και κοσμοτοκος ἀρχη σωτηριον ἑλκυσασα τῳ βιῳ τυπον τον κοσμον ἀπεδωκε τῳ κοσμῳ : διεζευγνυ τον μεν οὐρανον γης ,
τα χρηματα ἁ ἠν μοι παρ ' αὐτῳ , και ἀπεδωκε παντα ὀρθως και δικαιως . Ἀνθ ' ὡν ἐγω
9999929 τρισκαιδεκα
οὑς ἀποκτεινων ὁ Οἰνομαος ἀνεβαλλετο τον της θυγατρος γαμον ἐπι τρισκαιδεκα ἠδη νεοις . ἀλλα ἡ γη νυν ἀνθη φυει
ἀπερχεται μισθον οὐκ ὀλιγον της ἀγγελιας προλαβων . ἑωθεν δε τρισκαιδεκα ἡκουσιν κομιζοντες , ἑκαστος ὡς πολλα εἰπε και ὡς
9999929 Σικελια
Μαρκιανος . Σικελια ἡ νησος Σικανια προτερον ὠνομαζετο , εἰτα Σικελια ἐκληθη , ὡς φησι Ἑλλανικος Ἱερειων της Ἡρας β
δε Κυκλαδων κρατιστη ἐστιν ἡ Ναξος : διο μικρα λεγεται Σικελια . Ἐκ δεξιων δε αἱ Σποραδες . Ἡ δε
9999927 κολλωδες
και μιξαντες τον καρπον του παλιουρου . Τουτου γαρ συμμιγεντος κολλωδες μεν το παν πολυ μαλλον γινεται , δοκει δ
οἰνον , ἠ ἐμβληθηναι εἰς τους πιθους , παχυ και κολλωδες ᾐ το γλευκος , μονιμωτερος ἐσται ὁ οἰνος :
9999925 ῥητορικα
ὡςτε μηδεν ἡμας δυνασθαι διαφυγειν . τα τοινυν ἰδια και ῥητορικα ἠθη τουτοις διαιρειται : κατα ἐθνη , γενη ,
, οἱον ῥητορσι τε και γραμματισταις , αὐτους δε τα ῥητορικα ἠ τα γραμματιστικα οὐκ ἐργαστεον . τῳ γαρ ὀντι
9999922 ἀπηγγελλετο
: ὡς δε τοις Φωκευσιν ἡ Κριτολαου συμφορα και Ἀχαιων ἀπηγγελλετο , ἀπελθειν ἐκ της Ἐλατειας κελευουσι τους Ἀρκαδας .
. Ὁ δε εἰκοτως ὡσπερ ὑβριοπαθει ὁτι συμπαθεια τις αὐτῳ ἀπηγγελλετο μηδεν ὁλως των κακων πλημμελησαντι , εἰς ἀποκρισεις δε
9999919 Ἱπποκρατηϲ
τινων νοϲηματων ἀπαραιτητον πολλακιϲ ἐχει την ἀγωνιαν : διοπερ ὀρθωϲ Ἱπποκρατηϲ ὀξυν ἀπεφηνατο τον καιρον . ἐκεινουϲ μεν γαρ ἐν
ψυξεωϲ ἀμετρου : το γαρ ψυχρον φλεβων ῥηκτικον , φηϲιν Ἱπποκρατηϲ . εἰ δε κατα διαβρωϲιν , οὐκ ἀθροωϲ ἀλλα
9999919 ἐβουλομεθα
ὀντας και τα ὁπλα ἐχοντας ἐν χερσιν , οὐτε προτερον ἐβουλομεθα μαχην συναπτειν οὐτε νυν ἐτι θαρσουμεν ἐπι τοιουτοις συμμαχοις
δη γελοιοτατον , πασαι γαρ ἐπι ταὐτον ἀνισταμεναι ἀλληλας λανθανειν ἐβουλομεθα : θατερᾳ δε οἱ ἀνθρωποι ὑπο την λοχμην παρηρχοντο
9999917 δεδωκε
ὑδρας ἰῳβαλων εἰς ἀγγειον το καταρρεον αἱμα ἐκ του τραυματος δεδωκε τῃ Δηιανειρᾳ ἀπατησας αὐτην και εἰπων ὁτι ἐγω μεν
ὑπεροψιας και της καταφρονησεως των αὐτου λογων την μεν ἠδη δεδωκε δικην τον υἱον ἀφαιρεθεις , τας δ ' ὀλιγον
9999916 Ὀλυμπιασι
Προμαχος ὁ Δρυωνος , ἀνελομενος παγκρατιου νικας , την μεν Ὀλυμπιασι , τρεις δ ' Ἰσθμιων και Νεμεᾳ δυο :
: οὐ καλως . ἀκουοι Ὀλυμπιασι . ἀλλαχου : ἀκουσαι Ὀλυμπιασι . [ ἀν ] ἀγνωτες . το ἀν ἐν
9999916 ἀμιγες
την θαλατταν κατα μεν την πρωτην ἐκβολην σωζουσιν το ῥευμα ἀμιγες ἀλλῃ φυσει πικροτερᾳ , και τοις ναυταις θαλαττιοις προσπλευσασιν
κρειττον , ὁτι το μεν ληθῃ κεκραται , το δε ἀμιγες και ἀκρατον ἐξ ἀρχης ἀχρι τελους διαμενει . Και
9999916 ἀπελαβε
τα περατα καταμετρησῃ τῳ λογισμῳ . . Ἡ μεν σαρξ ἀπελαβε τα περατα της ἡδονης ἀπειρα , και ἀπειρος αὐτην
παραδους δ ' αὑτον και την βασιλειαν Ἀλεξανδρῳ παλιν ταυτην ἀπελαβε δια την του κρατουντος ἐπιεικειαν . ὁ δε Σωπειθης
9999916 μακαιρ
Αἱ τρισσαι τοι ταυτα τα παιγνια θηκαν ἑταιραι , Κυπρι μακαιρ ' , ἀλλης ἀλλη ἀπ ' ἐργασιης : ὡν
εἰς ω : Σιμμιας ὁ Ῥοδιος „ Ζηνος ἑδος Κρονιδαο μακαιρ ' ὑπεδεξατο Δωδω „ . ἠδυνατο δε ἡ Δωδωνος
9999916 μαλακῃ
γης ἐστρωμενα περι τον καυλον και τον πυθμενα , ἐλαιᾳ μαλακῃ ὁμοια , στενοτερα δε και μακροτερα : καυλια σπιθαμης
ὑστερον δε τῳ χρονῳ παραφθαρεντος του ὀνοματος τηβεννος ἐκληθη . μαλακῃ δε και πολυτελει ἐσθητι χρησθαι πλουσιοις μεν ἀγαθον και
9999916 ἐτυγχανες
και μαλιστ ' εἰ και προτερος αὐτος εὐ ποιησας τουτον ἐτυγχανες . εἰθ ' ὡν οὐκ ἀν ποτ ' αὐτος
οὐ γαρ οἰδα τι ἀν δεινοτερον ἐπασχομεν , εἰ ἀπων ἐτυγχανες , οὑ νυν παροντος βλαπτομεθα . εἰ δ '
9999915 σανιδες
δυο ὑποκεισθωσαν ἀπο ιδ ποδων . Ἐσονται οὐν περικειμεναι αἱ σανιδες : ἡ μεν μια ιβ ποδων ἡ φαινομενη :
το καταστρωμα . τα δε ξυλα ἐφ ' ὡν αἱ σανιδες ἐπικεινται , κανονια και σταμινες . το δε συνεχον
9999914 αἰσθητικη
περιελκεται και συρεται ὑπο της ἐπιθυμιας , ἀλλ ' ἡ αἰσθητικη , ἠτοι ἡ μερικη δοξα ἡτταται ὑπο της ἐπιθυμιας
' ἁπλως τα καθ ' ἑκαστα και ἐν οἱς ἡ αἰσθητικη γνωσις ἐνεργειν πεφυκεν . εἰ γαρ τις περι τησδε
9999913 κινδυνωδες
, κακιον γιγνεται : το τε γαρ ξανθον ἀκρητον ἐον κινδυνωδες , το δε λευκον και γλισχρον και στρογγυλον ἀλυσιτελες
. ἐνθεν τοι και ἀνθρωπῳ δηγμα ἀνθρωπου μιαρον ἐστι και κινδυνωδες οὐδενος θηριου μειον . Ἐν ὡρᾳ θερειῳ , ἀμητου
9999913 τραχυτηταϲ
και ταϲ κατα τον ϲτομαχον και γαϲτερα και κυϲτιν ἰαται τραχυτηταϲ : ἐν ὀξει δε ἑψηθεν ὠον εἰ βρωθειη ,
τα τε κατα θωρακα ϲυμπεττει τε και παρηγορει και ταϲ τραχυτηταϲ τηϲ ἀρτηριαϲ καταλεαινει . προκριτεον δε το νεον του
9999913 πορρωτατω
εὑρηματα ἀνθρωπου τους νομους ἀλλα θεου χρησμους σαφεστατους εἰναι , πορρωτατω των πολεων ἀπηγαγε το ἐθνος εἰς ἐρημην βαθειαν και
ἀτομοι ἀπειροι οὐσαι , ὡς ἀρτι ἀπεδειχθη , φερονται και πορρωτατω . οὐ γαρ κατανηλωνται αἱ τοιαυται ἀτομοι ἐξ ὡν
9999913 ἐδηλωσεν
] * Δια του εἰπειν δελφινων το ἐν νησῳ οἰκειν ἐδηλωσεν : ἐν γαρ τῃ θαλασσῃ ἡ νησος , της
αὐτην δυναμιν ἐχει : ἀλλα περι ἑνος εἰπων περι παντων ἐδηλωσεν . οὐ γαρ δηπου ἐαν μεν τις πατραλοιαν ἠ
9999913 μαρτυριᾳ
το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ἐφαρμοζειν αὐτο τῃ των ἀγαθοποιων μαρτυριᾳ προς αὐτο τε και τα κεντρα και οὑτω καταρχεσθαι
, οὐχι ψιλῃ εἰκασιᾳ ἀλλα πειρᾳ και τῃ των ἀποτελεσματων μαρτυριᾳ πειθομενος . και ὁσα σπερματωδεστερα και οὐκ ἐξειργασμενα οἱ
9999912 ἠκολουθησε
, και ὁτι κοινον ἐστι και τῃ κλισει των θηλυκων ἠκολουθησε : τα γαρ εἰς υξ θηλυκα μη ὑποπιπτοντα ἑτεροις
ἐχοις λεγειν , ὡς ἐγω μεν ἁπλως αὐτο ἐπραξα , ἠκολουθησε δε τι τελος ἀλλως χρηστον , ἐμου μη θελησαντος
9999912 ἀπελυσε
τοξευσας τον ἀετον ἀπεκτεινε , τον Προμηθεα δε κακης μεριμνης ἀπελυσε . ταυτα δε ἠν πασχων ὁ Προμηθευς δια δυο
παρεσπονδηκοτων ὑμων και ἐς πρεσβεις ἁμαρτοντων , ἡ τε πολις ἀπελυσε , κἀγω καταχθεντας ἐς το στρατοπεδον προς ὑμας ἠδη
9999912 ἐτολμησεν
ὑπνος . Πυθαγορας δε ὁ Σαμιος πρωτος ἐν τοις Ἑλλησιν ἐτολμησεν εἰπειν , ὁτι αὐτῳ το μεν σωμα τεθνηξεται ,
βασιλικων ἁπαντων , ἐγνωσαν πολεμιους ὀντας . εἱς οὐν ἐκεινων ἐτολμησεν ἀγνοων ἐξοπισθεν βαλειν τον Κυρον ἀκοντιωι : της δε
9999911 κολοκυνθης
τον στομαχον κυστιν πληρωσας ὑδατος ψυχρου ἠ χιονα ἐπιβαλλε ἠ κολοκυνθης ξεσματα . Ἐκκαιομενοις ἀδιψον καταποτιον : σικυου ἡμερου σπερματος
λεκιθων , καρυων , ζωμου , πολφων , οἰνου , κολοκυνθης . Εἱς οἰωνος ἀριστος ἀμυνεσθαι περι δειπνου . ὡς
9999911 ἀφαιρεισθω
Φιλισκος ἀφῃρεθη το εἰναι ἀτελης , αἱδε ἐγενοντο , μη ἀφαιρεισθω δε αὐτον τα περι τῳ βλεμματι και τῳ φθεγματι
. ἐστω ἑξ και ἑξ : ἀπο θατερου των ἑξ ἀφαιρεισθω τυχον τρια και προστεθεισθω θατερῳ [ β ] :
9999910 μεμνησθε
προθυμως σε τους λοιπους ἡμων ἀνταφεστιαν . Ἀρ ' οὐν μεμνησθε ὁσα ὑμιν και περι ὡν ἐπεταξα εἰπειν ; Τα
ἀποκτεινῃ , εὐθυς ἐγραψεν ἀγωγιμον εἰναι . τουτο φυλαττετε και μεμνησθε , ὁτι παντων ἐναντιωτατον ἐστι τῳ κρινειν το μη
9999910 θατερῳ
ὁ δημηγορων δε Ἀθηνησιν ἐστεφανουτο και ὁτε ἐπαυετο , παρεδιδου θατερῳ και ὁποτε εἰποι , ὀρθως ἐτιματο στεφεσθαι . ὁ
Καλλιμαχου λαμπρων ἀριστειαν αἰτει ὡστε και τουτο τον λογον τῳ θατερῳ παρασχειν . δυναμεως ἐστιν ἐργον , οὐκ ἐπιδειξεως :
9999910 πτερυγες
μεν ἠ κατα νητταν , ὁμοιος δε . ] ἠ πτερυγες ἠ τι και ὁπου μερος τι πτερου ἠ μοριον
τουτο εἰρηται δια το πτερυγας ἐχειν τας Θετταλικας χλαμυδας . πτερυγες δε καλουνται αἱ ἑκατερωθεν γωνιαι δια το ἐοικεναι πτερυξιν
9999910 ἐργωδες
; ἐν ᾡ ὁτι πανταχοθεν οὐτε ἀσυμφορον , οὐτε ὁλοκληρον ἐργωδες το ἐγχειρημα , ἀλλα και ὀλιγα ἀρκεσει χρηματα :
Το δε και ταυτας ἐκθεσθαι πολυχουν τε ταις δειξεσιν και ἐργωδες ἐν τοις ἐπιλογισμοις μη ὡρισμενων καθ ' ἑκαστην των
9999910 ἀριθμητικῃ
τε και γεωμετρικῃ ταυτην ἐκδεχεσθαι , ἐφαμεν δε ἡμεις τῃ ἀριθμητικῃ μονῃ ὑπεναντιον τι πασχειν , συλληψεται ἡμιν κἀκεινο :
πλευρας ἐκ των ἀριθμων . διο εἰρηται και ἐν τῃ ἀριθμητικῃ πραγματειᾳ ὁτι προτερα ἐστι πασων των ἐπιστημων ἡ ἀριθμητικη
9999910 καθαρϲειϲ
ἀλλα τριτηϲ που ταξεωϲ . Κνηκου τῳ ϲπερματι προϲ ταϲ καθαρϲειϲ μονον χρωμεθα : εἰ δε τιϲ ἐξωθεν αὐτῳ χρῳτο
ὡϲ εἰκοϲ , κενουμενου : εἰ δε και αἱμορροϊδεϲ ἠ καθαρϲειϲ γυναικων ἐπεϲχημεναι εἰεν , και κινδυνων ἐϲονται λυτικα .
9999910 μακροτατη
θερινας τροπας ὁ ἡλιος κατα κορυφης γινεται , ἡ δε μακροτατη ἡμερα ὡρων ἰσημερινων ἐστι τρισκαιδεκα και ἡμιωριου , ἐν
ἀποφηνω ὁτι των παιδιων γινεται ἡ διακρισις των μελεων ἡ μακροτατη ἐπι μεν τῃ κουρῃ ἐν τεσσαρακοντα και δυοιν ἡμερῃσιν
9999909 γραμμη
ἀλλ ' οὐχ ἡνωμενον : οὐδε γαρ τα πολλα σημεια γραμμη . Ὁλως δε ἠ αὐτοτελες τουτο το ἑν ἠ
τμηματων περιεχομενοις ὀρθογωνιοις : ὁπερ ἐδει δειξαι . Ἐαν εὐθεια γραμμη τμηθῃ , ὡς ἐτυχεν , το ὑπο της ὁλης
9999909 χρυσα
περιουσιαν και τα ἐπι Θρᾳκης κτηματα και ἐν Σκαπτησυλῃ μεταλλα χρυσα . δοκει οὐν τισιν ὑιδους εἰναι του Μιλτιαδου ἠ
φορων σχιαστας δια μαργαριτων και κλαβια ἀνα πεντε , και χρυσα ψελια εἰς τας χειρας αὐτου , ἐν δε τῃ
9999909 τετταρες
, οἱπερ δη και ἀκριβως ἀναδεικνυνται τῳ ταυτῃ δερματι , τετταρες εἰσι τον ἀριθμον . ἐκ μεν των ἀνωθεν μερων
ἐστι γενναια γυνη . ἠσαν ἀνθρωποι δε πεντε και γυναικες τετταρες . θολος Ἰδου κατοπτρον : εἰπε μοι τουτῳ τι
9999909 ἐργαζομεθα
συναπτωμεν , και το ὁλον τουτο , ὁπως , ἁ ἐργαζομεθα , εὐχωμεθα και εὐχωμεθα , ἁ ἐνεργουμεν , συναψας
ἀλληλων και κεχωρισται τα ζητηματα , συναπτειν μεν ἐπιχειρουντες συγχυσιν ἐργαζομεθα : διαιρουντες δε εὐκρινη και σαφη τον λογον παρεξομεθα
9999909 θανατοϲ
δε παραμενουϲιν μεχρι τηϲ ἑβδομηϲ : ὀξυτεροϲ δε γινεται ὁ θανατοϲ , ὁταν τιϲ ὑπο θηλυκου ζῳου πληγῃ . βοηθουνται
τελεϲθῃ : ὀξειη γαρ ἡ τηκεδων , ταχυϲ δε ὁ θανατοϲ , ποτι και βιοϲ αἰϲχροϲ και ϲπιπονοϲ . διψοϲ
9999908 βραχειᾳ
κονδος ἐπιθετον και ὁ μυνδος . Τα εἰς ΔΟΣ ὑπερδισυλλαβα βραχειᾳ παραληγομενα προπαροξυνεται : ὀμαδος κελαδος Τενεδος κορυδος , ὁπερ
ἐστι χρησιμος , ὁμοιως ταις ῥιζαις αὐταις γλυκυς ὑπαρχων ἁμα βραχειᾳ τινι στυψει . εἰη ἀν οὐν ἡ φυσις αὐτης
9999908 γεγραφθω
, και δια των Α , Λ σημειων μεγιστος κυκλος γεγραφθω ὁ ΑΛ . και ἐπει ἐν σφαιρᾳ δυο κυκλοι
ΖΚ και ἡ ΖΔ , περι δε την ΚΔ τμημα γεγραφθω , ὁ δεχεται την ὑπο των ΚΖΔ . ἐφαψεται
9999906 χαλκευτικη
μεταλλευτικη και ὑλοτομικη : παρασκευαστικαι γαρ εἰσιν . ἡ δε χαλκευτικη και ἡ τεκτονικη μετασχηματιστικαι εἰσιν : ἐκ μεν γαρ
ἀμφω : ἀναγκαιαι μεν και χρησιμοι , ὡς οἰκοδομικη και χαλκευτικη , και γεωργια και ῥητορικη : ψυχαγωγικαι δ '
9999906 φλεγμονηϲ
των ἐν ταιϲ θερμαιϲ και ξηραιϲ κραϲεϲι γιγνομενων πυρετων χωριϲ φλεγμονηϲ και ϲηψεωϲ . ὁϲοι την κραϲιν πικροχολοι και την
ἠ φοινικων ἠ μυξων ἠ φακηϲ : ἐνδιδουϲηϲ δε τηϲ φλεγμονηϲ ἠ ἀκμαζουϲηϲ μικτεον αὐτοιϲ το μελι , ὁ ἐν
9999906 φιλτατη
κελευων . Τι δε ; τοις διδασκαλοις οὐ φιλη ; φιλτατη μεν οὐν και οὐχ ἡττον γε ἠ το θερος
οὐτε δια μεσου ἠρτυμενοισι χαιρων ὡστ ' ἐπαινεσαι . Ὠ φιλτατη κλινη . Βακχις θεον ς ' ἐνομισεν , εὐδαιμον
9999906 κανθαρῳ
βουλομενος οὐν το γενος το των ἀετων σπανισθηναι συνεβουλευε τῳ κανθαρῳ διαλλαγας προς τον ἀετον θεσθαι . του δε μη
ἠσθιεν ” : ἀποθανων γαρ ἠν ὁ Κλεων . τῳ κανθαρῳ : οὐχ ὡς πινοντος του κανθαρου , ἀλλ '
9999906 φιλη
Σεμπρωνιος Γρακχος . Καραυιν δε πολιν , ἡ Ῥωμαιων ἠν φιλη , δισμυριοι Κελτιβηρων ἐπολιορκουν : και ἐπιδοξος ἠν ἁλωσεσθαι
. συ δ ' ] † ἀποστροφη το σχημα . φιλη ] προσφιλες ἐμοι ἠ ἐκεινῳ . κοσμον ] †
9999905 στεφανῳ
, και ὁπως Λεοννατος ἐπι τῳδε ἐστεφανωθη προς Ἀλεξανδρου χρυσῳ στεφανῳ ἐν Μακεδοσιν . ἐνταυθα σιτος ἠν νενημενος κατα προσταγμα
και το θεατρον ἡμιν λαμπροτερον , ἐπ ' ἰσης τῳ στεφανῳ και τῳ κηρυγματι : ὡσπερ οὐν ἡ Θετις ἡ
9999905 ϲωματοϲ
φλεγμαινοντων , ὡϲ εἰ γε φλεγμαινοιεν ὠμων χυμων πεπληρωμενου του ϲωματοϲ ἀνελπιϲτοϲ ὁ καμνων ἐϲτιν των ϲφυγμων οὑτω τραπεντων .
, και ὁμοιωϲ ὑδρωπικοιϲ περιτεινεται αὐτοιϲ ἡ ἐπιφανεια ὁλου του ϲωματοϲ , τα τε οὐρα ἐπεχεται . βοηθει δε αὐτοιϲ
9999905 σμικροτητι
ἀλληλων και του ὁλου , ἀλλ ' ἠ μεγεθει και σμικροτητι ; Ἐκεινως μοι φαινεται , ὠ Σωκρατες , ὡσπερ
μεν και κουφον και μαλακον και σκληρον και μεγεθει και σμικροτητι και τῳ μανῳ και πυκνῳ , θερμον δε και
9999905 ἀπαλλαγῃ
ἡ δε πολυφωνιας και πολυεργιας και διαφωνιας . Ἐπειδαν γαρ ἀπαλλαγῃ ψυχη ἐνθενδε ἐκεισε , ἀποδυσαμενη το σωμα , και
ἑτερῳ ἐσεσθαι . φερε γαρ , ἐαν νυνι Ἀνδοκιδης ἀθῳος ἀπαλλαγῃ δι ' ὑμας ἐκ τουδε του ἀγωνος και ἐλθῃ
9999905 ὁριζομεθα
ὁροι : και τοσαυτα περι της ἐξηγησεως του λογου εἰποντες ὁριζομεθα την ῥητορικην , ὡς ἡ ῥητορικη ἐστι δυναμις ἀνασκευαστικη
λογος γενους τινος του ὁριστου , οὐκ αὐτου τουτου ὁ ὁριζομεθα . το γενος δε του οἰκειου εἰδους ἑτερον και
9999905 Καρες
δια δεος ἐασαντων ἐκει και φυγοντων , οἱ περι Σαμον Καρες ἁτε βαρβαροι ὑπονοησαντες αὐτοματως ἀποδεδρακεναι προς τι λυγου θωρακιον
' ἁρματοεντα διφρον συνεπηξατο πρωτη : φορτηγους δ ' ἀκατους Καρες ἁλος ταμιαι . τον δε τροχον γαιας τε καμινου
9999905 Κρητικα
. „ παλιν δ ' ἐν τοις ἑξης και τα Κρητικα συμπλεκει τουτοις „ ὠ θαλαμευμα ” Κουρητων , ζαθεοι
ὀρχηστην περ ἐοντα ἐγχος ἐμον κατεπαυσεν . ὁθεν και τα Κρητικα ὑπορχηματα : Κρηταν τε καλεουσι τον τροπον και το
9999905 θεραπευθῃ
καθαιρειν την κεφαλην και καιειν τας φλεβας : κἠν ἀρχομενος θεραπευθῃ ταυτα , ἱσταται το κακον και οὐ χωρεει ἐπι
ἐπιδεχεται . τα δε χρονιζοντα ἐν τῳ πνευμονι ἑλκη κἀν θεραπευθῃ ποτε , καταλειπει γε τι λειψανον ἐν αὐτῳ τυλωδεϲ
9999904 ἀφωνα
, βρεφη δ ' ἐν αὑτῃ περιφερει τα γραμματα : ἀφωνα δ ' ὀντα ταυτα τοις πορρω λαλει οἱς βουλεθ
βρεφη σῳζους ' ὑπο κολποις αὑτης , ὀντα δ ' ἀφωνα βοην ἱστησι γεγωνον και δια ποντιον οἰδμα και ἠπειρου
9999904 τρισκαιδεκατῃ
Θεοπομπος μεν ἐφη ὁ Χιος ἐν ταις Ἑλληνικαις κἀν τῃ τρισκαιδεκατῃ δε των Φιλιππικων Ἀγησιλαῳ τῳ Λακωνι εἰς Αἰγυπτον ἀφικομενῳ
θεσθαι Τηλεγονον και Ἀντικλειαν . Πολυβιος δ ' ἐν τῃ τρισκαιδεκατῃ των ἱστοριων Φιλιππου του καταλυθεντος ὑπο Ῥωμαιων κολακα γενεσθαι
9999904 Καταπλασμα
ἠ λεκιθου , και ὀλιγου οἰνου , καταπλασσε . [ Καταπλασμα ὀφθαλμων . ] Καλως ποιει πιτυος φλοιος και ἀλφιτα
φυλλων , βατου ἀκρεμονων ἰσα ἑψησας ἐν ὑδατι ἐγκαθιζε . Καταπλασμα . Κυτινους ὀξυμελιτι προσλαβων , ἠ κηκιδα ἠ βαλαυστιον
9999904 φαλαγγες
νηας , στησε δ ' ἀγων ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες . ἐς δε την Ὀδυσσειην ταδε ἐποιησεν , ὡς
„ στησε δ ' ἀγων , ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες ” , „ μαρτυρι χρησασθαι τῳ ποιητῃ του την
9999904 ἀρχωμεθα
τον αὐτον ἐχειν μελλοντα : ἐαν δε ἀπο του ἐνεστωτος ἀρχωμεθα , οὐδεν ἀμφιβολον γινεται : και γαρ του λειβω
τους αἰωνας . Ἀμην . Νυν αὐθ ' ὁπλοτερων ἀνδρων ἀρχωμεθα , Μουσαι ἐκ γαρ δωρων πολλα κακ ' ἀνθρωποισι
9999903 ἀπελυθη
και οὑτως αὐτην ὀνομασαντος , καθαπερ αὐτος δεθεις των κωλων ἀπελυθη ὑπο γυναικος , οἱ δε , θυγατρος του ἀρχιλῃστου
δοντος τῳ Θεμιστοκλει λογον και μαθοντος ὡς οὐδεν ἠδικησεν , ἀπελυθη της τιμωριας . δοξας δε παραδοξως ὑπ ' ἐχθρου
9999903 θηριωδες
το των νεμομενων τας χωρας ἐκεινας ἀμορφον και ἀκαθαρτον και θηριωδες . τα δε λοιπα του τεταρτημοριου μερη περι το
οἰδε γαρ Ἱπποκρατης και ἐμμεσα ἐναντια . ιβʹ . Το θηριωδες φθινοπωρον , καρδιαλγιαι και το φρικωδες και τα μελαγχολικα
9999903 Ἀγαμεμνονα
ἐστι , και των ἀγαθων τηι πολει μεταδωσομεν και τον Ἀγαμεμνονα ἀκινδυνως θρηνησομεν . και τοτε ] ὁταν ἀπαλλαγωμεν .
ὀργην οὑτω πολιτικως ἐσχες ὡστ ' οὐδ ' αὐτον τον Ἀγαμεμνονα ᾠου δειν τεθναναι : μεγα τουτου τεκμηριον : οὐκουν
9999903 χιλιαδες
ἐπεθηκε θανοντι . Μυριασιν ποτε τῃδε τριηκοσιαις ἐμαχοντο ἐκ Πελοποννασου χιλιαδες τετορες . Ὠ ξειν ' , ἀγγελλειν Λακεδαιμονιοις ,
ὁπως ἐκδοθειεν μεν τοις Οὐννοις οἱ φυγαδες , και ἑξ χιλιαδες χρυσιου λιτρων ὑπερ των παλαι συνταξεων δοθειεν αὐτοις :
9999903 Ἀλεξανδρε
κρινων . τον δ ' εἰπειν : ἀλλα μην , Ἀλεξανδρε , | οὐ βασιλικον ἐστι [ ψευδεσθαι ] .
ἀλλως τε και τουτο , ὁ χρησιμον ἐφης , ὠ Ἀλεξανδρε , το δια τουτο κρατειν ῥᾳδιως , πολυ της
9999902 κορυν
Τι οὐν οὐχι και συ , ὠ Ἀθηνα , την κορυν ἀφελουσα ψιλην την κεφαλην ἐπιδεικνυεις , ἀλλ ' ἐπισειεις
προθελυμνῳ : ἀσπις δ ' ἀσπιδ ' ἐρειδε , κορυς κορυν , ἀνερα δ ' ἀνηρ , ψαυον δ '
9999901 ἐξεπλευσε
ἐπεδειξατο , ὁστις παραλαβων πασας πολεις ἐφ ' ἁς ἀρξων ἐξεπλευσε στασιαζουσας δια το τας πολιτειας κινηθηναι , ἐπει Ἀθηναιοι
της γυναικος ἀναιρεσιν και του Περδικκου , τον στολον ἀναλαβων ἐξεπλευσε και κατηντησεν εἰς Τυρον . ὁ δε της πολεως
9999901 Ἀθηνη
Ἡρακληος θειοιο ὑψηλον , το ῥα οἱ Τρωες και Παλλας Ἀθηνη ποιεον , ὀφρα το κητος ὑπεκπροφυγων ἀλεαιτο ] Ποσειδων
ὡς ἐφατ ' εὐχομενος : του δ ' ἐκλυε Παλλας Ἀθηνη , γυια δ ' ἐθηκεν ἐλαφρα , ποδας και
9999901 νομισθειη
ψυχρον ἀν νομισθειη , προς δε το ψυχρον συγκρινομενον θερμον νομισθειη ἀν : οὑτως οὐν και κατα τον αὐτον τροπον
τουτι το πνευμα φαινεσθαι , τις ἀν μαλλον προσηκουσα ὡδε νομισθειη διαιτα , εἰ μη ἡ μετριως ψυχουσα και ξηραινουσα
9999901 τερεβινθινη
λεια ἐν οἰνῳ και ῥοδινῳ προστιθεσθωσαν : ἀγαθον δε και τερεβινθινη μετα σμυρνης και κροκου και μελιτος . τουτο δε
βολβοϲ κρομμυον ϲκορδον μαλιϲτα κοϲτοϲ ἀμωμον ναρδοϲταχυϲ θειον ϲτυραξ χαλβανη τερεβινθινη ϲμυρνα ὀποπαναξ ϲκιλλα ὀριγανον γληχων ὑϲϲωπον ἀβροτονον βρυωνιαϲ ῥιζα
9999901 βουλῃ
βουλην τους κυριους , και εἰσαγγειλας και ἑλων ἐν τῃ βουλῃ , ἀποχρην ἡγησαμην τα μεν σκευη ἀπολαβειν ἁπλα ,
κεμμας , ἑῳ δ ' ἰσα φιλατο νεβρῳ μαζον ὑποσχομενη βουλῃ Διος : οὐ γαρ ἐῳκει ἐκγονον Ἡρακληος ὀιζυρως ἀπολεσθαι
9999901 ἐθαυμαζεν
μελλοντα χειμωνα ἐκ της παρουσης αἰθριας προηπιστατο ἐξεπληξε : και ἐθαυμαζεν Ἱερων αὐτον , και Νικαευσι τοις Βιθυνοις συνηδετο ὁτι
. του δε δουλου κατωθεν τρησαντος και τον οἰνον αἰροντος ἐθαυμαζεν , ὁτι των σημαντρων σωων ὀντων ὁ οἰνος ἐλαττουται
9999900 μαθησεσθε
δη του αὐτου λογου την τε δικην οὐκ εἰσαγωγιμον οὐσαν μαθησεσθε , και την ὁλην ἐπιβουλην και πονηριαν τουτουι του
ἀν δυνωμαι δια βραχυτατων τους λογους . ὁθεν οὐν ῥᾳστα μαθησεσθε περι αὐτων , ἐντευθεν ὑμας και ἐγω πρωτον πειρασομαι
9999900 ἀλευρῳ
τῳ γαλακτι ἀπεφθῳ ϲυμμετρωϲ καθαιρειν , εἰτα ϲπογγῳ πυριαϲαντα καταπλαϲϲειν ἀλευρῳ ὀροβινῳ ἠ πυρινῳ ἐν μελικρατῳ ἑφθῳ , ἐνιοτε και
τῳ μελικρατῳ , και ἐπειδαν διαλυθῃ , ἑψειται ὁμου τῳ ἀλευρῳ . αὑτη ἡ κατασκευη ἀνυσιμωτερα ἐστι προς ἀμφω ,
9999900 θαυμαστῳ
φαυλως και κατα την του ἑνος εἰργασμενου τεχνην , τῳ θαυμαστῳ και πολυτεχνῳ δημιουργηματι , μηδε αὐτους ἐκεινους ἀρεσκοντι τους
ἐπραξαν , και τους πολεμιους ἀνεστησαν ἐκειθεν , ἐν φοβῳ θαυμαστῳ γενομενους : πληθους δ ' ἐπιχυθεντος αὐτοις , ἀπεχωρησαν
9999900 βαδισμα
ἐγραψεν . οὑτος ὁ το σχημα εὐσταλης και κοσμιος το βαδισμα και σωφρονικος την ἀναβολην ἑωθεν μυρια ὁσα περι ἀρετης
δε και πανσοφον τινα και παγκαλον ἀνδρα , διασεσαλευμενον το βαδισμα , ἐπικεκλασμενον τον αὐχενα , γυναικειον το βλεμμα ,
9999899 χολωδεσι
πλειους αὐτων . τοιαυτα μεν οὐν τα γνωρισματα της ἐπι χολωδεσι και θερμοις χυμοις γινομενης κωλικης διαθεσεως . θεραπευειν οὐν
πληθει χυμων ὠμων συγκοπτομενους διαγινωσκειν χρη . Τους δε ἐπι χολωδεσι και λεπτοις χυμοις συγκοπτομενους ἐνεστι σοι διαγινωσκειν οὑτω :
9999899 ἑψηματοϲ
κεκαθαρμενων ἀνα # αϲ ὀροβων λευκων λελεπιϲμενων λειοτατων # β ἑψηματοϲ και μελιτοϲ το ἀρκουν : εἰϲ ἀναληψιν διδου κοχλιαριον
αὐτηϲ βαλων ἐν αὐτῃ χωριϲ του ϲπερματοϲ και πληϲαϲ αὐτην ἑψηματοϲ ἠ οἰνου γλυκεοϲ παλαιου ἐα βρεχεϲθαι ἡμεραν και νυκτα
9999899 Ἀντωνινῳ
ἡμων ἀποστενοχωρουντων την προθυμιαν των μαθηματων . Αὐτοκρατορσιν Μαρκῳ Αὐρηλιῳ Ἀντωνινῳ και Λουκιῳ Αὐρηλιῳ Κομοδῳ Ἀρμενιακοις Σαρματικοις , το δε
ἐπι θυγατρι , ἐκεινος δε ἐπ ' ἀνεψιᾳ κηδευσας ἐτυγχανεν Ἀντωνινῳ τῳ Πιῳ . Οὑτοι δη βασιλευοντες ἐπηγαγον Παρθοις πολεμον
9999899 κορακα
τον Πινδαρον ὁ Ἀρτεμων , ὁτι παρακρουσαμενος την περι τον κορακα ἱστοριαν αὐτον δι ' ἑαυτου ἐγνωκεναι φησι τον Ἀπολλωνα
παις ἀπροφυλακτως παρεκυψε . οὑτω τε συνεβη της λαρνακος τον κορακα κατα του βρεγματος κατενεχθεντα ἀποκτειναι αὐτον . ὁ λογος
9999899 φαλαγγια
' ἡμερας πεντηκοντα ἐκ των ᾠων πουλυποδια ἐξερπει ὡσπερ τα φαλαγγια πολλα . ὁ δε θηλυς πουλυπους ὁτε μεν ἐπι
περι θηριων και Ἀριστοτελης φησιν ὁτι ἐν γυργαθοις γεννωσι τα φαλαγγια , τικτει δε ὑπερ τα τριακοντα , γεννηθεντα δε
9999899 δραμα
οὐκ οἰδα ποθεν δαιμων ἐπικωμασας ἐμοι και βασκηνας του ἐρωτος δραμα καινον ἐπι την ἐμην ἐτολμησεν οἰκιαν . και σιωπω
ἐμφερεις εἰναι τους του χορου , ἐξ ὡν και το δραμα : οἱ ὁτε μεν ἠσαν νεοι , πικρως ταις
9999899 ἐθελωσι
ἐν ταις προτερον ξυνθηκαις ὁπλα μη ἐπιφερειν , ἠν δικας ἐθελωσι διδοναι , αὐτοι οὐχ ὑπηκουον ἐς δικας προκαλουμενων των
ἐφεται , ἀκοντα κτειναι , ἐσεσθων οἱ φρατερες , ἐαν ἐθελωσι , δεκα : τουτους δε οἱ πεντηκοντα και εἱς
9999899 Καινεα
] φερεις [ ] [ ] . Λαπιθην δε σε Καινεα φαιην ; [ Καινεος ἐκβλαστησας ] ? . ἀπ
ὡσπερ ὁ παρ ' Ὁμηρῳ Νεστωρ εἰσαγει ἑαυτον τοις περι Καινεα και Ἐξαδιον συμβουλευσαντα , ὁτι πειθηνιοι ἠσαν αὐτῳ ,
9999899 σφαιρικα
τι πεμπτον σωμα και ἑτερον , και το εἰδος ὁτι σφαιρικα : ζητησει δε και την αἰτιαν δι ' ἡν
, φωτιζομενον δε το γδ , ἰσα δε ἀλληλοις και σφαιρικα : δηλον οὐν ὡς της γε αγ ἀκτινος και
9999898 βελτιονα
τινα πολυταλαντα κειμηλια ἐκολπωσατο . Σου δε οὐκ ἀν ποτε βελτιονα σχειν ἀνομολογησειεν : οὐδε μειζονα της σης βασιλειας κατορθωματα
χρονογραφιαν ὑπο δυσιν κατηλθεν ἠ εἰς ἑτεραν ἀτακτον φασιν ἠ βελτιονα : και τουτων αἱ καιρικαι ἀποτελεσματογραφιαι σοι νοηθησονται .
9999898 Ἡρακλεα
ἐπι τῳ κατηγορειν , Βουσιριν δε ἐπι τῳ ξενοκτονειν και Ἡρακλεα παλιν ἐπι τῳ ἀθλειν , παραιτητεον . . .
ἠχθη πρωτη . βʹ . Ὀσορχω ἐτη ηʹ , ὁν Ἡρακλεα Αἰγυπτιοι καλουσι . γʹ . Ψαμμους ἐτη ιʹ .
9999898 Κρατηρ
ἐκτεταμενας τας χειρας ἀνω και ὁ νωτος της Ὑδρας και Κρατηρ και Κυμβαλα και οἱ Φρυγιοι Αὐλοι και τα μεσα
Ὑδρος [ τε και Κρατηρ ] ἑως Κορακος . παρειται Κρατηρ . Ἰχθυων ἀνατελλοντων ἀνατελλει νοτιος Ἰχθυς οὐχ ὁλος Ἀνδρομεδας
9999898 βουκολικα
ἐκπορευεσθε . σιττ ' ἀμνιδες : το σιττα και ψιττα βουκολικα ἐπιφθεγματα : εἰσι δε ἐπιρρηματα . σιττ ' ἀμνιδες
, και ἐπλησιασε τῃ κορῃ . ἐκ δε τουτου τα βουκολικα μελη πρωτον ᾐσθη , και εἰχεν ὑποθεσιν το παθος
9999898 ὀρνιθες
, ἐπειδη τυφλος ὠν ἠρωτα την ἑαυτου θυγατερα πως αἱ ὀρνιθες ἱπτανται , και παρ ' αὐτης ἀκουων ἐλογιζετο κατα
ἐφικτῳ τοις βουλομενοις λαβειν νευοντων των κλαδων . οἱ τε ὀρνιθες κατᾳδουσιν , οἱ μεν ἐν τοις ὀρεσιν συγκαθημενοι ,
9999898 δριμυς
ὀντα νοηται . ἀλλα και δριμυς ἐστιν : ὁτι γαρ δριμυς , δηλοι αὐτου μια ἐπιστολη : μετα γαρ θανατον
τοις φυτοις και καρποις γινονται , και γαρ πικρος και δριμυς και ὀξυς , ὁ δ ' ἀλμυρος οὐκετι :
9999898 ἀληθινῳ
. ἀλλα ταυτα μεν ἐν μελεταις : ἐν δε τῳ ἀληθινῳ πολεμῳ τους μεν μελων ζημιωσει ἀποβολαις , τους δε
, φησιν , ἀλλα πραττειν , τα ὠφελιμα δηλονοτι τῳ ἀληθινῳ ἀνθρωπῳ , ἀλλα πραττει ἀγνοων δια την μοχθηριαν τον
9999897 Ἀλεξανδροιο
' ἐμμεμαυια δι ' οὐρεος , ἡχι και ἀλλαι Νυμφαι Ἀλεξανδροιο νεκυν περικωκυεσκον . Τον δ ' ἐτι που κρατερον
τῃ δ ' ἀρα διφρον ἑλουσα φιλομειδης Ἀφροδιτη ἀντι ' Ἀλεξανδροιο θεα κατεθηκε φερουσα : ἐνθα καθιζ ' Ἑλενη κουρη
9999896 ἀσθενεα
προφαινεται , ἐνιῃσι δε προφανεντα οἰχεται , τα δε γενομενα ἀσθενεα τε και ὀλιγα ἠ κακιω ἠ προ του ,
ἐπην δε το μεν νοσημα ἰσχυροτερον , τον δε νοσεοντα ἀσθενεα λαβῃς , ἀσθενεσι τοισι φαρμακοισιν εὐτρεπιζειν , ἁσσα αὐτου
9999896 ἀπεστρεψε
σε : ἀποστροφη το σχημα : νυν γαρ προς Ἀλεξανδρον ἀπεστρεψε τον λογον * και φησι * και δη σε
οὐδεμιαν ἡμεραν ὑπευθυνος εἰναι φημι . ἀκουεις , Αἰσχινη ; ἀπεστρεψε τον λογον , ἱνα δοκοιη τον ἐχθρον λυπειν ,
9999896 δορκαδες
νεβροτοκοι και ζορκες , τουτεστιν αὐτοι οἱ ἐλαφοι και αἱ δορκαδες . * κινωπησταις : ἑρπησταις κινουμενοις ἑρπυστικως * ζορκες
μεν και ὀρνιθες , διακεινται δε λεοντες τε ὁλοι και δορκαδες και συες και τιγρεων ὀσφυες , τα γαρ λοιπα
9999896 τερμινθινη
μηδεν ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη τερμινθινη καθ ' ἑαυτην ἐπι παιδων , γυναικων και ἁπαλοσαρκων
ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη ἡ τερμινθινη , καθ ' ἑαυτην μεν ἐπι παιδιων και γυναικων
9999896 Εὐρωπην
τας Ἀττικας ναυς . ἐν δε ταυταις κομισθεις εἰς την Εὐρωπην προηγε συμμιξων Ἀντιπατρῳ . κατα δε τουτους τους καιρους
ταυρον . τουτον Ἀ . μεν εἰναι φησι τον διαπορθμευσαντα Εὐρωπην Διι . . . Αὐτονοης δε και Ἀρισταιου παις
9999896 ἐλαιῳ
κυαμους τριψας λειον , διπλασιον δε ἐστω της ῥαφανου , ἐλαιῳ διειναι , ὁσον τεταρτημοριον κοτυλης , τουτο ἐγχειν χλιαρον
τῳ δε της ἀγριας μαλαχης χυλῳ εἰ τις χρισαιτο συν ἐλαιῳ , οὐτε ὑπο σφηκων πληγησεται , και τον φθασαντα
9999896 κοιλιᾳ
ἀληθως ἐστι θειος : „ ἐπι τῳ στηθει και τῃ κοιλιᾳ πορευσῃ „ : περι μεν γαρ τα στερνα ὁ
πιτταν . εἰχον γαρ οἱ Λακεδαιμονιοι τριηρεις . κενῃ τῃ κοιλιᾳ : ἀντι του πενης ὠν ἀναξιως ἐκ των κοινων
9999896 θυμβρα
σιτιων . ἐνταυθα δηπου και ὀριγανον και ὑσσωπον και ἡ θυμβρα και ὁ σκανδιξ και ὁ θυμος ἐπιτηδεια , και
και θωρακα , ἀδιαντον ἠ ἀμυγδαλα πικρα , γληχων , θυμβρα , ἰσχαδες λιπαραι . τουτοις ἁπασι χρηστεον ἐπι των
9999894 ἐνικησε
των Κορκυραιων , ἱνα μη τοις πολεμιοις ὑποχειριοι γενωνται . ἐνικησε δε και πεζῃ τους ἐπι τῃ γῃ λοφον τινα
τῳ Κλαυδιῳ . τους μεν οὐν Τιγυριους ὑποστρατηγος αὐτου Λαβιηνος ἐνικησε , τους δε ἀλλους ὁ Καισαρ , και Τρικουρους

Back