την εἰκονα ἐποιησε Κριτιας , Οἰνοβιῳ δε ἐργον ἐστιν ἐς Θουκυδιδην τον Ὀλορου χρηστον : ψηφισμα γαρ ἐνικησεν Οἰνοβιος κατελθειν
. ἀφικνουμενου αὐτου : του Θουκυδιδου . αὐτον : τον Θουκυδιδην . περιποιησειν : σωσειν . ἀνειπων : ἀνακηρυξας .
9999983 Θουκυδιδης
παυσασθαι τον πολεμον ἐστιν ὁ Κλεων . ὁπερ οὐν και Θουκυδιδης ἱστορει δια τουτων : “ ἐπειδη και ἡ ἐν
ἑκατερον αὐτων . και ὁριστικῳ συντασσεται ῥηματι και ἀπαρεμφατῳ . Θουκυδιδης ἐν δʹ : ” ἐφ ' ᾡ φυλακῃ τῃ
9999942 φλεγματοϲ
ρδ Κοινον καθαρτηριον ρε Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ ρϚ Χοληϲ και φλεγματοϲ ἀγωγα ρζ Ἀλοηδαρια δοκιμα ρη Ἀλοηδαρια Ὀριβαϲιου ρθ Ἀλλωϲ
ἐμφρονεϲτερον και τουϲ τον ἀλλον τροπον ἐκμανενταϲ και τοιϲ ἀπο φλεγματοϲ νοϲημαϲι κρατιϲτον ἐϲτιν : οἱ δε και εὐϲιτοτεροι ἀντι
9999936 συλλογισμῳ
των προτασεων μειζονι : οὐ γαρ ἀλλως ἐγχωρει ἐν ἑνι συλλογισμῳ συναγεσθαι τα ἀντικειμενα , ὡσπερ εἰρηται , οἱον ἐν
και το ἀναγκαιον , τουτο ὑλικον ἐστιν . ἐν τῳ συλλογισμῳ ἀρα ὁ μεσος ὡς ὑλικον ἐστιν αἰτιον : ὡστε
9999934 τεσσαρεσκαιδεκα
Εὐναπιου Χρονικης ἱστοριας της μετα Δεξιππον νεας ἐκδοσεως ἐν βιβλιοις τεσσαρεσκαιδεκα . ἀρχεται μεν της ἱστοριας ἀπο της Κλαυδιου βασιλειας
πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε ἑκατον τεσσαρεσκαιδεκα . Ἀντιγονος δ ' ἐκ μετεωρων τοπων κατιδων την
9999932 δυσωδες
ἐστι και την αἰτιαν ἑκαστου εἰπειν . το λεπτον και δυσωδες οὐρον ἐνδεικνυται ἐσχατην ἀπεψιαν και ἀκραν καταβολην των φυσικων
οἱ πολλοι ἀπολλυνται . Οἱσι καιομενοισι πυον βορβορωδες ἐρχεται και δυσωδες , ἀπολλυνται ὡς τα πολλα . Οἱσιν ἀπο του
9999931 κινδυνωδες
, κακιον γιγνεται : το τε γαρ ξανθον ἀκρητον ἐον κινδυνωδες , το δε λευκον και γλισχρον και στρογγυλον ἀλυσιτελες
. ἐνθεν τοι και ἀνθρωπῳ δηγμα ἀνθρωπου μιαρον ἐστι και κινδυνωδες οὐδενος θηριου μειον . Ἐν ὡρᾳ θερειῳ , ἀμητου
9999930 τεσσαρεσκαιδεκατῃ
, ἐκ τρωματος κεφαλης ὡς δωδεκαετης θνησκει ἐν μεσῳ θερει τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἡμερῃ : θυρην τις αὐτῃ ἐνεβαλε , και το
, ὁτι τῃ μεν δεκατῃ ἱδρως ἀνω , τῃ δε τεσσαρεσκαιδεκατῃ κατω . διατι δε , οὐκ ἰσμεν . ἀλλα
9999928 πυρωδες
Αἰγυπτιοι : πνευματικωτατον γαρ το ζωιον παντων των ἑρπετων και πυρωδες ὑπ ' αὐτου παρεδοθη : παρ ' ὁ και
περι την γλωσσαν στρυφνοις και δριμεσι , λαμπρον δε το πυρωδες λευκον , τα δε ἀλλα ἐκ τουτων : ἐν
9999928 θυμιατηρια
στεφανος ἐπεκειτο ἐκ μυριων κατεσκευασμενος χρυσων . ἐπομπευσε δε και θυμιατηρια χρυσα τριακοσια και πεντηκοντα , και βωμοι δε ἐπιχρυσοι
. μεθ ' οὑς Νικαι χρυσας ἐχουσαι πτερυγας , φερουσαι θυμιατηρια ἑξαπηχη , ζῳωτους ἐνδεδυκυιαι χιτωνας , μετα δε ταυτας
9999925 ἐμελησε
ἠ ἀναγινωσκειν . ταυτας δε τας σχεσεις καλουσιν , οἱς ἐμελησε της τουτων τεχνολογιας , των προτασεων ὑλας , και
τας λειτουργιας : σεμνη γαρ ἡ ἀναπαυσις και βεβηκυια : ἐμελησε γαρ τῳ ῥητορι του μη διολου καλλωπιζειν δοκειν .
9999924 φιλανθρωπιᾳ
εἰ μη τουτο , γοητευθεντα και φενακισθεντα τῃ περι τἀλλα φιλανθρωπιᾳ και ταυτ ' ἐλπισαντα παρ ' αὐτου . οὐκ
θειοις ἐρυμασιν ἐνεσχεθησαν , εὐσεβειᾳ , δικαιοσυνῃ , πραοτητι , φιλανθρωπιᾳ . ἐξιτε οὐν ἠδη θαρσουντες ἐκ των τειχισματων :
9999924 ἀνηνεγκε
οἱ δε το ἀνεριναστος μαλακος και ἀγονος . ἀνηνεχθη : ἀνηνεγκε και ἀνελαμβανεν αὑτον . Μενανδρος Ῥαπιζομενῃ και Θεοπομπος :
του εὐσεβους ἐπικληθεντος , και Ἀδριανου ἐκγονος κατα θηλυγονιαν , ἀνηνεγκε δε το γενος αὑτη ἐπι Τραϊανον προπαππον . γενους
9999924 εὐθυγραμμῳ
. Παρα την δοθεισαν ἀρα εὐθειαν την ΑΒ τῳ δοθεντι εὐθυγραμμῳ τῳ Γ ἰσον παραλληλογραμμον παραβεβληται το ΑΞ ὑπερβαλλον εἰδει
εὐθειας γραψαι τμημα κυκλου δεχομενον γωνιαν ἰσην τῃ δοθεισῃ γωνιᾳ εὐθυγραμμῳ . Ἐστω ἡ δοθεισα εὐθεια ἡ ΑΒ , ἡ
9999923 φλεγματωδεα
λευκα γινεται μαλιστα ταυτην την ὡρην , και τἀλλα νοσηματα φλεγματωδεα . Του δε ἠρος το φλεγμα ἐτι μενει ἰσχυρον
ἐπιμηνια χωρησει οἱ φλεγματωδεα : γνωστον δε ἐστιν ἠν χωρεῃ φλεγματωδεα : ὑμενωδεα τε γαρ φαινεται οἱ , και ὡσπερ
9999923 φυσωδες
και λεπτυντικης . ἡ δε ῥιζα προς τοις εἰρημενοις και φυσωδες τι κεκτηται και ἀφροδισιαστικον . το δε σπερμα το
οὑτος γαρ μεγα εἰχε το αἰδοιον . γινεται δε δια φυσωδες πνευμα : και δει γυμνασια ἐπιταττειν και θερμην διαιταν
9999923 φαλαγγες
νηας , στησε δ ' ἀγων ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες . ἐς δε την Ὀδυσσειην ταδε ἐποιησεν , ὡς
„ στησε δ ' ἀγων , ἱν ' Ἀθηναιων ἱσταντο φαλαγγες ” , „ μαρτυρι χρησασθαι τῳ ποιητῃ του την
9999922 ἀλεξιφαρμακα
φυλλον ὁμοιον σκιλλῃ : χρησθαι δε αὐτῳ προς τε τα ἀλεξιφαρμακα και τας μαγειας : οὐ μην ὀρυττειν γ '
μιξασα ἐδωκεν Ἰασονι ἡ Μηδεια . ἀντιτομα δε εἰπε τα ἀλεξιφαρμακα κατα μεταφοραν την ἀπο των ῥιζοτομων : ἁπλουστερον γαρ
9999921 τρισκαιδεκατῃ
Θεοπομπος μεν ἐφη ὁ Χιος ἐν ταις Ἑλληνικαις κἀν τῃ τρισκαιδεκατῃ δε των Φιλιππικων Ἀγησιλαῳ τῳ Λακωνι εἰς Αἰγυπτον ἀφικομενῳ
θεσθαι Τηλεγονον και Ἀντικλειαν . Πολυβιος δ ' ἐν τῃ τρισκαιδεκατῃ των ἱστοριων Φιλιππου του καταλυθεντος ὑπο Ῥωμαιων κολακα γενεσθαι
9999921 φαλαγγια
' ἡμερας πεντηκοντα ἐκ των ᾠων πουλυποδια ἐξερπει ὡσπερ τα φαλαγγια πολλα . ὁ δε θηλυς πουλυπους ὁτε μεν ἐπι
περι θηριων και Ἀριστοτελης φησιν ὁτι ἐν γυργαθοις γεννωσι τα φαλαγγια , τικτει δε ὑπερ τα τριακοντα , γεννηθεντα δε
9999919 ἀφαιρεισθω
Φιλισκος ἀφῃρεθη το εἰναι ἀτελης , αἱδε ἐγενοντο , μη ἀφαιρεισθω δε αὐτον τα περι τῳ βλεμματι και τῳ φθεγματι
. ἐστω ἑξ και ἑξ : ἀπο θατερου των ἑξ ἀφαιρεισθω τυχον τρια και προστεθεισθω θατερῳ [ β ] :
9999918 φαρμακα
προσφυεις . των δε ἀλλων τους μεν εὐθραυστους , τα φαρμακα δυνανται διαλυοντα ἐκκρινειν . τους δε στερεους και δυσλυτους
δοκει καλλιστος των θεων . και μην τα γε ὠφελιμα φαρμακα τοις μεν νοσουσιν ὠφελιμα , τοις δε ὑγιαινουσι περιττα
9999918 χοινικα
και ἀμπελου λευκηϲ ῥιζα : ϲυνθετα δε : αἰρινου ἀλευρου χοινικα , καρδαμωμου λευκου ⋖ δ , νιτρου ἀφρου ⋖
ἀν λειφθῃ το ἡμισυ : ἑψειν δε και ἐρεβινθων λευκων χοινικα ἐν δυσι χοευσι , και τουτου λειπετω το ἡμισυ
9999918 σφαιροειδη
. . ΚΑΤ ' ΑΠΕΙΡΟΝΑ ΓΑΙΑΝ . Ἀπειρονα , την σφαιροειδη : οὐτε γαρ σφαιρα , οὐτε κυκλος περας ,
εἰναι και τον περιεχοντα αὐτα αἰθερα της ὁμοιας ὀντα φυσεως σφαιροειδη τε εἰναι και δια την ὁμοιομερειαν ἐγκυκλιως τε φερεσθαι
9999917 Θεσσαλια
δε πˈροσθεν πτερα δεξατο νικαν . Ὀλβια Λακεδαιμων , μακαιρα Θεσσαλια . πατρος δ ' ἀμφοτεραις ἐξ ἑνος ἀριστομαχου γενος
την φρασιν ἀντι του μετεβαλλε τους οἰκητορας ἡ τε νυν Θεσσαλια καλουμενη : προτερον γαρ Ἠμαθια ἐκαλειτο ʃ Αἱμονια τα
9999917 συμπεπληρωσθω
. κεισθω τῃ ΑΗ ἰση παλιν ἡ ΓΤ , και συμπεπληρωσθω ὁμοιως το ΓΦ στερεον . ἐπει ἐστιν ὡς ἡ
και ἀναγεγραφθω ἀπο της ΑΒ τετραγωνον το ΑΔ , και συμπεπληρωσθω το ΑΖ παραλληλογραμμον . και ἐπει το ΒΖ το
9999916 καρκινῳ
βιβρωσκεται ὑπ ' αὐτου . πινοτηρης ] ζῳον συννομον τῳ καρκινῳ . ποιει ] κοινη . των ὀρχιλων : ὀρχιλος
αἱ μελαιναι ὑδατικον και μαλλον αἱ δειλης . Ἐν τῳ καρκινῳ δυο ἀστερες εἰσιν , οἱ καλουμενοι ὀνοι , ὡν
9999916 Καταπλασμα
ἠ λεκιθου , και ὀλιγου οἰνου , καταπλασσε . [ Καταπλασμα ὀφθαλμων . ] Καλως ποιει πιτυος φλοιος και ἀλφιτα
φυλλων , βατου ἀκρεμονων ἰσα ἑψησας ἐν ὑδατι ἐγκαθιζε . Καταπλασμα . Κυτινους ὀξυμελιτι προσλαβων , ἠ κηκιδα ἠ βαλαυστιον
9999916 χρυσιῳ
; τελευταιον δ ' ἰσως ἐρωτησεις και εἰ ἐχρησω τῳ χρυσιῳ ὡσπερ τραπεζιτικον λογον παρα της βουλης ἀπαιτων , και
, τον δε νου μεν μη μετειλη - φοτα , χρυσιῳ δε πιστευοντα και ἀργυριῳ πρωτον μεν ὁπερ οἰεται κεκτησθαι
9999916 μαθησεσθε
δη του αὐτου λογου την τε δικην οὐκ εἰσαγωγιμον οὐσαν μαθησεσθε , και την ὁλην ἐπιβουλην και πονηριαν τουτουι του
ἀν δυνωμαι δια βραχυτατων τους λογους . ὁθεν οὐν ῥᾳστα μαθησεσθε περι αὐτων , ἐντευθεν ὑμας και ἐγω πρωτον πειρασομαι
9999915 ἡμισειᾳ
τῳ ΑΕΖ τριγωνῳ , ἡ ἀρα ΑΒ τῃ ΕΗ τῃ ἡμισειᾳ της ΕΖ ἰση ἐστιν , ὡς ἐν τῳ προ
τῃ ΗΘ ἰση : ἡ ἀρα ΑΗ ἰση ἐστι τῃ ἡμισειᾳ της ΖΘ . ἐαν ἀρα δια των ΖΘ ,
9999915 τερμινθινη
μηδεν ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη τερμινθινη καθ ' ἑαυτην ἐπι παιδων , γυναικων και ἁπαλοσαρκων
ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη ἡ τερμινθινη , καθ ' ἑαυτην μεν ἐπι παιδιων και γυναικων
9999915 χρωμεθα
ὑπο το γενειον ἀγαγοντας ἁμματιζειν , τουτῳ και ἐπι ἰνιῳ χρωμεθα τας ἀρχας ἐκ πλαγιων της κεφαλης ἁμματιζοντες . Κεφ
γευστων μεταφερομεν τας ἐπικλησεις και ταις των χυμων προσηγοριαις ἀναλογον χρωμεθα ἐπι των ὀσφραντων : οὐδεμια γαρ λανθανει χυμου διαφορα
9999915 ἐλευθερῳ
ἀγνοεις . εἰ δε ᾐδεις , ὁτι αὐτοπραγια μεν οἰκειοτατον ἐλευθερῳ , οἰκετῃ δ ' ἀλλοτριον , ἐπεπαιδευσο ἀν αὐθαδειαν
του πυρεττοντος πολυ ἀθλιωτερος , διπλασια γουν ἐσθιει ματην . ἐλευθερῳ το καταγελασθαι μεν πολυ αἰσχιστον ἐστι , το δ
9999915 ἐπλησθη
διοπερ τοσουτων νεων και των ἐν αὐταις γεγενημενων ἀνδρων ἀπολωλοτων ἐπλησθη της Κυμαιων και Φωκαεων ἡ παραθαλαττιος χωρα νεκρων και
μεν Ἰωνες συστελλουσι και ὁ Ποιητης των δ ' ἁπαν ἐπλησθη πεδιον . . . οἱ δε Ἀττικοι ἐκτεινουσι την
9999915 στεφανῳ
, και ὁπως Λεοννατος ἐπι τῳδε ἐστεφανωθη προς Ἀλεξανδρου χρυσῳ στεφανῳ ἐν Μακεδοσιν . ἐνταυθα σιτος ἠν νενημενος κατα προσταγμα
και το θεατρον ἡμιν λαμπροτερον , ἐπ ' ἰσης τῳ στεφανῳ και τῳ κηρυγματι : ὡσπερ οὐν ἡ Θετις ἡ
9999915 Κρητικα
. „ παλιν δ ' ἐν τοις ἑξης και τα Κρητικα συμπλεκει τουτοις „ ὠ θαλαμευμα ” Κουρητων , ζαθεοι
ὀρχηστην περ ἐοντα ἐγχος ἐμον κατεπαυσεν . ὁθεν και τα Κρητικα ὑπορχηματα : Κρηταν τε καλεουσι τον τροπον και το
9999914 ἐκινδυνευσε
Θεμιστοκλης οὐκ ἐχων ὁπου ὑποστρεψει ἐπι την Περσιδα ἐπλει . ἐκινδυνευσε δε και πλεων ἁλωναι και παραληφθηναι . Ναξον γαρ
' εἰ μεν μιαν ἀπωλεσε ναυν , περι θανατου ἀν ἐκινδυνευσε : τουτο μεντοι και διπλην ἐχει την της πλασεως
9999913 κωνοειδες
ἐν αὐτῳ ἡ του θυμου δυναμις : το σχημα αὐτης κωνοειδες , οἱον στροβιλος . Πυρωδεστερα γαρ οὐσα παντων των
̈ , . Κλεανθης μονος των Στωικων το πυρ ἀπεφηνατο κωνοειδες . . . , . ἡγεμονικον δε του κοσμου
9999913 σανιδες
δυο ὑποκεισθωσαν ἀπο ιδ ποδων . Ἐσονται οὐν περικειμεναι αἱ σανιδες : ἡ μεν μια ιβ ποδων ἡ φαινομενη :
το καταστρωμα . τα δε ξυλα ἐφ ' ὡν αἱ σανιδες ἐπικεινται , κανονια και σταμινες . το δε συνεχον
9999913 ἑψηθεισα
και δια το τας καμπας ἀνελειν . Κραμβη δε ἐλαττον ἑψηθεισα , και ἐσθιομενη , λυει γαστερα , ἐπι πλεον
ἐκβαλλει . και ἀνδραχνης ὁ χυλος πινομενος και θαλασσια ἀψινθια ἑψηθεισα ἠ καθ ' αὑτην ἠ μετ ' ὀρυζης και
9999913 χορειᾳ
των ἐκφρονων βακχειων ἰασεις , ταυτῃ τῃ της κινησεως ἁμα χορειᾳ και μουσῃ χρωμεναι . Τις οὐν αἰτια τουτων ,
ἐς τριακοντα : και τῃ μεν σεμνῃ μελῳδιᾳ τε και χορειᾳ ἠτοι θεωμενους ἠ και αὐτους ἐνεργουντας ἐπαιδευον τους ἐνδοξοτερους
9999912 Στρεψιαδην
πασχομεν , ἡ δε ἱππικη ἐγενετο αἰτια του παθειν τον Στρεψιαδην , ἁ φησιν : ὁθεν και εἰκοτως ἐκαλεσεν αὐτην
. παρακελευεται τον πρεσβυτην εὐφημειν χρη : ταυτα προς τον Στρεψιαδην . παρακελευεται γαρ αὐτον σιωπαν και εὐφημειν , ἱνα
9999912 ῥητορικη
γαρ ζητουμενον ὡς ὁμολογουμενον ἐλαβε : ζητουμενου γαρ εἰ ἐστι ῥητορικη , ὡς ἐφ ' ὡμολογημενων αὑτη προβαινουσα ἐφη ,
ἀγαθου τινος ἑνεκα ποιουσιν ἁ ποιουσιν , ἰατρικη ὑγειας , ῥητορικη του εὐ λεγειν , σκυτοτομικη του περισωζεσθαι το σωμα
9999912 τεθαυμακα
μη πλανηθεισα δια - μαρτῃ της ὀρθης ὁδου . πανυ τεθαυμακα κἀκεινους , τον μεν φιλοπευστουντα περι του μεσου των
ποθεν ἐπηλθεν αὐτῳ [ λεγειν ] , ὑπερ παντα ἐγωγε τεθαυμακα . οὐδεν γαρ εὑρισκω τουτων παρα Δημοσθενει κειμενον ,
9999912 κτητικα
ἰδιαν ποιοτητα σημαινει , ὀρθως οὐδε τα ἀπ ' αὐτων κτητικα ἐπι πληθους νοειται , λεγω δε το Ἑκτορειος και
σχηματιζομεναι , ἐχουσι τινα παρεκδεδραμηκοτα παρα τας εὐθειας : τα κτητικα των εἰς κος ληγοντων παρα γενικας σχηματιζεται , ποιμενικον
9999911 υἱες
νυκτος ἐκεινης . ἐνθ ' ἀλλοι μεν παντες ἀκην ἐσαν υἱες Ἀχαιων , Ἀντικλος δε σε γ ' οἰος ἀμειψασθαι
χαιρουσιν , το παροιθεν ἐπιστεναχοντες ἀρουραις : ὡς ἀρα Τρωιοι υἱες , ὁτ ' ἐδρακον ἐνδοθι πατρης δεινην Πενθεσιλειαν ἐπι
9999911 ληψομεθα
ἀμφω δε καταλιποντες το νηκτον και πτηνον , το πεζον ληψομεθα , μηδεν ἠ ὁτι πεζον ὁ ἀνθρωπος εἰς το
ὡς λογου ἑνεκεν ἐπι της ἐκκειμενης διαστασεως του Κριου , ληψομεθα πρωτον τους ἐπιβαλλοντας χρονους ἑκατερῳ των περιεχοντων κεντρων ,
9999910 Φοινικες
τουτον , ἱνα μισθον λαβω ἐμπορευομενος τον ὑμνον καθαπερ οἱ Φοινικες τα σφων αὐτων πραγματα . το δε ἐν Αἰολιδεσσι
μη καταδηλος γενηται . Ταυτα μεν νυν Περσαι τε και Φοινικες λεγουσι . Ἐγω δε περι μεν τουτων οὐκ ἐρχομαι
9999910 ἐναλλαγη
δε γινεται το ζητημα : οὑτως οὐν ἡ των πραγματων ἐναλλαγη ποιει τα ἐσχηματισμενα , και οὐχ ἡ των προσωπων
κλεμμα λεγων , ἀλλ ' οὐ κατορθωμα . δωροδοκημα ] ἐναλλαγη των παρισουσων συλλαβων . και τοτε και νυν ἀει
9999910 ἀμφιβολιᾳ
, ἁπερ οἱ Ἑλληνες ἀγνοησαντες ἀλλως ἐξεδεξαντο , πλανηθεντες τῃ ἀμφιβολιᾳ της μεταφρασεως . Ἑξης φησιν : ἀπο Γενους Αἰωνος
το περι τι πονειν και διατριβειν . κομψως δε τῃ ἀμφιβολιᾳ και χαριεντως ἐχρησατο , καθα και Σωφρων ἐνθαδε κυπταζουσι
9999910 φυγαδες
χρησαιτ ' ἀν παραδειγμασι λεγων , ὡς οἱ μεν Ἀθηνησι φυγαδες το πρωτον μετα πεντηκοντα ἀνδρων Φυλην τε καταλαβοντες και
και ἐκπεσοντας ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω
9999909 φιλανθρωπα
' ὠμοτατων ἐργων , οἰδατε , τα δε χρηστα και φιλανθρωπα παντα της ἑαυτων ψυχης ἐκτετμησθε ; και ταυτα μη
οἰκειων τινες και ἑταιρων αὐτου . ἐλθοντι δε τῳ Χοριηνῃ φιλανθρωπα τε ἀποκριναμενος και πιστιν ἐς φιλιαν δους αὐτον μεν
9999909 εὑρεθεισα
και βηξ ἐγενετο . ἐγενετο οὐν ὁ βηξ και ποτε εὑρεθεισα ἡ δυναμις ἐῤῥωμενη ἀπεδιωξε τον χυμον : ἀπεδιωξε μεντοι
συντυχουσα “ λεγε ἀντι του ” κατα τυχην φανεισα και εὑρεθεισα “ συντασσων το ” ἡμιν “ προς το ”
9999909 σκληροτητι
το μεν γαρ δερμα αὐτου παν φολιδωτον ἐστι και τηι σκληροτητι διαφορον : ὀδοντες δε ἐξ ἀμφοτερων των μερων ὑπαρχουσι
δ ' οὐ δεχοιτο ἀλλ ' ἀποστεγοι τῃ πυκνοτητι και σκληροτητι . Διῃρημενου δ ' οὑτω του τεραμονος και ἀτεραμονος
9999909 ἐδηλωσεν
] * Δια του εἰπειν δελφινων το ἐν νησῳ οἰκειν ἐδηλωσεν : ἐν γαρ τῃ θαλασσῃ ἡ νησος , της
αὐτην δυναμιν ἐχει : ἀλλα περι ἑνος εἰπων περι παντων ἐδηλωσεν . οὐ γαρ δηπου ἐαν μεν τις πατραλοιαν ἠ
9999909 μακαρεσσι
, ἱνα μιν περι παντα καλυπτοι , ὀφρ ' εἰη μακαρεσσι θεοις ἑδος ἀσφαλες αἰει , γεινατο δ ' οὐρεα
ἠδ ' Ἀρκαδιης ] πολυμηλου ἀφνειος ἠνασσε [ , φιλος μακαρεσσι θεοισιν ] ? [ ] ? : ἡ οἱ
9999908 Αἰγυπτοιο
ἐς πατριδα γαιαν , πριν γ ' ὁτ ' ἀν Αἰγυπτοιο , διιπετεος ποταμοιο , αὐτις ὑδωρ ἐλθῃς ῥεξῃς θ
στοματων εἱλιγμενος εἰς ἁλα πιπτει , ὑδασι πιαινων λιπαρον πεδον Αἰγυπτοιο . οὐ γαρ τις ποταμων ἐναλιγκιος ἐπλετο Νειλῳ ,
9999908 Φοινικα
νεωτερου του Μενελαου προς γεροντα τον φαινομενον δια της Ἀθηνας Φοινικα . φησι γαρ : Φοινιξ , ἀττα , γεραιε
λογῳ κατασκευαζων το ἀναγκαιον εἰναι μενειν , μιμουμενος τον Ὁμηρου Φοινικα . και γαρ ἐκεινος ἐν ταις Λιταις προτεινεται την
9999908 ἀσκαριδες
οὐν στρογγυλαι . πληθυνουσι γαρ ἐπι παιδιων . αἱ δε ἀσκαριδες πλεοναζουσιν ἐπι των παρηβωντων , δυσιατοι δε και δυσεκκριτοι
, και σκοροδα ἑφθα και ὠμα ἐσθιετω , και αἱ ἀσκαριδες ἐξιασι και θνησκουσιν : ἁλμῃ δε κλυζειν χρη .
9999908 βραχιονι
τορμους ἠ κονδυλους . και του πηχεως την ὑπο τῳ βραχιονι συμβολην κατα μεν την ἐνδοθεν κοιλοτητα ὀλεκρανον καλεισθαι νομιζουσιν
μασχαλην , βροχος ὁ καρχησιος ἠ ἀλλος ἰσοτονος περιτιθεσθω τῳ βραχιονι , και αἱ του βροχου ἀρχαι ἀγεσθωσαν κατω και
9999908 τυγχανωσι
ἀκριβως τους τοπους τουτους ἐπισκοπειν : και ἐνθα ἀν οἰκειοτεροι τυγχανωσι και πλειω την χορηγιαν παρεχοντες , πλεοναζειν ἐν τουτοις
και ἐν σωμασιν , ὁπως τοις ἀνθρωποις κουφισται των πονων τυγχανωσι των πολλων : και ὑφ ' ἁρματα ἠγαγον τους
9999906 Πανα
Σαεττης δε της Λυδης . κλωποπατωρ : ἡ Πηνελοπη τον Πανα ἐγεννησε κατα μεν τινας ἀπο Ἑρμου , κατα δε
ἐστι των δυο πρωτων στιχων αὑτη : ἡ Πηνελοπη ἐγεννησε Πανα τον αἰπολον . εἰπε δε την Πηνελοπην Οὐδενος εὐνατειραν
9999906 θαλαμῳ
. ἐν θαλαμῳ : το σημειον , ὁτι το ἐν θαλαμῳ πλεοναζει : ἱκανον γαρ ἠν εἰπειν εἰς Ἀϊδαο δομον
πεσοντος του συνδεσμου ἐγενετο καδ δ ' ἱς ' ἐν θαλαμῳ , ὁμολογως οὐν γενομενης ἐσωθεν της κλισεως , ὁτι
9999906 Ἀκαρνανες
ἐς τον ἐπειτα χρονον σπονδας και ξυμμαχιαν ἐποιησαντο ἑκατον ἐτη Ἀκαρνανες και Ἀμφιλοχοι προς Ἀμπρακιωτας ἐπι τοισδε , ὡστε μητε
ἐφασαν ἀκολουθειν . στασιαζοντων δ ' αὐτων , οἱ μεν Ἀκαρνανες διαλυσαμενοι τοις Ἀμπρακιωταις συνεθεντο την εἰρηνην εἰς ἐτη ἑκατον
9999906 χαιρετω
οὐκ ἀν ὑπομειναιμ ' ἐτι , Πυθιας , ἑταιρειν . χαιρετω : μη μοι λεγε : ἀπετυχον : οὐδεν προς
ἐξεθρεψεν ἡ Ῥεα τον Δια . ἀλλ ' Ἡσιοδος μεν χαιρετω ταυτα ᾀδων περι των θεων , εἰ μη ὁτι
9999906 βραχειαϲ
διχρονοϲ , οἱον λογοϲ : τροχαιοϲ ἐκ μακραϲ – και βραχειαϲ ˘ τριχρονοϲ , οἱον † Ϲολων : ἰαμβοϲ ἐκ
τε και ὑποϲπαιροντων ἀτακτωϲ , εἰτα και ἀϲφυξιαϲ ἑπομενηϲ , βραχειαϲ δε νοτιδοϲ δροϲιζουϲηϲ την ἐπιφανειαν , τηϲ δε ἀναπνοηϲ
9999905 Λυσανδρῳ
, ἐπυνθανετο [ τε ] την τε ἡτταν των ὁμου Λυσανδρῳ και αὐτου Λυσανδρου την τελευτην , ἐπηγε δε ὁμως
ὡν ἀν τις ὀμοσῃ πραγματων , οὐχ ὁμοιαν ἀποφασιν ποιουμενος Λυσανδρῳ τε τῳ Λακωνι και Δημαδῃ τῳ Ἀθηναιῳ , ὡν
9999905 Δευκαλιωνα
ὡς Θησεα ἀνασωθεντα ὑστερον ἀπωσθηναι . στελλεται δη Θησευς παρα Δευκαλιωνα ἐς Κρητην , ἐξενεχθεντα δε αὐτον ὑπο πνευματων ἐς
διειργομενος σταδιων ἑξηκοντα και ἑκατον . ἐν δε τῳ Κυνῳ Δευκαλιωνα φασιν οἰκησαι , και της Πυρρας αὐτοθι δεικνυται σημα
9999905 ἀπελαυσε
ἐκ τουτων δη τα πολλα και μεγαλα ὀνειδη παλαι τε ἀπελαυσε φιλοσοφια και νυν ἀπολαυει , ὁταν δη τινες ἐνιοτε
τυ γενος , ἀλλοτριος ὠν του Περσων αἱματος ἐπιξενωθεις ἡμιν ἀπελαυσε της προς ἁπαντας χρηστοτητος , ἐπι τοσουτον ὡς πατερα
9999905 Ἀνα
Ποσειδιππῳ τῳ ονο [ υριππῳ ] ! τῳ ῥητορι και Ἀνα ? ? [ βῳ ] και Πραξιφανῃ τῳ Μιτυληναιῳ
μεν ὡσπερ ἀγριαι τινες αἱ δ ' ἡμεροι τυγχανουσιν . Ἀνα λογον δε και αἱ ἀπυρηνοι των πυρηνωδων και αἱ
9999905 σκεψομεθα
ποιησομεν . οὐ γαρ εἰ δικαιως ἐκεινους ἀναιρησουσι , τουτο σκεψομεθα , ἀλλ ' εἰ ταυτον τουτο και ἡμας ἀδικως
ποιησομεν . οὐ γαρ εἰ δικαιως ἐκεινους ἀναιρησουσι , τουτο σκεψομεθα , ἀλλ ' εἰ ταυτον τουτο και ἡμας ἀδικως
9999905 πλατοϲ
πεφωγμενην ἠ κυϲτεϲι βοων ἐλαιου θερμου ἡμιπληρεϲι , ὡϲ ἐϲ πλατοϲ ἐπικεηνται των πυριωμενων χωριων . ἐβιηϲατο κοτε ἀναγκη πυριηϲαι
ἱκανωϲ ἰϲχνα και μη ῥυπαρα , ἐχουϲηϲ τηϲ κλινηϲ δαψιλεϲ πλατοϲ προϲ το ἐπ ' ἀλλα και ἀλλα των πρωτων
9999905 χιλιαδες
ἐπεθηκε θανοντι . Μυριασιν ποτε τῃδε τριηκοσιαις ἐμαχοντο ἐκ Πελοποννασου χιλιαδες τετορες . Ὠ ξειν ' , ἀγγελλειν Λακεδαιμονιοις ,
ὁπως ἐκδοθειεν μεν τοις Οὐννοις οἱ φυγαδες , και ἑξ χιλιαδες χρυσιου λιτρων ὑπερ των παλαι συνταξεων δοθειεν αὐτοις :
9999905 Ἀλεξανδροιο
' ἐμμεμαυια δι ' οὐρεος , ἡχι και ἀλλαι Νυμφαι Ἀλεξανδροιο νεκυν περικωκυεσκον . Τον δ ' ἐτι που κρατερον
τῃ δ ' ἀρα διφρον ἑλουσα φιλομειδης Ἀφροδιτη ἀντι ' Ἀλεξανδροιο θεα κατεθηκε φερουσα : ἐνθα καθιζ ' Ἑλενη κουρη
9999905 ὀψομεθα
προκειται το περι της Δαφνης , εἰτουν διηγημα . ἐνταυθα ὀψομεθα το πρωτον μερος του διηγηματος , ποτερον ἀδυνατον ἐστιν
, εἰ διδοιη , την τε ληξιν αὐτου και αὐτον ὀψομεθα κομιζοντες ᾀσμα μικρον ὑπερ μεγαλων . Ὀλυμπιον οἰσθα τον
9999905 αὐλητριδα
ἀν ἐξ ὀξους δικην . οὐ δεινα τωθαζειν σε την αὐλητριδα των ξυμποτων κλεψαντα ; ποιαν αὐλητριδα ; τι ταυτα
Ἀλεξανδρου ᾡ ἐπιγραφη Ποτος : εἰς αὐριον με δει λαβειν αὐλητριδα . τραπεζοποιον δημιουργον ληψομαι : ἐπι τουτ ' ἀπεστειλ
9999904 τιθεσθε
ἐγω τας τουτων αἰτιας ἐπιδειξω . Ὁτι τους μεν νομους τιθεσθε ἐπι πασι δικαιοις , οὐτε κερδους ἑνεκ ' ἀδικου
δ ' οἰμαι φυντες ἑτερων μαλλον , εἰκοτως καλλιστους νομους τιθεσθε . Ἐν δε ταις ἐκκλησιαις και τοις δικαστηριοις πολλακις
9999904 ἀγαθῃ
μεγαλῃ τῃ φωνῃ και ἐκαλει τον θεον ἡκειν τυχῃ τῃ ἀγαθῃ εἰς την πολιν . εἰτα φιαλην αἰτησας , ἀναδοντος
πως ἀν ; εἰγε τα μεγιστα ὑμιν φρενι φιλανθρωπῳ και ἀγαθῃ παρεχουσι προικα , ἡλιον τε ὁραν και του θεου
9999903 ἀφρωδες
ἐαν το διαχωρημα ὑδαρες ἐστιν ἠ λευκον ἠ ὠχρον ἠ ἀφρωδες , πονηρα ἐστι ταυτα παντα . και ἡ αἰτια
καθαιρεται ἁμα τῃ βηχι , το μεν πρωτον πολυ και ἀφρωδες σιαλον , ἑβδομῃ δε και ὀγδοῃ , ὁκοταν ὁ
9999903 Μαραθωνα
αὐτους Ἀθηναιοισι τροπῳ τῳ εἰρημενῳ , ἡκον δε τοτε ἐς Μαραθωνα βοηθεοντες . Τοισι δε Ἀθηναιων στρατηγοισι ἐγινοντο διχα αἱ
ἐν τῳ λεγειν , ὁτι ὑπερβαλεσθαι με δει τα κατα Μαραθωνα , νικησω τα κατα Σαλαμινα , και τα τοιαυτα
9999903 ἠγγελλετο
. ἀφ ' ὡν αὐτην μαλλον ἠ προτερον ἐθαυμασαμεν : ἠγγελλετο μεν γαρ και προτερον μεγαλα , νενικηται δε παντα
ὡς πλειονας ἐκ της πολεως ταυτης ἐχοι συμμαχους . ταυτα ἠγγελλετο τοις ἐν τῃ πολει : οἱ δε ζηλωσαντες την
9999903 δημοσιᾳ
δημοσιᾳ . κ ' εἰ τε : ἀλλαχου : κεἰτε δημοσιᾳ : ἀλλαχου : κἀντε δημοσιᾳ τιθεμεν . τιθεμεν .
Μουσων ἐπικουριας ἠ νοσησαντες ἠ παραφρονησαντες ἠ ἀλλο τι τοιουτον δημοσιᾳ παθοντες , μετεπεμποντο ξενους ἀνδρας οἱον ἰατρους ἠ καθαρτας
9999903 αἰνιγμα
της Σφιγγος της ἀσαφους . ἐπει πασι δυσνοητον ἠν το αἰνιγμα πλην του Οἰδιποδος μονου . δια γαρ τουτον ξυνετον
ἐν τουτοις εὐτυχηκεναι φημι . δει δη με λυσαι το αἰνιγμα , και ἐπι τουτο εἰμι . Ἀκουων ἐγωγε ἐκ
9999903 θαυμαστῳ
φαυλως και κατα την του ἑνος εἰργασμενου τεχνην , τῳ θαυμαστῳ και πολυτεχνῳ δημιουργηματι , μηδε αὐτους ἐκεινους ἀρεσκοντι τους
ἐπραξαν , και τους πολεμιους ἀνεστησαν ἐκειθεν , ἐν φοβῳ θαυμαστῳ γενομενους : πληθους δ ' ἐπιχυθεντος αὐτοις , ἀπεχωρησαν
9999903 σπουδη
ὑπαρχειν ἐξ οὑ παρ ' αὐτοις ἐστιν ἡ περι ταυτα σπουδη : δοκουσι δε και Ἀλεξανδρῳ προειπειν ὁτι παρελθων εἰς
των ἀλλων ἠ βασιλεων ἠ ἰδιωτων ἐμιμησατο , οἱς μια σπουδη τε και εὐχη κληρονομους παιδας καταλιπειν , ἀλλα καιτοι
9999903 λογιζεσθε
. το δε φιλομμειδης Ἀφροδιτη , κἀν ἐγω παραλειψω , λογιζεσθε . ὁ δε Ἐρως και ἀνεκαγχασεν εὐστοχως την Αἰητου
ἠ διειναι , ὡς ἀν τις μηδετερου δικαιως τυχοι . λογιζεσθε γαρ , εἰ μεν , ὠ ἀνδρες Θηβαιοι ,
9999903 ἀρτηριᾳ
ϲτυψεωϲ : ὁθεν και τραχυτηταϲ ἐκλεαινει , οὐ ταϲ ἐν ἀρτηριᾳ μονον , ἀλλα και ἐν ψωρωδει κυϲτει : ἐϲτι
ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ ἑλκων , ὁϲα ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ γιγνεται ἑλκη κατα τον ὑπαλειφοντα αὐτην ἐνδον ὑμενα και
9999903 ὠνομασε
τον νομον ὁ Σολων εἰς τας Ἀθηνας μετενεγκειν , ὁν ὠνομασε σεισαχθειαν , ἀπολυσας τους πολιτας ἁπαντας των ἐπι τοις
προσηκει , αὐτος ἐθετο το του πρᾳου ὀνομα και πραοτητα ὠνομασε την τοιαυτην ἀρετην . παλαι δε ὀργιλος μεν ὠνομαζετο
9999903 βαρυτατη
τους ὀδοντας και την γλωτταν . Κυπερος ἀριστη ἐστιν ἡ βαρυτατη και πυκνη , ἁδρα και δυσθραυστος , τραχεια ,
κουφοτεραι γαρ της πευκινης . πλειστη δε ἡ πευκινη και βαρυτατη και πιττωδεστατη δια το μαλιστα ἐνδᾳδον εἰναι την πευκην
9999903 ἱκανα
' αὐτου οἱ τοσουτοις ὑστερον ὑπατευσαντες χρονοις , ταυθ ' ἱκανα . περι δε του βιασαμενους τινας ἠ λαθοντας σφετερισασθαι
εἰς το μεσον ἑαυτων και των πολεμιων . ἐπει δε ἱκανα ἠδη ἠν , ἐνηψαν : ἐνηπτον δε και τας
9999903 δαιδαλα
ἀναθηματα διεσπειραν . οὐκουν διαλαθων ἐπι τῳ βωμῳ κατεπηξε τα δαιδαλα των τριποδων , ἁ ἐπηγετο . ληξει οὐ μα
Φερεκλον ἐνηρατο , τεκτονος υἱον Ἁρμονιδεω , ὁς χερσιν ἐπιστατο δαιδαλα παντα τευχειν : ἐξοχα γαρ μιν ἐφιλατο Παλλας Ἀθηνη
9999903 ἐδεξαμεθα
νεκρων , και μεγαν αἱματος κρατηρα πολιτικου στησαντες οὑτως ἀν ἐδεξαμεθα την ὀφειλομενην μοιραν . τοιουτων ὑμιν δυσσεβηματων εἰσηγητης ,
την νυκτα μεθ ' ἡν του κινδυνου την πειραν ἁπαντες ἐδεξαμεθα , ἐλαθεν οὐκ οἰδ ' ὁπως ἐξενεγκειν της πολεως
9999902 Πολιτειᾳ
ἀμαθεις . Ἀγνωμονες , οἱ κακογνωμονουντες . Πλατων δε ἐν Πολιτειᾳ Ἀγνωμονας ἐφη τους γνωσιν μη ἐχοντας ἀλλ ' ἀνεπιστημονας
, ἀντι του ἐλθετω : Νομων θʹ . Ἑλξις Πλατων Πολιτειᾳ . Ἐμαλακισθη . ἐνεδωκε και ἀσθενως διετεθη ὑπο δειλιας
9999902 ἀδειᾳ
των πολεμουντων ἀωρι των νυκτων και τουθ ' ὑπορυττοντες ἐν ἀδειᾳ πολλα τουτου κατεσπασαν εἰς ἐδαφος μερη , ὡστ '
. ὁ δε σοφος οὑτος Λυκοφρων οὐκ οἰδ ' ὁποιᾳ ἀδειᾳ τους Φαιακας και Δαυνιους ἠτοι τους Καλαβρους Αὐσονας καλει
9999902 αἰτιᾳ
του φευγοντος , πλατυνεται δε τοις ἐκ διαιρεσεως σχημασιν , αἰτιᾳ δι ' ἡν τουτο πεπραχεν , παραδειγμασι , προσωπου
ταὐτον αἰτια τ ' ἐστι και το δουλευον εἰς γενεσιν αἰτιᾳ . Τι μην ; Οὐκουν τα μεν γιγνομενα και
9999902 δεκανῳ
ἡ κεφαλη του Λεοντος της δωδεκαωρου . τῳ δε βʹ δεκανῳ παρανατελλουσι Μουσα λυριζουσα και τα μεσα του Κορακος και
των ποδων ὁ της δωδεκαωρου . και τῳ μεν πρωτῳ δεκανῳ ὀνομα Χοου πελει . παρανατελλουσιν αὐτῳ των κατησττερισμενων Πλειαδες
9999902 Παφλαγονα
καθα φησιν Ἀρριανος , ὁς και γνησιον παιδα Φινεως ἱστορει Παφλαγονα , ἐξ οὑ χωρα Παφλαγονια . και γην λεγει
θεραποντες οἱ στρατηγοι . Παραγει τινα Κλεωνα , τον καλουμενον Παφλαγονα κἀτι βυρσοπωλην πικροτατα , κατεσθιοντα πως τα κοινα χρηματα
9999902 ἐρασθεισα
ἠν ἡ μονη ἡδομενῳ : Πολυμηλη γαρ των Αἰολιδων τις ἐρασθεισα αὐτου κρυφα συνην . ὡς δε τους ἀνεμους ἐγκεκλεισμενους
πολις Καριας , ἀπο Καυνου , οὑ ἡ ἀδελφη Βυβλις ἐρασθεισα φευγοντος ἐκεινου [ ἀπηγξατο ] . ὁθεν ἡ παροιμια
9999902 σφαιρικα
τι πεμπτον σωμα και ἑτερον , και το εἰδος ὁτι σφαιρικα : ζητησει δε και την αἰτιαν δι ' ἡν
, φωτιζομενον δε το γδ , ἰσα δε ἀλληλοις και σφαιρικα : δηλον οὐν ὡς της γε αγ ἀκτινος και
9999902 ψευδες
συλλογισμος διχως λεγεται : ἠ γαρ εἰ συλλελογισται και συνηξε ψευδες συμπερασμαψευδους δε του συμπερασματος ὀντος , ἀναγκη και τας
συναγεσθαι μεν δοξει το νοσον ἐξ ἀναγκης μηδενι ἀνθρωπῳ : ψευδες δε τουτο , ἐπειδη ἐπιδεκτικος ὁ ἀνθρωπος νοσου ὡσπερ

Back