ἀνθρωπων , διοτι σαρξ εἰσι και τα πνευματα της πλανης ἀπατᾳ αὐτους ἐπι πασαις πραξεσιν αὐτων . Και μετα ταυτα
ἐχοντος ἑτεραν γυναικα ὁ λογος ταττεσθαι : ἠ τις γυνη ἀπατᾳ σου τον ἀνδρα τῃ ἑαυτης λαθραιᾳ συνουσιᾳ , συ
9999915 ἀπατεωνα
ἐποιησε και δια τουτο Δαρειος ὑπερ αὐτου φλαυρως ἐλεγεν , ἀπατεωνα λεγων και ἀνθρωπον κακιστον . . . . [
. ] . πλευμονα τε αὐτον ἐκαλει και ἀγραμματον και ἀπατεωνα και πορνην [ . . ] . . .
9999908 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999908 διαλεκτικῃ
οὐκουν τοις τε μαθηματικοις καθαρμοις τους τελεστικους συνεισιεναι και τῃ διαλεκτικῃ λυσει την ἱερατικην ἀναγωγην συνεπεσθαι ἀναγκη . ταυτα γαρ
διττων δε οὐσων των ἀποδειξεων πανταχου ἐν τε γεωμετριᾳ και διαλεκτικῃ και ῥητορικῃ , ἠτοι γαρ προηγουμενως ἀποδεικνυμεν , ἠ
9999908 ἀπαρχη
γαρ ἑκατονταετει γινεται . ἐστι δε και Λευιτικης φυλης ἱερευσιν ἀπαρχη διδομενη : δεκατας γαρ λαβοντες , ἀπο τουτων ὡς
προσκεκληρωται , διοτι του συμπαντος ἀνθρωπων γενους ἀπενεμηθη οἱα τις ἀπαρχη τῳ ποιητῃ και πατρι . το δ ' αἰτιον
9999907 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999906 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999905 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999905 ἐλθουσα
συνδειπνων ? ? [ ] παντελως την γνωμην διασεσεισμενη . ἐλθουσα δη ἐπι σκηνην και ῥιψασα ? ? ? ἑαυτην
, τον αὐτον βαλλοντα δεικνυς και βαλλομενον : γη δε ἐλθουσα το παθος ἀνηκεν ὁμωνυμον : την μνημην του νεου
9999904 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999904 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999903 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999903 θεατρα
τον γαρ προ του χρονον οὑτω κεκολασμενος ἀτακτως ἐς τα θεατρα ἐφοιτα και ἐπι την τουτων ἠχω . εὐδοκιμουντι δε
φρονησας εἰκοτως περιιστατο των πολλων , οὐδεμιαν φιλοτιμιαν περι τα θεατρα ποιουμενος . διο τοσουτον αὐτον ἐβλαπτε τουτο ὁσον ὠφελει
9999903 ἀπεδεχετο
ἀντεποιουντο δ ' αὐτου και οἱ ἐν Σιδωνι Κιτιεις . ἀπεδεχετο δ ' αὐτον και Ἀντιγονος , και εἰ ποτ
τα δικαια λεγων ἠνθουν “ . ταυτα γαρ ἀγαν Ἀριστοφανης ἀπεδεχετο ὡς εὐ πεποιημενα . λεξω τοινυν την ἀρχαιαν :
9999903 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999903 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999902 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999902 παλλακιδα
οὐσης : ἐλευθεραν μεν οὐ δει γημαι , ἀλλα δουλην παλλακιδα μαλλον δει : και γαρ ὁ Ζυγος μοιχειαν ἐπιφερει
ἐπι σημειοις φαρμακων ὁ ἀριστευς ἐτελευτα μητρυιαν ἐχων και αἰχμαλωτον παλλακιδα και ἀντεγκαλουσιν ἀλληλαις : ἐνταυθα μονη ἡ βουλησις και
9999902 ἀκανθαν
μεγισται : αὑται τεινουσι δια της κοιλιας παρα την νωτιαιαν ἀκανθαν , ἡ μεν ἐπι δεξια , ἡ δ '
πυρ ἐκλαμπειν . δελφις δε ὀστα μεν ἐχει και οὐκ ἀκανθαν , τα δε σελαχη και χονδρον και ἀκανθαν .
9999902 δοκωσι
μαχης εἰκονα , οὑτως οἱ των πολεμικων πεπαυμενοι , κἀν δοκωσι γυμναζεσθαι , παρεργως τουτο ποιουσιν οὐ συμπονουντος του λογισμου
μετεχωσι της λεγομενης εὐδαιμονιας , πολυ δε μαλλον ὁπως ἀξιοι δοκωσι κοινωνειν της ἀρχης , και τουτο ἐσπουδακεν ἐξ ἁπαντος
9999902 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999902 δισχιλια
οὐκ ἐχω λεγειν ὁποσα , πλειω δ ' οὐν ἠ δισχιλια ἐστι , μηδε ῥημα γε αὐτο μονον των ὑπ
Ἰωνιας , τινα μαλιστα ἀν τροπον εὐδαιμονοιη , εἰς ἐπη δισχιλια . των δε ᾀδομενων αὐτου εὐδοκιμησε ταδε : ἀστοισιν
9999902 κοινωνιᾳ
κοινωνου . ἐν δε τοις προς ἑτερον ἀδυνατουσιν , ἐν κοινωνιᾳ , δια το μη ἐμπειριαν ἐχειν των πραγματων .
αὐτῳ περιθεντες κλαδους , ἐπικομιζονται και χειροηθεις ὀρνιθας ἐπι τῃ κοινωνιᾳ της ἀγρας . εἰναι δ ' αὐτους ταχεις προσηκει
9999901 ἀπηλλαξεν
στρατευματα ἐπιστησας τε αὐτοις στρατηγους του παντος πληθους την πολιν ἀπηλλαξεν . , . , . . , . .
ὑβριζοντας και διαφορουντας τα κοινα ἐξελεγξας ἐξεβαλε την τε χωραν ἀπηλλαξεν ἀκαρπιας και λοιμου διασφαγας ὀρους ἀποτειχισας δι ' ὡν
9999901 μανεισα
φανεντος ἀλλου . Ἀρα τις τορευσε ποντον ; ἀρα τις μανεισα τεχνα ἀνεχευε κυμα δισκωι ; ἐπι νωτα της θαλαττης
ἀκουσα ἡ μητρυια πεφονευκε τον προγονον ἠ ἑκουσα και μη μανεισα : και ἡ μεν στασις ἐστι , το δε
9999900 ἀπειρῳ
του σχηματος . ὁ δε ὠν ἠδη στρατιωτης σωματι μεν ἀπειρῳ τοιουτων πονων διηλθεν ἐφ ' ἱππων πολλακις την οἰκουμενην
, ἀλλ ' αὐτην τινα φυσιν ἀπειρον οὐσιωμενην ἐν τῳ ἀπειρῳ , διαφερονται δε ἀλληλοις ὁμως κατα πολλα . οἱ
9999900 δραχμης
Εἰρηται δε ἐπι του Ἀραβιου αὐλητου , ὡς ηὐλει μεν δραχμης , ἐπαυετο δε τετταρων . Ἀρκαδας μιμουμενος : παροιμια
δοκειν , ἠ το ἀργυριον . ἀλλ ' ὁμως μιας δραχμης ἀπολομενης ἀναγκη αἰσθεσθαι και δηχθηναι ἁμῃγεπῃ : εἰ δε
9999900 ἀπαντησῃ
ἐκπροθεσμους εἱλον ἐρημην : ἐρημη ἐστιν ὁταν δικαζομενων δυο μη ἀπαντησῃ εἱς , οἱ δικαζοντες ἐρημην καταποφαινονται ἠ καταψηφιζονται του
την ταξιν ἠ τον τοπον αὐτου καταλιπειν , κἀν δυσχερης ἀπαντησῃ τοπος , μηδενα ἐλασαι τον ἱππον αὐτου ἠ τοξευσαι
9999900 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999899 ἀπελθουσα
ξυντελειαν . . οὐκ ἐς φθορον ] οὐκ εἰς φθοραν ἀπελθουσα ἀφωνως μενεις . εἰωθαμεν δε τοιουτοις λογοις προς τους
ὁτι κἀκεινων ἀθανατος ἐστιν ἡ ψυχη , εἰ γε και ἀπελθουσα ἐπανερχεται παλιν και γνωριζει και ἐπανιστησι το σωμα και
9999899 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999899 ματηρ
, διοπερ και ταν ἀλλαν ἀρεταν αὑτα ἁγεμων ἐντι και ματηρ . πασαι γαρ ποτι τον λογον και νομον τον
φερε δ ' ἰνιν ἀπο δειραδος εἰναλιας λοχεια κλεινα λιπουσα ματηρ ταν ἀστακτων ὑδατων συμβακχευουσαν Διονυσωι Παρνασιον κορυφαν , ὁθι
9999899 ἐντερῳ
δεομενων μερων . Τας μεν προσισχομενας των ἑλμινθων τῳ ἀνω ἐντερῳ ἀφισταν δει δια των ἐπιτηδειων ποματων : κατω δ
ὀξειας τινας ἀλγηδονας . το δ ' ἑτερωθεν τῳ λεπτῳ ἐντερῳ ληγοντι συναπτον ὀνομαζεται τυφλον ἐντερον , τῃ μεν ῥαχει
9999899 αἰφνιδιως
Βυζαντιων , ἐγνωσαν διαρπασαι την πολιν , και πολυς ταραχος αἰφνιδιως κατεσχε τους Βυζαντιους . ἐπει δε ὡπλιζοντο τε οἱ
Κορυβαντος και Δημοδικης παις , των της Ῥεας μυστηριων τελουμενων αἰφνιδιως [ την θεαν ] θεασαμενος , ἐμμανης ἐγενετο και
9999899 συμβεβηκε
παιδιον γενομενον εἰληφ ' οὐ παλαι : ἀπο ταὐτοματου δε συμβεβηκε και μαλ ' εὐ : ἐτικτεν ] ἡ Χρυσις
εὑρηκεναι , Εὐδοξος δε δια των καλουμενων καμπυλων γραμμων . συμβεβηκε δε πασιν αὐτοις ἀποδεικτικως γεγραφεναι , χειρουργησαι δε και
9999899 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999898 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999898 ἀποδιδωμι
ἀποδειξασθαι : Ἀνθ ' ὡν , ἐφη , ταυτην αὐτῳ ἀποδιδωμι τιμην και χαριν : ἀφιημι των ἐκτισματων ἐπι τῃ
, κυριε : και εἰ τινος τι ἐσυκοφαντησα , τετραπλουν ἀποδιδωμι . ἐφ ' οὑ και ὁ σωτηρ εἰπεν :
9999898 καταϲταϲιϲ
διαϲωζειν αὐτουϲ . ἐπι μεν των τοιουτων διαθεϲεων ἡ νεκρωδηϲ καταϲταϲιϲ ἐν τῳ προϲωπῳ ἐν ταχει γιγνεται , ῥιϲ ὀξεια
και εἰ μεν εἰη θεροϲ ἠ χωριον φυϲει θερμον ἠ καταϲταϲιϲ θερμη , μεθ ' ὑδατοϲ ψυχρου , εἰ δε
9999898 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999898 μεθηκε
ἐκεινον ἐμε συγκατακανειν . “ οἰκτου δε ἐξ ἁπαντων γενομενου μεθηκε σῳζεσθαι τον Μετελλον ὁ Καισαρ , καιτοι πολεμιωτατον αὐτῳ
βασιλεα τοσαυτῃ κατεχρησατο παρρησιᾳ , ὡς ὁ βασιλευς ἠδη και μεθηκε την ψυχην , και παντα γε συνεχωρησεν ὁσα Κλεαρχος
9999898 ἀπελαβεν
δοκει φωρασαι , ὁτι τας πεμπομενας παρα του ἀνθρωπου οὐκ ἀπελαβεν : ἠν γαρ αὐτοις ἀρνηθηναι και φασκειν ἐπιβουλευεσθαι ὑπο
σιτος ὑομενος κατασαπειη : τον δε θερισθεντα κατα συνθηκας αὐτος ἀπελαβεν . ἀναγκαιως οὐν τον μεν ἀπο της χωρας τῳ
9999897 γεωμετρικη
προς Η : και ἐσται των Ζ Γ Η εὐθειων γεωμετρικη μεσοτης , τουτεστιν ἀναλογια κυριως . κἀν δια το
περι της ἀριθμητικης μεσοτητος . Ἡ δε ἐπι ταυτῃ συνεχης γεωμετρικη μεσοτης κυριως ἀναλογια μονη καλουμενη δια το ἀνα τον
9999897 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999897 στατηρα
σταθμα , στασιμα ὠνομασεν ἐν Ὑϊ Κηφισοδωρος ὁ κωμικος . στατηρα δ ' οἱ της κωμῳδιας ποιηται την λιτραν λεγουσιν
ἐξερχεται τε πανταχος ' ἠδη πιομενη , δεχεται δε και στατηρα και τριωβολον , προσιεται δε και γεροντα και νεον
9999897 δικῃ
: ἐν δε τοις ἰαμβοις Συμμαρτυροιη ταυτ ' ἀν ἐν δικῃ χρονου μητηρ μεγιστη δαιμονων Ὀλυμπιων ἀριστα , Γη μελαινα
ἐνεγκητε την ψηφον . Εἰ τινι οὐν και ἀλλῃ πωποτε δικῃ προσεσχετε ἀκριβως τον νουν , δεομαι ὑμων και ταυτῃ
9999897 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999897 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999897 γενεα
Ἐπαφου τας πεντηκοντα θυγατερας του Δαναου . πως δε πεμπτη γενεα ἠσαν αὑται ἀπο του Ἐπαφου μανθανε . πρωτη γενεα
ἰδου , τεκνα μου ἐστε , τεκνα μου , τριτη γενεα . Ἰωσηφ ἑκατοστῳ ὀκτωκαιδεκατῳ ἐτει ἀπεθανε . Και νυν
9999896 ἑπτακοσιοι
, διπλασιοι δε τουτων Κορινθιοι : παρεγενοντο δε και Βοιωτων ἑπτακοσιοι ἐκ [ δε ] Θεσπειας και ἐκ Θηβων τετρακοσιοι
των τετρακισχιλιων σταδιων διαστημα , γινεται το παν μυριοι δισχιλιοι ἑπτακοσιοι σταδιοι , το δ ' ἀπο της Ῥοδιας ἐπι
9999896 ἀποδιδῳ
: ἐγγιον γαρ της πρωτης οὐσιας ἐστιν . ἐαν γαρ ἀποδιδῳ τις την πρωτην οὐσιαν τι ἐστιν , οἰκειοτερον και
συνωμολογει . Οὐκουν ὁσῳ ἀν τις μειζω ἀγαθα παθων μη ἀποδιδῳ χαριν , τοσουτῳ ἀδικωτερος ἀν εἰη ; συνεφη και
9999896 ἀπειριᾳ
και το τοιουτον οἱον εἰ ἐστι τινα αὐτου ἐν τῃ ἀπειριᾳ φθαρτικα . ἀλλ ' εἰ τουτο ἐστιν ἀδηλον αὐτῳ
δυναστειαν ἠ τῳ μαχομενοι κρατειν . βαρβαρους δε οὑς νυν ἀπειριᾳ δεδιτε μαθειν χρη , ἐξ ὡν τε προηγωνισθε τοις
9999896 ληφθεισης
γαρ ἐν πρωτῳ σχηματι το τοιουτον συναγομενον της μειζονος ἀποφατικης ληφθεισης : ἡ δε τοιαυτη ἀποφασις προς ἑαυτην ἀντιστρεφει .
εἰπειν προτερον ὁτι ἐσται λευκον . ἐντευθεν κατασκευην λαμβανει της ληφθεισης ὑποθεσεως ὁτι τῃ ἀληθειᾳ των λογων ἡ των πραγματων
9999896 μηδετερῳ
και μενειν . Μηποτε οὐν το προϊον τοιουτον ἐστιν οἱον μηδετερῳ κρατεισθαι μητε μονῃ , μητε προοδῳ μονον , ἀλλα
, φησι Σπευσιππος , και κακον κακῳ και ἀμφω τῳ μηδετερῳ , τουτεστι και ἀμφω τα κακα τῳ ἀγαθῳ .
9999896 ἱκανως
πευσεσθε μεν , οὐ μην ἐνταυθα , δειλη τε γαρ ἱκανως ἠδη και βαδιζειν ὡρα ἐς ἀστυ , ἡδιους δ
τε και αἱ των πληγων εὐλαβειαι διεμελετωντο εἰς το δυνατον ἱκανως , εἰ τε τις ἡμιν συγγυμναστων συνεβαινεν ἀπορια πλειων
9999896 χειρουργιᾳ
δρᾳ , στοχαζομενη του τελους , τα δε ἑπεται τῃ χειρουργιᾳ , οὐ τεχνης ἐργα , ἀλλ ' ὑλης παθη
οὑτος ἀσκιτης , ἐπι κατακλυζουσῃ ὑγροτητι , και ἐδοξε σοι χειρουργιᾳ χρησασθαι τῃ παρακεντησει . μη ἀναμεινῃς , μηπως το
9999896 Πυθαγορειοι
κορυφη μειζων . κἀκεινο δε δει εἰδεναι ὁτι εἰκοτως οἱ Πυθαγορειοι την μεν μοναδα ταὐτου και ταυτοτητος αἰτιαν ἐλεγον εἰναι
μεν οὐν ἀδιοριστως ἀπερριψε περι των λοιπων , οἱ δε Πυθαγορειοι και ποσαι και τινες αἱ ἐναντιωσεις ἀπεφηναντο . παρα
9999896 θυγατερες
ταις νηστειαις εὐφροσυνας . οὐχ ὁρᾳς ὁτι και πεντε Σαλπααδ θυγατερες , ἁς ἀλληγορουντες αἰσθησεις εἰναι φαμεν , ἐκ του
] Ἀριστοδημου παιδες ἁτε ὀντες και αὐτοι διδυμοι λαμβανουσι , θυγατερες δε ἠσαν Θερσανδρου του Ἀγαμηδιδα , βασιλευοντος μεν Κλεωναιων
9999896 ἀποδημιᾳ
αὐτης ἐχειν τον ὑποκριτην : τοτε δ ' ὀντος ἐν ἀποδημιᾳ , ἐξ οὑ γεγονος ἠν ἀρρεν αὐτῳ παιδιον ,
πολεμον ἐξιεναι . χρη οὐν ἐπιλεξαμενον το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ὁραν εἰ ἐφαρμοζει αὐτῳ ἡ των ἀγαθων μαρτυρια προς
9999896 ἀξιωσειεν
ὡς βελτιων οὑτος ; ἀλλ ' οὐδ ' ἀν αὐτος ἀξιωσειεν . ἀλλ ' ὁτι ἀποβεβληκως τα ὁπλα σωσαντι δικαζομαι
. ἀπο δ ' οὐν ταυτης ἠ τουτων των ἀρχων ἀξιωσειεν ἀν τις τα ἐφεξης εὐθυς ἀποδιδοναι και μη μεχρι
9999896 κορα
† αφυτον θησει γερας το δ ' ἐργον ἀγησαιτο τεα κορα οἰκω τε περ σω και περ ἀτιμιας κυπρος ὀτ
Ἀλκαιος ἐν πρωτῳ : το δ ' ἐργον ἀγησαιτο τεα κορα : και οἰκω τε περ σω καιπερ ἀτιμιαις ,
9999895 συστατικα
και μη ἠσαν ἐναντια , ἀδυνατον τα δυο εἰναι ἡμων συστατικα : ἰδου γαρ και ἡ λογικη και ἡ ἀλογος
οὐ σαφετεραις τοις πολλοις ἐχρησαντο παραδοσεσι , τα ἀναγκαια και συστατικα και ὡν νυν χρεια παραδραμοντες . Ἡμεις δε χρειωδες
9999895 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999895 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999895 ἀπορῳ
: ἀντι του καταλιπων την αὐτου φυλακην ἀλλ ' ἐν ἀπορῳ ἠσαν εἰκασαι : ἀποριαν εἰχον μεχρι και εἰκασμου .
φοβει τε ἠδη λιμον , ἐπειδαν τ ' ἐν τῳ ἀπορῳ γενωμεθα ἐτι μαλλον φοβησει , χωρις δε τουτων ὁ
9999894 Παναθηναια
ἡ διοικησις ἱκανη γενηται και εἰ τινος ἐνδει προς τα Παναθηναια διοικηθῃ , τους πρυτανεις τους της Πανδιονιδος καθισαι νομοθετας
Σιμος ὁ Θετταλος ἐχων Νεαιραν ταυτηνι ἀφικνειται δευρο εἰς τα Παναθηναια τα μεγαλα . συνηκολουθει δε και ἡ Νικαρετη αὐτῃ
9999894 ὁποτερᾳ
και ἐπεζευχθω ἡ ΒΕ , και δια μεν του Δ ὁποτερᾳ των ΓΕ , ΒΖ παραλληλος ἠχθω ἡ ΔΗ ,
, και ὁτι ἀφαιρετικης μεν οὐσης της πρωτης ἀνωμαλιας ἐν ὁποτερᾳ των διχοτομων ἐτι ἐλασσων ὁ τοπος αὐτης εὑρισκεται του
9999894 κωμα
μογις θυμουται , μεγα κακον : καρος γαρ μαλλον ἠ κωμα μελεταται . ζητει δε τα ἀπο της μνημης ,
νοθη φρενιτις ἡ τοιαυτη καλειται και το καλουμενον ἐργαζεται ἀγρυπνον κωμα . Γνωρισεις δε και την ἐξ ἐπιμιξιας γινομενην φρενιτιν
9999894 ἐξουσιᾳ
πρωτα ἐπιτρεψαντες αὐτοις και το ἀνοητον της ἀρχης μεγαλῃ καθοπλισαντες ἐξουσιᾳ , ὁτε Κοιντιον Καισωνα τῳ παρελθοντι ἐνιαυτῳ κρινειν ἐπ
το βρεχειν ἠν , φησιν , ἐπι τῃ του Διος ἐξουσιᾳ , και μη των Νεφελων ἠν τουτο ἐργον ,
9999894 ἐξαιρετως
τε Βυβλῳ και Τυρῳ και κατα πολλα της Συριας μερη ἐξαιρετως ἱερουργουμενας , και οὐχι δεισιδαιμονιας ἑνεκα το τοιουτον ὑπομεινας
οὐδεις ἀν εἰποι . το πλαττομενον οὐν τουτον τον τροπον ἐξαιρετως σχημα καλειται , και ἡμεις περι τουτου ποιουμεθα τον
9999894 στυπτηριην
την ἑδρην , σμυρναν τριψας λειην και κηκιδα , και στυπτηριην αἰγυπτιην κατακαυσας , ἑν και ἡμισυ προς τἀλλα ,
τα αὐτα . Ὀξος ὡς ὀξυτατον λευκον , μελι , στυπτηριην αἰγυπτιην , νιτρον ὡς ἀριστον ἡσυχως φρυξας , χολης
9999894 ἀλεξητηρια
λεγει τα ἀλεξητηρια : ἱνα δε και πασαις ταις βλαβαις ἀλεξητηρια κατασκευασας θαρρῃς : λειπει δε το λεγω σοι ,
ποιεει , ἑλκωδες τε ἐστι και ἐντερου και ἑδρης : ἀλεξητηρια δε τουτεων γεγραψεται . Ἀνευ μεν οὐν ῥοφηματων μελικρητῳ
9999894 Ἀρχιγενης
. Ἐπι δε των μη κατεχοντων την τροφην , φησιν Ἀρχιγενης , σικυαν ὡς μεγιστην κουφην τῳ στομαχῳ ἠ τῳ
και ὁμοιως χρωμαι . οὑτω μεν οὐν αὐτῳ χρηται και Ἀρχιγενης ἐπ ' ἐμφραξει μυκτηρων : τῳ δε προτερῳ τῳ
9999894 Πυθαγορικοι
αὐτῳ ἀριθμους . ἐτι την ὑλην τῃ δυαδι προσαρμοττουσιν οἱ Πυθαγορικοι : ἑτεροτητος γαρ ἐκεινη μεν ἐν φυσει , δυας
τεταγμενα ὀκταμηνιαια , ὁ δια τοιουτου τινος ἐπιλογισμου συνεβιβαζον οἱ Πυθαγορικοι , δι ' ἀριθμητικων λογων και διαγραμματων την ἐφοδον
9999894 ἀπειλη
ν , οἱον ἀμειων τις ὠν . Ἀρειη : ἡ ἀπειλη , Ἀρεως γενικη : ἁρμοττει δε πολεμικῳ προσωπῳ το
καταχρηστικως δε και ἐπι του ἀπογεγυμνωμενου . . . . ἀπειλη : ἡ μετα ὀργης ἐπιπληξις : παρα το ἀποθεν
9999894 Αἰγισθου
ἀλλ ' ἀδοξως . φυγειν ] ὡστε φυγειν τας ἐπιβουλας Αἰγισθου τιμωρησαμενην αὐτον . οὑτω γαρ ] οὑτω γαρ ἀν
τλαμονι . . . χειρι ] τηι χειρι Κλυταιμηστρας και Αἰγισθου . τελειται ] ἱνα το ὁμοιον και ἰσον τωι
9999894 ἐλατη
και ἐστι και παρ ' ἡμιν , οἱον πευκη δρυς ἐλατη πυξος διοσβαλανος φιλυρα και τα ἀλλα δε τα τοιαυτα
ὡς εἰς μηκος αὐξητικα μαλιστ ' ἠ μονον , οἱον ἐλατη φοινιξ κυπαριττος και ὁλως τα μονοστελεχη και ὁσα μη
9999894 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999894 λιμενι
ἐκ του νοτου πετομενοι και τευθιδες χειμεριαι . Φωνη ἐν λιμενι ἀποψοφουσα και πολυπλοκον ἠχουσα χειμεριον . Και οἱ πνευμονες
ἠν ἐν κατασκευῃ τοτε ὁ νεως ὁ προς τῳ ἐξω λιμενι . και οἰδα εὐδοκιμησας οἱς ἀπεκριναμην : ἐφην γαρ
9999893 ἀξιωμα
ὁτι τους μεγα φρονουντας ἐπ ' εὐγενειᾳ το των προγονων ἀξιωμα | καθαιρειν ἐργοις ὑπαιτιοις τολμαν ὀνειδος αἰσχιστον : οἱς
ἐμον δ ' ὀλοφυρεται ἠτορ . Ἐτι δε το βασιλικον ἀξιωμα και το φιλανθρωπον ἠθος ἐμφαινει , εἰπων πως ἀν
9999893 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999893 κἀπειδη
ἠ δρομικον , ἀλλως δε κουφον τε και ὑπερελαφρον . κἀπειδη την οὐραν οὐχ ἱκανην ἐχει το σωμα ἐπευθυνειν ,
των πολεων οἱ πρεσβεις ἐξαπατωντες πρωτον μεν ἰοστεφανους ἐκαλουν : κἀπειδη τουτο τις εἰποι , εὐθυς δια τους στεφανους ἐπ
9999893 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999893 ἐτιμωρησατο
διανοιᾳ χρηται λεγων , ὁτι τον ἐκ πορνης ὁ νομος ἐτιμωρησατο , ὁ δε τῃ διανοιᾳ ὁ διωκων ταὐτον εἰναι
τῳ νοστῳ ὑπεμεινε και ὁπως τους ἐπιβουλευοντας τῳ οἰκῳ αὐτου ἐτιμωρησατο . ἐξ ὡν δηλος ἐστι παριστας δια μεν της
9999893 ἀπεστω
ἡ μεγαλαυχια και ἡ κακοηθεια και το βρενθυεσθαι και λαρυγγιζειν ἀπεστω , και το διασιλλαινειν τα των ἀλλων και οἰεσθαι
ἐστω και μη πολυ ἀποδεων του ὑπεροπτης εἰναι ἐλεος τε ἀπεστω λεγοντος : ὁ γαρ μη ἀντιβολησαι ξυγχωρων τι ἀν
9999893 ἀπεπεμψαν
τον Πελοπιδαν , βουλομενον διελεγχειν της ἀποκρισεως την ἀποριαν , ἀπεπεμψαν ἐκ του συνεδριου . Μιθριδατης μεν οὐν , ὡς
τοις μεν πειραταις τον μισθον ἀποδοντες παραχρημα της πολεως αὐτους ἀπεπεμψαν το ἀπιστον αὐτων περι τους πρωτους φιλους οὐκ ἀσφαλες
9999893 κατεσκαφη
πασης ἐπαρξασα της Ἀσιας , ὡς ἁπαξ ὑπο των Ἑλληνων κατεσκαφη , τον αἰωνα ἀοικητος ἐστι ; τουτο δε Μεσσηνην
, και μετ ' οὐ πολυ τριτος , ἐν ᾡ κατεσκαφη Καρχηδων : ἁμα δε την τε Λιβυην ἐσχον Ῥωμαιοι
9999892 ἀπηλθες
Διος : οὐκ ἀκρωτηριαζομενην την Βοιωτιαν ἐστεναξας , ἀλλ ' ἀπηλθες μετα του στεφανου προς τον ἀπανθρωπον : εἰτα προσθες
λεγομενα που ἀπηλθες ; ἀπηλθες που : πως ἀπηλθες ; ἀπηλθες πως . παρειπετο οὐν και τῳ η ταὐτον .
9999892 δωμα
' ἐπειτα ἑῳ ἐγκατθετο κολπῳ . Ἡ μεν ἐβη προς δωμα Διος θυγατηρ Ἀφροδιτη , Ἡρη δ ' ἀϊξασα λιπεν
διοτρεφεος βασιληος . ὡστε γαρ ἠελιου αἰγλη πελεν ἠε σεληνης δωμα καθ ' ὑψερεφες Μενελαου κυδαλιμοιο . και Ἀριστοφανης ἐν
9999892 Καισαρα
, και κυριωτερας εἰναι των γεγραμμενων προτερον , δια το Καισαρα δεσποτην των ὁλων καταλελειφθαι προς την κρισιν των ἐν
οὐσαν ἡμιν και δικαιοτατην την προφασιν . ” Ἡμεις γαρ Καισαρα ἐν μεν τοις πολεμοις συστρατευομενοι τε αὐτῳ μεθ '
9999892 ἐλαβετο
. ὡς δε οὐ συνιει , ὁ δε τῳ στοματι ἐλαβετο , και ὠρεξεν οἱ , και εἱπετο ἐκεινος ,
ὑμιν ὡς ἀν δυνωμαι ἀριστα . ἀκουσας ταυτα ὁ Ἀγησιλαος ἐλαβετο της χειρος αὐτου και εἰπεν : Εἰθ ' ,
9999892 στρυφνα
αἱ ξηραι και Διος βαλανοι , τα δε σκληρα και στρυφνα , καθαπερ αἱ τε φηγοι και παν το τοιουτον
βαρειας , ὑποχωρεεται μαλλον ἠ οὐρεεται : ὁκοσα δε ἐστι στρυφνα ἠ αὐστηρα , στασιμα : ὁκοσα δε δριμεα και
9999892 ἑλοιτο
? ? της ζωης ἐτος τουτοιν το ἑτερον ἡμιν ἀν ἑλοιτο ; Θες , εἰ δοκειὠ Θωμασιετο ? ἑξηκοστον τριων
[ ! ! ! ] ? ! ! ? ? ἑλοιτο ? θαλασσαν [ ] ἐμπεδος [ ! ] !
9999892 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999892 στρατευσῃ
καταλλασσῃ τῃ γυναικι α ἐαν κοινωνησῃς , βλαπτῃ β ἐαν στρατευσῃ , ταχυ προκοπτεις γ οὐκ ? ἐστιν ? ?
προκοπτεις ἀρτι Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι τῳ πραγματι ζ ἐαν στρατευσῃ , μετανοησεις η μετα φοβου ἐρωτησον και ἀκουεις ἀληθειαν
9999892 γραμμασι
γραψαι με δει : τουτοις ἀξιον κοσμησαι την ποικιλην τοις γραμμασι , οὐχι δε τοις ὑπο σου τουτοις πιναξι τιμασθαι
πατερα ἐντεταλθαι ῥημασι , μηδεν δε ἐπεσταλκεναι τοις βασιλειοις ἀρκουμενον γραμμασι , πιστευσας ὁ νεανιας , ἀσχαλλων μεν και δυσφορων
9999892 μακαριοι
δε Ξενοφων ἐπειθεν , ὁ δε Διογενης ὠνειδιζεν . Ὠ μακαριοι μεν των δραματων οἱ ὑποκριται , μακαριοι δε των
κατ ' ἐνιαυτον θηριον τικτει . μεγας γαρ , ὠ μακαριοι , κατα τον Θεοφιλου Κιθαρῳδον , θησαυρος ἐστιν και
9999892 καυτηριοιϲ
και την του ἀγριου λαπαθου ῥιζαν . τινεϲ δε και καυτηριοιϲ ϲιδηροιϲ το ἑλκοϲ καιουϲιν . προποτιζειν δε αὐτουϲ ἁπλα
τοιϲ οὐλοιϲ δια των προϲφορων φαρμακων μη θεραπευηται , πυρηνοειδεϲι καυτηριοιϲ ταυτην διακαυϲομεν . Περιχαραξαντεϲ ἑωϲ φατνιου τον ὀδοντα τῃ
9999892 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999892 διαιρεϲεωϲ
ὠμιαιαν φλεβα τεμνειν ἀκινδυνοτερον και μεγαληϲ γενομενηϲ ἐπι ταυτηϲ πολλακιϲ διαιρεϲεωϲ , οὐτε φλεγμοναι ἐπηκολουθηϲαν οὐτε ὀδυναι : διο χρη
καλαμιϲκον δια τε τηϲ του ἐπιγαϲτριου και τηϲ του περιτοναιου διαιρεϲεωϲ καθηϲομεν ἐχοντα την ἐκτομην παραπληϲιαν τοιϲ γραφικοιϲ καλαμοιϲ και
9999891 δαιμονι
τεταρταιων ἀπηλλαχθαι δι ' αὐτου φησοντας και νυκτωρ ἐντετυχηκεναι τῳ δαιμονι τῳ νυκτοφυλακι . οἱ καταρατοι δε οὑτοι μαθηται αὐτου
οἰκουσιν ἀφθονεστατην τε χρημασιν . Μη τρηχυς ἰσθι . Ὠ δαιμονι ' ἀνδρων , μη φθονερον ἰσθ ' ἀνδριον .

Back