, το δε Λ μεταξυ των Δ Θ , και ἐκβεβλησθωσαν αἱ ΒΗ ΕΘ ἐπι τα Μ Ν σημεια ,
ὀρθας ἀγομενη τῃ ΑΒ ἐκτος πεσειται ἡ ΘΒ δηλονοτι . ἐκβεβλησθωσαν ἡ ΘΒ και ΚΓ ἐπι την περιφερειαν , και
9999966 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999965 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999964 παραβεβλησθω
, και τῳ ἀπο της ΑΓ ἰσον παρα την ΔΕ παραβεβλησθω το ΔΖ πλατος ποιουν την ΔΗ . και ἐπει
μεν ἀπο της ΑΒ ἰσον παρα την ΕΖ παραλληλογραμμον ὀρθογωνιον παραβεβλησθω το ΕΚ , τοις δε ἀπο των ΑΓ ,
9999962 ἐπιφωνημα
των ἐργων ἐθελησαντι προσλαβειν . οἱς ἐπιτιθησιν οὐδε μειρακιῳ προσηκον ἐπιφωνημα : λογῳ μεν γαρ την ἡμετεραν δυναμιν σῳζοι ἀν
σ βαρυνεται : σεσημειωται το πρωϊ ὀξυνομενον : το γιγγρι ἐπιφωνημα τι ὀν ἐν καταμωκησει λεγομενον , εἰ ὀξυνετο ,
9999962 κατεστρατοπεδευσε
: καταντησασα δε προς ὀρος το καλουμενον Βαγιστανον πλησιον αὐτου κατεστρατοπεδευσε , και κατεσκευασε παραδεισον , ὁς την μεν περιμετρον
της Φρυγιας ] και της Παφλαγονιας ἐκει [ το στρατευμα κατεστρατοπεδευσε ] , τον δε Σπιθριδατην [ προς Γυην ἐπεμψεν
9999961 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999961 Πελλαν
μοι τα βρωμαθ ' ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους
πατρωνυμικως Βερενικιαδαι . ἐστι και ἀλλη περι Συριαν , ἡν Πελλαν καλουσι . Βερενικιδαι , δημος της Πτολεμαϊδος φυλης .
9999961 συμβουλῃ
ἐπακουσαι αὐτων της συμβουλευτικης ἰδεας ἐστιν : κυριωτατον γαρ ἐν συμβουλῃ κεφαλαιον το συμφερον . και διδασκαλιαν ποιουμενος μη περι
' αὐτων σκευωρουμενον αὐτοις ὑπεδηλωσε . φυγῃ γουν , τῃ συμβουλῃ τουτου , ἐχρησαντο αὐτῳ ἐποχουμενοι και τον πλουν διαπεραιουμενοι
9999960 δακρυουσι
κυκλῳ την ψυχην περιερχεται . τουτο τοι και ἡδονται και δακρυουσι μεταξυ ἀκουοντες , ὁπερ και αὐτος ἐπασχον , ἡσυχῃ
, ὡστ ' εἰναι βραχυ τοις σιτοποιοις το ἐργον . δακρυουσι δε οἱ μεν οὐπω την πολιν ἀφεντες τῳ μηπω
9999960 κολυμβαν
, τοσουτος και ὁ του θανατου φοβος . ἐνιοι δε κολυμβαν πειρωμενοι , προσραγεντες ὑπο του κυματος τῃ πετρᾳ διεφθειροντο
εἰναι , ἐν ᾑ μυς χερσαιους γινεσθαι , και τουτους κολυμβαν ἐν ἐκεινῃ την διαιταν ποιουμενους . Φησιν Ἰσιγονος ἐν
9999960 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999960 ἐβουλοντο
καταλυσαι , μικραν και εὐτελη προφασιν τοις στρατιωταις ἐς ἁ ἐβουλοντο της τυχης παρασχουσης . Μαισα ἠν τις ὀνομα ,
γεγονεναι , συνετους δε τινας και νομοθετικους . : οὐκ ἐβουλοντο οἱ παλαιοι Ῥωμαιων , ὠ Σηβωσε ἀνδρων ἀριστε ,
9999960 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999960 ἀποδεικτικη
ἐσται των καθ ' αὑτα ὑπαρχοντων ταις πασαις οὐσιαις και ἀποδεικτικη , εἰτε και ἡ αὐτη εἰη τῃ περι τας
πασων ἡ διαιρετικη , δευτερα ἡ ὁριστικη , τριτη ἡ ἀποδεικτικη , τεταρτη ἡ ἀναλυτικη . των δε τριων μονων
9999959 ὁμολογια
. και τα πραγματα ὁμοφροσυνη , ὁμονοια , ὁμογνωμοσυνη , ὁμολογια , συμφωνια ὁμοφωνια , ἀνακρασις , συνδεσμος . ταυτα
προς ἑαυτο , ἡ δε γνωσις οἱον συγκαταθεσις ἐστι και ὁμολογια του ἑκαστον εἰναι ὁ ἐστιν . Ἐπισυνακτεον δε τῳ
9999959 ἐφωνησεν
νεασοιδις ? ! ! ! ! ? ἐπος δ ' ἐφωνησεν τοδε : σον ? το κρατος , βασιλευ :
ἐπει σφιν ἀπενεικεν ὑπερποντιαν , οὑτως ἀποδιδοασιν , ὁτι τοσουτον ἐφωνησεν , ὡστε την προτερον ἐνδεδωκυιαν αὐτῳ ὑπερποντιαν γενεσθαι .
9999959 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999959 κολοιοι
φαυλα ὠνια ἐωνημενων . Τοτ ' ᾀσονται κυκνοι , ὁταν κολοιοι σιωπησωσι . Το σκαμβον ξυλον οὐδεποτ ' ὀρθον :
. Ἐνταυθα οἱ κωμηται ταραχθεντες ἐπιπηδωσιν αὐτοις ὡσει ψαρες ἠ κολοιοι : και ταχυ μεν ἀφαιρουνται τον Δαφνιν ἠδη και
9999958 αἰσθανοιτο
φερειν ἀν αὐτους : ἐπει δε κατασταιη τις ἀρχων και αἰσθανοιτο ταυτα , χαλεπως ἀν ἐδοκουν αὐτῳ φερειν , νομιζοντες
οὐδεις νυν αἰσθανεται , και ὀν δε τις οὐκ ἀν αἰσθανοιτο ἁ νυν : ἀμφω δε λεκτα και διανοητα *
9999958 ἠδικησεν
, κἀκεινου δοντος τῳ Θεμιστοκλει λογον και μαθοντος ὡς οὐδεν ἠδικησεν , ἀπελυθη της τιμωριας . δοξας δε παραδοξως ὑπ
του Κηφεως θυγατερα την Ἀνδρομεδαν ἐπεμψατε , οὐτε την παιδα ἠδικησεν , ὡς οἰεσθε , και αὐτο ἠδη τεθνηκεν .
9999958 δακρυου
χρηϲιν πυριαν δαψιλεϲτερον . διαλυϲιϲ γαρ ἐϲται τηϲ ἐνταϲεωϲ του δακρυου . ἐπειτα τῳ ψιλῳ λευκῳ του ὠου ἐγχυματιζειν προθερμανθεντι
ἀντι δρακοντιου ἀποβρωϲιμον . ἀντι ἐλελιϲφακου καλαμινθη . ἀντι ἐλαιαϲ δακρυου ὑποκιϲτιδοϲ χυλοϲ . ἀντι ἑρπυλλου ποταμογειτων . ἀντι εὐζωμου
9999958 Πελοποννησιους
ἡλιαιᾳ λαβειν της Ἀττικης πεντωβολον ἐν τῃ Ἀρκαδιᾳ νικησαντα τους Πελοποννησιους . Γ τουτον ] δημον . Γ δει ]
ἐν τῃ Νισαιᾳ δεισαντες , σιτου τε ἀποριᾳ και τους Πελοποννησιους οὐ νομιζοντες ταχυ ἐπιβοηθησειν , τους τε Μεγαρεας πολεμιους
9999958 Καππαδοκιαν
μεν Ἀμισσου την πολιορκιαν και τους ὑπο Κασανδρου πεμφθεντας εἰς Καππαδοκιαν ἐκβαλῃ παντας , προς δε τουτοις ὁπως παραγενομενος εἰς
' ἑνος τελους ἀπελιπε , τους δε ἱππεας προυπεμψεν ἐς Καππαδοκιαν , οἱ Ἀριοβαρζανην τε ἀφνω κατεκανον ὡς ἐπιβουλευοντα Κασσιῳ
9999958 ἠγνοησεν
παντως δε οὐκ ἀγνοησει το μετρον . οὐκουν οὐδε παλαι ἠγνοησεν ἐπι των συναραμενων τῳ παλαμναιῳ , ἀλλ ' ἀμφω
εὐδαιμονα . ὁ δε Ἀπιων ἀναγραφων , και το πειαρ ἠγνοησεν , ὁ ἐστι περας , δια του ε και
9999958 ἐπικρατησῃ
, μεγεθει τε μεγιστον και πολυτελειᾳ ἐκπρεπεστατον , και ὁπως ἐπικρατησῃ ἐπικαλεισθαι ἀπο Ἡφαιστιωνος , και τοις συμβολαιοις καθ '
το θερμον : ὁταν οὐν το ἐν τῳ ὑδατι ψυχρον ἐπικρατησῃ του ἐν τῳ ἀερι θερμου , γινεται ἐξ ἀερος
9999958 ἀποσπασμα
Πινδῳ ᾠκουν Ταλαρες Μολοττικον φυλον , των περι τον Τομαρον ἀποσπασμα , και Αἰθικες , [ εἰς ] οὑς ἐξελαθηναι
γαρ ὁ ποιητης μυθου [ τε ] παλαιου παραφερειν τουτο ἀποσπασμα , καθ ' ὁν ὁ Ζευς ἐμυθευετο κεκρεμακεναι τε
9999958 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999958 ἐπολεμησε
. ὑπο γαρ μονου του Ἐτεοκλεους ἀδικηθεις πασι τοις Θηβαιοις ἐπολεμησε . . ἁπαντας ] τους πολιτας . ἀνθ '
θυουσι ταις χαρισι . μετ ' οὐ πολυ δε θαλασσοκρατων ἐπολεμησε στολῳ τας Ἀθηνας , και Μεγαρα εἱλε Νισου βασιλευοντος
9999957 γεννημα
: και ὁ λογος δε ὁ προφορικος , ὁστις ἐστι γεννημα ἡμων , δια του στοματος προφερεται . σνηʹ Αὐτῳ
τον Ὀρεστην λεγει . τιμαορος ] βοηθος . φιτυμα ] γεννημα . ποινατωρ ] τιμωρος , ἐκδικητης . κατεισιν ]
9999956 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999956 ἐπηγγειλαντο
λεγοντες δεικνυναι τα ὁμωνυμα συνωνυμα : οὐδε γαρ ἐδειξαν ὁ ἐπηγγειλαντο , ἐπειδη ἡ συνωνυμος κατηγορια και κοινῃ μετεχεται ὑπο
ἐπι των μεταφρενων ἀγγεια φεροντες πεπληρωμενα χρησμων . τουτο γαρ ἐπηγγειλαντο , ἐξοισειν τους χρησμους οὑς ἐχουσι περι του δημου
9999956 ᾐτησεν
ἀπολωλεκως . ὁθεν και δια Θρασωνος πρεσβευτου παρα των Ἀθηναιων ᾐτησεν αὐτῳ την ἐν Κεραμεικῳ ταφην . ἐρωτηθεις δε ,
βιασαμενος οἱα τυραννος λαβειν τασδε τας τιμας , ἁς οὐδε ᾐτησεν . ἀνελευθερωτατοι δε ἀρα ἡμεις , οἱ τοιαδε τοις
9999956 ἀπεστρεψεν
ἐνην και κατα τον Ξενοφωντα τους τουτων ὁτι πορρωτατω ὀχετους ἀπεστρεψεν , οὐδαμη καταισχυνασα το του ὁλου ζῳου καλλος .
μονον των ἐγκληματων ἐρρυσατο Ἡρωδην , ἀλλα και την ὀργην ἀπεστρεψεν ἐπι τους κατηγορους . Ὁ μεν οὐν Ἀραψ ἠδη
9999956 ἀπεικονισμα
αὐτη τε και τα μερη . ὁλη μεν δη γεγονεν ἀπεικονισμα και μιμημα του κοσμου , τα δε μερη των
περιγειοις ἐξαιρετον ἀπονενεμησθαι τοπον ἱερον τῳ ἀορατῳ θεῳ μηδεν ὁρατον ἀπεικονισμα περιεξοντα προς μετουσιαν ἐλπιδων χρηστων και ἀπολαυσιν ἀγαθων τελειων
9999956 Πελοποννησιακων
προτερου , ὁς ἐπεκληθη Μελικερτης . γεγονε δε προ των Πελοποννησιακων : και γεγραφε Γενεαλογιαν ἐν βιβλιοις τρισιν : Εὑρηματα
, ὡς το σαν . Καλλιστρατος δε Σαμιος ἐπι των Πελοποννησιακων μετηνεγκε την γραμματικην και παρεδωκεν Ἀθηναιοις ἐπι ἀρχοντος Εὐκλειδου
9999956 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999955 ἐκελευσα
και γραμματα προς τους ξενους του πατρος του ἐμου , ἐκελευσα μοι αὐτον ναυτας μισθωσασθαι ὡς ἀν δυνηται ἀριστους :
ἐπ ' αὐτῳ δε γλαγος ἀμνης . Ἡρωας δ ' ἐκελευσα περισταδον ἀμφιχυθεντας δουρατ ' ἐπαμπηξασθαι ἰδ ' ἀορα κωπηεντα
9999955 κομιζει
εἰς ἁλα , ταυτ ' ἐμβαλων πορπακι γενναιαν χερα αὐτος κομιζει δορυ τε δεξιαι λαβων , ὡς τωι θανοντι χαριτα
ἐπειτα αἰδεσθεις εἰ μηδε αἰγος φιλανθρωπιαν μιμησεται , νυκτα φυλαξας κομιζει παντα προς την γυναικα Μυρταλην , και τα γνωρισματα
9999955 εὐδαιμονες
ἀρχωμεθα και τουτου ἐντευθεν . ὀρθως λεγονται οἱ μηδενος δεομενοι εὐδαιμονες εἰναι , και ὡς των ἀπεραντους ἐχοντων τας ἐπιθυμιας
ἐπιμισγεται , ἀλλοτε δ ' ἐσθλῳ . δοκουσι γαρ οἱ εὐδαιμονες συγκεκραμενον ἐχειν τοις ἀγαθοις και φαυλον : οἱ δε
9999955 σκοποι
ἡ ὁλη , και τινες οἱ ὑπ ' αὐτην μερικοι σκοποι και ποσαχως και εἰς τινα διαιρουμενοι , ποθεν τε
των Ἀλπεων . ἐνθα ὑπαντωμενοι τῳ Μαξιμινῳ οἱ προφυλακες και σκοποι του στρατου ἠγγειλαν κενην ἀνθρωπων εἰναι την πολιν πανδημει
9999955 εἰσομεθα
σαφως των ἀντικρυς ἠδη ταις αἰσθησεσιν ὡμολογημενων , ὡς αὐτικα εἰσομεθα ἐκ της κατ ' αὐτον των τετραχορδων διαιρεσεως .
παρα το ὀν , οὐδεν ἀληθες οὐτε νοησομεν οὐτ ' εἰσομεθα . Ἐστιν οὐν , πατερ , ἀληθεια και ἐν
9999955 ἐφιλησεν
, ἐαν λυπουμενος τυχῃ τις ὑμων , ἐκολακευσεν ἡδεως : ἐφιλησεν οὐχι συμπιεσασα το στομα ὡσπερ πολεμιον , ἀλλα τοισι
και των θεατων ἐπιφωνησαντων μετα κροτου οὐκ ἀπειθησας παλιν ἀνακλασας ἐφιλησεν . . . : Κηφισοδωρους δε και Εὐβουλιδας και
9999955 ἐκυριευσαν
ὑπο τινων δικην θανατου οὐ παρων ὠφλεν . οὐ μην ἐκυριευσαν του σωματος αὐτου , ἀλλα τον ἰον ἀπηρυγον εἰς
Βοιωτους τε και Χαλκιδεις , εὐθυς ἀπο της μαχης Χαλκιδος ἐκυριευσαν . ἐκ της ὠφελειας της των Βοιωτων δεκατην ἁρμα
9999955 Ὀλυμπιακος
διχομηνις : ἡ σεληνη , ἐπει ἐν τῃ πανσεληνῳ ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων ἀγεται , και τῃ ἑκκαιδεκατῃ γινεται ἡ κρισις
: τηλοθεν δεδορκε : τουτεστι πανταχη βλεπεται και βοαται ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων . το γαρ δεδορκεν , ἀντι παθητικου του
9999955 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999955 συνεχωρησε
, οὐκ ἐγενετο ἐλεγχος : ᾑ δε ποσως και ὁλως συνεχωρησε τουτο , ἠλεγχθη . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις
ἐασαι παραφυλαξαι τον χρονον τον ἐπιτηδειον ἐς την πραξιν . συνεχωρησε το μειρακιον . ἐφ ' ἑαυτου τοινυν ὁ Χαριτων
9999955 συνεβαλλετο
ἐλεγε τα περ ὀπωπεε , ὁ δε ἐννωσας τα λεγομενα συνεβαλλετο τον Ὀρεστην κατα το θεοπροπιον τουτον εἰναι , τῃδε
ποιησωμεθα της εἰς τα πολιτικα ἀγαθα ὠφελειας αὐτου , ἡν συνεβαλλετο τοις ἀνθρωποις . Το δη μετα τουτο μηκεθ '
9999955 λαμβανετε
οὑς δακρυσειεν ἀν τις ἰδων ὡσπερ ἀνευ νομεως ἀγελην , λαμβανετε κατα νουν , ὡς ἐν παισι μεν ὀξυς ,
ὑμιν δοκωσι μαλιστα συνισχυριειν τε ὑμας και συγκοσμησειν , τουτους λαμβανετε . μαρτυρει δε μοι και τοδε προς το ἀγαθον
9999955 ἐσπουδακοτες
: και οἱ πλουσιοι της χειροτονιας πλησιαζουσης ἐνδηλοι σαφως ἠσαν ἐσπουδακοτες ἐς την ἀρχην τοις μαλιστα Γρακχῳ πολεμιοις . ὁ
μαθητας πολλους ἐχειν ; οὐδαμως . ὀψονται οἱ περι τουτο ἐσπουδακοτες . ἀλλα θεωρηματα δυσκολα ἀκριβουν ; ὀψονται και περι
9999955 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999955 νυκτερινα
κινδυνους και πνευματα και βασκανιαν , δαιμονας , ληστας και νυκτερινα συναντηματα , θηρια και ἑρπετα και φαντασματα . δει
, παντοιους δαιμονας οὐ φοβειται , οὐδε την Γελλω και νυκτερινα συναντηματα . δακρυα δε ὀνου συν ἐλαιῳ σμηξας και
9999955 ἐκομισαν
καταπεισασα . . κραιπνοφοροι δε μ ' ἐπεμψαν αὐραι ] ἐκομισαν δε ἐμε ἐνταυθα αἱ ταχυταται πνοαι των ἀνεμων .
συμβολῃ το ἱππικον ἐτρεψαντο το ἐκ Θεσσαλιας . Φλιασιοι δε ἐκομισαν ἐς Δελφους Δια τε χαλκουν και ὁμου τῳ Διι
9999954 ἀνδρωδες
σημειοις μονον των ᾀδομενων , τηρουντες ἀει το εὐγενες και ἀνδρωδες ἐπ ' αὐτων , ὁθεν και ὑπορχηματα τα τοιαυτα
τον ἡλιον ὁ του Ἀρεως πεμπτος ἐπιλαβων το της ἡλικιας ἀνδρωδες ἐπι τα ἰσα της ἰδιας περιοδου πεντεκαιδεκα ἐτη το
9999954 ἐγεννησεν
δε ἐπιῤῥηματικως , τουτεστι , την δε ἑτεραν προτερον μεν ἐγεννησεν ἡ νυξ ἡ ἐρεβεννη , ἡν ὁ Προκλος θεον
ἡ μεν οὐχ ὁρᾳ ἁ ἐχει : οὐδε γαρ αὐτη ἐγεννησεν , ἀλλ ' ἐστι και αὑτη εἰδωλον και οἱ
9999954 ὀγδοηκοστης
Νικιου εἰρηνη ἐπι ἀρχοντος Ἀριστωνος ἐγενετο τῳ τεταρτῳ ἐτει της ὀγδοηκοστης ἐνατης ὀλυμπιαδος : ἐν δε ταυτῃ οὐχ ὁτι ἐννακισχιλια
ἐτη βραχυ λειποντα των πεντακισχιλιων 〚 μεχρι της ἑκατοστης και ὀγδοηκοστης ὀλυμπιαδος , καθ ' ἡν ἡμεις μεν παρεβαλομεν εἰς
9999954 τεταρτημορια
] ἐαν τοσαυτακις διαιρεθωσι και τα ἰσα τῳ ΒΕ δυο τεταρτημορια διχα , ἰσα εἰσι και τα τμηματα δια λγʹ
παλιν τῃ ταξει χρωμενοι , οἱ δε καθ ' ὁλα τεταρτημορια διαιρουντες και ἑῳα μεν ἡγουμενοι και ἀρρενικα το τε
9999954 αἰσθητως
ἐστι σεληνης , ἀφ ' οὑ ἠρξατο σχηματος λαμβανειν αὐξησιν αἰσθητως , εἰς ἐκεινο κατα μειωσιν ἀνακαμπτουσης : αὐξεται μεν
: οὐχ ὁτι κἀκεινα ἐχουσι τα οὐρανια ἀλλ ' ὁτι αἰσθητως ἡμεις οὐ δυναμεθα αὐτα ἑρμηνευσαι . Φησιν ὁτι ὑπαρχουσι
9999954 ποιητικη
και προς πιστιν ἀγουσιν . . Ἡ χαρις , ἡ ποιητικη δυναμις : το αἰτιατον ἀντι του αἰτιου : τῃ
και ἀναλογον και ἡ δικαιοσυνη μεσοτητος και ἰσοτητος και ἀναλογιας ποιητικη . και μεσον μεν ἐστι το δικαιον , ὁτι
9999954 ποιησῃ
ἐρχομενον αἱμα βουβωνοι αὐτην και εἰς ὑψος ἐπαιρει , ἱνα ποιησῃ κιρσον , ἀλλ ' εἰς μονην ἡπατιτιν . και
δια Θουλης ἐκτεινει πλεον ἠ δει το μηκος , ἱνα ποιησῃ πλεον ἠ διπλασιον του λεχθεντος πλατους . φησι δ
9999954 ἑστωσαν
ἐναντιαι ἀλληλαις : ἡ δε ἐναντιωσις την ἀντερεισιν της κινησεως ἑστωσαν ἐχει : ἡ γαρ ἀντιτυπια στασις φορας . αἱ
, ἀει θεωρων ἀνεμποδιστως και ἀπλανως του ἀληθους ἐφαπτομενος , ἑστωσαν ἐχων την οὐσιαν και ἀμεταβλητον και τελειαν την ἐνεργειαν
9999953 ἐβουλευσαντο
: ἐπει δε συνηλθον οἱς ἐμελε περι του φρουριου , ἐβουλευσαντο κοινῃ φυλαττειν οἱσπερ ἀγαθον ἠν φιλιον ὀν , ὁπως
συσταντες ἀνδρες ἐκ της συγκλητου τε και των ἱππεων ἑξηκοντα ἐβουλευσαντο αὐτῳ φονον . Ἠσαν δε ἡγεμονες της των ἀνδρων
9999953 γινοιτο
και περι παντος ποιεισθαι ψυχρον διαμενειν τον σπογγον , ὁ γινοιτο ἀν εὐκολως , εἰ συνεχως αὐτου καταντλοι τις ὑδωρ
ἀλλ ' ἑκαστον , ὁ τι καθ ' ἡδονην αὐτῳ γινοιτο , και ποιουντα και λεγοντα , και την ἀκαιρον
9999953 μυριοι
[ ! ! ! ⌊ ε παρεσσονται ] ⌋ μαλα μυριοι οὐδε ⌊ κεν [ ἀνηρ ⌋ ! ! !
ἑκαστῳ πεντηκοντ ' ἐσαν ἀνδρες παρεχει λογιζεσθαι ὁτι ἠσαν πεντακις μυριοι ἀνευ των συμμαχων . Την δε μουσικην , οἰκειοτατην
9999953 φωνησεν
ἀνηνεγκε τον στεναγμον : “ μνησαμενος δ ' ἀδινως ἀνενηκατο φωνησεν τε . ” ἀνεται κατανυεται , καταναλουται : “
παρα νηυσιν ἀτυζομενους ὑπο καπνου . Ὡς εἰπων ἱπποισιν ἐκεκλετο φωνησεν τε : Ξανθε τε και συ Ποδαργε και Αἰθων
9999953 διαφορητικηϲ
Λιβανωτιδεϲ τρειϲ εἰϲιν ὁμοιαϲ ἁπαϲαι δυναμεωϲ , μαλακτικηϲ τε και διαφορητικηϲ , ὁ δε χυλοϲ ὁ τε τηϲ ῥιζηϲ και
την τριτην ἀποϲταϲιν , ξηραινει δε κατα την δευτεραν : διαφορητικηϲ δε ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ ὑπωπια χρονιζοντα και τα
9999953 κρατημα
ἀγονται κατω , και προσδεονται κλιμακιῳ τινι της κλιμακος προς κρατημα . τουτων γενομενων , ὡς εἰρηται , στρεφεται ὁ
ἀρχαι ἀγονται κατω και ἀποδιδονται κατω κλιμακιῳ ἀκινητῳ προς το κρατημα γινεσθαι και ἀνατασιν εὐθυπορον . δυναται δε και κατω
9999953 αἰσχυνης
και ἐνυδρων νηκτων , ἐτι δε και ποδονιπτρα και ἠχους αἰσχυνης ; εἰ δε και Ἑλληνας εἰποις και τα λοιπα
την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰδω . αἰσχυνης θρονον ] ἠγουν την αἰσχυνην . αἰσχυνης ] αἰδους
9999953 κομιδης
, παραινεε τε προειπειν τοισι ἑωυτων ἑκαστους πυρα ἀνακαιειν : κομιδης δε περι την ὡρην αὐτῳ μελησειν ὡστε ἀσινεας ἀπικεσθαι
θαλατταν , αἰσθοισθε δ ' ἀν αὐτοι της ῥᾳονος αὐτων κομιδης . εἰ μεντοι βραδυτερον ἠ δει ἡμιν ἐλθοι ,
9999953 ἀρτηρια
αἰδοιου : μεχρι μεν γαρ ἐντος των λαγονων ἐστιν ἡ ἀρτηρια και ἡ φλεψ , ἁμα τοις γε ἀλλοις ἁπασι
συγκρισιν του ἐν τῃ ἀρτηριᾳ : † και ἡ μεν ἀρτηρια ὑποκατω κειται της φλεβος , ἡ δε φλεψ ἐπανω
9999953 ἐνεκειτο
ἐς τι ῥευμα καταβαντας ἐχρην ἀναβαινειν ἐπι τον Ἀσρουβαν , ἐνεκειτο δη τοτε και συνεβουλευε στραφηναι ὡς ἀλλου καιρου και
παρανομει , δι ' ἐκεινων και κολαζεται . Ἐπει οὐν ἐνεκειτο τα ἡπατα μου ἀνιλεως κατα του Ἰωσηφ , τῳ
9999953 ὠνομαζοντο
θαλαττῃ * . Αὑτη ἡ πολις το πριν και Ἐπιλευκαδιοι ὠνομαζοντο . Ἀκαρνανες δε στασιασαντες ἐλαβον ἐκ Κορινθου ἐποικους χιλιους
' ἐπιπρασκετο τα σκευη , της ἀγορας το μερος τουτο ὠνομαζοντο κυκλοι , ὡς Ἀλεξις ὑποδηλουν ἐοικεν ἐν Καλασιριδι ποι
9999953 γιγνωσκουσι
τι ὑμας διαφεροντως δει γιγνωσκειν περι αὐτου ἠ οἱ οἰκειοι γιγνωσκουσι : τοιαυτα γαρ ἐστιν , ὡστ ' εἰ και
και ἀλλο παθημα , ὠ Σιμωνιδη , των τυραννων . γιγνωσκουσι μεν γαρ οὐδεν ἡττον των ἰδιωτων τους ἀλκιμους τε
9999953 ἀποφατικη
ἡ συζυγια . εἰ μεν οὐν ἡ ἐλαττων εἰη ἐνδεχομενη ἀποφατικη , φανερα ἡ τε μεταληψις και ἡ δειξις .
πιστωσασθαι , ὁτι προς ἑαυτην ἀντιστρεφει ἡ του καθολου ἐνδεχομενου ἀποφατικη . πρωτον οὐν δι ' αὐτων των προτασεων δεικνυμι
9999953 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999953 συνεβαλετο
ἐν τῃ ἑωυτου γηραιος . Ἐκ μεν δη της ὀψιος συνεβαλετο ταυτα , τοτε δε κατηγεομενος τουτο μεν τα ἀνδραποδα
ἀκροις τοις φυλλοις ἐπεψαυε . θεασαμενος δε ὁ μαντις Θεοκλος συνεβαλετο ὡς τον τραγον τον πινοντα ἐκ της Νεδας προειπεν
9999953 ἀνεστησε
τε πολλοις ἐχρησατο , και χαλκους ἐλεφαντας ἀντι των σφαγεντων ἀνεστησε τεσσαρας . . . : Ἡ δε των ἐλεφαντων
ἐνεδρευων και ἀει τι ἐνοχλων ἀπο τε Περγαμου τον Σελευκον ἀνεστησε και ἀπο της ἀλλης Εὐμενους χωρας ἐξηλασε . Πολυξενιδᾳ
9999953 εἰληφθωσαν
ΑΒΓ , ΔΕΖ κυκλοι περι τους αὐτους πολους εἰσιν . εἰληφθωσαν γαρ του ΑΒΓ κυκλου οἱ πολοι και ἐστωσαν οἱ
ἐμπιπτει ἀριθμος . ἐμπιπτετω και ἐστω ὁ Γ , και εἰληφθωσαν ἐλαχιστοι ἀριθμοι των τον αὐτον λογον ἐχοντων τοις Α
9999953 σημαντικη
συνθετον διειλεν . Ἐστι δε ἡ μεν ἁπλη ἀποφανσις φωνη σημαντικη . οἱ βουλομενοι ὡς φωνην ὁμωνυμον διαιρεισθαι την ἀποφανσιν
ταξαι , λεγοντες ὁτι ἡ μεν κλητικη δευτερου προσωπου ἐστι σημαντικη , οἱον ὠ Ἀρισταρχε , αἱ δε ἀλλαι πτωσεις
9999953 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999953 ἐκτισεν
Φαληρος ἀπ ' Αἰσηποιο ῥοαων ἠλυθεν , ὁς Γυρτωνος ἁλιστεφες ἐκτισεν ἀστυ . Ἰφιτος αὐ μετα τοισιν ἐφεσπετο Ναυβολου υἱος
τουτου δε του Αἰολου υἱος Ἰοκαστος , ὁς το Ῥηγιον ἐκτισεν , ὡς φησι Καλλιμαχος Ῥηγιον ἀστυ λιπων Ἰοκαστου Αἰολιδαο
9999953 ἐπορευετο
ὠ τεκνον , αὐτον . „ ταυτα ἀκουσας ὁ λυκος ἐπορευετο λεγων : ” ἐν ταυτῃ τῃ ἐπαυλει ἀλλα μεν
τῃ πηρᾳ την κεφαλην θεις και κατα νωτου φερων αὐτην ἐπορευετο . ἐλθων δε και προς Αἰθιοπιαν , ὡς ἐφην
9999953 διωρθωσατο
ἐκπεμψας , ἐβοηθησε τοις πιεζομενοις και την ἡτταν των ἰδιων διωρθωσατο , αὐτος δ ' ἐχων το κρατιστον του στολου
ἐπειδη δημον κατα δημου παροξυνειν οὐχ οἱος τε ἠν , διωρθωσατο , τους γαρ δυνατους ὁ δημος μισει . .
9999952 γραμματευς
κατειθισμενην ἐπιμελειαν το σωμα παραδιδοασι . και πρωτος μεν ὁ γραμματευς λεγομενος τεθεντος χαμαι του σωματος ἐπι την λαγονα περιγραφει
, ἐνθυμιον ποιουμαι την του ἐνυπνιου φωνην , ὡς ὁ γραμματευς ὑπισχνειτο μοι συμπραξειν . και το τε ὀναρ αὐτο
9999952 ἐδωρησαντο
τε ἀλλα ὑπερ ὡν ἡκεν οὐκ ἀπρακτον ἀπεπεμψαντο και ταλαντῳ ἐδωρησαντο και την εἰκονα του σωματος ἐστησαντο * * *
δε και δεξιοτητος Θεμιστοκλεϊ , και τουτῳ στεφανον ἐλαιης : ἐδωρησαντο τε μιν ὀχῳ τῳ ἐν Σπαρτῃ καλλιστευοντι : αἰνεσαντες
9999952 στεφανωμα
και ὁ ναρκισσος ἐχειν ἐδοξε και των Ἐριννυων ἐφασαν αὐτον στεφανωμα εἰναι , προσεδρευσαντες τῃ παραθεσει της ναρκης και τῳ
μεμελετηκα , μεμελετημαι , μελετημα : ἐστεφανωκα , ἐστεφανωμαι , στεφανωμα : οὑτω δε και ὁσα της ε συζυγιας ὡς
9999952 ἐναλλαγην
ζῳδιῳ ἐν ᾡ ἐχει λογον , ποιει τον ἐχοντα την ἐναλλαγην ἐνδυναμον την ψυχην και ἀποτρεπει παντα ὀκνον και ῥαθυμιαν
ἐπιμονῃ ἡ προσεπαναδοσις , τῃ ἀντιληψει ἡ ἐφοδος κατ ' ἐναλλαγην και ἡ ἐπιτομη και ἡ παροδος και τα καλουμενα
9999952 πληθυντικα
λεγει εὐαγγελεις . Ἐκαθεσθη , καθεσθεις , καθεσθησομαι και τα πληθυντικα καθεσθησονται ἐκφυλα . λεγε οὐν καθεζομαι , καθεδουμαι ,
φαγων ἐλαβα λεγοντες και ἐφαγα , και τριτα δε τουτων πληθυντικα εἰς αν ληγοντα λεγουσιν . ὁ οὐν ἀπο της
9999952 Λακεδαιμονα
εἰκος ἐστιν , Ἀντισθενην Ἀττικον γε ὀντα παραγενομενον Ἀθηνηθεν εἰς Λακεδαιμονα ἐκ της γυναικωνιτιδος λεγειν εἰς την ἀνδρωνιτιν ἐπιεναι .
ἀπο των εἰς τουτο ἀξιουσων πολεων βοηθον αὐτον γενεσθαι . Λακεδαιμονα γουν παρειληφαμεν μετα τον ὑπ ' ἐκεινου γενομενον αὐτῃ
9999952 ἐμνησθην
ἀλλα τι φησομεν περι της ἐξω του Κασιου ταυτης ἡς ἐμνησθην ἀρτιως ; οὐ γαρ δη που και ταυτην ἐργον
τῳ ἀνδρι Θουκυδιδης ἐπιβαλων και τοις ἀλλοις , ὡν προτερον ἐμνησθην , και συνιδων ἁς ἑκαστος αὐτων ἐσχεν ἀρετας ,
9999952 ἀκουσομεθα
, των νυν εἰρημενων λογων οὐ χειρους οὐδ ' ἐλαττους ἀκουσομεθα , μακραν ἀν ἐλθοιμι ἐγωγε . “ δηλονοτι εἰκασμῳ
ἡ ὀψις σημειολυτου ; ἐκ του σαπρου τουτου τι ἀγαθον ἀκουσομεθα ; ” και ἠρξαντο γελαν . ὁ δε Αἰσωπος
9999952 πολυδακρυν
, ἀπο του συμβαινοντος , ὀλεθρου ποιητικης , ὡς το πολυδακρυν Ἀρηα τον δακρυων ποιητικον . πορσυνετο : κατεσκευαζετο .
δε δικαιωι της εὐεργεσιης οὐδεν ἀρειοτερον . Ἀγγελος ἀφθογγος πολεμον πολυδακρυν ἐγειρει , Κυρν ' , ἀπο τηλαυγεος φαινομενος σκοπιης
9999952 Ποντικη
ἐθνικον Φαρμακουσσαιος ἠ Φαρμακουσσιος . Φαρνακεια , χωρα και πολις Ποντικη προσεχης τῃ Τραπεζουντι . το ἐθνικον Φαρνακευς ἀπο του
σμυρνιον , πευκεδανον , ἀναγαλλις , ἡδυοσμος , οἰνανθη , Ποντικη ῥιζα , λιβανωτος , ὀπος σιλφιου , ἠρυγγιον ,
9999952 Ὀλυμπιαδος
παντων ἐργων βιου ἀσχολιαν παρασκευαζοντος , του Πυθιαδος τε και Ὀλυμπιαδος νικης ὀρεγομενου , διπλασιας τε και ἐτι πολλῳ πλεονος
εἰναι τον πρωτον ἐντεχνως πυκτευσαντα ἐπι της ὀγδοης και τετταρακοστης Ὀλυμπιαδος , κομητην και ἁλουργιδα φορουντα , ἐκκριθηναι τ '
9999952 εὐφροσυνης
μερος ἠρημωσαν . ἐν σχηματι δε εἰπεν , ἀντι του εὐφροσυνης ἐρημον ἐποιησαν . ἀλλως : τον μεν Καδμον αἱ
της γης Ἀριστοφανης μετα δακρυων , ἀλλα βαδιζετω μετ ' εὐφροσυνης προς το του Πελοπος χωριον . ἐν μεσῃ Πελοποννησῳ
9999952 ἑκατερῳ
ἠσαν τα μερη : στροφικον και ἀντιστροφικον λογια , ἑκατερον ἑκατερῳ ἰσαριθμους ἐχον τους στιχους , και μετρων δε των
' ἠδη πορευσομαι , τας ἀριστα δοκουσας ἐχειν παρ ' ἑκατερῳ των ἀνδρων λεξεις προχειρισαμενος και ἀντιπαραθεις αὐταις τας Δημοσθενους
9999952 κατηνεχθη
παροιμια δηπου και τουτο και λογος ἐχων ἀξιωμα της ὁθεν κατηνεχθη φιλοσοφιας την ἀρχαιοτητα , ὡστε βοειον ἐπιβλεπειν αὐτῃ :
. Νικιας τις των συγκυνηγετουντων ἀπροοπτως παραφερομενος ἐς ἀνθρακευτων καμινον κατηνεχθη , οἱ δε κυνες οἱ συν αὐτῳ τουτο ἰδοντες
9999952 ἐξηγησαντο
ἰατρον προνοιαν ἐπιτηδευειν . το “ δοκεει μοι ” τινες ἐξηγησαντο : φασι γαρ ὁτι ὁ Ἱπποκρατης οὐκ ἐτολμησεν οὑτως
δριμεα , τουτεστιν οὐ ξηρα . τινες δε και ἀλλως ἐξηγησαντο , λεγοντες , ὁτι ἐπι των λυπουμενων τα οὐρα
9999952 Θετταλιαν
τριακοντα πολεις ἐπι Θρᾳκης ὑπερ ὑμων ἀνῃρηκεναι φησει , και Θετταλιαν ἁπασαν ἐχειν φρουραις και τετραδαρχιαις κατειληφως , ἱν '
Ἀσωπον . Πηνειος μεν οὐν κατοικησας περι την νυν οὐσαν Θετταλιαν ἐπωνυμον ἑαυτου τον προειρημενον ποταμον ἐποιη - σεν :
9999952 Ἐμπεδοκλεους
σκιεροις ἠσκημενα γυιοις . . . , εἰποντος δε του Ἐμπεδοκλεους ἐν τωι δευτερωι των Φυσικων προ της των ἀνδρειων
ἐπι των πονηρευομενων : εἱς γαρ των Κερκωπων Εὐρυβατος . Ἐμπεδοκλεους ἐχθρα : * * Ὠμην δε , φησιν [
9999952 ἀπηντησεν
τουτο βουκολος και ἰδιωτης ἐτυχεν ὠν , οὐδεν ἀν πραγμα ἀπηντησεν ἐκ του τοιουτου ὀνειρατος . νυν δε ἐπειδη τυραννος
την ἀντιθεσιν οὐκ ἐπηγαγε την μεταληψιν , ἀλλ ' ὁρικως ἀπηντησεν : εἰπων γαρ , τι λοιπον ἠ συγγνωμην αὐτῳ

Back