. μαϲτιχινον ρκγ Ἐλ . ϲτυρακινον ρκδ Ἐλ . ϲικυωνιον ρκε Ἐλ . μετωπιον ρκϚ Ἐλ . μενδηϲιον ρκζ Ἐλ
μδ λδ , ἡ δ ' ἐπι της ΓΘ μοιρων ρκε κϚ ι . ἀκολουθως δε και ἡ μεν ὑπο
9999511 δακρυα
οὐν ἀδελφηι ταυτ ' ἐμηι ; μη προς θεων . δακρυα γουν γενοιτ ' ἀν . οὐκουν οὑτος οἰωνος μεγας
τυμβον ἐπ ' εὐρωεντα : κυσεν δ ' ὁ γε δακρυα χευων στηλην εὐποιητον ἀποφθιμενοιο τοκηος , και ῥα περιστεναχων
9999488 ἡσυχιᾳ
ἡσυχιαν ἀγουσα , ὡς μεχρι γε του ἐκει εἰναι ἐν ἡσυχιᾳ , οὐδεν ἐτι πολυπραγμονουσα εἰς ἑν γενομενη βλεπει ,
ἀρχην διετελεσαν , εἰρηνην μεν ἀγοντες ἀπο των ἐξωθεν πολεμωνἐν ἡσυχιᾳ γαρ ἠν παντα τα διαφοραὑπο δε των ἐν τῃ
9999486 φαρυγγι
διετελει : προ τριων ἡμερων της τελευτης , ῥεγχωδης ἐν φαρυγγι , και παλιν ἐπανιετο , ἐτελευτησεν . Ἡγησιπολιος παιδιον
προϊῃ ὁ πλευμων , ἀλλα πληρης ἐων ζεῃ ἐν τῃ φαρυγγι . Κορυζας δε και πταρμους ἐπι πασι τοισι περι
9999485 χονδροϲ
ὁ ϲεμιδαλιτηϲ και τριτοϲ ὁ ϲυγκομιϲτοϲ . πυροι ἐφθοι ϲεμιδαλιϲ χονδροϲ . κυαμοι ϲαρκουϲι την ἑξιν οὐκ ἐϲφιγμενῃ και πυκνῃ
γλιϲχρον χυμον . ἐϲτι δε και ἡ ϲεμιδαλιϲ και ὁ χονδροϲ ἱκανωϲ γλιϲχρα . τενοντεϲ και ἀπονευρωϲειϲ και τα περι
9999478 ῥιζα
του ἀκορου και το λευκον και της λευκης ἀμπελου ἡ ῥιζα ἠ λαπαθου ἀγριου της ῥιζης μετα σκιλλης τριωβολον ἠ
ὑποδασυς : ἀνθη λευκα , ὑποχλωρα : σπερμα μελαν : ῥιζα μακρα , στρυφνη , παχος ἐχουσα δακτυλου . φυεται
9999477 γαϲτροϲ
ἐϲτι γεννητικον . βλιτον δε και ἀτραφαξυϲ ὑγρα μεν και γαϲτροϲ ὑπακτικα , ὀλιγοτροφα δε . τα δε ἀκανθωδη παντα
ὑδατι γλυκει . ἁπαϲι δε τοιϲ ὀϲτρακοδερμοιϲ ὑπαρχει χυλοϲ ὑπακτικοϲ γαϲτροϲ : διο και τοιϲ χερϲαιοιϲ κοχλιοιϲ : και τουτων
9999468 δακτυλῳ
ἐν τῳ δακτυλῳ ἀλγηματος , ἀλλα την μεν ἐφεξης τῳ δακτυλῳ , ὁτι ὁ ταρσος ἀλγει , την δε τριτην
ἐντοϲ : ἐπι δε των ἀϲυντρητων οὐκ ἀμεϲωϲ ὁμιλει τῳ δακτυλῳ το ὀργανον , ἀλλα δια μεϲου του μενοντοϲ ἀϲυντρητου
9999459 Καρκινῳ
εὑρισκονται ἐν τῳ τριτῳ δεκανῳ των Διδυμων , ἐν δε Καρκινῳ νωχελεις και δολεροι , ἐν δε Λεοντι γενναιοι και
μενοντες , ἐν πλαναις και ξενιτειαις γινομενοι . Ἐστι τῳ Καρκινῳ ὑποτεταγμενα ταδε : ἐμπροσθια , Βακτριανη : ἀριστερα ,
9999459 δριμεα
ταϲ ἐπιϲημουϲ εὐωδιαϲ τε και ἀρτυϲειϲ και τα ἀλλα τα δριμεα . ἀπεχεϲθω δε ἡ τιτθη και λαγνειων και πονειτω
δ ' οἰνον ἐπι τουτων ἀνακουφιζειν δει και παντα τα δριμεα ἀποζεματα , τῳ δ ' εὐκρατῳ καταχρηστεον και ἀρτῳ
9999452 σκηνῃ
ἐστι περιακτος ὑψηλη : το δε βροντειον , ὑπο τῃ σκηνῃ ὀπισθεν ἀσκοι ψηφων ἐμπλεοι διωγκωμενοι φερονται κατα χαλκωματων .
και την εὐσεβειαν των φεροντων ἀγαμενος ἀνατιθησιν ἐν τῃ καθιερωμενῃ σκηνῃ της εὐχαριστιας των ἀνδρων ὑπομνημα . παγκαλη δε ἡ
9999451 Ἀτθιδι
και ταυτα , ὁποια λεγεται , προτερον ἐτι ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ . Περσει δ ' ἐς Λιβυην και ἐπι
ὑπο Νηλεως του Κοδρου κτισθεισων , ὡς φησιν Ἑλλανικος ἐν Ἀτθιδι . . . : οὐκετι Κολαινις ] φησι δε
9999447 ἱρῳ
το ἀστυ και τινας ὀλιγους εὑρισκουσι των Ἀθηναιων ἐν τῳ ἱρῳ ἐοντας , ταμιας τε του ἱρου και πενητας ἀνθρωπους
ὑδατος χρημα πολλον . τα δε ποιεοντες Δευκαλιωνα ἐν τῳ ἱρῳ τονδε νομον θεσθαι λεγουσι συμφορης τε και εὐεργεσιης μνημα
9999438 Αἰσχυλῳ
γυμνος ἀληλιμμενος τοις παιανιζουσι των ἐπινικιων ἐξηρχε . Παρ ' Αἰσχυλῳ δε την τραγῳδιαν ἐμαθε . και πολλα ἐκαινουργησεν ἐν
ἐπιφυσεις παραγωγως κοτυληδονες . και τα κυμβαλα δε παρ ' Αἰσχυλῳ κοτυλαι : χαλκοδετοις κοτυλαις ὀτοβει . Μαρσυας δε το
9999435 σκηπτρῳ
διετυπωσεν , ὁτι δη ὁ ἀετος ἐπικαθημενος τῳ του Διος σκηπτρῳ και κατακηλουμενος ταις μουσικαις ᾠδαις εἰς ὑπνον καταγεται ,
ἑκαστος ἐχει και σκηπτρον χειροποιητον : ἐπ ' ἑκαστῳ δε σκηπτρῳ ἐπεστι πεποιημενον ἠ μηλον ἠ ῥοδον ἠ κρινον ἠ
9999434 Θετταλιᾳ
Ἡρακλει κεκμηκοτι . ταυτην ἐπειραθη καταδραμειν ὁ Φιλιππος ὠν ἐν Θετταλιᾳ , μαθοντες δε Ἀθηναιοι και περιπλευσαντες τον τοπον ἀπεωσαντο
κυων ἐς την ἀγοραν παραβαλῃ , ἀναιρουσιν αὐτον . ἐν Θετταλιᾳ δε ὁ μελλων γαμειν θυων τα γαμοδαισια ἱππον ἐσαγει
9999430 βελτισθ
των γιγνομενων ἐλλειπειν . ὡστε ἑως ἀν ᾐ το τα βελτισθ ' αἱρεισθαι , οὐδ ' ἀν εἱς ἑκων ἀπατωμενος
: ἰδιωτης μεγας αὐτοις ὁ Σευθης : οἰσθας , ὠ βελτισθ ' , ὁτι ἀγαθου στρατηγου διαφερειν οὐθεν δοκει .
9999428 κολοκυνθιδοϲ
φλεγματοϲ και μελαγχολιαϲ και των λοιπων κοινον καθαρτηριον . Λαθυριδων κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ χαμελαιαϲ φυλλων ξηρων ϲκαμμωνιαϲ ἐπιθυμου πολυποδιου ἀνιϲου ἀνα
μελικρατῳ : και διαϲτηϲαντα παλιν κλυζειν τῳ δια κενταυριου και κολοκυνθιδοϲ : εἰτα την ἱεραν αὐθιϲ διδοναι και ἐφεξηϲ ἀποφλεγματιϲμοιϲ
9999425 γλυκυ
και ἀπ ' ἀμφοτερων ἐς το ἡσσον . Γλυκυ οὐ γλυκυ , γλυκυ ἐς δυναμιν οἱον ὑδωρ , γλυκυ ἐς
ὡς κυαμου μεγεθος εἰς πεσσον ἐγχριστεον και καταβαπτεον εἰς ἐλαιον γλυκυ ἠ Σουσινον , ἱνα το πολυ της δηξεως ἀπαμβλυνθῃ
9999420 ἀκμηϲ
περιεχομενῳ τινι τεταρταιων δουναι τηϲ θηριακηϲ προ τηϲ του νοϲηματοϲ ἀκμηϲ : εἰτ ' αὐξηθεντων ἁπαντων ϲυνεχηϲ διαδεξαμενοϲ πυρετοϲ ἀπεκτεινε
περιγλυπτεον , ἐπι δε των μικροτερων μειζονα τοπον δια τηϲ ἀκμηϲ περιγραπτεον : ἀναϲταθειϲηϲ δε δηλονοτι τηϲ ϲαρκοϲ ἀγκιϲτρῳ ἠ
9999420 ὀργῃ
οἱ δε πεζοι ὡς ἑκαστοις προὐχωρει ἐσωζοντο . ἐνθα δη ὀργῃ οὐχ οὑτως τι οἱ Μακεδονες , ἀλλα Φωκεις τε
οὐδεν ἀρα οὑτως βεβαιως δεδησεται , οὐ νοσῳ , οὐκ ὀργῃ , οὐ τυχῃ οὐδεμιᾳ , ὁ μη οἱον τ
9999419 φρασω
τρισιν πληγαις ἀπηδεσθη το ῥαμφος . Ἐγω γαρ ὑμιν νυν φρασω . Εἰξασιν γαρ τοις παιδαριοις τουτοις , οἱ ἑκαστοτε
Μιλησιον ἀπικομενον ἐς Ἀθηνας χρηισαι σφεων βοηθεειν , ταυτα πρωτα φρασω . Ἀθηναι , ἐουσαι και πριν μεγαλαι , τοτε
9999403 Ὀλυμπιαδι
Μηδαν γημας την του Θρᾳκων βασιλεως ἐπεισηγαγε και ταυτην τῃ Ὀλυμπιαδι , ἐπι πασαις δε Κλεοπατραν την Ἀτταλου ἀδελφιδην ἐπεισαγων
, το πελαγος . Διονυσιος : ὁς προτερον ἐπι τῃ Ὀλυμπιαδι πολιν ἐκτισεν Ἀδριαν ἐν τῳ Ἰωνικῳ κολπῳ , ἀφ
9999402 βλαβησῃ
συ δε ἐπιτηρει και περιβλεπε μη τι ἐν τῃ ὁδῳ βλαβησῃ . . ζηλω ς ' ὁθουνεκ ' ἐκτος αἰτιας
ἐπισκοπος ταχυ , μεταμεληθησῃ δε δ καταληφθησῃ μοιχος και οὐ βλαβησῃ ε ἀγορασεις το κτημα ὁ ἐνθυμῃ Ϛ παραμενεις πρεσβυτερος
9999400 ιβʹ
προς Ϛʹ ἐκ του ἡμιολιου θʹ προς Ϛʹ και ἐπιτριτου ιβʹ προς θʹ και παλιν ἡμιολιου ιβʹ προς ηʹ και
ιδ μ , τας δε τοσαυτας μοιρας και ἐτι το ιβʹ αὐτων ἡ σεληνη κινειται μεσως ἐν ἡμερᾳ μιᾳ και
9999393 σποδῳ
. δουλειαν ] δουλικην . δουλειαν ] δουλην . ψαφαρᾳ σποδῳ ] λεπτῃ κονει . ψαφαρᾳ σποδῳ ] γῃ ,
και δυσχερως , ἀλλ ' ἀληθως και ἀναμφιβολως εἰσι τῃ σποδῳ κεκονιαμενοι , κατακεχωσμενοι , ἀνῃρημενοι . οὐδ ' ἀμφιλεκτως
9999392 ἠνεγκε
ὀρος Ἀρκαδιας και πολις . ἐνταυθα μιχθεις αὐτῃ ὁ Ζευς ἠνεγκε τῳ Λοκρῳ , ἱν ' ὡς ἑαυτου ἀναθρεψῃ τον
εἰπειν ἠθελησαν , ὡς δ ' εἰκασαι ῥᾳδιον , οὐκ ἠνεγκε παρευδοκιμουμενα , οὐδε ἠνεσχετο της προς σε ἁμιλλης ,
9999387 πικρῳ
, ἐγνων χρηναι την κακοχυμιαν καθαιρειν τῳ δια της ἀλοης πικρῳ φαρμακῳ : ἀθροως μεν οὐν οὐκ ἐτολμησα καθαιρειν τον
τραγικος Αἱμων ὁ του Σοφοκλεους ἀπεδειξατο της Ἀντιγονης ἐρων και πικρῳ ζυγομαχων πατρι τῳ Κρεοντι : και γαρ τοι και
9999385 Ἀσκληπιῳ
και νησον οὐκ ὀλιγην ἐργαζεται . τουτο το χωριον τεμενος Ἀσκληπιῳ παιδες Ῥωμαιων ἀνεθεσαν . . . Ἀσκληπιος μετα το
τριχας ἐκφυσαι . Ἐδοξε τις λεγειν αὐτῳ τινα θυσον τῳ Ἀσκληπιῳ . τῃ ὑστεραιᾳ μεγαλῃ συμφορᾳ ἐχρησατο : κατηνεχθη γαρ
9999380 Ξανθοιο
δ ' ἀρα κυμα κατεσσυτο καλα ῥεεθρα . Αὐταρ ἐπει Ξανθοιο δαμη μενος , οἱ μεν ἐπειτα παυσασθην , Ἡρη
παντες δε θεους ὡς εἰσοροωσι , και τεμενος νεμομεσθα μεγα Ξανθοιο παρ ' ὀχθας καλον φυταλιης και ἀρουρης πυροφοροιο ;
9999376 πηγανῳ
ἐξω το παν . ἐϲτωϲαν ὠν θερμαι αἱ τεγξιεϲ ξυν πηγανῳ και ἀνηθῳ , ἐμπαϲϲομενου νιτρου : και ἐπιπλαϲματα ξυν
του καστοριου : μετα δε τουτο ῥοφεειν διδοναι ἀλητον ξυν πηγανῳ ἑφθον ἠ πτισανης χυλον . Ἠν δε γυναικι μετα
9999376 ξηροϲ
θερμοϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ φθινοπωρινῃ ψυχροϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ χειμερινῃ ὑγροϲ και ψυχροϲ .
ταξιν , ξηραινει δε χλωροϲ μεν ὠν πρωτηϲ ταξεωϲ , ξηροϲ δε δευτεραϲ . ὁ δε καρποϲ ὁ ξηροϲ τηϲ
9999373 θωρακι
ἐν δε τῃ δευτερᾳ μετα την ἐπαφαιρεσιν ἐπιθησεις παντι τῳ θωρακι της δια της θαψιας κηρωτης , εἰτ ' ἀρας
διμερη την ψυχην , το μεν λογικον ἐχουσαν ἐν τῳ θωρακι καθιδρυμενον , το δ ' ἀλογον καθ ' ὁλην
9999370 Ἀκουε
εἰσιν αἱ πονηριαι ἀφ ' ὡν δει ἡμας ἐγκρατευεσθαι ; Ἀκουε , φησιν : ἀπο μοιχειας και πορνειας , ἀπο
κτυπος οὐατα βαλλει και μαντευομαι τι ἀγαθον ἀκουσεσθαι μεγα . Ἀκουε , ξενε : παρελθοι δε με , ὠ Πρωτεσιλεω
9999369 Κυρῳ
τα θηρια και φιλονικουντας και διωκοντας και ἀκοντιζοντας . και Κυρῳ ἡδετο οὐ δυναμενῳ σιγαν ὑπο της ἡδονης , ἀλλ
. ἀλλους δε τινας ἐφασαν λεγειν ὑπομαλακιζομενους , ὡς και Κυρῳ πιστοι ἐγενοντο και βασιλει ἀν πολλου ἀξιοι γενοιντο ,
9999362 Εὐριπιδῃ
τις συγγενειος ὁ τα της συγγενειας δικαια ἐφορων παρ ' Εὐριπιδῃ . διακριτεον δ ' αὐτους τῳ τους μεν ἀπο
? [ ] ? [ ] [ παρ ] ' Εὐριπιδῃ Νεοπτολεμο ] ? [ ] Φιλοκτη ? [ Ὀδυσσευς
9999361 λιπε
πεδιον , τοθι περ νυν αἰσυλα ῥεζεις . Ὡς φαμενον λιπε θυμος , ἐβη δ ' ἀφαρ Ἀιδος εἰσω .
αἰτιωδως παραλαμβανομενον , ἐχειν χρονικον παρακειμενον ἐπιρρημα , ἐπει δη λιπε δωμα Καλυψους ἠυκομοιο , ἐπει Τροιης ἱερον πτολιεθρον ἐπερσεν
9999360 ρκη
δ , η , ιϚ , λβ , ξδ , ρκη , σνϚ , τριπλασιῳ δε α , γ ,
. . . . . . . . . . ρκη κθ γʹ : Μοδουρα ἡ των Θεων . .
9999354 λυθρῳ
: θεων δ ' ἐξερρεε δακρυ , και νηοι δευοντο λυθρῳ : στοναχαι δ ' ἐφεροντο ἐκποθεν ἀπροφατοιο : περισσειοντο
βλημενου ἐν κονιῃσι , περι μελεεσσι δε θωρηξ δευετο φοινηεντι λυθρῳ . Ὁ δε λοιγιον ἐγχος ἐκ χροος ἐξειρυσσε και
9999354 Ὀλυμπιῳ
: το δε τριτον ὀλυμπικως τῳ σωτηρι τε και τῳ Ὀλυμπιῳ Διι , ἀθρει ὁτι οὐδε παναληθης ἐστιν ἡ των
ἀρχαιοις Ἀττικοις γραμμασι , Ζηνι μ ' ἀγαλμ ' ἀνεθηκαν Ὀλυμπιῳ ἐκ χερονησου τειχος ἑλοντες Ἀρατου : ἐπηρχε δε Μιλτιαδης
9999353 κηρυκι
! ! ! ! ! ! ! ! ] α κηρυκι [ ! ! ] ! ! ? [ !
κηρυκι των θεων και ὑπηρετῃ : ἠ ἡ γλωττα τῳ κηρυκι τουτων των ἀγγελιων , τουτεστι σοι τεμνεται : ἀντι
9999350 γιγνωσκω
μεν ταυτα οὐκ εἰθισμενοι ποιειν οἱ ἱππεις εἰσιν οἰδα : γιγνωσκω δε ὁτι ἀγαθα και καλα και τοις θεαταις ἡδεα
. ἐγω δε ἁμα τε αὐτον ὁρω εὐ πραττοντα και γιγνωσκω δη αὐτου την γνωμην . εἰποι δη τις ἀν
9999348 ἀτοπῳ
δικαιον πεφυκε γιγνεσθαι , δει προς τουτο φιλονικουντας αὑτους περιβαλλειν ἀτοπῳ τινι , μαλλον δε προοραν και φυλαττεσθαι . το
ἐνικησεν και το δευτερον ἐν Συρακοσιοις λεγομενα , και μαλα ἀτοπῳ τε και αἰσχρᾳ νικῃ τοις της νικης αἰτιοις .
9999348 χαλκιτεωϲ
Ϛ , κομμεωϲ # δ , καδμιαϲ , ὀπιου , χαλκιτεωϲ κεκαυμενηϲ , κροκου , ἀλοηϲ ἡπατιτιδοϲ , καϲτοριου ,
δε ἐπι τουτοιϲ γενομενηϲ και πυου μη ὑποπιπτοντοϲ τῳ δια χαλκιτεωϲ ἐμπλαϲτρῳ φαρμακῳ θεραπευειν ἠ τινι των ὁμοιων των προϲ
9999347 φοινιξ
οὐσαν νησον Δηλον , ἐν ᾑ και δυο κλαδοι ἐβλαστησαν φοινιξ και δαφνη , ἁτινα κρατησασα ἡ Λητω ἐν τῳ
τῃ τε Νασαμωνικῃ και παρ ' Ἀμμωνι και ἀλλοις ὁ φοινιξ : ἐν δε τῃ Κυρηναιᾳ κυπαρισσος και ἐλααι τε
9999345 Εὐρυσθεα
τοι ] ἀεικες ἐστ ' ἐχοντα προς πατραν μολειν . Εὐρυσθεα γαρ πως δοκεις ἀν ἀσμενον , ἐμ ' εἰ
δικαιον δε νομιζοντες εἰναι , οὐ προτερας ἐχθρας ὑπαρχουσης προς Εὐρυσθεα , οὐδε κερδους προκειμενου πλην δοξης ἀγαθης , τοσουτον
9999345 χολῃ
τευθου , οἱα τε σηπιαδος φυξηλιδος ἡ τε μελαινει οἰδμα χολῃ δολοεντα μαθους ' ἀγρωστορος ὁρμην . των ἠτοι ζοφοεις
. ς κηρου # α ⊂ χαμαιμηλινου το ἀρκουν : χολῃ ταυρειᾳ λειου τα ξηρα . και ἑνωσας χρω ἐνετεον
9999342 χερσῳ
γαρ ἀνθρωποις ᾑ ἀνθρωποις και χερσαιοις οὐσι ζῳοις το ἐν χερσῳ διαγειν , ἰχθυσι δε ὑδρηλοις οὐσι το διατριβειν ἐν
' ἀρουραις , και τας ἐργασιας της μοσχειας κομιζεται τῃ χερσῳ παραπλησιως : την τε ἀροσιμον ὑπερ κεφαλης εἰναι των
9999338 Καδμιαϲ
⋖ β : ὑδωρ ὀμβριον . ϲαρκοι και ἀποκρουει . Καδμιαϲ , τραγακανθηϲ ἀνα # η , ψιμυθιου # λβ
: οἰνῳ Ἰταλικῳ . ἡ χρηϲιϲ δι ' ᾠου . Καδμιαϲ πεπλυμενηϲ , λιθου αἱματιτου πεπλυμενου ἀνα ⋖ κη ,
9999338 Πηλιῳ
ἡ Ὀσσα ἐπιτεθεισα τῳ Ὀλυμπῳ , και ὁ Ὀλυμπος τῳ Πηλιῳ , ἀλλα ἀπειχον του οὐρανου , ὁσον ἀπεχει ἀπατη
λο - γον εἰπειν , ὁν ποτ ' ἐν τῳ Πηλιῳ διελεχθη προς τινα των ἀπ ' Αἰτωλιας . θυμου
9999335 ἐξαιφνηϲ
πλειοϲιν ἐξωθεν αἰτιοιϲ τουτο το παθοϲ ἑπεται . ἐπειδαν οὐν ἐξαιφνηϲ φλεγμηνῃ τι μοριον ἀνευ του προηγηϲαϲθαι φανεραν αἰτιαν ,
πολλαι μεν αὐθιϲ ἐπανηνεγκαν , τινεϲ δε κατα τουϲ παροξυϲμουϲ ἐξαιφνηϲ ἀπωλοντο των μεν ϲφυγμων πυκνουμενων τε και ὑποϲπαιροντων ἀτακτωϲ
9999331 λινῳ
μυουρα δε κατα το σχημα , και κροκυδι περιελισσειν ἠ λινῳ ἐπιμηκει , ὁπως μετα το αὐταρκη μειναι χρονον ἐπισπασθῃ
ἐπειτα πεισεται ἁσσα οἱ Αἰσα Κατακλωθες τε βαρειαι γεινομενῳ νησαντο λινῳ , ὁτε μιν τεκε μητηρ . και τας ἐν
9999329 ἠξιωθη
Κατοπτρου Εὐδοξου και Ἀντιγονου και Ἀλεξανδρου του Αἰτωλου και ὡς ἠξιωθη ὑπο του βασιλεως γραψαι ἐν ταις ἰδιαις ἐπιστολαις Ἀρατος
πειθομαι , ὁτι κατ ' ἀρετην τροπου και φυσεως γενναιοτητα ἠξιωθη ὁ Σωκρατης δαιμονιου συνουσιας : τι δε και ἠν
9999328 ληθῃ
τεχνας εἰσαγομενοι περικρατησαι των εἰς αὐτας θεωρηματων ἀδυνατουμεν εὐθυς : ληθῃ οὐν κατ ' ἀρχας χρωμενοι παλιν ἀναμιμνῃσκομεθα , ἑως
και τα μεν ἀλλα , ὁσα τουτους ἐπιεζε δηλονοτι τῃ ληθῃ παραπεμποντων , την του ποιμενος δε στερησιν ἐπι νουν
9999323 κενωϲεωϲ
και μαϲτιχηϲ . ἱκανηϲ δε και δια του ϲτοματοϲ γιγνομενηϲ κενωϲεωϲ τῃ δια του ἀγαρικου ἐμπλαϲτρῳ ἠ τῳ δια καχρυοϲ
των ἀλλων ἀπαλλαττοιτο ϲυμπτωματων εὐχρουϲτεροϲ τε γιγνοιτο προϲ λογον τηϲ κενωϲεωϲ εὐϲφυκτοτεροϲ τε εἰη και ἰϲχυροτεροϲ ἐν ταιϲ ἐπαναϲταϲεϲι ,
9999320 σχολῃ
την στρατιαν βαρειαν οὐσαν ἠδη τῳ πληθει των ὠφελειων και σχολῃ πορευομενην . Οἱ δε Οὐολουσκοι το μεγεθος της κομιζο
. ὁστις οὐν περι των γνωριζομενων τοπων τοσαυτα ἐψευσται , σχολῃ γ ' ἀν περι των ἀγνοουμενων παρα πασιν ἀληθευειν
9999318 γλυκεα
, δι ' ὁ και τα πολλα των ἀνθων ἐστι γλυκεα . Και τουτο κατα λογον ἐκλελυμενην τε και θηλυτεραν
διδοσθω , πολεμιωτατον δε αὐτοις το ψυχρον : τα δε γλυκεα παντα των προποματων παραιτητεα . Τα μεν οὐν κατα
9999317 ἠξιωσε
τῳ τοτε βασιλει Κορινθου Πολυβῳ : ὁς λαβων αὐτον ἐπιμελειας ἠξιωσε και εἰς ἀνδρων ἡλικιαν ἠγαγεν . ἐπειτα δε ὁ
ἀγαπησαντας τον ἀληθη θεον και ἀνταγαπηθεντας προς αὐτου , ὁς ἠξιωσε , καθαπερ δηλουσιν οἱ χρησμοι , δια τας ὑπερβολας
9999317 πηδαλιῳ
πρεσβυτῃ γυνη . ὡσπερ γαρ ἀκατος οὐδε μικρον πειθεται ἑνι πηδαλιῳ , το πεισμ ' ἀπορρηξασα δε ἐκ νυκτος ἑτερον
λεχθησεται : το γαρ πηδαλιον πηδαλιωτου πηδαλιον και το πηδαλιωτον πηδαλιῳ πηδαλιωτον , και ἡ κεφαλη κεφαλωτου κεφαλη και το
9999316 εὐπρεπη
καταλιπῃ : οὐδε γαρ ἀλλως αὐτῳ την ἐπι Ῥωμην ὁδον εὐπρεπη και ἐνδοξον ἐσεσθαι , μη της πρωτης ἐν Ἰταλιᾳ
δε και τινες των ἀλλων συγγραφεων φασιν αὐτην ἑταιραν γεγονεναι εὐπρεπη , και δια το καλλος ἐρωτικως ἐχειν αὐτης τον
9999316 λοχῳ
δε βωμον τονδε και πυρος σελας κυκλῳ περιστητ ' ἐν λοχῳ τ ' ἀπειρονι εὐξασθε ὁπου γαρ ἰσχυς συζυγουσι και
ἑπτα λοχοι γινονται τετρακοσιοι τεσσαρακοντα ὀκτω ἐν δ ' ἑκαστῳ λοχῳ πεντηκοστυες ἠσαν τεσσαρες : πεντηκοστυες , τα ἐκ πεντηκοντα
9999315 ηὐξηθη
Δημοσθενους ἐν τῳ λεγειν δυναμις ἐπ ' ἀπωλειᾳ της Ἑλλαδος ηὐξηθη ” . Ὁ αὐτος ἐφη , ὡσπερ ἀγωνιστου γινεσθαι
Ἰοκαστην . . ἱν ' ἐτραφη ] ὁπου σπερμα καταβληθεις ηὐξηθη . . ῥιζαν ] γονην . αἱματοεσσαν ] συγγενικην
9999310 Αἰακιδαο
. ” Ὡς ἐφατ ' : ᾐνησαν δε νεοι ἐπος Αἰακιδαο . ῥιμφα δε νη ' ἐπιβαντες ἐπερρωοντ ' ἐλατῃσιν
κακος δε τις ἠπαφε δαιμων : ἑρκος γαρ πολεμοιο δεδουποτος Αἰακιδαο μουνον ἐτ ' ἠν Αἰαντος ἐυ σθενος . Ἀλλ
9999303 χοληϲ
δια το πληθοϲ ϲφηνωθεντοϲ την ἰδιωϲ προϲαγορευομενην γινεϲθαι φλεγμονην , χοληϲ δε ξανθηϲ κατα τι μοριον ἱϲταμενηϲ ἑρπητα , αἱματοϲ
ἑνωϲαϲ χρω : ἡ δοϲιϲ κοχλιαριον α . Καθαρτικον μελαινηϲ χοληϲ . Ὀριβαϲιου . Ὑδατοϲ # ε Γ μελιτοϲ #
9999303 Τηρεα
ἀπωρνιθωμενον και την Προκνην . ἐν ᾡ ἐσκωψε πολλα τον Τηρεα . ποτερον ὀρνις : ὁ μυθος δε λεγει τον
ἐχουσας ἀλλοφυλον : και Φιλομηλαν μεν ἀῃδονος ἐξαλλαξαι μορφην , Τηρεα δε ἐποπος , Ἑκαβην δε εἰς κυνος οἰκουρου καταστρεψαι
9999302 ἐρριψε
θαττον ἐκφυγειν ἠ πυξ ἐπαισε τῃ χειρι ἠ λιθον ἀραμενος ἐρριψε : καιριως δε της πληγης ἐνεχθεισης , εἰ μεν
. λεγει δε τουτο δια τον Δια : ἠδη γαρ ἐρριψε τον ἑαυτου πατερα Κρονον της βασιλειας , και νεοις
9999300 Ἀρχιδαμῳ
στοχασμος : ἀλλως τε και λογων ἀφορμας διδωσι τουτο τῳ Ἀρχιδαμῳ : ἐρουμεν γαρ , ὡς εἰς το της Ἀθηνας
Περσων γην οὑτω καλειν , ὡσπερ ἐν τε Φιλιππῳ και Ἀρχιδαμῳ . Ἡρακλεια : Δημοσθενης ἐν τῳ κατ ' Αἰσχινου
9999298 κτησῃ
. φιλους μη ταχυ κτω : οὑς δ ' ἀν κτησῃ μη ἀποδοκιμαζε . ἀρχε πρωτον μαθων ἀρχεσθαι . συμβουλευε
πολλους δε ἱππους , πολλους δε ἀνδρας και γυναικας καλας κτησῃ , οὑς οὐ λῃζεσθαι σε δεησει , ἀλλ '
9999294 ὀλυμπιαδι
Ταυροσθενην καταπαλαισειεν ὁ Χειμων τον Αἰγινητην και ὡς Ταυροσθενης τῃ ὀλυμπιαδι τῃ ἐφεξης καταβαλοι τους ἐσελθοντας ἐς την παλην και
δοξαν του θεου παρεισφερων . . . . . ἑβδομηκοστηι ὀλυμπιαδι φασι γενεσθαι Δημοκριτον και Ἀναξαγοραν φιλοσοφους φυσικους ὁμου τε
9999292 Θρᾳκη
φοβειται ἡ Μακεδονια , τουτον ἡ Ἑλλας , τουτον ἡ Θρᾳκη ; νη την Ἀφροδιτην , σημερον αὐτον τοις αὐλοις
θαλασσα και Βορυσθενης , κατα δε τον συνδεσμον του βορειου Θρᾳκη , του νοτιου Ἀσια και Σαρδω . Τα δε
9999278 λιμνῃ
παντες καταπονουσιν ἡμας . βελτιον ἐστιν ἡμας ῥιψαι ἐν τῃ λιμνῃ και πνιγηναι . ” ταυτ ' οὐν εἰποντες ἀπῃεσαν
του λειμωνος του ἐν τῳ ἑλει . ἐτι ἐν τῃ λιμνῃ το μειρακιον , ἐτι ἐπι του σχηματος , ᾡ
9999276 Πινδαρῳ
ἐκτισαντο ἀντι του ᾠκησαν , ὡς το ὀρεικτιτου συος παρα Πινδαρῳ [ . ] , ἀντι του ὀρειοικου . ἱεραν
ἀνειπουσα Δελφοις , ὁποσων ἀπηρχοντο τῳ Ἀπολλωνι , μοιραν και Πινδαρῳ την ἰσην ἁπαντων νεμειν . λεγεται δε και ὀνειρατος
9999275 ζωνῃ
ἐπιφερει : μεν νωθης και ἀναστερος οἱα σεληνῃ σκεψασθαι , ζωνῃ δ ' ἀν ὁμως ἐπιτεκμηραιο Ἀνδρομεδης : ὀλιγον γαρ
χαροποι : ταις δε πραξεσι σωφρονες , ἀξιαν ἐχοντες ἐν ζωνῃ , εὐπαιδευτοι , γραμματικοι , ἰατροι , πραγματευται ,
9999275 φαρυγξ
το προσωπον ἐρυθηματα λαζεται προφανεα και δηλεομενα , και ὁ φαρυγξ αὐος , και ἡ γλωσσα τρηχειη . Αὑτη ἡ
ἐσθοντ ' ἰδοις νιν , ἀποθανοις : βρεμει μεν ὁ φαρυγξ ἐνδοθ ' , ἀραβει δ ' ἁ γναθος ,
9999275 ἐβιωσε
θανατον αὐτου τον βουλομενον διδασκειν τα Αἰσχυλου χορον λαμβανειν . ἐβιωσε δε ἐτη ξγʹ , ἐν οἱς ἐποιησε δραματα οʹ
ἡ ψυχη προ του τῳδε τῳ σωματι ἐνδεθηναι παλαι ποτε ἐβιωσε , και ἑαυτον δε ἀναμφιλεκτοις τεκμηριοις ἀπεφαινεν Εὐφορβον γεγονεναι
9999274 Πελοπα
Τανταλιδων και ἀπ ' αὐτου καταγεσθαι Τανταλον , ἀπο Τανταλου Πελοπα , ἀπο Πελοπος Ἀτρεα , ἀπο Ἀτρεως Ἀγαμεμνονα ,
ἐστιν εἰκων χαλκη , ταινιαν τε ἐχουσα και ἀναδειν τον Πελοπα μελλουσα ἐπι τῃ νικῃ . το δε ἑτερον του
9999273 γλωσσῃ
τε αὐτεοισιν ἐδοκεεν εἰναι , και προπετεστερη : και ὑπο γλωσσῃ φλεβες ἐμφανεες . Καταπινειν οὐκ ἠδυναντο , ἠ πανυ
ὡς τεθαψεται . Ἠδη ποτ ' εἰδον ἀνδρ ' ἐγω γλωσσῃ θρασυν ναυτας ἐφορμησαντα χειμωνος το πλειν , ᾡ φθεγμ
9999273 Αἰγα
την ἀρχην , ἐν τοις ἀστροις αὐτον ἐθηκε και την Αἰγα την μητερα . δια δε τον κοχλον ἐν τηι
μεν τε λογος Διι μαζον ἐπισχειν : Ὠλενιην δε μιν Αἰγα Διος καλεους ' ὑποφηται . Ἀλλ ' ἡ μεν
9999273 ἡρῳ
ταυτα ἐν οἱς φησι τοτ ' ἐγω και Φοιβος Ἀπολλων ἡρῳ Λαομεδοντι . . στευτο δ ' ὁ γ '
ἐτι . και τουτο δη πολυ ἀνακεισθαι το ἀργυριον τῳ ἡρῳ τας τιμας των ἱερειων . φαινεσθαι δε ἐνυπνιον τον
9999269 Κυπρι
τῳ σῳ βουλομαι κολπῳ πληκτιζεσθαι μετα της σης πυγης . Κυπρι , τι μ ' ἐκμαινεις ἐπι ταυτῃ ; μεθες
. Γλυκυ Θησεως το τεκνον βαλε και λογοις με , Κυπρι , ἱνα παν μελος συνᾳδῃ , ἀκοη , φρενες
9999269 χορῳ
και περι των ἑξης ἐπιτρεψαις [ ἀν ] ὑποκριτῃ και χορῳ διαλυεσθαι τα της ἀντιλογιας εἰς μυθον , ὡς οἱ
γαμουντων διδομενα ταις γαμουμεναις . . παρθενιος , τον ἐτικτε χορῳ καλη Πολυμηλη : ἡ διπλη ὁτι παρθενιος λεγεται ὁ
9999261 ὁρμῃ
δ ' αὐτον : ποτε μεν ὡς πυρ φαινεται ἀπλατος ὁρμῃ , ποτε δ ' ὑδωρ , ποτε γνοφος :
των δε Κυντιλιων παθοντων τι προς τον δημον και ξυν ὁρμῃ ἀναπεμψαντων ἁ ἠκουσαν , ἐπιβουλευεσθαι παρ ' αὐτων ὁ
9999261 ἠκμασε
. δις δε ἡβησαι φησι τον Πελοπα , ἐπει πρωτον ἠκμασε την φυσικην ἡλικιαν , δευτερον δε κατακοπεις και τυθεις
. ἐν δε τῳ Ἰωνικῳ λογῳ τῳ και κιναιδολογῳ καλουμενῳ ἠκμασε Σωταδης ὁ Μαρωνειτης και ὁ υἱος αὐτου Ἀπολλωνιος ,
9999260 ἡγῃ
ἱκανος σοι γενηται ὡστε πειθομενους παρεχεσθαι , ἠ ἀποτετελεσμενον τουτον ἡγῃ ἐπιτροπον , ἠ ἐτι τινος προσδειται ὁ ταυτα ἐχων
ἡμερον μεν λεγεις αὐ τον ἀνθρωπον , ἀνθρωπων δε μηδεμιαν ἡγῃ θηραν : τουτων ὁποτερ ' ἀν ἡγῃ φιλον εἰρησθαι
9999260 φθορᾳ
δ ' ἐξ ὑποθεσεως και τοις ἐν γενεσει τε και φθορᾳ πασι . διο και ἐπ ' ἐκεινων μεν ἀντιστρεφει
ὀντα . Ἰστεον ὁτι πασα οὐσια των ἐν γενεσει και φθορᾳ δια γενεσεως ἐρχεται ἐκ του μη ὀντος εἰς το
9999259 μισθῳ
ὑπερφρονες δια την ἀνδριαν . ὁ ἀπατησας τον Ἡρακλην τῳ μισθῳ . * Αὐγειας . * των Ἠλειων . εἰς
. λογογραφον . λογογραφους γαρ ἐκαλουν οἱ παλαιοι τους ἐπι μισθῳ λογους γραφοντας και πιπρασκοντας αὐτους εἰς δικαστηρια , ῥητορας
9999257 ξανθηϲ
τα μεν οὐν αἱματωδη πτυϲματα μετρια , τα δε τηϲ ξανθηϲ ἠ μελαινηϲ χοληϲ χαλεπα . προϲεπιϲκεπτεϲθαι δε δει και
τα ἀηδη και θυμικα : ὑπεροπτωμενηϲ δε ἐπι πλεον τηϲ ξανθηϲ χοληϲ και παχυνομενηϲ και οἱον προϲπλαττομενηϲ αὐτῳ τῳ ϲωματι
9999256 γληχωνι
ἰϲχυροτεροιϲ τε τῃ τε ἀρτεμιϲιᾳ και κονυζῃ και καλαμινθῃ και γληχωνι και ἀνθεμιδι . προϲθετοιϲ δε χρηϲθαι τερμινθινῃ και νιτρῳ
συνεκλεανθεις : και μηλα κυδωνια ἐσθιομενα λεια : ἠ συν γληχωνι και ὑδατι πινομενα , ἀμωμον τε και βαλσαμου καρπος
9999256 Σκυρῳ
τῃ ἀρᾳ τῃ ἐς τον υἱον ἀποθανειν ὑπο Λυκομηδους ἐν Σκυρῳ , Θησει δε ξενον ὀντα τον Πηλεα και κοινωνον
γινωσκειν , εἰτε τις Ἀχιλλει ποτε Βρισηις ἠρεσεν εἰτε ἐν Σκυρῳ τις ἐδοξεν εἰναι καλη , ἀλλα δουναι προς γαμον
9999254 εἱλκε
[ Ἐτι δε τετρατον ] εἰ τις ορ˘˘˘ [ ] εἱλκε Δικας ταλαντον [ , ] Δεινομενεος κ ' ἐγεραιρομεν
τα ὁπλα ἐν χιτωνι μονον ἀνεβη , και ἀλλος ἀλλον εἱλκε , και ἀλλος ἀνεβεβηκει , και ἡλωκει το χωριον
9999253 Ἠελιῳ
ἀγει δειλοισι βροτοισιν , ἐξοχα δ ' εἰ γε συν Ἠελιῳ βεβαωτες ὁρῳντο : τημος γαρ πτωχοι πανδημιοι ἰνδαλλονται ὀθνειῃσι
ἠ ἐτι και πιναροισιν ἐφεζομεναις στεγεεσσιν . Ἑρμης δ ' Ἠελιῳ ξυνην βαινων κατ ' ἀταρπον ἠμερσεν σοφιης και παιδειης
9999252 ἑξηϲ
μαλλον ἐκκενωθῳϲι , τοϲουτον μαλλον ἡ γαϲτηρ ἰϲχεται κατα ταϲ ἑξηϲ ἡμεραϲ . ἐπιϲχεθειϲηϲ δε τηϲ γαϲτροϲ αὐτων , ἐνιεναι
γαρ ὑπνον ἐπαγει ἡδυν και τα αἰτια του πυρετου τῃ ἑξηϲ ϲυν ἑαυτῳ ἐξαγει . βουτυρον δε μεθ ' ὑδατοϲ
9999250 ἱππικῃ
' ἀπο του ἀναβαινειν ἐπι τους ἱππους παντα τα ἐν ἱππικῃ μελεταν „ . το δ ' ἀναβας τον ἱππον
εὐδοκιμους μεν ἱππους ἐχειν , εὐδοκιμειν δε αὐτον ἐν τῃ ἱππικῃ , ἠν μη τι δαιμονιον κωλυῃ ; Γραψαι δε
9999249 κυλικι
λοιδοριας και ὀργης . προσετι και λογοι πολλοι ἐπι τῃ κυλικι , τοτε δη και μαλιστα , περι σωφροσυνης και
Δεκμον Βρουτον Ἀλβινον ἐς τον ποτον και λογον ἐπι τῃ κυλικι προυθηκε , τις ἀριστος ἀνθρωπῳ θανατος : αἱρουμενων δε
9999248 ἐξοδῳ
, ὁσοις μεν ὁπλα ἀγχεμαχα προσεστι λαβοντες ταυτα προς τῃ ἐξοδῳ στωμεν , ὁσοις δε τοξα και βελη ἐπι τους
κληρωσαι την μεν ἐπι μονῃ , την δ ' ἐπι ἐξοδῳ ἐκ της χωρης , και ἐπι μεν τῃ μενειν
9999247 Καπιτωλιῳ
. . Ἐτι δ ' οὐν πολιορκουμενων των ἐν τῳ Καπιτωλιῳ καταφυγοντων νεος τις ἀπο της Οὐιεντανων πολεως ὑπο Ῥωμαιων
τε μετα Τουσκων σπονδας ναον τε ᾠκοδομησεν ἐν τῳ καλουμενῳ Καπιτωλιῳ . Μετα ταυτα πολιορκων την Ἀρδεαν , πολιχνην δεκα
9999245 ὀπτηϲ
Ξηριον λεπτυντικον τριχων ἐν βαλανειῳ δια πολληϲ πειραϲ . κιϲϲηρεωϲ ὀπτηϲ ϲηπιαϲ ὀϲτρακων κεκαυμενων νιτρου κιμωλιαϲ ἰϲα χρω θαρρων .
ἀρτον βεβρεγμενον ἐν ἀφεψηματι κωδιων και μελιλωτων μετα ὠου λεκιθου ὀπτηϲ ἠ ἑφθηϲ και βραχεοϲ ῥοδινου ἠ ψυλλιον ζεοντι ὑδατι
9999245 ξηρη
ἀγρυπνιη δε ϲκιδνηϲι ἐϲ την ἐξω φορην . τοιγαρουν κοιλιη ξηρη οὐδεν διιειϲα : ἠν δε κοτε ἐκδιδῳ , ξηρα
Ὁταν ἐκ περιπλευμονιης ἐμπυος γενηται , πυρετος ἰσχει και βηξ ξηρη και δυσπνοιη , και οἱ ποδες οἰδεουσι , και
9999244 γῃ
ὀρυττειν , ποταμους και φρεατα και κολυμβηθρας διορυσσειν , παρακαταθηκας γῃ διδοναι , χρεα λαμβανειν ἠ διδοναι , παραφυλασσεσθαι δε
παρα Ἀθηναιοις τοιουτον . ῥαβδος ἠν μακρα πεπηγμενη ἐν τῃ γῃ , και ἑτερα ἐπανω αὐτης κινουμενη ὡς ἐπι ζυγιου
9999241 ἱδρωσε
: ποδων ὀδυνη παρεμεινεν : παρακοπη . Εἰκοστῃ ἑβδομῃ , ἱδρωσε πολλῳ : ἀπυρος : ἡ κωφωσις ἐξελιπεν : ἡ
λευκη : ἀδιψος ἐγενετο : εὐπνοος . Τριακοστῃ τεταρτῃ , ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀπυρος : ἐκριθη παντα .
9999239 λυρᾳ
δε χηνισκοι ἐπενοηθησαν προς συνοχην ἀξονων , ὡς ἐν τῃ λυρᾳ : μη παροντων δε , χηνισκον εἰς διαφορωτερα ἀν
ὡραν των λογων λογῳ κοσμησωμεν , ἱνα καθαπερ ὑπο τινι λυρᾳ των Μουσων μελει τας Ἑρμου θυρας ἀνοιξωμεν . οὐ

Back