ὀρνιθιαι βορεαι , μεταξυ ἀργεστης . Ἱππαρχῳ βορεαι ψυχροι . Μητροδωρῳ χελιδων φαινεται , και ἐπισημαινει . Δημοκριτῳ ποικιλαι ἡμεραι
ποδος Ὠριωνος ἐπιτελλει . Αἰγυπτιοις προδρομος ὡρᾳ αʹ πνει . Μητροδωρῳ ζεφυρος ἠ ἀργεστης . ιθʹ . ὡρων ιγ ∠
9999794 χαλεπη
την ἐν τουτοις φρονησιν ἀγουσα ἡμας ἐπιστημη βραδεια ἐστι και χαλεπη νεοις , μαλλον δε ἀδυνατος εἰς ἀγενειων και μειρακιων
ἠγουν ἀναρχος δοκουσα και ἀπειθης . δεινον το κοινον : χαλεπη και βιαιος ἡ φυσις αὑτη ἐξ ἡς γεγοναμεν ἡμεις
9999793 Δημητηρ
ᾑ το προς τους θεους εὐσεβες ἀναμεμικται . οἰδε ταυτα Δημητηρ και Κορη και Σαραπις και Ποσειδων και ὁ την
τουτο ὑπερβαλλοντως εὐσεβη την πολιν δειξαι βουλομενος . ὡν ἡ Δημητηρ και Κορη . το ” οὐρανιοις “ δε ”
9999792 ἐνεθυμηθη
Χωρις γαρ του μη τρεπεσθαι το θειον , οὐτε το ἐνεθυμηθη οὐτε το ἐνενοησεν δηλωτικα μεταμελειας ἐστιν : [ το
ᾠχετο . Εἰ τοινυν μητε Θρασυβουλος ἀπεγνω τα πραγματα μηδε ἐνεθυμηθη , τι δ ' ἀν εἰεν ἑβδομηκοντα ἀνθρωποι προς
9999791 τυρῳ
θ ' ὁλον τῳ σιλφιῳ μαστιξον εὐ γε και καλως τυρῳ τε σαξον ἁλσι τ ' ἠδ ' ὀριγανῳ .
τα βοσκηματα , ἀφ ' ὡν τρεφονται και γαλακτι και τυρῳ και κρεασιν : ἀκολουθουσι δε ταις νομαις μεταλαμβανοντες τοπους
9999791 χαλκεα
ποιῃσιν ἐπιχλοοι ὑγρα μετωπα πετραι σαργον ἐχουσιν ἐφεστιον ἠδε σκιαιναν χαλκεα και κορακινον ἐπωνυμον αἰθοπι χροιῃ , και σκαρον ,
πελεκυν : τον Σιμωνιδην οὐν νεον ὀντα βαδισαι προς τον χαλκεα κομιουμενον αὐτον . ἰδοντα δε και τον τεχνιτην κοιμωμενον
9999787 νυκτοϲ
ἡδονη ᾐ ἡ μανιη , γελωϲι , παιζουϲι , ὀρχωνται νυκτοϲ και ἡμερηϲ , και ἐϲ ἀγορην ἀμφαδον , και
τραγου . “ ἐγω δε τεκμαιρομαι τουτο ποιειν μαλλον τοιϲ νυκτοϲ μη ὁρωϲιν . Περι ἀμβλυωπιαϲ Γαληνου . ἀμβλυωπια δε
9999787 Περσιδα
. ] μεν γαρ ἱστορειν ὁτι τεθνηκοι και τον την Περσιδα συντεταχοτα κυκλικον ποιητην [ . ] ὁτι και ἀπο
πεντε ἐπι ξεινης ἐγενηθην . ἐπηλθε γαρ Βαβυλωνα τε και Περσιδα και Αἰγυπτον τοις τε μαγοις και τοις ἱερευσι μαθητευων
9999785 Σικελιᾳ
. : Οἰκησαντα μεν ἐν Κιλικιᾳ , κολασθεντα δε ἐν Σικελιᾳ . Ἡσιοδος δε : τον ποτε Κιλικιον θρεψαι πολυωνυμον
και οὑτως ἐτεχνωθη τα περι τους στιχους . Ἐν τῃ Σικελιᾳ τῃ νησῳ περι τα ὀρεινα αὐτης λεγονται γενεσθαι οἱ
9999785 κρυσταλλῳ
ὑποψοφουν ἡσυχῃ εἰς βαθος , ἡ δε ὡς ἑστωτι τῳ κρυσταλλῳ θαρσει διαθει τε πρωτη : εἰ δε μη οὐκ
Γενναται δε ἐν τῃ Ἰνδικῃ . Ὁμοιος δε ἐστι τῳ κρυσταλλῳ , ἐξαυγος καθα και ὁ κρυσταλλος . Ὁ μεντοι
9999784 κοπρῳ
, ἐπην ἁπαξ ἐκ των μητρεων ἐξελθῃ , χρονος τῃ κοπρῳ ἐν τῃ κοιλιῃ τοσουτος , ὡστε σαπεισης και χρονισασης
βληχρον και ἀσινες , και ἐξηλθε το πονεον ξυν τῃ κοπρῳ . Ἠν δε ἡ κοιλιη πληρης ἐουσα πολλον ἐχῃ
9999781 Πελοποννησῳ
Ἀπιος : ἡ ὀγχνη καλουμενη γενικως , ὁτι πρωτον ἐν Πελοποννησῳ γεγονεν : Ἀπια δε ἡ Πελοποννησος . ἠ παρα
„ ἀντι του ἐρητυετε . Δωριον , μαλιστα των ἐν Πελοποννησῳ Δωριεων . γινεται δε οὑτως : παραλαμβανομενης δοτικης πτωσεως
9999781 κοσκινῳ
ἀν λειοτατον γενηται , εἰτ ' ἐπεμβαλλε την λιθαργυρον λεπτοτατῳ κοσκινῳ και αὐτην σεσησμενην και προλελειωμενην ἱκανως ἐν ἑτερᾳ θυϊᾳ
ψευδους , ὡσπερ και ὁ ἀρτοποιος χρηται ὡς ὀργανῳ τῳ κοσκινῳ και διακρινει τον σιτον της αἰρας και της κριθης
9999780 σπονδυλῳ
δεξιος αὐτου ὀφθαλμος φορουμενος ἐνδον συν τῳ πρωτῳ της οὐρας σπονδυλῳ ὁμου τε και ἰδιως φορουμενοι ἐν χρυσῳ ἀγγειῳ μεγαλας
∠ ʹ γʹ νο ιε γʹ του ἐν τῳ γʹ σπονδυλῳ διπλου ὁ βορειος . . . . . .
9999779 γληχωνα
σκευαζομενον οὑτω : δει λαβειν ὑσσωπον βοτανην , ἐτι δε γληχωνα και ὀριγανον και ἰσχαδας ζʹ ἠ θʹ . και
πυρικαυτα και παρατριμματα . Δικταμνον λεπτομερεϲτεραϲ ἐϲτι δυναμεωϲ ἠ κατα γληχωνα , τα δε ἀλλα παραπληϲιον αὐτῃ . το δε
9999778 ὀργανῳ
μοχλειαν . ἐνιοι δε και διπλης καιριας ὑποθεντες μεσοτητα τῳ ὀργανῳ την αὐταρκη , ἐκει την ἰπωτριδα σπαθην ἐνθεντες ἰπωσαν
εἰδος , το δε σωμα ὑλη , ᾡ κεχρηται ὡς ὀργανῳ , ὁ δε ἀνθρωπος και το ζῳον το ἐκ
9999778 ἀφορᾳ
ἐκτεινομενον και προς την πολιν κατα βραχυ συστελλομενον . και ἀφορᾳ μεν ὁ κολπος ἐκ νοτου την λοιπην θαλασσαν ,
ὁ πατος , ὁ κωλος αὐτων . . βλεπει ] ἀφορᾳ . . αὐτος καθ ' αὑτον ] ἠγουν μεμονωμενος
9999775 σανιδα
περι τινων ἀμφισβητουντας , ἀφικομενους δευρο ἐφ ' ὑψηλου τοπου σανιδα θεντας ἐπιβαλλειν ψαιστα , ἑκατερον χωρις : τους δ
ἐθαψαν αὐτον οἱ ἑταιροι ἐπανω του ταφου αὐτου κωπην ἠ σανιδα πηξαντες ἐκ της Ἀργους . και ὁ μεν Μοψος
9999775 Προμηθεα
οἱ προς χαριν ἁπαντα πολιτευομενοι τοιαυτα πασχουσιν . λεων κατεμεμφετο Προμηθεα πολλακις , ὁτι μεγαν αὐτον ἐπλασεν και καλον και
αὐτοι γεγονοτες . εἰτ ' οὐ δικαιως προσπεπατταλευμενον γραφουσι τον Προμηθεα προς ταις πετραις και γινετ ' αὐτωι λαμπας ,
9999772 φαρεα
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα λευκα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα καλα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
9999772 ὀποπανακα
το Ϲικυωνιον ἐλαιον μικτεον και καϲτοριον , ἐνιοτε δε και ὀποπανακα , εἰ ψυξεωϲ αἰϲθηϲιϲ αὐτοιϲ προϲγιγνεται , και χαλβανην
ὀξει ἑρπυλλον ἠ ϲπονδυλιον και ὀϲφραντα δε προϲαγειν καϲτοριον και ὀποπανακα χαλβανην . διανοιξανταϲ δε το ϲτομα μελικρατον ἐνϲταζειν και
9999770 εὐωδεα
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ὑστερας τα εὐωδεα : ἐπην δε καταφρονησῃ , πισαι φαρμακον κατω ,
και ὑποθυμιῃν τα κακωδεα , ὑπο δε τας ῥινας τα εὐωδεα . Ἠν δε πλειονα χρονον αἱ ὑστεραι ἐξισχωσι και
9999770 σαλπιγγες
διαστημα συν - ῃρεθη . ὡς δ ' αἱ τε σαλπιγγες το πολεμικον ἐσημαινον και συνηλαλαξαν αἱ δυναμεις ἀμφοτεραι ,
δρομωι ξυνηψαν ἀστυ Καδμειας χθονος ] . παιαν δε και σαλπιγγες ἐκελαδουν ὁμου ἐκειθεν ἐκ τε τειχεων ἡμων παρα .
9999770 Δημητριῳ
, τουτο Ξενοκρατης ; πολλ ' ἀγαθα δοιεν οἱ θεοι Δημητριῳ και τοις νομοθεταις , διοτι τους τας των λογων
ταις πιστεσι ῥᾳδιως παραδεχεσθαι την διηγησιν . παρα μεν οὐν Δημητριῳ τῳ Φαληρει φασιν ἐν ἐπιλογῳ και μετ ' ἐπιλογον
9999768 χαλινῳ
τον της ποιητικης κορυβαντα , ὡστε μαλιστα πειστεον τηνικαυτα τῳ χαλινῳ και σωφρονητεον , εἰδοτας ὡς ἱπποτυφια τις και ἐν
, ὀρθῃ τῃ κεφαλῃ τρεχει : τον δε ἀγεννη τῳ χαλινῳ ὡς εἰς εὐσχημοσυνην βιαζου . παραφυλακτεον δε ὁτι τους
9999767 κλητικῃ
εὐσεβες και το εὐσεβες , και ὡς δεδεικται ὁμοφωνουσι τῃ κλητικῃ του ἀρσενικου και οὐχι τῃ αἰτιατικῃ , τον εὐσεβη
του ος το τ και το τ ἀποβαλλεται ἐν τῃ κλητικῃ , οἱον θεραπων θεραποντος ὠ θεραπον , γερων γεροντος
9999766 κολοφωνιαϲ
, ἁλων ἀμμωνιακων ⋖ β , κηρου # Ϛ , κολοφωνιαϲ # Ϛ , μυρϲινου # β : ὀξει λειουται
, κηρου , τερεβινθινηϲ ἀνα # Ϛ . Κηρου , κολοφωνιαϲ , βουτυρου ἀνα λι . α , πιϲϲηϲ ξηραϲ
9999766 ὑδατωδεα
ἀλγηματος ἀναδρομαι ἐς καρδιην , πυρετωδεες , φρικωδεες , ἀνεμεουσαι ὑδατωδεα , λεπτα , πλεονα , παρενεχθεισαι , ἀφωνοι ,
των οὐρων κακιστα , τοισι δ ' αὐ παιδιοισι τα ὑδατωδεα , ἡττον δε ὀλεθρια γινονται τα μελανα των ἐχοντων
9999763 νυμφιῳ
μεγαλα ποιειν εἰωθως . Ἡ διαλεξις μηκος ἀποστρεφεται λογου τῳ νυμφιῳ χαριζομενη και μιμουμενη των τελουμενων την ἡδονην ἁβροτεροις ἀνθει
την Ἑλενην ἀνδρα και θυγατριον ἐχουσαν ἡρπασεν , ἀξιοις με νυμφιῳ δουναι την κορην γυναικα κεκτημενῳ και παιδα . οὐ
9999762 λοπαδα
πατανια και κακκαβια και λοπαδια ὡς ἑτερον ὀν παρα την λοπαδα τουτο τῳ σχηματι . και κακκαβον δε την κακκαβην
Φοινικιδης δ ' ὡς εἰδεν ἐν πληθει νεων μεστην ζεουσαν λοπαδα Νηρειων τεκνων , ἐπισχετ ' ὀργῃ χειρας ἠρεθισμενας :
9999760 πεψεωϲ
ἐν ἀκμῃ δε ὀντοϲ του νοϲηματοϲ , προφανειϲηϲ δηλονοτι ϲαφεϲτατηϲ πεψεωϲ , μηδενοϲ των ϲπλαγχνων βεβλαμμενου , τοιϲ εἰθιϲμενοιϲ κατα
ἐπι γυναικων ἐπιμηνιου καθαρϲεωϲ ἐκραγειϲηϲ . χρη δε κἀπο τουτων πεψεωϲ προηγηϲαμενηϲ και ἐν ἀκμῃ τηϲ νοϲου την ἐκκριϲιν γενεϲθαι
9999759 δακτυλοιϲ
τῳ καλλιϲτῳ χρωμενοι δι ' ἐριου χειροπληθουϲ ἀναλαμβανοντεϲ και τοιϲ δακτυλοιϲ ἐκθλιβοντεϲ ἐξ ὑψουϲ και ὡϲπερ κατακρουνιζοντεϲ μετα τινοϲ πληγηϲ
μη δυναμενα κατα το πρεπον ἀνεπαιρεϲθαι , ἀν τε τοιϲ δακτυλοιϲ ἐπιθλιψαντεϲ αὐτα διαϲτηϲωμεν τουϲ δακτυλουϲ , ἐμφυϲαται το μεταξυ
9999759 σπλαγχνα
ἐξουσιας διεφθαρμενος , οἰδων τε την ψυχην και ζεων τα σπλαγχνα δια τον ἐρωτα της παιδος , οὐτε τοις λογοις
, και ξυεται , και ἀσιτος ἐων τα ἑωθινα τα σπλαγχνα ἀμυσσεται ὡς ἐπιτοπουλυ , και ὁκοταν ἐγειρῃ τις αὐτον
9999755 ἱερεα
, τον δε Μαρωνα οὐ Διονυσου , ἀλλ ' Ἀπολλωνος ἱερεα , δι ' ὁλης της ποιησεως οἰνου μνημονευων :
τουτο μεν γαρ ἐν Μεσσηνῃ τῃ προς τῳ πορθμῳ τον ἱερεα του Ἡρακλεους λεγουσιν ὀνειρατος ἰδειν ὀψιντον Ἡρακλεα ἐδοξε κληθηναι
9999754 Κυκλωπες
τι κατακρυπτουσιν , ἐπει σφισιν ἐγγυθεν εἰμεν , ὡς περ Κυκλωπες τε και ἀγρια φυλα Γιγαντων . ” τον δ
και μεθυσαντες τυφλουσιν αὐτον . του δε βοωντος προσηλθον οἱ Κυκλωπες παντες , ἀκουσαντες δε βοωντος αὐτου Οὐτις με ἐτυφλωσε
9999754 κτωμεθα
. οὐ γαρ ἐκ του πολλακις ἰδειν την ὁρατικην δυναμιν κτωμεθα , ἀλλ ' ἐχοντες αὐτην προτερον οὑτω ταις ἀπ
πραγματων , και ὁλως παντα τα ἀγαθα δι ' αὐτην κτωμεθα . Ὁτι τοινυν τοις ἑλομενοις τον κατα νουν βιον
9999751 Νικοκλεα
ὁρων . . πρυτανειας : Ἀ . ἐν τῳ προς Νικοκλεα . ἐστι δε ἀριθμος ἡμερων ἡ πρυτανεια ἠτοι λϚʹ
χρηται δε τῃ παροιμιᾳ ταυτῃ και Ἰσοκρατης ἐν ταις προς Νικοκλεα ὑποθηκαις . το δε βουλευεται δε πολυν χρονον ἐλλιπως
9999750 φοβεισθε
γε ἡμας τους ἀλλους . εἰ δε ὑμεις οἱ νεοι φοβεισθε , ὡσπερ ἐν Καρι ἐν ἐμοι ἐστω ὁ κινδυνος
τον ἀνδρα . κατεγνωτε και της θεου ἀκρασιαν , εἰ φοβεισθε ὑπ ' ἀνδρος αὐτην θεραπευεσθαι . μη συγκαθιζετω μοι
9999748 ἀκανθωδη
' ἰδιαν , τινα λεπιδωτα αὐτων ἐστι , και τινα ἀκανθωδη , και τινα λεια , και τινα μαλακοστρακα ,
σκευην , και ἐασας την εὐθειαν ὁδον , προς την ἀκανθωδη ἀναδραμῃ πλανην . Το δε ἐν ἀγγειοις ἀποκειμενα τα
9999748 ἐτεα
της Ἀσιης . Τους δε Σκυθας ἀποδημησαντας ὀκτω και εἰκοσι ἐτεα και δια χρονου τοσουτου κατιοντας ἐς την σφετερην ἐξεδεξατο
μη πολλῳ χρησθαι . Καλλιγενει , περι πεντε και εἰκοσιν ἐτεα γεγενημενῳ , καταῤῥοος : ἡ βηξ πολλη : ἀνηγε
9999747 σκευαζε
σμυρνης δραχμας δʹ , κομμεως δρ . ηʹ . ταυτα σκευαζε ἐν οἰνῳ αὐστηρῳ και χρω . ⌊ ἐπιχριομενον δε
οὐγγιας β . ποιει , φησι , προς σκληριας και σκευαζε ὡς προειρηται . Κηρου , κολοφωνιας , πισσης ,
9999745 ὁρωσα
των ὑπατων ἀρχην μειωσειε μητε την των δημαρχων , ἑκατερον ὁρωσα μεγαλων κινδυνων αἰτιον ἐσομενον . Ἐπει δε κἀκειθεν ἀπηλαθησαν
και Δομετιανῳ μελαγχολωντι : ἀλλ ' εἰ ἡ ψυχη ἀνω ὁρωσα προς τον του παντος βασιλεα συντεταμενη και ἀρχομενη ἐκειθεν
9999744 πυροϲ
ϲτεαρ , και μετα το καλωϲ λειωθηναι ἑψει ἐπι μαλθακου πυροϲ ἑωϲ ἀμολυντου ϲπαθιζων ταιϲ των φοινικων ῥαβδοιϲ . Κηρου
βδελλιον λειοτριβηθεν ἐμπλαϲϲεται μετα το ἀρθηναι την ἐμπλαϲτρον ἐκ του πυροϲ : εἰ δε λιπαρον τυγχανοι και μη δυναιτο λειωθηναι
9999744 ὀλιγα
ἐαν εἰπῃς την δικην ἀρτι , νικησεις ζ παραμενει σοι ὀλιγα των ὑπαρχοντων η ληψῃ την φερνην και σκορπισεις αὐτην
Ἡδυ χελωνης κρεα φαγειν ἠ μη φαγειν : της χελωνης ὀλιγα κρεα βρωθεντα στροφους ποιει , πολλα δε καθαιρει :
9999743 αἰγιδα
ἡ Ἀθηνα , ἡ κυαναιγις , ἠγουν ἡ μελαιναν ἐχουσα αἰγιδα . ἀνεπηδησε δε ὁ Βελλεροφοντης γενομενος δηλονοτι ἐν ὀρθῳ
ἐπαυρειν ἐν γαιῃ ἱσταντο λιλαιομενα χροος ἀσαι . ὀφρα μεν αἰγιδα χερσιν ἐχ ' ἀτρεμα Φοιβος Ἀπολλων , τοφρα μαλ
9999743 εὐωνυμῳ
ὀπισθιον σφυρον : ὁ δ ' ἐν τῳ ὀπισθιῳ και εὐωνυμῳ πηχει ἐν μεσῳ κειται τῳ γαλακτι , ὁ δ
ταξεως ἐν τῃ τοτε ἡμερᾳ ἠν . ἐπι δε τῳ εὐωνυμῳ ἐπεταξεν ἡγεμονα Ἀμυνταν τον Ἀρραβαιου . προεταχθησαν δε αὐτῳ
9999742 κυριε
εἰς τον παραδεισον μου ; ὁ δε ἀποκριθεις εἰπεν ὠ κυριε , πικραναι μου την ψυχην ἐν τῳ μερει της
φυλαξῃ , ζησεται τῳ θεῳ . Ἐτι , φημι , κυριε , προσθησω του ἐπερωτησαι . Λεγε , φησιν .
9999741 λιμνη
: νικη νικητης : ἀλη ἀλητης : κομη κομητης : λιμνη λιμνητης : πλην του τεχνιτης : στυλιτης : στηλη
και χερρονησον ταυτην ποιουσιν , ἀλλα δη και ἑτερα τις λιμνη μεγαλη ἐμβαλλουσα ἐς αὐτας ὀπισθεν του προ της πολεως
9999739 ἐθηκε
' εἰπε , / [ το παραδειγμα τουτο της γυναικος ἐθηκε , ] δια το την ⌈ ἐννην / [
θηκεν θεος , ὁς περ ἐφηνεν . λααν γαρ μιν ἐθηκε Κρονου παις ἀγκυλομητεω . ὁτι Ζηνοδοτος γραφει ἀριδηλον και
9999738 σκεψασθε
ἐχει , οὐ χαλεπως ἐκ των προτερον γεγενημενων μαθησεσθε . σκεψασθε γαρ , ὠ ἀνδρες δικασται , τους προσταντας ἀμφοτερων
ἀπολωλοτα . ὁ δε σοφος οὑτος Πρωτευς προς ἁπαντα ταυτα σκεψασθε οἱον τι ἐξευρεν και ὁπως τον κινδυνον διεφυγεν .
9999738 Σφακτηριᾳ
των ἰατρων ʃ ἀληλεομενον . ἐν τῃ νησῳ : τῃ Σφακτηριᾳ . ἐπιλαβῃ : κωλυσῃ . περιγενησεσθαι : ἀντι του
: μεταναστας ποιησαι . τους ἐν τῃ νησῳ : τῃ Σφακτηριᾳ . του δ ' αὐτου θερους . . .
9999737 δρασω
δε εἰπουσης : Δος μοι περιπλοκαςἀνεβοησεν : Οἰμοι , τι δρασω ; δυσι κακοις μεριζομαι . Ὀζοστομος και ὀζοχρωτος ,
ζην ἐν ἀθυμιᾳ και τοιουτοις αἱρουμαι κακοις . ἀλλα τι δρασω ; τους μεν ἀπελασω , ποιησω δε το περι
9999735 Συριᾳ
την συστασιν βρυωδη . γενναται δ ' ἐν Αἰγυπτῳ και Συριᾳ ἡμερος , κατα τα ἀλλα ὁμοια τῃ ἀγριᾳ ,
φασι την ἀπο της χωρας εὐοσμον . Ἐν μεν οὐν Συριᾳ τα περιττα τῃ ὀσμῃ σχεδον ταυτ ' ἐστιν :
9999735 ἐθαυμασθη
παρα τοις ἱερευσιν , ἀλλα και παρα τοις ἀλλοις Αἰγυπτιοις ἐθαυμασθη , δοξας τῃ μεγαλοψυχιᾳ των πεπραγμενων ἀκολουθον πεποιησθαι την
φιλοις δε λιμην . μονος δε ὡν ἰσμεν μαλιστα μεν ἐθαυμασθη , ἡκιστα δε ἐφθονηθη . τοις λογοις μεν ἐξεπληττε
9999735 εἱλεσθε
. ἀλλ ' οὐδ ' αὐτον , ὁν οὑτως ἀρχοντα εἱλεσθε , φυλαξαι ἠ σωσαι ἐδυνηθητε , ἀνανδρως δε προυδωκατε
ἀλλοτριον ἐπαινειν ; τοιγαρουν ἀγρυπνειτε και κᾳεσθε , ἀπαλλαγην ὡν εἱλεσθε εὑρειν μη δυναμενοι . ιγʹ . Ὁ καλος ἀν
9999735 Αἰγυπτιῳ
τα τεκνα και τους των φιλων παιδας ὁμηρους παρα τῳ Αἰγυπτιῳ ἐγκαταλιπων και τους μεγιστους ὁρκους παραβας βασιλει δοξῃ τι
∠ ʹ λδ ∠ ʹγ : ἀπο δε μεσημβριας τῳ Αἰγυπτιῳ πελαγει και τῳ Συριακῳ κατα περιγραφην τοιαυτην : μετα
9999733 ἀγωγη
ἐστιν : ἀγωγη , πλοκη , πεττεια , τονη . ἀγωγη μεν οὐν ἐστιν ἡ δια των ἑξης φθογγων ὁδος
γενων ἑκαστον μελῳδουμεν ἐν τε ἀγωγῃ και πλοκῃ . και ἀγωγη μεν ἐστιν , ὁτε δια των ἑξης φθογγων ποιουμεθα
9999733 βελεα
εὐθυν ἀκοντων ἱεντα ῥομβον παρα σκοπον οὐ χρη τα πολλα βελεα καρτυνειν χεροιν . Μοισαις γαρ ἀγˈλαοθˈρονοις ἑκων Ὀλιγαιθιδαισιν τ
ἀλληλους τρωσητε , ἀλληλους δ ' ἐληϊσαν , ἀλληλων ἀλεεινοντες βελεα στονοεντα . αἱ δη τοιαυται συνταξεις ἐν ὀρθῃ και
9999733 σφαλῃ
τῳ ὀντι ὠσι και προς τινα εἰπων τις τι ἀγνοιᾳ σφαλῃ . και οἱ τετρακοσιοι δια τουτο οὐκ ἠθελον τους
δ ' ἐστι θνατον . ἀλλ ' ᾡτινι μη λιποτεκˈνος σφαλῃ παμπαν οἰκος βιαιᾳ δαμεις ἀναγκᾳ , ζωει καματον προφυγων
9999733 ὁποσα
, οὐδε ἐς ὁτιουν περιελᾳ ψευδος , καθεξει δε , ὁποσα οἰδε , μειον οὐδεν ἠ ἁ ἐμυηθη . ἐγω
ἐθελουσι ταυτ ' ἀσκειν , ἀγωνας τε αὐτοις προειπεν ἁπαντων ὁποσα ἐγιγνωσκεν ἀσκεισθαι ἀγαθον εἰναι ὑπο στρατιωτων και προειπε ταδε
9999731 ἠνεγκα
, ὡσπερ ἐν τοις εἰς ω τον εἰπα και τον ἠνεγκα . Δυϊκα . Ἐθηκατον , ἐθηκατην . Πληθ .
προς το δουλην και γυναικα μαχλον ὑπεραλγησας την ψυχην οὐκ ἠνεγκα των ῥηματων τα τραυματα , ἀλλ ' ἐτι λαλουντος
9999730 ἐθηκα
ἀν δοξειεν , ὡς ἐπ ' ἐκεινοις “ ἐγω σε ἐθηκα δουλον ὀντα ἐλευθερον ” , και “ πεντηκοντ '
ἐστιν οὐδεμια κλισις μετα τα ὁριστικα : ἡμαρτημενοι γαρ ὁ ἐθηκα ἐδωκα ἡκα οὐκ ἐποιησαν μετοχας , ἁπαξ δε μη
9999730 βραχεα
πολλα Ἑκαταιου του Μιλησιου κατα λεξιν μετηνεγκεν ἐκ της Περιηγησεως βραχεα παραποιησας , τα του φοινικος ὀρνεου , και περι
ἐντος ἀδικα γιγνεται . Τα δ ' ὀνοματα αὐταις τιθεσθαι βραχεα , ἱνα εὐανακλητα ᾐ . εἰναι δε χρη τοιαδε
9999729 Πειραιεα
το μεν ἀστυ της πολεως ἑαλωκος καταλιποι , τον δε Πειραιεα πολιορκουμενον , αὐτος δε μολις διασωθεις ἡκοι : και
τῳ Φιλονεῳ της αὐτης ὁδου ἁμα μεν προπεμψαι εἰς τον Πειραιεα τον πατερα τον ἐμον φιλον ὀντα ἑαυτῳ , ἁμα
9999729 ψηφιεισθε
ὑπο τουτων πολιτων ὀντων ἐπεβουλευεσθε ὁπως μητ ' ἀγαθον μηδεν ψηφιεισθε πολλων τε ἐνδεεις ἐσεσθε . τουτο γαρ καλως ἠπισταντο
' ὁτι και δικαια και εὐορκα και συμφεροντα ὑμιν αὐτοις ψηφιεισθε και πασῃ τῃ πολει . Περι μεν οὐν της
9999728 Κυρηνη
την ἡρωιδα , ἀφ ' ἡς τοὐνομα ἐλαβεν ἡ πολις Κυρηνη , μεταγει τον λογον . ἀπο δε Ἠοιας Ἡσιοδου
Κορινθια γαρ ἠν . τα δε ὀνοματα αὐτων Λαϊς , Κυρηνη , Λεαινα , Σινωπη , Μυρρινη , Σκιωνη .
9999726 ὠκεανοιο
' ἀν Ποταμοιο και αὐτικ ' ἐπερχομενοιο Σκορπιου ἐμπιπτοιεν ἐϋρροου ὠκεανοιο : ὁς και ἐπερχομενος φοβεει μεγαν Ὠριωνα . Ἀρτεμις
δ ' Ὑπεριονιδας δεπας ἐσκατεβαινε χρυσεον , ὀφρα δι ' ὠκεανοιο περασας ἀφικοιθ ' ἱαρας ποτι βενθεα νυκτος ἐρεμνας ,
9999726 γλυκυν
' ὑστεραιῃ παλιν προστιθεσθαι μεχρι μεσημβριης , και ἐπιπινετω οἰνον γλυκυν , μελιτι τον οἰνον ξυμμισγουσα . Κλυσμα ἠν ἡλκωμεναι
το δηγμα ὑδατι ψυχρῳ καταντλητεον , τοιϲ δε παλαιοτεροιϲ | γλυκυν δοτεον μετα θερμου πολλου . μετα δε τον ἐμετον
9999725 σπηλαιῳ
τον καιρον ἐπι τας νομας , τας δε ἡμερας ἐν σπηλαιῳ αὐτον ἀναπαυεσθαι , ὡς τινας οἰεσθαι παντοτε αὐτον κοιμασθαι
πολυς ἠν αὐτων και φυγη . ἐληφθησαν δ ' ἐν σπηλαιῳ κρυπτομενοι Οὐαριος τε και Ἀλεξανδρος και Διονυσιος ὁ εὐνουχος
9999724 ψυχροϲ
παντα κεκτηται . ὁ δε ϲικυοϲ ἡττον μεν του πεπονοϲ ψυχροϲ και ὑγροϲ , μαλλον δε διουρητικοϲ και δυϲπεπτοϲ και
ἐχει μηδεν περιεργαζομενουϲ . εἰ δε ἠτοι θερμοϲ ἱκανωϲ ἠ ψυχροϲ ὑπαρχοι , τῳ μεν θερμῳ τοὐναντιον ἐπιτεχναϲθαι , καταγαιουϲ
9999723 Μενανδρῳ
που δε και χλαιναι και ῥηγεα σιγαλοεντα και οἱ παρα Μενανδρῳ καυνακαι , και χειμωνος σισυραι και το παρ '
το στεφανουν , ὡς παρα τε Θεοπομπῳ ἐν νζʹ και Μενανδρῳ ἐν Αὑτον πενθουντι . Στειριευς : Ὑπερειδης κατ '
9999723 ἐταχθη
αὐτοις ταξει κατα γενος διεστη και ταις δημιουργικαις αἰτιαις ἀναλογον ἐταχθη . ὡς γαρ ἐκει πρωτα και μεσα και ἐσχατα
μηδενα ὀκνειν φοβον ἠ κινδυνον εὐδοκιμων . οὑτος δ ' ἐταχθη μεν ἡγεισθαι των κατα μεσην ἀγωνιζομενων την φαλαγγα και
9999721 Φυσικῃ
γινεται ἐκ της γενεσεως . ὡς γαρ εἰρηται ἐν τῃ Φυσικῃ , οὐκ ἐστι γενεσεως γενεσις οὐτε κινησεως κινησις .
καιτοι ὑπο ἀοριστου δηλουμενην ὀνοματος ἐναντιαν τῳ εἰδει ἐν τῃ Φυσικῃ ἀκροασει προσαγορευειν ἠξιωσε . Ταυτα μεν οὐν παρεξεβημεν ,
9999721 ἐμνησθη
κορυφην ἐχειν ἀναγκη το τριγωνον ἠ ἐκτος . Νυν πρωτον ἐμνησθη του παραπληρωματος ἐν τῳ μγʹ θεωρηματι , το δε
συμπασα πως εἰχεν ἡ χωρα . Οὐδ ' ὁ ποιητης ἐμνησθη Ἑλληνων , Ἀργειους αὐτους ἀποκαλων , ἀλλα Θεσσαλους μονον
9999720 ἀκμῃ
: ὑστερον δε και μετ ' ἀμυχων ἐπιπολαιων , ἐν ἀκμῃ μεν του παθους , ἐν ἀνεσει δε της ἐπιτασεως
θυμος ἐπαχλυσειεν , ἀλλ ' ἀκραιφνεις ἐνεστηκασι και ἀει ἐν ἀκμῃ προς τα ἐργα ἁ παρηγγελθησαν παρωξυμμενοι . καιτοι οὐδε
9999720 Πειρω
Τυρω , ἐξ ἡς και Κρηθεως Νηλευς , ἐξ οὑ Πειρω , ἐξ ἡς Ἀλφεσιβοια . Κυθερειαν : την Ἀφροδιτην
ἀγελην Νηλει εἰς Πυλον , ἱνα ἀγηται τῳ ἀδελφῳ την Πειρω , ἡτις ἐτεκεν Ἀλφεσιβοιαν , μητερα Μελαμποδος ἰσως ἑτερου
9999720 κοποϲ
μενοιϲ μοριοιϲ οὐχ ὑποπιπτει τῃ ὀψει . ἐπιπιπτει δε ὁ κοποϲ οὑτοϲ μαλιϲτα τοιϲ κακοχυμοιϲ τε και περιττωματικοιϲ ϲωμαϲιν .
των διεφθαρμενων ἀτμων εἰϲ το ϲωμα γενηται . Ὁ ἑλκωδηϲ κοποϲ ἐπι πληθει γινεται περιττωματων λεπτων τε ἁμα και δριμεων
9999719 δεδοσθω
Δημοσθενους στοχασμον , ὁτι συνεστηκεν : ἀλλ ' ἐστω , δεδοσθω ἀνῃρησθαι παρα του Ἀρισταρχου Νικοδημον : τις με ἐλεγχει
εἱλετο δε κληιδ ' εὐκαμπεα χειρι παχειῃ Πηνελοπη . ” δεδοσθω δη και τουτο : ἀλλ ' ἐκεινα οὐ δοτεα
9999719 ἀφῃρεθη
το ἐπαγγελμα και τηνδε την σοφιαν κεκηρυγμενων . ἐνθα γουν ἀφῃρεθη ἡ βους τον μοσχον , ἐνταυθα ἐλθουσα ὠδυρατο μυκηθμῳ
. οἰδα δε τινα , ὁς ἐπι τουτῳ τῳ ὀνειρῳ ἀφῃρεθη το αἰδοιον : και γαρ εἰκος ἠν ᾡ ἡμαρτε
9999718 θη
] [ ] ! [ . . . ] ! θη [ [ ] τιον ? ? [ [ ]
] [ ] ι ? Καμαριν ? [ ] [ θη ] ! [ ] [ ης ] ! [
9999718 Καλυδωνι
: Ἡρακλης γημας Δηιανειραν την Οἰνεως θυγατερα και διαγων ἐν Καλυδωνι , ἐν συμποσιῳ Κυαθον [ ἠτοι ] τον Οἰνεως
γαρ τοπος ἐστι τοιουτος . πιοτεροι δ ' ἑτεροι πολλοι Καλυδωνι τε κλεινῃ Ἀμβρακια τ ' ἐνι πλουτοφορῳ Βολβῃ τ
9999718 βλαπτω
: διαμενει . Ἀσκηθης : ἀβλαβης ἀπο του σκηθω το βλαπτω . ἀναψυξωσι : ἀναπαυσιν ἑξωσιν . Ἀεθλευσωσι : ἀγωνισθωσιν
† . ἠ παρα το ἀσω , το δηλουν το βλαπτω , οἱον : ἀσε με δαιμονος αἰσα κακη ,
9999717 φονῳ
γουν τῳ Σεβηρῳ προσποιουμενῳ χαλεπαινειν και θελειν ἐπεξελθειν τῳ Περτινακος φονῳ ἐπεδοσαν αὑτους , ὡς αὐτοκρατορα τε ἀποδειξαι και την
θεων των Εὐμενιδων ἐστιν ἐπικλησις , και Ὀρεστην ἐπι τῳ φονῳ της μητρος φασιν αὐτοθι μανηναι . οὐ πορρω δε
9999717 Διοκλεα
προς ἀλληλους . και τους Μεγαρεις ἐπαινει ἐπι τῳ τετιμηκεναι Διοκλεα ἐμπεσοντος πολεμου ὑπερασπισαντα του ἰδιου ἐρωμενου και ὑπερ [
νομῳ . Ἀλλ ' ἐστιν ἀνθρωπου γε . Ναι τον Διοκλεα , ἐμα γα . Τυ δε νιν εἰμεναι τινος
9999716 φαλαγγα
ἀπο των ἐναντιων αὐτομολειν παριππευσαντας δε και παραλλαξαντας αὐτων την φαλαγγα ἐπιστρεψαντας κατα νωτου την ἐμβολην ποιησασθαι . τουτων οὑτω
ὀντες ἐβιασθησαν , και συχνους ἀποβαλοντες κατεφυγον προς την ἰδιαν φαλαγγα . ἡ μεν οὐν των παρ ' ἀμφοτεροις ἱππεων
9999715 Σικυωνι
. γογγρου μεν γαρ ἐχεις κεφαλην , φιλος , ἐν Σικυωνι πιονος , ἰσχυρου , μεγαλου και παντα τα κοιλα
ἡ οἰκουμενη μεστη γεγονεν . τι δ ' Ἀριστρατος ἐν Σικυωνι , και τι Περιλλος ἐν Μεγαροις ; οὐκ ἀπερριμμενοι
9999714 Δωριδα
δε τον του Ἀνδρωνος λογον ἀποδεχονται , την μεν τετραπολιν Δωριδα τριπολιν ἀποφαινοντος , την δε μητροπολιν των Δωριεων ἀποικον
της ὁδου . Ἐκ μεν δη της Τρηχινιης ἐς την Δωριδα ἐσεβαλον : της γαρ Δωριδος χωρης ποδεων στεινος ταυτῃ
9999714 βραχεοϲ
γαϲτροϲ , ἀμεινον καλλιϲτῳ μηλινῳ χρηϲθαι ἀντι τηϲ ναρδου μετα βραχεοϲ οἰνου . χρηϲιμον δε εἰϲ ταυτα και το μαϲτιχινον
ὁταν μετ ' ἐλαιου τε και γαρου προϲφερηται , οἰνου βραχεοϲ ἐπιρραινομενου ἐν τῳ τηϲ ἐδωδηϲ καιρῳ . ὁ δε
9999713 οἰνωδεα
ὁ Ἀρκας την κιχλην ὀνομασι πολλοις φησι καλεισθαι : κιχλην οἰνωδεα , την καλαμηες σαυρον κικλῃσκουσι και αἰολιην . Νικανδρος
. , οἱ δε την ἰσομεγεθη ὀροβῳ ἀκροχορδονην . οἰνον οἰνωδεα : οὐχ , ὡς τινες , τον ἁπαλον και
9999713 φυλακῃ
παρ ' αὐτον , ὁ δ ' ἐκεινον μεν ἐν φυλακῃ ἀδεσμῳ εἰχεν , αὐτος δε προσβαλων τῳ τειχισματι ἐξαπιναιως
παρ ' ἀποντος λαμβανοιμεν . Οὐκ ἀρα τῃ των νομων φυλακῃ και τῳ καλλει των ἀρχων μονον ἀκολουθεις τῳ γενει
9999713 λανθανῃ
φερουσα ἀπο χρηστων τοπων ὑγιειαν , και εὐθυς ἐκ παιδων λανθανῃ εἰς ὁμοιοτητα τε και φιλιαν και συμφωνιαν τῳ καλῳ
πασα κινησις σωματος οὐ κατ ' ἀλλοιωσιν , ἀν μη λανθανῃ , παθος ὀν του σωματος προσκειται , ὁτι ταυτα
9999712 γλιϲχρα
, διαταϲιϲ κενεη : γαϲτηρ ἀπολελυμενη τα πολλα χολωδεα , γλιϲχρα βραχεα . ἀει δε ἐπαυξεα γιγνεται τα παθεα :
ἐνια δε και ἀεροϲ οὐκ ὀλιγον ἐν ἑαυτοιϲ περιεχει , γλιϲχρα μεν ταυτα και δια τουτο ἐμπλαϲτικα . διττη γαρ
9999711 Ἀρη
. . . . . . . . οα ιϚ Ἀρη . . . . . . . . .
γαρ Φερεκυδης διττα φησιν εἰναι Σπαρτων γενη : τον γαρ Ἀρη και την Ἀθηναν τους μεν ἡμισεις των ὀδοντων Καδμῳ
9999711 ῥητωρ
? ἀρχας οὐ μονον ἀγαθος ἐστιν διαλεκτικος και γραμματικος και ῥητωρ και τελειως ὁ καλος ἐπι πασαις ταις τεχναις ,
μετα ἠθους προαγουσιν αὐτον , ὡσπερ τον προς Λεπτινην ὁ ῥητωρ ἐποιησε : και δει ἐν τουτοις βαθυτερᾳ τῃ μεταχειρησει
9999710 ἰδεα
και διετεμνετο ἐστιν οὑ ἡ του περιβολου οἰκοδομια και ἁπασα ἰδεα κακου περιεστηκει την πολιν . οἱ μεν οὐν προτερον
, και το σωμα δε της ἰδεας , ἡ δε ἰδεα της ψυχης . ἐστιν οὐν της μεν ὑλης το
9999710 φοινικι
καλας πραξεις , γεναρχαι δε του συμπαντος ἐθνους ἑβδομηκοντα γεγονασι φοινικι τῳ των δενδρων ἀριστῳ προσηκοντως παρεικασθεντες , ὁ και
ἀπο οὐδετερων κεκλιμεναι , ὡς ἐχει το αἰθωνι βελεμνῳ και φοινικι λινῳ και γεροντι βακτρῳ και ἐθαδων ἐδεσματων και τα
9999710 θυριδα
οἰωνοις προσεξων . εἰτ ' ἐκειθεν ἐπι την των θυσιων θυριδα μετῃει , δι ' ἡς ὁ καπνος ἀνιων ἀπηγγελλε
κατα ἀριθμον τε και τοις παλαι ὁμοια ἀποθειναι και την θυριδα δε ἀφανισαι τα μεν αὐτης λιθῳ ἐνοικοδομησαντα , τα
9999709 ἀμαθη
ματαιαν ἡγειται την της παιδειας ἐπιβολην και εὐδαιμονα προκρινει τον ἀμαθη . Ταυτα δε εἱμαρμενης και τυχης ἐστιν ἐργα ,
προς ἐπιστημης κατα το παντελες ἐαθῃ ; ποτε δε τον ἀμαθη και λιαν ἀπαιδευτον ; οὐχ ὁταν ἀπολειψιν την ἐπ
9999708 σκιᾳ
τις ἠν ἐπι μωριᾳ διαβαλλομενη , ἡτις ἐσοπτριζομενη τῃ οἰκειᾳ σκιᾳ ὡς ἑτερᾳ διελεγετο . Ἀηδονες λεσχαις ἐγκαθημεναι : ἐπι
μελει τοιγαρουν αὐτῃ καθ ' ὁσον ἐστι δυναμις λαθρα τῃ σκιᾳ προσβαλειν και μηδεμιαν τῳ κυνι παρασχειν αἰσθησιν . εἰ
9999708 κεκληκε
ἐν δε τῃ ἑξης ᾠδῃ καθολου τους συγγενεις αὐτου Κλεωνυμιδας κεκληκε . και ματροθεν Λαβδακιδαισι συννομοι : ὡς κατα μητερα
εὐ - δαιμονιαν : ταυτα δε παντα ἰδιως νυν ἀγαθα κεκληκε . χρησιμα δε τα δι ' ἑτερα αἱρετα :
9999706 δραχμη
Ϛʹ . καλειται δε ἡ # τετρασαριον Ἰταλικον . Ἡ δραχμη ἐχει γραμμαρια γʹ , ὀβολους Ϛʹ , θερμους θʹ
ϲταγιον κερατια κδʹ . Το κερατιον ϲιταρια δʹ . Ἡ δραχμη κερατια ιηʹ . Ἡ ὁλκη κερατια ιηʹ . Το

Back