προ του χρονῳ μεχρι τεσσαρακοντα ἡμερεων και δυο ἐπι τῃ κουρῃ , ἐπι δε τῳ κουρῳ μεχρι τριηκοντα ἡμερεων ἐλαχιστον
γελοιον γαρ το οὐδεποθ ' Ἡρῃ οὐδε Ποσειδαωνι οὐδε γλαυκωπιδι κουρῃ : τινες μεν γαρ ἐτι ἐλειποντο των τριων σεμνοτεροι
9999892 φθαρτικη
ἱνα του ὀντως ἀγαθου τελους ἐπιτευξωμεθα . ἡ γαρ κακια φθαρτικη του τελους , ἠτοι κρυπτικη τις , ποιουσα μηδε
γενος οὐκ ἀκαταληπτα εἰσιν : ὁτι μεν γαρ δυναμις ὑπαρχει φθαρτικη και των ὑποκειμενων ἀλλοιωτικη ὡστε ἀναιρειν [ και ]
9999891 κρυσταλλοειδες
ὑγρον , ἐμφυομεναι δε τῳ κρυσταλλοειδει . τουτο δε το κρυσταλλοειδες ὑγρον το πρωτον ἐστι της ὀψεως ὀργανον , λευκον
και κυκλος εἱς ὁ προειρημενος ὁ μεγιστος των κατα το κρυσταλλοειδες , ὁρος τε κοινος ἀμφοτεροις ἐστι και συνδεσμος αὐτοις
9999891 κλιμακτηρα
και ἀλγησει τους ὀφθαλμους ἠ συμπτωμα περι τουτους γενησεται και κλιμακτηρα ὑποστησεται μεγαν ὁ πατηρ αὐτου ἠ φθαρησεται , και
Ἀρης ὡροσκοπος Παρθενῳ , κλιμα ζʹ . τῳ λεʹ ἐτει κλιμακτηρα ἐσχεν : ἐχρηματισε γαρ Ἀρεως ἡ περιοδος ἐτη ιεʹ
9999891 ἐμπλαστρῳ
πασι . Αὑτη ληφθεισα εἰς ὀνομα του πασχοντος και συμμαλαχθεισα ἐμπλαστρῳ μετα ἐλαιου και ἐπιτεθεισα μετωπῳ και κροταφοις τριταιον ῥιγοπυρετον
δ ' ἑψομενον το φαρμακον ἀμολυντον γενηται , αὐτῳ μεν ἐμπλαστρῳ χρησῃ κατα τε των ἐναιμων τραυματων και των δυσεπουλωτων
9999885 Ἑλληνιδα
ὀξυτερον , εἰ δε βουλει , μακροτερον , ποιαν πολιν Ἑλληνιδα ἠ βαρβαρον ἐν τῳ παντι χρονῳ κατελαβε τοιουτον ;
Θεοδοτος , Ὑψικρατης , Μωχος . Τουτων τας βιβλους εἰς Ἑλληνιδα κατεταξε φωνην Λαιτος , ὁ και τους βιους των
9999884 νοεισθω
μοιραις . το αὐτο δε και ἐπι των λοιπων ἀποκλιματων νοεισθω . Ἀπο δε ὑψωματος εἰς ὑψωμα παραδοσις γινομενη ἀγαθοποιων
ἀναιρειν : το δ ' ὁμοιον και ἐπι των ἀγαθων νοεισθω . Τουτων οὑτως ἐχοντων δει και τους ἀνεμους ὑποταξαι
9999883 ἐχωμεθα
. . . . . . ἡμεις δε των προκειμενων ἐχωμεθα . ] Πρωτον και δευτερον ὁ Μουρατης πεπραχως ,
: ὁτι καιρου νικης και εὐφροσυνης παραπεσοντος των παρα ποδας ἐχωμεθα . δολιος γαρ αἰων ἐπ ' ἀνδρασι κρεμαται :
9999882 ἀγανακτω
φευγω τοις ἐργοις , και οὐκ εἰμι μεν κολαξ , ἀγανακτω δε ἀκουων , ὁπερ οὐκ εἰμι , κατα τον
ἀτακτος ἀτακτω , ὑλακη ὑλακτω . τουτοις ἠκολουθησε και το ἀγανακτω . Τα εἰς ΧΩ δισυλλαβα ἀρχομενα ἀπο συμφωνου ,
9999882 χολωδες
ζεουσαν εἰναι την φλεγμονην περι τον πνευμονα . εἰ δε χολωδες ἀναπτυοιτο , μη πανυ δε βαρους ἠ στενοχωριας συναισθησις
οἱον ὑπο ἰκτερου ἐχομενου φαινεται , και οὐρεει παχυ και χολωδες . Τουτον ἠν μεν ἑβδομαιον ὀντα ῥιγος λαβῃ και
9999882 θερμοτητοϲ
ἐν θερει και θαλπει ϲφοδρῳ ϲυνθετοϲ ἡ διαθεϲιϲ ἐϲτιν ἐκ θερμοτητοϲ τε και ξηροτητοϲ , ὡϲτε εἰκοτωϲ αὐτοιϲ ϲυνθετον ἐϲτι
ἠ ὀμφακομελιτι ἐπι των ϲφοδρα κενωθεντων . εἰ δε και θερμοτητοϲ αἰϲθηϲιϲ περι τον ϲτομαχον μετα τροφην γενοιτο , θερμῳ
9999881 Ἀλεξανδρῳ
τις κακη : και οὐν και τουτο αἰτιον γενεσθαι ἀποσωθηναι Ἀλεξανδρῳ τον στρατον : οὐ γαρ ἀν σωθηναι πλευσαντας ὑπερ
των ἀει βασιλεων πραγματα , κατ ' οὐδεν ἀξιουν συμβαλλειν Ἀλεξανδρῳ τε και τοις Ἀλεξανδρου ἐργοις τον Πολυδευκην και τον
9999880 κρατησῃ
γυναικος θηλυ , το δε ἀπο του ἀνδρος ἀρσεν , κρατησῃ δε το θηλυ , αὐξεται τον αὐτον τροπον ,
τῳ χειρονι : τουτο δε συμβαινει , ὁταν ὁ ψυχης κρατησῃ πολεμος : ἀναγκη γαρ δορυαλωτον γινεσθαι τον μη μαχιμον
9999877 αἰτιωμεθα
ὁταν το μεν πραγμα συγχωρωμεν , ἑν δε τι τουτων αἰτιωμεθα δηπου μεταλαμβανοντες : οἱον ἐξην ἀποκτιννυναι και τον μοιχον
φυσιν θερμασιας περιφρυττεται ὁ λιθος . τοτε λοιπον την ὑλην αἰτιωμεθα . εἰ γαρ και μη ἐστι πολλη ἡ θερμασια
9999877 ἀθροισμα
περ διαμενῃ , σῳζει την αἰσθησιν . το δε λοιπον ἀθροισμα διαμενον και ὁλον και κατα μερος οὐκ ἐχει την
: ἀτομον ἐστιν το ἐξ ἰδιοτητων συσταν , ὡν το ἀθροισμα οὐκ ἀν ἐπ ' ἀλλου ποτε το αὐτο γενοιτο
9999877 τοπωι
ὑγειαν οὐτε ἀνδριαν οὐτε ἀλλα μυρια φαιη τις ἀν ἐν τοπωι εἰναι : οὐδε δη ὁ τοπος τοιουτος ὠν οἱος
. : Φυλαρχος δε φησιν : οὐδεποτε προτερον ἐν οὐδενι τοπωι κυαμων Αἰγυπτιων οὐτε σπαρεντων οὐτ ' εἰ σπειρειε τις
9999875 βραχιονοϲ
τῃ μαϲχαλῃ του καμνοντοϲ ἐφαρμοζειν δυναμενον και την κεφαλην του βραχιονοϲ ὠθειν . εἰ δε δια παλαιοτητα του παθουϲ ἠ
δια βροχων ποιειϲθαι την καταταϲιν , ὡϲ ἐν τῳ περι βραχιονοϲ εἰρηται . και παϲαν δε την ἐπιδεϲιν τε και
9999871 εὐθεωϲ
γενεϲεωϲ αὐτου , ἠτοι ϲυνελθοντων δυο παροξυϲμων εἰϲ ἑνα , εὐθεωϲ ἐξ ἀρχηϲ κεραννυμενων ἀλληλοιϲ ἀμφοτερων ἠ κατ ' ἰδιαν
. χρυϲοκομα φιλομολπε . Ἀλκμανοϲ ἡ ἀρχη . ὡϲ δικαιον εὐθεωϲ / καταπαλαιειν [ ] ἐϲτι τουτουϲ ? ? [
9999869 χαρακτηρι
πληθυντικος . Εἰρηται ὁτι παντα τα μετα τα δυϊκα ἑνι χαρακτηρι παραλαμβανεται τῳ πληθυντικῳ , ὡς μη τα του λογου
δε των Ἰλλυριων μοιρα . το ἐθνικον Βηγιτης τῳ κοινῳ χαρακτηρι . Βηθλεμα , πολις Παλαιστινης προς τοις Ἱεροσολυμοις ,
9999869 τετυχηκε
δια τε τον οἰνον και το ἀνθοϲ των κρινων ταυτηϲ τετυχηκε τηϲ ὀνομαϲιαϲ . ἡ δε χρηϲιϲ των οἰνανθαριων παρα
ἡμεραν γινομενα των ὀναρ δοκουντων γινεσθαι : της γαρ αὐτης τετυχηκε προρρησεως , ὡς πολλακις ἡμιν ἐδοξε δια πειρας .
9999868 συγγνωμῃ
' ἡμας τους Ἑλληνας παλιν ἐξ ἀρχης φιλιας χυλῳ και συγγνωμῃ τινι πρᾳοτερᾳ κερασον τον νουν : και την ἀγοραν
την αἰτιαν παρεσχετο : εὑροις δ ' ἀν και ἐν συγγνωμῃ ἀντιστατικον κεφαλαιον , οἱον μητηρ ἐξηλθε χοας ἐπισπεισουσα τῳ
9999868 Μακεδονικη
δορασιν : ἀσπις μεν οὐν ἐστιν ἡ ἀριστη χαλκη , Μακεδονικη , οὐ λιαν κοιλη , ὀκταπαλαιστος : δορυ δε
Ὁτι ὑπο Γαλατων Πτολεμαιος ὁ βασιλευς ἐσφαγη και πασα ἡ Μακεδονικη δυναμις κατεκοπη και διεφθαρη . Κατα δε τους χρονους
9999868 κλειδα
ἑκουσαι θυματα γινονται , ἐπαταξαν ἑαυτας τῃ κερκιδι παρα την κλειδα και ἀνερρηξαν την σφαγην . και αὐται μεν ἀμφοτεραι
του ποντου κληιδα : λεγει δε το στενον ὁθεν και κλειδα το στενον - ἐκεινο ὠνομασε : ἀπο γαρ του
9999868 οἰνῳ
χρη , ἑλλεβορῳ μελανι ὑπαλειφοντα τον δακτυλιον : ἐπειτα τριταιον οἰνῳ κλυζειν αὐστηρῳ . Το δε αἱμα , ὁταν ἀφελῃς
τῳ συνδειπνῳ ἐργασασθαι , δηχθεντα ὑπο κυνος λιθον ἐμβαλων τῳ οἰνῳ λυπει τους συμποτας ἐκμαινων . κανθαροις δε κακοσμοις θηριοις
9999867 θεροϲ
διδου δια παντοϲ ἀντι του μελικρατου : εἰ μεν δη θεροϲ εἰη και ψυχροποτηϲ ὁ καμνων , ψυχρον τουτῳ διδοναι
μεν ἐαρ ἐπιτηδειον . ἀθετον δε το φθινοπωρον και το θεροϲ . ἀλλ ' οὐδε ὁ χειμων ἐϲτιν ἀγαθοϲ τῳ
9999866 ἐβουλεσθε
φιλοσοφειν και τοις σοις ἑταιροις ἐγενετο και πλειν ἐλευθερως ὁποι ἐβουλεσθε και ἐχειν ἡμων μνησθηναι , και ἐπειτα , εὐγνωμον
δεησει δε μεγαλῃ καταλυσαμενοι τον πολεμον και τυχοντες εἰρηνης οἱας ἐβουλεσθε : τα δε τελευταια φιλοι γενεσθαι της πολεως ἡμων
9999865 κηρυγμα
Πεισιστρατος , ὁν και μετεπεμψατο παραχωρησαντα αὐτῳ το της νικης κηρυγμα . ξυστιδ ' ἐχων : ξυστιδα προπαροξυνουσιν : ἠγουν
κηρυγματι καθοδον εὑρησουσι , γραψαντος τε και βεβαιωσαντος θεου το κηρυγμα , ὡς δηλουσιν οἱ χρησμοι , ἐν οἱς διειρηται
9999865 φοινικα
ἐχθρον , ἀλλ ' αὐτος παρελθων τα βραβεια και τον φοινικα ἀναδος και στεφανωσον , εἰ θελει , και ταις
Ὁτι ἀναθηλαι λογος ἐστι Δηλιος φυτα ἐν Δηλῳ ἐλαιαν και φοινικα , ὡν ἁψαμενην την Λητω εὐθυς ἀποκυησαι , τεως
9999865 Ὀλυμπια
μουνος ἐδαισατο νιν . Ἀστυαναξ δ ' ὁ Μιλησιος τρις Ὀλυμπια νικησας κατα το ἑξης παγκρατιον , κληθεις ποτε ἐπι
[ ] αλδτρεχειν ? ? ! ! ! ! ! Ὀλυμπια : ἐαν διαφυγηιϲ [ ] , εὐτυχηϲ ἀνθρωποϲ εἰ
9999864 ἐθαυμαζετο
ποιησας , ἐτι δε τας χειρας διατεταμενας ποιων , εἰκοτως ἐθαυμαζετο παρα τοις ἀνθρωποις : οἱ γαρ προ τουτου τεχνιται
. . Κ ἡ παλαι μουσικη και μεχρι των Πυθαγορειων ἐθαυμαζετο καλουμενη καθαρσις . . . . βουλομαι δε ἀνωθεν
9999864 ἀφροσυνῃ
που γαρ ἐχει καιρον ἀψευδους εὐφροσυνης κακοβουλοτατος ὠν και συζων ἀφροσυνῃ και περι παντα ἀκαιρευομενος , γλωτταν , γαστερα ,
' ἀρχειν εἰδοτες . και ὁσον μεν ἐπι τῃ τουτων ἀφροσυνῃ τε και ἀπειριᾳ πολλακις ἀν ὑμιν τοδε το σκαφος
9999863 ἐδεησε
εὐοψιας , ὁσον ἰχθυων ἐξειλκυσαμεν : μικρου και τους φελλους ἐδεησε κατασυραι ὑφαλους το δικτυον ἐξωγκωμενον . εὐθυς οὐν ὀψωναι
γαστηρ αὐτης και μαλα ἐξωδηκυια ἠν . Ἐπει δ ' ἐδεησε και οὐρα ὀψεσθαι , λεπτα μεν ταυτα και μετριως
9999862 ἀκριβωϲ
ἐν καιρῳ ὠφεληϲεν . ” μεγιϲτον οὐν , εἰ τιϲ ἀκριβωϲ τηϲ ὠφελειαϲ ἐπιϲταται τον καιρον : παν γαρ ὁτι
ἰρινον ἠ ἀνηθινον . και διαδεϲμοϲ εὐτονοϲ ἐπι μακρον δεθειϲ ἀκριβωϲ ἐπεχει ταϲ βηχαϲ , λεγω δε των μεϲων και
9999862 ἀλοηϲ
ϲμυρνηϲ τρωγλιτιδοϲ , κοϲτου , χαμαιδρυοϲ ἀνα # β , ἀλοηϲ ἡπατιτιδοϲ # ε , ὑπερικου , παιονιαϲ ἀνα #
Ἀλλο καθαιρον ἀλυπωϲ . Ϲκαμμωνιαϲ # β βδελλιου # α ἀλοηϲ ⋖ δ ἀγαρικου ⋖ δ κομμεωϲ ⋖ δ :
9999862 χαιρε
, Ζευ φυσεως ἀρχηγε , νομου μετα παντα κυβερνων , χαιρε : σε γαρ και πασι θεμις θνητοισι προσαυδαν .
ἰη Παιαν , Ἀσκληπιον δαιμονα κλεινοτατον , ἰε Παιαν . χαιρε μοι , ἱλαος δ ' ἐπινισεο ταν ἀμαν πολιν
9999862 νομισῃ
λευκον ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον , ἱνα μη τις νομισῃ , ὁτι δια το μη προσκεισθαι [ ἠ ]
, [ ἐαν δε τις ἐξαναβῃ και ἐπι περας ἀφιχθαι νομισῃ ] , αἱ δε καταντεις πασιν εἰσιν ἀπρακτοι πλην
9999861 ἀφεισθω
ἀλλ ' οὐν δια το μη ἐν πολλῃ εἰναι χρησει ἀφεισθω ὁ περι τουτου λογος . δει γαρ το εὐχρηστον
και ἀλλοτε ἀν τυχῃς μαθων , ὡσθ ' οὑτος μεν ἀφεισθω , μη πανυ χρεων ὀν αὐτον εἰρησθαι : ἡμεις
9999861 θερμοϲ
ῥυποϲ παρωνυχιαϲ ἰαϲθαι λεγεται . Ϲαγαπηνον ὀποϲ ἐϲτιν οἱον ναρθηκοϲ θερμοϲ και λεπτομερηϲ , ἐχει δε τι και ῥυπτικον ,
αὐτου λεπτομερεϲτεραϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , οὐ μην εἰϲ τοϲουτον γε θερμοϲ , εἰϲ ὁϲον οἰονται τινεϲ , ὑπο τηϲ λεπτομερειαϲ
9999861 χαλκειῳ
. τρις μεν ἐπειτ ' ἐπορουσε ποδαρκης διος Ἀχιλλευς ἐγχεϊ χαλκειῳ , τρις δ ' ἠερα τυψε βαθειαν . ἀλλ
αἰρομενης της δεξιας στεγαστεον ἐγγυς του θωρακος ἠ μοσχειῳ ἠ χαλκειῳ : εἰ δε μη , ἐν τῳ ἐπικαιροτατῳ ἀφυλακτον
9999861 ἀμφορεα
, ὁσον ἐμοιγε φαινεται . τρεχ ' εἰς τον οἰνον ἀμφορεα κενον λαβων των ἐνδοθεν και βυσμα και γευστηριον ,
το μερος αὐτου ἐν τῳ μερει , ἐπει και τον ἀμφορεα του οἰνου φησαιμι ἀν εἰναι ἐν ἑαυτῳ , ὁτι
9999861 ἀμφω
ναυκληρος , κυβερνητης δε πλωτηρων : οἱ παντες δυνανται μεν ἀμφω το τε εὐ και το χειρον , βουλεσθαι δ
θειων τιμων ἠξιωσαν . ἐγενοντο δε και τα σωματα εὐφυεις ἀμφω και καλοι . και το γενος ἐκ Διος ἠστην
9999860 ἀπηλλαγη
προς τον κινδυνον , και ἐπειδη ἐν τῃ φυγῃ νοσησας ἀπηλλαγη του σωματος , εὐ τε περιστειλας και τα νομιζομενα
δε ἐς την πολιν το πρωτον καταφυγων ἐμπρησας την πολιν ἀπηλλαγη παρα Γλαυκιαν ἐς Ταυλαντιους . Ἐν τουτῳ δε των
9999860 τιθεμεθα
χωριζομεν , ἀλλα τουτο ἡμων το τιμιωτατον και τον ἀνθρωπον τιθεμεθα και οἱον εἰσδυομεθα εἰς αὐτο . Χρη γαρ τα
δε το ὀν ἐν αἰσθητῳ θεμενοι και το πανταχου ἐκει τιθεμεθα , και μεγα νομιζοντες το αἰσθητον ἀπορουμεν , πως
9999860 ἁρμονικῃ
ἐκαλεσαν , δια το και αὐτην ὑπεναντιον τι πασχειν τῃ ἁρμονικῃ , ὡς δειχθησεται : τας δε λοιπας δυο ἁπλως
ἡ μεν οὐν τεταρτη μετα τας ἠδη εἰρημενας ἀντιπεπονθε τῃ ἁρμονικῃ : ἐπι γαρ της ἁρμονικης ὡς ὁ μεγιστος προς
9999859 ἡγεμονι
και μενοντας ἐκστρατευσαι βουλεται κατα γενη ἑκαστους ὑπο τῳ οἰκειῳ ἡγεμονι . και ἐστιν αὐτῳ ἡ των λογων ὑποθεσις οὐχ
ἐπιταττομενα , και τα πλειστα αὐτοκελευστος ὑφιστατο κινδυνευματα δοξαν τῳ ἡγεμονι και τιμην πραττουσα : και διεξηλθε πολλην της Αἰκανων
9999859 ῥομβοειδες
μεν τετραγωνον πεποιηνται , οἱ δε ἑτερομηκες , ἀλλοι δε ῥομβοειδες , και ἑτεροι σφηνοειδες ἠτοι ἐμβολοειδες . κοινως δε
πολος , γνωμων , ῥομβος , στρογγυλον , περιφερες , ῥομβοειδες . δυναμεις , διπους τριπους τετραπους , ἀχρι της
9999857 ἀστεα
, ὡσπερ ἠν , διοτι πολλων δ ' ἀνθρωπων ἰδεν ἀστεα και νοον ἐγνω και πολλα δ ' ὁγ '
ἀλλας ὁδους στραφεντα φερεσθαι δια της ἐρημου , ἱνα οὐτε ἀστεα οὐτε πατος ἀνθρωπων , θηρες δε νομον ἐχουσι και
9999856 ἐξηγγελλετο
ὡς ἐς Σκυθας , ὁτι ἐς Σκυθας καταπεφευγεναι Σπιταμενης αὐτῳ ἐξηγγελλετο , αὐτος δε ξυν τῃ λοιπῃ στρατιᾳ ἐπιων της
ὁτι και ταυτα ἐθνη των προσχωρων τῃ Περσιδι μαχιμωτατα εἰναι ἐξηγγελλετο . ἡκε δε αὐτῳ και Φιλοξενος στρατιαν ἀγων ἀπο
9999856 σκωληκες
πυκνον , νευοντες εἰς την γην , μολις ὡσπερ οἱ σκωληκες ἐν τοις κυτταροις κινουμενοι . ἐς τε την ἀλλην
ἀφιησιν , ὁσην και οἱ περι τα δερματα των ἱππων σκωληκες ἁφιασι τεμνομενοι . * οἱον : καθα , ὡσπερ
9999856 θαυμαζετε
οὐν ἐτι τας των τυραννων τυχας ὡς μακαριων ζηλουτε και θαυμαζετε , δι ' ἁς εὐπετως ἑκαστα ἐπεξιασιν , ὡν
δοκω σπουδαιολογησαι μαλλον ἠ παρα ποτον πρεπει , μηδε τουτο θαυμαζετε . ἀγαθων γαρ φυσει και της ἀρετης φιλοτιμως ἐφιεμενων
9999856 ὑδατωδες
αὐτα ψυχρα και ὑγρα την κρασιν τυγχανοντα , λεπτον και ὑδατωδες αἱμα ἀπογεννωσι καλως πεφθεντα . πεφυκασι δε και ταυτα
τοιουτου καιρου των οὐρων ἡ χροα : το μεν οὐν ὑδατωδες ἀπεπτον ἐτι σημαινει τον ἐκ της γαστρος ἀναδοθεντα χυμον
9999856 θυμοειδες
ἠ ὀντων ἠ και μελλοντων , ὡσαυτως δε και το θυμοειδες πραϋνας και μη τισιν εἰς ὀργας ἐλθων κεκινημενῳ τῳ
το δερμα λασιον , το σωμα ἰσχυρον , ἀλλως δε θυμοειδες και ῥωμαλεωτατον . Ἀλλα τουτο μεν , ὡς μοι
9999855 βαλανῳ
τα μεν δια στοματος λαμβανεται ποτιμα . τα δε τῃ βαλανῳ προσαγεται : χρωμεθα δε μαλιστα τουτοις , ἐπειδαν ὑπερπληθεισα
την γεγονυιαν ὑποδοραν ὑπερ του μη ϲυμφυηναι την ποϲθην τῃ βαλανῳ . τουτον μαλλον Ἀντυλλοϲ ἀποδεχεται τον τροπον πλατυκωτερον αὐτον
9999855 Ἑλλαδα
μεταξυ ὁ Ἀραιθος και το Δωτιον , ἐχουσι δε την Ἑλλαδα πασαν , καθο το μεν Δωτιον ἐν Μακεδονιᾳ ,
κατεστρεφετο και Χερρονησον ὠχυρου και Λυσιμαχειαν ἠγειρεν ἐς τε την Ἑλλαδα διελθων ἐδου - λουτο τους Ἑλληνας ὑπο Ῥωμαιων ἀρτι
9999855 ἐλαφειῳ
λεγομενα σμηγματα ἐπιτηδεια , οἱον ἁλες συν γληχωνι ἠ κερατι ἐλαφειῳ ἠ σηπιας ὀστρακον ἠ ὠων κελυφα λελεασμενα . Αἱ
γῃ , ἀλλα τελευτᾳ . Τουτου οὐν ἡ καρδια ἐν ἐλαφειῳ δερματι περιαπτομενη σεληνιαζομενους ἰαται . ἐν δερματι δε ἐποπος
9999855 εὐποριᾳ
ὀλιγον ᾐ , σφοδρα δε ἁτερος θατερου ὑπερεχῃ ἀρετῃ ἠ εὐποριᾳ ἠ τινι ἀλλῳ , οὐκ εἰσι φιλοι : οὐτε
ἐραν δι ' ὑγιειας ποιησας , ὑγιειαν δε ἡδιω συν εὐποριᾳ καταστησας , τῳ δε μεσῳ τα ἀκρα οἱον γομφῳ
9999855 ἰδιωτικα
: και ποτερον κλεπτης οὑτος ἠ ἱεροσυλος ὁ ὑφελομενος τα ἰδιωτικα κτηματα ἐκ του ἱερου . Ἀξιον δε εἰπειν τον
ἐπαυλεις δε και οἰκιαι και τειχη και ὁσα ἐν οἰκοδομαις ἰδιωτικα και δημοσια παντα συγκατεπιμπραντο και ἡμερᾳ μιᾳ αἱ μεν
9999854 ἀφθονῳ
τα της εἰρηνης ἀγαθα παρασχομενον ἀχρι της του βιου τελευτης ἀφθονῳ και πλουσιᾳ χειρι και γνωμῃ , της ὁμοιας τιμης
μητε Ἑλληνων προτερον μεν οὐ πανυ , τα νυν δε ἀφθονῳ τε και πολλῃ δουλειᾳ κεχρημενων , ἐπι την τοιαυτην
9999854 χολωδεες
στομα ἐκπικραζοιτο , γλωσσα χλωρη , ὀμματα ἰκτερωδεα , ὀνυχες χολωδεες , οὐρον δριμυ , ἀλλως τε και εἰ πυρεταινοι
φρικωδεες , ἐμετωδεες , και μετα κρισιν ἀποσιτοι , και χολωδεες , και σπληνες μεγαλοι σκληροι , ὀδυνωδεες , και
9999854 ἁμαρτιᾳ
δεινον δια το τουτου στερεσθαι . Ὁταν προσκοπτῃς ἐπι τινος ἁμαρτιᾳ , εὐθυς μεταβας ἐπιλογιζου τι παρομοιον ἁμαρτανεις : οἱον
: τουτων γαρ της διαφορας γινωσκομενης εὐχερως ἐλεγχθησεται ὁ Πορφυριος ἁμαρτιᾳ τινι περιπεσων . διαφερει τοινυν οὐσια οὐσιωδους , ὁτι
9999853 Καππαδοκια
ἐγγυτατω : ταυτα δ ' ἐστι Μηδια και Ἀρμενια και Καππαδοκια και τα μεταξυ . τεταρτον δ ' ἡ ἐντος
Ἀριαραθου πεσοντος τε ἐν τῃ μαχῃ , αὐτη τε ἡ Καππαδοκια και τα πλησιοχωρα αὐτης ἐπεσεν ὑπο Μακεδονας . Ἀριαραθης
9999853 βουτυρῳ
ἐπ ' ὀστρακου και τριψας προεπαλειψας τε τον ψωριωντα τοπον βουτυρῳ ἐπιπασσε τουτο και καταδει , χρω τε τῳ φαρμακῳ
ἀνθη συν κηρωτῃ και μυελῳ και στεατι , ὑσσωπον συν βουτυρῳ και μελικρατῳ . Προς τας ἑλκωσεις της μητρας ἁρμοζει
9999853 ναυτικῃ
ἑπτα ἠ δεκατεσσαρας και πεζῃ μεν ἐν Πλαταιαις νικηθεις , ναυτικῃ δε ἐν Σαλαμινι , δια Θεσσαλιας φευγων διεπεραιωθη εἰς
' ἱππεων ἁμα τῃ κατα τον ἡλιον ἀνατολῃ προσιππευσαντων τῃ ναυτικῃ των Καρχηδονιων στρατοπεδειᾳ , και προσδεχθεντων ὑπο των φυλακων
9999851 Κυκλαδες
και ὁ Ἑλλησποντος ἐσεισθη , και Ἰωνια και αἱ καλουμεναι Κυκλαδες νησοι , ὡς Κνιδου και της Κρητων νησου τα
Κρητῃ : λεγεται δε εἰναι ἑκατομπολις . ΚΥΚΛΑΔΕΣ ΝΗΣΟΙ . Κυκλαδες δε αἱδε εἰσι κατα την Λακεδαιμονιαν χωραν οἰκουμεναι :
9999851 ἀλικοϲ
διαλυϲαι ϲκληρα και τμηξαι τα ἐντερα και δηγμουϲ παρηγορηϲαι . ἀλικοϲ δε χυλοϲ και δηξεωϲ μεν ἐϲτι παρηγορητικοϲ , μαλιϲτα
ὑπονοειϲ ἐϲεϲθαι , προδιδοναι και ἀρτον ἐξ οἰνου ἠ χονδρῳ ἀλικοϲ ἑφθῳ οἰνον ἐπιχεων προϲφερειν : μετριαϲ δε τηϲ ϲυγκοπηϲ
9999851 γλοιωδες
τοτηνικαυτα ἐπιβαλλειν δει το των πιτυρων ἀποζεμα : ἐστι γαρ γλοιωδες και χαλαστικον , ἐτι γε μην και συγγενειαν ἐχον
Λιθαργυρον , θειον ἀπυρον ἰσα μετ ' ὀξους και οἰνου γλοιωδες ἐπιχριε : ἐγω ἐλαιον οὐ μιγνυμι και ἀντ '
9999850 ἀφθονιᾳ
ἐπι τελειοις και πληρεσιν ἀγαθοις , ἐν εὐετηριᾳ και χορηγιων ἀφθονιᾳ λαβειν ἐνδειας ὑπομνησιν ἀποχῃ σιτιων και ποτων και λιτας
ὀκτω προσπεριβαλων και ταφρευσας βαθειᾳ ταφρῳ βασιλειοις ἐχρητο , πασῃ ἀφθονιᾳ των κατα τον βιον ἁπαντων πεπληρωμενην . κατεσκευασε δε
9999850 νομισῃς
ᾡ φησιν ὀφθηναι τον των ὁλων κυριον . ἀλλα μη νομισῃς τοις σωματος ὀφθαλμοις γινεσθαι την προσβοληνοἱ μεν γαρ τα
εἰ σε θεον μαντευσομαι ἠε και ἀνδρα . και μη νομισῃς , ἐπειδη εἰπε “ διζω , ” ὁτι ἠγνοει
9999850 λογισασθε
ἡμας βουλεσθε οὑς ᾐτησατο δεκα ῥητορας ; εἰ συμφερει , λογισασθε . τουτο μεντοιγε ὑμιν προμηνυω , ἀνδρες Ἀθηναιοι ,
' αὐτος μη ἐπιορκησειεν . ἐξ αὐτου δη του πραγματος λογισασθε , ὠ ἀνδρες δικασται , παρ ' ὑμιν αὐτοις
9999850 Γαλατιᾳ
ὁ των ἑσπεριων Ῥωμαιων βασιλευς , ὡς αὐτῳ οἱ ἐν Γαλατιᾳ Γοτθοι συμμαχοι κατεστησαν , και τα παροικουντα την αὐτου
κελευσας παραυτικα τοις Μιλησιοις ἀπεδωκε τα χρηματα . Καισαρ ἐν Γαλατιᾳ προσῃει ταις Ἀλπεσιν . ἠγγελη στρατοπεδα των ὀρειων βαρβαρων
9999850 τραχεα
ποτιμων ἡμιν ὁ λογος γενεσθω , ἁ πεφυκε τα μεν τραχεα ὁμαλυνειν , τα δε περιττωματα διαφορειν , τας δε
δε τῃ κατα τα ἀγκη πορειᾳ , ὁτι δυσπορα και τραχεα και λασια ὀντα ἰσχει του ἰεναι . ἐντευθεν οὐν
9999849 δωδεκατη
δε παραπληϲιωϲ ὀγδοη τε και δεκατη , μεθ ' ἁϲ δωδεκατη και ἑξκαιδεκατη και ἐννεακαιδεκατη . μεταξυ δε τουτων ἐϲτιν
ἑκκαιδεκαταια : ἡ γαρ μεση οὐκ ἐστιν ιγʹ , ἀλλα δωδεκατη . ἡ λυσις οὐν ἡδε . δεκατῃ ἐν Ἁλιμουντι
9999849 ἰσχυσε
οὐν ἀν , εἰ και την ἐμην ἠλθεν ὁδον , ἰσχυσε δ ' ἀν , εἰ την του πατρος :
σχετλιαζων εἰ μοιχον τινα λαβοντες ἐδησαμεν , ὑπερτεθαυμακα τι τοσουτον ἰσχυσε πριασθαι προς την τοσαυτην σπουδην . ὑπονοειν γαρ τἀληθες
9999849 εὐπρεπειᾳ
δι ' ἀλλο τι ἠ ὁσον αὐτοις ἐς την ἀρχην εὐπρεπειᾳ τε λογου και γνωμης μαλλον ἐφοδῳ ἠ ἰσχυος τα
ἐγεννησε τον ἐπιφανεστατον των Τρωων . Γανυμηδης δε των ἁπαντων εὐπρεπειᾳ διαφερων ὑπο των θεων ἀνηρπαγη τῳ Διι οἰνοχοειν .
9999849 ἀρτηριαϲ
κατα θωρακα ϲυμπεττει τε και παρηγορει και ταϲ τραχυτηταϲ τηϲ ἀρτηριαϲ καταλεαινει . προκριτεον δε το νεον του παλαιου και
τοιϲι κανθοιϲι : ϲικυην τῃ κορυφῃ προϲβαλλειν , ἐκκοπτειν ταϲ ἀρτηριαϲ , ξυρειν την κεφαλην , φοινιϲϲειν , φλεγμα ἀγειν
9999849 ἐκοσμησε
πως διωκει Προδικος την ὑπ ' Ἀρετης Ἡρακλεους παιδευσιν : ἐκοσμησε μεντοι τας γνωμας ἐτι μεγαλειοτεροις ῥημασιν ἠ ἐγω νυν
ἱερα παντα τα κατ ' Αἰγυπτον ἀναθημασιν ἀξιολογοις και σκυλοις ἐκοσμησε , των δε στρατιωτων τους ἀνδραγαθησαντας δωρεαις κατα την
9999849 ἀπελθε
, καταλειψας , αὐτο , ἐκεινο , τα ἀπορηθεντα . ἀπελθε ] μεταβηθι εἰς ἑτερον , ἠγουν εὑρε ἑτερον ,
πατρος τον λογον αἰνιττεται , δεδηλωκαμεν . το δε ” ἀπελθε ἐκ τουτων ” οὐκ ἐσθ ' ὁμοιον τῳ διαζευχθητι
9999849 δυνηθῃ
κινουμενην , ἐξ ἐναντιας φερομενον ἀπωσαι μεν εἰς τοὐπισω μη δυνηθῃ δια τον προωθουντα ἀνεμον αὐτην , ἱστᾳ δε και
κινειται . δε : δη . ἐξονομηναι : ἐχοι , δυνηθῃ , κατ ' ὀνομα εἰπῃ , ὀνομαστικως εἰποι ,
9999849 πιθανα
ἀποβασεσιν ἀκολουθον ὀντα εὑρον αὐτον : εἰ δε τῳ μη πιθανα δοκω λεγειν , οἱς ἀρεσκεται χρησθω . σημαινειν γαρ
και τῳ ψευδει και τῃ ἀληθειᾳ και καταγινεται περι τα πιθανα , τουτεστι περι τα πειθοντα και μη πειθοντα .
9999848 ὀξυμελιτι
ταυτα δ ' ἠτοι φοινιξιν ἀναλαμβανεσθω ἠ συν αἰρινῳ ἀλευρῳ ὀξυμελιτι ἡψησθω . εἰ δ ' ἀνευ νομης φλεγμαινοι ,
αἱ δι ' ἁλων . κατα δε της ἐμπλαστρου σπογγον ὀξυμελιτι ἠ ὀξυκρατῳ ἠ οἰνῳ διαβροχον ἐπιβαλουμεν : ἐπιδησομεν δε
9999848 δημοσιῳ
το δημοσιον : διο τους ἐπιδιδοντας ἠ ὑπηρετουντας τι τῳ δημοσιῳ λειτουργειν λεγουσιν . Λογισται και Συνηγοροι . Ἀριστοτελης ἐν
μισησαιτε , και δικαιως . φησι γαρ πολλους ὀφειλειν τῳ δημοσιῳ , τουτους δ ' ἁπαντας ὁμοιους ὑπαρχειν ἑαυτῳ .
9999848 ἐθεασαμεθα
το αὐτο ὑψος κειμενων . ὡσπερ οὐν τα παραλληλογραμμα χωρις ἐθεασαμεθα και αὐ παλιν τα τριγωνα , οὑτω και ἁμα
ἀλλα των παιδων αὐτου . ἐλεγον οὐν οἱ ἀνθρωποι , ἐθεασαμεθα χρυσα μηλα , ἁ Ἡρακλης ἠγαγεν ἐξ Ἑσπεριδων ,
9999847 καυϲεωϲ
καρκινου . μϚʹ . Περι γυναικομαϲθων . μζʹ . Περι καυϲεωϲ ἡπατοϲ . μηʹ . Περι καυϲεωϲ ϲπληνοϲ . μθʹ
. Περι λαγοφθαλμων . ιαʹ . Περι καταρραφηϲ και φαρμακου καυϲεωϲ . ιβʹ . Περι ἐκτροπιων . ιγʹ . Περι
9999847 πυραμιδι
μειζον ἀρα και το Χ στερεον των ἐν τῃ ΔΕΖΘ πυραμιδι πρισματων . ἀλλα και ἐλαττον : ὁπερ ἐστιν ἀδυνατον
προς την ΣΤΥ βασιν , οὑτως τα ἐν τῃ ΜΝΟΗ πυραμιδι δυο πρισματα προς τα ἐν τῃ ΣΤΥΘ πυραμιδι δυο
9999847 Ἐπιτεταχθω
οὑ ἐχει ὁ μειζων των δοθεντων προς τον ἐλασσονα . Ἐπιτεταχθω δη ἀπο του κ και του ρ ἀφελειν τον
ὁ ὑπο δυο ὁποιωνουν προς συναμφοτερον λογον ἐχη δεδομενον . Ἐπιτεταχθω δη τον ὑπο αου και βου συναμφοτερους εἰναι γος
9999847 ἀτρυγετοιο
βητην , ὡς ἐκελευς ' , ἐπι θιν ' ἁλος ἀτρυγετοιο . αὐταρ ἐπει ῥ ' ἐπι νηα κατηλυθον ἠδε
Ἡσιοδος [ . ] : μοιραν ἐχει γαιης τε και ἀτρυγετοιο θαλασσης . ἠ ἐπει Λιμνατις ἡ Ἀρτεμις τιμαται :
9999847 εὑρισκε
καταμαθων τουτο ποιουντα ὑφειλετο : ὑστερωι δε χρονωι ἐλθων οὐχ εὑρισκε τα χρηματα ὁ καταθεμενος . περιαλγων οὐν τηι συμφοραι
ταυτης της παραδοξου θεας , ἐγειρε μοι σεαυτον και τεχνην εὑρισκε σοφην , ᾑ τευξῃ τουτων ὡν ἐρᾳς , και
9999847 θεασωμεθα
την τεχνην συν ταις νοσοις . Φερε και ἐπι γεωργιας θεασωμεθα , εἰ τουτον αὐτοις ἐχει τον τροπον , ὁνπερ
Σωκρατη φησι κρινειν δικαιον . οὑτω τοινυν και Περικλεα δη θεασωμεθα , πως αὐτος εἰχε προς χρηματα και ποιον τινα
9999846 ἐξαπεστειλε
υἱος Φαραω , ὡς ἠκουσε των ῥηματων τουτων , και ἐξαπεστειλε μετ ' αὐτους δυο χιλιαδας πολεμιστων . Και ἠλθον
Ἑλληνας αἰτειν ὑδωρ και γην . την δε στρατιαν διελομενος ἐξαπεστειλε τους ἱκανους ζευξαι μεν τον Ἑλλησποντον , διασκαψαι δε
9999846 ἐμβραχυ
φονεα ὀντα , και κακως ποιειν καθ ' ὁσον ἀν ἐμβραχυ ἑκαστος δυνηται . εἰ τοινυν τι ἐκεινοι ἀγαθον την
κατ ' ἐξουσιαν ἁνηρ λεγοι , ἀλλ ' ὡσπερ παις ἐμβραχυ τουτ ' ἀρκειν ὑπολαμβανων ὁ τι φαιη Πλατων ;
9999846 Περσικη
πεζεταιροι Περσαι [ και ἀσθετεροι ἀλλοι ] και ἀργυρασπιδων ταξις Περσικη και ἡ των ἑταιρων ἱππος και ταυτης ἀλλο ἀγημα
Καρδιανος , Ὀλβια Ὀλβιανος , Ἀδρια Ἀδριανος . Ἀρταια , Περσικη χωρα , ἡν ἐπολισε Περσης ὁ Περσεως και Ἀνδρομεδας
9999846 χιτωνι
ἀνθρωπων ὁρᾳς . [ ⌊ Συ δε ⌋ συν ] χιτωνι μουνῳ ⌊ παρα την ⌋ φιλην γυναικα φευγεις ⌊
, και προσετι τῳ ἀμφιβληστροειδει σωματι και τεταρτῳ τῳ χοριοειδει χιτωνι : το γαρ ἰσχυροτατον ἐν αὐτοις και μαλιστα στηριζειν
9999846 ἑλικα
λαβουσης την ΓΒ της ΑΒ , και ποιειτω την ΒΗΑ ἑλικα . ἐστιν ἀρα ὡς ἡ ΑΒ προς ΒΗ ,
ἐστι μεν γαρ φοινιξ το ἐλυτρον , ἐχει δε και ἑλικα διηνθισμενην και πεποικιλμενην ὑπο της φυσεως . στεφανον ἀν
9999846 πυρετῳ
, τι οὐν ἀγαλματα , ὡς κακοις δαιμοσιν , ὡς πυρετῳ τῳ Διι ; και πως ἐτι Σωτηρ και πως
οἱ καμνοντες ἐπιλανθανομενοι παντων ὁσα λεγουσι . ταυτα δε ἐν πυρετῳ αὐτοις συνεδρευει . τοπος μεν οὐν του παθους ἡ
9999844 κουφα
' ἀμφοτεροις δυναμεις ὑφ ' ἑνα καιρον συνηλαλαξαν και τα κουφα των βελων ἐπι τους πολεμιους ἐβαλον . ταχυ δε
ποιησει ὑγειαν , ὁτι ἁπλως μεν οἰδεν ὑγιεινα εἰναι τα κουφα κρεα , ἀγνοων δε ποια τα κουφα , ἀγνοει
9999844 θεωι
δωματων ἐξωπιος . νυμφευ ' : ἰσως γαρ , συν θεωι δ ' εἰρησεται , γαμεις τοιουτον ὡστε θρηνεισθαι γαμον
τους παραλαβοντας τας πατρικας ἱερωσυνας κατ ' Αἰγυπτον τουτωι τωι θεωι πρωτον μυεισθαι . και τους Πανας δε και τους
9999844 νεωτερῳ
, ἐναλλαττει τας χειρας και την μεν δεξιαν ἐπιτιθησι τῳ νεωτερῳ Ἐφραϊμ , την δ ' εὐωνυμον τῳ πρεσβυτερῳ Μανασσῃ
ἀπραγμονως δε διαγενου την ἡμεραν . ὁ δε παρα τῳ νεωτερῳ Φιλημονι μαγειρος διδασκαλικος τις εἰναι θελει τοιαυτα τινα λαλων
9999844 μυρμηκια
ἡλιον . Δια μεν των σφοδρως ἑλκοντων φαρμακων ἡ τε μυρμηκια και ἀκροχορδων ἀποσπασθησεται , δια δε των σηποντων νεκρωθησεται
, περιφερηϲ κατα το πλειϲτον : ἀλλ ' ἡ μεν μυρμηκια πλατειαν ἐχει την βαϲιν και προϲ ταϲ ἀποϲφιγξειϲ ὁμοιαν
9999844 θαυμασαιμι
- ανακυπτει και το γηρας συναποξυεται . ὡστε οὐκ ἀν θαυμασαιμι εἰ οὑτως ἐχων μη ὑστατην ὑμιν ταυτην ᾀσαιμι την
ὁ τι προς ταυτα ἐρεις ; δεινος μεν εἰ , θαυμασαιμι δ ' ἀν εἰ μη νυν ἀπορησεις . Του
9999844 Παυσανιᾳ
μη λειπεσθαι : τον Παυσανιαν δηλονοτι . αὐτῳ : τῳ Παυσανιᾳ . την διαβολην : την κατηγοριαν . ʃ την
ποιει . ἐχθρος μεν ἐστι τοις γονευσι , φιλος δε Παυσανιᾳ τῳ πορνῳ : και θρασυνεται μεν ὡς ἀνηρ ,
9999844 βουλωμεθα
προτασεων παντος του προτεθεντος προβληματος . δει , ὁταν τι βουλωμεθα ὑπαρχον τινι ἠ μη ὑπαρχον κατασκευασαι , πρωτον ἐκλαβειν
ὑμετεροις . Ὡσπερ γαρ ἐν τῃ τεκτονικῃ , ὁταν εἰδεναι βουλωμεθα το ὀρθον και το μη , τον κανονα προσφερομεν

Back