ἀληθειας φροντιζοντες : οἱον το τον Καυκασον μετενεγκειν εἰς τα Ἰνδικα ὀρη και την πλησιαζουσαν ἐκεινοις ἑωιαν θαλατταν ἀπο των
ἀληθειας φροντιζοντες : οἱον το τον Καυκασον μετενεγκειν εἰς τα Ἰνδικα ὀρη και την πλησιαζουσαν ἐκεινοις ἑῳαν θαλατταν ἀπο των
9999928 κινητικα
πως . Ἐστι και των κινουντων τα μεν κατα φυσιν κινητικα την ἑαυτων τα δε παρα φυσιν : παρα φυσιν
οἱον χιων , κρυσταλλος , τῳ στηθεϊ πολεμια , βηχεων κινητικα , αἱμοῤῥοϊκα , καταῤῥοϊκα . Τα ἐν ἀρθροισιν οἰδηματα
9999925 μυστικα
λεγοντος μου ἐξεπεσεν μοι τοιουτον ῥημα . ὡσπερ Αἰσχυλος τα μυστικα . δοκει γαρ Αἰσχυλος λεγειν μυστικα τινα ἐν τε
ὁ Αἰσχυλος τα μυστικα : ἐλεγε μεν γαρ οὐχ ὡς μυστικα , ἐλαθε δε εἰπων μυστικα : και δειξαι τις
9999921 εὐφροσυνη
κατα την ἀνατολην του Κυνος ἀναβασις ἐσται κατα λογον και εὐφροσυνη τοις δημοις , και ὁ βασιλευς ἐπικρατησει , ἐν
Ἀφροδιτη κατα την ἐναλλαγην ἐν ἀποκλιματι , δηλοι ὡς ἡ εὐφροσυνη του την ἐναλλαγην ἐχοντος συγχυθησεται και βλαβησεται δια βρωματων
9999918 ἁνικα
ἱν ' ὠκυθοαι νυμφαι ἱππευουσι δι ' ὀρφναιας † , ἁνικα γαμων των ἐμων πολις Ἀργους ἀοιδαις εὐδαιμονιας ἐπυργωσε και
ζῃ . ἡξει καιρος ἐκεινος ὁπανικα και τυ φιλασεις . ἁνικα ταν κραδιαν ὀπτευμενος ἁλμυρα κλαυσεις . ἀλλα τυ ,
9999915 αἰσθητικα
, νου και λογου οὐσα ἀποτεγμα . ἐτι τα ὁπωσουν αἰσθητικα πρωτην την ἁφην ἐχειν ἀναγκη : τρεφεσθαι γαρ ἀναγκη
ὠτα αἰσθητικα νευρα . τῃ οὐν ἀκρᾳ ψυξει σπωμενα τα αἰσθητικα νευρα προς ἑαυτα ἐφελκονται τους λοβους των ὠτων ,
9999913 εὑρισκετο
ἀλλ ' ἀλλοτε μεν πλειον ἀλλοτε δε ἐλαττον το ὑπεργειον εὑρισκετο του οὐρανου και των προς τουτον ἀπο γης εὐθειων
το παραληγον φωνηεν εἰς ε μεταβαλλειν , και οὐκετι λοιπον εὑρισκετο ἀλλεπαλληλον το ω . Κρειττον οὐν ἐστιν εἰπειν την
9999911 ἐοικα
οἱος τε ὠν αὐξησαι την φημην . οὐδεν ἀρα ἐπιψογον ἐοικα πραττειν την ὑμετεραν εὐγενειαν παρατρεχων : μεσται γαρ αὐτης
λεγων , ἐγω δε ὁ ἐρωτων ; Φαινομαι , ὡς ἐοικα . Εἰ οὐν τις ἀνισταται συμβουλευσων εἰτε Ἀθηναιοις εἰτε
9999911 Λευκιππου
Λευκτρα , οὐκ οἰδα : εἰ δ ' ἀρα ἀπο Λευκιππου του Περιηρους , ὡς οἱ Μεσσηνιοι φασι , τουτου
. . . Λευκιππος τε και Ἀλκμαιων . . . Λευκιππου του μαθητου Μελισσου . . . Α . Λ
9999911 κρατηρι
αὐτῳ : τουτον δε φησι την ψυχην ποιειν ἐν τῳ κρατηρι ἐκεινῳ . Του αἰτιου δε νου ὀντος πατερα φησι
πασσε , τα δε ποτα , ὁπου ἡ Ἑλενη τῳ κρατηρι μισγει φαρμακον νηπενθες τ ' ἀχολον τε , κακων
9999910 Πελοποννησιοι
την νησον δηλονοτι . οἱ δ ' ἐν τῃ ἠπειρῳ Πελοποννησιοι . . . : ἠγουν οἱ τε ἐκ της
δ ' ἐν χερσιν ἠδη ὀντες περιεσχον τῳ κερᾳ οἱ Πελοποννησιοι και ἐκυκλουντο το δεξιον των ἐναντιων , οἱ ἐκ
9999909 ἀπαγγελια
δε ἀμφοτερα δοκουντα ἐνδοξα , πλειον το ἠθος και ἡ ἀπαγγελια ἐνταυθα ἐπιμελεστερα . και αἱ παραιτησεις χρησιμοι γινονται .
παραστατικη . διαφερει δε μελοποιια μελῳδιας : ἡ μεν γαρ ἀπαγγελια μελους ἐστιν , ἡ δε ἑξις ποιητικη . τροποι
9999909 ἰατρικα
ποττα ἐργα . ἀληπτικα μεν ὠν και ἁ ταυτᾳ συγγενεστατα ἰατρικα , σωματα ταχθεισαι θεραπευεν , ἐς ταν κρατισταν ἁρμονιαν
, εἰ ἰατρικον ἐστι το ζητημα : εἰσι γαρ και ἰατρικα και φιλοσοφα ζητηματα : και ἰατρικου μεν ζητηματος παραδειγμα
9999908 φλεγματωδες
Και ἐπην θηλαζῃ γαλα μη καθαρον , ἀλλα γεωδες και φλεγματωδες , και ἐχῃ το παιδιον τας φλεβας τας ἀπο
το ὑποχωρητικον σιτιον προσφερομενον ὑποχωρητικον εἰναι , και το φλεγματωδες φλεγματωδες . Ἠν κρατεῃ οὐν το σωμα των σιτιων ,
9999908 ἐφυλαξεν
Λυκοθοας Λυκοθοαντος ὠ Λυκοθοαν , του γαρ Θοας την κλισιν ἐφυλαξεν , και παλιν παμμελας παμμελανος ὠ παμμελαν , τριταλας
δικαιοσυνην , ἐλεγχου δε ποιησας κυριους ὁμως αὑτῳ το λοιπον ἐφυλαξεν , ὁπως ὁποσον ἀφησει , ἁπασιν εἰη καταφανες .
9999908 ἐγραψατο
ἐπιτομην ] λεγεται γαρ ὡς Δημοσθενης ἐπιτεμνων την κεφαλην ἑαυτου ἐγραψατο τραυματος ἐκ προνοιας Δημομελην τον Παιανιεα ἀνεψιον ἑαυτου ὡς
γαρ τον τροπον της καθυφεσεως , ἀκουσιου φονου του ἀνδροφονου ἐγραψατο : εἰθ ' ὁτι ὁρων το γιγνομενον ἐστενον ,
9999906 ἐτυγχανεν
ὡστ ' ἀν δακρυσαι γ ' , εἰ φρονουντ ' ἐτυγχανεν . οἰμοι ξυμφορας βαρυποτμωτατας , οἰμοι κακων δυστηνος ,
τειχων και τοξευμασι και ἀλλῳ ὁτῳ τις μετα χειρας ἐχων ἐτυγχανεν ἠ ὁτῳ τις ἐν τῳ τοτε ἐλαβεν ἐξηκοντιζον ἐς
9999906 ἐκληρωσατο
της ἑπταζωνου ἐχουσα οὑτως : ὁ μεν του Κρονου ἀστηρ ἐκληρωσατο την πρωτην και ἀνω - τατην ζωνην , καταψυχρον
ὁ σοφος διαλεγεται παντων , ὁ και την τοιαυτην ἐπωνυμιαν ἐκληρωσατο . χρη δε εἰδεναι , ὡς οἱ “ Περι
9999905 ὁρικα
παντα σαφως κειμενα , ὁσα ἁρμοττει σοι εἰπειν εἰς τα ὁρικα παραγραφικα . τοιαυτα λεγοντες παρωξυναν Λακεδαιμονιους προ του καιρου
μεν στοχαστικον εἰς τα στοχαστικα το δε ὁρικον εἰς τα ὁρικα , παρεπομενην δε την εἰς τα μερη του λογου
9999904 εὑρισκοιτο
, ποτνιωμενος και ἱκετευων , ἱν ' , εἰ μη εὑρισκοιτο ἐν γενεσει ἡ παντελης εἰς ἐλευθεριαν ἀφεσις , ἡς
περι αὐτης , οὑτως εἰ τι τῳ περι κινησεως ὁρισμῳ εὑρισκοιτο ἐμφαινομενον , ἐφεξης και περι τουτου διαλεκτεον . ἐμφαινεται
9999903 ἰατρικη
προς ὀψοποιϊαν , οὑτως δικαστικη προς σοφιστικην . ὡσπερ γαρ ἰατρικη προς το ἀγαθον και συμφερον ὁρωσα προσφερει τοδε το
ἀκουσεται ὁτι ὑγιεινα ἐστι και ἰατρικα , ἁπερ ἀν ἡ ἰατρικη και ὁ ταυτην ἐχων ἰατρος κελευοι ποιειν : και
9999903 δηλωτικα
φωτα και ἀδορυφορητα , ταπεινοτητος και ἀδοξιας τοις γονευσιν ἐστι δηλωτικα , και μαλιστα ὁταν και ὁ της Ἀφροδιτης και
τουτον τα μεν εὐθειων εἰσι τα δε † γενικων † δηλωτικα , το δε τοδε ὁτε μεν εὐθειας ὁτε δε
9999903 ἠξιωσεν
ἐχουσα . ἐνταυθα ὁ μεν ᾐτει πιειν , ἡ δε ἠξιωσεν προπιειν , και αὐτικα γε ἀπολομενης , την μεν
: τυμβου δ ' , εἰ κτανειν ἐβουλετο , οὐκ ἠξιωσεν ἀλλ ' ἀφηκε ποντιον ] . ἡμεις μεν οὐν
9999903 βουλευτηριῳ
, και κρυβδην διαψηφισαμενων των βουλευτων , ἑαλω ἐν τῳ βουλευτηριῳ και ἐδοξεν ἀδικειν . και ἐπειδη ἐν τῳ διαχειροτονειν
πολεμειν δε μη προς ὁμοιαν ἀντιπαρασκευην ἀδυνατοι , ὁταν μητε βουλευτηριῳ ἑνι χρωμενοι παραχρημα τι ὀξεως ἐπιτελωσι παντες τε ἰσοψηφοι
9999903 Ἀρτεμισια
και δευτερον το δυνατον , εἰτα εἰ βοηθησει βασιλευς και Ἀρτεμισια . το δε θεωρημα φανερον : ἐπειδη γαρ ἀδοξον
Ἐλευσινια , Κορης παρα Σικελιωταις θεογαμια και ἀνθεσφορια , Ἀρτεμιδος Ἀρτεμισια και Ἐφεσια , Κρονου Κρονια , Ἀσκληπιου Ἀσκληπιεια ,
9999903 ἐβοηθησεν
ἡ περισσως ἀγαπησασα οὐτε των ἀλλων θεων τις ἠ δαιμονων ἐβοηθησεν αὐτῳ . κατα τον αὐτον οὐν ποιητην : ὁστις
Τορωνην μεν και Ποτιδαιαν πολιορκησας εἱλε , Κυζικηνοις δε πολιορκουμενοις ἐβοηθησεν . Του δ ' ἐτους τουτου διεληλυθοτος Ἀθηνησι μεν
9999903 τετταρσι
. τουτους δε πλευσαντας πελαγος μεγα και χειμασθεντας ἐν μησι τετταρσι προσενεχθηναι τῃ προσημανθεισῃ νησῳ , στρογγυλῃ μεν ὑπαρχουσῃ τῳ
, της δε κοσμοποιιας το ὑδωρ : προς δε τοις τετταρσι στοιχειοις πεμπτη τις ἐστι φυσις , ἐξ ἡς ὁ
9999903 βελτιστε
μακαριως πεπραγα . ἐρησῃ με ἰσως τινα τροπον , ὠ βελτιστε Τραπεζοχαρων . ἐγω δητα σοι φρασω και πριν ἐρεσθαι
την ἀμοιβην και μονον οὐκ ὀνειδιζει λεγων , ” Ὠ βελτιστε Ἀπολλον , ἐγω μεν σου τον νεων τεως ἀστεφανωτον
9999902 αἰωνα
ὠ τεκνον , μετ ' αὐτου ” μη τον ἁπαντα αἰωνα , ἀλλ ' „ ἡμερας τινας „ , τουτο
Πωλος ὁ παρα τῳ Πλατωνι “ ἐμπειρια γαρ ποιει τον αἰωνα ἡμων πορευεσθαι κατα τεχνην , ἀπειρια δε κατα τυχην
9999902 ἡγεμονικα
οὐτε το φρονειν ἐν μονῳ τῳ δικαιοπραγειν τιθεμενος . Τα ἡγεμονικα αὐτων διαβλεπε και τους φρονιμους , οἱα μεν φευγουσιν
γαρ εἰ ὁτι μαλιστα ἀλληλων ἑνεκεν γεγοναμεν , ὁμως τα ἡγεμονικα ἡμων ἑκαστον την ἰδιαν κυριαν ἐχει : ἐπει τοι
9999902 σφοδροτητι
το λεπτον και την χαριν τῳ διηρμενῳ προς μεγεθος , σφοδροτητι δε την ἀφελειαν και τῃ τραχυτητι το μεθ '
διαχεομενον ῥᾳδιως , ὁ δε ἀνθραξ ἐπαναλισκει πολυ ὑπερτηκων τῃ σφοδροτητι και ἐξαιρων . ἐν δε τοις ῥειθροις συρεται και
9999902 τρισκαιδεκατῳ
και ὀνομα αὐτῳ θεσθαι Ἰσσαχαρ . Και παλιν Λειαν τῳ τρισκαιδεκατῳ ἐτει , μηνι δεκατῳ υἱον ἀλλον τεκειν ᾡ ὀνομα
διχα του ι . Λαμπετεια , πολις Βρεττιας . Πολυβιος τρισκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Λαμπετειατης ἠ και Λαμπετειανος τῳ ἐπιχωριῳ
9999902 ἀπεφυγε
ἀγωνισμα την ἑαυτου συγγραφην . πολλα γαρ των προς ἡδονην ἀπεφυγε , τας παρενθηκας ἁς εἰωθασι ποιειν οἱ πλειονες ἀποκλινας
, ἀλλα μαλλον ἐκοσμησε . τοιουτῳ μεν δη τροπῳ Σφοδριας ἀπεφυγε . Των μεντοι Ἀθηναιων οἱ βοιωτιαζοντες ἐδιδασκον τον δημον
9999900 ἐθαρρησεν
βασιλεων εἰπειν : ὁ δ ' ἀποφαινεσθαι και προς θεον ἐθαρρησεν . τουτο δ ' ἀρα περας ἠν οὐ τολμης
ἀπο Θαψακου εἰς Αἰγυπτον . το δε θαυμαζειν , πως ἐθαρρησεν εἰπειν ἑξακισχιλιων σταδιων το ἀπο Πηλουσιου εἰς Θαψακον ,
9999899 δακρυουσα
περι λυσεως , ἡ γυνη συνεχως ἐντυγχανουσα τοις γραμμασι και δακρυουσα των ὀψεων ἐστερηθη , καταλιπων ὁ παις παρα τῃ
ὁσῳ θαλερωτερον , τοσουτῳ και γοητοτερον . ἐαν δε ἡ δακρυουσα ᾐ και καλη και ὁ θεατης ἐραστης , οὐδ
9999899 πηδημα
, ἐκ του ἀλσος . ἐστι και ἁλμα , το πηδημα , δασυνομενον , ὡς ἁπο του ἁλλομαι , το
χιλιων στρατιωτων ἀρχων Δαδακης ἐκ της νηος ἀφηλατο και ἐπηδησε πηδημα κουφον και ἐλαφρον και συντομον και ταχυ , ἐν
9999899 ἐξειργασατο
και χρωματα και μεγεθη , ὡν ἡ θεα περιττην φρονησιν ἐξειργασατο και πολυν ἱμερον ἐπιστημης ἐγεννησε . παρεχεται δε και
, ἡν ἐν τῳ Ζ των Νικομαχειων Ἠθικων ὁ φιλοσοφος ἐξειργασατο . προεθετο μεν γαρ ἐν αὐτῳ περι των διανοητικων
9999898 ἐκθωμεθα
ἐν τῳ κυλινδρῳ οὑτως : ἐαν ἐν ἐπιπεδῳ δυο εὐθειας ἐκθωμεθα ὀρθας ἀλληλαις , ὡν ἡ μεν μια ἰση ἐστιν
φυσιν , οἱον δε ὁρισμον αὐτου ποιουντων , τας διαφορας ἐκθωμεθα . συγκεφαλαιουμενοι δε και τουτων οἱ τροποι εὐαριθμητοι γινονται
9999898 χαιρετε
ἑστια πατρῳα και δαιμονες οἱ κατεχοντες τουτον τον τοπον , χαιρετε . ὡς δε ταυτ ' εἰπεν , ἡμεις μεν
λικμητου δεκατευεται : ἀλλα και οὑτως , ἡρῳσσαι , Λιβυων χαιρετε δεσποτιδες . Ἠριον εἰμι Βιτωνος , ὁδοιπορε : εἰ
9999897 φλεβοτομια
ϲικυαϲ δει . χρη δε εἰδεναι ὡϲ οὐ μονον τοπικη φλεβοτομια βλαβην παρεχεται προ του το ϲυμπαν ϲωμα κενωθηναι δια
ἐκδεξαμενοϲ . εἰ δε δια τι κατ ' ἀρχαϲ ἡ φλεβοτομια μη παραληφθειη , και προϲωτερω τηϲ ἑβδομαδοϲ οὐδεν ἀτοπον
9999897 ὁπηνικα
] συμφωνει και οὐκ ἀνθισταται ταυταις . εὐτ ' ] ὁπηνικα ἀσυνδετως . κεναγγει ] κενοι τα ἀγγεια , ἠτοι
ἐναντιουνται , ἐξ ἐναντιας ἐρχονται . Εὐτ ' ἀν : ὁπηνικα , ὁποταν . ὑποβρυχιης : βαθυτατης , κατωτατης ,
9999897 ἐδεισα
εἰκονα αὐτου . τοιουτον τι και ἐγω διενοηθην , και ἐδεισα μη πανταπασι την ψυχην τυφλωθειην βλεπων προς τα πραγματα
[ μοι ἀπολειπτεον ] δηπουθεν ἡς ἐρω παλαι . ἀλλως ἐδεισα ] . σοι μεν αὑτη , Χαιρεα . σοι
9999897 ἀφεψηματοϲ
χρηϲτεον φαρμακοιϲ , οἱον ἐϲτι το ϲιτινον ἀλευρον μετα ἰϲχαδων ἀφεψηματοϲ και ἐλαιου το τε δια γυρεωϲ και το δια
, ἐπαλειπτεον τῳ ναρδινῳ , πυριᾳ δε χρηϲθαι δι ' ἀφεψηματοϲ μελιλωτου τε και τηλεωϲ . παχεοϲ δε ὀντοϲ του
9999897 εἱπετο
ἀποφατικη : ἐν δε τῳ πρωτῳ σχηματι τῃ μειζονι ἀει εἱπετο το συμπερασμα . εἰ δη το Α παντι τῳ
Ὁτι Ἀλεξανδρος μετα το ἱεροσυλησαι ἐφευγεν ἐπι το Ποσιδειον . εἱπετο δε αὐτῳ , ὡς ἐοικε , το δαιμονιον ἀορατον
9999897 πεπερεωϲ
. Ναρδοϲταχυοϲ , ὑϲϲωπου , τηκολιθου ἀνα γϼ η , πεπερεωϲ γϼ ιβ , ζιγγιβερεωϲ , πετροϲελινου , κοϲτου ,
δε μεθ ' ὑδρομελιτοϲ . Ἐρικηϲ καρπου ⋖ δ , πεπερεωϲ λευκου , ναρδου Ϲυριακηϲ , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖
9999897 τριαδα
και μαντευεσθαι τον Ἀπολλωνα ἐκ τριποδος δια το κατα την τριαδα πρωτον φυναι τον ἀριθμον . Ἀφροδιτῃ δε τι θυσιαζειν
, ὡς ὁ γ το ιε ἠ ἡ μονας την τριαδα ἠ τινα ἀλλον , τοτε μερος ἐστι , εἰ
9999897 ἀπαιδα
δε συμβολικως χρη την τυφλωσιν νοειν του Φοινικος δια το ἀπαιδα γενεσθαι και οὐχ ὡς οἱ πολλοι φασι πραγματικως ,
χωριον το περιλειφθεν αὐτῳ περιειλετο , τελευτησαντα δ ' αὐτον ἀπαιδα και ἀνωνυμον βουλεται καταστησαι . Τοιουτος ἐστιν οὑτος .
9999896 χαλασμα
κροταφοις , το δε μεσον των ἀγκυλων διπλουν της καιριας χαλασμα κατα του μετωπου , και τοτε παραλαμβανεται ἐπιδεσμος ὁ
τιλμασι διαστελλομεν , προς το μη την σαρκα φυεισαν , χαλασμα παρασχειν : τα δε ἐν τοις ὠσιν ἠ μυκτηρσιν
9999896 ἀσεβες
ἐς τους λιμενας τε και τας ἀγορας ἀγων οὐδεν οἰει ἀσεβες πραττειν ; και μην και σπερμολογουσιν ἐνιοι των ἀνθρωπων
ἐγκληματος τα πρεσβυτερα ζητουντες ἀδικηματα προδιηγησομεθα , και εἰ τι ἀσεβες φθανοι ἀλλο προειργασμενος . κἀν μεν ἱστοριαν ἐχωμεν ,
9999896 δακρυσι
χειμαινομενῳ , και ὡς τα βραχυπαραληκτα , Ι δευοντο δε δακρυσι κολποι , τῳ λογῳ της παραληγουσης κοινης οὐσης :
τῳ Ὀρεστῃ , τις , ὠ Ζευ , ᾡ δακρυα δακρυσι συμβαλλεται τις ἀλαστωρ , πορευων εἰς δομους , ἀντι
9999896 Προμηθευς
. : Εὐφυως ἀπο του ὀνοματος ἐλαβε το διανοημα : Προμηθευς γαρ ἐστιν ὁ προορων τα μηδεα : και τροπῃ
ὁτι ἐξ αὐτου ποριζεται το πυρ , ἑως οὑ ὁ Προμηθευς μετα δολου τουτο ἐκλεψεν . . Βριαρεῳ δ '
9999896 σκολια
πολλαι γινομεναι δια πολλου την ἀκολουθιαν κομιζονται : τα τε σκολια και πολυπλοκα και δυσεξελικτα και τα ἀλλα τα συγγενη
προαγει . οἱ τομιαι βοες , Δ . λεγει , σκολια και λεπτα και μακρα φυεται τα κερατα αὐτοις ,
9999896 κοινωϲ
ὁ χιτων και παχοϲ ἑτερον ἐπικτητον λαμβανει . βοηθηματα δε κοινωϲ και τοιϲ ἀμβλυωττουϲι ϲυντιθεται ἐκ τηϲ αὐτηϲ ὑληϲ ,
ὑδριαϲ ε ἠ Ϛ δια μελικρατου κυαθων γ ποτιζε : κοινωϲ δε και των προϲ δυϲπνοϊκουϲ ἀναγεγραμμενων αὐτοιϲ ἁρμοϲει τινα
9999896 ἑφθημιμερες
ιηʹ διμετρα ἀκαταληκτα , το δε ιθʹ διμετρον καταληκτικον ἠτοι ἑφθημιμερες παροιμιακον . ἐπι τῳ τελει δυο διπλαι ἐξω νενευκυιαι
το Ϛʹ δακτυλικον ἠ ἀναπαιστικον πενθημιμερες : το ζʹ ὁμοιον ἑφθημιμερες : το ηʹ προσοδιακον διμετρον ἀκαταληκτον , ἐκ χοριαμβου
9999896 ναυμαχια
γαρ ψευδης ἐστιν ἡ καταφασις ἡ λεγουσα ὁτι αὐριον ἐσται ναυμαχια * * * ψευδους γαρ οὐσης της καταφασεως συμβαινει
Ἀθηναιοι . πολεμου δε κατασταντος προς Αἰγινητας Ἀθηναιοις μετα ταυτα ναυμαχια γιγνεται ἐπ ' Αἰγινῃ μεγαλη Ἀθηναιων και Αἰγινητων ,
9999894 Ἡνικα
ἱνα μη οἱ καρποι ὑπο παγων και ἀνεμων βλαβωσιν . Ἡνικα ὁ Ζευς ἐν τῳ ὑδροχοῳ γενηται τῳ οἰκῳ του
μετα τον σπαραγμον ἐκβρασθηναι ἐκει και ὡς θεον νομισθηναι . Ἡνικα γαρ Ὀδυσσευς παρεπλευσεν αὐτας και οὐκ ἐθελχθη ὑπο της
9999894 Λακαινα
και ἡ την ἀσπιδα τῳ παιδι ἐπι πολεμον ἐξιοντι διδουσα Λακαινα συ ἐφη , τεκνον , ἠ ταυταν ἠ ἐπι
– ˘ – × – ] ἐχεις Ὠ Τυνδαρεια παι Λακαινα [ – ˘ – συ δ ' ὠ το
9999894 ὀλιγοτητι
οὐ μετριως ἐβαρυθυμουν , οὐ τοσουτον ἐπι τῃ των ἰχθυων ὀλιγοτητι , ὁσον ὁτι και τα ἐναντια προσειληφασιν . εἱς
ἀληθες ὑποτιθεμεθα ὡς οὐκ ὀντος του ἀληθους πληθει κρινεσθαι και ὀλιγοτητι , ἀλλα τῳ λογῳ . ἀπειροι γαρ δοξαζουσι ποδιαιον
9999894 ἀνεγραψε
οὐδενι του τυραννου τα δωρα ἡγουμενος ἀνειπεν αὑτον Μιλησιον και ἀνεγραψε τῃ εἰκονι ὡς γενος τε εἰη Μιλησιος και Ἰωνων
τραπεζης και του θυμιατηριου τα μετρα δηλωσας της λυχνιας οὐδεν ἀνεγραψε : μηποτε δι ' ἐκεινο , ὁτι τα μεν
9999894 εἰσαγγελιᾳ
ἐν τε τῳ Κατα Θεοδοτου και ἐν τῃ Κατα Καλλισθενους εἰσαγγελιᾳ : ὁτι δε τα λουτρα ἐκομιζον ἐκ της νυν
του πεφαρμακευσθαι και δεδεσθαι φαρμακοις Δειναρχος ἐν τῃ κατα Πυθεου εἰσαγγελιᾳ . Κατα δημους δικαστας : Δημοσθενης ἐν τῳ κατα
9999894 κρατηρ
ἐν δαιτι θεων , κισσοφοροις δ ' ἐν θαλιαις ἀνδρασι κρατηρ ὑπνον ἀμφιβαλληι . ἀχαλινων στοματων ἀνομου τ ' ἀφροσυνας
ὡστε κατα λογον τριτον τῳ Διι σπενδεται τε και ὁ κρατηρ τριτος τιθεται . Σοφοκλης Ναυπλιῳ και Διος σωτηρος σπονδη
9999894 ὁμοειδες
και οὑτως παλιν μερος του ποιητικου μερει του γινομενου γινεται ὁμοειδες . ἠ γαρ ὁλον γινεται ἠ μερος ὁμοειδες το
' ἐγχυματιζομενον εἰς τε τον κολπον εἰς τε την μητραν ὁμοειδες ἐστιν . δυναται δ ' ὁ ἐγχυματισμος μαλασσειν ,
9999894 χρυσοειδες
οἰκηματα . ἑλιχρυσοιο : εἰδος φυτου , οὑ το ἀνθος χρυσοειδες . ὡς ἀπο γυμνασιοιο καλον : ὑγιεινον γαρ ἐστιν
γομφοις ] ἐν καρφιοις . . ἡλοις . λαμπρον ] χρυσοειδες . ἐκκρουστον ] καταπληκτον τῃ αἰγλῃ . . φερει
9999894 μυρα
ἠ περιτραχηλια ἠ ψελλια και ἁπλως γυναικεια κοσμια εὐωδιαζοντα ἠ μυρα και ἀλειμματα , ἐαν δε προς τουτοις και ἡ
κληματιτις δ ' εὐωδεστερα μεν , ὡστε και προς τα μυρα χρησθαι τους μυρεψους αὐτῃ , τα δ ' εἰς
9999894 ἐγραψεν
Αἰθωνος . φλυαρει δε και το γραφαις : οὐ γαρ ἐγραψεν Ὀδυσσευς , ἀλλ ' ἀπελθων εἰς Ἰθακην ἀγνωστος ἐλεγε
κριθεντα και ἑαλωκοτα ὁτι δει κολαζειν ἐγραψεν , ἠ αὐτος ἐγραψεν κρισιν εἰ πεποιηκεν ἠ οὐ και εἰ δικαιως ἠ
9999893 Ἀττικα
ἐκ λαγονων σπειρας της μητρος εἰχεν , οὐπω την γλωτταν Ἀττικα φθεγγομενην , το σον δε ἀρα ἐκ τινος φυσεως
. ἁπαξαπασαι : ἀντι του πασαι . τα δε τοιαυτα Ἀττικα . μεταπειρωμενας : μεταβαινουσας , μεταβαλλομενας ἀπο πραγματος εἰς
9999893 Παφλαγονες
στρατοπεδευσεις . ἐπει δε τα ληφθεντα χρηματα ἀπηγαγον οἱ τε Παφλαγονες και ὁ Σπιθριδατης , ὑποστησας Ἡριππιδας ταξιαρχους και λοχαγους
αἱμα μελαν ῥεε , δευε δε γαιαν . τον μεν Παφλαγονες μεγαλητορες ἀμφεπενοντο , ἐς διφρον δ ' ἀνεσαντες ἀγον
9999893 σιδηρα
τοξευσαι κονταρια μετα σκουταριων . Οὐκ ἀτοπον δε και χειρομανικα σιδηρα τους βουκελλαριους ἐπινοησαι και μικρα τουφια κατα των ὀπισθελινων
: του ἀφυκτου θανατου . των δικτυων : πετρινη ἠ σιδηρα : ἁτις τεκνων ὡν ἐτεκες : ἡτις τον ἀροτον
9999893 ὀφθαλμικα
χυλον : ἐστι δ ' αὐτου ἡ χρησις προς τα ὀφθαλμικα ἐν ἀρχῃ ψυκτικου ὀντος . Γλαυξ κυτισῳ ἠ φακῳ
ὀμφακινης κοκκους δʹ . σποδιου , ᾡ χρωνται εἰς τα ὀφθαλμικα , μυστρα δυο τριψον και μιξον εἰς το αὐτο
9999893 μητηρ
' ἡδε μ ' ἐξεσῳσεν , ἡδε μοι τροφος , μητηρ , ἀδελφη , δμωις , ἀγκυρα στεγης . ἀλλ
, πριν και τινα ἐρεσθαι , εὐθυς ἐλεγον ὁτι Καλλιππη μητηρ , αὑτη δ ' εἰη Πιστοξενου θυγατηρ , ὡς
9999892 συμπεσῃ
σπανιως γε οὑτος και ἐν μακρῳ χρονῳ , ὁταν ἀμφω συμπεσῃ και συνομαρτησῃ τῳ καλλει της ψυχης και ἡ του
προσεκβαλλομενη ἐπι το ἑτερον μερος του κωνου , ἀχρις ἀν συμπεσῃ τῃ ἐπιφανειᾳ αὐτου , διχα τμηθησεται ὑπο του ἐπιπεδου
9999892 εὐσεβες
οἱς ἐγευσαντο και ἀπηρξαντο , οὐκ ἀναγκαζοι ἀν προσιεσθαι ὡς εὐσεβες , οὑ μη εὐσεβως τοις θεοις ἀπηρξαντο . μηνυει
τε ἀλειμμασι . ὡν παντων χορηγον το προς τον κυριον εὐσεβες του στρατηγου φιλοτιμον τε το προς [ ἡμας .
9999892 ἐγεννησε
τῳ Κρητων βασιλει : γενομενη δε ἐγκυος ἐκεινη τρεις παιδας ἐγεννησε , Μινωα , Σαρπηδονα και Ῥαδαμανθυν . Ἡ ἱστορια
τα μετα το ζην ἐπιτρεπτεα ταυτῃ : αὐτη γαρ ὡς ἐγεννησε , και διαλυσει . μηδεν δε εὐλαβηθῃς ὁπως ποτε
9999891 ἐδακρυσεν
ἀν εὐνους και δικαιος πολιτης ἐσχε την γνωμην οὐδ ' ἐδακρυσεν , οὐδ ' ἐπαθεν τοιουτον οὐδεν τῃ ψυχῃ ,
μητερα και ἀδελφους και την ἑαυτου γυναικα αἰχμαλωτους γεγενημενους , ἐδακρυσεν , ὡσπερ εἰκος . ὁ δε Κυρος ἰδων αὐτον
9999891 συμποσιῳ
παραλαμβανουσιν εἰς τας ἀρετας , την μεν περι το ἐν συμποσιῳ καθηκον ἀναστρεφομενην ἐπιστημην οὐσαν του πως δει ἐξαγεσθαι τα
Μηδειῳ τῳ Θεσσαλῳ δειπνων ὁ Ἀλεξανδρος εἰκοσιν οὐσιν ἐν τῳ συμποσιῳ πασι προὐπιε , παρα παντων τα ἰσα λαμβανων ,
9999891 Αὐτικα
ὁτι τε ἀνευροιεν την ἀρκτον και ὁπη λιποιεν ἀγγελλοντες . Αὐτικα γουν ὁρμηθεντες ὁμου συμπαντες και κεραιας ὑψηλας ἐξ ἑκατερου
ἐρυσαντες ἐφετμαις Αἰσονιδαο τυτθον ὑπεξ ἑλεος χερσῳ ἐπεκελσαν ἐρετμοις . Αὐτικα δ ' Αἰητης ἀγορην ποιησατο Κολχων νοσφιν ἑοιο δομου
9999891 ἐρωτικα
παιδικα . οὑτω δ ' ἐναγωνιος ἠν ἡ περι τα ἐρωτικα πραγματεια , και οὐδεις ἡγειτο φορτικους τους ἐρωτικους ,
Ἀρην και λεγοντα : οὐ τοι , τεκνον ἐμον , ἐρωτικα δεδοται ἐργα : ἀλλα συ μεν πολεμους μετερχου και
9999891 εὐαγγελια
νικητηρια , ὡς ἀθλητῃ ἀθλα και χειροτεχνῃ ἐπιχειρα και ἀγγελῳ εὐαγγελια και τῳ φεροντι κομιστρα , ὡς εὐεργετῃ χαριστηρια και
ἐστεφανουτο τα τε ἀλλα και χρησαμενος ἀμηχανῳ ταχει περι τα εὐαγγελια της νικης . διαβαλλοντος δε αὐτον Δημοσθενους , ὡς
9999891 φαρμακιδες
μετωπου των τικτομενων πωλων στεργουσιν αὐτους . τουτῳ δε και φαρμακιδες χρωνται προς ἐρωτα . ὁτι οἱ ἱπποι ὀστουν ἐχουσιν
ἐρως και ὀρνεον τι το λεγομενον σεισοπυγις ᾡ χρωνται αἱ φαρμακιδες εἰς φιλτρα × . ὁμοιως το ἐν βροχοις μαρψας
9999891 Αἰγυπτια
. το ἐθνικον Σαργανθινος . Σαργαντις , πολις και φυλακη Αἰγυπτια . ὁ πολιτης Σαργαντιτης , ὡς Ναυκρατιτης . Σαρδαιον
κεραμιον δηλοι , κρμ . Ἡ μνα ἡ Ἀττικη και Αἰγυπτια ἐχει # ιϚ , ἡ μνα ἡ Ῥωμαϊκη #
9999890 σταφιδες
Φοινικες οἱ αὐστηροι , μηλα κυδωνια , ἐλαιαι ἁλμαδες , σταφιδες αὐστηραι , ἡ ἐν τοις στεμφυλοις ἀποτιθεμενη σταφυλη ,
τροφιμοι , καστανα , φακη , οἱ γλυκεις φοινικες , σταφιδες αἱ γλυκειαι και λιπαραι , βαλανοι , γογγυλις ,
9999890 ἀπαγε
μαρτυρα τιθεμαι , μαρτυρας καλω . ὑπαγε ] γρ . ἀπαγε . . ὑπαγε ] τουτο προς τον δανειστην ,
ὡς κυλιω κυλινδω , ἐνθεν το ἀλισω , και : ἀπαγε τον ἱππον ἐξαλισας οἰκαδε , . , . *
9999890 χαρακτηρες
Μεθθας , Σκαρθας , Χαγραμ . Εἰσιν δε και οἱ χαρακτηρες οὑτοι οὑς ὁρᾳς . Ὁς ἐγραψε και ἐδιδαξε Σουστουμον
ῥᾳδιως , ποτερος Δημοσθενους ἐστιν ἠ Λυσιου : τοσαυτην οἱ χαρακτηρες ὁμοιοτητα προς ἀλληλους ἐχουσι . τοιουτος ἐστι και ὁ
9999890 ποδοϲ
εἰϲ τα πλαγια παρατρεπεϲθαι το κωλον , τῳ δε του ποδοϲ ἰχνει ϲανιδιον ῥακει περιβεβλημενον δια την μαλακοτητα ὀρθον προϲηρειϲθω
των ἀρχομενων φλεγμονων παϲων ἀντιϲπαϲτικωϲ ποιειϲθαι την φλεβοτομιαν , οἱον ποδοϲ φλεγμαινοντοϲ ἐκ τηϲ χειροϲ φλεβοτομειν : ἐπι δε των
9999890 Στρεψιαδης
ἐπαναμεινον μ ' ὀλιγον χρονον ἐνταυθα : τουτο λεγει ὁ Στρεψιαδης τῳ Φειδιππιδῃ , ὁτι βουλεται ἀπελθειν εἰς τον οἰκον
πολυ . ⌈ τουτο δε [ τουτο ] φησιν ὁ Στρεψιαδης οὐ νοησας το παρα του μαθητου λεγομενον το ”
9999890 Βαβυλωνα
ἀρα τῃ Ἀλεξανδρου ἐθειασθη . Παρελθοντι δ ' αὐτῳ ἐς Βαβυλωνα πρεσβειαι παρα των Ἑλληνων ἐνετυχον , ὑπερ ὁτων μεν
, ἐν ὀργῃ και θυμῳ παρεδωκα ὑμας τῃ καμινῳ εἰς Βαβυλωνα . Ἐαν οὐν ἀκουσητε της φωνης μου , λεγει
9999890 κεκοινωνηκε
και ἀρρυθμος ἀναρμοστος τε σφοδρα και πανθ ' ὁσα κακου κεκοινωνηκε τινος , ὁστις λελειπται παντος ἀριθμου . ἐν δε
κἀν ἀτελες ᾐ : τα γαρ καλουμενα ζωφυτα δια ταυτα κεκοινωνηκε του ζωα πως εἰναι , αἱ δε ἀλλαι του
9999890 μηνι
ἐν τῳ ἑαυτου μηρῳ . και ὑστερον ἐν τῳ ἑβδομῳ μηνι ἐλθων ὁ Ἑρμης ἀναπτυσσει τον μηρον του Διος .
ὁ ἀηρ : μηνι Νοεμβριῳ ιγ Λυρα ἑῳοϲ ἐπιτελλει : μηνι Νοεμβριῳ κα Ὑαδεϲ ἑῳαι δυνουϲι και ταραχη περι τον
9999889 τεταρτῃ
και ἡ τροπη προσγινεται του ἀερος ποικιλη . τῃ δε τεταρτῃ ὁ Δελφιν ὀρθριος συν Κυνι τε ἀνισχει , νοτος
ἐκβολας των στοματων . Καλλιξενος δ ' ὁ Ῥοδιος ἐν τεταρτῃ περι Ἀλεξανδρειας διαγραφων την γενομενην πομπην ἐν Ἀλεξανδρειᾳ Πτολεμαιου
9999889 να
τροπικον , ἡ δε ΖΕ περιφερεια των ἀποδεδειγμενων μοιρων κγ να ἐγγιστα . και ὁλη μεν ἀρα ἡ ΖΕΔ περιφερεια
. . . . . . . Ζυγου ι νο να Ϛʹ βʹ ὁ ἐν τῳ σφυρῳ του αὐτου ποδος
9999889 φιλοτιμιᾳ
μηδε ἀντειπειν αὐτον ἐχειν , ὁτι την στρατειαν φευγων οὐ φιλοτιμιᾳ τουτο ἐποιησεν : και παλιν αἰσθομενος ὁτι ξυλα δια
το παραδοξον , σωφροσυνην οἰδε κομιζειν ὁ γαμος κἀν τῃ φιλοτιμιᾳ των ἡδονων το σωφρονειν ἀναμεμικται : δι ' ὡν
9999889 οἰκιᾳ
πολλα ἀν εἰη λεγειν , ὁσον πενθος ἐν τῃ ἐμῃ οἰκιᾳ ἠν ἐν ἐκεινῳ τῳ χρονῳ . τελευτωσα δε ἡ
και ἐμπειριᾳ και ἐν γενεσει , και παλιν αὐ ἐν οἰκιᾳ τε και πολει και στρατοπεδῳ και πασι τοις τοιουτοις
9999888 οἰνομελιτοϲ
των πτερων και των ποδων και οἱ τηκολιθοι δι ' οἰνομελιτοϲ ἐν τῃ του λουτρου θερμῃ δεξαμενῃ διδοϲθωϲαν και τα
με ἰατροϲ και τοιϲ χρονιοιϲ κωλικοιϲ αὐτην ἐδιδου δι ' οἰνομελιτοϲ , τινεϲ δε και τοιϲ ϲυναγχικοιϲ αὐτην διδοαϲι πινειν
9999888 ὀρεγομεθα
ὡσπερ ἐκ γειτονων φωνην θηρευομενους πραγματα παρεχειν ταις χορδαις : ὀρεγομεθα δε την ἐν κοσμῳ ἁρμονιαν και την ἐν τουτῳ
το φλεβωδες ἀποτελουμενου γενος , τουτῳ μεν ἡδομεθα : και ὀρεγομεθα τε φυσικας ἡμιν ορεξεις ὀργανῳ της φυσικης δυναμεως της
9999887 βελτιονες
παροντες , ἐννοω ὁτι συνεξεληλυθασι μεν ἡμιν οἱ μεν και βελτιονες , οἱ δε και μειονος ἀξιοι : ἠν δε
το κρειττον , ἐαν ὠσιν οἱ δευτεροι ὀδοντες των προτερων βελτιονες , ἐπι δε το χειρον , ἐαν ὠσι χειρονες
9999887 ἠθελες
κακον γυναικας ἐς φως ἡλιου κατωικισας ; εἰ γαρ βροτειον ἠθελες σπειραι γενος , οὐκ ἐκ γυναικων χρην παρασχεσθαι τοδε
ἐχεις μεν οὐν το μη ἐπαινεσαι τουτον , ὁν οὐκ ἠθελες , το μη ἀνασχεσθαι αὐτου των ἐπι της εἰσοδου
9999887 ἀδιαφορῳ
ἐλαχιστον της σεληνης ἀποστημα καταλειπεται ἑξηκοστων μϚ : και ἐστιν ἀδιαφορῳ μειζων ἠ διπλασιων και τοις τρισι πεμπτοις μειζων της
σκιας δια το το ἡμισυ της σεληνιακης διαμετρου ἐκλελοιπεναι , ἀδιαφορῳ δε ἐλαττων ἐστιν ἠ διπλασιων και ἐτι τοις γ
9999887 ῥητορσι
και Ὀλυμπιαδος και πολλα χρηματα διαδους τοις ὑπερ αὐτου δημηγορουσι ῥητορσι διεδρα και κατηρεν εἰς Ταιναρον προς τους μισθοφορους .
στρατηγειν ἁμα και ἐπιστατειν ποιημασι και φιλοσοφειν και ψηφηφορειν και ῥητορσι διαιταν και της ἐν πασι μη καθυστερειν ἀκροτητος ,
9999887 ἐκομιζετο
εἰ τερπομενος οἱς ἐπραξας και οὐδε παυσομενος . οὑτω τις ἐκομιζετο δια των γραμματων του πεποιηκοτος ἡδονη . πως οὐν
ἀνεθετο ὡς αὐθις βασανισων . μετα τρεις ἡμερας την Ἐπιχαριν ἐκομιζετο ἐν φορειῳ , ἡ δε λυσαμενη την ζωνην ἀπεβροχισεν
9999887 πνευματοϲ
ὀργανων των τηϲ ἀναπνοηϲ ἐϲτι φλεγμονη , ἠ μουνον του πνευματοϲ [ ἠ ] παθοϲ , ἐφ ' ωὑτεου την
εἰϲ την νυν διαιταν : ὑγραινει γαρ και αἱματοϲ και πνευματοϲ ἐμπιπληϲι το ϲωμα . τον δε μελλοντα ἀφροδιϲιοιϲ χρηϲθαι
9999887 λαμπηδονα
λαμπρον κατα των ὠμων φερειν . τυφλος ἐγενετο δια την λαμπηδονα την του χρυσιου : ὡς γαρ εἰκος ἠμαυρου την
ἐν . Πονον : κατα . Ὁμοκλην : ἀπειλην , λαμπηδονα . Ἰπνου : δια φαναριου . Συνθηρον : ὁμοθηρον

Back