| το πνευμα οἱ ἀγγελοι προς τας θυγατερας των ἀνθρωπων εἰσιασιν . ἑως μεν γαρ ἐλλαμπουσι τῃ ψυχῃ καθαραι φρονησεως
του ὀνοματος . Ψευδοκλητεια : ὀνομα δικης ἐστιν , ἡν εἰσιασιν οἱ ἐγγεγραμμε - νοι ὀφειλειν τῳ δημοσιῳ , ἐπειδαν
9999992 κασιν
του πυρος . αἰολην δε την εὐκινητον και ταχειαν . κασιν δε εἰπεν ἐπει συνεστι τῳ πυρι ὁ καπνος .
. ἀπο του ἀελλα ἡ πνοη και ἀελλοπους . Ξ κασιν ] ἀδελφον . κασιν ] ἀδελφον : ὁ γαρ
9999991 δυναμενος
διατριβων λογους τινας διαλεκτικους ἠρωτηθη προς Στιλπωνος : και μη δυναμενος παραχρημα διαλυσασθαι , ὑπο του βασιλεως τα τε ἀλλα
λογου χρειαν ἐχει . ἐπιτηδειοτατος προς φιλιαν ὁ πλειστα ἀδικεισθαι δυναμενος και φερειν . ταχος και ἐπειξις ἀπεστω του ἐσθιειν
9999991 ἐντασιν
ἐστι πασι γνωστον . τουτου ἡ κοπρος χριομενη και πινομενη ἐντασιν ποιει . το δε στεαρ αὐτου τετανικους πανυ ὠφελει
και τας ῥινας : κατα γαρ την γινομενην του πνευματος ἐντασιν ἐκριπτεται το ἐνδον σφηνωθεν . ποιει δε τουτο συνεχως
9999990 δυναμενον
Θνητοι γεγωτες μη φρονειθ ' ὑπερ θεους . Θεραπευε τον δυναμενον , ἀνπερ νουν ἐχῃς . Θυμῳ χαριζου μηδεν ,
ἡ μετοχη ἀκταινων και ἀκταινον μενος , το ἀναγον και δυναμενον ἀνορθουν . . . . ἀκταιωρος : παρα το
9999990 ἐπιβασιν
ὑποτροχον . οὑτως ἐκ της κατα βραχυ συναυξησεως μελετησει την ἐπιβασιν . και ταυτα μεν περι κινησεως , ἑξης δε
μεν δη και Δρουσος ἀνῃρητο δημαρχων . και οἱ ἱππεις ἐπιβασιν ἐς συκοφαντιαν των ἐχθρων το πολιτευμα αὐτου τιθεμενοι ,
9999990 πατον
ὁλον τον γυρον ἀποτου αὐγου λευκον . Εἰτα τρυπησον τον πατον του ἐπανω καυκιου με τιποτας ὁπου να ποιησῃς τρυπαν
. ταχιστα : γραφεται ἀγεσθαι . ἀρδμον : ποτισμον . πατον : περιπατον . διωλυγιης : σκοτεινης . ἠ διωλυγιης
9999990 βασιν
ἑκατερω - θεν ἰσας της ΑΒ , κατασκευασεις ἰσοσκελες την βασιν των λοιπων πλευρων μειζονα ἐχον . Και μηδενος δε
. Πας κωνος κυλινδρου τριτον μερος ἐστι του την αὐτην βασιν ἐχοντος αὐτῳ και ὑψος ἰσον . Ἐχετω γαρ κωνος
9999990 πον
καθικνεισθαι της κεφαλης . ληρος : χαριεντως και σκο - πον ἠνυσε και ὑβριζειν οὐκ ἐδοξε καιπερ λυπουμενος : ἐπει
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] πον [ ! ! ! ! ! ! ! !
9999990 γενομενος
ὑπο συγκλητου ᾑρημενους . ὁ δε Μαξιμος ἐν τῃ Ἀκυληιᾳ γενομενος πρωτης μεν και δευτερας ἡμερας ἱερουργιαις ἐσχολαζε , τῃ
δυο και δεκα των προμαχων ἰσαριθμους βελεσι κατηγωνισατο . Και γενομενος ἐπι της βασιλειας οὑτως ἠν κοινος και μετριος ,
9999989 ὑποβασιν
τῳ μηδε τας οὐσιας των κρειττονων συνεξισουσθαι ταις καθ ' ὑποβασιν διαφερουσαις , οὐτ ' ἐπι των ἀνθρωπων την ὁμαλην
ἐμπυριβηται . και τουτων ἐνιοι ὠτωεντες , τριποδα δε την ὑποβασιν ἐχοντες τριποδες ὠνομαζοντο . φησι που Ἐφιππος : οἰνου
9999989 καμνουσιν
ταυτα και ἐν ὑγιαινουσι τοισιν ἀνθρωποισιν ἀπεργαζεται , και ἐν καμνουσιν . Τουτο μεν , εἰ τις θελει ὑγιαινων χειμωνος
τῃ ἀκμῃ ἀναπαυεται ἡ φυσις και αἱ δυναμεις , ἐπειδη καμνουσιν ἐν τῃ ἀρχῃ και ἐν τῃ ἀναβασει , ἐν
9999989 καλουνται
ζητουμενον . πηλικοτητες δε λεγονται αἱ ἀφ ' ὡν παρωνυμως καλουνται ἀριθμοι : οἱον του διπλασιου αἱ β μοναδες ,
ἀγροται και κυνηγοι . οὑτοι δε και Ἀληται και Τιτανες καλουνται . ἀπο τουτων γενεσθαι Ἀμυνον και Μαγον , οἱ
9999989 δειν
οὐ θεμις οὐτε παρα των ὁρωντων ἀκουειν οὐτε ἀναγραφειν οἰομαι δειν , νεμεσω δε και τοις ἀλλοις , ὁσοι πλειω
ἐπιλαμβανουσα , ἀγχιβαθης , βαρυτατον ἐχουσα ὑδωρ , ὡστε μη δειν κολυμβου , ἀλλα τον ἐμβαντα και μεχρι ὀμφαλου εὐθυς
9999989 εἰσεται
ἐν τῳ Χαρμιδῃ ἐναντιωματα ἐξ αὐτου του διαλογου ὁ βουλομενος εἰσεται . ποιει γαρ αὐτον ἀσυμφωνως ποτε μεν σκοτοδινιωντα και
, ἐγγυητην Ἑλληνες . εὐφημει Ἀττικοι , σιγα Ἑλληνες . εἰσεται Ἀττικοι , γνωσεται κοινον . εἰ γαρ Ἀττικοι ,
9999989 ἐρχονται
του πραγματος καλουσιν , ἀλλοι δε εὐθυς ἐπι τα συγκριτικα ἐρχονται . ἐπειδη δε οἱ καλως διαιρουντες οὐκ ἐδοκιμασαν οὐδεμιαν
: παντα Περσικα ἐθη : οἱ συγγενεις : ἀντι του ἐρχονται : ἐπεχει κωλυει , αὐτους δηλονοτι : οὐδεις νομος
9999989 περιεχονται
πινακων ὑπογραφειν ἁρμοζει ; Ἐκθεσις πασων των ὑπογραφων , αἱς περιεχονται Εὐρωπης πινακες ι , χωραι λδ πολεις ριη ,
του Μελανθου , οἱ δε και συναμφοτερους . Ἀλλα γαρ περιεχονται του οὐνοματος μαλλον τι των ἀλλων Ἰωνων , ἐστωσαν
9999989 σον
, πληρωσεις τον βιον : † τυμβῳ δ ' ὀνομα σον κεκλησεται : ὁ ταφος σου , φησιν , το
Προς ταυθ ' ὁρα μη τοὐμον , ἀλλα και το σον : ὡς εἰ με πημανεις τι , βουλησῃ ποτε
9999989 εἰσερχονται
δ ' ἀν μη διαγενωνται ἐν τοις ἐφηβοις , οὐκ εἰσερχονται εἰς τους τελειους . οἱ δ ' ἀν αὐ
ὁτι ἐφευγον ὡς ἐπι τας ναυς . δια ταυτης δε εἰσερχονται της πυλης δι ' ἡς ὁ Ἑκτωρ . .
9999989 ἐπειγομενον
' ὀνοματι της ΘεομητοροςἈλυπος ὀνομα τῃ μονῃ προς την ἐξοδον ἐπειγομενον . Βοης δ ' ἐπι τῃ ταυτης εἰσελευσει γενομενης
τις οὐκ ἀν τον κοσσυφον ἐλεησειε , πασας μεν ὁραν ἐπειγομενον , νικωντα δε τοις ὑπερ αὐτων πονοις ἑκαστην και
9999989 φασιν
δε ὁ γραμματικος και Κρατης τα ἐξ ἀφρυκτων κριθων οὑτω φασιν ὀνομαζεσθαι . . . § . : Σκινθαριζειν ἐστι
Γαληνος φαινεται δοξαζων , την μητραν εἰναι ζωον , και φασιν αὐτῳ ἑαυτον ἐναντιουσθαι . πανταχου γαρ ἀπαγορευει το δογμα
9999988 ἐπιστασιν
. Ἀλλ ' ἰσως και το τοιουτον ἐχοι ἀν παλιν ἐπιστασιν , ὡς οὐ τα ἐν στερησει των ἐπιρρηματων γινομενα
, ψυχης ἐπιθυμιην σημαινει . Ὁκοσα δε φευγει πεφοβημενος , ἐπιστασιν του αἱματος σημαινει ὑπο ξηρασιης : ξυμφερει δε ψυξαι
9999988 ᾑρημενος
Και αὐτῳ Μετελλος Καικιλιος ὁ Εὐσεβης , ἐκ πολλου τε ᾑρημενος ἐς τα λοιπα του συμμαχικου πολεμου και δια Κινναν
δ ' ὁς οὐτε γεωργων ἐγγυς τυγχανει οὐτ ' ἐπιμελητης ᾑρημενος οὐθ ' ἡλικιαν ἐχων εἰδεναι περι των τοιουτων ,
9999988 πινεται
μιγνυται δε αὐτων Γρʹ γ ϲυν ἀλφιτοιϲ ἐν ὑδατι και πινεται : τα γαρ ξηρανθεντα κλωνια ἀδυναμωτερα εἰϲι . του
: και συν τῳ ὀροβινῳ ἀλευρῳ ἐν τῳ αὐτῳ κοπεισα πινεται ἐν οἰνῳ κεκραμενῳ ὁσον τρισι κοτυλαις και μελιτι ,
9999988 ποιας
, της ὀπισθιου κοιλιας πεπονθυιας του ἐγκεφαλου ἑπεται , ἠτοι ποιας τινος δυσκρασιας , ἠ τινος χυμου ἐκει που συρρυεντος
ἐπιστημας ἐν ταις πολεσιν εἰναι προσηκει , και τινας ἀνθρωπους ποιας ἐπιστημας δεον μανθανειν και μεχρι τινος , μονης της
9999988 ὑμενος
του σωματος την ψυχην ἐχοντα : τα δε πορρω του ὑμενος θνητα , πλεον ἐχοντα της ψυχης το σωμα :
μεταξυ του δερματος και του περικρανιου μυος και του περικρανιου ὑμενος ἠ ὑπο τον περικρανιον ὑμενα , μεταξυ αὐτου και
9999988 χρεονται
γε καλως του ἡλιου και των πνευματων , ὑδασι τε χρεονται ἀγαθοισιν , αὑται μεν ἡσσον αἰσθανονται των τοιουτεων μεταβολεων
τα ἀρθρα πονοι ἐκ πυρετων γινονται , οὑτοι σιτιοισι πλειοσι χρεονται . Ἠν τις πυρεσσοντι τροφην διδῳ , ἡν ὑγιει
9999988 πελονται
ἠ της εὐτρεπισθεισης ἀρμενοις . Ὁμηρος : τα πτερα νηυσι πελονται . ναος ὑποπτερου : ταχειας . ἠ δια τας
φωτι ἐϊσκω ἀθλων , οἱα τε πολλα μετ ' ἀνθρωποισι πελονται , ἀλλα τῳ , ὁς θ ' ἁμα νηϊ
9999988 προσδεχονται
μαλλον . αἰφνιδιοι δε ἠν προσπεσωσιν , ἑως ἐτι περιδεεις προσδεχονται , μαλιστ ' ἀν σφεις περιγενεσθαι και κατα παντα
ἐξ αὐτου σκευη τα ἐπιτραπεζα . οἱ μεν τοιουτοι παντες προσδεχονται την του σιδηρου δυναμιν : ἐνιοι δε λιθοις ἀλλοις
9999988 δυεται
τῳ σχηματι κεχρημενης ἀλλοτε παρ ' ἀλλοις ἑκαστα αὐτων και δυεται και ἀνατελλει και τουτου ἑνεκα δεησει ἁμα και σβεννυσθαι
ἀποκλινομενης δε της ἡμερης ὑπιεται του ψυχρου , ἐς οὑ δυεται τε ὁ ἡλιος και το ὑδωρ γινεται χλιαρον :
9999988 προϊασιν
, και ἐξ αὐτου πραπις , ἐξ ἡς τα βουλευματα προϊασιν . νοου : παιδευσεως . ἐπιτιμητηρες : σωφρονισται ,
συναγειρει λῃστοτροφειν ἐπαγγελλομενος , οἱ δε λῃστευοντες ἀπ ' αὐτου προϊασιν , και παντες ἐπι την θεαν συνιτε κριται γινομενοι
9999988 παιομενος
γραμματα οὐκ οἰδεν και ἀναιρει με ; Δειλος πυκτης συνεχως παιομενος ὑπο του ἀντιδικου ἀνεβοησε : Δεομαι ὑμων , μη
και ἀπο μηχανης βεβλημαι , και λιθοις πολλαχῃ και ξυλοις παιομενος ὑπερ ὑμων και της ὑμετερας δοξης και του ὑμετερου
9999988 εἰδεται
μυος ὁ ἀν εὑρῃ . * νυχηβορου : λαθροφαγου * εἰδεται : φαινεται * αἱμαχθεντος : τρωθεντος ὑπο κραντηρος :
εἰ δ ' ὑμεις πολεμοιο μεθησετε λευγαλεοιο , νυν δη εἰδεται ἠμαρ ὑπο Τρωεσσι δαμηναι . ὠ ποποι ἠ μεγα
9999988 ἀνεχονται
ὡς Λακεδαιμονιοι , οἱ δε τους μακροτερους τε των λογων ἀνεχονται και μαλλον ἀνειμενοι τας γνωμας ὑπαρχουσιν , ὡς Ἀθηναιοι
εὐδιη και γαληναιη περικεαται , οὐδε των του ἐτεος τροπεων ἀνεχονται , ἀλλ ' ἐν μιῃ ὡρῃ οἰκεουσιν . ἰδοντες
9999987 ον
] ροτωνκ [ [ ] νβιαει : [ [ ] ον ? ? [ . . . . . .
ι [ ] ν [ ] ! ε [ ] ον ? [ ] ! , [ ἀνερχεται ] οὐν
9999987 ἐπειγομενος
την ἀσπιδα Πατροκλον ἀνελων : ἐπει δε τῳ φιλῳ τιμωρειν ἐπειγομενος ὁπλων ἐδειτο , ὁ μεν την τεκουσαν , ἡ
, οὐτε το βαρος ὡν ἐπηγετο ποιησαμενος ἐνθυμιον οὐτ ' ἐπειγομενος διαπονειν ἠ γυμναζειν ὁδοιποριαις ἐτι τον στρατον , οὐκ
9999987 κακιας
κολακειαν , οὐδε φευγει μαρτυριαν ἀληθους ἀρετης , ἀλλα θωπειαν κακιας . σε δε , ὠ βασιλευ , και Πλατων
ἀποπεμψαντες , ἁτε ἀμφιβολον ὀν και ἐν μεταιχμιῳ ἀρετης και κακιας καθωρμισμενον , θεασωμεθα ὑπο των ἐπιτηδευματων ἑκατερον ὑπο ἑκατερου
9999987 περιερχονται
καλουμενοι των κοχλιων ἀρειονες , οὑτοι μεν και ἀπατωσι και περιερχονται τινι φυσικῃ σοφιᾳ τους προειρημενους . των γαρ συμφυων
: και οἱ τα ἱερα καθαιροντες περιστιαρχοι : ἐξωθεν γαρ περιερχονται μαχαιροφορουντες , ἑκαστου των ἱερων , οἰκιας περιλημμενοι δημοσιας
9999987 παντοιας
ὀρχησεις ἠ κατα μελῳδιας , μητε τις αὐτους πεισῃ προσαγων παντοιας ἡδονας ; Ὀρθοτατα λεγεις . Ἐχει τις οὐν ἡμων
ὀρος , ἀμυθητον μεν ἀναφαινον της περιμετρου το μεγεθος , παντοιας δε ὑλης δρυμοις διεζωσμενον . Ὁτι την ἀστυγειτονα της
9999987 στασιν
θειον ἐξ αἰθερος συνεστηκος , λαμπρον και πυρωδες , οὐδεποτε στασιν ἐχον , ἀλλ ' αἰει φερομενον ἐγκυκλιως : ἰδιως
μεσον κειμενον μη κωλυεσθαι . την μεν οὐν ἐν Ῥωμῃ στασιν τοιαυτης συλλυσεως τυχειν συνεβη . Ἐπ ' ἀρχοντος δ
9999987 ἐπεισιν
δ ' αἰνως Αἰνειαν ἐπιοντα ποδας ταχυν , ὁς μοι ἐπεισιν , ὁς μαλα καρτερος ἐστι μαχῃ ἐνι φωτας ἐναιρειν
ἀλλ ' ἐπει οὐν ἱκομεσθα και οὐ νυ τις ἀλλος ἐπεισιν , εἰ δ ' ἀγε μολπῃ θυμον ἀφειδειως κορεσωμεν
9999987 περικεινται
οἱ ἀφαυροτατοι , ὁτε Καρκινος ἀντελλῃσιν , ἀστερες ἀμφοτερωθεν ἑλισσομενοι περικεινται , τοι μεν δυνοντες , τοι δ ' ἐξ
ἐκεινοις πραγμα παντος ἀξιον θαυματος : ἐπιλαθομενοι γαρ ὁτι σωμα περικεινται προς καιριαν πληγην ἀντισχειν δυναμενον οὐδαμως και θανατον ἐχον
9999987 προφασιν
κατα τον πολεμον . αὐτην μοι λεγεις του πολεμου την προφασιν , και μαχης μαλλον ἠ διαλλαγης μοι ἀναγινωσκεις συνθηματα
φησιν , ἐχω προς τας ἐπενεχθεισας μοι μεμψεις παρα σου προφασιν εὐλογον ἀντεισαγειν , δι ' ἡν εὐλογως δοκω μοι
9999987 ἰουσιν
μεντοι το ὑδωρ ἀνεσωσαντο οἱ Πλαταιεις . ἐκ Πλαταιας δε ἰουσιν ἐς Θηβας ποταμος ἐστιν Ὠεροη : θυγατερα δε εἰναι
ἰμεν , οὐδ ' ἁλιωσαν ὁδον , πορε δε σφιν ἰουσιν κρειων Αἰητης χαλεπους ἐς ἀεθλον ὀδοντας Ἀονιοιο δρακοντος ,
9999987 ἀλλοισιν
. τιμαισιν , ὠ παι , δαιμονων χρησθαι χρεων . ἀλλοισιν ἀλλος θεων τε κἀνθρωπων μελει . εὐδαιμονοιης , νουν
πονῳ , ἠ βαρει , ἠ ἀλλῳ τινι ῥυονται : ἀλλοισιν αἱ κοινωνιαι . Δια την ῥοπην οὐκ ἐτι αἱμα
9999987 διαστασιν
οὐν προ ἡμων οὐκ ἰθυτενη μονον ἐζητουν ἐν τῃ γῃ διαστασιν , ἱνα μεγιστου κυκλου ποιῃ περιφερειαν , ἀλλα και
και ἐπι παντων της ἀντιφασκουσης προς αὐτην , μειζονα ἐχει διαστασιν της προς ἀλληλας των ἐναντιων καταφασεων δια - φορας
9999987 ὑμνουσιν
, φησι , και ὑμνητος τοις σοφοις , ἠγουν ἐκεινον ὑμνουσιν οἱ σοφοι , ὁς κρατησας και νικησας ἐν χερσιν
ξζʹ . τοις αὐτοις . Ἀνειται θυουσι το ἱερον εὐχομενοις ὑμνουσιν ἱκεταις Ἑλλησι βαρβαροις ἐλευθεροις δουλοις . ὑπερφυως θειος ὁ
9999987 ὀψεται
πρωτον ὁ της Ἀθηνας ἀφορωμενος νεως και το πολισμα , ὀψεται παρα την ὁδον αὐτην ᾠκοδομημενον μνημα οἱον οὐχ ἑτερον
μητε φωνη μηδε μην αἰσθησις του περιτεθραμμενου σοι σαρκιδιου : ὀψεται γαρ το πασχον . ἐαν οὐν , ὁτε δηποτε
9999987 μαινονται
γενηται , ἡδονη προϲγιγνεται ἐπι τοιϲι πλειϲτοιϲι : οἱ δε μαινονται . ὁκωϲ δε και ἀπ ' ὁκοιων χωριων τα
ἐν Ποτνιαις περι Θηβας , ἐξ ἡς οἱ ἱπποι πινοντες μαινονται , ὡς ἱστορει Ἰσιγονος ἐν δευτερῳ ἀπιστων . Κρηνη
9999987 μεριζονται
, ἠτοι μαλλον κατατρωγουσι : τα γαρ μασωμενα και κατατρωγομενα μεριζονται : ἐφη κακως , αἱ δαμαλεις και οἱ μοσχοι
ἀλληλα κατα το πληθος τουτο ἐνδεικνυται , πως πολλαπλασιαζονται και μεριζονται παρ ' ἀλληλους κατα το ἐν αὐτοις ποσον .
9999987 κακωσιν
συνοδῳ , Εἰ τετραγωνῳ σχηματι τουτους βλεπει , Δεινην βλαβης κακωσιν ἰσχυει φερειν : Εἰ δ ' αὐθις αὐτων εἰς
ἐν τοις ἀναγομενοις γινονται ὡστε και ἑως αἱμαγμου φθασαι την κακωσιν . ἐαν δε και ὁ Ἑρμης συγκακωσῃ χειρονα γινονται
9999987 γενομενον
γαρ το ϲωμα και ἱδρωταϲ κινει : χαμαιμηλου ἀνθοϲ λειον γενομενον και ἀναπλαϲθεν εἰϲ τροχιϲκουϲ και ξηραινομενον ἐν ϲκιᾳ και
πλειστοι Κορινθιοι δε και Μεσσηνιοι . Λεγουσι δ ' Ὀγχηστου γενομενον ἐγκρατη Μεγαρε ' ἀφ ' αὑτου τουτο θεσθαι τοὐνομα
9999987 Γενομενος
ἱλαρος εἰς την Ἀλεξανδρειαν και την πατριδα κατελθειν δυνηθω . Γενομενος οὐν ἐν Διος πολειἀρχαιοτατην λεγω της Αἰγυπτου πολιν και
Ῥωμαϊκας δυναμεις συνηθροιζε και προς τον πολεμον αὐτας ἐξηρτυετο . Γενομενος δε περι την Καππαδοκων , τους ἀριστους ἁμα των
9999987 ἐχειν
οὐκ οἰδα ποιους τινας χρη μαλλον εὐξασθαι ἠ τοιουτους στρατιωτας ἐχειν . ὁ μεν δη Κυρος ἁμα γελων οὑτως ἐπῃνεσε
συμβεβηκοτα τοις καθολου ὑπαρχουσιν , οἱον τῳ ἁπλως τριγωνῳ το ἐχειν τας τρεις γωνιας δυσιν ὀρθαις ἰσας : εἰ γαρ
9999987 τεινονται
καταταθεντα μαλλον ἠ ὡς ἐδει , οἱ δε πλειστοι ἡσσον τεινονται ἠ ὡς δει . Χρη δ ' , ἐπην
ἐν τῳ λουτρῳ χρησιμος ἐστιν ἡ του καμνοντος ἡσυχια : τεινονται γαρ ἐν ταις κινησεσιν οἱ μυες , τεινομενοι δ
9999987 ποιειται
ἁψαμενος διηγησεως . εἰτα ἀναλαμβανει τα προειρημενα και οἱονει ἀναγνωρισμον ποιειται της Αἰγυπτου και λεγει προς την Ἰω ὁτι πολις
πραξεως Ὑδροχοος . ἐχων γαρ ἑστηκεν οἰνοχοην και ἐκχυσιν πολλην ποιειται ὑγρου . λεγουσι δε τινες αὐτον εἰναι τον Γανυμηδην
9999987 σημαινεται
ιε τροπων κατα τα τρια γενη : ποσοις γαρ σχημασι σημαινεται ἑκαστον ἐκ τουτου δηλον ] [ Α Β Γ
: οὐδεμια γαρ αἰτια του εἰναι αὐτον ἐν τῳ λογῳ σημαινεται . ἀλλ ' οὐδε δια τι τουτ ' ἐστι
9999987 Φασιν
' ὁ Ἐφεσιος Ἀρτεμιδωρος Ψευδος φησιν εἰναι : τον γαρ Φασιν μη συμβαλλειν τωι Ὠκεανωι , ἀλλ ' ἐξ ὀρεων
της Ὁμηρου φωνης . ἡ τε γαρ Αἰα δεικνυται περι Φασιν πολις , και ὁ Αἰητης πεπιστευται βασιλευσαι της Κολχιδος
9999987 δυνανται
λεγομενῳ παρολκῳ : οἱ γαρ παρα γην αὐτην πλεοντες οὐ δυνανται ἐρεττειν προσβαλοντες : τοις Συρακουσιοις δηλονοτι . ἀποσιμωσαντων :
τοις κεκρατημενοις μη ἐγχειρειν . οὐ γαρ ἐξ ὡν μη δυνανται αἱ τεχναι , ἀλλ ' ἐξ ὡν δυνανται οἱ
9999987 συνουσιν
τῳ λογῳ προσβιβαζοντας . οἰδα δε και Σωκρατην δεικνυντα τοις συνουσιν ἑαυτον καλον κἀγαθον ὀντα και διαλεγομενον καλλιστα περι ἀρετης
πολιν , λῃζομενῳ τε παντα και διαρπαζοντι και μεριζομενῳ τοις συνουσιν : ὁθεν αὐτῳ πολλοι των Νομαδων ἐπεφοιτων , μισθους
9999987 πεπραται
την ἐκ προθεσιν ἐχει , ἀντι του σφοδρα και πανυ πεπραται . ζηλος ] ἀντι του μακαριζεται φησιν ὁ προδοτης
σκυτινων και ἐρεων γινομενων , ὡς και ἐν τοις Ἀλκιβιαδου πεπραται προσκεφαλαιον σκυτινον και λινουν και ἐρεουν . ἐν δε
9999987 ἡγουμενος
φυλαττουσι χρονου , οἱα παρα των προγονων ἐδεξαντο : οὐχ ἡγουμενος ἀποχρην τοις ἀναγραφουσι τας ἀρχαιας και τοπικας ἱστοριας ,
πυλας ἠσαν , ὁ μεν Κονων [ ὡσπερ ] ἐτυχεν ἡγουμενος [ ] ἐξεληλυθει προτερος ἐκ του [ ] τειχους
9999987 ἰσασιν
ποιαν Ἀτλαντικην ῥαχιαν οὐκ ἐσεισεν ; ἠ ποιον κολπον ὡν ἰσασιν ἀνθρωποι , λεγω των εἰσεχοντων ἀπο της ἐξω θαλαττης
οὐν κατα νεφη . ἐαν δε γευσωνται των προειρημενων , ἰσασιν οἱ Ἐνετοι ὁτι ἀρα αὐτοις προς τους ὀρνιθας τους
9999987 τους
τῳ τροπαιῳ μετα την χαριν φιλοτιμησασθαι , και τῃ τρυφῃ τους πονους ἀντεξετασαι του πενητος , ταυτ ' ἐνοουν ,
ἐλευθερους δ ' ὑπαρχοντας την ἰσοτητα τιμαν ἐν πασι . τους γαρ μαθοντας μηθ ' ὑπερεχειν μηθ ' ὑποπιπτειν ἀλλοις
9999987 περιοψεται
' εἰς κορακας ἐκ της οἰκιας . ἀλλ ' οὐ περιοψεται μ ' ὁ θειος Μεγακλεης ἀνιππον . ἀλλ '
μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην , ὡστε ψαυσαι τοισι προς
9999987 αἰρονται
ὑγρος ψυχρος ἀρχεται κρυους , ἐξ οὑ νεφη εἰς ὑψος αἰρονται θεειν , ὑειν ὁλῃ τε γαιᾳ καρπους ἐκφυειν ,
, ἀφ ' ὡν οἱ τε πυρετοι και αἱ διψαι αἰρονται . γιγνονται μεν οὐν δια ταυτα . ἐν δε
9999987 διανοιας
αἰτια ποιητικα προαιρεσεως , δηλον ἐκ του ἀνευ νου και διανοιας και ἠθικης ἑξεως μη εἰναι προαιρεσιν . εἰ μη
την πολιν τα γραμματα και ὡς οὐκ ἐκβεβλημαι της σης διανοιας και μνημης , ἀλλ ' ἐν τῳ καταλογῳ των
9999987 προερχονται
' αὐτου θωρησσοντο . μετα γαρ την ἀνατολην εὐθυς δειπνοποιησαμενοι προερχονται εἰς την μαχην . εὐωχουνται δε παρ ' Ὁμηρῳ
. τα δε ἀνακαμπτοντα φανερον ὁτι οὐκ ἐπ ' ἀπειρον προερχονται . τα δε ἐκ του γεγονοτος ἠδη και ὑπομενοντος
9999987 ποιευνται
και ὀρυγες , των τα κερεα τοισι φοινιξι οἱ πηχεες ποιευνται , και βασσαρια και ὑαιναι και ὑστριχες και κριοι
, οὑτοι φυλασσουσι ἐνιαυτον ἑκαστος : περι πολλου γαρ δη ποιευνται Ἀπολλωνιηται τα προβατα ταυτα ἐκ θεοπροπιου τινος : ἐν
9999987 περιγιγνονται
κοινωνοϲ ἀλγεων : ἀταρ και αἱ τουδε διαδεξιεϲ οὐ μαλα περιγιγνονται : περιεϲτηκυια δε πλευριτιϲ ἀπο περιπνευμονιηϲ εὐηθεϲτερον . χρη
ἐν τῃσιν αὐτεῃσιν ἡμερῃσι τον ἀριθμον , ἐξ ὡν τε περιγιγνονται οἱ ἀνθρωποι και ἐξ ὡν ἀπολλυνται . Οἱ τε
9999987 προτεινεται
τον Ὁμηρου Φοινικα . και γαρ ἐκεινος ἐν ταις Λιταις προτεινεται την ὑποθεσιν των λογων του Ἀχιλλεως , ὡς οὐ
δει ἐπι τουτοις κρινεσθαι : οὐδεις γαρ ἀπολογιαν προτεινων ἀμφιβολον προτεινεται αὐτην , ἀλλα καθολικην ἀποφασιν : τουτο δε ἐστι
9999987 περαινεται
ἐστι δηλουται , ὡς τῃ ἀποδειξει το τῳδε τοδε ὑπαρχειν περαινεται : το δε τι ἐστι ταὐτον τῳ ὁρῳ ,
' ἐκεινου . παντα δε κατ ' ἐκεινον γινεται και περαινεται . Μη διαφερου ποτερον ῥιγων ἠ θαλπομενος το πρεπον
9999987 δεδεται
πολεμιων . Ἀρ ' οὐν οὐκ ἐν τοιουτῳ μεν δεσμωτηριῳ δεδεται ὁ τυραννος , φυσει ὠν οἱον διεληλυθαμεν , πολλων
τινος , εἰ μη προτερον γνωμεν αὐτον , τουτεστι καθο δεδεται δεσμος δε ἐν τοις ζητουμενοις ἡ της διανοιας ἀπορια
9999986 ἐπεχουσιν
Σινδοι και οἱ Κιμμεριοι πυκνοι και συνεχεις ὀντες τους Σαυροματας ἐπεχουσιν , οἱ τε πλησιον του Εὐξεινου ὀντες Κερκετιοι τε
περιγραφην τοιαυτην : μετα τας του Βορυσθενους ἐκβολας , αἱ ἐπεχουσιν , ὡς εἰρηται , μοιρας νζʹ ∠ ʹʹ μηʹ
9999986 προσγινεται
και ἑνος , και δυας οὐ γενησεται . εἰ δε προσγινεται τι , τα δυο οὐ γενησεται δυο ἀλλα τεσσαρα
παιδευσις : δια τουτο οὐδε μια χορηγια ἀπο του προσωπου προσγινεται : ἰστεον δε ὡς ἀπο του ὑποκειμενου πραγματος δυναμεθα
9999986 οἰκειται
ὀρεσι και τῃ Λιγυστικῃ , περαν δε το λοιπον . οἰκειται δε το μεν ὑπο των Λιγυστικων ἐθνων και των
μεμνησθαι : ὡν δ ' Ὁμηρος μεμνηται Καλλιαρος μεν οὐκετι οἰκειται , [ εὐηροτον δε νυν ἐστι ] πεδιον :
9999986 ποιωνται
μη συνιοντες εἰς ταὐτο πολλοι βουλας ἀπορρητους μετ ' ἀλληλων ποιωνται περι καταλυσεως της ἀρχης . ἠσαν δ ' αὐτῳ
Ἀκαδημαικον παραινειν τοις ἐπι δειπνον πορευομενοις φροντιζειν ὁπως ἡδυν ποτον ποιωνται μη μονον εἰς το παρον , ἀλλα και εἰς
9999986 μετα
μυκτηρα αὐτον ἀποτραγειν . Ἀντισθενης δε ἐν ταις Διαδοχαις φησι μετα το μηνυσαι τους φιλους ἐρωτηθηναι προς του τυραννου εἰ
: Δημητραν δε , του σιτου φυομενου μεν ὡς ἐτυχε μετα της ἀλλης βοτανης , ἀγνοουμενου δε παρ ' ἀνθρωποις
9999986 συναπτονται
ἐστι μεν δι ' αὐτων ἀποδιδοται , ἐπει τῳ γενει συναπτονται , οὐ κατ ' οὐσιαν δε , ἐπει μη
της ἀλογου χωρισθεισαι και καθαραι παντος γενομεναι σωματος Θεοις τε συναπτονται , και τον ὁλον Κοσμον συνδιοικουσιν ἐκεινοις . Καιτοι
9999986 ἐπειτα
ἀν σφοδρα εὑροις περι πλειστου ποιησαμενους τα δικαια κατασχειν , ἐπειτα ἀποτισαντας οὐχ ἑκουσιως , ἀλλ ' ἀναγκῃ και φοβῳ
και ὁπως ἐπισιτισασθαι , ὡς ἀν ταχιστα διανυσαι δυνηθειης . ἐπειτα καὐτος ἁ μεν προϊοντι ἐπιδεικνυς κατα την ὁδον ,
9999986 ἐποψεται
ἀλλ ' ὁ δυσφιλης σκοτῳ λιμος ξυνοικος μαλθακον σφ ' ἐποψεται . τι δη τον ἀνδρα τονδ ' ἀπο ψυχης
περισση και ἀνοητος ἐστιν ἡ γραφη . και προσχες : ἐποψεται δε ὁ Μενελαος τους τοπους , ὁπου ταδε και
9999986 τεινεται
πεπονθοτων ἀγανακτειν . ἡ δικη δε ὡν τινες ἀδικουσι πολλακις τεινεται και ἐφ ' ἁπασαν πολιν . ἐνοσησαν μεν Ἀθηναιοι
τα παρισθμια παραλυσαντες μυς , ὑφ ' ὡν ἡ φαρυγξ τεινεται , προπαραλελυμενων δηλονοτι των κλειοντων τον λαρυγγα . κἀν
9999986 ἐπιδεχονται
παλιν ἡ καταφασις ἀποφασις . ἀλλα μην οὐδε ὁρισμον ἀλληλων ἐπιδεχονται . οὐτε δε ὡς εἰς ἀνομοιομερη τεμνεται . ἐρρεθη
ὁρισμους ἀποδιδοναι : τα γαρ γενικωτατα των γενων ὁρισμους οὐκ ἐπιδεχονται . ἀλλ ' ἐστιν ὁτε και ὑπογραφαις κεχρημεθα .
9999986 παχυνεται
ἐαν ἐχῃ στερεωμα , προς ὁ τι χρη προσπιπτειν , παχυνεται και πυκνουται , και σταγονες ἀποπιπτουσιν ἀπο των πωματων
μεσον : εἰ γαρ ὁλως ἀνερχεται εἰς τας νεφελας , παχυνεται . εἰ δε παρατριβομενου του πνευματος και θερμαινομενου ,
9999986 καλουμενος
Μηστρας θυγατρος Ἐρυσιχθονος . Ἐρυσιχθων τις Θετταλος ὁ και Αἰθων καλουμενος υἱος Τριοπα ἐξετεμε το ἀλσος της Δημητρος , ἡ
ὀλεθριοις τουτον τιθεμεν ὡς προσημαινοντα τον ὀλεθρον . Ὁ διαλειπων καλουμενος σφυγμος παντελη μεν ἀφανισμον οὐ ποιει της κατα την
9999986 ἐπιτεινεται
ἐπιδεχομενος . Τουτ ' ἐστι μελαν ἠ λευκον εἰναι : ἐπιτεινεται γαρ και ἀνιεται : ἐστι γαρ ἀλλο ἀλλου λευκοτερον
μεν ταις ἡλικιαις οἱ παιδες προβαινουσι , τα μεν χρωματα ἐπιτεινεται των οὐρων , των δε ὑποστασεων ὑφαιρειται το πληθος
9999986 παυειν
. Οὐκουν εἰπερ ἡ ἰατρικη οἱα τε ἐστιν τον νοσουντα παυειν , φαινοιτο ἀν ἡμιν ἐνιοτε και ἡ ἰατρικη των
: ὡς οὐδε νυν δι ' ἐνιαυτου δικαζοντες ὑπαρχουσιν ὡστε παυειν τους ἀδικουντας ὑπο του πληθους των ἀνθρωπων . φερε
9999986 τος
ἀπτως του ἀπτωτος ὠ ἀπτως . Προσκειται δια καθαρου του τος κλινομενα δια το τιμης τιμηντος και φθογγης φθογγηντος :
συστελλει το α και τῳ μ παραληγεται και δια του τος κλινεται , θεμα θεματος , δωμα δωματος : το
9999986 νηχονται
κυμασιν ὁραται , ὁσον ἀντικριναι τριηρους τελειας αὐτο μεγεθει . νηχονται δε ἀρα πολλοις τοις ποσι και κατα στοιχον ἐντευθεν
παλαι Βαμβυκην ἰχθυες εἰσιν ἱεροι , και κατ ' ἰλας νηχονται και ἐχουσιν ἡγεμονας , και των ἐμβαλλομενων αὐτοις τροφων
9999986 προβασιν
, και τῃ τουτων διαφορᾳ , ἐπογδοῳ . την δε προβασιν ἀναγκῃ τινι φυσικῃ ἀπο του βαρυτατου ἐπι το ὀξυτατον
τετρασι τελειοις ἀριθμοις , οἱ συνιστανται ἐντος δεκαδος ἰσοι κατα προβασιν τοις ἀπο μοναδος συνεχεσι , μεχρις ἀν εἰς τετραδα
9999986 ἀλλην
γαρ φλεβια ἀσθενεα και λεπτα ὑπαρχοντα οὐ δυναται ἑλκειν την ἀλλην ἰκμαδα παχυτερην και βαρυτερην ἐουσαν , και ἁμα εὐρυχωριη
ὀντως και την ἀληθη οὐσιαν , προτερον βεβαιωσαμενους κατ ' ἀλλην ὁδον ἰοντας , ὁτι δει εἰναι τινα τοιαυτην .
9999986 ἀχθονται
πλεον τι ἐχειν του δημου : ὡστε οὐδε τους τοιουτους ἀχθονται κωμῳδουμενους . φημι οὐν ἐγωγε τον δημον τον Ἀθηνησι
των κηριων τελειοτητι . πριν γαρ ἐξυφηναι εἰ τρυγηθειεν , ἀχθονται και παυονται πονουσαι . Το δ ' αὐτο δρωσι
9999986 πολλος
οὐνομα Θωνιτις , ἡς ἑλκεται ἐς μυχα Τιγρις , δυνων πολλος ἐνερθε : παλιν δ ' ἐξαυτις ἀνασχων , ὀξυτερον
ᾠδον ἐξειλεν , ἐπιτεμων τα ποιηματα τον τροπον τουτον : πολλος δ ' ἱμεροεντα χορον περιισταθ ' ὁμιλος τερπομενος :
9999986 καιομενον
εἰ δε χρονιϲοι , και αὐτου του δερματοϲ ἁπτεται , καιομενον δε λεπτομερεϲτερον γινεται . Ἀρτεμιϲιαι ἀμφοτεραι θερμαινουϲι μεν κατα
οὑ ἀπαγγελθεντος αὐτῳ , μεσουσης της θυσιας , το μεν καιομενον ἱερειον καταλιπειν λεγεται , ἐλθειν δε προς θαλασσαν ταραχθεντα
9999986 ἡγειται
, μεγαλα δε και ὀνομαστα . οὑς δε ἠ φιλους ἡγειται ἠ ἐχθρους , φανερως και μισει και φιλει :
ἐκτισεν . Ἀμφιονος ] του λυρικου . των ὀμματων τιμιωτεραν ἡγειται την ἀρχην . πλεον δε ὀμνυει εἰς την αἰχμην
9999986 βρονται
' ἀνθη Ζευς [ ] ? ? μεν ἐπεβρεμε βαρβαρα βρονται , γαν δ ' ἐτιναξε Ποσειδαν χρυσεοδοντι τριαιναι !
βελος ] τον κεραυνον . . ταυτ ' ] αἱ βρονται και ὁ κεραυνος . . οὐκ ἀνασχετα ] μη
9999986 ἰσον
πασας ἀπολεσθαι . δια τουτο κἀνταυθα το μεσον και το ἰσον ἀναγκαιον ἐστιν , ὁ ἐστι μεταξυ ζημιας και κερδους
νεωτερον ἐστιν . Οὐ γαρ . Το ἑν ἀρα τον ἰσον χρονον αὐτο ἑαυτῳ και γιγνομενον και ὀν οὐτε νεωτερον
9999986 χειται
χειμα σφοδρον οὐτε θαλπος ἐγγιγνεται , ἀλλ ' εὐκρατος ἀηρ χειται ἁπαλαις ἡλιου ἀκτισιν ἀνακιρναμενος . ἐνταυθα τοις μεμυημενοις ἐστιν
κἀκει Διι εὐξαμενη την μορφην εἰς λιθον μετεβαλε , και χειται δακρυα νυκτωρ και μεθ ' ἡμεραν του λιθου .
9999986 ἐχεται
δρωσιν , ἀλλα παρα της καρδιας λαμβανουσων , ἡς γνωμης ἐχεται και Ἡροφιλος . Ἐρασιστρατῳ δε οὐδετερον ἀρεσκει : βουλεται
ἐν οἱς ἐλπις ἐστι πολλη τα ἐργα , ὁσα σωματος ἐχεται , εὐ ἀπεργασασθαι . Ἐστι ταυτα . Ποτερον οὐν
9999986 ὑποκεινται
ἐπειδη τα γενη και τα εἰδη των ἀτομων συμβεβηκοτων οὐχ ὑποκεινται τοις καθολου συμ - βεβηκοσι , τα τοις καθολου
∠ ʹʹδʹʹ νδʹ Παλιν τοις μεν Ἀτρεβατιοις και τοις Καντιοις ὑποκεινται Ῥηγνοι και πολις Νοιομαγος ιθʹ ∠ ʹʹδʹʹ νγʹ ιβʹʹ
9999986 πειθεται
οἱαν συμβεβηκε Σαρραν εἰναι , την ἀρχουσαν ἀρετην : και πειθεται γε ὁ σοφος Ἀβρααμ αὐτῃ παραινουσῃ ἁ δει :
ἐν τῳ φεροντι . πειθομενος δε οἱς ψηφιζῃ περι ἡμων πειθεται μεν ἀγαθῳ , εἰ πειθεται δε περι τοιουτου ,

Back