και την δυναμιν της ἐνεργειας ὁλην . ἀπο δ ' ἑβδομης μοιρας δε μεχρι και του Ἡλιου οἱ δυτικοι και
δυναστας ἀποφυγην εὐξασθαι , ἀπο δε της τριτης ὡρας ἑως ἑβδομης ἐκλειπουσαν τῃ Κοιλῃ Συριᾳ και Φοινικῃ και Λιβυῃ και
9999958 νεφελοειδης
περιεχονται δε ἐν αὐτῳ και ἡ τε ἐπι της λαβης νεφελοειδης συστροφη και ὁ ἐν τῃ κεφαλῃ και ὁ ἐν
, δʹ θ , εʹ η , Ϛʹ β , νεφελοειδης . των ἐν τῳ ἑπομενῳ κερατι γ ὁ βορειος
9999955 Ἀναξανδριδης
κεχρηνται . τον γαρ οἰακα στρεφει δαιμων ἑκαστῳ , φησιν Ἀναξανδριδης . Ποσειδωνιος ὁ ἀπο της στοας φησι πολλους τινας
ἑρπυλλινῳ δε το γονυ και τον αὐχενα . . . Ἀναξανδριδης δε ἐν Πρωτεσιλαῳ : μυρῳ δε παρα Περωνος ,
9999952 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999952 δωδεκατημορια
ποικιλαι του διτονου διαιρεσεις : πρωτη μεν ἡ εἰς κδ δωδεκατημορια , δευτερα δε ἡ εἰς διεσεις ἠ τονου τεταρτημορια
και ὁσα τετραγωνιζειν λεγεται , περιεχοντα μιαν ὀρθην και τρια δωδεκατημορια και μοιρας Ϙʹ , και ἐτι ὁσα ἑξαγωνον ποιειται
9999950 πανακοϲ
καρπον ἑφθον μετ ' οἰνου λευκου κοτυληϲ ἡμιϲυ , ἠ πανακοϲ ῥιζαν ὁμοιωϲ ϲυμμετρον μετ ' οἰνου διδου : ϲυμφερει
, ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ και ϲτρογγυληϲ και ὑγραϲ και πλινθιτιδοϲ , πανακοϲ ῥιζηϲ , ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ και ϲτρογγυληϲ , ϲιδιων ,
9999950 συμπληρωτικα
οἱον λευκον μελαν καθησθαι ἑσταναι . τουτων οὐν τα μεν συμπληρωτικα ἐστι της οὐσιας ἠγουν της ὑπαρξεως , το γενος
λεγειν τον τραχηλον ἠ την κεφαλην μη του ἐκτος ἀνθρωπου συμπληρωτικα εἰναι μερη , ἀλλα της ἡμετερας συμμνημονευσεως . εἰ
9999949 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999948 νημα
το πηθω , ὡς παρα το νηθω , νησω , νημα . Πηος . κυριως , ὁ κατ ' ἐπιγαμιαν
. ἀραχνη μεν γαρ ἐστι θηλυκως το ὑφασμακαι οὐδετερως ἀραχνιον νημα , ἀραχνης δε αὐτο το ζῳον . ἀρνες οἱ
9999948 ἐκομισεν
ἡν ἁρπασας ὁ Ἀπολλων , κατα Φιλοστεφανον , ἀπο Βοιωτιας ἐκομισεν εἰς τον Ποντον , και μιγεις αὐτῃ , ἐσχε
της Ἀσωπου θυγατρος Σινωπης , ἡν ἁρπασας Ἀπολλων ἀπο Ὑριας ἐκομισεν εἰς Ποντον , και μιγεις αὐτῃ ἐσχε Συρον ,
9999947 Θουκυδιδου
πραγματων , ὡς ἐχει το [ πολλα ἠν ἑτερα περι Θουκυδιδου διεξελθειν , εἰ μη το παντα ἐρειν το των
Θουριοις κατῳκισθησαν . ἐν δε τῳ περι Ἀνδρειας Μελησιαν τον Θουκυδιδου του ἀντιπολιτευσαμενου Περικλει και Λυσιμαχον τον Ἀριστειδου του δικαιου
9999947 θαυμαζει
θεων συνεθελοντων γενοιτ ' ἀν . εἰ δε τις τουτο θαυμαζει , ὁτι πολλακις γεγραπται το συν θεῳ πραττειν ,
της ὁλης Σικελιας ἐγκεχαραγμενον μεγαλως , ὁν βασιλευς ὁ Περσων θαυμαζει και φιλει , πεμπει δε αὐτῳ κατ ' ἐτος
9999947 ᾠκοδομησεν
Δημος , Λεωχαρους ἐργον . προς δε τῃ θαλασσῃ Κονων ᾠκοδομησεν Ἀφροδιτης ἱερον , τριηρεις Λακεδαιμονιων κατεργασαμενος περι Κνιδον την
καλουμενης Λημνιας . τῃ δε ἀκροπολει , πλην ὁσον Κιμων ᾠκοδομησεν αὐτης ὁ Μιλτιαδου , περιβαλειν το λοιπον λεγεται του
9999947 καθαρωτατῳ
ἀπευθες ἀκοῃ , μονῳ δε τῳ της ψυχης καλλιστῳ και καθαρωτατῳ και νοερωτατῳ και κουφοτατῳ και πρεσβυτατῳ ὁρατον δι '
. ὁθεν δεξαμενος γραψον ταυτα ἁπερ σοι ἀποκαλυπτω ἐν χαρτηι καθαρωτατῳ και μη φθειρομενωι και σητα μη ἐπιδεχομενωι ” ,
9999944 ἐγραφετο
και το ψηφισμα το κατηγορουμενον και οἱ νομοι . . ἐγραφετο ἡ κατηγορια και το ψηφισμα και οἱ νομοι :
θαλαττης προσκατηγορειν ἀξιουτε δικαιως ἀν ἀγαπωντες , εἰ μηδεις ὑμας ἐγραφετο . ἐγω δε ἐξιοντας μεν οὐκ εἰδον δουλος ὠν
9999944 τετραδα
εἰς πενταδα και δυαδα , και τελευταιον εἰς τριαδα και τετραδα : μουσικωτατη δε ἡ τουτων των ἀριθμων ἀναλογια .
, και ὀρ - θρος μεσημβρια ἑσπερα νυξ . ὁτι τετραδα κατ ' ἐναλλαγην του λ προς το ρ τετλαδα
9999944 συγγνωμονικη
του φευγοντος ἀντιστατικη , ἐν ἀλλοις δε ἀν ἡ μια συγγνωμονικη , ἡ ἑτερα μεταστατικη : και το παραδειγμα ὡς
μεταληπτικη ἀντιθεσις : ἀλλ ' ἐδει δεηθηναι Ἀλεξανδρου . ΛΥσις συγγνωμονικη : ὁτι ἐφοβηθημεν μη ἀποτυχωμεν και προςελθοντες ματαιοπονησωμεν ,
9999943 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999943 ἐνετελλετο
ἐθελωσι χωρην ἀσινεας . Ἐπιλεγων δε τον λογον τονδε ταυτα ἐνετελλετο , ὡς εἰ μεν ἀπωλοντο οἱ κατασκοποι , οὐτ
και γνωμας οὑτω λυσιτελεις δεδωκοτων ; Και μην οὐ μονος ἐνετελλετο σοι Πηλευς ἡμερον εἰναι και πρᾳον , ἀλλα παιδιον
9999943 βουλομεθα
το ΑΒΓΔ , ἡ δε δοθεισα γωνια , ἐν ᾑ βουλομεθα ἐκκλιναι - το ἐπιπεδον , ἡ ὑπο ΕΖΗ ,
οἱς ἡ ἡδονη ἑπεται , του δε κατηγορουμενου , ὁ βουλομεθα δειξαι τινι μη ὑπαρχειν τῳ ὑποκειμενῳ , ἐκ των
9999943 ἐπηκολουθησε
ἡμετεροις ἐγενετο , δισμυριων που σχεδον ἀθροων ἀπολομενων . εἰτα ἐπηκολουθησε τα περι Ἀκυληϊαν γενομενα και ἡ παρα μικρον της
ἐκ της παρεμβολης ἐκπιπτουσι μετα θορυβου και κραυγης ἑτερος μειζων ἐπηκολουθησε κινδυνος . των μεν γαρ Ἀγαθοκλει συντεταγμενων Λιβυων εἰς
9999942 κενεωνα
: ὀδυναι πιεζουσιν αὐτον ἐς την λαπαρην και ἐς τον κενεωνα και ἐς την ὀσφυν και ἐς τους μυας της
δ ' ἑλε νωτα δριμυς ἀρης , ἀλλη δε μεσον κενεωνα πεπαρται . ὡς δ ' ὁποτε , κρινθεντος ἐνυαλιοιο
9999942 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999942 ψυχροτητι
ἐπι το πλειστον κεκραται , ἡ δε ἀρκτος ὑγροτητι και ψυχροτητι : τα δε ἀλλα χωρια , καθοσον τουτων ἑκατερᾳ
μετριως , γλυκυρριζης ὁ χυλος , δορυκνιον πανυ ἐπικρατουμενον ὑδατωδει ψυχροτητι δραστηριῳ , ἐλαιας οἱ θαλλοι και ὁ ἀωρος καρπος
9999941 Ἀγαθοκλης
ὁ Σηλυμβριανος , το δε ἀρχαιον Μεγαρευς : μουσικην δε Ἀγαθοκλης τε ὁ ὑμετερος προσχημα ἐποιησατο , μεγας ὠν σοφιστης
οἱ λοιποι δυνασται βασιλεις ἑαυτους ἀνηγορευσαν . κεʹ . Ὡς Ἀγαθοκλης Ἰτυκην ἐκπολιορκησας διεβιβασε μερος της δυναμεως εἰς την Σικελιαν
9999941 ἐπεμνησθη
συγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη : ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
ξυγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη . ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
9999940 ναες
τυχην φησι και τας ἐν ἀνθρωποις ἐλπιδας ἐκκλειεσθαι . θοαι ναες : ἐπει και αἱ νηες τυχῃ τινι κινουνται .
και θαλασσιους ὁμοπτεροι κυανωπιδες ναες μεν ἀγαγον , ποποι , ναες δ ' ἀπωλεσαν , τοτοι , ναες πανωλεθροισιν ἐμβολαις
9999940 ὀρεσι
ἐκ του κυριωτερου την ἀροσιμον ἐκαλεσε γην . Ἐν τοις ὀρεσι δε και τοις ἀγεωργητοις της γης μερεσιν αἱ δρυς
ὁμου και νεμομενα : και γαρ ἐκεινον ἐν τε τοις ὀρεσι και περι τας ναπας τα πολλα διατριβειν : ἀποθανοντος
9999940 φονευς
ὁποτερου αὐτων ἐστιν , [ ἐτι δε σαφεστερον ] ὁ φονευς ἀν ἐλεγχθειη . Οἱ τε γαρ ἁμαρτανοντες ὡν ἀν
, . * . Ἀλαστωρ : ὁ ἁμαρτωλος ἠ ὁ φονευς ἠ ὁ ἐφορων τους φονους Ζευς . κατα μεν
9999940 εὐδοκιμησεν
ἀντιστροφος ἐστι το ” ὠ καλλιπυργον “ μεχρι του ” εὐδοκιμησεν ἀνηρ “ . ἰστεον , ὁτι ἡ ᾠδη τῃ
πειθεσθαι . ἠρεμιᾳ χρησθαι . Των δε ᾀδομενων αὐτου μαλιστα εὐδοκιμησεν ἐκεινο : Ἐν μεν λιθιναις ἀκοναις ὁ χρυσος ἐξεταζεται
9999940 κρατη
εὑδοντ ' , εἰ τα γ ' αὐθ ' ἑξει κρατη . Ἐγω μεν οὐν οὐτ ' αὐτος ἱμειρων ἐφυν
ἡ εὐθεια ὁ ἐμος . ξυνηλικες ] † ὁμηλικες . κρατη ] † ἠτοι την βασιλικην ἀρχην . ταδ '
9999940 ἀπωλετο
πληγῃ ] ἐν ἑνι πολεμῳ . κατεφθαρται ] ἐφθαρη , ἀπωλετο . ὀλβος ] εὐδαιμονια . ἀνθος ] το ἐξαιρετον
δυστυχιαν ἐλεησας : περιπαθεις ἀγαν αἱ Φοινισσαι τῃ τραγῳδιᾳ . ἀπωλετο γαρ ὁ Κρεοντος υἱος ἀπο του τειχους ὑπερ της
9999940 ἐθετο
[ τι οὐν θαυμαστον ] , εἰ [ ἐπιστημην ] ἐθετο [ ὁπερ αὐτῳ ] ? τε και [ Θεοδωρωι
πρωτα και ἀδιαιρετα των σωματων τα σφαιρικα , ἁ πυρ ἐθετο και ψυχην , κινητικωτατα των ἀλλων και δραστικα δια
9999940 κρατω
τωι κατωθεν ἀσπονδον θεωι . πασιν δε Θεσσαλοισιν ὡν ἐγω κρατω πενθους γυναικος τησδε κοινουσθαι λεγω κουραι ξυρηκει και μελαμπεπλωι
: φαγησια , οἱ δε φαγησιποσιαν προσαγορευουσι την ἑορτην : κρατω γαρ , φησι , και της λεξεως δια το
9999939 τἀληθες
δε ἑτερων ποιητων οὐδε συγγραφεων , παρ ' οἱς ἐλεγετο τἀληθες , ἀλλ ' αὐτος πρωτος ἐπιθεμενος ὑπερ τουτων γραφειν
και τῳδε δηλωσαιμ ' ἀν , εἰ βουλοιο συ , τἀληθες , ὡς ἐγωγε καὐτος ἀχθομαι , ὁστις λεγειν μεν
9999939 πιστευετε
τας διηγησεις ταυτας , κἀν ψευδεις ὠσιν , ἀληθεις εἰναι πιστευετε , και τα τοιαυτα των ποιηματων ἁ περι τους
και Θετταλοι , τουτους μεν ἐχθρους ὑποληψεσθε , ἐμοι δε πιστευετε : σημειωτεον δε , ὁτι και μη ὀντος ῥητου
9999939 συνεγραψε
Μεμφει βασιλεια ᾠκοδομησεν , ἰατρικην τε ἐξησκησε και βιβλους ἀνατομικας συνεγραψε . γʹ Κενκενης ὁ τουτου υἱος ἐτη λθʹ .
ὁς ἰατρευσεν ἐν Περσαις Ἀρταξερξην τον Μνημονα κληθεντα , και συνεγραψε Περσικα ἐν βιβλιοις κ και γ . , ,
9999939 ἠρκεσεν
και τον ἀργοτατον ἐπηγειρεν ἀν ὁ τε των λογων ἐρως ἠρκεσεν ἀν ἀντι παιδαγωγου τῳ παιδι . Μαρκελλος μεν οὐν
ὁ μεν ὑπ ' Ἀρχιλοχου , φησι , λεχθεις ὑμνος ἠρκεσεν : ὁ δ ' ὑπ ' ἐμου νυν γεγονως
9999939 ὡροσκοπουσα
αὐτης . και ὁτι ἐκτροπη λεγεται ἡ της ἀποκυητικης ἡμερας ὡροσκοπουσα μοιρα , και μην και περι κλιμακτηρων ποιοι τουτων
ἀκριβης μοιρα της γενεσεως . δηλον δε ὡς και ἡ ὡροσκοπουσα μοιρα τῃ ὡρᾳ της σπορας ἡ αὐτη ἐσται τῃ
9999939 εὐδαιμονι
οὑτω και τα ἐξωθεν ἀγαθα , προστιθεμενα τῳ καλῳ και εὐδαιμονι , συνεπικοσμει αὐτου τον βιον , και την χρησιν
ἠ ἑαυτους και τα ἑαυτων , χρεια δια τουτο τῳ εὐδαιμονι φιλων , ὁπως ὁρων τας του φιλου πραξεις και
9999938 ἐσωσεν
καιρον , ἀλλ ' εἰς ἁπαντα τον βιον πολλακις αὐτην ἐσωσεν ἐκ μεγαλων κακων . γυνη τις ἀφικετο προς τον
μετα ῥοδινου ἠ μηλινου καθ ' ἑκαστην ἡμεραν , πολλους ἐσωσεν . Ἀντιδοτος ποδαγρικοις λαμβανομενη ἐπ ' ἐνιαυτον κατ '
9999938 λιτρα
κνηκου # α , μελιτος το ἀρκουν . Κνηκου λευκου λιτρα α πεφρυγμενου και λελεπισμενου , μελιτος κυαθοι γ ,
ἀνα λιτραι γ , ζιγγιβερεωϲ λιτρα α , ἀμαρακου ϲπερματοϲ λιτρα α , ἐλαιου ὀμφακιζοντοϲ # ε λ , οἰνου
9999938 χαλεπωτερα
πολλης ἠ λιμενων ἠ ἀκροπολεων ἰσχυρων , ἁ ἐστι πολυ χαλεπωτερα και ἐπικινδυνοτερα κατεργασασθαι των ἰδιωτικων ἐπιθυμηματων . ἀλλα μεντοι
περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο ἡ τυραννις κατεστη , και ὁ Ἱππιας
9999937 ἐτεκνωσεν
ἐπιγνους Νινος ἠδη γηραιος ὠν , ἐγαμησεν : ἡ δε ἐτεκνωσεν ἐξ αὐτου Νινυαν παιδα . μετα δε τον Νινου
βασιλειαν Βιαντι τῳ ἀδελφῳ . γημας δε Ἰφιανειραν την Μεγαπενθους ἐτεκνωσεν Ἀντιφατην και Μαντω , ἐτι δε Βιαντα και Προνοην
9999937 ἐκομισατο
και ταχυ του Σοφακος ὁ Σκιπιων της εἰς αὐτον ἐπιεικειας ἐκομισατο χαριν . Ὁτι Σοφονβα ἡ προτερον μεν Μασανασσῃ ,
τουτων Εὐμενης μεν ἀρτι την ἐκ του φρουριου πεποιημενος ἀποχωρησιν ἐκομισατο τας ἐπιστολας τας ἀποσταλεισας ὑπο Πολυπερχοντος , ἐν αἱς
9999937 ἐθεασατο
καθα φησι Διοδωρος ἐν Ἀπομνημονευματων πρωτῳ , ἐν τοις μαθημασιν ἐθεασατο το κοινον και συνῳκειωσε καθ ' ὁσον ἠν δυνατον
μελι και τα κηρια ἀφειλετο . ὁ δε ἐπανελθων ἐπειδη ἐθεασατο ἐρημους τας κυψελας , εἱστηκει ταυτας διερευνων . αἱ
9999937 ἀπαιτω
ἀν . νυν δ ' ἐγω μεν σε δικας οὐκ ἀπαιτω , δεδοικα δε μη τον πατερα οἱ παιδες ,
γενοιτο χωρᾳ . δικαν [ δ ' ] ἐξ ἀδικων ἀπαιτω . κλυτε δε Γα χθονιων τε τιμαι . ἀλλα
9999937 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999937 δριμεια
ἑλκων πραϋνει . Ὀνομα ἠ ὀνομιϲ ἠ φλομιτιϲ ἠ ὀνωνιϲ δριμεια και πικρα ἐϲτιν : ὁθεν τα φυλλα αὐτηϲ πινομενα
ὁ δε καρποϲ ἰϲχυροτεροϲ ἐϲτιν . Δρυοπτεριϲ γλυκεια τε και δριμεια και ὑποπικροϲ ἐϲτι , κατα δε την ῥιζαν και
9999937 χαμαιλεοντοϲ
ἑλενιου ἀνα # δ ἁρμαλα ὁ καλουϲι βηϲαϲα # β χαμαιλεοντοϲ μελανοϲ ῥιζηϲ # β καρποβαλϲαμου # α ϲχοινου ἀνθουϲ
λευκην ἠ ἀμφοτεραϲ μιξαϲ . ἐϲτι δε ἡ μεν δια χαμαιλεοντοϲ ἡδε : λιθαργυρου # α # β , ἁλοϲ
9999937 Κυπριοι
Ἀῳος γαρ ὁ Ἀδωνις ὠνομαζετο και ἀπ ' αὐτου οἱ Κυπριοι † βασιλευσαντος . Ζωϊλος δε ὁ Κεδρασευς και αὐτον
μαχαιρας δε μεγαλας εἰχον : οὑτοι μεν οὑτω ἐσταλατο . Κυπριοι δε παρειχοντο νεας πεντηκοντα και ἑκατον , ἐσκευασμενοι ὡδε
9999937 ἀπεστειλε
αὐτης ἀνευρισκει . | φυσικωτατα : λεγεται γαρ : ” ἀπεστειλε δε Ἰουδας τον ἐριφον ἐν χειρι του ποιμενος του
του βασιλεως καθοδου περι πεντηκοντα τον ἀριθμον , οὑς δησας ἀπεστειλε προς Κασανδρον . των δε περι τον Αἰακιδην ἀθροισθεντων
9999937 ἐκυριευσεν
τουτους τε προσηγαγετο και των ἐλεφαντων πλανωμενων κατα την χωραν ἐκυριευσεν . Αὐτος δε παρελθων ἐπι τον Ἰνδον ποταμον και
περονῃ μετελαμβανε τραγικον . Ἀλεξανδρος δ ' ὡς της Ἀσιας ἐκυριευσεν Περσικαις ἐχρητο στολαις . ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ δε παντας ὑπερεβαλεν :
9999936 γιγνομεθα
μη με ἑκων ἀφιοι . Ἱνα δ ' ἐκπερανω , γιγνομεθα ἐν τῃ Σμυρνῃ Διονυσιοις , και παρην ὁ Σεβηρος
, αὐτος δε συνεξιεναι μετ ' αὐτων , και ἐπειδη γιγνομεθα προς τῃ πυλιδι , οὑ ἡ ἐκτροπη προς το
9999936 Αἰγυπτιοι
και ὁ Ὑδασπης οἱ ποταμοι ὀρυγας τρεφουσιν . ὁτι οἱ Αἰγυπτιοι ἱερεις σεβουσι τους ὀρυγας , ἐπειδη αὐτοι τον Σειριον
ὁ των δακτυλων ἐστι κροτος . προτεινουσι δε ἀρα οἱ Αἰγυπτιοι και ξενια αὐταις . ἐπαν γαρ ἀπο δειπνου γενωνται
9999936 κελευε
: περι μεν γαρ των ἡγεμονων των Ἑλληνων φησιν ὁτι κελευε δε οἱσιν ἑκαστος ἡγεμονων , περι δε της στρατιας
την οἰκιαν ἀφειμενην , ὡς δηλοι ταυτι τα γραμματα , κελευε δε ἀναγινωσκειν . και μη τοσουτον παριδῃς το δικαιον
9999936 ἐνεγραψεν
: και γαρ ἐπαιδευσεν και συναπεδημησεν και εἰς τους Ἑλληνας ἐνεγραψεν , και κατα γε τουτο χαριν ἀν εἰδειην τῳ
τρεφει , οὑς ἀρτι γαλακτος ἀπαλλαγεντας εἰς στρατιωτας ὁ βασιλευς ἐνεγραψεν , ὡν νυν ὁ καλος ἡγειται Μουσωνιος πραττων αὐτοις
9999936 τραγικη
. . . σικιννις : σατυρικη ὀρχησις , ἐμμελεια δε τραγικη , κορδαξ δε κωμικη , ὡς Ἀριστοξενος ἐν πρωτῳ
καταχρηστικως νυν την εὐρυθμιαν . κυριως γαρ ἡ μετα μελους τραγικη ὀρχησις . οἱ δε , ἡ προς τας ῥησεις
9999936 λειωθεισα
, ἠ καλαμινθης χυλος ὁμοιως χλιαρος ἐγχεομενος , ἠ σμυρνα λειωθεισα συν γαλακτι γυναικειῳ και ἐγχεομενη . [ Προς αἱμοῤῥοϊαν
τα κατα γαστερᾳ γινομενα , και ῥουν γυναικειον ἱστησι . λειωθεισα δε συν στεατι χοιρειῳ και ὑγροπισσῃ και ἑψηθεισα ἑλκη
9999936 ποτηριῳ
χλωρα Κυθνιου παρατεμων , βοτρυδιον τι , χοριον , ἐν ποτηριῳ γλυκυν : το τοιουτον γαρ ἀει πως μερος ἐπιπαιζεται
το μεγεθος παιζοντες οἱ ποιηται και συγγραφεις πλειν αὐτον ἐν ποτηριῳ ἐμυθολογησαν . Πανυασις δ ' ἐν πρωτῳ Ἡρακλειας παρα
9999936 ὁριστικῃ
ἐστιν ἀναλογει τῃ διαιρετικῃ , το δε τι ἐστι τῃ ὁριστικῃ * * * , το δε δια τι ἐστιν
ῥοπην σημαινουσας : οἱον βουληθεις τις γραψαι γραφω φησιν , ὁριστικῃ χρησαμενος ἐκφορᾳ : παλιν τραπεισης της ψυχης ἐφ '
9999936 μισθοφοροι
Ἀρετης και Ἀριστων ἡγουντο . ξυμπαντων δε προτεταγμενοι ἠσαν οἱ μισθοφοροι ἱππεις , ὡν Μενιδας ἠρχε . της δε βασιλικης
τας ἀκμας του σιδηρου τοις πνευμοσιν ἐνηρειδον , οἱ δε μισθοφοροι τας λογχας ἀκοντιζοντες εἰς ἀθροους τους πολεμιους οὐχ ἡμαρτανον
9999935 ναμα
και ζυμουμενη δι ' ὑγρας οὐσιας μεν ἐκλυθησεται και ὡς ναμα προεισιν ἐξ ὑλης παχους και γινεται ὑδωρ μεν ὑγρου
. και το ἐθνικον Διηνος , ὡς δηλοι το ἐπιγραμμα ναμα το Διηνον γλυκερον ποτον , ἠνιδε πιῃς , παυσει
9999935 Ἀπολλωνιῳ
μετριου προελθοντες ἀνεζευξαν ἀποβαλοντες το ἀκουειν . προϊοντι δε τῳ Ἀπολλωνιῳ και τοις ἀμφ ' αὐτον μαστοι ὀρων ἐφαινοντο παρεχομενοι
και ἐκειθεν ἡ κλισις , οἱον Ἀπολλωνιου ὑπερ Ἀπολλωνιου , Ἀπολλωνιῳ συν Ἀπολλωνιῳ , Ἀπολλωνιον προς Ἀπολλωνιον , ἐμου ὑπ
9999935 γνωστικη
ἑξεως εἰναι την γνωσιν των ἀρχων . κρειττων δε ἐπιστημης γνωστικη ἑξις οὐκ ἐστιν ἀλλη ἠ νους : νους ἀρα
τον αὐτον λογον διαιρει , ἐπειδη δι ' ὁλου ἡ γνωστικη δυναμις ὁμοειδης ἐστι προς ἑαυτην , τας τε διαφορας
9999934 μνηστηρες
του τοιουτου . τον γαρ Ὀδυσσεα και τον Ἰρον οἱ μνηστηρες συνεβαλον δια το σχημα ὡς οὐδεν διαφεροντας . ἐφη
ἰαλλον . αὐταρ ἐπει ποσιος και ἐδητυος ἐξ ἐρον ἑντο μνηστηρες , τοισιν μεν ἐνι φρεσιν ἀλλα μεμηλει , μολπη
9999934 τετραδι
δυαδι δε τον τετραγωνον , τριαδι δε τον πενταγωνον , τετραδι δε τον ἑξαγωνον και πενταδι τον ἑπταγωνον και ἀει
προσθεσις . ἠ γαρ ἑαυτῃ προστιθεται ἡ μονας ἠ τῃ τετραδι ἠ τῃ ἐξ ἀμφοτερων ἀποτελουμενῃ πενταδι . οὐτε δε
9999934 βουλευομεθα
το προκριναι ὁ δεον γενεσθαι , οὐκετι περι του πραγματος βουλευομεθα , ἀλλα γινωσκομεν ὡρισμενως ὡς δει ποιειν : ἀναγομεν
Λακεδαιμονιοι πως ἀν Σκυθαι καλως πολιτευσαιντο , ἀλλα παντες ἀνθρωποι βουλευομεθα πρωτον περι των ἐφ ' ἡμιν : ταυτα δε
9999934 τετρακισχιλια
, ἡ δε Ζ ξδ και το ἀπ ' αὐτης τετρακισχιλια ϘϚ . Δηλον , ὁτι ὡς ἑν το Α
διδωμι , ταλαντον : βους δε ἑξακοσιους και προβατα εἰς τετρακισχιλια και ἀνδραποδα εἰς εἰκοσι και ἑκατον . ταυτα λαβων
9999934 πορρωτερω
. ὁ γαρ μικρον προϲβαλλων τηϲ προκαταληψεωϲ οὐ μικρον ὠφελει πορρωτερω διδουϲ τηϲ μελλουϲηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ . ποτε δ ' “
' ἐγω οὑτως ἐχοντα τον Ἐρυξιαν , και εὐλαβουμενος μη πορρωτερω τις λοιδορια και ἐναντιωσις γενοιτο , Τουτονι μεν τον
9999934 ναυτικα
νεων ἀκροισιν ἠδη ναυτικοις ἑδωλιοις πυρος φλεγοντος , εἰς δε ναυτικα σκαφη πηδωντος ἀρδην Ἑκτορος ταφρων ὑπερ ; Τις ταυτ
ἡντινα Αἰγιναν ηὐξαντο ἀγαθων ἀνδρων ἐπιτυχειν και ἐνδοξον γενεσθαι τα ναυτικα : ηὐξαντο δε σταντες παρα τον Ἑλλανιου Διος βωμον
9999934 ἐξελθουσα
ἐκεισε , ὡσπερ ἐκ της Κιμμεριων γης ἐπι λαμπρον αἰθερα ἐξελθουσα , ἐλευθερα μεν γενομενη σαρκων , ἐλευθερα δε ἐπιθυμιων
ἐκ της ἐπιορκιας τιμωριαν τοις σκολιως δικασασι . ἐς τελος ἐξελθουσα : πληρωθεισα καιρῳ τινι κακῳ ἠ δεινῳ παθει .
9999934 κρασεσι
ἐπειδη τουτοις ὁσα οἰκεια ταις ὡραις και ταις ἡλικιαις και κρασεσι και ταις των νοσηματων καταστασεσι φαινεται μετριωτερα δει νομιζειν
ἀγαθος ἁπασι τοις θερ - μαινεσθαι δεομενοις φλεγματωδεσι και ψυχραις κρασεσι , και ψυχρων χυμων πληθος ἠθροικοσιν , ἀργως βιουσιν
9999934 πειρωμεθα
μειζονα οὐκ ἀν ζητησαις . τον γαρ υἱον σοι ποιειν πειρωμεθα τοιουτον , οἱος ὠν τῳ παππῳ προσομοιος εἰναι δοξει
ἐχοντα , πρωτον διεξιτεον , ὁπως ταυτας ἐκποδων θεμενοι , πειρωμεθα ἐκεινας ὡν δεομεθα παραθεσθαι τε και παραθεμενοι μανθανειν .
9999934 ἀφεψημα
ὠφελειαν , παλιν χρησθαι τῳ αὐτῳ ἀντι ἁπλου ὑδατος κενταυριου ἀφεψημα μιγνυντα . τα μεν οὐν πλειστα ἰσχιαδικα ταυτῃ τῃ
των ϲυνηθων ϲπερματων , οἱον ἀνιϲου ἠ ϲελινου , το ἀφεψημα πινειν ἐδιδου , και θαυμαϲτωϲ ὁπωϲ κενουμενοι δια γαϲτροϲ
9999934 κλημα
μετρον , και της ἐντεριωνης ἐξελοντες , ἐμβαλλομεν εἰς το κλημα της ἀντιδοτου , εἰτα παπυρῳ περιελιξαντες το σχισθεν μερος
ἠ τριων ὀφθαλμων . Εἰ δε μειζον εἰη πανυ το κλημα , ὡς και δευτεραν καταχωσιν ὑποστηναι , ποιησεις ἐκ
9999934 Καλλια
ἡδιον ἠ ἀκινδυνος ζῳην . ὡστε εἰ συ , ὠ Καλλια , μεγα φρονεις ὁτι δικαιοτερους δυνασαι ποιειν , ἐγω
μαλα ἐλεγκτικως αὐτον ἐπηρετο : Οἱ δε ἀνθρωποι , ὠ Καλλια , ποτερον ἐν ταις ψυχαις ἠ ἐν τῳ βαλαντιῳ
9999934 εὑρες
, μεγα χαιρε διαμπερες : ἀξιον εὑρες νυμφιον , ἀξιον εὑρες , ὁμοφροσυνην δ ' ὀπασειεν ? ? [ ]
ἐπιστημης τον τροπον τουτον : ” τι τουτο ὁ ταχυ εὑρες , τεκνον ” ; ἀποκρινεται και φησιν : „
9999934 χαρακτηριζει
ῥηματων το προ του ἐσχατου : οὐ γαρ το ω χαρακτηριζει την συζυγιαν , ἀλλα το προ αὐτου : πολλα
ἀσυμπτωτοι , το δ ' εἰς ἀπειρον ἐκβαλλομενας μη συμπιπτειν χαρακτηριζει τας παραλληλους , και οὐδε τουτο ἁπλως , ἀλλα
9999934 ἀκρωτηρια
τον νεων ἀργυρῳ , πλην των ἀκρωτηριων , τα δε ἀκρωτηρια χρυσῳ : τα δ ' ἐντος , την μεν
αʹ , ποταμους ἐπισημους δʹ , κολπους ἐπισημους βʹ , ἀκρωτηρια ἐπισημα βʹ . [ Ὁμου πολεις και κωμαι της
9999933 Δημοσθενη
' ὁρωντες ὀλιγοι προς πλειους ὀντες τους ξυμφυλακας , ἐπεμψαν Δημοσθενη τους σφετερους ἐξαξοντα . ὁ δε ἀφικομενος και ἀγωνα
, οἱον ἐγραψεν Ἀλεξανδρος ἐν τοις Δαρειου λογισμοις εὑρηκεναι , Δημοσθενη εἰληφεναι πεντηκοντα ταλαντα , και κρινεται Δημοσθενης : παραγραψεται
9999933 ἀκαθαρτα
ἀνωμολογηται . νομου δε και παιδειας ἰδιον βεβηλα ἁγιων και ἀκαθαρτα καθαρων διαστελλειν , ὡς ἐμπαλιν ἀνομιας και ἀπαιδευσιας εἰς
ἀναγραφηϲομενοιϲ , κολλυρια δε προϲαγειν ἀδηκτοτατα , εἰ δε και ἀκαθαρτα φαινηται τα ἑλκη . χρηϲτεον οὐν τῳ τε ϲποδιακῳ
9999933 ἑξακοσιοι
, πεζοι δε ἑξακισχιλιοι , ἐκ δε Θρᾳκης ἱππεις μεν ἑξακοσιοι , Τραλλεις δε τρισχιλιοι και πεντακοσιοι , ἐκ δε
δε τουτους ἐτασσοντο Μεγαρεων τρισχιλιοι : εἰχοντο δε τουτων Πλαταιεες ἑξακοσιοι : τελευταιοι δε και πρωτοι Ἀθηναιοι ἐτασσοντο , κερας
9999933 δοκειτω
τιθεντα ἱκετηριαν : Ἀρσενιος δε ὁ ῥητωρ χρηστος ὠν μη δοκειτω πονηρος μηδ ' ἐστω διαβολη μηδεμια των ἐργων ἰσχυροτερα
ᾀδομενος . τουτο δε εἰ τῳ δοκει μυθος εἰναι , δοκειτω , ἐμε δ ' οὐν περι ζῳου λεχθεν και
9999933 ἐλευθεριᾳ
εἰπειν θεοδμητως ἐκτισε συν ἐλευθεριᾳ , θεοδμητῳ εἰπε προς το ἐλευθεριᾳ . Φασι γαρ ὁτι , οὑς ἐγκατῳκισεν ἐν τῃ
ἑκατερου τροπος της ζωης : ὁ μεν τῳ ὀντι ἐν ἐλευθεριᾳ τε και σχολῃ τεθραμμενου , ὁν δη δει φιλοσοφον
9999933 ἀφικετο
ἀπο του δαιμονος ἐς τἀλλα ἠν οὐδεν : Εὐθυμος δε ἀφικετο γαρ ἐς την Τεμεσαν , και πως τηνικαυτα το
: εἰς την Περσιδα ὑπ ' αὐτων : των Ἀθηναιων ἀφικετο : το δεινον δηλονοτι . ἐθνῃσκον πολλῳ μαλλον :
9999933 λαμβανεσθω
ἠ πολτοις . και καθ ' ἑαυτο δε δις ἡψημενον λαμβανεσθω το δε πινομενον ὑδωρ ὀμβριον ἐστω και ἐφ '
ἱκανα . εἰσαγεσθω δη μετα τουτον ὁ Δημοσθενης , και λαμβανεσθω κἀκεινου λεξις ἐκ μιας των κατα Φιλιππου δημηγοριας ,
9999933 ἐκαθεζετο
ὑποτεμοι ἀν τας ἐλπιδας . Ὁ μεν ταυτ ' εἰπων ἐκαθεζετο : Θηραμενης δε ἀναστας ἐλεξεν : Ἀλλα πρωτον μεν
ἡγουμενοι ἱερον εἰναι και τον λιθον , ἐφ ' οὑ ἐκαθεζετο . ἐπι μεν γαρ την ἐκφοραν οὐκ ἐστιν ὁστις
9999933 γεννητικη
γαρ τροφη ἡ τε ξηρα και ἡ ὑγρα αἱματος ἐστι γεννητικη . τουτο δε τρεφει μεν το σωμα , πλεονασαν
ἐφιεται και ἀγαθου , και δια τουτο τοις ἐμψυχοις ἡ γεννητικη ἐνεσπαρται δυναμις , πως ἐπι των ἀψυχων ὁ λογος
9999932 ἐθαυμασεν
προς [ παραληψιν ] ? ὡν ὑπεδειξατο μοι θησαυρων πανυ ἐθαυμασεν ἐπ ' ἐμε . τοτε μετα βραχυν καιρον ἐβουλευσαμην
μεγα θαυμα : το και πελας αἰψα κιουσα διογενης πολυμητις ἐθαυμασεν Ὀβριμοπατρη θηκε δ ' ἀδελφειου κλεος ἀφθιτον ὡς κε
9999931 μοναδα
και ἐπιτεταρτου και ἐπιπεμπτου , λαμβανω παλιν ἀντι μεν ἐπιτριτου μοναδα μιαν και τριτον , ἀντι δε ἐπιτεταρτου μοναδα και
ἁλισκεται δε ὑπο της αὐτου ἀσθενειας , μηκετι δυναμενον την μοναδα χωρησαι . αὑτη οὐν , ὠ Τατ . κατα
9999931 ἀγαθα
ἀνωρυξαν λυθεντες . Ἐπι τουτοις ηὐχοντο μεν αὐτῳ παντα τα ἀγαθα Λαμων και Μυρταλη : Δαφνις δε δωρα προσεκομισεν ἐριφους
ἑκαστον το συνηδεσθαι , το συναλγειν ἑαυτῳ , το ἐλπιζειν ἀγαθα , το χαιρειν ἐπι τοις πεπραγμενοις . εἰ δε
9999931 ἀκολασιᾳ
δοκουσι . διο οὐχ ὁμοιως ἡ ἑξις ἀκουσιος οὐτε τῃ ἀκολασιᾳ αἰτιον το ἐπιθυμεισθαι , δι ' ἡν ἐπιθυμουμεναι αἱ
ἀκρασιᾳ , καθαπερ και ἡ σωφροσυνη μονη δοκει ἀντικεισθαι τῃ ἀκολασιᾳ δια το την καλουμενην ἀναισθησιαν σπανιως ἠ ἐν μηδενι
9999931 γιγνοιτο
Τι μην ; Ἡκιστα δη τοτ ' ἀν αὐτος αὑτου γιγνοιτο ἐγκρατης . Ἡκιστα . Ἀρ ' οὐν πονηροτατος ,
: γελοιον γαρ δη το παθος οἰμαι τουτ ' ἀν γιγνοιτο , εὐχης τοιαυτης γενομενης . Τι μην ; Οὐκουν
9999931 ἀνηγαγε
και προς τα τοιαυτα ἀσυγγνωστος , κατειπε , κατηγορησεν , ἀνηγαγε τῳ πατρι : εἰτ ' ἐκεινος καταγνους ἀπεκηρυξε ,
Ἑλληνικας λεξεις ἀπειρους οὐσας εἰς τα ὀκτω μερη του λογου ἀνηγαγε και ὁ φιλοσοφος τας σημαντικας λεξεις εἰς δεκα τινα
9999931 Εὐριπιδην
τον ποδα τουτον : και ταυτα δε αὐτος προστιθησιν ἀναμωκωμενος Εὐριπιδην , ὡς τα τοιαυτα ἐν τοις μελεσιν αὐτου ἐπιτηδευοντα
και ἡ Ἑλενη τοις χειμαζομενοις κατα θαλασσαν ἐπηκοος ἐστι κατα Εὐριπιδην , σεσημειωται . ὁ μεντοι Σωσιβιος ἐμπαλιν οἰεται οὐκ
9999931 θειᾳ
μη προσδεισθαι ἀλλων , διαγωγης μη ἀπορειν : ἐφιστανειν τῃ θειᾳ διοικησει , τῃ αὑτων προς τἀλλα σχεσει : ἐπιβλεπειν
δυνατωτερῳ της ἑαυτων σοφιας : αὐτος δε ἀμαχῳ τινι και θειᾳ δυναμει ἀπεδωκε τῳ σκηνει την κεφαλην , και την
9999931 μαλακτικα
μεν οὐ μην ϲφοδρωϲ ἁμα τῳ μηδε ξηραινειν ἰϲχυρωϲ ἐϲτι μαλακτικα . ἐϲτι δε ταυτα : αἰγειον ϲτεαρ και το
ἀναπλαττε ῥοδομελιτι και διδου προϲ δυναμιν . Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ μαλακτικα κοιλιαϲ ἀλυποτατα . χρω δε αὐτοιϲ ἐπι των περι
9999931 ἐπαινῳ
τα γραμματα σου λογοις . ὡν ἐν τοις παρουσιν ἀναγινωσκομενων ἐπαινῳ πολλῳ συ τε ἐτιμω και βασιλευς ὁ μεγας ,
τῳ μεν ἐγκωμιῳ δοξαι και εὐδοξιαι , τῳ δ ' ἐπαινῳ κλεος και εὐκλεια : δοξα μεν γαρ ἐστι το
9999931 κρατηρα
τας ἀγορας και τους στενωπους νεκρων , και μεγαν αἱματος κρατηρα πολιτικου στησαντες οὑτως ἀν ἐδεξαμεθα την ὀφειλομενην μοιραν .
ἐν νυκτομαχιᾳ προτερον πολεμουντες , και εἰρηνη συχνη . ἀλλα κρατηρα στησαντες οἱον ἐν εἰρηνῃ σπονδας ποιησωμεθα θεων μεν Ἑρμῃ
9999931 Λακεδαιμονι
πολλοις δημοταις . Ὁμοτροπον δε τι τουτῳ και παλαι ἐν Λακεδαιμονι γενεσθαι . Μηνυθεισης γαρ ἐπιβουλης τοις ἀρχουσιν ὁτι ὁταν
” Ζυγιανος Ταυριανος Σκορπιανος ” . Σκοτινα , τοπος ἐν Λακεδαιμονι , ἐν ᾡ τιμαται Ζευς Σκοτινας , ὡς Παυσανιας

Back