: ποδων ὀδυνη παρεμεινεν : παρακοπη . Εἰκοστῃ ἑβδομῃ , ἱδρωσε πολλῳ : ἀπυρος : ἡ κωφωσις ἐξελιπεν : ἡ
λευκη : ἀδιψος ἐγενετο : εὐπνοος . Τριακοστῃ τεταρτῃ , ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀπυρος : ἐκριθη παντα .
9999614 ἡσυχιᾳ
ἡσυχιαν ἀγουσα , ὡς μεχρι γε του ἐκει εἰναι ἐν ἡσυχιᾳ , οὐδεν ἐτι πολυπραγμονουσα εἰς ἑν γενομενη βλεπει ,
ἀρχην διετελεσαν , εἰρηνην μεν ἀγοντες ἀπο των ἐξωθεν πολεμωνἐν ἡσυχιᾳ γαρ ἠν παντα τα διαφοραὑπο δε των ἐν τῃ
9999609 γληχωνι
ἰϲχυροτεροιϲ τε τῃ τε ἀρτεμιϲιᾳ και κονυζῃ και καλαμινθῃ και γληχωνι και ἀνθεμιδι . προϲθετοιϲ δε χρηϲθαι τερμινθινῃ και νιτρῳ
συνεκλεανθεις : και μηλα κυδωνια ἐσθιομενα λεια : ἠ συν γληχωνι και ὑδατι πινομενα , ἀμωμον τε και βαλσαμου καρπος
9999601 δακρυα
οὐν ἀδελφηι ταυτ ' ἐμηι ; μη προς θεων . δακρυα γουν γενοιτ ' ἀν . οὐκουν οὑτος οἰωνος μεγας
τυμβον ἐπ ' εὐρωεντα : κυσεν δ ' ὁ γε δακρυα χευων στηλην εὐποιητον ἀποφθιμενοιο τοκηος , και ῥα περιστεναχων
9999583 χαλκιτεωϲ
Ϛ , κομμεωϲ # δ , καδμιαϲ , ὀπιου , χαλκιτεωϲ κεκαυμενηϲ , κροκου , ἀλοηϲ ἡπατιτιδοϲ , καϲτοριου ,
δε ἐπι τουτοιϲ γενομενηϲ και πυου μη ὑποπιπτοντοϲ τῳ δια χαλκιτεωϲ ἐμπλαϲτρῳ φαρμακῳ θεραπευειν ἠ τινι των ὁμοιων των προϲ
9999577 κολοκυνθιδα
ἀποβρεγμα κολοκυνθιδος . γινεσθω δε το ἀποβρεγμα οὑτω : λαβων κολοκυνθιδα πληρωσον ἑψηματος καθαρας αὐτην προτερον καλως , ὡς μηδεν
και ἡ καθαρσις ἡ δια των κοκκων των ἐχοντων την κολοκυνθιδα και το εὐφορβιον , ὡν ἡ συνθεσις ἐχει οὑτως
9999572 κενωϲεωϲ
και μαϲτιχηϲ . ἱκανηϲ δε και δια του ϲτοματοϲ γιγνομενηϲ κενωϲεωϲ τῃ δια του ἀγαρικου ἐμπλαϲτρῳ ἠ τῳ δια καχρυοϲ
των ἀλλων ἀπαλλαττοιτο ϲυμπτωματων εὐχρουϲτεροϲ τε γιγνοιτο προϲ λογον τηϲ κενωϲεωϲ εὐϲφυκτοτεροϲ τε εἰη και ἰϲχυροτεροϲ ἐν ταιϲ ἐπαναϲταϲεϲι ,
9999572 ζῳδιῳ
και στενοχωριας βιωτικας ἀπεργαζεται . Και ἐαν μεν ἐν ἡλιακῳ ζῳδιῳ τυχῃ καλως κειμενος προκοπας παρεχει και πραξεις ἀφ '
ὑπαρχουσι την του ὡροσκοπου μοιραν ἀποδεδωκασιν , ἐν ᾡ ἀν ζῳδιῳ ἐκπεσῃ ὁ ὡροσκοπος και μαλιστα τῳ οἰκειοτερῳ αὐτων ἐπι
9999571 Ἀρχιδαμῳ
στοχασμος : ἀλλως τε και λογων ἀφορμας διδωσι τουτο τῳ Ἀρχιδαμῳ : ἐρουμεν γαρ , ὡς εἰς το της Ἀθηνας
Περσων γην οὑτω καλειν , ὡσπερ ἐν τε Φιλιππῳ και Ἀρχιδαμῳ . Ἡρακλεια : Δημοσθενης ἐν τῳ κατ ' Αἰσχινου
9999568 σφραγιδα
δε Ῥωμαιοι χαριστηρια της συμμαχιας στεφανον τε ἀπο χρυσου και σφραγιδα χρυσην ἐπεμπον και ἐλεφαν - τινον διφρον και πορφυραν
εἰχες σαυτου ἐχειν ἐργον ὡς ἐπισταμενος δακτυλιους γλυφειν και ἀλλην σφραγιδα σον ἐργον , και στλεγγιδα και ληκυθον ἁ αὐτος
9999543 κολοκυνθη
φυλλα βλιτον βρυον θαλαττιον γλαυκιον δορυκνιον ἰξοϲ ἰτεαϲ τα φυλλα κολοκυνθη κοτυληδων κωνειον πευκη το δενδρον μαλαχη ἡμεροϲ μηκων μηλα
τρις ὀλιγιστην . ῥοιαι δ ' ὀλιγοτροφοι , ἀπιοι , κολοκυνθη , σταφιδες αἱ αὐστηραι και ἀλιπεις . Φασιλοι ,
9999542 γλυκεα
, δι ' ὁ και τα πολλα των ἀνθων ἐστι γλυκεα . Και τουτο κατα λογον ἐκλελυμενην τε και θηλυτεραν
διδοσθω , πολεμιωτατον δε αὐτοις το ψυχρον : τα δε γλυκεα παντα των προποματων παραιτητεα . Τα μεν οὐν κατα
9999541 Ὀλυμπιαδα
βραχυκαταληκτον . . Ψαυμιδι : ὁ Ψαυμις ἐνικησε την πβʹ Ὀλυμπιαδα τεθριππῳ . ἠν δε Σικελος ἀπο Καμαρινης πολεως ,
και εὐτυχης , προτερον ναυτης ὠν . ἐγραψεν Ἀπολογισμον προς Ὀλυμπιαδα της ἑαυτου δωδεκαετιας : Ἱστοριαν περι Δηλου και της
9999539 ὀργῃ
οἱ δε πεζοι ὡς ἑκαστοις προὐχωρει ἐσωζοντο . ἐνθα δη ὀργῃ οὐχ οὑτως τι οἱ Μακεδονες , ἀλλα Φωκεις τε
οὐδεν ἀρα οὑτως βεβαιως δεδησεται , οὐ νοσῳ , οὐκ ὀργῃ , οὐ τυχῃ οὐδεμιᾳ , ὁ μη οἱον τ
9999536 ἑβδομη
και τριτη συν εἰκαδι , Εἰκας συν αὐτῃ παλιν ἐστιν ἑβδομη , Ἡ δωδεκατη πεντε συν λοιποις δεκα , Εἰκας
και κατασκευαζομενου : ἑκαστου γαρ μηνος ἡ νουμηνια και ἡ ἑβδομη ἀφιερωτο τῳ Ἀπολλωνι : ἡ δε τεταρτη τῳ Ἑρμῃ
9999534 γλωσσῃ
τε αὐτεοισιν ἐδοκεεν εἰναι , και προπετεστερη : και ὑπο γλωσσῃ φλεβες ἐμφανεες . Καταπινειν οὐκ ἠδυναντο , ἠ πανυ
ὡς τεθαψεται . Ἠδη ποτ ' εἰδον ἀνδρ ' ἐγω γλωσσῃ θρασυν ναυτας ἐφορμησαντα χειμωνος το πλειν , ᾡ φθεγμ
9999533 βιβλιῳ
ἀλλα και προς ἀνομοιους , δεδεικται ἐν τῳ προ τουτου βιβλιῳ . φιλει γαρ ὁ φαυλος τον σπουδαιον ἀνομοιον ὀντα
ὠν . δεησαν δ ' ἐπιμνησθηναι ἐν τῳ προς ἐκεινον βιβλιῳ και του προς σε τουτουϊ βιβλιου , γραφηναι εἰσ
9999530 ῥιζα
του ἀκορου και το λευκον και της λευκης ἀμπελου ἡ ῥιζα ἠ λαπαθου ἀγριου της ῥιζης μετα σκιλλης τριωβολον ἠ
ὑποδασυς : ἀνθη λευκα , ὑποχλωρα : σπερμα μελαν : ῥιζα μακρα , στρυφνη , παχος ἐχουσα δακτυλου . φυεται
9999530 Καρκινῳ
εὑρισκονται ἐν τῳ τριτῳ δεκανῳ των Διδυμων , ἐν δε Καρκινῳ νωχελεις και δολεροι , ἐν δε Λεοντι γενναιοι και
μενοντες , ἐν πλαναις και ξενιτειαις γινομενοι . Ἐστι τῳ Καρκινῳ ὑποτεταγμενα ταδε : ἐμπροσθια , Βακτριανη : ἀριστερα ,
9999516 ἠξιωσε
τῳ τοτε βασιλει Κορινθου Πολυβῳ : ὁς λαβων αὐτον ἐπιμελειας ἠξιωσε και εἰς ἀνδρων ἡλικιαν ἠγαγεν . ἐπειτα δε ὁ
ἀγαπησαντας τον ἀληθη θεον και ἀνταγαπηθεντας προς αὐτου , ὁς ἠξιωσε , καθαπερ δηλουσιν οἱ χρησμοι , δια τας ὑπερβολας
9999514 γαϲτροϲ
ἐϲτι γεννητικον . βλιτον δε και ἀτραφαξυϲ ὑγρα μεν και γαϲτροϲ ὑπακτικα , ὀλιγοτροφα δε . τα δε ἀκανθωδη παντα
ὑδατι γλυκει . ἁπαϲι δε τοιϲ ὀϲτρακοδερμοιϲ ὑπαρχει χυλοϲ ὑπακτικοϲ γαϲτροϲ : διο και τοιϲ χερϲαιοιϲ κοχλιοιϲ : και τουτων
9999510 σφυρῳ
σκορπιον ἀνηκε κατ ' αὐτου και κρουσθεις οὑτος ἐν τῳ σφυρῳ τεθνηκεν . Οἱ οὐν θεοι ἐλεησαντες αὐτον δι '
τῃ ἀλοχῳ χαριν της ἡρακλεους σπερμογονιας : Ὀρθῳ ἐστασας ἐπι σφυρῳ . ἀντι του : ἀσφαλη αὐτοις ἀπειργασω την βασιν
9999508 Τυδεα
ποταμου , τουτεστι τον Ἰσμηνον περιφραστικως . ἐᾳ ] τον Τυδεα . ἐᾳ ] ἀφιησι . περαν ] διελθειν .
φυγαδα εἱλου νυμφιον , ὡσπερ Ἀδραστος τον Πολυνεικην και τον Τυδεα , οὑς γαμβρους ἐποιησατο ἐπι της βασιλειας την ἐκτισιν
9999508 ῥεα
Βρομιοιο μορφην παντοιην ἐπιειμενον ἐσθλον ἀχατην . Πολλα μεν οὐν ῥεα γ ' ἐστιν ἀχατου χρωματ ' ἰδεσθαι : ἐν
κειτο μεγας παρ ' ἐπαλξιν ὑπερτατος : οὐδε κε μιν ῥεα χειρεσς ' ἀμφοτερῃς ἐχοι ἀνηρ οὐδε μαλ ' ἡβων
9999505 δριμεα
ταϲ ἐπιϲημουϲ εὐωδιαϲ τε και ἀρτυϲειϲ και τα ἀλλα τα δριμεα . ἀπεχεϲθω δε ἡ τιτθη και λαγνειων και πονειτω
δ ' οἰνον ἐπι τουτων ἀνακουφιζειν δει και παντα τα δριμεα ἀποζεματα , τῳ δ ' εὐκρατῳ καταχρηστεον και ἀρτῳ
9999505 βραδεωϲ
μικρον και μειουρον . ἑρπει δε ἐπ ' εὐθειαν και βραδεωϲ , καθ ' ὁλον δε το ϲωμα διακεκοϲμηται ϲτιγμαιϲ
κραϲιν οἱ ὀρχειϲ γενοιντο , ψιλα τα περιξ τριχων και βραδεωϲ ἀφροδιϲιαζειν ἀρχονται , και οὐδε ὁρμητικοι προϲ την ἐνεργειαν
9999499 γαϲτηρ
κἠν μεν ἐπι τοιϲι ἰϲχηται μεν ὁ ἱδρωϲ και ἡ γαϲτηρ ὁ τε ϲτομαχοϲ δεχηται τα ϲιτια και μη ἐμεῃ
φαρμακου , εἰτα καθαραν χολην . πολλακιϲ δε και ἡ γαϲτηρ ὑπερχεται κατω : ὁτε δε και εὐφορωτερα ἡ καθαρϲιϲ
9999493 ξυλινῳ
γενεσθαι ἀδυνατον . τοτε ὁ βασιλευς Μανασσης προσεταξεν ἐν πριωνι ξυλινῳ πρισθηναι αὐτον . Και πριζομενου αὐτου ἐστη Μελχιας ὁ
τοσουτου κακου . Ὁ δε αὐτοις χρᾳ φραττεσθαι το ἀστυ ξυλινῳ τειχει . Θεμιστοκλης λεγει ὁτι οἱ δοκει το ξυλινον
9999490 Φιλιππῳ
τις τἀλλοτριον , παραχωρει δε των ἰδιων . και το Φιλιππῳ δε μετα βαρυτητος εἰρηται . τινι γαρ , εἰπε
τῃ ἰσῃ δη που και ὁμοιᾳ ποιησεσθε ὡσπερ ἀει : Φιλιππῳ δ ' ἀκολουθειν ἀναγκη . τουτο δε ὁσον διαφερει
9999490 ἠκμασε
. δις δε ἡβησαι φησι τον Πελοπα , ἐπει πρωτον ἠκμασε την φυσικην ἡλικιαν , δευτερον δε κατακοπεις και τυθεις
. ἐν δε τῳ Ἰωνικῳ λογῳ τῳ και κιναιδολογῳ καλουμενῳ ἠκμασε Σωταδης ὁ Μαρωνειτης και ὁ υἱος αὐτου Ἀπολλωνιος ,
9999486 Ἠελιῳ
ἀγει δειλοισι βροτοισιν , ἐξοχα δ ' εἰ γε συν Ἠελιῳ βεβαωτες ὁρῳντο : τημος γαρ πτωχοι πανδημιοι ἰνδαλλονται ὀθνειῃσι
ἠ ἐτι και πιναροισιν ἐφεζομεναις στεγεεσσιν . Ἑρμης δ ' Ἠελιῳ ξυνην βαινων κατ ' ἀταρπον ἠμερσεν σοφιης και παιδειης
9999484 φλεβοϲ
δε ϲαρκοϲ ὑποτραφειϲηϲ , ἀλλοτε δε και αἱματοϲ ϲυναναδοθεντοϲ δια φλεβοϲ ἠ ἀρτηριαϲ ῥηξιν , ὡϲ ἐπι των ἀνευρυϲματων ,
. τα ϲπερματικα δε ἀγγεια φλεβεϲ εἰϲιν ἀπο τηϲ κοιληϲ φλεβοϲ εἰϲ τουϲ ὀρχειϲ ἑλικοειδωϲ φερομεναι , δι ' ὡν
9999483 βλαβη
και προλεγειν ὡς ἀσφαλεα , εἰ ἀλλως ἐθελοις , ὁτι βλαβη μεν οὐδεμιη , οὐτε σμικρη , οὐτε μεγαλη ,
τον κληρον του πατρος , σωθησονται και ὑφεσιν δεξεται ἡ βλαβη . ὁτε δε ἐστιν ὁ Ζευς χρονοκρατωρ ἠ ἐπιμεριζων
9999482 γιγνωσκω
μεν ταυτα οὐκ εἰθισμενοι ποιειν οἱ ἱππεις εἰσιν οἰδα : γιγνωσκω δε ὁτι ἀγαθα και καλα και τοις θεαταις ἡδεα
. ἐγω δε ἁμα τε αὐτον ὁρω εὐ πραττοντα και γιγνωσκω δη αὐτου την γνωμην . εἰποι δη τις ἀν
9999480 Ἀγαθοκλεα
ὡς ἱστορει Δουρις ὁ Σαμιος ἐν τῃ τριτῃ των Περι Ἀγαθοκλεα ἱστοριων . : Εὐρυβατος : πονηρος , ἀπο του
αʹ Περι δικαιοσυνης . Δουρις δε ἐν δʹ των Περι Ἀγαθοκλεα ἀπο του Ὀδυσσεως ἑταιρου . . . . ,
9999480 Δωρικῃ
του ι και ἐκτασει του ε εἰς η και τροπῃ Δωρικῃ του δ εἰς το συγγενες ζ ἀζηχες . σημαινει
, ἡ μετοχη ἀρηρως : οὐτε φρεσιν ᾑσιν ἀρηρως . Δωρικῃ τροπῃ ἀραρα και ἀραρεν , οἱον : ἀραρε γαρ
9999477 ἑλκεα
οἱ δανος ὠπασεν Ἑκτωρ . Κωκυτος τοι μουνος ἀφ ' ἑλκεα νιψεν Ἀδωνιν . Τον δ ' ἐκαλυψε θαλασσα λιλαιομενον
, ἀγαθον και ἰσχναινειν εὐ , ὡς τα των ἁλιεων ἑλκεα : ταυτα γαρ οὐδ ' ἐκπυει , ἠν μη
9999477 τηλεωϲ
ζ ∠ ʹ , χειμωνοϲ δε λι . θ , τηλεωϲ # ∠ ʹ , λινοϲπερμου # ∠ ʹ ,
ἠ βουτυρῳ προϲφατῳ , μικρον δε διαλιπων λουεϲθω ϲυγχριομενοϲ χυλον τηλεωϲ ἠ πτιϲανηϲ ἠ ἀμμωνιακου βραχυ ὀξει διειμενου . μετα
9999477 ΑΒΓΔ
κυκλον . ἀλλ ' ὡς το Σ χωριον προς τον ΑΒΓΔ κυκλον , οὑτως ὁ ΕΖΗΘ κυκλος προς ἐλαττον τι
, Μ κυκλοι οἱ ΟΠΡΣ , ΤΥΦΧ ἰσοι ὀντες τοις ΑΒΓΔ , και νενοησθωσαν κυλινδροι οἱ ΠΡ , ΡΒ ,
9999477 Λευκοθεα
χρονου ἀφθαρτον οὐσαν διαγειν και τεταχθαι . αὑτη δε ἡ Λευκοθεα Νηρηις γενομενη . οὑτως γαρ , ἠγουν Λευκοθεα ,
, ἡς και ὁ ποιητης μεμνηται : ἐστι δε αὑτη Λευκοθεα : ὁ δε Μελικερτης μετεβληθη εἰς δαιμονα : ἐστι
9999476 λιμνῃ
παντες καταπονουσιν ἡμας . βελτιον ἐστιν ἡμας ῥιψαι ἐν τῃ λιμνῃ και πνιγηναι . ” ταυτ ' οὐν εἰποντες ἀπῃεσαν
του λειμωνος του ἐν τῳ ἑλει . ἐτι ἐν τῃ λιμνῃ το μειρακιον , ἐτι ἐπι του σχηματος , ᾡ
9999475 Ἀλκμηνῃ
Διος . ὁ γαρ Ζευς ὁμοιωθεις τῳ Ἀμφιτρυωνι συνεγενετο τῃ Ἀλκμηνῃ . και ἐγεννηθη ὁ Ἡρακλης , ὁς και τους
Ἐν αὐτῃ δε τῃ νυκτι ἐβουλευσατο , και συνεγινετο τῃ Ἀλκμηνῃ , ἱνα μη ἐλεγχθῃ μοιχευθεισα . . ΑΥΤΗι Δ
9999474 ναρκη
του ἐτους τικτουσι και μαλιστα τῳ μετοπωρῳ , ἡ δε ναρκη και αὐτη μεν δις * * τῳ φθινοπωρῳ .
γαρ και παρεϲιϲ και ναρκη νευρων , ὑπνοϲ πουλυϲ : ναρκη δε και ψυξιϲ ϲατυριηϲιν ἰηται . γιγνεται δε το
9999472 Μεσσηνῃ
το σοφιστευειν ὡρμησε μειρακια σχολαστικα θηρευων . και σοφιστευσας ἐν Μεσσηνῃ κἀν Λαρισῃ τῃ Θετταλικῃ και πολλα ἐργασαμενος χρηματα ἐπανηλθεν
ταυτην περαιουνται δια του πορθμου , και σχοντες Ῥηγιῳ και Μεσσηνῃ ἀφικνουνται ἐς Ἱμεραν . ἐκει δε ὀντες τους τε
9999471 ἱκανωϲ
και γιγνεται μεν ἡ προϲθεϲιϲ αὐτων δυϲαφαιρετοϲ , ξηραινει δε ἱκανωϲ . προϲκειϲθαι δε δια παντοϲ αὐτοιϲ προϲηκεν , ἀχριϲ
μητε ὀξυτητα μητε πικροτητα και προϲ τουτοιϲ ἐτι μηθ ' ἱκανωϲ θερμου μηθ ' ὑπερβαλλοντωϲ ψυχρου . ἐντευθεν γαρ ὁρμωμενοϲ
9999471 ὀλυμπιαδι
Ταυροσθενην καταπαλαισειεν ὁ Χειμων τον Αἰγινητην και ὡς Ταυροσθενης τῃ ὀλυμπιαδι τῃ ἐφεξης καταβαλοι τους ἐσελθοντας ἐς την παλην και
δοξαν του θεου παρεισφερων . . . . . ἑβδομηκοστηι ὀλυμπιαδι φασι γενεσθαι Δημοκριτον και Ἀναξαγοραν φιλοσοφους φυσικους ὁμου τε
9999467 πικρᾳ
προσαγειν το καθαρτηριον : βελτιον δε τῃ δια της ἀλοης πικρᾳ προσπλεκειν σκαμμωνιας γραμμαριον ἑν ἠ πλειον προς δυναμιν ,
νευρας τοξου . Δουλοτερος Μεσσηνης : ἐπι των ἐσχατῃ και πικρᾳ δουλειᾳ ἐνεχομενων . Λακεδαιμονιοι γαρ τοις Μεσσηνιοις ὡς δουλοις
9999465 βλαβησῃ
συ δε ἐπιτηρει και περιβλεπε μη τι ἐν τῃ ὁδῳ βλαβησῃ . . ζηλω ς ' ὁθουνεκ ' ἐκτος αἰτιας
ἐπισκοπος ταχυ , μεταμεληθησῃ δε δ καταληφθησῃ μοιχος και οὐ βλαβησῃ ε ἀγορασεις το κτημα ὁ ἐνθυμῃ Ϛ παραμενεις πρεσβυτερος
9999464 γλυκυριζηϲ
δαφνηϲ ὁ τηϲ ῥιζηϲ φλοιοϲ ϲυν οἰνῳ : ῥεον ποντικον γλυκυριζηϲ χυλοϲ ἀμυγδαλα τα πικρα μαλιϲτα πιϲτακια ἀψινθιου κομη ἀνιϲον
ὠον νεαρον καταρροφουμενον βουτυρον καθ ' αὑτο και μετα μελιτοϲ γλυκυριζηϲ ὁ χυλοϲ και αὐτη ἡ ῥιζα : τουτοιϲ χρηϲτεον
9999464 λυθρῳ
: θεων δ ' ἐξερρεε δακρυ , και νηοι δευοντο λυθρῳ : στοναχαι δ ' ἐφεροντο ἐκποθεν ἀπροφατοιο : περισσειοντο
βλημενου ἐν κονιῃσι , περι μελεεσσι δε θωρηξ δευετο φοινηεντι λυθρῳ . Ὁ δε λοιγιον ἐγχος ἐκ χροος ἐξειρυσσε και
9999463 Ἀναξαγορᾳ
, ἀλλα πολλοις και σοφοις συγγεγονεναι , και Πυθοκλειδῃ και Ἀναξαγορᾳ : και νυν ἐτι τηλικουτος ὠν Δαμωνι συνεστιν αὐτου
πλεον δια των ἐνυπαρχοντων αὐτῳ συμβεβηκοτων . τα μεν οὐν Ἀναξαγορᾳ περι των ὁμοιομερων εἰρημενα και τα Εὐδοξῳ περι τινων
9999459 Ἀμφιαραῳ
ἐπ ' αὐτῳ ] ὁμως δε ἐπ ' αὐτῳ τῳ Ἀμφιαραῳ ἀντιταξομεν και ἀντιστησομεν πυλωρον , ἠγουν φυλακα των πυλων
, ἡτις ὡσπερ τις ὁρκος πιστοτατος δοθεισα τῳ Ὀϊκλεος παιδι Ἀμφιαραῳ και γυνη αὐτῳ γενομενη ἐσβεσε την μαχην , και
9999458 λιχανῳ
σπιθαμη το μετρον . εἰ δε τον μεγαν δακτυλον τῳ λιχανῳ ἀντιτεινας , το μετρον λιχας . ἀπο δε ὀλεκρανου
ἑνος δ ' ἐτι του τον μεγαν προσαγοντος τῳ οἱον λιχανῳ , το συμπαν πληθος ἑπτα γινεται . τριτον δ
9999458 ἡσυχῃ
και τουτο λεγειν . Ἀλλ ' ὡσπερ ἁρπασθεις ἠ ἐνθουσιασας ἡσυχῃ ἐν ἐρημῳ και καταστασει γεγενηται ἀτρεμει , τῃ αὑτου
ψιλωσιος . Χρη δε δια τριτης ἐρειδειν τοισι ναρθηξι πανυ ἡσυχῃ , οὑτω τῃ γνωμῃ ἐχοντα , ὡς οἱ ναρθηκες
9999453 Ἀρχιγενηϲ
δε πλειϲτον θερμον ἐμβιβαϲθεντεϲ δυϲαποτριπτα ῥιγη ἀπετριψαντο , ὡϲ φηϲιν Ἀρχιγενηϲ : ὁ δε Γαληνοϲ προ τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ ἀνατριβειν φηϲι
χοιραϲι , παρωτιϲι , δοθιηϲι , φυμαϲιν . ὁ δε Ἀρχιγενηϲ : προϲ μελικηριδαϲ , φηϲιν , ἀφονιτρον και ἐλλεβορου
9999452 Αἰθιοπιᾳ
δʹ νοτου γʹ Ϛʹ : ἀπο δε μεσημβριας τῃ ἐντος Αἰθιοπιᾳ , ἐν ᾑ Ἀγισυμβα χωρα κατα γραμμην την ἀπο
: ὁπου δ ' αὐ θερινος ὀμβρος πολυς ὡσπερ ἐν Αἰθιοπιᾳ και ἐν Ἰνδοις ἠ περι Αἰγυπτον ὁ Νειλος ἐνταυθα
9999452 Ἐννεα
το σωμα κατα τον ἀγρον της γυναικος ἐν ταις καλουμεναις Ἐννεα τυρσεσιν , οὐσαις τῳ βαρει των ἐργων θαυμασταις .
Ἀθηναιων κτισμα ἐν τῳ τοπῳ ἱδρυμενον τουτῳ , ὁς καλειται Ἐννεα ὁδοι : εἰτα Γαληψος και Ἀπολλωνια , κατεσκαμμεναι ὑπο
9999447 δακτυλῳ
ἐν τῳ δακτυλῳ ἀλγηματος , ἀλλα την μεν ἐφεξης τῳ δακτυλῳ , ὁτι ὁ ταρσος ἀλγει , την δε τριτην
ἐντοϲ : ἐπι δε των ἀϲυντρητων οὐκ ἀμεϲωϲ ὁμιλει τῳ δακτυλῳ το ὀργανον , ἀλλα δια μεϲου του μενοντοϲ ἀϲυντρητου
9999445 Εὐρυσθεα
τοι ] ἀεικες ἐστ ' ἐχοντα προς πατραν μολειν . Εὐρυσθεα γαρ πως δοκεις ἀν ἀσμενον , ἐμ ' εἰ
δικαιον δε νομιζοντες εἰναι , οὐ προτερας ἐχθρας ὑπαρχουσης προς Εὐρυσθεα , οὐδε κερδους προκειμενου πλην δοξης ἀγαθης , τοσουτον
9999444 ἑλκη
κυστει : ὁταν δε μηκετι αἱμοῤῥαγῃ , ὡς τα ἀλλα ἑλκη θεραπευε : τας δε ἐκ του καυλου αἱμοῤῥαγιας ἐπιθεματα
: τα δε προς τους ἐν τῃ κυστει λιθους και ἑλκη : τα δε προς ὑστεραν : τα μεν δη
9999443 ἀκμηϲ
περιεχομενῳ τινι τεταρταιων δουναι τηϲ θηριακηϲ προ τηϲ του νοϲηματοϲ ἀκμηϲ : εἰτ ' αὐξηθεντων ἁπαντων ϲυνεχηϲ διαδεξαμενοϲ πυρετοϲ ἀπεκτεινε
περιγλυπτεον , ἐπι δε των μικροτερων μειζονα τοπον δια τηϲ ἀκμηϲ περιγραπτεον : ἀναϲταθειϲηϲ δε δηλονοτι τηϲ ϲαρκοϲ ἀγκιϲτρῳ ἠ
9999442 νιτρῳ
ἐγραφομεν . . . ταυτι μοι τα στιγματα σευτλου ἀφεψηματι νιτρῳ τε ὀπτῳ και ὀροβινῳ σμηγματι ἀπορρυπτεται : ἠν δε
τηϲ χρηϲεωϲ πυρια , ἀνατριβων τον τοπον ϲυκηϲ φυλλοιϲ και νιτρῳ ἀποϲμηχων , καταχριε τῳ φαρμακῳ καθ ' ἡμεραν .
9999442 ἐρριψε
θαττον ἐκφυγειν ἠ πυξ ἐπαισε τῃ χειρι ἠ λιθον ἀραμενος ἐρριψε : καιριως δε της πληγης ἐνεχθεισης , εἰ μεν
. λεγει δε τουτο δια τον Δια : ἠδη γαρ ἐρριψε τον ἑαυτου πατερα Κρονον της βασιλειας , και νεοις
9999435 σκιλλῃ
ταις τριοδοις , ἀπελθων κατα κεφαλης λουσασθαι και ἱερειας καλεσας σκιλλῃ ἠ σκυλακι κελευσαι αὑτον περικαθαραι . μαινομενον δε ἰδων
εἰ δε τις αὐτοῤῥιζα φυτα συκης κατατιθεται , χρη τουτον σκιλλῃ ἐμβαλοντα φυτευειν . τινες ἁλμῃ βρεξαντες το φυτον ,
9999432 κοκκυγα
τους σκληροσαρκους , οἱον ὀρφον , γλαυκον , κηριδα , κοκκυγα και ὀκταποδα και σηπιας , και των ὀστρακοδερμων ἀστακους
, ὁπου νυν ἐστιν ἱερον Ἡρας τελειας . τον δε κοκκυγα ἰδοντα καταπετασθηναι και καθεσθηναι ἐπι τα γονατα αὐτης πεφρικοτα
9999428 πικρῳ
, ἐγνων χρηναι την κακοχυμιαν καθαιρειν τῳ δια της ἀλοης πικρῳ φαρμακῳ : ἀθροως μεν οὐν οὐκ ἐτολμησα καθαιρειν τον
τραγικος Αἱμων ὁ του Σοφοκλεους ἀπεδειξατο της Ἀντιγονης ἐρων και πικρῳ ζυγομαχων πατρι τῳ Κρεοντι : και γαρ τοι και
9999428 ἐρᾳς
ἐρᾳς του εἰτε μη : οἰδα γαρ ὁτι οὐ μονον ἐρᾳς , ἀλλα και πορρω ἠδη εἰ πορευομενος του ἐρωτος
αὐτος πολλακις . Γυναικος , ὠ Ἀλφειε , ἠ νυμφης ἐρᾳς ἠ και των Νηρεϊδων ἁλιας ; Οὐκ , ἀλλα
9999427 ψιλη
προβολη ἐν ὁρῳ δεδεικται , ὁποιαν ἐχει φυσιν : ὁτι ψιλη ἐστι των γενομενων διηγησις μετα βραχειας αὐξησεως : και
αὑται και οἱ οἰκοι καμαρωτοι παντες δια την ἀξυλιαν : ψιλη γαρ ἡ χωρα και θαμνωδης ἡ πολλη πλην φοινικος
9999416 Πινδαρῳ
ἐκτισαντο ἀντι του ᾠκησαν , ὡς το ὀρεικτιτου συος παρα Πινδαρῳ [ . ] , ἀντι του ὀρειοικου . ἱεραν
ἀνειπουσα Δελφοις , ὁποσων ἀπηρχοντο τῳ Ἀπολλωνι , μοιραν και Πινδαρῳ την ἰσην ἁπαντων νεμειν . λεγεται δε και ὀνειρατος
9999415 κυνοϲ
ὠφελει ϲυν ὀξει πινομενη . Ἡπαρ το μεν του λυττωντοϲ κυνοϲ ὀπτηθεν , εἰ βρωθειη , τοιϲ ὑπ ' αὐτου
κεκομμεναϲ και ϲεϲηϲμεναϲ . ὁποταν δε τιϲ δηχθῃ ὑπο λυϲϲωντοϲ κυνοϲ , εἰϲ οἰνου ἀκρατου κυαθουϲ τρειϲ ἠ τεϲϲαραϲ ἐμπαϲϲειν
9999413 ἐξαιφνηϲ
πλειοϲιν ἐξωθεν αἰτιοιϲ τουτο το παθοϲ ἑπεται . ἐπειδαν οὐν ἐξαιφνηϲ φλεγμηνῃ τι μοριον ἀνευ του προηγηϲαϲθαι φανεραν αἰτιαν ,
πολλαι μεν αὐθιϲ ἐπανηνεγκαν , τινεϲ δε κατα τουϲ παροξυϲμουϲ ἐξαιφνηϲ ἀπωλοντο των μεν ϲφυγμων πυκνουμενων τε και ὑποϲπαιροντων ἀτακτωϲ
9999412 Αἰθηρ
τυγχανῃ Δικη . πωγωνα πυρος ἰλλαδας Γαια μεγιστη και Διος Αἰθηρ , ὁ μεν ἀνθρωπων και θεων γενετωρ , ἡ
Αἰθερα , Αἰθερος δε παις ὁ Οὐρανος : ὁ δε Αἰθηρ ἀκαματος , ἐπειδη το πυρ ἀκαματον , οἱον :
9999407 Ἀκουε
εἰσιν αἱ πονηριαι ἀφ ' ὡν δει ἡμας ἐγκρατευεσθαι ; Ἀκουε , φησιν : ἀπο μοιχειας και πορνειας , ἀπο
κτυπος οὐατα βαλλει και μαντευομαι τι ἀγαθον ἀκουσεσθαι μεγα . Ἀκουε , ξενε : παρελθοι δε με , ὠ Πρωτεσιλεω
9999407 ὑελινῳ
ἀπο συκαμινου , συκαμινα λευκα φερει . συκαμινα δε ἐν ὑελινῳ βικιῳ πλειστον διαμενει χρονον . Φυτευεται δε ἐν διτταις
ὑγρον ἑως μελιτωδους συστασεως , και χρω ἐμμοτῳ ἀποθεις ἐν ὑελινῳ σκευει , και μελιτι προσπλεκε εἰς ἀνακαθαρσιν και γαλακτι
9999406 Ἰλιαδα
του Τηλεφου τελευτησαι φησιν ὁ τα ἐπη ποιησας την μικραν Ἰλιαδα . διο και ταδε αὐτος οἰδα περι το Ἀσκληπιειον
. γεγραφε δε και Ζηνων ὁ φιλοσοφος εἰς τε την Ἰλιαδα και την Ὀδυσσειαν , και περι του Μαργιτου δε
9999402 ηὐξηθη
Δημοσθενους ἐν τῳ λεγειν δυναμις ἐπ ' ἀπωλειᾳ της Ἑλλαδος ηὐξηθη ” . Ὁ αὐτος ἐφη , ὡσπερ ἀγωνιστου γινεσθαι
Ἰοκαστην . . ἱν ' ἐτραφη ] ὁπου σπερμα καταβληθεις ηὐξηθη . . ῥιζαν ] γονην . αἱματοεσσαν ] συγγενικην
9999397 Ἀμφιτρυωνι
δεικνυσθαι το δεπας το δοθεν Ἀλκμηνῃ ὑπο Διος , ὁτε Ἀμφιτρυωνι εἰκασθη . . . . , Χαρων . .
δια νυκτος ἐλθων και την μιαν τριπλασιασας νυκτα , ὁμοιος Ἀμφιτρυωνι γενομενος Ἀλκμηνῃ συνευ - νασθη και τα γενομενα περι
9999396 Ταρκυνιῳ
δε μεσα της φαλαγγος αὐτος ὁ δικτατωρ Ποστομιος ἐξεπληρου Τιτῳ Ταρκυνιῳ και τοις περι αὐτον φυγασι χωρησων ὁμοσε : πληθος
. εἰ δε τινες ὑμων τους ἐπι στρατοπεδου συνοντας ἁμα Ταρκυνιῳ πολιτας δεδοικασιν , ὡς ἐκεινῳ μεν συναγωνιουμενους , ἡμιν
9999393 ϲτυπτηριαϲ
, πιϲϲηϲ # δ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # δ , ϲτυπτηριαϲ ὑγραϲ # α ∠ ʹ : ποιει δε και
κανθουϲ δια καδμιαϲ και χαλκιτεωϲ ἠ τουτῳ καλλιϲτῳ ὀντι : ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ μιϲυοϲ ὀπτου χαλκανθου ἰϲα : ἱκανωϲ ἀποδαπανᾳ ταϲ
9999392 Αἰσχυλωι
. : . . . ἡ μυθοποιια κειται παρ ' Αἰσχυλωι ἐν Πενθει . . . . . . ,
δε οἰει δειν ἁ φαμεν ποιειν , μη μελλε πειθομενος Αἰσχυλωι και ἐτι προτερον Ἡσιοδωι . . . . .
9999390 κιθαρᾳ
ἀδιαλειπτως : συναπτε δε προς το ζωθαλμιος . * * κιθαρᾳ . * * πολυφθογγοις . ἠτοι αὐλοις ἐντεταμενως ἠχουσιν
; οὐκ ἐπι τοις σκευεσιν ὁ αὐτος λογος ; ἀλλα κιθαρᾳ χρησαιτο ἀν ὁ ἀμουσος , ἠ ἐπιχειρων οὐκ ἀν
9999388 Καπιτωλιῳ
. . Ἐτι δ ' οὐν πολιορκουμενων των ἐν τῳ Καπιτωλιῳ καταφυγοντων νεος τις ἀπο της Οὐιεντανων πολεως ὑπο Ῥωμαιων
τε μετα Τουσκων σπονδας ναον τε ᾠκοδομησεν ἐν τῳ καλουμενῳ Καπιτωλιῳ . Μετα ταυτα πολιορκων την Ἀρδεαν , πολιχνην δεκα
9999388 μυδιῳ
την ἀποδοραν , δι ' ὁ μετα την ὑποτομην βλεφαροκατοχῳ μυδιῳ , τουτεϲτι προϲ την περιφερειαν του βλεφαρου ἐϲχηματιϲμενῳ ,
και προϲ ϲυνουϲιαν ὁρμωϲιν . διοπερ ὑπτιαϲ ἐϲχηματιϲμενηϲ τηϲ γυναικοϲ μυδιῳ καταϲχοντεϲ το περιττον τηϲ νυμφηϲ ἐκτεμωμεν ϲμιλῃ φυλαττομενοι το
9999387 ἀκανθηϲ
. Τροχιϲκοϲ Δοϲιθεου πανυ δοκιμοϲ : βατων ἀκρεμονων ϲυμφυτου ῥιζηϲ ἀκανθηϲ αἰγυπτιαϲ καρπου ὑποκυϲτιδοϲ χυλου . λυκιου ὀπιου λιβανου ῥου
ἁλοϲ ἀμμωνιακου ἁλαϲ Καππαδοκικον . ἀντι ἀρϲενικου ϲανδαραχη . ἀντι ἀκανθηϲ κερατιων ἀκανθα . ἀντι ἀμυλου ξηρα γυριϲ . ἀντι
9999385 ἀηρ
παλιν ἡν προσθεν εἰπον διαφοραν : οὐ γαρ ὑπομενων ὁ ἀηρ και ὑδωρ γινεται , ὡς ὑπομενων ὁ Καλλιας και
οὑτως : οὐ γαρ εὐθυς του θερμαναντος οἰχομενου και ὁ ἀηρ ἀπεβαλε την θερμοτητα , ἀλλ ' ἐτι ἐχει .
9999385 σκηνῃ
ἐστι περιακτος ὑψηλη : το δε βροντειον , ὑπο τῃ σκηνῃ ὀπισθεν ἀσκοι ψηφων ἐμπλεοι διωγκωμενοι φερονται κατα χαλκωματων .
και την εὐσεβειαν των φεροντων ἀγαμενος ἀνατιθησιν ἐν τῃ καθιερωμενῃ σκηνῃ της εὐχαριστιας των ἀνδρων ὑπομνημα . παγκαλη δε ἡ
9999384 Ἀρχιλοχῳ
μ ' ἐχρην προβαινων ἱκομην δι ' ἀστεως και παρα Ἀρχιλοχῳ ἐν τετραμετροις Γλαυχ ' , ὁρα , βαθυς γαρ
και τοὐνομα ἐστι παρα Πλατωνι τουτο , ὡς παρ ' Ἀρχιλοχῳ ἐκεινο . κοκκοι ῥοας : και οὑτω μεν ὁ
9999381 Δαιδαλῳ
, ἀλλα κακκαβην δια του η , ὡς Ἀριστοφανης ἐν Δαιδαλῳ . Κυνηγετης οἱ Ἀττικοι , ἀλλ ' οὐ κυναγος
τουτων ἰδεαι πλειονες , και κογχυλιας δε λιθος ἐν Ἀριστοφανους Δαιδαλῳ , και παρα Ξενοφωντι κογχυλιατης , λυχνιας δε παρα
9999378 κλινῃ
. πως γαρ ἀν ἐπι τῃ στρωμνῃ , και τῃ κλινῃ , ἐφ ' ᾑ κατεκλιθη ὁ νοσων , και
ξυλον προς την κλινην , οἱονει ὡσπερ αὐτο ὑποκειται τῃ κλινῃ , οὑτως ὑδωρ ἠ γη ἠ των ἀλλων ὁτιουν
9999378 Ἡλιῳ
κατορθωσιν των πραγματων και των φαυλων ἰασιν ἀποτελει . Σεληνη Ἡλιῳ ἐπιμερισασα κενωσιν βιου και ἐξοδιασμους πλειστους ἀποτελει και μαλιστα
τα πραττομενα . Βλαπτει δε και ἡ Σεληνη συνοδευουσα τῳ Ἡλιῳ ἠτοι ὑπο τας αὐγας αὐτου οὐσα ἠ διαμετρουσα αὐτον
9999377 φρασω
τρισιν πληγαις ἀπηδεσθη το ῥαμφος . Ἐγω γαρ ὑμιν νυν φρασω . Εἰξασιν γαρ τοις παιδαριοις τουτοις , οἱ ἑκαστοτε
Μιλησιον ἀπικομενον ἐς Ἀθηνας χρηισαι σφεων βοηθεειν , ταυτα πρωτα φρασω . Ἀθηναι , ἐουσαι και πριν μεγαλαι , τοτε
9999377 χορῳ
και περι των ἑξης ἐπιτρεψαις [ ἀν ] ὑποκριτῃ και χορῳ διαλυεσθαι τα της ἀντιλογιας εἰς μυθον , ὡς οἱ
γαμουντων διδομενα ταις γαμουμεναις . . παρθενιος , τον ἐτικτε χορῳ καλη Πολυμηλη : ἡ διπλη ὁτι παρθενιος λεγεται ὁ
9999376 ἐγχεε
ἀλλο φυτευσῃς προτερον δενδριον ἀμπελω . και που φησιν : ἐγχεε κιρνας ἑνα και δυο . πινωμεν : τι τον
γαρ Σεμελας και Διος υἱος λαθικαδεα ἀνθρωποισιν ἐδωκ ' . ἐγχεε κερναις ἑνα και δυο πλεαις κακ κεφαλας : ἁ
9999374 βελτισθ
των γιγνομενων ἐλλειπειν . ὡστε ἑως ἀν ᾐ το τα βελτισθ ' αἱρεισθαι , οὐδ ' ἀν εἱς ἑκων ἀπατωμενος
: ἰδιωτης μεγας αὐτοις ὁ Σευθης : οἰσθας , ὠ βελτισθ ' , ὁτι ἀγαθου στρατηγου διαφερειν οὐθεν δοκει .
9999371 Αἰτωλιᾳ
ΓΘ ἀπο του ὀνοματος το πραγμα λεγει : οὐκ ἐν Αἰτωλιᾳ , ἀλλ ' ἐν τῳ αἰτειν . παρα το
. Και Νικανδρος ἐν τριτῃ Αἰτωλικων , ἐκ της ἐν Αἰτωλιᾳ Ὀρτυγιας φησι την Δηλον ὀνομασθηναι , γραφων οὑτως Οἱ
9999366 ὑδαρεα
ἐχοι ἀριστα το σωμα : οἰνον δε κιῤῥον αὐστηρον , ὑδαρεα , και ὀλιγον το ποτον πινετω . Τοισι δε
σιτιων και των ταλαιπωριεων ἀφαιρεειν , και τον οἰνον πινοντων ὑδαρεα τε και ὁτι ψυχροτατον . Ὁκοσοισι δε ὀδυναι γινονται
9999365 Χαλκιδα
καλεουσι θεοι , ἀνδρες δε Σκαμανδρον . και παλιν : Χαλκιδα κικλησκουσι θεοι , ἀνδρες δε Κυμινδιν . διαπαιζει οὐν
Μουσων γοναις , ἐπι τινος πολλας θυγατερας ἀπογεννωσης : ἐπειδη Χαλκιδα της Εὐβοιας πολιν φασι ποτε ἀνθησαι δορασι τε και
9999364 βιβλῳ
το σκιλλιτικον ὀξος ὠφελησει . Ταδε ἐνεστιν ἐν τῃδε τῃ βιβλῳ , ὠ φιλτατε παι Βασσε , ἐννατῃ μεν οὐσῃ
ἐκ Τροιας ἀνακομιζομενων Ἑλληνων , περι ὡν ἐν τῃ τριτῃ βιβλῳ προειρηκαμεν . . , . ] [ Φασι Θετταλον
9999364 κρηπιδα
ὀρος το Κρονιον κατα τα ἠδη λελεγμενα μοι παρα την κρηπιδα και τους ἐπ ' αὐτῃ παρηκει θησαυρους . ἐπι
. το μεν σωμα γῃ κρυπτουσι , λιθου δε ἐποικοδομησαντες κρηπιδα κιονας ἐφιστασι και ἐπ ' αὐτοις ἐπιθημα ποιουσι κατα
9999358 Δηλιῳ
μου , και ἐν Ποτειδαιᾳ και ἐν Ἀμφιπολει και ἐπι Δηλιῳ , τοτε μεν οὑ ἐκεινοι ἐταττον ἐμενον ὡσπερ και
: ὁ δε Διδυμος Βασιλεια και Ἀμφιαρεια και Δηλια ἐπι Δηλιῳ και Τροφωνεια ἐν Λεβαδειᾳ . ἀγωνες τ ' ἐννομοι
9999356 χολῃ
τευθου , οἱα τε σηπιαδος φυξηλιδος ἡ τε μελαινει οἰδμα χολῃ δολοεντα μαθους ' ἀγρωστορος ὁρμην . των ἠτοι ζοφοεις
. ς κηρου # α ⊂ χαμαιμηλινου το ἀρκουν : χολῃ ταυρειᾳ λειου τα ξηρα . και ἑνωσας χρω ἐνετεον

Back