 ἐλογιζοντο
δε και ἐπι Λευκτρῳ ὑπερ της Μαλεατιδος ἀλλη φρουρα . ἐλογιζοντο δε και τουτο οἱ Θηβαιοι , ὡς και συνελθουσαν
μεν αὐτοις τα μεν ᾐσχυνοντο , τα δε ἀσυμφορως ἐχειν ἐλογιζοντο : κοινωνειν γε μην αὐτοις ὡν ἐπραττον οὐκετι ἠθελον
9999962 Λακεδαιμονιοισι
την Ἀσιην Δημαρητος και τοιαυτῃ χρησαμενος τυχῃ , ἀλλα τε Λακεδαιμονιοισι συχνα ἐργοισι τε και γνωμῃσι ἀπολαμπρυνθεις , ἐν δε
Σπαρτης προ δυντος ἡλιου : οὐδενα γαρ λογον εὐεπεα λεγεις Λακεδαιμονιοισι , ἐθελων σφεας ἀπο θαλασσης τριων μηνων ὁδον ἀγαγειν
9999962 ἀκουσομεθα
, των νυν εἰρημενων λογων οὐ χειρους οὐδ ' ἐλαττους ἀκουσομεθα , μακραν ἀν ἐλθοιμι ἐγωγε . “ δηλονοτι εἰκασμῳ
ἡ ὀψις σημειολυτου ; ἐκ του σαπρου τουτου τι ἀγαθον ἀκουσομεθα ; ” και ἠρξαντο γελαν . ὁ δε Αἰσωπος
9999962 συνεταξε
ὡς τελεωτεραν προβας , την δε φρονησιν σοφιᾳ και νῳ συνεταξε δια την συγγενειαν και το κοινωνειν την φρονησιν τῳ
και πεμψας ἀγγελον τοις ἐν τῳ χαρακι ταυτα ἐμηνυσε και συνεταξε τῃ ὑστεραιᾳ ἐπιθεσθαι τοις πολεμιοις . οἱ μεν δη
9999962 ἀπεφηνεν
τους ἐν αὐτῃ συνοικισας εἰς το τειχος μιαν των πολεων ἀπεφηνεν ὡν διεταξε μετα την Μιθριδατου καταλυσιν . Οἱ μεν
ὁταν δε συντελεσῃ τας θεραπειας , τοτε ὑγιη τον ἀνθρωπον ἀπεφηνεν . Κεφ . στʹ . [ Τι ἐστιν ἰατρικη
9999962 ἐξεπλαγησαν
του ἱερου ἐγιγνομεθα ἐξω . ὁν μεν οὐν τροπον ἁπαντες ἐξεπλαγησαν ἐν τῃ Σμυρνῃ , ὡς εἰδον φανεντα παρ '
ἐτρεψαν , ἀλλ ' εἰς προθυμιαν κατεχρησαντο , οὐδ ' ἐξεπλαγησαν των ὁρωμενων την ἀηθειαν , ἀλλ ' ἡσθησαν ὁρωντες
9999962 ἀναμφισβητητως
ἐτι πλεον οὐδεν , ἀποδεδωκοτι τας μισθωσεις ἐχειν ἐμοι προσηκον ἀναμφισβητητως , οὑτοι τηλικαυτην δικην λαχοντες και σφετερα αὐτων εἰναι
πασι , περι τε της ἐν τῃ ψυχῃ αὐτεξουσιου δυναμεως ἀναμφισβητητως ἀπεδειξε , και προϊων περι της του λογου και
9999962 φοβεοντο
ἀλληλους ἀνεμιμνον . οἱ δ ' ἐτι καμ μεσσον πεδιον φοβεοντο βοες ὡς , ἁς τε λεων ἐφοβησε μολων ἐν
δε χαρμα πεσων μεγα Τρωσιν ἐθηκας , οἱ σε παρος φοβεοντο , λεονθ ' ὡς αἰολα μηλα : νυν δ
9999962 θαυμασιωτερα
εἰ τας στηλας ἀνελοιεν . και ἡ λυσις δε ἐτι θαυμασιωτερα : γινωσκων γαρ ὁπως ἐχουσι γνωμης Ἀρκαδες προσποιειται ἀγνοειν
ἡ περι την φυλακην αὐτου προνοια και οἰκονομια πολυ μαλλον θαυμασιωτερα . πεπιστευμεναι γαρ , ὡς εἰκος , παρα θεων

Back