ὑφ ' ἑαυτῳ ἐποιησατο : οὐ μεντοι ἠνδραποδισατο οὐδε ἀνδρας ἐφυγαδευσεν οὐδε νομους μετεστησεν : ἐξ ὡν τας περι ἐκεινα
ζωντας κατεκαυσε , των δ ' ἀλλων τους μεν πλειους ἐφυγαδευσεν , ὀλιγους δε συλλαβων ἀπεκτεινε . Κασανδρος δε πυθομενος
9999952 ἐρρυσατο
, τωι ποθωι τωι ἐκεινου . και θεριστην τις ἀετος ἐρρυσατο θανατου , ἀνθ ' ὡν αὐτος ἐξεσωσεν ἐκ δρακοντος
και συνηγορησε μοι : ἐν λογοις Αἰγυπτιων πικροις , και ἐρρυσατο με : ἐν φθονοις συν δολοις , και ὑψωσε
9999950 ἐτυμολογια
. Ἀν ' ἰωχμον : κατα την μαχην . ἡ ἐτυμολογια εἰς το ἰωχμος , . , . * .
, . . Ἀλεξικακος : ἀποτρεπτικη των κακων . ἡ ἐτυμολογια εἰς το εἰλιπους , . , . * .
9999948 κτενες
. Σφονδυλος μεντοι και κλεις τα ἐπι του σωματος και κτενες οὐ κατα μεταφοραν ὠνομασται , ἀλλα καθ ' ὁμοιοτητα
ἑλικος . αἱ δε κογχαι και χημαι και σωληνες και κτενες ἐν τοις ἀμμωδεσι λαμβανουσι την συστασιν . αἱ δε
9999948 ἀκρωτηρια
τον νεων ἀργυρῳ , πλην των ἀκρωτηριων , τα δε ἀκρωτηρια χρυσῳ : τα δ ' ἐντος , την μεν
αʹ , ποταμους ἐπισημους δʹ , κολπους ἐπισημους βʹ , ἀκρωτηρια ἐπισημα βʹ . [ Ὁμου πολεις και κωμαι της
9999946 κολακες
το περι τας θεραπειας των ἐπιφανων εἰναι ἐκαλουντο προσκυνες και κολακες , οὑτοι οὐν συμπλεοντες τῳ Κνωπῳ , ὡς ἠδη
: τριτην τα διαβεβλημενα , οἱον ἀσωτοι , μοιχοι , κολακες : τεταρτην τα ἠθικα , οἱον γεωργοι , λιχνοι
9999945 ἐφυλαττεν
Διονυσιος δε ἐφθονησε Χαιρεᾳ της γειτνιασεως και τον τοπον τουτον ἐφυλαττεν ἑαυτῳ . θελων οὐν ἁμα και τριβην ἐγγενεσθαι τῃ
Μινως δε ἐν τῳ λαβυρινθῳ κατα τινας χρησμους κατακλεισας αὐτον ἐφυλαττεν . ἠν δε ὁ λαβυρινθος , ὁν Δαιδαλος κατεσκευασεν
9999944 ἐδιδαξεν
ὁτι δει και μερος της νυκτος ἀγρυπνειν ἐν τοις πολεμοις ἐδιδαξεν . ριεʹ Ἐαν δε ὁρωσι διαλεγομενους Ὡσπερ , φησιν
† † Πολυφραδμονος ἐθανεν ἐν Σικελιᾳ . Εὐπολις Ἀθηναιος . ἐδιδαξεν ἐπι ἀρχοντος Ἀπολλοδωρου , ἐφ ' οὑ και Φρυνιχος
9999944 κρατερῳ
θεοειδης μαρναμενος Περσων πολιας και τειχεα μακρα ἀγχεμαχων διεπερσε πυρι κρατερῳ τε σιδηρῳ , νωλεμεως δ ' ἐδαμασσε πολεις τε
ἀρα οἱ φρονεοντι παριστατο Φοιβος Ἀπολλων ἀνερι εἰσαμενος αἰζηῳ τε κρατερῳ τε Ἀσιῳ , ὁς μητρως ἠν Ἑκτορος ἱπποδαμοιο αὐτοκασιγνητος
9999944 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999944 κλημα
μετρον , και της ἐντεριωνης ἐξελοντες , ἐμβαλλομεν εἰς το κλημα της ἀντιδοτου , εἰτα παπυρῳ περιελιξαντες το σχισθεν μερος
ἠ τριων ὀφθαλμων . Εἰ δε μειζον εἰη πανυ το κλημα , ὡς και δευτεραν καταχωσιν ὑποστηναι , ποιησεις ἐκ
9999944 τετρακισχιλια
, ἡ δε Ζ ξδ και το ἀπ ' αὐτης τετρακισχιλια ϘϚ . Δηλον , ὁτι ὡς ἑν το Α
διδωμι , ταλαντον : βους δε ἑξακοσιους και προβατα εἰς τετρακισχιλια και ἀνδραποδα εἰς εἰκοσι και ἑκατον . ταυτα λαβων
9999943 εἰκοϲ
παθουϲ εὑροιμεν . εἰ δε το οὐρον αὐτοιϲ , ὡϲ εἰκοϲ , δια την παρανοιαν ἐπεχοιτο , ποιηϲαντεϲ ἀλεαν καταντληϲωμεν
ἐχει κλειϲ . εἰ δε ϲυμβῃ κατα παλαιϲτραν , ὡϲ εἰκοϲ , ταυτην παραρθρηϲαι , τῃ τε δια τηϲ χειροϲ
9999943 πρεσβυτερῳ
ἐμφρονεστατοις ἀκολουθων των προ αὐτου και μα - λιστα τῳ πρεσβυτερῳ των ἁλικαρνασεων φησιν Ἑρμογενης : και γαρ ἐκεινος ἐν
τῳ γηρᾳ προς αὐτους ἰσχυρῳ χρηται : ἐμοι δε οὐ πρεσβυτερῳ σου μονον εἰναι συμβαινει και δια τουτ ' ἀν
9999942 μαθησομεθα
των εἰς υξ ἐν τῳ Ὀνοματικῳ Ἡρωδιανου εἰ θεῳ φιλον μαθησομεθα . Ἰστεον δε ὁτι το κηρυξ παρα τῳ ποιητῃ
εὑρεσιν : τουτων δε μη ὀντων οὐδεν μαθησομεθα ἠ ἐκεινα μαθησομεθα , ἁ γινωσκομεν . ὁ γαρ Πλατων βουλομενος δειξαι
9999942 ἐκομισατο
και ταχυ του Σοφακος ὁ Σκιπιων της εἰς αὐτον ἐπιεικειας ἐκομισατο χαριν . Ὁτι Σοφονβα ἡ προτερον μεν Μασανασσῃ ,
τουτων Εὐμενης μεν ἀρτι την ἐκ του φρουριου πεποιημενος ἀποχωρησιν ἐκομισατο τας ἐπιστολας τας ἀποσταλεισας ὑπο Πολυπερχοντος , ἐν αἱς
9999941 ἀπεπλευσε
των περι Κυρηνην στασιαζοντων Πτολεμαιος ἐπελθων και παντα καταστησαμενος ὀπισω ἀπεπλευσε . Περδικκας δε Ἀντιγονωι ἐπιβουλευων εἰς δικαστηριον ἐκαλει :
διεταφρευε , μεχρι καταπλευσαντος αὐτῳ του στολου περι δειλην ἑσπεραν ἀπεπλευσε , τους εὐτολμοτατους ἐπι των τειχων ὑπολιπων : οἱ
9999941 εὐδοκιμησεν
ἀντιστροφος ἐστι το ” ὠ καλλιπυργον “ μεχρι του ” εὐδοκιμησεν ἀνηρ “ . ἰστεον , ὁτι ἡ ᾠδη τῃ
πειθεσθαι . ἠρεμιᾳ χρησθαι . Των δε ᾀδομενων αὐτου μαλιστα εὐδοκιμησεν ἐκεινο : Ἐν μεν λιθιναις ἀκοναις ὁ χρυσος ἐξεταζεται
9999941 ἐνεθυμηθην
αὐτου του ποιησαντος ; ἐτι δε ἐπι τουτοις και τοδε ἐνεθυμηθην , ὠ ἀνδρες , και ἐλογιζομην προς ἐμαυτον τους
οὑτως εἰπον , δεκα σταδιους θειν τῳ ποταμῳ συμπαραθεοντα . ἐνεθυμηθην δ ' αὐτο δια το εἰναι ἐν μεσογειᾳ ,
9999941 εὑρετο
μετανοια ἐσχεν οἱα Ἀττην ἐδρασε , και οἱ παρα Διος εὑρετο μητε σηπεσθαι τι Ἀττῃ του σωματος μητε τηκεσθαι .
ἰδιων ἁπτομενος παθεων . Μιμνερμος δε , τον ἡδυν ὁς εὑρετο πολλον ἀνατλας ἠχον και μαλακου πνευμα το πενταμετρου ,
9999941 ἐβουλευετο
κατα στεινον , ὡστε και ὀλιγους σφεας ἀνθρωπους ἰσχειν : ἐβουλευετο ὠν ἐπαναχωρησας ἐς τας Θηβας συμβαλειν προς πολι τε
ἡ των ὁρωμενων περιπαθησις . ἐπεξαναστας δε μετα των συνεδρων ἐβουλευετο τα πρακτεα και ἑωρα τους μεν προ μικρου πανταπασιν
9999941 πικρια
Ἀκουε , φησιν . ὁταν ὀξυχολια σοι τις προσπεσῃ ἠ πικρια , γινωσκε ὁτι αὐτος ἐστιν ἐν σοι : εἰτα
προς θεους τιμης . Ὀργη : θυμος : χολος : πικρια : μηνις : κοτος : ἐρως : ἱμερος :
9999941 ἐτελευτησε
οὑς ἠν κρυφα Παρυσατις , καθ ' ὁν καιρον ἐκεινος ἐτελευτησε , δια εὐνουχων καταχωσασα . . . : ἐπει
καταντησει ἐκεισε ὁ περιπατος . Μη ἀποφηνον περι ἀποδημουντος ὁτι ἐτελευτησε , πριν ἀν σκοπησῃς , ὁτι οὐ μεθυει ,
9999941 θελκτηρια
θειον ἀοιδον : “ Φημιε , πολλα γαρ ἀλλα βροτων θελκτηρια οἰδας ἐργ ' ἀνδρων τε θεων τε , τα
και τῃ ᾠδῃ . Κηλα δε ] Ἠγουν : τα θελκτηρια γαρ . Δαιμονων θελγει ] Οὐ μονων των ἀνθρωπων
9999941 χρειωδες
ἐθεσαν , τον δε λογον ὡς παρεπομενον προς μονον το χρειωδες . κατα δη τουτους εἰκοτως οὐ πανταχῃ αἱ λογικαι
παν ὁτιουν ἱκανωτατος , ἐτι δ ' ἀνυσαι και το χρειωδες και το λυσιτελες αὑτῳ : ὁπερ και ὑστερον ἐργῳ
9999941 ἀριθμητικη
ἡ τῳ αὐτῳ λογῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και ὑπερεχομενη : ἀριθμητικη δε ἡ τῳ αὐτῳ ἀριθμῳ των ἀκρων ὑπερεχουσα και
ῥητορικη ἀπο του ῥειν τον λογον ἀφθονως . Ἡ δε ἀριθμητικη διδασκει ἡμας την των ἀριθμων μεθοδον και ποσα τα
9999940 γραμματικῃ
βητα και ἑκαστον των στοιχειων , τοις ὀνομασιν ἀποδιδωμεν τῃ γραμματικῃ τεχνῃ , ἐαν τι ἀφελωμεν ἠ προσθωμεν ἠ μεταθωμεν
ἀφικνουνται θυρας φιλοσοφιας , πριν ἠ ταις νεωτεραις ἐντυχειν , γραμματικῃ και γεωμετριᾳ και τῃ συμπασῃ των ἐγκυκλιων μουσικῃ :
9999940 διορισμῳ
το ὀν παντα κατα το ἡνωμενον , ὡς παντα ἐν διορισμῳ κατα το διακεκριμενον . Ἐστιν ἀρα ἐν παντι ἑκαστῳ
, οὐ μην διωρισμενον : οὐδε γαρ το διακεκριμενον ἐν διορισμῳ : οὐδε γαρ αὐτο ὀν ὡς τι παρα την
9999940 τελικα
ἀπολογια εὐ ἐχει : οἱ δε λεγοντες , ὁτι τα τελικα κεφαλαια ἐν πασαις στασεσιν εὑρεθησονται , ἠγνοησαν , ὁτι
και το ς , των ἀρσενικων και των θηλυκων εἰσι τελικα , οἱον φιλοι Ἑκτορες , Μουσαι μητερες : το
9999940 ἀπηνεγκατο
την καθηκουσαν ἐπιμελειαν ποιησαμενος , μεγαλην εὐνοιαν παρα τοις πληθεσιν ἀπηνεγκατο . Ὁτι τον Μιθροβουζανην ἐπι την πατρῳαν ἀρχην καταγαγοντος
συμφορᾳ περιβαλων τους πολεμιους μεγαλην ἐπι στρατηγιᾳ και συνεσει δοξαν ἀπηνεγκατο . θαλασσοκρατησαι δε ἐσπευδε και την της Ἀσιας ἡγεμονιαν
9999939 Αἰθιοπας
Ὠκεανον : εἰ μη Ζηνωνι τῳ φιλοσοφῳ προσεκτεον γραφοντι : Αἰθιοπας θ ' ἱκομην και Σιδονιους Ἀραβας τε . Οὐ
πηγων ὁ ποταμος . καιτοι πως οὐκ ἀτοπον και ὑπερφυες Αἰθιοπας μεν ὁμολογειν μη ἐχειν εἰπειν του Νειλου τας πηγας
9999939 σεληνη
ὁ ὀλυμπιος κοσμος ὑπο τοσωνδε ἀκινητα ἐστιν : ἡ δε σεληνη μεση οὐσα συναρμοζει αὐτη ταλλα ‖ παντα ἐν [
το βροτος : ὁ σημαινει το αἱμα . ἀρτεμις ἡ σεληνη ἀρατεμις τις οὐσα , ἡ τον ἀερα τεμνουσα .
9999938 πλατειᾳ
ἐκ τουτου διαδιδομενης δυσφοριας τινος εἰς ὁλον το σωμα , πλατειᾳ χειρι καταληπτεον το στομα της κοιλιας ἠ παιδιον συγκατακλινειν
. μηρους γε μην τους ὑπο τῃ οὐρᾳ ἠν ἁμα πλατειᾳ τῃ γραμμῃ διωρισμενους ἐχῃ , οὑτω και τα ὀπισθεν
9999938 μεμψαιτο
πατριδα φιλοστοργιαν . Εἰτα , τις οὐκ εἰκοτως ἀν Ζηνωνι μεμψαιτο , διοτι το πλειον οὐ περι την των πραγματων
χρειας καταφυγην : οὐδε γε οὑτω φιλαιτιος οὐδεις ὁστις ἀν μεμψαιτο ἐκεινης της πολεως τους ὁρους . πολλη μεν γαρ
9999938 μαλακα
αὐτα . ποδας δε ἐχει ταυτα μηκιστους , και προσαψασθαι μαλακα ἐστι . φυεται δε ἀρα ἐπι των δενδρων των
τα ψυχρα , τα λεια , τα τραχεα , τα μαλακα και σκληρα , ᾑ σωματα . τι δε ἐστι
9999938 μνηστηρα
ἀγακλειτοιο ? γενεθλης ? ? ? [ : οὐδε τινα μνηστηρα μεταγγελον ? [ ] ? ἀλλον ? ? ?
Οἰνομαου τας ἱππους , ὁ δε ἐν τῳ δρομῳ τον μνηστηρα , ὁποτε ἐγγυς γενοιτο , κατηκοντιζεν . Ἱπποδαμειας δε
9999937 ἀναγιγνωσκε
οἰκετας δευρο ἐπι το βημα , και την των συμπρεσβεων ἀναγιγνωσκε μαρτυριαν . Ἐπειδη τοινυν οὐ δεχεται την προκλησιν ,
τους ὑστερον προσαναγραφεντας προδοτας εἰς ταυτην την στηλην , και ἀναγιγνωσκε γραμματευ . Τι δοκουσιν ὑμιν ὠ ἀνδρες ; ἀρα
9999937 ἀφροσυνη
φρονησις ἡγουμενη ὠφελιμα τα της ψυχης ἐποιει , ἡ δε ἀφροσυνη βλαβερα , οὑτως αὐ και τουτοις ἡ ψυχη ὀρθως
ἀπο της Στοας . εἰ γαρ φυσει κακον ἐστιν ἡ ἀφροσυνη , δεησει , ὁν τροπον το θερμον γνωριζεται ,
9999937 συνεγραψε
Μεμφει βασιλεια ᾠκοδομησεν , ἰατρικην τε ἐξησκησε και βιβλους ἀνατομικας συνεγραψε . γʹ Κενκενης ὁ τουτου υἱος ἐτη λθʹ .
ὁς ἰατρευσεν ἐν Περσαις Ἀρταξερξην τον Μνημονα κληθεντα , και συνεγραψε Περσικα ἐν βιβλιοις κ και γ . , ,
9999937 πεντεκαιδεκα
δρεπανηφορα διακοσια , ἐλεφαντες δε οὐ πολλοι , ἀλλα ἐς πεντεκαιδεκα μαλιστα Ἰνδοις τοις ἐπι ταδε του Ἰνδου ἠσαν .
, και σελινου σπερμα το ἰσον , και σηπιης ὠα πεντεκαιδεκα ἐπ ' οἰνῳ γλυκει κεκρημενῳ προσθειναι , και ἐπην
9999937 Φιλιππιδης
λαμπαδι ἱλασκονται . Τοτε δε πεμφθεις ὑπο των στρατηγων ὁ Φιλιππιδης οὑτος , ὁτε περ οἱ ἐφη και τον Πανα
του ἐπι θατερα ὁ ἑτερος των Περικλεους Ξανθιππος , και Φιλιππιδης ὁ Φιλομηλου και Ἀντιμοιρος ὁ Μενδαιος , ὁσπερ εὐδοκιμει
9999937 ἐγενηθη
αὐτου . Τῃ δε πεμπτῃ ἡμερᾳ τα ἐκ των ὑδατων ἐγενηθη ζωα , δι ' ὡν και ἐν τουτοις δεικνυται
ῥηθεν τεχνικως , μη ποιηθεν δε , μεθοδου ἀτεχνου δεικτικον ἐγενηθη : το γαρ οἰεσθαι μεν , μη πρησσειν δε
9999937 ἀμελειᾳ
, ταχ ' ἀν που ἐν μεθαις ἠ τινι ἀλλῃ ἀμελειᾳ τω ἀκολαστω αὐτοιν ὑποζυγιω λαβοντε τας ψυχας ἀφρουρους ,
ἑαυτον ἀγειν , ἱνα αὐτους βασανισῃ , ἐπειδη τῃ τουτων ἀμελειᾳ πολλοι ἀπεθνῃσκον . „ ἀλλα συ μη φοβηθῃς :
9999936 δοτικη
, ὡς Ξ Αἰαντι δαϊφρονι θυμον ὀρινε . Τριτη ἡ δοτικη , και προτετακται της αἰτιατικης δια την προς την
, οἱον Ἀρισταρχῳ διδωμι , Ἀρισταρχον ἐτιμησα . Ἡ δε δοτικη προτετακται της αἰτιατικης , ἐπειδη και αὐτη ἐστιν ὁτε
9999936 ἡμικυκλια
της ΑΒ το ΑΖ παραλληλογραμμον και τα ΚΓΔ , ΗΖΛ ἡμικυκλια περιενεχθεντα εἰς το αὐτο παλιν ἀποκατασταθῃ ὁθεν ἠρξατο φερεσθαι
και ἐπει ἰσα ἐστι τα ΒΕΔ , ΒΞΔ , ΚΞΝ ἡμικυκλια : ἐπι γαρ ἰσων εἰσι διαμετρων των ΒΔ ,
9999936 Ἑλληνιδες
πολις Ἑλωρον και Παχυνος ἀκρωτηριον . Ἀπο Παχυνου δε πολεις Ἑλληνιδες αἱδε : Καμαρινα , Γελα , Ἀκραγας , Σελινους
το πελαγος ἀνατεινουσα , και πολεις αἱδε ἐν τῃ Παλληνῃ Ἑλληνιδες : Ποτιδαια ἐν τῳ μεσῳ τον ἰσθμον ἐμφραττουσα ,
9999936 μνηστηρες
του τοιουτου . τον γαρ Ὀδυσσεα και τον Ἰρον οἱ μνηστηρες συνεβαλον δια το σχημα ὡς οὐδεν διαφεροντας . ἐφη
ἰαλλον . αὐταρ ἐπει ποσιος και ἐδητυος ἐξ ἐρον ἑντο μνηστηρες , τοισιν μεν ἐνι φρεσιν ἀλλα μεμηλει , μολπη
9999936 δριμεια
ἑλκων πραϋνει . Ὀνομα ἠ ὀνομιϲ ἠ φλομιτιϲ ἠ ὀνωνιϲ δριμεια και πικρα ἐϲτιν : ὁθεν τα φυλλα αὐτηϲ πινομενα
ὁ δε καρποϲ ἰϲχυροτεροϲ ἐϲτιν . Δρυοπτεριϲ γλυκεια τε και δριμεια και ὑποπικροϲ ἐϲτι , κατα δε την ῥιζαν και
9999936 κτησαιτο
συμβουλοι γενοιμεθ ' ἀν ὁτῳουν , ὁπως ἀν αὐτο καλλιστα κτησαιτο ; Οὐδενα , ἐμοιγε δοκει , ὠ Σωκρατες .
οὐδε γη θεον : φιλια δε χρηματα και ἀλλως ἀν κτησαιτο , καθαπερ θεος γην . Ὁ τυχῃ βιος συμπεπλεγμενος
9999936 Δημοσθενη
' ὁρωντες ὀλιγοι προς πλειους ὀντες τους ξυμφυλακας , ἐπεμψαν Δημοσθενη τους σφετερους ἐξαξοντα . ὁ δε ἀφικομενος και ἀγωνα
, οἱον ἐγραψεν Ἀλεξανδρος ἐν τοις Δαρειου λογισμοις εὑρηκεναι , Δημοσθενη εἰληφεναι πεντηκοντα ταλαντα , και κρινεται Δημοσθενης : παραγραψεται
9999935 ἐτραπετο
νεου συν ἑτερῳ στρατῳ φθασαντος ἐδεισε και ἐς την Κελτικην ἐτραπετο ὡς εὐκαιρον ἐφ ' ἡμιν ὁρμητηριον , ὁτι και
πασι , και οὐκ ἐξεπυησεν , ἀλλ ' ἐπι κυστιν ἐτραπετο : Κρατιστωνακτι , ὁς παρα Ἡρακλειῳ ᾠκει , και
9999935 ἀφεψημα
ὠφελειαν , παλιν χρησθαι τῳ αὐτῳ ἀντι ἁπλου ὑδατος κενταυριου ἀφεψημα μιγνυντα . τα μεν οὐν πλειστα ἰσχιαδικα ταυτῃ τῃ
των ϲυνηθων ϲπερματων , οἱον ἀνιϲου ἠ ϲελινου , το ἀφεψημα πινειν ἐδιδου , και θαυμαϲτωϲ ὁπωϲ κενουμενοι δια γαϲτροϲ
9999934 Ἡφαιστιωνι
γην . Οὑτω δη πλεων τριτῃ ἡμερᾳ κατεσχειν , ἱναπερ Ἡφαιστιωνι τε και Κρατερῳ κατα το αὐτο στρατοπεδευειν ἐπι ταις
Ἡφαιστιωνα . θυεσθαι δη τον Πειθαγοραν πρωτα μεν ἐπι τῳ Ἡφαιστιωνι : ὡς δε ἐπι του ἡπατος του ἱερειου ὁ
9999934 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999934 τυγχανοιεν
και τιμη των ἐπιεικων . εἰ γαρ ἑκαστοι της ἀξιας τυγχανοιεν , οὐκ ἐστιν ὁπως ἀν ἀμεινον σωθειη το δικαιον
ἠ εἰ κακοι γιγνοιντο , μηδεμιας συγγνωμης παρ ' ὑμων τυγχανοιεν , εἰ τοσουτων ἀξιωθεντες τοιαυτ ' εἰς ἡμας ἐξαμαρτανοιεν
9999933 ἀπλανη
αἰσθησις φυσικως παρα του λογου της ἐπιστημονικης μεταλαμβανει τριβης προς ἀπλανη των ὑποκειμενων διαγνωσιν . Ξενοκρατης δε τρεις φησιν οὐσιας
εἰσι παντες οἱ ὑποβεβηκοτες νοες του ἑνος του κινουντος την ἀπλανη . εἰ δε ἐρεις και δια τι τον νουν
9999933 εὐεργεσια
ἐπι μηκιστον χεομενης βελτιουνται τα ἠθη . Μεγιστη δε ἐστιν εὐεργεσια ψυχῃ πονουσῃ και διαθλουσῃ συνοδοιπορον ἐχειν τον ἐφθακοτα παντῃ
ἐν ἑκαστῳ γαρ και νομος ἐστιν ὁ κελευων , και εὐεργεσια περι την πολιν γεγενηται : διαφερει δε , ὁτι
9999933 μισθοφοροι
Ἀρετης και Ἀριστων ἡγουντο . ξυμπαντων δε προτεταγμενοι ἠσαν οἱ μισθοφοροι ἱππεις , ὡν Μενιδας ἠρχε . της δε βασιλικης
τας ἀκμας του σιδηρου τοις πνευμοσιν ἐνηρειδον , οἱ δε μισθοφοροι τας λογχας ἀκοντιζοντες εἰς ἀθροους τους πολεμιους οὐχ ἡμαρτανον
9999933 Εὐρωτα
Ἰαμου και Εὐαδνης της ἐν Ἀρκαδιᾳ Ἀρκας . παρ ' Εὐρωτα πορον : προσεθηκε το παρ ' Εὐρωτα πορον :
δε που γης ἐστι πλην ἱνα ῥοαι του καλλιδονακος εἰσιν Εὐρωτα μονον ; διπλουν δε Τυνδαρειον ὀνομα κληιζεται , Λακεδαιμονος
9999933 βουλευεσθε
ἐμου πολεμον ἐχητε χρησθαι . ἀλλ ' εἰ τα κρατιστα βουλευεσθε πραττειν και το κοινῃ συμφερον ἀμφοτεροις ἡμιν σκοπειτε ,
ἰδιωται τῳ νομῳ γεγονατε ; ταυτ ' εἰς τον δημον βουλευεσθε ἐξενεγκειν . τι γαρ δη και το κωλυον ἐσται
9999933 φυλακες
τεθηπασι την βουλην ἀμετρως , ὁτι και οἱ ἀρχοντες αὐτων φυλακες ἡμιν ἐπεμφθησαν εἰναι , και το τε ἐργον ἐπιφθονον
ἀρκτουρος : ὁν τινες ἀρκτοφυλακα προσαγορευουσιν . οὐροι γαρ οἱ φυλακες καλουνται . ἐστι δε οὑτος λαμπρος ἀστηρ ἐν τῃ
9999933 μαχοιτο
ξεινος γαρ μοι ὁδ ' ἐστι : τις ἀν φιλεοντι μαχοιτο ; ἀφρων δη κεινος γε και οὐτιδανος πελει ἀνηρ
: βρυκει γαρ ἁπαν το παρον , τριγλῃ δε κἀν μαχοιτο . Πανδιονιδα πολεως βασιλευ της ἐριβωλακος , οἰσθ '
9999933 βαρυτητι
φωνην ἀναγκαιον ἠν , ἡ δ ' ὀξυτης μηδεποτε τῃ βαρυτητι συνυπαρξει μηδ ' ἡ βαρυτης τῃ ὀξυτητι , δηλον
ἐπι των καθευδοντων προσπιπτοντος του φωτος , δια το συμπεπλεχθαι βαρυτητι τῃ ἐκ της ὑγροτητος , ὡσπερ ἐπι των μετα
9999933 ἐργαζοιτο
ἀκραις . εἰ μεν οὐν ἐσχατως θερμῃ διαθεσει προσαχθεν αἰσθησιν ἐργαζοιτο ψυξεως , εἰη ἀν οὑτω ψυχρον : ὡσαυτως δε
εἰναι φθονερους και δυσκολως ἀλληλοις ἐχειν ἠ διοτι ἡττον ἀν ἐργαζοιτο [ της αὐτου τεχνης ] ἐκ του πραγματος ἑκαστος
9999933 ἐσχετο
ὁν ῥα καθεισεν Αἰγισθος δολομητις ἀγων , ὑπο δ ' ἐσχετο μισθον χρυσου δοια ταλαντα : φυλασσε δ ' ὁ
ἱμερος ὀτρυνεσκεν . τρις μεν ἐπειρηθη , τρις δ ' ἐσχετο : τετρατον αὐτις λεκτροισι πρηνης ἐνικαππεσεν εἱλιχθεισα . ὡς
9999933 ἐπαιδευσε
. ιθʹ . Ἀπολλωνιος δε ὁ Ναυκρατιτης Ἡρακλειδῃ μεν ἐναντια ἐπαιδευσε τον Ἀθηνησι θρονον κατειληφοτι , λογου δε ἐπεμεληθη πολιτικου
φρονων . Ὁμηρος ὁ θειος ποιητης τα τε ἀλλα ἡμας ἐπαιδευσε και το της μονῳδιας εἰδος οὐ παραλελοιπε : και
9999933 ἠκμασεν
Ἀντιγονος κατα την ρκεʹ Ὀλυμπιαδα , καθ ' ὁν χρονον ἠκμασεν ὁ Ἀρατος και Ἀλεξανδρος ὁ Αἰτωλος . Μεμνηται δε
την ὁλην ὑφηγησιν . ὁ γουν Θεοκριτος το γενος Συρηκοσιος ἠκμασεν ἐπι Πτολεμαιου του Φιλαδελφου . το ἐπιγραμματιον ἡ Συριγξ
9999933 Αἰγυπτιοισι
Αἰγυπτιοι ἠ του Ἡρακλεος . Ἀλλα τις ἀρχαιος ἐστι θεος Αἰγυπτιοισι Ἡρακλεης : ὡς δε αὐτοι λεγουσι , ἐτεα ἐστι
ἐργεσθαι , ἐπεμψαν ἐς Ἀμμωνος φαμενοι οὐδεν σφισι τε και Αἰγυπτιοισι κοινον εἰναι : οἰκεειν τε γαρ ἐξω του Δελτα
9999933 ἀφειλετο
προφασεως , και Λεπιδον κοινωνον ὀντα της ἀρχης το μερος ἀφειλετο και οὐδετερα αὐτων ἐνειματο σοι . ” Λοιπος δ
Παυσανιαν τον Κλεομβροτου Πλαταιασιν ἡγησαμενους , τον μεν τα ὑστερον ἀφειλετο ἀδικηματα εὐεργετην μη ὀνομασθηναι της Ἑλλαδος , Ἀριστειδην δε
9999932 ἀγαθοποιῳ
ἀγαθοποιου ἐπιμεριζοντος ἀγαθοποιου και παραδουναι τον ἐπιμεριζοντα ἀγαθοποιον ὀντα ἑτερῳ ἀγαθοποιῳ ἐν ὁριοις ἀγαθοποιου : δηλοι γαρ ἐν ἐκεινῳ τῳ
ὁριων κακοποιων ἐπι ὁρια ἀγαθοποιων ἐπιμεριζοντος ἀγαθοποιου ἠ παραδουναι κακοποιον ἀγαθοποιῳ ἐν ὁριοις ἀγαθοποιου : δηλοι δε ἐν τῳ τοιουτῳ
9999932 Μακεδονια
ὁ παππος Κισσευς ἐθρεψεν αὐτον ἐν Θρῃκῃ , ἡ νυν Μακεδονια καλειται . . Ὁτι αὐτου που και το Βερμιον
' αὐτος Ἀντιπατρος [ ἐπερχεται ] ? : μεταστηναι : Μακεδονια ? ? ? μεν εὐδαιμων και παλαι , νυν
9999932 νημα
το πηθω , ὡς παρα το νηθω , νησω , νημα . Πηος . κυριως , ὁ κατ ' ἐπιγαμιαν
. ἀραχνη μεν γαρ ἐστι θηλυκως το ὑφασμακαι οὐδετερως ἀραχνιον νημα , ἀραχνης δε αὐτο το ζῳον . ἀρνες οἱ
9999932 τετταρα
τρεις προς τοις πεντηκοντα πηχεις . Πηδαλια δ ' εἰχε τετταρα τριακονταπηχη , κωπας δε θρανιτικας , ὀκτω και τριακοντα
και ἐνδιαιτημα ἑτερας ἐστι χρειας . Τιμηματα δ ' ἠν τετταρα , πεντακοσιομεδιμνων ἱππεων ζευγιτων θητων . οἱ μεν ἐκ
9999932 ἐνδειᾳ
φερεσθαι ἐπι το μεσον . ἀποσυληθεντα γαρ ἐκεινα και ἐν ἐνδειᾳ της ὑλης γενομενα , την περιψυξιν ὑπομενει . Ἡ
τις ἐχει την αὑτου φυσιν και ἑξιν λοιπαζομενην ἠτοι ἐν ἐνδειᾳ οὐσαν βρωματων , ἐπιθυμει πληρωσαι αὐτην . ἐστιν οὐν
9999931 ἐθεασατο
καθα φησι Διοδωρος ἐν Ἀπομνημονευματων πρωτῳ , ἐν τοις μαθημασιν ἐθεασατο το κοινον και συνῳκειωσε καθ ' ὁσον ἠν δυνατον
μελι και τα κηρια ἀφειλετο . ὁ δε ἐπανελθων ἐπειδη ἐθεασατο ἐρημους τας κυψελας , εἱστηκει ταυτας διερευνων . αἱ
9999931 κινηθεισα
τις αὐτον οὐτε πυρφορος θεου κεραυνος ἐξεπραξεν οὐτε ποντια θυελλα κινηθεισα τῳ τοτ ' ἐν χρονῳ , ἀλλ ' ἠ
μερους μερει γενομενου , ὡσπερ ἐν μιᾳ νευρᾳ τεταμενῃ : κινηθεισα γαρ ἐκ του κατω και ἀνω ἐχει την κινησιν
9999931 ἀνθοϲ
ϲυγχριομενον , ἀγνου ϲπερμα ϲυν ἐλαιῳ , λιβανωτιδοϲ καρποϲ ἁλοϲ ἀνθοϲ νιτρον ἀφρονιτρον δαφνιδεϲ πυρεθρον ϲμυρνιου ϲπερμα ὑπερικον καλαμινθη καχρυ
α , καρυοφυλλου κοκκοι ιε , ἀναγαλλιδοϲ τηϲ το ῥουϲιον ἀνθοϲ ἐχουϲηϲ , ἡν καλουϲι κοραλλιον , # ∠ ʹ
9999931 δυνησεσθε
, και ζητησατε ὑψωθηναι ὑπερ αὐτους , ἀλλ ' οὐ δυνησεσθε . Ὁ γαρ Θεος ποιησει την ἐκδικησιν αὐτων ,
χρηται δια τελους . ὀλιγου δεω λεγειν οὐδε φιλανθρωποι φανηναι δυνησεσθε , εἰ μη και προτερον χαλεποι γιγνεσθε . ἀν
9999931 θυμα
θυσιων το μελλον κοων ἠτοι νοων . θυος γαρ το θυμα . ἀστυνομων ] των μεμερισμενων κατα το ἀστυ .
δυο διπλαι . 〛 εἰ και ἑνι μονῳ ἀρκεσει το θυμα . . μακαρας ἑνα τινα : Εἰπων πληθυντικως ἐλαβε
9999931 ἐξικετο
δε ἀχρι της Βουπρασιδος , και περιβλεψαμενον , ὡς οὐδεις ἐξικετο των πολεμιων , ἀναψυξαι τε , και ἐκ του
τουτου Κρητες Δικτυνναν και ἱερα προσηνεγκαν . ἐκφυγουσα δε Μινωα ἐξικετο ἡ Βριτομαρτις εἰς Αἰγιναν ἐν πλοιῳ συν ἀνδρι ἁλιει
9999931 γιγνομεθα
μη με ἑκων ἀφιοι . Ἱνα δ ' ἐκπερανω , γιγνομεθα ἐν τῃ Σμυρνῃ Διονυσιοις , και παρην ὁ Σεβηρος
, αὐτος δε συνεξιεναι μετ ' αὐτων , και ἐπειδη γιγνομεθα προς τῃ πυλιδι , οὑ ἡ ἐκτροπη προς το
9999931 ὁριστικῃ
ἐστιν ἀναλογει τῃ διαιρετικῃ , το δε τι ἐστι τῃ ὁριστικῃ * * * , το δε δια τι ἐστιν
ῥοπην σημαινουσας : οἱον βουληθεις τις γραψαι γραφω φησιν , ὁριστικῃ χρησαμενος ἐκφορᾳ : παλιν τραπεισης της ψυχης ἐφ '
9999931 αἱματωδες
του πλευμονος , το πτυσμα λεπτον πτυει , ἐνιοτε δε αἱματωδες , ἀφρονεει τε και πυρετος ἰσχει , και ὀδυνη
τι πιῃ ἠ φαγῃ ὁ ἀνθρωπος , ὁ τι ἐστιν αἱματωδες , ἑλκει μεν και το σωμα ἁπαν ἐς ἑωυτο
9999931 ὁποτερῳ
της ἀντιληψεως . Και ἐαν το ἑτερον μερος των ἀντιδικων ὁποτερῳ χρησεται : ἐπι στοχασμου κακως σφοδρα τουτο εἰρηται ,
. ἀθρει δη και τα περι τους νεανιας , ξυν ὁποτερῳ αὐτων ἡ νικη : ἰδου γαρ και καθῃρηται ὁ
9999930 πλημμελες
χαιροντας ὁμιλιαις : ὁ τι γαρ ἀτακτον , ἀκοσμον , πλημμελες , ὑπαιτιον , τουτο ὀχλος ἐστι , μεθ '
της προσηκουσης τευξεται διορθωσεως , φιλοσοφως μεντοι και ἀπαθως : πλημμελες γαρ περι τηλικουτων κλεινοις ἀνδρασιν ἐπιτιμαν . Προς τι
9999930 βουλομεθα
το ΑΒΓΔ , ἡ δε δοθεισα γωνια , ἐν ᾑ βουλομεθα ἐκκλιναι - το ἐπιπεδον , ἡ ὑπο ΕΖΗ ,
οἱς ἡ ἡδονη ἑπεται , του δε κατηγορουμενου , ὁ βουλομεθα δειξαι τινι μη ὑπαρχειν τῳ ὑποκειμενῳ , ἐκ των
9999930 ἐγραφετο
και το ψηφισμα το κατηγορουμενον και οἱ νομοι . . ἐγραφετο ἡ κατηγορια και το ψηφισμα και οἱ νομοι :
θαλαττης προσκατηγορειν ἀξιουτε δικαιως ἀν ἀγαπωντες , εἰ μηδεις ὑμας ἐγραφετο . ἐγω δε ἐξιοντας μεν οὐκ εἰδον δουλος ὠν
9999930 κρατη
εὑδοντ ' , εἰ τα γ ' αὐθ ' ἑξει κρατη . Ἐγω μεν οὐν οὐτ ' αὐτος ἱμειρων ἐφυν
ἡ εὐθεια ὁ ἐμος . ξυνηλικες ] † ὁμηλικες . κρατη ] † ἠτοι την βασιλικην ἀρχην . ταδ '
9999930 ἐθαυμασεν
προς [ παραληψιν ] ? ὡν ὑπεδειξατο μοι θησαυρων πανυ ἐθαυμασεν ἐπ ' ἐμε . τοτε μετα βραχυν καιρον ἐβουλευσαμην
μεγα θαυμα : το και πελας αἰψα κιουσα διογενης πολυμητις ἐθαυμασεν Ὀβριμοπατρη θηκε δ ' ἀδελφειου κλεος ἀφθιτον ὡς κε
9999930 ἀνηγαγε
και προς τα τοιαυτα ἀσυγγνωστος , κατειπε , κατηγορησεν , ἀνηγαγε τῳ πατρι : εἰτ ' ἐκεινος καταγνους ἀπεκηρυξε ,
Ἑλληνικας λεξεις ἀπειρους οὐσας εἰς τα ὀκτω μερη του λογου ἀνηγαγε και ὁ φιλοσοφος τας σημαντικας λεξεις εἰς δεκα τινα
9999930 ἀκολαστῳ
φυς : ταυτα λεγει μεν , ἀλλα οἰδεν ἀνδρι συμβουλευων ἀκολαστῳ και ἀκρατει μεθης , και δια τουτο προλεγει την
, ἠτοι των μετα προσθηκης ἀκρατων ταὐτον εἰναι λεγουσι τῳ ἀκολαστῳ . δια τουτο λεγουσι τον ἐγκρατη και τον σωφρονα
9999930 ἀτενες
τῃ αὐτῃ αἰτιᾳ . το μειρακιον δε ἐς γην μεν ἀτενες ὁρᾳ , πολλη δε ἡ των ὀφθαλμων ἐννοια ,
' οὑτως αὐτον τοις παισιν ἐπιθυσαι . ἱσταμενον οὐν ὁραν ἀτενες σφαττομενους τους παιδας ἀτρεπτῳ τῳ ὀμματι και ἀπτοητῳ τῃ
9999930 Ἀλεξανδρειᾳ
γνωμονος σκιας ἐπι την βασιν αὐτην του γνωμονος του ἐν Ἀλεξανδρειᾳ ὡρολογιου , αὑτη ἡ περιφερεια τμημα γενησεται του μεγιστου
της Ἀλεξανδρου τελευτης κατ ' Αἰγυπτιους Θωθ αʹ της ἐν Ἀλεξανδρειᾳ μεσημβριας το μεν ἀπογειοτατον της ἐκκεντροτητος ἀπειχεν της ἐαρινης
9999930 λαμπαδες
οἱ ἀστερες περιπολευονται , ἀστερες κομηται πωγωνιαι , δοκιδες , λαμπαδες , βοθυνοι , γαλαξιας κυκλος , ἰρις , νεφη
κομηται , οἱ δε ἀνω το φως νενευκος ἐχοντες καλουνται λαμπαδες . ὁποτε δε ἐπιμηκες ἐχουσι το φως , καλουνται
9999930 τεταρτηι
ιβ των Περι του ἱερου πολεμου και Ἀναξιμενης ἐν τηι τεταρτηι των Περι Φιλιππον και Ἐφορος ἐν τηι τριακοστηι .
ἀμφοιν ] προς ἀλληλους ἐνσπονδους διαλεξεις , ἁς ἐν τηι τεταρτηι Ξενοφων ἀνεγραψε πανυ χαριεντως και πρεποντως ἀμφοιν , εἰς
9999929 φυλαττετε
σοφωτατοι , ἀμεινω ταυτα και νομιμωτερα . τους μεντοι λιθους φυλαττετε , ὡς ἐφην : δεησει γαρ αὐτων μικρον ὑστερον
ὑμας ἡ τουτου κραυγη και ἀναιδει ' ἐξαπατησῃ , ἀλλα φυλαττετε και μεμνησθ ' ὁς ' ἡμων ἀκηκοατε . κἀν
9999929 κοχλιαρια
μαστιχης # α , κισηρεως ὀπτης # # , ὀποβαλσαμου κοχλιαρια β . Συνεχως σμηχομενον το ῥυσον σωμα τουτῳ τεινεται
μετα ἡμεραϲ τιναϲ του δηχθηναι προὐνοειτο του δεδηγμενου , δυο κοχλιαρια καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν ἐδιδου , ὡϲ ἀναπληρωθηναι ταϲ
9999929 λυσιτελες
ἐπινοιαν σοφιαν , την εἰς τα ἀναγκαια του βιου το λυσιτελες ἐξευρισκουσαν , και σοφον τον ἐπινενοηκοτα . Παλιν ἐπενοησαν
ἐλεγχος „ ἀποσταφηθι προς την κυριαν σου „ φησι : λυσιτελες γαρ τῃ μανθανουσῃ ἡ της διδασκουσης ἐπιστασια και τῃ
9999929 δοκειτω
τιθεντα ἱκετηριαν : Ἀρσενιος δε ὁ ῥητωρ χρηστος ὠν μη δοκειτω πονηρος μηδ ' ἐστω διαβολη μηδεμια των ἐργων ἰσχυροτερα
ᾀδομενος . τουτο δε εἰ τῳ δοκει μυθος εἰναι , δοκειτω , ἐμε δ ' οὐν περι ζῳου λεχθεν και
9999929 ὑπελαβες
ἐφη : „ ἀλλα πεπλανησαι , ὠ αὑτη , εἰ ὑπελαβες με καταβησεσθαι . ἐγω γαρ ἀπ ' ἐκεινου ἀλωπεκας
ξενε , φαινῃ προς σαυτον ὀντως ἠπορηκως λεγειν ; Ὀρθως ὑπελαβες , ὠ Κλεινια . προς δε δη κοινωνους ὑμας
9999929 ἐτυχες
ὑπερ σου διηνεγκεν , οὐτε ἀρχαιρεσιαις νομιμοις της ἐξουσιας ταυτης ἐτυχες , ὡς ὁ παππος τε οὑμος και παντες οἱ
, ὠ Τυλλιε , παρ ' ᾡ τροφης και παιδειας ἐτυχες , ἁπαντων μαλιστα σε τιμησας φιλων και συγγενων ἀνοσια

Back