ἐς πατριδα γαιαν , πριν γ ' ὁτ ' ἀν Αἰγυπτοιο , διιπετεος ποταμοιο , αὐτις ὑδωρ ἐλθῃς ῥεξῃς θ
στοματων εἱλιγμενος εἰς ἁλα πιπτει , ὑδασι πιαινων λιπαρον πεδον Αἰγυπτοιο . οὐ γαρ τις ποταμων ἐναλιγκιος ἐπλετο Νειλῳ ,
9999933 σανιδες
δυο ὑποκεισθωσαν ἀπο ιδ ποδων . Ἐσονται οὐν περικειμεναι αἱ σανιδες : ἡ μεν μια ιβ ποδων ἡ φαινομενη :
το καταστρωμα . τα δε ξυλα ἐφ ' ὡν αἱ σανιδες ἐπικεινται , κανονια και σταμινες . το δε συνεχον
9999931 χιλιαδες
ἐπεθηκε θανοντι . Μυριασιν ποτε τῃδε τριηκοσιαις ἐμαχοντο ἐκ Πελοποννασου χιλιαδες τετορες . Ὠ ξειν ' , ἀγγελλειν Λακεδαιμονιοις ,
ὁπως ἐκδοθειεν μεν τοις Οὐννοις οἱ φυγαδες , και ἑξ χιλιαδες χρυσιου λιτρων ὑπερ των παλαι συνταξεων δοθειεν αὐτοις :
9999929 ἀπηγγελλετο
: ὡς δε τοις Φωκευσιν ἡ Κριτολαου συμφορα και Ἀχαιων ἀπηγγελλετο , ἀπελθειν ἐκ της Ἐλατειας κελευουσι τους Ἀρκαδας .
. Ὁ δε εἰκοτως ὡσπερ ὑβριοπαθει ὁτι συμπαθεια τις αὐτῳ ἀπηγγελλετο μηδεν ὁλως των κακων πλημμελησαντι , εἰς ἀποκρισεις δε
9999928 Ἀλεξανδροιο
' ἐμμεμαυια δι ' οὐρεος , ἡχι και ἀλλαι Νυμφαι Ἀλεξανδροιο νεκυν περικωκυεσκον . Τον δ ' ἐτι που κρατερον
τῃ δ ' ἀρα διφρον ἑλουσα φιλομειδης Ἀφροδιτη ἀντι ' Ἀλεξανδροιο θεα κατεθηκε φερουσα : ἐνθα καθιζ ' Ἑλενη κουρη
9999923 θυμιατηρια
στεφανος ἐπεκειτο ἐκ μυριων κατεσκευασμενος χρυσων . ἐπομπευσε δε και θυμιατηρια χρυσα τριακοσια και πεντηκοντα , και βωμοι δε ἐπιχρυσοι
. μεθ ' οὑς Νικαι χρυσας ἐχουσαι πτερυγας , φερουσαι θυμιατηρια ἑξαπηχη , ζῳωτους ἐνδεδυκυιαι χιτωνας , μετα δε ταυτας
9999922 τρισκαιδεκατῃ
Θεοπομπος μεν ἐφη ὁ Χιος ἐν ταις Ἑλληνικαις κἀν τῃ τρισκαιδεκατῃ δε των Φιλιππικων Ἀγησιλαῳ τῳ Λακωνι εἰς Αἰγυπτον ἀφικομενῳ
θεσθαι Τηλεγονον και Ἀντικλειαν . Πολυβιος δ ' ἐν τῃ τρισκαιδεκατῃ των ἱστοριων Φιλιππου του καταλυθεντος ὑπο Ῥωμαιων κολακα γενεσθαι
9999921 τεσσαρεσκαιδεκα
Εὐναπιου Χρονικης ἱστοριας της μετα Δεξιππον νεας ἐκδοσεως ἐν βιβλιοις τεσσαρεσκαιδεκα . ἀρχεται μεν της ἱστοριας ἀπο της Κλαυδιου βασιλειας
πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε ἑκατον τεσσαρεσκαιδεκα . Ἀντιγονος δ ' ἐκ μετεωρων τοπων κατιδων την
9999921 κινδυνωδες
, κακιον γιγνεται : το τε γαρ ξανθον ἀκρητον ἐον κινδυνωδες , το δε λευκον και γλισχρον και στρογγυλον ἀλυσιτελες
. ἐνθεν τοι και ἀνθρωπῳ δηγμα ἀνθρωπου μιαρον ἐστι και κινδυνωδες οὐδενος θηριου μειον . Ἐν ὡρᾳ θερειῳ , ἀμητου
9999920 ἐμελησε
ἠ ἀναγινωσκειν . ταυτας δε τας σχεσεις καλουσιν , οἱς ἐμελησε της τουτων τεχνολογιας , των προτασεων ὑλας , και
τας λειτουργιας : σεμνη γαρ ἡ ἀναπαυσις και βεβηκυια : ἐμελησε γαρ τῳ ῥητορι του μη διολου καλλωπιζειν δοκειν .
9999919 ἐνεγραφη
εὐπρεπειαν και λαμπροτητα εὐγενειας , ἐθυε τοις θεοις , και ἐνεγραφη εἰς την ἱερωσυνην εἰς τον Λευκιου Δομιτιου τοπον τετελευτηκοτος
και διαλεγομενος , ἀλλα και χρηματα πλειστα ἐξελεξε και φυλαις ἐνεγραφη πολεων μικρων τε και μειζονων . παρηλθε και ἐς
9999918 Ἀμαζονες
: Νεπτουνις ἡ Ἱππολυτη ἐκαλειτο ἀφ ' ἡς και αἱ Ἀμαζονες Νεπτουνιδες . ἐπεστρατευσαν δε τῃ Ἀττικῃ αἱ Ἀμαζονες και
γαρ και ἀρσενικως , ὡς παρα Κρατινῳ : ἱν ' Ἀμαζονες ἀνδρες ἐασιν : ἀλαζων ἀλαζονος : το γαρ ἐθνικον
9999918 ἐτυγχανες
και μαλιστ ' εἰ και προτερος αὐτος εὐ ποιησας τουτον ἐτυγχανες . εἰθ ' ὡν οὐκ ἀν ποτ ' αὐτος
οὐ γαρ οἰδα τι ἀν δεινοτερον ἐπασχομεν , εἰ ἀπων ἐτυγχανες , οὑ νυν παροντος βλαπτομεθα . εἰ δ '
9999917 φιλανθρωπιᾳ
εἰ μη τουτο , γοητευθεντα και φενακισθεντα τῃ περι τἀλλα φιλανθρωπιᾳ και ταυτ ' ἐλπισαντα παρ ' αὐτου . οὐκ
θειοις ἐρυμασιν ἐνεσχεθησαν , εὐσεβειᾳ , δικαιοσυνῃ , πραοτητι , φιλανθρωπιᾳ . ἐξιτε οὐν ἠδη θαρσουντες ἐκ των τειχισματων :
9999917 Καταπλασμα
ἠ λεκιθου , και ὀλιγου οἰνου , καταπλασσε . [ Καταπλασμα ὀφθαλμων . ] Καλως ποιει πιτυος φλοιος και ἀλφιτα
φυλλων , βατου ἀκρεμονων ἰσα ἑψησας ἐν ὑδατι ἐγκαθιζε . Καταπλασμα . Κυτινους ὀξυμελιτι προσλαβων , ἠ κηκιδα ἠ βαλαυστιον
9999917 φυσωδες
και λεπτυντικης . ἡ δε ῥιζα προς τοις εἰρημενοις και φυσωδες τι κεκτηται και ἀφροδισιαστικον . το δε σπερμα το
οὑτος γαρ μεγα εἰχε το αἰδοιον . γινεται δε δια φυσωδες πνευμα : και δει γυμνασια ἐπιταττειν και θερμην διαιταν
9999917 τερμινθινη
μηδεν ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη τερμινθινη καθ ' ἑαυτην ἐπι παιδων , γυναικων και ἁπαλοσαρκων
ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη ἡ τερμινθινη , καθ ' ἑαυτην μεν ἐπι παιδιων και γυναικων
9999917 τρισκαιδεκα
οὑς ἀποκτεινων ὁ Οἰνομαος ἀνεβαλλετο τον της θυγατρος γαμον ἐπι τρισκαιδεκα ἠδη νεοις . ἀλλα ἡ γη νυν ἀνθη φυει
ἀπερχεται μισθον οὐκ ὀλιγον της ἀγγελιας προλαβων . ἑωθεν δε τρισκαιδεκα ἡκουσιν κομιζοντες , ἑκαστος ὡς πολλα εἰπε και ὡς
9999916 ἐναλλαγη
δε γινεται το ζητημα : οὑτως οὐν ἡ των πραγματων ἐναλλαγη ποιει τα ἐσχηματισμενα , και οὐχ ἡ των προσωπων
κλεμμα λεγων , ἀλλ ' οὐ κατορθωμα . δωροδοκημα ] ἐναλλαγη των παρισουσων συλλαβων . και τοτε και νυν ἀει
9999915 φαρμακα
προσφυεις . των δε ἀλλων τους μεν εὐθραυστους , τα φαρμακα δυνανται διαλυοντα ἐκκρινειν . τους δε στερεους και δυσλυτους
δοκει καλλιστος των θεων . και μην τα γε ὠφελιμα φαρμακα τοις μεν νοσουσιν ὠφελιμα , τοις δε ὑγιαινουσι περιττα
9999915 ἀπελαβε
τα περατα καταμετρησῃ τῳ λογισμῳ . . Ἡ μεν σαρξ ἀπελαβε τα περατα της ἡδονης ἀπειρα , και ἀπειρος αὐτην
παραδους δ ' αὑτον και την βασιλειαν Ἀλεξανδρῳ παλιν ταυτην ἀπελαβε δια την του κρατουντος ἐπιεικειαν . ὁ δε Σωπειθης
9999915 δυσωδες
ἐστι και την αἰτιαν ἑκαστου εἰπειν . το λεπτον και δυσωδες οὐρον ἐνδεικνυται ἐσχατην ἀπεψιαν και ἀκραν καταβολην των φυσικων
οἱ πολλοι ἀπολλυνται . Οἱσι καιομενοισι πυον βορβορωδες ἐρχεται και δυσωδες , ἀπολλυνται ὡς τα πολλα . Οἱσιν ἀπο του
9999913 χαλκευτικη
μεταλλευτικη και ὑλοτομικη : παρασκευαστικαι γαρ εἰσιν . ἡ δε χαλκευτικη και ἡ τεκτονικη μετασχηματιστικαι εἰσιν : ἐκ μεν γαρ
ἀμφω : ἀναγκαιαι μεν και χρησιμοι , ὡς οἰκοδομικη και χαλκευτικη , και γεωργια και ῥητορικη : ψυχαγωγικαι δ '
9999913 συλλογισμῳ
των προτασεων μειζονι : οὐ γαρ ἀλλως ἐγχωρει ἐν ἑνι συλλογισμῳ συναγεσθαι τα ἀντικειμενα , ὡσπερ εἰρηται , οἱον ἐν
και το ἀναγκαιον , τουτο ὑλικον ἐστιν . ἐν τῳ συλλογισμῳ ἀρα ὁ μεσος ὡς ὑλικον ἐστιν αἰτιον : ὡστε
9999912 πυρωδες
Αἰγυπτιοι : πνευματικωτατον γαρ το ζωιον παντων των ἑρπετων και πυρωδες ὑπ ' αὐτου παρεδοθη : παρ ' ὁ και
περι την γλωσσαν στρυφνοις και δριμεσι , λαμπρον δε το πυρωδες λευκον , τα δε ἀλλα ἐκ τουτων : ἐν
9999912 θηριωδες
το των νεμομενων τας χωρας ἐκεινας ἀμορφον και ἀκαθαρτον και θηριωδες . τα δε λοιπα του τεταρτημοριου μερη περι το
οἰδε γαρ Ἱπποκρατης και ἐμμεσα ἐναντια . ιβʹ . Το θηριωδες φθινοπωρον , καρδιαλγιαι και το φρικωδες και τα μελαγχολικα
9999912 ἐβουλομεθα
ὀντας και τα ὁπλα ἐχοντας ἐν χερσιν , οὐτε προτερον ἐβουλομεθα μαχην συναπτειν οὐτε νυν ἐτι θαρσουμεν ἐπι τοιουτοις συμμαχοις
δη γελοιοτατον , πασαι γαρ ἐπι ταὐτον ἀνισταμεναι ἀλληλας λανθανειν ἐβουλομεθα : θατερᾳ δε οἱ ἀνθρωποι ὑπο την λοχμην παρηρχοντο
9999911 ἡμισειᾳ
τῳ ΑΕΖ τριγωνῳ , ἡ ἀρα ΑΒ τῃ ΕΗ τῃ ἡμισειᾳ της ΕΖ ἰση ἐστιν , ὡς ἐν τῳ προ
τῃ ΗΘ ἰση : ἡ ἀρα ΑΗ ἰση ἐστι τῃ ἡμισειᾳ της ΖΘ . ἐαν ἀρα δια των ΖΘ ,
9999911 ἀφαιρεισθω
Φιλισκος ἀφῃρεθη το εἰναι ἀτελης , αἱδε ἐγενοντο , μη ἀφαιρεισθω δε αὐτον τα περι τῳ βλεμματι και τῳ φθεγματι
. ἐστω ἑξ και ἑξ : ἀπο θατερου των ἑξ ἀφαιρεισθω τυχον τρια και προστεθεισθω θατερῳ [ β ] :
9999911 λαμβανῃς
συμβουλευομενος καταμανθανεις τους φρονιμους , οὑτω και των θεων πειραν λαμβανῃς θεραπευων , εἰ τι σοι θελησουσι περι των ἀδηλων
προς το ὀα στιξον , ἱνα προς το ἀπυων ἐξωθεν λαμβανῃς ἐσται λογιζομενος καθολικον το γυναικοπληθης ὁμιλος δια πασας τας
9999911 Θουκυδιδης
παυσασθαι τον πολεμον ἐστιν ὁ Κλεων . ὁπερ οὐν και Θουκυδιδης ἱστορει δια τουτων : “ ἐπειδη και ἡ ἐν
ἑκατερον αὐτων . και ὁριστικῳ συντασσεται ῥηματι και ἀπαρεμφατῳ . Θουκυδιδης ἐν δʹ : ” ἐφ ' ᾡ φυλακῃ τῃ
9999910 βραχιονι
τορμους ἠ κονδυλους . και του πηχεως την ὑπο τῳ βραχιονι συμβολην κατα μεν την ἐνδοθεν κοιλοτητα ὀλεκρανον καλεισθαι νομιζουσιν
μασχαλην , βροχος ὁ καρχησιος ἠ ἀλλος ἰσοτονος περιτιθεσθω τῳ βραχιονι , και αἱ του βροχου ἀρχαι ἀγεσθωσαν κατω και
9999910 ἀνηνεγκε
οἱ δε το ἀνεριναστος μαλακος και ἀγονος . ἀνηνεχθη : ἀνηνεγκε και ἀνελαμβανεν αὑτον . Μενανδρος Ῥαπιζομενῃ και Θεοπομπος :
του εὐσεβους ἐπικληθεντος , και Ἀδριανου ἐκγονος κατα θηλυγονιαν , ἀνηνεγκε δε το γενος αὑτη ἐπι Τραϊανον προπαππον . γενους
9999910 συμπεπληρωσθω
. κεισθω τῃ ΑΗ ἰση παλιν ἡ ΓΤ , και συμπεπληρωσθω ὁμοιως το ΓΦ στερεον . ἐπει ἐστιν ὡς ἡ
και ἀναγεγραφθω ἀπο της ΑΒ τετραγωνον το ΑΔ , και συμπεπληρωσθω το ΑΖ παραλληλογραμμον . και ἐπει το ΒΖ το
9999910 φλεγματοϲ
ρδ Κοινον καθαρτηριον ρε Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ ρϚ Χοληϲ και φλεγματοϲ ἀγωγα ρζ Ἀλοηδαρια δοκιμα ρη Ἀλοηδαρια Ὀριβαϲιου ρθ Ἀλλωϲ
ἐμφρονεϲτερον και τουϲ τον ἀλλον τροπον ἐκμανενταϲ και τοιϲ ἀπο φλεγματοϲ νοϲημαϲι κρατιϲτον ἐϲτιν : οἱ δε και εὐϲιτοτεροι ἀντι
9999910 ῥητορικη
γαρ ζητουμενον ὡς ὁμολογουμενον ἐλαβε : ζητουμενου γαρ εἰ ἐστι ῥητορικη , ὡς ἐφ ' ὡμολογημενων αὑτη προβαινουσα ἐφη ,
ἀγαθου τινος ἑνεκα ποιουσιν ἁ ποιουσιν , ἰατρικη ὑγειας , ῥητορικη του εὐ λεγειν , σκυτοτομικη του περισωζεσθαι το σωμα
9999910 σμικροτητι
ἀλληλων και του ὁλου , ἀλλ ' ἠ μεγεθει και σμικροτητι ; Ἐκεινως μοι φαινεται , ὠ Σωκρατες , ὡσπερ
μεν και κουφον και μαλακον και σκληρον και μεγεθει και σμικροτητι και τῳ μανῳ και πυκνῳ , θερμον δε και
9999910 Κρητικα
. „ παλιν δ ' ἐν τοις ἑξης και τα Κρητικα συμπλεκει τουτοις „ ὠ θαλαμευμα ” Κουρητων , ζαθεοι
ὀρχηστην περ ἐοντα ἐγχος ἐμον κατεπαυσεν . ὁθεν και τα Κρητικα ὑπορχηματα : Κρηταν τε καλεουσι τον τροπον και το
9999910 ῥητορικα
ὡςτε μηδεν ἡμας δυνασθαι διαφυγειν . τα τοινυν ἰδια και ῥητορικα ἠθη τουτοις διαιρειται : κατα ἐθνη , γενη ,
, οἱον ῥητορσι τε και γραμματισταις , αὐτους δε τα ῥητορικα ἠ τα γραμματιστικα οὐκ ἐργαστεον . τῳ γαρ ὀντι
9999910 ἀπελυθη
και οὑτως αὐτην ὀνομασαντος , καθαπερ αὐτος δεθεις των κωλων ἀπελυθη ὑπο γυναικος , οἱ δε , θυγατρος του ἀρχιλῃστου
δοντος τῳ Θεμιστοκλει λογον και μαθοντος ὡς οὐδεν ἠδικησεν , ἀπελυθη της τιμωριας . δοξας δε παραδοξως ὑπ ' ἐχθρου
9999910 ἀριθμητικῃ
τε και γεωμετρικῃ ταυτην ἐκδεχεσθαι , ἐφαμεν δε ἡμεις τῃ ἀριθμητικῃ μονῃ ὑπεναντιον τι πασχειν , συλληψεται ἡμιν κἀκεινο :
πλευρας ἐκ των ἀριθμων . διο εἰρηται και ἐν τῃ ἀριθμητικῃ πραγματειᾳ ὁτι προτερα ἐστι πασων των ἐπιστημων ἡ ἀριθμητικη
9999909 φρουριῳ
ἐν πεδιῳ ἱδρυμενον Γαζακα , [ χειμερινον δε ] ἐν φρουριῳ ἐρυμνῳ Ὀυερα , ὁπερ Ἀντωνιος ἐπολιορκησε κατα την ἐπι
φευγοντας ἐκ των πολεμιων . . εἰσω λεγει ἐν τῳ φρουριῳ . λεγει δε ὁτι ὁ βουλομενος ἁρπασαι τι εἰσιτω
9999909 ἐλευθερῳ
ἀγνοεις . εἰ δε ᾐδεις , ὁτι αὐτοπραγια μεν οἰκειοτατον ἐλευθερῳ , οἰκετῃ δ ' ἀλλοτριον , ἐπεπαιδευσο ἀν αὐθαδειαν
του πυρεττοντος πολυ ἀθλιωτερος , διπλασια γουν ἐσθιει ματην . ἐλευθερῳ το καταγελασθαι μεν πολυ αἰσχιστον ἐστι , το δ
9999909 χορειᾳ
των ἐκφρονων βακχειων ἰασεις , ταυτῃ τῃ της κινησεως ἁμα χορειᾳ και μουσῃ χρωμεναι . Τις οὐν αἰτια τουτων ,
ἐς τριακοντα : και τῃ μεν σεμνῃ μελῳδιᾳ τε και χορειᾳ ἠτοι θεωμενους ἠ και αὐτους ἐνεργουντας ἐπαιδευον τους ἐνδοξοτερους
9999909 Θουκυδιδην
την εἰκονα ἐποιησε Κριτιας , Οἰνοβιῳ δε ἐργον ἐστιν ἐς Θουκυδιδην τον Ὀλορου χρηστον : ψηφισμα γαρ ἐνικησεν Οἰνοβιος κατελθειν
. ἀφικνουμενου αὐτου : του Θουκυδιδου . αὐτον : τον Θουκυδιδην . περιποιησειν : σωσειν . ἀνειπων : ἀνακηρυξας .
9999908 ἐφθειρε
δε ἐκ ταυτης γεννησας παιδα Ἰτυν , και Φιλομηλας ἐρασθεις ἐφθειρε και ταυτην , εἰπων τεθναναι Προκνην , κρυπτων ἐπι
λεοντα . οὑτος γαρ ὁρμωμενος ἐκ του Κιθαιρωνος τας Ἀμφιτρυωνος ἐφθειρε βοας και τας Θεσπιου . βασιλευς δε ἠν οὑτος
9999908 φαλαγγια
' ἡμερας πεντηκοντα ἐκ των ᾠων πουλυποδια ἐξερπει ὡσπερ τα φαλαγγια πολλα . ὁ δε θηλυς πουλυπους ὁτε μεν ἐπι
περι θηριων και Ἀριστοτελης φησιν ὁτι ἐν γυργαθοις γεννωσι τα φαλαγγια , τικτει δε ὑπερ τα τριακοντα , γεννηθεντα δε
9999908 ἀλεξιφαρμακα
φυλλον ὁμοιον σκιλλῃ : χρησθαι δε αὐτῳ προς τε τα ἀλεξιφαρμακα και τας μαγειας : οὐ μην ὀρυττειν γ '
μιξασα ἐδωκεν Ἰασονι ἡ Μηδεια . ἀντιτομα δε εἰπε τα ἀλεξιφαρμακα κατα μεταφοραν την ἀπο των ῥιζοτομων : ἁπλουστερον γαρ
9999908 θεραπευθῃ
καθαιρειν την κεφαλην και καιειν τας φλεβας : κἠν ἀρχομενος θεραπευθῃ ταυτα , ἱσταται το κακον και οὐ χωρεει ἐπι
ἐπιδεχεται . τα δε χρονιζοντα ἐν τῳ πνευμονι ἑλκη κἀν θεραπευθῃ ποτε , καταλειπει γε τι λειψανον ἐν αὐτῳ τυλωδεϲ
9999908 χρωμεθα
ὑπο το γενειον ἀγαγοντας ἁμματιζειν , τουτῳ και ἐπι ἰνιῳ χρωμεθα τας ἀρχας ἐκ πλαγιων της κεφαλης ἁμματιζοντες . Κεφ
γευστων μεταφερομεν τας ἐπικλησεις και ταις των χυμων προσηγοριαις ἀναλογον χρωμεθα ἐπι των ὀσφραντων : οὐδεμια γαρ λανθανει χυμου διαφορα
9999908 ἀδειᾳ
των πολεμουντων ἀωρι των νυκτων και τουθ ' ὑπορυττοντες ἐν ἀδειᾳ πολλα τουτου κατεσπασαν εἰς ἐδαφος μερη , ὡστ '
. ὁ δε σοφος οὑτος Λυκοφρων οὐκ οἰδ ' ὁποιᾳ ἀδειᾳ τους Φαιακας και Δαυνιους ἠτοι τους Καλαβρους Αὐσονας καλει
9999908 ἡδονη
προκριθεισης γουν της Ἀφροδιτης , αὑτη δ ' ἐστιν ἡ ἡδονη , παντα συνεταραχθη . και μοι δοκει και ὁ
' εἰ τις αὐτῳ τουτῳ διαφερει , τῳ ἡ μεν ἡδονη εἰναι , ἡ δε μη ἡδονη , των ἡδονων
9999908 ἡμιφωνα
ἑαυτα φωνειται και μεθ ' ἑτερων και ἐστιν αὐτοτελη : ἡμιφωνα δ ' ὁσα μετα μεν φωνηεντων αὐτα ἑαυτων κρειττον
το θ : οὐδενος δε πεφυκε προταττεσθαι των ἀφωνων τα ἡμιφωνα . τουτοις ἐπιφερεται τριτον κωλον τουτι πολυβατον οἱ τ
9999907 φαλαγγες
νηας , στησε δ ' ἀγων ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες . ἐς δε την Ὀδυσσειην ταδε ἐποιησεν , ὡς
„ στησε δ ' ἀγων , ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες ” , „ μαρτυρι χρησασθαι τῳ ποιητῃ του την
9999907 λογιζεσθε
. το δε φιλομμειδης Ἀφροδιτη , κἀν ἐγω παραλειψω , λογιζεσθε . ὁ δε Ἐρως και ἀνεκαγχασεν εὐστοχως την Αἰητου
ἠ διειναι , ὡς ἀν τις μηδετερου δικαιως τυχοι . λογιζεσθε γαρ , εἰ μεν , ὠ ἀνδρες Θηβαιοι ,
9999907 θαυμαστῳ
φαυλως και κατα την του ἑνος εἰργασμενου τεχνην , τῳ θαυμαστῳ και πολυτεχνῳ δημιουργηματι , μηδε αὐτους ἐκεινους ἀρεσκοντι τους
ἐπραξαν , και τους πολεμιους ἀνεστησαν ἐκειθεν , ἐν φοβῳ θαυμαστῳ γενομενους : πληθους δ ' ἐπιχυθεντος αὐτοις , ἀπεχωρησαν
9999906 θαλαμῳ
. ἐν θαλαμῳ : το σημειον , ὁτι το ἐν θαλαμῳ πλεοναζει : ἱκανον γαρ ἠν εἰπειν εἰς Ἀϊδαο δομον
πεσοντος του συνδεσμου ἐγενετο καδ δ ' ἱς ' ἐν θαλαμῳ , ὁμολογως οὐν γενομενης ἐσωθεν της κλισεως , ὁτι
9999906 κρητηρα
θρονους τε : τοις δ ' ὁ γερων ἐλθουσιν ἀνα κρητηρα κερασσεν οἰνου ἡδυποτοιο , τον ἑνδεκατῳ ἐνιαυτῳ ὠϊξεν ταμιη
: ἐστι γαρ ἐν τοις εὐ πεποιημενοις : και το κρητηρα τετυγμενον σημαινει τον εὐ τετυγμενον . και ἀλλα δε
9999906 κοιλιᾳ
ἀληθως ἐστι θειος : „ ἐπι τῳ στηθει και τῃ κοιλιᾳ πορευσῃ „ : περι μεν γαρ τα στερνα ὁ
πιτταν . εἰχον γαρ οἱ Λακεδαιμονιοι τριηρεις . κενῃ τῃ κοιλιᾳ : ἀντι του πενης ὠν ἀναξιως ἐκ των κοινων
9999906 βραχειᾳ
κονδος ἐπιθετον και ὁ μυνδος . Τα εἰς ΔΟΣ ὑπερδισυλλαβα βραχειᾳ παραληγομενα προπαροξυνεται : ὀμαδος κελαδος Τενεδος κορυδος , ὁπερ
ἐστι χρησιμος , ὁμοιως ταις ῥιζαις αὐταις γλυκυς ὑπαρχων ἁμα βραχειᾳ τινι στυψει . εἰη ἀν οὐν ἡ φυσις αὐτης
9999906 κολλωδες
και μιξαντες τον καρπον του παλιουρου . Τουτου γαρ συμμιγεντος κολλωδες μεν το παν πολυ μαλλον γινεται , δοκει δ
οἰνον , ἠ ἐμβληθηναι εἰς τους πιθους , παχυ και κολλωδες ᾐ το γλευκος , μονιμωτερος ἐσται ὁ οἰνος :
9999905 Ἱπποκρατηϲ
τινων νοϲηματων ἀπαραιτητον πολλακιϲ ἐχει την ἀγωνιαν : διοπερ ὀρθωϲ Ἱπποκρατηϲ ὀξυν ἀπεφηνατο τον καιρον . ἐκεινουϲ μεν γαρ ἐν
ψυξεωϲ ἀμετρου : το γαρ ψυχρον φλεβων ῥηκτικον , φηϲιν Ἱπποκρατηϲ . εἰ δε κατα διαβρωϲιν , οὐκ ἀθροωϲ ἀλλα
9999905 ἐξεπλευσε
ἐπεδειξατο , ὁστις παραλαβων πασας πολεις ἐφ ' ἁς ἀρξων ἐξεπλευσε στασιαζουσας δια το τας πολιτειας κινηθηναι , ἐπει Ἀθηναιοι
της γυναικος ἀναιρεσιν και του Περδικκου , τον στολον ἀναλαβων ἐξεπλευσε και κατηντησεν εἰς Τυρον . ὁ δε της πολεως
9999904 σκεπασμα
] ἐν θολῳ θολερῳ ] τεταραγμενῳ πωματι ] πωμα το σκεπασμα , πομα το πινομενον ἡμιδαες ] ἡμισυ ἡμιδαες ]
θαλπει και πολλοις σκληροτεροις ἑαυτου σωμασι χρῃζει το συμφυτον αὐτου σκεπασμα παρασκευασθηναι πως ὑφ ' ἡμων ἀριστον εἰς δυσπαθειαν .
9999904 ἐπλησθη
διοπερ τοσουτων νεων και των ἐν αὐταις γεγενημενων ἀνδρων ἀπολωλοτων ἐπλησθη της Κυμαιων και Φωκαεων ἡ παραθαλαττιος χωρα νεκρων και
μεν Ἰωνες συστελλουσι και ὁ Ποιητης των δ ' ἁπαν ἐπλησθη πεδιον . . . οἱ δε Ἀττικοι ἐκτεινουσι την
9999904 Ἡρακλεα
ἐπι τῳ κατηγορειν , Βουσιριν δε ἐπι τῳ ξενοκτονειν και Ἡρακλεα παλιν ἐπι τῳ ἀθλειν , παραιτητεον . . .
ἠχθη πρωτη . βʹ . Ὀσορχω ἐτη ηʹ , ὁν Ἡρακλεα Αἰγυπτιοι καλουσι . γʹ . Ψαμμους ἐτη ιʹ .
9999904 φλεγμονηϲ
των ἐν ταιϲ θερμαιϲ και ξηραιϲ κραϲεϲι γιγνομενων πυρετων χωριϲ φλεγμονηϲ και ϲηψεωϲ . ὁϲοι την κραϲιν πικροχολοι και την
ἠ φοινικων ἠ μυξων ἠ φακηϲ : ἐνδιδουϲηϲ δε τηϲ φλεγμονηϲ ἠ ἀκμαζουϲηϲ μικτεον αὐτοιϲ το μελι , ὁ ἐν
9999903 ἀρτηριᾳ
ϲτυψεωϲ : ὁθεν και τραχυτηταϲ ἐκλεαινει , οὐ ταϲ ἐν ἀρτηριᾳ μονον , ἀλλα και ἐν ψωρωδει κυϲτει : ἐϲτι
ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ ἑλκων , ὁϲα ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ γιγνεται ἑλκη κατα τον ὑπαλειφοντα αὐτην ἐνδον ὑμενα και
9999903 Κρατηρ
ἐκτεταμενας τας χειρας ἀνω και ὁ νωτος της Ὑδρας και Κρατηρ και Κυμβαλα και οἱ Φρυγιοι Αὐλοι και τα μεσα
Ὑδρος [ τε και Κρατηρ ] ἑως Κορακος . παρειται Κρατηρ . Ἰχθυων ἀνατελλοντων ἀνατελλει νοτιος Ἰχθυς οὐχ ὁλος Ἀνδρομεδας
9999903 ἐλαιῳ
κυαμους τριψας λειον , διπλασιον δε ἐστω της ῥαφανου , ἐλαιῳ διειναι , ὁσον τεταρτημοριον κοτυλης , τουτο ἐγχειν χλιαρον
τῳ δε της ἀγριας μαλαχης χυλῳ εἰ τις χρισαιτο συν ἐλαιῳ , οὐτε ὑπο σφηκων πληγησεται , και τον φθασαντα
9999902 ἀπαλλαγῃ
ἡ δε πολυφωνιας και πολυεργιας και διαφωνιας . Ἐπειδαν γαρ ἀπαλλαγῃ ψυχη ἐνθενδε ἐκεισε , ἀποδυσαμενη το σωμα , και
ἑτερῳ ἐσεσθαι . φερε γαρ , ἐαν νυνι Ἀνδοκιδης ἀθῳος ἀπαλλαγῃ δι ' ὑμας ἐκ τουδε του ἀγωνος και ἐλθῃ
9999902 δενδρῳ
τε ] ἀνδραχνου το ὑπολοιπον : τραφηναι δε ὑπο τῳ δενδρῳ τον Ἑρμην τουτῳ νομιζουσιν . οὐ πορρω δε θεατρον
. ὁταν δε ἐμπαλαχθωσιν αὐτῳ , προσαραττουσι την οὐραν ἠ δενδρῳ ἠ τοιχῳ ἠ αἱμασιᾳ : παιομενοι δε οἱ σφηκες
9999902 τεσσαρεσκαιδεκατῃ
, ἐκ τρωματος κεφαλης ὡς δωδεκαετης θνησκει ἐν μεσῳ θερει τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἡμερῃ : θυρην τις αὐτῃ ἐνεβαλε , και το
, ὁτι τῃ μεν δεκατῃ ἱδρως ἀνω , τῃ δε τεσσαρεσκαιδεκατῃ κατω . διατι δε , οὐκ ἰσμεν . ἀλλα
9999902 ἀπελυσε
τοξευσας τον ἀετον ἀπεκτεινε , τον Προμηθεα δε κακης μεριμνης ἀπελυσε . ταυτα δε ἠν πασχων ὁ Προμηθευς δια δυο
παρεσπονδηκοτων ὑμων και ἐς πρεσβεις ἁμαρτοντων , ἡ τε πολις ἀπελυσε , κἀγω καταχθεντας ἐς το στρατοπεδον προς ὑμας ἠδη
9999902 ὑπεταξε
εἱλε πολεις ] τουτο θαυμαστικως φησιν ὁτι τῃ ἀρετῃ Ἑλληνας ὑπεταξε Δαρειος , ἀλλ ' οὐκ ἀναγκῃ . . ὁσας
τον κοσμον ἑνεκα του ἀνθρωπου και πασαν την κτισιν αὐτου ὑπεταξε τῳ ἀνθρωπῳ , και την ἐξουσιαν πασαν ἐδωκεν αὐτῳ
9999902 ἀπηντησε
και ἐνταυθα ᾠκειτο πολις μεγαλη ὀνομα Ὠπις : προς ἡν ἀπηντησε τοις Ἑλλησιν ὁ Κυρου και Ἀρταξερξου νοθος ἀδελφος ἀπο
τοσουτῳ χειμωνι χρησασθαι : και γαρ , εἰ μηδεν φαυλον ἀπηντησε , τουτο τῃ τυχῃ λογιστεον , αὐτους δε οὐ
9999902 πτερυγες
μεν ἠ κατα νητταν , ὁμοιος δε . ] ἠ πτερυγες ἠ τι και ὁπου μερος τι πτερου ἠ μοριον
τουτο εἰρηται δια το πτερυγας ἐχειν τας Θετταλικας χλαμυδας . πτερυγες δε καλουνται αἱ ἑκατερωθεν γωνιαι δια το ἐοικεναι πτερυξιν
9999902 ἐρασθεισα
ἠν ἡ μονη ἡδομενῳ : Πολυμηλη γαρ των Αἰολιδων τις ἐρασθεισα αὐτου κρυφα συνην . ὡς δε τους ἀνεμους ἐγκεκλεισμενους
πολις Καριας , ἀπο Καυνου , οὑ ἡ ἀδελφη Βυβλις ἐρασθεισα φευγοντος ἐκεινου [ ἀπηγξατο ] . ὁθεν ἡ παροιμια
9999902 ἐσθιετω
οἰνον ἐπιχεουσα πινετω , και ἐς τα λοιπα ἐλαιον ἐπιχεουσα ἐσθιετω : και των δριμεων και των ἁλμυρων και ὀξεων
προσδεχηται , και ὑποθυμιῃν ὁκοσα ξηραινει , και των πουλυποδων ἐσθιετω , και την λινοζωστιν . Ἠν λειανθεωσιν αἱ μητραι
9999901 γονη
ταυτα ἐστιν ἀληθεα : τῃσι πρωτῃσι των ἡμερεων ὁκοταν ἡ γονη ἐς τας μητρας πεσῃ , ἐλαχιστον αἱμα ἐρχεται ἀπο
θωυμαστη αὐτεων ἡ φυσις : πρωτον μεν γαρ το παν γονη εἰσι , και ἠν ἀποδυσῃς κυαμον ἐτι χλωρον ἐοντα
9999900 φλεγματωδεα
λευκα γινεται μαλιστα ταυτην την ὡρην , και τἀλλα νοσηματα φλεγματωδεα . Του δε ἠρος το φλεγμα ἐτι μενει ἰσχυρον
ἐπιμηνια χωρησει οἱ φλεγματωδεα : γνωστον δε ἐστιν ἠν χωρεῃ φλεγματωδεα : ὑμενωδεα τε γαρ φαινεται οἱ , και ὡσπερ
9999900 χολωδεσι
πλειους αὐτων . τοιαυτα μεν οὐν τα γνωρισματα της ἐπι χολωδεσι και θερμοις χυμοις γινομενης κωλικης διαθεσεως . θεραπευειν οὐν
πληθει χυμων ὠμων συγκοπτομενους διαγινωσκειν χρη . Τους δε ἐπι χολωδεσι και λεπτοις χυμοις συγκοπτομενους ἐνεστι σοι διαγινωσκειν οὑτω :
9999900 στεφανῳ
, και ὁπως Λεοννατος ἐπι τῳδε ἐστεφανωθη προς Ἀλεξανδρου χρυσῳ στεφανῳ ἐν Μακεδοσιν . ἐνταυθα σιτος ἠν νενημενος κατα προσταγμα
και το θεατρον ἡμιν λαμπροτερον , ἐπ ' ἰσης τῳ στεφανῳ και τῳ κηρυγματι : ὡσπερ οὐν ἡ Θετις ἡ
9999900 ἐδηλωσεν
] * Δια του εἰπειν δελφινων το ἐν νησῳ οἰκειν ἐδηλωσεν : ἐν γαρ τῃ θαλασσῃ ἡ νησος , της
αὐτην δυναμιν ἐχει : ἀλλα περι ἑνος εἰπων περι παντων ἐδηλωσεν . οὐ γαρ δηπου ἐαν μεν τις πατραλοιαν ἠ
9999900 αἰνιγμα
της Σφιγγος της ἀσαφους . ἐπει πασι δυσνοητον ἠν το αἰνιγμα πλην του Οἰδιποδος μονου . δια γαρ τουτον ξυνετον
ἐν τουτοις εὐτυχηκεναι φημι . δει δη με λυσαι το αἰνιγμα , και ἐπι τουτο εἰμι . Ἀκουων ἐγωγε ἐκ
9999900 ὀξυκρατῳ
καταχριομενα μετ ' ὀξυκρατου πεφυραμενῳ , ἠ μαλαχηϲ φυλλα ὁμοιωϲ ὀξυκρατῳ ϲυλλειωθεντα , ἠ κριθινον ἀλευρον ϲυν ὀξει , και
φοινικων , συκιδιων , κηκιδων ἡψημενων ἐν οἰνῳ , ἠ ὀξυκρατῳ συνελεομενων ἀρτῳ : και ἀκακια δε και ὑποκυστις και
9999900 ἠγγελλετο
. ἀφ ' ὡν αὐτην μαλλον ἠ προτερον ἐθαυμασαμεν : ἠγγελλετο μεν γαρ και προτερον μεγαλα , νενικηται δε παντα
ὡς πλειονας ἐκ της πολεως ταυτης ἐχοι συμμαχους . ταυτα ἠγγελλετο τοις ἐν τῃ πολει : οἱ δε ζηλωσαντες την
9999899 Παφλαγονα
καθα φησιν Ἀρριανος , ὁς και γνησιον παιδα Φινεως ἱστορει Παφλαγονα , ἐξ οὑ χωρα Παφλαγονια . και γην λεγει
θεραποντες οἱ στρατηγοι . Παραγει τινα Κλεωνα , τον καλουμενον Παφλαγονα κἀτι βυρσοπωλην πικροτατα , κατεσθιοντα πως τα κοινα χρηματα
9999899 ἠκολουθησε
, και ὁτι κοινον ἐστι και τῃ κλισει των θηλυκων ἠκολουθησε : τα γαρ εἰς υξ θηλυκα μη ὑποπιπτοντα ἑτεροις
ἐχοις λεγειν , ὡς ἐγω μεν ἁπλως αὐτο ἐπραξα , ἠκολουθησε δε τι τελος ἀλλως χρηστον , ἐμου μη θελησαντος
9999899 ἀπελαυσε
ἐκ τουτων δη τα πολλα και μεγαλα ὀνειδη παλαι τε ἀπελαυσε φιλοσοφια και νυν ἀπολαυει , ὁταν δη τινες ἐνιοτε
τυ γενος , ἀλλοτριος ὠν του Περσων αἱματος ἐπιξενωθεις ἡμιν ἀπελαυσε της προς ἁπαντας χρηστοτητος , ἐπι τοσουτον ὡς πατερα
9999899 θατερῳ
ὁ δημηγορων δε Ἀθηνησιν ἐστεφανουτο και ὁτε ἐπαυετο , παρεδιδου θατερῳ και ὁποτε εἰποι , ὀρθως ἐτιματο στεφεσθαι . ὁ
Καλλιμαχου λαμπρων ἀριστειαν αἰτει ὡστε και τουτο τον λογον τῳ θατερῳ παρασχειν . δυναμεως ἐστιν ἐργον , οὐκ ἐπιδειξεως :
9999899 ἀρχιερεα
του μερους ἀει κρειττον εἰναι δει , τον δ ' ἀρχιερεα τῳ ἐθνει της αὐτης ἠξιωσθαι προνομιας ἐν τῳ καθαιρεσθαι
των ἱερεων φρονησει και ἀρετηι προεχειν . τουτον δε προσαγορευουσι ἀρχιερεα , και νομιζουσιν αὑτοις ἀγγελον γινεσθαι των του θεου
9999899 φρικη
ῥιζαι του αἱματος εἰσι , δια παντος του σωματος ἡ φρικη διηλθεν : ἁπαντος δε του αἱματος ψυχθεντος , ἁπαν
σωματος φερομενον , ἀρχεται ἀπο καταψυξεως των ἀκρων , και φρικη πασα δυσεκθερμαντον τε ἐχει , και πολυχρονιον την ἐπι
9999899 δορκαδες
νεβροτοκοι και ζορκες , τουτεστιν αὐτοι οἱ ἐλαφοι και αἱ δορκαδες . * κινωπησταις : ἑρπησταις κινουμενοις ἑρπυστικως * ζορκες
μεν και ὀρνιθες , διακεινται δε λεοντες τε ὁλοι και δορκαδες και συες και τιγρεων ὀσφυες , τα γαρ λοιπα
9999898 πυωδες
τῃ πεμπτῃ και ἑκτῃ ἐπι δεκα ξηρανθῃ και μηκετι ἀποβησσῃ πυωδες , ὑγιης ἐστιν : ἠν δε μη , προσεχε
οἱ κοποι , οἱον ἡ Κλινια ἀποσιτος , τηκομενη , πυωδες , ἀλλοτε σμικρον αἱματωδες , ποδες ἐπῳδεον . Ἡ
9999898 δεκαδι
ἀποριων . παλιν γαρ μοναδος προστιθεμενης δεκαδι ἠτοι τῃ ὁλῃ δεκαδι ῥητεον γινεσθαι την προσθεσιν ἠ τῳ τελευταιῳ μερει της
μεν πως ὡς ὑπασπιστου της τετραδος και αὐτη γαρ ἐν δεκαδι μεσοτης ὠφθη συν αὐτῃ τῃ ἑβδομαδι , ὡστε ἀναγκαιως
9999898 ἀγαθῃ
μεγαλῃ τῃ φωνῃ και ἐκαλει τον θεον ἡκειν τυχῃ τῃ ἀγαθῃ εἰς την πολιν . εἰτα φιαλην αἰτησας , ἀναδοντος
πως ἀν ; εἰγε τα μεγιστα ὑμιν φρενι φιλανθρωπῳ και ἀγαθῃ παρεχουσι προικα , ἡλιον τε ὁραν και του θεου
9999898 ἐδεικνυε
ταϲ ῥαφαϲ , οὐκ εἰδωϲ μεν ὁ τι πονεει , ἐδεικνυε των ῥαφων τα εἰδεα , λοξην , εὐθειην ,
ποτε : ἐγω δε Ὑπερανθην ἰδειν οὐκετι δυνησομαι . Λεγων ἐδεικνυε τε την κομην και ἐπεδακρυεν αὐτῃ . Ὡς δε
9999898 φαρμακωδη
λαμπροτατον κατασκευασαντας κατα σκηνην ἐμβαλειν εἰς τα σιτια ποαν τινα φαρμακωδη δυναμενην διακοπτειν τας κοιλιας και διακαθαιρειν . γενομενου δε
λαμπροτατον παρασκευασαντας κατα σκηνην ἐμβαλειν εἰς τα σιτια ποαν τινα φαρμακωδη δυναμενην διακοπτειν τας κοιλιας και διακαθαιρειν . γενομενου δε
9999898 ἐλλαβε
Ὡς φατο , τους δ ' ἀρα παντας ὑπο τρομος ἐλλαβε γυια , παπτηνεν δε ἑκαστος ὁπῃ φυγοι αἰπυν ὀλεθρον
τιθηνης ῥιψε ποδος τεταγων ἀπο πυργου , τον δε πεσοντα ἐλλαβε πορφυρεος θανατος και μοιρα κραταιη . ὡς δ '
9999897 ῥυτηρα
σῳ παιδι : Ἑρμου γαρ και Πηνελοπης ὁ Παν . ῥυτηρα : ἐλευθερωτην , ῥυστην : τῃ Τιτανομαχιᾳ λεγει ,
. . παραθερμανθεις ] ὑπο μεθης δηλονοτι . . . ῥυτηρα ] νυν μεν ἱμαντα . . . . κυριως

Back