της ἐκπνοης ἡ των περιττωματων ἐκκρισις : ἡ γαρ τοι ῥυμη της ἐν ταυταις ταις ἐνεργειαις φορας του πνευματος συνεπισυρεται
υ , ῥυω , ὁ μελλων ῥυσω , ῥηματικον ὀνομα ῥυμη και ῥυτον . Ῥιγεδανος . παρα το ῥιγος .
9999216 Θετταλιᾳ
Ἡρακλει κεκμηκοτι . ταυτην ἐπειραθη καταδραμειν ὁ Φιλιππος ὠν ἐν Θετταλιᾳ , μαθοντες δε Ἀθηναιοι και περιπλευσαντες τον τοπον ἀπεωσαντο
κυων ἐς την ἀγοραν παραβαλῃ , ἀναιρουσιν αὐτον . ἐν Θετταλιᾳ δε ὁ μελλων γαμειν θυων τα γαμοδαισια ἱππον ἐσαγει
9999210 Αἰσχυλῳ
γυμνος ἀληλιμμενος τοις παιανιζουσι των ἐπινικιων ἐξηρχε . Παρ ' Αἰσχυλῳ δε την τραγῳδιαν ἐμαθε . και πολλα ἐκαινουργησεν ἐν
ἐπιφυσεις παραγωγως κοτυληδονες . και τα κυμβαλα δε παρ ' Αἰσχυλῳ κοτυλαι : χαλκοδετοις κοτυλαις ὀτοβει . Μαρσυας δε το
9999137 νῳ
χρη νοησαι μοναδα κινουμενην ; οὐτε γαρ αἰσθησει τουτο οὐτε νῳ ληπτον . και ὑπο τινος ; και γαρ οὐδε
ἀν ὠκνησα δια το σαφεστερον . συ δε παραπεμπε τῳ νῳ τας θεωριας τῳ ῥητορικῳ σου κοσμων λογῳ την τεχνην
9999133 χονδροϲ
ὁ ϲεμιδαλιτηϲ και τριτοϲ ὁ ϲυγκομιϲτοϲ . πυροι ἐφθοι ϲεμιδαλιϲ χονδροϲ . κυαμοι ϲαρκουϲι την ἑξιν οὐκ ἐϲφιγμενῃ και πυκνῃ
γλιϲχρον χυμον . ἐϲτι δε και ἡ ϲεμιδαλιϲ και ὁ χονδροϲ ἱκανωϲ γλιϲχρα . τενοντεϲ και ἀπονευρωϲειϲ και τα περι
9999114 κολοκυνθιδοϲ
φλεγματοϲ και μελαγχολιαϲ και των λοιπων κοινον καθαρτηριον . Λαθυριδων κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ χαμελαιαϲ φυλλων ξηρων ϲκαμμωνιαϲ ἐπιθυμου πολυποδιου ἀνιϲου ἀνα
μελικρατῳ : και διαϲτηϲαντα παλιν κλυζειν τῳ δια κενταυριου και κολοκυνθιδοϲ : εἰτα την ἱεραν αὐθιϲ διδοναι και ἐφεξηϲ ἀποφλεγματιϲμοιϲ
9999089 Ὀλυμπιαδι
Μηδαν γημας την του Θρᾳκων βασιλεως ἐπεισηγαγε και ταυτην τῃ Ὀλυμπιαδι , ἐπι πασαις δε Κλεοπατραν την Ἀτταλου ἀδελφιδην ἐπεισαγων
, το πελαγος . Διονυσιος : ὁς προτερον ἐπι τῃ Ὀλυμπιαδι πολιν ἐκτισεν Ἀδριαν ἐν τῳ Ἰωνικῳ κολπῳ , ἀφ
9999086 Πελοπα
Τανταλιδων και ἀπ ' αὐτου καταγεσθαι Τανταλον , ἀπο Τανταλου Πελοπα , ἀπο Πελοπος Ἀτρεα , ἀπο Ἀτρεως Ἀγαμεμνονα ,
ἐστιν εἰκων χαλκη , ταινιαν τε ἐχουσα και ἀναδειν τον Πελοπα μελλουσα ἐπι τῃ νικῃ . το δε ἑτερον του
9999079 λινῳ
μυουρα δε κατα το σχημα , και κροκυδι περιελισσειν ἠ λινῳ ἐπιμηκει , ὁπως μετα το αὐταρκη μειναι χρονον ἐπισπασθῃ
ἐπειτα πεισεται ἁσσα οἱ Αἰσα Κατακλωθες τε βαρειαι γεινομενῳ νησαντο λινῳ , ὁτε μιν τεκε μητηρ . και τας ἐν
9999069 σκορπιῳ
το πλατος αὐτης κατα τον δια μεσων ἐν χηλαις και σκορπιῳ και κριῳ και ταυρῳ , ὡς οἱ περι τον
φθινοπωρον ἐνυδρον εἰναι . Ὁτε δε ἐν οἰκῳ Ἀρεως τῳ σκορπιῳ γενηται ὁ Ζευς , ὁ χειμων ἀρχομενος ἐσται μετα
9999062 κηρυκι
! ! ! ! ! ! ! ! ] α κηρυκι [ ! ! ] ! ! ? [ !
κηρυκι των θεων και ὑπηρετῃ : ἠ ἡ γλωττα τῳ κηρυκι τουτων των ἀγγελιων , τουτεστι σοι τεμνεται : ἀντι
9999054 ἐτρεψε
ἀνηρ ἀγαθος γινεται ἐν πολεμωι . αἰψα δε δυσμενεων ἀνδρων ἐτρεψε φαλαγγας τρηχειας : σπουδηι δ ' ἐσχεθε κυμα μαχης
εἰπειν φοβεισθαι και ἀποτρεπεσθαι , ὁ δε ἀλλως την συνταξιν ἐτρεψε , φοβουμαι και ἀποτρεπομαι εἰπων . θ κἀποτρεπομαι ]
9999051 εὐπρεπη
καταλιπῃ : οὐδε γαρ ἀλλως αὐτῳ την ἐπι Ῥωμην ὁδον εὐπρεπη και ἐνδοξον ἐσεσθαι , μη της πρωτης ἐν Ἰταλιᾳ
δε και τινες των ἀλλων συγγραφεων φασιν αὐτην ἑταιραν γεγονεναι εὐπρεπη , και δια το καλλος ἐρωτικως ἐχειν αὐτης τον
9999040 θριδαξ
ἀγαγειν ἐστιν . οἱ στυφοντες φοινικες ψυχρον ἐχουσι χυμον : θριδαξ , ἰντυβοι μετριωτερον , ἀνδραχνη , μηκωνος σπερμα :
ἐστιν : ἐν μεσῳ δ ' εὐχυμων τε και κακοχυμων θριδαξ ἐστι και ἰντυβοι , και μετα ταυτα μαλαχη ,
9999038 φαρυγγι
διετελει : προ τριων ἡμερων της τελευτης , ῥεγχωδης ἐν φαρυγγι , και παλιν ἐπανιετο , ἐτελευτησεν . Ἡγησιπολιος παιδιον
προϊῃ ὁ πλευμων , ἀλλα πληρης ἐων ζεῃ ἐν τῃ φαρυγγι . Κορυζας δε και πταρμους ἐπι πασι τοισι περι
9999029 ιβʹ
προς Ϛʹ ἐκ του ἡμιολιου θʹ προς Ϛʹ και ἐπιτριτου ιβʹ προς θʹ και παλιν ἡμιολιου ιβʹ προς ηʹ και
ιδ μ , τας δε τοσαυτας μοιρας και ἐτι το ιβʹ αὐτων ἡ σεληνη κινειται μεσως ἐν ἡμερᾳ μιᾳ και
9999026 δακτυλῳ
ἐν τῳ δακτυλῳ ἀλγηματος , ἀλλα την μεν ἐφεξης τῳ δακτυλῳ , ὁτι ὁ ταρσος ἀλγει , την δε τριτην
ἐντοϲ : ἐπι δε των ἀϲυντρητων οὐκ ἀμεϲωϲ ὁμιλει τῳ δακτυλῳ το ὀργανον , ἀλλα δια μεϲου του μενοντοϲ ἀϲυντρητου
9999011 πηδαλιῳ
πρεσβυτῃ γυνη . ὡσπερ γαρ ἀκατος οὐδε μικρον πειθεται ἑνι πηδαλιῳ , το πεισμ ' ἀπορρηξασα δε ἐκ νυκτος ἑτερον
λεχθησεται : το γαρ πηδαλιον πηδαλιωτου πηδαλιον και το πηδαλιωτον πηδαλιῳ πηδαλιωτον , και ἡ κεφαλη κεφαλωτου κεφαλη και το
9999003 Κυρῳ
τα θηρια και φιλονικουντας και διωκοντας και ἀκοντιζοντας . και Κυρῳ ἡδετο οὐ δυναμενῳ σιγαν ὑπο της ἡδονης , ἀλλ
. ἀλλους δε τινας ἐφασαν λεγειν ὑπομαλακιζομενους , ὡς και Κυρῳ πιστοι ἐγενοντο και βασιλει ἀν πολλου ἀξιοι γενοιντο ,
9998991 ἠξιωθη
Κατοπτρου Εὐδοξου και Ἀντιγονου και Ἀλεξανδρου του Αἰτωλου και ὡς ἠξιωθη ὑπο του βασιλεως γραψαι ἐν ταις ἰδιαις ἐπιστολαις Ἀρατος
πειθομαι , ὁτι κατ ' ἀρετην τροπου και φυσεως γενναιοτητα ἠξιωθη ὁ Σωκρατης δαιμονιου συνουσιας : τι δε και ἠν
9998991 σαρξ
χολης , ᾑ ἀν τυχῃ ἁλισθεντα : ταυτῃ γαρ ἡ σαρξ σηπεται και ἑλκουται , και προσκατασηπει το ἐσελθον του
πληθος σαρκων , ὁταν ἀρξωμεθα αὐτο τηκειν , μειουται ἡ σαρξ , ἡ προτερον διατεινουσα το δερμα : ἐντευθεν χαλαρωτερον
9998990 Πελοψ
: ἡρωων δε των ἐν Ὀλυμπιᾳ τοσουτον προτετιμημενος ἐστιν ὁ Πελοψ ὑπο Ἠλειων ὁσον Ζευς θεων των ἀλλων . ἐστιν
Ζευς ἐν θεοις , τον Γανυμηδην ἁρπασας . ὁπερ ὁ Πελοψ μαθων τον Λαϊον κατηρασατο ἐξ οἰκειας φονευθηναι γονης .
9998982 ρκη
δ , η , ιϚ , λβ , ξδ , ρκη , σνϚ , τριπλασιῳ δε α , γ ,
. . . . . . . . . . ρκη κθ γʹ : Μοδουρα ἡ των Θεων . .
9998979 Εὐριπιδῃ
τις συγγενειος ὁ τα της συγγενειας δικαια ἐφορων παρ ' Εὐριπιδῃ . διακριτεον δ ' αὐτους τῳ τους μεν ἀπο
? [ ] ? [ ] [ παρ ] ' Εὐριπιδῃ Νεοπτολεμο ] ? [ ] Φιλοκτη ? [ Ὀδυσσευς
9998973 σκηνῃ
ἐστι περιακτος ὑψηλη : το δε βροντειον , ὑπο τῃ σκηνῃ ὀπισθεν ἀσκοι ψηφων ἐμπλεοι διωγκωμενοι φερονται κατα χαλκωματων .
και την εὐσεβειαν των φεροντων ἀγαμενος ἀνατιθησιν ἐν τῃ καθιερωμενῃ σκηνῃ της εὐχαριστιας των ἀνδρων ὑπομνημα . παγκαλη δε ἡ
9998972 Φωκιδα
χωραν ἐπορθησε και ἀπεκτεινε πολλους : την δ ' ἀλλην Φωκιδα διηλθεν ἀπραγμονως . ἀφικομενος δε εἰς Ἡρακλειαν κατεβαλε το
κρατιστοι θηρωσιν Ἰβηρες , μετ ' ἐκεινους δε οἱ την Φωκιδα γην ποτε οἰκησαντες Κελτοι , ἐπι τουτοις δε Σικελοι
9998971 Χρυσηιδα
. ὁ Ἰλιακος δι ' Ἑλενην , ὁ λοιμος δια Χρυσηιδα , Ἀχιλλεως μηνις δια Βρισηιδα , και ὁ ἱερος
: ὁ Ἰλιακος δι ' Ἑλενην , ὁ λοιμος δια Χρυσηιδα , Ἀχιλλεως μηνις δια Βρισηιδα , και ὁ ἱερος
9998965 Ἐγωγε
Καθορω . Τι δαι ; τἀμπορια και τας ὁλκαδας ; Ἐγωγε . Πως οὐν οὐ μεγαλως εὐδαιμονεις ; Ἐτι νυν
ὁτι χρωμα τι , διοτι και ἀλλα τυγχανει ὀντα ; Ἐγωγε . Και εἰ γε σε ἐκελευε λεγειν ἀλλα χρωματα
9998954 πηγανῳ
ἐξω το παν . ἐϲτωϲαν ὠν θερμαι αἱ τεγξιεϲ ξυν πηγανῳ και ἀνηθῳ , ἐμπαϲϲομενου νιτρου : και ἐπιπλαϲματα ξυν
του καστοριου : μετα δε τουτο ῥοφεειν διδοναι ἀλητον ξυν πηγανῳ ἑφθον ἠ πτισανης χυλον . Ἠν δε γυναικι μετα
9998950 σχολῃ
την στρατιαν βαρειαν οὐσαν ἠδη τῳ πληθει των ὠφελειων και σχολῃ πορευομενην . Οἱ δε Οὐολουσκοι το μεγεθος της κομιζο
. ὁστις οὐν περι των γνωριζομενων τοπων τοσαυτα ἐψευσται , σχολῃ γ ' ἀν περι των ἀγνοουμενων παρα πασιν ἀληθευειν
9998948 δακρυα
οὐν ἀδελφηι ταυτ ' ἐμηι ; μη προς θεων . δακρυα γουν γενοιτ ' ἀν . οὐκουν οὑτος οἰωνος μεγας
τυμβον ἐπ ' εὐρωεντα : κυσεν δ ' ὁ γε δακρυα χευων στηλην εὐποιητον ἀποφθιμενοιο τοκηος , και ῥα περιστεναχων
9998948 σποδῳ
. δουλειαν ] δουλικην . δουλειαν ] δουλην . ψαφαρᾳ σποδῳ ] λεπτῃ κονει . ψαφαρᾳ σποδῳ ] γῃ ,
και δυσχερως , ἀλλ ' ἀληθως και ἀναμφιβολως εἰσι τῃ σποδῳ κεκονιαμενοι , κατακεχωσμενοι , ἀνῃρημενοι . οὐδ ' ἀμφιλεκτως
9998945 Ἀσκληπιῳ
και νησον οὐκ ὀλιγην ἐργαζεται . τουτο το χωριον τεμενος Ἀσκληπιῳ παιδες Ῥωμαιων ἀνεθεσαν . . . Ἀσκληπιος μετα το
τριχας ἐκφυσαι . Ἐδοξε τις λεγειν αὐτῳ τινα θυσον τῳ Ἀσκληπιῳ . τῃ ὑστεραιᾳ μεγαλῃ συμφορᾳ ἐχρησατο : κατηνεχθη γαρ
9998942 Βοιωτιᾳ
. . . : Κτιζει δε και πολιν ἐν τῃ Βοιωτιᾳ μεγαλην , ἡντινα ἐκαλουν εἰς ἰδιον ὀνομα Καδμειαν .
: αἱ ἑπταπυλοι , ἁς ὁ Καδμος ἐκτισεν , ἐν Βοιωτιᾳ : αἱ ἑκατονταπυλοι ἐν Αἰγυπτῳ : και αἱ Ὑποπλακιοι
9998939 ζʹ
ʹʹγʹʹ λϚʹ ιβʹʹ Βαρβησολα πολις ζʹ δʹʹ λϚʹ Ϛʹʹ Καρτηϊα ζʹ ∠ ʹʹ λϚʹ Ϛʹʹ Καλπη ὀρος και στηλη της
μονομετρον . το Ϛʹ περιοδος , διπλους τροχαιος . το ζʹ προσοδιακον διμετρον ἀκαταληκτον . το ηʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον
9998932 σαρκι
προσαγορευεται , τα δ ' ἀνευ χιτωνος ἐν αὐτῃ τῃ σαρκι γινομενα τηρουντα την του γενους ὀνομασιαν ὁμωνυμως ἀποστηματα προσαγορευεται
, . . Ἐγω γαρ και μετα την ἀναστασιν ἐν σαρκι αὐτον οἰδα και πιστευω ὀντα . και ὁτε προς
9998931 Ὀλυμπιῳ
: το δε τριτον ὀλυμπικως τῳ σωτηρι τε και τῳ Ὀλυμπιῳ Διι , ἀθρει ὁτι οὐδε παναληθης ἐστιν ἡ των
ἀρχαιοις Ἀττικοις γραμμασι , Ζηνι μ ' ἀγαλμ ' ἀνεθηκαν Ὀλυμπιῳ ἐκ χερονησου τειχος ἑλοντες Ἀρατου : ἐπηρχε δε Μιλτιαδης
9998928 φοινιξ
οὐσαν νησον Δηλον , ἐν ᾑ και δυο κλαδοι ἐβλαστησαν φοινιξ και δαφνη , ἁτινα κρατησασα ἡ Λητω ἐν τῳ
τῃ τε Νασαμωνικῃ και παρ ' Ἀμμωνι και ἀλλοις ὁ φοινιξ : ἐν δε τῃ Κυρηναιᾳ κυπαρισσος και ἐλααι τε
9998922 ἠνεγκε
ὀρος Ἀρκαδιας και πολις . ἐνταυθα μιχθεις αὐτῃ ὁ Ζευς ἠνεγκε τῳ Λοκρῳ , ἱν ' ὡς ἑαυτου ἀναθρεψῃ τον
εἰπειν ἠθελησαν , ὡς δ ' εἰκασαι ῥᾳδιον , οὐκ ἠνεγκε παρευδοκιμουμενα , οὐδε ἠνεσχετο της προς σε ἁμιλλης ,
9998921 Κολχιδα
γενεσθαι . Καταπλωσαντας γαρ μακρῃ νηϊ ἐς Αἰαν τε την Κολχιδα και ἐπι Φασιν ποταμον , ἐνθευτεν , διαπρηξαμενους και
Θεσπιου παιδας και αὐτον τον στελλομενον τον πλουν ἐπι την Κολχιδα . 〚 την δε ναυν Ἀργω προσαγορευθηναι κατα μεν
9998918 βελτισθ
των γιγνομενων ἐλλειπειν . ὡστε ἑως ἀν ᾐ το τα βελτισθ ' αἱρεισθαι , οὐδ ' ἀν εἱς ἑκων ἀπατωμενος
: ἰδιωτης μεγας αὐτοις ὁ Σευθης : οἰσθας , ὠ βελτισθ ' , ὁτι ἀγαθου στρατηγου διαφερειν οὐθεν δοκει .
9998915 Μινῳ
ταις ναυσιν ἐς Τροιαν ἀναχθηναι και τουτου προτερον Θησεα δωσοντα Μινῳ δικας της Ἀνδρογεω τελευτης . Θεμιστοκλης δε ὡς ἠρξετοις
καταφιλειν . ἐκεινοι μεν οὐν ἠνιωντο ἀκουοντες . Τῳ δε Μινῳ μια τις και προς χαριν ἐδικασθη : τον γαρ
9998910 τυφλῳ
οὐκ ἀξια λεγειν . Δηλα γαρ , ἐφη , και τυφλῳ . Παντων τε δη τουτων ἀπαλλαξονται , ζησουσι τε
Καριων τον ἑαυτου δεσποτην Χρεμυλον μετα το ἐξελθειν του μαντειου τυφλῳ ἀνδρι ἑπομενον , σχετλιαζων και δυσφορων φησιν το ὡς
9998906 Συρῳ
ταφηναι λεγουσιν : ὑστερον δε και μνημα αὐτοθι ἀνδρι ᾠκοδομηθη Συρῳ . τοτε δε Δημητριος τειχισας εἰχε : χρονῳ δε
, και ὑπερφρονει του κακου : ὡς Φερεκυδης ὑπερεφρονει ἐν Συρῳ κειμενος , των μεν σαρκων αὐτῳ φθειρομενων , της
9998904 Καρκινῳ
εὑρισκονται ἐν τῳ τριτῳ δεκανῳ των Διδυμων , ἐν δε Καρκινῳ νωχελεις και δολεροι , ἐν δε Λεοντι γενναιοι και
μενοντες , ἐν πλαναις και ξενιτειαις γινομενοι . Ἐστι τῳ Καρκινῳ ὑποτεταγμενα ταδε : ἐμπροσθια , Βακτριανη : ἀριστερα ,
9998897 ζωνῃ
ἐπιφερει : μεν νωθης και ἀναστερος οἱα σεληνῃ σκεψασθαι , ζωνῃ δ ' ἀν ὁμως ἐπιτεκμηραιο Ἀνδρομεδης : ὀλιγον γαρ
χαροποι : ταις δε πραξεσι σωφρονες , ἀξιαν ἐχοντες ἐν ζωνῃ , εὐπαιδευτοι , γραμματικοι , ἰατροι , πραγματευται ,
9998894 ὁμιχλη
τον πολεμον ἀσχολουμενος μη περιεργαζηται τα σα πανουργηματα . ΓΘ ὁμιχλη κυριως ἐπι του τεθολωμενου και μη διαφανους ἀερος τασσεται
ἀχλυωδες και σκοτεινον . και ὡσπερ ἡλιου μη φαινοντος ἐπικειται ὁμιχλη , ἁμα δε τῳ φανσαι τουτον διασκεδαζει , οὑτω
9998892 ᾐσχυνθη
' , εἰ μηδενα των ἀλλων , την αὑτου μητερα ᾐσχυνθη τοις ἀπ ' ἐκεινης οἰκειοις της ἐσχατης ἐνδειας αἰτιος
. Ὁ δε οὐδεν δι ' αὐτο ἐδεισεν , οὐδε ᾐσχυνθη τοις πεπραγμενοις , ἀλλα μυθους ἐπεβαλλετο λεγειν μακρους ,
9998887 δριμεα
ταϲ ἐπιϲημουϲ εὐωδιαϲ τε και ἀρτυϲειϲ και τα ἀλλα τα δριμεα . ἀπεχεϲθω δε ἡ τιτθη και λαγνειων και πονειτω
δ ' οἰνον ἐπι τουτων ἀνακουφιζειν δει και παντα τα δριμεα ἀποζεματα , τῳ δ ' εὐκρατῳ καταχρηστεον και ἀρτῳ
9998885 Τηρεα
ἀπωρνιθωμενον και την Προκνην . ἐν ᾡ ἐσκωψε πολλα τον Τηρεα . ποτερον ὀρνις : ὁ μυθος δε λεγει τον
ἐχουσας ἀλλοφυλον : και Φιλομηλαν μεν ἀῃδονος ἐξαλλαξαι μορφην , Τηρεα δε ἐποπος , Ἑκαβην δε εἰς κυνος οἰκουρου καταστρεψαι
9998885 ξανθηϲ
τα μεν οὐν αἱματωδη πτυϲματα μετρια , τα δε τηϲ ξανθηϲ ἠ μελαινηϲ χοληϲ χαλεπα . προϲεπιϲκεπτεϲθαι δε δει και
τα ἀηδη και θυμικα : ὑπεροπτωμενηϲ δε ἐπι πλεον τηϲ ξανθηϲ χοληϲ και παχυνομενηϲ και οἱον προϲπλαττομενηϲ αὐτῳ τῳ ϲωματι
9998874 χοληϲ
δια το πληθοϲ ϲφηνωθεντοϲ την ἰδιωϲ προϲαγορευομενην γινεϲθαι φλεγμονην , χοληϲ δε ξανθηϲ κατα τι μοριον ἱϲταμενηϲ ἑρπητα , αἱματοϲ
ἑνωϲαϲ χρω : ἡ δοϲιϲ κοχλιαριον α . Καθαρτικον μελαινηϲ χοληϲ . Ὀριβαϲιου . Ὑδατοϲ # ε Γ μελιτοϲ #
9998873 Θεοπομπωι
αὐτοις προβαλειν , τας μεν ἀνω των χρονων Ἐφορωι , Θεοπομπωι δε τας μετα Θουκυδιδην Ἑλληνικας , προς την ἑκατερου
. το ἐθνικον ἐδει Βρεατης . ἐστι δε Βρεαιος παρα Θεοπομπωι κγ . . . . Βαιτιον : πολις Μακεδονιας
9998870 βελοϲ
ἀνοητοι [ ] : πεπλαϲται ? [ παρ ' Ἀριϲτοφανει βελοϲ ] ! [ ! ] ! ! , Ἀριϲτοφανηϲ
ἀφουλωθεντων μετα χρονον ϲυχνον ἀποϲταντοϲ του τοπου και ῥαγεντοϲ το βελοϲ ἐξεπηδηϲεν . Ἀκολουθον ἀν εἰη μετα την των κατα
9998857 γλυκεοϲ
μετα γυναικειου γαλακτοϲ ἠ του λευκου του ᾠου ἠ οἰνου γλυκεοϲ : χλιαρον ἐνϲταζε . και ὁ κροκωδηϲ δε τροχιϲκοϲ
και διαχωρητικωτερον γιγνεται : μιϲγειν δε και ϲιραιου και οἰνου γλυκεοϲ : εὐϲτομαχωτερον γαρ τουτο : διαχωρητικωτερον δε και το
9998856 ξηροϲ
θερμοϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ φθινοπωρινῃ ψυχροϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ χειμερινῃ ὑγροϲ και ψυχροϲ .
ταξιν , ξηραινει δε χλωροϲ μεν ὠν πρωτηϲ ταξεωϲ , ξηροϲ δε δευτεραϲ . ὁ δε καρποϲ ὁ ξηροϲ τηϲ
9998854 ἐβλεπε
δε ἡ χρωμενη ἐνετιθει αὐτον εἰς την κεφαλην και οὑτως ἐβλεπε : και οὑτως , μιας αὐτων ἀποδιδουσης τῃ ἑτερᾳ
την ἀποδημιαν : και γαρ Ἑλλαδος ἠκουε φωνης και θαλασσαν ἐβλεπε την ἀγουσαν εἰς Συρακουσας : ὡς δ ' ἡκεν
9998853 ὑγραϲ
ἀϲτραγαλων ἐλαφειων κεκαυμενων ⋖ δ ἀψινθιου χυλου ⋖ δ τερεβινθινηϲ ὑγραϲ ⋖ δ : τα ξηρα λειωϲαϲ ϲηϲαϲ λειου παλιν
δε ἐϲτι περι δυναμεωϲ τροφων εἰπειν . ὁτι μεν οὐν ὑγραϲ και ψυχραϲ εἰναι προϲηκει τροφαϲ ταϲ μελλουϲαϲ ὀνηϲειν τουϲ
9998853 φυϲιοϲ
ξυναπηλαθη παντα τηϲ νουϲου τα ἰχνια . δυναμιϲ μεν γαρ φυϲιοϲ ὑγειαν τικτει , ἀϲθενεια δε νουϲον . ἀπιτω ὠν
πεψιν ἠ ἐϲ ἀναδοϲιν αἱματοϲ γεννα : ἠδε παν ἐργον φυϲιοϲ , ἐφ ' οἱϲι εὐπνοια , εὐτονιη , εὐχροιη
9998852 ἰητρῳ
δε ἐξενηψε τηϲ δυϲθυμιηϲ : καθιϲταται γαρ την γνωμην ἐρωτι ἰητρῳ . Περι μανιηϲ . Μανιηϲ τροποι εἰδεϲι μεν μυριοι
ἀκριβεως . Ἐπει τοι γε μοι δοκεει ἀναγκαιον εἰναι παντι ἰητρῳ περι φυσιος εἰδεναι , και πανυ σπουδασαι ὡς εἰσεται
9998850 λιθουϲ
ἡϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ϲυν οἰνῳ οὐρα τε ἀγει και λιθουϲ θρυπτει ἐϲχαραϲ τε ῥηϲϲει και ὀδονταϲ πραϋνει . Ἀπαρινη
εἰϲι δε και λεπτομερειϲ , ὡϲτε και τουϲ ἐν νεφροιϲ λιθουϲ θρυπτειν και πυριαιϲ ὑϲτερων ἁρμοττειν . Ἀρτοϲ καταπλαϲϲομενοϲ διαφορητικωτεροϲ
9998850 μισθῳ
ὑπερφρονες δια την ἀνδριαν . ὁ ἀπατησας τον Ἡρακλην τῳ μισθῳ . * Αὐγειας . * των Ἠλειων . εἰς
. λογογραφον . λογογραφους γαρ ἐκαλουν οἱ παλαιοι τους ἐπι μισθῳ λογους γραφοντας και πιπρασκοντας αὐτους εἰς δικαστηρια , ῥητορας
9998850 Ἀρχιδαμῳ
στοχασμος : ἀλλως τε και λογων ἀφορμας διδωσι τουτο τῳ Ἀρχιδαμῳ : ἐρουμεν γαρ , ὡς εἰς το της Ἀθηνας
Περσων γην οὑτω καλειν , ὡσπερ ἐν τε Φιλιππῳ και Ἀρχιδαμῳ . Ἡρακλεια : Δημοσθενης ἐν τῳ κατ ' Αἰσχινου
9998849 πινῃ
την ἀνθρωπον , και διψα μιν λαμβανῃ καρτερη , και πινῃ , και μη ἀπεμεῃ : το μεν γαρ ἐς
μελικρητῳ κυαθοιϲ τριϲι ἐϲ ἡμεραϲ πλευναϲ : ἠν δε μη πινῃ τοδε , † ἐκτευξιν ξυμφορηϲ ξυν ἐλαιῳ , ἐνθα
9998849 γιγνωσκω
μεν ταυτα οὐκ εἰθισμενοι ποιειν οἱ ἱππεις εἰσιν οἰδα : γιγνωσκω δε ὁτι ἀγαθα και καλα και τοις θεαταις ἡδεα
. ἐγω δε ἁμα τε αὐτον ὁρω εὐ πραττοντα και γιγνωσκω δη αὐτου την γνωμην . εἰποι δη τις ἀν
9998849 Τυρρηνικῳ
. . . κερκουρος : εἰδος τι νεως : Δειναρχος Τυρρηνικῳ ⌈ ⌉ . . . . Λιπαρα : Δειναρχος
περιτρεπομενων διαστρεφεται τα κωλα . συμφερει δε ποτε και κηρῳ Τυρρηνικῳ τακεντι συν ἐλαιῳ προ της σπαργανωσεως ἀλειφειν τα σωματα
9998848 φρασω
τρισιν πληγαις ἀπηδεσθη το ῥαμφος . Ἐγω γαρ ὑμιν νυν φρασω . Εἰξασιν γαρ τοις παιδαριοις τουτοις , οἱ ἑκαστοτε
Μιλησιον ἀπικομενον ἐς Ἀθηνας χρηισαι σφεων βοηθεειν , ταυτα πρωτα φρασω . Ἀθηναι , ἐουσαι και πριν μεγαλαι , τοτε
9998845 ἡσυχιᾳ
ἡσυχιαν ἀγουσα , ὡς μεχρι γε του ἐκει εἰναι ἐν ἡσυχιᾳ , οὐδεν ἐτι πολυπραγμονουσα εἰς ἑν γενομενη βλεπει ,
ἀρχην διετελεσαν , εἰρηνην μεν ἀγοντες ἀπο των ἐξωθεν πολεμωνἐν ἡσυχιᾳ γαρ ἠν παντα τα διαφοραὑπο δε των ἐν τῃ
9998842 Ἀσκληπιαδῃ
περιιεναι τας του κοσμου περιοδους . ἡ ἱστορια παρα τῳ Ἀσκληπιαδῃ ἐν Τραγῳδουμενοις . ἰστεον δε , ὁτι οἱ μεν
φανερως γενομενης της διαβολης ἀπαγξασθαι . Ἡ δε ἱστορια παρα Ἀσκληπιαδῃ . . . . : [ Κυνος ταλαινης σημα
9998842 ζηλῳ
τις κτησαιτο , λεγειν τε δυνασθαι και πραττειν τα δεοντα ζηλῳ των ἀριστων και φυγῃ των χειρονων , ὁταν μητε
† ἀρχων ἐσται Δεον θεων εἰπειν , θεοις εἰπεν Ὁμηρικῳ ζηλῳ ἐκεινος γαρ ἠνασσε τοις Ἀχαιοις λεγει . ἐστι δε
9998842 γλυκυϲ
ἐριου αὐτῳ βρεχομενων και ἐπιτιθεμενων : ἀπυρετων δε ὀντων και γλυκυϲ ϲυμμετροϲ παραπλεκεϲθω τῳ πολλῳ ἐλαιῳ και ἐριοιϲ οἰϲυπηροιϲ ἀναλαμβανεϲθω
δε πινομενη και ζωμοϲ ἁλμυροϲ ἐκ τε ὀρνιθοϲ και χηνοϲ γλυκυϲ τε ϲυν κονιᾳ λαμβανομενοϲ . Και το ψυλλιον δε
9998842 Θρᾳκη
φοβειται ἡ Μακεδονια , τουτον ἡ Ἑλλας , τουτον ἡ Θρᾳκη ; νη την Ἀφροδιτην , σημερον αὐτον τοις αὐλοις
θαλασσα και Βορυσθενης , κατα δε τον συνδεσμον του βορειου Θρᾳκη , του νοτιου Ἀσια και Σαρδω . Τα δε
9998839 πικρῳ
, ἐγνων χρηναι την κακοχυμιαν καθαιρειν τῳ δια της ἀλοης πικρῳ φαρμακῳ : ἀθροως μεν οὐν οὐκ ἐτολμησα καθαιρειν τον
τραγικος Αἱμων ὁ του Σοφοκλεους ἀπεδειξατο της Ἀντιγονης ἐρων και πικρῳ ζυγομαχων πατρι τῳ Κρεοντι : και γαρ τοι και
9998836 χερσῳ
γαρ ἀνθρωποις ᾑ ἀνθρωποις και χερσαιοις οὐσι ζῳοις το ἐν χερσῳ διαγειν , ἰχθυσι δε ὑδρηλοις οὐσι το διατριβειν ἐν
' ἀρουραις , και τας ἐργασιας της μοσχειας κομιζεται τῃ χερσῳ παραπλησιως : την τε ἀροσιμον ὑπερ κεφαλης εἰναι των
9998836 ἱρῳ
το ἀστυ και τινας ὀλιγους εὑρισκουσι των Ἀθηναιων ἐν τῳ ἱρῳ ἐοντας , ταμιας τε του ἱρου και πενητας ἀνθρωπους
ὑδατος χρημα πολλον . τα δε ποιεοντες Δευκαλιωνα ἐν τῳ ἱρῳ τονδε νομον θεσθαι λεγουσι συμφορης τε και εὐεργεσιης μνημα
9998836 γαϲτροϲ
ἐϲτι γεννητικον . βλιτον δε και ἀτραφαξυϲ ὑγρα μεν και γαϲτροϲ ὑπακτικα , ὀλιγοτροφα δε . τα δε ἀκανθωδη παντα
ὑδατι γλυκει . ἁπαϲι δε τοιϲ ὀϲτρακοδερμοιϲ ὑπαρχει χυλοϲ ὑπακτικοϲ γαϲτροϲ : διο και τοιϲ χερϲαιοιϲ κοχλιοιϲ : και τουτων
9998830 Ἀλκιβιαδῃ
εἰρημενον τεινειν και προς το ὑπο Πλατωνος εἰρημενον ἐν τῳ Ἀλκιβιαδῃ , το ὁπερ τις οἰδε , μαθων ἠ εὑρων
ἐνθα ἀνεκειτο πινακιον ἐχον γης περιοδον , και προσεταξε τῳ Ἀλκιβιαδῃ την Ἀττικην ἐνταυθ ' ἀναζητειν . ὡς δ '
9998825 ἀτοπῳ
δικαιον πεφυκε γιγνεσθαι , δει προς τουτο φιλονικουντας αὑτους περιβαλλειν ἀτοπῳ τινι , μαλλον δε προοραν και φυλαττεσθαι . το
ἐνικησεν και το δευτερον ἐν Συρακοσιοις λεγομενα , και μαλα ἀτοπῳ τε και αἰσχρᾳ νικῃ τοις της νικης αἰτιοις .
9998819 Ἰλιαδι
τῳ του Καλυδωνιου συος δερματι οὑ και Ὁμηρος μνημονευει ἐν Ἰλιαδι . των Ναυβολειων : Τεμεσσα πολις Ἰταλιας ἐνθα μετα
ἐμμελως ὁτι πραϋνομαι . δοκει δε μοι και ὁ ἐν Ἰλιαδι Ἀχιλλευς , ὁ τῃ κιθαρᾳ προσᾳδων και τα κλεα
9998807 γλυκυ
και ἀπ ' ἀμφοτερων ἐς το ἡσσον . Γλυκυ οὐ γλυκυ , γλυκυ ἐς δυναμιν οἱον ὑδωρ , γλυκυ ἐς
ὡς κυαμου μεγεθος εἰς πεσσον ἐγχριστεον και καταβαπτεον εἰς ἐλαιον γλυκυ ἠ Σουσινον , ἱνα το πολυ της δηξεως ἀπαμβλυνθῃ
9998805 Κυπρι
τῳ σῳ βουλομαι κολπῳ πληκτιζεσθαι μετα της σης πυγης . Κυπρι , τι μ ' ἐκμαινεις ἐπι ταυτῃ ; μεθες
. Γλυκυ Θησεως το τεκνον βαλε και λογοις με , Κυπρι , ἱνα παν μελος συνᾳδῃ , ἀκοη , φρενες
9998805 θωρακι
ἐν δε τῃ δευτερᾳ μετα την ἐπαφαιρεσιν ἐπιθησεις παντι τῳ θωρακι της δια της θαψιας κηρωτης , εἰτ ' ἀρας
διμερη την ψυχην , το μεν λογικον ἐχουσαν ἐν τῳ θωρακι καθιδρυμενον , το δ ' ἀλογον καθ ' ὁλην
9998804 ΑΒΓΔΕΖ
ἑξαγωνου ἐγγραφεντος εἰς τον ἐντος κυκλον του ἐφ ' οὑ ΑΒΓΔΕΖ αἱ τε ἐφ ' ὡν ΚΑ ΚΒ ΚΓ ἐκ
ὁ δοθεις κυκλος ὁ ΑΒΓΔΕΖ : δει δη εἰς τον ΑΒΓΔΕΖ κυκλον ἑξαγωνον ἰσοπλευρον τε και ἰσογωνιον ἐγγραψαι . Ἠχθω
9998804 ιεʹ
ἀγονοι οἱ ἀνδρες ιδʹ . Δια τι αἱ ἡμιονοι στειραι ιεʹ . Εἰ το ἐμβρυον ζῳον ιϚʹ . Πως τρεφεται
ιδʹ . [ ιεʹ . ] Νοεμβριος : Ἀθυρ . ιεʹ . [ ιϚʹ . ] Δεκεμβριος : Χυακ .
9998803 φθορᾳ
δ ' ἐξ ὑποθεσεως και τοις ἐν γενεσει τε και φθορᾳ πασι . διο και ἐπ ' ἐκεινων μεν ἀντιστρεφει
ὀντα . Ἰστεον ὁτι πασα οὐσια των ἐν γενεσει και φθορᾳ δια γενεσεως ἐρχεται ἐκ του μη ὀντος εἰς το
9998801 λιμῳ
εἰ δ ' ὀλοη : εἰ τι των ὀρνεων ὑπερβαλλουσῃ λιμῳ κατεχομενον προσελθῃ τῳ σωματι , αὐτοθεν ἀπολλυται . το
, εἰτα θερους ὡρᾳ θερμοτατῳ ἡλιῳ ἐν κτηνει καθεψεισθαι και λιμῳ ἀει κτεινοντι ἀποθνῃσκειν και μηδε αὑτην ἀποπνιξαι ἐχειν :
9998798 ϲερεωϲ
# β , ῥοδινου # δ : την λιθαργυρον λειωϲαϲ ϲερεωϲ χυλῳ τοιϲ τηκτοιϲ ἐνεβαλον . τροφαϲ εὐδιοικητουϲ δοτεον εὐχυμουϲ
μετ ' ἀλφιτων και τριβολου χλωρου χυλοϲ και πολυγονου και ϲερεωϲ και θριδακινηϲ ϲυν τοιϲ ἀλφιτοιϲ και αὐτα δε τα
9998796 Πηλιῳ
ἡ Ὀσσα ἐπιτεθεισα τῳ Ὀλυμπῳ , και ὁ Ὀλυμπος τῳ Πηλιῳ , ἀλλα ἀπειχον του οὐρανου , ὁσον ἀπεχει ἀπατη
λο - γον εἰπειν , ὁν ποτ ' ἐν τῳ Πηλιῳ διελεχθη προς τινα των ἀπ ' Αἰτωλιας . θυμου
9998791 Σκυρῳ
τῃ ἀρᾳ τῃ ἐς τον υἱον ἀποθανειν ὑπο Λυκομηδους ἐν Σκυρῳ , Θησει δε ξενον ὀντα τον Πηλεα και κοινωνον
γινωσκειν , εἰτε τις Ἀχιλλει ποτε Βρισηις ἠρεσεν εἰτε ἐν Σκυρῳ τις ἐδοξεν εἰναι καλη , ἀλλα δουναι προς γαμον
9998789 κρηνῃ
ἐτυμολογουσιν ὁμοιως : οἱ μεν γαρ ἀπο Πισης ὁμωνυμου τῃ κρηνῃ πολεως , την δε κρηνην Πισαν εἰρησθαι , οἱον
οὐκ ἐπειθεν , ἀπῃει δυσχερανας . ἰδων δε παιδας ἐν κρηνῃ τινι των κατα την οἰκιαν ῥαφανιδας πλυνοντας ἠρετο αὐτους
9998785 βλαβησῃ
συ δε ἐπιτηρει και περιβλεπε μη τι ἐν τῃ ὁδῳ βλαβησῃ . . ζηλω ς ' ὁθουνεκ ' ἐκτος αἰτιας
ἐπισκοπος ταχυ , μεταμεληθησῃ δε δ καταληφθησῃ μοιχος και οὐ βλαβησῃ ε ἀγορασεις το κτημα ὁ ἐνθυμῃ Ϛ παραμενεις πρεσβυτερος
9998785 κτησῃ
. φιλους μη ταχυ κτω : οὑς δ ' ἀν κτησῃ μη ἀποδοκιμαζε . ἀρχε πρωτον μαθων ἀρχεσθαι . συμβουλευε
πολλους δε ἱππους , πολλους δε ἀνδρας και γυναικας καλας κτησῃ , οὑς οὐ λῃζεσθαι σε δεησει , ἀλλ '
9998782 ἑξηϲ
μαλλον ἐκκενωθῳϲι , τοϲουτον μαλλον ἡ γαϲτηρ ἰϲχεται κατα ταϲ ἑξηϲ ἡμεραϲ . ἐπιϲχεθειϲηϲ δε τηϲ γαϲτροϲ αὐτων , ἐνιεναι
γαρ ὑπνον ἐπαγει ἡδυν και τα αἰτια του πυρετου τῃ ἑξηϲ ϲυν ἑαυτῳ ἐξαγει . βουτυρον δε μεθ ' ὑδατοϲ
9998780 κρυφα
ἐς ἀλληλους διαιτησας , ἀνῃρημενου του Σερτωριου προς Λουκουλλον ἐπεπομφει κρυφα και πιστιν λαβων μετεπειθε τον Μιθριδατην ὑπεριδειν Ῥωμαιων παροδευοντων
. το δε τι και ἀνδρες των Ἀθηναιων ἐπηγον αὐτους κρυφα , ἐλπισαντες δημον τε καταπαυσειν και τα μακρα τειχη
9998776 φαρυγξ
το προσωπον ἐρυθηματα λαζεται προφανεα και δηλεομενα , και ὁ φαρυγξ αὐος , και ἡ γλωσσα τρηχειη . Αὑτη ἡ
ἐσθοντ ' ἰδοις νιν , ἀποθανοις : βρεμει μεν ὁ φαρυγξ ἐνδοθ ' , ἀραβει δ ' ἁ γναθος ,
9998773 ρκε
. μαϲτιχινον ρκγ Ἐλ . ϲτυρακινον ρκδ Ἐλ . ϲικυωνιον ρκε Ἐλ . μετωπιον ρκϚ Ἐλ . μενδηϲιον ρκζ Ἐλ
μδ λδ , ἡ δ ' ἐπι της ΓΘ μοιρων ρκε κϚ ι . ἀκολουθως δε και ἡ μεν ὑπο
9998766 σπλαγχν
ἠνεμωμενη πτεροις . σκυμνος δε πατρος κηρα μαστευων φονου εἰς σπλαγχν ' ἐχιδνης αὐτοχειρ βαψει ξιφος , κακον μιασμ '
συμπλεουσιν ὁποσον ἐπιβαλλει μερος τιθεις , τα θ ' αὑτου σπλαγχν ' ἑκαστος ἐσθιει . ἀλλ ' ἑτερος εἰσπεπλευκεν ἐκ
9998766 ξυλῳ
διαφυγοιεν θηραν , ἡς τοιοσδε τις ὁ τροπος ἐστι : ξυλῳ παχει και κατα πηχυν ἑνα βραχει μολυβδον οἱ ἁλιεις
τα ἐπι των γενειων ἐξανθηματα . ] Σιδηρον πεπυρακτωμενον ἐπιβαλε ξυλῳ καλουμενῳ παλιουρῳ , και το ἐπιγιγνομενον ὑγρον λαβων καταχριε
9998765 ϲκελοϲ
ἐπι το ὑγιεϲ πλευρον κειμενου του ἀνθρωπου το μεν ὑγιεϲ ϲκελοϲ μεταξυ των φλιων τουτων ἀγαγωμεν ὑπο την οἱον βαθμιδα
εἰ δε μετα χρονον , ἀπο του κατα το πεπονθοϲ ϲκελοϲ ϲφυρου την ἀφαιρεϲιν ποιηϲωμεθα . και κατα μεν τουϲ
9998764 Αἰακιδαο
. ” Ὡς ἐφατ ' : ᾐνησαν δε νεοι ἐπος Αἰακιδαο . ῥιμφα δε νη ' ἐπιβαντες ἐπερρωοντ ' ἐλατῃσιν
κακος δε τις ἠπαφε δαιμων : ἑρκος γαρ πολεμοιο δεδουποτος Αἰακιδαο μουνον ἐτ ' ἠν Αἰαντος ἐυ σθενος . Ἀλλ
9998764 ξυνεβη
και οὐχι ἐς ναυμαχιαν μαλλον ἠ ἐπι στρατειαν ἐπλεομεν : ξυνεβη δε και τα ἀπο της τυχης οὐκ ὀλιγα ἐναντιωθηναι
και διεφθειραν τας πασας ἐς διακοσιας . χρονῳ δε ὑστερον ξυνεβη Θασιους αὐτων ἀποστηναι , διενεχθεντας περι των ἐν τῃ

Back