εἰναι τα περι τον Ποντον , το δε Κρητικον και Σικελικον και Σαρδῳον πελαγος σφοδρα βαθεα : των γαρ ποταμων
της των Ἀθηναιων δυναμεως παραπλευσαντες εἰς Αἰγεσταν , Ὑκκαρα μεν Σικελικον πολισματιον ἑλοντες ἐκ των λαφυρων συνηγαγον ἑκατον ταλαντα :
9999986 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999986 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999986 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999986 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999986 ἐνεργητικων
μονη ἐστιν των παθητικων ἡ συνταξις : των γε μην ἐνεργητικων ἐστιν και γενικη , οὐ συνουσης της ὑπο προθεσεως
μαι και την παραληγουσαν συστελλοντα προς την παραληγουσαν των πληθυντικων ἐνεργητικων παθητικα γινεται , τιθημι τιθεμαι , διδωμι διδομαι ,
9999985 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999985 Κορινθιον
Ἡσιοδος δε Ἰδυιαν . . . . Ἐπιμενιδης δε φησι Κορινθιον τωι γενει τον Αἰητην , μητερα δε αὐτου Ἐφυραν
οἰκειων ἐχειν ἁρματων θεις περας του δρομου ἐπαθλον γαμου τον Κορινθιον ἰσθμον εἰ δυνηθειεν ἀφικεσθαι μεχρι τουτου . αὐτος δε
9999984 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999984 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999984 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999984 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999984 πεντασυλλαβου
και κρητικου . το γʹ ὁμοιον διμετρον ὑπερκαταληκτον ἐκ παιωνος πεντασυλλαβου , διτροχαιου και συλλαβης . το δʹ ὁμοιον τῳ
διαλελυμενων χοριαμβων , του αʹ ἑξασυλλαβου , του δε δευτερου πεντασυλλαβου . το ιβʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον . το ιγʹ
9999984 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999984 Σικελου
Σικελων και Σικανων διαφοραν οἰδεν , ὡς και προερρεθη , Σικελου και Σικανου . [ . . . , ;
οἱ δ ' ἀλλοι ἐκ της Θαψου ἀνασταντες Ὑβλωνος βασιλεως Σικελου προδοντος την χωραν και καθηγησαμενου Μεγαρεας ᾠκισαν τους Ὑβλαιους
9999984 παρεστησεν
παρασχων ἱκανος : δια του ἱκανος το ἀξιοπιστον του ποιητου παρεστησεν . οὐκ ἀν οὐν νησων κτἑ . : συλλογισμος
Βρισηιδα . . ὡς γενομενον λεγει , γινομενον δε οὐ παρεστησεν . . . . . Β Κ Λ .
9999984 δυσκολου
: το δε ἑξης , ὑμας ἁπαντας ἀπαλλαγεντας ψυχρου και δυσκολου βιου ζησειν . 〛 ψυχρου : Νεκροποιου : τοιουτος
ψυχρου : Νεκροποιου : τοιουτος γαρ ὁ των πενητων . δυσκολου : Δυσποριστου . ἀπαλλαγεντας : Ἐλευθερωθεντας . . τι
9999984 ἀδιδακτον
, ἁπερ συλληβδην ὀτταν καλουμεν , το δε ἀτεχνον και ἀδιδακτον , τουτεστιν ἐνυπνια και ἐνθουσιασμους . οὐδε ταυτα οὐν
αὐτων ψυχης ἐνεργειας : ἐαν δε μεχρι παντος ἀπαιδαγωγητον και ἀδιδακτον ἐασῃς σεαυτον , δουλευσεις τον αἰωνα χαλεπαις δεσποιναις ,
9999984 τεταμενη
λουτρα τα μεν τετελεσμενα , τα δε ἀνιοντα , στοα τεταμενη τε εἰς μηκος και εἰς ὡραν ἀνθουσα τοσουτον ἐχουσα
δε ἀπορραγεν τουτο ὀφρυς ἠν ὡρας εἱνεκα ὑπερ της θυρας τεταμενη λιθου του στιλβοντος ἐγκειμενου τῳ μη τοιουτῳ : ὁν
9999984 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999983 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999983 κρυσταλλον
μεγιστου πιθου και πανυ γαστριδος . οὐκουν ἰχθυες πολλοι τον κρυσταλλον διαδραναι θελοντες οἱονει στεγην ἐπικειμενον και ποθουντες το φως
ἡτις οὐκ ἐχει ζων φυτον δια την χιονα και τον κρυσταλλον , ἀλλ ' ἐψιλωται . και παντα δε τα
9999983 ἡγεμονικων
ἀρχην . ἀλλως . ὑπνος ἐστιν ἡσυχια και παυλα των ἡγεμονικων . τις ποιητικη αἰτια του ὑπνου ; ἡ ἐν
τον ἐγγυτερον ἠ ἀπωτερον του πληττομενου , των ἐν ἡμιν ἡγεμονικων τῃ συμφυτῳ μουσικῃ θαυμασιως ἁμα και προχειρως εὑρισκοντων τε
9999983 σπουδαζειν
τοις δημοκρατουμενοις πρεπειν ὡς περι το ἰσον και το δικαιον σπουδαζειν . δει τοινυν τους λιαν ἐπ ' αὐτα παρακαλουντας
τοις ὁμοιοις τουτων . ἐγω μεν οὐν οὑτως οἰμαι ἰασθαι σπουδαζειν τους ἐσχηκοτας καταρρουν ἐπι θερμῃ δυσκρασιᾳ και ἀναπτυσαντας αἱμα
9999983 πιστευτεον
ἀταραξια ἀφοβια ἐλευθερια . οὐ γαρ τοις πολλοις περι τουτων πιστευτεον , οἱ λεγουσιν μονοις ἐξειναι παιδευεσθαι τοις ἐλευθεροις ,
Διδυμων ὁμοιως το ὑπερ γην ἡμισφαιριον της ἡμερας ἐστιν . πιστευτεον οὐν ἐν τῳ Ὑδροχοῳ μονον πιπτειν τον ὡροσκοπον .
9999983 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999983 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999983 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999983 τυραννιδος
την πολιν ἐλευθεροι , τιμην αὑτῳ και γενει ἀϊδιον ἀντι τυραννιδος ἐφη - μερου και ἀδικου κτωμενος . τριτον δε
κατεχομενον , μετα ταυτα ἐκεινος ἐτυραννησεν ἀφεθεις : καταλυθεισης της τυραννιδος κρινεται συνειδοτος ὁ στρατηγος : ἐνταυθα γαρ ἐν τῃ
9999983 κτητικων
και ἐγκλιθειη , ὁπερ ἰδιον αὐτῃ παρηκολουθει προς την των κτητικων ἀντεξετασιν , καθο αὑται μονως ὀρθοτονουνται : γινεται γαρ
νικησαι ἀγνοει . . Ἑξης ῥητεον και περι της των κτητικων ἀντωνυμιων συνταξεως . Αὑται δη προτασσομεναι των κτητικως νοουμενων
9999983 πικροις
εὐμενως εὐχου κατω . “ ἰον δε πως βαζοντες ἐν πικροις λογοις κλησιν κατεπλουτησαν ἰαμβογραφων . ποιητικον δε παν ἀνωνυμως
και βοειᾳ χολῃ φυραθεισα , χριε . ἀλλο . ἀμυγδαλοις πικροις μετ ' ὀξυκρατου ἀποσμηχε . ἀλλο . ἀφρονιτρον και
9999983 μακαριος
ἡγειται , παντων δε ἀνθρωποις : ἡς ὁ γενησεσθαι μελλων μακαριος τε και εὐδαιμων ἐξ ἀρχης εὐθυς μετοχος εἰη ,
ἀθλιος μεν οὐδεποτε γενοιτ ' ἀν , ἀλλα μονον οὐ μακαριος της γε τυχης ἑνεκα , ἐαν Πριαμικαις περιπεσῃ τυχαις
9999983 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999983 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999983 ἀφαιρεσεις
μαθειν τι προτερον . Διδασκουσι μεν οὐν ἀναλογιαι τε και ἀφαιρεσεις και γνωσεις των ἐξ αὐτου και ἀναβασμοι τινες ,
λαμβανοντα οὐκ ἀναγκαιας ὡς προς τον νουν , τοτε δε ἀφαιρεσεις ἀτελη ποιουσας την διανοιαν , ἁς οὐκ ἀλλου τινος
9999983 βελτιον
, ὡστε και το χειρον προς το χειρον ὡς το βελτιον προς το βελτιον , οἱον ὡς ὀμμα προς ὀμμα
ἀναμφισβητητως ἀγαθον ἐστι : ποιον γαρ ἀν τις πραγμα οὐ βελτιον πραττοι σοφος ὠν ἠ ἀμαθης ; Τι δε ;
9999983 τετραμμενα
δε κωλα αὐτων , ἁ τινες αὐλους καλουσιν , ἐξω τετραμμενα ἐωσιν , ὁπως δια των αὐλων ὁ σιτος ῥιπιζομενος
ὁ Μεγα - ρευς ἐνισταμενος λεγει και Μεγαρεις προς ἑσπεραν τετραμμενα τα σωματα των νεκρων τιθεναι : και μειζον ἐτι
9999983 συναχθεισης
τιμαις παραπεμποντες εἰς την πολιν . ἐκκλησιας δε μετα τουτο συναχθεισης , ἐν ᾑ διηνεγκαν ὑπερ αὐτου τας ψηφους αἱ
πειθομενων δε αὐτων ἀπειλουντες πολεμησειν αὐτοις μετα των συμμαχων . συναχθεισης οὐν περι τουτων ἐκκλησιας , ὁ Περικλης , δεινοτητι
9999983 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999983 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999983 ἐπαρμα
τουτεστι προσφατον , βορβορυγμος γενομενος λυει το οἰδημα και το ἐπαρμα τῃ ὑποχαλασει διαφορουμενων των πνευματων των ἀνευ φλεγμονης :
ἐμφυσημα κακον : πουλυ διψος : κωματωδης : ὑποχονδριου δεξιου ἐπαρμα ξυν ὀδυνῃ : ἀκρεα παντοθεν ὑποψυχρα : σμικρα παρελεγεν
9999983 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999983 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999983 βελτιστων
τα της ψυχης , διατηρουσαν την ὑγειαν και την των βελτιστων ἐπιτηδευματων ἐπιθυμιαν . φανερον δε εἰναι και δια της
και μετασχων τουτου του μαθηματος οὐκ ἀν ποτε ἀποσταιη των βελτιστων , οὐδε τουτων ἀμελησας αἰσχρον τι και φαυλον προελοιτ
9999982 κυριωτατων
, ἡλιῳ καθαρῳ τον ἰδιον βιον ἀνταυγασοντες και δια των κυριωτατων αἰσθησεων τους συλλογους ὀνησοντες , ὁρωντας μεν ἡδιστας ὁμου
ἐκει - νως σημαινει , περι δε των μεγιστων και κυριωτατων δια καλλιστου ἀγγελου σημαινει ; τι ἐστιν ἀλλο ,
9999982 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999982 μακαριους
δε και ὁ αὐτος ἑτερον : νοσησας μεν γαρ τις μακαριους κρινει τους ὑγιαινοντας , και κρειττον παντων ἀποφαινεται την
αὑτον μαλιστα ἐθαυμαζε και ἐξεπληττετο , σοφους ἀν ἡγεισθαι και μακαριους : ὁμως δε προλεγω ὑμιν ὁτι ἐσπουδακατε ἀνδρος ἀκουσαι
9999982 τετελευτηκοτας
αὐτον εὐνοιαν . Ἀλεξανδρος δε μετα την νικην θαψας τους τετελευτηκοτας ἐπεβαλε τοις Ἀρβηλοις και πολλην μεν εὑρεν ἀφθονιαν της
τους δισμυριους . μετα δε την μαχην ὁ βασιλευς τους τετελευτηκοτας ἐθαψε μεγαλοπρεπως , σπευδων δια ταυτης της τιμης τους
9999982 Ἀμφιδαμαντος
Κερκυονος του Ποσειδωνος . ὡς δε Ἑλλανικος , Μειλανιωνος του Ἀμφιδαμαντος του Ἐποχου του † ἀργηπου του Κηφεως του Ποσειδωνος
καλλιγυναικα . ἐνθα δ ' ἐγων ἐπ ' ἀεθλα δαϊφρονος Ἀμφιδαμαντος Χαλκιδα [ τ ' ] εἰσεπερησα : τα δε
9999982 παρελαμβανεν
την Ἑλλαδα ἐλανθανεν διαφθειρων τους συγγιγνομενους και μοχθηροτερους ἀποπεμπων ἠ παρελαμβανεν πλεον ἠ τετταρακοντα ἐτη οἰμαι γαρ αὐτον ἀποθανειν ἐγγυς
παθοιεν το παθημα το Λυδιον : ἀλλα τον μεν ἱππον παρελαμβανεν ἐξεπιτηδες ἐπ ' αὐτῳ τουτῳ παρεπομενος τις ὑπηρετης ,
9999982 μεταφορικως
. : ἡμιοπος : αὐλος ὁ ὑποτεταγμενος τωι τελειωι . μεταφορικως δε ἡμιοπος † θρασος † . . Ὀνομαστ .
“ κυτταρον ” δε “ οὐρανου ” λεγοι ἀν νυνι μεταφορικως το κοιλοτατον και μυχαιτατον : μεταφορικως δε το κοιλοτατον
9999982 Πεισανδρον
Εὐρυαδην δ ' ἀρα Τηλεμαχος , Ἐλατον δε συβωτης , Πεισανδρον δ ' ἀρ ' ἐπεφνε βοων ἐπιβουκολος ἀνηρ .
δη του πατρος ἀεικεα τισετε λωβην . Ἠ , και Πεισανδρον μεν ἀφ ' ἱππων ὠσε χαμαζε δουρι βαλων προς
9999982 γινομενηϲ
προϲτιθεμενον ἀπαμβλυνει ταϲ εἰϲ την ἐκκριϲιν προθυμιαϲ . ϲυχνηϲ δε γινομενηϲ τηϲ ἐξαναϲταϲεωϲ ἀγαθιον ἐγκειϲθω προϲτετυπωμενον τῃ ἑδρᾳ ἀπο θερμων
τα ὑπερ των ἰξυων τηϲ ϲυναφηϲ τουδε κατα την ὀϲφυν γινομενηϲ παλιν τα περατα των ἱμαντων τουτων ϲυζευξαντεϲ ἑτερῳ τε
9999982 πινομενοϲ
οὐτε πυκνοϲ ἐϲτιν οὐτε καρτεροϲ και δυναται μετ ' οἰνου πινομενοϲ ἀκρατου αἱμοπτυικουϲ ὠφελειν . ὁ δε ἐκλευκοϲ και ϲποδιζων
ὀξυκρατου διδοαϲιν . Ἀκτηϲ του φλοιου τηϲ ῥιζηϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ὁϲον # β ϲυν οἰνῳ ὑδωρ ἀγει . Κολοκυνθιδοϲ
9999982 Ἐρατοσθενης
τετραχη αὐ τεμνομενης μεγιστην μεν μοιραν των Ἰνδων γην ποιει Ἐρατοσθενης τε και Μεγασθενης , ὁς ξυνην μεν Σιβυρτιῳ τῳ
εἰη συναπτων πως ἠδη τῃ ἀοικητῳ . φησι δ ' Ἐρατοσθενης τον ὑπο των Ἑλληνων γνωριζομενον περιπλουν της θαλαττης ταυτης
9999982 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999981 συνεστειλεν
και συλλαβης : ὁ δε Πινδαρος του ἰαμβου την μακραν συνεστειλεν . το θʹ Εὐριπιδειον . το τʹ ἰαμβικον διμετρον
δηριαασθων . . Φ : Δηριαασθων : Τυραννιων το α συνεστειλεν , ὁ δε Ἀσκαλωνιτης ἐξετεινεν ὁμοιως τῳ δηριασθων ,
9999981 παρακολουθουν
, ῥυθμος ἀξιωματικος , μεταβολη μεγαλοπρεπης , το πασι τουτοις παρακολουθουν πρεπον : αἰτια δε και ἐνταυθα ἡ τε των
. εἰ οὐν φαινεται τῳ λογῳ το ἰδιον του ποσου παρακολουθουν , ποσον ἀν και ὁ λογος εἰη . ἀλλα
9999981 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999981 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999981 μονογενης
ἡ τον μεγιστον κυκλον ἐχουσα ὀρθον προς τον ἀξονα : μονογενης δε αὑτη ἐστιν ἡ θεσις , ὡς ἐφημεν ,
της μονοτητος αὐτου δια τουτου παρισταμενης : εἱς γαρ και μονογενης ὁ κοσμος ἐστι . τας δε Νυμφας διωκειν ,
9999981 κινδυνευοντα
το σφοδρον του πυρετου ἐκτος τε κινδυνου ποιησας τον καμνοντα κινδυνευοντα διαφθαρηναι ὑπο των ἀκαιρων καταπλασματων και ἐνεματων , ὡς
το δε [ ἐργον ] της γνωμης . Ἀναγκη δε κινδυνευοντα περι αὑτῳ και που τι και ἐξαμαρτειν . Οὐ
9999981 κατεστησαντο
μεθ ' ὁπλων διαπραττονται , ἠ και προ τουτου φοβησαντες κατεστησαντο την τοιαυτην πολιτειαν . ἠ οὐχ οὑτως ; Οὑτω
των παλαιοτερων οὐδεμιαν ἡκει μνημην , αὐτοι δε ἀρεσαν σφισι κατεστησαντο Ἠλειοι . δρομου μεν δη και παλης ἐτεθη παισιν
9999981 παρεστησατο
ἀλλ ' ἑωρα την των Σικελιωτων ὁρμην ἀκατασχετον οὐσαν , παρεστησατο κηρυκας τους μετα βοης δηλωσοντας τοις Μοτυαιοις φυγειν εἰς
ἀριστως ἐξεθετο , και πρωτα μεν την εἰς Α καταληξιν παρεστησατο δι ' ἑνος κανονος του βηματος , ἐπειδη και
9999981 βλαστησεως
οὐδεν περιττον οὐδε παροχετευομενον ἐκπιπτει της τροφης ὡστε μη εἰναι βλαστησεως ἀρχην : ὁταν οὐν παντα ταυθ ' ὑπαρχῃ πασι
χρονων . ἡ δ ' ὑπο του ψυχους κωλυσις της βλαστησεως ἀληθης μεν οὐκ ἐτι δε ποιει μερισμον φυσικον .
9999981 μαχομενα
μερος αὐτο εἰναι των ἐναντιων δεκτικον . εἰ οὐν τα μαχομενα περι ἑν ὑποκειμενον μαχονται , ὡς φησιν ὁ Πλωτινος
κατακλινομενοι χειμεριον . Και ὠτα κρουων ὀνος χειμεριον : και μαχομενα προβατα και ὀρνιθες περι σιτου παρα το ἐθος :
9999981 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999981 κατηντησεν
ἐτους ἐκεινου , ἀλλ ' ὁρωμεν το ζῳδιον ἐν ᾡ κατηντησεν ὁ περιπατος ἀπο του ἀφετου εἰτε αὐτος ὁ Ἡλιος
, οὐκ ὀλιγην δε ἐρημον διελθων ἐπι τα Ὠρειτιδος ὁρια κατηντησεν . εἰς τρια δε μερη την δυναμιν διελομενος του
9999981 Ἀντιμαχον
καθευδειν μετα παιδισκης ὡραιοτατης , ἀνατριβομενῳ γε το δεινα . Ἀντιμαχον τον Ψακαδος , τον ξυγγραφη , τον μελεων ποητην
προς τοις τεσσαρακοντα . καθ ' ὁν δη χρονον και Ἀντιμαχον τον ποιητην Ἀπολλοδωρος ὁ Ἀθηναιος φησιν ἠνθηκεναι . Κατα
9999981 μετεστησεν
: ἠ γαρ το μεγεθος της συμφορας εἰς ἀπαθειαν αὐτον μετεστησεν , ἠ τῳ παιδι συγχαιρων της ληξεως , ἐμεινεν
ἐκ της ἀκροπολεως εἰς το “ βουλευτηριον και την ἀγοραν μετεστησεν Ἐφιαλτης , ὡς φησιν ” Ἀναξιμενης ἐν Φιλιππικοις .
9999981 Αἰσωπος
τῳ Ξανθῳ το τελος και ἀπηλλαγησαν . Ὁ μεν οὐν Αἰσωπος ἠκολουθει προς την οἰκιαν ἀπιοντι τῳ Ξανθῳ . μεσημβρινου
Ζηνας ἀκουσας του Αἰσωπου οὑτως λαλουντος ἐθαμβηθη και φησιν ” Αἰσωπος λαλειν ἀρξαμενος ἐμε κεκρουκε : προκαταλαβωμαι αὐτου , ἐπει
9999981 προσεκτησατο
ἐχων φρενας . ὁ Ἀρταφερνης ἐξ ἐτυμολογιας . Κυρος πρωτος προσεκτησατο Περσαις την ἀρχην Μηδων ἀφελομενος . Κυρου υἱος Καμβυσης
σημεια της ἀλλοεθνιας . ἠσαν δ ' οὐν διωρισμενοι , προσεκτησατο δ ' αὐτους Ἀριαραθης ὁ πρωτος προσαγορευθεις Καππαδοκων βασιλευς
9999981 ἀκαθαρτος
ἀληθως ἐμψυχον , οἱον και τοιαυτα συνειδως βεβιωμενα ἑαυτῳ ὁ ἀκαθαρτος οὑτοσι τολμησει βλεπειν εἰς ὑμας και τον βεβιωμενον αὑτῳ
και κωμικωτερον ὁ Ἀριστοφανους θυμαγροικος . Κιναιδος , πορνος , ἀκαθαρτος , βδελυρος , καταπυγων , θηλυδριας , γυναικιας ,
9999981 ἐπιτυγχανει
οὐδεποτε κακοβολει ὁ Θηραμενης ὡς ἐν ἀστραγαλοις , ἀλλ ' ἐπιτυγχανει . ἐπιπληττει δε αὐτῳ ὁ Δημητριος , ὡς τελεως
: ὁ δε ἀραται τον υἱον διαφθαρηναι Ἱππολυτον , και ἐπιτυγχανει . οὑτος γαρ ὀχουμενος ἁρματι , ὑπο ταυρου των
9999981 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999981 δοκευει
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο .
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο :
9999981 οἰκειοτατα
ὀντεσσι και διαφοροις ταν φυσιν ἐξαρχει τι ζῳον κατ ' οἰκειοτατα ἐγγενη και δια το μετεχεν πλεον τω θειω .
δε γενει μεν ἐγγυτατω προσηκοντες , χρωμενοι δε ἐκεινῳ παντων οἰκειοτατα , δεδωκοτων δ ' ἡμιν και των νομων κατα
9999981 μακροτερα
την ῥαβδον , καρυᾳ βασιλικῃ ὁμοια , βαρυοσμα δε και μακροτερα , ἐπ ' ἀκρων δε των καυλων σκιαδεια περιφερη
. Βολβος ὁ ἐμετικος ἐχει τα φυλλα ἱμαντωδεστερα και πολλῳ μακροτερα του ἐδωδιμου : ῥιζαν δ ' ἐοικυιαν , περι
9999981 εὑρισκομενης
ἀνισου τε και ἀνωμαλου και της ἀκριβους ὁμοιοτητος οὐδε παμπαν εὑρισκομενης , οὐπω λεγω κατα τα προσωπα , ἀλλα κατα
ἐστι , και της διαιρεσεως των κεφαλαιων φανερως ἐκ τουτων εὑρισκομενης : εἰ γαρ το πολιτικον ζητημα περι προσωπα και
9999981 ἀκολουθουντα
φαινειν κελευοντι , ᾡ πειθαρχει τα ἀστρα τῳ της σεληνης ἀκολουθουντα δρομῳ , ᾡ παντα διατετακται και διωρισται και ὑποτετακται
παντων πρεπειν Εὐμενη της βασιλικης οἰκιας κηδεσθαι και φροντιζειν , ἀκολουθουντα τοις ὑπ ' αὐτου προπεπολιτευμενοις προς την βασιλικην οἰκιαν
9999981 ἀκουουσι
ποι : την μεγαλην του Ἀρκεσιλαου ἀρετην τοις ποιημασιν ἐπικοσμουμενην ἀκουουσι που τῃ χθονιᾳ αὐτων φρενι . χθονιᾳ δε φρενι
ἀσχημον ᾐ το συν ἡδονῃ και βλαβερον αὐτῳ ἠ τοις ἀκουουσι , πειρασεται λυπειν μαλλον . του γαρ καλου ἑνεκεν
9999981 ὑποστρεφων
, και σημειωσαι ὁτι της Λευκαδος ἐστι μερος ἀναχωρων : ὑποστρεφων . αὐτοις : τοις πρεσβεσιν . ᾑ : το
' ἡλικιαν και τα ἱερατικα σοφωτατος , ἀπο της Ἑλλαδος ὑποστρεφων εἰς τα ἰδια , ἱνα τον ἀγερθεντα χρυσον τῳ
9999981 σεληνην
δυσεων , και ἀπο της ἁλω της γινομενης περι την σεληνην , και ἀπο των διαϊσσοντων ἀστερων , και ἀπο
σεληνης τας προσηγοριας των ἡμερων κατωνομασθαι . Του δε κατα σεληνην ἀγειν ἀκριβως τας ἡμερας παραδειγμα ἐστι το τας μεν
9999981 λαμπροτερα
ἐκλαμποντα και γενομενοι της μεγαλοπρεπειας ἡγεμονες πολλους ἐσχον τους ἀκολουθησαντας λαμπροτερα της δυναμεως βεβουλευμενους . ἐνταυθοι γαρ ὁ μεν οὐκ
Σικελοις , προμυθηκτρια . Εἰλαπηνη : ἐστι θυσια και παρασκευη λαμπροτερα τις . Δαιτυμονες και δαιταλεις : οἱ θοινομενοι .
9999981 κολασει
, αἱ δε ἡδοναι ἐκ παντος τροπου κακον : ἐπι κολασει γαρ ἐλθοντας δει κολασθηναι . θυειν χρη ἀνυποδητον και
μηδε ἡγεισθαι ἀδικεισθαι , εἰ καταφωρασας τινας των σων πλημμελουντας κολασει ἐπ ' αὐτους ἐχρησαμην ὡς οἱον τε ἐπιεικει .
9999981 μελισσαν
του ἰου μελι προϊεναι . το δε σημειον ὁτι ἰον μελισσαν εἰπε το μελι δια το ἀφιεσθαι ὑπ ' αὐτων
αὐταις οὑτω διαφθερεις . . . και παντα τα την μελισσαν φθειροντα ἀποσοβει και ἀναιρει . προς παντας δε τους
9999981 τραχηλου
νοσος ἐκ πληθους αἱματος και στεγνωσις και ἐκπυρωσις και του τραχηλου και ὀστεων ἀλγησις και ἀγρυπνια ὑπερβαλλουσα και ἐπιθυμια πολλη
οἱ παιδες , και ὁποτε ἠ πνιγεσθαι συμβαινοι , του τραχηλου ταθεντος ἐξαιφνης ἠ του στομαχου κατασταντος εἰς ἀποριας ,
9999981 κατελυσεν
Σερτωριον ὑστερον διαφθειραντες , ὑστατους δε Κανταβρους , οὑς [ κατελυσεν ] ὁ Σεβαστος Καισαρ : την [ τε ]
εὐβατος ἐστι περασθαι . . Ὑβρισε τας ἀρουρας , ἠτοι κατελυσεν και ἠρημωσεν . ἀφυβρισε δε πελαγος παρα Συνεσιῳ ,
9999981 μαθηματικως
ὁτι δει τον χωρογραφειν ἐπιχειρουντα πολλα των φυσικως τε και μαθηματικως λεγομενων ὑποθεσθαι , και προς την ἐκεινων ὑπονοιαν τε
εἰναι φασιν ἰδεας , οἱ δε τα μαθηματικα , οὐ μαθηματικως δε : οὐ γαρ τεμνεσθαι οὐτε μεγεθος παν εἰς
9999981 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999981 ἐντυγχανων
δε λυπων το πνευμα το ἁγιον ἀνομιαν ἐργαζεται , μη ἐντυγχανων μηδε ἐξομολογουμενος τῳ κυριῳ . παντοτε γαρ λυπηρου ἀνδρος
ἠν τῃ προσβολῃ των ὀφθαλμων , τοις του σωματος τυποις ἐντυγχανων , γνωριζειν το ἠθος , και καταμαντευεσθαι της ψυχης
9999981 καθαρωτατου
τοις κακιστοις ἐξ ἀταξιας και πλεονεξιας , ἐξεληλακως ἐκ του καθαρωτατου της οὐσιας , οὐρανου . ὁ δε δευτερος κεφαλαιον
ἀρχηγετας του μικτου γενους ὑπελαβεν εἰναι , τουτονι δε του καθαρωτατου και διηθημενου , ὁπερ ὀντως ἐστι λογικον . καθαπερ
9999981 παραυτικα
συμβαινει δε των διδυμων το μεν ζην , το δε παραυτικα θνῃσκειν ἠ μετ ' ὀλιγον τινα χρονον . Λεγει
τουτων γαρ ὁ καρπος και ἀποθησαυρισθεις ἀσηπτος μενει , και παραυτικα ἐσθιομενος προς τῳ τροφιμῳ και το οἰνωδες ἐχει .
9999981 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999981 ἐχομενῃ
τιθεασιν , ἐν Αἰγυπτῳ δε δωδεκακις . τεκουσα γαρ τῃ ἐχομενῃ ἡμερᾳ συλλαμβανει . λεγει δ ' Ἀριστοτελης και ὁτι
βασιλευς θαυμασας αὐτου το νοερον δωρα ἐπεδωκε . τῃ δε ἐχομενῃ ἡμερᾳ στολην λευκην και καθαραν ἐνδυσαμενος και τοις φιλοις
9999981 χαλεπος
μητρας , μυθος ἐστι . λιμωττων μεν οὐν λεων ἐντυχειν χαλεπος ἐστι , κορεσθεις δε πραοτατος : φασι δε και
βορεης ἀνεμος μεγας οὐδ ' ἐπι γαιῃ εἰα ἱστασθαι , χαλεπος δε τις ὠρορε δαιμων : τῃ τρεισκαιδεκατῃ δ '
9999981 ναυμαχουντες
ἀκροπολιν ἀνηγαγον , πολλα δε και καλα και πεζῃ και ναυμαχουντες ἐστησαν τροπαια , ἐφ ' οἱς ἐτι και νυν
ναυτας ἀκοντιζοντες . τελος δε τουτῳ τῳ τροπῳ κατα κρατος ναυμαχουντες οἱ Συρακοσιοι ἐνικησαν , και οἱ Ἀθηναιοι τραπομενοι δια
9999981 ἐνδεχομενα
. συναγουσι δε συμπερασματα αἱ μεν την μειζονα ἐχουσαι ἐνδεχομενην ἐνδεχομενα : αἱ δε την μειζονα ὑπαρχουσαν ἐχουσαι οὐ συναγουσι
ἑκατερας τροπος της ὑποληψεως . ὁτι μεν οὐν περι τα ἐνδεχομενα ἀλλως ἐχειν ἡ δοξα , δηλον ἐκειθεν : οὐτε
9999981 Κρητικου
το αὐτο καθηψημενοις : ἡ δε ποσις δια γλυκεος γινεσθω Κρητικου # α , πιουσα δε περιπατειτω κινειτω τε ἐμμηνα
ʹ , πεπερεωϲ ⋖ α , οἰνου Χιου και γλυκεοϲ Κρητικου ἀνα κοτυλην α ∠ ʹ : λεαναϲ παντα ἐν
9999980 λανθανουσαν
την ἐκ τουδε του ἱππομανους ἐπιβουλην ἐν τῳ χαλκῳ γεγοητευμενῳ λανθανουσαν , και κρυφιῳ τινι μηχανῃ του τεχνιτου ἐπιβουλευειν τον
ἀθροως ὡς τα σφοδρα μητε μολις διεξερχεσθαι καθαπερ τα παχυμερη λανθανουσαν ἐχει την ἐνεργειαν , εἰ γε και των ἀλλοιωσεων
9999980 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και

Back