και σεβομενος , ἁγνευειν ἀει μεθ ' ἁγνευοντος του ἐρωμενου βουλοιτ ' ἀν : ὁ δε μειχθεις ἐξ ἀμφοιν τριτος
εἰ τις ὑμων γυναικα ἐχει , θαρρων διδασκετω ὁ τι βουλοιτ ' ἀν αὐτῃ ἐπισταμενῃ χρησθαι . και ὁ Ἀντισθενης
9999950 βουλοιο
, ἐγω δε , εἰ μεν αὐτο ἐφ ' ἑαυτου βουλοιο τοὐμον σκεπτεσθαι , και πανυ ἀσφαλης εἰμι . δουλειαν
τε γαρ οὐκ ἀν παραναλισκοις πλειω τε οὐκ ἀν ἠ βουλοιο πινοις χωρα τε οὐκ ἀν εἰη πονηραις αἰτησεσιν .
9999950 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999950 βουλομεθα
το ΑΒΓΔ , ἡ δε δοθεισα γωνια , ἐν ᾑ βουλομεθα ἐκκλιναι - το ἐπιπεδον , ἡ ὑπο ΕΖΗ ,
οἱς ἡ ἡδονη ἑπεται , του δε κατηγορουμενου , ὁ βουλομεθα δειξαι τινι μη ὑπαρχειν τῳ ὑποκειμενῳ , ἐκ των
9999949 ἀκαθαρτα
ἀνωμολογηται . νομου δε και παιδειας ἰδιον βεβηλα ἁγιων και ἀκαθαρτα καθαρων διαστελλειν , ὡς ἐμπαλιν ἀνομιας και ἀπαιδευσιας εἰς
ἀναγραφηϲομενοιϲ , κολλυρια δε προϲαγειν ἀδηκτοτατα , εἰ δε και ἀκαθαρτα φαινηται τα ἑλκη . χρηϲτεον οὐν τῳ τε ϲποδιακῳ
9999949 ἐγραφετο
και το ψηφισμα το κατηγορουμενον και οἱ νομοι . . ἐγραφετο ἡ κατηγορια και το ψηφισμα και οἱ νομοι :
θαλαττης προσκατηγορειν ἀξιουτε δικαιως ἀν ἀγαπωντες , εἰ μηδεις ὑμας ἐγραφετο . ἐγω δε ἐξιοντας μεν οὐκ εἰδον δουλος ὠν
9999948 φονευς
ὁποτερου αὐτων ἐστιν , [ ἐτι δε σαφεστερον ] ὁ φονευς ἀν ἐλεγχθειη . Οἱ τε γαρ ἁμαρτανοντες ὡν ἀν
, . * . Ἀλαστωρ : ὁ ἁμαρτωλος ἠ ὁ φονευς ἠ ὁ ἐφορων τους φονους Ζευς . κατα μεν
9999945 νημα
το πηθω , ὡς παρα το νηθω , νησω , νημα . Πηος . κυριως , ὁ κατ ' ἐπιγαμιαν
. ἀραχνη μεν γαρ ἐστι θηλυκως το ὑφασμακαι οὐδετερως ἀραχνιον νημα , ἀραχνης δε αὐτο το ζῳον . ἀρνες οἱ
9999944 μνηστηρες
του τοιουτου . τον γαρ Ὀδυσσεα και τον Ἰρον οἱ μνηστηρες συνεβαλον δια το σχημα ὡς οὐδεν διαφεροντας . ἐφη
ἰαλλον . αὐταρ ἐπει ποσιος και ἐδητυος ἐξ ἐρον ἑντο μνηστηρες , τοισιν μεν ἐνι φρεσιν ἀλλα μεμηλει , μολπη
9999944 λαμβανεσθω
ἠ πολτοις . και καθ ' ἑαυτο δε δις ἡψημενον λαμβανεσθω το δε πινομενον ὑδωρ ὀμβριον ἐστω και ἐφ '
ἱκανα . εἰσαγεσθω δη μετα τουτον ὁ Δημοσθενης , και λαμβανεσθω κἀκεινου λεξις ἐκ μιας των κατα Φιλιππου δημηγοριας ,
9999943 Εὐρωτα
Ἰαμου και Εὐαδνης της ἐν Ἀρκαδιᾳ Ἀρκας . παρ ' Εὐρωτα πορον : προσεθηκε το παρ ' Εὐρωτα πορον :
δε που γης ἐστι πλην ἱνα ῥοαι του καλλιδονακος εἰσιν Εὐρωτα μονον ; διπλουν δε Τυνδαρειον ὀνομα κληιζεται , Λακεδαιμονος
9999943 ἐπρεσβευσα
: οὐδε ἐγραψα μεν , οὐκ ἐπρεσβευσα δε : οὐδε ἐπρεσβευσα μεν , οὐκ ἐπεισα δε Θηβαιους ; Ἀλλα μην
οὐκ ἐγραψα δε , οὐδ ' ἐγραψα μεν , οὐκ ἐπρεσβευσα δε , οὐδ ' ἐπρεσβευσα μεν , οὐκ ἐπεισα
9999943 κλημα
μετρον , και της ἐντεριωνης ἐξελοντες , ἐμβαλλομεν εἰς το κλημα της ἀντιδοτου , εἰτα παπυρῳ περιελιξαντες το σχισθεν μερος
ἠ τριων ὀφθαλμων . Εἰ δε μειζον εἰη πανυ το κλημα , ὡς και δευτεραν καταχωσιν ὑποστηναι , ποιησεις ἐκ
9999942 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999941 χαλκευς
των τοιουτων δεηθῃ , και παλιν γε ὡς ἐκεινον ὁ χαλκευς , ὁταν σιτου . κουρεα δε ἠδη πωποτ '
ἐμοι ἐδοξε μονονουχι αὐτο γινομενον το ἐργον . Ὁ δε χαλκευς ἐκεινος οὐκ αἰδειται και αὐτος ἐπιδεικνυμενος την αἰσχυνην του
9999941 ὁριστικῃ
ἐστιν ἀναλογει τῃ διαιρετικῃ , το δε τι ἐστι τῃ ὁριστικῃ * * * , το δε δια τι ἐστιν
ῥοπην σημαινουσας : οἱον βουληθεις τις γραψαι γραφω φησιν , ὁριστικῃ χρησαμενος ἐκφορᾳ : παλιν τραπεισης της ψυχης ἐφ '
9999941 Ἀγαθοκλης
ὁ Σηλυμβριανος , το δε ἀρχαιον Μεγαρευς : μουσικην δε Ἀγαθοκλης τε ὁ ὑμετερος προσχημα ἐποιησατο , μεγας ὠν σοφιστης
οἱ λοιποι δυνασται βασιλεις ἑαυτους ἀνηγορευσαν . κεʹ . Ὡς Ἀγαθοκλης Ἰτυκην ἐκπολιορκησας διεβιβασε μερος της δυναμεως εἰς την Σικελιαν
9999941 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999940 γραμματικῃ
βητα και ἑκαστον των στοιχειων , τοις ὀνομασιν ἀποδιδωμεν τῃ γραμματικῃ τεχνῃ , ἐαν τι ἀφελωμεν ἠ προσθωμεν ἠ μεταθωμεν
ἀφικνουνται θυρας φιλοσοφιας , πριν ἠ ταις νεωτεραις ἐντυχειν , γραμματικῃ και γεωμετριᾳ και τῃ συμπασῃ των ἐγκυκλιων μουσικῃ :
9999940 εὑρες
, μεγα χαιρε διαμπερες : ἀξιον εὑρες νυμφιον , ἀξιον εὑρες , ὁμοφροσυνην δ ' ὀπασειεν ? ? [ ]
ἐπιστημης τον τροπον τουτον : ” τι τουτο ὁ ταχυ εὑρες , τεκνον ” ; ἀποκρινεται και φησιν : „
9999940 πειρωμεθα
μειζονα οὐκ ἀν ζητησαις . τον γαρ υἱον σοι ποιειν πειρωμεθα τοιουτον , οἱος ὠν τῳ παππῳ προσομοιος εἰναι δοξει
ἐχοντα , πρωτον διεξιτεον , ὁπως ταυτας ἐκποδων θεμενοι , πειρωμεθα ἐκεινας ὡν δεομεθα παραθεσθαι τε και παραθεμενοι μανθανειν .
9999940 δοκειτω
τιθεντα ἱκετηριαν : Ἀρσενιος δε ὁ ῥητωρ χρηστος ὠν μη δοκειτω πονηρος μηδ ' ἐστω διαβολη μηδεμια των ἐργων ἰσχυροτερα
ᾀδομενος . τουτο δε εἰ τῳ δοκει μυθος εἰναι , δοκειτω , ἐμε δ ' οὐν περι ζῳου λεχθεν και
9999940 γιγνωσκοι
: μονη γαρ ἐξηλλαξεν ἡ διακρισις : ὡστε ὁλῳ ἑαυτῳ γιγνωσκοι ἀν την οὐσιαν ὁ νους , οὐδεν ἡττον ἠ
τι ἐπισταται και ὁτι ἐπιστημην τινα ἐχει , εἰκοτως ἀν γιγνωσκοι και περι αὑτου και περι των ἀλλων : ἠ
9999939 βουλευομεθα
το προκριναι ὁ δεον γενεσθαι , οὐκετι περι του πραγματος βουλευομεθα , ἀλλα γινωσκομεν ὡρισμενως ὡς δει ποιειν : ἀναγομεν
Λακεδαιμονιοι πως ἀν Σκυθαι καλως πολιτευσαιντο , ἀλλα παντες ἀνθρωποι βουλευομεθα πρωτον περι των ἐφ ' ἡμιν : ταυτα δε
9999939 εὐδοκιμησεν
ἀντιστροφος ἐστι το ” ὠ καλλιπυργον “ μεχρι του ” εὐδοκιμησεν ἀνηρ “ . ἰστεον , ὁτι ἡ ᾠδη τῃ
πειθεσθαι . ἠρεμιᾳ χρησθαι . Των δε ᾀδομενων αὐτου μαλιστα εὐδοκιμησεν ἐκεινο : Ἐν μεν λιθιναις ἀκοναις ὁ χρυσος ἐξεταζεται
9999939 ξηραντικηϲ
. ἐϲτι δε και κακοϲτομαχοϲ οὑτοϲ και κεφαλαλγηϲ . Κομμι ξηραντικηϲ ἐϲτι και ἐμπλαϲτικηϲ δυναμεωϲ , και δηλον , ὁτι
την δευτεραν ἀποϲταϲιν . και τα φυλλα δε του δενδρου ξηραντικηϲ τε και διαφορητικηϲ εἰϲι δυναμεωϲ . Κιχοριον ἠ πικριϲ
9999939 κρασεσι
ἐπειδη τουτοις ὁσα οἰκεια ταις ὡραις και ταις ἡλικιαις και κρασεσι και ταις των νοσηματων καταστασεσι φαινεται μετριωτερα δει νομιζειν
ἀγαθος ἁπασι τοις θερ - μαινεσθαι δεομενοις φλεγματωδεσι και ψυχραις κρασεσι , και ψυχρων χυμων πληθος ἠθροικοσιν , ἀργως βιουσιν
9999939 ἐνετελλετο
ἐθελωσι χωρην ἀσινεας . Ἐπιλεγων δε τον λογον τονδε ταυτα ἐνετελλετο , ὡς εἰ μεν ἀπωλοντο οἱ κατασκοποι , οὐτ
και γνωμας οὑτω λυσιτελεις δεδωκοτων ; Και μην οὐ μονος ἐνετελλετο σοι Πηλευς ἡμερον εἰναι και πρᾳον , ἀλλα παιδιον
9999939 ἐμισθωσατο
ἡ κωμῳδια , Ὑπερειδης δε ἐν τῳ ὑπερ Μικας ἐφη ἐμισθωσατο τυλυφαντας , Σοφοκλης δ ' ἐφη λινορραφη τυλεια ,
, ἰδιᾳ δε προσθεις οὐκ ἐλαττω τουτων μισθοφορους τε ξενους ἐμισθωσατο και των Φωκεων ἐπελεξε χιλιους , οὑς ὠνομασε πελταστας
9999939 κολακες
το περι τας θεραπειας των ἐπιφανων εἰναι ἐκαλουντο προσκυνες και κολακες , οὑτοι οὐν συμπλεοντες τῳ Κνωπῳ , ὡς ἠδη
: τριτην τα διαβεβλημενα , οἱον ἀσωτοι , μοιχοι , κολακες : τεταρτην τα ἠθικα , οἱον γεωργοι , λιχνοι
9999938 Θουκυδιδου
πραγματων , ὡς ἐχει το [ πολλα ἠν ἑτερα περι Θουκυδιδου διεξελθειν , εἰ μη το παντα ἐρειν το των
Θουριοις κατῳκισθησαν . ἐν δε τῳ περι Ἀνδρειας Μελησιαν τον Θουκυδιδου του ἀντιπολιτευσαμενου Περικλει και Λυσιμαχον τον Ἀριστειδου του δικαιου
9999937 ποτηριῳ
χλωρα Κυθνιου παρατεμων , βοτρυδιον τι , χοριον , ἐν ποτηριῳ γλυκυν : το τοιουτον γαρ ἀει πως μερος ἐπιπαιζεται
το μεγεθος παιζοντες οἱ ποιηται και συγγραφεις πλειν αὐτον ἐν ποτηριῳ ἐμυθολογησαν . Πανυασις δ ' ἐν πρωτῳ Ἡρακλειας παρα
9999937 ἀναγιγνωσκε
οἰκετας δευρο ἐπι το βημα , και την των συμπρεσβεων ἀναγιγνωσκε μαρτυριαν . Ἐπειδη τοινυν οὐ δεχεται την προκλησιν ,
τους ὑστερον προσαναγραφεντας προδοτας εἰς ταυτην την στηλην , και ἀναγιγνωσκε γραμματευ . Τι δοκουσιν ὑμιν ὠ ἀνδρες ; ἀρα
9999937 ἐκθησομεθα
μικρομερεστερας μηδενι ἀξιολογῳ διαφερειν των προς ὁμαλην παραυξησιν ὑπεροχων . ἐκθησομεθα οὐν και ταυτας , ἱνα κατα το προχειρον ἐχωμεν
διαιρεσεως φερε και κατα την ἡμετεραν ἐπαγγελιαν την των Πλατωνικων ἐκθησομεθα . διαιρουσι τοινυν την οὐσιαν οὑτως : ἡ οὐσια
9999937 δαιμονιῳ
ᾠδας καλουσι Ῥωμαιοι καρμινα , την δε γυναικα ταυτην ὁμολογουσι δαιμονιῳ πνευματι κατασχετον γενομενην τα μελλοντα συμβαινειν τῳ πληθει δι
και χειρας ὑπερθεν . Ὁρας το πληθος των συγγιγνομενων τῳ δαιμονιῳ Βουλει τοινυν , τον Σωκρατην ἐασας , Ὁμηρου πυθεσθαι
9999937 Ἀναξανδριδης
κεχρηνται . τον γαρ οἰακα στρεφει δαιμων ἑκαστῳ , φησιν Ἀναξανδριδης . Ποσειδωνιος ὁ ἀπο της στοας φησι πολλους τινας
ἑρπυλλινῳ δε το γονυ και τον αὐχενα . . . Ἀναξανδριδης δε ἐν Πρωτεσιλαῳ : μυρῳ δε παρα Περωνος ,
9999937 Λακεδαιμονι
πολλοις δημοταις . Ὁμοτροπον δε τι τουτῳ και παλαι ἐν Λακεδαιμονι γενεσθαι . Μηνυθεισης γαρ ἐπιβουλης τοις ἀρχουσιν ὁτι ὁταν
” Ζυγιανος Ταυριανος Σκορπιανος ” . Σκοτινα , τοπος ἐν Λακεδαιμονι , ἐν ᾡ τιμαται Ζευς Σκοτινας , ὡς Παυσανιας
9999936 διορισμῳ
το ὀν παντα κατα το ἡνωμενον , ὡς παντα ἐν διορισμῳ κατα το διακεκριμενον . Ἐστιν ἀρα ἐν παντι ἑκαστῳ
, οὐ μην διωρισμενον : οὐδε γαρ το διακεκριμενον ἐν διορισμῳ : οὐδε γαρ αὐτο ὀν ὡς τι παρα την
9999936 χαμαιλεοντοϲ
ἑλενιου ἀνα # δ ἁρμαλα ὁ καλουϲι βηϲαϲα # β χαμαιλεοντοϲ μελανοϲ ῥιζηϲ # β καρποβαλϲαμου # α ϲχοινου ἀνθουϲ
λευκην ἠ ἀμφοτεραϲ μιξαϲ . ἐϲτι δε ἡ μεν δια χαμαιλεοντοϲ ἡδε : λιθαργυρου # α # β , ἁλοϲ
9999936 τετρακισχιλια
, ἡ δε Ζ ξδ και το ἀπ ' αὐτης τετρακισχιλια ϘϚ . Δηλον , ὁτι ὡς ἑν το Α
διδωμι , ταλαντον : βους δε ἑξακοσιους και προβατα εἰς τετρακισχιλια και ἀνδραποδα εἰς εἰκοσι και ἑκατον . ταυτα λαβων
9999936 δριμεια
ἑλκων πραϋνει . Ὀνομα ἠ ὀνομιϲ ἠ φλομιτιϲ ἠ ὀνωνιϲ δριμεια και πικρα ἐϲτιν : ὁθεν τα φυλλα αὐτηϲ πινομενα
ὁ δε καρποϲ ἰϲχυροτεροϲ ἐϲτιν . Δρυοπτεριϲ γλυκεια τε και δριμεια και ὑποπικροϲ ἐϲτι , κατα δε την ῥιζαν και
9999936 ἀπεπεμψεν
προκλησιν των Θρᾳκων διηγησαμενον ἀπελθειν : ὁς και προσδους δυναμιν ἀπεπεμψεν , ἡσθεις ὁτι μεγα δυναμενος ἀνηρ ἐξεισι των Ἀθηνων
, και μηδαμως ἀλλως ποιειν . ὁ δε συνωμολογησεν και ἀπεπεμψεν ἐφοδια δους , των Διωνος δε χρηματων οὐτ '
9999936 ἐθεασατο
καθα φησι Διοδωρος ἐν Ἀπομνημονευματων πρωτῳ , ἐν τοις μαθημασιν ἐθεασατο το κοινον και συνῳκειωσε καθ ' ὁσον ἠν δυνατον
μελι και τα κηρια ἀφειλετο . ὁ δε ἐπανελθων ἐπειδη ἐθεασατο ἐρημους τας κυψελας , εἱστηκει ταυτας διερευνων . αἱ
9999936 ξυμμαχοι
αὐτος ἀλλο τι ἐγιγνωσκεν , ἀλλα ξυνελθοντες ἐς Κορινθον οἱ ξυμμαχοι ἐβουλευοντο , και ἐδοξε πρωτον ἐς Χιον αὐτοις πλειν
' οἰκου ἑκασται διεκριθησαν . Λεοντινοι δε εὐθυς και οἱ ξυμμαχοι μετα Ἀθηναιων ἐς την Μεσσηνην ὡς κεκακωμενην ἐστρατευον ,
9999935 καθαρωτατῳ
ἀπευθες ἀκοῃ , μονῳ δε τῳ της ψυχης καλλιστῳ και καθαρωτατῳ και νοερωτατῳ και κουφοτατῳ και πρεσβυτατῳ ὁρατον δι '
. ὁθεν δεξαμενος γραψον ταυτα ἁπερ σοι ἀποκαλυπτω ἐν χαρτηι καθαρωτατῳ και μη φθειρομενωι και σητα μη ἐπιδεχομενωι ” ,
9999935 Καπανευς
δειπνῳ , ἐφη : ὁ παρ ' Εὐρυπιδῃ ἐν Ἱκετισιν Καπανευς ὑπεραστειος ἠν μισων τραπεζας ὁστις ἐξογκοιτ ' ἀγαν .
μετα δε ταυτα Ἐτεοκλης μεν και Πολυνεικης ἀλληλους ἀνειλον , Καπανευς δε βιαζομενος και δια κλιμακος ἀναβαινων ἐπι το τειχος
9999935 αἱματωδες
του πλευμονος , το πτυσμα λεπτον πτυει , ἐνιοτε δε αἱματωδες , ἀφρονεει τε και πυρετος ἰσχει , και ὀδυνη
τι πιῃ ἠ φαγῃ ὁ ἀνθρωπος , ὁ τι ἐστιν αἱματωδες , ἑλκει μεν και το σωμα ἁπαν ἐς ἑωυτο
9999935 ἐσωσεν
καιρον , ἀλλ ' εἰς ἁπαντα τον βιον πολλακις αὐτην ἐσωσεν ἐκ μεγαλων κακων . γυνη τις ἀφικετο προς τον
μετα ῥοδινου ἠ μηλινου καθ ' ἑκαστην ἡμεραν , πολλους ἐσωσεν . Ἀντιδοτος ποδαγρικοις λαμβανομενη ἐπ ' ἐνιαυτον κατ '
9999935 ἡμισυν
ὁ Α μητε των ἀπο δυαδος διπλασιαζομενων ἐστω μητε τον ἡμισυν ἐχετω περισσον : λεγω , ὁτι ὁ Α ἀρτιακις
τουτου [ τον ] των ψιλων , ἐτι δε τουτου ἡμισυν τον των ἱππεων και δια τι . Τι ἐστι
9999935 δωδεκατημορια
ποικιλαι του διτονου διαιρεσεις : πρωτη μεν ἡ εἰς κδ δωδεκατημορια , δευτερα δε ἡ εἰς διεσεις ἠ τονου τεταρτημορια
και ὁσα τετραγωνιζειν λεγεται , περιεχοντα μιαν ὀρθην και τρια δωδεκατημορια και μοιρας Ϙʹ , και ἐτι ὁσα ἑξαγωνον ποιειται
9999934 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999934 τετραδα
εἰς πενταδα και δυαδα , και τελευταιον εἰς τριαδα και τετραδα : μουσικωτατη δε ἡ τουτων των ἀριθμων ἀναλογια .
, και ὀρ - θρος μεσημβρια ἑσπερα νυξ . ὁτι τετραδα κατ ' ἐναλλαγην του λ προς το ρ τετλαδα
9999934 διετεθη
. Ἑλξις Πλατων Πολιτειᾳ . Ἐμαλακισθη . ἐνεδωκε και ἀσθενως διετεθη ὑπο δειλιας . Ἐμβραχυ . συντομως και οἱον ἐν
περι Ἡδονης οὑτως γραφων : ὁ Αἰξωνευς Θρασυλλος ὁ Πυθοδωρου διετεθη ποτε ὑπο μανιας τοιαυτης ὡς παντα τα πλοια τα
9999934 ἐλογιζετο
παροντα ἐφοβει , οὐχ οὑτως προνοιᾳ της ἑαυτου σωτηριας , ἐλογιζετο δε την τε αἰφνιδιον της τυραννιδος μεταβολην την τε
πατερα . Εἰεν : ἀλλα τι μαλλον ἡ Χρυσηις ταυτα ἐλογιζετο ἁ συ λεγεις ἠ ὁ Χρυσης καθ ' αὑτον
9999934 μισθοφοροι
Ἀρετης και Ἀριστων ἡγουντο . ξυμπαντων δε προτεταγμενοι ἠσαν οἱ μισθοφοροι ἱππεις , ὡν Μενιδας ἠρχε . της δε βασιλικης
τας ἀκμας του σιδηρου τοις πνευμοσιν ἐνηρειδον , οἱ δε μισθοφοροι τας λογχας ἀκοντιζοντες εἰς ἀθροους τους πολεμιους οὐχ ἡμαρτανον
9999933 θαυμαζει
θεων συνεθελοντων γενοιτ ' ἀν . εἰ δε τις τουτο θαυμαζει , ὁτι πολλακις γεγραπται το συν θεῳ πραττειν ,
της ὁλης Σικελιας ἐγκεχαραγμενον μεγαλως , ὁν βασιλευς ὁ Περσων θαυμαζει και φιλει , πεμπει δε αὐτῳ κατ ' ἐτος
9999933 ὠφελημα
μουσικην τις εἰτε γραμματιστικην εἰτε ζωγραφιαν εἰτε ἀλλο τι ψυχης ὠφελημα ἠ παραμυθιον ἐκ πολεως εἰς πολιν μεταγων , ἐνθεν
. πυρος βροτοις δοτηρ ' ὁρᾳς Προμηθεα . ὠ κοινον ὠφελημα θνητοισιν φανεις , τλημον Προμηθευ , του δικην πασχεις
9999933 θατερᾳ
ἀμφοτεροις ἐκεινοις και νη Δια γε παντας οὑς ἐφην , θατερᾳ φωνῃ τελεωτατα ἐχουσῃ , λεγω δε οὐκ αὐτος ἐπαϊων
δ ' αὐτας δυο ταραττετον τινε ἀει συνουσαι : δημοκρατια θατερᾳ ὀνομ ' ἐστι , τῃ δ ' ἀριστοκρατια θατερᾳ
9999933 ἀπεστειλε
αὐτης ἀνευρισκει . | φυσικωτατα : λεγεται γαρ : ” ἀπεστειλε δε Ἰουδας τον ἐριφον ἐν χειρι του ποιμενος του
του βασιλεως καθοδου περι πεντηκοντα τον ἀριθμον , οὑς δησας ἀπεστειλε προς Κασανδρον . των δε περι τον Αἰακιδην ἀθροισθεντων
9999933 λεπτοτατῳ
τε και χαυνοϲ . ἐπιτρεφεται δε τι αὐτῳ παραπληϲιον ἀλευρῳ λεπτοτατῳ , τῳ προϲιζανοντι τοιϲ τοιχοιϲ ἐν τοιϲ μυλωϲι διαττωμενων
χαλκιτεως ὠμης οὐγγιας τεσσαρας . Την λιθαργυρον κοψας και σησας λεπτοτατῳ κοσκινῳ , ἐμβαλων ἐν θυιᾳ λειου ἁμα ἐπι πλειονα
9999933 κρατη
εὑδοντ ' , εἰ τα γ ' αὐθ ' ἑξει κρατη . Ἐγω μεν οὐν οὐτ ' αὐτος ἱμειρων ἐφυν
ἡ εὐθεια ὁ ἐμος . ξυνηλικες ] † ὁμηλικες . κρατη ] † ἠτοι την βασιλικην ἀρχην . ταδ '
9999933 πλευριτιδι
, πασχει παραφροσυνην . κεʹ . Οἱ αἱμοῤῥοϊδας ἐχοντες οὐτε πλευριτιδι ἁλισκονται οὐτε περιπνευμονιῃ οὐτε φαγεδαινῃ οὐτε δοθιησιν , ἰσως
οὑτω πινειν νηστις : ἐπιπινετω δε και τα ἐν τῃ πλευριτιδι διδομενα φαρμακα , εἱνεκα της ὀδυνης : πινετω δε
9999933 ἐδιδαξεν
ὁτι δει και μερος της νυκτος ἀγρυπνειν ἐν τοις πολεμοις ἐδιδαξεν . ριεʹ Ἐαν δε ὁρωσι διαλεγομενους Ὡσπερ , φησιν
† † Πολυφραδμονος ἐθανεν ἐν Σικελιᾳ . Εὐπολις Ἀθηναιος . ἐδιδαξεν ἐπι ἀρχοντος Ἀπολλοδωρου , ἐφ ' οὑ και Φρυνιχος
9999933 γνωστικη
ἑξεως εἰναι την γνωσιν των ἀρχων . κρειττων δε ἐπιστημης γνωστικη ἑξις οὐκ ἐστιν ἀλλη ἠ νους : νους ἀρα
τον αὐτον λογον διαιρει , ἐπειδη δι ' ὁλου ἡ γνωστικη δυναμις ὁμοειδης ἐστι προς ἑαυτην , τας τε διαφορας
9999933 συνεγραψε
Μεμφει βασιλεια ᾠκοδομησεν , ἰατρικην τε ἐξησκησε και βιβλους ἀνατομικας συνεγραψε . γʹ Κενκενης ὁ τουτου υἱος ἐτη λθʹ .
ὁς ἰατρευσεν ἐν Περσαις Ἀρταξερξην τον Μνημονα κληθεντα , και συνεγραψε Περσικα ἐν βιβλιοις κ και γ . , ,
9999932 ἐπεμνησθη
συγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη : ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
ξυγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη . ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
9999932 ψυχροτητι
ἐπι το πλειστον κεκραται , ἡ δε ἀρκτος ὑγροτητι και ψυχροτητι : τα δε ἀλλα χωρια , καθοσον τουτων ἑκατερᾳ
μετριως , γλυκυρριζης ὁ χυλος , δορυκνιον πανυ ἐπικρατουμενον ὑδατωδει ψυχροτητι δραστηριῳ , ἐλαιας οἱ θαλλοι και ὁ ἀωρος καρπος
9999931 ἐβουλευετο
κατα στεινον , ὡστε και ὀλιγους σφεας ἀνθρωπους ἰσχειν : ἐβουλευετο ὠν ἐπαναχωρησας ἐς τας Θηβας συμβαλειν προς πολι τε
ἡ των ὁρωμενων περιπαθησις . ἐπεξαναστας δε μετα των συνεδρων ἐβουλευετο τα πρακτεα και ἑωρα τους μεν προ μικρου πανταπασιν
9999931 βουλευεσθε
ἐμου πολεμον ἐχητε χρησθαι . ἀλλ ' εἰ τα κρατιστα βουλευεσθε πραττειν και το κοινῃ συμφερον ἀμφοτεροις ἡμιν σκοπειτε ,
ἰδιωται τῳ νομῳ γεγονατε ; ταυτ ' εἰς τον δημον βουλευεσθε ἐξενεγκειν . τι γαρ δη και το κωλυον ἐσται
9999931 Εὐρωταν
μερος σχιζομενον τους δυο ποταμους ἀπεργαζεται , προς νοτον μεν Εὐρωταν , προς δε ζεφυρον Ἀλφειον . Καδδε μεσην νησον
μελαθρων λωβαι : στενει δε και τις ἀμφι τον εὐροον Εὐρωταν Λακαινα πολυδακρυτος ἐν δομοις κορα , πολιον τ '
9999931 εἰδοϲ
ἡμερᾳ μαρτυρουϲῃ ἀπαντηϲαι την κριϲιν , ἐφεξηϲ δε το τε εἰδοϲ του νοϲηματοϲ και το ἠθοϲ : εἰδοϲ μεν λεγω
τιθυμαλλων τεφρα . Τιτανοϲ . Ἐϲτι δε και ἡ τιτανοϲ εἰδοϲ τεφραϲ , λεπτομερεϲτερα οὐϲα τηϲ ἐκ των ξυλων γιγνομενηϲ
9999931 ἐνι
κολωνον , μεσσῳ ἐνι πρηωνι κατασκιον , ἐνθαδε Χειρων ναιει ἐνι σπηλυγγι , δικαιοτατος Κενταυρων οἱ τραφεν ἐν Φολοῃ ,
καλη τε και ἀγαθη και ἀγχου Ἰωνιης , χρηματα δε ἐνι πολλα και ἀνδραποδα . Συ ὠν ἐπι ταυτην την
9999931 ἡμικυκλια
της ΑΒ το ΑΖ παραλληλογραμμον και τα ΚΓΔ , ΗΖΛ ἡμικυκλια περιενεχθεντα εἰς το αὐτο παλιν ἀποκατασταθῃ ὁθεν ἠρξατο φερεσθαι
και ἐπει ἰσα ἐστι τα ΒΕΔ , ΒΞΔ , ΚΞΝ ἡμικυκλια : ἐπι γαρ ἰσων εἰσι διαμετρων των ΒΔ ,
9999931 τἀληθες
δε ἑτερων ποιητων οὐδε συγγραφεων , παρ ' οἱς ἐλεγετο τἀληθες , ἀλλ ' αὐτος πρωτος ἐπιθεμενος ὑπερ τουτων γραφειν
και τῳδε δηλωσαιμ ' ἀν , εἰ βουλοιο συ , τἀληθες , ὡς ἐγωγε καὐτος ἀχθομαι , ὁστις λεγειν μεν
9999931 τεθεισα
εἰναι μετα την μιαν των παντων ἀρχην , ἡ δε τεθεισα δια καταφασεως , ὁπωσδηποτε ἀνακαθαιρομενης και παντα ἑν λεγουσης
την του ῥυθμου . ἡ γαρ αὐτη λεξις εἰς χρονους τεθεισα διαφεροντας ἀλληλων λαμβανει τινας διαφορας τοιαυτας , αἱ εἰσιν
9999931 ἀκολασιᾳ
δοκουσι . διο οὐχ ὁμοιως ἡ ἑξις ἀκουσιος οὐτε τῃ ἀκολασιᾳ αἰτιον το ἐπιθυμεισθαι , δι ' ἡν ἐπιθυμουμεναι αἱ
ἀκρασιᾳ , καθαπερ και ἡ σωφροσυνη μονη δοκει ἀντικεισθαι τῃ ἀκολασιᾳ δια το την καλουμενην ἀναισθησιαν σπανιως ἠ ἐν μηδενι
9999931 κομμα
Δημοσθενης , κατ ' ὀνομα και κατα κωλον και κατα κομμα και κατα τοπον . Κατ ' ὀνομα μεν :
ὡς το μηδεν ἀγαν γνωθι σαυτον : το δε τελειον κομμα ἐπῳδῳ μετρειται , ὁς ἐχει συλλαβας ὀκτω . κωλον
9999931 ἐπαιδευσε
. ιθʹ . Ἀπολλωνιος δε ὁ Ναυκρατιτης Ἡρακλειδῃ μεν ἐναντια ἐπαιδευσε τον Ἀθηνησι θρονον κατειληφοτι , λογου δε ἐπεμεληθη πολιτικου
φρονων . Ὁμηρος ὁ θειος ποιητης τα τε ἀλλα ἡμας ἐπαιδευσε και το της μονῳδιας εἰδος οὐ παραλελοιπε : και
9999931 ἐφθειρετο
μεταβαλλει ψυχη : δοξασα δ ' εἰπον , ὁτι οὐδεποτε ἐφθειρετο : των γαρ ἀκουσιων οὐδεν του πασχοντος προς ἀληθειαν
σπηλαιον τουτο ἐλθουσαν ἐπι χρονον ἀπειναι πολυν . ὡς δε ἐφθειρετο μεν παντα ὁσα ἡ γη τρεφει , το δε
9999930 ἀκολαστῳ
φυς : ταυτα λεγει μεν , ἀλλα οἰδεν ἀνδρι συμβουλευων ἀκολαστῳ και ἀκρατει μεθης , και δια τουτο προλεγει την
, ἠτοι των μετα προσθηκης ἀκρατων ταὐτον εἰναι λεγουσι τῳ ἀκολαστῳ . δια τουτο λεγουσι τον ἐγκρατη και τον σωφρονα
9999930 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999930 πανακοϲ
καρπον ἑφθον μετ ' οἰνου λευκου κοτυληϲ ἡμιϲυ , ἠ πανακοϲ ῥιζαν ὁμοιωϲ ϲυμμετρον μετ ' οἰνου διδου : ϲυμφερει
, ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ και ϲτρογγυληϲ και ὑγραϲ και πλινθιτιδοϲ , πανακοϲ ῥιζηϲ , ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ και ϲτρογγυληϲ , ϲιδιων ,
9999930 ἀγαθα
ἀνωρυξαν λυθεντες . Ἐπι τουτοις ηὐχοντο μεν αὐτῳ παντα τα ἀγαθα Λαμων και Μυρταλη : Δαφνις δε δωρα προσεκομισεν ἐριφους
ἑκαστον το συνηδεσθαι , το συναλγειν ἑαυτῳ , το ἐλπιζειν ἀγαθα , το χαιρειν ἐπι τοις πεπραγμενοις . εἰ δε
9999930 μοναδα
και ἐπιτεταρτου και ἐπιπεμπτου , λαμβανω παλιν ἀντι μεν ἐπιτριτου μοναδα μιαν και τριτον , ἀντι δε ἐπιτεταρτου μοναδα και
ἁλισκεται δε ὑπο της αὐτου ἀσθενειας , μηκετι δυναμενον την μοναδα χωρησαι . αὑτη οὐν , ὠ Τατ . κατα
9999930 ἐπωνομασθη
βασιλεως τινος Σικελων , τοὐνομα τουτο ἐχοντος , οὑτως Ἰταλια ἐπωνομασθη . ἐλθοντες δε ἐς την Σικελιαν στρατος πολυς τους
” ἱμερος “ γε τῳ μαλιστα ἑλκοντι την ψυχην ῥῳ ἐπωνομασθη : ὁτι γαρ ἱεμενος ῥει και ἐφιεμενος των πραγματων
9999930 εὐδαιμονι
οὑτω και τα ἐξωθεν ἀγαθα , προστιθεμενα τῳ καλῳ και εὐδαιμονι , συνεπικοσμει αὐτου τον βιον , και την χρησιν
ἠ ἑαυτους και τα ἑαυτων , χρεια δια τουτο τῳ εὐδαιμονι φιλων , ὁπως ὁρων τας του φιλου πραξεις και
9999930 ἐλαιᾳ
: ὁ του Ψαυμιος ὑμνος . . . . ὁς ἐλαιᾳ στεφανωθεις παραγινεται , τῃ πατριδι δοξαν περιποιων τῃ Καμαρινῃ
διδοται ἀθλον , ἐλαιον ἀμφορευσι , και ὁ νικων στεφανουται ἐλαιᾳ πλεκτῃ . Παρθενοις ἑξ ἐφαμιλλος : ἐπι των εὐψυχων
9999930 ἀκρωτηρια
τον νεων ἀργυρῳ , πλην των ἀκρωτηριων , τα δε ἀκρωτηρια χρυσῳ : τα δ ' ἐντος , την μεν
αʹ , ποταμους ἐπισημους δʹ , κολπους ἐπισημους βʹ , ἀκρωτηρια ἐπισημα βʹ . [ Ὁμου πολεις και κωμαι της
9999930 συγγνωμονικη
του φευγοντος ἀντιστατικη , ἐν ἀλλοις δε ἀν ἡ μια συγγνωμονικη , ἡ ἑτερα μεταστατικη : και το παραδειγμα ὡς
μεταληπτικη ἀντιθεσις : ἀλλ ' ἐδει δεηθηναι Ἀλεξανδρου . ΛΥσις συγγνωμονικη : ὁτι ἐφοβηθημεν μη ἀποτυχωμεν και προςελθοντες ματαιοπονησωμεν ,
9999930 Εὐριπιδην
τον ποδα τουτον : και ταυτα δε αὐτος προστιθησιν ἀναμωκωμενος Εὐριπιδην , ὡς τα τοιαυτα ἐν τοις μελεσιν αὐτου ἐπιτηδευοντα
και ἡ Ἑλενη τοις χειμαζομενοις κατα θαλασσαν ἐπηκοος ἐστι κατα Εὐριπιδην , σεσημειωται . ὁ μεντοι Σωσιβιος ἐμπαλιν οἰεται οὐκ
9999930 ἠναγκαζεν
ἐν ταις συμμοριαις . ὁ δε νομος ὁ του Περιανδρου ἠναγκαζεν και προσεταττεν παραλαβειν τους ὀφειλοντας τα σκευη , καθ
οἰκειας ὀχθης χωριῳ καταλιπων αὐτος τε ἐπορευετο και τους ἐχθρους ἠναγκαζεν ἰσῃ πορειᾳ χωρειν , ἑσπερας δε στρατοπεδευσαμενος τοις καταλειφθεισιν
9999930 φαεινῳ
θυμον ἐνι στηθεσσιν ὀρινε : Βη δε κατασχομενη ἑανῳ ἀργητι φαεινῳ Σιγῃ , πασας δε Τρῳας λαθεν , ἠρχε δε
ὑδατος . . ἐνθ ' ἠτοι Προνοον πρωτον βαλε δουρι φαεινῳ δουπησεν δε πεσων . ὁ δε Θεστορα Ἠνοπος υἱον
9999929 ἀφικετο
ἀπο του δαιμονος ἐς τἀλλα ἠν οὐδεν : Εὐθυμος δε ἀφικετο γαρ ἐς την Τεμεσαν , και πως τηνικαυτα το
: εἰς την Περσιδα ὑπ ' αὐτων : των Ἀθηναιων ἀφικετο : το δεινον δηλονοτι . ἐθνῃσκον πολλῳ μαλλον :
9999929 ἐκαθεζετο
ὑποτεμοι ἀν τας ἐλπιδας . Ὁ μεν ταυτ ' εἰπων ἐκαθεζετο : Θηραμενης δε ἀναστας ἐλεξεν : Ἀλλα πρωτον μεν
ἡγουμενοι ἱερον εἰναι και τον λιθον , ἐφ ' οὑ ἐκαθεζετο . ἐπι μεν γαρ την ἐκφοραν οὐκ ἐστιν ὁστις
9999929 μαχοιτο
ξεινος γαρ μοι ὁδ ' ἐστι : τις ἀν φιλεοντι μαχοιτο ; ἀφρων δη κεινος γε και οὐτιδανος πελει ἀνηρ
: βρυκει γαρ ἁπαν το παρον , τριγλῃ δε κἀν μαχοιτο . Πανδιονιδα πολεως βασιλευ της ἐριβωλακος , οἰσθ '
9999929 τετραδι
δυαδι δε τον τετραγωνον , τριαδι δε τον πενταγωνον , τετραδι δε τον ἑξαγωνον και πενταδι τον ἑπταγωνον και ἀει
προσθεσις . ἠ γαρ ἑαυτῃ προστιθεται ἡ μονας ἠ τῃ τετραδι ἠ τῃ ἐξ ἀμφοτερων ἀποτελουμενῃ πενταδι . οὐτε δε
9999929 σκορπιοι
ἐν αὐτῃ , μετ ' αὐτην δε ἡ ἀοριστια , σκορπιοι τε και καρκινοι και τα ὁμοια των ῥητους ποδας
ἐκει ἀποθνησκει , και ἐκ του σκηνους αὐτου γινονται οἱ σκορπιοι οὑτοι . * λιπωσι : θανωσι το δε πολυρροιζοιο
9999928 Δημοσθενη
' ὁρωντες ὀλιγοι προς πλειους ὀντες τους ξυμφυλακας , ἐπεμψαν Δημοσθενη τους σφετερους ἐξαξοντα . ὁ δε ἀφικομενος και ἀγωνα
, οἱον ἐγραψεν Ἀλεξανδρος ἐν τοις Δαρειου λογισμοις εὑρηκεναι , Δημοσθενη εἰληφεναι πεντηκοντα ταλαντα , και κρινεται Δημοσθενης : παραγραψεται
9999928 γιγνομεθα
μη με ἑκων ἀφιοι . Ἱνα δ ' ἐκπερανω , γιγνομεθα ἐν τῃ Σμυρνῃ Διονυσιοις , και παρην ὁ Σεβηρος
, αὐτος δε συνεξιεναι μετ ' αὐτων , και ἐπειδη γιγνομεθα προς τῃ πυλιδι , οὑ ἡ ἐκτροπη προς το
9999928 ἐνεγραψεν
: και γαρ ἐπαιδευσεν και συναπεδημησεν και εἰς τους Ἑλληνας ἐνεγραψεν , και κατα γε τουτο χαριν ἀν εἰδειην τῳ
τρεφει , οὑς ἀρτι γαλακτος ἀπαλλαγεντας εἰς στρατιωτας ὁ βασιλευς ἐνεγραψεν , ὡν νυν ὁ καλος ἡγειται Μουσωνιος πραττων αὐτοις
9999928 νεφελοειδης
περιεχονται δε ἐν αὐτῳ και ἡ τε ἐπι της λαβης νεφελοειδης συστροφη και ὁ ἐν τῃ κεφαλῃ και ὁ ἐν
, δʹ θ , εʹ η , Ϛʹ β , νεφελοειδης . των ἐν τῳ ἑπομενῳ κερατι γ ὁ βορειος

Back