τας λιτας Ὁμηρος . Εἰκασια ἐστι φρασεως ὑποληψις ἰδιωσεως μορφην ἐμφαινουσα , εἰ μεν τις θεος ἐσσι , τοι οὐρανον
δια λεξεως μιας διαβολη τις ἐγκατεσπειρετο τῳ προοιμιῳ , προπετειαν ἐμφαινουσα της ἀνθυπατικης ἀρχης , ὡς οὐ προσηκον αὐτοις οὐδε
9999982 κελευουσι
και τῳ γυμναστῃ ἐπηρτημενης , εἰ τι παρ ' ἁ κελευουσι πραττοι . κελευουσι δε ἀπαραιτητα , ὡς παραιτουμενοις ταυτα
: νομῳ δε οὑτω : και οἱ νομοι δε οὑτω κελευουσι τας ἀποδειξεις ἐκ των φανερων ἐλεγχων και ἀναμφισβητητων :
9999981 πεντασυλλαβου
και κρητικου . το γʹ ὁμοιον διμετρον ὑπερκαταληκτον ἐκ παιωνος πεντασυλλαβου , διτροχαιου και συλλαβης . το δʹ ὁμοιον τῳ
διαλελυμενων χοριαμβων , του αʹ ἑξασυλλαβου , του δε δευτερου πεντασυλλαβου . το ιβʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον . το ιγʹ
9999980 πινουσα
ἐδοκεεν ἀποθανεισθαι παντως , ἡκιστα δ ' ἀν , ὑδωρ πινουσα ψυχρον , ἑως ἐμετος εἰχεν : ἐπει δε ἐψυχθη
κηπωρου γυνη , πυρετος εἰχεν αὐτην ξυνεχης : και φαρμακα πινουσα , οὐδεν ὠφελεετο : ἐν δε τῃ γαστρι κατωθεν
9999979 δραστηριος
τε και παρασκευασαμενων , οὑς ἠγε Λευκιος Μαμιλιος , ἀνηρ δραστηριος , ἐχων την μεγιστην ἐν τῃ πολει τοτε ἀρχην
πραγματα μεν συνιδειν ἱκανος , ἐξικεσθαι δε προς τα συνεωραμενα δραστηριος , οἰκτιρμων τε το ἠθος και χρηστος , και
9999979 γεγονασι
ἀλλα και των ἰδιᾳ και παντων οὑτοι φαυλοτατοι και πονηροτατοι γεγονασι , μικρον ἀκουσατε μου ἐξω τι της πρεσβειας ταυτης
παππῳ αὐτου Αἰακῳ , και τοις ἀλλοις ὁσοι ἐκ θεων γεγονασι , και αὐτοις τοις θεοις ; “ Τι τουτο
9999979 τρισαριστεως
δε ἀντιληψει του πραγματος ὡμολογημενου και τελειου ὀντος και του τρισαριστεως μοιχου φανερως ἑαλωκοτος ζητειται , εἰ τον τρισαριστεα φονευειν
εἰναι ὡς εἰς βαθος ὠλισθησε κακου τῃ ἑταιριᾳ ὁ του τρισαριστεως υἱος : και το ἑκοντι εἰς τουτο γεγονοτα τον
9999979 Κορινθιον
Ἡσιοδος δε Ἰδυιαν . . . . Ἐπιμενιδης δε φησι Κορινθιον τωι γενει τον Αἰητην , μητερα δε αὐτου Ἐφυραν
οἰκειων ἐχειν ἁρματων θεις περας του δρομου ἐπαθλον γαμου τον Κορινθιον ἰσθμον εἰ δυνηθειεν ἀφικεσθαι μεχρι τουτου . αὐτος δε
9999978 πιστευσαντα
τουτοις ἐπειτα παντων ἀμνηστιαν λαβων και κακος φανεις περι τον πιστευσαντα ἐπανεστη κατα του βασιλεως . και πρωτα μεν λαθρᾳ
εἰκοτ ' , ἀλλ ' ὁμως σε βουλομαι θεοις τε πιστευσαντα τοις τ ' ἐμοις λογοις φιλου μετ ' ἀνδρος
9999978 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999978 παρεσκευασαν
θεοι τε και τυχη το της γνωμης ἀνοσιον κατιδοντες φωραθηναι παρεσκευασαν , ἀπο δε ἀγνοιας ὁτι συνεργον την ἐρημιαν της
ἐντος του πλεγματος περιβαλοντες ἱερεια προς την ἐπιθυμιαν , οὑτω παρεσκευασαν χειροηθη και πρᾳον τον ἀγριον , ὡστε μηθεν των
9999978 μονογενης
ἡ τον μεγιστον κυκλον ἐχουσα ὀρθον προς τον ἀξονα : μονογενης δε αὑτη ἐστιν ἡ θεσις , ὡς ἐφημεν ,
της μονοτητος αὐτου δια τουτου παρισταμενης : εἱς γαρ και μονογενης ὁ κοσμος ἐστι . τας δε Νυμφας διωκειν ,
9999978 λαβουσαν
ἐκ της πολεως , και μιαν ἡμεραν παρα του Κρεοντος λαβουσαν εἰς την της φυγης παρασκευην , εἰς μεν τα
του ὀντος ἱστασθαι οὐκ ἐᾳ τα πραγματα , οὐδε τελος λαβουσαν την φοραν του φερεσθαι στηναι τε και παυσασθαι ,
9999978 τετρασι
τετρασι : ταις μεν τριασι συνημμεναις ἁπασαις , ταις δε τετρασι δυο μεν παρα δυο συνημμεναις , δυο δε παρα
λογος βιωφελης . διαφερει δε ἡ μεν γνωμη της χρειας τετρασι τοισδε , τῳ την μεν χρειαν παντως ἀναφερεσθαι εἰς
9999978 παρεσκευασμενα
πλασαι οἱον βουλεται , εἰ μη ἐξ ὡν γε πλαττοιτο παρεσκευασμενα εἰη ὡς πειθεσθαι τῃ του χειροτεχνου γνωμῃ : οὐδε
του καθαρου και ποτιμου ὑδατος ῥυσιν , ὑπολαμβανουσιν εἰς ἀγγεια παρεσκευασμενα ὁσον ἀν δεῃ , και πορθμευουσιν εἰς την πολιν
9999978 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999978 γεγενημενα
ἀλλου στρατευματος ὀντος Ἑλληνικου . οἱ δε ἐλεγον παντα τα γεγενημενα , και νυν ὁτι πολιορκουνται ἐπι λοφου , οἱ
ἐχοντων αὐτος ἑξειν την αἰτιαν ἠν τα δυστυχως ἠ ἀνοητως γεγενημενα ὡς ἐπραχθη διηγηταιοὐ γαρ ποιητης αὐτων ἀλλα μηνυτης ἠν
9999978 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999977 γεωμετρικης
λεγομενα προ - βληματα [ ἐστιν ὁτι ] γινεται της γεωμετρικης ἐξουσιας ἀφαιρουμενα , οἱα ἐστιν και τα ἑνι διαστηματι
και καλλος , ἐφεξης ἐκ των στοιχειων των γραμμων της γεωμετρικης οὐσιας φανεισης , ἐν ᾑ ὡσαυτως το ὀν και
9999977 ἀπαλλαγεις
οὐν ἰδων ἑρμαιον ᾠηθην , εἰ των κατα ἀστυ πραγματων ἀπαλλαγεις εἰς ἀγρον βαδιοιμην και συνεσοιμην ἀνδρι φιλῳ , γεωργῳ
αὐτου φυσιν ὠσθη εἰς ὁ ἐχει και ἐνταυθα και ἐντευθεν ἀπαλλαγεις εἰς ἀλλον τοιουτον τοπον φυσεως ὁλκαις . Τῳ δε
9999977 τραγικης
λυθεντα , μη δραμασι . νυνι δε , ὠ της τραγικης ὀντως , ὠ της ἀωρου και ἀπηνους των γνωρισματων
ἐστιν εἰδος , καθαπερ φησιν Ἀριστοξενος ἐν τῳ περι της τραγικης ὀρχησεως . ἐστι δε τοὐνομα και ἐν τῃ ἀρχαιᾳ
9999977 κυουσαν
δεησεως την πτηνην και μεταρσιον ἀρετην Σεπφωραν Μωυσης λαβων εὑρισκει κυουσαν ἐξ οὐδενος θνητου το παραπαν . ταυτα , ὠ
τῃ Ὀρχομενου μιγεις , ὠσεν αὐτην εἰς την γην ἠδη κυουσαν , δεδιως την της Ἡρας ζηλοτυπιαν . Ἐκεινης δε
9999977 ὑπηκουσαν
και οὐ πολεμιοις , και ὁτι οὐδε οἱ πατερες ὑμων ὑπηκουσαν μηδενι , μητε Ξερξῃ μητε Μαρδονιῳ μητε Δαρειῳ μητε
προς ἁρπαγην ὡρμησαν : των δε ἡγεμονων διωκειν κελευοντων οὐχ ὑπηκουσαν ὠφελειαν φανεραν οὐ καλον ἡγουμενοι προεσθαι . Μιθριδατης δε
9999977 ἀγανακτησιν
και ἀντιθεσις κινηθησεται : ὡς δεος μη τῳ δαιμονιῳ κινησωμεν ἀγανακτησιν , τιμωντες ὁν τιμασθαι τῃ συμφορᾳ κεκωλυκεν : βαρυνομενος
μη τοις ὁμοιοις ἡμων της κακιας ὑπολισθαινοντες πλημμελημασι την θειαν ἀγανακτησιν ἐφ ' ἑαυτους ἐπισπωνται . οὐδε γαρ ἀλλου τινος
9999977 ἡγεμονικων
ἀρχην . ἀλλως . ὑπνος ἐστιν ἡσυχια και παυλα των ἡγεμονικων . τις ποιητικη αἰτια του ὑπνου ; ἡ ἐν
τον ἐγγυτερον ἠ ἀπωτερον του πληττομενου , των ἐν ἡμιν ἡγεμονικων τῃ συμφυτῳ μουσικῃ θαυμασιως ἁμα και προχειρως εὑρισκοντων τε
9999977 καθηκουσης
ἀσκαριζω . ἀρωματοπωλαι δοκιμον . ἀωροθανατος : ὁ προ της καθηκουσης ὡρας ἀποθανων , ἀνηρ και γυνη . ἀστρατηγια :
ιϚʹ . Ἐντευθεν τα μερη Θρᾳκης της εἰς τον Ποντον καθηκουσης ἐκδεχεται , και ὁροι των Θρᾳκων . Τα δε
9999977 ὑπελειποντο
τῃ δυναμει ἡττηθησαν προς ἡμων , και λαμπρα τοις νενικηκοσιν ὑπελειποντο της οἰκειας ἀρετης ὑπομνηματα , ὡν την εὐκλειαν ἐς
ἐκ των νεοδαρτων βοων . δια τας τοιαυτας οὐν ἀναγκας ὑπελειποντο τινες των στρατιωτων : και ἰδοντες μελαν τι χωριον
9999977 ξηραντικης
ἀγριας ῥοιας : ἰσχυρως δε στυφει την γευσιν , και ξηραντικης δε και ψυκτικης ἐστι δυναμεως και παχυμερους , και
δυσεπουλωτα ἐν βουβωσι και μασχαλαις και τραχηλῳ , και καθολου ξηραντικης ἐστι δυναμεως : τουτους τους ἐπαινους Ἀσκληπιαδης περι αὐτης
9999977 φιλουσα
χοροισι την κυνητινδ ' , ὡσπερ εἰκος , τους καλους φιλουσα . ἡ δ ' ἀκινητινδα ἁμιλλαν του ἀκινητι μενειν
. . , : φιλομειδης : ἐπιθετον Ἀφροδιτης , ἡ φιλουσα τα μειδιαματα , ἐξ οὑ την ἱλαραν σημαινει .
9999977 κατειχοντο
τας μικρας των νησων Καρας ἐξελαυνων , ὑφ ' ὡν κατειχοντο , και μισθος της συμμαχιας αὐτῳ μοιρα της Λημνου
ταυτας ἐν τοις σωμασιν οἱονει ἐν φρουρᾳ τινι , και κατειχοντο ὑπο των σωματων , ἐφοβουντο δε μεταχειρισασθαι τι προς
9999977 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999977 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999977 ναρδινον
ἀλοιφη μεν οὐν ἐϲτω πηγανινον ἠ δαφνινον ἠ ἰρινον ἠ ναρδινον ἠ και του βαλϲαμου ὁ ὀποϲ , και μαλιϲτα
και ϲπλαγχνοιϲ ἐκλελυμενοιϲ ἁρμοττει : τοιαυτα δε ἐϲτι μαϲτιχινον , ναρδινον , γλευκινον , τονωτικωτερον δε το δια του ὀμφακιου
9999977 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999977 κουραις
ἐτι και κληροισιν ἐπηβολα τοια περ ὡραι εἰαριναι φορεουσιν ἐνεψιηματα κουραις , ἀλλοτε δε στρουθεια , τοτε βλοσυροιο Κυδωνος κεινο
ἀγαπατε , και ἐς χαιροντας ἀφικνευ . Αἰει τουτο Διος κουραις μελει , αἰεν ἀοιδοις , ὑμνειν ἀθανατους , ὑμνειν
9999977 πολεμιστηρια
“ ὠ φιλε ” , οἱ δε κυριον ἡνιοχου . πολεμιστηρια : κατα τινας ἀγων Ἀθηνησιν ἱππικου δρομου : ἑνα
ἁμιλλαις συνεργουντα , ἀγωνιστηρια δε τα ἐν τοις ἀγωσι . πολεμιστηρια . . . ] τα ἁμιλλητηρια ὠφειλεν εἰπειν ,
9999977 προτερωσε
οἱτινες εἰεν , ἐυξεινως ἀρεσαντο : και σφεας εἰρεσιῃ πεπιθον προτερωσε κιοντας ἀστεος ἐν λιμενι πρυμνησια νηος ἀναψαι . ἐνθ
δ ' Αἰγειδεω Θησεος ἐστι λυρη . Αὐταρ ὁ γε προτερωσε κιων Οἰκουσιον ἀστυ κτισσατο , Τραγασιην δε Κελαινεος ἠγετο
9999977 προστεθεισα
διακεισθαι τον φυσει πυκτικον ποιον λεγομεν , οὐδεν ἡ δυναμις προστεθεισα ποιει , ἐπει και ἐν ταις ἑξεσι δυναμις .
κονιας στακτης λεια , γλοιωδης δι ' ἐριου και μηλωτιδος προστεθεισα . Οὐχ ὡς ἐπι των ἀλλων μοριων φλεγμαινοντων χρωμεθα
9999977 κατεπεσεν
' ὀνος πανουργως , ὡς προσηλθε τῳ ῥειθρῳ , ἑκων κατεπεσεν : ἀθροως δε των σπογγων διαβραχεντων πας ὁ φορτος
ἐπειδη ταχιστα προς τον ἡλιον ἐκεινος ἐτακη , πτερορρυησας εἰκοτως κατεπεσεν : ἡμιν δε ἀκηρωτα ἠν τα ὠκυπτερα . Πως
9999977 διδουσα
ταυτα μεταθεντες τα κωλα . βαρυδοτειρα ] βαρεα και δυστυχη διδουσα . μογερα ] ἀθλια . ποτνια ] σεβασμια .
αὑτη ἡ ἀρχη των ἀλλων εἰδος και περας και μορφην διδουσα , και οὐκ ἐστιν ἐν τοις οὑτω κατα λογον
9999977 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999976 Κασσανδρος
νεος τε ὠν και φιλοτιμως προς το Ἑλληνικον διακειμενος : Κασσανδρος δεδεινον γαρ τι ὑπην οἱ μισος ἐς τους Ἀθηναιους
ἐρημωσαντος Ἀλεξανδρου την πολιν , αὐθις ἐτεσιν οὐ πολλοις ὑστερον Κασσανδρος Ἀντιπατρου τας Θηβας ἐκτισεν . φαινεται μεν δη των
9999976 σφαιρικων
ἀπο του πορισματος του πρωτου θεωρηματος του αʹ βιβλιου των σφαιρικων . ὡστε και ὡς το ἀπο . , ]
Τουτων προδεδειγμενων ἐστω το εʹ θεωρημα του γʹ των Θεοδοσιου σφαιρικων ἀλλως δειξαι . Ἐπι γαρ μεγιστου κυκλου περιφερειας του
9999976 ἀγανακτησαντες
ἱερον , παντες ἐνοχοι τῃ δικῃ γεγονασιν , ὡς μη ἀγανακτησαντες ἐπι τῳ ἀσεβηματι . Δει γαρ μη ἐπιτρεπειν τοις
παροντες δε ἐγελων . Ἀνθ ' ὡν αὐτοι τε ἀνεληλυθαμεν ἀγανακτησαντες και σε ἀξιουμεν τιμωρησειν ἡμιν τα ἐσχατα ὑβρισμενοις .
9999975 τελευτησαντι
πολεως και φυλακα , και τιμας δοτεον και ζωντι και τελευτησαντι , ταφων τε και των ἀλλων μνημειων μεγιστα γερα
οἰκειοτατων ἐπιβουλευθεις ἀπωλετο . ζωντι μεν Δαρειῳ τοιαυτα ξυνηνεχθη , τελευτησαντι δε ταφη τε ἡ βασιλικη και των παιδων ὁποια
9999975 πικροις
εὐμενως εὐχου κατω . “ ἰον δε πως βαζοντες ἐν πικροις λογοις κλησιν κατεπλουτησαν ἰαμβογραφων . ποιητικον δε παν ἀνωνυμως
και βοειᾳ χολῃ φυραθεισα , χριε . ἀλλο . ἀμυγδαλοις πικροις μετ ' ὀξυκρατου ἀποσμηχε . ἀλλο . ἀφρονιτρον και
9999975 συνεθηκεν
ταυτας οὐν τας δυο μιξας ἱστοριας το “ βεκκεσεληνος ” συνεθηκεν . Ψαμμιτιχος ὁ ⌈ βασιλευς Αἰγυπτου ἐθελησε ἠθελησε [
; ὡδε δε λεγω : ἀρα ποτ ' ἀν τις συνεθηκεν ὁ νυνδη ἐλεγομεν ζωγραφημα ὁμοιον τῳ των ὀντων ,
9999975 Ἑλλανων
εἰσιοντι εἰς τον ναον ἀριστερας χειρος : Αἱδ ' ὑπερ Ἑλλανων τε και ἀγχεμαχων πολιηταν ἑστασαν εὐχομεναι Κυπριδι δαιμονιᾳ .
. . Λακαινα μεν παρθενων ἀγελα Ὁμολα Ὁμολωϊα Βουλομαι παιδεσσιν Ἑλλανων . . . . * * * ἀν δε
9999975 ἐπεταξεν
και σαφη τα δικαια . και προ τουτων γ ' ἐπεταξεν ἐκθειναι προσθε των ἐπωνυμων και τῳ γραμματει παραδουναι ,
ἀγων ; ὡρισε ζημιαν ὁ δικαστης , ἡν ὁ διωκων ἐπεταξεν . ἐδωκε τιμωριαν ὁ φευγων , ὁσην ὁ του
9999975 ἀπεδειξαμεν
και ἑτερον ψυχρον ἑλκει , ὁπερ ψευδος ἐστιν , ὡς ἀπεδειξαμεν . Και αὑται μοι ἀναγκαι προηγμεναι . Ἀποδειξας ἀνωτερω
. λαʹ . Ἡμεις δε το παραλελειμμενον ὑπο του Θεοδοσιου ἀπεδειξαμεν ἀστρονομικωτατα τουτον τον τροπον . Ἀνατελλετω γαρ ὁ ἡλιος
9999975 δασυνει
μωλωπας ταχιστα θεραπευσει . ἀποσμηχει και φακους , και ἀλωπεκιας δασυνει : τελευταια δε ἐσθιομενη πνευματος ἀποκαθαρσιν ποιειται . Μεγαλα
και παν ἑλκος εὐθεως εἰς οὐλην ἀγει . ἀλωπεκιας δε δασυνει μετα στεατος ἀρκειου ἠ δελφινιου ἠ ὑειου ἀλειφομενον .
9999975 ἀνες
. ἐπειτ ' ἀκουσον , του ταχους δε τουδ ' ἀνες : εἰς μεν γαρ ἀλλο παν ἁμαρτανειν χρεων ,
προσηκοντα τῃ ἀρχῃ πραττε , ἐμε δε τον καιρον τουτον ἀνες τῳ Ἡλιῳ , δει γαρ με την εἰθισμενην εὐχην
9999975 Ἐπικρατης
ΑΙΑΚΙΣ ἡ κυλιξ καλειται . ΑΚΑΤΟΣ ποτηριον ἐοικος πλοιῳ . Ἐπικρατης : καταβαλλε τἀκατια , τα κυμβια αἰρου τα μειζω
[ τι ] βουλεται [ ] [ , ἐφη , Ἐπικρατης ] πραγματα ? ἐχειν , [ ὡι ἐξεστι λαβοντι
9999975 κατελαβοντο
ἐχοντας ὡς θεραπαινιδας δωρα τῃ κορῃ κομιζουσας . ἐπει δε κατελαβοντο την οἰκιαν , οἱ μεν τας μαχαιρας ἐσπασαντο ,
. Ὡς Ἀθηναιοι διαπλευσαντες εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων κατελαβοντο τους περι το Ὀλυμπιον τοπους . Ὡς Ἀθηναιοι τας
9999975 ἐλευθεριως
ἐλεγε και οὐ χρη νομοις πειθαρχειν τον σοφον , ἀλλα ἐλευθεριως ζην . . , . , . Δ .
, εἰπε ποθεν γεγεννησαι : οἱον προς το εἰδος και ἐλευθεριως φθεγγου . φαμι διδασκαλιαν Χειρωνος οἰσειν : φημι και
9999975 ἐπεδειξαντο
γε ἀπομνημονευει την χαριν αὐτοις ὁ Ζευς ἡν προς αὐτον ἐπεδειξαντο δωδεκα ἑξης ἡμερας ἑστιασαντες , και ταυτα ἐπαγομενον και
. περι δε των κολακων ἐκεινων και της ἀχαριστιας ἡν ἐπεδειξαντο προς αὐτον , και αὐθις μεν σκεψομαι και δικην
9999975 ἀδιδακτον
, ἁπερ συλληβδην ὀτταν καλουμεν , το δε ἀτεχνον και ἀδιδακτον , τουτεστιν ἐνυπνια και ἐνθουσιασμους . οὐδε ταυτα οὐν
αὐτων ψυχης ἐνεργειας : ἐαν δε μεχρι παντος ἀπαιδαγωγητον και ἀδιδακτον ἐασῃς σεαυτον , δουλευσεις τον αἰωνα χαλεπαις δεσποιναις ,
9999975 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999975 τουτοιϲ
ἀρχηϲ των παροξυϲμων ἐϲτι ϲυμπτωματα ἐπι των τοιουτων κραϲεων , τουτοιϲ ἁπαϲιν ἀρτον ἐξ οἰνου κεκραμενου δια ταχεων προϲφερων ἐπαυϲα
, ἀγρυπνια τε εἰη και παραφροϲυνη και γλωϲϲηϲ τραχυτητεϲ , τουτοιϲ θερμαϲματα δει προϲφερειν , ὡϲτε ἑλκυϲθηναι το θερμον ἐπι
9999975 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999975 συνεστησατο
τῃ ἑπταχορδῳ λυρᾳ την ὀγδοην Πυθαγορας προσθεις την δια πασων συνεστησατο ἁρμονιαν . Πως οἱ ἀριθμητικοι των φθογγων λογοι εὑρεθησαν
προτεραν και πρεσβυτεραν ψυχην σωματος ὡς δεσποτιν και ἀρξουσαν ἀρξομενου συνεστησατο ἐκ τωνδε τε και τοιῳδε τροπῳ . της ἀμεριστου
9999975 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999975 ἐμφανης
παρ ' ὑμων κοινος ἠχειται κτυπος σαφης μεν αὐτων , ἐμφανης δε του ξενου ; μη τις Διος κεραυνος ,
ἐσται ταὐτο τουτο σοι παλιν . πολλῳ δε κρειττον ἐστιν ἐμφανης φιλος ἠ πλουτος ἀφανης , ὁν συ κατορυξας ἐχεις
9999975 ἑβδομηκοντα
εἰχε και λιτην , ὡστε και εἰς παροιμιαν χωρησαι : ἑβδομηκοντα γαρ προς τοις ἑξ βιους ἐτη κατεστρεψε τον βιον
γαρ δη παρα τον Ἀθηναιον Ἀριστοφωντα ἀνακειταιὀγδοῃ μεν προς ταις ἑβδομηκοντα ὀλυμπιαδι κομιδῃ τε ἐδοξεν εἰναι νεος και οὐκ ἐπιτηδειος
9999975 πληθουσης
διελεγετο τοις προσιουσιν , ὁποσα ἠρωτων , και οὑτως ἀγορας πληθουσης ἀφικνειται γραμματευς κελευων ἐπι θυρας ἠδη εἰναι „ μη
αἱ χειροτονουσιν . ἐν ἀλλαις δε των πολεων οὐτε προ πληθουσης ἀγορας νεον φαινεσθαι οὐτε μετα δειλην ὀψιαν καλον ,
9999975 προσελθουσα
και ἐργατικον ἰδιωμα , οὑτως ἡ ἑνωτικη δυναμις της μοναδος προσελθουσα τῃ δυαδι , εὐποριας και χυσεως οὐσῃ πηγῃ ,
ἡ ψυχη ζωην ἀλλην ἰσχει τοτε και προσιουσα και ἠδη προσελθουσα και μετασχουσα αὐτου , ὡστε γνωναι διατεθεισαν , ὁτι
9999975 Ἀραβικων
. Νοσορα , νησος ἐν τῃ Ἐρυθρᾳ θαλασσῃ . Οὐρανιος Ἀραβικων . . ὁ νησιωτης Νοσορηνος . ἐγχωριος ὁ τυπος
. : Μωβα , μοιρα της Ἀραβιας . Οὐρανιος ἐν Ἀραβικων δευτερῳ . Οἱ οἰκουντες Μωβηνοι , και θηλυκως Μωβηνη
9999975 κατεπαυσεν
μεγα μετα του Σ ἐπι της αἰδους κἀνταυθα την διδασκαλιαν κατεπαυσεν . Καιτοι ἐνεδεχετο και περι των εἰς ψ ληγοντων
μεγιστῳ ἐπαινῳ λελεκται το αἰψα τε και μεγα νεικος ἐπισταμενως κατεπαυσεν . Τι οὐν ; οὐ λιαν ἐστι νυν ἀσφαλες
9999975 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999975 μικροτεροι
μεγαλωϲ ὁ ἐγκεφαλοϲ ἀντιπραξειεν . Ψυχροτεραϲ καρδιαϲ γνωριϲματα . Ϲφυγμοι μικροτεροι των ϲυμμετρων , οὐ μην βραδυτεροι γε ἐξ ἀναγκηϲ
πελιδνοτερον , οὑϲτιναϲ καλουϲι μολιβδοχρωταϲ . οἱ ϲφυγμοι δε παντων μικροτεροι τε εἰϲι ἠ κατα λογον τηϲ θερμηϲ ἀμυδροτεροι τε
9999975 κατελυσεν
Σερτωριον ὑστερον διαφθειραντες , ὑστατους δε Κανταβρους , οὑς [ κατελυσεν ] ὁ Σεβαστος Καισαρ : την [ τε ]
εὐβατος ἐστι περασθαι . . Ὑβρισε τας ἀρουρας , ἠτοι κατελυσεν και ἠρημωσεν . ἀφυβρισε δε πελαγος παρα Συνεσιῳ ,
9999975 δουλεια
δε πραγμα παμπολλην ἐχει την διαφωνιαν . ἐκει μεν γαρ δουλεια σαφης και οὐ πολυ των ἀργυρωνητων και οἰκοτριβων διαφερουσιν
ἠδη γεγηρακως , της νεοτητος πλειονα δυναμενης βιον ἀρκεσαι . δουλεια δε πασα χαλεπον μεν ἑκαστῳ , πικροτερον δε τῳ
9999975 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999975 συνεστειλεν
και συλλαβης : ὁ δε Πινδαρος του ἰαμβου την μακραν συνεστειλεν . το θʹ Εὐριπιδειον . το τʹ ἰαμβικον διμετρον
δηριαασθων . . Φ : Δηριαασθων : Τυραννιων το α συνεστειλεν , ὁ δε Ἀσκαλωνιτης ἐξετεινεν ὁμοιως τῳ δηριασθων ,
9999975 θεμελιοις
ἀνερχομενης δει θεμελιους πηγνυειν , βορραν δε ἀνερχομενης δει τοις θεμελιοις τοιχους ἐποικοδομειν , βορραν δε κατερχομενης τοιχους καθαιρειν ,
: ἐπι γαρ ? τοις ὑπο [ Λεωσθενους ] τεθεισιν θεμελιοις οἰκοδομουσιν οἱ νυν τας ὑστερον πραξεις . Και μηδεις
9999975 τετραμμενα
δε κωλα αὐτων , ἁ τινες αὐλους καλουσιν , ἐξω τετραμμενα ἐωσιν , ὁπως δια των αὐλων ὁ σιτος ῥιπιζομενος
ὁ Μεγα - ρευς ἐνισταμενος λεγει και Μεγαρεις προς ἑσπεραν τετραμμενα τα σωματα των νεκρων τιθεναι : και μειζον ἐτι
9999975 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999975 αἰσθητηριον
οὐ : και μετα τινος ἀπορροιας το ὀσφραντον ἐπι το αἰσθητηριον προεισιν , ὁθεν ἐπι των δυσωδων ῥακους ταις ῥισιν
ὑποκειμενων αἰσθησεται , και οὐ δηπου κἀν τῳ ὑμενι το αἰσθητηριον . οὑτως οὐδ ' ἀν εἰη δια ταυτα το
9999975 Σικελικον
εἰναι τα περι τον Ποντον , το δε Κρητικον και Σικελικον και Σαρδῳον πελαγος σφοδρα βαθεα : των γαρ ποταμων
της των Ἀθηναιων δυναμεως παραπλευσαντες εἰς Αἰγεσταν , Ὑκκαρα μεν Σικελικον πολισματιον ἑλοντες ἐκ των λαφυρων συνηγαγον ἑκατον ταλαντα :
9999974 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999974 προσεκτησατο
ἐχων φρενας . ὁ Ἀρταφερνης ἐξ ἐτυμολογιας . Κυρος πρωτος προσεκτησατο Περσαις την ἀρχην Μηδων ἀφελομενος . Κυρου υἱος Καμβυσης
σημεια της ἀλλοεθνιας . ἠσαν δ ' οὐν διωρισμενοι , προσεκτησατο δ ' αὐτους Ἀριαραθης ὁ πρωτος προσαγορευθεις Καππαδοκων βασιλευς
9999974 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999974 λανθανει
την ἀρχαιαν διαλεξιν ταραττουσας και πολλην αἰσχυνην ἐμβαλλουσας . οὐ λανθανει δε σε , ὡσπερ οὐδ ' ἀλλο τι των
φαινεται ταὐτα μυριακις εἰρηκως , τῃ δε της ἑρμηνειας ποικιλιᾳ λανθανει τους ἀκουοντας . ἐν μεν γε τῳ κατα Μειδιου
9999974 διδασκουσι
φυουσιν ἀλληλοις και κροκοδειλους ποιουσι και τα τοιαυτα ἀπορα ἐρωταν διδασκουσι τον νουν . Ἀλλα ἐμε ἀμαθη και ἀπαιδευτον εἰναι
ἐκδιδασκει . και αἱ Ἰδεαι δε το βιβλιον εὑρεσεις τινων διδασκουσι . τι οὐν ἐστιν εἰπειν ; ἠ ὁτι ἐν
9999974 περιμετρῳ
. κα . Εὑρειν τριγωνον ὀρθογωνιον ὁπως ὁ ἐν τῃ περιμετρῳ αὐτου ᾐ τετραγωνος , και προσλαβων τον ἐν τῳ
: και ἐπιτεταχθω τον μεν ιβ εἰναι τον ἐν τῃ περιμετρῳ αὐτου , τον δε ζ τον ἐν τῳ ἐμβαδῳ
9999974 ῥητορικος
ἀπο ταὐτοματου δεθηναι την γλωτταν . ἠν δε ὁ ἀνηρ ῥητορικος , φησι , και συμβουλευσασθαι δυναμενος . ταττεται ἡ
περι πασαν ὑλην ὁμοιως τῃ δυναμει χρηται , ὁ δε ῥητορικος εἰ και αὐτος περι των προτεθεντων λεγει , εἰτε
9999974 ἐβασιλευσαν
και κατ ' Ἀσιαν ἁπασαν , νειμαμενοι κατα χωρας , ἐβασιλευσαν . ἐκεινων δε προς ἀλληλους διαφερομενων , πολεμοις τε
ἀφαιρω λʹ , λοιπα ιʹ Σεβηρου και Ἀντωνινου . και ἐβασιλευσαν κεʹ , γινεται λεʹ : ἐξ ὡν ἀφαιρω λʹ
9999974 Κορινθιων
Ἠλειους δε ναυς τε κενας και χρηματα . αὐτων δε Κορινθιων νηες παρεσκευαζοντο τριακοντα και τρισχιλιοι ὁπλιται . Ἐπειδη δε
. Ἐπεμψαν δε και ἐς τας πολεις πρεσβεις οἱ Συρακοσιοι Κορινθιων και Ἀμπρακιωτων και Λακεδαιμονιων , ἀγγελλοντας την τε του
9999974 τραχηλου
νοσος ἐκ πληθους αἱματος και στεγνωσις και ἐκπυρωσις και του τραχηλου και ὀστεων ἀλγησις και ἀγρυπνια ὑπερβαλλουσα και ἐπιθυμια πολλη
οἱ παιδες , και ὁποτε ἠ πνιγεσθαι συμβαινοι , του τραχηλου ταθεντος ἐξαιφνης ἠ του στομαχου κατασταντος εἰς ἀποριας ,
9999974 μακαριζειν
μακαριζειν τους ἀχρηματους , ἐνηλλαξε , και ἀντι του εἰπειν μακαριζειν λαμπειν εἰπεν . . ταυτα μοι διπλη μεριμν '
και ζητωμεν , εἰ οὐ δει ζωντας ἀλλα μετα τελευτην μακαριζειν : ταχα γαρ ἀν ἐξ ἐκεινης θεωρηθειη και το
9999974 σανιδος
εἰ μη καταβαλῃ αὐτον εὐστοχιᾳ σφενδονητικῃ ἀντι σκοπου κειμενον ὑπερ σανιδος . σισυρνα δε παχυ περιβολαιον ἠ δερματινον ἱματιον ἡ
αἱρετωτερον ἐστι βαθρον μαλλον παν το κατα το περας της σανιδος τετραγωνοις ἐκκοπαις ἐκκεκομμενον προς ἀσφαλη την εἰς αὐτο του
9999974 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999974 ὀλιγαρχιας
τοις ἀλλοις πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας
φανερον . μεμνηται γαρ ἐν αὐτῳ ὁ λεγων της κατασχουσης ὀλιγαρχιας . Κατα Τιμοκρατους εἰσαγγελτικος δημου καταλυσεως : ἐργα ποιεις
9999974 ἐμπλαστρου
ὑγρον δια των ἀδηλων πορων , ὡς εὑρισκεσθαι ἐπι της ἐμπλαστρου παχυτατον σφοδρα , χωρις του ῥηξαι : ποιει και
δε ταυτα τον κηρον και την ῥητινην ἐπεμβαλων , ὁταν ἐμπλαστρου παχος λαβῃ , καθελων ἀπο του πυρος και βαλων
9999974 Μελανθος
. Θαρρει , ὠ Τερψιων : και Φειδων γαρ και Μελανθος και ὁλως ἁπαντες προελευσονται αὐτου ὑπο ταις αὐταις φροντισιν
και Ἡνιοχης της Ἁρμενιου του Ζευξιππου του Εὐμηλου του Ἀδμητου Μελανθος . οὑτος Ἡρακλειδων ἐπιοντων ἐκ Μεσσηνης εἰς Ἀθηνας ὑπεχωρησεν
9999974 συλλαβαις
χρωμενος , ὡσπερ ἐχρησατο ἰσαις ταις γε κατα το τελος συλλαβαις ἐν τῳ ἁμα τῃ τε πολει βοηθειν ᾠετο δειν
τι δηποτε το μεν ηὐτε και ἠϋτε λεγεται ἐν τρισι συλλαβαις , ἠϋτε περ κλαγγη γερανων πελει , παλιν ἀναγκαιως
9999974 πλανην
: ὑπηρετης . και ὁ δουλος . δολον εʹ : πλανην ἐπι κακῳ και ἐπι ἀγαθῳ . και τεχνην .
οἱ φησαντες περι Σικελιαν ἠ Ἰταλιαν γενεσθαι τῳ Ὀδυσσει την πλανην καθ ' Ὁμηρον : ἐστι γαρ ἀμφοτερως τουτο δεξασθαι
9999974 ποιησασα
τῳ Ἀδωνιδι . ὡς δε ἠλθεν ὁ Διονυσος , στεφανον ποιησασα ὑπηντησεν αὐτῳ . και στεψασα αὐτον ἀκολουθησαι μεν ᾐδειτο
τῳ γενομενῳ ἐδωκε δουλευειν χρονῳ , ἐν χρονῳ αὐτον παντα ποιησασα εἰναι , τας τουτου διεξοδους ἁπασας ἐν αὐτῳ περιλαβουσα
9999974 μιγνυσθαι
Ἀσελγαινειν : σημαινει μεν κυριως το παρα φυσιν ταις γυναιξι μιγνυσθαι : καταχρηστικως δε το ὁπωσδηποτε ἀκολασταινειν . εἰρηται δε
μετα το ἐπιφανηναι ἐπιμεινασαν , ὁκοταν ἠδη ξηρη ᾐ , μιγνυσθαι . Ἡ | τινι ἀν ἡ μητρη ἐμπυος γενηται
9999974 εὐγενεια
διδωσιν , οὐχ ὁ πλουτος . οὐκ ἐστιν ἐν κακοισιν εὐγενεια , παρ ' ἀγαθοισι δ ' ἀνδρων . κακον
ἀνθρωπινῳ την γην ἐμιανε . τι δη τουτον ὠνησεν ἡ εὐγενεια την ἐν τῃ ψυχῃ δυσγενειαν ἐπιδειξαμενον ; ἡν και
9999974 Λακεδαιμονιοις
κᾀτα κελευειν βοηθειν αὐτοις , ἠ παλιν οὐκ ἐθελων χαρισασθαι Λακεδαιμονιοις , εἰτα προσταττειν ὑμιν κινδυνευειν ὑπερ αὐτων ; εἰ
, πειστεον . Οὐ γαρ πατριον , ὠ Σωκρατες , Λακεδαιμονιοις κινειν τους νομους , οὐδε παρα τα εἰωθοτα παιδευειν

Back