: διαμενει . Ἀσκηθης : ἀβλαβης ἀπο του σκηθω το βλαπτω . ἀναψυξωσι : ἀναπαυσιν ἑξωσιν . Ἀεθλευσωσι : ἀγωνισθωσιν
† . ἠ παρα το ἀσω , το δηλουν το βλαπτω , οἱον : ἀσε με δαιμονος αἰσα κακη ,
9999742 Προμηθεα
οἱ προς χαριν ἁπαντα πολιτευομενοι τοιαυτα πασχουσιν . λεων κατεμεμφετο Προμηθεα πολλακις , ὁτι μεγαν αὐτον ἐπλασεν και καλον και
αὐτοι γεγονοτες . εἰτ ' οὐ δικαιως προσπεπατταλευμενον γραφουσι τον Προμηθεα προς ταις πετραις και γινετ ' αὐτωι λαμπας ,
9999742 δακτυλοιϲ
τῳ καλλιϲτῳ χρωμενοι δι ' ἐριου χειροπληθουϲ ἀναλαμβανοντεϲ και τοιϲ δακτυλοιϲ ἐκθλιβοντεϲ ἐξ ὑψουϲ και ὡϲπερ κατακρουνιζοντεϲ μετα τινοϲ πληγηϲ
μη δυναμενα κατα το πρεπον ἀνεπαιρεϲθαι , ἀν τε τοιϲ δακτυλοιϲ ἐπιθλιψαντεϲ αὐτα διαϲτηϲωμεν τουϲ δακτυλουϲ , ἐμφυϲαται το μεταξυ
9999738 Κυκλωπες
τι κατακρυπτουσιν , ἐπει σφισιν ἐγγυθεν εἰμεν , ὡς περ Κυκλωπες τε και ἀγρια φυλα Γιγαντων . ” τον δ
και μεθυσαντες τυφλουσιν αὐτον . του δε βοωντος προσηλθον οἱ Κυκλωπες παντες , ἀκουσαντες δε βοωντος αὐτου Οὐτις με ἐτυφλωσε
9999735 Σικελιᾳ
. : Οἰκησαντα μεν ἐν Κιλικιᾳ , κολασθεντα δε ἐν Σικελιᾳ . Ἡσιοδος δε : τον ποτε Κιλικιον θρεψαι πολυωνυμον
και οὑτως ἐτεχνωθη τα περι τους στιχους . Ἐν τῃ Σικελιᾳ τῃ νησῳ περι τα ὀρεινα αὐτης λεγονται γενεσθαι οἱ
9999733 Δημητριῳ
, τουτο Ξενοκρατης ; πολλ ' ἀγαθα δοιεν οἱ θεοι Δημητριῳ και τοις νομοθεταις , διοτι τους τας των λογων
ταις πιστεσι ῥᾳδιως παραδεχεσθαι την διηγησιν . παρα μεν οὐν Δημητριῳ τῳ Φαληρει φασιν ἐν ἐπιλογῳ και μετ ' ἐπιλογον
9999731 φοβεισθε
γε ἡμας τους ἀλλους . εἰ δε ὑμεις οἱ νεοι φοβεισθε , ὡσπερ ἐν Καρι ἐν ἐμοι ἐστω ὁ κινδυνος
τον ἀνδρα . κατεγνωτε και της θεου ἀκρασιαν , εἰ φοβεισθε ὑπ ' ἀνδρος αὐτην θεραπευεσθαι . μη συγκαθιζετω μοι
9999729 ἱερεα
, τον δε Μαρωνα οὐ Διονυσου , ἀλλ ' Ἀπολλωνος ἱερεα , δι ' ὁλης της ποιησεως οἰνου μνημονευων :
τουτο μεν γαρ ἐν Μεσσηνῃ τῃ προς τῳ πορθμῳ τον ἱερεα του Ἡρακλεους λεγουσιν ὀνειρατος ἰδειν ὀψιντον Ἡρακλεα ἐδοξε κληθηναι
9999726 σανιδα
περι τινων ἀμφισβητουντας , ἀφικομενους δευρο ἐφ ' ὑψηλου τοπου σανιδα θεντας ἐπιβαλλειν ψαιστα , ἑκατερον χωρις : τους δ
ἐθαψαν αὐτον οἱ ἑταιροι ἐπανω του ταφου αὐτου κωπην ἠ σανιδα πηξαντες ἐκ της Ἀργους . και ὁ μεν Μοψος
9999726 σπηλαιῳ
τον καιρον ἐπι τας νομας , τας δε ἡμερας ἐν σπηλαιῳ αὐτον ἀναπαυεσθαι , ὡς τινας οἰεσθαι παντοτε αὐτον κοιμασθαι
πολυς ἠν αὐτων και φυγη . ἐληφθησαν δ ' ἐν σπηλαιῳ κρυπτομενοι Οὐαριος τε και Ἀλεξανδρος και Διονυσιος ὁ εὐνουχος
9999725 εἱλεσθε
. ἀλλ ' οὐδ ' αὐτον , ὁν οὑτως ἀρχοντα εἱλεσθε , φυλαξαι ἠ σωσαι ἐδυνηθητε , ἀνανδρως δε προυδωκατε
ἀλλοτριον ἐπαινειν ; τοιγαρουν ἀγρυπνειτε και κᾳεσθε , ἀπαλλαγην ὡν εἱλεσθε εὑρειν μη δυναμενοι . ιγʹ . Ὁ καλος ἀν
9999725 ἐτεα
της Ἀσιης . Τους δε Σκυθας ἀποδημησαντας ὀκτω και εἰκοσι ἐτεα και δια χρονου τοσουτου κατιοντας ἐς την σφετερην ἐξεδεξατο
μη πολλῳ χρησθαι . Καλλιγενει , περι πεντε και εἰκοσιν ἐτεα γεγενημενῳ , καταῤῥοος : ἡ βηξ πολλη : ἀνηγε
9999724 ὀλιγα
ἐαν εἰπῃς την δικην ἀρτι , νικησεις ζ παραμενει σοι ὀλιγα των ὑπαρχοντων η ληψῃ την φερνην και σκορπισεις αὐτην
Ἡδυ χελωνης κρεα φαγειν ἠ μη φαγειν : της χελωνης ὀλιγα κρεα βρωθεντα στροφους ποιει , πολλα δε καθαιρει :
9999724 κολοφωνιαϲ
, ἁλων ἀμμωνιακων ⋖ β , κηρου # Ϛ , κολοφωνιαϲ # Ϛ , μυρϲινου # β : ὀξει λειουται
, κηρου , τερεβινθινηϲ ἀνα # Ϛ . Κηρου , κολοφωνιαϲ , βουτυρου ἀνα λι . α , πιϲϲηϲ ξηραϲ
9999723 ψυχροϲ
παντα κεκτηται . ὁ δε ϲικυοϲ ἡττον μεν του πεπονοϲ ψυχροϲ και ὑγροϲ , μαλλον δε διουρητικοϲ και δυϲπεπτοϲ και
ἐχει μηδεν περιεργαζομενουϲ . εἰ δε ἠτοι θερμοϲ ἱκανωϲ ἠ ψυχροϲ ὑπαρχοι , τῳ μεν θερμῳ τοὐναντιον ἐπιτεχναϲθαι , καταγαιουϲ
9999722 φαρεα
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα λευκα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα καλα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
9999722 νυμφιῳ
μεγαλα ποιειν εἰωθως . Ἡ διαλεξις μηκος ἀποστρεφεται λογου τῳ νυμφιῳ χαριζομενη και μιμουμενη των τελουμενων την ἡδονην ἁβροτεροις ἀνθει
την Ἑλενην ἀνδρα και θυγατριον ἐχουσαν ἡρπασεν , ἀξιοις με νυμφιῳ δουναι την κορην γυναικα κεκτημενῳ και παιδα . οὐ
9999720 Πελοποννησῳ
Ἀπιος : ἡ ὀγχνη καλουμενη γενικως , ὁτι πρωτον ἐν Πελοποννησῳ γεγονεν : Ἀπια δε ἡ Πελοποννησος . ἠ παρα
„ ἀντι του ἐρητυετε . Δωριον , μαλιστα των ἐν Πελοποννησῳ Δωριεων . γινεται δε οὑτως : παραλαμβανομενης δοτικης πτωσεως
9999718 Μητροδωρῳ
ὀρνιθιαι βορεαι , μεταξυ ἀργεστης . Ἱππαρχῳ βορεαι ψυχροι . Μητροδωρῳ χελιδων φαινεται , και ἐπισημαινει . Δημοκριτῳ ποικιλαι ἡμεραι
ποδος Ὠριωνος ἐπιτελλει . Αἰγυπτιοις προδρομος ὡρᾳ αʹ πνει . Μητροδωρῳ ζεφυρος ἠ ἀργεστης . ιθʹ . ὡρων ιγ ∠
9999716 γληχωνα
σκευαζομενον οὑτω : δει λαβειν ὑσσωπον βοτανην , ἐτι δε γληχωνα και ὀριγανον και ἰσχαδας ζʹ ἠ θʹ . και
πυρικαυτα και παρατριμματα . Δικταμνον λεπτομερεϲτεραϲ ἐϲτι δυναμεωϲ ἠ κατα γληχωνα , τα δε ἀλλα παραπληϲιον αὐτῃ . το δε
9999711 ἀγωγη
ἐστιν : ἀγωγη , πλοκη , πεττεια , τονη . ἀγωγη μεν οὐν ἐστιν ἡ δια των ἑξης φθογγων ὁδος
γενων ἑκαστον μελῳδουμεν ἐν τε ἀγωγῃ και πλοκῃ . και ἀγωγη μεν ἐστιν , ὁτε δια των ἑξης φθογγων ποιουμεθα
9999711 Περσιδα
. ] μεν γαρ ἱστορειν ὁτι τεθνηκοι και τον την Περσιδα συντεταχοτα κυκλικον ποιητην [ . ] ὁτι και ἀπο
πεντε ἐπι ξεινης ἐγενηθην . ἐπηλθε γαρ Βαβυλωνα τε και Περσιδα και Αἰγυπτον τοις τε μαγοις και τοις ἱερευσι μαθητευων
9999707 σαλπιγγες
διαστημα συν - ῃρεθη . ὡς δ ' αἱ τε σαλπιγγες το πολεμικον ἐσημαινον και συνηλαλαξαν αἱ δυναμεις ἀμφοτεραι ,
δρομωι ξυνηψαν ἀστυ Καδμειας χθονος ] . παιαν δε και σαλπιγγες ἐκελαδουν ὁμου ἐκειθεν ἐκ τε τειχεων ἡμων παρα .
9999707 ἐνεθυμηθη
Χωρις γαρ του μη τρεπεσθαι το θειον , οὐτε το ἐνεθυμηθη οὐτε το ἐνενοησεν δηλωτικα μεταμελειας ἐστιν : [ το
ᾠχετο . Εἰ τοινυν μητε Θρασυβουλος ἀπεγνω τα πραγματα μηδε ἐνεθυμηθη , τι δ ' ἀν εἰεν ἑβδομηκοντα ἀνθρωποι προς
9999707 ὀποπανακα
το Ϲικυωνιον ἐλαιον μικτεον και καϲτοριον , ἐνιοτε δε και ὀποπανακα , εἰ ψυξεωϲ αἰϲθηϲιϲ αὐτοιϲ προϲγιγνεται , και χαλβανην
ὀξει ἑρπυλλον ἠ ϲπονδυλιον και ὀϲφραντα δε προϲαγειν καϲτοριον και ὀποπανακα χαλβανην . διανοιξανταϲ δε το ϲτομα μελικρατον ἐνϲταζειν και
9999707 Χαιρεα
και Καλλιροης παραμυθιον . ” εἰσελθωμεν “ ἐφη , ” Χαιρεα . “ ὑπερβας οὐν τον οὐδον και θεασαμενος ἐρριμμενην
παλαι . ἀλλως ἐδεισα ] . σοι μεν αὑτη , Χαιρεα . σοι δ ' ἐγγυω ] ταυτην , ἐμαυτου
9999705 σπονδυλῳ
δεξιος αὐτου ὀφθαλμος φορουμενος ἐνδον συν τῳ πρωτῳ της οὐρας σπονδυλῳ ὁμου τε και ἰδιως φορουμενοι ἐν χρυσῳ ἀγγειῳ μεγαλας
∠ ʹ γʹ νο ιε γʹ του ἐν τῳ γʹ σπονδυλῳ διπλου ὁ βορειος . . . . . .
9999705 κρυσταλλῳ
ὑποψοφουν ἡσυχῃ εἰς βαθος , ἡ δε ὡς ἑστωτι τῳ κρυσταλλῳ θαρσει διαθει τε πρωτη : εἰ δε μη οὐκ
Γενναται δε ἐν τῃ Ἰνδικῃ . Ὁμοιος δε ἐστι τῳ κρυσταλλῳ , ἐξαυγος καθα και ὁ κρυσταλλος . Ὁ μεντοι
9999705 ἠνεγκα
, ὡσπερ ἐν τοις εἰς ω τον εἰπα και τον ἠνεγκα . Δυϊκα . Ἐθηκατον , ἐθηκατην . Πληθ .
προς το δουλην και γυναικα μαχλον ὑπεραλγησας την ψυχην οὐκ ἠνεγκα των ῥηματων τα τραυματα , ἀλλ ' ἐτι λαλουντος
9999705 σφαλῃ
τῳ ὀντι ὠσι και προς τινα εἰπων τις τι ἀγνοιᾳ σφαλῃ . και οἱ τετρακοσιοι δια τουτο οὐκ ἠθελον τους
δ ' ἐστι θνατον . ἀλλ ' ᾡτινι μη λιποτεκˈνος σφαλῃ παμπαν οἰκος βιαιᾳ δαμεις ἀναγκᾳ , ζωει καματον προφυγων
9999702 ϲτεατοϲ
κηρου λι . α , κολοφωνιαϲ λι . α , ϲτεατοϲ χοιρειου λι . α , ὀξουϲ το ἀρκουν .
' ὑϲϲωπου μεν και βουτυρου και μυελου ἐλαφειου και χηνοϲ ϲτεατοϲ και Ϲουϲινου μυρου και κηρου Τυρρηνικου , ἐφ '
9999702 κλητικῃ
εὐσεβες και το εὐσεβες , και ὡς δεδεικται ὁμοφωνουσι τῃ κλητικῃ του ἀρσενικου και οὐχι τῃ αἰτιατικῃ , τον εὐσεβη
του ος το τ και το τ ἀποβαλλεται ἐν τῃ κλητικῃ , οἱον θεραπων θεραποντος ὠ θεραπον , γερων γεροντος
9999701 λοπαδα
πατανια και κακκαβια και λοπαδια ὡς ἑτερον ὀν παρα την λοπαδα τουτο τῳ σχηματι . και κακκαβον δε την κακκαβην
Φοινικιδης δ ' ὡς εἰδεν ἐν πληθει νεων μεστην ζεουσαν λοπαδα Νηρειων τεκνων , ἐπισχετ ' ὀργῃ χειρας ἠρεθισμενας :
9999701 Θησεα
αὐτου ἐκει κατακρημνισ - θειη . ὀστρακισθηναι δε πρωτον Ἀθηνησι Θησεα ἱστορει Θεοφραστος ἐν Τοις πρωτοις καιροις . ἀρχοντες :
ποιουμενοι περι πλειονος ἠ δοξαν ἀθανατον . οὐκ ἠγνοουν Αἰγειδαι Θησεα τον Αἰγεως πρωτον ἰσηγοριαν καταστησαμενον τῃ πολει . δεινον
9999699 κτωμεθα
. οὐ γαρ ἐκ του πολλακις ἰδειν την ὁρατικην δυναμιν κτωμεθα , ἀλλ ' ἐχοντες αὐτην προτερον οὑτω ταις ἀπ
πραγματων , και ὁλως παντα τα ἀγαθα δι ' αὐτην κτωμεθα . Ὁτι τοινυν τοις ἑλομενοις τον κατα νουν βιον
9999698 ὁρωσα
των ὑπατων ἀρχην μειωσειε μητε την των δημαρχων , ἑκατερον ὁρωσα μεγαλων κινδυνων αἰτιον ἐσομενον . Ἐπει δε κἀκειθεν ἀπηλαθησαν
και Δομετιανῳ μελαγχολωντι : ἀλλ ' εἰ ἡ ψυχη ἀνω ὁρωσα προς τον του παντος βασιλεα συντεταμενη και ἀρχομενη ἐκειθεν
9999698 ἐταχθη
αὐτοις ταξει κατα γενος διεστη και ταις δημιουργικαις αἰτιαις ἀναλογον ἐταχθη . ὡς γαρ ἐκει πρωτα και μεσα και ἐσχατα
μηδενα ὀκνειν φοβον ἠ κινδυνον εὐδοκιμων . οὑτος δ ' ἐταχθη μεν ἡγεισθαι των κατα μεσην ἀγωνιζομενων την φαλαγγα και
9999697 ψηφιεισθε
ὑπο τουτων πολιτων ὀντων ἐπεβουλευεσθε ὁπως μητ ' ἀγαθον μηδεν ψηφιεισθε πολλων τε ἐνδεεις ἐσεσθε . τουτο γαρ καλως ἠπισταντο
' ὁτι και δικαια και εὐορκα και συμφεροντα ὑμιν αὐτοις ψηφιεισθε και πασῃ τῃ πολει . Περι μεν οὐν της
9999697 τυρῳ
θ ' ὁλον τῳ σιλφιῳ μαστιξον εὐ γε και καλως τυρῳ τε σαξον ἁλσι τ ' ἠδ ' ὀριγανῳ .
τα βοσκηματα , ἀφ ' ὡν τρεφονται και γαλακτι και τυρῳ και κρεασιν : ἀκολουθουσι δε ταις νομαις μεταλαμβανοντες τοπους
9999695 λιμνη
: νικη νικητης : ἀλη ἀλητης : κομη κομητης : λιμνη λιμνητης : πλην του τεχνιτης : στυλιτης : στηλη
και χερρονησον ταυτην ποιουσιν , ἀλλα δη και ἑτερα τις λιμνη μεγαλη ἐμβαλλουσα ἐς αὐτας ὀπισθεν του προ της πολεως
9999693 ὁποσα
, οὐδε ἐς ὁτιουν περιελᾳ ψευδος , καθεξει δε , ὁποσα οἰδε , μειον οὐδεν ἠ ἁ ἐμυηθη . ἐγω
ἐθελουσι ταυτ ' ἀσκειν , ἀγωνας τε αὐτοις προειπεν ἁπαντων ὁποσα ἐγιγνωσκεν ἀσκεισθαι ἀγαθον εἰναι ὑπο στρατιωτων και προειπε ταδε
9999692 βραχεα
πολλα Ἑκαταιου του Μιλησιου κατα λεξιν μετηνεγκεν ἐκ της Περιηγησεως βραχεα παραποιησας , τα του φοινικος ὀρνεου , και περι
ἐντος ἀδικα γιγνεται . Τα δ ' ὀνοματα αὐταις τιθεσθαι βραχεα , ἱνα εὐανακλητα ᾐ . εἰναι δε χρη τοιαδε
9999692 χαλκεα
ποιῃσιν ἐπιχλοοι ὑγρα μετωπα πετραι σαργον ἐχουσιν ἐφεστιον ἠδε σκιαιναν χαλκεα και κορακινον ἐπωνυμον αἰθοπι χροιῃ , και σκαρον ,
πελεκυν : τον Σιμωνιδην οὐν νεον ὀντα βαδισαι προς τον χαλκεα κομιουμενον αὐτον . ἰδοντα δε και τον τεχνιτην κοιμωμενον
9999691 δρασω
δε εἰπουσης : Δος μοι περιπλοκαςἀνεβοησεν : Οἰμοι , τι δρασω ; δυσι κακοις μεριζομαι . Ὀζοστομος και ὀζοχρωτος ,
ζην ἐν ἀθυμιᾳ και τοιουτοις αἱρουμαι κακοις . ἀλλα τι δρασω ; τους μεν ἀπελασω , ποιησω δε το περι
9999689 ἐσωσε
. ὁ γαρ δη θειος Θεοδοσιος ἁμαρτοντας μεν ἠδη τινας ἐσωσε , δικην δε παρ ' οὐδενος οὐδεν ἀδικουντος ἐλαβεν
συμπαντα ἁ κεκτηται διδοντα ἀξια σφων εἰναι νομισαι , ὡστε ἐσωσε τον πρεσβευτην το σχημα της προξενιας . οὐ μην
9999689 δεδοσθω
Δημοσθενους στοχασμον , ὁτι συνεστηκεν : ἀλλ ' ἐστω , δεδοσθω ἀνῃρησθαι παρα του Ἀρισταρχου Νικοδημον : τις με ἐλεγχει
εἱλετο δε κληιδ ' εὐκαμπεα χειρι παχειῃ Πηνελοπη . ” δεδοσθω δη και τουτο : ἀλλ ' ἐκεινα οὐ δοτεα
9999689 αἰγιδα
ἡ Ἀθηνα , ἡ κυαναιγις , ἠγουν ἡ μελαιναν ἐχουσα αἰγιδα . ἀνεπηδησε δε ὁ Βελλεροφοντης γενομενος δηλονοτι ἐν ὀρθῳ
ἐπαυρειν ἐν γαιῃ ἱσταντο λιλαιομενα χροος ἀσαι . ὀφρα μεν αἰγιδα χερσιν ἐχ ' ἀτρεμα Φοιβος Ἀπολλων , τοφρα μαλ
9999688 φοινικι
καλας πραξεις , γεναρχαι δε του συμπαντος ἐθνους ἑβδομηκοντα γεγονασι φοινικι τῳ των δενδρων ἀριστῳ προσηκοντως παρεικασθεντες , ὁ και
ἀπο οὐδετερων κεκλιμεναι , ὡς ἐχει το αἰθωνι βελεμνῳ και φοινικι λινῳ και γεροντι βακτρῳ και ἐθαδων ἐδεσματων και τα
9999688 ἰϲχιαδικοιϲ
ἁρμοττει και παϲι τοιϲ ὑπο ψυξεωϲ ἐνοχλουμενοιϲ τα ἀρθρα και ἰϲχιαδικοιϲ καταλληλον : ἀναιρει και ϲκωληκαϲ και φθειραϲ ἀγριουϲ και
τα φυλλα , τηϲ δε ῥιζηϲ αὐτηϲ το ἀφεψημα πινομενον ἰϲχιαδικοιϲ βοηθει πλευριτικοιϲ τε και αἱμοπτυϊκοιϲ ἀρτηριαϲ τε τραχυτητι μετα
9999688 σκιᾳ
τις ἠν ἐπι μωριᾳ διαβαλλομενη , ἡτις ἐσοπτριζομενη τῃ οἰκειᾳ σκιᾳ ὡς ἑτερᾳ διελεγετο . Ἀηδονες λεσχαις ἐγκαθημεναι : ἐπι
μελει τοιγαρουν αὐτῃ καθ ' ὁσον ἐστι δυναμις λαθρα τῃ σκιᾳ προσβαλειν και μηδεμιαν τῳ κυνι παρασχειν αἰσθησιν . εἰ
9999688 ὑδατωδεα
ἀλγηματος ἀναδρομαι ἐς καρδιην , πυρετωδεες , φρικωδεες , ἀνεμεουσαι ὑδατωδεα , λεπτα , πλεονα , παρενεχθεισαι , ἀφωνοι ,
των οὐρων κακιστα , τοισι δ ' αὐ παιδιοισι τα ὑδατωδεα , ἡττον δε ὀλεθρια γινονται τα μελανα των ἐχοντων
9999688 γλιϲχρα
, διαταϲιϲ κενεη : γαϲτηρ ἀπολελυμενη τα πολλα χολωδεα , γλιϲχρα βραχεα . ἀει δε ἐπαυξεα γιγνεται τα παθεα :
ἐνια δε και ἀεροϲ οὐκ ὀλιγον ἐν ἑαυτοιϲ περιεχει , γλιϲχρα μεν ταυτα και δια τουτο ἐμπλαϲτικα . διττη γαρ
9999688 πυροϲ
ϲτεαρ , και μετα το καλωϲ λειωθηναι ἑψει ἐπι μαλθακου πυροϲ ἑωϲ ἀμολυντου ϲπαθιζων ταιϲ των φοινικων ῥαβδοιϲ . Κηρου
βδελλιον λειοτριβηθεν ἐμπλαϲϲεται μετα το ἀρθηναι την ἐμπλαϲτρον ἐκ του πυροϲ : εἰ δε λιπαρον τυγχανοι και μη δυναιτο λειωθηναι
9999688 Ἀλκαιῳ
τεκεν υἱον , ὁ Αἰας του Αἰα , ὡς παρα Ἀλκαιῳ , Αἰαν τον ἀριστον : ταυτα παντα κατα ποιητικην
ἀμφι ῥεεθρα , πελει δ ' ἀρα λαινον οὐδας . Ἀλκαιῳ δ ' ἐπορουσε Μεγης Φυληιος υἱος : και ῥα
9999688 Μενανδρῳ
που δε και χλαιναι και ῥηγεα σιγαλοεντα και οἱ παρα Μενανδρῳ καυνακαι , και χειμωνος σισυραι και το παρ '
το στεφανουν , ὡς παρα τε Θεοπομπῳ ἐν νζʹ και Μενανδρῳ ἐν Αὑτον πενθουντι . Στειριευς : Ὑπερειδης κατ '
9999686 Νικοκλεα
ὁρων . . πρυτανειας : Ἀ . ἐν τῳ προς Νικοκλεα . ἐστι δε ἀριθμος ἡμερων ἡ πρυτανεια ἠτοι λϚʹ
χρηται δε τῃ παροιμιᾳ ταυτῃ και Ἰσοκρατης ἐν ταις προς Νικοκλεα ὑποθηκαις . το δε βουλευεται δε πολυν χρονον ἐλλιπως
9999686 ἐκπεφευγε
των ζῳων ἡ σαρξ , και την εἰς εὐχυμιαν χρησιν ἐκπεφευγε . Κοινῳ δε λογῳ , τα μεν νεαρωτερα των
σκιρρος ὀγκος ἐστι παρα φυσιν σκληρος τε και ἀναισθητος . ἐκπεφευγε δε τον ἀκριβη ὁ μετριως αἰσθανομενος : ἀλλ '
9999686 χαλινῳ
τον της ποιητικης κορυβαντα , ὡστε μαλιστα πειστεον τηνικαυτα τῳ χαλινῳ και σωφρονητεον , εἰδοτας ὡς ἱπποτυφια τις και ἐν
, ὀρθῃ τῃ κεφαλῃ τρεχει : τον δε ἀγεννη τῳ χαλινῳ ὡς εἰς εὐσχημοσυνην βιαζου . παραφυλακτεον δε ὁτι τους
9999685 νυκτοϲ
ἡδονη ᾐ ἡ μανιη , γελωϲι , παιζουϲι , ὀρχωνται νυκτοϲ και ἡμερηϲ , και ἐϲ ἀγορην ἀμφαδον , και
τραγου . “ ἐγω δε τεκμαιρομαι τουτο ποιειν μαλλον τοιϲ νυκτοϲ μη ὁρωϲιν . Περι ἀμβλυωπιαϲ Γαληνου . ἀμβλυωπια δε
9999683 ἐμνησθη
κορυφην ἐχειν ἀναγκη το τριγωνον ἠ ἐκτος . Νυν πρωτον ἐμνησθη του παραπληρωματος ἐν τῳ μγʹ θεωρηματι , το δε
συμπασα πως εἰχεν ἡ χωρα . Οὐδ ' ὁ ποιητης ἐμνησθη Ἑλληνων , Ἀργειους αὐτους ἀποκαλων , ἀλλα Θεσσαλους μονον
9999683 ῥητωρ
? ἀρχας οὐ μονον ἀγαθος ἐστιν διαλεκτικος και γραμματικος και ῥητωρ και τελειως ὁ καλος ἐπι πασαις ταις τεχναις ,
μετα ἠθους προαγουσιν αὐτον , ὡσπερ τον προς Λεπτινην ὁ ῥητωρ ἐποιησε : και δει ἐν τουτοις βαθυτερᾳ τῃ μεταχειρησει
9999682 ἀφορᾳ
ἐκτεινομενον και προς την πολιν κατα βραχυ συστελλομενον . και ἀφορᾳ μεν ὁ κολπος ἐκ νοτου την λοιπην θαλασσαν ,
ὁ πατος , ὁ κωλος αὐτων . . βλεπει ] ἀφορᾳ . . αὐτος καθ ' αὑτον ] ἠγουν μεμονωμενος
9999682 Διοκλεα
προς ἀλληλους . και τους Μεγαρεις ἐπαινει ἐπι τῳ τετιμηκεναι Διοκλεα ἐμπεσοντος πολεμου ὑπερασπισαντα του ἰδιου ἐρωμενου και ὑπερ [
νομῳ . Ἀλλ ' ἐστιν ἀνθρωπου γε . Ναι τον Διοκλεα , ἐμα γα . Τυ δε νιν εἰμεναι τινος
9999682 φυλακῃ
παρ ' αὐτον , ὁ δ ' ἐκεινον μεν ἐν φυλακῃ ἀδεσμῳ εἰχεν , αὐτος δε προσβαλων τῳ τειχισματι ἐξαπιναιως
παρ ' ἀποντος λαμβανοιμεν . Οὐκ ἀρα τῃ των νομων φυλακῃ και τῳ καλλει των ἀρχων μονον ἀκολουθεις τῳ γενει
9999680 δορᾳ
, ἐχον φολιδας μελαινας ἐν τῃ ῥαχει και ἐν τῃ δορᾳ , ἰοβολον και ὁρμητικον ἐπ ' ἀνθρωποις . ἐναντια
, τολμα δε ἀμαχος : και θαρρουσι δυο ὁπλοις , δορᾳ τε εὐτονῳ και ὀδοντων κρατει : μαχονται δε και
9999680 Σικυωνι
. γογγρου μεν γαρ ἐχεις κεφαλην , φιλος , ἐν Σικυωνι πιονος , ἰσχυρου , μεγαλου και παντα τα κοιλα
ἡ οἰκουμενη μεστη γεγονεν . τι δ ' Ἀριστρατος ἐν Σικυωνι , και τι Περιλλος ἐν Μεγαροις ; οὐκ ἀπερριμμενοι
9999679 σπλαγχνα
ἐξουσιας διεφθαρμενος , οἰδων τε την ψυχην και ζεων τα σπλαγχνα δια τον ἐρωτα της παιδος , οὐτε τοις λογοις
, και ξυεται , και ἀσιτος ἐων τα ἑωθινα τα σπλαγχνα ἀμυσσεται ὡς ἐπιτοπουλυ , και ὁκοταν ἐγειρῃ τις αὐτον
9999677 νεκρῳ
ἀμεινον δε το πρωτον ἐπιφερει : ἐναγιζει ʃ ἐπιτιθει τῳ νεκρῳ . κυπαρισσινας : δια το ἀσηπτον εἰναι ἐνεστι :
του μικρον ἐμπνειν τουτον . εἰτα δυσχεραινουσα φησι τῳ ἀθλιῳ νεκρῳ , ἱν ' ᾐ : νεκρῳ ὀντι ἀθλιῳ .
9999677 Δημητηρ
ᾑ το προς τους θεους εὐσεβες ἀναμεμικται . οἰδε ταυτα Δημητηρ και Κορη και Σαραπις και Ποσειδων και ὁ την
τουτο ὑπερβαλλοντως εὐσεβη την πολιν δειξαι βουλομενος . ὡν ἡ Δημητηρ και Κορη . το ” οὐρανιοις “ δε ”
9999675 σκεψασθε
ἐχει , οὐ χαλεπως ἐκ των προτερον γεγενημενων μαθησεσθε . σκεψασθε γαρ , ὠ ἀνδρες δικασται , τους προσταντας ἀμφοτερων
ἀπολωλοτα . ὁ δε σοφος οὑτος Πρωτευς προς ἁπαντα ταυτα σκεψασθε οἱον τι ἐξευρεν και ὁπως τον κινδυνον διεφυγεν .
9999675 ἐκομιζε
ἐν τοις κυκλοις . Ἀποδεικνυς τα κατα την ὀψιν παραμυθιας ἐκομιζε τινας προσεπιλογιζομενος , διοτι κατ ' εὐθειας γραμμας παν
ἐπ ' ἰκριοφιν , χειρος δε ἑ χειρι μεμαρπως Αἰσονιδης ἐκομιζε δια κληιδας ἰουσαν . ἐνθα δ ' ἀοιδῃσιν μειλισσετο
9999675 κοπρῳ
, ἐπην ἁπαξ ἐκ των μητρεων ἐξελθῃ , χρονος τῃ κοπρῳ ἐν τῃ κοιλιῃ τοσουτος , ὡστε σαπεισης και χρονισασης
βληχρον και ἀσινες , και ἐξηλθε το πονεον ξυν τῃ κοπρῳ . Ἠν δε ἡ κοιλιη πληρης ἐουσα πολλον ἐχῃ
9999673 φαλαγγα
ἀπο των ἐναντιων αὐτομολειν παριππευσαντας δε και παραλλαξαντας αὐτων την φαλαγγα ἐπιστρεψαντας κατα νωτου την ἐμβολην ποιησασθαι . τουτων οὑτω
ὀντες ἐβιασθησαν , και συχνους ἀποβαλοντες κατεφυγον προς την ἰδιαν φαλαγγα . ἡ μεν οὐν των παρ ' ἀμφοτεροις ἱππεων
9999673 γλυκυν
' ὑστεραιῃ παλιν προστιθεσθαι μεχρι μεσημβριης , και ἐπιπινετω οἰνον γλυκυν , μελιτι τον οἰνον ξυμμισγουσα . Κλυσμα ἠν ἡλκωμεναι
το δηγμα ὑδατι ψυχρῳ καταντλητεον , τοιϲ δε παλαιοτεροιϲ | γλυκυν δοτεον μετα θερμου πολλου . μετα δε τον ἐμετον
9999673 σκευαζε
σμυρνης δραχμας δʹ , κομμεως δρ . ηʹ . ταυτα σκευαζε ἐν οἰνῳ αὐστηρῳ και χρω . ⌊ ἐπιχριομενον δε
οὐγγιας β . ποιει , φησι , προς σκληριας και σκευαζε ὡς προειρηται . Κηρου , κολοφωνιας , πισσης ,
9999673 ὀργανῳ
μοχλειαν . ἐνιοι δε και διπλης καιριας ὑποθεντες μεσοτητα τῳ ὀργανῳ την αὐταρκη , ἐκει την ἰπωτριδα σπαθην ἐνθεντες ἰπωσαν
εἰδος , το δε σωμα ὑλη , ᾡ κεχρηται ὡς ὀργανῳ , ὁ δε ἀνθρωπος και το ζῳον το ἐκ
9999671 ἐδιωκε
. . νεαλης . ὁ δε Κελτος ἀγανακτων και λιφαιμων ἐδιωκε τον Βαλεριον , συγκαταπεσειν ἐπειγομενος : ὑπο δε τους
οὑτω μετριος τις ἠν και πορρω ἀλαζονειας . τουτο Ἐπαμεινωνδας ἐδιωκε τε και ἐζηλου το ἠθος . ἐπειδη γαρ ἐν
9999671 ὠκεανοιο
' ἀν Ποταμοιο και αὐτικ ' ἐπερχομενοιο Σκορπιου ἐμπιπτοιεν ἐϋρροου ὠκεανοιο : ὁς και ἐπερχομενος φοβεει μεγαν Ὠριωνα . Ἀρτεμις
δ ' Ὑπεριονιδας δεπας ἐσκατεβαινε χρυσεον , ὀφρα δι ' ὠκεανοιο περασας ἀφικοιθ ' ἱαρας ποτι βενθεα νυκτος ἐρεμνας ,
9999671 ὀλιγωι
Κλαζομενιος πολλων ἐφηψατο των κατα γεωμετριαν και Οἰνοπιδης ὁ Χιος ὀλιγωι νεωτερος ὠν Ἀναξαγορου . . , . και γαρ
κατα μεσημβριαν , ὀχυροτητι δε φυσικηι και καλλει χωρας οὐκ ὀλιγωι δοκει προεχειν των εἰς βασιλειαν ἀφωρισμενων τοπων . ἀπο
9999670 ἐθαυμασθη
παρα τοις ἱερευσιν , ἀλλα και παρα τοις ἀλλοις Αἰγυπτιοις ἐθαυμασθη , δοξας τῃ μεγαλοψυχιᾳ των πεπραγμενων ἀκολουθον πεποιησθαι την
φιλοις δε λιμην . μονος δε ὡν ἰσμεν μαλιστα μεν ἐθαυμασθη , ἡκιστα δε ἐφθονηθη . τοις λογοις μεν ἐξεπληττε
9999670 κορῃ
λανθανουσης τους ἀλλους φθορας μηνυτης γινεται και ᾐτιατο συγκακουργειν τῃ κορῃ τους γονεις ἐκελευε τε μη κρυπτειν τον εἰργασμενον ,
των νεων ἐπιστεφανουσα . τινες δε των ἡττωμενων ἐπι τῃ κορῃ ἀγανακτουντες , ταυτην φθονῳ ἀνειλον . οὐ μην τον
9999670 ἀμαθη
ματαιαν ἡγειται την της παιδειας ἐπιβολην και εὐδαιμονα προκρινει τον ἀμαθη . Ταυτα δε εἱμαρμενης και τυχης ἐστιν ἐργα ,
προς ἐπιστημης κατα το παντελες ἐαθῃ ; ποτε δε τον ἀμαθη και λιαν ἀπαιδευτον ; οὐχ ὁταν ἀπολειψιν την ἐπ
9999669 βλαπτῃ
θ οὐκ ἀφιστασαι ἀπο του τοπου ι ἑτερῳ συναλλαξας , βλαπτῃ α φυγαδευθητι προς ὀλιγον β οὐ γινῃ βιοπρατης τελειως
ἀγωνιας γ οὐ κινῃ ἐκ του τοπου ἀρτι δ οὐ βλαπτῃ . μη ἀγωνια ε γαμεις ἡν θελεις γυναικα Ϛ
9999668 ἐθηκα
ἀν δοξειεν , ὡς ἐπ ' ἐκεινοις “ ἐγω σε ἐθηκα δουλον ὀντα ἐλευθερον ” , και “ πεντηκοντ '
ἐστιν οὐδεμια κλισις μετα τα ὁριστικα : ἡμαρτημενοι γαρ ὁ ἐθηκα ἐδωκα ἡκα οὐκ ἐποιησαν μετοχας , ἁπαξ δε μη
9999668 εὐωδεα
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ὑστερας τα εὐωδεα : ἐπην δε καταφρονησῃ , πισαι φαρμακον κατω ,
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ῥινας τα εὐωδεα . Ἠν δε πλειονα χρονον αἱ ὑστεραι ἐξισχωσι και
9999667 εὐωνυμῳ
ὀπισθιον σφυρον : ὁ δ ' ἐν τῳ ὀπισθιῳ και εὐωνυμῳ πηχει ἐν μεσῳ κειται τῳ γαλακτι , ὁ δ
ταξεως ἐν τῃ τοτε ἡμερᾳ ἠν . ἐπι δε τῳ εὐωνυμῳ ἐπεταξεν ἡγεμονα Ἀμυνταν τον Ἀρραβαιου . προεταχθησαν δε αὐτῳ
9999666 Κριτιᾳ
και ἡ παρ ' Εὐριπιδῃ εὐπαιδευσια , και ἡ παρα Κριτιᾳ εὐξυνεσια , και ἡ παρ ' Ἀριστοφανει εὐοδια .
και Παυσανιᾳ τῳ Λακεδαιμονιῳ και ἀλλοις ; Ἀλκιβιαδῃ μεν και Κριτιᾳ , ἱνα μη ἀποδραντες Σωκρατους ὁ μεν ὑβριστης γενηται
9999665 πεψεωϲ
ἐν ἀκμῃ δε ὀντοϲ του νοϲηματοϲ , προφανειϲηϲ δηλονοτι ϲαφεϲτατηϲ πεψεωϲ , μηδενοϲ των ϲπλαγχνων βεβλαμμενου , τοιϲ εἰθιϲμενοιϲ κατα
ἐπι γυναικων ἐπιμηνιου καθαρϲεωϲ ἐκραγειϲηϲ . χρη δε κἀπο τουτων πεψεωϲ προηγηϲαμενηϲ και ἐν ἀκμῃ τηϲ νοϲου την ἐκκριϲιν γενεϲθαι
9999664 χαλεπη
την ἐν τουτοις φρονησιν ἀγουσα ἡμας ἐπιστημη βραδεια ἐστι και χαλεπη νεοις , μαλλον δε ἀδυνατος εἰς ἀγενειων και μειρακιων
ἠγουν ἀναρχος δοκουσα και ἀπειθης . δεινον το κοινον : χαλεπη και βιαιος ἡ φυσις αὑτη ἐξ ἡς γεγοναμεν ἡμεις
9999663 ἐθηκε
' εἰπε , / [ το παραδειγμα τουτο της γυναικος ἐθηκε , ] δια το την ⌈ ἐννην / [
θηκεν θεος , ὁς περ ἐφηνεν . λααν γαρ μιν ἐθηκε Κρονου παις ἀγκυλομητεω . ὁτι Ζηνοδοτος γραφει ἀριδηλον και
9999662 λανθανῃ
φερουσα ἀπο χρηστων τοπων ὑγιειαν , και εὐθυς ἐκ παιδων λανθανῃ εἰς ὁμοιοτητα τε και φιλιαν και συμφωνιαν τῳ καλῳ
πασα κινησις σωματος οὐ κατ ' ἀλλοιωσιν , ἀν μη λανθανῃ , παθος ὀν του σωματος προσκειται , ὁτι ταυτα
9999662 κεκωλυκε
την πολιν : κατα δε ἀντιπαραστασιν , ὁτι εἰ δε κεκωλυκε τους ἰδιωτας , ἀλλ ' οὐ τους ἀριστεας .
„ τουσδε δ ' ἐα φθινυθειν „ , ὡστε οὐδεν κεκωλυκε και ἐνθαδε το τοιουτο παραδεξασθαι δια το ἠδη πεπεισθαι
9999661 ἀφῃρεθη
το ἐπαγγελμα και τηνδε την σοφιαν κεκηρυγμενων . ἐνθα γουν ἀφῃρεθη ἡ βους τον μοσχον , ἐνταυθα ἐλθουσα ὠδυρατο μυκηθμῳ
. οἰδα δε τινα , ὁς ἐπι τουτῳ τῳ ὀνειρῳ ἀφῃρεθη το αἰδοιον : και γαρ εἰκος ἠν ᾡ ἡμαρτε
9999661 γινωσκω
ἀγνοω : εἰ δε ἰδω ταυτην ἑλκουσαν σιδηρον , εὐθυς γινωσκω ἀπο του καθολου ταυτην εἰναι Μαγνητιν : των δε
τῳ ἀνδρι σου . ἐγω δε εἰπον αὐτῳ ὁτι οὐ γινωσκω ποιῳ ὁρκῳ ὀμοσω σοι , πλην ὁ οἰδα λεγω
9999660 ὠφελιᾳ
Ὁμηρον και κατα Σιμωνιδην κλεπτικη τις εἰναι , ἐπ ' ὠφελιᾳ μεντοι των φιλων και ἐπι βλαβῃ των ἐχθρων .
ποτερον οἱ Ἑλληνος παιδες τους ἀλλους ἠ οἱ ἀλλοι τουτους ὠφελιᾳ : ὠφελειαν εἰωθεν ὁ Θουκυδιδης την συμμαχιαν καλειν καθ
9999658 Ἀχιλλεα
και ὁ Πρωτεσιλαος τοιουτον παρεχεται σχημα , ὑπερ δε τον Ἀχιλλεα Πατροκλος ἐστιν ἑστηκως . οὑτοι πλην του Ἀγαμεμνονος οὐκ
Ἑκτορα κορυθαιολον , τον δε Διομηδην βοην ἀγαθον και τον Ἀχιλλεα ποδαρκην και τον Αἰαντα ὁτι παμμεγας τις ἠν ,
9999658 ὀλιγ
[ . ] ειν φθονων [ . ἀγαθοι ] ? ὀλιγ [ . ] ψε . [ Ἀντωνεινος : κυριε
τοι πολλ ' ἐπιστασθαι λεγειν . εἰς δ ' εὐγενειαν ὀλιγ ' ἐχω φρασαι καλα : ὁ μεν γαρ ἐσθλος
9999657 βελεα
εὐθυν ἀκοντων ἱεντα ῥομβον παρα σκοπον οὐ χρη τα πολλα βελεα καρτυνειν χεροιν . Μοισαις γαρ ἀγˈλαοθˈρονοις ἑκων Ὀλιγαιθιδαισιν τ
ἀλληλους τρωσητε , ἀλληλους δ ' ἐληϊσαν , ἀλληλων ἀλεεινοντες βελεα στονοεντα . αἱ δη τοιαυται συνταξεις ἐν ὀρθῃ και
9999655 ᾠκοδομησε
ἡτις ἠρα του Ἱππολυτου , μη ἰσχυουσης δε ἐπισχειν τουτον ᾠκοδομησε ναον τῃ Ἀφροδιτῃ Ἐρωτικον αὐτον καλεσασα . εἰτα δια
των ἱερων στεγας , καθελων τε τα ἀρχαια ἱερα καινους ᾠκοδομησε , το τε του Ἡρακλεους και της Ἀσταρτης τεμενος
9999655 κεκληκε
ἐν δε τῃ ἑξης ᾠδῃ καθολου τους συγγενεις αὐτου Κλεωνυμιδας κεκληκε . και ματροθεν Λαβδακιδαισι συννομοι : ὡς κατα μητερα
εὐ - δαιμονιαν : ταυτα δε παντα ἰδιως νυν ἀγαθα κεκληκε . χρησιμα δε τα δι ' ἑτερα αἱρετα :
9999655 ἐδιδαξε
δε λεων ἐφησε προς ταυτην οὑτως : Τις ς ' ἐδιδαξε μεριζειν οὑτως , φιλη ; Ἡ συμφορα του ὀνου
τῃ ὑπωρειᾳ της Ἰδης , την πολιν Δαρδανιαν καλεσας και ἐδιδαξε τους Τρωας τα ἐν Σαμοθρᾳκῃ μυστηρια : ἐκαλειτο δε

Back