ὑπερφεροντα . εἱπετο και το των ἑταιρων ἀγημα . . Λεωσθενης : στρατηγος των Ἀθηναιων . οὑτος ἐν τωι προς
τειχους πολυτελους κατεσκευασμενου ῥᾳδιως οἱ πολιορκουμενοι περιεγινοντο . ὁ δε Λεωσθενης ἀπογνους την ἐκ βιας ἁλωσιν της πολεως τας ἀγομενας
9999980 Κλεισθενης
εἱπετο δε αὐτῳ μειρακιον των ἐν Σικελιᾳ εὐ γεγονοτων , Κλεισθενης τοὐνομα , και παντων μετειχε των Ἱπποθοου κτηματων ,
μεν εὐνουχοιν τον ἑτερον τουτονι ἐγᾠδ ' ὁς ἐστι , Κλεισθενης ὁ Σιβυρτιου . Ὠ θερμοβουλον πρωκτον ἐξυρημενε . Τοιονδε
9999979 Ἐρατοσθενης
τετραχη αὐ τεμνομενης μεγιστην μεν μοιραν των Ἰνδων γην ποιει Ἐρατοσθενης τε και Μεγασθενης , ὁς ξυνην μεν Σιβυρτιῳ τῳ
εἰη συναπτων πως ἠδη τῃ ἀοικητῳ . φησι δ ' Ἐρατοσθενης τον ὑπο των Ἑλληνων γνωριζομενον περιπλουν της θαλαττης ταυτης
9999978 μονογενης
ἡ τον μεγιστον κυκλον ἐχουσα ὀρθον προς τον ἀξονα : μονογενης δε αὑτη ἐστιν ἡ θεσις , ὡς ἐφημεν ,
της μονοτητος αὐτου δια τουτου παρισταμενης : εἱς γαρ και μονογενης ὁ κοσμος ἐστι . τας δε Νυμφας διωκειν ,
9999974 βουλευτηριου
οἱ Ἀννιβου φιλοι , προυθηκε νυκτος λαθων γραμματα προ του βουλευτηριου , ὁτι παντας ὁ Ἀννιβας τους βουλευτας παρακαλοιη τῃ
ἐμελλον ἐγχειρησειν , ἱδρυσαν αὐτους ἐν ὁπλοις μεταξυ του τε βουλευτηριου και του θεατρου ἐν τῳ Πομπηιου περιπατῳ . Ἠν
9999973 πιστευτεον
ἀταραξια ἀφοβια ἐλευθερια . οὐ γαρ τοις πολλοις περι τουτων πιστευτεον , οἱ λεγουσιν μονοις ἐξειναι παιδευεσθαι τοις ἐλευθεροις ,
Διδυμων ὁμοιως το ὑπερ γην ἡμισφαιριον της ἡμερας ἐστιν . πιστευτεον οὐν ἐν τῳ Ὑδροχοῳ μονον πιπτειν τον ὡροσκοπον .
9999973 πιστευσαντα
τουτοις ἐπειτα παντων ἀμνηστιαν λαβων και κακος φανεις περι τον πιστευσαντα ἐπανεστη κατα του βασιλεως . και πρωτα μεν λαθρᾳ
εἰκοτ ' , ἀλλ ' ὁμως σε βουλομαι θεοις τε πιστευσαντα τοις τ ' ἐμοις λογοις φιλου μετ ' ἀνδρος
9999973 θεμελιοις
ἀνερχομενης δει θεμελιους πηγνυειν , βορραν δε ἀνερχομενης δει τοις θεμελιοις τοιχους ἐποικοδομειν , βορραν δε κατερχομενης τοιχους καθαιρειν ,
: ἐπι γαρ ? τοις ὑπο [ Λεωσθενους ] τεθεισιν θεμελιοις οἰκοδομουσιν οἱ νυν τας ὑστερον πραξεις . Και μηδεις
9999973 Τιμοσθενης
ἀδελφοι , Ἀρεσανδρος , Κεραμβος Δαρδανευς Μαλιων Ἀργειοι Ἱππομεδων , Τιμοσθενης , Εὐελθων , Θρασυδαμος , Κριτων , Πολυκτωρ Λακωνες
νησος ἡ Ἱππουρις πλησιον Θηρας . μνημονευει δε αὐτης και Τιμοσθενης και Πυθαινετος ἐν αʹ Περι Αἰγινης . ἐπεστοβεεσκον :
9999973 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999972 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999972 ἐπιτυγχανει
οὐδεποτε κακοβολει ὁ Θηραμενης ὡς ἐν ἀστραγαλοις , ἀλλ ' ἐπιτυγχανει . ἐπιπληττει δε αὐτῳ ὁ Δημητριος , ὡς τελεως
: ὁ δε ἀραται τον υἱον διαφθαρηναι Ἱππολυτον , και ἐπιτυγχανει . οὑτος γαρ ὀχουμενος ἁρματι , ὑπο ταυρου των
9999972 δραστηριος
τε και παρασκευασαμενων , οὑς ἠγε Λευκιος Μαμιλιος , ἀνηρ δραστηριος , ἐχων την μεγιστην ἐν τῃ πολει τοτε ἀρχην
πραγματα μεν συνιδειν ἱκανος , ἐξικεσθαι δε προς τα συνεωραμενα δραστηριος , οἰκτιρμων τε το ἠθος και χρηστος , και
9999972 Σικελικον
εἰναι τα περι τον Ποντον , το δε Κρητικον και Σικελικον και Σαρδῳον πελαγος σφοδρα βαθεα : των γαρ ποταμων
της των Ἀθηναιων δυναμεως παραπλευσαντες εἰς Αἰγεσταν , Ὑκκαρα μεν Σικελικον πολισματιον ἑλοντες ἐκ των λαφυρων συνηγαγον ἑκατον ταλαντα :
9999972 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999972 διμετρα
και το λθʹ μονομετρα ἀκαταληκτα . τα δε λοιπα παντα διμετρα ἀκαταληκτα των δυο προσωπων ὡς ἐπιτοπλειστον διμετρον κωλον ἀποτελουντων
ἡ ἐκθεσις . . . βραχυκαταληκτον : τα δε ἑξης διμετρα ἀκαταληκτα πλην του δωδεκατου και ἑπτακαιδεκατου , ἀναπαιστικων βασεων
9999972 καθαρωτατου
τοις κακιστοις ἐξ ἀταξιας και πλεονεξιας , ἐξεληλακως ἐκ του καθαρωτατου της οὐσιας , οὐρανου . ὁ δε δευτερος κεφαλαιον
ἀρχηγετας του μικτου γενους ὑπελαβεν εἰναι , τουτονι δε του καθαρωτατου και διηθημενου , ὁπερ ὀντως ἐστι λογικον . καθαπερ
9999972 τετραχορδου
τον ἀπο του βαρυτατου δευτερον του μετα την ὀξυτεραν διαζευξιν τετραχορδου , και παρανητην διεζευγμενων τον τριτον , τριτην δε
ἐν ἑκατερᾳ των διαιρεσεων . το δ ' εἰδος του τετραχορδου ταὐτο , δι ' ὁπερ και τους των διαστηματων
9999972 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999972 ἐνεργητικων
μονη ἐστιν των παθητικων ἡ συνταξις : των γε μην ἐνεργητικων ἐστιν και γενικη , οὐ συνουσης της ὑπο προθεσεως
μαι και την παραληγουσαν συστελλοντα προς την παραληγουσαν των πληθυντικων ἐνεργητικων παθητικα γινεται , τιθημι τιθεμαι , διδωμι διδομαι ,
9999972 εὐφροσυνας
ἐαν δε ἡ Ἀφροδιτη δια φιλικας προφασεις ἠ ἑταιρειας ἠ εὐφροσυνας ἠ γυναικας , ἐαν δε ὁ Ἑρμης δια πανουργιας
παθειν . οὐ γαρ ἐπιστανται κατεχειν κορον , οὐδε παρουσας εὐφροσυνας κοσμειν δαιτος ἐν ἡσυχιῃ . . . . .
9999972 γινομενηϲ
προϲτιθεμενον ἀπαμβλυνει ταϲ εἰϲ την ἐκκριϲιν προθυμιαϲ . ϲυχνηϲ δε γινομενηϲ τηϲ ἐξαναϲταϲεωϲ ἀγαθιον ἐγκειϲθω προϲτετυπωμενον τῃ ἑδρᾳ ἀπο θερμων
τα ὑπερ των ἰξυων τηϲ ϲυναφηϲ τουδε κατα την ὀϲφυν γινομενηϲ παλιν τα περατα των ἱμαντων τουτων ϲυζευξαντεϲ ἑτερῳ τε
9999971 Δημοσθενεος
και οὐ περιττοσυλλαβουσα δηλονοτι πεπονθεν : ἀρ ' οὐν το Δημοσθενεος και τα ὁμοια ἐντελεστερα εἰσι και ὁλοκληρα ὡς περιττο
δε Δημοσθενους τετρασυλλαβει , δηλονοτι πεπονθεν : ἀρα οὐν ἡ Δημοσθενεος γενικη πεντασυλλαβουσα ὁμοιως τῃ δοτικῃ των πληθυντικων ἐντελεστερα ἐστιν
9999971 κατεπεσεν
' ὀνος πανουργως , ὡς προσηλθε τῳ ῥειθρῳ , ἑκων κατεπεσεν : ἀθροως δε των σπογγων διαβραχεντων πας ὁ φορτος
ἐπειδη ταχιστα προς τον ἡλιον ἐκεινος ἐτακη , πτερορρυησας εἰκοτως κατεπεσεν : ἡμιν δε ἀκηρωτα ἠν τα ὠκυπτερα . Πως
9999971 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999971 σπουδαζειν
τοις δημοκρατουμενοις πρεπειν ὡς περι το ἰσον και το δικαιον σπουδαζειν . δει τοινυν τους λιαν ἐπ ' αὐτα παρακαλουντας
τοις ὁμοιοις τουτων . ἐγω μεν οὐν οὑτως οἰμαι ἰασθαι σπουδαζειν τους ἐσχηκοτας καταρρουν ἐπι θερμῃ δυσκρασιᾳ και ἀναπτυσαντας αἱμα
9999971 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999971 συμπασης
. . . . καλλη διαφορα . ἐτι δε της συμπασης πολεως ἐν ἑορταις τε και μεθαις . . .
συνεχη παραλιαν μεχρι του Κρισαιου κολπου και της Μεγαριδος και συμπασης της Ἀττικης : νομιζει δ ' οὐδ ' ἀν
9999971 κουραν
τι ὑποθεμα στερεον , και οὑτως ἐπι την του σφηνος κουραν την ἠκροτομημενην ἐπιθεντα το του προκαθηγητηρος στομα κρατειν του
γαρ ἐσθητι ἐχρητο περιεργῳ ὁ Ἀριστοτελης και ὑποδεσει , και κουραν δε ἐκειρετο και ταυτην ἀηθη Πλατωνι , και δακτυλιους
9999971 Ἐβουλομην
τεθεραπευσθαι ὁ Ἀπολλων και σε παντα ἐκεινῳ πειθομενον πραττειν . Ἐβουλομην ἀν , ἐφη , ὠ Κυρε , οὑτως ἐχειν
θεος πεφυκας και του ἑνος παις , ὁ κἀγω ; Ἐβουλομην , ὠ πατερ , την δια του ὑμνου εὐλογιαν
9999971 παρελαμβανεν
την Ἑλλαδα ἐλανθανεν διαφθειρων τους συγγιγνομενους και μοχθηροτερους ἀποπεμπων ἠ παρελαμβανεν πλεον ἠ τετταρακοντα ἐτη οἰμαι γαρ αὐτον ἀποθανειν ἐγγυς
παθοιεν το παθημα το Λυδιον : ἀλλα τον μεν ἱππον παρελαμβανεν ἐξεπιτηδες ἐπ ' αὐτῳ τουτῳ παρεπομενος τις ὑπηρετης ,
9999971 κορωνης
δ ' ἐκεινην και κολοιος εἰς κρηνην , γερων , κορωνης υἱος , ἀλλο δ ' ἐξ ἀλλου πτερον καθυγρων
, και μητε ἐν τῳ τρεφεσθαι ἡσυχαζοντα βουλομενοι σημηναι , κορωνης νεοσσους ζωγραφουσιν : αὑτη γαρ , ἱπταμενη , τρεφει
9999971 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999971 ἡγεμονικων
ἀρχην . ἀλλως . ὑπνος ἐστιν ἡσυχια και παυλα των ἡγεμονικων . τις ποιητικη αἰτια του ὑπνου ; ἡ ἐν
τον ἐγγυτερον ἠ ἀπωτερον του πληττομενου , των ἐν ἡμιν ἡγεμονικων τῃ συμφυτῳ μουσικῃ θαυμασιως ἁμα και προχειρως εὑρισκοντων τε
9999971 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999971 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999971 πικροις
εὐμενως εὐχου κατω . “ ἰον δε πως βαζοντες ἐν πικροις λογοις κλησιν κατεπλουτησαν ἰαμβογραφων . ποιητικον δε παν ἀνωνυμως
και βοειᾳ χολῃ φυραθεισα , χριε . ἀλλο . ἀμυγδαλοις πικροις μετ ' ὀξυκρατου ἀποσμηχε . ἀλλο . ἀφρονιτρον και
9999971 βραχεως
σοφου θυμος ” , | συνεμφαινει [ ] το λιαν βραχεως | : το [ ] δ ' [ ὁτι
πελεθος Ἀττικοι , σπελεθος Ἑλληνες . παπυρος μακρως Ἀττικοι , βραχεως Ἑλληνες . πετομαι ἐν τῳ ο και πετεται Ἀττικοι
9999971 πλανην
: ὑπηρετης . και ὁ δουλος . δολον εʹ : πλανην ἐπι κακῳ και ἐπι ἀγαθῳ . και τεχνην .
οἱ φησαντες περι Σικελιαν ἠ Ἰταλιαν γενεσθαι τῳ Ὀδυσσει την πλανην καθ ' Ὁμηρον : ἐστι γαρ ἀμφοτερως τουτο δεξασθαι
9999971 πετραιοι
και ὑγροτεραϲ ἐϲτι κραϲεωϲ , εὐδηλον : ἁπαντων δε οἱ πετραιοι καλουμενοι των ἀλλων εἰϲιν ἀμεινουϲ εὐπεπτοι τε ὀντεϲ και
ἠ σελινον καθεψηθεν ἠ πεπερι . Και των ἰχθυων οἱ πετραιοι ἐχοντες τι και αὐτοι των ἀφυσων σπερματων . εἰ
9999971 κατεπιεν
, ὀρος Ἀρκαδιας , ἐν ᾡ τον λιθον ὁ Κρονος κατεπιεν . οἱ ἐνοικουντες Θαυμασιοι . Θαψακος , πολις Συριας
ἀνασπασας την βοτανην ταυτην , τον μεν χυλον αὐτης διαμασησαμενος κατεπιεν ὡς ἀποκρουστικον του ἰου , το δε μασημα ἐπεθηκε
9999971 πληθουσης
διελεγετο τοις προσιουσιν , ὁποσα ἠρωτων , και οὑτως ἀγορας πληθουσης ἀφικνειται γραμματευς κελευων ἐπι θυρας ἠδη εἰναι „ μη
αἱ χειροτονουσιν . ἐν ἀλλαις δε των πολεων οὐτε προ πληθουσης ἀγορας νεον φαινεσθαι οὐτε μετα δειλην ὀψιαν καλον ,
9999971 ὑπαρχουσης
ὁ Ἀριστοτελης ἐκ της μειζονος ἀναγκαιας της δ ' ἐλαττονος ὑπαρχουσης ἀναγκαιον φησιν συναγεσθαι την ἐλαττονα προς τῳ ἀναγκαιῳ λαμβανων
κωδιου και δυειν προσκεφαλαιων . τοιαυτης δε της σκληροτατης στρωμνης ὑπαρχουσης , ἐξεστι λογιζεσθαι την κατα τον λοιπον βιον τρυφην
9999971 ἐβασιλευσαν
και κατ ' Ἀσιαν ἁπασαν , νειμαμενοι κατα χωρας , ἐβασιλευσαν . ἐκεινων δε προς ἀλληλους διαφερομενων , πολεμοις τε
ἀφαιρω λʹ , λοιπα ιʹ Σεβηρου και Ἀντωνινου . και ἐβασιλευσαν κεʹ , γινεται λεʹ : ἐξ ὡν ἀφαιρω λʹ
9999970 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999970 ἀγουσης
' ἡμων ἀντιλαμβανοντες ; λεωφορου γαρ δημοσιας της προς ἀνατολην ἀγουσης ἀπο της δυσεως δια μεσου τησδε χωρουσης της πολεως
χρονον , ἐφασκον , της χωρας ἀμαθεστερον τα περι διαιταν ἀγουσης , ὁ ἀνηρ οὑτος τοις κοινοις ἐπιστας οὐ μονον
9999970 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999970 θεραπαινης
ἐλθειν και βοηθησαι σοι . μαλλον δε ἁρμοζει ὑπο της θεραπαινης τα δυο ταυτα ἰαμβεια λεγεσθαι : πυνθανεται γαρ της
βουληται συνοικιειν : ὁπερ οὐδεις πωποτε κατεκριθη παθειν , ἀντι θεραπαινης , και ταυτης αἰχμαλωτου , μηδεν παθουσης , [
9999970 Φιλιππον
, ἐπειδη βουλευεται ὁ δημος ὁ Ἀθηναιων ὑπερ εἰρηνης προς Φιλιππον , οἱ δε πρεσβεις οὐπω παρεισιν , οὑς ἐξεπεμψεν
προσαγαγωσιν , εἰτ ' εἰπων , δι ' ὡν ἡγειται Φιλιππον πολεμειν τῃ πολει και ὁτι πανθ ' , ὁσα
9999970 ἀκανθαι
τοις δ ' ἰον ἐχει στομα : τοισι δ ' ἀκανθαι τυμμασι λευγαλεοισιν ἀμυνεμεναι πεφυασι , πικραι τ ' ὀξειαι
οὐδ ' ἰσως ἀντελεγες τουτῳ τῳ δειπνιῳ : οὐ γαρ ἀκανθαι . πεζιδα πηριδιον τριτοστατις και μην ποθεν Πλουτων γ
9999970 Καν
οὐν σοφιστης Ἰαδα παραπαιων χελυν . . . . . Καν . . , . : ἰστεον δε ὁτι εὑρεθη
ὡς ἐφαμεν , φανερα σοι ἡ τουτων κλισις ἐστιν . Καν . ιβʹ . ιγʹ . Ὁ βους : περιττοσυλλαβως
9999970 καταστησῃ
κατα νουν ἐδεισας , μη ποτε σοι την ἐρωμενην ἀπρεπη καταστησῃ . της γαρ αὐτης ὑπαρχει δυναμεως γυναικα δυσειδη καλλωπισαι
δε δη τις και τον βιον ἐξ ἰσου τοις λογοις καταστησῃ και μη μονον λεγων εἰς καλλος , ἀλλα και
9999970 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999970 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999970 ἐπεμελουντο
ἀν ἠσαν ποιουντες μεν ὡν ὠλιγωρουν , ὀλιγωρουντες δε ὡν ἐπεμελουντο , ἠ ὡς νυν ἐποιησαν . οὐδεις γαρ ἀν
δ ' οὐκ ἰσασιν , ἐπει μαλλον χρηματων ἠ σοφιας ἐπεμελουντο . ” Ὁ αὐτος ἐρωτηθεις ὑπο τινος , τι
9999970 προσεκτησατο
ἐχων φρενας . ὁ Ἀρταφερνης ἐξ ἐτυμολογιας . Κυρος πρωτος προσεκτησατο Περσαις την ἀρχην Μηδων ἀφελομενος . Κυρου υἱος Καμβυσης
σημεια της ἀλλοεθνιας . ἠσαν δ ' οὐν διωρισμενοι , προσεκτησατο δ ' αὐτους Ἀριαραθης ὁ πρωτος προσαγορευθεις Καππαδοκων βασιλευς
9999970 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999970 λανθανει
την ἀρχαιαν διαλεξιν ταραττουσας και πολλην αἰσχυνην ἐμβαλλουσας . οὐ λανθανει δε σε , ὡσπερ οὐδ ' ἀλλο τι των
φαινεται ταὐτα μυριακις εἰρηκως , τῃ δε της ἑρμηνειας ποικιλιᾳ λανθανει τους ἀκουοντας . ἐν μεν γε τῳ κατα Μειδιου
9999970 καθα
. και τον νουν και την ψυχην ταὐτον εἰναι , καθα μεμνηται και Θεοφραστος ἐν τοις Φυσικοις παντων σχεδον ἐκτιθεμενος
παρα Ἀλκμανι . : πηκτις δε και μαγαδις ταὐτον , καθα φησιν ὁ Ἀριστοξενος και Μεναιχμος ὁ Σικυωνιος ἐν τοις
9999970 ἀτοπων
και ἐν ὁποσῳ χρονῳ και ὁπου κατακλεισας εἰχες τοσουτον ἐσμον ἀτοπων και διαστροφων ὀνοματων , ὡν τα μεν αὐτος ἐποιησας
ἐστι δει συνεξακουειν το δηλωτικος ἠ δεικτικος . Πολλων ἑπομενων ἀτοπων τῳ λεγοντι λογῳ μηδεν τι πλεον τον ὁρισμον δηλουν
9999970 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999970 ἀκουσειεν
ὁτῳουν των δημηγορων , ταχ ' ἀν και τοιουτους λογους ἀκουσειεν ἠ Περικλεους ἠ ἀλλου τινος των ἱκανων εἰπειν :
ἐκεινου . και σοι ἀναγγελεει εἰ ἐπεροιο ὁ τι μευ ἀκουσειεν ἠ ἰδοι . συ δε ποιει οὑτως , ἠν
9999970 Μιλησιοις
ἐπιμιξια . Πυθου ἀνδρος ἐνδοξου θυγατηρ Πιερια ἑορτης οὐσης παρα Μιλησιοις , ἡν Νηληϊδα κλῃζουσιν , ἡκεν ἐς Μιλητον .
Προχοννησον λεγουσιν εἰρησθαι ἀπο της προχοου , ἡν ἐχουσα τοις Μιλησιοις ἀπηντησεν ἡ παρθενος , ὁτε την ἀποικιαν ἐστελλοντο .
9999970 ἠελιου
αἰνυσο και δινηεντας ἀναπλασσε τροχισκους : τους δ ' ἑκας ἠελιου ψυχεο τερσομενους . των δ ' ἠτοι δραχμας μεν
ἁλα πασας . αὐτη δ ' ὠκυτερη ἀμαρυγματος ἠε βολαων ἠελιου ὁτ ' ἀνεισι περαιης ὑψοθι γαιης , σευατ '
9999970 Ἀναξιμενης
οὐτε διαβολας καθ ' ἑτερων ἐγνωκως ποιεισθαι συγγραφεων , ὡσπερ Ἀναξιμενης και Θεοπομπος ἐν τοις προοιμιοις των ἱστοριων ἐποιησαν .
Κιλικιαν ἀντιταξαμενος συν Δαρειωι εἰς Κυπρον διεδρα , καθα φησιν Ἀναξιμενης ἐν τηι † θ Των περι Ἀλεξανδρον . .
9999970 μακαριζειν
μακαριζειν τους ἀχρηματους , ἐνηλλαξε , και ἀντι του εἰπειν μακαριζειν λαμπειν εἰπεν . . ταυτα μοι διπλη μεριμν '
και ζητωμεν , εἰ οὐ δει ζωντας ἀλλα μετα τελευτην μακαριζειν : ταχα γαρ ἀν ἐξ ἐκεινης θεωρηθειη και το
9999970 Λακεδαιμονιοις
κᾀτα κελευειν βοηθειν αὐτοις , ἠ παλιν οὐκ ἐθελων χαρισασθαι Λακεδαιμονιοις , εἰτα προσταττειν ὑμιν κινδυνευειν ὑπερ αὐτων ; εἰ
, πειστεον . Οὐ γαρ πατριον , ὠ Σωκρατες , Λακεδαιμονιοις κινειν τους νομους , οὐδε παρα τα εἰωθοτα παιδευειν
9999970 κοιλοτερα
το βουλεσθαι αὐτους σῳζειν . Κατακειμενος δε ἀκουει ὡς εἰς κοιλοτερα τεως ἐνεργων : δει γαρ προσφορως ταις ὑποθεσεσι και
δε και ἀσθενης και οἱον ἐγκεκαλυμμενη περι τα καταδεεστερα και κοιλοτερα στρεφομενη , ἐχοι ἀν και οὑτω πολλην ἀληθειαν ὁ
9999970 τεταρτημοριου
του ΑΕΓ και δια των του ΗΕΚ πολων γεγραπται , τεταρτημοριου μεν ἑκαστη γινεται των ΒΗ και ΒΘ και ΕΗ
σημειοις δωδεκατημοριου τους λβ ιϚ χρονους , ὁλου δε του τεταρτημοριου τους Ϙ συμφωνως . και ἐστιν αὐτοθεν φανερον ,
9999970 λοχου
γιγνεται . χρη οὐν τον λοχαγον , ἁτε πρωτον του λοχου ταττομενον , τον κρατιστον ἐπιλεγεσθαι : ὁ δε αὐτος
λοχαγον κατ ' ἀρετην διαφερειν , τον δε του τεταρτου λοχου λοχαγον δευτερευειν τῃ δυναμει , τον δε του τριτου
9999970 πεντακισχιλιους
δε ταυτα ὁ μεν Ἱκετας ἀναλαβων των στρατιωτων τους ἀριστους πεντακισχιλιους ἐστρατευσεν ἐπι τους Ἀδρανιτας ἀντιπραττοντας αὐτῳ και πλησιον της
ἐπανοδον των πρεσβευτων Καρχηδονιοι μεν τοις Αἰγεσταιοις ἀπεστειλαν Λιβυας τε πεντακισχιλιους και των Καμπανων ὀκτακοσιους . οὑτοι δ ' ἠσαν
9999970 ἀποκηρυξιν
της ὑβρεως : λογιζομαι γαρ ὡς ἀπο τινος δικαστηριου την ἀποκηρυξιν : τινι ταυτην εἰπε μοι την τιμωριαν παρεσχηκας ;
ἐξην ἑτερως πληγαις , ἀπειλαις . και ὁτι αὐτην την ἀποκηρυξιν ἠν ἀνελειν , και ὁτι χρονου παρελθοντος οὐκ ἐπεκλασθη
9999970 θεωρητικων
το λογικον ὑπο ποιων λογων εὐφραινεται , ὁτι ὑπο των θεωρητικων : το δε ἐπιθυμητικον ὑπο τοιωνδε και τα τοιαυτα
[ ] , ἐν βιῳ ὁ ἀπαιδευτος . Ἐπι των θεωρητικων φαντασιων παντες σχεδον το ἀγαθον και το κακον ἐν
9999970 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999970 τρισαριστεως
δε ἀντιληψει του πραγματος ὡμολογημενου και τελειου ὀντος και του τρισαριστεως μοιχου φανερως ἑαλωκοτος ζητειται , εἰ τον τρισαριστεα φονευειν
εἰναι ὡς εἰς βαθος ὠλισθησε κακου τῃ ἑταιριᾳ ὁ του τρισαριστεως υἱος : και το ἑκοντι εἰς τουτο γεγονοτα τον
9999970 περικαλλεα
λεγει γαρ [ γ ] ἠελιος δ ' ἀνορουσε λιπων περικαλλεα λιμνην . ἐνθα δη και ἡδυνων τον λογον θηλυκως
ποταμον Ἰμβρασον , τῳ ῥα ποτ ' Ὠκυροην νυμφην , περικαλλεα κουρην , Χησιας εὐπατερεια τεκεν φιλοτητι μιγεισα , Ὠκυροην
9999970 φιλονεικιαν
, τον ἀλειπτην του Τιμασαρχου , την ἐριδα και την φιλονεικιαν ἀποστρεψαι , την παρα των ἀλλων δηλαδη . ἀπαλαιστος
ἐχομεν , ὑμεις δε παντ ' ἐχοντες οὐδεν ἐχετε δια φιλονεικιαν και φθονον και φοβον και κενοδοξιαν . Ἀπο μεν
9999970 περιμετρῳ
. κα . Εὑρειν τριγωνον ὀρθογωνιον ὁπως ὁ ἐν τῃ περιμετρῳ αὐτου ᾐ τετραγωνος , και προσλαβων τον ἐν τῳ
: και ἐπιτεταχθω τον μεν ιβ εἰναι τον ἐν τῃ περιμετρῳ αὐτου , τον δε ζ τον ἐν τῳ ἐμβαδῳ
9999970 Ἑλληνικης
' αὐτοις Ἐτεοκρητας λεγομενους . πρωτους δε Κρητας φασι της Ἑλληνικης ἀρξαι θαλαττης τας τε νησιωτιδας πολεις κατασχειν , ἁς
οὐν Δαρειος Ὑστασπου βουλεται της σης ἀκροασεως μετασχειν και παιδειας Ἑλληνικης . ἐρχου δη συντομως προς ἐμην ὀψιν και βασιλειον
9999970 μαθηματικως
ὁτι δει τον χωρογραφειν ἐπιχειρουντα πολλα των φυσικως τε και μαθηματικως λεγομενων ὑποθεσθαι , και προς την ἐκεινων ὑπονοιαν τε
εἰναι φασιν ἰδεας , οἱ δε τα μαθηματικα , οὐ μαθηματικως δε : οὐ γαρ τεμνεσθαι οὐτε μεγεθος παν εἰς
9999970 προστεθεισα
διακεισθαι τον φυσει πυκτικον ποιον λεγομεν , οὐδεν ἡ δυναμις προστεθεισα ποιει , ἐπει και ἐν ταις ἑξεσι δυναμις .
κονιας στακτης λεια , γλοιωδης δι ' ἐριου και μηλωτιδος προστεθεισα . Οὐχ ὡς ἐπι των ἀλλων μοριων φλεγμαινοντων χρωμεθα
9999970 ὑπεμεινεν
ὑπεχειν , ὡστ ' εἰ και μηδεις ἀλλος τοιονδε ἀγωνα ὑπεμεινεν εἰσελθειν , ἐγω μονος οὐ παραιτουμαι , ἀλλα συγχωρω
: ὁρμηθη δ ' Ἀκαμαντος : ὁ δ ' οὐχ ὑπεμεινεν ἐρωην Πηνελεωο ἀνακτος : ὁ δ ' οὐτασεν Ἰλιονηα
9999970 γεγενημενα
ἀλλου στρατευματος ὀντος Ἑλληνικου . οἱ δε ἐλεγον παντα τα γεγενημενα , και νυν ὁτι πολιορκουνται ἐπι λοφου , οἱ
ἐχοντων αὐτος ἑξειν την αἰτιαν ἠν τα δυστυχως ἠ ἀνοητως γεγενημενα ὡς ἐπραχθη διηγηταιοὐ γαρ ποιητης αὐτων ἀλλα μηνυτης ἠν
9999970 ἐπηγοντο
γην δ ' ἐκ της Θαψου οἱ Ἀθηναιοι τα ἐπιτηδεια ἐπηγοντο . ἐπειδη δε τοις Συρακοσιοις ἀρκουντως ἐδοκει ἐχειν ὁσα
των τε ἀλλων χρηματων , ὡν ἐκ της Τυσκλανων λειας ἐπηγοντο πολλων πανυ ὀντων . ὡς δ ' ἁπαντα ὑπο
9999970 ῥητορικος
ἀπο ταὐτοματου δεθηναι την γλωτταν . ἠν δε ὁ ἀνηρ ῥητορικος , φησι , και συμβουλευσασθαι δυναμενος . ταττεται ἡ
περι πασαν ὑλην ὁμοιως τῃ δυναμει χρηται , ὁ δε ῥητορικος εἰ και αὐτος περι των προτεθεντων λεγει , εἰτε
9999970 Σικελου
Σικελων και Σικανων διαφοραν οἰδεν , ὡς και προερρεθη , Σικελου και Σικανου . [ . . . , ;
οἱ δ ' ἀλλοι ἐκ της Θαψου ἀνασταντες Ὑβλωνος βασιλεως Σικελου προδοντος την χωραν και καθηγησαμενου Μεγαρεας ᾠκισαν τους Ὑβλαιους
9999970 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999970 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999970 διδουσης
, των δωρεων δ ' ἀναγκασθεις γενεσθαι κριτης , και διδουσης Ἡρας μεν την της Ἀσιας ἀρχην , το δ
Ἀγαθοκλεους γοητειας παραλογισθεντες και της των ἐγχειρουμενων ὀξυτητος ἀναθεωρησιν οὐ διδουσης παντες συγκατετιθεντο τοις πραττομενοις : του δε χρονου τον
9999970 ἀπεχουσης
ἑῳας τε και ἑσπεριας , ἀμφοτερων μεντοι της μεσης τεταρτημοριον ἀπεχουσης ἐπι τα αὐτα του ἀπογειοτατου , καθ ' ἡν
Οὐ δυνατον δε ἐστιν ἀπο ταυτης χωραν ἰδειν , καιπερ ἀπεχουσης αὐτης ἀπο της ἠπειρου σταδιους υʹ , ὡς δη
9999970 διδακτεον
ἀνθρωποις παθηματα , ἐν πασιν τοις τοιουτοις της ἑκαστων διαθεσεως διδακτεον και ὁριστεον το τε καλον και μη . μετα
τα προτερον προς τους ἀναλογιστικους των γραμματικων εἰρημενα , και διδακτεον ὁτι τῃ συνηθειᾳ προσεκτεον μαλλον ἐστι θελοντας εὐ λεγειν
9999969 βελτιστων
τα της ψυχης , διατηρουσαν την ὑγειαν και την των βελτιστων ἐπιτηδευματων ἐπιθυμιαν . φανερον δε εἰναι και δια της
και μετασχων τουτου του μαθηματος οὐκ ἀν ποτε ἀποσταιη των βελτιστων , οὐδε τουτων ἀμελησας αἰσχρον τι και φαυλον προελοιτ
9999969 μεταφορικως
. : ἡμιοπος : αὐλος ὁ ὑποτεταγμενος τωι τελειωι . μεταφορικως δε ἡμιοπος † θρασος † . . Ὀνομαστ .
“ κυτταρον ” δε “ οὐρανου ” λεγοι ἀν νυνι μεταφορικως το κοιλοτατον και μυχαιτατον : μεταφορικως δε το κοιλοτατον
9999969 ἐμφαινουσα
τας λιτας Ὁμηρος . Εἰκασια ἐστι φρασεως ὑποληψις ἰδιωσεως μορφην ἐμφαινουσα , εἰ μεν τις θεος ἐσσι , τοι οὐρανον
δια λεξεως μιας διαβολη τις ἐγκατεσπειρετο τῳ προοιμιῳ , προπετειαν ἐμφαινουσα της ἀνθυπατικης ἀρχης , ὡς οὐ προσηκον αὐτοις οὐδε
9999969 Ἀμφιδαμαντος
Κερκυονος του Ποσειδωνος . ὡς δε Ἑλλανικος , Μειλανιωνος του Ἀμφιδαμαντος του Ἐποχου του † ἀργηπου του Κηφεως του Ποσειδωνος
καλλιγυναικα . ἐνθα δ ' ἐγων ἐπ ' ἀεθλα δαϊφρονος Ἀμφιδαμαντος Χαλκιδα [ τ ' ] εἰσεπερησα : τα δε
9999969 πλησμονης
. Ἐπιληπτικοις οὐρα λεπτα και ἀπεπτα παρα το ἐθος ἀνευ πλησμονης , ἐπιληψιν σημαινει , ἀλλως τε κἠν τις ἐς
, φρασσουσι τους πορους του πνευματος , πολλης ἐνεουσης της πλησμονης : θερμαινομενον δε ὑπο του πονου , ἀποκρινεται λεπτυνομενον
9999969 σπουδαιοις
δεινοι τινες εἰναι της ἀληθειας καταστοχαζομενοι και του ἀγαθου τοις σπουδαιοις ἡδεις γινονται : οἱ μεν οὐν οὑτω φιλουμενοι οὐ
. Ἀχρειογελως ἀνθρωπος : ὁ ἐπι τοις ἀχρηστοις και μη σπουδαιοις γελων και χαιρων . Ἀχειρ νιφθηναι βουλεται : ἐπι
9999969 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999969 ἰουσης
κτυπον νεκρων τε θρηνους , τωνδ ' ἀνακτορων ἀπο ἠχους ἰουσης ; ὡς φοβος μ ' ἀναπτεροι μη μοι τι
ὑπερτιθεμενοι πολλακις ὁραν εἰωθαμεν . Και νεως δε ἀπο γης ἰουσης πρωτον τα σκαφη ἀποκρυπτεται , ἐτι των περι τον
9999969 ἀποστρεψαι
παντας τους πολεμιους παρεσκευασμενους παρερχεσθαι . δευτερον δυνασαι τον λογον ἀποστρεψαι προς τον πλουσιον , και εἰπειν αὐτο ὑπερ ἐμου
της ἠπειρου ἐρχομενοι ποταμοι ἠπειρον αὐτην ποιησωσι , δεηθηναι Ποσειδωνος ἀποστρεψαι τα των ποταμων ῥευματα : ἐπισχεθεντων οὐν τουτων ἀντι
9999969 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ

Back