τοις ἀλλοις ἀγωνισταις . ἐκαθεζοντο δ ' ἐν τῳ ἀγωνι πορφυριδα περιβεβλημενοι . και ἠσαν οὑτοι το μεν παλαιον θʹ
Χρυσιππος δε φησι νεανισκον τινα σφοδρα πλουσιον ἐπιδημησαι ταις Ἀθηναις πορφυριδα ἠμφιεσμενον ἐχουσαν χρυσα κρασπεδα . πυνθανοπενου δε τινος αὐτου
9999929 τριαδα
και μαντευεσθαι τον Ἀπολλωνα ἐκ τριποδος δια το κατα την τριαδα πρωτον φυναι τον ἀριθμον . Ἀφροδιτῃ δε τι θυσιαζειν
, ὡς ὁ γ το ιε ἠ ἡ μονας την τριαδα ἠ τινα ἀλλον , τοτε μερος ἐστι , εἰ
9999924 βουλευτηριῳ
, και κρυβδην διαψηφισαμενων των βουλευτων , ἑαλω ἐν τῳ βουλευτηριῳ και ἐδοξεν ἀδικειν . και ἐπειδη ἐν τῳ διαχειροτονειν
πολεμειν δε μη προς ὁμοιαν ἀντιπαρασκευην ἀδυνατοι , ὁταν μητε βουλευτηριῳ ἑνι χρωμενοι παραχρημα τι ὀξεως ἐπιτελωσι παντες τε ἰσοψηφοι
9999922 κινητικα
πως . Ἐστι και των κινουντων τα μεν κατα φυσιν κινητικα την ἑαυτων τα δε παρα φυσιν : παρα φυσιν
οἱον χιων , κρυσταλλος , τῳ στηθεϊ πολεμια , βηχεων κινητικα , αἱμοῤῥοϊκα , καταῤῥοϊκα . Τα ἐν ἀρθροισιν οἰδηματα
9999918 κλυσμασι
και πικροτητες στοματος , και ἀηδιαι τε και ἀνορεξιαι . κλυσμασι δε ὑπεικουσης ἀνιεται τα λυπουντα . ἀμελει δει και
κεφαλης και των μεσων . ταις δε ἑξης καταπλασμασι και κλυσμασι . τας δε οὐν ἐμβροχας ἀει και τας ἐπι
9999918 χειμωνι
των ἀγρων ἀνεστησαν οὐκ οὐσης αὐτοις οὐδε ποας ἐν γε χειμωνι , οἱ δε πολεις τας αὑτων καταλελοιπεσαν , και
μεν τῳ θερει πλειονι ποματι χρωμεθα , ἐν δε τῳ χειμωνι ἐλαττονι . ἀλλα τῃ διαφορησει το τοιουτον συμβαινει ,
9999916 ἐνεργητικη
Τυπεσθε , τυπεσθωσαν . Ἑνικα . Τυπτοιμι : πασα μετοχη ἐνεργητικη , το τελος της γενικης τρεψασα εἰς μι και
, προσθετεον , το συμβαν μνημης ἐτυχεν . εἰ δε ἐνεργητικη , το πραχθεν μνημης ἐτυχεν , ὁμοιως δε και
9999916 ἐτρεπετο
πλειστα δρασας πιστος ἠν . ἐληϊζετο Ῥωμαιους , ἐς φυγην ἐτρεπετο , αἰχμαλωτους ἐλαμβανεν , μαχας ἐνικα πολλας , ὡστε
' ὡς μεταγινωσκων ἐπ ' αὐτοις εἰς οἰκτους και παραιτησεις ἐτρεπετο : ἀρχην δ ' οὐδε δικασταις αὐτοις ἠξιου χρησθαι
9999916 ὠφελειᾳ
και κρατειν διαφερει . ἀρχειν μεν το τινων ἐπ ' ὠφελειᾳ προϊστασθαι , κρατειν δε το βιᾳ τινας ἀγειν ἐπι
τελεον τους πυρετους , μετα του και την διαιταν τῃ ὠφελειᾳ τῃ ἀπο του φαρμακου μη ἀντιπρασσειν . οὐδεν γαρ
9999916 κρατηρι
αὐτῳ : τουτον δε φησι την ψυχην ποιειν ἐν τῳ κρατηρι ἐκεινῳ . Του αἰτιου δε νου ὀντος πατερα φησι
πασσε , τα δε ποτα , ὁπου ἡ Ἑλενη τῳ κρατηρι μισγει φαρμακον νηπενθες τ ' ἀχολον τε , κακων
9999916 θεραπευε
κακοηθων ἐπιφυϲεων . τουϲ δε ἐπι των βλεφαρων κιρϲουϲ μη θεραπευε : εἰϲι γαρ κακοηθειϲ . μηδε μην τα ἐπιφυομενα
σφυρων ἀμυχαις ὀνινανται μαλιστα : τας μελαντερας δε φλεβας τεμνων θεραπευε : ἐτι δε μαλλον , εἰ και μεγαλας ἐχειν
9999916 φλεγματωδες
Και ἐπην θηλαζῃ γαλα μη καθαρον , ἀλλα γεωδες και φλεγματωδες , και ἐχῃ το παιδιον τας φλεβας τας ἀπο
το ὑποχωρητικον σιτιον προσφερομενον ὑποχωρητικον εἰναι , και το φλεγματωδες φλεγματωδες . Ἠν κρατεῃ οὐν το σωμα των σιτιων ,
9999915 Αἰγυπτια
. το ἐθνικον Σαργανθινος . Σαργαντις , πολις και φυλακη Αἰγυπτια . ὁ πολιτης Σαργαντιτης , ὡς Ναυκρατιτης . Σαρδαιον
κεραμιον δηλοι , κρμ . Ἡ μνα ἡ Ἀττικη και Αἰγυπτια ἐχει # ιϚ , ἡ μνα ἡ Ῥωμαϊκη #
9999915 ἐβοηθησεν
ἡ περισσως ἀγαπησασα οὐτε των ἀλλων θεων τις ἠ δαιμονων ἐβοηθησεν αὐτῳ . κατα τον αὐτον οὐν ποιητην : ὁστις
Τορωνην μεν και Ποτιδαιαν πολιορκησας εἱλε , Κυζικηνοις δε πολιορκουμενοις ἐβοηθησεν . Του δ ' ἐτους τουτου διεληλυθοτος Ἀθηνησι μεν
9999914 συμποσιῳ
παραλαμβανουσιν εἰς τας ἀρετας , την μεν περι το ἐν συμποσιῳ καθηκον ἀναστρεφομενην ἐπιστημην οὐσαν του πως δει ἐξαγεσθαι τα
Μηδειῳ τῳ Θεσσαλῳ δειπνων ὁ Ἀλεξανδρος εἰκοσιν οὐσιν ἐν τῳ συμποσιῳ πασι προὐπιε , παρα παντων τα ἰσα λαμβανων ,
9999913 Πελοποννησου
] . Ἀρκαδια δ ' ἐστιν ἐν μεσῳ μεν της Πελοποννησου , πλειστην δε χωραν ὀρεινην ἀποτεμνεται . μεγιστον δ
: ἠτοι ἐκτος των ἀλλων ξυμμαχων ὡν εἰχον ἐξωθεν της Πελοποννησου , ἠ μονοι λεγει ἀντι του ἐκτος των Μεγαρεων
9999913 ἐπλανηθη
, ἐν ἀριστερᾳ ἐχων την Βαβυλωνα : ἱνα δη και ἐπλανηθη αὐτῳ μερος του ναυτικου κατα τα στενα ἀποριᾳ ἡγεμονος
μοιχος ζητημα περανθεν : ἐνταυθα ἀληθως την πλανην , ἡν ἐπλανηθη , ἐμηνυσε : λεληθε γαρ ἑαυτον ἀπο του κατηγορου
9999913 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999913 ἠριστευσε
φασι τελευτησαι κατιοντα εἰς Πελοποννησον . Ἐχεμος : προσυπακουστεον το ἠριστευσε : την δε παλην ἐνικησεν Ἐχεμος Ἀρκας το γενος
ὁ δε παλᾳ κυδαινων Ἐχεμος Τεγεαν : ὁ δε Ἐχεμος ἠριστευσε παλῃ κυδαινων , ὁ ἐστι δοξαζων την πολιν αὐτου
9999912 φιλονεικιᾳ
πιστιν ἐχωρησεν , ἱνα μη παντα αὐτος ἐνθυμουμενος και ἀποδεικνυς φιλονεικιᾳ τῃ προς Φιλιππον μαλλον δοκῃ λεγειν ἠ ὡς αὐτην
ἀγωνοθετων οὐκ ἐπ ' ἀνδραγαθιᾳ , ὑβρεως δε και στασεως φιλονεικιᾳ , και τον μαλλον πληκτην στεφανουμενον . και ταυτα
9999912 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999912 ποδοϲ
εἰϲ τα πλαγια παρατρεπεϲθαι το κωλον , τῳ δε του ποδοϲ ἰχνει ϲανιδιον ῥακει περιβεβλημενον δια την μαλακοτητα ὀρθον προϲηρειϲθω
των ἀρχομενων φλεγμονων παϲων ἀντιϲπαϲτικωϲ ποιειϲθαι την φλεβοτομιαν , οἱον ποδοϲ φλεγμαινοντοϲ ἐκ τηϲ χειροϲ φλεβοτομειν : ἐπι δε των
9999912 πτερυγια
συν χολῃ βοειᾳ ἐπιτιθετι . [ εʹ . Προς τα πτερυγια . ] Το πτερυγιον νευρωδης ἐστι του ἐπιπεφυκοτος ὑμενος
. ὠτος : ὀρνεον , ὁ περι τα ὠτα ἐχει πτερυγια . τουτο ἐπαινουμενον και ἀντορχουμενον ὡσπερ ὁ νυκτικοραξ ἁλισκεται
9999912 ἡγεμονικα
οὐτε το φρονειν ἐν μονῳ τῳ δικαιοπραγειν τιθεμενος . Τα ἡγεμονικα αὐτων διαβλεπε και τους φρονιμους , οἱα μεν φευγουσιν
γαρ εἰ ὁτι μαλιστα ἀλληλων ἑνεκεν γεγοναμεν , ὁμως τα ἡγεμονικα ἡμων ἑκαστον την ἰδιαν κυριαν ἐχει : ἐπει τοι
9999911 Λευκιππου
Λευκτρα , οὐκ οἰδα : εἰ δ ' ἀρα ἀπο Λευκιππου του Περιηρους , ὡς οἱ Μεσσηνιοι φασι , τουτου
. . . Λευκιππος τε και Ἀλκμαιων . . . Λευκιππου του μαθητου Μελισσου . . . Α . Λ
9999911 ἐπηγγελλετο
, πριν εἰς ἀστυ το δεινον εἰσιεναι , διαλυειν ὑμιν ἐπηγγελλετο , ποτερος ἀν , ὠ παροντες , ἡδιων ἐφανη
μεν νεωτεριζουσι λογῳ χαλεπος ἠν , τοις δε δημοταις ἐλευθεριαν ἐπηγγελλετο , ᾡ και πιστευσας ὁ δημος ἀπαρασκευος ἠλπιζε τα
9999911 δακρυσι
χειμαινομενῳ , και ὡς τα βραχυπαραληκτα , Ι δευοντο δε δακρυσι κολποι , τῳ λογῳ της παραληγουσης κοινης οὐσης :
τῳ Ὀρεστῃ , τις , ὠ Ζευ , ᾡ δακρυα δακρυσι συμβαλλεται τις ἀλαστωρ , πορευων εἰς δομους , ἀντι
9999911 θειωδη
, ὡσπερ νιτρωδη τινα και στυφοντα ὑγρα και ἀσφαλτωδη και θειωδη διαρρει την γην , οὑτω και λιπαρα εὑρισκεσθαι ,
δε , καθαραν και κινναβαριζουσαν τῃ χροᾳ , ἐτι δε θειωδη ἀποφοραν ἐχουσαν . Σκωρεα ἀργυρου καλειται ἑλκυσμα : την
9999911 τρισκαιδεκατῳ
και ὀνομα αὐτῳ θεσθαι Ἰσσαχαρ . Και παλιν Λειαν τῳ τρισκαιδεκατῳ ἐτει , μηνι δεκατῳ υἱον ἀλλον τεκειν ᾡ ὀνομα
διχα του ι . Λαμπετεια , πολις Βρεττιας . Πολυβιος τρισκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Λαμπετειατης ἠ και Λαμπετειανος τῳ ἐπιχωριῳ
9999910 πληθη
Περγαμῳ ἐν ἱερῃ : συν δε τῳ Τελαμωνι ἀνειλε τα πληθη των ἐν τῃ Κῳ ἐθνων . ταυτης δε της
του θερους ἐπικειμενας τοις τους σταχυας τεμνουσιν . στιχες : πληθη , ταξεις . ἀμφιπετονται : περικεχυνται , περι ,
9999910 ἀπεφυγε
ἀγωνισμα την ἑαυτου συγγραφην . πολλα γαρ των προς ἡδονην ἀπεφυγε , τας παρενθηκας ἁς εἰωθασι ποιειν οἱ πλειονες ἀποκλινας
, ἀλλα μαλλον ἐκοσμησε . τοιουτῳ μεν δη τροπῳ Σφοδριας ἀπεφυγε . Των μεντοι Ἀθηναιων οἱ βοιωτιαζοντες ἐδιδασκον τον δημον
9999910 ἐξειργασατο
και χρωματα και μεγεθη , ὡν ἡ θεα περιττην φρονησιν ἐξειργασατο και πολυν ἱμερον ἐπιστημης ἐγεννησε . παρεχεται δε και
, ἡν ἐν τῳ Ζ των Νικομαχειων Ἠθικων ὁ φιλοσοφος ἐξειργασατο . προεθετο μεν γαρ ἐν αὐτῳ περι των διανοητικων
9999910 δακρυουσα
περι λυσεως , ἡ γυνη συνεχως ἐντυγχανουσα τοις γραμμασι και δακρυουσα των ὀψεων ἐστερηθη , καταλιπων ὁ παις παρα τῃ
ὁσῳ θαλερωτερον , τοσουτῳ και γοητοτερον . ἐαν δε ἡ δακρυουσα ᾐ και καλη και ὁ θεατης ἐραστης , οὐδ
9999909 Μακεδονες
μετα δε οὐ πολυν χρονον του ἐργου του προς Ἠλιδι Μακεδονες και Δημητριος ὁ Φιλιππου του Δημητριου Μεσσηνην καταλαμβανουσι .
αὐτονομος ἠν ἡ πολις : εἰτα οἱ την Αἰγυπτον κατασχοντες Μακεδονες αὐξηθεντες ἐπεθεντο αὐτοις , ἀρξαντων των περι Θιβρωνα των
9999909 Παφλαγονες
στρατοπεδευσεις . ἐπει δε τα ληφθεντα χρηματα ἀπηγαγον οἱ τε Παφλαγονες και ὁ Σπιθριδατης , ὑποστησας Ἡριππιδας ταξιαρχους και λοχαγους
αἱμα μελαν ῥεε , δευε δε γαιαν . τον μεν Παφλαγονες μεγαλητορες ἀμφεπενοντο , ἐς διφρον δ ' ἀνεσαντες ἀγον
9999909 εὑρισκοιτο
, ποτνιωμενος και ἱκετευων , ἱν ' , εἰ μη εὑρισκοιτο ἐν γενεσει ἡ παντελης εἰς ἐλευθεριαν ἀφεσις , ἡς
περι αὐτης , οὑτως εἰ τι τῳ περι κινησεως ὁρισμῳ εὑρισκοιτο ἐμφαινομενον , ἐφεξης και περι τουτου διαλεκτεον . ἐμφαινεται
9999908 ἐνθυμεισθε
βραχυ ἠν ἀπαγγειλαι , ὁτι τεθνηκεν ὁ ἀνηρ . Ἐπειτα ἐνθυμεισθε ὁτι διαφορον ἠν το γραμματειδιον τῳ βασανισθεντι , [
παλιμβολα και παλιμπρατα ποιουσαν τα σεμνα ; και οὐδε ἐκεινο ἐνθυμεισθε ὁτι μηδε τοις καπηλοις μηδεις ἐτι ῥᾳδιως προσεισι ,
9999908 ἐξωτερω
. ἀλλως . μεταξυ νοσημα το της ζʹ ἡμερας οὐκ ἐξωτερω προϊον , ἀλλ ' ἠτοι κατ ' αὐτην ἠ
παραταξεως , τουτεστιν ἐσωτερω των καβαλλαριων , πολλακις δε και ἐξωτερω αὐτων , ἀπο μικρου διαστηματος , μετα και ὀλιγων
9999908 χρησθω
ταυτα μιξας χριειν . Τον δε μετα ταυτα χρονον ἐμετοισι χρησθω τρις του μηνος , και γυμναζεσθω και θερμολουτεετω .
ἀφελεσθω παντα ἠ τα ἡμισεα : τοισι δε σιτιοισιν ἁπασι χρησθω ὑγροτεροισι τε και ψυχρο - τεροισι , και τοισι
9999908 Προμηθευς
. : Εὐφυως ἀπο του ὀνοματος ἐλαβε το διανοημα : Προμηθευς γαρ ἐστιν ὁ προορων τα μηδεα : και τροπῃ
ὁτι ἐξ αὐτου ποριζεται το πυρ , ἑως οὑ ὁ Προμηθευς μετα δολου τουτο ἐκλεψεν . . Βριαρεῳ δ '
9999908 θυγατρες
ἐμην καταπαυσω ἀοιδην : ἀστερες εὐφεγγεις , Διος αἰγιοχου τε θυγατρες , ἱλατε και κλεος αἰεν ἐμῃ πορσυνετ ' ἀοιδῃ
ἐμβεβαυια δι ' αἰθερος : αἱ δε οἱ ἀγχι Ἠελιοιο θυγατρες ἐθαμβεον ἑστηυιαι θεσπεσιον περι κυκλον , ὁν Ἠελιῳ ἀκαμαντι
9999907 συμπεσῃ
σπανιως γε οὑτος και ἐν μακρῳ χρονῳ , ὁταν ἀμφω συμπεσῃ και συνομαρτησῃ τῳ καλλει της ψυχης και ἡ του
προσεκβαλλομενη ἐπι το ἑτερον μερος του κωνου , ἀχρις ἀν συμπεσῃ τῃ ἐπιφανειᾳ αὐτου , διχα τμηθησεται ὑπο του ἐπιπεδου
9999907 ἐγραψατο
ἐπιτομην ] λεγεται γαρ ὡς Δημοσθενης ἐπιτεμνων την κεφαλην ἑαυτου ἐγραψατο τραυματος ἐκ προνοιας Δημομελην τον Παιανιεα ἀνεψιον ἑαυτου ὡς
γαρ τον τροπον της καθυφεσεως , ἀκουσιου φονου του ἀνδροφονου ἐγραψατο : εἰθ ' ὁτι ὁρων το γιγνομενον ἐστενον ,
9999906 ἐφυλαττετο
ὁτε και ἐκνικαται ἐμπεσειν ἐς την ταφρον , ἡν τεως ἐφυλαττετο . Ἡγημων ἐν τοις Δαρδανικοις μετροις περι Ἀλευα του
. ταυτα δε προτερον μεν εἰς τας του πολεμου χρειας ἐφυλαττετο , και ἐκαλειτο στρατιωτικα , ὑστερον δε κατετιθετο εἰς
9999906 ἐδακρυσεν
ἀν εὐνους και δικαιος πολιτης ἐσχε την γνωμην οὐδ ' ἐδακρυσεν , οὐδ ' ἐπαθεν τοιουτον οὐδεν τῃ ψυχῃ ,
μητερα και ἀδελφους και την ἑαυτου γυναικα αἰχμαλωτους γεγενημενους , ἐδακρυσεν , ὡσπερ εἰκος . ὁ δε Κυρος ἰδων αὐτον
9999906 ἀφεψηματοϲ
χρηϲτεον φαρμακοιϲ , οἱον ἐϲτι το ϲιτινον ἀλευρον μετα ἰϲχαδων ἀφεψηματοϲ και ἐλαιου το τε δια γυρεωϲ και το δια
, ἐπαλειπτεον τῳ ναρδινῳ , πυριᾳ δε χρηϲθαι δι ' ἀφεψηματοϲ μελιλωτου τε και τηλεωϲ . παχεοϲ δε ὀντοϲ του
9999906 εὑρισκετο
ἀλλ ' ἀλλοτε μεν πλειον ἀλλοτε δε ἐλαττον το ὑπεργειον εὑρισκετο του οὐρανου και των προς τουτον ἀπο γης εὐθειων
το παραληγον φωνηεν εἰς ε μεταβαλλειν , και οὐκετι λοιπον εὑρισκετο ἀλλεπαλληλον το ω . Κρειττον οὐν ἐστιν εἰπειν την
9999906 ῥητορσι
και Ὀλυμπιαδος και πολλα χρηματα διαδους τοις ὑπερ αὐτου δημηγορουσι ῥητορσι διεδρα και κατηρεν εἰς Ταιναρον προς τους μισθοφορους .
στρατηγειν ἁμα και ἐπιστατειν ποιημασι και φιλοσοφειν και ψηφηφορειν και ῥητορσι διαιταν και της ἐν πασι μη καθυστερειν ἀκροτητος ,
9999906 ἐστεφανωσε
ἀνεσειεν ἐπιδεικνυς . ὁ δε ἡσθη μαλιστα και τον λοχαγον ἐστεφανωσε και πλεοσι των ἀθλων ἐδωρησατο πεντε και εἰκοσι μυριασιν
τον πατερα ἀναζητειν χρη . Ὁτι Ἀλεξανδρος τον Ἀχιλλεως ταφον ἐστεφανωσε και Ἡφαιστιων τον του Πατροκλου , αἰνιττομενος ὁτι και
9999905 ἐξηγειτο
' εὑρηκως ἐν παλαιοις ἀντιγραφοις το ἡ , κατα συζυγιαν ἐξηγειτο , ἱνα εἰη προγνωστικος ὁ λογος : ἐαν εἰη
, και αὐτικα παρα τον Ἐπαμινωνδαν κομισας το τε ἐνυπνιον ἐξηγειτο και αὐτον ἐκεινον το πωμα ἀφελοντα ἐκελευεν ὁ τι
9999905 χρυσοειδες
οἰκηματα . ἑλιχρυσοιο : εἰδος φυτου , οὑ το ἀνθος χρυσοειδες . ὡς ἀπο γυμνασιοιο καλον : ὑγιεινον γαρ ἐστιν
γομφοις ] ἐν καρφιοις . . ἡλοις . λαμπρον ] χρυσοειδες . ἐκκρουστον ] καταπληκτον τῃ αἰγλῃ . . φερει
9999905 ἐξεθετο
ὠδυνατο . Ἐν τουτῳ τῳ τμηματι ὁ Ἱπποκρατης και φυσικους ἐξεθετο λογους και θεραπευτικους ὀδυνων . τοιγαρουν ὑποτιθεται νοσημα ,
συνεπισχυσει . Ταυτα παντα και ὁ Ὠριων ἐν τῳ βιβλιῳ ἐξεθετο . Ἐπει δε τινες φθονῳ φερομενοι ἠ ἀπειριᾳ μονομερως
9999905 κληθεισα
, μετα ταυθ ' ὑφ ' Ἑλληνων δε παλι Βορυσθενης κληθεισα . ταυτην την πολιν Μιλησιοι κτιζουσι κατα την Μηδικην
. Κτισμα δε Καρος ἠν , ἀπο του παιδος αὐτου κληθεισα του γεννηθεντος ἀπο Καλλιρροης της Μαιανδρου , μετα νικην
9999905 τεσσαρακοστῃ
ὡς Φαινιας τε φησιν ὁ Ἐρεσιος και Θεοπομπος ἐν τῃ τεσσαρακοστῃ των Φιλιππικων . ἱστορουσι γαρ οὑτοι κοσμηθηναι το Πυθικον
λεγεται τυχειν Ἡραιευς , οἰμαι , ὠν . ἑκατοστῃ και τεσσαρακοστῃ και πεμπτῃ Ὀλυμπιαδι παιδα παγκρατιαστην ἐνεγραψαν οὐκ οἰδα ἐξ
9999905 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999905 ἐρρωτο
ἠν , ἐφηβου δε ἀρτι ὑπαπῃει και την ὡραν ἐτι ἐρρωτο . σωφρονουντι δε αὐτῳ μητρυια ἐρωσα ἐνεκειτο και χαλεπον
κυριῳ . και ἡ τροφος εὐθυς ἀνειστηκει και ἀπηντα και ἐρρωτο και ἠν ἁπερ εἰκος ἐν τοις τοιουτοις . ἐπειτα
9999904 ἐφυλαξεν
Λυκοθοας Λυκοθοαντος ὠ Λυκοθοαν , του γαρ Θοας την κλισιν ἐφυλαξεν , και παλιν παμμελας παμμελανος ὠ παμμελαν , τριταλας
δικαιοσυνην , ἐλεγχου δε ποιησας κυριους ὁμως αὑτῳ το λοιπον ἐφυλαξεν , ὁπως ὁποσον ἀφησει , ἁπασιν εἰη καταφανες .
9999904 πηδημα
, ἐκ του ἀλσος . ἐστι και ἁλμα , το πηδημα , δασυνομενον , ὡς ἁπο του ἁλλομαι , το
χιλιων στρατιωτων ἀρχων Δαδακης ἐκ της νηος ἀφηλατο και ἐπηδησε πηδημα κουφον και ἐλαφρον και συντομον και ταχυ , ἐν
9999904 πεντεκαιδεκατῃ
, ὠχρον ἀπεχρεμψατο , και ῥεγχωδης ἠν , και τῃ πεντεκαιδεκατῃ , ἐμφρων δε παντα τον χρονον ἐων , ἐτελευτησεν
των Ὑαδων , τεσσαρεισκαιδεκατῃ τε αὐθις ἀστρον προσδυνει , τῃ πεντεκαιδεκατῃ τε Ὑαδων δυσις πελει , την ἑξ δε και
9999904 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999904 ὠφελες
παθῃς , οἰκειοτατος ἐγενομην , οὑτω πεπονθοτος ἁ μηποτ ' ὠφελες , αὐτος οἰμαι και συναμαρτειν και συνταλαιπωρειν . προυλεγον
, μηποτε τον θανατωι προτεθεντα , λοχευμ ' Ἰοκαστας , ὠφελες Οἰδιποδαν θρεψαι , βρεφος ἐκβολον οἰκων , χρυσοδετοις περοναις
9999904 ἑφθημιμερες
ιηʹ διμετρα ἀκαταληκτα , το δε ιθʹ διμετρον καταληκτικον ἠτοι ἑφθημιμερες παροιμιακον . ἐπι τῳ τελει δυο διπλαι ἐξω νενευκυιαι
το Ϛʹ δακτυλικον ἠ ἀναπαιστικον πενθημιμερες : το ζʹ ὁμοιον ἑφθημιμερες : το ηʹ προσοδιακον διμετρον ἀκαταληκτον , ἐκ χοριαμβου
9999903 ξυνθημα
Πλατωνος στρατιωτην ἠ ἰστοριογραφος ἠ ποιητης ; τι γαρ ἀσπιδι ξυνθημα και βακτηριᾳ ; ποιας δε μαχης ἀριστεια Σωκρατης λαβων
ὀλωλαμεν . ἐπει γαρ ἡμας ηὐνας ' Ἑκτορεια χειρ , ξυνθημα λεξας , ηὑδομεν πεδοστιβει κοπωι δαμεντε , οὐδ '
9999903 Πελοποννησιοι
την νησον δηλονοτι . οἱ δ ' ἐν τῃ ἠπειρῳ Πελοποννησιοι . . . : ἠγουν οἱ τε ἐκ της
δ ' ἐν χερσιν ἠδη ὀντες περιεσχον τῳ κερᾳ οἱ Πελοποννησιοι και ἐκυκλουντο το δεξιον των ἐναντιων , οἱ ἐκ
9999903 διεθηκε
ταις γναθοις ἐχω . ἐς μακαριαν το λουτρον , ὡς διεθηκε με . ἑφθον κομιδη πεποιηκεν , ἀποκναισειεν ἀν κἀν
μενος ὑγρον ἀεντων . την δε ταξιν αὐτων ὡς ἐχει διεθηκε συν δ ' Εὐρος τε Νοτος τ ' ἐπεσε
9999903 ἑνεκα
ἀπνευστι . το δ ' ὀξυμελι θερους ὡρᾳ διδοται ψυχρον ἑνεκα του μη παροξυναι την διψαν του καμνοντος : δια
κτημα οὐδεν , ἀλλα φιλειτε ἀλληλους και χρηματων γ ' ἑνεκα και βασιλευσιν ἐριζετε . Πολλην μεν γαρ ἐγω ὑμιν
9999903 σωφρονι
Παναιτιος , πολιτην αὐτον Ἀθηναιων ποιεισθαι σπευδοντων , εἰπε τῳ σωφρονι μιαν πολιν ἀρκειν . και ὁ των Σπαρτιατων βασιλευς
παρα τον λογον οὐδεν ποιουσιν ἀμφοτεροι , εἰ και τῳ σωφρονι μεν αἱ ἐπιθυμιαι οὐ πολεμουσι , τῳ ἐγκρατει δε
9999903 ἐμελλετε
, τα ἐσχατα παθειν , ἁτε δη και αὐτοι πραττειν ἐμελλετε , εἰ κατωρθωσατε ἁς πολλακις ἠλθετε ἐπ ' †
ὁτι ἐγγυτατα . . . : εἰς ἐννοιαν ἐλθοντες ὡν ἐμελλετε πασχειν ὑπο Λεσβιων μη μαλακισθεντες . . . :
9999903 μυστικα
λεγοντος μου ἐξεπεσεν μοι τοιουτον ῥημα . ὡσπερ Αἰσχυλος τα μυστικα . δοκει γαρ Αἰσχυλος λεγειν μυστικα τινα ἐν τε
ὁ Αἰσχυλος τα μυστικα : ἐλεγε μεν γαρ οὐχ ὡς μυστικα , ἐλαθε δε εἰπων μυστικα : και δειξαι τις
9999903 στυπτηρια
ἐπιχρισθεις γλυκει , ἀνηθου σπερματος κεκαυμενου ἡ τεφρα καταπλασσομενη , στυπτηρια σχιστη λεια συν ὀξει , στυπτηρια ἡ ὑγρα μετ
το τεταρτον μερος , διακλυζομενων των πεπονθοτων , ὑγρα τε στυπτηρια . πεπερι δ ' ἐντιθεμενον τῳ διακενῳ του ὀδοντος
9999903 ἐτυγχανεν
ὡστ ' ἀν δακρυσαι γ ' , εἰ φρονουντ ' ἐτυγχανεν . οἰμοι ξυμφορας βαρυποτμωτατας , οἰμοι κακων δυστηνος ,
τειχων και τοξευμασι και ἀλλῳ ὁτῳ τις μετα χειρας ἐχων ἐτυγχανεν ἠ ὁτῳ τις ἐν τῳ τοτε ἐλαβεν ἐξηκοντιζον ἐς
9999903 μαστῳ
οἱα βρεφος ἀρτιγενες , οὑτως ἐμπελασοι τῳ θηλασμῳ ἠγουν τῳ μαστῳ ἁτε ] ὡσπερ βρεφος ] μικρον ἀρτιγενες ] νυν
. θ ἐπιμαστιδιων ] των θηλαζοντων νηπιων των ἐπι τῳ μαστῳ . ἐπιμαστιδιων ] των βρεφων . ἐπιμαστιδιων ] των
9999903 βελτιονες
παροντες , ἐννοω ὁτι συνεξεληλυθασι μεν ἡμιν οἱ μεν και βελτιονες , οἱ δε και μειονος ἀξιοι : ἠν δε
το κρειττον , ἐαν ὠσιν οἱ δευτεροι ὀδοντες των προτερων βελτιονες , ἐπι δε το χειρον , ἐαν ὠσι χειρονες
9999902 ἁρπαγην
. και οἱ μεν πελτασται , ὡσπερ εἰκος , εἰς ἁρπαγην ἐτραποντο : ὁ δ ' Ἀγησιλαος κυκλῳ παντα και
πατρος ἡμων , αἱ δεικνυουσι την τε ἀποκαλυψιν αὐτου και ἁρπαγην της αὐτου ἀποστολης : μεγιστη [ ] γαρ τυγχανει
9999902 εὐφροσυνη
κατα την ἀνατολην του Κυνος ἀναβασις ἐσται κατα λογον και εὐφροσυνη τοις δημοις , και ὁ βασιλευς ἐπικρατησει , ἐν
Ἀφροδιτη κατα την ἐναλλαγην ἐν ἀποκλιματι , δηλοι ὡς ἡ εὐφροσυνη του την ἐναλλαγην ἐχοντος συγχυθησεται και βλαβησεται δια βρωματων
9999902 Λακαινα
και ἡ την ἀσπιδα τῳ παιδι ἐπι πολεμον ἐξιοντι διδουσα Λακαινα συ ἐφη , τεκνον , ἠ ταυταν ἠ ἐπι
– ˘ – × – ] ἐχεις Ὠ Τυνδαρεια παι Λακαινα [ – ˘ – συ δ ' ὠ το
9999902 εἱπετο
ἀποφατικη : ἐν δε τῳ πρωτῳ σχηματι τῃ μειζονι ἀει εἱπετο το συμπερασμα . εἰ δη το Α παντι τῳ
Ὁτι Ἀλεξανδρος μετα το ἱεροσυλησαι ἐφευγεν ἐπι το Ποσιδειον . εἱπετο δε αὐτῳ , ὡς ἐοικε , το δαιμονιον ἀορατον
9999901 ἐπανηλθε
πολιν ὁλην ἐκακωσεν . ἐκλιποντος δ ' ἐκεινου την Ἀσιαν ἐπανηλθε και ἀνελαβεν ἑαυτον τε και την πολιν . περι
ἑλων , ἑξ δε και εἰκοσι πολιορκιᾳ , οὑτως οἰκαδε ἐπανηλθε : και τοτε πασης ἐγενοντο Ῥωμαιοι της Σικελιας δεσποται
9999901 Κιλικες
Δωρικον , τα λοιπα δε των μιγαδων χωρις βαρβαρα : Κιλικες μεν οὐν Λυκιοι τε και προς τουτοις ἁμα Καρες
και Βαβυλωνιων και ἀλλα ἐκ Καππαδοκιης , τα δε και Κιλικες φερουσι , τα δε και Ἀσσυριοι . εἰδον δε
9999900 στῃ
κινδυνον τῳ πλοιῳ : ἐαν δε ἐπιπτερυχθῃ ἠ ἐπι πετραν στῃ , εὐπλοιαν δηλοι . Ταυτης το αἱμα ἀντιφαρμακον ἐστι
νοημα ἐξ ἑνος του συμπληρουντος ὀνοματος ἀπαρτιζηται και ἐπι τελευτης στῃ ἐφ ' ἑνι ὀνοματι , ὡσπερ ἐνταυθα , ὡς
9999900 ἐθαρρησεν
βασιλεων εἰπειν : ὁ δ ' ἀποφαινεσθαι και προς θεον ἐθαρρησεν . τουτο δ ' ἀρα περας ἠν οὐ τολμης
ἀπο Θαψακου εἰς Αἰγυπτον . το δε θαυμαζειν , πως ἐθαρρησεν εἰπειν ἑξακισχιλιων σταδιων το ἀπο Πηλουσιου εἰς Θαψακον ,
9999900 σφυρα
, ἠτοι του ἑτερου ἠ ἑκατερου , κατα τα ἐσωθεν σφυρα , διασφιγγομενου πρωτον του ποδος ταινιᾳ , εἰτα και
ὁλον το σωμα κεχυται . ἐξ αὐτου δε κατα τα σφυρα ῥοϊσκοι και ἀνθινα και κωδωνες εἰσι : τα μεν
9999900 αἱματοϲ
το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια των πεπονθοτων μερων ἀφαιρουϲα του αἱματοϲ , ἀλλα και ϲικυα : και φλεβοτομια μεν ἡττον
τα ἀντικειμενα παραγουϲα δια τηϲ φορβεαϲ προϲαγορευομενηϲ ἁρμοϲει και ἀφαιρεϲιϲ αἱματοϲ ἀπο των ὑπο την γλωτταν ἀγγειων και ϲικυαι κατα
9999900 ἑτερωσε
ἐξαπατωνται δε : οὐ γαρ ἀναλισκεται ἡσσον , ἀλλ ' ἑτερωσε μεθισταται , και εἰ μη δια ταχεων παλιν ἐπι
ἐπιφερειν ἑξης τον λογον , ἀλλως τ ' οὐδ ' ἑτερωσε των λογων γινομενων , ἀλλ ' ἐνταυθα και της
9999900 θυμια
ὡς πλειστον ἐπι ἀνθρακιην , και περικαθισας αὐτην και περιστειλας θυμια , φυλασσομενος μη κατακαυσῃς . Ἠν δε γυνη μη
ὁ φιαλας ἐξ ἱερων ὑφαιρουμενος , ὁ στεφανους , ὁ θυμια - τηρια και ὁσα τοιαυτα [ εἰδικα ὀνομαζων ἀπολογησεται
9999899 Φιλια
το μεν ἁπλως ἠν ἀγαθον , θατερον δε κακον . Φιλια δε ἡ μαλιστα και κυριως λεγομενη οὐκ ἀλλη τις
διεξιμεν . Του Ποντικου γαρ στοματος ἐστι πλησιον Βυζαντιων χωρα Φιλια καλουμενη . Εἰτ ' αἰγιαλος τις Σαλμυδησσος λεγομενος ἐφ
9999899 ἐνεργῃ
ἑξιν δε , ὡς ὁταν ἐπιστημων μεν γενηται , μη ἐνεργῃ δε κατα τας ἐπιστημας , ὡς ὁ καθευδων γεωμετρης
τουτο οὐν λεγει ὁτι ἱνα και ὁ Φαιδρος κατα ἑνωσιν ἐνεργῃ . Ϙζʹ Ἀλλ ' ἁπλως προς Ἐρωτα Του γαρ
9999899 ἐταξεν
στενων ὀρων , ἐν οἱς προσεδοκα τους Βοιωτους ἐπιχειρησειν . ἐταξεν οὐν τους μεν Λακεδαιμονιους προηγεισθαι , τους δε συμμαχους
οἰδ ' ὁτι τους πολλους ὑπομνησαι , τινα ταξιν ἑαυτον ἐταξεν Αἰσχινης ἐν τῃ πολιτειᾳ το πρωτον , και τινας
9999899 κρατηρ
ἐν δαιτι θεων , κισσοφοροις δ ' ἐν θαλιαις ἀνδρασι κρατηρ ὑπνον ἀμφιβαλληι . ἀχαλινων στοματων ἀνομου τ ' ἀφροσυνας
ὡστε κατα λογον τριτον τῳ Διι σπενδεται τε και ὁ κρατηρ τριτος τιθεται . Σοφοκλης Ναυπλιῳ και Διος σωτηρος σπονδη
9999899 βαθειᾳ
ἠν γαρ τις οὐ πολυ ἀπεχων ἐκειθεν ἱερος χωρος ὑλῃ βαθειᾳ συνηρεφης και πετρα κοιλη πηγας ἀνιεισα , ἐλεγετο δε
κροκοι τε ἠσαν περι τον τοπον ἐν μαλακῃ φυομενοι και βαθειᾳ τῃ ποᾳ . συνανετελλε δε αὐτοις και ὑακινθος και
9999898 πλασμα
ἡ Νεα κωμη και Ἀργυρια . „ και τουτο παλιν πλασμα προς την αὐτην ὑποθεσιν , ὁπως σωθειη το „
εἰ μη την ἐπιθετον ἐσκηψαμην μωριαν . τουτο με το πλασμα πιστευθεν ὑπο του τυραννου μη ταὐτα παθειν ἐκεινοις ἐρρυσατο
9999898 σφοδροτητι
το λεπτον και την χαριν τῳ διηρμενῳ προς μεγεθος , σφοδροτητι δε την ἀφελειαν και τῃ τραχυτητι το μεθ '
διαχεομενον ῥᾳδιως , ὁ δε ἀνθραξ ἐπαναλισκει πολυ ὑπερτηκων τῃ σφοδροτητι και ἐξαιρων . ἐν δε τοις ῥειθροις συρεται και
9999898 αἰσθητικα
, νου και λογου οὐσα ἀποτεγμα . ἐτι τα ὁπωσουν αἰσθητικα πρωτην την ἁφην ἐχειν ἀναγκη : τρεφεσθαι γαρ ἀναγκη
ὠτα αἰσθητικα νευρα . τῃ οὐν ἀκρᾳ ψυξει σπωμενα τα αἰσθητικα νευρα προς ἑαυτα ἐφελκονται τους λοβους των ὠτων ,
9999897 νικη
θεοξενια , ἐν τοσουτῳ ἠγγελθη αὐτῳ και ἑτερων αὐτου ἱππων νικη , και εἰς τουτο γραφει ὁ ποιητης . ζητειται
Ὀλυμπιᾳ Κλαζομενιων πρωτος ἀνηγορευθη νικων Ἡροδοτος , ἡ δε οἱ νικη σταδιου γεγονεν ἐν παισι , Φιλινον δε οἱ Κῳοι
9999897 χαρακτηρες
Μεθθας , Σκαρθας , Χαγραμ . Εἰσιν δε και οἱ χαρακτηρες οὑτοι οὑς ὁρᾳς . Ὁς ἐγραψε και ἐδιδαξε Σουστουμον
ῥᾳδιως , ποτερος Δημοσθενους ἐστιν ἠ Λυσιου : τοσαυτην οἱ χαρακτηρες ὁμοιοτητα προς ἀλληλους ἐχουσι . τοιουτος ἐστι και ὁ
9999897 πνευματοϲ
ὀργανων των τηϲ ἀναπνοηϲ ἐϲτι φλεγμονη , ἠ μουνον του πνευματοϲ [ ἠ ] παθοϲ , ἐφ ' ωὑτεου την
εἰϲ την νυν διαιταν : ὑγραινει γαρ και αἱματοϲ και πνευματοϲ ἐμπιπληϲι το ϲωμα . τον δε μελλοντα ἀφροδιϲιοιϲ χρηϲθαι
9999897 μαντικῃ
το ἀν ἐχῃ φερομενος ἐξ οἰκου . Ὁρκιοισι δε και μαντικῃ χρεωνται τοιῃδε . Ὀμνυουσι μεν τους παρα σφισι ἀνδρας
προσορμισαμενος τῃ Λεσβῳ . φασι δε ἐνταυθα ποτε τον Ὀρφεα μαντικῃ χαιρειν , ἐστε τον Ἀπολλω ἐπιμεμελησθαι αὐτον . ἐπειδη
9999897 διδοσθω
δακτυλοις δυνατον ἐστι λαβειν και τουτο ποιειν ἐκ τριτου . διδοσθω δε μετ ' οἰνου καλου μαλιστ ' ἐπι των
ἐστω και ὀλιγη , και μετα πολυν της προσφορας χρονον διδοσθω το πομα : τριψεις τε μετα τα σιτια των
9999897 ἀκριβες
ἀποτισαι και ἁπαντα τα κλεινα και πατρια ἐργα ἐς το ἀκριβες ἀναγραψαι . νυν δε ἡ μεν εὐμενης και ἱλαος
διαθηκας ἀμφισβητουντες ὁμολογουμενως Νικοστρατῳ ἐπιτηδειοι ὀντες ἐτυγχανον , το μεν ἀκριβες οὐδ ' ἀν οὑτως , ὁμως μεντοι μαλλον εἰκος
9999897 ἐδημιουργησεν
θεος ἁπλους τε και εὐνους ἀλληλοις ὑπερ τα λοιπα ζῳα ἐδημιουργησεν , αὐτους δε ἀπανθρωπα και ἀνημερα διανοεισθαι , και
οἰου πυνθανεσθαι εἰ τοιαυτην ἡγει την Ἀθηναν , οἱαν Φειδιας ἐδημιουργησεν , οὐδεν των Ὁμηρου ἐπων φαυλοτεραν , παρθενον καλην
9999897 αἰσθανῃ
ἁπαντων ποιητης , τινι δε οὐκ ἀν ; ἠ οὐκ αἰσθανῃ ὁτι κἀν αὐτος οἱος τ ' εἰης παντα ταυτα
νοσους . Λαλειν μεν οἰδας , τι δε λαλεις οὐκ αἰσθανῃ . Λεπτως γε τοι ζην κρεισσον ἠ λαμπρως κακως

Back