γενος . Κινηθεντος δε ἐμφυλιου πολεμου , τουτου μεν ἐκρατησε μαχῃ , τον δε παιδα τον ἑαυτου καισαρα παρεσκευασεν ἀναρρηθηναι
δε Ἀγησιλαον πολεμουντα βασιλει τῳ μεγαλῳ και περι Σαρδεις νενικηκοτα μαχῃ και κρατησαντα πασης της κατω Ἀσιας ὑπηρετην πεμψαντες ἐκαλουν
9999881 τρισκαιδεκα
οὑς ἀποκτεινων ὁ Οἰνομαος ἀνεβαλλετο τον της θυγατρος γαμον ἐπι τρισκαιδεκα ἠδη νεοις . ἀλλα ἡ γη νυν ἀνθη φυει
ἀπερχεται μισθον οὐκ ὀλιγον της ἀγγελιας προλαβων . ἑωθεν δε τρισκαιδεκα ἡκουσιν κομιζοντες , ἑκαστος ὡς πολλα εἰπε και ὡς
9999881 ἀλευρῳ
τῳ γαλακτι ἀπεφθῳ ϲυμμετρωϲ καθαιρειν , εἰτα ϲπογγῳ πυριαϲαντα καταπλαϲϲειν ἀλευρῳ ὀροβινῳ ἠ πυρινῳ ἐν μελικρατῳ ἑφθῳ , ἐνιοτε και
τῳ μελικρατῳ , και ἐπειδαν διαλυθῃ , ἑψειται ὁμου τῳ ἀλευρῳ . αὑτη ἡ κατασκευη ἀνυσιμωτερα ἐστι προς ἀμφω ,
9999878 μαρτυριᾳ
το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ἐφαρμοζειν αὐτο τῃ των ἀγαθοποιων μαρτυριᾳ προς αὐτο τε και τα κεντρα και οὑτω καταρχεσθαι
, οὐχι ψιλῃ εἰκασιᾳ ἀλλα πειρᾳ και τῃ των ἀποτελεσματων μαρτυριᾳ πειθομενος . και ὁσα σπερματωδεστερα και οὐκ ἐξειργασμενα οἱ
9999874 γεγραφθω
, και δια των Α , Λ σημειων μεγιστος κυκλος γεγραφθω ὁ ΑΛ . και ἐπει ἐν σφαιρᾳ δυο κυκλοι
ΖΚ και ἡ ΖΔ , περι δε την ΚΔ τμημα γεγραφθω , ὁ δεχεται την ὑπο των ΚΖΔ . ἐφαψεται
9999874 χαλκευτικη
μεταλλευτικη και ὑλοτομικη : παρασκευαστικαι γαρ εἰσιν . ἡ δε χαλκευτικη και ἡ τεκτονικη μετασχηματιστικαι εἰσιν : ἐκ μεν γαρ
ἀμφω : ἀναγκαιαι μεν και χρησιμοι , ὡς οἰκοδομικη και χαλκευτικη , και γεωργια και ῥητορικη : ψυχαγωγικαι δ '
9999872 ἐδηλωσεν
] * Δια του εἰπειν δελφινων το ἐν νησῳ οἰκειν ἐδηλωσεν : ἐν γαρ τῃ θαλασσῃ ἡ νησος , της
αὐτην δυναμιν ἐχει : ἀλλα περι ἑνος εἰπων περι παντων ἐδηλωσεν . οὐ γαρ δηπου ἐαν μεν τις πατραλοιαν ἠ
9999870 ἀληθινῳ
. ἀλλα ταυτα μεν ἐν μελεταις : ἐν δε τῳ ἀληθινῳ πολεμῳ τους μεν μελων ζημιωσει ἀποβολαις , τους δε
, φησιν , ἀλλα πραττειν , τα ὠφελιμα δηλονοτι τῳ ἀληθινῳ ἀνθρωπῳ , ἀλλα πραττει ἀγνοων δια την μοχθηριαν τον
9999869 Ἀμαζονες
: Νεπτουνις ἡ Ἱππολυτη ἐκαλειτο ἀφ ' ἡς και αἱ Ἀμαζονες Νεπτουνιδες . ἐπεστρατευσαν δε τῃ Ἀττικῃ αἱ Ἀμαζονες και
γαρ και ἀρσενικως , ὡς παρα Κρατινῳ : ἱν ' Ἀμαζονες ἀνδρες ἐασιν : ἀλαζων ἀλαζονος : το γαρ ἐθνικον
9999868 ἐθαυμαζεν
μελλοντα χειμωνα ἐκ της παρουσης αἰθριας προηπιστατο ἐξεπληξε : και ἐθαυμαζεν Ἱερων αὐτον , και Νικαευσι τοις Βιθυνοις συνηδετο ὁτι
. του δε δουλου κατωθεν τρησαντος και τον οἰνον αἰροντος ἐθαυμαζεν , ὁτι των σημαντρων σωων ὀντων ὁ οἰνος ἐλαττουται
9999868 κολοκυνθης
τον στομαχον κυστιν πληρωσας ὑδατος ψυχρου ἠ χιονα ἐπιβαλλε ἠ κολοκυνθης ξεσματα . Ἐκκαιομενοις ἀδιψον καταποτιον : σικυου ἡμερου σπερματος
λεκιθων , καρυων , ζωμου , πολφων , οἰνου , κολοκυνθης . Εἱς οἰωνος ἀριστος ἀμυνεσθαι περι δειπνου . ὡς
9999868 κολλωδες
και μιξαντες τον καρπον του παλιουρου . Τουτου γαρ συμμιγεντος κολλωδες μεν το παν πολυ μαλλον γινεται , δοκει δ
οἰνον , ἠ ἐμβληθηναι εἰς τους πιθους , παχυ και κολλωδες ᾐ το γλευκος , μονιμωτερος ἐσται ὁ οἰνος :
9999868 ἐλαλησε
ἡττον γινονται ἐκ των προηγησαμενων : ἐνθεν εἰπου τις πολλα ἐλαλησε και ἀσθενεστερον ἐποιησε τον λαρυγγα , ἐκει μαλλον ἐπεσυρατο
μετα των πατερων αὐτου . Ἀντιγραφον διαθηκης Ἀσηρ , ἁ ἐλαλησε τοις υἱοις αὐτου ἑκατοστῳ εἰκοστῳ ἐτει ζωης αὐτου .
9999868 μακαιρ
Αἱ τρισσαι τοι ταυτα τα παιγνια θηκαν ἑταιραι , Κυπρι μακαιρ ' , ἀλλης ἀλλη ἀπ ' ἐργασιης : ὡν
εἰς ω : Σιμμιας ὁ Ῥοδιος „ Ζηνος ἑδος Κρονιδαο μακαιρ ' ὑπεδεξατο Δωδω „ . ἠδυνατο δε ἡ Δωδωνος
9999866 βουλῃ
βουλην τους κυριους , και εἰσαγγειλας και ἑλων ἐν τῃ βουλῃ , ἀποχρην ἡγησαμην τα μεν σκευη ἀπολαβειν ἁπλα ,
κεμμας , ἑῳ δ ' ἰσα φιλατο νεβρῳ μαζον ὑποσχομενη βουλῃ Διος : οὐ γαρ ἐῳκει ἐκγονον Ἡρακληος ὀιζυρως ἀπολεσθαι
9999863 ἐτολμησεν
ὑπνος . Πυθαγορας δε ὁ Σαμιος πρωτος ἐν τοις Ἑλλησιν ἐτολμησεν εἰπειν , ὁτι αὐτῳ το μεν σωμα τεθνηξεται ,
βασιλικων ἁπαντων , ἐγνωσαν πολεμιους ὀντας . εἱς οὐν ἐκεινων ἐτολμησεν ἀγνοων ἐξοπισθεν βαλειν τον Κυρον ἀκοντιωι : της δε
9999863 αἰσθητικη
περιελκεται και συρεται ὑπο της ἐπιθυμιας , ἀλλ ' ἡ αἰσθητικη , ἠτοι ἡ μερικη δοξα ἡτταται ὑπο της ἐπιθυμιας
' ἁπλως τα καθ ' ἑκαστα και ἐν οἱς ἡ αἰσθητικη γνωσις ἐνεργειν πεφυκεν . εἰ γαρ τις περι τησδε
9999863 στυρακα
, δυσθαναταν Ἑλληνες . στεμφυλα Ἀττικοι , στρεμφυλα Ἑλληνες . στυρακα θηλυκως Ἀττικοι , ἀρσενικως Ἑλληνες . σκευωρια και σκευωρηματα
κοψας και σησας τα ξηρα , ὁλμοκοπησας δε και τον στυρακα μετα του λαδανου και του μελιτος και της στακτης
9999861 σμικροτητι
ἀλληλων και του ὁλου , ἀλλ ' ἠ μεγεθει και σμικροτητι ; Ἐκεινως μοι φαινεται , ὠ Σωκρατες , ὡσπερ
μεν και κουφον και μαλακον και σκληρον και μεγεθει και σμικροτητι και τῳ μανῳ και πυκνῳ , θερμον δε και
9999859 ἀρτηριᾳ
ϲτυψεωϲ : ὁθεν και τραχυτηταϲ ἐκλεαινει , οὐ ταϲ ἐν ἀρτηριᾳ μονον , ἀλλα και ἐν ψωρωδει κυϲτει : ἐϲτι
ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ ἑλκων , ὁϲα ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ γιγνεται ἑλκη κατα τον ὑπαλειφοντα αὐτην ἐνδον ὑμενα και
9999859 ῥητορικα
ὡςτε μηδεν ἡμας δυνασθαι διαφυγειν . τα τοινυν ἰδια και ῥητορικα ἠθη τουτοις διαιρειται : κατα ἐθνη , γενη ,
, οἱον ῥητορσι τε και γραμματισταις , αὐτους δε τα ῥητορικα ἠ τα γραμματιστικα οὐκ ἐργαστεον . τῳ γαρ ὀντι
9999859 ἐβουλομεθα
ὀντας και τα ὁπλα ἐχοντας ἐν χερσιν , οὐτε προτερον ἐβουλομεθα μαχην συναπτειν οὐτε νυν ἐτι θαρσουμεν ἐπι τοιουτοις συμμαχοις
δη γελοιοτατον , πασαι γαρ ἐπι ταὐτον ἀνισταμεναι ἀλληλας λανθανειν ἐβουλομεθα : θατερᾳ δε οἱ ἀνθρωποι ὑπο την λοχμην παρηρχοντο
9999859 ἐτυγχανες
και μαλιστ ' εἰ και προτερος αὐτος εὐ ποιησας τουτον ἐτυγχανες . εἰθ ' ὡν οὐκ ἀν ποτ ' αὐτος
οὐ γαρ οἰδα τι ἀν δεινοτερον ἐπασχομεν , εἰ ἀπων ἐτυγχανες , οὑ νυν παροντος βλαπτομεθα . εἰ δ '
9999857 Σικελια
Μαρκιανος . Σικελια ἡ νησος Σικανια προτερον ὠνομαζετο , εἰτα Σικελια ἐκληθη , ὡς φησι Ἑλλανικος Ἱερειων της Ἡρας β
δε Κυκλαδων κρατιστη ἐστιν ἡ Ναξος : διο μικρα λεγεται Σικελια . Ἐκ δεξιων δε αἱ Σποραδες . Ἡ δε
9999857 θανατοϲ
δε παραμενουϲιν μεχρι τηϲ ἑβδομηϲ : ὀξυτεροϲ δε γινεται ὁ θανατοϲ , ὁταν τιϲ ὑπο θηλυκου ζῳου πληγῃ . βοηθουνται
τελεϲθῃ : ὀξειη γαρ ἡ τηκεδων , ταχυϲ δε ὁ θανατοϲ , ποτι και βιοϲ αἰϲχροϲ και ϲπιπονοϲ . διψοϲ
9999857 Καρες
δια δεος ἐασαντων ἐκει και φυγοντων , οἱ περι Σαμον Καρες ἁτε βαρβαροι ὑπονοησαντες αὐτοματως ἀποδεδρακεναι προς τι λυγου θωρακιον
' ἁρματοεντα διφρον συνεπηξατο πρωτη : φορτηγους δ ' ἀκατους Καρες ἁλος ταμιαι . τον δε τροχον γαιας τε καμινου
9999856 μαθησεσθε
δη του αὐτου λογου την τε δικην οὐκ εἰσαγωγιμον οὐσαν μαθησεσθε , και την ὁλην ἐπιβουλην και πονηριαν τουτουι του
ἀν δυνωμαι δια βραχυτατων τους λογους . ὁθεν οὐν ῥᾳστα μαθησεσθε περι αὐτων , ἐντευθεν ὑμας και ἐγω πρωτον πειρασομαι
9999856 ὀδυνωδεες
ἐξιστανται ; Κεφαλαλγεες , ὑποκωφοι , χειρας τρομωδεες , τραχηλον ὀδυνωδεες , οὐρεοντες μελανα δεδασυμενα , ἐμεοντες μελανα , ὀλεθριοι
, οὐ πονηρον . Χειρες τρομωδεες , κεφαλαλγεες , τραχηλου ὀδυνωδεες , ὑποκωφοι , οὐρεοντες μελανα δεδασυμενα , οἱσι ταυτα
9999856 ἀχθεισα
κατιουσα φλεψ ἐξ ἡπατος μεταξυ της γαστρος και των ἐντερων ἀχθεισα τοις ὑποκειμενοις σπονδυλοις ἐπιβεβηκεν : εἰς το αὐτο δ
παρα θεσει δεδομενην εὐθειαν εὐθεια γραμμη ἀχθῃ , δεδοται ἡ ἀχθεισα τῃ θεσει . δια γαρ δεδομενου σημειου του Α
9999855 Καρχηδονιοι
, και τησδε παρα τας συνθηκας ἐφιεμενος . οἱ δε Καρχηδονιοι πεζοις μεν δισμυριοις και πεντακισχιλιοις , ἱππευσι δε πολιτικοις
και την ὁλην εὐνοιαν , Φιλινῳ μεν παντα δοκουσιν οἱ Καρχηδονιοι πεπραχθαι φρονιμως , καλως , ἀνδρωδως , οἱ δε
9999855 ἀριθμητικῃ
τε και γεωμετρικῃ ταυτην ἐκδεχεσθαι , ἐφαμεν δε ἡμεις τῃ ἀριθμητικῃ μονῃ ὑπεναντιον τι πασχειν , συλληψεται ἡμιν κἀκεινο :
πλευρας ἐκ των ἀριθμων . διο εἰρηται και ἐν τῃ ἀριθμητικῃ πραγματειᾳ ὁτι προτερα ἐστι πασων των ἐπιστημων ἡ ἀριθμητικη
9999855 λαμβανῃς
συμβουλευομενος καταμανθανεις τους φρονιμους , οὑτω και των θεων πειραν λαμβανῃς θεραπευων , εἰ τι σοι θελησουσι περι των ἀδηλων
προς το ὀα στιξον , ἱνα προς το ἀπυων ἐξωθεν λαμβανῃς ἐσται λογιζομενος καθολικον το γυναικοπληθης ὁμιλος δια πασας τας
9999855 ἐργωδες
; ἐν ᾡ ὁτι πανταχοθεν οὐτε ἀσυμφορον , οὐτε ὁλοκληρον ἐργωδες το ἐγχειρημα , ἀλλα και ὀλιγα ἀρκεσει χρηματα :
Το δε και ταυτας ἐκθεσθαι πολυχουν τε ταις δειξεσιν και ἐργωδες ἐν τοις ἐπιλογισμοις μη ὡρισμενων καθ ' ἑκαστην των
9999855 σιγμα
ἱν ' ἐν τῃ συνεχει καθ ' εἱρμον ἐπιφορᾳ το σιγμα συναπτηται τῳ ἑπτα . ὡστε λεληθοτως ἐκφωνεισθαι σεπτα .
ὡς πολλων τουτῳ προσκρουοντων δια το ἀδυνατον εἰναι ἀποσχεσθαι του σιγμα και δια το μη δοκιμαζειν , ἐποιησε : πριν
9999855 Τρωιαδες
ἀνασσαν δη ποτ ' οὐσαν Ἰλιου Ἑκαβην ἀν ἐξευροιμι , Τρωιαδες κοραι ; αὑτη πελας σου νωτ ' ἐχους '
δ ' ἀπο πυργων σταθμον ἀνοιγομενων πυλεων ἀνεκοπτε τριαινῃ . Τρωιαδες δε γυναικες ἀνα πτολιν ἀλλοθεν ἀλλαι , νυμφαι τε
9999855 λογιζεσθε
. το δε φιλομμειδης Ἀφροδιτη , κἀν ἐγω παραλειψω , λογιζεσθε . ὁ δε Ἐρως και ἀνεκαγχασεν εὐστοχως την Αἰητου
ἠ διειναι , ὡς ἀν τις μηδετερου δικαιως τυχοι . λογιζεσθε γαρ , εἰ μεν , ὠ ἀνδρες Θηβαιοι ,
9999854 ϲωματοϲ
φλεγμαινοντων , ὡϲ εἰ γε φλεγμαινοιεν ὠμων χυμων πεπληρωμενου του ϲωματοϲ ἀνελπιϲτοϲ ὁ καμνων ἐϲτιν των ϲφυγμων οὑτω τραπεντων .
, και ὁμοιωϲ ὑδρωπικοιϲ περιτεινεται αὐτοιϲ ἡ ἐπιφανεια ὁλου του ϲωματοϲ , τα τε οὐρα ἐπεχεται . βοηθει δε αὐτοιϲ
9999854 βραχειᾳ
κονδος ἐπιθετον και ὁ μυνδος . Τα εἰς ΔΟΣ ὑπερδισυλλαβα βραχειᾳ παραληγομενα προπαροξυνεται : ὀμαδος κελαδος Τενεδος κορυδος , ὁπερ
ἐστι χρησιμος , ὁμοιως ταις ῥιζαις αὐταις γλυκυς ὑπαρχων ἁμα βραχειᾳ τινι στυψει . εἰη ἀν οὐν ἡ φυσις αὐτης
9999854 εὐελπιδες
δυναμιν τολμηται και παρα γνωμην κινδυνευται και ἐν τοις δεινοις εὐελπιδες : το δε ὑμετερον της τε δυναμεως ἐνδεα πραξαι
ἐχουσιν ἀξιωμα . οἱ μεν γαρ δια το πολλακις κατωρθωκεναι εὐελπιδες μετα φρονηματος τινος ἐπιασι , οἱ δε δι '
9999854 στεφανῳ
, και ὁπως Λεοννατος ἐπι τῳδε ἐστεφανωθη προς Ἀλεξανδρου χρυσῳ στεφανῳ ἐν Μακεδοσιν . ἐνταυθα σιτος ἠν νενημενος κατα προσταγμα
και το θεατρον ἡμιν λαμπροτερον , ἐπ ' ἰσης τῳ στεφανῳ και τῳ κηρυγματι : ὡσπερ οὐν ἡ Θετις ἡ
9999853 Εὐρωπην
τας Ἀττικας ναυς . ἐν δε ταυταις κομισθεις εἰς την Εὐρωπην προηγε συμμιξων Ἀντιπατρῳ . κατα δε τουτους τους καιρους
ταυρον . τουτον Ἀ . μεν εἰναι φησι τον διαπορθμευσαντα Εὐρωπην Διι . . . Αὐτονοης δε και Ἀρισταιου παις
9999853 ἀμιγες
την θαλατταν κατα μεν την πρωτην ἐκβολην σωζουσιν το ῥευμα ἀμιγες ἀλλῃ φυσει πικροτερᾳ , και τοις ναυταις θαλαττιοις προσπλευσασιν
κρειττον , ὁτι το μεν ληθῃ κεκραται , το δε ἀμιγες και ἀκρατον ἐξ ἀρχης ἀχρι τελους διαμενει . Και
9999852 χιλιαδες
ἐπεθηκε θανοντι . Μυριασιν ποτε τῃδε τριηκοσιαις ἐμαχοντο ἐκ Πελοποννασου χιλιαδες τετορες . Ὠ ξειν ' , ἀγγελλειν Λακεδαιμονιοις ,
ὁπως ἐκδοθειεν μεν τοις Οὐννοις οἱ φυγαδες , και ἑξ χιλιαδες χρυσιου λιτρων ὑπερ των παλαι συνταξεων δοθειεν αὐτοις :
9999851 γραμμη
ἀλλ ' οὐχ ἡνωμενον : οὐδε γαρ τα πολλα σημεια γραμμη . Ὁλως δε ἠ αὐτοτελες τουτο το ἑν ἠ
τμηματων περιεχομενοις ὀρθογωνιοις : ὁπερ ἐδει δειξαι . Ἐαν εὐθεια γραμμη τμηθῃ , ὡς ἐτυχεν , το ὑπο της ὁλης
9999851 Παραδειγμα
ἀδοξα ἀσυστατα : τα δε μη προς ὑπερβολην συνισταται . Παραδειγμα ἀλλο του ἀπιθανου . Περικλης τῃ Ἀσπασιᾳ συνοντα Σωκρατη
ἀφεις το ὁριζεσθαι ἐπι το ὁμοιον αὐτο δεικνυναι μεταβαινει . Παραδειγμα ὁρου , τον μη ὁλοκληρον μη ἱερασθαι , μη
9999851 ἐνομισθη
δαιμων δε οὑτος ὁ Τυφων . Ἡ Ἰσις ἡ αὐτη ἐνομισθη τῃ Ἰοι τῃ ἁρπασθεισῃ ὑπο του Διος . ὁ
πατριδι μικρον ἐμπροσθεν ἐφανη και τοις ἀλλοις Φοινιξι και ῥητωρ ἐνομισθη : νυν δ ' ἐπελθειν ἐθελων την Παλαιστινην ,
9999851 ἐλαιῳ
κυαμους τριψας λειον , διπλασιον δε ἐστω της ῥαφανου , ἐλαιῳ διειναι , ὁσον τεταρτημοριον κοτυλης , τουτο ἐγχειν χλιαρον
τῳ δε της ἀγριας μαλαχης χυλῳ εἰ τις χρισαιτο συν ἐλαιῳ , οὐτε ὑπο σφηκων πληγησεται , και τον φθασαντα
9999851 χολωδεσι
πλειους αὐτων . τοιαυτα μεν οὐν τα γνωρισματα της ἐπι χολωδεσι και θερμοις χυμοις γινομενης κωλικης διαθεσεως . θεραπευειν οὐν
πληθει χυμων ὠμων συγκοπτομενους διαγινωσκειν χρη . Τους δε ἐπι χολωδεσι και λεπτοις χυμοις συγκοπτομενους ἐνεστι σοι διαγινωσκειν οὑτω :
9999850 φλεγμονηϲ
των ἐν ταιϲ θερμαιϲ και ξηραιϲ κραϲεϲι γιγνομενων πυρετων χωριϲ φλεγμονηϲ και ϲηψεωϲ . ὁϲοι την κραϲιν πικροχολοι και την
ἠ φοινικων ἠ μυξων ἠ φακηϲ : ἐνδιδουϲηϲ δε τηϲ φλεγμονηϲ ἠ ἀκμαζουϲηϲ μικτεον αὐτοιϲ το μελι , ὁ ἐν
9999850 σαρκες
, πυτια πασα , κοπρος πασα , ὑσσωπον μετριως , σαρκες ἐχιδνων ἰσχυρως ἐπι το δερμα κινουσαι τα περιττωματα ,
των δ ' ἀλλων ζῳων , καθ ' ὁσον αἱ σαρκες εἰς ἀρετην τροφης ἀπολειπονται των ὑων , κατα τοσουτον
9999850 ἐρασθεισα
ἠν ἡ μονη ἡδομενῳ : Πολυμηλη γαρ των Αἰολιδων τις ἐρασθεισα αὐτου κρυφα συνην . ὡς δε τους ἀνεμους ἐγκεκλεισμενους
πολις Καριας , ἀπο Καυνου , οὑ ἡ ἀδελφη Βυβλις ἐρασθεισα φευγοντος ἐκεινου [ ἀπηγξατο ] . ὁθεν ἡ παροιμια
9999850 νομισθειη
ψυχρον ἀν νομισθειη , προς δε το ψυχρον συγκρινομενον θερμον νομισθειη ἀν : οὑτως οὐν και κατα τον αὐτον τροπον
τουτι το πνευμα φαινεσθαι , τις ἀν μαλλον προσηκουσα ὡδε νομισθειη διαιτα , εἰ μη ἡ μετριως ψυχουσα και ξηραινουσα
9999850 ἀσωδεες
σημαινει πτυελου πληθος ἐν τῳ πλευμονι . Οἱ φρικωδεες , ἀσωδεες , κοπιωδεες , ὀσφυαλγεες , κοιλιας καθυγραινονται . Τα
τῃσι κινησεσι μετα ἀδυναμιης κατακεκλασμεναι , περι κρισιν ἐνοχληθεισαι , ἀσωδεες , ἐφιδρουσι πολλῳ : κοιλιαι καθυγρανθεισαι ταυτῃσι , κακον
9999849 μαγειρῳ
ἀρχης . ἡκειν ἠδη και μη μελλειν , τῳ τε μαγειρῳ μη λυμαινεσθ ' , ὡς των ὀψων ἑφθων ὀντων
δειπνον ἐστιν ὑποδοχης . τινος ; ποδαπου ; διαφερει τῳ μαγειρῳ τουτο γαρ : οἱον τα νησιωτικα ταυτι ξενυδρια ἐν
9999849 Ἀθηνη
Ἡρακληος θειοιο ὑψηλον , το ῥα οἱ Τρωες και Παλλας Ἀθηνη ποιεον , ὀφρα το κητος ὑπεκπροφυγων ἀλεαιτο ] Ποσειδων
ὡς ἐφατ ' εὐχομενος : του δ ' ἐκλυε Παλλας Ἀθηνη , γυια δ ' ἐθηκεν ἐλαφρα , ποδας και
9999849 διῃρησθω
ὡς ἀφ ' ἑνος τετραγωνῳ . Ἀριθμος γαρ ὁ αβ διῃρησθω εἰς δυο ἀριθμους τους αγ , γβ . λεγω
του σπερματος ὀντων των καυλων . Ταυτα μεν οὐν ταυτῃ διῃρησθω . των δε ἀρτι εἰρημενων μερων πειρατεον ἑκαστον εἰπειν
9999849 θελοιμ
κρειττον τ ' ἀμυνειν : κατθανειν γαρ εὐκλεως ἠ ζην θελοιμ ' ἀν δυσκλεως † γε κατθανων † γνωμαι γαρ
ἐξεμοχθησαν δορι κτανειν ἐμοι νιν ἐδοσαν , εἰτε μη κτανων θελοιμ ' ἀγεσθαι παλιν ἐς Ἀργειαν χθονα . ἐμοι δ
9999848 σανιδες
δυο ὑποκεισθωσαν ἀπο ιδ ποδων . Ἐσονται οὐν περικειμεναι αἱ σανιδες : ἡ μεν μια ιβ ποδων ἡ φαινομενη :
το καταστρωμα . τα δε ξυλα ἐφ ' ὡν αἱ σανιδες ἐπικεινται , κανονια και σταμινες . το δε συνεχον
9999848 μνημονευω
ὁς ἐδοκει πεπορνευσθαι , ἀλλ ' ἐγω , ἐφη , μνημονευω ὁτε ὁ Κορυδος ὀβολου ἠν . ἠν δε και
ὀχουμενοι . περι μεν οὐν ἐθνων και πολεων τρυφης τοσαυτα μνημονευω . περι δε των κατ ' ἀνδρα ταδ '
9999848 αἰνιγμα
της Σφιγγος της ἀσαφους . ἐπει πασι δυσνοητον ἠν το αἰνιγμα πλην του Οἰδιποδος μονου . δια γαρ τουτον ξυνετον
ἐν τουτοις εὐτυχηκεναι φημι . δει δη με λυσαι το αἰνιγμα , και ἐπι τουτο εἰμι . Ἀκουων ἐγωγε ἐκ
9999847 ἀπεδωκε
και κοσμοτοκος ἀρχη σωτηριον ἑλκυσασα τῳ βιῳ τυπον τον κοσμον ἀπεδωκε τῳ κοσμῳ : διεζευγνυ τον μεν οὐρανον γης ,
τα χρηματα ἁ ἠν μοι παρ ' αὐτῳ , και ἀπεδωκε παντα ὀρθως και δικαιως . Ἀνθ ' ὡν ἐγω
9999847 τερμινθινη
μηδεν ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη τερμινθινη καθ ' ἑαυτην ἐπι παιδων , γυναικων και ἁπαλοσαρκων
ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη ἡ τερμινθινη , καθ ' ἑαυτην μεν ἐπι παιδιων και γυναικων
9999847 ἐγωγε
γαρ ἐστι προσωπου . ἐδει δε σῃ . οὐ γαρ ἐγωγε σχησομαι : ἀντι του : ἐγω οὐκ ἀνεξομαι .
γνοιης , εἰ σοι εἰποιμι τοὐνομα . Ἀλλα και νυν ἐγωγε γιγνωσκω , ὁτι ἀμαθης τις ἐστιν . Μερμερος πανυ
9999846 δραμα
οὐκ οἰδα ποθεν δαιμων ἐπικωμασας ἐμοι και βασκηνας του ἐρωτος δραμα καινον ἐπι την ἐμην ἐτολμησεν οἰκιαν . και σιωπω
ἐμφερεις εἰναι τους του χορου , ἐξ ὡν και το δραμα : οἱ ὁτε μεν ἠσαν νεοι , πικρως ταις
9999846 ἐνικησε
των Κορκυραιων , ἱνα μη τοις πολεμιοις ὑποχειριοι γενωνται . ἐνικησε δε και πεζῃ τους ἐπι τῃ γῃ λοφον τινα
τῳ Κλαυδιῳ . τους μεν οὐν Τιγυριους ὑποστρατηγος αὐτου Λαβιηνος ἐνικησε , τους δε ἀλλους ὁ Καισαρ , και Τρικουρους
9999846 Ἱπποκρατηϲ
τινων νοϲηματων ἀπαραιτητον πολλακιϲ ἐχει την ἀγωνιαν : διοπερ ὀρθωϲ Ἱπποκρατηϲ ὀξυν ἀπεφηνατο τον καιρον . ἐκεινουϲ μεν γαρ ἐν
ψυξεωϲ ἀμετρου : το γαρ ψυχρον φλεβων ῥηκτικον , φηϲιν Ἱπποκρατηϲ . εἰ δε κατα διαβρωϲιν , οὐκ ἀθροωϲ ἀλλα
9999846 υἱες
νυκτος ἐκεινης . ἐνθ ' ἀλλοι μεν παντες ἀκην ἐσαν υἱες Ἀχαιων , Ἀντικλος δε σε γ ' οἰος ἀμειψασθαι
χαιρουσιν , το παροιθεν ἐπιστεναχοντες ἀρουραις : ὡς ἀρα Τρωιοι υἱες , ὁτ ' ἐδρακον ἐνδοθι πατρης δεινην Πενθεσιλειαν ἐπι
9999845 δριμυς
ὀντα νοηται . ἀλλα και δριμυς ἐστιν : ὁτι γαρ δριμυς , δηλοι αὐτου μια ἐπιστολη : μετα γαρ θανατον
τοις φυτοις και καρποις γινονται , και γαρ πικρος και δριμυς και ὀξυς , ὁ δ ' ἀλμυρος οὐκετι :
9999845 Ἀλεξανδρε
κρινων . τον δ ' εἰπειν : ἀλλα μην , Ἀλεξανδρε , | οὐ βασιλικον ἐστι [ ψευδεσθαι ] .
ἀλλως τε και τουτο , ὁ χρησιμον ἐφης , ὠ Ἀλεξανδρε , το δια τουτο κρατειν ῥᾳδιως , πολυ της
9999845 ἡδοιτο
ἐπιδεξιως και συμπαρακαθεζεσθαι και συμβαδιζειν , και δηλον γενεσθαι ὁτι ἡδοιτο ὁρωμενῳ . μεταδιωκτεον δε και ἐν ἀγορᾳ τοπον οὑ
πριν ἀμφιεννυσθαι καθ ' ἑκαστον λουτρον . εἰ μεν οὐν ἡδοιτο τῳ γαλακτι , και μετα το δευτερον λουτρον δωσομεν
9999844 κοιλιᾳ
ἀληθως ἐστι θειος : „ ἐπι τῳ στηθει και τῃ κοιλιᾳ πορευσῃ „ : περι μεν γαρ τα στερνα ὁ
πιτταν . εἰχον γαρ οἱ Λακεδαιμονιοι τριηρεις . κενῃ τῃ κοιλιᾳ : ἀντι του πενης ὠν ἀναξιως ἐκ των κοινων
9999844 Ἡρακλεα
ἐπι τῳ κατηγορειν , Βουσιριν δε ἐπι τῳ ξενοκτονειν και Ἡρακλεα παλιν ἐπι τῳ ἀθλειν , παραιτητεον . . .
ἠχθη πρωτη . βʹ . Ὀσορχω ἐτη ηʹ , ὁν Ἡρακλεα Αἰγυπτιοι καλουσι . γʹ . Ψαμμους ἐτη ιʹ .
9999844 ἀρχωμεθα
τον αὐτον ἐχειν μελλοντα : ἐαν δε ἀπο του ἐνεστωτος ἀρχωμεθα , οὐδεν ἀμφιβολον γινεται : και γαρ του λειβω
τους αἰωνας . Ἀμην . Νυν αὐθ ' ὁπλοτερων ἀνδρων ἀρχωμεθα , Μουσαι ἐκ γαρ δωρων πολλα κακ ' ἀνθρωποισι
9999844 Δαμωνα
ἐκεινου παραδωσει , προεκαλεσατο τινα των γνωριμων ὁ Φιντιας , Δαμωνα ὀνομα , Πυθαγορειον φιλοσοφον , ὁς οὐδε διστασας ἐγγυος
τῃ εὐνῃ ὀνταῥιψαι ἑαυτον εἰς την θαλασσαν και καταλαβοντα τον Δαμωνα ἠδη ἀπαγορευοντα φαινεσθαι γαρ ἐπι πολυ ταυτα της σεληνης
9999844 χρυσα
περιουσιαν και τα ἐπι Θρᾳκης κτηματα και ἐν Σκαπτησυλῃ μεταλλα χρυσα . δοκει οὐν τισιν ὑιδους εἰναι του Μιλτιαδου ἠ
φορων σχιαστας δια μαργαριτων και κλαβια ἀνα πεντε , και χρυσα ψελια εἰς τας χειρας αὐτου , ἐν δε τῃ
9999844 ἑψηματοϲ
κεκαθαρμενων ἀνα # αϲ ὀροβων λευκων λελεπιϲμενων λειοτατων # β ἑψηματοϲ και μελιτοϲ το ἀρκουν : εἰϲ ἀναληψιν διδου κοχλιαριον
αὐτηϲ βαλων ἐν αὐτῃ χωριϲ του ϲπερματοϲ και πληϲαϲ αὐτην ἑψηματοϲ ἠ οἰνου γλυκεοϲ παλαιου ἐα βρεχεϲθαι ἡμεραν και νυκτα
9999844 θαυμαστῳ
φαυλως και κατα την του ἑνος εἰργασμενου τεχνην , τῳ θαυμαστῳ και πολυτεχνῳ δημιουργηματι , μηδε αὐτους ἐκεινους ἀρεσκοντι τους
ἐπραξαν , και τους πολεμιους ἀνεστησαν ἐκειθεν , ἐν φοβῳ θαυμαστῳ γενομενους : πληθους δ ' ἐπιχυθεντος αὐτοις , ἀπεχωρησαν
9999843 Ὀλυμπιασι
Προμαχος ὁ Δρυωνος , ἀνελομενος παγκρατιου νικας , την μεν Ὀλυμπιασι , τρεις δ ' Ἰσθμιων και Νεμεᾳ δυο :
: οὐ καλως . ἀκουοι Ὀλυμπιασι . ἀλλαχου : ἀκουσαι Ὀλυμπιασι . [ ἀν ] ἀγνωτες . το ἀν ἐν
9999843 ἐξεπλευσε
ἐπεδειξατο , ὁστις παραλαβων πασας πολεις ἐφ ' ἁς ἀρξων ἐξεπλευσε στασιαζουσας δια το τας πολιτειας κινηθηναι , ἐπει Ἀθηναιοι
της γυναικος ἀναιρεσιν και του Περδικκου , τον στολον ἀναλαβων ἐξεπλευσε και κατηντησεν εἰς Τυρον . ὁ δε της πολεως
9999843 τεσσαρεσκαιδεκα
Εὐναπιου Χρονικης ἱστοριας της μετα Δεξιππον νεας ἐκδοσεως ἐν βιβλιοις τεσσαρεσκαιδεκα . ἀρχεται μεν της ἱστοριας ἀπο της Κλαυδιου βασιλειας
πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε ἑκατον τεσσαρεσκαιδεκα . Ἀντιγονος δ ' ἐκ μετεωρων τοπων κατιδων την
9999843 ψυκτηρα
. και τις ὀψεται . ὁ αὐτος : εὐτρεπιζε δη ψυκτηρα , λεκανην , τριποδιον , ποτηριον , χυτραν ,
* και τις ὀψεται ; * * * * Εὐτρεπιζε ψυκτηρα , λεκανην , τριποδιον , ποτηριον , χυτραν ,
9999843 φιλανθρωπιᾳ
εἰ μη τουτο , γοητευθεντα και φενακισθεντα τῃ περι τἀλλα φιλανθρωπιᾳ και ταυτ ' ἐλπισαντα παρ ' αὐτου . οὐκ
θειοις ἐρυμασιν ἐνεσχεθησαν , εὐσεβειᾳ , δικαιοσυνῃ , πραοτητι , φιλανθρωπιᾳ . ἐξιτε οὐν ἠδη θαρσουντες ἐκ των τειχισματων :
9999843 Εὐκτημονι
Πλειαδες ἐπιτελλουσι : και ἐπισημαινει . Ἐν δε τῃ λαῃ Εὐκτημονι Ἀετος ἑσπεριος ἐπιτελλει . Ἐν δε τῃ λβῃ Εὐκτημονι
μ ἀπο τροπων και παραμενει . Ἐν δε τῃ ιζῃ Εὐκτημονι ζεφυρον ὡρα πνειν . Καλλιππῳ Ὑδροχοος μεσος ἀνατελλει :
9999843 φαλαγγες
νηας , στησε δ ' ἀγων ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες . ἐς δε την Ὀδυσσειην ταδε ἐποιησεν , ὡς
„ στησε δ ' ἀγων , ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες ” , „ μαρτυρι χρησασθαι τῳ ποιητῃ του την
9999843 χειλεα
: των δ ' ἐλεησαντων κοτυλην τις τυτθον ἐπεσχε : χειλεα μεν τ ' ἐδιην ' , ὑπερῳην δ '
και των δ ' ἐλεησαντων κοτυλην τις τυτθον ἐπεσχε και χειλεα μεν τ ' ἐδιηνε και δακρυοεις δε τ '
9999843 μακροτατη
θερινας τροπας ὁ ἡλιος κατα κορυφης γινεται , ἡ δε μακροτατη ἡμερα ὡρων ἰσημερινων ἐστι τρισκαιδεκα και ἡμιωριου , ἐν
ἀποφηνω ὁτι των παιδιων γινεται ἡ διακρισις των μελεων ἡ μακροτατη ἐπι μεν τῃ κουρῃ ἐν τεσσαρακοντα και δυοιν ἡμερῃσιν
9999842 Κρατηρ
ἐκτεταμενας τας χειρας ἀνω και ὁ νωτος της Ὑδρας και Κρατηρ και Κυμβαλα και οἱ Φρυγιοι Αὐλοι και τα μεσα
Ὑδρος [ τε και Κρατηρ ] ἑως Κορακος . παρειται Κρατηρ . Ἰχθυων ἀνατελλοντων ἀνατελλει νοτιος Ἰχθυς οὐχ ὁλος Ἀνδρομεδας
9999842 γλυκυς
δε οὑτος γενος τι οἰνου . και ἐστιν οὑτος οὐτε γλυκυς οὐτε παχυς , ἀλλ ' αὐστηρος και σκληρος και
ἐν τινι των μελων : Ἐρως με δαὐτε Κυπριδος ϝεκατι γλυκυς κατειβων καρδιαν ἰαινει . λεγει δε και ὡς της
9999842 φαλαγγια
' ἡμερας πεντηκοντα ἐκ των ᾠων πουλυποδια ἐξερπει ὡσπερ τα φαλαγγια πολλα . ὁ δε θηλυς πουλυπους ὁτε μεν ἐπι
περι θηριων και Ἀριστοτελης φησιν ὁτι ἐν γυργαθοις γεννωσι τα φαλαγγια , τικτει δε ὑπερ τα τριακοντα , γεννηθεντα δε
9999842 Βοιωτια
ἀπαιδευτων : εἰς τουτο γαρ ἀει ὠνειδιζοντο οἱ Βοιωτοι . Βοιωτια αἰνιγματα : ἐπι των ἀσυνετων : Βοιωτη γαρ ἡ
ὁ σπλην ; σεσαχθω . νηστις ; ὁ αὐτος : Βοιωτια μεν ἐγχελεις , μυς Ποντικοι , θυννοι Μεγαρικοι ,
9999841 οὑνεκα
, Κρονιδαο Διος μεγαλοιο θυγατρες ἐστι τις ἠνεμοεις ὀλιγος λοφος οὑνεκα οἱ Κρονιδης ὁστε μεγα πασιν ἀνασσει ἀντρον ἐνι σκιοεν
. ἡ δ ' ἀτη σθεναρη τε και ἀρτιπος , οὑνεκα πασας πολλον ὑπεκπροθεει , φθανει δε τε πασαν ἐπ
9999841 φθεγμα
, ἠ κατ ' ἐλλειψιν του φθεγμα ὡν θηριων οὐδεν φθεγμα ἐστιν ὀνομα : οὐ γαρ δηπου λεγοι ἀν μη
παρεσκευασμενον σε ὁρων ξυμμετρως , δει δε και προς το φθεγμα του βασιλεως παρεσκευασθαι σε και προς το δυστροπον του
9999841 κεντρῳ
ὑπερβολης εὐθεια ἐπιψαυῃ , ἀποτεμει ἀπο των ἀσυμπτωτων προς τῳ κεντρῳ της τομης εὐθειας ἰσον περιεχουσας τῳ περιεχομενῳ ὑπο των
ὡς δηλοι κυκλους ἐπι κυκλους ἐξυφαινων και αὐτος ἐν τῳ κεντρῳ των κυκλων ἐνεδρευων τα θηρωμενα ἱνα ἐξ ἰσου παντων
9999841 μαλακῃ
γης ἐστρωμενα περι τον καυλον και τον πυθμενα , ἐλαιᾳ μαλακῃ ὁμοια , στενοτερα δε και μακροτερα : καυλια σπιθαμης
ὑστερον δε τῳ χρονῳ παραφθαρεντος του ὀνοματος τηβεννος ἐκληθη . μαλακῃ δε και πολυτελει ἐσθητι χρησθαι πλουσιοις μεν ἀγαθον και
9999841 τερεβινθινη
λεια ἐν οἰνῳ και ῥοδινῳ προστιθεσθωσαν : ἀγαθον δε και τερεβινθινη μετα σμυρνης και κροκου και μελιτος . τουτο δε
βολβοϲ κρομμυον ϲκορδον μαλιϲτα κοϲτοϲ ἀμωμον ναρδοϲταχυϲ θειον ϲτυραξ χαλβανη τερεβινθινη ϲμυρνα ὀποπαναξ ϲκιλλα ὀριγανον γληχων ὑϲϲωπον ἀβροτονον βρυωνιαϲ ῥιζα
9999841 ἐνθαδι
κορην , ἐστι δ ' οὐ τοιουτον . ἀλλα περιπατησον ἐνθαδι μικρα μετ ' ἐμου . περιπατησω ; και σεαυτον
[ ἐξαιφνης ] Βιας . [ ] νεμον . τον ἐνθαδι [ κακοδαιμονουντα ] ? [ ] περυσιν [ εἰ
9999840 μαχομεθα
οὑς ἀντιλεγειν ἐξεστιν . ἠ γαρ προς αὐτους τους λογισμους μαχομεθα των ἀντιλεγοντων , δεικνυντες αὐτους σαθρους ὀντας , ἠ
δολους γαρ μελω : ὁμοιον ἐστι τῳ ” σοι παντες μαχομεθα „ τουτεστι δια σε . . . . .
9999840 ἐπλησθη
διοπερ τοσουτων νεων και των ἐν αὐταις γεγενημενων ἀνδρων ἀπολωλοτων ἐπλησθη της Κυμαιων και Φωκαεων ἡ παραθαλαττιος χωρα νεκρων και
μεν Ἰωνες συστελλουσι και ὁ Ποιητης των δ ' ἁπαν ἐπλησθη πεδιον . . . οἱ δε Ἀττικοι ἐκτεινουσι την
9999840 ἐργαζομεθα
συναπτωμεν , και το ὁλον τουτο , ὁπως , ἁ ἐργαζομεθα , εὐχωμεθα και εὐχωμεθα , ἁ ἐνεργουμεν , συναψας
ἀλληλων και κεχωρισται τα ζητηματα , συναπτειν μεν ἐπιχειρουντες συγχυσιν ἐργαζομεθα : διαιρουντες δε εὐκρινη και σαφη τον λογον παρεξομεθα
9999840 Αἰγυπτοιο
ἐς πατριδα γαιαν , πριν γ ' ὁτ ' ἀν Αἰγυπτοιο , διιπετεος ποταμοιο , αὐτις ὑδωρ ἐλθῃς ῥεξῃς θ
στοματων εἱλιγμενος εἰς ἁλα πιπτει , ὑδασι πιαινων λιπαρον πεδον Αἰγυπτοιο . οὐ γαρ τις ποταμων ἐναλιγκιος ἐπλετο Νειλῳ ,
9999840 συλλογισμῳ
των προτασεων μειζονι : οὐ γαρ ἀλλως ἐγχωρει ἐν ἑνι συλλογισμῳ συναγεσθαι τα ἀντικειμενα , ὡσπερ εἰρηται , οἱον ἐν
και το ἀναγκαιον , τουτο ὑλικον ἐστιν . ἐν τῳ συλλογισμῳ ἀρα ὁ μεσος ὡς ὑλικον ἐστιν αἰτιον : ὡστε

Back