δυνατον ἐστιν ἀπο δυο κυκλων ἀνισων ἰσας περιφερειας ἀφελειν . Γεγονετω γαρ , και ἀφῃρησθωσαν ἰσαι αἱ ΑΗΒ ΓΘΔ ,
ΔΑΕ , ὡστε παραλληλον εἰναι την ΒΓ τῃ ΔΕ . Γεγονετω : και ἠχθω ἐφαπτομενη ἡ ΒΖ . γινεται οὐν
9999919 γιγνωσκοι
: μονη γαρ ἐξηλλαξεν ἡ διακρισις : ὡστε ὁλῳ ἑαυτῳ γιγνωσκοι ἀν την οὐσιαν ὁ νους , οὐδεν ἡττον ἠ
τι ἐπισταται και ὁτι ἐπιστημην τινα ἐχει , εἰκοτως ἀν γιγνωσκοι και περι αὑτου και περι των ἀλλων : ἠ
9999914 συγγνωμονικη
του φευγοντος ἀντιστατικη , ἐν ἀλλοις δε ἀν ἡ μια συγγνωμονικη , ἡ ἑτερα μεταστατικη : και το παραδειγμα ὡς
μεταληπτικη ἀντιθεσις : ἀλλ ' ἐδει δεηθηναι Ἀλεξανδρου . ΛΥσις συγγνωμονικη : ὁτι ἐφοβηθημεν μη ἀποτυχωμεν και προςελθοντες ματαιοπονησωμεν ,
9999911 ἐνετελλετο
ἐθελωσι χωρην ἀσινεας . Ἐπιλεγων δε τον λογον τονδε ταυτα ἐνετελλετο , ὡς εἰ μεν ἀπωλοντο οἱ κατασκοποι , οὐτ
και γνωμας οὑτω λυσιτελεις δεδωκοτων ; Και μην οὐ μονος ἐνετελλετο σοι Πηλευς ἡμερον εἰναι και πρᾳον , ἀλλα παιδιον
9999911 ἀγαθα
ἀνωρυξαν λυθεντες . Ἐπι τουτοις ηὐχοντο μεν αὐτῳ παντα τα ἀγαθα Λαμων και Μυρταλη : Δαφνις δε δωρα προσεκομισεν ἐριφους
ἑκαστον το συνηδεσθαι , το συναλγειν ἑαυτῳ , το ἐλπιζειν ἀγαθα , το χαιρειν ἐπι τοις πεπραγμενοις . εἰ δε
9999909 νεφελοειδης
περιεχονται δε ἐν αὐτῳ και ἡ τε ἐπι της λαβης νεφελοειδης συστροφη και ὁ ἐν τῃ κεφαλῃ και ὁ ἐν
, δʹ θ , εʹ η , Ϛʹ β , νεφελοειδης . των ἐν τῳ ἑπομενῳ κερατι γ ὁ βορειος
9999908 Θουκυδιδου
πραγματων , ὡς ἐχει το [ πολλα ἠν ἑτερα περι Θουκυδιδου διεξελθειν , εἰ μη το παντα ἐρειν το των
Θουριοις κατῳκισθησαν . ἐν δε τῳ περι Ἀνδρειας Μελησιαν τον Θουκυδιδου του ἀντιπολιτευσαμενου Περικλει και Λυσιμαχον τον Ἀριστειδου του δικαιου
9999908 ὀρεσι
ἐκ του κυριωτερου την ἀροσιμον ἐκαλεσε γην . Ἐν τοις ὀρεσι δε και τοις ἀγεωργητοις της γης μερεσιν αἱ δρυς
ὁμου και νεμομενα : και γαρ ἐκεινον ἐν τε τοις ὀρεσι και περι τας ναπας τα πολλα διατριβειν : ἀποθανοντος
9999908 διδασκαλιᾳ
ταυτ ' ἀφιησιν ἀνεξεταστα , ἁρμοδια ὀντα τῃ ἐνταυθα προτεθεισῃ διδασκαλιᾳ , ἱνα μη ὁ προκειμενος λογος λειποιτο τινος των
ν : και την αἰτιαν ἐν τῃ 〛 περι ἀντωνυμιων διδασκαλιᾳ εἰ θεῳ φιλον μαθησομεθα . Τω χαριεντε , τοιν
9999907 κολοκυνθιδος
σωμα ἐλαιῳ ἀνηθινῳ . εἰ δε μη πυρεττοιεν , εἰς κολοκυνθιδος κελυφος ἐμβαλων οἰνον και θερμανας διδου πιειν . ἀλλο
την ὑστεραν χρη κενουν τοις φλεγμαγωγοις ὁμοιως πεσσοις τοις δια κολοκυνθιδος σκευαζομενοις , οἱτινες ἀναγραφησονται προς τας μη συλλαμβανουσας δι
9999906 Εὐριπιδην
τον ποδα τουτον : και ταυτα δε αὐτος προστιθησιν ἀναμωκωμενος Εὐριπιδην , ὡς τα τοιαυτα ἐν τοις μελεσιν αὐτου ἐπιτηδευοντα
και ἡ Ἑλενη τοις χειμαζομενοις κατα θαλασσαν ἐπηκοος ἐστι κατα Εὐριπιδην , σεσημειωται . ὁ μεντοι Σωσιβιος ἐμπαλιν οἰεται οὐκ
9999906 δοκειτω
τιθεντα ἱκετηριαν : Ἀρσενιος δε ὁ ῥητωρ χρηστος ὠν μη δοκειτω πονηρος μηδ ' ἐστω διαβολη μηδεμια των ἐργων ἰσχυροτερα
ᾀδομενος . τουτο δε εἰ τῳ δοκει μυθος εἰναι , δοκειτω , ἐμε δ ' οὐν περι ζῳου λεχθεν και
9999906 εὑρες
, μεγα χαιρε διαμπερες : ἀξιον εὑρες νυμφιον , ἀξιον εὑρες , ὁμοφροσυνην δ ' ὀπασειεν ? ? [ ]
ἐπιστημης τον τροπον τουτον : ” τι τουτο ὁ ταχυ εὑρες , τεκνον ” ; ἀποκρινεται και φησιν : „
9999905 πινετω
ὀνειον γαλα ἑφθον ἐς ὑποκαθαρσιν ἠ βοειον ἠ αἰγειον : πινετω δε και ὠμον το βοειον γαλα , τριτον μερος
παλαιῳ . Ἠ αἰγειρου κρητικης κοκκους ἐννεα τριψας ἐν οἰνῳ πινετω . Ἠ βατραχιου του φυλλου και του ἀνθεος τετριμμενου
9999905 ἐσωσεν
καιρον , ἀλλ ' εἰς ἁπαντα τον βιον πολλακις αὐτην ἐσωσεν ἐκ μεγαλων κακων . γυνη τις ἀφικετο προς τον
μετα ῥοδινου ἠ μηλινου καθ ' ἑκαστην ἡμεραν , πολλους ἐσωσεν . Ἀντιδοτος ποδαγρικοις λαμβανομενη ἐπ ' ἐνιαυτον κατ '
9999905 κατεσκευασθη
ὁ ἡλιος ὀργανον ἐπι τοις μεταβαλλομενοις τουτοις σωμασι τῳ δημιουργῳ κατεσκευασθη . Και ταις αὐξομειωσεσι δε ἡ σεληνη , τας
δε και τα λοιπα μερη της νεως ἐν μησι ἑξ κατεσκευασθη και τοις χαλκοις ἡλοις πασα περιεληφθη , ὡν οἱ
9999904 ἐπηκολουθησε
ἡμετεροις ἐγενετο , δισμυριων που σχεδον ἀθροων ἀπολομενων . εἰτα ἐπηκολουθησε τα περι Ἀκυληϊαν γενομενα και ἡ παρα μικρον της
ἐκ της παρεμβολης ἐκπιπτουσι μετα θορυβου και κραυγης ἑτερος μειζων ἐπηκολουθησε κινδυνος . των μεν γαρ Ἀγαθοκλει συντεταγμενων Λιβυων εἰς
9999903 ᾠκοδομησεν
Δημος , Λεωχαρους ἐργον . προς δε τῃ θαλασσῃ Κονων ᾠκοδομησεν Ἀφροδιτης ἱερον , τριηρεις Λακεδαιμονιων κατεργασαμενος περι Κνιδον την
καλουμενης Λημνιας . τῃ δε ἀκροπολει , πλην ὁσον Κιμων ᾠκοδομησεν αὐτης ὁ Μιλτιαδου , περιβαλειν το λοιπον λεγεται του
9999903 ἐνεγεγραπτο
εἰναι . ΓΘ ἀλλως : και του πεπλου : οὑ ἐνεγεγραπτο Ἐγκελαδος , ὁν ἀνειλεν ἡ Ἀθηνα : ἠν δε
ἐπεστειλας : ἀλλα τα ἀπο σου πραττεσθω δια ταχους . ἐνεγεγραπτο μεν ταυτα : και μοι προσελθοντες μαρτυρησατε οἱ λαβοντες
9999903 ἐνεγραψεν
: και γαρ ἐπαιδευσεν και συναπεδημησεν και εἰς τους Ἑλληνας ἐνεγραψεν , και κατα γε τουτο χαριν ἀν εἰδειην τῳ
τρεφει , οὑς ἀρτι γαλακτος ἀπαλλαγεντας εἰς στρατιωτας ὁ βασιλευς ἐνεγραψεν , ὡν νυν ὁ καλος ἡγειται Μουσωνιος πραττων αὐτοις
9999903 τετραδι
δυαδι δε τον τετραγωνον , τριαδι δε τον πενταγωνον , τετραδι δε τον ἑξαγωνον και πενταδι τον ἑπταγωνον και ἀει
προσθεσις . ἠ γαρ ἑαυτῃ προστιθεται ἡ μονας ἠ τῃ τετραδι ἠ τῃ ἐξ ἀμφοτερων ἀποτελουμενῃ πενταδι . οὐτε δε
9999902 ἑβδομης
και την δυναμιν της ἐνεργειας ὁλην . ἀπο δ ' ἑβδομης μοιρας δε μεχρι και του Ἡλιου οἱ δυτικοι και
δυναστας ἀποφυγην εὐξασθαι , ἀπο δε της τριτης ὡρας ἑως ἑβδομης ἐκλειπουσαν τῃ Κοιλῃ Συριᾳ και Φοινικῃ και Λιβυῃ και
9999902 εὐμαρες
ἠ τινα νεφους περι τῃ κεφαλῃ στεφανον Ὁμηρῳ μεν εἰπειν εὐμαρες και πολλη προς τα τοιαυτα ἁπαντα ἐλευθερια , τῃ
ἀλλα δυναμιν θειοτεραν την τουτων αἰτιαν , ᾑ παντα δραν εὐμαρες . ἐπει δε και ὁμολογειν ἀναγκασθεντες ὑπο της των
9999902 διδαξω
Ἀστυφιλῳ , δικαιοτερος εἰμι ἐχειν τα ἐκεινου ἠ οὑτοι , διδαξω ὑμας . Ὁτε γαρ ἐλαμβανε Θεοφραστος ὁ ἐμος πατηρ
, “ ἀποδιδαξω ” φησι , την δε ἀλλην “ διδαξω ” . , , . = , , .
9999902 δριμεια
ἑλκων πραϋνει . Ὀνομα ἠ ὀνομιϲ ἠ φλομιτιϲ ἠ ὀνωνιϲ δριμεια και πικρα ἐϲτιν : ὁθεν τα φυλλα αὐτηϲ πινομενα
ὁ δε καρποϲ ἰϲχυροτεροϲ ἐϲτιν . Δρυοπτεριϲ γλυκεια τε και δριμεια και ὑποπικροϲ ἐϲτι , κατα δε την ῥιζαν και
9999902 τεμνετω
τεμνει . Ἀλλα δη ἡ ΓΔ την ΑΒ προς ὀρθας τεμνετω : λεγω , ὁτι και διχα αὐτην τεμνει ,
, ἠ ὡν οἱ ΑΒ , ΓΔ ἐφαπτονται , και τεμνετω τους ΑΒ , ΓΔ μεταξυ του μεγιστου των παραλληλων
9999901 γεννητικη
γαρ τροφη ἡ τε ξηρα και ἡ ὑγρα αἱματος ἐστι γεννητικη . τουτο δε τρεφει μεν το σωμα , πλεονασαν
ἐφιεται και ἀγαθου , και δια τουτο τοις ἐμψυχοις ἡ γεννητικη ἐνεσπαρται δυναμις , πως ἐπι των ἀψυχων ὁ λογος
9999901 μνηστηρες
του τοιουτου . τον γαρ Ὀδυσσεα και τον Ἰρον οἱ μνηστηρες συνεβαλον δια το σχημα ὡς οὐδεν διαφεροντας . ἐφη
ἰαλλον . αὐταρ ἐπει ποσιος και ἐδητυος ἐξ ἐρον ἑντο μνηστηρες , τοισιν μεν ἐνι φρεσιν ἀλλα μεμηλει , μολπη
9999901 κυβερνητικην
[ οἱον ] εἰ ἐμψυχος ὁ οἰαξ ἠν , ὡστε κυβερνητικην εἰναι ἐνδον την κινουσαν τεχνικως ; Νυν δε τουτο
ἀν μοι ἀπεκρινω ; τινα αὐτην εἰναι ; ἀρα οὐ κυβερνητικην ; Ναι . Εἰ δε ἐπιθυμων ταυτην την σοφιαν
9999900 ἀπελειφθη
ἐξω καταλειφθεις ' ἀπωλετο τῃ πολει , οὐτ ' αὐτου ἀπελειφθη οὐ δυναμενη ἀναγεσθαι . καιτοι κατα τους προτερους νομους
και ῥοδα και ἰα , μυρον ἐρραινον βαδιζουσης , οὐκ ἀπελειφθη ἐν ταις οἰκιαις οὐ παιδιον , οὐ γερων ,
9999900 γραμματικῃ
βητα και ἑκαστον των στοιχειων , τοις ὀνομασιν ἀποδιδωμεν τῃ γραμματικῃ τεχνῃ , ἐαν τι ἀφελωμεν ἠ προσθωμεν ἠ μεταθωμεν
ἀφικνουνται θυρας φιλοσοφιας , πριν ἠ ταις νεωτεραις ἐντυχειν , γραμματικῃ και γεωμετριᾳ και τῃ συμπασῃ των ἐγκυκλιων μουσικῃ :
9999900 μισθοφοροι
Ἀρετης και Ἀριστων ἡγουντο . ξυμπαντων δε προτεταγμενοι ἠσαν οἱ μισθοφοροι ἱππεις , ὡν Μενιδας ἠρχε . της δε βασιλικης
τας ἀκμας του σιδηρου τοις πνευμοσιν ἐνηρειδον , οἱ δε μισθοφοροι τας λογχας ἀκοντιζοντες εἰς ἀθροους τους πολεμιους οὐχ ἡμαρτανον
9999900 τἀληθες
δε ἑτερων ποιητων οὐδε συγγραφεων , παρ ' οἱς ἐλεγετο τἀληθες , ἀλλ ' αὐτος πρωτος ἐπιθεμενος ὑπερ τουτων γραφειν
και τῳδε δηλωσαιμ ' ἀν , εἰ βουλοιο συ , τἀληθες , ὡς ἐγωγε καὐτος ἀχθομαι , ὁστις λεγειν μεν
9999900 ἀκρωτηρια
τον νεων ἀργυρῳ , πλην των ἀκρωτηριων , τα δε ἀκρωτηρια χρυσῳ : τα δ ' ἐντος , την μεν
αʹ , ποταμους ἐπισημους δʹ , κολπους ἐπισημους βʹ , ἀκρωτηρια ἐπισημα βʹ . [ Ὁμου πολεις και κωμαι της
9999900 καυλῳ
: ἐσχεθε γαρ σακος εὐρυ , κατεκλασθη δ ' ἐνι καυλῳ ἐγχος : ὁ δε φρεσιν ᾑσι χαρη και ἐελπετο
: ἐϲ λεπτα δε κοψαντα και ϲηϲαντα καλαμῳ ἐμφυϲην ἠ καυλῳ πτερου χηνοϲ παχεϊ . ἀγωγοτερον δε τωνδε και βιαιοτερον
9999900 Ἀναξανδριδης
κεχρηνται . τον γαρ οἰακα στρεφει δαιμων ἑκαστῳ , φησιν Ἀναξανδριδης . Ποσειδωνιος ὁ ἀπο της στοας φησι πολλους τινας
ἑρπυλλινῳ δε το γονυ και τον αὐχενα . . . Ἀναξανδριδης δε ἐν Πρωτεσιλαῳ : μυρῳ δε παρα Περωνος ,
9999900 χαλκευς
των τοιουτων δεηθῃ , και παλιν γε ὡς ἐκεινον ὁ χαλκευς , ὁταν σιτου . κουρεα δε ἠδη πωποτ '
ἐμοι ἐδοξε μονονουχι αὐτο γινομενον το ἐργον . Ὁ δε χαλκευς ἐκεινος οὐκ αἰδειται και αὐτος ἐπιδεικνυμενος την αἰσχυνην του
9999900 εὐδαιμονιᾳ
σημειον δε , ὁτι ἡ εὐτυχια δοκει ταὐτον εἰναι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ἡ δε εὐδαιμονια εὐπραξια τις και περι πραξιν
οἰονται εἰναι ἡδυν : και εὐλογως την ἡδονην συμπλεκουσι τῃ εὐδαιμονιᾳ , ὡς ἑτεραν μεν οὐσαν την ἡδονην της εὐδαιμονιας
9999900 ἁρπαγης
εἰδως αὑτῳ την εὐνην . οὐ γαρ ἠν ἑτεραν της ἁρπαγης αἰτιασασθαι προφασιν . Ἀκολουθον , οἰμαι , τῳ Μυκηναιῳ
των Ἀρκαδων και Ἀχαιων ἑκοντες ᾐσαν συστρατευσομενοι και μετειχον της ἁρπαγης . και ἐγενετο αὑτη ἡ στρατεια ὡσπερ ἐπισιτισμος τῃ
9999900 νημα
το πηθω , ὡς παρα το νηθω , νησω , νημα . Πηος . κυριως , ὁ κατ ' ἐπιγαμιαν
. ἀραχνη μεν γαρ ἐστι θηλυκως το ὑφασμακαι οὐδετερως ἀραχνιον νημα , ἀραχνης δε αὐτο το ζῳον . ἀρνες οἱ
9999900 κομμα
Δημοσθενης , κατ ' ὀνομα και κατα κωλον και κατα κομμα και κατα τοπον . Κατ ' ὀνομα μεν :
ὡς το μηδεν ἀγαν γνωθι σαυτον : το δε τελειον κομμα ἐπῳδῳ μετρειται , ὁς ἐχει συλλαβας ὀκτω . κωλον
9999899 πορρωτερω
. ὁ γαρ μικρον προϲβαλλων τηϲ προκαταληψεωϲ οὐ μικρον ὠφελει πορρωτερω διδουϲ τηϲ μελλουϲηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ . ποτε δ ' “
' ἐγω οὑτως ἐχοντα τον Ἐρυξιαν , και εὐλαβουμενος μη πορρωτερω τις λοιδορια και ἐναντιωσις γενοιτο , Τουτονι μεν τον
9999899 Ἀγαθοκλης
ὁ Σηλυμβριανος , το δε ἀρχαιον Μεγαρευς : μουσικην δε Ἀγαθοκλης τε ὁ ὑμετερος προσχημα ἐποιησατο , μεγας ὠν σοφιστης
οἱ λοιποι δυνασται βασιλεις ἑαυτους ἀνηγορευσαν . κεʹ . Ὡς Ἀγαθοκλης Ἰτυκην ἐκπολιορκησας διεβιβασε μερος της δυναμεως εἰς την Σικελιαν
9999899 τετραδα
εἰς πενταδα και δυαδα , και τελευταιον εἰς τριαδα και τετραδα : μουσικωτατη δε ἡ τουτων των ἀριθμων ἀναλογια .
, και ὀρ - θρος μεσημβρια ἑσπερα νυξ . ὁτι τετραδα κατ ' ἐναλλαγην του λ προς το ρ τετλαδα
9999899 ὀργια
Σικελιαν ἠλθε και ἐπι πολλην ἀλλην γην ἐπλανηθη τα ἐκεινης ὀργια δεικνυων : διο λογον ἐσχεν ὡς Δημητηρ αὐτωι μισγεται
ὑστερον την Ποτνιεως και Ἰσθμιαδην Πελαργῃ συνοικουντα καταστησασθαι μεν τα ὀργια αὐτου λεγουσιν ἐξ ἀρχης , μετενεγκειν δε αὐτα ἐπι
9999899 κατεσκαψε
οἱον συνεχως ἀφισταμενην πολιν ἐπεμφθη χειρωσομενος ὁ στρατηγος : ἑλων κατεσκαψε και δημοσιων φευγει : ὁ τοινυν ὁρος : οὐ
εἰναι κρινων τους των κακων ἐκγονους και την ψευδωνυμον πολιν κατεσκαψε , και ἠφανισθησαν . Κλεοπατρα , ἐς ἡν κατολισθανει
9999899 διετεθη
. Ἑλξις Πλατων Πολιτειᾳ . Ἐμαλακισθη . ἐνεδωκε και ἀσθενως διετεθη ὑπο δειλιας . Ἐμβραχυ . συντομως και οἱον ἐν
περι Ἡδονης οὑτως γραφων : ὁ Αἰξωνευς Θρασυλλος ὁ Πυθοδωρου διετεθη ποτε ὑπο μανιας τοιαυτης ὡς παντα τα πλοια τα
9999899 ἐνεχειρισε
Μακεδονιαν ἐπ ' αὐτῳ και Ἰλλυριους , ὁσων ἠρχον , ἐνεχειρισε Βρουτῳ Καιπιωνι , τῳ κτειναντι Γαιον , ὁτε περ
ἑτοιμος ἐστι προστιθεσθαι μαλλον ἠ τῳ Λυκηρῳ , τῳ βασιλει ἐνεχειρισε , τῳ του Αἰσωπου ταυτην σφραγισαμενος δακτυλιῳ . ὁ
9999899 αἱματωδες
του πλευμονος , το πτυσμα λεπτον πτυει , ἐνιοτε δε αἱματωδες , ἀφρονεει τε και πυρετος ἰσχει , και ὀδυνη
τι πιῃ ἠ φαγῃ ὁ ἀνθρωπος , ὁ τι ἐστιν αἱματωδες , ἑλκει μεν και το σωμα ἁπαν ἐς ἑωυτο
9999899 γιγνομεθα
μη με ἑκων ἀφιοι . Ἱνα δ ' ἐκπερανω , γιγνομεθα ἐν τῃ Σμυρνῃ Διονυσιοις , και παρην ὁ Σεβηρος
, αὐτος δε συνεξιεναι μετ ' αὐτων , και ἐπειδη γιγνομεθα προς τῃ πυλιδι , οὑ ἡ ἐκτροπη προς το
9999898 βουλευομεθα
το προκριναι ὁ δεον γενεσθαι , οὐκετι περι του πραγματος βουλευομεθα , ἀλλα γινωσκομεν ὡρισμενως ὡς δει ποιειν : ἀναγομεν
Λακεδαιμονιοι πως ἀν Σκυθαι καλως πολιτευσαιντο , ἀλλα παντες ἀνθρωποι βουλευομεθα πρωτον περι των ἐφ ' ἡμιν : ταυτα δε
9999898 ἐθεασατο
καθα φησι Διοδωρος ἐν Ἀπομνημονευματων πρωτῳ , ἐν τοις μαθημασιν ἐθεασατο το κοινον και συνῳκειωσε καθ ' ὁσον ἠν δυνατον
μελι και τα κηρια ἀφειλετο . ὁ δε ἐπανελθων ἐπειδη ἐθεασατο ἐρημους τας κυψελας , εἱστηκει ταυτας διερευνων . αἱ
9999897 συνεγραψε
Μεμφει βασιλεια ᾠκοδομησεν , ἰατρικην τε ἐξησκησε και βιβλους ἀνατομικας συνεγραψε . γʹ Κενκενης ὁ τουτου υἱος ἐτη λθʹ .
ὁς ἰατρευσεν ἐν Περσαις Ἀρταξερξην τον Μνημονα κληθεντα , και συνεγραψε Περσικα ἐν βιβλιοις κ και γ . , ,
9999897 δοτικη
, ὡς Ξ Αἰαντι δαϊφρονι θυμον ὀρινε . Τριτη ἡ δοτικη , και προτετακται της αἰτιατικης δια την προς την
, οἱον Ἀρισταρχῳ διδωμι , Ἀρισταρχον ἐτιμησα . Ἡ δε δοτικη προτετακται της αἰτιατικης , ἐπειδη και αὐτη ἐστιν ὁτε
9999897 ἐξελθουσα
ἐκεισε , ὡσπερ ἐκ της Κιμμεριων γης ἐπι λαμπρον αἰθερα ἐξελθουσα , ἐλευθερα μεν γενομενη σαρκων , ἐλευθερα δε ἐπιθυμιων
ἐκ της ἐπιορκιας τιμωριαν τοις σκολιως δικασασι . ἐς τελος ἐξελθουσα : πληρωθεισα καιρῳ τινι κακῳ ἠ δεινῳ παθει .
9999897 ἐπρεσβευσα
: οὐδε ἐγραψα μεν , οὐκ ἐπρεσβευσα δε : οὐδε ἐπρεσβευσα μεν , οὐκ ἐπεισα δε Θηβαιους ; Ἀλλα μην
οὐκ ἐγραψα δε , οὐδ ' ἐγραψα μεν , οὐκ ἐπρεσβευσα δε , οὐδ ' ἐπρεσβευσα μεν , οὐκ ἐπεισα
9999897 ἐπεμνησθη
συγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη : ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
ξυγγραφῃ Ἑλλανικος , βραχεως τε και τοις χρονοις οὐκ ἀκριβως ἐπεμνησθη . ἁμα δε και της ἀρχης ἀποδειξιν ἐχει της
9999897 πειρωμεθα
μειζονα οὐκ ἀν ζητησαις . τον γαρ υἱον σοι ποιειν πειρωμεθα τοιουτον , οἱος ὠν τῳ παππῳ προσομοιος εἰναι δοξει
ἐχοντα , πρωτον διεξιτεον , ὁπως ταυτας ἐκποδων θεμενοι , πειρωμεθα ἐκεινας ὡν δεομεθα παραθεσθαι τε και παραθεμενοι μανθανειν .
9999896 ἀκαθαρτα
ἀνωμολογηται . νομου δε και παιδειας ἰδιον βεβηλα ἁγιων και ἀκαθαρτα καθαρων διαστελλειν , ὡς ἐμπαλιν ἀνομιας και ἀπαιδευσιας εἰς
ἀναγραφηϲομενοιϲ , κολλυρια δε προϲαγειν ἀδηκτοτατα , εἰ δε και ἀκαθαρτα φαινηται τα ἑλκη . χρηϲτεον οὐν τῳ τε ϲποδιακῳ
9999896 βουλομεθα
το ΑΒΓΔ , ἡ δε δοθεισα γωνια , ἐν ᾑ βουλομεθα ἐκκλιναι - το ἐπιπεδον , ἡ ὑπο ΕΖΗ ,
οἱς ἡ ἡδονη ἑπεται , του δε κατηγορουμενου , ὁ βουλομεθα δειξαι τινι μη ὑπαρχειν τῳ ὑποκειμενῳ , ἐκ των
9999896 ἀφελες
θανατον και βιον . Τοσουτον δε ἀρα τῃ Χλοῃ το ἀφελες προσην ὡς κορῃ , ὡστε ἐξιουσα του ἀντρου και
ὁ κεπφος ὀρνεον ἐστι θαλαττιον , ἀτελες και λαρον και ἀφελες , ὁ καλουσι κοινως λαρον : ὁπερ φιλει ἀφρον
9999896 ἐκυριευσεν
τουτους τε προσηγαγετο και των ἐλεφαντων πλανωμενων κατα την χωραν ἐκυριευσεν . Αὐτος δε παρελθων ἐπι τον Ἰνδον ποταμον και
περονῃ μετελαμβανε τραγικον . Ἀλεξανδρος δ ' ὡς της Ἀσιας ἐκυριευσεν Περσικαις ἐχρητο στολαις . ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ δε παντας ὑπερεβαλεν :
9999896 ἐφθειρετο
μεταβαλλει ψυχη : δοξασα δ ' εἰπον , ὁτι οὐδεποτε ἐφθειρετο : των γαρ ἀκουσιων οὐδεν του πασχοντος προς ἀληθειαν
σπηλαιον τουτο ἐλθουσαν ἐπι χρονον ἀπειναι πολυν . ὡς δε ἐφθειρετο μεν παντα ὁσα ἡ γη τρεφει , το δε
9999896 ἀπαιτω
ἀν . νυν δ ' ἐγω μεν σε δικας οὐκ ἀπαιτω , δεδοικα δε μη τον πατερα οἱ παιδες ,
γενοιτο χωρᾳ . δικαν [ δ ' ] ἐξ ἀδικων ἀπαιτω . κλυτε δε Γα χθονιων τε τιμαι . ἀλλα
9999895 ἀθρουν
και κινδυνωδεστατων παθων ἀπολειπω , ἐφ ' ὡν πολυ και ἀθρουν αἱμα ἐκχεαι δει : προς γαρ τας σφοδροτητας των
ἐν ἀλλῳ δε συστελλεσθαι . Ὡστε το μεν κατ ' ἀθρουν διαστημα γινεσθαι την κινησιν οὑτως ἐστιν ἀπορον τοις προειρημενοις
9999895 ἐδιδαξεν
ὁτι δει και μερος της νυκτος ἀγρυπνειν ἐν τοις πολεμοις ἐδιδαξεν . ριεʹ Ἐαν δε ὁρωσι διαλεγομενους Ὡσπερ , φησιν
† † Πολυφραδμονος ἐθανεν ἐν Σικελιᾳ . Εὐπολις Ἀθηναιος . ἐδιδαξεν ἐπι ἀρχοντος Ἀπολλοδωρου , ἐφ ' οὑ και Φρυνιχος
9999895 ἐκθησομεθα
μικρομερεστερας μηδενι ἀξιολογῳ διαφερειν των προς ὁμαλην παραυξησιν ὑπεροχων . ἐκθησομεθα οὐν και ταυτας , ἱνα κατα το προχειρον ἐχωμεν
διαιρεσεως φερε και κατα την ἡμετεραν ἐπαγγελιαν την των Πλατωνικων ἐκθησομεθα . διαιρουσι τοινυν την οὐσιαν οὑτως : ἡ οὐσια
9999894 Πειριθουν
Ἠσϊονει ἐγημε την Ἠσϊονεως θυγατερα Διαν , ἐξ ἡς ἐγεννησε Πειριθουν . ἐπειθ ' ὁ μεν Ἰξιων οὐκ ἀπεδωκε τα
, και λαβειν τον κρατησαντα . τους μεντοι περι τον Πειριθουν οὐ μνηστηρας ἡκειν ἀλλ ' ἁρπασομενους πυνθανομενος συνελαβε ,
9999894 Ἑλληνιδες
πολις Ἑλωρον και Παχυνος ἀκρωτηριον . Ἀπο Παχυνου δε πολεις Ἑλληνιδες αἱδε : Καμαρινα , Γελα , Ἀκραγας , Σελινους
το πελαγος ἀνατεινουσα , και πολεις αἱδε ἐν τῃ Παλληνῃ Ἑλληνιδες : Ποτιδαια ἐν τῳ μεσῳ τον ἰσθμον ἐμφραττουσα ,
9999894 ξηραντικηϲ
. ἐϲτι δε και κακοϲτομαχοϲ οὑτοϲ και κεφαλαλγηϲ . Κομμι ξηραντικηϲ ἐϲτι και ἐμπλαϲτικηϲ δυναμεωϲ , και δηλον , ὁτι
την δευτεραν ἀποϲταϲιν . και τα φυλλα δε του δενδρου ξηραντικηϲ τε και διαφορητικηϲ εἰϲι δυναμεωϲ . Κιχοριον ἠ πικριϲ
9999894 φονευς
ὁποτερου αὐτων ἐστιν , [ ἐτι δε σαφεστερον ] ὁ φονευς ἀν ἐλεγχθειη . Οἱ τε γαρ ἁμαρτανοντες ὡν ἀν
, . * . Ἀλαστωρ : ὁ ἁμαρτωλος ἠ ὁ φονευς ἠ ὁ ἐφορων τους φονους Ζευς . κατα μεν
9999894 θειᾳ
μη προσδεισθαι ἀλλων , διαγωγης μη ἀπορειν : ἐφιστανειν τῃ θειᾳ διοικησει , τῃ αὑτων προς τἀλλα σχεσει : ἐπιβλεπειν
δυνατωτερῳ της ἑαυτων σοφιας : αὐτος δε ἀμαχῳ τινι και θειᾳ δυναμει ἀπεδωκε τῳ σκηνει την κεφαλην , και την
9999894 ἐρρυσατο
, τωι ποθωι τωι ἐκεινου . και θεριστην τις ἀετος ἐρρυσατο θανατου , ἀνθ ' ὡν αὐτος ἐξεσωσεν ἐκ δρακοντος
και συνηγορησε μοι : ἐν λογοις Αἰγυπτιων πικροις , και ἐρρυσατο με : ἐν φθονοις συν δολοις , και ὑψωσε
9999894 διωρισαμεθα
κυρειαν ἐχοντες των ψυχικων , καθ ' ὁν ἐν ἀρχῃ διωρισαμεθα τροπον , προφανη και ἀπαραποδιστα και αὐθεκαστα και ἐπιτευκτικα
, τινα ἐστι καθ ' αὑτα και ὁπως ἐχει , διωρισαμεθα . νυν δε ῥητεον ἐστι , πως ἐχει το
9999894 κλημα
μετρον , και της ἐντεριωνης ἐξελοντες , ἐμβαλλομεν εἰς το κλημα της ἀντιδοτου , εἰτα παπυρῳ περιελιξαντες το σχισθεν μερος
ἠ τριων ὀφθαλμων . Εἰ δε μειζον εἰη πανυ το κλημα , ὡς και δευτεραν καταχωσιν ὑποστηναι , ποιησεις ἐκ
9999894 ναυτικη
, ἀλλα χρησμον εἰς την Δημοσθενους πολιτειαν : και γαρ ναυτικη και πεζη στρατια και πολεις ἀρδην εἰσιν ἀνηρπασμεναι ἐκ
δυναμεως βραχεια ἀκμη πληρωματος : οὐ πολλῳ χρονῳ ἀκμαζει ἡ ναυτικη δυναμις τουτων δε παντων ἀπορωτατον : μειζονα παντων των
9999894 ἐγραφετο
και το ψηφισμα το κατηγορουμενον και οἱ νομοι . . ἐγραφετο ἡ κατηγορια και το ψηφισμα και οἱ νομοι :
θαλαττης προσκατηγορειν ἀξιουτε δικαιως ἀν ἀγαπωντες , εἰ μηδεις ὑμας ἐγραφετο . ἐγω δε ἐξιοντας μεν οὐκ εἰδον δουλος ὠν
9999894 Εὐρωτα
Ἰαμου και Εὐαδνης της ἐν Ἀρκαδιᾳ Ἀρκας . παρ ' Εὐρωτα πορον : προσεθηκε το παρ ' Εὐρωτα πορον :
δε που γης ἐστι πλην ἱνα ῥοαι του καλλιδονακος εἰσιν Εὐρωτα μονον ; διπλουν δε Τυνδαρειον ὀνομα κληιζεται , Λακεδαιμονος
9999893 ἐργασομεθα
μη ὁμαλον ᾐ το ὑποκειμενον ἐδαφος ἀλλα κοιλωμα ἐχῃ , ἐργασομεθα τῳ πυργῳ ὑποθημα τῃ ὁμοιᾳ αὐτου του πυργου συμηλοκῃ
λαθρα και ἐν παραβυστῳ . Σωπατρου . Πως τον ὁρον ἐργασομεθα ἐν αὐτῃ τῃ στασει του ὁρου δεδηλωται : ἐνιοι
9999893 ἐπαγωγα
το ἱερον καταλαβειν το ἐν Δελφοις , λεγων και ἀλλα ἐπαγωγα και ὡς τα Ἀθηναιων και ἐκ Λακεδαιμονος ἐπιτηδεια ἐξ
των τε Ἐγεσταιων και των σφετερων πρεσβεων τα τε ἀλλα ἐπαγωγα και οὐκ ἀληθη και περι των χρηματων ὡς εἰη
9999893 ἐφυγαδευσεν
ὑφ ' ἑαυτῳ ἐποιησατο : οὐ μεντοι ἠνδραποδισατο οὐδε ἀνδρας ἐφυγαδευσεν οὐδε νομους μετεστησεν : ἐξ ὡν τας περι ἐκεινα
ζωντας κατεκαυσε , των δ ' ἀλλων τους μεν πλειους ἐφυγαδευσεν , ὀλιγους δε συλλαβων ἀπεκτεινε . Κασανδρος δε πυθομενος
9999893 κυρμα
ἠν Αἰακιδαο : μισησεν δ ' ἀρα μιν δηϊων κυσι κυρμα γενεσθαι Τρῳῃσιν : τω και οἱ ἀμυνεμεν ὠρσεν ἑταιρους
δε , ὁ τετριμμενος ἐν τοις πραγμασιν . Ἀλλως . κυρμα πολλοις ἐγκεκυρηκως πραγμασι . ἀνεπτερωμαι : Οἰκειον ὀρνισι το
9999893 ἐφυλαττεν
Διονυσιος δε ἐφθονησε Χαιρεᾳ της γειτνιασεως και τον τοπον τουτον ἐφυλαττεν ἑαυτῳ . θελων οὐν ἁμα και τριβην ἐγγενεσθαι τῃ
Μινως δε ἐν τῳ λαβυρινθῳ κατα τινας χρησμους κατακλεισας αὐτον ἐφυλαττεν . ἠν δε ὁ λαβυρινθος , ὁν Δαιδαλος κατεσκευασεν
9999893 δυσχερες
θεοις ἐοικοτων , ἐκεινο δεἀλλ ' ἐγω μεν οὐδεν ἐρω δυσχερες , δεομαι δε σου τηρησαι τε ἁ ἐνομισας δικαια
ἐραν , ἀλλοτριων δε κακων ἀμνημονευτον εἰναι . ἐρωτηθεις τι δυσχερες , “ την ἐπι το χειρον , ” ἐφη
9999893 χαλεπωτερα
πολλης ἠ λιμενων ἠ ἀκροπολεων ἰσχυρων , ἁ ἐστι πολυ χαλεπωτερα και ἐπικινδυνοτερα κατεργασασθαι των ἰδιωτικων ἐπιθυμηματων . ἀλλα μεντοι
περιδεους Ἁρμοδιῳ και Ἀριστογειτονι ἐγενετο . τοις δ ' Ἀθηναιοις χαλεπωτερα μετα τουτο ἡ τυραννις κατεστη , και ὁ Ἱππιας
9999893 ἐλογιζετο
παροντα ἐφοβει , οὐχ οὑτως προνοιᾳ της ἑαυτου σωτηριας , ἐλογιζετο δε την τε αἰφνιδιον της τυραννιδος μεταβολην την τε
πατερα . Εἰεν : ἀλλα τι μαλλον ἡ Χρυσηις ταυτα ἐλογιζετο ἁ συ λεγεις ἠ ὁ Χρυσης καθ ' αὑτον
9999893 λαμπροτητι
και περιβολῃ : ταις δε ἐπ ' ἐλαττον , ὡς λαμπροτητι σεμνοτητι καλλει : οὑτω γαρ ὑπερεκπληττεται διολου τον ῥητορα
μετασχηματισμοις , οἱον τῃ σφοδροτητι , τῃ τραχυτητι , τῃ λαμπροτητι , και ὁσα τοιαυτα . Ποιον εἰδος λογοποιει καθαραν
9999893 ἐμισθωσατο
ἡ κωμῳδια , Ὑπερειδης δε ἐν τῳ ὑπερ Μικας ἐφη ἐμισθωσατο τυλυφαντας , Σοφοκλης δ ' ἐφη λινορραφη τυλεια ,
, ἰδιᾳ δε προσθεις οὐκ ἐλαττω τουτων μισθοφορους τε ξενους ἐμισθωσατο και των Φωκεων ἐπελεξε χιλιους , οὑς ὠνομασε πελταστας
9999893 γνωστικη
ἑξεως εἰναι την γνωσιν των ἀρχων . κρειττων δε ἐπιστημης γνωστικη ἑξις οὐκ ἐστιν ἀλλη ἠ νους : νους ἀρα
τον αὐτον λογον διαιρει , ἐπειδη δι ' ὁλου ἡ γνωστικη δυναμις ὁμοειδης ἐστι προς ἑαυτην , τας τε διαφορας
9999893 διενοηθη
ἑβδομαδος , ἡν ἀρχην και πηγην ἀνθρωποις ἀγαθων ἁπαντων εἰναι διενοηθη . των δε ἑπτα ἡμερων δυο , την πρωτην
της κατα τον βιον ἐν ἁπασι τοις πραττομενοις ἀρετης πολλα διενοηθη και ἀπεφθεγξατο μνημης ἀξια . [ . . .
9999893 διεβιβασε
ἀρτηριαις πλησιον οὐσαις συνηγαγε και μετ ' ἐκεινων τον τραχηλον διεβιβασε , κοινοις ὑμεσι προς αὐτας συναψασα . κατα δε
καταλαμβανουσης Εὐμενης μεν ἀγωνιων ὑπερ της ἀποσκευης παλιν εἰς τοὐπισω διεβιβασε τους Μακεδονας , εἰσηγησαμενου δε τινος των ἐγχωριων ἐπεβαλετο
9999893 ἐμαχετο
ἠ εἰ οἱ μεν συνηκολουθουν , ὁ δε ἐλθων οὐκ ἐμαχετο τῳ ἀδελφῳ ἀλλ ' ἠ συμβας ἐβασιλευσεν ἁμα αὐτῳ
τε Ἀθηναιοι ἐλθοντες συμπαρεταξαντο ὁ τε Παυσανιας οὐ προσηγεν οὐδε ἐμαχετο , ἐκ τουτου το μεν Θηβαιων πολυ μειζον φρονημα
9999893 Εὐρωταν
μερος σχιζομενον τους δυο ποταμους ἀπεργαζεται , προς νοτον μεν Εὐρωταν , προς δε ζεφυρον Ἀλφειον . Καδδε μεσην νησον
μελαθρων λωβαι : στενει δε και τις ἀμφι τον εὐροον Εὐρωταν Λακαινα πολυδακρυτος ἐν δομοις κορα , πολιον τ '
9999893 ἐπωνομασθη
βασιλεως τινος Σικελων , τοὐνομα τουτο ἐχοντος , οὑτως Ἰταλια ἐπωνομασθη . ἐλθοντες δε ἐς την Σικελιαν στρατος πολυς τους
” ἱμερος “ γε τῳ μαλιστα ἑλκοντι την ψυχην ῥῳ ἐπωνομασθη : ὁτι γαρ ἱεμενος ῥει και ἐφιεμενος των πραγματων
9999893 θαυμαζει
θεων συνεθελοντων γενοιτ ' ἀν . εἰ δε τις τουτο θαυμαζει , ὁτι πολλακις γεγραπται το συν θεῳ πραττειν ,
της ὁλης Σικελιας ἐγκεχαραγμενον μεγαλως , ὁν βασιλευς ὁ Περσων θαυμαζει και φιλει , πεμπει δε αὐτῳ κατ ' ἐτος
9999893 ἡμικυκλια
της ΑΒ το ΑΖ παραλληλογραμμον και τα ΚΓΔ , ΗΖΛ ἡμικυκλια περιενεχθεντα εἰς το αὐτο παλιν ἀποκατασταθῃ ὁθεν ἠρξατο φερεσθαι
και ἐπει ἰσα ἐστι τα ΒΕΔ , ΒΞΔ , ΚΞΝ ἡμικυκλια : ἐπι γαρ ἰσων εἰσι διαμετρων των ΒΔ ,
9999893 κολακες
το περι τας θεραπειας των ἐπιφανων εἰναι ἐκαλουντο προσκυνες και κολακες , οὑτοι οὐν συμπλεοντες τῳ Κνωπῳ , ὡς ἠδη
: τριτην τα διαβεβλημενα , οἱον ἀσωτοι , μοιχοι , κολακες : τεταρτην τα ἠθικα , οἱον γεωργοι , λιχνοι
9999892 ναυτικα
νεων ἀκροισιν ἠδη ναυτικοις ἑδωλιοις πυρος φλεγοντος , εἰς δε ναυτικα σκαφη πηδωντος ἀρδην Ἑκτορος ταφρων ὑπερ ; Τις ταυτ
ἡντινα Αἰγιναν ηὐξαντο ἀγαθων ἀνδρων ἐπιτυχειν και ἐνδοξον γενεσθαι τα ναυτικα : ηὐξαντο δε σταντες παρα τον Ἑλλανιου Διος βωμον
9999892 ἀκριβεσι
βαδιειται γεγηθως , ἀλλ ' εἰς δικαστηριον ἀπαχθεις παρ ' ἀκριβεσι λογισταις της ἀληθειας ἐξετασθησεται , ποτερον ἑκων ἀπεκτεινεν ἠ
ἑτερου ἀνδρος . αὑτη μεν οὑτως εἰπε ] οὑτως εἰπεν ἀκριβεσι λογοις και ἐξηγητικοις , ὡστε σε μαθειν . χωρις
9999892 ᾐσθετο
τουτοις ἠν : ὡς δ ' ὁ χρηστος οὑτος ὠργισμενους ᾐσθετο τους ἀνθρωπους και πεπιστευμενον αὑτον ὡς οὐ πανταπασιν ἀνοσιον
ψυχην τεταμενη εἰς μιαν συνταξιν την του ἀρχοντος ἐν αὐτῃ ᾐσθετο τε και πασα ἁμα συνηλγησεν μερους πονησαντος ὁλη ,
9999892 εἰδοϲ
ἡμερᾳ μαρτυρουϲῃ ἀπαντηϲαι την κριϲιν , ἐφεξηϲ δε το τε εἰδοϲ του νοϲηματοϲ και το ἠθοϲ : εἰδοϲ μεν λεγω
τιθυμαλλων τεφρα . Τιτανοϲ . Ἐϲτι δε και ἡ τιτανοϲ εἰδοϲ τεφραϲ , λεπτομερεϲτερα οὐϲα τηϲ ἐκ των ξυλων γιγνομενηϲ

Back