τετταρσι διδωσι , την ἐκ του μελιτος ἀνατροπην προσγινομενην τῳ στομαχῳ δεδιως . προς δε τας παρακμας των ἐνδον φλεγμονων
και ὑδρωπικοις : τα δε στυπτηριωδη αἱματος ἀναγωγαις και ἐμετικῳ στομαχῳ και γυναιξιν ἀτακτως καθαιρομεναις και συνεχως ἐκτιτρωσκουσαις . τα
9999931 χαλκευς
των τοιουτων δεηθῃ , και παλιν γε ὡς ἐκεινον ὁ χαλκευς , ὁταν σιτου . κουρεα δε ἠδη πωποτ '
ἐμοι ἐδοξε μονονουχι αὐτο γινομενον το ἐργον . Ὁ δε χαλκευς ἐκεινος οὐκ αἰδειται και αὐτος ἐπιδεικνυμενος την αἰσχυνην του
9999927 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999924 Εὐρωτα
Ἰαμου και Εὐαδνης της ἐν Ἀρκαδιᾳ Ἀρκας . παρ ' Εὐρωτα πορον : προσεθηκε το παρ ' Εὐρωτα πορον :
δε που γης ἐστι πλην ἱνα ῥοαι του καλλιδονακος εἰσιν Εὐρωτα μονον ; διπλουν δε Τυνδαρειον ὀνομα κληιζεται , Λακεδαιμονος
9999924 ᾐσθετο
τουτοις ἠν : ὡς δ ' ὁ χρηστος οὑτος ὠργισμενους ᾐσθετο τους ἀνθρωπους και πεπιστευμενον αὑτον ὡς οὐ πανταπασιν ἀνοσιον
ψυχην τεταμενη εἰς μιαν συνταξιν την του ἀρχοντος ἐν αὐτῃ ᾐσθετο τε και πασα ἁμα συνηλγησεν μερους πονησαντος ὁλη ,
9999922 ἐγραφετο
και το ψηφισμα το κατηγορουμενον και οἱ νομοι . . ἐγραφετο ἡ κατηγορια και το ψηφισμα και οἱ νομοι :
θαλαττης προσκατηγορειν ἀξιουτε δικαιως ἀν ἀγαπωντες , εἰ μηδεις ὑμας ἐγραφετο . ἐγω δε ἐξιοντας μεν οὐκ εἰδον δουλος ὠν
9999920 πικρια
Ἀκουε , φησιν . ὁταν ὀξυχολια σοι τις προσπεσῃ ἠ πικρια , γινωσκε ὁτι αὐτος ἐστιν ἐν σοι : εἰτα
προς θεους τιμης . Ὀργη : θυμος : χολος : πικρια : μηνις : κοτος : ἐρως : ἱμερος :
9999919 ἐπηκολουθησε
ἡμετεροις ἐγενετο , δισμυριων που σχεδον ἀθροων ἀπολομενων . εἰτα ἐπηκολουθησε τα περι Ἀκυληϊαν γενομενα και ἡ παρα μικρον της
ἐκ της παρεμβολης ἐκπιπτουσι μετα θορυβου και κραυγης ἑτερος μειζων ἐπηκολουθησε κινδυνος . των μεν γαρ Ἀγαθοκλει συντεταγμενων Λιβυων εἰς
9999919 τελικα
ἀπολογια εὐ ἐχει : οἱ δε λεγοντες , ὁτι τα τελικα κεφαλαια ἐν πασαις στασεσιν εὑρεθησονται , ἠγνοησαν , ὁτι
και το ς , των ἀρσενικων και των θηλυκων εἰσι τελικα , οἱον φιλοι Ἑκτορες , Μουσαι μητερες : το
9999919 νημα
το πηθω , ὡς παρα το νηθω , νησω , νημα . Πηος . κυριως , ὁ κατ ' ἐπιγαμιαν
. ἀραχνη μεν γαρ ἐστι θηλυκως το ὑφασμακαι οὐδετερως ἀραχνιον νημα , ἀραχνης δε αὐτο το ζῳον . ἀρνες οἱ
9999917 τετρακισχιλια
, ἡ δε Ζ ξδ και το ἀπ ' αὐτης τετρακισχιλια ϘϚ . Δηλον , ὁτι ὡς ἑν το Α
διδωμι , ταλαντον : βους δε ἑξακοσιους και προβατα εἰς τετρακισχιλια και ἀνδραποδα εἰς εἰκοσι και ἑκατον . ταυτα λαβων
9999917 εὐδοκιμησεν
ἀντιστροφος ἐστι το ” ὠ καλλιπυργον “ μεχρι του ” εὐδοκιμησεν ἀνηρ “ . ἰστεον , ὁτι ἡ ᾠδη τῃ
πειθεσθαι . ἠρεμιᾳ χρησθαι . Των δε ᾀδομενων αὐτου μαλιστα εὐδοκιμησεν ἐκεινο : Ἐν μεν λιθιναις ἀκοναις ὁ χρυσος ἐξεταζεται
9999917 Εὐρωταν
μερος σχιζομενον τους δυο ποταμους ἀπεργαζεται , προς νοτον μεν Εὐρωταν , προς δε ζεφυρον Ἀλφειον . Καδδε μεσην νησον
μελαθρων λωβαι : στενει δε και τις ἀμφι τον εὐροον Εὐρωταν Λακαινα πολυδακρυτος ἐν δομοις κορα , πολιον τ '
9999916 ἡλισκετο
Ἀδραστον . Λεσχεως δε ἐς την Αἰθραν ἐποιησεν , ἡνικα ἡλισκετο Ἰλιον , ὑπεξελθουσαν ἐς το στρατοπεδον αὐτην ἀφικεσθαι το
τοις Ἀλεξανδρευσιν ἀρχην θορυβου παρεσχε : τελος δε , ὡς ἡλισκετο , ἀπεσφαξεν αὑτον . Λακεδαιμονιοι δε ἀσμενοι Κλεομενους ἀπαλλαγεντες
9999916 τυγχανοιεν
και τιμη των ἐπιεικων . εἰ γαρ ἑκαστοι της ἀξιας τυγχανοιεν , οὐκ ἐστιν ὁπως ἀν ἀμεινον σωθειη το δικαιον
ἠ εἰ κακοι γιγνοιντο , μηδεμιας συγγνωμης παρ ' ὑμων τυγχανοιεν , εἰ τοσουτων ἀξιωθεντες τοιαυτ ' εἰς ἡμας ἐξαμαρτανοιεν
9999916 ἀπηνεγκατο
την καθηκουσαν ἐπιμελειαν ποιησαμενος , μεγαλην εὐνοιαν παρα τοις πληθεσιν ἀπηνεγκατο . Ὁτι τον Μιθροβουζανην ἐπι την πατρῳαν ἀρχην καταγαγοντος
συμφορᾳ περιβαλων τους πολεμιους μεγαλην ἐπι στρατηγιᾳ και συνεσει δοξαν ἀπηνεγκατο . θαλασσοκρατησαι δε ἐσπευδε και την της Ἀσιας ἡγεμονιαν
9999916 ἐρρυσατο
, τωι ποθωι τωι ἐκεινου . και θεριστην τις ἀετος ἐρρυσατο θανατου , ἀνθ ' ὡν αὐτος ἐξεσωσεν ἐκ δρακοντος
και συνηγορησε μοι : ἐν λογοις Αἰγυπτιων πικροις , και ἐρρυσατο με : ἐν φθονοις συν δολοις , και ὑψωσε
9999915 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999915 ἠρετο
ἐν παλαιστρᾳ καθημενος : εἰτα μειρακια προς ἀλληλους οἰκειως διακειμενα ἠρετο τον ἀνδρα πως ἀν αὐτοις ἡ φιλια διαμενοι μαλιστα
αὐτον ἀπεφηναντο . ὁ δε ἀγγελον κρυφα πεμψας τον πατερα ἠρετο , τι δραν κελευοι : Ταρκυϊνιος δε , και
9999915 μοναδα
και ἐπιτεταρτου και ἐπιπεμπτου , λαμβανω παλιν ἀντι μεν ἐπιτριτου μοναδα μιαν και τριτον , ἀντι δε ἐπιτεταρτου μοναδα και
ἁλισκεται δε ὑπο της αὐτου ἀσθενειας , μηκετι δυναμενον την μοναδα χωρησαι . αὑτη οὐν , ὠ Τατ . κατα
9999914 ᾠκοδομησεν
Δημος , Λεωχαρους ἐργον . προς δε τῃ θαλασσῃ Κονων ᾠκοδομησεν Ἀφροδιτης ἱερον , τριηρεις Λακεδαιμονιων κατεργασαμενος περι Κνιδον την
καλουμενης Λημνιας . τῃ δε ἀκροπολει , πλην ὁσον Κιμων ᾠκοδομησεν αὐτης ὁ Μιλτιαδου , περιβαλειν το λοιπον λεγεται του
9999914 γραμματικῃ
βητα και ἑκαστον των στοιχειων , τοις ὀνομασιν ἀποδιδωμεν τῃ γραμματικῃ τεχνῃ , ἐαν τι ἀφελωμεν ἠ προσθωμεν ἠ μεταθωμεν
ἀφικνουνται θυρας φιλοσοφιας , πριν ἠ ταις νεωτεραις ἐντυχειν , γραμματικῃ και γεωμετριᾳ και τῃ συμπασῃ των ἐγκυκλιων μουσικῃ :
9999913 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999913 αἱματωδες
του πλευμονος , το πτυσμα λεπτον πτυει , ἐνιοτε δε αἱματωδες , ἀφρονεει τε και πυρετος ἰσχει , και ὀδυνη
τι πιῃ ἠ φαγῃ ὁ ἀνθρωπος , ὁ τι ἐστιν αἱματωδες , ἑλκει μεν και το σωμα ἁπαν ἐς ἑωυτο
9999913 ποτηριῳ
χλωρα Κυθνιου παρατεμων , βοτρυδιον τι , χοριον , ἐν ποτηριῳ γλυκυν : το τοιουτον γαρ ἀει πως μερος ἐπιπαιζεται
το μεγεθος παιζοντες οἱ ποιηται και συγγραφεις πλειν αὐτον ἐν ποτηριῳ ἐμυθολογησαν . Πανυασις δ ' ἐν πρωτῳ Ἡρακλειας παρα
9999913 ἐθεασατο
καθα φησι Διοδωρος ἐν Ἀπομνημονευματων πρωτῳ , ἐν τοις μαθημασιν ἐθεασατο το κοινον και συνῳκειωσε καθ ' ὁσον ἠν δυνατον
μελι και τα κηρια ἀφειλετο . ὁ δε ἐπανελθων ἐπειδη ἐθεασατο ἐρημους τας κυψελας , εἱστηκει ταυτας διερευνων . αἱ
9999913 πορρωτερω
. ὁ γαρ μικρον προϲβαλλων τηϲ προκαταληψεωϲ οὐ μικρον ὠφελει πορρωτερω διδουϲ τηϲ μελλουϲηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ . ποτε δ ' “
' ἐγω οὑτως ἐχοντα τον Ἐρυξιαν , και εὐλαβουμενος μη πορρωτερω τις λοιδορια και ἐναντιωσις γενοιτο , Τουτονι μεν τον
9999913 σκορπιοι
ἐν αὐτῃ , μετ ' αὐτην δε ἡ ἀοριστια , σκορπιοι τε και καρκινοι και τα ὁμοια των ῥητους ποδας
ἐκει ἀποθνησκει , και ἐκ του σκηνους αὐτου γινονται οἱ σκορπιοι οὑτοι . * λιπωσι : θανωσι το δε πολυρροιζοιο
9999912 μαθησομεθα
των εἰς υξ ἐν τῳ Ὀνοματικῳ Ἡρωδιανου εἰ θεῳ φιλον μαθησομεθα . Ἰστεον δε ὁτι το κηρυξ παρα τῳ ποιητῃ
εὑρεσιν : τουτων δε μη ὀντων οὐδεν μαθησομεθα ἠ ἐκεινα μαθησομεθα , ἁ γινωσκομεν . ὁ γαρ Πλατων βουλομενος δειξαι
9999912 ἀναγιγνωσκε
οἰκετας δευρο ἐπι το βημα , και την των συμπρεσβεων ἀναγιγνωσκε μαρτυριαν . Ἐπειδη τοινυν οὐ δεχεται την προκλησιν ,
τους ὑστερον προσαναγραφεντας προδοτας εἰς ταυτην την στηλην , και ἀναγιγνωσκε γραμματευ . Τι δοκουσιν ὑμιν ὠ ἀνδρες ; ἀρα
9999912 ἰδικα
δει και ἀναμφιβολα . τουτο ἀν γενοιτο , εἰ τα ἰδικα των γενων τε και κοινων προταττοιμεν : ἀμφι -
ἑκαστον ταγμα εὐκολως ἐπιγινωσκῃ το ἰδιον βανδον . Δει ἑτερα ἰδικα σημεια προστιθεναι ταις κεφαλαις των βανδων , ἐγνωσμενα τοις
9999912 χαμαιλεοντοϲ
ἑλενιου ἀνα # δ ἁρμαλα ὁ καλουϲι βηϲαϲα # β χαμαιλεοντοϲ μελανοϲ ῥιζηϲ # β καρποβαλϲαμου # α ϲχοινου ἀνθουϲ
λευκην ἠ ἀμφοτεραϲ μιξαϲ . ἐϲτι δε ἡ μεν δια χαμαιλεοντοϲ ἡδε : λιθαργυρου # α # β , ἁλοϲ
9999912 γεννητικη
γαρ τροφη ἡ τε ξηρα και ἡ ὑγρα αἱματος ἐστι γεννητικη . τουτο δε τρεφει μεν το σωμα , πλεονασαν
ἐφιεται και ἀγαθου , και δια τουτο τοις ἐμψυχοις ἡ γεννητικη ἐνεσπαρται δυναμις , πως ἐπι των ἀψυχων ὁ λογος
9999912 κτενες
. Σφονδυλος μεντοι και κλεις τα ἐπι του σωματος και κτενες οὐ κατα μεταφοραν ὠνομασται , ἀλλα καθ ' ὁμοιοτητα
ἑλικος . αἱ δε κογχαι και χημαι και σωληνες και κτενες ἐν τοις ἀμμωδεσι λαμβανουσι την συστασιν . αἱ δε
9999912 ἐφυγαδευσεν
ὑφ ' ἑαυτῳ ἐποιησατο : οὐ μεντοι ἠνδραποδισατο οὐδε ἀνδρας ἐφυγαδευσεν οὐδε νομους μετεστησεν : ἐξ ὡν τας περι ἐκεινα
ζωντας κατεκαυσε , των δ ' ἀλλων τους μεν πλειους ἐφυγαδευσεν , ὀλιγους δε συλλαβων ἀπεκτεινε . Κασανδρος δε πυθομενος
9999912 Αἰγευς
προς Ἐρεχθεα πολεμος . Ἐρεχθεως μεν γαρ Πανδιων , οὑ Αἰγευς , οὑ Θησευς ὁ των ἐν Καδμειᾳ πεσοντων τα
την ἀρχην τετραχῃ διειλον : εἰχε δε το παν κρατος Αἰγευς . γαμει δε πρωτην μεν Μηταν την Ὁπλητος ,
9999912 εὐεργεσια
ἐπι μηκιστον χεομενης βελτιουνται τα ἠθη . Μεγιστη δε ἐστιν εὐεργεσια ψυχῃ πονουσῃ και διαθλουσῃ συνοδοιπορον ἐχειν τον ἐφθακοτα παντῃ
ἐν ἑκαστῳ γαρ και νομος ἐστιν ὁ κελευων , και εὐεργεσια περι την πολιν γεγενηται : διαφερει δε , ὁτι
9999912 ἐγενηθη
αὐτου . Τῃ δε πεμπτῃ ἡμερᾳ τα ἐκ των ὑδατων ἐγενηθη ζωα , δι ' ὡν και ἐν τουτοις δεικνυται
ῥηθεν τεχνικως , μη ποιηθεν δε , μεθοδου ἀτεχνου δεικτικον ἐγενηθη : το γαρ οἰεσθαι μεν , μη πρησσειν δε
9999911 Μακεδονια
ὁ παππος Κισσευς ἐθρεψεν αὐτον ἐν Θρῃκῃ , ἡ νυν Μακεδονια καλειται . . Ὁτι αὐτου που και το Βερμιον
' αὐτος Ἀντιπατρος [ ἐπερχεται ] ? : μεταστηναι : Μακεδονια ? ? ? μεν εὐδαιμων και παλαι , νυν
9999911 ἐπεμνησθη
συγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη : ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
ξυγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη . ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
9999910 ἐβουλευετο
κατα στεινον , ὡστε και ὀλιγους σφεας ἀνθρωπους ἰσχειν : ἐβουλευετο ὠν ἐπαναχωρησας ἐς τας Θηβας συμβαλειν προς πολι τε
ἡ των ὁρωμενων περιπαθησις . ἐπεξαναστας δε μετα των συνεδρων ἐβουλευετο τα πρακτεα και ἑωρα τους μεν προ μικρου πανταπασιν
9999910 Ἱππολυτῳ
τον δε Χρυσοροαν τουτον και τοτε ὁμοιως διαμειναι ῥεοντα . Ἱππολυτῳ δε τῳ Θησεως τεμενος τε ἐπιφανεστατον ἀνειται και ναος
. ταυτα μεν Διομηδην λεγουσι ποιησαι και προσετι θυσαι τῳ Ἱππολυτῳ πρωτον : Τροιζηνιοις δε ἱερευς μεν ἐστιν Ἱππολυτου τον
9999910 ἀφροσυνη
φρονησις ἡγουμενη ὠφελιμα τα της ψυχης ἐποιει , ἡ δε ἀφροσυνη βλαβερα , οὑτως αὐ και τουτοις ἡ ψυχη ὀρθως
ἀπο της Στοας . εἰ γαρ φυσει κακον ἐστιν ἡ ἀφροσυνη , δεησει , ὁν τροπον το θερμον γνωριζεται ,
9999910 ὡροσκοπουσα
αὐτης . και ὁτι ἐκτροπη λεγεται ἡ της ἀποκυητικης ἡμερας ὡροσκοπουσα μοιρα , και μην και περι κλιμακτηρων ποιοι τουτων
ἀκριβης μοιρα της γενεσεως . δηλον δε ὡς και ἡ ὡροσκοπουσα μοιρα τῃ ὡρᾳ της σπορας ἡ αὐτη ἐσται τῃ
9999910 γιγνομεθα
μη με ἑκων ἀφιοι . Ἱνα δ ' ἐκπερανω , γιγνομεθα ἐν τῃ Σμυρνῃ Διονυσιοις , και παρην ὁ Σεβηρος
, αὐτος δε συνεξιεναι μετ ' αὐτων , και ἐπειδη γιγνομεθα προς τῃ πυλιδι , οὑ ἡ ἐκτροπη προς το
9999910 ἐμισθωσατο
ἡ κωμῳδια , Ὑπερειδης δε ἐν τῳ ὑπερ Μικας ἐφη ἐμισθωσατο τυλυφαντας , Σοφοκλης δ ' ἐφη λινορραφη τυλεια ,
, ἰδιᾳ δε προσθεις οὐκ ἐλαττω τουτων μισθοφορους τε ξενους ἐμισθωσατο και των Φωκεων ἐπελεξε χιλιους , οὑς ὠνομασε πελταστας
9999910 ἀδικα
προς μεν τα δικαια ἐργα συναιρεται , διακωλυει δε τα ἀδικα , πολλους τε των ἐπιχειρουντων ἀφαιρεισθαι τι των ἀλλοτριων
κρατων νομος : νομωι γαρ τους θεους ἡγουμεθα και ζωμεν ἀδικα και δικαι ' ὡρισμενοι : ὁς ἐς ς '
9999910 διδαξω
Ἀστυφιλῳ , δικαιοτερος εἰμι ἐχειν τα ἐκεινου ἠ οὑτοι , διδαξω ὑμας . Ὁτε γαρ ἐλαμβανε Θεοφραστος ὁ ἐμος πατηρ
, “ ἀποδιδαξω ” φησι , την δε ἀλλην “ διδαξω ” . , , . = , , .
9999910 ἐκθησομεθα
μικρομερεστερας μηδενι ἀξιολογῳ διαφερειν των προς ὁμαλην παραυξησιν ὑπεροχων . ἐκθησομεθα οὐν και ταυτας , ἱνα κατα το προχειρον ἐχωμεν
διαιρεσεως φερε και κατα την ἡμετεραν ἐπαγγελιαν την των Πλατωνικων ἐκθησομεθα . διαιρουσι τοινυν την οὐσιαν οὑτως : ἡ οὐσια
9999910 ἀπεστειλε
αὐτης ἀνευρισκει . | φυσικωτατα : λεγεται γαρ : ” ἀπεστειλε δε Ἰουδας τον ἐριφον ἐν χειρι του ποιμενος του
του βασιλεως καθοδου περι πεντηκοντα τον ἀριθμον , οὑς δησας ἀπεστειλε προς Κασανδρον . των δε περι τον Αἰακιδην ἀθροισθεντων
9999910 γιγνωσκοι
: μονη γαρ ἐξηλλαξεν ἡ διακρισις : ὡστε ὁλῳ ἑαυτῳ γιγνωσκοι ἀν την οὐσιαν ὁ νους , οὐδεν ἡττον ἠ
τι ἐπισταται και ὁτι ἐπιστημην τινα ἐχει , εἰκοτως ἀν γιγνωσκοι και περι αὑτου και περι των ἀλλων : ἠ
9999909 κρατερῳ
θεοειδης μαρναμενος Περσων πολιας και τειχεα μακρα ἀγχεμαχων διεπερσε πυρι κρατερῳ τε σιδηρῳ , νωλεμεως δ ' ἐδαμασσε πολεις τε
ἀρα οἱ φρονεοντι παριστατο Φοιβος Ἀπολλων ἀνερι εἰσαμενος αἰζηῳ τε κρατερῳ τε Ἀσιῳ , ὁς μητρως ἠν Ἑκτορος ἱπποδαμοιο αὐτοκασιγνητος
9999909 ἐνετελλετο
ἐθελωσι χωρην ἀσινεας . Ἐπιλεγων δε τον λογον τονδε ταυτα ἐνετελλετο , ὡς εἰ μεν ἀπωλοντο οἱ κατασκοποι , οὐτ
και γνωμας οὑτω λυσιτελεις δεδωκοτων ; Και μην οὐ μονος ἐνετελλετο σοι Πηλευς ἡμερον εἰναι και πρᾳον , ἀλλα παιδιον
9999909 ὁριστικῃ
ἐστιν ἀναλογει τῃ διαιρετικῃ , το δε τι ἐστι τῃ ὁριστικῃ * * * , το δε δια τι ἐστιν
ῥοπην σημαινουσας : οἱον βουληθεις τις γραψαι γραφω φησιν , ὁριστικῃ χρησαμενος ἐκφορᾳ : παλιν τραπεισης της ψυχης ἐφ '
9999909 ἑβδομης
και την δυναμιν της ἐνεργειας ὁλην . ἀπο δ ' ἑβδομης μοιρας δε μεχρι και του Ἡλιου οἱ δυτικοι και
δυναστας ἀποφυγην εὐξασθαι , ἀπο δε της τριτης ὡρας ἑως ἑβδομης ἐκλειπουσαν τῃ Κοιλῃ Συριᾳ και Φοινικῃ και Λιβυῃ και
9999909 τετραδα
εἰς πενταδα και δυαδα , και τελευταιον εἰς τριαδα και τετραδα : μουσικωτατη δε ἡ τουτων των ἀριθμων ἀναλογια .
, και ὀρ - θρος μεσημβρια ἑσπερα νυξ . ὁτι τετραδα κατ ' ἐναλλαγην του λ προς το ρ τετλαδα
9999909 ἀφεψημα
ὠφελειαν , παλιν χρησθαι τῳ αὐτῳ ἀντι ἁπλου ὑδατος κενταυριου ἀφεψημα μιγνυντα . τα μεν οὐν πλειστα ἰσχιαδικα ταυτῃ τῃ
των ϲυνηθων ϲπερματων , οἱον ἀνιϲου ἠ ϲελινου , το ἀφεψημα πινειν ἐδιδου , και θαυμαϲτωϲ ὁπωϲ κενουμενοι δια γαϲτροϲ
9999909 νεφελοειδης
περιεχονται δε ἐν αὐτῳ και ἡ τε ἐπι της λαβης νεφελοειδης συστροφη και ὁ ἐν τῃ κεφαλῃ και ὁ ἐν
, δʹ θ , εʹ η , Ϛʹ β , νεφελοειδης . των ἐν τῳ ἑπομενῳ κερατι γ ὁ βορειος
9999909 κομμα
Δημοσθενης , κατ ' ὀνομα και κατα κωλον και κατα κομμα και κατα τοπον . Κατ ' ὀνομα μεν :
ὡς το μηδεν ἀγαν γνωθι σαυτον : το δε τελειον κομμα ἐπῳδῳ μετρειται , ὁς ἐχει συλλαβας ὀκτω . κωλον
9999909 ψηφισμασι
ταὐτα τῳ παρανομῳ ψηφισματι γραφειν . ἐκεινοις δε τοις προτεροις ψηφισμασι , τοις οὐσιν ἐννομοις και σῳζουσι την ὑμετεραν χωραν
ἀρχειν πολυν χρονον , και μητε εὐθυνας διδοναι μητε τοις ψηφισμασι πειθεσθαι μητε των νομων φροντιζειν , ἀλλα τα μεν
9999909 ὠργιζετο
περιθεις γε αὐτῳ θοἰματιον περι τον τραχηλον και ἐβοα και ὠργιζετο , και εἰ μη των συνηθων τινες ἐν μεσῳ
' αἰτιας και ἀλλας μεν , δι ' ἁς εἰκοτως ὠργιζετο αὐτῳ ὁ βασιλευς , αἱ δε μειζους ἠσαν αὑται
9999909 κρατη
εὑδοντ ' , εἰ τα γ ' αὐθ ' ἑξει κρατη . Ἐγω μεν οὐν οὐτ ' αὐτος ἱμειρων ἐφυν
ἡ εὐθεια ὁ ἐμος . ξυνηλικες ] † ὁμηλικες . κρατη ] † ἠτοι την βασιλικην ἀρχην . ταδ '
9999908 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999908 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999908 ἐλογιζετο
παροντα ἐφοβει , οὐχ οὑτως προνοιᾳ της ἑαυτου σωτηριας , ἐλογιζετο δε την τε αἰφνιδιον της τυραννιδος μεταβολην την τε
πατερα . Εἰεν : ἀλλα τι μαλλον ἡ Χρυσηις ταυτα ἐλογιζετο ἁ συ λεγεις ἠ ὁ Χρυσης καθ ' αὑτον
9999908 ἀκρωτηρια
τον νεων ἀργυρῳ , πλην των ἀκρωτηριων , τα δε ἀκρωτηρια χρυσῳ : τα δ ' ἐντος , την μεν
αʹ , ποταμους ἐπισημους δʹ , κολπους ἐπισημους βʹ , ἀκρωτηρια ἐπισημα βʹ . [ Ὁμου πολεις και κωμαι της
9999908 Λακεδαιμονι
πολλοις δημοταις . Ὁμοτροπον δε τι τουτῳ και παλαι ἐν Λακεδαιμονι γενεσθαι . Μηνυθεισης γαρ ἐπιβουλης τοις ἀρχουσιν ὁτι ὁταν
” Ζυγιανος Ταυριανος Σκορπιανος ” . Σκοτινα , τοπος ἐν Λακεδαιμονι , ἐν ᾡ τιμαται Ζευς Σκοτινας , ὡς Παυσανιας
9999907 πλατειᾳ
ἐκ τουτου διαδιδομενης δυσφοριας τινος εἰς ὁλον το σωμα , πλατειᾳ χειρι καταληπτεον το στομα της κοιλιας ἠ παιδιον συγκατακλινειν
. μηρους γε μην τους ὑπο τῃ οὐρᾳ ἠν ἁμα πλατειᾳ τῃ γραμμῃ διωρισμενους ἐχῃ , οὑτω και τα ὀπισθεν
9999907 δοτικη
, ὡς Ξ Αἰαντι δαϊφρονι θυμον ὀρινε . Τριτη ἡ δοτικη , και προτετακται της αἰτιατικης δια την προς την
, οἱον Ἀρισταρχῳ διδωμι , Ἀρισταρχον ἐτιμησα . Ἡ δε δοτικη προτετακται της αἰτιατικης , ἐπειδη και αὐτη ἐστιν ὁτε
9999907 ὀργια
Σικελιαν ἠλθε και ἐπι πολλην ἀλλην γην ἐπλανηθη τα ἐκεινης ὀργια δεικνυων : διο λογον ἐσχεν ὡς Δημητηρ αὐτωι μισγεται
ὑστερον την Ποτνιεως και Ἰσθμιαδην Πελαργῃ συνοικουντα καταστησασθαι μεν τα ὀργια αὐτου λεγουσιν ἐξ ἀρχης , μετενεγκειν δε αὐτα ἐπι
9999907 θελκτηρια
θειον ἀοιδον : “ Φημιε , πολλα γαρ ἀλλα βροτων θελκτηρια οἰδας ἐργ ' ἀνδρων τε θεων τε , τα
και τῃ ᾠδῃ . Κηλα δε ] Ἠγουν : τα θελκτηρια γαρ . Δαιμονων θελγει ] Οὐ μονων των ἀνθρωπων
9999907 λυσιτελες
ἐπινοιαν σοφιαν , την εἰς τα ἀναγκαια του βιου το λυσιτελες ἐξευρισκουσαν , και σοφον τον ἐπινενοηκοτα . Παλιν ἐπενοησαν
ἐλεγχος „ ἀποσταφηθι προς την κυριαν σου „ φησι : λυσιτελες γαρ τῃ μανθανουσῃ ἡ της διδασκουσης ἐπιστασια και τῃ
9999907 κλημα
μετρον , και της ἐντεριωνης ἐξελοντες , ἐμβαλλομεν εἰς το κλημα της ἀντιδοτου , εἰτα παπυρῳ περιελιξαντες το σχισθεν μερος
ἠ τριων ὀφθαλμων . Εἰ δε μειζον εἰη πανυ το κλημα , ὡς και δευτεραν καταχωσιν ὑποστηναι , ποιησεις ἐκ
9999906 τυραννιδες
τουτων ἀποβαινει και ὑπαρ αὐτοις τα φαυλοτατα και ἀτοπωτατα . τυραννιδες μεν γαρ οὐ πανυ τι ἐκ των τοιουτων γιγνονται
κομιζεσθαι κρατιστον ἐς ὁτιδη των ἐθνων τουτων , αἱ γαρ τυραννιδες ἡττον χαλεπαι τοις φανεροις των ἀνδρων , ἠν ἐπαινουντας
9999906 στατηρ
. . , : στατηρ : παρα το ἱστημι στησω στατηρ . και παρ ' ἡμιν ἐπι του νομισματος τιθεται
. ἐγω γαρ το γα βαλαντιον : λιτρα και δεκαλιτρος στατηρ , ἑξαντιον τε πεντογκιον . ἁ δε Σικελια πεποσχε
9999906 φονευς
ὁποτερου αὐτων ἐστιν , [ ἐτι δε σαφεστερον ] ὁ φονευς ἀν ἐλεγχθειη . Οἱ τε γαρ ἁμαρτανοντες ὡν ἀν
, . * . Ἀλαστωρ : ὁ ἁμαρτωλος ἠ ὁ φονευς ἠ ὁ ἐφορων τους φονους Ζευς . κατα μεν
9999906 ναυτικα
νεων ἀκροισιν ἠδη ναυτικοις ἑδωλιοις πυρος φλεγοντος , εἰς δε ναυτικα σκαφη πηδωντος ἀρδην Ἑκτορος ταφρων ὑπερ ; Τις ταυτ
ἡντινα Αἰγιναν ηὐξαντο ἀγαθων ἀνδρων ἐπιτυχειν και ἐνδοξον γενεσθαι τα ναυτικα : ηὐξαντο δε σταντες παρα τον Ἑλλανιου Διος βωμον
9999906 δριμεια
ἑλκων πραϋνει . Ὀνομα ἠ ὀνομιϲ ἠ φλομιτιϲ ἠ ὀνωνιϲ δριμεια και πικρα ἐϲτιν : ὁθεν τα φυλλα αὐτηϲ πινομενα
ὁ δε καρποϲ ἰϲχυροτεροϲ ἐϲτιν . Δρυοπτεριϲ γλυκεια τε και δριμεια και ὑποπικροϲ ἐϲτι , κατα δε την ῥιζαν και
9999906 ἠνεγκατο
Κρωβυλην λαβειν ἐμ ' , εἰ και δεκα ταλαντ ' ἠνεγκατο , την ῥιν ' ἐχουσαν πηχεως . εἰτ '
ὡς κρινειν ἐμε , ὀφεως γενεσθαι πατηρ του τροπου μισθον ἠνεγκατο . Χελιδων δε ἀρα της ὡρας της ἀριστης ὑποσημαινει
9999906 Εὐριπιδην
τον ποδα τουτον : και ταυτα δε αὐτος προστιθησιν ἀναμωκωμενος Εὐριπιδην , ὡς τα τοιαυτα ἐν τοις μελεσιν αὐτου ἐπιτηδευοντα
και ἡ Ἑλενη τοις χειμαζομενοις κατα θαλασσαν ἐπηκοος ἐστι κατα Εὐριπιδην , σεσημειωται . ὁ μεντοι Σωσιβιος ἐμπαλιν οἰεται οὐκ
9999906 ἀκριβεσι
βαδιειται γεγηθως , ἀλλ ' εἰς δικαστηριον ἀπαχθεις παρ ' ἀκριβεσι λογισταις της ἀληθειας ἐξετασθησεται , ποτερον ἑκων ἀπεκτεινεν ἠ
ἑτερου ἀνδρος . αὑτη μεν οὑτως εἰπε ] οὑτως εἰπεν ἀκριβεσι λογοις και ἐξηγητικοις , ὡστε σε μαθειν . χωρις
9999905 ἐκαθεζετο
ὑποτεμοι ἀν τας ἐλπιδας . Ὁ μεν ταυτ ' εἰπων ἐκαθεζετο : Θηραμενης δε ἀναστας ἐλεξεν : Ἀλλα πρωτον μεν
ἡγουμενοι ἱερον εἰναι και τον λιθον , ἐφ ' οὑ ἐκαθεζετο . ἐπι μεν γαρ την ἐκφοραν οὐκ ἐστιν ὁστις
9999905 ἐλαιᾳ
: ὁ του Ψαυμιος ὑμνος . . . . ὁς ἐλαιᾳ στεφανωθεις παραγινεται , τῃ πατριδι δοξαν περιποιων τῃ Καμαρινῃ
διδοται ἀθλον , ἐλαιον ἀμφορευσι , και ὁ νικων στεφανουται ἐλαιᾳ πλεκτῃ . Παρθενοις ἑξ ἐφαμιλλος : ἐπι των εὐψυχων
9999905 ἀγαθα
ἀνωρυξαν λυθεντες . Ἐπι τουτοις ηὐχοντο μεν αὐτῳ παντα τα ἀγαθα Λαμων και Μυρταλη : Δαφνις δε δωρα προσεκομισεν ἐριφους
ἑκαστον το συνηδεσθαι , το συναλγειν ἑαυτῳ , το ἐλπιζειν ἀγαθα , το χαιρειν ἐπι τοις πεπραγμενοις . εἰ δε
9999905 κηρες
δια του η , οἱον Β μαρτυροι , οὑς μη κηρες ἐβαν θανατοιο φερουσαι , και καρος ἐν συστολῃ του
ἐξ ἀγαθων ἐς κακοτητ ' ἐβαλεν . Δισσαι τοι ποσιος κηρες δειλοισι βροτοισιν , διψα τε λυσιμελης και μεθυσις χαλεπη
9999905 Καλλια
ἡδιον ἠ ἀκινδυνος ζῳην . ὡστε εἰ συ , ὠ Καλλια , μεγα φρονεις ὁτι δικαιοτερους δυνασαι ποιειν , ἐγω
μαλα ἐλεγκτικως αὐτον ἐπηρετο : Οἱ δε ἀνθρωποι , ὠ Καλλια , ποτερον ἐν ταις ψυχαις ἠ ἐν τῳ βαλαντιῳ
9999905 συγγνωμονικη
του φευγοντος ἀντιστατικη , ἐν ἀλλοις δε ἀν ἡ μια συγγνωμονικη , ἡ ἑτερα μεταστατικη : και το παραδειγμα ὡς
μεταληπτικη ἀντιθεσις : ἀλλ ' ἐδει δεηθηναι Ἀλεξανδρου . ΛΥσις συγγνωμονικη : ὁτι ἐφοβηθημεν μη ἀποτυχωμεν και προςελθοντες ματαιοπονησωμεν ,
9999905 βουλοιτ
και σεβομενος , ἁγνευειν ἀει μεθ ' ἁγνευοντος του ἐρωμενου βουλοιτ ' ἀν : ὁ δε μειχθεις ἐξ ἀμφοιν τριτος
εἰ τις ὑμων γυναικα ἐχει , θαρρων διδασκετω ὁ τι βουλοιτ ' ἀν αὐτῃ ἐπισταμενῃ χρησθαι . και ὁ Ἀντισθενης
9999905 ἐκομισατο
και ταχυ του Σοφακος ὁ Σκιπιων της εἰς αὐτον ἐπιεικειας ἐκομισατο χαριν . Ὁτι Σοφονβα ἡ προτερον μεν Μασανασσῃ ,
τουτων Εὐμενης μεν ἀρτι την ἐκ του φρουριου πεποιημενος ἀποχωρησιν ἐκομισατο τας ἐπιστολας τας ἀποσταλεισας ὑπο Πολυπερχοντος , ἐν αἱς
9999905 Ἑλληνιδες
πολις Ἑλωρον και Παχυνος ἀκρωτηριον . Ἀπο Παχυνου δε πολεις Ἑλληνιδες αἱδε : Καμαρινα , Γελα , Ἀκραγας , Σελινους
το πελαγος ἀνατεινουσα , και πολεις αἱδε ἐν τῃ Παλληνῃ Ἑλληνιδες : Ποτιδαια ἐν τῳ μεσῳ τον ἰσθμον ἐμφραττουσα ,
9999905 ἐπαιδευσε
. ιθʹ . Ἀπολλωνιος δε ὁ Ναυκρατιτης Ἡρακλειδῃ μεν ἐναντια ἐπαιδευσε τον Ἀθηνησι θρονον κατειληφοτι , λογου δε ἐπεμεληθη πολιτικου
φρονων . Ὁμηρος ὁ θειος ποιητης τα τε ἀλλα ἡμας ἐπαιδευσε και το της μονῳδιας εἰδος οὐ παραλελοιπε : και
9999905 ἐφυετο
τοις ὀρεσιν δ ' αὐτοματ ' αὐτοις τα μιμαικυλ ' ἐφυετο πολλα . πολφους δ ' οὐχ ἡψον ὁμου βολβοις
. και ἐν αὐτῳ κηποι τε πολλοι και ἀκροδρυα παντοια ἐφυετο : ὀνομα τῳ χωρῳ Μεσαμβριη . ἐκ Μεσαμβριης δε
9999905 μνηστηρες
του τοιουτου . τον γαρ Ὀδυσσεα και τον Ἰρον οἱ μνηστηρες συνεβαλον δια το σχημα ὡς οὐδεν διαφεροντας . ἐφη
ἰαλλον . αὐταρ ἐπει ποσιος και ἐδητυος ἐξ ἐρον ἑντο μνηστηρες , τοισιν μεν ἐνι φρεσιν ἀλλα μεμηλει , μολπη
9999905 Δημοσθενη
' ὁρωντες ὀλιγοι προς πλειους ὀντες τους ξυμφυλακας , ἐπεμψαν Δημοσθενη τους σφετερους ἐξαξοντα . ὁ δε ἀφικομενος και ἀγωνα
, οἱον ἐγραψεν Ἀλεξανδρος ἐν τοις Δαρειου λογισμοις εὑρηκεναι , Δημοσθενη εἰληφεναι πεντηκοντα ταλαντα , και κρινεται Δημοσθενης : παραγραψεται
9999904 ὑδρομελιτι
δαυκου και σμυρνιου σπερματος ὁμοιως : πινετωσαν δε ταυτα συν ὑδρομελιτι ἠ οἰνομελιτι : διδοναι δε καθ ' ἑκαστην συν
⋖ α : ταυτα κοπεντα και ϲυλλεανθεντα διδοναι πιειν ϲυν ὑδρομελιτι ἠ οἰνομελιτι : ἠ ἀριϲτολοχιαϲ ⋖ β ἠ ἐν
9999904 ἐφυλαττεν
Διονυσιος δε ἐφθονησε Χαιρεᾳ της γειτνιασεως και τον τοπον τουτον ἐφυλαττεν ἑαυτῳ . θελων οὐν ἁμα και τριβην ἐγγενεσθαι τῃ
Μινως δε ἐν τῳ λαβυρινθῳ κατα τινας χρησμους κατακλεισας αὐτον ἐφυλαττεν . ἠν δε ὁ λαβυρινθος , ὁν Δαιδαλος κατεσκευασεν
9999904 Ἀναξανδριδης
κεχρηνται . τον γαρ οἰακα στρεφει δαιμων ἑκαστῳ , φησιν Ἀναξανδριδης . Ποσειδωνιος ὁ ἀπο της στοας φησι πολλους τινας
ἑρπυλλινῳ δε το γονυ και τον αὐχενα . . . Ἀναξανδριδης δε ἐν Πρωτεσιλαῳ : μυρῳ δε παρα Περωνος ,
9999904 μνηστηρα
ἀγακλειτοιο ? γενεθλης ? ? ? [ : οὐδε τινα μνηστηρα μεταγγελον ? [ ] ? ἀλλον ? ? ?
Οἰνομαου τας ἱππους , ὁ δε ἐν τῳ δρομῳ τον μνηστηρα , ὁποτε ἐγγυς γενοιτο , κατηκοντιζεν . Ἱπποδαμειας δε
9999904 κενεωνα
: ὀδυναι πιεζουσιν αὐτον ἐς την λαπαρην και ἐς τον κενεωνα και ἐς την ὀσφυν και ἐς τους μυας της
δ ' ἑλε νωτα δριμυς ἀρης , ἀλλη δε μεσον κενεωνα πεπαρται . ὡς δ ' ὁποτε , κρινθεντος ἐνυαλιοιο
9999903 ἐτραπετο
νεου συν ἑτερῳ στρατῳ φθασαντος ἐδεισε και ἐς την Κελτικην ἐτραπετο ὡς εὐκαιρον ἐφ ' ἡμιν ὁρμητηριον , ὁτι και
πασι , και οὐκ ἐξεπυησεν , ἀλλ ' ἐπι κυστιν ἐτραπετο : Κρατιστωνακτι , ὁς παρα Ἡρακλειῳ ᾠκει , και
9999903 ἐθαυμασεν
προς [ παραληψιν ] ? ὡν ὑπεδειξατο μοι θησαυρων πανυ ἐθαυμασεν ἐπ ' ἐμε . τοτε μετα βραχυν καιρον ἐβουλευσαμην
μεγα θαυμα : το και πελας αἰψα κιουσα διογενης πολυμητις ἐθαυμασεν Ὀβριμοπατρη θηκε δ ' ἀδελφειου κλεος ἀφθιτον ὡς κε

Back