γενεσθαι ἀδυνατον . τοτε ὁ βασιλευς Μανασσης προσεταξεν ἐν πριωνι ξυλινῳ πρισθηναι αὐτον . Και πριζομενου αὐτου ἐστη Μελχιας ὁ
τοσουτου κακου . Ὁ δε αὐτοις χρᾳ φραττεσθαι το ἀστυ ξυλινῳ τειχει . Θεμιστοκλης λεγει ὁτι οἱ δοκει το ξυλινον
9999711 κολοκυνθη
φυλλα βλιτον βρυον θαλαττιον γλαυκιον δορυκνιον ἰξοϲ ἰτεαϲ τα φυλλα κολοκυνθη κοτυληδων κωνειον πευκη το δενδρον μαλαχη ἡμεροϲ μηκων μηλα
τρις ὀλιγιστην . ῥοιαι δ ' ὀλιγοτροφοι , ἀπιοι , κολοκυνθη , σταφιδες αἱ αὐστηραι και ἀλιπεις . Φασιλοι ,
9999702 ὑελινῳ
ἀπο συκαμινου , συκαμινα λευκα φερει . συκαμινα δε ἐν ὑελινῳ βικιῳ πλειστον διαμενει χρονον . Φυτευεται δε ἐν διτταις
ὑγρον ἑως μελιτωδους συστασεως , και χρω ἐμμοτῳ ἀποθεις ἐν ὑελινῳ σκευει , και μελιτι προσπλεκε εἰς ἀνακαθαρσιν και γαλακτι
9999701 κολοκυνθιδα
ἀποβρεγμα κολοκυνθιδος . γινεσθω δε το ἀποβρεγμα οὑτω : λαβων κολοκυνθιδα πληρωσον ἑψηματος καθαρας αὐτην προτερον καλως , ὡς μηδεν
και ἡ καθαρσις ἡ δια των κοκκων των ἐχοντων την κολοκυνθιδα και το εὐφορβιον , ὡν ἡ συνθεσις ἐχει οὑτως
9999694 Ὀλυμπιαδα
βραχυκαταληκτον . . Ψαυμιδι : ὁ Ψαυμις ἐνικησε την πβʹ Ὀλυμπιαδα τεθριππῳ . ἠν δε Σικελος ἀπο Καμαρινης πολεως ,
και εὐτυχης , προτερον ναυτης ὠν . ἐγραψεν Ἀπολογισμον προς Ὀλυμπιαδα της ἑαυτου δωδεκαετιας : Ἱστοριαν περι Δηλου και της
9999694 βιβλιῳ
ἀλλα και προς ἀνομοιους , δεδεικται ἐν τῳ προ τουτου βιβλιῳ . φιλει γαρ ὁ φαυλος τον σπουδαιον ἀνομοιον ὀντα
ὠν . δεησαν δ ' ἐπιμνησθηναι ἐν τῳ προς ἐκεινον βιβλιῳ και του προς σε τουτουϊ βιβλιου , γραφηναι εἰσ
9999668 σφραγιδα
δε Ῥωμαιοι χαριστηρια της συμμαχιας στεφανον τε ἀπο χρυσου και σφραγιδα χρυσην ἐπεμπον και ἐλεφαν - τινον διφρον και πορφυραν
εἰχες σαυτου ἐχειν ἐργον ὡς ἐπισταμενος δακτυλιους γλυφειν και ἀλλην σφραγιδα σον ἐργον , και στλεγγιδα και ληκυθον ἁ αὐτος
9999663 Φιλιππῳ
τις τἀλλοτριον , παραχωρει δε των ἰδιων . και το Φιλιππῳ δε μετα βαρυτητος εἰρηται . τινι γαρ , εἰπε
τῃ ἰσῃ δη που και ὁμοιᾳ ποιησεσθε ὡσπερ ἀει : Φιλιππῳ δ ' ἀκολουθειν ἀναγκη . τουτο δε ὁσον διαφερει
9999659 Ἀναξαγορᾳ
, ἀλλα πολλοις και σοφοις συγγεγονεναι , και Πυθοκλειδῃ και Ἀναξαγορᾳ : και νυν ἐτι τηλικουτος ὠν Δαμωνι συνεστιν αὐτου
πλεον δια των ἐνυπαρχοντων αὐτῳ συμβεβηκοτων . τα μεν οὐν Ἀναξαγορᾳ περι των ὁμοιομερων εἰρημενα και τα Εὐδοξῳ περι τινων
9999653 σφυρῳ
σκορπιον ἀνηκε κατ ' αὐτου και κρουσθεις οὑτος ἐν τῳ σφυρῳ τεθνηκεν . Οἱ οὐν θεοι ἐλεησαντες αὐτον δι '
τῃ ἀλοχῳ χαριν της ἡρακλεους σπερμογονιας : Ὀρθῳ ἐστασας ἐπι σφυρῳ . ἀντι του : ἀσφαλη αὐτοις ἀπειργασω την βασιν
9999640 ϲτυπτηριαϲ
, πιϲϲηϲ # δ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # δ , ϲτυπτηριαϲ ὑγραϲ # α ∠ ʹ : ποιει δε και
κανθουϲ δια καδμιαϲ και χαλκιτεωϲ ἠ τουτῳ καλλιϲτῳ ὀντι : ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ μιϲυοϲ ὀπτου χαλκανθου ἰϲα : ἱκανωϲ ἀποδαπανᾳ ταϲ
9999639 Αἰθιοπιᾳ
δʹ νοτου γʹ Ϛʹ : ἀπο δε μεσημβριας τῃ ἐντος Αἰθιοπιᾳ , ἐν ᾑ Ἀγισυμβα χωρα κατα γραμμην την ἀπο
: ὁπου δ ' αὐ θερινος ὀμβρος πολυς ὡσπερ ἐν Αἰθιοπιᾳ και ἐν Ἰνδοις ἠ περι Αἰγυπτον ὁ Νειλος ἐνταυθα
9999626 κοκκυγα
τους σκληροσαρκους , οἱον ὀρφον , γλαυκον , κηριδα , κοκκυγα και ὀκταποδα και σηπιας , και των ὀστρακοδερμων ἀστακους
, ὁπου νυν ἐστιν ἱερον Ἡρας τελειας . τον δε κοκκυγα ἰδοντα καταπετασθηναι και καθεσθηναι ἐπι τα γονατα αὐτης πεφρικοτα
9999622 ὑδαρεα
ἐχοι ἀριστα το σωμα : οἰνον δε κιῤῥον αὐστηρον , ὑδαρεα , και ὀλιγον το ποτον πινετω . Τοισι δε
σιτιων και των ταλαιπωριεων ἀφαιρεειν , και τον οἰνον πινοντων ὑδαρεα τε και ὁτι ψυχροτατον . Ὁκοσοισι δε ὀδυναι γινονται
9999618 ἑλκεα
οἱ δανος ὠπασεν Ἑκτωρ . Κωκυτος τοι μουνος ἀφ ' ἑλκεα νιψεν Ἀδωνιν . Τον δ ' ἐκαλυψε θαλασσα λιλαιομενον
, ἀγαθον και ἰσχναινειν εὐ , ὡς τα των ἁλιεων ἑλκεα : ταυτα γαρ οὐδ ' ἐκπυει , ἠν μη
9999618 λιμνῃ
παντες καταπονουσιν ἡμας . βελτιον ἐστιν ἡμας ῥιψαι ἐν τῃ λιμνῃ και πνιγηναι . ” ταυτ ' οὐν εἰποντες ἀπῃεσαν
του λειμωνος του ἐν τῳ ἑλει . ἐτι ἐν τῃ λιμνῃ το μειρακιον , ἐτι ἐπι του σχηματος , ᾡ
9999618 Ἀρχιγενηϲ
δε πλειϲτον θερμον ἐμβιβαϲθεντεϲ δυϲαποτριπτα ῥιγη ἀπετριψαντο , ὡϲ φηϲιν Ἀρχιγενηϲ : ὁ δε Γαληνοϲ προ τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ ἀνατριβειν φηϲι
χοιραϲι , παρωτιϲι , δοθιηϲι , φυμαϲιν . ὁ δε Ἀρχιγενηϲ : προϲ μελικηριδαϲ , φηϲιν , ἀφονιτρον και ἐλλεβορου
9999615 αἱμορραγιαϲ
δυναμιν ἀφαιρειν . ταϲ δε αὐτοματουϲ ἐν πυρετοιϲ δια ῥινων αἱμορραγιαϲ κριτικωϲ μεν γινομεναϲ δεχεϲθαι , ἀμετρωϲ δε φερομενον το
ἠγουν ἑξαϲκελεϲιν ἐπιδεϲμοιϲ χρηϲομεθα . εἰ δ ' ἐτι δεοϲ αἱμορραγιαϲ εἰη , πτυγμα ἐπιβλητεον ἀπο ὀξυκρατου ἠ ὑδροροδινου ,
9999615 νιτρῳ
ἐγραφομεν . . . ταυτι μοι τα στιγματα σευτλου ἀφεψηματι νιτρῳ τε ὀπτῳ και ὀροβινῳ σμηγματι ἀπορρυπτεται : ἠν δε
τηϲ χρηϲεωϲ πυρια , ἀνατριβων τον τοπον ϲυκηϲ φυλλοιϲ και νιτρῳ ἀποϲμηχων , καταχριε τῳ φαρμακῳ καθ ' ἡμεραν .
9999613 βλαβη
και προλεγειν ὡς ἀσφαλεα , εἰ ἀλλως ἐθελοις , ὁτι βλαβη μεν οὐδεμιη , οὐτε σμικρη , οὐτε μεγαλη ,
τον κληρον του πατρος , σωθησονται και ὑφεσιν δεξεται ἡ βλαβη . ὁτε δε ἐστιν ὁ Ζευς χρονοκρατωρ ἠ ἐπιμεριζων
9999611 ἀκανθηϲ
. Τροχιϲκοϲ Δοϲιθεου πανυ δοκιμοϲ : βατων ἀκρεμονων ϲυμφυτου ῥιζηϲ ἀκανθηϲ αἰγυπτιαϲ καρπου ὑποκυϲτιδοϲ χυλου . λυκιου ὀπιου λιβανου ῥου
ἁλοϲ ἀμμωνιακου ἁλαϲ Καππαδοκικον . ἀντι ἀρϲενικου ϲανδαραχη . ἀντι ἀκανθηϲ κερατιων ἀκανθα . ἀντι ἀμυλου ξηρα γυριϲ . ἀντι
9999609 Ἀγαθοκλεα
ὡς ἱστορει Δουρις ὁ Σαμιος ἐν τῃ τριτῃ των Περι Ἀγαθοκλεα ἱστοριων . : Εὐρυβατος : πονηρος , ἀπο του
αʹ Περι δικαιοσυνης . Δουρις δε ἐν δʹ των Περι Ἀγαθοκλεα ἀπο του Ὀδυσσεως ἑταιρου . . . . ,
9999607 ζῳδιῳ
και στενοχωριας βιωτικας ἀπεργαζεται . Και ἐαν μεν ἐν ἡλιακῳ ζῳδιῳ τυχῃ καλως κειμενος προκοπας παρεχει και πραξεις ἀφ '
ὑπαρχουσι την του ὡροσκοπου μοιραν ἀποδεδωκασιν , ἐν ᾡ ἀν ζῳδιῳ ἐκπεσῃ ὁ ὡροσκοπος και μαλιστα τῳ οἰκειοτερῳ αὐτων ἐπι
9999592 γλυκεα
, δι ' ὁ και τα πολλα των ἀνθων ἐστι γλυκεα . Και τουτο κατα λογον ἐκλελυμενην τε και θηλυτεραν
διδοσθω , πολεμιωτατον δε αὐτοις το ψυχρον : τα δε γλυκεα παντα των προποματων παραιτητεα . Τα μεν οὐν κατα
9999591 γλυκυριζηϲ
δαφνηϲ ὁ τηϲ ῥιζηϲ φλοιοϲ ϲυν οἰνῳ : ῥεον ποντικον γλυκυριζηϲ χυλοϲ ἀμυγδαλα τα πικρα μαλιϲτα πιϲτακια ἀψινθιου κομη ἀνιϲον
ὠον νεαρον καταρροφουμενον βουτυρον καθ ' αὑτο και μετα μελιτοϲ γλυκυριζηϲ ὁ χυλοϲ και αὐτη ἡ ῥιζα : τουτοιϲ χρηϲτεον
9999580 γληχωνι
ἰϲχυροτεροιϲ τε τῃ τε ἀρτεμιϲιᾳ και κονυζῃ και καλαμινθῃ και γληχωνι και ἀνθεμιδι . προϲθετοιϲ δε χρηϲθαι τερμινθινῃ και νιτρῳ
συνεκλεανθεις : και μηλα κυδωνια ἐσθιομενα λεια : ἠ συν γληχωνι και ὑδατι πινομενα , ἀμωμον τε και βαλσαμου καρπος
9999578 Ἐμπεδοκλεα
ἑκτηι ὀλυμπιαδι [ ] γενεσθαι φασι τον Ἀβδηριτην Δημοκριτον , Ἐμπεδοκλεα τε και Ἱπποκρατην κτλ . , . . ,
, το κατθανειν δε ζην νομιζεται βροτοις ; ἀλλα και Ἐμπεδοκλεα : οὑτως οὐτ ' ἐπιδερκτα ταδ ' ἀνδρασιν οὐτ
9999577 σκεπῃ
ἐν Ϛʹ Φιλιππικων . ἀπο των το παλαιον ταις δρυσι σκεπῃ χρωμενων , πριν τας οἰκησεις εὑρεθηναι . και το
βασιλεα ἐφ ' ὑμων , δευτε , ὑποστητε ἐν τῃ σκεπῃ μου : και εἰ μη , ἐξελθοι πυρ ἐκ
9999571 φθινοπωρῳ
οὑτως . Την βοτανην την λεγομενην ἡλιοτροπιον το τρικοκκον ἐν φθινοπωρῳ ἀνασπασας ὁλην συν τῃ ῥιζῃ ξηρανε ἐν σκιᾳ :
ἀσκηνος ἐνυκτερευσεν : ὀμβρου τε πολλου καταρραγεντος , οἱος ἐν φθινοπωρῳ γιγνεται , των ὁπλοφορων τινες την νυκτα πασαν ἀσπιδα
9999571 Ἰλιαδα
του Τηλεφου τελευτησαι φησιν ὁ τα ἐπη ποιησας την μικραν Ἰλιαδα . διο και ταδε αὐτος οἰδα περι το Ἀσκληπιειον
. γεγραφε δε και Ζηνων ὁ φιλοσοφος εἰς τε την Ἰλιαδα και την Ὀδυσσειαν , και περι του Μαργιτου δε
9999571 ἠξιωσε
τῳ τοτε βασιλει Κορινθου Πολυβῳ : ὁς λαβων αὐτον ἐπιμελειας ἠξιωσε και εἰς ἀνδρων ἡλικιαν ἠγαγεν . ἐπειτα δε ὁ
ἀγαπησαντας τον ἀληθη θεον και ἀνταγαπηθεντας προς αὐτου , ὁς ἠξιωσε , καθαπερ δηλουσιν οἱ χρησμοι , δια τας ὑπερβολας
9999571 Αἰσχυλωι
. : . . . ἡ μυθοποιια κειται παρ ' Αἰσχυλωι ἐν Πενθει . . . . . . ,
δε οἰει δειν ἁ φαμεν ποιειν , μη μελλε πειθομενος Αἰσχυλωι και ἐτι προτερον Ἡσιοδωι . . . . .
9999567 κλινῃ
. πως γαρ ἀν ἐπι τῃ στρωμνῃ , και τῃ κλινῃ , ἐφ ' ᾑ κατεκλιθη ὁ νοσων , και
ξυλον προς την κλινην , οἱονει ὡσπερ αὐτο ὑποκειται τῃ κλινῃ , οὑτως ὑδωρ ἠ γη ἠ των ἀλλων ὁτιουν
9999565 κυνοϲ
ὠφελει ϲυν ὀξει πινομενη . Ἡπαρ το μεν του λυττωντοϲ κυνοϲ ὀπτηθεν , εἰ βρωθειη , τοιϲ ὑπ ' αὐτου
κεκομμεναϲ και ϲεϲηϲμεναϲ . ὁποταν δε τιϲ δηχθῃ ὑπο λυϲϲωντοϲ κυνοϲ , εἰϲ οἰνου ἀκρατου κυαθουϲ τρειϲ ἠ τεϲϲαραϲ ἐμπαϲϲειν
9999564 ῥεα
Βρομιοιο μορφην παντοιην ἐπιειμενον ἐσθλον ἀχατην . Πολλα μεν οὐν ῥεα γ ' ἐστιν ἀχατου χρωματ ' ἰδεσθαι : ἐν
κειτο μεγας παρ ' ἐπαλξιν ὑπερτατος : οὐδε κε μιν ῥεα χειρεσς ' ἀμφοτερῃς ἐχοι ἀνηρ οὐδε μαλ ' ἡβων
9999562 κρηπιδα
ὀρος το Κρονιον κατα τα ἠδη λελεγμενα μοι παρα την κρηπιδα και τους ἐπ ' αὐτῃ παρηκει θησαυρους . ἐπι
. το μεν σωμα γῃ κρυπτουσι , λιθου δε ἐποικοδομησαντες κρηπιδα κιονας ἐφιστασι και ἐπ ' αὐτοις ἐπιθημα ποιουσι κατα
9999562 Ἀμφιτρυωνι
δεικνυσθαι το δεπας το δοθεν Ἀλκμηνῃ ὑπο Διος , ὁτε Ἀμφιτρυωνι εἰκασθη . . . . , Χαρων . .
δια νυκτος ἐλθων και την μιαν τριπλασιασας νυκτα , ὁμοιος Ἀμφιτρυωνι γενομενος Ἀλκμηνῃ συνευ - νασθη και τα γενομενα περι
9999559 Ἀιδα
ὠ γεραιε συ τε ταλαινα ματερ , ἁ τον ἐν Ἀιδα δομοις ποσιν ἀναστεναζεις . † μη προκαμητε ποδα †
ποιειται , τουτεστιν ἀθανατα φρονει δια την παρεστωσαν εὐφροσυνην . Ἀιδα τοι λαθεται : πας γαρ ἀνηρ ἁρμοδια πραξας τῃ
9999559 ναρκη
του ἐτους τικτουσι και μαλιστα τῳ μετοπωρῳ , ἡ δε ναρκη και αὐτη μεν δις * * τῳ φθινοπωρῳ .
γαρ και παρεϲιϲ και ναρκη νευρων , ὑπνοϲ πουλυϲ : ναρκη δε και ψυξιϲ ϲατυριηϲιν ἰηται . γιγνεται δε το
9999559 θηλυκῳ
τῃ κυστει και δια μεγεθος οὐκ ἐκκρινεται , χρω τῳ θηλυκῳ . ὁ γαρ ἀῤῥην τους ἐν νεφροις θρυπτει ,
συνερχομενων τυγχανοντων κουφων τα ἠθη . και ἠν μεν ἐν θηλυκῳ ζῳδιῳ τυχῃ τουτο τους ἀνδρας , ἠν δε ἐν
9999558 Ἡλιῳ
κατορθωσιν των πραγματων και των φαυλων ἰασιν ἀποτελει . Σεληνη Ἡλιῳ ἐπιμερισασα κενωσιν βιου και ἐξοδιασμους πλειστους ἀποτελει και μαλιστα
τα πραττομενα . Βλαπτει δε και ἡ Σεληνη συνοδευουσα τῳ Ἡλιῳ ἠτοι ὑπο τας αὐγας αὐτου οὐσα ἠ διαμετρουσα αὐτον
9999557 ΑΒΓΔ
κυκλον . ἀλλ ' ὡς το Σ χωριον προς τον ΑΒΓΔ κυκλον , οὑτως ὁ ΕΖΗΘ κυκλος προς ἐλαττον τι
, Μ κυκλοι οἱ ΟΠΡΣ , ΤΥΦΧ ἰσοι ὀντες τοις ΑΒΓΔ , και νενοησθωσαν κυλινδροι οἱ ΠΡ , ΡΒ ,
9999557 ἑβδομη
και τριτη συν εἰκαδι , Εἰκας συν αὐτῃ παλιν ἐστιν ἑβδομη , Ἡ δωδεκατη πεντε συν λοιποις δεκα , Εἰκας
και κατασκευαζομενου : ἑκαστου γαρ μηνος ἡ νουμηνια και ἡ ἑβδομη ἀφιερωτο τῳ Ἀπολλωνι : ἡ δε τεταρτη τῳ Ἑρμῃ
9999556 Ἠελιῳ
ἀγει δειλοισι βροτοισιν , ἐξοχα δ ' εἰ γε συν Ἠελιῳ βεβαωτες ὁρῳντο : τημος γαρ πτωχοι πανδημιοι ἰνδαλλονται ὀθνειῃσι
ἠ ἐτι και πιναροισιν ἐφεζομεναις στεγεεσσιν . Ἑρμης δ ' Ἠελιῳ ξυνην βαινων κατ ' ἀταρπον ἠμερσεν σοφιης και παιδειης
9999556 Μεσσηνῃ
το σοφιστευειν ὡρμησε μειρακια σχολαστικα θηρευων . και σοφιστευσας ἐν Μεσσηνῃ κἀν Λαρισῃ τῃ Θετταλικῃ και πολλα ἐργασαμενος χρηματα ἐπανηλθεν
ταυτην περαιουνται δια του πορθμου , και σχοντες Ῥηγιῳ και Μεσσηνῃ ἀφικνουνται ἐς Ἱμεραν . ἐκει δε ὀντες τους τε
9999555 φακῃ
ἐχοντων φιλιαν , ὑστερον δε ἀποπεμψαντων ταυτην ἀποπεμπων ] ἀποδιωκων φακῃ ] γραϊ . τῃ γραϊ τω θεω ] ον
ζωον χαιρει λαθυροις , ὀροβοις , τιλει , πισῳ , φακῃ , σιτῳ , και τοις ἐξ αὐτου ζιζανιοις τοις
9999552 γαϲτηρ
κἠν μεν ἐπι τοιϲι ἰϲχηται μεν ὁ ἱδρωϲ και ἡ γαϲτηρ ὁ τε ϲτομαχοϲ δεχηται τα ϲιτια και μη ἐμεῃ
φαρμακου , εἰτα καθαραν χολην . πολλακιϲ δε και ἡ γαϲτηρ ὑπερχεται κατω : ὁτε δε και εὐφορωτερα ἡ καθαρϲιϲ
9999551 χαλβανηϲ
τερεβινθινηϲ # Ϛ , πιϲϲηϲ ξηραϲ λι . α , χαλβανηϲ # α , ὀποπανακοϲ # α , καππαρεωϲ ῥιζηϲ
γ , λιβανου ⋖ γ , κροκου ⋖ δ , χαλβανηϲ ⋖ β , ϲμυρνηϲ ⋖ α : ὀξει ἐκλειων
9999551 φλεβοϲ
δε ϲαρκοϲ ὑποτραφειϲηϲ , ἀλλοτε δε και αἱματοϲ ϲυναναδοθεντοϲ δια φλεβοϲ ἠ ἀρτηριαϲ ῥηξιν , ὡϲ ἐπι των ἀνευρυϲματων ,
. τα ϲπερματικα δε ἀγγεια φλεβεϲ εἰϲιν ἀπο τηϲ κοιληϲ φλεβοϲ εἰϲ τουϲ ὀρχειϲ ἑλικοειδωϲ φερομεναι , δι ' ὡν
9999550 Φοινιξ
ἁρπαζειν δεδοκημενος ἐμπυρον ὁρμην ἐς μορον αὐτος ἑκων αὐταγρετον ἐδραμε Φοινιξ τεφρωσας πυρι γυια , και ἡδεϊ κεκλιτο ποτμωι .
Φοινιξ ἀλαλατος και ὁ Τυρσηνος ἀλα - λατος . Ὁ Φοινιξ ] Ἠγουν οἱ Φοινικες . Τυρσανων ] Τυρσηνων .
9999546 μυδιῳ
την ἀποδοραν , δι ' ὁ μετα την ὑποτομην βλεφαροκατοχῳ μυδιῳ , τουτεϲτι προϲ την περιφερειαν του βλεφαρου ἐϲχηματιϲμενῳ ,
και προϲ ϲυνουϲιαν ὁρμωϲιν . διοπερ ὑπτιαϲ ἐϲχηματιϲμενηϲ τηϲ γυναικοϲ μυδιῳ καταϲχοντεϲ το περιττον τηϲ νυμφηϲ ἐκτεμωμεν ϲμιλῃ φυλαττομενοι το
9999543 Δαιδαλῳ
, ἀλλα κακκαβην δια του η , ὡς Ἀριστοφανης ἐν Δαιδαλῳ . Κυνηγετης οἱ Ἀττικοι , ἀλλ ' οὐ κυναγος
τουτων ἰδεαι πλειονες , και κογχυλιας δε λιθος ἐν Ἀριστοφανους Δαιδαλῳ , και παρα Ξενοφωντι κογχυλιατης , λυχνιας δε παρα
9999543 κηκιδα
ἑψησας ἐν οἰνῳ το στομα συγκλυζε : ἠ ῥουν και κηκιδα ἐν οἰνῳ ἑψησας ὁμοιως χρω . Κεφ . ιʹ
των ἀγρυπνουντων δια σφοδραν ὀδυνην χρησθαι . Προς βεβρωμενους ὀδοντας κηκιδα λειαν λυκιῳ ἠ τερμινθινῃ ἀναλαβων περιπλαττε , περικαθαρας προτερον
9999543 ἐγχεε
ἀλλο φυτευσῃς προτερον δενδριον ἀμπελω . και που φησιν : ἐγχεε κιρνας ἑνα και δυο . πινωμεν : τι τον
γαρ Σεμελας και Διος υἱος λαθικαδεα ἀνθρωποισιν ἐδωκ ' . ἐγχεε κερναις ἑνα και δυο πλεαις κακ κεφαλας : ἁ
9999543 κυλικι
λοιδοριας και ὀργης . προσετι και λογοι πολλοι ἐπι τῃ κυλικι , τοτε δη και μαλιστα , περι σωφροσυνης και
Δεκμον Βρουτον Ἀλβινον ἐς τον ποτον και λογον ἐπι τῃ κυλικι προυθηκε , τις ἀριστος ἀνθρωπῳ θανατος : αἱρουμενων δε
9999540 κενωϲεωϲ
και μαϲτιχηϲ . ἱκανηϲ δε και δια του ϲτοματοϲ γιγνομενηϲ κενωϲεωϲ τῃ δια του ἀγαρικου ἐμπλαϲτρῳ ἠ τῳ δια καχρυοϲ
των ἀλλων ἀπαλλαττοιτο ϲυμπτωματων εὐχρουϲτεροϲ τε γιγνοιτο προϲ λογον τηϲ κενωϲεωϲ εὐϲφυκτοτεροϲ τε εἰη και ἰϲχυροτεροϲ ἐν ταιϲ ἐπαναϲταϲεϲι ,
9999539 Ἀλκμηνῃ
Διος . ὁ γαρ Ζευς ὁμοιωθεις τῳ Ἀμφιτρυωνι συνεγενετο τῃ Ἀλκμηνῃ . και ἐγεννηθη ὁ Ἡρακλης , ὁς και τους
Ἐν αὐτῃ δε τῃ νυκτι ἐβουλευσατο , και συνεγινετο τῃ Ἀλκμηνῃ , ἱνα μη ἐλεγχθῃ μοιχευθεισα . . ΑΥΤΗι Δ
9999536 Χαλκιδα
καλεουσι θεοι , ἀνδρες δε Σκαμανδρον . και παλιν : Χαλκιδα κικλησκουσι θεοι , ἀνδρες δε Κυμινδιν . διαπαιζει οὐν
Μουσων γοναις , ἐπι τινος πολλας θυγατερας ἀπογεννωσης : ἐπειδη Χαλκιδα της Εὐβοιας πολιν φασι ποτε ἀνθησαι δορασι τε και
9999535 δακτυλιῳ
τῃ δεξιᾳ χειρι : τελεσας οὐν οὑτως ἐχε φορων τῳ δακτυλιῳ , και ποιει παντα ὁσα και ὁ σμαραγδος .
ἠ και μετα οἰνου ποτισθεις : φορουμενος δε ἐν τῳ δακτυλιῳ ποιει τον φορουντα εὐπροσηγορον και εὐομιλον και εὐπειθη και
9999534 βραδεωϲ
μικρον και μειουρον . ἑρπει δε ἐπ ' εὐθειαν και βραδεωϲ , καθ ' ὁλον δε το ϲωμα διακεκοϲμηται ϲτιγμαιϲ
κραϲιν οἱ ὀρχειϲ γενοιντο , ψιλα τα περιξ τριχων και βραδεωϲ ἀφροδιϲιαζειν ἀρχονται , και οὐδε ὁρμητικοι προϲ την ἐνεργειαν
9999534 χαλκιτεωϲ
Ϛ , κομμεωϲ # δ , καδμιαϲ , ὀπιου , χαλκιτεωϲ κεκαυμενηϲ , κροκου , ἀλοηϲ ἡπατιτιδοϲ , καϲτοριου ,
δε ἐπι τουτοιϲ γενομενηϲ και πυου μη ὑποπιπτοντοϲ τῳ δια χαλκιτεωϲ ἐμπλαϲτρῳ φαρμακῳ θεραπευειν ἠ τινι των ὁμοιων των προϲ
9999533 ὀμφακινῳ
ὀξυῤῥοδινου , μη παροντος δε του ῥοδινου ἐλαιου , χρηστεον ὀμφακινῳ , τετρασι μερεσι του ἐλαιου συμπλεκοντας ὀξους μερος ἑν
αὐτην οὐϲαν . προηγουμενωϲ δε ἐμβροχαιϲ δαψιλεϲτεραιϲ χρηϲτεον , ἐλαιῳ ὀμφακινῳ ἠ ῥοδινῳ τῳ καλλιϲτῳ χρωμενοι δι ' ἐριου χειροπληθουϲ
9999532 ἱκανωϲ
και γιγνεται μεν ἡ προϲθεϲιϲ αὐτων δυϲαφαιρετοϲ , ξηραινει δε ἱκανωϲ . προϲκειϲθαι δε δια παντοϲ αὐτοιϲ προϲηκεν , ἀχριϲ
μητε ὀξυτητα μητε πικροτητα και προϲ τουτοιϲ ἐτι μηθ ' ἱκανωϲ θερμου μηθ ' ὑπερβαλλοντωϲ ψυχρου . ἐντευθεν γαρ ὁρμωμενοϲ
9999531 ἀηρ
παλιν ἡν προσθεν εἰπον διαφοραν : οὐ γαρ ὑπομενων ὁ ἀηρ και ὑδωρ γινεται , ὡς ὑπομενων ὁ Καλλιας και
οὑτως : οὐ γαρ εὐθυς του θερμαναντος οἰχομενου και ὁ ἀηρ ἀπεβαλε την θερμοτητα , ἀλλ ' ἐτι ἐχει .
9999530 ἐξεπεμψε
περαν θαλαττης ἐθνων μεταπεμπεσθαι συμμαχιαν . ὁ μεν οὐν Μαριος ἐξεπεμψε προς Νικομηδην τον της Βιθυνιας βασιλεα περι βοηθειας :
αὐτου Δαδαν , μητερα των νεανισκων , εἰς το Πολιον ἐξεπεμψε δια κηρυκος , ὡς ἀν ἐκει συνοικησειεν ὁτῳ βουληται
9999528 Λευκοθεα
χρονου ἀφθαρτον οὐσαν διαγειν και τεταχθαι . αὑτη δε ἡ Λευκοθεα Νηρηις γενομενη . οὑτως γαρ , ἠγουν Λευκοθεα ,
, ἡς και ὁ ποιητης μεμνηται : ἐστι δε αὑτη Λευκοθεα : ὁ δε Μελικερτης μετεβληθη εἰς δαιμονα : ἐστι
9999527 ἀκανθῃ
χρονον ἠ τοδε ἀπειργασθαι προς της αὐτος αὑτου γενεας τρωθεις ἀκανθῃ θαλασσιας τρυγονος ἐτελευτησεν . Ἀλεξανδρος δε ὁ Πριαμου βουκολων
του Ἑρμου , οἱ δε ἐν τῳ σωματι και τῃ ἀκανθῃ του βορειου Ἰχθυος τῳ τε του Διος και ἠρεμα
9999527 Αἰτωλιᾳ
ΓΘ ἀπο του ὀνοματος το πραγμα λεγει : οὐκ ἐν Αἰτωλιᾳ , ἀλλ ' ἐν τῳ αἰτειν . παρα το
. Και Νικανδρος ἐν τριτῃ Αἰτωλικων , ἐκ της ἐν Αἰτωλιᾳ Ὀρτυγιας φησι την Δηλον ὀνομασθηναι , γραφων οὑτως Οἱ
9999527 ἡδεα
ὀρχησομενος , ἡ Κροκαλη δε ἐκροτει , και παντα ἠν ἡδεα : ἐν τοσουτῳ δε κτυπος ἠκουετο και βοη και
, και τα μεν ὡς ἀναγκαια των πραγματων τα δε ἡδεα δι ' ὡν εὐδαιμονουμεν . οὐκουν την εὐδαιμονιαν τιθεμεθα
9999524 ἠκμασε
. δις δε ἡβησαι φησι τον Πελοπα , ἐπει πρωτον ἠκμασε την φυσικην ἡλικιαν , δευτερον δε κατακοπεις και τυθεις
. ἐν δε τῳ Ἰωνικῳ λογῳ τῳ και κιναιδολογῳ καλουμενῳ ἠκμασε Σωταδης ὁ Μαρωνειτης και ὁ υἱος αὐτου Ἀπολλωνιος ,
9999524 δακρυα
οὐν ἀδελφηι ταυτ ' ἐμηι ; μη προς θεων . δακρυα γουν γενοιτ ' ἀν . οὐκουν οὑτος οἰωνος μεγας
τυμβον ἐπ ' εὐρωεντα : κυσεν δ ' ὁ γε δακρυα χευων στηλην εὐποιητον ἀποφθιμενοιο τοκηος , και ῥα περιστεναχων
9999522 χυλοϲ
παντι . τοιαυται δε εἰϲιν : ὁ τε τηϲ πτιϲϲανηϲ χυλοϲ ψυχροϲ λαμβανομενοϲ ὁ τε του ἀλικοϲ χονδροϲ ὁμοιωϲ πτιϲϲανῃ
ἐνεργηϲῃ ϲφοδρωϲ αἱματωδη κενοι και μαλλον ὠφελει . ὁ δε χυλοϲ αὐτηϲ παραπληϲιαϲ ὑπαρχων δυναμεωϲ , τουτεϲτι τηϲ ξηραντικηϲ τε
9999522 λιτρῳ
ἡπατι † ϲτηθεα . τεγξιϲ μεν ὠν ξυν ἀλοῃ ἠ λιτρῳ : εἰρια πινοεντα οἰϲυπῳ . χρεοϲ ὠν ἐμψυξιοϲ ,
ἐοι , ὑποκλυζειν χυλῳ δριμεϊ , ἁλϲι μεν προϲ τῳ λιτρῳ , ἡ ῥητινη δε τηϲ τερμινθου ξυν τῳ μελιτι
9999519 Ἀκουε
εἰσιν αἱ πονηριαι ἀφ ' ὡν δει ἡμας ἐγκρατευεσθαι ; Ἀκουε , φησιν : ἀπο μοιχειας και πορνειας , ἀπο
κτυπος οὐατα βαλλει και μαντευομαι τι ἀγαθον ἀκουσεσθαι μεγα . Ἀκουε , ξενε : παρελθοι δε με , ὠ Πρωτεσιλεω
9999515 δακρυω
ὁ Ἀλεξανδρος δουλεια ζυγα ἠνυσεν ἀπο κοινου το καταλειπομενην σε δακρυω ἡδυ ἐστι τα δακρυα τοις ἀτυχουσι και ἡ Μουσα
. ἀντι του : οὐκ ἐρευνω και ἀκριβολογουμαι : οὐ δακρυω , παρα την ἰκμαδα : τας δια των τροχων
9999513 Αἰθηρ
τυγχανῃ Δικη . πωγωνα πυρος ἰλλαδας Γαια μεγιστη και Διος Αἰθηρ , ὁ μεν ἀνθρωπων και θεων γενετωρ , ἡ
Αἰθερα , Αἰθερος δε παις ὁ Οὐρανος : ὁ δε Αἰθηρ ἀκαματος , ἐπειδη το πυρ ἀκαματον , οἱον :
9999513 δωρεα
οἰνον ἁρπαζοντες λανθανουσι κινδυνευοντες . Ἡ φιλοτιμος και δικαια σου δωρεα μεχρι μεν πρῳην ἀνεπαφος ἠν , ἐπει μηδε ἰδειν
, ἡν διαιρουντες Ἰωνες προϊκα λεγουσιν ὡσπερ οὐν ἡ προιξ δωρεα διδοται , οὑτω φησιν , Οὐ δωρεαν μου καταγνωσεται
9999513 δριμεα
ταϲ ἐπιϲημουϲ εὐωδιαϲ τε και ἀρτυϲειϲ και τα ἀλλα τα δριμεα . ἀπεχεϲθω δε ἡ τιτθη και λαγνειων και πονειτω
δ ' οἰνον ἐπι τουτων ἀνακουφιζειν δει και παντα τα δριμεα ἀποζεματα , τῳ δ ' εὐκρατῳ καταχρηστεον και ἀρτῳ
9999512 κωλῳ
, ἡττον δεινον , ὁμως δεινον : εἰ δε ἐν κωλῳ γενοιτο , κατα το πλειστον εἰσιν ἰασιμα . Χρη
κωλου ἐπεχον διαϲπειρει παντῃ χεομενον : ἀπεψιη δε ἡ ἐν κωλῳ χοληϲ ἐϲτι ἐργαϲιη . ὡδε και ἐπι παντι γιγνεϲθαι
9999512 Ἐννεα
το σωμα κατα τον ἀγρον της γυναικος ἐν ταις καλουμεναις Ἐννεα τυρσεσιν , οὐσαις τῳ βαρει των ἐργων θαυμασταις .
Ἀθηναιων κτισμα ἐν τῳ τοπῳ ἱδρυμενον τουτῳ , ὁς καλειται Ἐννεα ὁδοι : εἰτα Γαληψος και Ἀπολλωνια , κατεσκαμμεναι ὑπο
9999510 σκοροδα
μαλιστα προσδεχηται πειρεομενος : σιτιοισι δε χρησθω μαλθακοισι , και σκοροδα ἐσθιετω και ὠμα και ἑφθα : και τῳ ἀνδρι
Ἐπιτηδεια δε τουτοις και τα μικτα παντα καταπλασματα , οἱον σκοροδα λεια μετα μελιτος , κρομμυα μεθ ' ἁλων ,
9999508 σπαθῃ
γενεσιν , τῳ δ ' ἑτερῳ , ὁπερ ἠν τῃ σπαθῃ συνεχες , και αὐτῳ ἐξεσμενῳ ὡς λευκῳ γενεσθαι χρησασθαι
. και πασης πολεως ἐχουσης τον Ἀρη μεσουρανουντα οἱ βασιλεις σπαθῃ ἀναιρουνται ὡς ἐπι το πλειστον . Οἱ ἐχοντες ὡροσκοπον
9999506 τυπῳ
της ἀκρας του καλαμου κερκιδος ἀντι του σιδηρου παραμηκης τῳ τυπῳ λιθος ἀνεστηρικται , νευροις ἐσφιγμενος , ὀξυς μεν ὑπερβολῃ
ἡ και Ἰδυρις ὀξυτονως . το ἐθνικον Ἰδυριτης , τῳ τυπῳ των εἰς ις . Ἱερα κωμη , δημος Καριας
9999504 Τιρυνθα
. ” ” οἱ δ ' Ἀργος τ ' εἰχον Τιρυνθα „ τε . „ και ἡ Πελοποννησος ” ἡμετερῳ
ἐπη ταδε : οἱ δ ' Ἀργος τ ' εἰχον Τιρυνθα τε τειχιοεσσαν Ἑρμιονην Ἀσινην τε , βαθυν κατα κολπον
9999503 τηλεωϲ
ζ ∠ ʹ , χειμωνοϲ δε λι . θ , τηλεωϲ # ∠ ʹ , λινοϲπερμου # ∠ ʹ ,
ἠ βουτυρῳ προϲφατῳ , μικρον δε διαλιπων λουεϲθω ϲυγχριομενοϲ χυλον τηλεωϲ ἠ πτιϲανηϲ ἠ ἀμμωνιακου βραχυ ὀξει διειμενου . μετα
9999501 λιχανῳ
σπιθαμη το μετρον . εἰ δε τον μεγαν δακτυλον τῳ λιχανῳ ἀντιτεινας , το μετρον λιχας . ἀπο δε ὀλεκρανου
ἑνος δ ' ἐτι του τον μεγαν προσαγοντος τῳ οἱον λιχανῳ , το συμπαν πληθος ἑπτα γινεται . τριτον δ
9999499 Μελιτῃ
ἐπει ταχιστα ἐγενετο ἐν τῃ γῃ ταυτῃ , ἐνετυχε πρωτα Μελιτῃ κρηνῃ : και προεθυμειτο πριν ἐπι τον Ξανθον ἐλθειν
ἀρτι γαρ ἐνθενδε οἰκαδε οἰχεται , οἰκει δε ἐγγυς ἐν Μελιτῃ . Ταυτα εἰποντες ἐβαδιζομεν , και κατελαβομεν τον Ἀντιφωντα
9999498 ἐριδι
: των δε Συρακοσιων ὁ δημος ἐν πολλῃ προς ἀλληλους ἐριδι ἠσαν , οἱ μεν ὡς οὐδενι ἀν τροπῳ ἐλθοιεν
' αὐτο το ὀνομα διωκειν του λεχθεντος την ἐναντιωσιν , ἐριδι , οὐ διαλεκτῳ προς ἀλληλους χρωμενοι . Ἐστι γαρ
9999497 Ἀνδρογεω
ὁ Μινωταυρος . Μινωος δε ὀργιζομενου Ἀθηναιοις δια τον του Ἀνδρογεω φονον , ὁς ὑπο των ἐν Ἀθηνησι νεων δια
ἐφ ' ἁπασαν πολιν . ἐνοσησαν μεν Ἀθηναιοι δια τον Ἀνδρογεω θανατον και τῳ πατρι του τετελευτηκοτος τον δασμον τους
9999497 ὀλυμπιαδι
Ταυροσθενην καταπαλαισειεν ὁ Χειμων τον Αἰγινητην και ὡς Ταυροσθενης τῃ ὀλυμπιαδι τῃ ἐφεξης καταβαλοι τους ἐσελθοντας ἐς την παλην και
δοξαν του θεου παρεισφερων . . . . . ἑβδομηκοστηι ὀλυμπιαδι φασι γενεσθαι Δημοκριτον και Ἀναξαγοραν φιλοσοφους φυσικους ὁμου τε
9999496 ἑβδομαδι
' ἡ ἑβδομας κωλυεται . ἐν δε γε τῃ δευτερᾳ ἑβδομαδι , πλειονος μεν ἠ κατα την πρωτην ἑβδομαδα ὀντος
συντεθεντων ἀποτελειται ἑβδομας . ἀμηχανον δ ' ἠν τα σωματα ἑβδομαδι μετρεισθαι κατα την ἐκ διαστασεων τριων και περατων τετταρων
9999495 Εὐρυσθεα
τοι ] ἀεικες ἐστ ' ἐχοντα προς πατραν μολειν . Εὐρυσθεα γαρ πως δοκεις ἀν ἀσμενον , ἐμ ' εἰ
δικαιον δε νομιζοντες εἰναι , οὐ προτερας ἐχθρας ὑπαρχουσης προς Εὐρυσθεα , οὐδε κερδους προκειμενου πλην δοξης ἀγαθης , τοσουτον
9999494 φονεα
μεν ἀφεθεντα μη τεθναναι , του δε ἐμαυτου πατρος μη φονεα γενεσθαι . Τι δ ' ἀν οὐ προ γε
εἰκοτων προσποιουμενοι με ἐλεγχειν . οὐκ εἰκοτως ἀλλ ' ὀντως φονεα με φασι του ἀνδρος εἰναι . Τα δε εἰκοτα
9999493 ἱδρωσε
: ποδων ὀδυνη παρεμεινεν : παρακοπη . Εἰκοστῃ ἑβδομῃ , ἱδρωσε πολλῳ : ἀπυρος : ἡ κωφωσις ἐξελιπεν : ἡ
λευκη : ἀδιψος ἐγενετο : εὐπνοος . Τριακοστῃ τεταρτῃ , ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀπυρος : ἐκριθη παντα .
9999491 ὀργῃ
οἱ δε πεζοι ὡς ἑκαστοις προὐχωρει ἐσωζοντο . ἐνθα δη ὀργῃ οὐχ οὑτως τι οἱ Μακεδονες , ἀλλα Φωκεις τε
οὐδεν ἀρα οὑτως βεβαιως δεδησεται , οὐ νοσῳ , οὐκ ὀργῃ , οὐ τυχῃ οὐδεμιᾳ , ὁ μη οἱον τ
9999489 λιβανῳ
τοις ἑλκεσι χρησιμωτερον , διαφορητικωτερον δε και συμπεπτικωτερον συν τῳ λιβανῳ και τοις ἀνελκωτοις ἁρμοδιωτερον : συν οἰνῳ δε λεαινε
, εὐωδης , ἡ δε χλωρα ἡττον . δολουται δε λιβανῳ και ῥητινῃ στροβιλινῃ μιγνυμενη . Ἡ δε τερμινθινη ῥητινη
9999489 Ἀρχιδαμῳ
στοχασμος : ἀλλως τε και λογων ἀφορμας διδωσι τουτο τῳ Ἀρχιδαμῳ : ἐρουμεν γαρ , ὡς εἰς το της Ἀθηνας
Περσων γην οὑτω καλειν , ὡσπερ ἐν τε Φιλιππῳ και Ἀρχιδαμῳ . Ἡρακλεια : Δημοσθενης ἐν τῳ κατ ' Αἰσχινου
9999489 ἰτεα
δε τοισιν οὐρεσι δενδρεα ἐνι ἀγρια , ἀκανθα κυναρα , ἰτεα , μυρικη . . . . Χορασμιη : .
ϲμυρνιον ϲιον ὀρεοϲελινον δαυκου ϲπερμα θλαϲπεωϲ ϲπερμα μελανθιον λευκοιου ϲπερμα ἰτεα ἀγνου ϲπερμα βαλϲαμου καρποϲ γλυκυϲιδηϲ καρποϲ δαφνιδεϲ ϲμυρνα καρδαμωμον
9999489 Ἀρτεμιδι
, φιλος ἀνηρ Δημητρι μεν δια το γεωργιᾳ προσεχειν , Ἀρτεμιδι δε δια την θηραν : των γαρ ὁπλων οἱς
, προεσημαινον οἱ μαντεις , ὁτι ἐσοιτο πλους , ἐαν Ἀρτεμιδι θυσωσι την Ἰφιγενειαν . Ἀγαμεμνων δε διδοι σφαγιον αὐτην
9999488 Καρκινῳ
εὑρισκονται ἐν τῳ τριτῳ δεκανῳ των Διδυμων , ἐν δε Καρκινῳ νωχελεις και δολεροι , ἐν δε Λεοντι γενναιοι και
μενοντες , ἐν πλαναις και ξενιτειαις γινομενοι . Ἐστι τῳ Καρκινῳ ὑποτεταγμενα ταδε : ἐμπροσθια , Βακτριανη : ἀριστερα ,
9999487 βλαβησῃ
συ δε ἐπιτηρει και περιβλεπε μη τι ἐν τῃ ὁδῳ βλαβησῃ . . ζηλω ς ' ὁθουνεκ ' ἐκτος αἰτιας
ἐπισκοπος ταχυ , μεταμεληθησῃ δε δ καταληφθησῃ μοιχος και οὐ βλαβησῃ ε ἀγορασεις το κτημα ὁ ἐνθυμῃ Ϛ παραμενεις πρεσβυτερος

Back